Αν δε μου ‘δινες την ποίηση, Κύριε,δε θα ‘χα τίποτα για να ζήσω.Αυτά τα χωράφια δε θα ’ταν δικά μου.Ενώ τώρα ευτύχησα να ‘χω μηλιές,να πετάξουνε κλώνους οι πέτρες μου,να γιομίσουν οι φούχτες μου ήλιο,η έρημός μου λαό,τα περιβόλια μου αηδόνια. Λοιπόν; Πώς σου φαίνονται; Είδεςτα στάχυα μου, Κύριε; Είδες τ’ αμπέλια μου;Είδες τι όμορφα που πέφτει το φωςστις γαλήνιες κοιλάδες μου;Κι έχω ακόμη καιρό!Δεν ξεχέρσωσα όλο το χώρο μου, Κύριε.Μ’ ανασκάφτει ο πόνος μου κι ο κλήρος μου μεγαλώνει.Ασωτεύω το γέλιο μου σαν ψωμί που μοιράζεται. Όμως,δεν ξοδεύω τον ήλιό σου άδικα.Δεν πετώ ούτε ψίχουλο απ’ ό,τι μου δίνεις.Γιατί…