ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.


Υπόμνημα εις τας Πράξεις των Αποστόλων, Π.Ν.Τρεμπέλα εκδόσεις «ο Σωτήρ»,1991, σελ. 74-87, μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)

Πραξ. 2,1 Καὶ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι(1) τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς(2) ἦσαν ἅπαντες(3) ὁμοθυμαδὸν(4) ἐπὶ τὸ αὐτό.
1 Όταν έφτασε η ημέρα της Πεντηκοστής, ήταν όλοι μαζί συγκεντρωμένοι με ομοψυχία στο ίδιο μέρος (μετάφραση Βιβλικής Εταιρίας).
(1)   Συμπληρώνω=γεμίζω ολοκληρωτικά. Η λέξη έχει κυριολεκτική σημασία στην περίπτωση πλοίου που κατακλύστηκε από τα κύματα ή του οποίου το πλήρωμα επιβιβάστηκε πλήρως (Jacquier, στο εξής j).
«Όταν επρόκειτο να συμπληρωθεί, δηλαδή όχι πριν την Πεντηκοστή αλλά κατά τη διάρκεια, κατά κάποιο τρόπο, της ημέρας της Πεντηκοστής» (Χρυσόστομος,στο εξης Χ).
Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, λίγο πριν την ημέρα της Πεντηκοστής (δες Λουκ. θ 51,Πράξ. ιγ 25) όχι την ίδια την ημέρα (Blass, στο εξής β).
Ή, πιθανότερο, ο Λουκάς αναφέρεται στον ιουδαϊκό τρόπο υπολογισμού και καθορισμού της ημέρας. Η ημέρα δηλαδή άρχιζε από τη δύση του ηλίου έτσι ώστε, το πρωί δεν είχε ακόμη συμπληρωθεί, αλλά έτεινε να συμπληρωθεί. Θα μπορούσαμε λοιπόν να μεταφράσουμε: Όταν επρόκειτο να συμπληρωθεί εξ’ ολοκλήρου η ημέρα της Πεντηκοστής (j).
(2)   Μία από τις 3 μεγάλες ετήσιες εορτές των Ιουδαίων. Γιορτή ευχαριστίας για τον θερισμό, για αυτό και ονομαζόταν γιορτή θερισμού (Εξ. κγ 16) και ημέρα των νέων (Αρ. κη 26) δηλαδή των απαρχών.
«Όταν το δρεπάνι έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για την συγκομιδή από το θερισμό· όταν έπρεπε να συναθροίζονται οι καρποί. Είδες τον τύπο; Βλέπε πάλι την αλήθεια. Όταν έπρεπε να επιβάλλει το δρεπάνι του λόγου, όταν έπρεπε να συλλέγει τους καρπούς, τότε το Πνεύμα, σαν δρεπάνι κοφτερό, πετά πάνω σε αυτούς. Διότι άκου το Χριστό που λέει «Υψώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια, ότι είναι λευκά, έτοιμα για θερισμό»» (Χ).
Ο όρος Πεντηκοστή βρίσκεται μόνο στο Τωβ. β 1 και Μακ. ιβ 32, και στον Ιώσηπο (Ιουδ. Πολ. ΙΙ 3,1 και Ιουδ. Αρχ. ΙΙΙ 10,6). Ονομαζόταν επίσης η Πεντηκοστή γιορτή των εβδομάδων (Εξ. λδ 22), διότι είχε οριστεί να διεξάγεται μετά από 7 εβδομάδες από τη δεύτερη ημέρα του Πάσχα (Λευϊτ. κγ 15,16,Δευτ. ιστ 9,10). Εφόσον λοιπόν αποσκοπούσε στην έκφραση ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας προς την θεία αγαθότητα για την από αυτήν παροχή του θερισμού, προσφέρονταν εκτός από τα ολοκαυτώματα (θυσίες ζώων) και τις θυσίες για αμαρτίες και δύο άρτοι κατασκευασμένοι από νέο αλεύρι (Λευϊτ. κγ 17-19, Αρ. κη 26-31)(Ripley, στο εξής R). Αξιοσημείωτη η παρατήρηση: «Προσφερόταν στο Θεό η απαρχή των νέων καρπών και δεμάτια νέων στάχυων. Ήταν όμως εκείνο, σύμβολο αυτής της γιορτής (της δικής μας). Επειδή δηλαδή την ημέρα της Πεντηκοστής μαζευόταν το δεμάτι των νέων καρπών και συγκεντρώνονταν οι διαιρεμένοι καρποί ώστε να φαίνονται ένα, επρόκειτο όμως κατά την ημέρα αυτή, να συγκεντρωθούν από κάθε έθνος της γης σε ένα δέμα ευσέβειας διάφορα έθνη και να προσφερθούν στο Θεό με τον αποστολικό λόγο, αυτό το προτύπωσε το δεμάτι των στάχυων· για να προτυπώσει τα δέματα των ψυχών, που πάρθηκαν από διάφορες μεν χώρες, αλλά προσφέρθηκαν στο Θεό σε μία απαρχή στάχυων» (Θεοφύλακτος, στο εξής Θφ).
Επίσης κατά την ημέρα της Πεντηκοστής τελούνταν και η ανάμνηση της χορήγησης του νόμου πάνω στο όρος Σινά και πιστευόταν γενικώς, ότι το γεγονός αυτό συνέπεσε με την πεντηκοστή ημέρα από την αναχώρηση από την Αίγυπτο (Εξ. ιθ 1,3,11). Εάν όμως ο νόμος του Μωϋσή δόθηκε οπωσδήποτε την πεντηκοστή ημέρα μετά την έξοδο από την Αίγυπτο, αποτελεί θαυμάσια σύμπτωση, ότι κατά την ίδια ημέρα σημειώθηκε και η έκχυση του αγίου Πνεύματος, η οποία με τόσο αξιοσημείωτο τρόπο επιβεβαίωσε και εγκαθίδρυσε το ευαγγέλιο, του οποίου τύπος με τόσο υπέροχο τρόπο υπήρξε το Μωσαϊκό σύστημα (R). Η Σιναϊτική Πεντηκοστή της Π.Δ. και η Ιεροσολυμητική Πεντηκοστή της Κ.Δ. συνέδεσαν με τον εαυτό τους τις δύο σαφέστερες φανερώσεις του Θεού, που υπερβαίνουν κάθε άλλη, δηλαδή αυτήν του νόμου και αυτήν του ευαγγελίου, την από το όρος και την από τους ουρανούς (Εβρ. ιβ 18-25)· αυτήν που συνοδεύτηκε από τρόμο και την γεμάτη με έλεος (Bengel,στο εξής b).
«Όπως ακριβώς δηλαδή ο Σωτήρας όταν επρόκειτο να επιτελέσει το άγιο πάθος, δεν δέχτηκε σε άλλο καιρό να παραδώσει τον εαυτό του στο πάθος, αλλά κατά την ώρα που θυσιαζόταν το πρόβατο, ώστε με αυτόν τον τρόπο να συνδέσει τον τύπο με την αλήθεια, έτσι και η επιφοίτηση του αγίου Πνεύματος δεν δέχτηκε να δοθεί σε άλλο καιρό, παρά στον καιρό που δόθηκε ο νόμος· για να δειχτεί ότι το Πνεύμα το Άγιο και τότε νομοθέτησε και τώρα νομοθετεί» (Σευηριανός, στο εξής Σ).
Ο σύγχρονος των αποστόλων Ιώσηπος μάς πληροφορεί, ότι στις ημέρες του πλήθος πολύ Ιουδαίων συνέρρεαν κατά την Πεντηκοστή στα Ιεροσόλυμα.
«Έπρεπε όταν ήταν γιορτή πάλι να γίνουν αυτά, έτσι ώστε αυτοί που ήταν παρόντες στο σταυρό του Χριστού, αυτοί να δουν και αυτά» (Χ). Ο Κύριος σταυρώθηκε κατά τη γιορτή του Πάσχα που προηγήθηκε, όταν αναρίθμητο πλήθος κατέκλυζε την πόλη, και υπέστη βαθύτατη ταπείνωση και εξευτελισμό. Τώρα αφού αναστήθηκε και αναλήφθηκε στα δεξιά του Πατέρα επιφύλαξε την αποστολή του Αγίου Πνεύματος κατά την μεγάλη αυτή γιορτή και με παρουσία πλήθους Ιουδαίων που μαζεύτηκαν από όλα τα πέρατα της γης φανέρωσε τη δύναμή του και τη δόξα του. Η συντομία του διαστήματος που παρεμβλήθηκε μεταξύ των δύο γιορτών, θα παρουσίαζε με ζωηρή αντίθεση την ατίμωση και τη δόξα του Ιησού (R). Όπως κατά το Πάσχα έτσι και κατά την Πεντηκοστή συνέρρεαν από όλα τα μέρη του κόσμου Ιουδαίοι της διασποράς και προσήλυτοι εθνικοί. Η φήμη λοιπόν της καθόδου του αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα αυτή, θα διαδιδόταν τάχιστα από αυτούς ανά την οικουμένη, αυτό όμως θα διευκόλυνε τη διάδοση του ευαγγελίου σε όλα τα έθνη (Henry).
Κατά τη χριστιανική παράδοση η Πεντηκοστή κατά το έτος εκείνο συνέπεσε ημέρα Κυριακή. Πράγματι εάν ο Ιησούς σταυρώθηκε στις 14 του μηνός Νισάν και η δεύτερη ημέρα του Πάσχα, από την οποία υπολογίζονταν οι 50 ημέρες ήταν η 16 Νισάν, η Πεντηκοστή συνέπιπτε με Κυριακή. Εάν όμως ο Ιησούς πέθανε στις 15 Νισάν η Πεντηκοστή συνέπιπτε με Δευτέρα (j). Έτσι όχι μόνο με την ανάσταση, αλλά και με την έκχυση του αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, η Κυριακή καθιερώθηκε ως το χριστιανικό σάββατο του νέου Ισραήλ της χάρης, κατά το οποίο καλείται αυτός με ευγνωμοσύνη και ευχαριστία να θυμάται τα δύο αυτά κεφαλαιώδη γεγονότα, με τα οποία η απολύτρωση και σωτηρία του ανθρωπίνου γένους έφθασαν σε αίσιο πέρας.
(3)   Δηλαδή οι 120 που αναφέρθηκαν ήδη στο α 15 (μπ). Οι 120 αυτοί ήταν οι αντιπρόσωποι της όλης καθολικής εκκλησίας ή καλύτερα ήταν σπερματικά και δυναμικά η όλη καθολική εκκλησία όλων των γενεών και όλων των αιώνων. Και εμείς λοιπόν είμαστε κληρονόμοι της Πεντηκοστής. Το άγιο Πνεύμα που κατέβηκε στο υπερώο, εξακολουθεί να κάθεται πάνω σε καθέναν χριστιανό οποιασδήποτε χριστιανικής γενιάς και έρχεται να γεμίσει το εσωτερικό του όπως και τότε του καθενός από τους πιστούς στο υπερώο. Το γέμισμα όμως αυτό γίνεται αναλόγως της πίστης του καθενός και της πρόθυμης διάθεσης να δεχτεί μέσα του το άγιο Πνεύμα. Εάν εξακολουθούμε να είμαστε σαρκικοί, ψυχροί, καρδιές υποδουλωμένες στην αμαρτία και απρόθυμες να ελευθερωθούμε από αυτήν, τότε όχι διότι ζούμε κάτω από την κατάρα του νόμου, όχι διότι ο Θεός κάνει διακρίσεις σε πρόσωπα για την παροχή του Πνεύματός του, όχι διότι το Πνεύμα δεν κατέβηκε από τον ουρανό, όχι διότι ο Χριστός ουδέποτε δοξάστηκε, αλλά διότι εμείς έχουμε κλειστό το εσωτερικό μας και εμποδίζουμε το Πνεύμα να μπει σε αυτό, αποξενωνόμαστε από τις δωρεές του και μόνοι μας αποκλείουμε τους εαυτούς μας από τις χάριτές του.
(4)   Υπήρξε ενότητα κοινωνίας, διανοιών και τόπου (b). Ομοθυμαδόν=με ομοψυχία (Hackett, στο εξής h). Αυθεντική γραφή ομού επί το αυτό. Έκφραση πλεοναστική. Το ένα από τα δύο αρκούσε εάν, το οποίο είναι και πιθανό, το «επί το αυτό» δεν σημαίνει μόνο τον τόπο, όπου ήταν μαζεμένοι (j). Υπάρχει και η γραφή του κώδικα του Βέζα· «εγένετο εν ταις ημέραις εκείναις του συμπληρούσθαι την ημέραν της Πεντηκοστής όντων αυτών πάντων ομού…». Είναι τώρα ενωμένοι με την αγάπη. Οι φιλονικίες που σημειώθηκαν μεταξύ τους σε προηγούμενο χρόνο για το ποιος είναι μεγαλύτερος, δεν ακούγονται πλέον, μάλιστα αφότου κατά την ημέρα της ανάστασης ο Κύριος φύσηξε σε αυτούς και είπε: Πάρτε Πνεύμα Άγιο. Όπως συμπεραίνουμε και από το α 14 προσεύχονταν όλοι μαζί και η στο ίδιο μέρος συγκέντρωσή τους, συνδυαζόμενη με την προσευχή συντελούσε στο να αγαπούν ολοένα θερμότερα ο ένας τον άλλον. Και αυτό προετοίμασε αυτούς στο να κατασκηνώσει το Άγιο Πνεύμα μέσα τους. Διότι το θείο αυτό και μακάριο Περιστέρι φεύγει μακριά από τους θορύβους και την ταραχή. Είναι Πνεύμα ειρήνης και εάν θέλουμε να επισκηνώσει και σε εμάς, ας προσπαθούμε να ενωνόμαστε μεταξύ μας με την ομόνοια και την αγάπη. Διότι όπου κατοικούν «αδελφοί στο ίδιο μέρος» «εκεί διέταξε ο Κύριος την ευλογία» (Ψαλμ. ρλβ 1,3).

Πραξ. 2,2 καὶ ἐγένετο ἄφνω(1) ἐκ τοῦ οὐρανοῦ(2) ἦχος(3) ὥσπερ(4) φερομένης(5) πνοῆς(6) βιαίας(7), καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον(8) οὗ ἦσαν καθήμενοι·
2 Ξαφνικά ήρθε από τον ουρανό μια βουή σαν να φυσούσε δυνατός άνεμος, και γέμισε όλο το σπίτι όπου έμεναν.
(1)   ἄφνω. Δες και Πράξ. ιστ 26,κη 6. Αττικής προέλευσης, στους Ο΄ και στην Κ.Δ. το συναντούμε μόνο στις Πράξεις (β). Έτσι πάλι θα αποκαλυφθεί, όταν έλθει για να κρίνει τον κόσμο (b). «Το αιφνίδιο τούς ξεσήκωσε» (Χ). Και «με το ξαφνικό τούς κατέπληξε περισσότερο… και έκανε ώστε να τρέξουν όλοι» (Οικουμένιος, στο εξής Ο). Έγινε αιφνίδια, όχι όπως ο άνεμος σηκώνεται βαθμιαία από ελαφρό φύσημα αρχικά που καταλήγει σε βίαιο. Αλλά απότομα και απροσδόκητα η βουή σαν άνεμος ορμητικός υπήρξε ισχυρή και βίαιη.
(2)   Από τις ανώτερες εκτάσεις του αέρα, από όπου προέρχονται οι άνεμοι και οι καταιγίδες (R). «Επειδή ανέβηκε ο άνθρωπος πάνω [στο πρόσωπο του Χριστού], και το Πνεύμα έρχεται από πάνω» (Χ). «Για να δείξει, ότι το έργο προερχόταν από αυτόν που αναλήφθηκε στους ουρανούς» (Ο).
Ήταν ήχος από τον ουρανό, «σαν φωνή βροντής» (Αποκ. στ 1). Για το Θεό είπε ο Δαβίδ ότι αυτός είναι «που βγάζει ανέμους από τους θησαυρούς του». Από το Θεό λοιπόν ήλθε και ο ήχος αυτός, όμοιος με φωνή κάποιου που φωνάζει: «Ετοιμάστε το δρόμο του Κυρίου». Ήταν ήχος όμοιος με βίαιη πνοή ανέμου, διότι και η οδός του Πνεύματος μοιάζει με την οδό του ανέμου, του οποίου το φύσημα ακούς, αλλά δεν ξέρεις από πού έρχεται και που πηγαίνει (Ιω. γ 8). Παρόλο όμως που όχι στο βίαιο αέρα και στο φύσημα του ισχυρού ανέμου, που διαλύει όρη και συντρίβει πέτρες, ήλθε η παρουσία του Κυρίου στον Ηλία, όμως αυτή προετοίμασε τον Ηλία στο να δεχτεί την αποκάλυψη του Θεού με «φωνή αύρας λεπτής» (Γ΄Βασ. ιθ 11,12).
(3)   Ελληνιστικό αντί για την αττική λέξη ηχή.
(4)   «Είναι καλό που παντού αναφέρεται το «σαν», για να μην νομίσεις τίποτα αισθητό για το Πνεύμα. Σαν φωτιά, λέει, και σαν άνεμος· δεν ήταν επομένως άνεμος, που απλώς διασκορπίζεται στον αέρα» (Χ).
«Κάτι όμοιο με άνεμο και φωτιά, που έμοιαζε δηλαδή με τα συνηθισμένα αυτά και γνωστά φυσικά φαινόμενα, αλλά δεν φανερώνεται με αυτό ότι τα φυσικά αυτά φαινόμενα δημιουργήθηκαν και τώρα» (Αυγουστίνος, στο εξής Αυ).
Πιθανώς δεν ήταν δυνατόν να βρεθεί λέξη που να εκφράζει με ακρίβεια τι πράγματι ακούστηκε· αυτό ήταν μάλλον βουή ανέμου παρά κάτι άλλο. Ήταν εξ’ ολοκλήρου υπερφυσικού χαρακτήρα (R).
(5)   =Κινούμαι, μαζί με την έννοια της ταχύτητας, της σφοδρότητας. Δες και Πράξ. κζ 15,17 (Grimm, στο εξής G).
(6)   Χρησιμοποιείται εδώ αντί για τη λέξη άνεμος, για να σημάνει το αποτέλεσμα που προκλήθηκε και όχι την αιτία που το προκάλεσε. Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι λέξεις πνοή και πνεύμα έχουν την ίδια ρίζα και την ίδια έννοια. Η πνοή αυτή ήταν το σύμβολο του Πνεύματος, το οποίο κατέβαινε στους συγκεντρωμένους μαθητές· στη βιβλική γλώσσα η ενέργεια του Πνεύματος εκπροσωπείται με την πνοή ή συμβολίζεται με τον άνεμο. Ιω. γ 8 (j). Αναμφίβολα ο ισχυρός αλλά αόρατος άνεμος φαινόταν τότε στα πρώτα χρόνια της εκκλησίας ως το καταλληλότερο σύμβολο της μυστηριώδους ενέργειας του θείου Πνεύματος. Δες Γ΄Βασ. ιθ 11, όπου «πνεύμα δυνατό που διαλύει βουνά, σεισμός και φωτιά» κατονομάζονται ως συνηθισμένα επακόλουθα της παρουσίας του Κυρίου (Δες και Ιωβ λη 1, Ψαλμ. ργ 3,Ιεζ. α 4)(Bartlet, στο εξής μπ).
(7)   «Αυτό θέλει να φανερώσει με το βίαιο άνεμο· για να δείξει δηλαδή, ότι… το έργο προερχόταν από τη θεϊκή δύναμη· όπως και στην Ερυθρά θάλασσα ο βίαιος άνεμος του νότου» (Ο).
Και «κάνει φανερό, ότι τίποτα δεν θα μπορέσει να τους αντισταθεί, αλλά θα διασκορπίσουν σαν το χώμα τους αντίθετους» (Χ).Τα σημάδια της έκχυσης του Αγίου Πνεύματος υπήρξαν διπλά: Για την ακοή βουή όμοια με αυτήν που παράγει βίαιος άνεμος, και για την όραση γλώσσες σαν φωτιάς (j).
«Η επιφοίτηση του Πνεύματος δεν έγινε χωρίς να υποπέσει στις αισθήσεις» αλλά «έγινε αισθητή, ώστε να καταστήσει το θαύμα αξιόπιστο. Διότι αν, παρόλο που έγινε και αυτό, συκοφαντούσαν το παράδοξο γεγονός ως μεθύσι, τι δεν θα έλεγαν, αν δεν γινόταν με αυτόν τον τρόπο;» (Ο).
(8)   «Ο άνεμος γέμισε όλο το σπίτι»(Ο) και «έγινε σαν κολυμβήθρα νερού» (Χ). «Διότι και είχε υποσχεθεί σε αυτούς, «θα βαπτιστείτε με Πνεύμα και φωτιά»· Και αυτό είναι τεκμήριο του πόσο άφθονο ήταν» (Ο). «Γέμιζε όλο το σπίτι, για να δειχτεί ότι η δωρεά δόθηκε όχι σε κάποιους μερικώς, αλλά σε όλο το πλήρωμα της εκκλησίας» (Σεύηρος Αντιοχείας,στο εξής Σβ). «Διότι το σπίτι ήταν σύμβολο του κόσμου».

