ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ-
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 7.20-9 βράδυ

 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Πρόγραμμα Ακολουθιών - 2η Θεία Λειτουργία

Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται

στον Άγιο Σώστη

και

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.

Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα

                                                           

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

(γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ). 

Προσευχόμαστε στην εκκλησία επικαλούμενοι το Όνομα του Ίδιου του Χριστού: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον ημάς», και επαναλαμβάνουμε το ίδιο.

Η επανάληψη αυτή δεν είναι άσκοπη. Είναι η ίδια προσευχή και αποσκοπεί στο να φυλάξουμε τη δύναμή της εξ ολοκλήρου μέσα μας. Σε μερικούς φαίνεται ανώφελη η επανάληψη αυτή: «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον...».

Στον Άθω, κάποιος μοναχός, που ήταν παλαιότερα παιδαγωγός, με ρώτησε:
-  Πάτερ Σωφρόνιε, δεν σας φαίνεται περιττό να λένε σαράντα φορές «Κύριε ελέησον»; Πες το λοιπόν τρεις φορές και αρκεί!
Του λέω:
-  Στην εκκλησία είναι αποδεκτό άλλοτε να το λέμε μόνο μία φορά, άλλοτε δώδεκα φορές και άλλοτε σαράντα, κατά τις διαθέσεις των ανθρώπων. Διότι υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να το λένε ημέρα και νύχτα... Πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε υπομονή. Δεν προσεύχονται όλοι με τον ίδιο τρόπο. Η εκκλησία προσεύχεται ποικιλοτρόπως.
Στην πραγματικότητα όμως, από τεχνικής πλευράς, η προσευχή αυτή γίνεται πάντοτε κατά κάποιον «πλημμελή», θα έλεγα, τρόπο. Ποιά ανεπάρκεια υπάρχει σε αυτό; Κάποιος Γέροντας έλεγε βιαστικά: «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύρ...σον, Κύρ...σον». Ασφαλώς, λοιπόν, δεν πρέπει να γίνεται έτσι. Αλλά πώς να διαμορφώσουμε έναν τρόπο, ώστε να λέμε σαράντα φορές «Κύριε ελέησον», συγκρατώντας τον νου μας; τί σημαίνει «ελέησον»; «Θεράπευσε την αμαρτία μου, κάνε με ικανό να δεχθώ το θέλημά Σου». Αυτό σημαίνει «ελέησον»! Χρησιμοποιείται η λέξη «ελέησον», γιατί παρακαλώ τον Θεό για έλεος, για συγκατάβαση σε μένα.
Μπορεί όμως να έρθει η προσευχή συνοδευόμενη από τέτοια κατάσταση, που ο Θεός να είναι μαζί μας και μόνη η προφορά του Ονόματός Του να μας φλέγει πραγματικά σαν φωτιά. Έτσι θα έπρεπε να προφέρουμε και το «Πάτερ ημών».

Ουσιαστικά, αν προφέραμε μόνο μία φορά σε όλη τη ζωή μας τις λέξεις αυτές του «Πάτερ ημών» με το αυθεντικό νόημά τους, που αντιστοιχεί στην πραγματικότητα του Ίδιου του είναι, θα ήταν αρκετό. Σε Αυτό έγκειται το μυστήριο της αναγεννήσεώς μας από την αμαρτωλή κατάστασή μας σε εκείνην που αναμένει από εμάς ο Κύριος.
Έτσι, το θέμα της προσευχής με το Όνομα του Ιησού κατέχει πολύ σημαντική θέση στη ζωή της Εκκλησίας, γιατί αυτό είναι θέμα σωτηρίας του κόσμου, αφού ο Χριστός είναι ο Σωτήρας. Πολλά δεν εξαρτώνται από εμάς. Μπορούμε όμως να πούμε και το αντίθετο: πολλά εξαρτώνται από εμάς. Στην Εκκλησία θεσπίστηκε να προσευχόμαστε με τον τρόπο αυτό: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ΥΙέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Αυτή είναι πρωτίστως προσευχή μετανοίας.

«Τον αμαρτωλόν» όμως λέμε, μόνο όταν προσευχόμαστε μόνοι μας. Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο αδελφός μας είναι αμαρτωλός. Γι’ αυτό, όταν λέμε «ελέησον ημάς», η λέξη αμαρτωλός δεν προφέρεται. Ακολουθούμε το πνεύμα των επιστολών των Αποστόλων, όπου όλα τα μέλη της μιας ή της άλλης τοπικής Εκκλησίας αναφέρονται ως άγια.

Όσο βαθύτερη, λοιπόν, είναι η οδυνηρή αίσθηση για την παρουσία της αμαρτίας μέσα μας, τόσο μεγαλύτερο όφελος αποκομίζεται από κάθε επίκληση του θείου Ονόματος. Πρέπει όμως να λέμε την προσευχή αυτή ακόμη για πολλά χρόνια, ωσότου διαποτισθεί ολόκληρη η ύπαρξή μας με το Όνομα του Χριστού, του Σωτήρα μας.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 95-97)

(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα ερμηνευτικό στο κατά Ιωάννην). 

Για τη γνησιότητα της περικοπής αυτής προκλήθηκαν σοβαρές αντιρρήσεις. Το ότι αυτή παραλείπεται μεν από πολλούς από τους παλαιότερους μεγαλογράμματους κώδικες, ανάμεσα στους οποίους και οι κώδικες (Σιναϊτικός, Αλεξανδρινός και Βατικανός (ομοίως στους κώδικες C, L, Ν, Τ, Χ, Δ ,Θ, καθώς και σε 70 άλλους μικρογράμματους κώδικες), από κάποιους πάλι άλλους (Ε Μ S Λ Π και 45 μικρογράμματους κώδικες) σημειώνεται με αστερίσκο ή οβελίσκο, σημάδια που εκφράζουν αμφιβολίες για τη γνησιότητα, και από άλλους τοποθετείται αλλού (δηλ. ο υπ’ αριθμόν 225 κώδικας τοποθετεί αυτήν μετά το Ιω. ζ 36, 10 άλλοι στο τέλος του ευαγγελίου και 4 άλλοι στο ευαγγέλιο του Λουκά μετά το κεφ. κα) θεωρήθηκε ως αρκετά σοβαρό επιχείρημα εναντίον της γνησιότητάς της.
Η σοβαρότητα επίσης του επιχειρήματος αυτού ενισχύεται και από το ότι οι Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Ωριγένης, Χρυσόστομος και Νόννος δεν μιλούν καθόλου για την περικοπή αυτή, η οποία δεν ερμηνεύεται ούτε στο κατά Ιωάννην υπόμνημα του Κυρίλλου, ούτε από τον Θεοφύλακτο, και μόλις κατά τον ιβ αιώνα παρουσιάζεται πρώτος να υπομνηματίζει αυτήν ο Ζιγαβηνός, ο οποίος όμως παρατηρεί για αυτήν, ότι «στα ακριβή αντίγραφα ή δεν βρίσκεται ή σημειώνεται με το σημάδι του οβελίσκου· για αυτό φαίνεται ότι είναι εμβόλιμα και προσθήκη και απόδειξη αυτού είναι ότι ούτε ο Χρυσόστομος τα αναφέρει καθόλου».
Επιπλέον η περικοπή λείπει και από τις παλαιές μεταφράσεις (Πεσιττώ, του Σινά, του Cureton, της Φιλοξενιανής) όπως και από τη Σαϊδική (μετάφραση), την Κοπτική, τη Γοτθική και την Αρμενική.
Αλλά και το πλήθος των διαφορετικών γραφών, οι οποίες σημειώθηκαν δυσανάλογα στους 12 στίχους της περικοπής αυτής, παρουσιάζει ελάχιστα πιθανό, ότι το κείμενο αυτό προήλθε από γραφίδα κάποιου αποστόλου, διότι ήταν αδύνατον κείμενο αποστολικό να υποστεί τέτοιες αλλοιώσεις. Υπολόγισαν σε 80 και πλέον τις διαφορετικές αυτές γραφές, ενώ ο Griesbach διέκρινε 3 διαφορετικά κείμενα αυτής της περικοπής.
Αντιθέτως άλλοι μεγαλογράμματοι κώδικες (Δ F G Η Κ U Γ) και πάνω από 300 μικρογράμματους περιλαμβάνουν την περικοπή χωρίς να σημειώνουν κάποιο σημάδι αμφιβολίας, ομοίως επίσης και κάποια χειρόγραφα της Ιτάλας (λατινική μετάφραση) όπως και η Βουλγάτα και η Συριακή μετάφραση της Ιερουσαλήμ. Επιπλέον μαρτυρείται αυτή από τις Αποστολικές Διαταγές (Ι,2,24), και η μαρτυρία αυτή, που μπορεί να φτάσει και μέχρι το τέλος του τρίτου αιώνα, θα έπρεπε να χαρακτηριστεί ως η παλαιότερη από όλες.

Κατά τον τέταρτο αιώνα οι Αμβρόσιος, Ιερώνυμος και Αυγουστίνος κηρύττονται υπέρ της αυθεντικότητας της περικοπής και εξηγούν την παράλειψή της από κάποιους κώδικες ότι οφείλεται στο φόβο κάποιων ασθενών στην πίστη χριστιανών μήπως οι γυναίκες τους βγάλουν από αυτήν συμπεράσματα χαλαρών ηθικών αντιλήψεων (August. De conj. Adult ΙΙ 6 δες και Hieron. Adv. Pelag. ΙΙ 17).
Αλλά και εσωτερικοί λόγοι, δηλαδή από την ανομοιότητα του ύφους σε σχέση με αυτό του υπόλοιπου ευαγγελίου του Ιωάννη, όπως και η απότομη παρεμβολή αυτού του ανεκδότου στη σειρά της διδασκαλίας του Κυρίου κατά την εορτή της σκηνοπηγίας, και η γενικότερη ομοιότητα και του περιεχομένου και της μορφής της περικοπής με την παράδοση και αφήγηση των συνοπτικών, συνηγορεί υπέρ της εκδοχής, ότι η περικοπή αυτή δεν έχει συγγραφεί από τον Ιωάννη.
Από την άλλη όμως η αφήγηση για τη μοιχαλίδα παρουσιάζεται ως αυθεντικό απόσπασμα πρωϊμότατης παράδοσης για τα λόγια και έργα του Κυρίου. Φαίνεται επίσης αν όχι βέβαιο, τουλάχιστον πιθανότατο, ότι σε αυτήν αναφέρεται ο Ευσέβιος (Εκκλ. Ιστ. γ 39) μιλώντας για τον Παπία (επίσκοπο Ιεραπόλεως) ότι έγραψε «και άλλη ιστορία για γυναίκα η οποία κατηγορήθηκε για πολλές αμαρτίες στον Κύριο, την οποία περιέχει το καθ’ Εβραίους ευαγγέλιο». Όπως όμως ήδη είπαμε, η όλη περικοπή παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τις ιστορίες των συνοπτικών, και η επιείκεια και η σοβαρότητα συγχρόνως που αποδίδονται από αυτήν στον Ιησού εμφανίζονται εξ’ ολοκλήρου σύμφωνες με τα χαρακτηριστικά του Ιησού, όπως διέσωσαν σε εμάς αυτά οι συνοπτικοί.

Και δεν απομένει η παραμικρή αμφιβολία, ότι το τεμάχιο αυτό εξιστορεί γεγονός αυθεντικό και διασώζει πιστά τα λόγια και τη στάση του Ιησού απέναντι σε γυναίκα που παρεκτράπηκε. Η σοφία και η δραστική δύναμη, την οποία ο Ιησούς εκδηλώνει στην ιστορία της μοιχαλίδας είναι τόσο μεγάλα, ώστε να παρουσιάζεται παράδοξο, πώς το αξιόλογο αυτό τμήμα της ευαγγελικής ιστορίας θεωρείται από πολλούς συγχρόνους ως αβέβαιο (b). (Δες g,β).

Ιω. 8,1 Ἰησοῦς δὲ(1) ἐπορεύθη εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν(2)·
Ιω. 8,1 Ο δε Ιησούς επήγεν στο όρος των ελαιών.
(1)   Αντιθετικός σύνδεσμος. Τα μεν μέλη του συνεδρίου γύρισαν στα σπίτια τους, ο δε Ιησούς μετέβη…
(2)   Πουθενά στον Ιωάννη δεν συναντιέται η ονομασία αυτή, την οποία βρίσκουμε στους συνοπτικούς (β). Ο Ιωάννης για τον ίδιο τόπο χρησιμοποιεί τη φράση «πέραν του χειμάρρου των κέδρων» (ιη 1)(ο). Η γενική τοποθεσία της αφήγησης μοιάζει με αυτήν που περιγράφεται στη συνοπτική παράδοση. Ενώ διαρκούσε η τελευταία εβδομάδα πριν το Πάσχα, κατά την οποία ο Ιησούς σταυρώθηκε, ο Κύριος περνούσε την ημέρα στην Ιερουσαλήμ και ειδικά στο ναό και το απόγευμα αποσυρόταν έξω από την πόλη στη Βηθανία (Μάρκ. ια 11,12,19,27,Ματθ. κα 17). Τόσο από τον Μάρκο όσο και από τον Λουκά το όρος των Ελαιών μνημονεύεται ειδικά σε σχέση με τη συνηθισμένη του αυτή αποχώρηση (Μάρκ. ιγ 1-3,Λουκ. κα 37,38,κβ 39)(χ).

