ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Αναδημοσίευση από: http://www.anakalypsi.blogspot.gr ο Λεμεσού Αθανάσιος     Αυτοί οι άνθρωποι να ξέρετε, αυτοί οι άνθρωποι,  οι θρήσκοι άνθρωποι είναι το πιο επικίνδυνο είδος μέσα στην εκκλησία. Αυτοί οι θρήσκοι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι. Ο Θεός να μας φυλάει απ’αυτούς. Έλεγε ένας αγιορείτης όταν έκαμνα μία φορά λειτουργία και λέγαμε «Κύριε σώσον τους ευσεβείς» λέει αστειευόμενος «Κύριε σωσον ημάς από τους ευσεβείς» δηλαδή ο Θεός να σε φυλάει από τους θρήσκους ανθρώπους, διότι θρήσκος άνθρωπος σημαίνει μία προσωπικότης διεστραμμένη η οποία ουδέποτε είχε προσωπική σχέση με τον Θεό. Απλώς μόνον κάμνει τα καθήκοντα της απέναντί Του, αλλά καμιά σοβαρή σχέση δεν είχε…
Όποιος δίνει καλή συμβουλή, χτίζει με το ένα χέρι. Όποιος δίνει καλή συμβουλή και καλό παράδειγμα, χτίζει με τα δύο.Εκείνος όμως που δίνει καλή συμβουλή και κακό παράδειγμα, χτίζει με το ένα χέρι και γκρεμίζει με το άλλο.                                        *****Για να δεχτούν οι άνθρωποι τις ιδέες σου, πρέπει να αποδεχτούν πρώτα την αξία σου και την προσωπικότητά σου.Ο άνθρωπος -λέει ένας σοφός- μοιάζει με τη βελόνα και οι ιδέες του με την κλωστή. Για να περάσει η κλωστή στο ύφασμα πρέπει να περάσει πρώτα η βελόνα. Και για να περάσουν οι ιδέες σου στην κοινωνία πρέπει να περάσεις πρώτα και να…
  1. Είπε ο αββάς Αντώνιος: «Εγώ δεν φοβάμαι πιά τον Θεό, αλλά τον αγαπώ, γιατί η αγάπη διώχνει πέρα τον φόβο». 2. Είπε πάλι: «Η ζωή και ο θάνατος της ψυχής εξαρτάται από τον πλησίον. Αν κερδίσουμε τον αδελφό, τον Θεό κερδίζουμε, ενώ αν σκανδαλίσουμε τον αδελφό, στον Χριστό αμαρτάνουμε».   3. Ο αββάς Αγάθων είπε: «Ποτέ δεν πλάγιασα να κοιμηθώ, έχοντας δυσαρεστηθεί με κάποιον, αλλά ούτε και άφησα -όσο μπορούσα- άλλον να κοιμηθεί, έχοντας κάτι με μένα». 4. Έλεγε ο αββάς Αγάθων: «Αν γινόταν να βρω ένα λεπρό και να του δώσω το δικό μου σώμα και να…
Δώδεκα μοναχοί περνούσαν για πρώτη φορά μία άγνωστη έρημο. Οταν νύχτωσε παραπλανήθηκε ο οδηγός τους κι ετράβηξε τον αντίθετο δρόμο. Οι αδελφοί το κατάλαβαν γρήγορα, αλλά ο καθένας τους ξεχωριστά αγωνίστηκε ολόκληρη τη νύχτα να μην το φανερώσει, για να μη λυπήσει τον οδηγό. Όταν ξημέρωσε είδε πια το λάθος του εκείνος. - Συγχωρήστε με αδελφοί, είπε σαστισμένος. Μου φαίνεται πως επήρα τον αντίθετο δρόμο. - Το ξέρουμε του αποκρίθηκαν εκείνοι, αλλά μη στενοχωριέσαι, γυρίζουμε πίσω. Και χωρίς να δείξουν καμμία απολύτως δυσαρέσκεια, που είχαν περπατήσει όλη τη νύχτα άσκοπα μία απόσταση δώδεκα μιλίων, άρχισαν καινούργια πορεία. Ο οδηγός θαυμάζοντας…
(από το βιβλίο: Τι είναι ο Χριστός, μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου(+)) α. Ο Προβληματισμός 1. Όταν ήμουν έφηβος, ήθελα να είμαι πάντοτε χαρούμενος. Ήθελα να είμαι ο πιο χαρούμενος άνθρωπος στον κόσμο! Ακόμη ήθελα η ζωή μου να έχη νοήμα! Έψαχνα να βρω απάντηση στα ερωτήματα: • Ποιός είμαι; • Γιατί γεννήθηκα; • Γιατί ζω; • Πού με οδηγεί η πορεία της ζωής μου; Παράλληλα ήθελα να είμαι πάντοτε ελεύθερος. Και μάλιστα ο πιο ελεύθερος άνθρωπος στον κόσμο! Για μένα ελευθερία δεν ήταν, να μπορούσα να έκανα ό,τι ήθελα∙ (αυτό όλοι το μπορούν∙ και οι πιο πολλοί αυτό κάνουν!) Εγώ ήθελα, να…