Πραξ. 2,3 καὶ ὤφθησαν(1) αὐτοῖς(2) διαμεριζόμεναι(3) γλῶσσαι(4) ὡσεὶ(5) πυρός(6), ἐκάθισέ(7) τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον(8) αὐτῶν(9),
3 Επίσης τους παρουσιάστηκαν γλώσσες σαν φλόγες φωτιάς, που μοιράστηκαν και κάθισαν από μία στον καθένα απ’ αυτούς.
(1)   ὤφθησαν αὐτοῖς, κατά λέξη=υπήρξαν ορατές από αυτούς (j).
(2)   Μπορεί να αναφέρεται και στο ὤφθησαν και στο διαμεριζόμεναι (j).
(3)   Πολυάριθμοι ερμηνευτές σωστά πήραν το ρήμα ως μέσο=οι ίδιες μοίραζαν τους εαυτούς τους (F). Βλέπονταν οι γλώσσες να αποσπώνται και να κάθονται στον καθένα από αυτούς, το οποίο προϋποθέτει ότι στην αρχή ήταν ενωμένες σε μία δέσμη (j).
«Και σωστά είπε «να διαμοιράζονται». Διότι ήταν από μία ρίζα, για να μάθεις ότι είναι ενέργεια που στάλθηκε από τον Παράκλητο» (Χ). «Διαμοιράζονταν βεβαίως επειδή είναι διάφορα τα χαρίσματα» (Γρηγοριος Θεολόγος,στο εξής Γ).
«Πρόσεχε, σε παρακαλώ, τον τρόπο πώς έγινε· δεν φάνηκαν αμέσως γλώσσες, αλλά φωτιά πολλή και έπειτα σαν κατά κάποιο τρόπο να διαχωρίστηκε η φωτιά και διαμοιραζόταν σε γλώσσα. Ποιος μοίραζε; Ποιος μοιραζόταν; Δεν μοιραζόταν η φύση του Πνεύματος, αλλά το Πνεύμα ήταν αυτό που μοίραζε και αυτό που μοιραζόταν ήταν η δωρεά του Πνεύματος· διότι το Πνεύμα δεν διαιρείται, αλλά διαιρεί» (Σβ).
(4)   Είναι εικόνα των γλωσσών, με τις οποίες επρόκειτο να μιλήσουν (β). «Χρειαζόταν γλώσσα που θα διατράνωνε τα μεγαλεία του Θεού» (Ο). «Με γλώσσες για να δείξει την στενή σχέση με τον λόγο» (Γ). «Φάνηκαν γλώσσες φωτιάς, που φανέρωναν ότι τόση είναι η απόσταση της παλαιάς νομοθεσίας και της καινής, όση είναι η απόσταση του έναρθρου λόγου που εκφράζεται από τη γλώσσα και του ήχου των σαλπίγγων» (Σβ). Φάνηκαν γλώσσες, διότι από το Πνεύμα έχουμε το λόγο του Θεού και με το Πνεύμα ο Χριστός θα μιλούσε στον κόσμο και έδωσε το Πνεύμα στους μαθητές για να μεταδώσει σε αυτούς όχι μόνο την σωτηριώδη γνώση, αλλά και τη δύναμη να διακηρύξουν και να διαδώσουν στον κόσμο τη γνώση την οποία έλαβαν.
Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, μικρές φλόγες φωτιάς που είχαν σχήμα όμοιο με αυτό της γλώσσας. Στους Εβραίους η φράση «γλώσσα φωτιάς» χρησιμοποιούνταν για να δηλώσει την έννοια της φλόγας (R).
(5)   «Δεν είπε φωτιάς, αλλά σαν φωτιάς· διότι αυτό που φαινόταν δεν ήταν φωτιά, αλλά νομιζόταν φωτιά» (Σβ). Είχαν την φαινομενική όψη της φωτιάς, έμοιαζαν με φωτιά. Δεν ήταν λοιπόν πραγματικά φωτιά, αλλά είχαν το χρώμα και την εμφάνιση της φωτιάς· έλαμπαν σαν φωτιά (j).
(6)   «Με μορφή φωτιάς, διότι και το Πνεύμα είναι Θεός. Διότι πράγματι ο Θεός μας είναι φωτιά που κατακαίει. Και ώστε με αυτό να φανερώσει ότι έχει την ίδια φύση με τον Πατέρα, ο οποίος έγινε ορατός με αυτόν τον τρόπο στον Μωϋσή στη βάτο» (Ο). «Διότι σαν φωτιά φάνηκε και στη βάτο» (Χ).
«Διερωτώμαι όμως για ποιον από τους δύο λόγους οι γλώσσες ήταν πύρινες· ή για να φέρει την κάθαρση· (διότι ο λόγος μας γνωρίζει και φωτιά η οποία καθαρίζει…) ή λόγω της ουσίας· διότι ο Θεός μας είναι φωτιά και φωτιά που καίει την μοχθηρία» (Γ). «Όπως ακριβώς η φωτιά έχει φωτιστική και καυστική δύναμη, έτσι ο λόγος των αποστόλων και φώτιζε αυτούς που πίστευαν και κατάκαιγε όσους διαφωνούσαν» (Σβ). Η φωτιά δείχνει την παρουσία του Θεού και στους Ιουδαίους και στους Έλληνες και στους Ρωμαίους (β). Η φωτιά είναι το σύμβολο της παρουσίας και της δύναμης του Θεού (Εξοδ. γ 2,Μαλαχ. γ 2) και του Πνεύματος, το οποίο καθαρίζει και αγιάζει (Ιεζ. α 13,Ησ. δ 4,Μαλαχ. γ 2,3). Όπως το αναμμένο κάρβουνο είχε καθαρίσει τη γλώσσα του Ησαΐα (Ησ. στ 6), έτσι οι γλώσσες της φωτιάς επρόκειτο να καθαρίσουν και να αγιάσουν τους αποστόλους (j).
Το Άγιο Πνεύμα σαν άλλη φωτιά λιώνει και μαλακώνει τις σκληρές καρδιές αναμορφώνοντας αυτές, χωρίζει και κατακαίει τη σκουριά και ανάβει στο εσωτερικό των ανθρώπων ευσεβή και αφοσιωμένα συναισθήματα, μεταβάλλοντας τις ψυχές σε έμψυχο και λογικό θυσιαστήριο, όπου προσφέρονται οι πνευματικές και λογικές θυσίες. Για μεν τον άνεμο είπε ότι γέμισε το σπίτι. Η «φωτιά όμως δεν γέμισε το σπίτι για να μην καταπλήξει τελείως και κάνει να φύγουν αυτοί που έβλεπαν, οπότε δεν θα μπορούσαν να δώσουν καμία μαρτυρία για όσα θα γίνονταν ύστερα» (Ο).
«Δείχνει ότι το Πνεύμα φανερώθηκε με εκείνη τη φωτιά όπως άλλοτε με το περιστέρι. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε να ονομάσουμε το Πνεύμα Θεοπεριστερά ή Θεοπύρ, με τον ίδιο τρόπο που ονομάζουμε τον Υιό Θεάνθρωπο» (Αυ).
«Για αυτό πολύ καλά λέει «σαν φωτιά» και «σαν άνεμος», για να μην εννοήσεις κάτι αισθητό για το Πνεύμα. Δεν ήταν επομένως απλώς άνεμος ούτε φωτιά, αλλά το άγιο Πνεύμα αυτό που εμφανίστηκε εδώ» (Θεοφύλακτος, στο εξής Θφ).
(7)   «Δηλαδή παρέμεινε, επαναπαύτηκε· διότι το ότι «κάθισε», φανερώνει την σταθερότητα και το ότι παρέμεινε» (Χ). Και στην Π.Δ. μεν «η φωτιά τους συνόδευε πάντα σαν αστραπή· εδώ όμως οι γλώσσες της φωτιάς κάθισαν πάνω στους αποστόλους και αμέσως γέμισαν με το Άγιο Πνεύμα, πλημμυρίζοντας από τα θεία νερά· και είχαν τη φλόγα της χάρης να κάθεται μόνιμα και όχι να είναι παροδική» (Σβ). Το προφητικό χάρισμα στην Π.Δ. παρεχόταν σποραδικά και σε χρόνο περιορισμένο, ενώ στους μαθητές του Χριστού τα χαρίσματα του Πνεύματος θα έμεναν μόνιμα σε όλους. Σε ενικό αριθμό, πιθανώς για να σημάνει ότι μία μόνο γλώσσα κάθισε στον καθένα, και έτσι να μην υποθέσει κάποιος, ότι οι γλώσσες όλες κάθισαν αλληλοδιαδόχως πάνω στον καθένα (j).
(8)   «Κάθισε στο κεφάλι και από το κεφάλι γέμισε ο άνθρωπος όλος» (Θφ).
«Άραγε στους δώδεκα μόνο ήλθε και όχι και στους υπόλοιπους; Καθόλου· αλλά και στους εκατόν είκοσι. Διότι δεν θα παρουσίαζε άσκοπα την μαρτυρία του προφήτη ο Πέτρος λέγοντας, «Και θα συμβεί… θα εκχύσω από το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο»» (Χ).
(9)   «Όπως ακριβώς στην περίπτωση της φωτιάς, όσα λυχνάρια και αν ανάψει κάποιος, δεν ελαττώνει καθόλου τη φωτιά, έτσι και με τους αποστόλους συνέβαινε τότε· διότι πράγματι με τη φωτιά, δεν φανερωνόταν μόνο η αφθονία της χάρης, αλλά και ο καθένας έπαιρνε πηγή ολόκληρη Πνεύματος» (Χ).