Ιω. 8,2 ὄρθρου(1) δὲ πάλιν παρεγένετο εἰς τὸ ἱερόν, καὶ πᾶς ὁ λαὸς(2) ἤρχετο πρὸς αὐτόν· καὶ καθίσας(3) ἐδίδασκεν αὐτούς.
Ιω. 8,2 Ενώ δε ακόμη ήτο πρωϊ, ήλθεν πάλιν στον ναόν και όλος ο λαός ήρχετο προς αυτόν. Και αφού εκάθισε, τους εδίδασκε.
(1)   Λέξη που συνηθίζεται από τον Λουκά (Λουκ. κδ 1,Πράξ. ε 21) αντί για την οποία ο Ιωάννης χρησιμοποιεί τη λέξη πρωΐ (ιη 28,κ 1,κα 4)(β). Πολύ πρωί ο Κύριος επανέρχεται στο συνηθισμένο τόπο της διδασκαλίας του για συνέχιση του έργου του. Δες και Μάρκ. ια 20, όπου και πάλι πρωί παρουσιάζεται ο Κύριος να επιστρέφει στην πόλη (ο). Ο Κύριος δίδασκε «ευκαίρως, ακαίρως». Τρία πράγματα είναι αξιοσημείωτα εδώ σε σχέση με το κήρυγμα του Ιησού.
α) Ο χρόνος. «Όρθρου», πολύ πρωί. Παρόλο που διανυκτέρευσε έξω από την πόλη και πιθανότατα διέθεσε μεγάλο μέρος της νύχτας σε προσευχή, παρ’ όλα αυτά ήλθε εκεί πολύ νωρίς. Όταν το έργο κάποιας ημέρας πρόκειται να γίνει για το Θεό και τις ψυχές, καλό είναι να το αρχίζουμε νωρίς και να έχουμε ολόκληρη την ημέρα μπροστά μας και στη διάθεσή μας. β) Ο τόπος. Στο ιερό. Διότι εκεί συνέρρεε κατά τις ημέρες εκείνες λαός πολύς, για να λατρεύσει το Θεό, και ο Κύριος ήθελε να ενθαρρύνει το λαό σε τέτοιες συναθροίσεις, διότι δεν είχε ακόμα αφήσει τον τόπο εκείνο έρημο. γ) Η στάση του κατά την ώρα του κηρύγματος. Καθόταν και δίδασκε ως έχοντας εξουσία και ως έχοντας την πρόθεση να παρατείνει για πολύ το λόγο.
(2)   Ο λαός που είχε καλές διαθέσεις προς αυτόν και όχι οι άρχοντες που σχεδίαζαν σκευωρίες εναντίον του (ο). Ήλθαν προς αυτόν, παρόλο που ήταν πολύ πρωί. Όσοι ζητούν αυτόν νωρίς και από τον όρθρο, θα τον βρουν.
(3)   Σύμφωνα με τη συνήθεια αυτών που διδάσκουν δημόσια. Δες Ματθ. ε 1,Μάρκ. ιγ 3,Ιω. στ 3 (ο). Διαφορετικές γραφές στο στίχο: Παραγίνεται… ο όχλος. Αποσιωπάται από αρκετά χειρόγραφα το «προς αυτόν».

Ιω. 8,3 ἄγουσι δὲ οἱ γραμματεῖς(1) καὶ οἱ Φαρισαῖοι γυναῖκα(2) ἐπὶ μοιχείᾳ κατειλημμένην(3), καὶ στήσαντες αὐτὴν ἐν μέσῳ(4)
Ιω. 8,3 Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι φέρουν τότε μίαν γυναίκα, η οποία είχε συλληφθή επ' αυτοφώρω καταπατούσα την συζυγικήν πίστιν. Και αφού την έβαλαν ορθίαν στο μέσον του συγκεντρωμένου πλήθους,
Ιω. 8,4 λέγουσιν αὐτῷ· διδάσκαλε(5), αὕτη ἡ γυνὴ κατείληπται ἐπ᾿ αὐτοφώρῳ(6) μοιχευομένη(7)·
Ιω. 8,4 του λέγουν• “Διδάσκαλε, αυτή η γυναίκα έχει συληφθή επ' αυτοφώρω να καταπατή την συζυγικήν πίστιν•
(1)   Πουθενά στον Ιωάννη δεν συναντιέται αυτός ο όρος, ενώ στους συνοπτικούς συχνότατα βρίσκεται η φράση οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι (β). Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, των οποίων ο υποκριτικός βίος θα αναγκάσει τον Κύριο να απευθύνει προς αυτούς τα καυστικά εκείνα Ουαί, αυτοί οδηγούν τη μοιχαλίδα μπροστά στον Ιησού. Είναι κάτι κοινό και συνηθισμένο σε εκείνους, οι οποίοι είναι παραδομένοι στην αμαρτία, να είναι αυστηροί στις αμαρτίες των άλλων.
(2)   Η γυναίκα οδηγείται προς τον Ιησού όχι για διεξαγωγή κανονικής δίκης, αλλά με σκοπό να προκαλέσουν τον Ιησού να εκφράσει γνώμη για ζήτημα που σχετιζόταν με τον μωσαϊκό νόμο, και να χρησιμοποιήσουν στον κατάλληλο καιρό την γνώμη αυτήν εναντίον του (δες σ. 6)(β). Ο οικτίρμων και φιλεύσπλαχνος διδάσκαλος, ο οποίος δειχνόταν τόσο χαλαρός στην τήρηση των παραδόσεων, θα εξέφραζε φανερά τώρα τη διαφωνία του με τον Μωϋσή, που ξεκάθαρα πρόσταζε εδώ ως ποινή το λιθοβολισμό; Εάν θα διαφωνούσε με τον Μωϋσή, θα πιανόταν στην παγίδα (τ).
(3)   Παρόμοιο με το συλλαμβάνω, και εκφράζει επιπλέον και την έννοια της σύλληψης στην ίδια την πράξη. Και στον Ιωάννη (α 5,ιβ 35)(β). Υπάρχει και η γραφή καταληφθεισαν. Ο κώδικας του Βέζα αντί για «επί μοιχεία» γράφει «επί αμαρτία».
(4)   Στο μέσο των παρισταμένων εκεί που άκουγαν τη διδασκαλία του, έτσι ώστε ενώπιον όλων να συντελεστεί η εξέταση του ζητήματος και η έκφραση της γνώμης του Ιησού (β).
(5)   Υπάρχει και η γραφή: λέγουσιν αυτω πειράζοντες. Βέβαιοι για το ότι ο Ιησούς θα συλλαμβανόταν στην παγίδα, μιλούν προς αυτόν ευγενικά αναγνωρίζοντας αυτόν διδάσκαλο (ο). Ονομάζοντας αυτόν διδάσκαλο, δήλωναν ταυτόχρονα και το λόγο για τον οποίο ζητούσαν από αυτόν να εκφέρει την απόφασή του (b).
(6)   Επάνω στην ίδια την πράξη. Συνεπώς η ενοχή της είναι αδιαμφισβήτητη (ο). «Επ’ αυτοφώρω σημαίνει: ελέγχεται από μόνο του, φαίνεται από μόνο του, είναι ολοφάνερο» (Ζ). Παρόλο που η μοιχεία είναι έργο σκοταδιού, για το οποίο οι ένοχοι παίρνουν όλα τα μέτρα, για να το συγκαλύψουν εκτελώντας αυτό κρυφά, όμως μερικές φορές αποκαλύπτεται δημόσια. Όσοι νομίζουν, ότι μπορούν να κρυφτούν όταν αμαρτάνουν, πλανώνται οικτρά. Διότι και εάν στην παρούσα ζωή πετύχουν να κρυφτούν, ασφαλώς θα έλθει ημέρα, κατά την οποία τα πάντα θα φανερωθούν.
(7)   Το ρήμα δεν συναντιέται στον Ιωάννη, ενώ βρίσκεται συχνά στους συνοπτικούς (β). Και η γραφή: Ταύτην εύρομεν… μοιχευομένην.

Ιω. 8,5 καὶ ἐν τῷ νόμῳ ἡμῶν Μωϋσῆς ἐνετείλατο τὰς τοιαύτας λιθοβολεισθαι(1)·
Ιω. 8,5 και στον νόμον μας ο Μωϋσής διέταξε να λιθοβολούνται αυταί αι γυναίκες.
(1)   Σύμφωνα με το Λευϊτ. κ 10 τόσο ο μοιχεύων όσο και η μοιχευομένη έπρεπε να θανατώνονται. Δεν καθορίζεται όμως ο τρόπος της θανάτωσης. Στο Δευτερ. κβ 21-24 από την άλλη, ορίζεται ο με λιθοβολισμό θάνατος για τη νεόνυμφη, η οποία δεν θα βρισκόταν να είναι παρθένα, όπως και για την αρραβωνιασμένη, η οποία θα συλλαμβανόταν να μοιχεύει. Ίσως η μοιχαλίδα για την οποία γίνεται λόγος στην περικοπή αυτή να ήταν κάποια αρραβωνιασμένη. Πάντως όπως μπορεί κάποιος να συμπεράνει από το ότι τίθεται ζήτημα, του οποίου και ζητείται η λύση, η νομική αυτή διάταξη δεν βρισκόταν σε ισχύ, αλλά είχε χαλαρωθεί υπερβολικά η τήρησή της (g,β). Και οι γραφές: λιθάζειν, λιθάζεσθαι.

Ιω. 8,6 σὺ οὖν τί λέγεις; τοῦτο δὲ εἶπον ἐκπειράζοντες αὐτόν(1), ἵνα σχῶσι κατηγορίαν κατ᾿ αὐτοῦ. ὁ δὲ Ἰησοῦς κάτω κύψας τῷ δακτύλῳ ἔγραφεν(2) εἰς τὴν γῆν(3).
Ιω. 8,6 Συ, λοιπόν, τι λέγεις;” Αυτό δε είπαν, δια να τον θέσουν εις πειρασμόν και να έχουν εναντίον του κατηγορίαν. Ο δε Ιησούς έσκυψε κάτω και με το δάκτυλόν του έγραφεν στο έδαφος.
(1)   Με ποιό τρόπο εδώ τον πείραζαν; Όχι μόνο διότι «ξέροντας ότι είναι ελεήμων και συμπαθής, περίμεναν ότι θα την λυπηθεί και επομένως θα έχουν κατηγορία εναντίον του, ότι παράνομα λυπάται αυτήν που ο νόμος λιθοβολεί» (Ζ). Οι Φαρισαίοι έβαζαν τον Ιησού μπροστά σε δίλημμα όπως στο Ματθ. κβ 15-22, πάνω στο οποίο η οποιαδήποτε απάντηση εξέθετε αυτόν σε κίνδυνο. Εάν δειχνόταν επιεικής, θα κατηγορούνταν ως παραβάτης του νόμου. Εάν συνιστούσε τον λιθοβολισμό, θα κατηγορούνταν ότι παρορμούσε τα πλήθη να μην σεβαστούν το δικαίωμα, το οποίο επιφύλασσε στον εαυτό της η Ρωμαϊκή εξουσία στις κατακτόμενες χώρες, να αποφασίζει αυτή για τις περιπτώσεις της καταδίκης σε θάνατο (jus gladii=νόμος του ξίφους). Παρόλο όμως που μερικές φορές οι ρωμαϊκές αρχές δείχνονταν χαλαρές στη διεκδίκηση αυτού του δικαιώματός τους, όπως μπορεί κάποιος να συμπεράνει από την περίπτωση του Στεφάνου (Πράξ. ζ 58), όμως οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι θα εύρισκαν αφορμή κατηγορίας εναντίον του Ιησού και θα δικαιολογούνταν πλήρως για τη σύλληψή του (g,β).
(2)   Υπάρχει και η γραφή: κατέγραφε. Διάφορες ερμηνείες: Ή, σύμφωνα με γραφή σε κάποιους κώδικες η οποία μπήκε μέσα στο κείμενο «ενός εκάστου αυτών τας αμαρτίας»· Ή, όχι μόνο αυτών αλλά και όλων των θνητών τις αμαρτίες σύμφωνα με το Ιερεμ. ιζ 13 «όλοι όσοι σε εγκατέλειψαν… ας γραφτούν πάνω στη γη» (Ιερώνυμος adv. Pelag. ΙΙ 17). Ή, έγραφε αυτήν την ίδια την απάντηση που έδωσε «ο αναμάρτητος…» και μάλιστα το πρώτο μισό της, κατά την στο σ. 6 έναρξη του να γράφει και το άλλο μισό της κατά την στο σ. 8 εξακολούθηση του να γράφει (g). Ή, πρόκειται για συμβολική πράξη που δηλώνει, ότι μπορούσε να ορίσει νόμο που ήταν ανώτερος από τον αντίστοιχο Μωσαϊκό.

Η πιο πιθανή από όλες αυτές είναι η επόμενη: «Αυτό ακριβώς που συνηθίζουν πολλές φορές να κάνουν αυτοί που δεν θέλουν να απαντήσουν… Διότι γνωρίζοντας το τέχνασμά τους, προσποιούνταν ότι γράφει στη γη και δεν προσέχει αυτά που έλεγαν» (Ζ). Στο κείμενο της αφήγησης η έμφαση βρίσκεται όχι στο τι ο Κύριος έγραφε στο έδαφος, αλλά στην κίνηση του χεριού, την πράξη της γραφής (χ). Τελείως φυσικά, όπως θα έπραττε ο καθένας, όταν καθισμένος, ίσως και με ραβδί στα χέρια, θα απασχολούνταν από σκέψεις (μ) σε περίπτωση μάλιστα κατά την οποία αυτοί που ζητούσαν από αυτόν την απάντηση θα κινούνταν όχι από ευθέα ελατήρια.

