Ένας αμαρτωλός νέος, ο Τζίμμυ, στην πρώτη του εξομολόγηση στον π. Γερβάσιο κλαίει γονυπετής: - Χάλασα, πάτερ μου, και τις δέκα εντολές και κάτι περισσότερο. Και τότε ο φωτισμένος γέροντας, ο καλοκάγαθος και γεμάτος αγάπη ποιμένας, αφού έθεσε τα χέρια του στους ώμους του παραστρατημένου προβάτου του, του λέει: - Σήκω, παιδί μου, αυτή τη στιγμή, δεν θέλω να μου πεις τι ακριβώς έκανες και λύπησες το Θεό. Αρκεί η μετάνοιά σου. Πήγαινε στο σπίτι σου, ετοιμάσου και την Κυριακή να προσέλθεις στην Εκκλησία και να λάβεις τη θεία κοινωνία. Σε μένα δε, να έρθεις μετά από μία εβδομάδα. Κατάπληκτος…