ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Ερώτηση. Όταν μιλώ σε κάποιον για τον βίο των πατέρων και για τις απαντήσεις αυτών, μεγαλοφρονεί η καρδιά μου. Πες μου λοιπόν, πώς θα μιλήσω με ταπεινοφροσύνη; και σε ποιόν πρέπει να τα λέγω αυτά, και με ποιό σκοπό;
Απόκριση: Όταν μιλάς για τον βίο των πατέρων και για τις απαντήσεις αυτών, οφείλεις να κατακρίνεις τον εαυτό σου λέγοντας: Αλλοίμονο σε μένα, πώς αναφέρω τις αρετές των πατέρων και τίποτε δεν απόκτησα από αυτές, ούτε έφθασα σε προκοπή. Και κάθομαι και διηγούμαι σε άλλους για να ωφεληθούν, μήπως κάποτε πραγματοποιηθεί σε μένα εκείνο που λέχθηκε από τον Απόστολο "εσύ που διδάσκεις άλλον, δε διδάσκεις τον εαυτό σου;". Όταν λές αυτά, καυτηριάζεται η καρδιά σου και βρίσκεσαι να μιλάς με ταπείνωση. Πρέπει όμως να προσέχεις σε ποιόν μιλάς. Αν γνωρίζεις ότι θέλει να ωφεληθεί, τότε μίλησε, αν όχι, δεν υπάρχει ανάγκη της ομιλίας (διότι έχει γραφεί, «μακάριος είναι εκείνος που μιλά σ’ αυτιά ανθρώπων που ακούουν»), μήπως ποτέ βρεθείς να παρέχεις τα άγια στους σκύλους και να ρίχνεις τα μαργαριτάρια μπροστά στους χοίρους.
Είθε ο Κύριος να σε συνετίσει, αδελφέ, ώστε να μη πλανηθείς από τον δρόμο της ταπεινώσεως.
(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Γ, σελ.297)
Οι ψυχές μετά το θάνατο.
Κάποτε που ο όσιος Νήφων, ο επίσκοπος Κωνσταντιανής, προσευχόταν κι είχε το βλέμμα στραμμένο στους ουρανούς, έλαμψε μπρος του θεϊκό φως. Ταυτόχρονα παρουσιάσθηκε ένας λευκοντυμένος άγγελος με στολή διακόνου. Κρατούσε χρυσό θυμιατήρι και θυμιάτισε πρώτα προς τον ουρανό και μετά τον όσιο.
Ξαφνικά άνοιξαν οι πύλες του ουρανού και οι άγγελοι του Θεού ανέβαιναν και κατέβαιναν σαν μέλισσες, μεταφέροντας τις ψυχές των ανθρώπων που πέθαιναν. Τα πονηρά πνεύματα αγωνίζονταν να τις αρπάξουν και να τις γκρεμίσουν κάτω, αλλά οι άγγελοι αντιστέκονταν μαστιγώνοντάς τους και σώζοντας τις ψυχές.
Σε μια στιγμή βλέπει ο άγιος ν’ ανεβάζουν μια ψυχή προς τον ουρανό. Μόλις όμως πλησίασαν στο τελώνιο της ανηθικότητας, άρχισε ο άρχοντας του τελωνίου να ταράζεται και ν’ αγριεύει.
-Με ποιο δικαίωμα, φώναζε, παίρνετε σεις αυτή τη ψυχή που μας ανήκει;
Κι οι άγγελοι του αποκρίθηκαν:
-Απόδειξέ μας ποια εξουσία έχεις επάνω στον άνθρωπο αυτό.
- Μέχρι τον θάνατό του είπε το δαιμόνιο, κυλιόταν θεληματικά σ’ όλων των ειδών τις αισχρότητες. Και όχι μόνο αυτό, αλλά κατέκρινε και τους άλλους. Τι φοβερώτερα απ’ αυτά τα εγκλήματα θέλετε;
- Ναι, δικαιολόγησαν οι άγγελοι, ήταν δουλωμένος σ’ αυτά τα πάθη, αλλά τα έκοψε πριν πεθάνη.
- Όχι! Δεν είναι όπως τα λέτε, γρύλλισε ο δαίμονας. Πέθανε αμετανόητος. Μέχρι την τελευταία του πνοή παρανομούσε, χωρίς ποτέ να εξομολογηθή τις αμαρτίες του. Ήταν και είναι δικός μου σε όλα.
Τότε ένας από τους αγγέλους είπε:
-Δεν πρόκειται βέβαια να πιστέψουμε εσένα, που είσαι όλος βουτηγμένος στο ψέμα. Ας καλέσουμε τον άγγελό του. Εκείνος θα μας πη όλη την αλήθεια.
Τον κάλεσαν, γιατί φρουρούσε ακόμα το σώμα του νεκρού μέχρι την ταφή του. Μόλις ήρθε τον ρώτησαν:
- Πες μας αδελφέ, αυτή η ψυχή μετάνοιωσε για τις αμαρτίες της ή πέθανε μαζί τους; Πες μας όλη την αλήθεια.
Τότε ο άγγελος απάντησε:
-Εγώ δεν είμαι άνθρωπος ούτε αισχρό πνεύμα για να λέω ψέματα, αλλά ενώπιον του Θεού σας βεβαιώνω: Από τη στιγμή που τον βρήκε η αρρώστια, πριν ακόμα βαρύνη, συλλογίσθηκε το θάνατο. Άρχισε τότε να κλαίει και να ομολογεί στο Θεό τις αμαρτίες του. Συνέχεια σήκωνε τα χέρια του προς τον Ύψιστο ζητώντας έλεος. Αν ο Θεός θέλει, θα τον συγχωρήσει. Αν όχι, δόξα στη δικαιοκρισία του!