Με το παράδειγμά του αυτό ο Κύριος μάς δίδαξε να είμαστε αργοί στο να μιλήσουμε, όταν μάλιστα δύσκολες περιπτώσεις προβάλλουν μπροστά μας. Και όταν βρισκόμαστε μπροστά σε προκλήσεις, πρέπει να συγκρατιόμαστε και διακόπτοντας να σκεφτόμαστε προηγουμένως και έπειτα να μιλάμε. Σκέψου δύο φορές πριν μιλήσεις μία.
(3)   Μετά από αυτό κάποιοι κώδικες προσθέτουν την από έξω προερχόμενη γραφή «μη προσποιούμενος»=προσποιούμενος ότι δεν είναι έτσι· προσποιούμενος ότι δεν έχουν έτσι τα πράγματα ή ότι δεν άκουσε τι του είπαν (β).

Ιω. 8,7 ὡς δὲ ἐπέμενον ἐρωτῶντες αὐτόν, ἀνέκυψε καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὁ ἀναμάρτητος ὑμῶν(1) πρῶτος βαλέτω λίθον ἐπ᾿ αὐτήν(2).
Ιω. 8,7 Επειδή δε εκείνοι επέμενον να τον ερωτούν, εσήκωσε την κεφαλήν και τους είπεν• “ο αναμάρτητος από σας ας ρίψη πρώτος λίθον επάνω της”.
(1)   Όχι ο αναμάρτητος ως προς την πράξη της μοιχείας ή ως προς τα αμαρτήματα της ακαθαρσίας, αλλά ο αναμάρτητος ως προς κάθε αμαρτία (β). Με την απάντηση αυτή ο Κύριος δεν εννοεί, ότι για να δικάσει κάποιος πρέπει να είναι αναμάρτητος, αλλά στρέφεται κυρίως εναντίον της αυστηρότητας, με την οποία άνθρωποι παραβλέποντας τις δικές τους αμαρτίες και παρεκτροπές, κρίνουν τους άλλους. Μεταφέρει έτσι το ζήτημα από το δικαστικό επίπεδο στο ηθικό. Βεβαίως ο δικαστής, ο εντεταλμένος να αποδίδει δικαιοσύνη, οφείλει να πράττει αυτό ανεξάρτητα της προσωπικής του ηθικής κατάστασης. Εδώ όμως ο Κύριος δεν προσκαλούνταν να εκδώσει απόφαση ως επίσημος δικαστής, αλλά να εκφέρει γνώμη ως διδάσκαλος (g).

Όταν βρισκόμαστε μπροστά σε σφάλματα των άλλων, πρέπει να σκεφτόμαστε και τα δικά μας σφάλματα, για τα οποία πρέπει να γίνουμε αυστηρότεροι εναντίον του εαυτού μας παρά εναντίον των άλλων. Πρέπει να είμαστε ήπιοι και επιεικείς, όχι βέβαια προς τις αμαρτίες που διαπράχθηκαν, αλλά προς τα πρόσωπα που τις διέπραξαν, τα οποία πρέπει να διορθώνουμε «με πνεύμα πραότητας» αποβλέποντας στους εαυτούς μας και στη διεφθαρμένη μας φύση. Είτε είμαστε και εμείς τώρα, είτε υπήρξαμε στο παρελθόν, είτε ενδέχεται να υπάρξουμε στο μέλλον ό,τι είναι αυτός που τώρα κρίνεται από εμάς.
(2)   «Δες πώς ταυτόχρονα και το νόμο τήρησε και τη γυναίκα λυπήθηκε» (Ζ). Με τη φράση αυτή ο Κύριος δεν θέτει ζήτημα για το αν η διάταξη είναι ή δεν είναι σωστή ως αυστηρή, αλλά αναγνωρίζοντας την ισχύ του νόμου θέτει ζήτημα, για το ποιος έπρεπε να εκτελέσει αυτόν (g).
«Πώς απάντησε η Αλήθεια; Πώς αποκρίθηκε η Σοφία; Πώς αποκρίθηκε η Δικαιοσύνη; Δεν είπε· ας μη λιθοβοληθεί. Διότι θα παρουσιαζόταν να μιλά εναντίον του νόμου. Ούτε είπε· ας λιθοβοληθεί. Διότι ήλθε όχι για να χάσει εκείνο, το οποίο βρήκε, αλλά να ζητήσει το χαμένο. Αλλά τι απάντησε; Ο αναμάρτητος… Ω απόκριση Σοφίας! Παρατηρούσαν τη μοιχαλίδα και δεν έβλεπαν μέσα στον εαυτό τους. Ήταν παραβάτες του νόμου και επιθυμούσαν να εφαρμοστεί ο νόμος… Ας τιμωρηθεί ο αμαρτωλός, αλλά όχι από αμαρτωλούς· ας τηρηθεί ο νόμος, αλλά όχι από τους παραβάτες του νόμου» (Αυ).

Ιω. 8,8 καὶ πάλιν κάτω κύψας(1) ἔγραφεν εἰς τὴν γῆν(2).
Ιω. 8,8 Και αφού έσκυψε πάλιν κάτω, δια να τους δώση καιρόν να συναισθανθούν την ιδικήν των αμαρτωλότητα έγραφεν εις την γην.
(1)   Με αυτό εκδηλώνει σαφώς ο Κύριος, ότι δεν είχε διάθεση να επεκταθεί σε περαιτέρω συζήτηση για το θέμα με τους Φαρισαίους (β).
(2)   «Έτσι ώστε, την ώρα που αυτός ασχολούνταν δήθεν με το να γράφει, να τους δώσει τη δυνατότητα να αναχωρήσουν πριν τους καταδικάσει πιο φανερά. Διότι και αυτούς λυπόταν από υπερβολική αγαθότητα» (Ζ). Κάποια χειρόγραφα προσθέτουν: ενός εκάστου τας αμαρτίας.

Ιω. 8,9 οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐξήρχοντο(1) εἷς καθ᾿ εἷς, ἀρξάμενοι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων(2), καὶ κατελείφθη ὁ Ἰησοῦς καὶ ἡ γυνὴ ἐν μέσῳ οὖσα(3).
Ιω. 8,9 Εκείνοι δε, όταν ήκουσαν το λόγια του, ήρχισαν ο ένας μετά τον άλλον να φεύγουν, αρχής γενομένης από τους γεροντοτέρους (διότι όλοι ήρχισαν να δοκιμάζουν ελέγχους της συνειδήσεως δια τα ιδικά των αμαρτήματα). Και απέμεινεν ο Ιησούς και η γυναίκα, η οποία εστέκετο ορθία στο μέσον των άλλων.
(1)   Υπάρχει και η γραφή: ακούσαντες και υπό της συνειδήσεως ελεγχόμενοι εξήρχοντο. Έβγαιναν φοβούμενοι ίσως να μην ελεγχθούν αυστηρότερα από τον Ιησού, αλλά κυρίως μη ενδιαφερόμενοι πλέον για κάτι άλλο αφού η προσπάθειά τους για παγίδευση του Ιησού απέτυχε. Άφησαν τη γυναίκα, διότι δεν ενδιαφέρονταν να τιμωρηθεί η παράβαση του νόμου, αλλά να παγιδευτεί ο Ιησούς. Εάν ενδιαφέρονταν για την τιμωρία του παραβάτη, θα οδηγούσαν αμέσως τη γυναίκα ενώπιον των επίσημα εγκατεστημένων δικαστών (g).
(2)   Στην ηλικία, οι οποίοι ως τέτοιοι ήταν και επί κεφαλής της όλης πομπής και βρίσκονταν στην πρώτη σειρά των κατηγόρων (g). Κάποιοι κώδικες προσθέτουν «έως των εσχάτων». =Όχι τους νεώτερους στην ηλικία, αλλά τους τελευταίους (Meyer). Έτσι όλοι οι κατήγοροι αποχώρησαν.
(3)   Από τη φράση αυτή συμπεραίνουμε ότι δεν αποχώρησε και ο λαός που ήταν μαζί με τον Ιησού, που άκουγε τη διδασκαλία του (ο). «Άφησαν τη γυναίκα μαζί με τη μεγάλη της αμαρτία σε Αυτόν, ο Οποίος ήταν χωρίς αμαρτία» (Αυ).

Ιω. 8,10 ἀνακύψας(1) δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· γύναι(2), ποῦ εἰσιν(3); οὐδείς σε κατέκρινεν;
Ιω. 8,10 Εσήκωσε τότε ο Ιησούς την κεφαλήν και της είπε• “γυναίκα, που είναι αυτοί που σε κατηγόρησαν; Κανείς δεν σε κατέκρινε αξίαν λιθοβολισμού;”
(1)   Υπάρχει και η γραφή αναβλέψας. Μέχρις ότου αποχωρήσουν όλοι οι κατήγοροι ο Ιησούς έχοντας το κεφάλι στραμμένο προς τα κάτω, εξακολουθούσε να γράφει με το δάχτυλο στο έδαφος. Όταν λοιπόν αποχώρησαν όλοι, τότε ο Ιησούς αφού σήκωσε το κεφάλι απηύθυνε το λόγο προς την γυναίκα (ο). Μετά το «ο Ιησούς» κάποιοι από τους μεγαλογράμματους κώδικες προσθέτουν «και μηδένα θεασάμενος πλην της γυναικός».
(2)   Φαίνεται, ότι και αυτή από ντροπή είχε προς τα κάτω το κεφάλι. «Ανέμενε να τιμωρηθεί από αυτόν, στον οποίο δεν μπορούσε να βρεθεί αμαρτία» (Αυ). Για αυτό και ο Κύριος αποκαλεί αυτήν με το «Γυναίκα». «Αυτός ο οποίος έτρεψε σε φυγή τους κατηγόρους της με τη γλώσσα της δικαιοσύνης, υψώνοντας μάτια επιείκειας προς αυτήν, τήν ρώτησε» (Αυ).
(3)   Προστίθεται από άλλους κώδικες: εκείνοι οι κατήγοροί σου; Με το ερώτημα αυτό ο Κύριος ζητά όχι να πληροφορηθεί για την αποχώρηση των κατηγόρων της γυναίκας, αλλά να επιστήσει την προσοχή της στο γεγονός της αυτοκαταδίκης εκείνων και σε εκείνο, το οποίο θα έλεγε σε αυτήν με την ευκαιρία της αποχώρησης (ο).

Ιω. 8,11 ἡ δὲ εἶπεν· οὐδείς, Κύριε. εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς· οὐδὲ ἐγώ(1) σε κατακρίνω(2)· πορεύου(3) καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε(4).
Ιω. 8,11 Εκείνη δε είπε• “κανείς, Κυριε”. Είπε δε ο Ιησούς• “ούτε εγώ, που είμαι αναμάρτητος, σε κατακρίνω. Πηγαινε και από τώρα και πέρα μη αμαρτάνεις πλέον”.
(1)   «Ούτε εγώ σε κατακρίνω, από τον οποίο ίσως φοβάσαι ότι θα κατακριθείς, διότι σε εμένα δεν βρίσκεις αμαρτία» (Αυ). Με αυτό αφήνει ο Κύριος να εννοηθεί από τη γυναίκα, ότι αυτός είχε το δικαίωμα να ρίξει εναντίον της την πέτρα της καταδίκης (g).
(2)   Όχι δεν κατακρίνω την πράξη σου και την διαγωγή σου. Δεν προβαίνω στο έργο του κριτή και εκτελεστή της καταδικαστικής απόφασης (ο).
(3)   Δεν προσθέτει: εις ειρήνην· ούτε λέει: σου συγχωρούνται οι αμαρτίες, αλλά μην αμαρτάνεις πλέον (b). Δεν συγχωρεί τη γυναίκα για την αμαρτία της, διότι αυτή δεν είχε προσέλθει μόνη μετανιωμένη και ζητώντας την άφεση, όπως αυτή στο Λουκ. ζ 37. Ούτε απευθύνει προς αυτήν τα ίδια λόγια, τα οποία και προς εκείνην (ο.π. σ. 48,50). Απλώς μακροθυμεί και παρέχει σε αυτήν πίστωση χρόνου για διόρθωση (g).
(4)   Διακηρύσσεται το μέγεθος της παρεκτροπής της γυναίκας και καλείται αυτή να μην επαναλάβει αυτήν στο μέλλον (ο).

«Ο Κύριος κατέκρινε. Κατέκρινε όμως την αμαρτία, όχι τον άνθρωπο. Διότι εάν ήταν προστάτης της αμαρτίας θα έλεγε· Ούτε εγώ σε κατακρίνω. Πήγαινε, ζήσε όπως θες» (Αυ).

Πράγματι ευτυχείς είναι εκείνοι, τους οποίους ο Χριστός δεν κατακρίνει, αλλά συγχωρεί. Διότι όλων των άλλων οι κατακρίσεις και τα δυσμενή σχόλια λαμβάνουν αποστομωτική απάντηση από την φιλεύσπλαχνη απόλυση, την οποία παρέχει ο Κύριος, ο οποίος και μόνος είναι ο Ύψιστος Κριτής. Μη λησμονούμε όμως, ότι εκείνους δεν κατακρίνει ο Κύριος, οι οποίοι, αν και αμάρτησαν, πορεύονται με την απόφαση του να μην αμαρτάνουν στο εξής. Για τις προηγούμενες αποστασίες μας δεν θα ζητήσει λόγο από εμάς, εάν δειχτούμε διατεθειμένοι να ρίξουμε κάτω τα χέρια και να επιστρέψουμε στην υποταγή προς αυτόν.

