ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Με ρωτάς αν πρέπει, πριν από την εξομολόγηση και τη θεία μετάληψη, να πηγαίνεις και να ζητάς συγχώρηση από τους ανθρώπους που λύπησες , όταν ξέρεις ότι δεν θα πετύχεις τίποτα καλύτερο από την είσπραξη ειρωνιών και… «κοσμητικών επιθέτων». Νομίζω πως δεν πρέπει να εξετάζεις το θέμα τόσο τυπικά, τόσο «νομικά».
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να επιδιώκεις είναι η καθαρή αντίληψη και πεποίθηση της αμαρτωλότητός σου. Όταν αυτή θα την έχεις βιώσει, και όταν η αληθινή μετάνοια θα έχει ωριμάσει μέσα στην ψυχή σου, ίσως και εκείνοι οι άνθρωποι να έχουν υποστεί μία παρόμοια εσωτερική αλλαγή. Αν όμως γνωρίζεις πως αυτό δεν συμβαίνει και πως πράγματι θα σε ειρωνευτούν ή και θα σε βρίσουν, ζήτησε συγχώρηση από το Θεό στις προσευχές σου και από εκείνους μέσα στα μυστικά βάθη της καρδιάς σου. Πήγαινε κατόπιν στον πνευματικό και εξομολογήσου με συντριβή και μεταμέλεια. Μετά απ’ όλ’ αυτά θεώρησε ότι το θέμα έχει κλείσει και ειρήνευε.
***
Εκδηλώνεις μεγάλη ψυχική ταραχή κάθε φορά που πρέπει ν’ αναφερθείς σε σφάλματα των άλλων, προκειμένου να διαφωτιστούν περισσότερο οι δικές σου πράξεις και τα κίνητρά τους. Νιώθεις, απ’ ό,τι διαπιστώνω, τόσο μεγάλη σύγχυση και αμηχανία, όταν βρίσκεσαι μπροστά σ’ αυτή την ανάγκη, ώστε προτιμάς να παραλείπεις εντελώς την αναφορά σε περίπλοκες και δύσκολες καταστάσεις.
Αυτοί οι ενδοιασμοί όμως είναι αρρωστημένοι. Όταν κάνεις την πρέπουσα αυτοεξέταση και βλέπεις ότι, για να μου παραστήσεις κάποια κατάσταση αντικειμενικά και κατανοητά, πρέπει αναπόφευκτα ν’ αναφερθείς και σε παραπτώματα που διέπραξαν άλλοι, μη διστάζεις να το κάνεις. Κάνε το όμως ήρεμα, κατά το δυνατό χωρίς εμπάθεια, και οπωσδήποτε χωρίς διάθεση κατακριτική. Δεν θα καταδικάζεις τους συνανθρώπους σου, ούτε βέβαια θα επιδιώκεις να τους καταδικάσω εγώ, αλλ’ απλά και μόνο θα διευκρινίζεις και θ’ αποσαφηνίζεις τα γεγονότα. Ίσως έτσι θ’ απαλλαγείς από τα διλήμματα και τις φοβίες σου. Αν αντιμετωπίσεις το όλο θέμα με πίστη και ταπείνωση, ο Θεός θα σου στείλει γαλήνη και ανακούφιση.
***
Η δυσκολία που αντιμετωπίζεις στη διατήρηση της ψυχικής ηρεμίας και της πνευματικής διαύγειας πριν από την εξομολόγηση, θα εξαφανιστεί αν δεις το θέμα με ταπείνωση, χωρίς ίχνος εγωϊστικής ντροπής και χωρίς την παραμικρή διάθεση αυτοδικαιώσεως. Να συντονίσεις ολόκληρο το είναι σου, νου και καρδιά, σ’ αυτές τις τέσσερις λέξεις: Κύριε αμάρτησα, συγχώρεσέ με! Έπειτα εξομολογήσου στον πνευματικό σου πώς ακριβώς αμάρτησες, και το βαρύ ψυχικό φορτίο σου θα κάνει φτερά!
Όπως και άλλοτε σου είπα, ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός μας εξηγεί στον τρίτο τόμο της Φιλοκαλίας το πως - μετά από επίπονο αγώνα προς την πνευματική τελείωση και μετά από πολύχρονη και συστηματική εξάσκηση των ευαγγελικών αρετών - ο άνθρωπος τελικά φτάνει να δει όλες τις αμαρτίες του απλωμένες μπροστά του, αναρίθμητες, σαν την άμμο της θάλασσας. Αυτή τη θέα ο όσιος την περιγράφει σαν το πρώτο θαμπό φως, την πρώτη αναλαμπή της ταπεινώσεως.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 66-68)


Η ταπείνωση έχει μεγάλη δύναμη και διαλύει τον διάβολο. Όπου υπάρχει ταπείνωση, δεν έχει θέση ο διάβολος. Και όπου δεν υπάρχει διάβολος, επόμενο είναι να μην υπάρχουν πειρασμοί. Μία φορά ένας ασκητής ζόρισε ένα ταγκαλάκι να πη το «Αγιος ο Θεός...» Είπε το ταγκαλάκι «Αγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος», «ελέησον ημάς» δεν έλεγε. Πές: «ελέησον ημάς»! Τίποτε! Αν το έλεγε, θα γινόταν Αγγελος. Όλα τα λέει το ταγκαλάκι, το «ελέησον μέ» δεν το λέει, γιατί χρειάζεται ταπείνωση. Το «ελέησον μέ» έχει ταπείνωση, και δέχεται η ψυχή το μεγάλο έλεος του Θεού που ζητάει.
Ό,τι και να κάνουμε, ταπείνωση-αγάπη-αρχοντιά χρειάζεται. Τα πράγματα είναι απλά. Εμείς τα κάνουμε δύσκολα. Όσο μπορούμε, να κάνουμε ό,τι είναι δύσκολο στον διάβολο και εύκολο στον άνθρωπο. Η αγάπη και η ταπείνωση είναι δύσκολες στον διάβολο και εύκολες στον άνθρωπο. Και ένας φιλάσθενος που δεν μπορεί να κάνη άσκηση, μπορεί να νικήση τον διάβολο με την ταπείνωση. Σε ένα λεπτό μέσα μπορεί ο άνθρωπος να γίνη Αγγελος ή ταγκαλάκι. Πώς; Με την ταπείνωση ή την υπερηφάνεια. Τί, μήπως χρειάσθηκαν ώρες για να γίνη ο Εωσφόρος από Αγγελος διάβολος; Μέσα σε δευτερόλεπτα έγινε. Ο ευκολώτερος τρόπος για να σωθούμε, είναι η αγάπη και η ταπείνωση. Γι' αυτό από την αγάπη και την ταπείνωση να αρχίσουμε και μετά να προχωρήσουμε στα άλλα. 
Να εύχεσθε να δίνουμε συνέχεια χαρά στον Χριστό και ταγκαλάκι, μία που του αρέσει η κόλαση και δεν θέλει να μετανοηση
Ο διάβολος κυβερνάει την ματαιότητα
- Γέροντα, γιατί τον διάβολο τον λένε «κοσμοκράτορα»; Είναι πράγματι;
- Ακόμη αυτό έλειπε, να κυβερνά ο διάβολος τον κόσμο! Όταν είπε ο Χριστός για τον διάβολο «ο άρχων του κόσμον τούτον» , δεν εννοούσε ότι είναι κοσμοκράτορας, αλλά ότι κυριαρχεί στην ματαιότητα, στην ψευτιά. Αλλοίμονο, θα άφηνε ο Θεός τον διάβολο κοσμοκράτορα! Όσοι όμως έχουν δοσμένη την καρδιά τους στα μάταια, στα κοσμικά, αυτοί ζουν υπό την εξουσία «τού κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου» . Ο διάβολος δηλαδή κυβερνάει την ματαιότητα και τους ανθρώπους που είναι κυριευμένοι από την ματαιότητα, από τον «κόσμο». «Κόσμος» τί θα πή; Δεν θα πη κόσμημα, μάταιο στολίδι; Όποιος λοιπόν είναι κυριευμένος από την ματαιότητα είναι υπό την κατοχή του διαβόλου. Η αιχμαλωτισμένη καρδιά από τον μάταιο κόσμο διατηρεί και την ψυχή ατροφική και τον νού σκοτισμένο. Τότε, ενώ φαίνεται κανείς ότι είναι άνθρωπος, στην ουσία είναι πνευματικό έκτρωμα.
Μου λέει ο λογισμός ότι ο μεγαλύτερος εχθρός της ψυχής μας ακόμη και από τον διάβολο είναι το κοσμικό πνεύμα, γιατί μας παρασύρει γλυκά και μας πικραίνει τελικά αιώνια. Ενώ, αν βλέπαμε τον ίδιο τον διάβολο, θα μας επίανε τρόμος, θα αναγκαζόμασταν να καταφύγουμε στον Θεό και θα εξασφαλίζαμε τότε τον Παράδεισο. Στην εποχή μας, πολύς «κόσμος» -κοσμικό πνεύμα - μπήκε στον κόσμο και αυτός ο «κόσμος» θα τον καταστρέψη. Έβαλαν οι άνθρωποι μέσα τους τον «κόσμο» και διώξανε από μέσα τους τον Χριστό.
- Γέροντα, γιατί δεν καταλαβαίνουμε πόσο κακό κάνει το κοσμικό πνεύμα και παρασυρόμαστε από αυτό;
- Γιατί το κοσμικό πνεύμα μπαίνει σιγά-σιγά, όπως ο σκαντζόχοιρος μπήκε στην φωλιά του λαγού. Στην αρχή ο σκαντζόχοιρος παρακάλεσε τον λαγό να βάλη λίγο το κεφάλι του μέσα στην φωλιά του, για να μη βρέχεται. Μετά έβαλε το ένα πόδι, μετά το άλλο, και τελικά μπήκε ολόκληρος, και με τα αγκάθια του έβγαλε τελείως έξω τον λαγό. Έτσι και το κοσμικό φρόνημα μας ξεγελάει με μικρές παραχωρήσεις και σιγά-σιγά μας κυριεύει. Το κακό λίγο-λίγο προχωράει. Αν ερχόταν απότομα, δεν θα ξεγελιόμασταν. Βλέπεις. Αν θέλης να ζεματίσης έναν βάτραχο, πρέπει να του ρίξης λίγο-λίγο το ζεματιστό νερό. Αν το ρίξης απότομα όλο μαζί, πετιέται και φεύγει, γλυτώνει. Ενώ, αν του ρίξης λίγο καυτό νερό, στην αρχή θα το τινάξη λίγο από την πλάτη του και μετά θα το δεχθή. Αν του ρίξης ακόμη λίγο, πάλι θα το τινάξη λίγο, και σιγά-σιγά θα ζεματιστή, χωρίς να το καταλάβη. «Βρε, βάτραχε, αφού σου έρριξε λίγο καυτό νερό, σήκω και φύγε!». Δεν φεύγει. Φουσκώνει-φουσκώνει και μετά ζεματιέται. Έτσι κάνει και ο διάβολος, μας ζεματίζει λίγο-λίγο, και τελικά, χωρίς να το καταλάβουμε, βρισκόμαστε ζεματισμένοι!