Μόλις τ’ άκουσαν αυτά οι άγγελοι, καταγέλασαν τον διάβολο. Έτσι, η ταπεινωμένη ψυχή ελευθερώθηκε από την παγίδα τον εχθρών της.
Σε λίγο βλέπει ο άγιος ν’ ανεβάζουν άλλη ψυχή. Ανήκε σ’ ένα βλάσφημο και σκληρό άνθρωπο. Οι δαίμονες τον κατηγορούσαν πολύ θυμίζοντας ένα-ένα τα άπρεπα λόγια που έλεγε στους ανθρώπους, όταν ζούσε.
Οι άγγελοι αντέλεγαν ότι είχε μερικά δικαιώματα σωτηρίας. Πολλές φορές π.χ., ενώ σκεφτόταν να κάνη κάτι κακό, αμέσως μετανοούσε κατηγορώντας και εξευτελίζοντας τον εαυτό του. Συχνά αναστέναζε πικρά και καμμιά φορά δάκρυζε. Πότε-πότε έδινε και λίγη ελεημοσύνη στους φτωχούς. Αυτά έχοντας υπ’ όψιν τους οι άγγελοι του φωτός ισχυρίζονταν ότι ο Θεός θα ελεήσει αυτή την ψυχή. Οι δαίμονες αναστατωμένοι είπαν τότε:
-Αυτός από τα νιάτα του έκανε πράγματα που δεν ταίριαζαν σε χριστιανό: Λέρωνε τον εαυτό του με διάφορες αμαρτίες και μάλιστα σοδομιτικές. Που να βάλουμε και τα αισχρόλογα και τους θυμούς του; Και το χειρότερο, ως και φόνους έχει κάνει. Αν λοιπόν αυτός πρέπει να σωθή, τότε πάρτε όλον τον κόσμο και όλους τους αμαρτωλούς της γης και σώστε τους δωρεάν. Γιατί εμείς άδικα κοπιάζουμε και ταραζόμαστε!
-Σκεφθήτε, άθλιοι, απάντησαν οι άγγελοι, ότι όλες αυτές τις αμαρτίες της νεότητός του τις έκοψε, και ο Θεός τον συγχώρησε! Κι αν καμμιά φορά έκανε κάτι κακό, το καθάριζε με τη μετάνοια. Τι γυρεύετε λοιπόν, ανήμερα θηρία; Να καταδικασθή αυτή η ψυχή; Αδύνατον, αφού όσα εξομολογηθούν οι άνθρωποι με δάκρυα και ταπείνωσι, και δεν τα επαναλάβουν, τους τα συγχωρεί ο Θεός. Μόνο όσες αμαρτίες πάρουν μαζί τους τιμωρεί ο δίκαιος Κριτής.
Έτσι, οι άγγελοι κατατρόπωσαν τα πνεύματα της πονηρίας και μπήκαν στην πύλη του ουρανού. Ελευθερώθηκε λοιπόν κι αυτό το πλάσμα του Θεού από τα νύχια των δαιμόνων κι Εκείνος που σώζει τον μετανοημένο, του χάρισε τη σωτηρία.
Βλέπει πάλι ο μακάριος ν’ ανεβάζουν κι άλλη ψυχή, που ήταν πολύ ευλαβής και θεοφοβούμενη. Όλη της τη ζωή την πέρασε με αγνότητα, σεμνότητα και πολλές ελεημοσύνες. Προς όλους έδειχνε αγάπη. Οι δράκοντες του αέρος την απειλούσαν τρίζοντας τα δόντια τους. Κι αυτή η καημένη, φοβισμένη από την αγριότητά τους ζάρωσε στην αγκαλιά των αγγέλων του Θεού, ενώ οι άγγελοι που κατέβαιναν για να πάρουν άλλες ψυχές, της έδιναν θάρρος.
Όταν ανέβηκε στον ουρανό η αγία εκείνη ψυχή, πλήθη αγαθών πνευμάτων συγκεντρώθηκαν γύρω της και χαρούμενα έλεγαν:
-Δόξα τω Θεώ που λύτρωσε την ψυχή αυτή από τον φοβερό δράκοντα!
Πιο κάτω είδε πάλι ο όσιος Νήφων να σέρνουν οι δαίμονες μια ψυχή στα καταχθόνια. Ήταν κάποιου δούλου που είχε κρεμασθή! Πίσω ακολουθούσε ο άγγελος του θρηνώντας πικρά για την απώλειά του. Ανάμεσα στα δάκρυά του έλεγε:
-Αχ, τους παμπόνηρους δαίμονες που βάζουν τους ανθρώπους να κάνουν τόσα κακά! Να, ο κύριος τούτου του δούλου υπακούοντας σε αυτούς ωργιζόταν, τον χτυπούσε άγρια και τον άφηνε να πεθαίνη της πείνας. Κι αυτός ο δυστυχής έπεσε στην απόγνωση, πήρε το σχοινί και κρεμάσθηκε προσφέροντας ολόκληρο τον εαυτό του θυσία στον σατανά. Αχ, αλλοίμονο! Αυτόν που μου ανέθεσε ο Παντοδύναμος να τον φυλάω με το βάπτισμα του, μου τον άρπαξε ξαφνικά ο βρωμερός δράκοντας και τον κατάπιε! Πώς θα εμφανιστώ στον Κύριο μου θλιμμένος και πικραμένος; Αλλά και πώς θα αντικρύσω τον Πλάστη μου λυπημένο για την απώλεια τούτης της ψυχής;
Ενώ έλεγε αυτά με πόνο, φάνηκε ένας άλλος άγγελος από τον ουρανό.
-Ο πατέρας μας Κύριος Σαβαώθ, του είπε, σε προστάζει : «Να πας στη Ρώμη, όπου βαπτίζεται αυτή την ώρα το παιδί ενός στρατιώτη. Ανάλαβέ το και φύλαγέ το. Κι εγώ θα τιμωρήσω τον κύριο του δούλου αυτού και θα τον μάθω να μην οργίζεται ούτε να χτυπά τους δούλους του ή να τους αφήνει να λιμοκτονούν».