Πραξ. 2,4 καὶ ἐπλήσθησαν(1) ἅπαντες(2) Πνεύματος(3) Ἁγίου, καὶ ἤρξαντο(4) λαλεῖν(5) ἑτέραις(6) γλώσσαις(7) καθὼς(8) τὸ Πνεῦμα(9) ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι(10).
4 Όλοι τότε πλημμύρισαν από Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Πνεύμα.
(1)   «Όχι απλώς πήραν τη χάρη του Πνεύματος, αλλά γέμισαν» (Χ). Το ρήμα φανερώνει άφθονη έκχυση του Αγίου Πνεύματος (Fillion, στο εξής F). Το Πνεύμα κατέβηκε με μέτρο μεγάλο και πρωτοφανές, σε τέτοιο που δεν είχε εκδηλωθεί κατά τα χρόνια της Π.Δ. Για αυτό νέα εποχή εγκαινιάστηκε στον κόσμο, κατά την οποία οι άνθρωποι μέσω του Πνεύματος επρόκειτο να ζήσουν έχοντας ουράνιο τρόπο ζωής και γινόμενοι μέτοχοι θείας ζωής. Για να κατανοηθεί αυτό, ας υποθέσουμε προς στιγμήν, ότι το Πνεύμα αποσύρεται από την εκκλησία. Τι θα συμβεί; Το σύνολο των πιστών της, θα επανερχόταν στην κατάσταση του αρχαίου κόσμου. Εντός ολίγου η ειδωλολατρία, η οποία και σήμερα κυριαρχεί στη ζωή πολλών από τους ονομαζόμενους χριστιανούς, θα κατέκλυζε και πάλι τον κόσμο και η ζωή της σάρκας θα βασίλευε παντού, χωρίς να υπάρχει η θεία ζύμη η οποία βαθμιαία αναπλάθει τον κόσμο, χωρίς να διαχύνεται το ιλαρό φως, που ολοένα αποδιώκει το σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου.
(2)   «Δεν θα έλεγε «όλοι», τη στιγμή που ήταν εκεί και οι απόστολοι, εάν δεν μετείχαν και οι άλλοι» (Χ).
(3)   Οι απόστολοι είχαν ήδη λάβει Άγιο Πνεύμα, όταν ο Ιησούς κατά την πρώτη προς αυτούς εμφάνιση μετά την Ανάσταση είπε σε αυτούς: Πάρτε Πνεύμα Άγιο. Μπορεί κάποιος λοιπόν να υποθέσει, ότι δεν πρόκειται εδώ για την δωρεά της συνηθισμένης χάρης, στην οποία ζει ο Χριστιανός δικαιωμένος, αλλά κατ’ αναλογία των Λουκ. α 41,67,Πράξ. δ 8,31,η 17-19,ι 44-47,ια 15,24,ιγ 9,ιθ 6, για έκτακτη δωρεά, ειδικό φωτισμό, θεία έμπνευση, όμοια με εκείνη, η οποία εμψύχωνε τους προφήτες. Δεν φαίνεται παρ’ όλα αυτά ότι πρέπει να περιορίσουμε την έννοια αυτής της φράσης. Πιο σωστό παρουσιάζεται να δεχτούμε, ότι οι μαθητές πήραν το πλήρωμα του Αγίου Πνεύματος, το οποίο συμφωνεί και με το «γέμισαν» (j).
Γέμισαν αφθονότερα και ισχυρότερα από όσο πριν. Γέμισαν με τις χάρες του Πνεύματος και βρίσκονταν περισσότερο από όσο πριν κάτω από την επίδραση της εξαγιαστικής ενέργειάς του. Γίνονταν τώρα αγιότεροι και πνευματικότεροι και περισσότερο αποσπασμένοι από τη ματαιότητα του παρόντος κόσμου και περισσότερο ουράνιοι άνθρωποι. Γέμισαν με τις ενισχύσεις και παρηγοριές του Πνεύματος αφθονότερα τώρα. Χαίρονταν περισσότερο από άλλοτε από αγάπη προς τον Χριστό και με ελπίδα του ουρανού και όλοι οι φόβοι τους και οι δισταγμοί τους και οι θλίψεις τους διασκορπίστηκαν τώρα. Γέμισαν και με τις εξαιρετικές χάρες και δωρεές του Πνεύματος, με δυνάμεις υπερφυσικές για επιτέλεση θαυμάτων, με τα οποία θα επιβεβαιωνόταν η αλήθεια του ευαγγελίου και θα επισφραγιζόταν το κήρυγμά τους.
(4)   Ευθύς αμέσως και πριν ακόμη συρρεύσει ο όχλος (j). Άρχισαν=Αυτό ήταν κάτι, το οποίο ουδέποτε άλλοτε στο παρελθόν είχε συμβεί (b). Τώρα για πρώτη φορά συνέβη.
(5)   Στην κυριολεξία=βγάζω άναρθρους φθόγγους, προκειμένου για ζώα, ή ήχους, προκειμένου για μουσικό όργανο. Έπειτα έχει και την έννοια του μιλάω (j).
(6)   Σε άλλες γλώσσες από εκείνες, στις οποίες είχαν συνηθίσει (R). Δηλαδή ξένες, αλλοδαπές (G). Οι άλλες γλώσσες σύμφωνα με το κείμενο πρέπει να θεωρηθούν, ως απολύτως τίποτα άλλο παρά γλώσσες διαφορετικές της μητρικής γλώσσας αυτών που μιλούσαν. Ήταν Γαλιλαίοι και μιλούσαν τώρα την Πάρθια, Μηδική, Περσική κλπ. Ξένες λοιπόν γλώσσες (Meyer).
(7)   Γλώσσα, δηλαδή ο λόγος, τον οποίο κάποιος λαός χρησιμοποιεί και διακρίνεται από τους άλλους λαούς (G). Οι μαθητές θα μιλούσαν λοιπόν γλώσσες άγνωστες, άλλες από τις δικές τους δηλαδή τις γλώσσες των λαών που αριθμούνται στο σ. 9 (j). Διάφορες εικασίες έγιναν ως προς το χάρισμα των γλωσσών, ιδιαίτερα από εκείνους τους συγγραφείς, οι οποίοι δεν θέλουν να αναγνωρίσουν αυτό ως υπερφυσικό χάρισμα του Αγίου Πνεύματος. Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι το να μιλούν άλλες γλώσσες ήταν μόνο προφορά άναρθρων φθόγγων και συνεπώς δεν έγινε χρήση κάποιας κατανοητής ανθρώπινης γλώσσας. Άλλοι υπέθεσαν ότι με τη φράση «άλλες γλώσσες» σημαίνεται η χρήση απαρχαιωμένων, ξένων ή ασυνήθιστων λέξεων. Άλλοι υπέθεσαν, ότι αυτοί που μιλούσαν, βρισκόμενοι σε κατάσταση έξαψης διάνοιας, συνένωναν εβραϊκούς τρόπους έκφρασης μαζί με ελληνικές ή λατινικές λέξεις· ή ότι μιλούσαν κάτω από την επίδραση έκτακτου ενθουσιασμού σε υψηλά ρητορικό ή ποιητικό ύφος με ασυνήθιστη θερμότητα και ευγλωττία.
Αν βάλουμε στην άκρη κάθε εικασία και εξετάσουμε το ζήτημα όπως αυτό παρουσιάζεται στη Γραφή, δεν μπορούμε να αμφιβάλλουμε, για το ότι οι ιεροί συγγραφείς θεωρούσαν την γλωσσολαλία ως υπερφυσική εκδήλωση και κατέτασσαν αυτήν ανάμεσα στα έκτακτα υπερφυσικά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Αυτό παρουσιάζεται προφανές τόσο από τις Πράξεις (β 4,ι 44-46,ιθ 6) όσο και από το ιδ κεφ. της Α΄Κορ. Ούτε είναι δυνατόν να διατυπώσουμε κάποια λογική αμφιβολία για το ότι αυτός που μιλούσε κάποια γλώσσα, μιλούσε πραγματική γλώσσα και ότι με το χάρισμα αυτό των γλωσσών γίνονταν ικανοί αυτοί που το είχαν να μεταδίδουν και στους άπιστους τη γνώση θρησκευτικών αληθειών και με πολλή συγκίνηση να ξεχύνουν προσευχές και ύμνους προς το Θεό. Δες Πράξ. β 8-11,Α΄Κορ. ιδ 2-4. Η πιο φυσική ερμηνεία οδηγεί στην εκδοχή, ότι το Πνεύμα το Άγιο υπερφυσικά χορηγούσε στους αποστόλους τη δύναμη να χρησιμοποιούν ξένες γλώσσες, τις οποίες ουδέποτε είχαν μάθει (R).
Η ποικιλία των γλωσσών που κατέπλησσε δεν ήταν στα αυτιά των ακροατών, αλλά στο στόμα αυτών που μιλούσαν (Πράξ. ι 46,ιθ 6,Μάρκ. ιστ 17,Α΄Κορ. ιβ 10). Η οικογένεια αυτή, η οποία δοξολογούσε το Θεό στις γλώσσες όλου του κόσμου, ήταν ισάξιος αντιπρόσωπος ολόκληρου του κόσμου, ο οποίος επρόκειτο να δοξολογεί το Θεό με τις γλώσσες των κατοίκων του (b).
«Στο θαύμα αυτό υπήρχε μέσα η υπόσχεση, ότι σε όλες τις γλώσσες ή σε όλα τα έθνη η εκκλησία των μετέπειτα χρόνων θα διακήρυττε πιστά τη διδασκαλία του Πνεύματος όπως και αυτήν του Πατέρα και του Υιού» (Αυ).
Το φαινόμενο, όπως το αφηγείται ο Λουκάς, παρουσιάζεται ως εξής: 1) Οι μαθητές υμνώντας τα μεγαλεία του Θεού μιλούσαν γλώσσες, οι οποίες τους ήταν ξένες· 2) Οι γλώσσες ήταν των ανθρώπων που συνέρρευσαν από διάφορες εθνικότητες, ο καθένας από τους οποίους κατανοούσε τα λόγια που προφέρονταν από τους μαθητές στη δική του γλώσσα· 3) Το θαύμα αυτό γινόταν σε εκείνους, οι οποίοι μιλούσαν και όχι σε εκείνους οι οποίοι άκουγαν. Το χάρισμα αυτό των γλωσσών ήταν παροδικό (j). Κάποιες δυσκολίες του κειμένου (ιδιαίτερα ότι εκ πρώτης όψεως σύμφωνα με το κείμενο στους σ. 6,8,11 παρουσιάζεται ότι όλοι μαζί οι παριστάμενοι άκουγαν όλους όσους μιλούσαν, σαν να μιλούσαν στη μητρική τους γλώσσα και όχι χωριστά, οι μεν στα λόγια του ενός μαθητή και οι δε στα λόγια του άλλου μαθητή και οι άλλοι στα λόγια τρίτου μαθητή κλπ., άκουγαν ο καθένας τη δική τους διάλεκτο) υπερνικούνται και με την παρακάτω εκδοχή: «Η έννοια του κειμένου είναι μάλλον ότι επρόκειτο για ουράνιο τρόπο έκφρασης και ομιλίας καθολικής και διεθνούς προσαρμογής -που εξουδετέρωνε την Βαβέλ των γλωσσών της γης- έκφρασης που ανταποκρίνεται στην καθολικότητα του ευαγγελίου, το οποίο ερμήνευε. Πολλές είναι οι επίγειες γλώσσες, αλλά η επουράνια είναι μία. Και αυτή ακούστηκε τώρα με χείλη ανθρώπινα με τέτοιο τρόπο, ώστε να μεταφράζεται από μόνη της και αυτομάτως στις διάφορες γλώσσες της ανθρωπότητας» (μπ).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη: «Όπως ακριβώς στον καιρό που χτιζόταν ο πύργος της Βαβέλ, η μία γλώσσα διαχωριζόταν σε πολλές, έτσι τότε οι πολλές γλώσσες πολλές φορές έρχονταν σε έναν άνθρωπο· και ο ίδιος, μιλούσε και την περσική και τη ρωμαϊκή και την ινδική και τις πολλές γλώσσες, αφού το Πνεύμα τού τις υπαγόρευε· και το χάρισμα ονομαζόταν χάρισμα γλωσσών, επειδή μπορούσε να μιλά πολλές γλώσσες αμέσως» (Χ).
(8)   Συχνά στην Κ.Δ. το καθώς λέγεται αντί για τα ως, καθάπερ (=όπως ακριβώς) (β).
(9)   Τα λόγια τους ήταν κάτω από τον έλεγχο του Αγίου Πνεύματος. Ήταν θεόπνευστα με τη χριστιανική έννοια της λέξης (j). «Διότι δεν μιλούσαν από τον εαυτό τους αλλά από το άγιο Πνεύμα» (Σ). Το Πνεύμα το Άγιο λοιπόν είναι ξεχωριστό πρόσωπο.
«Δεν είναι ούτε ο Πατέρας ούτε ο Υιός, αλλά μόνο το Πνεύμα του Πατέρα και του Υιού… Δεν γεννήθηκε η Τριάδα από την Παρθένο Μαρία και σταυρώθηκε επί Ποντίου Πιλάτου και ενταφιάστηκε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα και αναλήφθηκε στους ουρανούς, αλλά μόνο ο Υιός. Ούτε η Τριάδα κατέβηκε με μορφή περιστεριού στον Ιησού, όταν βαπτιζόταν, ούτε κατά την ημέρα της Πεντηκοστής η ίδια Τριάδα κάθισε πάνω στον καθένα τους, αλλά μόνο το Άγιο Πνεύμα» (Αυ).
Το Πνεύμα παρείχε και το περιεχόμενο και τον τρόπο της έκφρασης και τη γλώσσα, στην οποία αυτά λέγονταν. Αυτό όμως ήταν πράγματι μέγα θαύμα. Θαύμα στη διάνοια. Διότι στη διάνοια οι λέξεις σχηματίζονται. Αυτοί που μιλούσαν όμως με αυτές τις γλώσσες, ουδέποτε είχαν μάθει αυτές, ούτε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα, η οποία θα μπορούσε να διευκολύνει αυτούς στο να μιλούν τις γλώσσες αυτές. Και όπως φαίνεται, ούτε είχαν ποτέ ακούσει τις ξένες αυτές γλώσσες, ούτε είχαν κάποια ιδέα τους. Διότι ούτε επιστήμονες υπήρξαν, ούτε περιηγητές και ταξιδιώτες, ούτε είχαν ποτέ ευκαιρία να μάθουν γλώσσες είτε με βιβλία είτε με διαλέξεις.
(10)   Το ρήμα αυτό χρησιμοποιείται για λόγια πιο σοβαρά (Πράξ. β 14,κστ 25). Στον Πλούταρχο λέγεται για τα λόγια της Πυθίας (β). Απόφθεγμα=λόγος όχι της καθημερινής χρήσης αλλά μεγαλύτερης και υπεροχότερης σοβαρότητας και σημασίας (G). Πράγματι «αποφθέγματα ήταν όσα έλεγαν» (Χ).
«Μιλούσαν λοιπόν αποφθεγματικά προφητεύοντας, δηλαδή κατανοούσαν και έλεγαν τις μαρτυρίες των αγίων προφητών σχετικά με το Χριστό» (Κύριλλος). Η αιφνίδια χορήγηση ικανότητας να διακηρύττουν την μέσω του Χριστού σωτηρία σε ανθρώπους όλων των εθνών, ήταν κατάλληλη να επαναφέρει στη μνήμη τους ισχυρά το τελευταίο παράγγελμα του Κυρίου και να κάνει σε αυτούς αισθητό, ότι η αποστολή τους ήταν να κοινοποιήσουν το όνομά του μέχρι τα έσχατα της γης (h).

Πραξ. 2,5 Ἦσαν δὲ ἐν Ἱερουσαλὴμ κατοικοῦντες(1) Ἰουδαῖοι(2), ἄνδρες εὐλαβεῖς(3) ἀπὸ παντὸς ἔθνους(4) τῶν(5) ὑπὸ τὸν οὐρανόν·
5 Στην Ιερουσαλήμ βρίσκονταν τότε ευσεβείς Ιουδαίοι από όλα τα μέρη του κόσμου.
(1)   «Το ότι κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ ήταν σημάδι ευλάβειας. Γιατί; Διότι αν και ήταν από τόσα έθνη, αφήνοντας και πατρίδες και σπίτια και συγγενείς, κατοικούσαν εκεί» (Χ), «για να μπορούν σύμφωνα με τον πάτριο νόμο τρεις φορές το χρόνο να βλέπουν το Θεό» (Ο). Πρόκειται λοιπόν για πρόσωπα τα οποία δεν είχαν έλθει απλώς κατά την Πεντηκοστή, παρόλο που η λέξη κατοικούντες περιορίζεται στους σ. 9,10 (b), αλλά για μόνιμους κατοίκους της Ιερουσαλήμ. Πράγματι η περίφραση της μετοχής (κατοικούντες) μαζί με τον παρατατικό (Ἦσαν), φανερώνει το μόνιμο μίας ενέργειας, η οποία αφού πραγματοποιήθηκε στο παρελθόν, απέβη στο παρόν κατάσταση. Αλλά και το ρήμα «κατοικώ» χρησιμοποιείται συνήθως για δήλωση μόνιμης διαμονής, αντιθέτως με το παροικώ, το οποίο λέγεται για διαμονή προσωρινή (j).
Πρόκειται εδώ για πλήρη εκπροσώπηση του Ιουδαϊσμού, που περιλαμβάνει και μέλη της Ιουδαϊκής Διασποράς, που είτε έμεναν προσωρινά λόγω της γιορτής, είτε ήταν μόνιμα εγκαταστημένα. Μεταξύ των τελευταίων αυτών θα ήταν πολλοί οι οποίοι είχαν ζήσει στο εξωτερικό μεγάλο μέρος της ζωής τους, αλλά τώρα είχαν αποσυρθεί στο ιερό κέντρο του ιουδαϊσμού, για να περάσουν τις υπόλοιπες μέρες τους κάτω από τη σκιά του Ναού και ανάμεσα σε όλα τα θρησκευτικά προνόμια αυτού του κέντρου. Αυτούς λοιπόν, όπως και τους πιο προσωρινά διαμένοντες υπαινίσσεται, μεταξύ των οποίων θα συμπεριλαμβάνονταν και κάποιοι προσήλυτοι, οι οποίοι με την περιτομή είχαν ενσωματωθεί στον Ιουδαϊσμό (μπ). Η πίστη που επικρατούσε, ότι έφτασε ήδη η εποχή, κατά την οποία ο υπεσχημένος Μεσσίας θα εμφανιζόταν, πρέπει να αύξησε την επιθυμία, την οποία οι της Διασποράς είχαν να επιστρέψουν και να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους στη χώρα των πατέρων τους (h).
(2)   Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, κανείς από τους παρόντες αυτούς δεν ήταν από τα έθνη, αλλά όλοι ήταν Ιουδαίοι από διάφορα έθνη (b). Ή, πιο σωστά, μεταξύ αυτών των εκ καταγωγής Ιουδαίων, ήταν και κάποιοι εθνικοί προσήλυτοι, περιτμημένοι, όπως μπορεί κάποιος να συμπεράνει από το σ. 11 «Ιουδαίοι και προσήλυτοι» (j).
(3)   Η ίδια λέξη λέγεται για τον Συμεών στο Λουκ. β 25 και για αυτούς που μετέφεραν μαζί τον Στέφανο στο Πράξ. η 2. Φοβούμενοι το Θεό. Η φράση αυτή είναι χαρακτηριστική της Ελληνιστικής γλώσσας και η με αυτήν εκφραζόμενη έννοια εφαρμόζεται σε εκείνους μόνο, των οποίων η ευσέβεια ήταν του τύπου, τον οποίο περιέγραφε η Π.Δ.(h).
(4)   Στη σύγχρονη τότε γλώσσα και στις επιγραφές η φράση «παν έθνος» σημαίνει τους πληθυσμούς των ρωμαϊκών επαρχιών ανεξαρτήτως της εθνικότητάς τους (j). Ή «το «από κάθε έθνος» λέγεται αντί για το «από πολλά έθνη». Διότι πολλές φορές η Γραφή παίρνει τον όρο «όλα» στην περίπτωση των πολλών, χρησιμοποιώντας υπερβολή» (Θφ).
(5)   Εξυπακούεται όντων (=που ήταν). Πρόκειται λοιπόν για Ιουδαίους της διασποράς.

Πραξ. 2,6 γενομένης δὲ τῆς φωνῆς(1) ταύτης συνῆλθε(2) τὸ πλῆθος(3) καὶ συνεχύθη(4), ὅτι(5) ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ(6) λαλούντων(7) αὐτῶν.
6 Όταν ακούστηκε αυτή η βουή, συγκεντρώθηκε πλήθος απ’ αυτούς και ήταν κατάπληκτοι, γιατί ο καθένας τους άκουγε τους αποστόλους να μιλάνε στη δική του γλώσσα.
(1)   Μάλλον ανταποκρίνεται στο «ήχος» του σ 2 (j). Ο ήχος, ο οποίος έμοιαζε με τη βουή φυσήματος βίαιου ανέμου, πιθανότατα δεν περιορίστηκε στο σπίτι όπου ήταν οι μαθητές, αλλά ακούστηκε και αλλού στην πόλη και θεωρήθηκε ως φαινόμενο ασυνήθιστο. Από αυτό προκλήθηκε η προσοχή του πλήθους (R).
(2)   «Επειδή έγινε σε σπίτι το γεγονός, πολύ λογικά έτρεξαν από έξω» (Χ).
(3)   Για το οποίο γίνεται λόγος στο σ. 5 (b). Λέξη χαρακτηριστική του Λουκά ο οποίος χρησιμοποιεί αυτήν 8 φορές στο ευαγγέλιό του και 17 στις Πράξεις. Χρησιμοποιείται στις επιγραφές για να δηλώσει όχι μόνο τις πολιτικές αλλά και τις θρησκευτικές συνελεύσεις. Το πλήθος αυτό θα συμπεριλάμβανε εκείνους για τους οποίους μίλησε πριν λίγο ο Λουκάς, όπως και Ιουδαίους που γεννήθηκαν στην Ιερουσαλήμ, όπως συμπεραίνουμε από την αρχή του λόγου του Πέτρου, σ. 14 (j).
(4)   «Ταράχτηκε, θαύμασε» (Χ). Κυριεύτηκε από σύγχυση. Ήταν ποικιλία ανθρώπων και ποικιλία συναισθημάτων προκαλούνταν στις διάνοιές τους (b).
(5)   «Έπειτα φανερώνοντας ότι θαύμαζαν, προσθέτει, Επειδή άκουγαν…» (Χ).
(6)   Σημαίνει το γλωσσικό ιδίωμα μίας και της ίδιας γλώσσας ή την γλώσσα, οπότε το «στη δική του διάλεκτο» θα δήλωνε πολλές γλώσσες διαφορετικές μεταξύ τους; Στη σκέψη του συγγραφέα είναι πιθανόν, ότι σημαίνει γλώσσα, διότι πολλοί από τους λαούς που απαριθμούνται στους σ. 9-11, μιλούσαν γλώσσες διαφορετικές· οι Μήδοι και οι Ελαμίτες μιλούσαν την ζενδική· αυτοί που κατοικούσαν την Μεσοποταμία και την Ιουδαία, όπως και οι Άραβες μιλούσαν γλώσσα σημιτική· οι Ασιάτες και οι Αιγύπτιοι μιλούσαν την ελληνική, οι Ρωμαίοι τη λατινική. Όμως επειδή και κάποιοι από τους λαούς αυτούς μιλούσαν την ίδια γλώσσα διακρινόμενοι μεταξύ τους μόνο με γλωσσικά ιδιώματα, είναι δυνατόν ο Λουκάς εσκεμμένα να χρησιμοποίησε τον όρο διάλεκτος, ώστε με αυτόν να σημάνει και τις διαφορετικές γλώσσες και τα διαφορετικά γλωσσικά ιδιώματα της ίδιας γλώσσας (j).
(7)   Θα μπορούσε κάποιος να κάνει κάποια υπόθεση, η οποία θα εξηγούσε πολλές λεπτομέρειες της σκηνής αυτής. Το πλήθος συνέρρευσε ακούγοντας την βουή, εν τω μεταξύ όμως οι απόστολοι και οι μαθητές, μιλώντας τις γλώσσες, κατέβηκαν από το υπερώο, για να μεταβούν στο ναό και να ευχαριστήσουν το Θεό -και ήταν πράγματι και ώρα προσευχής- και το πλήθος ακολούθησε αυτούς. Έτσι μαζεύτηκαν όλοι σε μία από τις στοές του ναού και εκεί πήρε τον λόγο ο Πέτρος (j).

Πραξ. 2,7 ἐξίσταντο(1) δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον(2) λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· οὐκ ἰδοὺ(3) πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι(4);
7 Είχαν μείνει όλοι εκστατικοί και με απορία έλεγαν μεταξύ τους: «Μα αυτοί όλοι που μιλάνε δεν είναι Γαλιλαίοι;
(1)  Το εξίσταμαι συναντιέται στην Κ.Δ. και στους Ο΄ και είναι σχεδόν ταυτόσημο με το θαυμάζω (Πράξ. η 13,θ 21 και αλλού)· αρχικά όμως επειδή εξυπακούεται η φράση (ίσταμαι έξω) «της φρόνησης», σημαίνει τρελαίνομαι. Δες Μάρκ. γ 21,Β΄Κορ. ε 13 (β).
(2)   Ενισχύει την έννοια του εξίσταμαι και φανερώνει τη συνέχεια του αποτελέσματος (j).
(3)   Αυθεντική γραφή: ουχί ἰδοὺ. Αραμαϊκός τρόπος έκφρασης με έμφαση.
(4)   «Οι ευλαβείς θαύμαζαν αφού τους αναγνώριζαν ότι είναι Γαλιλαίοι από τη μία, από την άλλη όμως μιλούσαν τις πάτριές τους γλώσσες» (Ο). Το Γαλιλαίοι δεν χρησιμοποιείται εδώ ως χλευαστική ονομασία των χριστιανών ή του κατώτερου και απαίδευτου όχλου, αλλά απλώς σημαίνει την πατρίδα των προσώπων, για τα οποία γίνεται λόγος, όπως στο Πράξ. α 11. Αντιτίθεται με τα ονόματα των επαρχιών και χωρών, που αναφέρονται στους ακόλουθους στίχους. Το θαυμαστό ήταν, ότι πρόσωπα τα οποία ήταν γνωστά ότι από τη γέννηση και την παιδεία ήταν Γαλιλαίοι, μιλούσαν ξένες γλώσσες (R). Πράγματι, κάποιοι από αυτούς που συνέρρευσαν, θα γνώριζαν και προσωπικά τους μαθητές. Επίσης είναι δυνατόν το σπίτι, όπου οι μαθητές έμεναν, να ήταν γνωστό ως τόπος συγκέντρωσης των Γαλιλαίων. Τέλος και πριν από όλα, οι παριστάμενοι, ακούγοντας τους μαθητές να μιλούν, αντιλήφθηκαν ότι ήταν Γαλιλαίοι από τον ιδιαίτερο τρόπο της προφοράς των λαρυγγοφώνων γραμμάτων (j).
Οι Γαλιλαίοι αυτοί μιλούν ακόμη. Ο καθένας από αυτούς πέθανε προ πολλού. Και όμως μιλά και τη γλώσσα του προσέχουν όλοι οι ανά τα έθνη πιστοί, οποιεσδήποτε μητρικές γλώσσες και αν έχουν αυτοί. Κανείς φιλόσοφος, κανένας ποιητής, κανένας ρήτορας δεν μίλησε ποτέ, όπως μιλούν ακόμη οι Γαλιλαίοι αυτοί. Το να έχει γράψει κάποιος μία σελίδα στο αθάνατο βιβλίο της Αγίας Γραφής ισοδυναμεί με το να έχει αθανασία ομιλίας. Κανένα βιβλίο δεν είναι όμοιο με αυτό, όπως και οι ίδιοι οι εχθροί του αναγνώρισαν. Οι άνθρωποι όλων των εποχών αισθάνονται, ότι η Βίβλος είναι για αυτούς κάτι, το οποίο κανένα άλλο βιβλίο δεν έχει. Εμπεριέχει λόγια ζωής αιώνιας, τα οποία δεν παλιώνουν ποτέ και τα οποία είναι προορισμένα να ακούγονται και να κατανοούνται σε κάθε γλώσσα. Πού οφείλεται αυτό; Στο ότι το Πνεύμα του Θεού άνοιξε τα χείλη των Γαλιλαίων αυτών και για αυτό από αυτά ξεπήδησε ο λόγος της ζωής.