(Λόγοι τόμος Α σελ. 67-70)

Με ρώτησαν αν συγχωρώ και διαπίστωσα ότι η απάντηση σε αυτή την ερώτηση δεν είναι απλή. Η ειλικρινής πηγαία συγχώρεση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Έκανα κάποιες σκέψεις και εντόπισα το βαθμό της συγχώρεσης που έχω μέσα μου.
Ήμουν και είμαι σε ένα βαθμό ένας άνθρωπος με ενοχές, όχι τόσο από τον τρόπο που μεγάλωσα όσο λόγω χαρακτήρα. Από παιδί συνήθιζα να ενοχοποιώ τον εαυτό μου για οποιαδήποτε αρνητικό συνέβαινε, και να αναζητώ το ποσοστό του λάθους που έκανα ή τι δεν έκανα σωστά και τα πράγματα οδηγήθηκαν σε ένα κακό αποτέλεσμα.
Οι ενοχές είναι ένας κακός σύμβουλος για να μεγαλώσει ένα παιδί και αυτό αποδείχθηκε όταν βγήκα από το στενό πυρήνα της οικογένειας στη πραγματική ζωή. Τότε ήρθαν τα δύσκολα. Οι άνθρωποι που συνάντησα ήταν ιδιαίτεροι και εγώ προσπαθούσα να τους διορθώσω παίρνοντας απάνω μου ευθύνες που δεν μου αναλογούσαν.
Δεν επιθυμούσα τις συγκρούσεις και τις απέφευγα αποδίδοντας στον εαυτό μου την αιτία για την οποία δημιουργήθηκαν.
Έδειχνα ότι έκανα υπομονή, όμως κατά βάθος μέσα μου «έβραζα», ένοιωθα ένα τσαλάκωμα ψυχής, αισθανόμουν ότι από κάπου έπρεπε να δραπετεύσω. Ουσιαστικά δεν συγχωρούσα, έκανα απλά υπομονή, και είχα κλειστεί σε ένα ψυχικό καβούκι. Οδηγήθηκα σε μια ιδιότυπη εσωστρέφεια με στοιχεία κατάκρισης και μνησικακίας. Ανέπτυξα μια υπεραισθησία με στοιχεία αυτοκαταστροφικά και ακυρωτικά για τον ίδιο μου τον εαυτό.
Ψάχνοντας μέσα μου, διαπίστωσα ότι το αίσθημα εκείνο που με μπλόκαρε και δημιουργούσε όλο αυτό το ψυχικό μόρφωμα, ήταν ο φόβος. Είχα φοβηθεί πάρα πολύ – εύλογα ίσως – αλλά αυτό μου στερούσε την αγάπη, την πραγματική ενότητα στις σχέσεις, την καθαρή ματιά στα δεδομένα της ζωής. Υπερβολές, κινδυνολογίες, μηδενιστικές τάσεις με έκαναν να κλείνομαι στον εαυτό μου. Ωστόσο μέσα μου δούλευαν κατακριτικά όλα αυτά και στην πραγματικότητα δεν συγχωρούσα, αντιθέτως έψαχνα αφορμές να αποδείξω τα λάθη των άλλων «κουνώντας το δάκτυλο». Ώσπου αντιλήφθηκα ότι αυτά τα πράγματα δεν λύνονται με αυτό τον τρόπο.
Ο πνευματικός αγώνας μπήκε στη ζωή μου τη στιγμή που τον χρειαζόμουν περισσότερο.
Η ζωή μου μέσα στην εκκλησία με μαθαίνει να πατάω στα πόδια μου, να αγαπώ το εαυτό μου, να προσπαθώ και ας κάνω και λάθη, να μη περιμένω τίποτε από τους άλλους, να δίνω απροϋπόθετα , να ξεχνάω ότι με ταπεινώνουν. Τα πάθη των άλλων ανθρώπων δεν τα κάνω δικά μου πάθη. Προσπαθώ με μια σταθερότερα και ευθύτητα στη συμπεριφορά να τους αποδεχθώ ως επιλογές του Θεού στη ζωή μου, να αναδείξω τα θετικά τους στοιχεία. Κρατάω τις αποστάσεις εκεί που πρέπει, διαφυλάσσοντας την πνευματική μου υγεία, και ταυτίζομαι όταν υπάρχει ανάγκη.
Έτσι περιορίζεται μέσα μου η μνησικακία, μειώνονται οι κακοί κατακριτικοί λογισμοί. Δεν παίρνω τα πράγματα προσωπικά, δεν δίνω περισσότερη σημασία από ότι πρέπει σε οτιδήποτε.
Η Αγία Γραφή, τα πνευματικά κείμενα, περιέχουν μαθήματα ζωής - μιας όμορφής ζωής - που επέλεξα να ζήσω.
Όλα αυτά δεν τα θεωρώ πνευματικά κατορθώματα αλλά μια συνεχή πορεία, με πισωγυρίσματα πολλές φορές, αλλά με συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Οχυρώνω την ψυχή μου με πίστη και μέσα σε όλη αυτή την προσπάθεια ένοιωσα την αγάπη του Θεού να αγγίζει γλυκά την ψυχή μου. Μια ασυνήθιστη κατάσταση μέθης από αγάπη, μιας αγάπης αλλιώτικης, με γέμισε , με ολοκλήρωσε και έτσι σιγά σιγά ο φόβος φεύγει και δίνει τόπο στην αγάπη για τους άλλους, τα δάκρυα λύπης γίνονται δάκρυα χαράς. Εξάλλου γιατί να φοβάμαι πια αφού έχω μαζί μου τον Κύριο μου.
Δεν ξέρω αν ο Κύριος μου έδωσε αγάπη και έτσι μειώθηκε ο φόβος ή μείωσε μέσα μου το φόβο και έτσι ήρθε η αγάπη. Εκείνος ξέρει. Εκείνο που μπορώ να πω είναι ότι αυτά τα δύο λειτουργούν μέσα μου αντιστρόφως ανάλογα και μέσα σε αυτή τη πορεία μετασχηματισμού εντόπισα την συγχώρεση.
Δεν ευθύνεται κανένας αν δεν μπόρεσα να σκεφτώ με αυτό τον τρόπο νωρίτερα και άφησα τον εαυτό μου ευάλωτο στο φόβο. Γι’ αυτό δεν αποδίδω καμία ευθύνη σε κανένα. Για όσα έζησα ευθύνομαι μόνο εγώ. Γι’ αυτό και συγχωρώ.
Σήμερα μετά από τέσσερα χρόνια πνευματικής ζωής αισθάνομαι ότι η ψυχή μου σμιλεύτηκε, μαλάκωσε τόσο πολύ που τολμώ να πω ότι ενώ οι δύσκολοι άνθρωποι της ζωής μου με πόνεσαν πολύ , με ευεργέτησαν ταυτόχρονα. Χωρίς αυτούς δεν θα γνώριζα αυτό το άλλο με το οποίο ζω μαζί. Τους αγαπώ , είναι οι άνθρωποι μου! Ας είναι ευλογημένοι!!

Μ.Ψ.

π. Συμεών Κραγιόπουλος (†). 

Το άγχος είναι ανύπαρκτο. Οι άνθρωποι μόνοι τους δημιουργούν το άγχος, όπως και τόσα άλλα· και πρέπει να το προσέξουμε αυτό. Όλα τα δημιουργεί ο άνθρωπος με τη λαθεμένη στάση του απέναντι στον Θεό.

Το μεγάλο κακό στη ζωή δεν είναι το οποιοδήποτε κακό μας συμβεί. Το μεγάλο κακό είναι αν, το οποιοδήποτε πράγμα μας συμβεί, δεν το αντιμετωπίσουμε σωστά. Αν το αντιμετωπίσουμε ως άνθρωποι του Θεού, κάτω από την πρόνοια του Θεού, ως κάτι το οποίο το ξέρει ο Θεός, το ελέγχει ο Θεός και το επιτρέπει για το καλό μας, αν το αντιμετωπίσουμε, με τις γνώσεις τις πνευματικές που έχουμε, ως κάτι το οποίο θα μας ωφελήσει, δεν μπορεί καθόλου να μας βλάψει, και δεν δημιουργείται τότε άγχος.

Το άγχος το έχουν οι μεγάλοι, καθώς αρχίζουν λίγο-λίγο να συνειδητοποιούν την ευθύνη που έχουν για τον εαυτό τους, την ευθύνη τους μέσα στη ζωή. Όταν ο άνθρωπος εμπιστευθεί στον Θεό, δεν έχει άγχος. Και αυτό είναι κάτι που μπορεί να γίνει. Σας παρακαλώ να το προσέξουμε. Δεν είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει. Μπορεί να γίνει. Οποιοσδήποτε άνθρωπος, οποιαδήποτε προβλήματα ή δυσκολίες κι αν έχει, μπορεί να εμπιστευθεί στον Θεό έτσι όπως εμπιστεύεται ένα μικρό παιδί στον πατέρα του· διότι έτσι σε αναλαμβάνει ο Θεός. Ή, μάλλον, πολύ περισσότερο! Πολύ περισσότερο φροντίζει ο Θεός για τον άνθρωπό του απ’ ό,τι οι γονείς φροντίζουν για το παιδί τους. Και πολύ περισσότερο απ’ ό,τι το παιδί νιώθει ξένοιαστο στην αγκάλη των γονέων του, νιώθει ξένοιαστος ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος θα αφεθεί στον Θεό με τη βεβαιότητα ότι ξέρει ο Θεός. Όχι ότι δεν θα κάνει τις δουλειές του. Θα κάνει τις δουλειές του, θα βάλει το μυαλό του να σκεφθεί, θα ιδρώσει, θα κουραστεί. Δεν είναι η δουλειά, δεν είναι ο ιδρώτας που τρώει τον άνθρωπο, δεν είναι η κούραση, γενικώς, που εξαντλεί τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο τον εξαντλεί, τον τρώει αυτό το άγχος, που κυρίως ο σημερινός άνθρωπος έχει.