Αυτά είπε ο άγγελος εκ μέρους του Θεού και ανέβηκε στον ουρανό, ενώ ο πρώτος κίνησε για τη Ρώμη κατά τη θεία προσταγή.
Ύστερα από λίγο βλέπει ο όσιος να κατεβαίνει ένας άλλος άγγελος. Κρατούσε μια φοβερή ρομφαία! Κάποιος ψυχομαχούσε εκείνη την ώρα και υπέφερε τρομερά. Ήταν τοκογλύφος και άσπλαχνος.
Ήρθε λοιπόν ο άγγελος του πυρός και στάθηκε στο κρεβάτι του ατενίζοντας προς τον ουρανό, σαν κάτι να περίμενε. Πράγματι ακούσθηκε μια φωνή:
-Πάταξε γρήγορα τον αντίχριστο και κόψε σκληρά την άσωτη ψυχή από τον δεσμό του σώματος! Ποτέ δεν έκανε το θέλημά μου αυτός ο αλητήριος, όσο ζούσε. Χτύπα τον για να μην ξαναπνίξη τους φτωχούς τοκίζοντας το χρυσάφι του.
Μόλις άκουσε τη φωνή ο τιμωρός άγγελος, έπληξε κατάκαρδα τον τοκογλύφο, που αμέσως ξεψύχησε τρίζοντας τα δόντια και βογγώντας μέσα απ’ τα βάθη της ψυχής του.
Ο όσιος Νήφων δοκίμασε απέραντη θλίψη για το κατάντημα των αμαρτωλών. Θαύμασε όμως και τη δίκαιη κρίσι του Θεού.
(Ένας ασκητής επίσκοπος)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σελ. 25-30)
Κίνδυνοι και δοκιμασίες.
Ο Αρσένιος πέρασε τα νεανικά του χρονιά με αμεριμνησία και αγώνες ασκητικούς. Έπειτα ήρθαν τα δύσκολα χρόνια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, της Κατοχής και του ανταρτοπολέμου. Τότε πέρασε πολλές δυσκολίες και κινδύνους.
Στα χρόνια της Κατοχής πολλοί φτωχοί πήγαιναν στην μητέρα του για να ανταλλάξουν πολύτιμα πράγματα με δυο χούφτες αλεύρι. Εκείνη τους έδινε αλεύρι και ψωμί αλλά δεν έπαιρνε ούτε χρήματα ούτε τα οικογενειακά τους κειμήλια. Ζύμωνε συχνά. Το ψωμί τελείωνε γρήγορα γιατί μοίραζε πολλά ψωμιά στους πεινασμένους. Ο αδελφός του Ραφαήλ έδινε καλαμπόκι, χωρίς να παίρνη χρήματα, ή το αντάλλασσε με λάδι που το έδινε στην Εκκλησία. Ο Γέροντας λυπόταν αργότερα, γιατί λόγω της ηλικίας του δεν μπορούσε να βοηθήση περισσότερο, όπως θα ήθελε, τους ανθρώπους στα δύσκολα χρόνια της κατοχικής πείνας.
Στον ανταρτοπόλεμο τον συνέλαβαν οι κομμουνιστές αιχμάλωτο και τον φυλάκισαν. Κακοπάθησε όσο διάστημα έμεινε στην φυλακή και υπέφερε από τις ψείρες και το πολύ στρύμωγμα. Σε ένα μικρό δωμάτιο έβαλαν πολλούς. Όταν ξάπλωναν, ο τελευταίος έμπαινε σαν σφήνα ανάμεσά τους.
Δοκιμάστηκε και ηθικώς, γιατί τον έκλεισαν σε ένα δωμάτιο μόνο του και ύστερα έβαλαν δύο αντάρτισσες σχεδόν γυμνές. Προσευχήθηκε έντονα επικαλούμενος την Παναγία και αμέσως ένιωσε «δύναμιν εξ ύψους», που τον ενίσχυσε και τις έβλεπε με απάθεια σαν αδελφές του, όπως ο Αδάμ την Εύα στον παράδεισο.
Τις μίλησε με τρόπο καλό. Εκείνες ήρθαν σε συναίσθηση, ντράπηκαν και έφυγαν κλαίγοντας.
Στην ανάκριση τον ρώτησε ο ανακριτής:
—Γιατί σε πιάσανε;
—Επειδή ο αδελφός μου είναι στον Ζέρβα, απάντησε.
—Και γιατί είναι στον Ζέρβα;
—Ο αδελφός μου είναι πιο μεγάλος ή εγώ; Μπορώ εγώ να κάνω κουμάντο στον αδελφό μου;
Αφού εκτίμησαν την ειλικρίνεια του και το θάρρος του τον άφησαν ελεύθερο.
Άλλοτε έδωσε ψωμί σε αντάρτες πεινασμένους και ταλαιπωρημένους, γνωρίζοντας ότι κυνηγούσαν να σκοτώσουν τον αδελφό του. Εκείνοι τον θεώρησαν ύποπτο, μη μπορώντας να καταλάβουν την ανιδιοτελή αγάπη του, και κινδύνευσε να δικασθή. Ακόμη τους προστάτευσε από την εκδικητικότητα αυτών που έχασαν συγγενείς στον πόλεμο.
Μερικά περιστατικά δείχνουν τις αλλεπάλληλες δοκιμασίες και τους κινδύνους που πέρασε. Το πατρικό του σπίτι για μερικούς μήνες το είχαν για καταυλισμό οκτώ αντάρτες και ο Αρσένιος κρυβόταν για δυο μήνες σε τουρκικό σπίτι. Άλλοτε σε περίοδο χειμώνος με χιόνια κρυβόταν στην ύπαιθρο. Κάποτε οι αντάρτες τον πήραν αγγαρεία μέχρι την Μακεδονία.