(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 284-290 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας,  Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος,  Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος,  Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας,  Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός,  Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης,  Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας,   Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός,   Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940

(Π.Ν. Τρεμπέλα Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην). 

Ιωάννου 2,1 Καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ(1) γάμος(2) ἐγένετο(3) ἐν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας(4), καὶ ἦν ἡ μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ(5) ἐκεῖ·
Ιω. 2,1 Και την τρίτην ημέραν, έπειτα από τα γεγονότα αυτά, έγινε γάμος εις την Κανά της Γαλιλαίας και ήτο εκεί και η μητέρα του Ιησού (μετάφραση Κολιτσάρα Ι.).
(1)   Περίπου 50 μίλια χώριζαν τη Βηθαβαρά ή Βηθανία από τη Ναζαρέτ, όπου ο Ιησούς μετέβαινε πιθανώς. Το ταξίδι αυτό απαιτούσε λοιπόν πορεία 3 ημερών (g). Η τρίτη αυτή ημέρα «είναι έκτη από αυτές που απαριθμήσαμε από την αρχή» (Ω). Έκτη, εάν υπολογίσουμε ως πρώτη εκείνη, κατά την οποία ο Ιωάννης έδωσε μαρτυρία στους απεσταλμένους του συνεδρίου. Δες α 19. Πρώτη πρέπει να υπολογίσουμε την ημέρα, κατά την οποία ο Ιησούς θέλησε να βγει στη Γαλιλαία (α 44)(g).

Γίνεται η ερώτηση ποια από τις ημέρες αυτές ήταν Σάββατο; Δεδομένου, ότι το Σάββατο δεν μπορούσε να είναι ημέρα πορείας, φαίνεται πιθανό, ότι το Σάββατο συνέπιπτε με την ημέρα της κλήσης του Ανδρέου και Ιωάννου, οι οποίοι «έμειναν σε αυτόν εκείνη την ημέρα» (α 40), το οποίο συμβιβάζεται πλήρως με την υποχρεωτική ανάπαυση της ημέρας του Σαββάτου. Κάποιοι από τους νεώτερους ερμηνευτές υπολογίζοντας ως πρώτη ημέρα του ταξιδιού όχι την ημέρα, κατά την οποία ο Ιησούς θέλησε και αποφάσισε τη μετάβαση στη Γαλιλαία, αλλά την επομένη, βρίσκουν, ότι η εδώ καθοριζομένη τρίτη ημέρα ήταν η τέταρτη της εβδομάδας, το οποίο παρουσιάζεται, σύμφωνα με αυτούς, να συμφωνεί με τη διάταξη στο Ταλμούδ, που λέει ο γάμος κάθε παρθένας να γίνεται κατά την τέταρτη ημέρα (β).
(2)   Ο Χριστός δεν καταργεί την ανθρώπινη κοινωνία, αλλά αγιάζει αυτήν (b). Λέγοντας γάμο ο ευαγγελιστής εννοεί το δείπνο για το γάμο.
(3)   Επειδή ο εορτασμός των γάμων παρατεινόταν στους Εβραίους για ολόκληρη εβδομάδα, υποτίθεται ότι με το «εγένετο» δηλώνεται η έναρξη του πανηγυρισμού του γάμου για τον οποίο γίνεται λόγος (κ).
(4)   Προστίθεται το Γαλιλαίας για διάκριση από την Κανά της κοίλης Συρίας, που βρισκόταν όχι μακριά από την Τύρο. Όμως και πάλι επικρατεί αβεβαιότητα για την τοποθεσία αυτής της πόλης. Δείχνονται σήμερα δύο Κανά. Μία 3,5 μίλια Β.Α. της Ναζαρέτ, η οποία ονομάζεται Κέφρ Κεννά, και άλλη 8 μίλια βόρεια της Ναζαρέτ, που ονομάζεται Khirbet Κεννά (g,β). Σύμφωνα με τους g, β η Κανά που τελέστηκε το θαύμα είναι η Κέφρ Κεννά, οι μ, χ όμως προτιμούν την άλλη. Ο Χριστός αρχίζει τα θαύματά του σε κάποια αφανή πόλη, μακριά από την Ιερουσαλήμ, δείχνοντας έτσι, ότι δεν ζήτησε δόξα από ανθρώπους (Ιω. ε 41), αλλά συγκατέβαινε προς τους ταπεινούς.
(5)   Ή, ο Ιωάννης ουδέποτε ονομάζει αυτήν με το όνομα Μαρία, αλλά θεωρεί το όνομα ως δεδομένο, επειδή είναι γνωστό από τους άλλους ευαγγελιστές (b). Ή, πιο σωστά, ο Ιωάννης εδώ τονίζει κυρίως το «μητέρα», διότι με την ιδιότητά της ως μητέρας του Ιησού πρόκειται να παίξει πρωτεύοντα ρόλο στα περιστατικά του θαύματος (g).

Ιω. 2,2 ἐκλήθη δὲ(1) καὶ ὁ Ἰησοῦς(2) καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ(3) εἰς τὸν γάμον.
Ιω. 2,2 Προσεκλήθη και ο Ιησούς και οι μαθηταί του στον γάμον.
(1)   Υπάρχει αντίθεση μεταξύ του ἦν… ἐκεῖ και του ἐκλήθη. Ο Ιησούς κλήθηκε με το που έφτασε από την έρημο του Ιορδάνη, ενώ η Μαρία βρισκόταν ήδη εκεί. Τόσο από τους υπαινιγμούς αυτούς, όσο και από τις διαταγές, τις οποίες δίνει μετά από λίγο η Μαρία στους υπηρέτες του γάμου, συμπεραίνουμε ότι αυτοί που ήταν στο σπίτι, όπου τελούνταν ο γάμος, συνδέονταν στενά με αυτήν, πιθανότατα μάλιστα και με δεσμούς συγγένειας (g).
(2)   Από τον ενικό «κλήθηκε» φαίνεται ότι κυρίως ο Ιησούς προσκλήθηκε, ενώ οι μαθητές κλήθηκαν προς τιμήν του (g). Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ιησούς δεν αρνήθηκε.

«Αυτός που νομοθέτησε το γάμο, ήλθε για να τιμήσει το γάμο και να τον αγιάσει με την παρουσία του» (Ζ).

«Τίμησε με την παρουσία του το γάμο, αυτός που είναι η ευθυμία και η χαρά όλων» (Κ).

«Διότι πράγματι, αφού ο Ιησούς είναι ο δημιουργός του άνδρα και της γυναίκας, δεν αρνείται να κληθεί σε γάμο, αφού αυτός είναι εκείνος που αφού έπλασε την Εύα, την οδήγησε στον Αδάμ. Για αυτό και στο ευαγγέλιο για αυτήν τη σύνδεση λέει: «Αυτά που ο Θεός ένωσε, άνθρωπος να μην τα χωρίζει». Ας ντραπούν λοιπόν όσοι αιρετικοί απορρίπτουν το γάμο, τη στιγμή που ο Ιησούς καλείται σε γάμο και είναι και η μητέρα του εκεί» (Ω).
(3)   Οι γνωστοί από την προηγούμενη αφήγηση, έξι στον αριθμό. Σε όλα τα ευαγγέλια με τον όρο «οι μαθητές του», δηλώνονται άλλοτε μεν ο στενός κύκλος των 12, άλλοτε πάλι ο ευρύτερος κύκλος, που περιλάμβανε όλους όσους ακολουθούσαν τον Ιησού. Έτσι στα Ματθ. η 21, Μάρκ. β 15,γ 7,Λουκ. στ 13,Ιω. στ 60,61,66, η ονομασία μαθητές δεν περιορίζεται στους 12. Στον Ιωάννη ο όρος «οι μαθητές» χωρίς κάποια άλλη προσθήκη (το «αυτού» ή κάτι άλλο) μία μεν φορά αναφέρεται αποκλειστικά στους 12 (ιγ 5 και 22), ενώ συχνότατα αναφέρεται στους μαθητές που ήδη αναφέρθηκαν ή είναι παρόντες, όπως εδώ (δες και δ 31,33,ια 7,8,12,54,κ 4,10,18,19,20) και μία φορά (κ 30) με ευρύτερη έννοια (β).

Ιω. 2,3 καὶ(1) ὑστερήσαντος(2) οἴνου λέγει ἡ μήτηρ(3) τοῦ Ἰησοῦ πρὸς αὐτόν· οἶνον οὐκ ἔχουσι(4).
Ιω. 2,3 Επειδή δε έλειψεν ο οίνος, λέγει η μητέρα του Ιησού προς αυτόν• “οίνον δεν έχουν”.
(1)   Ο σιναϊτικός κώδικας έχει τη γραφή: Και οίνον ουκ είχον ότι συνετελέσθη ο οίνος του γάμου (=και δεν είχαν κρασί διότι τελείωσε το κρασί του γάμου).
(2)   Το ρήμα υστερώ, στη χρήση του από τους κλασσικούς συγγραφείς σημαίνει βραδύνω (=αργώ), ενώ στη μεταγενέστερη χρήση σημαίνει τελειώνω, εξαντλούμαι· κατέληξε στη χρήση αυτή από την πρώτη, επειδή σημαίνει «δεν έμεινε», δεν ήταν αρκετό για την ανάγκη αυτών που έτρωγαν (δ). «Υστέρησε, δηλαδή χρειάστηκε, έλλειψε» (Ζ). Ο γάμος, όπως ειπώθηκε, διαρκούσε μερικές φορές ολόκληρη εβδομάδα (Γεν. κθ 27,Τωβ. ια 18).

Πόσες ημέρες ο γάμος αυτός διήρκεσε και ποια ημέρα ο Κύριος ήλθε και το κρασί τελείωσε, δεν είναι γνωστό (b). Πάντως στην έλλειψη συντέλεσε και η απροσδόκητη έλευση του Ιησού με τους μαθητές του, οι οποίοι δεν είχαν προϋπολογιστεί στον αριθμό των καλεσμένων.
(3)   Όπως φαίνεται από την απάντηση του Ιησού «δεν έφτασε ακόμη η ώρα μου», η Μαρία ζητά την προμήθεια κρασιού με θαύμα. Αλλά γεννιέται το ερώτημα:

«Από πού ήλθε στη μητέρα το να φανταστεί κάτι τόσο μεγάλο για αυτόν; Άρχιζε να αποκαλύπτεται, και ο Ιωάννης τον είχε κάνει ολοφάνερο με όσα είχε πει στους μαθητές του· αλλά και πριν από όλα αυτά, η ίδια η σύλληψη και όσα έγιναν σχετικά με τη σύλληψη, δημιούργησαν μέσα της μεγάλη ιδέα για το παιδί, και λέει το ευαγγέλιο (Λουκ. 2,19) ότι τα σύγκρινε μέσα στην καρδιά της όλα αυτά. Όταν λοιπόν είδε ότι ο Ιωάννης ήλθε για αυτόν και έδινε μαρτυρία για αυτόν και ότι είχε μαθητές, τότε λοιπόν, παίρνοντας θάρρος, παρακαλούσε» (Θμ).

Πάντως η παρουσία των 6 μαθητών, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν πρόσωπα άγνωστα στην Παρθένο, αποτελούσε γεγονός αξιοπερίεργο, του οποίου την εξήγηση θα ζήτησε αυτή και θα πληροφορήθηκε. Οι μαθητές λοιπόν θα ανακοίνωσαν τα σχετικά με τη μαρτυρία του Ιωάννη, αλλά επίσης και όσα συνέβησαν κατά την πρώτη συνάντηση του Ιησού με το Ναθαναήλ, ανάμεσα στα οποία ήταν και η υπόσχεση για το ανέβασμα και το κατέβασμα των αγγέλων (g).
(4)   «Ήθελε και σε εκείνους να δείξει ευγνωμοσύνη» (Χ), και πολύ περισσότερο, από τη στιγμή που ήταν δυνατόν να σκεφτεί, ότι την εξάντληση του κρασιού επιτάχυνε η ευγενική πρόσκληση του Ιησού και των 6 μαθητών του (κ). Λιγότερο πιθανή ερμηνεία:

Ήθελε η Παρθένος «και τον εαυτό της να παρουσιάσει λαμπρότερο μέσω του γιου της. Και ίσως είχε πάθει και κάτι ανθρώπινο, όπως ακριβώς και οι αδελφοί του όταν έλεγαν: Δείξε τον εαυτό σου στον κόσμο (Ιω. ζ 4), επειδή ήθελαν να καρπωθούν τη δόξα από τα θαύματα» (Χ). Ο σιναϊτικός γράφει: οίνος ουκ έστι.