Εκείνο που χρειάζεται να δώσει κανείς είναι ο εαυτός του. Αυτό θέλει ο Θεός. Άμα δεν δώσουμε τον εαυτό μας στον Θεό, αλλά εμείς κουμαντάρουμε, διαφεντεύουμε και είμαστε κύριοι του εαυτού μας, ανάπαυση δεν θα βρει ο εαυτός μας, θα άγχεται.

Πρέπει να αφεθούμε στον Θεό. Εκείνος τα έχει όλα στα χέρια του. Ο άνθρωπος, όσο κι αν προσέξει, όσο κι αν προσπαθήσει να προλάβει και να οικονομήσει τα πράγματα, πάντοτε θα βρίσκεται σ’ ένα αδιέξοδο. Ο Θεός είναι που έχει τα πάντα στα χέρια του και αυτός τα κανονίζει. Αφήνεσαι λοιπόν στον Θεό και δεν σε τρώει καθόλου κανένα άγχος, μην τυχόν δεν τα καταφέρει ο Θεός. Και την ώρα ακόμη που πάνε τόσο στραβά τα πράγματα, ώστε να νομίζεις ότι από στιγμή σε στιγμή θα χαθούν τα πάντα, και πάλι είσαι αναπαυμένος με τον Θεό. Διότι για τον Θεό δεν υπάρχει ούτε θάνατος ούτε αδιέξοδο ούτε τίποτε.

Ο άνθρωπος, μόνο όταν συμφιλιωθεί με τον εαυτό του, όταν τα πάει καλά με τον εαυτό του και μπορεί να ζήσει με τον εαυτό του –να κάνει συντροφιά ατέλειωτη με τον εαυτό του, χωρίς να έχει προβλήματα– τότε μόνο μπορεί να έχει ειρήνη. Όταν συνέχεια τον κυνηγά ο εαυτός του, όταν φοβάται να μείνει με τον εαυτό του, πώς μπορεί να έχει ειρήνη και να μην έχει άγχος; Αυτό είναι το μεγάλο θέμα, το μεγάλο πρόβλημα του σημερινού ανθρώπου: δεν μπορεί να μείνει λίγο με τον εαυτό του. Γι’ αυτό και αποφεύγει τη σιωπή, την ησυχία, την περισυλλογή, την απομόνωση με την καλή έννοια.

Το άγχος, σε τελευταία ανάλυση, δημιουργείται, επειδή δεν γίνεται το δικό μας. Αλλιώς, δεν άγχεται ο άνθρωπος· να το ξέρετε αυτό. Το άγχος προέρχεται από το ότι τελικά δεν γίνεται αυτό που θέλω εγώ· δηλαδή δεν γίνεται αυτό που θέλει το εγώ μου, δεν ικανοποιείται η φιλαυτία μου. Ο ταπεινός άνθρωπος αποκλείεται να έχει άγχος.

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «Άγχος. Πώς δημιουργείται και πώς θεραπεύεται», Ι. Γυν. Ησυχαστήριον «Το Γενέσιον της Θεοτόκου», Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2015 (αποσπάσματα).

(Στυλιανού Παπαδόπουλου, Πατρολογία τόμος Α). 
Ο Θεοφόρος Ιγνάτιος είναι ο πρώτος Πατήρ και Διδάσκαλος της Εκκλησίας, όπως είναι και ο πρώτος μεγάλος θεολόγος μετά τους αποστόλους. Η αλήθεια, η αμεσότης και η βεβαιότης των λόγων του παρέχουν την εντύπωση αποστολικού πράγματι άνδρα. Με τον Ιγνάτιο η Εκκλησία προχωρεί στη θεολογική θεμελίωση της πορείας της και αντιμετωπίζει τα προβλήματά της όχι πλέον περιστασιακά και πρακτικά (Κλήμης, Διδαχή), αλλά κυρίως θεολογικά. Εγκαινιάζεται λοιπόν η τακτική που θα ισχύση σ’ ολόκληρη την πορεία της Εκκλησίας: Τα ζωτικά προβλήματα λύνονται με θεολογική προσπάθεια για τη φανέρωση της αληθείας προς την οποία σχετίζονται. Η Εκκλησία στο πρόσωπο του Ιγνατίου ξεπερνά το στάδιο της εύκολης ηθικολογίας και αρετολογίας, που ανέπνεε στα πλαίσια του ιουδαϊσμού και του ελληνισμού. Ακόμη ευρύτερα, ο Ιγνάτιος έδειξε ότι ο χριστιανός θεολόγος μπορεί να χρησιμοποιή τη γλώσσα του συγχρόνου του πνευματικού κλίματος (ιουδαϊκού, γνωστικού, ελληνικού), χωρίς ουσιαστικά να επηρεάζεται από αυτό. Η θεολογία της Εκκλησίας είναι δρόμος ιδιαίτερος με προϋποθέσεις και προοπτικές, τις οποίες πρέπει ν’ αναζητή κανείς στο χώρο της εκκλησιαστικής αληθείας. Έτσι ο Ιγνάτιος - και στο πρόσωπό του η Εκκλησία - υπερνικά οριστικά το κλίμα του ιουδαϊσμού και προχωρεί στη δημιουργία μιας άλλης θεολογίας, της θεολογίας της Εκκλησίας, που δεν έχει ότι θα χαρακτηρίζαμε συστηματικό τρόπο εκφάνσεως ή σχολαστική ανάλυση των εννοιών και των θεμάτων.

Θεολογική προσφορά. Η θεολογία του Ιγνατίου, που φέρει τη σφραγίδα του μεγάλου έργου, είναι γνήσια κι έγινε φρόνημα, ήθος και Παράδοση της Εκκλησίας, διότι είναι ποιμαντική, συνιστά έκφραση και συνέχεια της αποστολικής Παραδόσεως και δημιουργήθηκε με την καθοδήγηση του αγ. Πνεύματος, καθώς ο ίδιος βεβαιώνει. Αυτή μπορεί να διακριθή σε τρία σημεία: Θεολογία του επισκοπικού λειτουργήματος. Θεολογία της ενότητος της Εκκλησίας. Και θεολογία του ευχαριστιακού ρεαλισμού.

α. Στην πρώτη ωδηγήθηκε, διότι πολλοί πιστοί δε θεωρούσαν αναγκαίο να μετέχουν στην Ευχαριστία, την οποία τελούσε ο επίσκοπος του τόπου. Άρα οι πιστοί αμφέβαλλαν και δίσταζαν να δεχθούν τη μοναδικότητα και αποκλειστικότητα του επισκόπου σε κάθε τόπο, και γι’ αυτό είχαν προβή στη δημιουργία ομάδων με δική τους φυσικά ευχαριστία. Έτσι ο επίσκοπος και το λειτούργημά του στην Εκκλησία γινόταν αξίωμα επιφανειακό, χωρίς θεολογική θεμελίωση και αποκλειστικότητα (=ήταν το μεγάλο πρόβλημα της εποχής ήδη από τους χρόνους του Κλήμεντα Ρώμης). Ο Ιγνάτιος αντιμετωπίζει ριζικά - θεολογικά το πρόβλημα, συνδέοντας την εγκυρότητα της Ευχαριστίας με τον επίσκοπο, που είναι «εγκεκραμένος» με το Χριστό, όπως πρέπει να είναι με τον επίσκοπο και οι πιστοί. Ο επίσκοπος είναι αναντικατάστατος, διότι στην Εκκλησία ενεργεί ως εκπρόσωπος του Θεού, διότι είναι «τύπος του Πατρός» (Τράλ. 3, 1), η συνέχεια του έργου του Κυρίου και των αποστόλων.