Πραξ. 2,8 καὶ πῶς(1) ἡμεῖς ἀκούομεν(2) ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ(3) ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν(4),
8 Πώς, λοιπόν, εμείς τους ακούμε να μιλάνε στη δική μας μητρική γλώσσα;
(1)   Αφού όλοι είναι Γαλιλαίοι, πώς…; (h).
(2)   Το αντικείμενο του «ἀκούομεν» ακολουθεί στο σ. 11, όπου λόγω του ότι παρεμβάλλονται πολλά, επαναλαμβάνεται το ρήμα (h).
(3)   Η παρατήρηση αυτή των παρισταμένων αποκλείει την ιδέα, ότι οι μαθητές εκφωνούσαν άναρθρους φθόγγους. Οι παριστάμενοι λένε ότι ο καθένας τους ακούει τους μαθητές να μιλούν στη γλώσσα της πατρίδας του (j).
(4)   Η παρατήρηση αυτή αποκλείει ότι ο Λουκάς εννοεί, ότι οι γλώσσες ήταν απλώς ένα εκστατικό φαινόμενο ή ύφος συζήτησης γεμάτο πάθος (h). Αφού οι μαθητές μιλούσαν τη γλώσσα καθενός από τους λαούς αυτούς, μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι οι Ιουδαίοι, που κατοικούσαν τις ξένες χώρες, δεν μιλούσαν πλέον τη γλώσσα του έθνους τους, αλλά μόνο τη γλώσσα των χωρών, όπου είχαν γεννηθεί. Όμως οι Ιουδαίοι της Διασποράς έπρεπε να καταλαβαίνουν και την εβραϊκή ή μάλλον την αραμαϊκή, αφενός μεν διότι στις συναγωγές τους διαβαζόταν η Βίβλος στις δύο αυτές γλώσσες, αφ’ ετέρου δε, διότι κατά την εποχή αυτή η αραμαϊκή μαζί με την ελληνική ήταν γλώσσες διεθνείς στη Δυτική Ασία. Για αυτό ο Πέτρος απευθυνόμενος στο σ. 14 προς όλους τους παρισταμένους και μιλώντας αραμαϊκά γίνεται κατανοητός από αυτούς (j).

Πραξ. 2,9 (1)Πάρθοι(2) καὶ Μῆδοι(3) καὶ Ἐλαμῖται(4), καὶ οἱ κατοικοῦντες(5) τὴν Μεσοποταμίαν(6), Ἰουδαίαν(7) τε καὶ Καππαδοκίαν(8), Πόντον(9) καὶ τὴν Ἀσίαν(10),
9 Πάρθοι, Μήδοι και Ελαμίτες, κάτοικοι της Μεσοποταμίας, της Ιουδαίας και της Καππαδοκίας, του Πόντου και της Ασίας,
(1)   Είναι αβέβαιο εάν ο κατάλογος των γεωγραφικών ονομάτων, που περιέχεται στους στίχους αυτούς πρέπει να θεωρηθεί ως γλώσσα του Λουκά, που παρέχει στους αναγνώστες του παρενθετικά κάποια ιδέα, οπωσδήποτε σαφή, των διαφόρων και απομακρυσμένων πολύ μεταξύ τους τμημάτων, από τα οποία προέρχονταν οι αλλοδαποί αυτοί Ιουδαίοι, που διέμεναν τότε στα Ιεροσόλυμα· ή εάν πρέπει να την πάρουμε ως γλώσσα των προσώπων, τα οποία μιλούσαν μεταξύ τους. Από κάποιους συγγραφείς θεωρήθηκε πιθανότερο ότι ο Λουκάς παρενέβαλε τον κατάλογο αυτό για πληροφορία των αναγνωστών του (R).
Αρχίζει λοιπόν από ανατολικά και προχωρεί δυτικά (β), εάν δεν λάβουμε υπ’ όψη τους δύο λαούς στο τέλος της απαρίθμησης, τους Κρήτες και Άραβες, οι οποίοι φαίνεται να προστέθηκαν ύστερα από το Λουκά. Πάντως η απαρίθμηση την οποία έχουμε εδώ, δεν περιλαμβάνει όλες τις χώρες τις Διασποράς. Έτσι ούτε η Συρία, ούτε η Μακεδονία ούτε η Αχαΐα αναφέρονται. Πρέπει να σημειωθεί, ότι όλοι αυτοί οι απαριθμούμενοι λαοί δεν μιλούσαν γλώσσες διαφορετικές, αλλά όπως ειπώθηκε ήδη, μπορούν να καταταχτούν σε 4 τύπους γλωσσών, την ζενδική, κάποια σημιτική γλώσσα, την ελληνική και τη λατινική. Αλλά οι 4 αυτοί γλωσσικοί τύποι είχαν διαφοροποιηθεί σε διαλέκτους τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, ώστε λαοί του ίδιου γλωσσικού τύπου δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν, διότι δεν κατανοούσαν τις διαλέκτους ο ένας του άλλου (j), όπως σήμερα αυτοί που μιλούν τις γεννημένες γλώσσες από τη λατινική, δεν κατανοούν τις γλώσσες της δυτικής Ευρώπης. «Αναφέρει έθνη εχθρικά σε αυτούς, Κρήτες, Άραβες, Αιγυπτίους, Πέρσες, φανερώνοντας ότι σε όλους αυτούς θα επικρατήσουν» (Χ).
(2)   Δυτικά από αυτούς κατοικούσαν οι Μήδοι και νότιά τους οι Ελαμίτες (β). Οι Πάρθοι κατοικούσαν την ορεινή χώρα, νότια της Κασπίας θάλασσας, ανατολικά της Μηδίας και δυτικά της Βακτριανής.
(3)   Η Μηδία που είχε πρωτεύουσα τα Εκβάτανα (G) βρισκόταν μεταξύ της Κασπίας θάλασσας και της Περσίας (R).
(4)   Ονομάζονταν Ελυμαίοι στην κλασική ελληνική γλώσσα. Κατοικούσαν αυτοί τα παράλια του Περσικού κόλπου, ανατολικά της Βαβυλωνίας (j).
(5)   Εφόσον δεν υπάρχει όνομα εθνικό γίνεται χρήση περίφρασης (β).
(6)   Η χώρα που βρισκόταν μεταξύ Τίγρη και Ευφράτη. Οι Ιουδαίοι ήταν εκεί σε πολύ μεγάλο αριθμό (j).
(7)   Προκαλεί έκπληξη η αναφορά της Ιουδαίας μεταξύ της Μεσοποταμίας και της Καππαδοκίας, αφού άλλωστε αυτοί που κατοικούσαν αυτήν, μιλούσαν την ίδια γλώσσα την οποία και οι μαθητές. Για αυτό κάποιοι ερμηνευτές υπέθεσαν, ότι πρόκειται για κάποιο λάθος κατά την αντιγραφή. Για αυτό αντί για το Ιουδαία, οι μεν Τερτυλλιανός και Αυγουστίνος διάβαζαν Αρμενία, ο δε Ιερώνυμος Συρία, και από τους νεώτερους άλλοι μεν Ιδουμαία, άλλοι Ιωνία, άλλοι Βιθυνία κλπ. (j).
Δεν υπάρχει όμως ούτε η παραμικρή μαρτυρία της κριτικής του κειμένου για μια τέτοια εικασία, διότι όλα τα ελληνικά χειρόγραφα γράφουν Ιουδαία (R). Είναι δυνατόν Ιουδαία να σημαίνει εδώ την Παλαιστίνη και τη Συρία στενά συνδεδεμένες εξ’ απόψεως διοίκησης και προ παντός γλώσσας (j). Η αποσιώπηση της Συρίας πιθανώς οφείλεται στο γεγονός ότι οι κάτοικοι της Ιουδαίας και Συρίας μιλούσαν μία γλώσσα την Αραμαϊκή, που διακρινόταν μόνο σε διάφορες διαλέκτους. Ο παρεχόμενος εδώ κατάλογος, είναι κατάλογος γλωσσών μάλλον παρά γεωγραφικών εκτάσεων (μπ).
(8)   Επαρχία Ρωμαϊκή που ορίζεται προς βορρά μεν από τον Πόντο και την μικρή Αρμενία, ανατολικά από τον Ευφράτη, νότια από τον Ταύρο και δυτικά από τη Γαλατία (j).
(9)   Χώρα βορειοανατολικά της Μ. Ασίας, στη δυτική παραλία του Ευξείνου Πόντου, μεταξύ της Αρμενίας, της Καππαδοκίας και της Παφλαγονίας (j).
(10)   Ασία εδώ είναι ένα τμήμα της ανθυπατικής Ασίας που περιλαμβάνει την Μυσία, την Λυδία και την Καρία (G). Όμως δεν υπάρχει συμφωνία για την έννοια αυτής της λέξης· διότι οι μεν νομίζουν ότι πρόκειται μόνο για τις χώρες που είναι στις ακτές του Αιγαίου, με εξαίρεση τη Φρυγία, οι δε, ότι κατά τη συνήθεια των Πράξεων ο συγγραφέας εννοεί την ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας, η οποία περιλάμβανε την Ιωνία, την Τρωάδα, την Αιολίδα, τα νησιά Λέσβο, Χίο, Σάμο, την Μυσία, την Καρία και κάποια μέρη της Φρυγίας (j).

Πραξ. 2,10 Φρυγίαν(1) τε καὶ Παμφυλίαν(2), Αἴγυπτον(3) καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην(4), καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες(5) Ῥωμαῖοι(6), Ἰουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι(7),
10 της Φρυγίας και της Παμφυλίας, της Αιγύπτου, και από τα μέρη της λιβυκής Κυρήνης, Ρωμαίοι που είναι εγκατεστημένοι εδώ,
(1)   Η Φρυγία δεν ήταν κατά τη στιγμή αυτή ρωμαϊκή επαρχία, αλλά ήταν διαιρεμένη μεταξύ των επαρχιών της Ασίας και της Γαλατίας. Η ονομασία έχει ληφθεί με τη γενική της έννοια και ίσως για να δείξει, ότι η Φρυγία είχε την ιδιαίτερή της γλώσσα (j). Πράγματι, άκμαζε μετέπειτα η φρυγική γλώσσα, όπως μαρτυρείται από τις επιγραφές (β).
(2)   Βρίσκεται στη μεσημβρινή πλευρά της Μ Ασίας μεταξύ της Λυκίας στα δυτικά, της Πισιδίας στα βόρεια και της Ισαυρίας στα ανατολικά. Χώρα επίπεδη, που κυκλώνεται από τα υψηλά κλίτη της οροσειράς του Ταύρου και έχει μήκος 130 χιλιόμ. και πλάτος 32.
(3)   Ειδικά στη χώρα αυτή υπήρχαν σε αφθονία Ιουδαίοι (b), εγκαταστημένοι εκεί από τον Ζ αιώνα π.Χ.. Σύμφωνα με τον Φίλωνα τα 2/5 του πληθυσμού της Αλεξάνδρειας ήταν Ιουδαίοι (j).
(4)   Η Λιβύη προς Κυρήνη (Ιωσήπ. Αρχαιολ. 16,6,1). Η Κυρηναϊκή Λιβύη. Η Λιβύη ήταν μεγάλη επαρχία στην Αφρική, δυτικά της Αιγύπτου. Σε ένα μέρος της που ονομαζόταν Πεντάπολις ήταν η Κυρήνη, πόλη στην παραλία της Μεσογείου. Η πόλη αυτή ήταν ελληνική αποικία και το ¼ του πληθυσμού της ήταν Ιουδαίοι (R). Η σημερινή Τριπολίτις (μπ). Δες Ιωσήπ. Αρχ. 14,7,2. Οι Ιουδαίοι της Κυρήνης είχαν συναγωγή στα Ιεροσόλυμα (Πράξ. στ 9).
(5)   Λέγεται για ξένους που μένουν σε άλλη χώρα (Πράξ. ιζ 21). Σημαίνει κάτι λιγότερο από το κατοικώ (β).
(6)   Δηλαδή Ιουδαίοι Ρωμαίοι, οι οποίοι ήταν ξένοι ως προς την Ιερουσαλήμ, επειδή ήλθαν από τη Ρώμη, και τώρα ήταν εγκατεστημένοι μόνιμα στα Ιεροσόλυμα (R).
(7)   Διακρίνονται μεταξύ των πολιτών Ρωμαίων, που έμεναν στη Ρώμη, δύο γένη· το ένα από αυτά αποτελούσαν οι από καταγωγής Ιουδαίοι, ενώ το άλλο οι προσήλυτοι. Υπήρχαν λοιπόν σε εκείνο τον συρφετό του Ρωμαϊκού όχλου πολλοί Ιουδαίοι, που αιχμαλωτίστηκαν στον πόλεμο και οδηγήθηκαν σε δουλεία, έπειτα όμως απελευθερώθηκαν και με την απελευθέρωση απέκτησαν τα δικαιώματα του Ρωμαίου πολίτη (β). Θα μπορούσε όμως η φράση να αναφέρεται σε όλους τους λαούς που απαριθμήθηκαν, διότι σε όλους αυτούς υπήρχαν και Ιουδαίοι και προσήλυτοι. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση δεν εξηγείται, πώς ακολουθεί το Κρήτες και Άραβες. Η αναφορά αυτών στη θέση αυτή παρουσιάζεται φυσική, εάν η φράση Ιουδαίοι και προσήλυτοι αναφέρεται μόνο στους Ρωμαίους (j). Προσήλυτος (Πράξ. στ 5,ιγ 43) λέγεται κυρίως αυτός που από άλλο λαό εισήλθε και κατοικεί στην Ιουδαία (Εξ. κ 10). Τότε όμως η λέξη λεγόταν για εκείνους, οι οποίοι από άλλη θρησκεία μεταπήδησαν στα ιερά των Ιουδαίων, και μάλιστα για εκείνους, οι οποίοι είχαν δεχτεί την περιτομή (β). Περισσότερα για τον όρο δες στο Πράξ. στ 5.

Πραξ. 2,11 Κρῆτες καὶ Ἄραβες(1), ἀκούομεν(2) λαλούντων(3) αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα(4) τοῦ Θεοῦ;
11 Κρητικοί και Άραβες, όλοι εμείς, είτε ιουδαϊκής καταγωγής είτε προσήλυτοι, τους ακούμε να μιλούν στις γλώσσες μας για τα θαυμαστά έργα του Θεού».
(1)   Οι Ιουδαίοι ήταν πολυπληθείς στο νησί της Κρήτης και μεταξύ των Αράβων. Μένει ανεξήγητο γιατί μνημονεύονται τελευταίοι και βρίσκονται εδώ έξω από τη θέση τους, τόσο τη γεωγραφική όσο και τη γλωσσική, οπότε χαλάει η σειρά της απαρίθμησης που υπάρχει στο τεμάχιο. Κάποιοι κριτικοί του κειμένου υπέθεσαν, ότι ο κατάλογος αναθεωρήθηκε εκ των υστέρων. Αλλά μάλλον πρέπει να υποθέσουμε, ότι ο Λουκάς βρήκε αυτούς έτσι τοποθετημένους στην πηγή από την οποία αντλούσε (j).
(2)   Επαναλαμβάνεται το ακούομεν του σ. 8 και συνδέει τα ακόλουθα με τα προηγούμενα (j).
(3)   Σημαίνει αναγγέλλω με δυνατή φωνή, διακηρύττω (j).
(4)   Λέγεται μοναδική φορά στην Κ.Δ. και χρησιμοποιείται και από τους Ο΄(μετάφραση των 70 της Π.Δ.)(Ψαλμ. ο΄19,Σοφ. Σειρ. ιζ 8)=τις ισχυρές εκδηλώσεις δύναμης, τις δυνατές ενέργειες (b). Τα θαυμαστά αυτά έργα του Θεού ήταν η ενέργεια του Θεού για τη σωτηρία της ανθρωπότητας· η από το Θεό αποστολή του Υιού Του και η έκχυση του Αγίου Πνεύματος, με τα οποία ασχολείται και ο λόγος του Πέτρου που ακολουθεί (j). Το θέμα για το οποίο μιλούσαν ήταν αναμφιβόλως η θεία απολυτρωτική ενέργεια που εκδηλώθηκε με την Ανάσταση και την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Πατέρα για το Πνεύμα (μπ).
Αυτά πράγματι ήταν μεγαλεία του Θεού, τα οποία πάντα θα είναι θαυμαστά στα μάτια και τα αυτιά των ανθρώπων. Άκουγαν αυτούς να ανυμνούν και να δοξάζουν το Θεό για τα μεγαλεία αυτά και να διδάσκουν αυτούς που τα άκουγαν στη δική τους γλώσσα. Το ότι όμως δίδασκαν και εξηγούσαν τα μεγαλεία αυτά στις γλώσσες των ακροατών, υποβοηθούσε μεν αυτούς στο να πείθονται, ότι η διδασκαλία αυτή προερχόταν από το Θεό, διότι «οι γλώσσες είναι ένα θαύμα που προορίζεται για τους άπιστους» (Α΄Κορ. ιδ 22), αλλά τους προκαλούσε και θετική διάθεση, αφού στη μητρική τους γλώσσα λέγονταν όσα διδάσκονταν. Αυτό το τελευταίο είναι ένδειξη και για το ότι θέλημα Θεού είναι στη μητρική γλώσσα του κάθε χριστιανικού λαού το ευαγγέλιο και η Γραφή να διαβάζονται, όσο και η λατρεία του Θεού να επιτελείται.