Ιω. 2,4 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· τί ἐμοὶ καὶ σοί(1), γύναι(2); οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου(3).
Ιω. 2,4 Της λέγει δε ο Ιησούς• “τι κοινόν υπάρχει, ω γύναι, μεταξύ εμού του Μεσσίου και σου, που με εγέννησες ως άνθρωπον; Δεν ήλθεν ακόμη η ώρα μου να κάμω θαύματα εμπρός στους ανθρώπους”.
(1)   Φράση που συναντιέται και στην Π.Δ. (δες Κριτ. ια 12,Β΄Βασ. ιστ 10, Γ΄ Βασ. ιζ 18,Δ Βασ. γ 13), σημαίνει διαφορά στις γνώμες ή τα ενδιαφέροντα (β), και θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε αυτήν: «Τι κοινό υπάρχει σε μένα και σε σένα;» (Ζ). Τι λογαριασμούς έχουμε μαζί; Η απάντηση αυτή του Κυρίου εξηγείται, εάν λάβουμε υπ’ όψη, ότι «επειδή τον γέννησε, είχε την αξίωση σύμφωνα με τη συνήθεια των άλλων μητέρων, να προστάζει σε αυτόν τα πάντα, ενώ έπρεπε να τον σέβεται και να τον προσκυνά ως δεσπότη» (Χ).

Αξιοσημείωτη και η παρατήρηση: «Έπρεπε να τον παρακαλέσουν αυτοί που είχαν την ανάγκη και όχι η μητέρα του» (Χ). «Διότι εάν, λέει, δεν υπάρχει κρασί, έπρεπε οι ίδιοι εκείνοι που δεν έχουν να έλθουν και να ζητήσουν, και όχι εσύ η μητέρα» (Θφ).
(2)   Το «γυναίκα» με το οποίο ο Σωτήρας ονομάζει τη μητέρα του εδώ και στο ιθ 26 και τη Μαγδαληνή Μαρία (κ 15), είναι η συνηθισμένη ονομασία των γυναικών και των ίδιων των μητέρων στους Εβραίους, όπως και στους Έλληνες των γυναικών και των ίδιων των βασιλισσών (Ιλιάδ. Γ 204,Οδύσ. Ψ 221,Σοφοκλ. Οιδίπ. Τύραν. 189). Επομένως τίποτα το απότομο δεν έχει μέσα της η λέξη (δ). Η ονομασία «Γυναίκα» φανερώνει κάποιον που είτε αγανακτεί (Λουκ. κβ 57) είτε θαυμάζει (Ματθ. ιε 28) είτε τιμά (Λουκ. ιγ 12,Ιω. δ 21) είτε δείχνει σεβασμό (Ιω. β 4,ιθ 26)(G).

«Επομένως αυτά τα λόγια δεν σήμαιναν αυθάδεια προς τη μητέρα» (Χ).

Είναι μία ενδιάμεση ονομασία ανάμεσα στο «μητέρα», το οποίο θα δήλωνε άμεση εξάρτηση του Ιησού και ως Μεσσία από τη μητέρα του, και στο «Μαρία», το οποίο θα δήλωνε χαλάρωση του σεβασμού προς τη μητέρα. Με το «γυναίκα» δείχνει ο Χριστός ότι πέρασε πλέον ο καιρός του να ασκεί πάνω του η Μαρία οποιοδήποτε μητρικό κύρος.

«Δεν είπε λοιπόν «μητέρα», αλλά «γυναίκα», ως Θεός» (Ζ) ή μάλλον ως Μεσσίας.

«Ως Θεός δεν είχε μητέρα· ως άνθρωπος είχε. Ήταν λοιπόν η μητέρα της σάρκας του, της ανθρώπινης φύσης του… Αλλά το θαύμα το οποίο επρόκειτο να ενεργήσει, θα το ενεργούσε με τη θεία του φύση, όχι με την ασθένειά του ως άνθρωπος· επειδή ήταν Θεός και όχι επειδή είχε γεννηθεί ασθενής άνθρωπος» (Αυ).

«Η ενέργεια όμως του Υιού του Θεού εξαρτάται μόνο από τη θέληση του Πατέρα» (Ειρηναίου Κατά αιρέσ. ΙΙΙ,16.7).
(3)   Μπορούμε να πάρουμε τη φράση με στενή έννοια=«δεν είναι ο κατάλληλος καιρός» (Θφ), «δεν έχει έλθει ακόμα η ώρα μου, η ώρα να θαυματουργήσω, το οποίο ζητάς» (Ζ).

«Γιατί δεν έπρεπε να προχωρήσει στην πράξη τρέχοντας, ούτε να εμφανιστεί ότι από μόνος του προχωρεί στη θαυματουργία… αλλά να προσφέρει τη χάρη στην ανάγκη μάλλον, παρά σε εκείνους που τον βλέπουν» (Κ).

«Δεν είμαι ακόμα γνωστός στους παρόντες, ούτε ξέρουν ότι τελείωσε το κρασί· άφησέ τους να το αντιληφθούν πρώτα… έτσι ώστε να δεχτούν αυτοί το θαύμα με πολλή συμφωνία· διότι εκείνος μεν που γνωρίζει ότι έχει περιέλθει σε ανάγκη, όταν πετύχει αυτά που ζητά, έχει πολλή ευγνωμοσύνη. Εκείνος όμως που δεν έχει συναίσθηση της ανάγκης, δεν θα λάβει σαφή και μεγάλη αίσθηση της ευεργεσίας» (Χ).

Με άλλα λόγια· Δεν ήλθε ακόμη η κατάλληλη ώρα· όταν τελειώσει το κρασί και γίνει αισθητή η έλλειψή του, τότε θα φτάσει η κατάλληλη στιγμή για να πράξω ό,τι πρέπει. Κυρίως όμως στον Ιωάννη η φράση «η ώρα μου», αναφέρεται στην ώρα της Μεσσιανικής εμφάνισης του Κυρίου, και ειδικότερα στα ζ 30,η 20,ιβ 23,ιζ 1 στο θάνατό του και στη δόξα που ακολούθησε. Εδώ λοιπόν η φράση σημαίνει: Δεν είχε φτάσει ακόμη η στιγμή για τη δημόσια εμφάνιση του Ιησού ως Μεσσία, όπου το πρώτο σημάδι της εμφάνισης αυτής ήταν το θαύμα, στο οποίο το νερό μεταβλήθηκε σε κρασί (β)

Ιω. 2,5 λέγει ἡ μήτηρ αὐτοῦ(1) τοῖς διακόνοις· ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν(2), ποιήσατε.
Ιω. 2,5 Η μητέρα του από τον τόνον της φωνής του εκατάλαβε, ότι θα επραγματοποιούσε την παράκλησίν της και δι' αυτό είπεν στους υπηρέτας• “ο,τι σας πη κάμετέ το”
(1)   Στον τόνο της φωνής και γενικά στην έκφραση της απάντησης κρυβόταν κάτι, το οποίο έδωσε στη Μαρία να αντιληφθεί, ότι ο γιος της θα άκουγε την αίτησή της. «Αφού κατάλαβε το σκοπό του λόγου… και ότι δεν θα παραβλέψει την παράκλησή της, κάνει τους υπηρέτες του τραπεζιού έτοιμους στην υπηρεσία του» (Ζ).
(2)   Διαισθάνεται ότι κάτι έκτακτο πρόκειται να συμβεί και με την παραγγελία της αυτή στους υπηρέτες θέτει αυτούς στη διάθεση του υιού της, επιζητώντας να εξασφαλίσει σε αυτόν πλήρη ελευθερία ενέργειας (β). Όσοι περιμένουν χάρες από το Χριστό, οφείλουν να είναι πρόθυμοι σε ανεπιφύλακτη υπακοή των διαταγών του. Η οδός του καθήκοντος είναι και οδός του ελέους. Να είστε στην οδό του καθήκοντος και ο Θεός θα είναι μαζί σας.

Ιω. 2,6 ἦσαν δὲ ἐκεῖ(1) ὑδρίαι λίθιναι ἓξ(2) κείμεναι κατὰ τὸν καθαρισμὸν(3) τῶν Ἰουδαίων(4), χωροῦσαι ἀνὰ μετρητὰς δύο ἢ τρεῖς(5).
Ιω. 2,6 Υπήρχαν δε εκεί εξ λίθινες στάμνες, που σκοπόν είχαν να χρησιμοποιούνται δια να πλύνωνται, κατά την συνήθειάν των, οι Ιουδαίοι πριν φάγουν. Καθε μία δε από αυτάς εχωρούσε από δύο η τρεις μετρητάς, δηλαδή 35 έως 54 περίπου κιλά εκάστη.
(1)   Είτε στην αυλή του σπιτιού, είτε στην είσοδο και το διάδρομό του. Ο σ. 9 άλλωστε μαρτυρεί σαφώς, ότι οι προετοιμασίες για το θαύμα, που αναφέρονται στο γέμισμα των σταμνών, έγιναν μακριά από τα μάτια και του αρχιτρικλίνου και του γαμπρού (g).
(2)   Ίσως ο αριθμός αναφέρεται επειδή ανταποκρίνεται ακριβώς στον αριθμό των μαθητών που συνόδευαν τον Ιησού. Το θαύμα κατά κάποιο τρόπο αναπλήρωνε το δώρο, το οποίο ο καθένας από αυτούς έπρεπε να προσφέρει, εκδηλώνοντας την ευγνωμοσύνη του προς τον γαμπρό που τους φιλοξενούσε (g).
(3)   Ή «εξυπηρετούσαν στον καθαρισμό» (Ζ). Ή, πιο σωστά, σύμφωνα με τη συνήθεια του καθαρισμού, που ήταν σε χρήση στους Ιουδαίους. Για τον καθαρισμό αυτό είτε των προσώπων, είτε των σκευών, ο οποίος ήταν σε χρήση στους ευσεβείς Ιουδαίους, προ παντός πριν ή μετά το φαγητό, δες Μάρκ. ζ 1-4 και Ματθ. ιε 2,Λουκ. ια 38 (g).

«Δεν είπε χωρίς λόγο «σύμφωνα με το έθιμο του καθαρισμού των Ιουδαίων», αλλά για να μην υποψιαστούν μερικοί από τους άπιστους, ότι, επειδή είχαν απομείνει μέσα στις στάμνες υπολείμματα κρασιού, μόλις ρίχτηκε το νερό και αναμίχτηκε, μεταβλήθηκε σε κρασί πολύ αραιό. Για αυτό λέει, σύμφωνα με τον καθαρισμό των Ιουδαίων, για να δείξει ότι εκείνες οι στάμνες ποτέ δεν υπήρξαν δοχεία και σκεύη κρασιού» (Χ).
(4)   Ο συγγραφέας γράφοντας σε εθνικούς, θεωρεί χρήσιμο να διασαφηνίσει σε αυτούς την αφήγηση, δίνοντας πληροφορίες για τα έθιμα των Ιουδαίων (β).
(5)   Ο Εβραϊκός μετρητής ήταν ίσος με τον αττικό (Ιησήπ. Ιουδ. Αρχ. 8,2,9) και περιείχε 12 χόες [=από του χους (=παλαιό αττικό μέτρο ρευστών ίσο με 3,28 λίτρα)] ή 144 κοτύλες δηλαδή 26 και 2/3 οκκάδες (δ). Μέτρο των υγρών που περιλάμβανε 72 ξέστους (=μονάδα μέτρησης υγρών)(G), ή 8,5 γαλλόνια, έτσι ώστε κάθε στάμνα της αφήγησής μας περιείχε γύρω στα 20 γαλλόνια (β). Ποσότητα σημαντική! Ο Ιησούς εφόσον υποχώρησε στην επιθυμία της μητέρας του, ενεργεί με τρόπο, ώστε και το θαύμα να γίνει αισθητότερο, εφόσον μάλιστα αυτό ήταν το πρώτο θαύμα του, αλλά και η αγαθή διάθεση, που πλεόναζε στην καρδιά του για τη μητέρα και τους καλεσμένους στο σπίτι, να ξεχυθεί πλούσια. Για αυτό, δίκαια το θαύμα αυτό του Ιησού χαρακτηρίστηκε ως θαύμα αγάπης. Ο Ιησούς με αυτό ξεπλήρωνε διπλό χρέος· προς τον γαμπρό, στον οποίο η απροσδόκητη άφιξη του Κυρίου προκάλεσε αυτήν τη δυσκολία, που προκλήθηκε από την έλλειψη του κρασιού, και προς την Μαρία, προς την οποία ο Ιησούς απέδιδε, πριν ακόμα εγκαταλείψει αυτήν επιδιδόμενος στο Μεσσιακό του έργο, τον φόρο της ευγνωμοσύνης του (g). Δεν μπορεί όμως κάποιος να κατηγορήσει βάσιμα τον Κύριο, ότι με την άφθονη προμήθεια κρασιού υπέθαλπε τους καλεσμένους σε μεθύσι, διότι από το ότι τόσο πολύ κρασί τέθηκε στη διάθεση του γαμπρού, δεν έπεται ότι ολόκληρη η ποσότητα αυτή εξαντλήθηκε εκείνο το απόγευμα (ο).

Η παρουσία άλλωστε του Ιησού υποβοηθούσε σε καλή χρήση του δώρου που πλούσια χορηγήθηκε. Εξάλλου από το ότι υπάρχουν μέθυσοι, ποιος θα κατηγορούσε το Θεό, όταν παρέχει την ευλογία του στα αμπέλια; Πάντως ο Κύριος εκδηλώνει με αυτό την αγαθή διάθεση και εύνοιά του προς τους νεονύμφους, όπως άλλοτε και με τον πολλαπλασιασμό του λαδιού έδειξε παρόμοια εύνοια στην πτωχή χήρα στην πόλη Σωμάν (Δ΄Βασ. δ 7). Ο Χριστός δίνει αντάξια του εαυτού του. Δίνει άφθονα σύμφωνα με τον πλούτο της δόξας του.