β. Η θεολογία της ενότητος είναι το επόμενο βήμα. Ο επίσκοπος γίνεται το αισθητό και πραγματικό σημείο της ενότητος της Εκκλησίας. Ο σύνδεσμος με τον επίσκοπο είναι προϋπόθεση της ενώσεως του ανθρώπου με το Θεό και συγχρόνως απόδειξη της ενώσεως αυτής, δηλ. απόδειξη ότι ο άνθρωπος αυτός ανήκει στην Εκκλησία. Εάν δεν έχωμε την ενότητα των πιστών με τον επίσκοπο, δεν έχομε και την «καθολικήν Εκκλησίαν». «Όπου αν φανή ο επίσκοπος, εκεί το πλήθος έστω, ώσπερ όπου αν η Χριστός Ιησούς, εκεί η καθολική εκκλησία» (Σμυρν. 8). Ο Ιγνάτιος είναι ο πρώτος εκκλησιαστικός συγγραφέας που χρησιμοποιεί τον πολυσήμαντο όρο «καθολική εκκλησία», όπως επίσης και τους όρους «χριστιανισμός» (Μαγν. 10,3) και «Ευαγγέλιον» {Σμυρν. 7,2 κ.ά.) (προς δήλωση των τεσσάρων κειμένων—Ευαγγελίων).
γ. Στη θεολογία του ευχαριστιακού ρεαλισμού φθάνει ο Ιγνάτιος, αντιμετωπίζοντας τις δοκητικές αντιλήψεις, που είχαν εισχωρήσει σε κύκλους εκκλησιαστικούς και που σύμφωνα με τις οποίες ο Χριστός έπαθε φαινομενικά μόνο. Η πραγματικότης του πάθους και της αναστάσεως του Κυρίου είναι απαραίτητη προϋπόθεση της πραγματικής παρουσίας αυτού στην Ευχαριστία. Την πραγματικότητα γενικά της σχέσεως πιστού και Χριστού, η οποία με την Ευχαριστία γίνεται κυριολεκτικά ανάκραση, χαρακτηρίζομε ευχαριστιακό ρεαλισμό.
Ο ρεαλισμός αυτός, που είναι πράγματι διάχυτος και εντυπωσιακός σε όλα τα ιγνατιανά κείμενα, έγινε αιτία να ομιλούν οι ερευνητές περί μυστικισμού του Ιγνατίου. Δεν πρόκειται όμως περί μυστικισμού, που έχει στάδια και βαθμούς άγνωστα στον Ιγνάτιο, αλλά περί συγκλονιστικού, φλογερού και άμετρου ενθουσιασμού για την ένωσή του (ή μάλλον την ανάκρασή του) με τον Κύριο, η οποία θα κορυφωθή στο μαρτύριο, προς το οποίο βαδίζει ως διψασμένη έλαφος. Η αγάπη για τον Κύριο και το πραγματικό της ενότητος με αυτόν κατακαίουν τον Ιγνάτιο και τον μεταμορφώνουν σε θεοφόρο. Η θεολογία του Ιωάννου και του Παύλου συναντώνται στο πνεύμα του Ιγνατίου, ο όποιος τώρα προχωρεί στη θεολογία της ενώσεως με τον Κύριο και στη θεολογία του μαρτυρίου.
Ο πρώτος Πατήρ και Διδάσκαλος της Εκκλησίας είναι και ο πρώτος εκκλησιαστικός συγγραφέας, που εξαρτά τη θεολογία του, τη διδασκαλία του, από το φωτισμό και την καθοδήγηση του Θεού. Η απάντηση του Ιγνατίου σε προβλήματα που αφορούν τη θεία αλήθεια είναι αποτέλεσμα φωτισμού. Εκφράζει «γνώμη» σε τέτοια ζωτικά, σωτηριολογικά θέματα, μόνο «εάν — όπως γράφει ο ίδιος — ο Κύριός μοι αποκάλυψη τι» (Εφεσ. 20, 1). Βεβαιώνει τους Φιλαδελφείς (7) ότι όσα είπε για την ενότητα τους με τον επίσκοπο του τα φανέρωσε το Πνεύμα• προϋπόθεση επομένως της θεολογίας για τον Ιγνάτιο είναι όχι μόνο το ενδιαφέρον για τα ζωτικά προβλήματα των πιστών, αλλά και ο φωτισμός του αγ. Πνεύματος.
Γενικά το έργο του Ιγνατίου σημαίνει σπουδαίο και τολμηρό βήμα στην πορεία του βίου της Εκκλησίας. Σε αντίθεση προς τον Κλήμεντα Ρώμης και τη Διδαχή εδώ έχομε: Σαφή την ιεραρχική οργάνωση της Εκκλησίας και πλήρη, διότι για πρώτη φορά εμφανίζονται διακεκριμένα ο επίσκοπος, ο πρεσβύτερος και ο διάκονος. Η αντίληψη για την ταχεία έλευση του Κυρίου υποχωρεί απόλυτα στη θεολογία της ενότητος του ανθρώπου με το Χριστό. Η ΚΔ γίνεται η κυρία πηγή των εκκλησιαστικών συγγραφέων. Η χριστολογία είναι ευρύτερη και πληρέστερη, όπως μαρτυρούν οι στίχοι που ακολουθούν.
«Εις ιατρός εστί,
σαρκικός και πνευματικός,
γεννητός και αγέννητος,
εν σαρκί γενόμενος Θεός…
και εκ Μαρίας και εκ Θεού
πρώτον παθητός και τούτο απαθής,
Ιησούς Χριστός ο Κύριος ημών» (Εφες.7,2)
«Άρτον Θεού Θέλω, ο εστί σάρξ Χριστού…
και πόμα Θεού θέλω, το αίμα αυτού,
ο εστίν αγάπη άφθαρτος» (Ρωμ. 7,5)
τον υπέρ καιρόν (=Ιησούν) προσδόκα,
τον άχρονον, τον αόρατον,
τον δι ημάς ορατόν,
τον αψηλάφητον, τον απαθή.
Τον δι ημάς παθητόν» (Πολυκ. 3,2)

ΒΙΟΣ
Σπανίως η ιστορία διέσωσε τόσα λίγα βιογραφικά στοιχεία για ένα τόσο μεγάλο άνδρα. Οι Επιστολές του Ιγνατίου είναι σχεδόν οι μόνες πηγές του βίου του. Αλλ’ επειδή τα κείμενα αυτά δεν είναι ιστορικά-βιογραφικά, γνωρίζομε ελάχιστα για το συντάκτη τους, παρά τη σχετική συμβολή του ιστορικού Ευσεβίου και του πολύ μεταγενέστερου Μαρτυρίου του Ιγνατίου.
Ο Ιγνάτιος υπήρξε δεύτερος επίσκοπος Αντιόχειας. Η επισκοπία του αρχίζει από το 70 μ.Χ. Η γνωριμία του με αποστόλους είναι βέβαια. Το περιβάλλον στο οποίο γεννήθηκε και μορφώθηκε ήταν μάλλον ελληνικό, καθώς μαρτυρεί το ανεπτυγμένο γλωσσικό αισθητήριο των Επιστολών του. Τα κείμενα γενικά του Ιγνατίου προϋποθέτουν όχι μόνο καλή παιδεία, αλλά και αξιόλογο συγγραφικό τάλαντο με σαφή κλίση κι επιτυχία στον ποιητικό λόγο. Στην Αντιόχεια, που σαν άσημο χωριό υπάγεται σήμερα στην Τουρκία, κοντά στα σύνορά της με τη Συρία, είχε τη δυνατότητα ως νέος ο Ιγνάτιος να γνωρίση τα φιλοσοφικά και τα θρησκευτικά ρεύματα της εποχής του. Σε ποιά ηλικία έγινε επίσκοπος δε γνωρίζομε. Σίγουρα όμως το κύρος του και η πνευματική του εξουσία ξεπερνούσαν τα όρια της Αντιόχειας και κάλυπταν ολόκληρη τη Συρία, ενώ η φήμη του ήταν ακόμη ευρύτερη. Τούτο φαίνεται από το μεγάλο σεβασμό και την απέραντη εμπιστοσύνη, που του έδειξαν οι μικρασιάτες και οι ρωμαίοι χριστιανοί. Πρόκειται λοιπόν για επίσκοπο οικουμενικού κύρους. 
Στο διωγμό του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού συλλαμβάνεται κα καταδικάζεται σε κατασπαραγμό από θηρία στο Κολοσσαίο της Ρώμης. Πότε ακριβώς έγινε ο διωγμός αυτός δε γνωρίζομε. Ασφαλώς όμως συνέβη μεταξύ των ετών 107 και 117. Τότε ωδηγήθηκε ο Ιγνάτιος στη Ρώμη με τη συνοδεία στρατιωτών, που τους ονομάζει «λεοπάρδους». Έκανε όμως ενδιάμεσους σταθμούς στις μικρασιατικές πόλεις Φιλαδέλφεια, Σμύρνη και Τρωάδα, από την οποία συνέχισε το ταξίδι του μέσω Φιλίππων (Νεαπόλεως Μακεδονίας), Δυρραχίου (Αλβανίας) και Πρίντεζι (Ιταλίας). Στη Ρώμη έγινε βορά των θηρίων, αφού είχε θερμά ικετεύσει να μη φροντίσουν οι ρωμαίοι χριστιανοί για την αποτροπή του μαρτυρίου του. Το επίθετο «θεοφόρος», που χρησιμοποιεί για τον εαυτό του ο Ιγνάτιος, δεν έχει ερμηνευθή. Κατά την παράδοση θεοφόρος είναι, διότι υπήρξε το παιδί εκείνο που σήκωσε στα χέρια του ο Κύριος σαν υπόδειγμα αθωότητος (Ματθ. 18,1) ή διότι μετά το μαρτύριό του είδαν οι χριστιανοί χαραγμένο στο στήθος του το όνομα του Χριστού. Προφανές όμως είναι ότι θεοφόρος αυτοαποκλήθηκε, διότι ζούσε κατ’ εξοχήν το Χριστό και είχε συνείδηση της ρεαλιστικής σχέσεώς του με το Χριστό. Τη μνήμη του Θεοφόρου Ιγνατίου τιμά η μεν Ορθόδοξος Εκκλησία στις 20 Δεκεμβρίου, η δε Ρωμαϊκή την 1η Φεβρουάριου.
ΕΡΓΑ
Στις τελευταίες ημέρες της ζωής του ο Ιγνάτιος έγραψε επτά Επιστολές, οι οποίες του εξασφάλισαν την εξαιρετική τιμή του πρώτου μεταποστολικού μεγάλου θεολόγου και πρώτου Πατρός και Διδασκάλου της Εκκλησίας. Ίχνη, απηχήσεις ή μνείες άλλων έργων του δε σώθηκαν. Οι Επιστολές του όμως είναι τόσο σπουδαία φιλολογικά και θεολογικά κείμενα, ώστε θα είναι αφελές να δεχθούμε ότι ο Ιγνάτιος αίφνης, χωρίς προηγούμενη θητεία στη συγγραφή, έγινε στα γηρατειά του μεγάλος συγγραφέας. Οι Επιστολές εκφράζουν το ισχυρό και πολυσχιδές πνεύμα του Ιγνατίου, την πρωτοτυπία του στη σκέψη και στην έκφραση, την άνεσή του στην εναλλαγή ύφους. Έτσι ο λόγος του αλλού είναι λυρικός και αλλού δραματικός, άλλου αρμονικός και άλλου ελαττωματικός ή ασύντακτος. Αλλού δωρικός και αλλού πλαδαρός. Ο λόγος του είναι διαυγής, αλλά οι συριακοί ιδιωματισμοί τον κάνουν ενίοτε σκοτεινό, κάτι που οφείλεται και στον αυθορμητισμό και τον ενθουσιασμό του Ιγνατίου. Σε καμμιά περίπτωση δε φαίνεται να διαθέτη χρόνο για τη φιλολογική επιμέλεια της γραφής του. Γράφει κάτω από εξωτερική και εσωτερική πίεση. Τον πιέζουν τα προβλήματα των μικρασιατικών Εκκλησιών και η αλήθεια που πληρώνει το στήθος του. Ο αναγνώστης έχει ενίοτε την εντύπωση ότι ο λόγος αναπηδά βίαια σαν από κάποια υπερπληρωμένη πηγή. Εντούτοις ο ρυθμός και η ποιητική διάθεση ανήκουν στη φύση του Εγνατιανού λόγου. Παραλληλισμοί, αντιθέσεις, ισόκωλα, εικόνες και η αποφθεγματική διάθεση απαντούν σε κάθε βήμα. Ακόμη διαπιστώθηκε επίδραση της δευτέρας (ή ασιανικής) σοφιστικής και του στωϊκισμού. Έχομε λοιπόν συγγραφέα που μπορούσε να εκφράζεται με πολλούς τρόπους, χωρίς να ενδιαφέρεται γι αυτούς. Έχομε άνδρα που μπορούσε να ενδιαφέρεται με πάθος για τα προβλήματα όλων των Εκκλησιών, που νουθετούσε με τόση αγάπη και τρυφερότητα, ώστε να μη προσβάλη κανένα. Έχομε ιερόν άνδρα που έχει τη συναίσθηση ότι θεολογεί με την καθοδήγηση του Θεού και που εκφράζεται με απέραντη ταπεινοφροσύνη για τον εαυτό του και απόλυτη βεβαιότητα για την αλήθεια που εκφράζει.
Οι Επιστολές είναι επτά, και γράφηκαν η προς Εφεσίους, η προς Μαγνησιείς η προς Τραλλιανούς και η προς Ρωμαίους από τη Σμύρνη, ενώ η προς Φιλαδελφείς, προς Σμυρναίους και Πολύκαρπον από την Τρωάδα. Πρώτος μάρτυς των κειμένων αυτών είναι ο Πολύκαρπος Σμύρνης, που τα έστειλε — πλην της προς Ρωμαίους — εις τους Φιλιππησίους (13,2). Εν τούτοις επί δύο αιώνες συζητήθηκε η γνησιότης των επιστολών με αποτέλεσμα να γίνεται σήμερα από όλους δεκτή η προέλευσή τους από τον Ιγνάτιο. Το ζήτημα της γνησιότητος δημιουργήθηκε κυρίως, διότι με νόθευση και πλαστογράφηση των γνησίων επιστολών προέκυψαν τρεις συλλογές, η εκτενής (13 επιστολές), η μέση και η βραχεία (3 σε συριακή μετάφραση). Με αυστηρή κριτική έρευνα των Ruinart, Zahn, Harnack και μάλιστα του Lightfoot δείχθηκε ότι τις γνήσιες επιστολές (πλην της προς Ρωμαίους) διέσωσε η μέση συλλογή. Η προς Ρωμαίους ανευρέθηκε στον κώδικα Paris, gr. 1475 του Ι΄ αι. Οι νόθες επιστολές είναι έργα του Δ΄ αι., όπου θα γίνη σχετικά λόγος. Τελευταία τη γνησιότητα των επιστολών προσέβαλε χωρίς πειστικά επιχειρήματα ο R. Weijenborg. Βλ. κριτική του R. Staat εις ZKG 84(1973) 103.