Πραξ. 2,12 ἐξίσταντο(1) δὲ πάντες(2) καὶ διηπόρουν(3), ἄλλος πρὸς ἄλλον λέγοντες· τί ἂν θέλοι(4) τοῦτο εἶναι(5);
12 Όλοι, λοιπόν, εκστατικοί κι απορημένοι έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Τι να σημαίνει άραγε αυτό;»
(1)   Επαναλαμβάνεται και ο σ. 7, για να γίνει δυνατόν να επαναληφθεί η διήγηση (β).
(2)   Δηλαδή οι ευλαβείς άνδρες (σ. 5), οι οποίοι αντιτίθενται σε αυτούς που χλευάζουν στον επόμενο στίχο (b).
(3)   Υπάρχει και η γραφή: διηπορούντο. Ρήμα αττικό, που συναντιέται στην Κ.Δ. και στο Λουκά (Πράξ. ε 24,ι 17,Λουκ. θ 7)(β). Η πρόθεση «δια» επιτείνει την έννοια του απλού ρήματος=Οι παριστάμενοι βρίσκονταν σε αβεβαιότητα για το που οφειλόταν αυτό που συνέβαινε μπροστά στα μάτια τους (j).
(4)   Υπάρχει και η γραφή: Τί θέλει. Η ευκτική πτώση εκφράζει ζωηρότερα την αβεβαιότητα και τον δισταγμό των συνομιλητών, αλλά εφόσον έχουμε ερώτηση ευθεία, δεν έχει τη θέση της (j). Το «Θέλοι» (ευκτική πτώση), είναι σωστό εάν η ερώτηση είναι πλάγια, δηλαδή εάν διαγράψουμε το «λέγοντες». Δες Λουκ. κβ 23 «συζητείν προς εαυτούς το τις άρα είη», και άλλα παραδείγματα (β).
(5)   Δηλαδή δεν γνώριζαν πώς να εξηγήσουν ένα τέτοιο φαινόμενο και αναρωτιούνταν μεταξύ τους, προσπαθώντας να αποσαφηνίσουν αυτό (F).

Πραξ. 2,13 ἕτεροι(1) δὲ χλευάζοντες ἔλεγον ὅτι γλεύκους(2) μεμεστωμένοι(3) εἰσί(4).
13 Άλλοι πάλι χλεύαζαν και έλεγαν: «Ετούτοι πρέπει να ’ναι πολύ μεθυσμένοι».
(1)   «Ήταν όμως και κάποιοι από τους συγκεντρωμένους, πιο ακαλλιέργητοι ίσως, που χλεύαζαν ότι τα τελούμενα οφείλονταν σε μέθη» (Ο). «Το πιο φοβερό όμως είναι ότι, παρόλο που εκείνοι θαύμαζαν και ομολογούσαν, αυτοί που ήταν Ρωμαίοι, Ιουδαίοι, προσήλυτοι, ίσως από αυτούς που σταύρωσαν, σχεδόν από όλα τα έθνη, ενώ λοιπόν αυτοί διακήρυτταν ότι μιλούν οι απόστολοι στις γλώσσες τους, βρέθηκαν όμως κάποιοι που χλεύαζαν» (Θφ).
Μεταξύ των χλευαστών ίσως να υπήρξαν και κάποιοι από τους ντόπιους κατοίκους της πόλης, οι οποίοι μη κατανοώντας τις ομιλούμενες ξένες γλώσσες, θεωρούσαν την ομιλία των αποστόλων ως ασυνάρτητη και χωρίς κάποια έννοια, επειδή ήταν ακατανόητη σε αυτούς (h). Πάντως οι περισσότεροι, αν όχι και όλοι, ήταν από εκείνους, οι οποίοι πάντοτε αντιστέκονταν στο Πνεύμα το Άγιο και αναμφίβολα μεταξύ τους διακρίνονταν οι Γραμματείς και Φαρισαίοι.
«Όπως ακριβώς δηλαδή, όταν έβγαζε ο δεσπότης τα δαιμόνια καταλάβαιναν μεν και έβλεπαν τα θαύματα, ενώ όμως έπρεπε να υμνούν, τα διέσυραν αποδίδοντάς τα στον Βεελζεβούλ… και έκαναν τα θαύματα ύλη για φθόνο και συκοφαντία και φόνο· έτσι και τώρα, επειδή δεν μπορούσαν να αρνηθούν το παράδοξο και υπερφυσικό των γλωσσών, όμως τόλμησαν να διασύρουν το θαύμα ότι είναι μέθη» (Θφ).
(2)   «Γλεύκος είναι κυρίως το γλυκό κρασί που ρέει από το ίδιο το πατητήρι» (Ο), το οποίο δεν έχει υποστεί ακόμη ζύμωση. Αλλά «δεν ήταν καιρός για αυτό· διότι ήταν εποχή πεντηκοστής που δεν υπάρχει γλεύκος». Γλεύκος λοιπόν εδώ είναι «το γλυκό κρασί, το οποίο φέρνει περισσότερο μέθη, επειδή από την ελλιπή γλυκύτητα κάνει γενικότερο το γέμισμα του εγκεφάλου με αναθυμίαση» (Ο). Ίσως όμως να πρόκειται και για γλεύκος πραγματικό που διατηρούνταν μακριά από κάθε ζύμωση με μεθόδους, που αγνοούμε (j). Ο Zahn λέει ότι το γλυκό κρασί παραγόταν από σταφύλια αποξηραμένα όπου τα έβρεχαν σε παλιό κρασί και μετά το ξανάστυβαν. Αυτό το είδος του κρασιού ήταν πάρα πολύ μεθυστικό (h).
(3)   Το ρήμα μεστώνω είναι αττικό. Στην Κ.Δ. είναι συχνότερη η λέξη μεστός (β).
(4)   Φυσικοί άνθρωποι αποδίδουν τα υπερφυσικά αποτελέσματα σε φυσικές αιτίες, προδίδοντας έτσι την άγνοια και αναισχυντία τους (b). Αυτοί οι οποίοι έλεγαν για τον κύριο ότι «με τον άρχοντα των δαιμονίων βγάζει τα δαιμόνια», επόμενο ήταν και τη φωνή του Αγίου Πνεύματος που έβγαινε από το στόμα των αποστόλων, να αποδίδουν σε μέθη. Εάν τον οικοδεσπότη αποκάλεσαν κρασοπότη, καθόλου παράδοξο εάν αποδίδουν το ίδιο ελάττωμα και στους υπηρέτες του.

 


Όσο αυξάνεται η αγάπη του Χριστού, τόσο μειώνονται τα πάθη· κι όσο μειώνονται τα πάθη, αυξάνεται η αγάπη για τον Χριστό. Είναι όπως μια ζυγαριά. Κατάλαβες;

Δεν σου λέω απλώς ν’ αγαπήσεις τον Χριστό, αλλά να τον ερωτευτείς.

Γέροντα, πώς θ’ αγαπήσω τον Χριστό;

Με την ταπείνωση!

Και πώς θα ταπεινωθώ;

Να κάνεις υπακοή.

Και πώς να κάνω υπακοή;

Δεν ξέρεις πώς να κάνεις υπακοή; (Εδώ αγρίεψε λίγο.). Όλοι οι Πατέρες το λένε και οι Γραφές το γράφουν και λες “Πώς να κάνω υπακοή;”.

Αν σε είχα μπροστά μου, θα σου έδινα τρία χαστούκια, να δεις!

Στείλτε τα τηλεφωνικώς, Γέροντα!

Κάπου εδώ τελείωσε αυτός ο υπέροχος και θαυμαστός διάλογος με το Γέροντα. Η τηλεφωνική εμπειρία έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη του αδελφού, στον οποίο εδραιώθηκε η πεποίθηση για την αγιότητά του Παππούλη και αυξήθηκε η ευλάβεια προς το πρόσωπό του. Σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, είναι μοναχός. [Χρ 363363π. η].


(βιβλίο “Ανθολόγιο Συμβουλών”, Γέροντος Πορφυρίου Ιερομονάχου, σελ. 288-289).


Όταν ένα παιδί του Θεού που είναι βαθιά πληγωμένο από την αμαρτία, ακούσει επιτέλους το κάλεσμα του Κυρίου του και έρχεται πλήρως μετανοημένο στην αγκαλιά Του, απολαμβάνει στην αρχή πλούσια τη Χάρη Του γιατί η αμαρτία έχει πολυκαιρίσει μέσα του και θα έχει να τραβήξει πολύ κουπί! Ένα τέτοιο παιδί του Χριστού ήμουν κι εγώ… όμως καθώς ήμουν στην αγκαλιά Του αισθανόμουν πως από τα τόσα πολλά πάθη μου, ένα ήταν ιδιαίτερα δυσώδες και ενοχλούσε πολύ τον Κύριο! Κάτι που έμοιαζε με την υπερηφάνεια αλλά δεν ήταν! Προσευχόμουν πολλές μέρες να μου πει ο Κύριος ποιο ήταν αυτό το πάθος μου, ώσπου μια μέρα στην εξομολόγηση με προέτρεψε ο πνευματικός μου να διαβάσω την ‘Κλίμακα’ του Ιωάννη.
Εκείνη την περίοδο, επειδή ήμουν φύλακας βραδινός, είχα πολύ χρόνο να διαβάζω… ένα βράδυ ξεκίνησα να διαβάζω και την ‘Κλίμακα’. Κάθε κεφάλαιο του ήταν μια γροθιά στον εγωισμό μου και στην ιδέα που είχα μέχρι τότε ότι όλα μέσα μου πάνε καλά! Πολλές φορές σκέφτηκα να σταματήσω το διάβασμα αποκαρδιωμένος! Τελειώνω το 20ο κεφάλαιο και βγαίνω έξω από το φυλάκιο να κάνω διάλειμμα. Τρεις η ώρα, απόλυτη ησυχία… πάω σε μια γωνία κρυφά από τους συναδέλφους μου και μου έρχεται στην καρδιά μια ολόθερμη προσευχή με δάκρυα… ώσπου κάποια στιγμή σκέφτομαι: ‘ αχ πόσο περήφανος θα ήταν τώρα ο πνευματικός μου αν με έβλεπε!’
Αμέσως, πάγωσα μέσα μου και τρόμαξα και χωρίς να ακούσω τη φωνή Του, με κάποιο τρόπο όμως ο λόγος Του εισήλθε σε όλη μου την ύπαρξη: ‘ δε σου φτάνω μόνο Εγώ;’ Πήγα πάλι μέσα στο φυλάκιο μου μαζεμένος και προβληματισμένος, όπως το παιδάκι που το μαλώνει ο δάσκαλος του. Αφού ζήτησα πολλές φορές συγνώμη από το Χριστό, πήρα τη δύναμη να συνεχίσω τη μελέτη μου. Κεφάλαιο 21ο: Κενοδοξία’! Όταν το διάβασα, τα κατάλαβα όλα!
Αυτό ήταν το πάθος μου το κυρίαρχο που κατηύθυνε όλα τα άλλα, αυτό δεν ήθελε ο Κύριος μου! Πολλά χρόνια από τότε, δεν έχω ξεχάσει φυσικά αυτή τη νύχτα! Όταν κατάλαβα πόσο πονηρό και δυσκολοκατάβλητο πάθος είναι, είπα μέσα μου: ‘ αποκλείεται να τα καταφέρω!’ Και φώναξα: ‘ Κύριε, σώσε με, κάνε ό τι χρειάζεται να κάνεις για να σωθώ από αυτό που με χωρίζει από την Αγάπη Σου!’ Είναι ένα πάθος που το έχουμε όλοι μας! Το πάθος που αχρηστεύει τους κόπους των εναρέτων, η τρύπα που αδειάζει το σακί με το χρυσάφι τους, που είναι ο ξαφνικός θάνατος αυτών που έχουν πεποίθηση στον εαυτό τους, ότι έχουν τον παράδεισο στο τσεπάκι τους. Αυτό το πάθος που μας κάνει να νομίζουμε ότι όπως οι άνθρωποι τόσο καιρό, όπως οι δαίμονες και ο εαυτός μας μας επαινούσαν κι εμείς φουσκώναμε και κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου, έτσι και ο Κύριος την ώρα της Κρίσεως θα μας επαινέσει ενώπιον της Μητέρας Του, των Αγγέλων και των Αγίων! Αν όμως δεν το έχουμε ψάξει εδώ, αν δεν το έχουμε βδελυχθεί, θα μας καταστήσει αγνώριστους ενώπιον του Κυρίου και αφώνους την ώρα που θα μας ρωτήσει ο Χριστός μας: ‘ όλα αυτά που έκανες εις όνομα ποιου τα έκανες; για τη δόξα τη δική Μου ή τη δική σου; Προτίμησες τη δόξα των ανθρώπων από τη δόξα του Θεού;
’ Ο Κύριος εργάζεται μέσα μου και με έχει τοποθετήσει κοντά σε ανθρώπους που συνειδητά ή ασυνείδητα με βοηθάνε στην κατανίκηση αυτού του πάθους και στον επώδυνο αγώνα εναντίον του [ γιατί έχει γίνει ένα με τη σάρκα της ψυχής μου]. Ποτέ δε θα πω ότι ξεμπέρδεψα από αυτή τη νόσο που προκαλεί πνευματικό θάνατο, που είναι η μητέρα της υπερηφάνειας, της κατακρίσεως, της υποκρισίας, της ανυπακοής, της επιδειξιομανίας, της συκοφαντίας, του σαρκασμού και τόσων άλλων παθών! Θερμά παρακαλώ το Χριστό μας για τους αδελφούς μου και για μένα να αναρωτιόμαστε σε κάθε περίσταση : ‘Δεν μας φτάνει μόνο Αυτός;’

Αφού ζεις μέσα στον κόσμο και έχεις οικογένεια, μάλλον δεν μπορείς να δώσεις σ’ ελεημοσύνες όλα τα υπάρχοντα σου. Πρέπει επομένως να επιδιώξεις την εξεύρεση της «χρυσής τομής», και να επιμείνεις στην εφαρμογή της: ούτε θα γυρίσεις την πλάτη σου στους συνανθρώπους σου, ούτε πάλι θα τους μοιράσεις όλο το βιός σου.
Όσα πράγματα χρειάζονται στα παιδιά σου, οφείλεις να τους τα εξασφαλίζεις με περισσή φροντίδα. Αν σου περισσεύει κάτι, δίνε και σ’ εκείνους που έχουν ανάγκη.
Η επιθυμία σου να βοηθήσεις τους φτωχούς ανθρώπους, που τα σπίτια τους καταστράφηκαν από τη φωτιά, είναι καλή. Αλλά θα παραμείνει καλή μόνο αν τη συγκεράσεις με τη λογική. Και παρόλο που η βοήθειά σου πρέπει να κρατηθεί μέσα σε λογικά πλαίσια, δώσε τον οβολό σου μ’ ένα αίσθημα βαθιάς ευσπλαχνίας. Πάνω απ’ όλα όμως, επαναλαμβάνω, με λογική και σύνεση.
Ακόμα κι αν προσφέρεις όλα όσα έχεις, δεν θα μπορέσεις να ελαφρύνεις ικανοποιητικά τη μεγάλη δυστυχία όλων αυτών των ανθρώπων. Από την άλλη πλευρά, έχεις να φροντίσεις την οικογένεια σου και ν’ αγωνίζεσαι ώστε να ζείτε όλοι με άνεση - όχι βέβαια και με πολυτέλεια. Αλλά φυλάξου από τον κίνδυνο της παράλογης γενναιοδωρίας και της σπατάλης. «Ει γαρ η προθυμία πρόκειται, καθό εάν έχη τις ευπρόσδεκτος, ου καθό ουκ έχει. Ου γαρ ίνα άλλοις άνεσις, υμίν δε θλίψις, άλλ’ έξ ισότητος» (Β' Κορ. 8:12-13). Επιπλέον, αν υπακούσεις στην επιθυμία σου να σκορπίσεις σ’ ελεημοσύνες ό,τι έχεις και δεν έχεις, είναι σίγουρο πως αργότερα θα μετανοιώσεις, βλέποντας τα παιδιά σου να στερούνται και τα πιο στοιχειώδη πράγματα. Και τότε θ’ αρχίσεις να βράζεις μέσα στο καζάνι μιας μεγάλης ταραχής και απογνώσεως.
Καταλαβαίνεις τώρα ότι σε όλα, ακόμα και στα καλά έργα, χρειάζεται διάκριση; Και υποψιάζεσαι άραγε ότι πίσω από την άλογη παρόρμηση μιας αδιάκριτης ελεημοσύνης κρύβεται συχνά ο εγωισμός;
Ταπείνωσε λοιπόν τον εαυτό σου και θα βρεις ειρήνη.

Τόσο η Παλαιά όσο και η Καινή Διαθήκη γράφουν πολλά για την ελεημοσύνη. Ο Θεός δείχνει ιδιαίτερη εύνοια στη φιλεύσπλαχνη καρδιά. Κάθε φορά που ένας φτωχός χτυπάει την πόρτα σου, προσπάθησε να διακρίνεις πίσω από την ταπεινή του εμφάνιση τον ίδιο το Χριστό. Θ’ άφηνες ποτέ, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, το Χριστό να χτυπάει μάταια;
Μη λησμονείς, έξαλλου, ότι «δανείζει Θεώ ό ελεών πτωχόν, κατά δε το δόμα αυτού ανταποδώσει αυτώ (ο Θεός)» (Παροιμ. 19:17).
Και ότι «ελεημοσύνη εκ θανάτου ρύεται, και αυτή αποκαθαριεί πάσαν αμαρτίαν» (Τωθ. 12:9).
Δεν έχει καμία σημασία το ηθικό επίπεδο του συγκεκριμένου φτωχού, που ζητάει τη βοήθεια μας. Αυτό αφορά το Θεό, όχι εσένα. Ποιός είσαι εσύ, για να κρίνεις τον αδελφό σου; Ο Χριστός χρησιμοποιεί το φτωχό σαν όργανο, με το οποίο δοκιμάζει την αγάπη σου για τον Ίδιο. Θα τον αποδιώξεις;
Μου γράφεις ότι είσαι αναγκασμένος να περικόψεις τα βοηθήματα που δίνεις στους φτωχούς συγγενείς σου. Εγώ θα σου συνιστούσα, πριν το κάνεις, να εξετάσεις προσεκτικά τα προσωπικά σου έξοδα, και να περιστείλεις ένα πλήθος από περιττές μικροσπατάλες. Και μην επικαλείσαι «την αδυναμία σου να ζεις σύμφωνα με τις απαιτήσεις της κοινωνικής σου θέσεως», όπως λες, πράγμα που οπωσδήποτε δεν πρέπει να επιδιώκεις. Δεν θα σε στείλει η «κοινωνική θέση» στον παράδεισο! Νομίζω πως αυτός είναι ένας φαρισαϊκός - αν όχι και κουτοπόνηρος - τρόπος, για ν’ αποφύγεις τις ευθύνες σου απέναντι στο Θεό και τους ανθρώπους. Και δεν θα σου βγει σε καλό...
Η φιλαυτία δεν είναι φυσιολογική στον άνθρωπο. Είναι η συνέπεια του προπατορικού αμαρτήματος και ασυμβίβαστη με την αληθινή θεοειδή φύση του ανθρώπου.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 111-113)

Θυμήσου, θυμήσου αγαπημένο μου παιδί όλα τα συμβάντα της ζωής μας είναι μέρος της παντελώς άγνωστης οικονομίας του Θεού.