Άλλους δυο μήνες έμενε με την αδελφή του Χριστίνα στα Γιάννενα. Τότε τους επισκέφθηκε κάποιος φίλος του που είχε γίνει Ευαγγελικός. Άφησε μια βαλίτσα με βιβλία αιρετικά. Όταν τα είδε ο Αρσένιος, είπε στην αδελφή του να τα κάψη διότι έχουν πολύ δηλητήριο.
Στην μάχη της Κόνιτσας βοηθούσε ως εθελοντής στην περιποίηση των τραυματιών και στην ταφή των νεκρών.
(Βίος Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, ιερομ. Ισαάκ, σελ. 58-60).
688.Ερώτηση.
Αν μου εμπιστευθεί κάποιος κάτι δίνοντας εντολή να μη το πώ σε κανέναν, και κάποιος άλλος με ορκίζει να του το πώ, τι να κάνω; Διότι, αν το πώ, θα λυπήσω εκείνον που μου το εμπιστεύθηκε, αν δεν το πώ, θα λυπήσω αυτόν που με ερώτησε, και πάλι φοβάμαι τον όρκο.
Απόκριση
Αυτός που σε ορκίζει, αυτός θα βαστάξει την αμαρτία. Δεν πρέπει λοιπόν με την πρόφαση του όρκου να φανερώσεις το μυστικό του αδελφού. Πες του: ‘Αν εσύ μου έλεγες ένα λόγο, θα ευχαριστιόσουν να τον αποκαλύψω σε άλλον; Αν λοιπόν εσύ δεν θα ευχαριστιόσουν, ούτε να με ερωτήσεις για να σου πώ τα πράγματα του αδελφού, διότι έχει ειπωθεί, «αυτό που απεύχεσαι να γίνει σε σένα, να μη το κάνεις στον πλησίον σου» και πάλι, «ό,τι θέλετε να κάνουν σε σας οι άνθρωποι, και εσείς να κάνετε το ίδιο σ’ αυτούς»’.
(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Γ, σελ.295)
Η καλή αρχή της οικογενειακής ζωής
-Γέροντα, κάποιος νέος που έχει αποφασίσει την έγγαμη ζωή με ρώτησε πώς θα ξεκινήση σωστά γι’ αυτήν.
-Κατ’ αρχάς να κοιτάξη να βρη μια καλή κοπέλα που να τον αναπαύη, γιατί καθένας αναπαύεται διαφορετικά και με άλλον άνθρωπο.
Να μην κοιτάξη να είναι πλούσια και όμορφη, αλλά προπάντων απλή και ταπεινή.
Πρέπει να δώση δηλαδή περισσότερη προσοχή στην εσωτερική ομορφιά και όχι στην εξωτερική.
Όταν η κοπέλα είναι θετικός άνθρωπος και προικισμένη με ανδρισμό, χωρίς να έχη περισσότερο από ό,τι χρειάζεται γυναικείο χαρακτήρα,
αυτό πολύ βοηθάει στο να βρίσκη ο άνδρας αμέσως κατανόηση και να μην πονοκεφαλιάζη.
Αν έχη και φόβο Θεού, έχη ταπείνωση, τότε μπορούν να πιασθούν χέρι-χέρι και να περάσουν το κακό ρεύμα του κόσμου.
Αν ο νέος σκέφτεται κάποια κοπέλα σοβαρά για σύζυγο, νομίζω, καλύτερα είναι πρώτα να το κάνη γνωστό με κάποιο συγγενικό του πρόσωπο
στους γονείς της και κατόπιν να το συζητήση και ο ίδιος μαζί τους και με την κοπέλα. Στην συνέχεια, αν δώσουν λόγο και κάνουν αρραβώνες
- καλό είναι ο αρραβώνας να μη διαρκή πολύ -, να προσπαθήση, στο διάστημα που θα μεσολαβήση μέχρι τον γάμο, να βλέπη την κοπέλα σαν αδελφή του και να την σέβεται.
Αν αγωνισθούν και οι δύο φιλότιμα να διατηρήσουν την παρθενία τους, τότε στο Μυστήριο του γάμου, όταν τους στεφανώση ο ιερέας,
θα λάβουν πλούσια την Χάρη του Θεού. Γιατί, όπως λέει ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τα στέφανα είναι σύμβολα της νίκης κατά της ηδονής.
Στην συνέχεια, όσο μπορούν να καλλιεργήσουν την αρετή της αγάπης, για να μένουν ενωμένοι πάντοτε οι δύο και να μένη μαζί τους και ο Τρίτος, ο Γλυκύτατος Χριστός μας.
Φυσικά στην αρχή, ώσπου να τακτοποιηθούν και να γνωρισθούν καλά, μπορεί να έχουν κάποιες δυσκολίες.
Έτσι συμβαίνει σε κάθε αρχή. Νά, προχθές είδα ένα πουλάκι. Μόλις είχε βγή να βρη την τροφή του και πετούσε ίσα με μια σπιθαμή πάνω από το έδαφος.
Δεν ήξερε το καημένο να πιάνη εύκολα τα ζωύφια και έκανε μια ώρα για να πιάση κανένα έντομο να φάη.
Καθώς το κοίταζα, συλλογιζόμουν πώς κάθε αρχή είναι δύσκολη. Ο φοιτητής, όταν πάρη το πτυχίο του και αρχίση να εργάζεται, στην αρχή δυσκολεύεται.
Ο δόκιμος στο μοναστήρι στην αρχή έχει και αυτός δυσκολίες. Ο νέος, όταν παντρευτή, πάλι στην αρχή συναντά δυσκολίες.