Γιατί ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να μας πειράζη
- Γέροντα, γιατί ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να μας πειράζη;
- Για να διαλέξει τα παιδιά Του. «Κάνε, διάβολε, ό,τι θέλεις», λέει ο Θεός, γιατί, ό,τι και αν κάνη, τελικά θα σπάση τα μούτρα του στον ακρογωνιαίο λίθο που είναι ο Χριστός. Εάν πιστεύουμε ότι ο Χριστός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος, τότε τίποτε δεν μας φοβίζει.
Ο Θεός δεν επιτρέπει μία δοκιμασία, αν δεν βγή κάτι καλό. Όταν ο Θεός βλέπη ότι θα γίνη ένα μεγαλύτερο καλό, αφήνει τον διάβολο να κάνη την δουλειά του. είδατε τί έκανε ο Ηρώδης; Σκότωσε δεκατέσσερις χιλιάδες νήπια, αλλά έκανε δεκατέσσερις χιλιάδες Μάρτυρες Αγγέλους. Που είδες εσύ Μάρτυρες Αγγέλους; Έσπασε τα μούτρα του ο διάβολος! Ο Διοκλητιανός έγινε συνεργάτης του διαβόλου βασανίζοντας τους Χριστιανούς σκληρά. Αλλά, χωρίς να το θέλη, έκανε καλό στην Εκκλησία του Χριστού, γιατί την πλούτισε με Αγίους. Νόμιζε ότι θα εξαφάνιζε όλους τους Χριστιανούς, αλλά δεν έκανε τίποτε. Αφησε πλήθος άγια Λείψανα να τα προσκυνούμε και πλούτισε την Εκκλησία του Χριστού.
Μπορούσε να τον είχε ξεκάνει τον διάβολο ο Θεός, Θεός είναι! Εάν θέλη, και τώρα τον μαζεύει κουβάρι στην κόλαση, αλλά τον αφήνει πάλι για το καλό μας. Θα τον άφηνε να ταλαιπωρή και να βασανίζη το πλάσμα Του; τον άφησε όμως μέχρις ενός σημείου και έως καιρού, για να μας βοηθάη με την κακία του, να μας πειράζη, για να τρέχουμε σ' Αυτόν. Μόνον αν πρόκειται να βγή καλό, επιτρέπει στο ταγκαλάκι να μας πειράξη. Αν δεν βγή καλό, δεν επιτρέπει. Όλα τα επιτρέπει ο Θεός για το καλό μας. Να το πιστέψουμε αυτό. Αφήνει τον διάβολο ο Θεός, για να παλαίψη ο άνθρωπος. Χωρίς πάλη δεν γίνεται χωριό. Αν δεν μας πείραζε ο διάβολος, μπορεί να νομίζαμε ότι είμαστε και άγιοι. Επιτρέπει λοιπόν ο Θεός στον διάβολο να μας χτυπάη με κακία, γιατί με το χτύπημα που μας κάνει, διώχνει όλες τις σκόνες μας και ξεσκονίζεται η σκονισμένη ψυχή μας. Ή τον αφήνη να ορμάη να μας δαγκώση, για να καταφεύγουμε σ' Αυτόν. Ο Θεός μας καλεί συνέχεια, αλλά εμείς συνήθως απομακρυνόμαστε από τον Θεό καί, μόνον αν παρουσιασθή κανένας κίνδυνος, τρέχουμε κοντά Του. Όταν ο άνθρωπος ενωθή με τον Θεό, δεν υπάρχει περιθώριο να εισχωρήση ο πονηρός, αλλά ούτε υπάρχει και λόγος να επιτρέψη ο Θεός στον πονηρό να τον πειράξη, για να αναγκασθή ο άνθρωπος να καταφύγη στον Θεό. Πάντως, όπως και αν είναι, ο πονηρός μας κάνει καλό, μας βοηθάει να αγιάσουμε. Γ ι' αυτό και ο Θεός τον ανέχεται.
Ο Θεός έχει αφήσει ελεύθερους, εκτός από τους ανθρώπους, και τους δαίμονες, μία που την ψυχή του ανθρώπου δεν την βλάπτουν, γιατί δεν μπορούν. Εκτός εάν θέλη ο ίδιος ο άνθρωπος να βλάψη την ψυχή του. αντίθετα, μισθό προξενούν στις ψυχές μας είτε κακοί άνθρωποι είτε απρ/οσεκτοι που άθελά τους κάνουν κακό στην ζωή μας. Γιατί, νομίζετε, λέει εκείνος ο Αββάς: «Επαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζόμενος» ; Γιατί οι πειρασμοί ωφελούν πολύ. Όχι ότι ο διάβολος μπορεί να κάνη
ποτέ καλό - γιατί είναι κακός - αλλά ο Καλός Θεός εμποδίζει την πέτρα που μας πετάει, για να σπάση το κεφάλι μας, και μας την δίνει στο ένα χέρι, και στο άλλο χέρι μας δίνει αμύγδαλα, για να σπάζουμε και να τρώμε! Επιτρέπει δηλαδή ο Θεός τους πειρασμούς, όχι για να μας τυραννά ο διάβολος, αλλά για να δίνουμε με αυτόν τον τρόπο «εξετάσεις» για την άλλη ζωή και να μην έχουμε παράλογες απαιτήσεις στην Δευτέρα Παρουσία. Πρέπει να το καταλάβουμε καλά ότι πολεμούμε - και έχουμε να πολεμήσουμε, έως ότου βρισκόμαστε σ' ετούτη την ζωή - με τον ίδιο τον διάβολο. Όσο ζη ο άνθρωπος, έχει πολλή δουλειά να κάνη για την καλυτέρευση της ψυχής του και έχει δικαίωμα να δίνη εξετάσεις πνευματικές. Εάν πεθάνη και δεν περάση, κόβεται πιά. Μετεξεταστέος δεν υπάρχει.
Ο διάβολος δεν θέλει να μετανοήση
Ο Καλός Θεός έκανε Αγγέλους. Μερικοί όμως Αγγελοι από την υπερηφάνειά τους ξέπεσαν και έγιναν δαίμονες. Έπλασε τον άνθρωπο ο Θεός, το τέλειο δημιούργημα, για να αντικαταστήση και το ξεπεσμένο τάγμα των Αγγέλων. Γι' αυτό ο διάβολος πολύ ζηλεύει το πλάσμα του Θεού, τον άνθρωπο. Φωνάζουν οι δαίμονες: «Εμείς μία φορά σφάλαμε και μας τυραννάς, και αυτούς που πολλές φορές σφάλλουν, τους συγχωράς». Ναί, αλλά οι άνθρωποι μετανοούν. Αυτοί, ενώ ήταν Αγγελοι, κατήντησαν δαίμονες, και αντί να μετανοήσουν, γίνονται πιο πονηροί και κακοί και βάλθηκαν με μανία να καταστρέψουν τα πλάσματα του Θεού. Ήταν το πιο φωτεινό τάγμα ο Εωσφόρος! Και τελικά... Από την υπερηφάνεια οι δαίμονες απομακρύνθηκαν από τον Θεό πριν από χιλιάδες χρόνια και συνεχίζουν να απομακρύνωνται με την υπερηφάνεια και να μένουν αμετανόητοι. Ένα «Κύριε ελέησον» να πούν, ο Θεός κάτι θα κάνη και γι' αυτούς. Να πούν ένα «ήμαρτον», δεν λένε «ήμαρτον». Αν ο διάβολος έλεγε «ήμαρτον», θα γινόταν Αγγελος πάλι. Η αγάπη του Θεού δεν έχει όρια. Αλλά ο διάβολος έχει θέλημα γερό, πείσμα, εγωισμό, δεν θέλει να καμφθή, δεν θέλει να σωθή. Φοβερό πράγμα! Και ενώ ήταν Αγγελος!
- Γέροντα, ο διάβολος θυμάται την προηγούμενη κατάστασή του;
- Αν θυμάται λέει; Αυτός είναι πυρ και μανία, γιατί δεν θέλει να γίνουν άλλοι Αγγελοι, που θα τον αντικαταστήσουν. Και όσο πάει χειρότερος γίνεται. Εξελίσσεται στην κακία και στον φθόνο.
Ώ, αν νιώση κανείς το κατάντημα του διαβόλου, θα κλαίη μέρα-νύχτα! Εδώ έναν καλό άνθρωπο βλέπει κανείς που αλλάζει, γίνεται εγκληματίας, και πόσο στενοχωριέται! Πόσο μάλλον να δη έτσι όχι έναν άνθρωπο αλλά έναν Αγγελο! Κάποτε, ένας μοναχός είχε πονέσει πολύ τους δαίμονες καί, ενώ προσευχόταν γονατιστός, πεσμένος κάτω, έλεγε τα εξής: «Εσύ Θεός είσαι καί, άμα θέλης, μπορείς να βρής έναν τρόπο για να σωθούν και αυτοί οι δυστυχισμένοι δαίμονες, οι οποίοι, ενώ είχαν τέτοια μεγάλη δόξα πρώτα, τώρα έχουν όλη την κακία και την διαβολιά του κόσμου καί, εάν δεν μας προστάτευες, θα μας είχαν ρημάξει όλους τους ανθρώπους». Ενώ λοιπόν έλεγε αυτά τα λόγια προσευχόμενος με πόνο, βλέπει ένα κεφάλι σκυλήσιο δίπλα του να του βγάζη την γλώσσα του και να τον κοροϊδεύη. Το επέτρεψε φαίνεται ο Θεός αυτό, για να πληροφορήση τον μοναχό ότι Εκείνος έτοιμος είναι να
τους δεχθή, αρκεί να μετανοήσουν, αλλά αυτοί δεν θέλουν την σωτηρία τους. Βλέπετε, η πτώση του Αδάμ αντιμετωπίσθηκε με τον ερχομό του Θεού στην γή, με την Ενανθρώπηση. Ενώ του διαβόλου η πτώση δεν υπάρχει περίπτωση να αντιμετωπισθή, εκτός αν ταπεινωθή. Ο διάβολος δεν διορθώνεται, γιατί δεν θέλει. Ξέρετε πόσο θα χαιρόταν ο Χριστός! Και ο άνθρωπος, μόνον όταν δεν θέλη, δεν διορθώνεται.
- Γέροντα, ο διάβολος γνωρίζει ότι ο Θεός είναι αγάπη και τον αγαπάει και παρ' όλα αυτά συνεχίζει το τυπικό του;
- Έμ, πώς δεν το γνωρίζει! Αλλά η υπερηφάνεια τον αφήνει; είναι όμως και πονηρός. Προσπαθεί τώρα να κερδίση όλον τον κόσμο. Σού λέει: «Αν έχω περισσότερους οπαδούς, θα αναγκασθή ο Θεός στο τέλος να λυπηθή όλα τα πλάσματά Του και θα με πάρη κι εμένα το σχέδιο!». Έτσι νομίζει. Γι' αυτό θέλει, όσο μπορεί, να αποκτήση πιο πολλούς οπαδούς. Βλέπετε που το πάει; Σού λέει: «Έχω τόσους με το μέρος μου! Θα αναγκασθή ο Θεός να χαρισθή και σ' εμένα!». Χωρίς να μετανοιώση! Και ο Ιούδας το ίδιο δεν έκανε; Ήξερε ότι ο Χριστός θα ελευθέρωνε τους νεκρούς από τον Αδη. Σού λέει: «Θα πάω κι εγώ πριν από τον Χριστό, για να με ελευθερώση κι εμένα». Βλέπεις πονηριά; Αντί να ζητήση συγχώρηση από τον Χριστό, πήγε να κρεμασθή. Και να δήτε, η ευσπλαχνία του Θού λύγισε την συκιά, και αυτός μάζεψε τα πόδια του, για να μην ακουμπήσουν κάτω. Και όλα αυτά, για να μην πάη να πη ένα «ευλόγησον». Φοβερό! Έτσι λοιπόν και ο διάβολος, ο αρχηγός του εγωισμού, δεν λέει «ήμαρτον», αλλά συνέχεια ζορίζεται να αποκτήση περισσότερους οπαδούς.