Ιω. 2,7 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· γεμίσατε τὰς ὑδρίας ὕδατος(1). καὶ ἐγέμισαν αὐτὰς ἕως ἄνω(2).
Ιω. 2,7 Λεγει εις αυτούς ο Ιησούς• “γεμίσατε τις στάμνες με νερό”. Και τας εγέμισαν έως επάνω.
(1)   «Για ποιο λόγο δεν έφτιαξε αυτός το νερό… αλλά διέταξε τους υπηρέτες;… για να έχει μάρτυρες του γεγονότος αυτούς τους ίδιους που άντλησαν το νερό και για να μην θεωρηθεί ότι ήταν απάτη αυτό που συντελέστηκε. Διότι εάν επρόκειτο να αρνηθούν αυτό κάποιοι αναιδείς, μπορούσαν να πουν σε αυτούς οι υπηρέτες: «εμείς αντλήσαμε το νερό»» (Χ). Επιπλέον «σε πολλές περιπτώσεις περικόπτει το μέγεθος των θαυμάτων, για να γίνουν πιο εύκολα παραδεκτά» (Θφ).
(2)   Έτσι ώστε τίποτα δεν έμεινε κενό, ώστε να υποθέσει κάποιος, ότι στο νερό έγινε προσθήκη κάποιας άλλης ουσίας, που μπορούσε να προσδώσει στο νερό το χρωματισμό και τη γεύση του κρασιού (β). Οι λεπτομέρειες αυτές της αφήγησης αποτελούν ενδείξεις, ότι ο συγγραφέας είναι αυτόπτης (F).

Η έναρξη των θαυμάτων του Μωϋσή έγινε με τη μεταβολή του νερού σε αίμα (Εξ. δ 9). Η έναρξη των θαυμάτων του Χριστού έγινε με τη μεταβολή του νερού σε κρασί. Αυτό λοιπόν υποδηλώνει τη διαφορά μεταξύ του μωσαϊκού νόμου και του ευαγγελίου του Χριστού. Η κατάρα του νόμου μεταβάλλει το νερό σε αίμα· τις συνηθισμένες ενισχύσεις της ζωής σε πικρία και τρόμο. Η ευλογία του ευαγγελίου όμως μετατρέπει το νερό σε κρασί.

Ιω. 2,8 καὶ λέγει αὐτοῖς· ἀντλήσατε(1) νῦν(2) καὶ φέρετε τῷ ἀρχιτρικλίνῳ(3). καὶ ἤνεγκαν(4).
Ιω. 2,8 Και έπειτα τους είπε• “βγάλτε τώρα και φέρτε στον αρχιτρίκλινον, εις αυτόν που επιβλέπει τα του συμποσίου”. Και έφεραν.
(1)   Ρήμα που χρησιμοποιείται κυρίως για τη λήψη νερού από πηγάδι. Χρησιμοποιείται και εδώ για να δηλώσει τη λήψη από άφθονο απόθεμα. Μέχρι πριν λίγο οι υπηρέτες με στέρηση και φειδώ προμηθεύονταν το κρασί από την αποθήκη του κρασιού που ολοένα εξαντλούνταν και άδειαζε. Τώρα μπορούν να αντλούν (ο). Όπως άλλοτε ο Μωϋσής, ο δούλος του Κυρίου, όταν ο Θεός διέταξε αυτόν, πλησίασε στον ξερό βράχο και άντλησε από εκεί νερό, έτσι και τώρα οι υπηρέτες στη διαταγή του Χριστού αντλούν από νερό κρασί. Αφού καμία δυσκολία ή εμπόδιο δεν μπορεί να ορθωθεί μπροστά στο χέρι του Θεού, ποιος θα αμφέβαλλε για το ότι η προσταγή του και εδώ θα γινόταν αμέσως έργο;
(2)   Η στιγμή του θαύματος πρέπει να τοποθετηθεί ανάμεσα στους σ. 7 και 8. Το «τώρα», το οποίο λέει ο Ιησούς, υπαινίσσεται, ότι το θαύμα είχε ήδη συντελεστεί. Ο Κύριος κάθεται στη θέση του· δεν λέει κάποιο λόγο για να συντελεστεί με αυτόν το θαύμα. Απλώς και μόνο θ έ λ ε ι. Και με την απλή αυτή συγκατάθεσή του συντελείται το θαύμα. Ο Χριστός κάνει μεγάλα έργα αθόρυβα και με σιγή. Και εάν σε κάποιες περιστάσεις έκανε τα θαύματά του χρησιμοποιώντας και σημάδια και λόγια, έκανε αυτό για τους παρόντες και την ωφέλειά τους.
(3)   Τρικλίνιο, εστιατόριο, που έχει αντί για καθίσματα 3 ανάκλιντρα, πάνω στα οποία σύμφωνα με την παλαιά συνήθεια ξαπλωμένοι έτρωγαν (κ). «Αρχιτρίκλινο ονομάζει τον αρχηγό του συμποσίου, αυτόν που φρόντιζε για όλα στο συμπόσιο· διότι τρίκλινα ονομάζονταν τα σπίτια των συμποσίων» (Ζ). Ο αλλιώς ονομαζόμενος τραπεζοποιός. Του αρχιτρικλίνου έργο ήταν να τοποθετεί τα τραπέζια και τα ανάκλιντρα, να διαθέτει τα εδέσματα και να δοκιμάζει από πριν τις τροφές και τα κρασιά (G).

Ο Σβ. λέει στη Σειρά «Ο αρχιτρίκλινος δεν ήταν ένας από αυτούς που ξάπλωναν στα ανάκλιντρα, αλλά ο επικεφαλής του λεγόμενου «τρίκλινου», δηλαδή της αίθουσας του συμποσίου, ο οποίος είχε ένα έργο, το να πηγαινοέρχεται στην αίθουσα, να καθοδηγεί τους οινοχόους, να εποπτεύει το ψήσιμο των εδεσμάτων και να κάνει τα πάντα για την καλή εξυπηρέτηση και την ευχαρίστηση όσων παρευρίσκονται στα τραπέζια». Εδώ λοιπόν (αρχιτρίκλινος) είναι ο επικεφαλής των υπηρετών, αυτός που φροντίζει για ό,τι χρειάζεται στο συμπόσιο (δ). Σε αυτήν την περίπτωση όμως, όπως φαίνεται από τα λόγια του αρχιτρικλίνου στο γαμπρό στο σ. 10, είναι αυτός φίλος που μιλά με οικειότητα με το γαμπρό, αλλά αγνοεί τις προμήθειες στο σπίτι του γαμπρού. Είναι αξιοσημείωτο, ότι ο Κύριος εκδηλώνοντας απόλυτη βεβαιότητα, που αποκλείει κάθε δισταγμό ή αμφιβολία, δεν ζητά να δοκιμάσει αυτός πρώτος, για να πειστεί, εάν αυτό που έγινε συντελέστηκε σύμφωνα με τη θέλησή του, αλλά διατάζει να δοθεί κατ’ ευθείαν και αμέσως στον αρχιτρίκλινο.
(4)   Υπάρχει και η γραφή: Οι δε ήνεγκαν. Δηλαδή άντλησαν και έφεραν. Έδειξαν ωραία υπακοή (b). Έφεραν για άμεση δοκιμή και χρήση. Του Χριστού τα έργα είναι όλα για χρήση και ωφέλεια. Δίνει τα τάλαντά του όχι για να θάβονται, αλλά για να διατίθενται για ωφέλεια των άλλων.

Ιω. 2,9 ὡς δὲ ἐγεύσατο ὁ ἀρχιτρίκλινος(1) τὸ ὕδωρ οἶνον γεγενημένον(2) -καὶ οὐκ ᾔδει πόθεν ἐστίν· οἱ δὲ διάκονοι ᾔδεισαν οἱ ἠντληκότες τὸ ὕδωρ(3)- φωνεῖ τὸν νυμφίον ὁ ἀρχιτρίκλινος
Ιω. 2,9 Μολις δε εδοκίμασε ο αρχιτρίκλινος το νερό, που είχε γίνει κρασί-και δεν εγνώριζε αυτός από που προέρχεται• οι υπηρέται μόνον εγνώριζαν που είχαν βγάλει το νερό και γεμίσει τις στάμνες-φωνάζει τον γαμβρόν ο αρχιτρίκλινος
(1)   «Για το ότι λοιπόν ήταν μεν κρασί αυτό που έγινε και το καλύτερο κρασί, επρόκειτο να είναι μάρτυρες όχι μόνο οι υπηρέτες, αλλά και ο γαμπρός και ο αρχιτρίκλινος, για το ότι όμως έγινε αυτό από το Χριστό, μάρτυρες ήταν εκείνοι που άντλησαν το νερό. Επομένως, και αν τότε δεν αποκαλυπτόταν το θαύμα, όμως δεν μπορούσε να αποσιωπηθεί τελείως. Έτσι εξασφάλιζε για τον εαυτό του ο Χριστός πολλές και αναγκαίες μαρτυρίες για το μέλλον» (Χ).
(2)   Καμία άλλη εκδοχή δεν επιδέχεται η φράση παρά την μεταβολή με θαύμα (g).

«Αυτός που καλεί σε δημιουργία αυτά που δεν υπάρχουν, πώς θα δυσκολευόταν να μετατρέψει τα ήδη δημιουργημένα σε ό,τι τυχόν θα ήθελε» (Κ).

«Αυτός που μεταβάλλει στα αμπέλια το νερό και μετατρέπει τη βροχή σε κρασί μέσω της ρίζας, αυτό ακριβώς που στο φυτό γίνεται με την πάροδο πολλού χρόνου, το έκανε στο γάμο αυτοστιγμεί» (Χ).

«Αυτός που έκανε κρασί κατά την ημέρα του γαμήλιου συμποσίου… ο ίδιος κάνει αυτό κάθε χρόνο στα αμπέλια. Διότι όπως το από τους υπηρέτες τοποθετημένο στις στάμνες νερό μεταβλήθηκε, έτσι κατά παρόμοιο τρόπο το νερό που χύνεται από τα σύννεφα μεταβάλλεται σε κρασί με την ενέργεια του ιδίου Κυρίου. Αλλά για το τελευταίο αυτό δεν εκπλησσόμαστε, διότι γίνεται κάθε χρόνο. Και όμως εισηγείται μεγαλύτερη παρατήρηση από εκείνο, το οποίο έγινε στις στάμνες. Διότι ποιος παρατηρώντας τις ενέργειες του Θεού, με τις οποίες ολόκληρος ο κόσμος κυβερνιέται και ρυθμίζεται, δεν εκπλήσσεται εξαιτίας των θαυμάτων; Όταν παρατηρεί τη ζωτική δύναμη ενός απλού σπόρου οποιουδήποτε σπέρματος, διακρίνοντας, ότι είναι κάτι ισχυρό, εμπνέεται από φόβο. Αλλά από τη στιγμή που οι άνθρωποι παραμέλησαν τη θεωρία των έργων του Θεού, μέσω της οποίας κάθε ημέρα θα τον υμνούσαν ως δημιουργό, ο Θεός επιφύλαξε στον εαυτό του την εκδήλωση κάποιων έκτακτων ενεργειών, έτσι ώστε, προκαλώντας αυτές τον θαυμασμό των ανθρώπων να τους ξυπνούν σαν από ύπνο για λατρεία του. Ένας νεκρός ανασταίνεται· οι άνθρωποι θαυμάζουν· τόσοι γεννιούνται κάθε ημέρα και κανείς δεν θαυμάζει. Εάν σκεφτούμε βαθύτερα, αποτελεί υπόθεση μεγαλύτερου θαυμασμού το να έλθει κάποιος στην ύπαρξη από την ανυπαρξία, παρά το να επιστρέψει κάποιος στη ζωή» (Αυ).
(3)   Σε παρένθεση αυτά. Η σύνταξη είναι εξ’ ολοκλήρου ανάλογη με αυτήν στο α 10 και στ 21-23. Με την παρένθεση τονίζεται ιδιαιτέρως ότι πράγματι σημειώθηκε θαύμα (g).