Τώρα δεν καταλαβαίνουμε τη σημασία τους, αλλά πιο αργά θα τα καταλάβουμε. Τώρα αισθανόμαστε ότι είμαστε αδικημένοι και λοιδορούμενοι. Αργότερα θα καταλάβουμε ότι από τα πάντα θα μπορούσαμε να έχουμε ένα τεράστιο όφελος: τον ταπεινό λογισμό.

Εσύ τώρα να προσπαθήσεις να πλησιάσεις το Θεό όσο πιο πολύ μπορείς με τη προσευχή και τη άσκηση. Τήρησε το κανόνα που σου έχει δώσει ο πνευματικός σου και προσπάθησε να αισθανθείς το Θεό.

Κάνε οτιδήποτε για να Τον ζήσεις να Τον βάλεις στη καρδιά σου. Να μαλακώσει η καρδούλα σου, παιδί μου, από το άγγιγμα της χάρης, κάθε στιγμή όταν σκέφτεσαι πόσο πολύ σε αγαπάει ο Θεός και πόσο σε προστάτεψε από το ψυχικό θάνατο, προστατεύοντας σε από τις βρωμιές που φέρνουν οι δαίμονες στο μυαλό των ανθρώπων…

Ο γλυκύτατος Ιησούς να είναι πάντα στις σκέψεις σου, να είναι ένα λιμάνι στο οποίο θα επανέρχεσαι ξανά και ξανά …

Επίσης μη διστάσεις να καλείς τη Παναγία σε βοήθεια όποτε έχεις ανάγκη και όχι μόνο.

Να συνεχίσεις το δρόμο σου με θάρρος με πολύ θάρρος. Χάρισε τη καρδιά σου στο Κύριο και Εκείνος θα της δώσει όλες τις βιταμίνες και όλη τη ενέργεια που χρειάζεται για να μη καταρρεύσει. Τίποτε να μη σου φαίνεται δύσκολο.

Κάποιος Άλλος αδερφέ κυβερνάει το σύμπαν και όχι οι μεγάλοι του κόσμου τούτου…

Θάρρος, θάρρος, το βλέμμα ψηλά και θα δεις τον Κύριο, όταν θα κλάψεις, όταν θα ψάξεις με λαχτάρα, όταν θα ματώσεις, ίσως θα Τον δεις πως σου απλώνει το στέφανο με το Αγαπητικό και Παρηγορητικό χέρι Του.

Μην θλίβεσαι, μη λυπάσαι πιο πολύ από όσο πρέπει, γιατί έτσι δίνεις δικαιώματα στο πονηρό να σε χτυπάει με δύναμη…

Κάνε τη καρδιά σου μοναστήρι. Χτύπα εκεί το σήμαντρο, κάλεσε εκεί για αγρυπνία, θυμίασε και ψιθύρισε ακατάπαυτα προσευχές. Ο Θεός είναι δίπλα σου … «

(Απόσπασμα από ανέκδοτες επιστολές Αγίου Λουκά Κριμαίας προς πνευματικό του παιδί)

- Γέροντα, γιατί σήμερα δεν έχουμε υπομονή;
- Η σημερινή κατάσταση δεν βοηθάει τον κόσμο. Άλλοτε η ζωή ήταν ήρεμη και οι άνθρωποι ήταν ήρεμοι και η βιασύνη που μπήκε στον κόσμο έκανε τους ανθρώπους ανυπόμονους. Παλιά ήξερε κανείς ότι θα φάη ντομάτα τέλη Ιουνίου, δεν τον απα-σχολούσε. Περίμενε τον Αύγουστο να φάη καρπούζι. Ήξερε, τότε θα φάη σύκα, τότε θα φάη πεπόνι. Σήμερα τί γίνεται; θα πάη να φέρη ντομάτες από την Αίγυπτο νωρί¬τερα, δεν θέλει πορτοκάλλια που έχουν τις ίδιες βιταμίνες. «Βρε, παιδάκι μου, Κάνε υπομονή και φάε κάτι άλλο τώρα». Όχι, θα πάη καλά και σώνει να φέρη από την Αίγυπτο ντομάτες. Σαν είδαν έτσι, άρχισαν στην Κρήτη να βάζουν θερμοκήπια, για να βγάλουν νωρίτερα ντομάτες. Και τελικά εφτίαξαν παντού θερμοκήπια, για να τρώνε και τον χειμώνα ντομάτες. Σκοτώνονται να φτιάξουν θερμοκήπια με όλα τα είδη, για να έχουν από όλα όλες τις εποχές και να μην περιμένουν!
Εντάξει μέχρις εκεί! Αλλά προχωράνε και πιο πέρα. Αποβραδίς είναι πράσινες οι ντομάτες και το πρωί τις παρουσιάζουν κόκκινες, φουσκωμένες! Έβαλα τις φωνές σε έναν υπουργό: «Τέλος πάντων τα θερμοκήπια, του λέω. Αλλά να βάζουν ορμόνες, για να ωριμάζουν σε μία νύχτα τα φρούτα, οι ντομάτες κ.λπ., και όσοι έχουν μία ορμονική ευαισθησία, οι καημένοι, να παθαίνουν ζημιά;». Και τα ζώα τα έχουν καταστρέψει. Τί κοτόπουλα, τί μοσχάρια! Αυτά που είναι σαράντα ημερών, τα κάνουν έξι μηνών με τις ορμόνες. Τα τρώει ο άνθρωπος και τί θα ωφεληθή από αυτά; Συνέχεια ορμόνες, για να βγάζουν περισσότερο γάλα οι αγελάδες και τελικά οι παραγωγοί δεν μπορούν να το διαθέσουν. Απεργίες μετά, χύνουν το γάλα στους δρόμους, γιατί πέφτει η τιμή, και ο κόσμος πίνει γάλα ορμονούχο. Ενώ, αν τα άφηναν όπως τα έκανε ο Θεός, όλα θα πήγαιναν ομαλά και θα έπιναν και αγνό γάλα. Και με τις ενέσεις όλα άνοστα γίνονται. Άνοστα πράγματα, άνοστοι άνθρωποι, όλα άνοστα! Δεν έχει νοστιμάδα και η ζωή τους τώρα. Ρωτάς νέα παιδιά: «Τί σε αναπαύει;». «Τίποτε», σού λένε. Κοτζάμ παλληκάρια! «Τί σε ευχαριστεί να κάνης;». «Τίποτε». Που φθάνει ο άνθρωπος! Νομίζει ότι θα διορθώση τον Θεό μ' αυτά που κάνει! Την νύχτα την κάνουν ημέρα, για να γεννούν οι κότες. Και είδες κάτι αυγά; Αν έκανε ο Θεός το φεγγάρι να φέγγη σαν τον ήλιο, θα παλάβωναν οι άνθρωποι. Ενώ ο Θεός έκανε την νύχτα, για να ξεκουράζωνται οι άνθρωποι, τώρα που έφθασαν!
Χάθηκε η ηρεμία από τους ανθρώπους. Τα θερμοκήπια, οι ενέσεις στα κηπευτικά κ.λπ. οδήγησαν και αυτά τον κόσμο στην ανυπομονησία. Παλιά ήξεραν ότι θα πάνε στο τάδε μέρος με τα πόδια σε τόσες ώρες. Ένας, αν είχε πιο γερά πόδια, θα πήγαινε λίγο νωρίτερα. Μετά βρήκαν τα κάρρα. Μετά τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα κ.ο.κ. Συνέχεια προσπάθεια να βρουν άλλα μέσα πιο γρήγορα. Εφτίαξαν αεροπλάνα , που να μπορής να πάς από την Γαλλία στην Αμερική σε τρεις ώρες. Μά όταν πάη με τέτοια ταχύτητα κανείς από το ένα κλίμα στο άλλο, και μόνον η απότομη αλλαγή θα τον μπερδέψη. Βιασύνη, βιασύνη... Σιγά-σιγά θα μπαίνη στο βλήμα ο άνθρωπος, θα πατάνε την σκανδάλη, θα εκτοξεύεται το βλήμα, θα σκάη και θα βγαίνη ένας παλαβός! Που θα πάη; Εκεί θα καταλήξουν. Τρελλοκομείο!
(Λόγοι τόμος Α σελ. 134-136)

Στον άνθρωπο που έχει υγιή ψυχή αποκαλύπτονται τα μυστήρια του Θεού

Ο άνθρωπος που είναι άξιος του Θεού γίνεται έμπλεος του Αγίου Πνεύματος. Έχει την θεία χάρι. Ο Θεός εν τω μυστηρίω του Χριστού του δίδει τη χαρά, την ειρήνη, την πραότητα, την αγάπη.

Του δίδει άλλα γνωρίσματα, αυτά που λέει ο απόστολος Παύλος:

«Ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια…».

Ο Θεός δε γνωρίζει παρελθόν, παρόν και μέλλον. «Ουκ έστι κτίσις αφανής ενώπιον αυτού, πάντα δε γυμνά και τετραχηλισμένα τοις οφθαλμοίς αυτού…».

Έτσι και στον άνθρωπο που έχει υγιή ψυχή αποκαλύπτονται τα μυστήρια του Θεού και γνωρίζονται οι βουλές Του, στο βαθμό που ο Θεός το επιτρέπει.

Χρειάζονται όμως προϋποθέσεις, προκειμένου να έλθει και να μείνει η θεία χάρις μέσα στον άνθρωπο.

Μόνον αυτός που έχει ταπείνωση λαμβάνει τα δώρα αυτά από τον Θεό, τα αποδίδει στον Θεό και τα χρησιμοποιεί προς δόξαν Του.

Ο καλός, ο ταπεινός, ο ευσεβής, ο αγαπών τον Θεό, αυτός που έχει αρετή με την χάρι του Θεού δεν πλανάται. Αισθάνεται μέσα του ότι είναι πραγματικά ανάξιος κι ότι όλα αυτά του δίνονται, για να γίνει καλός, και γι’ αυτό αγωνίζεται.

Αντίθετα, η χάρις του Θεού δεν πηγαίνει στους εγωιστές, στους ανθρώπους που δεν έχουν συνείδηση τι τους γίνεται.

Ο άνθρωπος που έχει εωσφορικό εγωισμό νομίζει ότι είναι έμπλεος θείας χάριτος, αλλά βρίσκεται σε πλάνη. Είναι άνθρωπος του διαβόλου.

Η πλάνη είμαι μια ψυχολογική κατάσταση, μια εσφαλμένη κρίση στην ουσία η πλάνη έρχεται απ’ τον εγωισμό. Στον άνθρωπο που βρίσκεται σε πλάνη δημιουργούνται ψευδαισθήσεις, πειρασμικές φαντασίες και βασανίζεται.
Η πλάνη είναι πολύ δύσκολο να διορθωθεί. Διορθώνεται μόνο με την θεία χάρι.

Μπορεί να προσευχηθεί κάποιος άλλος και ο Θεός να ελεήσει τον άνθρωπο που πλανάται. Αν προσπαθήσει κι αυτός, αν πάει σε «καθρέπτη», που είναι ο καλός πνευματικός, κι εξομολογηθεί ειλικρινά, η χάρις του Θεού θα τον θεραπεύσει.

«Βίος και Λόγοι»
Αγίου Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου
Ιερά Μονή Χρυσοπηγής Χανιά, 2015, σελ. 535-536

Ο σταυρός που κουβαλάμε, είναι δώρο, είναι ευλογία, είναι ευκαιρία! Όταν το συνειδητοποιήσουμε αυτό, θα πάψει να μας βαραίνει στους ώμους μας! Θα γίνει ελαφρύς σαν φτερό! Η πορεία προς το Γολγοθά είναι πορεία σταυροαναστάσιμη! Σταυρωνόμαστε για να αναστηθούμε! Αυτή η πνευματική διαχείριση των θλίψεων και των δοκιμασιών στη ζωή μας, μας επιτρέπει να σηκώσουμε το κεφάλι στον ουρανό και προσδοκώντας τη Βασιλεία των Ουρανών, να αναφωνήσουμε ‘ Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν!’ Ναι! Έχασα τη δουλειά μου! Σταυρός! Ναι! Αρρώστησα! Σταυρός! Ναι! Έχω προβλήματα στη σχέση μου! Σταυρός! Ναι! Δεν μπορώ να κάνω παιδιά! Σταυρός! ……
Ο δρόμος για τη σωτηρία της ψυχής μας περνάει άλλωστε μέσα από το καμίνι των θλίψεων! Και γιατί να μην μπω εγώ μέσα σ’ αυτό το καμίνι; Αφού μπήκε πρώτος ο μόνος Αναμάρτητος! Εκείνος μας δίδαξε τον τρόπο διάβασης αυτής της πορείας!
Τί χρειάζεται; Αγάπη, πίστη, υπακοή στο θέλημα του Θεού, ταπείνωση, ανιδιοτέλεια, εγκράτεια, διάκριση, αμνησικακία, συγχωρητικότητα ,υπομονή! Εκείνος ανέβηκε εκούσια το Γολγοθά για να σώσει εμένα κι εγώ, τι ειρωνία! αντιδρώ στο θεικό σχέδιο της Αγάπης του Θεού και αρνούμαι να συμμετέχω και να αγωνιστώ λίγο για την είσοδο μου στην Ουράνια Πολιτεία όπου ο Κύριος έχει ετοιμάσει μονή για μένα!
Όταν λοιπόν βάλουμε το Χριστό στη ζωή μας και κάνουμε σχέση μαζί Του, θα αναλάβει Εκείνος το Σταυρό μας σαν άλλος Σίμωνας Κυρηναίος! Θα μας οδηγεί στο δρόμο της Αληθείας, στη διαδρομή μας στο Γολγοθά θα μας φωτίζει, θα μας παρηγορεί και θα μας δείχνει το δρόμο προς την Αιωνιότητα μαζί Του!
Και τότε,όλα ξαφνικά θα πάρουν άλλες διαστάσεις μέσα στην καρδιά μας! Σταυρός για μας πλέον θα είναι μόνο να απωλέσουμε το Χριστό! Μη φοβάσαι, μη λυπάσαι! Ο Χριστός αναστήθηκε! Αν χρησιμοποιήσουμε λοιπόν τις δοκιμασίες μας για πνευματική καρποφορία, θα βιώσουμε από εδώ τη Βασιλεία των Ουρανών! Και ο σταυρός που κουβαλάμε θα γίνει στεφάνι Δόξας Αιωνίου!  (Κ.Β.)

 