(Λόγοι τόμος Α, σελ. 62-67)


1. Ταπείνωση
«Πουθενά αλλού δεν μπορεί να κρυφτεί κανείς για να ξεφύγει από το πλήθος των πειρασμών, παρά μόνο στα βάθη της ταπεινώσεως». Θυμάσαι αυτά τα λόγια; Είναι δικά σου. Και σοφά!
***
Ο πόλεμός μας εναντίον των πνευμάτων του σκότους είναι πράγματι σκληρός, αφού ο εχθρός μας είναι ισχυρός και ακοίμητος˙ και επιπλέον πανούργος, ανελέητος, υπερήφανος και ασώματος. Όλα αυτά μας επιβάλλουν ακόμα περισσότερο ν’ ασφαλιστούμε μέσα στο φρούριο της σοφής και συνειδητής ταπεινοφροσύνης, της μόνης απόρθητης από τους νοητούς επιδρομείς, τους ληστές του ψυχικού μας θησαυρού. Όταν όμως απέχουμε πολύ ακόμη από την πύλη αυτού του φρουρίου - αυτής της σοφής, όπως είπα, ταπεινώσεως, που συνοδεύεται και ταυτίζεται με την τέλεια αγάπη - ο μόνος θώρακας που μπορεί προσωρινά να μας προστατέψει είναι ο φόβος του Θεού: «Εν φόβω Κυρίου ελπίς ισχύος, τοις δε τέκνοις αυτού καταλείπει έρεισμα» (Παροιμ. 14:26).
***
Θα πρέπει να ξέρεις από τώρα, ότι κατά παραχώρηση Θεού μας γίνονται άγριες επιθέσεις των παθών, όταν παραδοθούμε στην υπερηφάνεια, την αυτοϊκανοποίηση, τον αυτοέπαινο, την αυτοδικαίωση. Όταν μ’ άλλα λόγια, αποκτήσουμε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας, την αξία μας, το πνευματικό μας επίπεδο. Ή όταν νιώθουμε αισχρή ικανοποίηση στη σκόπιμη μείωση των άλλων.
Το φάρμακο γι’ αυτή την αρρώστια είναι απλό: ταπεινό φρόνημα, μία ειλικρινής και συνειδητή ταπείνωση του εαυτού μας. Αυτό μόνο μπορεί να μας ανακουφίσει και να μας ξαλαφρώσει από το πιεστικό κύμα των παιδαγωγικών πειρασμών. Και ο δρόμος είναι η πραότητα, ο προάγγελος της καρδιακής ειρήνης.
Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέει: Η αγάπη και η ταπείνωση είναι ένα ιερό ζευγάρι. Ότι χτίζει η πρώτη, το στηρίζει και το συγκρατεί η δεύτερη, προστατεύοντας έτσι το οικοδόμημα της πνευματικής μας ζωής από την κατάρρευση.
2. Απλότητα
Δόξαζε το Θεό για όλα, ευχαριστώντας Τον όχι μόνο για τις δωρεές Του, μα και για τις ποινές Του˙ τόσο για τα χρόνια της δυστυχίας όσο και για τις ώρες της ευτυχίας…
Ο πόθος σου να κάνεις προσευχές για τον άρρωστο κύριό σου είναι θεάρεστος. Αλλά οι φόβοι και οι ενδοιασμοί σου, για το αν τις κάνεις όπως πρέπει, είναι υπερβολικοί και αβάσιμοι. Να προσεύχεσαι απλά: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τον κύριό μου και την οικογένειά του. Αξίωσέ τον να γυρίσει στο σπίτι γερός, υγιής και ειρηνικός».
Πρόσεξε όμως, να προσεύχεσαι ταπεινά. Πολύ ταπεινά. Αν έχεις την υπερήφανη εντύπωση ότι η προσευχή σου είναι ευάρεστη στον Κύριο, και ότι Εκείνος οφείλει γι’ αυτό να εκπληρώσει το αίτημά σου, τότε, σε βεβαιώνω δεν θα εισακουσθείς.
***
Στη διάρκεια της κοινής θείας λατρείας, δεν είναι σωστό να τραβάει κανείς την προσοχή των άλλων, κάνοντας πολυάριθμες μετάνοιες ή άκαιρα και επιδεικτικά σταυροκοπήματα. Το σημείο του σταυρού και οι μετάνοιες πρέπει να γίνονται μόνο στα σημεία εκείνα της ακολουθίας που χρειάζεται. Τότε, εξάλλου, οι περισσότεροι από τους πιστούς που συμπροσεύχονται θα κάνουν το ίδιο, κι έτσι κανείς δεν θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή σε σένα.
Σαν γενικό κανόνα πάντως στο θέμα αυτό, σου συνιστώ να ασκείς ένα διακριτικό αυτοέλεγχο στην εξωτερίκευση της ευλάβειας και της κατανύξεώς σου, κάθε φορά που βρίσκεσαι σε δημόσιο λατρευτικό χώρο. Και τον αγώνα σου αυτό για αυτοσυγκράτηση ο Θεός θα τον δεχτεί σαν μία θυσία ταπεινώσεως.