Ιω. 2,10 καὶ λέγει αὐτῷ· πᾶς ἄνθρωπος(1) πρῶτον τὸν καλὸν οἶνον τίθησι(2), καὶ ὅταν μεθυσθῶσι(3), τότε τὸν ἐλάσσω· σὺ τετήρηκας τὸν καλὸν(4) οἶνον ἕως ἄρτι(5).
Ιω. 2,10 και λέγει εις αυτόν• “κάθε άνθρωπος που κάμνει τραπέζι βάζει, σύμφωνα με την συνήθειαν που υπάρχει, πρώτα το καλό κρασί και όταν οι άνθρωποι πιουν μέχρι μέθης, τότε προσφέρει το κατώτερον. Συ όμως εφύλαξες το εκλεκτό κρασί έως αυτήν την στιγμήν”.
(1)   Ο οποίος παραθέτει τραπέζι. Μιλά για γενική συνήθεια (ο).
(2)   Για χρήση των καλεσμένων (ο).
(3)   Μάλλον με την έννοια, όταν μπουν στο κέφι. Ο αρχιτρίκλινος που διευθύνει το τραπέζι δεν αναφέρεται τώρα στους προσκεκλημένους στο δείπνο, αλλά μιλά γενικά. Ο λόγος του έχει έννοια μάλλον αποφθέγματος και καθορίζει αυτό που συμβαίνει γενικά (ο). Όταν ο Χριστός προμήθευσε μεγάλη ποσότητα καλού κρασιού σε αυτούς οι οποίοι είχαν ήδη πιει αρκετό, απέβλεπε στο να διδαχτούν και να περισσεύουν και να υστερούνται. Αναγκαστική εγκράτεια είναι αρετή χωρίς κάποια αξία. Αλλά εάν η θεία Πρόνοια παρέχει σε εμάς σε αφθονία ό,τι ευφραίνει το σώμα, από την άλλη όμως και η θεία χάρη μας κάνει ικανούς να χρησιμοποιούμε αυτά με σωφροσύνη και εγκράτεια, τότε πετυχαίνουμε την αυταπάρνηση που είναι άξια κάθε επαίνου.
(4)   «Δεν έκανε απλώς κρασί, αλλά εξαιρετικό κρασί. Διότι τέτοια είναι τα θαύματα του Χριστού· γίνονται πολύ ωραιότερα και καλύτερα από αυτά που επιτελεί η φύση» (Χ).
(5)   Από την μεταγενέστερη χρήση των Ελλήνων το «άρτι» λέγεται γενικά αντί για το «νυν (=τώρα)», σε αυτόν το χρόνο, σε αντίθεση με τον περασμένο χρόνο (Ιω. θ 19,25,ιγ 33), ή με τον μελλοντικό χρόνο (Ιω. ιγ 37,ιστ 12,31). Λέγεται για τον παρόντα χρόνο που καθορίζεται ακριβέστατα=σε αυτόν εδώ το χρόνο, ακριβώς σε αυτόν το χρόνο (Ιω. ιγ 7). Έως άρτι=μέχρι αυτή τη στιγμή (G). Για τη φράση δες Ιω. ε 17,ιστ 24 και Α΄Ιω. β 9 (β). Στην παρατήρηση αυτή του αρχιτρικλίνου «είναι πολύ λογικό να απάντησε και να είπε κάτι για αυτά ο γαμπρός, αλλ’ όμως ο ευαγγελιστής επειδή βιαζόταν να πει τα πιο αναγκαία από τα γεγονότα, αφού έθιξε απλώς μόνο αυτό το σημείο, προσπέρασε τα υπόλοιπα· διότι το αναγκαίο ήταν να μάθουμε ότι έκανε το νερό κρασί, και κρασί καλό» (Χ).

Ιω. 2,11 Ταύτην ἐποίησε τὴν ἀρχὴν(1) τῶν σημείων(2) ὁ Ἰησοῦς ἐν Κανᾷ τῆς Γαλιλαίας(3) καὶ ἐφανέρωσε τὴν δόξαν(4) αὐτοῦ(5), καὶ ἐπίστευσαν(6) εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ(7).
Ιω. 2,11 Αυτό το θαύμα έκαμε ως αρχήν των θαυμάτων του ο Ιησούς εις την Κανά της Γαλιλαίας και εφανέρωσε το μεγαλείον της θείας εξουσίας του και επίστευσαν εις αυτόν οι μαθηταί του.
(1)   Υπάρχει και η γραφή χωρίς άρθρο=Αυτό το θαύμα έκανε αρχή… από το θαύμα αυτό άρχισε. Πιο σωστή είναι η γραφή με το άρθρο, διότι με αυτό τονίζεται κυρίως η αρχή των θαυμάτων, ενώ χωρίς αυτό η φύση του θαύματος. Μαζί με το άρθρο θα ερμηνεύσουμε: Το γεγονός αυτό ήταν η πραγματική αρχή των θαυμάτων και κακώς νομίζεται, ότι προτήτερα είχε κάνει και άλλα θαύματα ο Ιησούς (g).

«Όχι μόνο κατέγραψε το θαύμα, αλλά και δίδαξε, ότι αυτό ήταν η αρχή των θαυμάτων… Εξιστόρησε αυτό το οποίο χρησίμευε στο να μη πιστεύουν στα λεγόμενα παιδικά θαύματα του Χριστού· διότι αυτό ήταν η αρχή των θαυμάτων» (Ζ).

Σωστά παρατηρήθηκε, ότι μέγιστο θαύμα υπήρξε το ότι ο Χριστός για 30 χρόνια, κατά τα οποία ασκούσε το επάγγελμα του μαραγκού, δεν έκανε κανένα θαύμα. Για 30 χρόνια δεν φανέρωσε τις δυνάμεις του ούτε στο στενότερο κύκλο των συγγενών του, αλλά αφανής, περιφρονημένος ασκούσε το ταπεινό του επάγγελμα σε απομακρυσμένο χωριό της Γαλιλαίας. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε με αφάνεια, πράγμα το οποίο κάθε φιλόδοξος θα αρνούνταν. Ήταν ζωή φαινομενικά αδρανής, την οποία κανείς άνθρωπος προικισμένος με χαρίσματα και ικανότητες δεν θα μπορούσε να ζει, εάν δεν βρισκόταν κάτω από την άμεση χάρη του Θεού. Έτσι ο Χριστός μάς διδάσκει με το παράδειγμά του, ότι η τελειοποίησή μας και το αληθινό μεγαλείο μας συνίσταται στο να συμμορφωνόμαστε με το θέλημα του Θεού, οποιοδήποτε και αν είναι αυτό, στη θέση και το επάγγελμα, στο οποίο αυτός με διάταξη της πρόνοιάς του, μάς τοποθετεί.
(2)   Ονομάζει έτσι τα θαύματα από το σκοπό, στον οποίο απέβλεπε ο Κύριος όταν τα έκανε. Ήταν αυτά τεκμήρια και αποδείξεις για τη θεία αποστολή του Ιησού (ο). Δεν ήταν αυτά απλά εντυπωσιακά υπερφυσικά συμβάντα, που προκαλούν την κατάπληξη, αλλά έδειχναν, ποιος ήταν ο Ιησούς (g).
(3)   Καθορίζει και πάλι τον τόπο, όπου έγινε το πρώτο αυτό θαύμα. Το κάνει αυτό, διότι ο Ιωάννης θέλει να ξεχωρίσει με σαφήνεια τις δύο επιστροφές του Ιησού στη Γαλιλαία (δες γ 24 και δ 54), για τις οποίες μιλά στο α 44 και δ 1-3, και τις οποίες η παράδοση είχε συνενώσει σε μία (g). Ο σιναϊτικός κώδικας μετά το «Γαλιλαίας» προσθέτει και το: πρώτην.
(4)   «Τη δύναμή του, το μεγαλείο της θεότητάς του» (Ζ). Ή, δόξα του Χριστού προ παντός είναι το αξίωμά του ως Υιού και η προς αυτόν αιώνια αγάπη του Πατέρα του, χάρις στα οποία «ο πατέρας αγαπά τον Υιό και όλα τα έδωσε στο χέρι του» (Ιω. γ 35) (g).
(5)   Αυτό ξεχωρίζει με εξαιρετικό τρόπο τον Ιησού από τους υπόλοιπους απεσταλμένους του Θεού, οι οποίοι ενεργούσαν θαύματα, για να κάνουν αισθητή στους άλλους όχι τη δόξα τη δική τους, αλλά τη δόξα του Κυρίου (Εξόδου ιστ 7)(g).
(6)   Δηλαδή «απέκτησαν πίστη σε αυτόν περισσότερη και σταθερότερη» (Θφ). Η μαρτυρία του Βαπτιστή, η συνομιλία με τον ίδιο τον Ιησού και η υπερφυσική όραση και η γνώση του είχαν ήδη διεγείρει την πίστη (α 51) των πρώτων μαθητών του Κυρίου προς τον Ιησού ως Μεσσία (α 42), ως υιό του Θεού και βασιλιά του Ισραήλ (α 50). Αλλά η πίστη δεν είναι κάτι ολοκληρωμένο ευθύς εξ’ αρχής, το οποίο δεν επιδέχεται αύξηση, εμβάθυνση (κ). Και η αληθινή και ορθή πίστη στις αρχές σε καθέναν που πιστεύει, είναι ασθενής. Όπως λοιπόν και οι πιο ρωμαλέοι μεταξύ των ανθρώπων υπήρξαν κάποτε μωρά, έτσι και οι ισχυρότατοι στην πίστη Χριστιανοί. Για αυτό και οι απόστολοι παρουσιάζονται στους συνοπτικούς να απευθύνουν προς τον Κύριο την επίκληση: «Κύριε, πρόσθεσέ μας πίστη».
(7)   «Και πριν από αυτό θαύμαζαν αυτόν» (Χ). Πράγμα το οποίο αποδεικνύει, ότι τα θαύματα απέβλεπαν προ παντός στο να στηρίξουν ακόμα περισσότερο στην πίστη τις καρδιές αυτών που ήδη πίστεψαν.

«Βλέπεις, ότι τότε ήταν πάρα πολύ αναγκαίο να κάνει τα θαύματα, όταν ήταν παρόντες άνθρωποι ευσεβείς και που πρόσεχαν καλά όσα γίνονταν; Διότι αυτοί επρόκειτο και να πιστέψουν ευκολότερα και να προσέξουν με ακρίβεια όσα γίνονταν» (Χ).

Για τους άλλους μάρτυρες του θαύματος, τον αρχιτρίκλινο δηλαδή, τους υπηρέτες και τους υπόλοιπους του σπιτιού και τους καλεσμένους, ο Ιωάννης δεν λέει τίποτα, διότι η εντύπωση που προκλήθηκε σε αυτούς υπήρξε παροδική (g).

(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 86-93 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940


Όταν ο βασιλεύς του μεσαίωνος Κλόβις (465-511) φωτίσθηκε στην αληθινή πίστη, ο Επίσκοπος, καθώς ο Κλόβις κατέβαινε στ’ αγιασμένα νερά του βαπτίσματος, του είπε:
-Σκύψε τον αυχένα, περήφανε πολεμιστή. Από εδώ και πέρα θα προσκυνάς ό,τι έκαψες και θα καίς ό,τι προσκυνούσες.
Ο Κλόβις ήταν πρώτα θανάσιμος διώκτης του Χριστιανισμού κι είχε κάψει πολλές Εκκλησίες, ενώ παράλληλα απ’ όπου περνούσε έστηνε από ένα ξύλινο άγαλμά του για να το προσκυνά ο όχλος.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο806)

Θα σε αφήσει ο κόσμος
«Φαίνεσθε ως φωστήρες εν κόσμω». (Φιλιπ. β' 15)
Ο νεόφυτος εξομολογούμενος λέγει στον πνευματικό του:
—Τώρα που γνώρισα το Χριστό πρέπει να εγκαταλείψω τον κόσμο και να φύγω στην έρημο.

—Όχι, του απαντά ο πεπειραμένος πνευματικός, δεν είναι ανάγκη να παρατήσης εσύ τον κόσμο. Γρήγορα θα παρατήση ο κόσμος εσένα. Ιδιοτρόπησε θα πουν για σένα οι μεν. Έγινε θρησκόληπτος, θα πουν οι άλλοι. Μ’ αυτό τον καλόγερο θα κάνουμε παρέα; θα πουν οι υπόλοιποι.
Σκώμματα και ειρωνείες και εμπαιγμούς πέταξε στο πρόσωπο των άγιων ο κόσμος. Λίγο πριν τους τιμούσε, όταν τους έμαθε ότι είναι χριστιανοί τους κατεδίκασε σε μαρτύρια εμπαιγμών.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973 Νο303)


Υπάρχουν δύο διαφορετικές ασκητικές τάσεις. 

Η μία εκφράζεται με τον διαλογισμό και κατά κάποιον τρόπο τη χαλάρωση, για την είσοδο του νου στον κόσμο της καθαρής σκέψεως.

Η οδός όμως του Χριστού είναι διαφορετική. Από τους δύο αυτούς δρόμους -τη χαλάρωση και την ένταση- η ένταση είναι ο δικός μας δρόμος. Στη μοναχική μας βιοτή δεν διδασκόμαστε να βρισκόμαστε σε κατάσταση χαλαρώσεως και να στοχαζόμαστε με τον νου. Όχι!

Αλλά είμαστε διαρκώς σε άκρα ένταση, σαν τεταμένη χορδή. Προσπαθήστε λοιπόν να διατηρείτε τη χορδή αυτή πάντοτε τεταμένη.

Στην προσευχή μας, όταν στεκόμαστε στην εκκλησία, όλοι οι μύες μας είναι τεταμένοι, και ταυτόχρονα η προσοχή μας. Η προσευχή μας λοιπόν δεν αποτελεί ανάπαυση απαθούς σκέψεως που ξεφεύγει από τα όρια των παθημάτων της γης. Όχι! Εμείς ζούμε τα παθήματα όλου του Αδάμ. Και αυτό είναι η ζωή μας.

Εξωτερικά η μοναχική ζωή φαίνεται ήσυχη. Μπορώ όμως να την παρομοιάσω με ηλεκτροφόρο καλώδιο υψηλής τάσεως, από το οποίο διέρχεται ενέργεια που κινεί τραίνα, εργοστάσια, θερμαίνει σπίτια. ωστόσο το μικρό πουλί μπορεί να κάθεται επάνω στο σύρμα αυτό. Έτσι και ο χριστιανός είναι παρόμοιο καλώδιο, επάνω στο οποίο μπορεί να καθίσει ένα πουλί, χωρίς να κινδυνεύσει.

Ταυτόχρονα όμως εμφορείται από τέτοια ενέργεια, που μπορεί πραγματικά να αναστατώσει όλο τον κόσμο. Συνεπώς, στη ζωή μας εξωτερικά δεν υπάρχει τίποτε το ιδιαίτερο, εσωτερικά όμως, με την ετοιμότητα για την υπακοή βρισκόμαστε ακατάπαυστα σε ένταση, αγωνιζόμενοι πώς να παραμείνουμε αμετακίνητοι στην αιώνια σκέψη του Θεού για τον άνθρωπο. Και αυτό είναι σπουδαίο, αποτελεί πραγματικά τη σχολή του μοναχισμού.