Η Ανάληψη του Χριστού αποτελεί μία ακόμη εμφατική αποκάλυψη της δόξας του και σταθμό κορυφαίας σημασίας στο σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου. Αφού από τη μεγάλη του αγάπη για τον άνθρωπο ο Λόγος ακολούθησε την κενωτική του πορεία και από τα ύψη της Θεότητας προσέλαβε την ανθρώπινη σάρκα, πέρασε μέσα από το Πάθος και τον πλέον ατιμωτικό θάνατο και έφτασε μέχρι των «ταμείων» του Άδη, επιστρέφει πλέον στον ουράνιο θρόνο, «συγκαθεζόμενος» του συναϊδίου Πατρός. Η βαρύτητα και οι λοιποί νόμοι της φύσης καταργούνται. Ο Κύριος της κτίσης θα συνεχίσει το απολυτρωτικό του έργο από τον ουρανό: «ο καταβάς αυτός εστιν και ο αναβάς υπεράνω πάντων των ουρανών, ίνα πληρώση τα πάντα» (Εφεσ. 4, 10). O Αρχιερέας Χριστός διήλθε τους ουρανούς (βλ. Εβρ. 4, 14), εισέδυσε στα Άγια των Αγίων, εισέδυσε στα αχειροποίητα Άγια των Αγίων, έγινε πρόδρομος της σωτηρίας μας και από τα δεξιά του Πατέρα του μεσιτεύει για μας (βλ. Ρωμ. 8, 34, Εφεσ. 2, 7, Εβρ. 6, 20).
Κατά την επίγεια παρουσία του, ο Χριστός κήρυττε διαρκώς τη λύτρωση από τη φθορά και το θάνατο τόσο με το λόγο όσο και με τα έργα του. Έτσι, αφού έδειξε με την Ανάστασή του στους μαθητές την επικράτησή του επί του θανάτου, με τη συναναστροφή του κατόπιν μαζί τους τούς έπεισε ότι ήταν εκείνος που αναστήθηκε, τελικά με την Ανάληψη τούς έκανε μάρτυρες της επιστροφής του στους κόλπους της θεότητος. Χωρίς αμφιβολία, η Ανάληψη συνιστά τη θριαμβευτική ολοκλήρωση του απολυτρωτικού του έργου του Χριστού στη Γη.
Από τον αναγνώστη του κειμένου των Πράξεων δε θα πρέπει να διαφύγει το γεγονός ότι προηγείται του γεγονότος της Ανάληψης (στ. 9-11) το ερώτημα των μαθητών του σχετικά με το χρόνο αποκατάστασης της βασιλείας του Ισραήλ (στ. 6). Αφού ο Ιησούς τούς εξήγησε ότι δεν ανήκει στην αρμοδιότητά τους η γνώση των μελλόντων, με την άνοδο στους ουρανούς τονίζει την πνευματική διάσταση του μηνύματός του. Αφού, δηλαδή, εκείνοι δεν μπορούσαν – ακόμη και μετά το υπερφυές γεγονός της Ανάστασης – να καταλάβουν τον πραγματικό χαρακτήρα της αποστολής του, ο Κύριος επιλέγει να αναληφθεί εκείνη ακριβώς τη στιγμή μέσα σε μία νεφέλη για να υπογραμμίσει την ουράνια προέλευσή του. Η παρουσία των δύο αγγέλων στο γεγονός εμφαίνει τη θεία ιδιότητα του αναληφθέντος Λόγου.
Αυτή η αγγελική παρουσία δε θα πρέπει όμως να θεωρηθεί «διακοσμητική» ούτε μόνο για να επισημανθεί η κυριότητα του Χριστού σε όλη την κτίση. Δηλώνουν στους παριστάμενους μαθητές ότι ο αναληφθείς Κύριος πρόκειται να επανέλθει στη Γη, και συγκεκριμένα με τον ίδιο τρόπο. Δίνεται έτσι μία απάντηση στο προηγούμενο ερώτημά τους και επιπλέον παρέχεται μια υπόσχεση για τη μελλοντική πορεία του σώματος των πιστών. Επιπλέον, ο τρόπος της «αρπαγής» από νεφέλη αποτελεί ένα καθαρά εσχατολογικό σημείο (πρβλ. «έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα», Α΄ Θεσσ. 4, 17). Εξάλλου, το εσχατολογικό μήνυμα της επανόδου του σύντομα θα ενισχυθεί και θα συμπληρωθεί με την αποστολή του Παρακλήτου κατά την Πεντηκοστή.
Είναι δηλαδή γεγονός ότι τόσο με την απάντηση του Ιησού όσο και με τη διαβεβαίωση των αγγέλων εγκαινιάζεται η περίοδος της εσχατολογικής αναμονής της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και η κίνηση της Εκκλησίας είναι έκτοτε «αναληπτική». Τίθεται πλέον με βεβαιότητα ο προσανατολισμός της προς την ουράνια πατρίδα.
Tο γεγονός της Ανάληψης σημαίνει και επιστέφει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο το όλο σχέδιο της Θείας Οικονομίας: ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να σώσει τον άνθρωπο, οδηγήθηκε στο πάθος και το θάνατο, αναστήθηκε και πλέον επιστρέφει δίπλα στον Πατέρα. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι διακόπτεται το έργο της Θείας Οικονομίας σ’ αυτό το σημείο: το έργο της λύτρωσης του ανθρώπου θα συνεχιστεί με την έλευση του Αγίου Πνεύματος και την αποστολή του σώματος της Εκκλησίας σε όλα τα έθνη.
Με την Ανάληψη η ανθρώπινη φύση επιστρέφει στον ουρανό, εν Χριστώ άφθαρτη, αθάνατη και ένδοξη: «και ημάς … συνήγειρεν και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις», (Εφεσ. 2, 5-6). Μέσω του Χριστού η σάρκα μας ανέβηκε στην ύψιστη βασιλεία, έγινε συγκληρονόμος του και της δωρήθηκε η αθανασία (Ιω. Χρυσοστόμου, Εις την Ανάληψιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Λόγος β΄, PG 52, 794). Μάλιστα, ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς τονίζει ότι η τιμή αυτή δεν ανήκει απρόσωπα στην ανθρώπινη φύση, αλλά στον καθέναν από εμάς ξεχωριστά (Ομιλία ΚΑ΄, Εις την Ανάληψιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, PG 151, 277A). Σύμφωνα με την Πατερική Θεολογία, εξάλλου, οι εξωτριαδικές κινήσεις της Θεότητας δεν είναι εσωστρεφείς αλλά χαρακτηρίζονται από τη θεία αγάπη. Γι’ αυτό και η επιστροφή στους κόλπους της Τριάδας φέρει μαζί της την ανθρωπινότητα.
Η δόξα του Κυρίου (της οποίας έγιναν αυτόπτες μάρτυρες) και οι επαγγελίες των δύο αγγέλων έκαναν τους μαθητές να υπερβούν τη λύπη τους για τον αποχωρισμό και να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ πλήρεις χαράς (Λουκ. 24, 52). Γι’ αυτό και την ημέρα αυτή δε γιορτάζεται ο αποχωρισμός από τον Κύριο – εξάλλου, ο ίδιος είχε διαβεβαιώσει για τη διηνεκή παρουσία του (βλ. Ματθ. 18, 20. 28, 20) – αλλά το άνοιγμα του ουρανού στην ανθρωπότητα. Γιορτάζουμε «την της φύσεως ημών ανίδρυσιν, την καταρχήν της εκάστου των πιστευόντων αναλήψεως» (Γρηγορίου Παλαμά, ό.π., 277CD).
Η Ανάληψη συνδέεται τόσο με τη βασιλική όσο και με την ιερατική (λόγω της ουράνιας μεσολάβησης) ιδιότητα του Χριστού. Η σημασία της τη συγκαταλέγει, εξάλλου, και στο Σύμβολο της Πίστεως ενώ περιλαμβανόταν ακόμη και στις πρώτες προβαπτισματικές Κατηχήσεις.
Ο Απ. Παύλος τονίζει το γεγονός της Ανάληψης και της επουράνιας δόξας του Χριστού, για να αντιμετωπίσει δοξασίες, όπως αυτή της αγγελολατρικής αίρεσης των Κολοσσών, που ήθελε τους αγγέλους να υπερέχουν του Ιησού (βλ. Κολ. 1, 15. 2, 15, 18).
Η Ανάληψη συνδέεται στενά με την Πεντηκοστή. Οι μαρτυρίες της αρχαίας Εκκλησίας μάς πληροφορούν ότι μέχρι τα τέλη του 4ου αι. υπήρχε κοινός εορτασμός των δύο γεγονότων. Γιορταζόταν, συγκεκριμένα, η ολοκλήρωση της εν σαρκί παρουσίας του Χριστού στον κόσμο Εξάλλου, μεταξύ Ανάληψης και Πεντηκοστής υπήρχε έντονη αναμονή των μαθητών για την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Ιησού.
Τέλος, με έναν έμμεσο αλλά σαφή τρόπο, στην άνοδο του Χριστού στους ουρανούς βλέπουμε να εξαίρεται και η θεμελιώδης χριστιανική αρετή της ταπείνωσης. Όπως προαναφέραμε, η κενωτική αγάπη του Θεού για το δημιούργημά του και η μέσω «αδοξίας» υπακοή του Υιού στο θέλημα του Πατέρα – χωρίς να επιβουλευθεί την εξίσωση μαζί του – τον οδήγησε «μέχρι θανάτου,θανάτου δε σταυρού». Γι’ αυτό και τελικά ο Πατέρας τον «υπερύψωσε και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα» (Φιλιπ. 2, 6-11). Εκπληρώνεται, παράλληλα, και η διδασκαλία του Ιησού ότι οι «έσχατοι έσονται πρώτοι» (Ματθ. 19, 30).

Πέτρος Παναγιωτόπουλος, Επ. Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

(Υπόμνημα εις τας Πράξεις των Αποστόλων, Π.Ν.Τρεμπέλα εκδόσεις «ο Σωτήρ»,1991, σελ.56-61, μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
...  Πραξ. 1,8 ἀλλὰ(1) λήψεσθε δύναμιν(2) ἐπελθόντος(3) τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μοι(4) μάρτυρες(5) ἔν τε Ἱερουσαλὴμ(6) καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ(7) καὶ Σαμαρείᾳ(8) καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς(9).
Πραξ. 1,8 Θα λάβετε όμως δύναμιν, όταν έλθη εις σας το Πνεύμα το Αγιον, και τότε θα γίνετε μάρτυρές μου, οι οποίοι θα διδάξετε τα περί εμού εις την Ιερουσαλήμ και όλην την Ιουδαίαν και Σαμάρειαν και έως τα πλέον μακρυνά και απομονωμένα σημεία της γης”.(Κολιτσάρας Ι.)
(1)   Η αντίθεση είναι ανάμεσα σε εκείνο το οποίο ανήκε στους αποστόλους και εκείνο το οποίο δεν ήταν της εξουσίας τους· όπως και ανάμεσα σε εκείνο το οποίο επρόκειτο να συμβεί και εκείνο το οποίο επιφυλασσόταν σε απώτερο χρόνο (Βengel, στο εξής b).
(2)   Δηλαδή όλα τα αναγκαία προσόντα, για να καταστούν αποτελεσματικοί στην αποστολική τους σφαίρα. Δες Λουκ. Κδ 49. Η δύναμη του να κάνουν θαύματα συμπεριλαμβάνεται, αλλά όχι όμως και μόνη αυτή (Hackett στο εξής h).
«Αναφέρει τα λυπηρά με εγκώμιο, λέγοντας σχεδόν, Μη φοβηθείτε· διότι θα πάρετε δύναμη» (Χρυσόστομος,Χ στο εξής).
(3)   Όταν από ψηλά θα έλθει σε σας το Άγιο Πνεύμα. Η γενική πτώση είναι απόλυτη και δεν είναι ορθή η σειρά που έχει η Βουλγάτα (λατινική μετάφραση)=δύναμιν του Αγίου Πνεύματος επελθόντος εφ’ υμάς ( Jacquier στο εξής j). Σημαίνεται με την πρόταση τόσο ο χρόνος, κατά τον οποίο θα έπαιρναν δύναμη, όσο και η πηγή της δύναμης αυτής (h).
Η δύναμη την οποία θα έπαιρναν, θα ερχόταν σε αυτούς από ψηλά, διότι «τα όπλα της εκστρατείας μας δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά για το Θεό» (Β΄Κορ. ι 4). Δεν ήταν μόνο δύναμη θαυματουργική, η οποία μόνη δεν θα μπορούσε να σώσει τον κόσμο, εφόσον αυτός με αυτήν δεν οδηγούνταν στο Χριστό. Ούτε δύναμη ευγλωττίας που συναρπάζει και με πειθώ ανθρώπινης σοφίας λόγων συμπαρασύρει τους λαούς. Ήταν δύναμη του Αγίου Πνεύματος, η οποία και τώρα ενεργεί στην εκκλησία για τους ίδιους σωτηριώδεις σκοπούς, προς τους οποίους χρησιμοποιούσαν αυτήν και οι απόστολοι. Κάθε λειτουργός του Χριστού, κάθε ιεραπόστολος και εργάτης του ευαγγελίου πρέπει να είναι ντυμένος με την ίδια δύναμη, με την οποία και οι απόστολοι. Και η δύναμη αυτή είναι περισσότερο δύναμη αγίας ζωής παρά δύναμη του να διδάσκει κάποιος την αλήθεια. Μπορεί να έχει κάποιος την μάθηση του Ωριγένη, την φιλοσοφική ικανότητα του Αυγουστίνου, την λαμπρή ευγλωττία του Χρυσοστόμου, αλλά εάν δεν έχει ντυθεί την δύναμη αυτή του Πνεύματος, σε τίποτα δεν θα συντελέσουν όλα αυτά. Πρέπει να είναι συγχρόνως και φως παντού, παρέχοντας μπροστά σε όλα τα μάτια του περιβάλλοντός του, καθημερινό παράδειγμα αυταπάρνησης και αυτοθυσίας, υπομονής πραότητας και αγάπης. Με λίγα λόγια να διαχέει την λαμπρότητα όλων των χαρισμάτων πραγματικού χριστιανικού χαρακτήρα.
(4)   Αυθεντική γραφή «μου». Αντί για το έσεσθε μάρτυρές μου. Βρίσκεται εδώ η γραφή αυτή με διπλή έννοια, δηλαδή υποκειμενική=μάρτυρες που ανήκετε σε μένα, και αντικειμενική=μάρτυρες που μαρτυρείτε για το βίο και τη διδασκαλία μου (j).
«Είναι ταυτόχρονα και προτροπή και προφητεία αδιάψευστη» (Θεοφύλακτος,Θφ στο εξής).
(5)   Με τη διδασκαλία σας και το χύσιμο του αίματός σας. Δεν είπε: Θα είστε βασιλιάδες του κόσμου· παρόλο που η βασιλεία του Θεού θα διαδιδόταν με τη μαρτυρία εκείνη (b). Το πρώτο έργο των αποστόλων, όπως εκτίθεται αυτό στις Πράξεις, ήταν να είναι μάρτυρες του Χριστού… και το ειδικότερο θέμα της μαρτυρίας τους ήταν η ανάσταση του Χριστού. Δες Πράξ. α 22,β 32,γ 15,δ 33,ε 32,ι 39-43,ιγ 31,κβ 15,κστ 16 (Bartlet στο εξής μπ).
(6)   Δημιουργείται κλιμακωτό σχήμα (b)=Ιερουσαλήμ, Ιουδαία, Σαμάρεια, έως τα έσχατα της γης.
«Όπου φοβάστε, λέει, στα Ιεροσόλυμα δηλαδή, εκεί κηρύξτε πρώτα» (Χ).
(7)   Ιουδαία σε αντίθεση με τη Σαμάρεια, σημαίνει όλες τις από τους Ισραηλίτες κατοικούμενες χώρες, δηλαδή και τη Γαλιλαία και την Περαία, ίσως επίσης και όλα τα μέρη της γης που κατοικούνταν από Ιουδαίους.
(8)   «Επειδή πριν από αυτά, είχε δώσει εντολή· Σε δρόμο εθνών μην πάτε και τα υπόλοιπα… τώρα μαζί με αυτούς (τους προερχόμενους από το Ισραήλ) κοινοποιεί το κήρυγμα και στους Σαμαρείτες και στα υπόλοιπα έθνη» (Οικουμένιος,Ο στο εξής).
(9)   Εξυπακούεται το (έσχατο) μέρος ή τέρμα (j). «Προαναγγέλλει ότι ο λόγος της ευσέβειας θα ξεχυθεί μέχρι σε όλη την οικουμένη» (Ο).
«Όπως ακριβώς δηλαδή» και άλλοτε «δεν απάντησε σε αυτά που ρώτησαν, διότι αυτό είναι σημάδι διδασκάλου, να διδάσκει δηλαδή όχι αυτά που θέλει ο μαθητής αλλά αυτά που συμφέρουν τον μαθητή, έτσι και εδώ για αυτό προλέγει αυτά που έπρεπε να μάθουν, για να μην ταραχτούν» (Χ).

Πραξ. 1,9 καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν(1) ἐπήρθη(2), καὶ νεφέλη(3) ὑπέλαβεν(4) αὐτὸν(5) ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν(6).
Πραξ. 1,9 Και αφού είπεν αυτά, ενώ εκείνοι τον έβλεπαν, υψώθηκε εις τα επάνω και ένα σύννεφον ολόφωτον τον παρέλαβε εκ των κάτω και τον απέκρυψε από τα μάτια των.
(1)   Και «εδώ το παν ανήκει στην πίστη» (Ο).
«Επειδή ούτε εδώ η όψη κατόρθωσε το παν» (Χ), όπως και στην ανάσταση. «Διότι δεν αναστήθηκε μεν όταν εκείνοι έβλεπαν, αλλά τον έβλεπαν όταν ανυψώθηκε… Διότι πράγματι, της ανάστασης το μεν τέλος το είδαν, την αρχή όμως όχι· και της ανάληψης την μεν αρχή την είδαν, το τέλος όμως όχι πλέον» (Χ).
«Διότι δεν αρκούσαν τα μάτια να δείξουν το ύψος, ούτε να διδάξουν ποιο από τα δύο συνέβη, ανέβηκε δηλαδή στον ίδιο τον ουρανό, ή και μέχρι ποιο σημείο στάθηκε» (Θφ).
«Αλλά για αυτό και στάθηκαν δίπλα τους οι άνδρες που τους δίδαξαν, ότι καταλήγει στον ουρανό· διότι η όρασή τους δεν μπορούσε να φτάσει ως το τέλος. Στην ανάσταση όμως έγινε το αντίθετο· η μεν αρχή δεν έγινε ορατή· διότι ήταν περιττό, αφού ο ίδιος ο αναστημένος εμφανιζόταν ζωντανός και το μνήμα ήταν κενό· το τέλος όμως της ανάστασης ήταν φανερό· διότι τους εμφανιζόταν ζωντανός» (Ο).
(2)   Σηκώθηκε επάνω, υψώθηκε. Δείχνει αφ’ ενός μεν ανάληψη ήσυχη και μεγαλοπρεπή, αφ’ ετέρου δε σημαίνει την αρχή αλλά και τη συνέχεια του γεγονότος, ενώ το «ανελήφθη» σημαίνει το γεγονός στο σύνολό του (j). Με το «ἐπήρθη» σημειώνεται ακριβώς η στιγμή, κατά την οποία το σώμα του Κυρίου άρχισε να υψώνεται πάνω από το έδαφος (Fillion στο εξής F). Σηκώθηκε πάνω, δηλαδή στον αέρα, αλλά όχι ακόμη στον ουρανό, όπως φανερώνει το ακόλουθο ρήμα (υπέλαβε). Για αυτό το επήρθη είναι διαφορετικό από το ανελήφθη (h).
«Με σύννεφο ανέβηκε, εκεί που ήταν προηγουμένως. Το «όπου ήταν» όμως, να μην το πάρεις ότι λέγεται τυπικά, ούτε να νομίσεις ότι έβγαλε από πάνω του τη σάρκα και ότι έχει άσαρκη όπως πριν τη θεότητά του που σαρκώθηκε» (Θφ).
(3)   «Στο σύμβολο αυτό της θείας δύναμης· διότι πουθενά δεν κάθεται κάποια άλλη δύναμη πάνω σε σύννεφο. Άκουσε… τι λέει ο προφήτης· ο Θεός κάθεται πάνω σε ανάλαφρο σύννεφο (Ησ.ιθ 1)» (Χ).
Φανερώνει λοιπόν το γεγονός «ότι έχει την ίδια τιμή με τον Πατέρα· διότι «σύννεφο και ομίχλη απλώνεται τριγύρω του», έχει ειπωθεί για τον Πατέρα (Ψαλμ. 96,2)» (Ο). «Δεν τον πήρε φωτιά, όπως στην περίπτωση του Ηλία, ούτε άρμα πύρινο, αλλά σύννεφο, το οποίο ήταν σύμβολο του ουρανού» (Χ). Για το σύννεφο ως σύμβολο της θείας παρουσίας δες Εξ. ιδ 24,ιστ 10,ιθ 9,Λευϊτ. ιστ 2,Γ΄Βασ. η 10,Ψαλμ. ιζ 10,Ιεζ. α 4 κλπ. Η νεφέλη τόσο στην Π.Δ. όσο και στην Κ.Δ. παρουσιάζεται ως όχημα του Θεού. Δες και Ματθ. ιζ 5,κστ 64 (j).
(4)   «Διότι αυτός ανέβηκε πάνω στο σύννεφο» (Χ). Η νεφέλη πήρε αυτόν από κάτω και οι απόστολοι είδαν τη νεφέλη να ανεβαίνει στον ουρανό, αλλά πάνω της ήταν ο Ιησούς (j).
(5)   «Τον Δεσπότη του ουρανού· διότι όπως ακριβώς τον βασιλιά τον δείχνει το όχημα το βασιλικό, έτσι και σε αυτόν στάλθηκε το όχημα το βασιλικό» (Χ).
(6)   Έχουμε στο χωρίο αυτό πληρέστατη αφήγηση της ανάληψης του Κυρίου. Ο Κύριος σηκώθηκε στους ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Θεού. Η ανάληψη ήταν συνέπεια της ανάστασης· ο Ιησούς νικητής του θανάτου, δεν ήταν δυνατόν πλέον να πεθάνει· έπρεπε λοιπόν να ανέβει ζωντανός στους ουρανούς. Η ανάληψη του Ιησού είναι δόγμα πίστης που βασίζεται στη Γραφή: Πράξ. α 9,β 33,γ 21. Α΄Πέτρ. γ 22,Α΄Θεσ. δ 14-16,Εφεσ. α 20,δ 10,Φιλιπ. γ 20,Κολ. γ 1,Α΄Τιμ. γ 16,Εβρ. δ 14,θ 24. Όλα τα σύμβολα πίστης, από τα αρχαιότατα γνωστά σε μας, αναφέρουν αυτήν (j).
Ο κώδικας του Βέζα γράφει: «ειπόντος αυτού νεφέλη υπέλαβεν αυτόν και απήρθη». Αναλήφθηκε στους ουρανούς ως πρόδρομος του λαού του, ο οποίος πρέπει να ακολουθήσει αυτόν και εκεί, αφού αυτός είναι η κεφαλή και ο λαός του τα μέλη του σώματός του. Ο θησαυρός μας, η ζωή μας, η αγάπη μας, η ειρήνη μας είναι εκεί, σε αυτόν και μαζί του στα δεξιά του Θεού και Πατέρα. Ας ακούσουμε τη φωνή, η οποία έρχεται προς εμάς από ψηλά από τον ουρανό και από κάτω από τη γη, από τα έργα της φύσης και από τις προτροπές της συνείδησης και από τους τάφους των αγαπημένων μας: Ας έχουμε ψηλά τις καρδιές μας. Και ας δοθεί από τον καθένα από εμάς η απάντηση: Τις έχουμε προς τον Κύριο. Αλλά «ποιος θα ανέβει στο όρος του Κυρίου; Ή ποιος θα σταθεί στον άγιο τόπο του;». Όχι μόνο οι αθώοι και αναμάρτητοι άγγελοι, αλλά και οι κοινοί θνητοί, οι οποίοι με τη χάρη του Θεού οδηγήθηκαν από τα τέλματα και τον βόρβορο της αμαρτίας στις οδούς της δικαιοσύνης και της αγιότητας και καθάρισαν τις ως τότε ακάθαρτες καρδιές και τα χέρια τους από τα αίματα και τους αισχρούς μολυσμούς και μέσω του Χριστού έγιναν «αθώοι στα χέρια και καθαροί στην καρδιά».