-Πειράζει, Γέροντα, αν η κοπέλα είναι μεγαλύτερη από τον άνδρα;
-Δεν υπάρχει κανόνας της Εκκλησίας που να λέη πώς, αν μια κοπέλα είναι δύο-τρία ή και πέντε χρόνια μεγαλύτερη από τον νέο,
δεν κάνει να παντρευτούν.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 37-38)
ιεραποστολική
Καθένας από εσάς για χάρι μου ας μεριμνήση ας ψάξη να τον βρη.
Ας ενδιαφερθή πολύ, ώστε στην επομένη σύναξι μας εδώ να συναντηθούμε με πολλή παρρησία,
προσφέροντας στο Θεό δώρα, που ασφαλώς είναι τιμιώτερα από όλα.
Κι αυτά είναι οι ψυχές των πλανεμένων αδελφών μας, που τις επιστρέψαμε.
Ε.Π.Ε, 34,222
μείζων
Τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο απ’ την αγάπη, ούτε ίσο με αυτήν.
Ε.Π.Ε. 37,152
και στους πλανεμένους (αιρετικούς)
Δεν αποστρέφομαι τον άνθρωπο, τον αιρετικό, αλλά την αίρεσι.
Την πλάνη μισώ και θέλω ν’ αποσπάσω τον άνθρωπο απ’ αυτήν.
Και ο γιατρός, προσπαθώντας να γιατρέψη τον ασθενή, δεν πολεμάει το σώμα, αλλ’ αφαιρεί τη νόσο του σώματος.
Και εγώ, λοιπόν, αν χτυπήσω τους αιρετικούς, δεν πολεμάω τους ανθρώπους αυτούς, αλλά την πλάνη τους
και θέλω να την ξερριζώσω και να καθαρίσω τη βρωμιά.
Δική μου συνήθεια είναι να διώκωμαι, όχι να διώκω, να με κυνηγάνε, όχι να κυνηγάω.
Ε.Π.Ε. 37,296
πέλαγος
Απ’ την αρχή μέχρι σήμερα δεν έπαυσες πεινασμένο να τρέφης το Χριστό.
Διψασμένο να Τον ποτίζης, γυμνό να Τον ντύνης, ξένο να Τον φιλοξενής,
άρρωστο να Τον περιποιήσαι, φυλακισμένο να Τον επισκέπτεσαι.
Σκέψου της αγάπης σου το πέλαγος.
Ε.Π.Ε. 37,414
Δεν μαραίνεται
Τέτοια είναι η φύσις της αληθινής αγάπης. Δεν μαραίνεται με το χρόνο, δεν μουτζουρώνεται με τις ποικίλες δυσκολίες.
Παραμένει ζωντανή για πάντα.
Ε.Π.Ε. 38,198
Παντοτινή
Η αγάπη ποτέ δεν σβήνει.
Κι αν περάση χρόνος πολύς, κι αν οι δυσκολίες αυξηθούν,
κι αν πολύ δρόμο έχουμε ακόμα να βαδίσουμε,
με κανένα εμπόδιο δεν διακόπτεται.
Δεν μπορεί να εξαλειφθή.
Όλο και περισσότερο ανθίζει και αποδίδει.
Ε.Π.Ε. 38,256
όχι αναγκαστικά
Η αγάπη δεν είναι υπόθεσις εξαναγκασμού, αλλά προαιρέσεως.
Ε.Π.Ε. 38,220
τα φτερά της
Τέτοια είναι τα φτερά της αγάπης. Διασχίζουν εύκολα το δρόμο και την απόστασι.
Ξεπερνούν δυσμενείς καταστάσεις.
Ε.Π.Ε. 38,252
με τίποτα δεν σβήνει
Η αγάπη ποτέ δεν χάνεται.
Κι αν χρόνος περάση πολύς, κι αν οι δυσκολίες αυξηθούν,
κι αν η απόστασις είναι μεγάλη,
με τίποτε δεν διακόπτεται ούτε ξεθωριάζει.
Αντίθετα ακμάζει περισσότερο κι αυξάνεται.
Ε.Π.Ε. 38,256
ανεξίτηλος
Τέτοια είναι η γνήσια αγάπη.
Δεν εξαλείφεται ούτε απ’ το χρόνο, ούτε απ’ τον τόπο,
ούτε απ’ την απόστασι του δρόμου,
ούτε απ’ τα ποικίλα γεγονότα.
Ε.Π.Ε. 38,274
τα μάτια της
Σας φαντάζομαι κάθε μέρα με τα μάτια της αγάπης και σας αγκαλιάζω
και δεν παύω να σας χειροκροτώ και να σας θαυμάζω.
Ε.Π.Ε. 38,296
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 54-56)
Δανιήλ
χαλιναγώγησε τα λιοντάρια
Ενώ ήταν κυκλωμένος ο Δανιήλ από τα λιοντάρια, βρισκόταν τόσο άνετα, σαν να δορυφορήται από πρόβατα. Διότι η αγιότητα του δικαίου χαλιναγωγούσε εκείνα τα θηρία και δεν άφηνε να φανή η αγριότητά τους... Το θέλημα του Κυρίου έκανε, ώστε τα δύσκολα να φαίνωνται στο Δανιήλ εύκολα. Αυτό συνήθως συμβαίνει με τους αγίους. Όταν κάτι υφίστανται για τη δόξα του Θεού, δεν προσέχουν στα φαινόμενα, αλλά λογίζονται τα νοούμενα και υπομένουν εύκολα τα πάντα.