(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 63-66)

 

(Αναστασίου αρχιεπισκόπου Αλβανίας, Ισλάμ, εκδ. Ακρίτας, 2006, σελ. 293-296) 
Υπό την επίδραση των ειρηνοποιών κηρυγμάτων και της καλλιέργειας φιλικής ατμόσφαιρας μεταξύ των λαών υπάρχει σήμερα η τάση αποσιωπήσεως της χαρακτηριστικής αυτής παραγράφου της ισλαμικής τακτικής. Εντούτοις, και αν ακόμη παραθεωρήσουμε τα συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα, παραμένουν τα ιερά κείμενα. Οι παροτρύνσεις του Κορανίου για δυναμική, μαχητική αντιμετώπιση των «απίστων» είναι πολλές και άμεσες:

«Μάχεσθε μέχρις ότου αποσοβηθή αφ’ υμών ο κίνδυνος του πειρασμού, και όταν δεν υπάρχη άλλη λατρεία ειμή η του μόνου Θεού. Αν οι εχθροί θέσωσι τέρμα εις τας πράξεις αυτών, τότε ας παύσωσιν αι εχθροπραξίαι, εκτός αν πρόκηται περί ασεβών» (Η Βούς, 2:189)(51).

Μερικές φορές δίδεται ευρύτερη έννοια στον «ιερό πόλεμο». π.χ. τζιχάντ (jihad) θεωρείται και η διαμαρτυρία κατά των καταχρήσεων μουσουλμάνων αρχόντων(52). Η κλασική πάντως σημασία της εντολής παραμένει αναμφισβήτητη. Οι εκτός της κυριαρχίας του Ισλάμ χώρες ονομάζονται «Οίκος Πολέμου» (Dar al-Harb) και αντιδιαστέλλονται από τον Dar al-Islam, τον «Οίκο του Ισλάμ».

Είναι περιοχές αγώνος -ιδιαιτέρως όπου επικρατεί ο πολυθεϊσμός, η αθεΐα, η ειδωλολατρία-έως ότου τεθούν με την τζιχάντ υπό το κράτος της αληθούς πίστεως (53). Ο χαρακτήρας του Ισλάμ υπήρξε επιθετικός• εκεί όπου η πειθώ δεν έφερνε αποτέλεσμα,το ξίφος αποδεικνυόταν πειστικότερο. Η μέσω του «ιερού πολέμου» διάδοση της πίστεως ενδυνάμωσε το Ισλάμ στις περιόδους της επεκτάσεώς του. Έτσι κατόρθωσε να επιβάλει με ταχύτητα αστραπής την κυριαρχία του από τις στήλες του Ηρακλέους μέχρι τον Ινδό ποταμό. Το Ισλάμ για να επικρατήσει δεν χρειάσθηκε, όπως ο Χριστιανισμός, εκατομμύρια μάρτυρες από τους οπαδούς του. Προτίμησε να τους αναζητήσει μεταξύ των οπαδών των αντιπάλων θρησκειών.

Οι εβραϊκοί και χριστιανικοί πληθυσμοί, ως κάτοχοι των Γραφών (και αναγκαίοι για την οικονομική ευμάρεια του κράτους των πολεμιστών), είχαν δικαίωμα να διατηρήσουν τη θρησκεία τους καταβάλλοντας κεφαλικό φόρο• εννοείται ότι και το δικαίωμα αυτό καταπατήθηκε επανειλημμένως από πολλούς ηγεμόνες. Η αντίληψη σχετικά με τη τζιχάντ (jihad), η οποία υπήρξε αναμφισβήτητο στοιχείο της δυναμικότητας της μουσουλμανικής θρησκείας, επισημαίνει για μία ακόμη φορά ότι το Ισλάμ, παράλληλα με τον θρησκευτικό του χαρακτήρα, υπήρξε και μέγεθος πολιτικό. Ο Προφήτης δεν ίδρυσε μόνο μία θρησκευτική κοινότητα, αλλά και ένα κράτος.
Η νοοτροπία του «ιερού πολέμου», ενώ υπήρξε το ισχυρό νεύρο του Ισλαμισμού κατά την πρώτη ιστορική του περίοδο, κατέληξε κατά τον 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ού ευαίσθητο και κρίσιμο σημείο για τους οπαδούς του Μωάμεθ. Όταν αναλογισθεί κανείς, ότι σύμφωνα με τη διδασκαλία του Προφήτη οι πιστοί θα είχαν πάντοτε την ευλογία του Θεού και μαζί με αυτήν τη νίκη, αντιλαμβάνεται εύκολα γιατί πολλοί μουσουλμανικοί λαοί, που βρίσκονταν τότε σε παρακμή και υπό την εξουσία άλλων κρατών, αντιμετώπισαν μια ιδιότυπη θρησκευτική κρίση.

Υποσημειώσεις:
(51) «Μάχεσθε υπέρ πίστεως, και μάθετε ότι ο Κύριος ακούει και τα πάντα γινώσκει» (η Βούς, 2:245).

«Όταν παρέλθωσιν οι ιεροί μήνες, τότε φονεύετε τους πολυθεϊστάς,όπου αν συναντήσητε, ζωγρείτε δε πολιορκούντες και ενεδρεύοντες αυτούς. Εάν όμως μετανοήσωσιν , εάν τηρήσωσι την προσευχήν, εάν ελεήσωσιν, άφετε αυτούς ελευθέρους, καθότι ο Θεός είναι μακρόθυμος και ελεήμων» (Η Μετάνοια, 9:5,60).

«Οπόταν συναντάτε τους απίστους φονεύετε και κατασφάζετε, συγκρατούντες στερεώς τα δεσμά του αιχμαλώτου. / Μετά δε την κατάπαυσιν της μάχης, άφετε αυτόν ελεύθερον η ανταλλάξατε αντί λύτρων. Πράττετε ούτως. Εάν εβούλετο ο Θεός, θα εθριάμβευεν ο ίδιος επ’ αύτών, αλλ’ υποβάλλει υμάς εις τον πόλεμον, ίνα δοκιμάση τους μεν δια των δε. ο Θεός δεν θα απολέση τα έργα των πεσόντων εν τη μάχη υπέρ πίστεως. / Θα οδηγήση αυτούς και θα κατευθύνη τας καρδίας αυτών. / Θα εισαγάγη αυτούς εις τον παράδεισον ον ήδη υπέδειξεν αυτοίς. / Όσοι πιστοί! Εάν συνδράμητε τον Θεόν εν τη μάχη αυτού κατά των απίστων, και ο Θεός θα συνδράμη υμάς, κατευθύνων τα υμέτερα διαβήματα» (Ο Μωάμεθ, 47: 4-10. Πρβλ. Τα Λάφυρα, 8:73,76. Ο Σίδηρος, 57:10 κ.ά.). Βλ. και σελ. 126-127 παρούσης εργασίας.
Μία «παράδοση» αναφέρει: «Πάνω από την έβδομη πύλη [του Παραδείσου] είναι γραμμένο: “Η πύλη αυτών που εξέρχονται σε ιερό πόλεμο”»• al-Kisa I, Qisas al-Anbiya, βλ. Jeffery, Reader (1962), 173.
(52) Σύμφωνα με παράδοση που μνημονεύεται από τους Abu Dawud, al-Tiirmidhiy και Ibn Majah και αποδίδεται στον Abu Said al-Khudri, ο Προφήτης είπε: «το ανώτατο είδος ιερού πολέμου (jihad) είναι να λές την αλήθεια κατά πρόσωπο σε ένα Σουλτάνο (ή άλλη εξουσία), ο οποίος παρεκκλίνει από την ευθεία οδό»• Doi, Introduction (1971), 94.
(53) M. Khadduri, War and Peace in the Law of Islam (Baltimore 1955). F. Abbott, “The Jihad of Sayyid Ahmad Shahid”, MW 52 (1962) 216-222.Για τις νέες τάσεις στις μουσουλμανικές χώρες στο θέμα της θρησκευτικής ελευθερίας βλ. Α. Μαρίνου, Η θρησκευτική ελευθερία (Αθήναι1972), 319-329.
(Προσθήκη 2004): M.J. Gohari, The Taliban Ascent to Power, Oxford University Press (Oxford 1999, 2002). M. Juergensmeyer, Terror in the Mind of God. The Global Rise of Religious Violence, University of California Press (Berkeley, Los Angeles, London 2001). F.E. Peters, Jihadin Classical and Modern Islam, Marcus Wiener Publ. (Prinston 1996).

Διάκριση

Επίτρεψέ μου να μην αναφερθώ άλλο στο παρελθόν, αλλά να σταθώ σε ό,τι θα μπορέσει ν’ αποβεί χρήσιμο και ωφέλιμο για το μέλλον.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία των αγίων Πατέρων, κάθε εντύπωση, κάθε εικόνα, κάθε λογισμός που έρχεται στην περιοχή της καρδιάς και τη γεμίζει με μεγάλη ταραχή, ασφαλώς προέρχεται από το χώρο των παθών. Γι’ αυτό δεν πρέπει ν’ ακολουθούμε τις παρορμήσεις της καρδιάς αμέσως, αλλά μόνο μετά από προσεκτική αυτοεξέταση και έντονη προσευχή. Ο Θεός να μας φυλάξει από καρδιά τυφλωμένη! Γιατί είναι πια πασίγνωστο, ότι τα πάθη τυφλώνουν την καρδιά και σκοτίζουν το λαμπερό ήλιο της διάνοιας, που όλοι μας πρέπει, με σκληρή προσπάθεια, ν’ ατενίζουμε πάντοτε.