Πραξ. 1,10 καὶ ὡς(1) ἀτενίζοντες(2) ἦσαν(3) εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ, καὶ(4) ἰδοὺ ἄνδρες(5) δύο(6) παρειστήκεισαν(7) αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκῇ(6),
Πραξ. 1,10 Και καθώς εκείνος ανελαμβάνετο και οι μαθηταί είχαν καρφωμένα τα βλέμματα των στον ουρανόν, ιδού εστάθησαν κοντά των ντυμένοι ολόλευκα φορέματα δύο άνδρες, οι οποίοι ήσαν άγγελοι εκ του ουρανού,
(1)   Το «ως» έχει χρονική έννοια συχνά στον Λουκά (j).
(2)   Ατενίζω, εξυπακούεται τα μάτια=έχω τα μάτια τεντωμένα. Ρήμα συνηθισμένο στο Λουκά, που χρησιμοποιείται 10 φορές στις Πράξεις. Δηλώνει βλέμμα παρατεταμένο και προσηλωμένο. Οι απόστολοι παρακολουθούσαν με βλέμμα προσεκτικό και αγωνιώδες τον Κύριο να ανεβαίνει στον ουρανό, σαν να αποσπούσε και τις καρδιές τους μαζί του (j). «Διότι αυτός είναι η αγάπη μας· όπου όμως είναι η αγάπη, εκεί είναι και το βλέμμα και η καρδιά» (Cornelius a Lapide).
(3)  Είναι συχνότατη στην Κ.Δ. η περίφραση μετοχής μαζί με το ρήμα ειμί, αντί για παρατατικό. Στους Αττικούς συγγραφείς σπάνια μπαίνει αντί για παρακείμενο ή υπερσυντέλικο. Για αυτό βάσιμα θεωρούν αυτήν ως αραμαϊκό τρόπο έκφρασης (Blass στο εξής β). Η μετοχή του ενεστώτα, συνδυασμένη με τον παρατατικό ἦσαν, φανερώνει κατάσταση παρατεταμένη· η νεφέλη υπήρξε ορατή για πολύ (j).
(4)   Το «και» είναι πλεοναστικό (j). Η εβραϊκού τύπου αυτή χρήση του «και» στην απόδοση κάποιας πρότασης, με έκφραση ή ιδέα χρονική, είναι συχνή στην Κ.Δ. (h).
(5)   «Άγγελοι… αφού πήραν μορφή ανθρώπου, παρουσιάστηκαν» (Χ), «για να μην καταπλήξουν τελείως αυτούς που είχαν ήδη νιώσει κατάπληξη λόγω του παραδόξου της ανάληψης» (Ο).
«Τους αποκαλεί άνδρες, φανερώνοντας πόσο ολοκάθαρο ήταν αυτό που είδαν» (Θφ).
«Διότι ακριβώς απεικόνισαν τους εαυτούς τους σε άνδρες, για να μην πτοηθούν» (Χ).
(6)   «Επίσης, παρουσιάστηκαν δύο άνδρες, διότι με δύο ή τρεις μάρτυρες θα σταθεί κάθε λόγος» (Θφ). Δύο άνδρες με φορεσιά λευκή και αστραφτερή εμφανίστηκαν σύμφωνα με το Λουκ. κδ 4 στον τάφο κατά την ημέρα της ανάστασης, οι οποίοι από τον Ιωάννη (κ 12) χαρακτηρίζονται ως δύο άγγελοι, που κάθονταν στα λευκά στο μνημείο. Από την σύγκριση με τα χωρία αυτά βγαίνει το σαφές συμπέρασμα ότι και οι τώρα σαν άνδρες δύο με λευκό χιτώνα εμφανιζόμενοι είναι άγγελοι.
«Όπως ακριβώς είδαν ήδη αγγέλους στο μνήμα με φορεσιές αστραφτερές… έτσι και της ανάληψής του γίνεται κήρυκας άγγελος… Παντού άγγελοι γίνονται κήρυκες, όπως στη γέννηση, όπως προς την Μαρία πάλι, όπως στην ανάσταση· έτσι λοιπόν και στην ανάληψη· μάλλον όμως και κατά τη δευτέρα παρουσία, άγγελοι θα εμφανιστούν τρέχοντας μπροστά από αυτόν» (Χ).
«Το ότι είχαν λευκό φόρεμα… φανερώνει την καθαρότητα των αγγέλων» (Θφ). Υπάρχει και η γραφή «εν εσθήσεσι λευκαίς».
(7)   Αμετάβατο=πλησιάζω, στέκομαι δίπλα σε κάποιον (j). Υπάρχει και η γραφή: ώφθησαν αντί για το παρειστήκεισαν.

Πραξ. 1,11 οἳ καὶ εἶπον(1)· ἄνδρες(2) Γαλιλαῖοι(3), τί ἑστήκατε(4) ἐμβλέποντες(5) εἰς τὸν οὐρανόν; οὗτος(6) ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανόν, οὕτως(7) ἐλεύσεται(8), ὃν τρόπον(7) ἐθεάσασθε(9) αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν(10).
Πραξ. 1,11 και είπαν προς αυτούς• “άνδρες Γαλιλαίοι, διατί εσταθήκατε εδώ με τα μάτια καρφωμένα στον ουρανόν; Αυτός ο Ιησούς, ο οποίος προ ολίγου ανελήφθη εκ μέσου υμών στον ουρανόν, θα έλθη και πάλιν έτσι, όπως τον είδατε ένδοξον επάνω εις ένα σύννεφον να πηγαίνη προς τον ουρανόν”.
(1)   «Γιατί δεν τους τα λέει αυτά ο ίδιος, αλλά οι άγγελοι; Όλα τους τα είχε προείπει ο ίδιος, επομένως με τους αγγέλους υπενθύμιζε σε αυτούς αυτά που άκουσαν» (Χ).
(2)   «Άνδρες μιλούσαν σε άνδρες, και όμως δεν είχαν την ίδια ουσία μεταξύ τους» (Ο).
(3)   Η προσφώνηση άνδρες Γαλιλαίοι ή Ιουδαίοι ή Ισραηλίτες ή αδελφοί, είναι συχνότατη στις Πράξεις. Υπενθυμίζει τον κλασικό τύπο στο Δημοσθένη Άνδρες Αθηναίοι, που συναντιέται και στο Πράξ. ιζ 22. Είναι δηλωτική σεβασμού και απευθυνόμενη από αγγέλους σε ανθρώπους σημαίνει την σπουδαιότητα των λόγων που ακολουθούν (j). Οι απόστολοι και ο πρώτος χριστιανικός όμιλος προέρχονταν γενικώς από τη Γαλιλαία (Ripley).
«Φαίνονταν λοιπόν οι άγγελοι σε εκείνους αξιόπιστοι από το ότι είπαν «άνδρες Γαλιλαίοι». Γιατί αν δεν ήταν αυτό, τι χρειαζόταν τότε να μάθουν την πατρίδα τους αυτοί που την ήξεραν;» (Χ).
(4)   Ο παρακείμενος αντί για ενεστώτα.
(5)   Παρατηρώντας με πόθο, με βλέμμα ακίνητο προς τον ουρανό, τον οποίο είναι άσκοπο τώρα να παρατηρείτε, αφού πλέον ο Ιησούς δεν φαίνεται (b). Γιατί στέκεστε βλέποντας σαν ο διδάσκαλός σας να επρόκειτο να εμφανιστεί ξανά σε σας μετά από λίγο, για να μένει μαζί σας; (F).
«Δεν τους άφησαν πλέον να περιμένουν στον τόπο εκείνο και να προσδοκούν να τον δουν πάλι» (Θφ).
«Συγχρόνως όμως τα λόγια τους ήταν κολακευτικά και δεν τους άφηναν να περιμένουν αυτόν πάλι αμέσως» (Χ). Οι άγγελοι προτρέπουν αυτούς να μην εμμένουν στην άκαρπη και ανώφελη εκείνη θέα, αλλά ταυτόχρονα παρηγορούν αυτούς υπενθυμίζοντας σε αυτούς την επάνοδο του Χριστού (j).
(6)   Αυτός ο ίδιος. Ο ίδιος Ιησούς, ο οποίος «φανερώθηκε μια για πάντα και κατάργησε με τη θυσία του την αμαρτία» «θα φανεί για δεύτερη φορά, χωρίς πλέον να βαστάζει επάνω του τις αμαρτίες των άλλων, για να σώσει αυτούς που τον προσμένουν» (Εβρ. θ 26,28), ο οποίος με μορφή δούλου ήλθε για να κριθεί και να καταδικαστεί από τους παράνομους, θα έλθει πάλι με δόξα για να κρίνει τον κόσμο· αυτός ο οποίος τώρα σας έδωσε εντολές και σας ανέθεσε αποστολή, για να φέρετε σε πέρας, θα έλθει για δεύτερη φορά για να ζητήσει λόγο κατά πόσο δειχτήκατε και εσείς και οι μετά από εσάς, πιστοί δούλοι και πρόθυμοι στην εκτέλεση των εντολών του.
(7)   Ο τρόπος της επιστροφής θα είναι όμοιος με τον τρόπο της ανάληψης (j).
«Θα έρθει με τρόπο ορατό, με σύννεφο» (b). «Με ποιο τρόπο τον είδαν να πορεύεται; Με σάρκα που ψηλαφιόταν, που κρατιόταν, οι πληγές της οποίας πιστοποιούνταν με την αφή, με το σώμα εκείνο με το οποίο μπήκε και βγήκε σε αυτούς για σαράντα ημέρες» (Αυγουστίνος).
«Αν λοιπόν μεν αυτοί που έγιναν θεατές της ανάληψής του, έχουν δει τον Λόγο γυμνό από σάρκα, ας βγάλουν συμπέρασμα κάποιοι ότι με τον ίδιο τρόπο και θα έρθει αυτός. Αν όμως πληροφόρησε τους αγίους αποστόλους δείχνοντάς τους το ψηλαφητό σώμα και έτσι αναλήφθηκε, έτσι πάλι θα έλθει και δεν θα μπορούσε να διαψευστεί ο λόγος των αγίων αγγέλων σχετικά με αυτό. Αλλά ούτε και εκείνο να φανταστούν κάποιοι κακώς… ότι δηλαδή το σώμα που ενώθηκε με το Λόγο, έχει αναμιχθεί με τη φύση της Αγίας Τριάδας. Διότι είναι αδύνατον εκείνη η απόρρητη και υπερφυσική και που εννοείται πάνω από κάθε λόγο και έννοια ουσία, να μπορέσει να δεχτεί κάποια προσθήκη και μάλιστα εξωτερική και άλλης φύσης» (Κύριλλος Αλεξανδρείας).
Με την ίδια σάρκα και ουσία και με την ίδια δόξα (Βέδας).
«Με τα λόγια που λένε «Αυτός ο Ιησούς, έτσι θα έλθει» φανερώνουν ότι το σώμα που έχει προσλάβει, παραμένει σε αυτόν και σώθηκε» (Ο).
«Χάρισε σε αυτούς όχι μικρό γνώρισμα της δευτέρας παρουσίας. Διότι το «έτσι θα έλθει», αυτό φανερώνει· μαζί με το σώμα… και ότι πάλι θα έλθει έτσι πάνω σε σύννεφο για κρίση» (Χ).
Θα έλθει και πάλι με σύννεφα και συνοδευόμενος όχι από δύο, αλλά από αναρίθμητη στρατιά αγγέλων. Ανέβηκε τώρα με αλαλαγμό και με φωνή σάλπιγγας (Ψαλμ. μστ 5). Θα επιστρέψει όμως πάλι και «θα κατέβει από τον ουρανό με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού» (Α΄Θεσ. δ 16). Τώρα χάσατε αυτόν από τα μάτια σας και όπου αυτός πηγαίνει εσείς δεν μπορείτε να ακολουθήσετε αυτόν. Αλλά τότε και εσείς και όλοι οι πιστοί θα αρπαχτείτε όλοι από σύννεφο, για να συναντήσετε τον Κύριο «στον αέρα» και για να είστε πάντοτε και αιώνια μαζί του.
(8)   «Δεν θα σταλθεί, αλλά θα έλθει» (Χ). Μεταξύ της ανάληψης και της ένδοξης έλευσής του κανένα άλλο γεγονός ίσης σπουδαιότητας με τα δύο αυτά, δεν παρεμβάλλεται, για αυτό και συνένωσε και τα δύο (b).
«Με τη μορφή του ανθρώπου, με την οποία κρίθηκε και καταδικάστηκε, θα κρίνει τον κόσμο» (Αυγουστίνος). Θα έλθει κατά τη δευτέρα παρουσία του. Υπόσχεση παρήγορη, η οποία εξηγεί το Λουκ. κδ 52, σύμφωνα με το οποίο οι απόστολοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη (F).
(9)   Το μέσο ρήμα θεάομαι χρησιμοποιείται για περιπτώσεις που διεγείρουν την έκπληξη ή τον θαυμασμό (j).
(10)   «Με αυτό δείχνει ότι είναι ανάβαση η ανάληψη· διότι της σάρκας είναι η ανάληψη» (Χ).
«Δεν είπε, τον είδατε «να αναλαμβάνεται» ούτε, «να βαστάζεται»· διότι αυτό που έκανε ήταν πορεία· διότι αν πριν το σταυρό περπατούσε στα νερά, παρόλο που είχε ακόμη παθητό και βαρύ σώμα, κανείς να μην απορεί, αν μετά που πήρε αυτό το σώμα άφθαρτο, έσχιζε τον αέρα» (Σχολιαστής ανώνυμος).

Πραξ. 1,12 Τότε(1) ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος(2), ὅ ἔστιν ἐγγὺς Ἱερουσαλήμ, σαββάτου ἔχον ὁδόν(3).
Πραξ. 1,12 Τοτε οι μαθηταί επέστρεψαν εις την Ιερουσαλήμ από το όρος, που ελέγετο Ελαιών και το οποίον είναι πλησίον της Ιερουσαλήμ, εις απόστασιν ενός και κάτι χιλιομέτρου, όσον δηλαδή επετρέπετο στους Ισραηλίτας να βαδίσουν κατά την ημέραν του Σαββάτου.
(1)   «Πότε; Όταν άκουσαν» (Χ).
(2)   Όπου η αγωνία του έλαβε χώρα (b). Από εκεί άρχισε το πάθημά του με την αγωνιώδη προσευχή στη Γεθσημανή. Και στο ίδιο μέρος η δόξα του Πατέρα περιέβαλε την ανθρώπινη φύση του διασκορπίζοντας το όνειδος και τις περιφρονήσεις, τις οποίες οι Ιουδαίοι συσσώρευσαν πάνω της. Και δείχτηκε έτσι, ότι τόσο το πάθος, όσο και η ανάληψη απέβλεπαν και αναφέρονταν στον ίδιο σκοπό και το ένα υπήρξε η συνέχεια του άλλου. Το στενό μονοπάτι του Πάθους οδήγησε στη δόξα της ανάληψης. Γενική. Ελαιών=τόπος φυτευμένος με ελιές. Η λέξη δεν είναι κλασική αλλά συναντιέται στους Ο΄ (j). Υψηλή οροσειρά, ανατολικά της Ιερουσαλήμ και παράλληλη με την πόλη. Παλιά ήταν κατάφυτη από ελιές (R).
(3)   Σαββάτου οδός=η απόσταση την οποία επιτρεπόταν να βαδίζουν οι Ιουδαίοι ημέρα Σαββάτου, ξεκινώντας από το μέρος, όπου θα βρίσκονταν τη στιγμή που άρχιζε το Σάββατο. Η απόσταση αυτή ήταν 6 παλαιά στάδια δηλαδή γύρω στα 1392 μέτρα (j). Το παράγγελμα αυτό το έβγαζαν οι Ιουδαίοι διδάσκαλοι από το Εξόδου ιστ 29. Σύμφωνα με τον Επιφάνιο (Αιρέσ. 66,82) η οδός του Σαββάτου εξισωνόταν με διάστημα 6 σταδίων. Ο Ιώσηπος (Αρχ. 20,8,6, περί Ιουδ. πολ. 5,2,3) λέει ότι το όρος των ελαιών απείχε από την Ιερουσαλήμ 6 ή 5 στάδια· κατά την συριακή πεσιτώ, γύρω στα 7 στάδια (β). «Και ο Ωριγένης λέει ότι η οδός του Σαββάτου ήταν δύο χιλιάδες πήχεις» (Θφ).
Σύμφωνα με το Λουκ. κδ 50 ο Κύριος έβγαλε τους μαθητές ως τη Βηθανία, και εκεί αναλήφθηκε. Το χωριό αυτό βρίσκεται σε απόσταση 14 ή 15 σταδίων από τα Ιεροσόλυμα. Από αυτό κάποιοι «νόμισαν ότι ο Λουκάς αντιφάσκει, σαν να μπορούσε να σκεφτεί ότι ο Ιησούς είτε στο χωρίο είτε κοντά στο χωριό οδήγησε τους μαθητές για να αναληφθεί· και σαν το «προς Βηθανίαν» να σημαίνει «στη Βηθανία» (β).
Καθορίζει την απόσταση ή για να σημάνει απλώς, ότι ο τόπος όπου έλαβε χώρα η ανάληψη ήταν πολύ κοντά στα Ιεροσόλυμα ή, λιγότερο πιθανή εκδοχή, «μου φαίνεται ότι αυτά έγιναν Σάββατο· διότι δεν θα φανέρωνε έτσι και το χρονικό διάστημα, αν δεν βάδιζαν κάποια ορισμένη απόσταση οδοιπορίας κατά την ημέρα του σαββάτου» (Χ). Αλλά το διάστημα αυτό οι απόστολοι μάλλον είχαν διανύσει δύο φορές κατά την ίδια ημέρα και καμία ένδειξη στην αφήγηση δεν πείθει, ότι βρέθηκαν κατά την έναρξη του υποτιθέμενου σαββάτου στον τόπο της ανάληψης, ερχόμενοι εκεί από το απόγευμα.

katafigioti

lifecoaching