Ε.Π.Ε. 3,82
τον σεβάστηκαν τα λιοντάρια
Περικυκλωμένος από λιοντάρια ο Δανιήλ ήταν σαν να τον περιστοίχιζαν πρόβατα, γι’ αυτό κανένα κακό δεν έπαθε. Και το ότι ήσαν θηρία, που απλώς δεν έδειχναν τη θηριωδία τους στο Δανιήλ, το κατάλαβαν από όσα ακολούθησαν εκείνοι, που είχαν φανή αγριώτεροι και από τα θηρία. Αυτοί, που είχαν τιμηθή από το Θεό με λογική, ξεπέρασαν σε σκληρότητα τα άλογα ζώα. Τον μεν δίκαιο και άγιο τα θηρία τον σεβάστηκαν και δεν τόλμησαν ν’ αγγίξουν το σώμα του. Αυτοί όμως του συμπεριφέρθηκαν πολύ χειρότερα από τα θηρία. Και για να μη θεωρήσουν φανταστικά τα πράγματα, κατάλαβαν με τα όσα συνέβησαν μετά μ’ αυτούς που έρριξαν στο λάκκο. Τα λιοντάρια μπροστά στον άγιο έδειξαν ημερότητα προβάτων, μπροστά όμως σ’ αυτούς έβγαλαν όλη την αγριότητά τους.
Ε.Π.Ε. 4,464
μας διδάσκουν
Τα θηρία ξέρουν να σέβωνται τους φίλους του Θεού. Και όταν ακόμα τα θερίζη η πείνα, γίνονται σεβαστικά. Ας νοιώσουν ντροπή όλοι οι κοιλιόδουλοι, σαν βλέπουν την εγκράτεια των θηρίων. Λιοντάρια είδαν τον Δανιήλ και έδειξαν εγκράτεια. Εμείς βλέπουμε τον Υιό του Θεού να έρχεται σε μας, και δεν σεβόμαστε. Τα λιοντάρια προτίμησαν να πεθάνουν από την πείνα, παρά να αγγίξουν το σώμα του αγίου. Εμείς βλέπουμε γυμνό το Χριστό, να περιφέρεται απ’ εδώ και απ’ εκεί και να λιώνη από την πείνα, και δεν του προσφέρουμε ούτε τα περιττά. Ζούμε πλουσιοπάροχα και περιφρονούμε τους αγίους, τους αδελφούς μας που πεινάνε.
Ε.Π.Ε. 5,552
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 18-20 )
378- ΑΞΙΟΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ. Εδώ το κλίμα είναι πολύ ανθυγιεινό και δεν μπορεί κανείς να μείνη για πολύ καιρό, έλεγε ένας ιθαγενής σε ένα ιεραπόστολο. Έπειτα από δυο χρόνια θ’ αναγκασθήτε να επιστρέψετε στη Γαλλία.
-Κύριε, του απάντησε ο ιεραπόστολος, δεν ερχόμαστε εδώ για να καλοπεράσουμε κι έπειτα να επιστρέψουμε στην Πατρίδα μας, αλλά για να εργασθούμε και να πεθάνουμε.
382- ΤΟ ΘΥΜΑ. Όταν τον Ιούλιο του 1914 οι Γερμανοί κατέλαβαν το Βέλγιο, κατά την είσοδό των στο χωριό Πυζαί, κάποιος από ένα παράθυρο πυροβόλησε κατά του αξιωματικού που προπορευόταν και τον εφόνευσε.
Τότε οι Γερμανοί περικύκλωσαν το χωριό και συγκέντρωσαν όλους τους άνδρες από 15 ετών και άνω, μαζί με τον γέροντα εφημέριο.
-Ένας από σας σκότωσε τον αξιωματικό. Ή ο φονηάς να παραδοθή ή θα διατάξω να σας αποδεκατίσουν, διέταξε ο αξιωματικός.
Όλοι σώπασαν.
Μια άγρια σφαγή άρχισε τότε. Ξαφνικά, μια φωνή υψώθηκε:
-Εγώ εσκότωσα τον αξιωματικό. Εγώ είμαι ο ένοχος.
Ήταν ο εφημέριος, που πρόσφερε τη ζωή του για να σώση το ποίμνιό του.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 169-171)
(Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξομολογείται...).
Δεν τα λέω διαφορετικά, αλλά όπως είμαι και αισθάνομαι. Δεν νομίζω ότι είναι πολλοί ανάμεσα στους ιερείς εκείνοι που σώζονται, αλλά πολλοί περισσότεροι είναι εκείνοι που χάνονται, και το αίτιο είναι ότι το λειτούργημα αυτό χρειάζεται γενναία ψυχή. Διότι έχει πολλές ανάγκες που τον αναγκάζουν να βγει από τον γνωστό χαρακτήρα του, και χρειάζεται από παντού μύρια μάτια…
Δεν θέλουμε να είμαστε εμείς μεν αξιόλογοι ενώ εσείς άσημοι. Θα ήθελα αν ήταν δυνατόν να σας φανερώσω αυτή την αγάπη που έχω για σας. Διότι κανένας δεν θα μπορούσε να με κατηγορήσει στο εξής για τίποτα αν ο λόγος μου ήταν πάρα πολύ σκληρός…
Τίποτα δεν είναι πιο αγαπητός σε μένα από εσάς, ούτε ακόμα και αυτό το φως. Διότι μύριες φορές θα ευχόμουν εγώ ο ίδιος να υποστώ οποιαδήποτε αναπηρία, αν βέβαια με αυτήν θα κατόρθωνα να επιστρέψω τις ψυχές σας. Διότι ποιο είναι για μένα το όφελος των ηλιακών ακτίνων, όταν η λύπη μου για σας διασκορπίζει το σκοτάδι των ματιών; Διότι το φως είναι καλό τότε, όταν φαίνεται με χαρά· διότι στη λυπημένη ψυχή θεωρείται ότι είναι ενοχλητικό. Ότι όμως δεν ψεύδομαι εύχομαι ποτέ μεν να μην αποκτήσετε πείρα. Πλην όμως, αν ποτέ συμβεί κάποιος από σας να αμαρτάνει, αποδείξτε μου ότι αδιαφορώ. Μακάρι να χαθώ αν δεν μοιάζω με τους παράλυτους, αν δεν μοιάζω με τους τρελούς, και σύμφωνα με τον προφητικό λόγο, «και το φως των ματιών μου και αυτό δεν είναι μαζί μου». Διότι ποια ελπίδα υπάρχει για μας, όταν εσείς δεν προοδεύετε; ποια επίσης λύπη, όταν εσείς προκόβετε; Νομίζω ότι πετάω, όταν ακούσω κάτι καλό για σας. «Κάντε μου τη χαρά πλήρη». Τόσο μόνο πρόσφερα στην προσευχή, ότι επιθυμώ την προκοπή σας. Εκείνο λοιπόν για το οποίο αγωνίζομαι για όλους σας, είναι αυτό, ότι σας αγαπώ, ότι έχω συνδεθεί μαζί σας, ότι τα πάντα για μένα είστε εσείς, και πατέρας και μητέρα και αδέλφια και παιδιά.
