ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Η Χάρη ΤηςΟ Πατέρας βρήκε τον καθρέφτηγια το πρόσωπο του Υιού Τουστην ομορφιά της Παρθένου. Άνοιξε το ατλάζι τ’ ουρανούνα μας δείξει την Κεχαριτωμένηκαι η χάρη Της θάμπωσε τον ήλιο. Παρέστη Βασίλισσα εκ δεξιών Τουη θυγατέρα του Βασιλέως Η Κοίμησή ΣουΒασίλισσά μας, των αγγέλων η Κυρία,τους εφιάλτες μας η κοίμησή Σουσε εικόνες μεταβάλλει Παραδείσου.Τώρα κοιμόμαστε σχεδόν αγγελικάτις νύχτες μας στη γη με όνειρα γλυκά.Μεσίτριά μας, στην Εδέμ πραγματικάαξίωσέ μας να τα ζήσουμε μαζί Σου. (Ελευθέριος Μάινας, Τα Ποιήματα, εκδ. Ακρίτας σελ. 15, 31) Θέματα: Παναγία, ποίηση, ομορφιά
Ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟΣ - Ποίημα Γ. Βερίτη Καμπάνας ήχοι αρμονικοί,γλυκοί, γοργοί, αναπαιστικοί,ξυπνούν το μοναστήρι.Και στης νυχτιάς τη σιγαλιάσα μάτια ανοίγουν τα κελιάή πόρτα ή παραθύρι. Το πνεύμα της αρχαίας μονής,πνεύμα αγρυπνίας και προσμονής,ξυπνά τους μοναχούς της.Είναι φρουρός, και το φυλάσα να βιγλίζει εκεί ψηλάο νέος καμπανοκρούστης. Τώρα, απ’ την κάθε μια γωνιάγλιστράνε μεσ’ στη σκοτεινιάψυχές που παν να προσκυνήσουν.Για τη ματοβρεχτή μας γηπου σπαρταρά μεσ’ στη σφαγήτον έλεο να ζητήσουν. Στην εκκλησιά τη θολωτήπου στ’ όνειρό της ζει και αυτή,θρόνοι και παραθρόνιαμας φέρνουν πάλι στα παλιά (μαρμαρωμένε βασιλιά!)στης προσευχής τα χρόνια. Μεσ’ στους αιώνες που κυλούν,τούτες οι πλάκες μας μιλούνγια κάποιο μεγαλείο,κι…
ΠΙΣΤΗ Στο δρόμο που το σώμα μου βαδίζει, μια σκέψη το μυαλό μου βασανίζει. Η αμφιβολία που το Είναι μου αγγίζει Πόσα αργύρια η Πίστη μου αξίζει; Του Ιούδα έμαθα πως ήτανε τριάντα Σφιχτή θηλιά όμως τον έπνιξε για πάντα Μια πίστη κρεμασμένη από ιμάντα Εικόνας τραγικής, λεζάντα. Του Άννα, η ύβρις κι η απληστία Μιας πίστης λύκου με προβάτου ενδυμασία Το είδωλο της επαινεί μ’ αλαζονεία Ντυμένη με ιερή και φαύλη υποκρισία. Του νεανίσκου που ερωτά, τι αγαθόν ποιήσει Τον πλούτο και τα κτήματα πως δύναται ν’ αφήσει Μια πίστη που στον ουρανό είναι αδυνάτου φύση Πως σκέφτηκες φιλάργυρε…
Ότι κι αν γράψεις λόγια θα’ναι.Αυτά τα λόγια που ζητώ να εξαφανίσωΚι είναι γι’αυτό που έχω κόψει το χέρι μου.Κι είναι γι’αυτό που ζυμώνομαιΝύχτα μέρα με τη φωτιά, που πατήθηκακ’ έλιωσα κάτω όπως ένατριαντάφυλλο κόκκινο. Θέλω να γίνω ένα άλλου είδουςνερό. Μια άλλου είδους γλώσσα.Σαν αχτίνες χρυσές να τρυπώνω τα λόγια μουμες απ’ τους πόρους σας, δίχως να ξέρετε,προχωρώντας και φέγγοντας, βαθύτερα, όλοΚαι βαθύτερα μες τις καρδιές σας, καθώςΤις μαύρες στοές της γηςκατεβαίνονταςο ανθρακωρύχος με το λυχνάρι του. Νικηφόρος Βρεττάκος
Ανάσκαψα όλη τη γη να σε βρω Κοσκίνισα μες την καρδιά μου την έρημο· ήξεραπως δίχως τον άνθρωπο δεν είναι πλήρεςτου ήλιου το φως. Ενώ, τώρα, κοιτάζονταςμες από τόση διαύγεια τον κόσμο,μες από σένα - πλησιάζουν τα πράγματα,γίνονται ευδιάκριτα, γίνονται διάφανα -τώρα μπορών' αρθρώσω την τάξη του σ' ένα μου ποίημα.Παίρνοντας μια σελίδα θα βάλωσ' ευθείες το φως. Νικηφόρος Βρεττάκος