* * *

Τελικά η ατέλειωτη νύχτα πέρασε. Στην καρδιά σου ο ήλιος λάμπει ολόλαμπρος και στο νου σου ο αέρας είναι γλυκύς και καθαρός. Γλυκύτερος και καθαρότερος από ποτέ άλλοτε. Δόξα τω Θεώ! Είναι ολοφάνερη η επέμβαση της χάριτός Του. Όμως, από μια άποψη, η τωρινή κατάστασή σου είναι ο καρπός των πικρών δοκιμασιών σου. Καθώς λέει ο άγιος Μάρκος ο ασκητής, πίσω από τις ακούσιες θλίψεις είναι κρυμμένο το έλεος του Θεού.
Πρόσεξε όμως, γιατί η έντονη τάση για προσευχή που έχεις τώρα, είναι κι αυτή μια δοκιμασία από τα δεξιά. Αν επιτρέψεις στον εαυτό σου να βυθιστεί στην απόλαυση, στην αυτοϊκανοποίηση, τότε ένα σύννεφο πνευματικού σκοταδιού, πυκνότερο από το προηγούμενο, θα έρθει και θα σε τυλίξει. Στο δρόμο που περπατούμε, αυτό είναι αναπόφευκτο: Η ικανοποίηση για ένα πνευματικό κατόρθωμα μας οδηγεί ανεπαίσθητα – αλλά γοργά και σίγουρα- στα δίχτυα της μεγάλης παγίδας, που λέγεται έπαρση. Τότε είναι που ταπεινωνόμαστε για τα καλά! Και δίκαια. Γιατί έχουμε πια αποδειχθεί ανίκανοι να δεχθούμε με ταπεινή ευγνωμοσύνη τη χάρη, που πλούσια και γενναιόδωρα μας έστειλε ο Θεός.
Με τις ταπεινώσεις και τους εξευτελισμούς η έπαρση ξεριζώνεται αποτελεσματικά. Μέχρι να συμβεί αυτό, το οικοδόμημα των αρετών που δήθεν αποκτούμε, και κάποτε μάλιστα με πολύ κόπο, θεμελιώνεται στην άμμο. Χρειάζεται πολύ χρόνο και απαιτεί μεγάλο κόπο για να θεμελιωθεί αυτό το οικοδόμημα πάνω στην πέτρα, όπου η τέχνη της προσευχής θα ευδοκιμεί με σταθερότητα και ασφάλεια.

* * *

Ο αγώνας για την πνευματική πρόοδο δεν είναι δυνατό να οδηγήσει την ψυχή μας μόνο στο ανθισμένο λιβάδι της ευφροσύνης και της παρηγοριάς, και να την αφήσει μόνιμα εκεί. Αναπόφευκτα, αργά ή γρήγορα, θα την οδηγήσει και στο δρόμο του σταυρού. Γιατί, σηκώνοντας τον πνευματικό σταυρό μας, το σταυρό των θλίψεων και των πειρασμών, διδασκόμαστε την υπομονή και την υποταγή στο θέλημα του Κυρίου. Με κάθε θλίψη, λέει κάποιος άγιος, ελέγχεται η κλίση του θελήματός μας, αν κλίνει προς τα δεξιά ή προς τ’ αριστερά. Έτσι μπορούμε ν’ ανιχνεύσουμε τα κρυφά πονηρά μας θελήματα και να τα πατάξουμε. Γι’ αυτό κάθε θλίψη μοιάζει με παζάρι: Εκείνος που ξέρει να εμπορεύεται, κερδίζει πολλά. Εκείνος που δεν ξέρει, ζημιώνεται.
Πρέπει λοιπόν να το γνωρίζεις από τώρα καθαρά, πώς οι πνευματικές παρηγοριές συνοδεύονται πάντοτε από ένα πνευματικό Γολγοθά.

(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 32-34)

 

Aυτογνωσία. 
Υψηλοτάτη πριγκίπισσα*, μην περιορίζεις τον αγώνα σου στην ακριβή τήρηση μόνο των εξωτερικών επιταγών, της νηστείας δηλαδή και της προσευχής. Πρέπει να επιδιώξεις οπωσδήποτε και την πολύ σπουδαιότερη εσωτερική, ψυχική καλλιέργεια, που κατορθώνεται μόνο με την αύξηση της αγάπης και τη βάθυνση της ταπεινώσεως.
Λες ότι σου κατατρώει την καρδιά ο πόθος της υπακοής. Και ρωτάς: Πώς μπορώ να κατακτήσω αυτή την αρετή; Σου απαντώ: Εγώ θα σου πω;
Μέσα στον κόσμο που ζεις, πριγκίπισσά μου, πρέπει να έχεις διαπιστώσει πόσο χρόνο χρειάζεται ένας καλλιτέχνης για ν’ ασκηθεί στην τέχνη του, και πόσο κόπο πρέπει να καταβάλει γι’ αυτό. Δεν είναι λοιπόν φυσικό, πού οτιδήποτε έχει σχέση με την τέχνη των τεχνών, την πνευματική ζωή, απαιτεί ακόμα περισσότερο χρόνο και ακόμα μεγαλύτερο κόπο;
Προσευχήσου στο Θεό να σου στείλει τη χάρη Του, για να μελετάς και να κατανοείς σωστά τους Πατέρες, για να μιμείσαι τα πρότυπα που εκείνοι προβάλλουν, για να δεις καθαρά τη δική σου αδυναμία. Δεν θα σ’ αφήσει ο Θεός να ζητάς και να περιμένεις για πολύ. Θα σου δώσει βοήθεια.
Στο μεταξύ, εξέτασε προσεκτικά τις κινήσεις της καρδιάς σου, παρατήρησε τις περιπλοκές των λογισμών σου, εξιχνίασε τις προθέσεις και τα βαθύτερα κίνητρα όλων των λόγων, των έργων και της συμπεριφοράς σου. Καλό θα ήταν να κάνεις ένα τέτοιο έλεγχο και στα κείμενα που γράφεις. Ίσως αυτό σε βοηθήσει να δεις καθαρότερα το βαθμό της πνευματικής σου φτώχειας. Ίσως αυτό να ταπεινώσει την έπαρση του νου σου.
(* Η επιστολή προφανώς απευθύνεται σε μέλος της βασιλικής οικογένειας ή της ρωσικής αυτοκρατορίας)
* * *
Είναι θαυμάσιο πού βρήκες δουλειά σε μια τόσο επιφανή οικογένεια, σαν δάσκαλος των παιδιών. Μεταδίδοντας και σε άλλους τις γνώσεις, πού με τη χάρη και την εύνοια του Θεού απέκτησες, διπλασιάζεις το τάλαντό σου.
Να καταφεύγεις στο Θεό σε κάθε σου δυσκολία: Όταν αντιμετωπίζεις προβλήματα απειθαρχίας από τα παιδιά, όταν τους κάνεις το κοινό καθημερινό μάθημα, όταν τους μιλάς για θέματα πίστεως. Η αδεξιότητά σου στις κοινωνικές σχέσεις, καθώς και η αδυναμία σου να κερδίζεις την αγάπη των άλλων, δεν είναι στην πραγματικότητα μειονεκτήματα. Σου δίνουν μαθήματα και σου παρέχουν εφόδια για την τέχνη της ζωής. Αλλά και σου χρησιμεύουν σαν ένα καλό, πρακτικό αντιστάθμισμα στην ενασχόλησή σου με θεωρητικές μελέτες. Είσαι ακόμα πολύ νέος, και μόλις τώρα αρχίζεις να τινάζεις δοκιμαστικά τα φτερά σου για το πρώτο μεγάλο πέταγμα. Η ίδια η ζωή πρέπει να σε διδάξει, είτε με τον ένα είτε με τον άλλο τρόπο, τι είναι σωστό και τι λαθεμένο. Επωφελήσου από τα σφάλματά σου για ν’ αυξήσεις την ταπείνωσή σου, αλλά και για να οξύνεις τη διάκριση και την οξυδέρκειά σου. Αξιοποίησε το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου σου μελετώντας τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Καμιά τέχνη δεν μαθαίνεται με άνεση και ευκολία, χωρίς συστηματική μελέτη και πρακτική εξάσκηση. Μπορεί λοιπόν να γίνει διαφορετικά με τη μεγαλύτερη απ’ όλες τις τέχνες, δηλαδή την πνευματική ζωή, που αποσκοπεί στη σωτηρία της ψυχής;
* * *
Νόμιζες, μου φαίνεται, ότι θα μπορούσες ν’ ανεβείς την πνευματική κλίμακα με τεράστιες δρασκελιές! Βέβαια, έχεις πίστη, τ’ ομολογώ, έχεις στ’ αλήθεια πίστη. Αν δεν είχες, δεν θα μπορούσες να διακρίνεις τις δολοπλοκίες του εχθρού. Από την άλλη πλευρά όμως επιζητείς να γευθείς ανώτερες χαρισματικές καταστάσεις, και αυτό δείχνει ότι δεν έχεις ταπείνωση. Να αρκεστείς σ’ αυτά που σου έχει δώσει ο Θεός. Ολόκληρο το μυστήριο της πίστεως είναι μία χάρη. Επομένως βρίσκεσαι ήδη μέσα στη χάρη. Ο Θεός θα σου δώσει περισσότερα όταν – και αν – διαπιστώσει ότι έχεις τις κατάλληλες προϋποθέσεις.
Μετά από κάποιο σφάλμα – δεν έχει σημασία ποιο – μην παγιδεύεσαι από την ταραχή , τη σύγχυση και την απελπισία. Ταπείνωσε το νου και την καρδιά σου, μετανόησε για την πτώση σου, σήκω και συνέχισε πάλι τον αγώνα για την τήρηση των εντολών του Κυρίου μας.
* * *
Κάθε πτώση μας είναι και μία υπόμνηση κάποιου κανόνα της πνευματικής ζωής, τον οποίο κινδυνεύαμε να λησμονήσουμε.
Πρέπει επομένως να καθίσεις και να εξετάσεις – ήρεμα και ψύχραιμα - κάτω απ’ αυτό το πρίσμα την πτώση, που τόσο πολύ σε τάραξε.
* * *
Ανησυχείς και θλίβεσαι κάθε φορά που εξετάζεις τη συνείδησή σου, γιατί τώρα βρίσκεις τον εαυτό σου πολύ κακό. Ενώ πριν, όταν ήσουν νέος, μια τέτοια εξέταση σου έδειχνε πώς ήσουν, λίγο-πολύ, καλός μάλλον παρά κακός. Τι ασυνήθιστος λόγος ανησυχίας!
Είναι χίλιες φορές καλύτερο να βλέπουμε τον εαυτό μας κακό παρά καλό. Στην πρώτη περίπτωση γινόμαστε πιο ταπεινοί, και μας ανοίγεται έτσι η θύρα της αφέσεως, η θύρα του θείου ελέους, η θύρα της χάριτος. Στη δεύτερη περίπτωση γινόμαστε υπερήφανοι. Και η υπερηφάνεια κλείνει το δρόμο της χάριτος.
Όσο για την πραγματική αξία των έργων και των κατορθωμάτων μας, γι’ αυτά μόνο ο Θεός είναι ο κριτής. Εκείνος, που γνωρίζει τις πιο κρυφές σκέψεις, προθέσεις και ροπές της ανθρώπινης καρδιάς.

(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 28-32)

katafigioti

lifecoaching