Ήταν τότε, πρίν τριάντα χρόνια,ένα εικοσάχρονο παλικάρι ο Βασιλάκης, ξανθό, σγουρόμαλλο, ροδοκόκκινο, ίσο σάν κυπαρίσσι. Πρωταθλητής στο κολύμπι. Χαριτωμένο,άκακο δελφίνι,έσχιζε τα νερά και έφθανε πρώτος στο τέρμα,σηκώνοντας το δεξί του χέρι με ένα θριαμβευτικό χαμόγελο στα χείλη.Κι ερχόταν ανάλαφρα κοντά του και τον κοίταζε με τα παρθενικά της μάτια η Ασπασία,η αρραβωνιαστικιά του,μια σωστή πεταλούδα,18 χρονών κοπελίτσα τότε.Και κάθονταν οι δύο ψυχές και μιλούσαν και έπλαθαν τα όνειρά τους.Και ήταν η μεγάλη χαρά των γονιών του Βασιλάκη οι δύο αυτές ευγενικές ψυχές...Την Ασπασία την αγαπούσαν δύο φορές. Μια γιατί από απαλή παιδούλα την άφησε στην αγάπη τους η χήρα μάνα…
«Υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων σε αυτόν τον κόσμο: εκείνοι που παίρνουν τα εύσημα και εκείνοι που πραγματικά κάνουν τη δουλειά. Λάβετε υπ’ όψη τη συμβουλή μου και ακολουθήστε τους δεύτερους»(Μαχάτμα Γκάντι) «Όταν ήμουνα μικρός, ο πατέρας μου πήγε στην Αμερική να δουλέψει στη διώρυγα του Παναμά. Μικρός εγώ, φτωχοί οι γονείς μου. Η μητέρα μου με έστειλε σε ένα κατάστημα στη Χαλκίδα. Ήταν εκεί και άλλα δύο παιδιά. Όλοι διατάζανε εμένα και εγώ έτρεχα παντού.Ό,τι μου λέγανε, εγώ το έκανα χωρίς να πονηρεύομαι. Κι αυτό μου βγήκε σε καλό. Μια μέρα που σκούπιζα το κατάστημα, είχαν χυθεί μερικά σπυριά καφέ άλεστα.…
Η   Όλγα. Επάγγελμα, προσφορά και αγιότητα! «Πολύ συγκινητική είναι η ιστορία της Όλγας, που ήταν και αυτή πνευματικό παιδί του γέροντα. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και σπούδασε στο περίφημο Ινστιτούτο Σμόλνι. Οι γονείς της ήταν πολύ πιστοί. Η μητέρα της πέθανε νέα και ο πατέρας ξαναπαντρεύτηκε. Αλλά και η μητριά της ήταν και αυτή πολύ πιστή και καλή γυναίκα.Η Όλγα αγαπούσε πολύ το Θεό και τον παρακαλούσε να της δείξει ποιόν δρόμο ν’ ακολουθήσει. Γνωρίστηκε μ’ έναν νέο και αποφάσισαν να παντρευτούν. Λίγο πριν από την τελετή του γάμου όμως και ενώ όλοι περίμεναν τον γαμπρό στην εκκλησία, αυτός είδε…
«Ο καθένας λοιπόν πρέπει να προσέχει τη δική του εργασία και να φροντίζει γι’ αυτή με όλη του τη καρδιά και να την ασκεί, σαν να εποπτεύει ο Θεός, με άψογο τρόπο, με ακούραστη προθυμία και ιδιαίτερη επιμέλεια, ώστε να έχει θάρρος να λέει πάντοτε: «Να, όπως τα μάτια των δούλων είναι προσηλωμένα στα χέρια των κυρίων τους, περιμένοντας αγαθά, έτσι και τα δικά μας μάτια είναι στραμμένα με εμπιστοσύνη στον Κύριο και Θεό μας, έως ότου μας σπλαχνιστεί και μας ελεήσει».Δεν είναι ορθό επίσης να πηγαίνει άλλοτε στην μία εργασία και άλλοτε στη άλλη. Γιατί και από τη φύση…
Ότι κι αν γράψεις λόγια θα’ναι.Αυτά τα λόγια που ζητώ να εξαφανίσωΚι είναι γι’αυτό που έχω κόψει το χέρι μου.Κι είναι γι’αυτό που ζυμώνομαιΝύχτα μέρα με τη φωτιά, που πατήθηκακ’ έλιωσα κάτω όπως ένατριαντάφυλλο κόκκινο. Θέλω να γίνω ένα άλλου είδουςνερό. Μια άλλου είδους γλώσσα.Σαν αχτίνες χρυσές να τρυπώνω τα λόγια μουμες απ’ τους πόρους σας, δίχως να ξέρετε,προχωρώντας και φέγγοντας, βαθύτερα, όλοΚαι βαθύτερα μες τις καρδιές σας, καθώςΤις μαύρες στοές της γηςκατεβαίνονταςο ανθρακωρύχος με το λυχνάρι του. Νικηφόρος Βρεττάκος

custom image (2)

img025