Μη λοιπόν νομίσετε, ότι κάτι από τα λεγόμενά μου λέγεται από απέχθεια, αλλά για διόρθωση. Διότι λέει, «αδελφός βοηθούμενος από αδελφό, είναι σαν πόλη οχυρωμένη». Μη λοιπόν απαξιώσετε να ακούσετε τα λόγια μου, διότι ούτε εγώ περιφρονώ τον δικό σας λόγο, αλλά θα ήθελα να διορθώνομαι από εσάς, θα ήθελα να διδάσκομαι από εσάς, διότι όλοι εμείς είμαστε αδέλφια….
… Τι να κάνω; Να, καθημερινά σκάζω να φωνάζω,,, Αμέτρητες συμβουλές δίνω και κανένας δεν ακούει. Αλλά δεν μιλάω τη νύχτα; Θα ήθελα και τη νύχτα να το κάνω αυτό, και στις ώρες του φαγητού σας, και, αν ήταν βέβαια δυνατόν, αφού γινόμουν αμέτρητα κομμάτια να ερχόμουν κοντά σας και να σας μιλούσα… Να, με τη χάρη του Θεού και εγώ έχω πια τριετία, που δεν παρακαλάω βέβαια νύχτα και ημέρα, αλλά το κάνω αυτό πολλές φορές τρεις ημέρες και όχι εφτά. Τι επιπλέον συνέβηκε; Κατηγορώ, μαλώνω, δακρύζω, υποφέρω, αν και όχι φανερά άλλα μέσα στην καρδιά μου… Εάν κάποιος δεν με κατέκρινε για περιττή φιλοδοξία, θα μπορούσες να δεις καθημερινά να χύνω πήγες από δάκρυα· αλλά αυτές τις πηγές των δακρύων μου, τις γνωρίζει το σπιτάκι μου και η ερημιά.
Πράγματι πιστέψτε με, για μεν τη δική μου σωτηρία έχασα κάθε ελπίδα, θρηνώντας όμως τα δικά σας, δεν μου μένει ευκαιρία να πενθώ για τα δικά μου αμαρτήματα· τόσο πολύ είστε εσείς το παν για μένα. Και αν αντιληφθώ να προκόβετε εσείς στην αρετή, δεν αισθάνομαι, εξαιτίας της μεγάλης χαράς, τα δικά μου αμαρτήματα· αν πάλι δω να μην προκόβετε, τότε πάλι, λόγω της μεγάλης μου λύπης, παραβλέπω τα δικά μου, και νιώθω μεν μεγάλη χαρά για τα δικά σας αγαθά, και αν ακόμα είναι αμέτρητα τα κακά που με πιέζουν, κυριεύομαι πάλι από υπερβολική λύπη για τα δικά σας λυπηρά και αν ακόμα είναι αμέτρητα τα κατορθώματά μου. Διότι ποια ελπίδα υπάρχει για τον δάσκαλο, όταν το ποίμνιο είναι διεφθαρμένο; ποια ζωή; ποια προσδοκία; με ποιο θάρρος θα σταθεί μπροστά στο Θεό; τι θα πει…
Και αν δώσω λόγο και αν δεν δώσω, δεν έχω να ωφεληθώ σε τίποτα. Μακάρι να συμβεί να σωθείτε εσείς και να δώσω εγώ λόγο για εσάς! να σωθείτε εσείς, και εγώ να κατηγορηθώ ότι δεν έκανα εκείνο που εξαρτιόταν από μένα! διότι δεν φροντίζω για να σωθείτε εσείς με τη δική μου προσπάθεια, αλλά το να σωθείτε μόνο μέσω οποιουδήποτε. Δεν γνωρίζετε την τυραννική εξουσία των πνευματικών πόνων, πώς άπειρες φορές θα προτιμούσε να κατακομματιαστεί εκείνος που υποφέρει από αυτόν τον υπερβολικό πόνο του τοκετού, παρά να δει έναν από εκείνους που γεννήθηκαν να χάνεται και να καταστρέφεται; Από πού να σας πείσουμε; …
Μπορώ και εγώ να λέω ότι δεν παρέλειψα τίποτα· αλλά όμως πονάω αφάνταστα· και το ότι πονάω γίνεται φανερό από ότι αμέτρητα μέσα επινοώ και μηχανεύομαι. Αν και βέβαια θα μπορούσα να πω προς εσάς: Τι με ενδιαφέρει; Εγώ έκανα ό,τι εξαρτιόταν από μένα, εγώ είμαι καθαρός από το αίμα σας. Όμως δεν είναι αρκετό αυτό για παρηγοριά. Εάν δηλαδή ήταν δυνατό να σχίσω την καρδιά μου και να σας την δείξω, θα μπορούσατε να δείτε ότι υπάρχετε όλοι σας μέσα σε αυτήν με μεγάλη ευρυχωρία, και γυναίκες και παιδιά και άνδρες· διότι τέτοια είναι η δύναμη της αγάπης· κάνει την ψυχή πιο ευρύχωρη από τον ουρανό… Επιθυμώ υπερβολικά όχι μόνο το Ευαγγέλιο να σας δώσω, αλλά και την ψυχή μου. Αγαπιέμαι και αγαπώ, αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Ας αγαπήσουμε λοιπόν πρώτα το Χριστό!
(αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλίες Γ και ΜΔ εις τας Πράξεις, αποσπάσματα, ΕΠΕ τόμος 15, σελ. 109-119 & τόμος 16Α, σελ.613-
Όταν πήρα την απόφαση να οδηγηθώ στο Χριστό και στην Εκκλησία Του ήταν γιατί ένιωθα ότι η ψυχή μου νοσούσε τόσο πολύ που είχα φτάσει στο σημείο μηδέν! Αν δε γινόταν κάτι δραστικό είτε θα τρελαινόμουν είτε θα έκανα ανεπανόρθωτο κακό στον εαυτό μου ή στους άλλους… χρόνια τη σκεφτόμουν αυτή τη στιγμή και αυτή τη λύση, το Χριστό, αλλά όλο με νικούσαν οι κακοί λογισμοί και το ανέβαλλα… ακόμα και την τελευταία στιγμή, ενώ περίμενα να έρθει η σειρά μου να εξομολογηθώ μου ήρθε ο λογισμός ‘ τί δουλειά έχεις εσύ με τους παπάδες; γιατί δεν πας σε έναν ψυχίατρο;’ Πριν προλάβω όμως να επεξεργαστώ αυτό το λογισμό, σήκωσα το κεφάλι μου και το βλέμμα μου καρφώθηκε σε μια εικόνα του ναού απέναντι μου … ‘ ο Ψυχοσώστης’! Ήταν τόσο γλυκός ο Χριστός! Δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω Του! Και είπα ‘ εδώ θα μείνω! Αυτός μου έφτιαξε την ψυχή, Αυτός θα μου τη σώσει… μόνο Αυτός!’ Κι όταν εξομολογήθηκα, τόσο πολύ αγάπησα και τον πνευματικό μου! Κι όταν γονάτισα, εμένα που ως τότε κανείς δε με συγχωρούσε, όλοι μόλις ξεσπούσα εξαφανίζονταν, κανείς δεν έμπαινε στον κόπο να με νιώσει λίγο πιο βαθιά, κανείς εκτός από τη γυναίκα μου, με άγγιξε η χάρη του Θεού και ένιωσα ότι ο Χριστός με συγχώρεσε! Πρώτη φορά ένιωσα την αληθινή Αγάπη και την αληθινή συγχώρεση!
Από τότε έγινα σκλάβος της Αγάπης του Χριστού, γιατί ήμουν νεκρός και αναστήθηκα, τυφλός και είδα, σκλαβωμένος και ελευθερώθηκα! Και είπα ‘ όλη μου τη ζωή θα είμαι ευγνώμων σε Σένα Χριστέ μου! Τί άλλο να ζητήσω; Πρέπει να ζω για να ξεχρεώσω όλα αυτά που μου χάρισες!’ Ήρθε ο Χριστός στην καρδιά μου και ξέχασα την αρρώστια μου γιατί με δέχτηκε όπως ήμουν! Ζούσα για να Τον αγαπώ και αυτή η Αγάπη, η δική Του Αγάπη με θεράπευε οντολογικά χωρίς να το καταλαβαίνω! Κι όταν η Χάρη Του έφυγε, μπορεί να επέστρεψαν τα πάθη, οι ασθένειες, οι πτώσεις, λύγισα, έκανα και κάνω τεράστια λάθη αλλά όπως πριν δεν ήμουν! Γιατί πλέον είχα γνωρίσει το Χριστό!
Η πικρή αλήθεια είναι ότι όχι μόνο δεν έχω ξεχρεώσει αυτά που έκανε για μένα, αλλά έχω χρεωθεί και άλλες άπειρες ευεργεσίες! Ο Κύριος δε μου ζητάει ανταλλάγματα, παρά μόνο την καρδιά μου. Όμως είναι άδικο προς Αυτόν να μην κάνω τίποτα! Παρόλ’ αυτά όμως το νιώθω πως είναι μαζί μου και σιγά σιγά θεραπεύομαι και γίνομαι… κάθε μέρα που βλέπω την εικόνα του Ψυχοσώστη είναι για μένα η πρώτη μέρα με το Χριστό, η μέρα της μετανοίας μου, η έναρξη της θεραπείας μου! Δεν υπάρχει καλύτερος γιατρός από Αυτόν! Και άμισθος βέβαια! Ο Χριστός μας έκανε και συνεχίζει να κάνει τα πάντα για τη θεραπεία και τη σωτηρία της ψυχής μου και του σώματος! Και αν η θεραπεία αποτύχει θα φταίω αποκλειστικά εγώ!
Η θεραπεία μου είναι να είμαι μαζί Του! Δε σκέφτομαι αν θα πάω στον παράδεισο ή στην κόλαση! Σκέφτομαι μόνο να είμαι μαζί Του! Την κόλαση την έζησα πριν Τον γνωρίσω! Τώρα που Τον γνώρισα, αν κρίνει Εκείνος να ξαναζήσω μόνιμα εκεί δίκιο θα έχει! Η διαφορά όμως είναι ότι τώρα και στην κόλαση θα Τον δοξολογώ και θα Του είμαι ευγνώμων και θα έχω την ελπίδα ότι που και που θα έρχεται για λίγο να με βλέπει και αυτό θα είναι μεγάλη παρηγοριά! Γιατί Τον γνωρίζω τώρα πια ποιος είναι και πόσο με αγαπάει! Και ξέρω ότι αν δεν υπήρχε Αυτός, ο Ζωοδότης, να με αγγίξει και να με γιατρέψει, θα ήμουν το πιο δυστυχισμένο πλάσμα πάνω στη γη! (Κ.Δ.Κ.)