Δεν ξέρω, μα δεν έμεινε καθόλου σκοτάδι.Ο ήλιος χύθηκε μέσα μου από χίλιες πληγές.Και τούτη τη λευκότητα που σε περιβάλλωδε θα την βρεις ούτε στις Άλπεις, γιατί αυτός ο αγέραςστριφογυρνά ως εκεί ψηλά και το χιόνι λερώνεται.Και στο λευκό τριαντάφυλλο βρίσκεις μια ιδέα σκόνης. Το τέλειο θαύμα θα το βρεις μοναχά μες στον άνθρωπο:λευκές εκτάσεις που ακτινοβολούν αληθινάστο σύμπαν και υπερέχουν. Το πιο καθαρόπράγμα λοιπόν της δημιουργίας δεν είναι το λυκόφως,ούτε ο ουρανός που καθρεφτίζεται μες στο ποτάμι, ούτεο ήλιος πάνω στης μηλιάς τα άνθη. Είναι η αγάπη. Νικηφόρος Βρεττάκος
Μαζεύω τα πεσμένα στάχυα να σου στείλω λίγο ψωμί, μαζεύω με το σπασμένο χέρι μου ότι έμεινε απ' τον ήλιο να σου το στείλω να ντυθείς. Έμαθα πως κρυώνεις. Την πράσινή σου φορεσιά να την φορέσεις την Λαμπρή! Θα τρέξουν μ' άνθη τα παιδιά. Θα βγουν τα περιστέρια, κ' η μάνα σου με μια ποδιά, πλατιά, γεμάτη αγάπη! Πάρε όποιο δρόμο, όποια κορφή, ρώτα όποιο δένδρο θέλεις. Μ' ακούς; Οι δρόμοι όλης της γης βγαίνουνε στην καρδιά μου! Μην ξεχαστείς κοιτάζοντας το φως. Τ' ακούς; Ναρθείς! Νικηφόρος Βρεττάκος
... Καλοκαίρι, μην πίστεψες πως δε συλλογιέμαι!Η σκέψη μου είναι αγάπη κι η αγάπη μου σκέψη. Μυστηριακή θεία δύναμη που αναθρώσκειαπ' τα βάθη μου, αντανακλά και στολίζειμε την εξαίσιά της λάμψη το μηδέν και τη νύχτα. Μη ρωτήστε πού πέφτουν τα ποτάμια της γηςτι στηρίζουν οι κορφές των βουνώντι κρύβει από πάνω μας η μεγάλη φωτιά.Δε ρωτώ γι' άλλο τίποτα. Τραγουδώ σαν πουλί στ' ακρινότερο δέντρο του κόσμου: Αγαπώ, άρα υπάρχω. Νικηφόρος Βρεττάκος
Φίλη μου,μόνος κατάμονοςχωρίς καταφύγιοκοιτάζω με σπασμένα μάτιατον απέραντο ουρανό. Ζητώ άσυλοστις λίμνες των ματιών σουζητώ στέγη στους κάμπους της ψυχής σουμα το πρόσωπό σου, που μπαίνοντας μέσα μουαραιώνει τη νύχτα της υπάρξεώς μου,μόλις μου στέλνει μιαν αναλαμπήαπό το σπίτι των αγγέλων. Βουνά που ταξιδεύουν στους ορίζοντεςοι αιώνιες συννεφιές,φαντάσματα που χορεύουν πατώνταςστα λεπίδια των κεραυνών,τόξα τεντωμένα που παραφυλούνμη βγω και δω τον ήλιο. Σαν τον ωκεανόπου ταραγμένος περιστρέφεταιμελανιασμένος απ' τη δίνη της καρδιάς τουγυρεύω ν' αναρριχηθώπατώντας στα γαλάζια δάχτυλα,να σπάσω των νεφών το τείχοςκαι ν' αλαλάξω εμπρός στον ήλιο. Μα πέφτω με σπασμένο στήθος.Φεύγει ο καπνόςαπό τα συγκρουσμένα σπλάχνα μουκι η…
Ο γιος της σκοτώθηκε πριν έξι μήνεςΤώρα κάθε πρωί που ανοίγει την πόρτα της,είναι ένα πένθος. Νομίζεις πως βλέπεις,έξω από χρόνο και χώρο: το πένθος. Το βράδυ, το ίδιο:Σπρώχνει την πόρτασα να σωριάζεται. Μπαίνει τρεκλίζονταςανάβει το φως. Η μαύρη της μπόλιαείναι λυμένη. Οι άκρες της κρέμονταιως κάτου στο πάτωμα. Στον τοίχο, αντίκρυ τηςη εικόνα ταράζεται. Η Παναγία τη βλέπει,τρέμουν τα χέρια της, θα της φύγει θαρρείς,θα της πέσει το βρέφος της. Τα χείλη της σφίγγονται, η κόκκινημαντίλα της παίζει. Θέλει να τηνβοηθήσει, αλλά – το σπίτι είναι έρημο.Δεν έχει σε ποιον ν’ αφήσει σ’ αυτόντον κόσμο για μια στιγμή το…

custom image (2)

img025