Με τη μικρή άσκηση της υπακοής ο άνθρωπος μεταβαίνει στο Άναρχο Είναι του Θεού μας, για το οποίο είναι αδύνατον να μιλήσουμε χρησιμοποιώντας τη λογική.

Διατηρήστε, λοιπόν, τη θέση αυτή: εξωτερικά τίποτε να μη φαίνεται, εσωτερικά όμως να υπάρχει ένταση στη ζωή μας.

Και τότε θα καταστούμε πιο εύθετοι για να εισέλθουμε στην αιώνια Βασιλεία του Χριστού.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 41-42)


Διηγούνται, ότι στη Σουηδία υπήρχε μια πριγκήπισσα — Ευγενία το όνομά της — η οποία διακρινόταν για τα φιλάνθρωπα αισθήματά της.

Ίδρυσε κάποτε ένα νοσοκομείον˙ τα χρήματα όμως, που είχαν προϋπολογίσει, δεν έφτασαν˙ και τότε εκείνη, για να το αποτελειώση, πούλησε και τα διαμαντικά της.

Ολόχαρη μια μέρα γύριζε από θάλαμο σε θάλαμο στο νοσοκομείο, σκορπίζοντας παρηγορητικά λόγια, όταν τα κλάματα ενός αρρώστου την έκαναν να σταθή στοργικά στο προσκέφαλό του.

Τι είχε συμβή; Ο άρρωστος έκλαιγε από βαθειά ευγνωμοσύνη προς την πριγκήπισσαν, εξ αιτίας της οποίας έβρισκε αυτός τόση προστασία μέσ’ την αρρώστεια του.

Και τότε, βαθειά συγκινημένη και η Ευγενία, αντικρύζοντας τα δάκρυα του αρρώστου, είπε:

«Ω! Να τα διαμάντια μου˙ τα ξαναβρίσκω».


(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο863)

Έχουμε ήδη τόσες πολλές μαρτυρίες για την πέραν του τάφου ζωή. 

Και με τον Σιλουανό υπήρξαν πολλές εμφανείς μαρτυρίες ότι μας βλέπει και ακούει τις προσευχές μας. Πολλοί εξεπλάγησαν στο Άγιον Όρος πόσο γρήγορα και με πόση ακρίβεια προβλέπει ακόμη και τη σκέψη μας. Είναι πολύ αυστηρότερος μαζί μου και επιεικέστερος με τους άλλους.
Η μητέρα μου πέθανε κατά την περίοδο του Β' Παγκοσμίου πολέμου, κατά τις αρχές του '40. Η αδελφή μου Αικατερίνη πέθανε κατά τη δεκαετία του '60 από καρκίνο. Η άλλη αδελφή μου, η Μαρία, βρισκόταν στο νοσοκομείο δίπλα της, όταν η Αικατερίνη ήταν σε κωματώδη κατάσταση από φοβερούς πόνους. Και ξαφνικά η Αικατερίνη σηκώνεται από το προσκέφαλο και εντελώς καθαρά λέει:

«Μόλις είδα τη μητέρα και μου είπε ότι θέλει να πεθάνουμε όλοι με πίστη».

Η Αικατερίνη δεν ήταν άνθρωπος της Εκκλησίας. Δεν γνωρίζω αν πίστευε ή δεν πίστευε, αλλά αυτό είναι γεγονός, είπε αυτά τα λόγια. Και μόλις το είπε, έπεσε πάλι στο προσκέφαλο ήδη νεκρή. Συνεπώς, η κοινωνία με τους κεκοιμημένους είναι δυνατή. Δεν είναι απλό πράγμα ούτε εύκολο, αλλά είναι οπωσδήποτε πραγματικό.
Και πόσες περιπτώσεις υπήρξαν, κατά τις οποίες η προσευχή για τους κεκοιμημένους άλλαξε τη μεταθανάτια κατάστασή τους!

Μου συνέβη κάποτε να τελέσω τρισάγιο στον τάφο κάποιας Ρουμάνας κυρίας, η οποία ήταν γνωστή στη βασιλική αυλή. Αυτό έγινε στην Ιταλία, όταν φιλοξενήθηκα από την οικογένειά της. Κατά τη διάρκεια της προσευχής ήταν παρούσα και η κυρία X. Αργότερα, όταν ήδη βρισκόμουν στην Αγγλία, επισκέφθηκε την κυρία X κάποια γνωστή της που γνώριζε την αποθανούσα Ρουμάνα και είπε:

«Είδα την κυρία αυτή για την οποία προσευχηθήκατε. Ήρθε χαρούμενη λέγοντας ότι όλα άλλαξαν τελείως».

Και ανέφερε την ημέρα και την ώρα της προσευχής μας. Σκεφτείτε, η νεκρή γυναίκα μπόρεσε να πληροφορήσει γι’ αυτό τη φίλη της, την ίδια μάλιστα ώρα! Τόσο ακατάληπτα σχετίζονται όλοι αυτοί οι δεσμοί και η ζωή μας συνδέεται με τον Σιλουανό. Ω, τι πατέρα μας έδωσε ο Θεός!
Όλα αυτά είναι τόσο ζωντανά! Εγώ πεθαίνω τώρα σιγά-σιγά - δεν γνωρίζω πότε θα γίνει αυτό -, όμως κουράστηκα πια να ζω. Και σας παρακαλώ, προσεύχεσθε ώστε να μου δώσει ο Κύριος ειρηνικό, χριστιανικό και ανώδυνο τέλος. Και τότε, ίσως θα είμαι ακόμη περισσότερο συνδεδεμένος μαζί σας παρά τώρα.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου, "Γράμματα στή Ρωσία", εκδ. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ 2009, σ. 16 & αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, "Οικοδομώντας τον ναό του Θεού", τ. Β΄, σ. 129-131)

Διπλή επαγγελία
« Η ευσέβεια προς πάντα ωφέλιμός εστιν, επαγγελίαν έχουσα ζωής της νυν και της μελλούσης. (Α' Τιμ. δ' 8)
Ένας Ιταλός δικηγόρος, ερώτησε τον Φίλιππο Νέρι: — Πάτερ μου, ξέρετε πως η οικογένειά μου είναι μεγάλη. Πρέπει να σκεφθώ εγκαίρως για το μέλλον των παιδιών μου. Ποιό νομίζετε καλύτερο επάγγελμα που πρέπει ν’ ακολουθήση το μικρότερο από τα παιδιά μου; Θα ήθελα ένα επάγγελμα με λίγες απώλειες αλλά πολλά κέρδη. — Αφού είναι έτσι, απαντά ο Φίλιππος, μη χάνεις καιρό˙ κάμε το άγιο.
Είναι λοιπόν βιοπορισμός η αγιότης; Γιατί όχι; Κανένα πράγμα δεν μπορεί να υποσχεθή ασφαλέστερη, ωραιότερη, επικερδέστερη ζωή από τη ζωή ενός αγίου ανθρώπου. Η αγιότης δίδει διπλή επαγγελία, «της νυν ζωής και της μελλούσης».
Από τόνα μέρος η χαρά και η ειρήνη σ’ αυτή τη γη και από τ’ άλλο η δόξα του ουρανού.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο845)

Ευφημιανός και Αγλαΐα
«Τέκνα σοι έστι, παίδευσον αυτά...». (Σοφ. Σειρ. ζ' 23)
Το ανδρόγυνο αυτό ήταν ευλογημένο. Ήσαν τόσο πλούσιοι όσο και ελεήμονες. Αλλά η ελεημοσύνη τους δεν έμοιαζε με τις «δωρεές» τις δικές μας. Ήταν ελεημοσύνη με ψυχή. Δεν εβοηθούσαν απλά τους πτωχούς. Τους υπεχρέωναν να κάθονται στο δικό τους τραπέζι, παρεμέριζαν δε τους υπηρέτες και τους επεριποιούντο μόνοι, τρέχοντες από τον ένα στον άλλο.
Οι φίλοι τους εκορόιδευαν. Και αυτοί σε απάντησι έμαθαν και το μονάκριβο παιδί τους την τόσο δύσκολη αυτή υπηρεσία της αγάπης. Με το μικρό του χέρι εμοίραζαν τα αγαθά τους και στις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας μάζευαν ορφανά στο σπίτι και έβαζαν το αγοράκι τους να τα υπηρετή.
Αυτό το παιδί, όταν μεγάλωσε, έγινε — μπορούσε να μη γίνη; — ο άγιος Αλέξιος. Ο Άνθρωπος του Θεού.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο939)

Το ξέχασε. 
Ο διάσημος Γάλλος συγγραφεύς και φιλόσοφος Φοντενέλ (1657—1757) είχε εξαιρετική προσήλωση στο ευαγγελικό ρητό: «Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου».
Μια μέρα τον βρήκε κάποιος γνωστός του και του είπε:
— Θυμάστε, που μου είχατε υποσχεθή να ενδιαφερθήτε για κάποιο ζήτημά μου;
Καλά λέτε, απάντησε ο Φοντενέλ, το είχα ξεχάσει.
— Μα δεν το ξεχάσατε. Κάνατε ό,τι σας ζήτησα κι ήρθα για να σας ευχαριστήσω.
— Πραγματικά, ωμολόγησε ο Φοντενέλ, δεν είχα ξεχάσει να σας βοηθήσω. Είχα ξεχάσει ότι σας βοήθησα. 
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο872)

Χαριτολόγημα αγίου
Ο όσιος Εύδηλος (8ος αιών) συνήθιζε να λέγη:
— Κάθε καλή πράξη, που έχω κάνει στη ζωή μου, δεν τη σκέφτομαι καθόλου.
Κι όταν τον ρωτούσαν το γιατί, απαντούσε:
—Τη σκέφτεται νύχτα και μέρα ο Διάβολος. Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμμιά ανάγκη να τη θυμόμαστε κι οι δυό.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο784)

 

Στο βιβλίο «Για τη ζωή των μοναχών στον Καύκασο» ο συγγραφέας του, ο ασκητής π. Ιλαρίων, διηγείται πως πηγαίνοντας στο βουνό, άρχισε να κτίζει μια μικρή καλύβα από κλαδιά δένδρων. Επειδή δεν κατάφερε να τελειώσει την κατασκευή αυτή έγκαιρα και νύχτωσε, πλάγιασε να κοιμηθεί για να ξεκουραστεί.

Ένας πάνθηρας ή ένα είδος λιονταριού εντόπισε την παρουσία ανθρώπου και άρχισε να κάνει γύρους γύρω από αυτόν βρυχώμενος. Και αυτός βρισκόταν εκεί με το μισό σώμα του προστατευμένο μέσα στην καλύβα και τα πόδια έξω από αυτήν. Φανταστείτε αυτή την εμπειρία: να συναντήσεις ένα λιοντάρι που αγωνίζεται για την επιβίωσή του, έτοιμο να σε κατασπαράξει. Αλλά χάρη στη θεία Πρόνοια, αφού πλησίασε την καλύβα του ασκητή, το ζώο έφυγε με βρυχηθμούς για πάντα από την περιοχή εκείνη. Δεν τόλμησε να αγγίξει τον άνθρωπο.

Αυτό το βιβλίο αναφέρει πολλά παρόμοια περιστατικά, για παράδειγμα, πώς ένας ασκητής είδε τους λύκους σε προσευχή το βράδυ, και ο Θεός τους έδινε τροφή. Συνήθιζε να συγκεντρώνεται σε κάποιο μέρος για προσευχή. Βρισκόταν εκεί, κοντά στο μέρος αυτό, αλλά οι λύκοι πέρασαν χωρίς να τον δουν.

Μια άλλη φορά, κάποιος ασκητής βάδιζε στον αυχένα ενός βουνού, πάνω σε μικρό μονοπάτι. Από τα δύο μέρη υπήρχε άβυσσος. Βλέπει ξαφνικά μια αρκούδα να έρχεται προς το μέρος του, βαδίζοντας στο ίδιο μονοπάτι. Τί να κάνει; η αρκούδα βρήκε τότε έναν κορμό δένδρου που βρισκόταν στην άκρη του μονοπατιού εκείνου και αποκοιμήθηκε πάνω του, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον ασκητή να περάσει. Να η Πρόνοια του Θεού. 

Η έρημός μου στο Άγιον Όρος δεν απείχε δέκα χιλιόμετρα από «οποιοδήποτε είδος ανθρώπινης παρουσίας», Παρ’ όλα αυτά, τη νύχτα υπήρχε -και κυρίως στη δεύτερη σπηλιά που έζησα- πραγματική απομόνωση από όλο τον κόσμο. Έπρεπε να περπατήσω, για παράδειγμα, σαράντα λεπτά για να φθάσω στο μοναστήρι του Αγίου Παύλου η σε περιοχή που ζούσε κάποιος εκεί.

Η θεία Πρόνοια είναι τέτοια, που αληθινά θα εκπλαγείτε βλέποντας πώς ενεργεί. Αυτό με κάνει να πω ότι η Πρόνοια του Θεού ενεργεί με «μαθηματική ακρίβεια». Δεδομένου ότι είναι έτσι, έγκαταλείποντας την αδυναμία μας, βαδίζουμε πίσω από τον Χριστό, για να ακολουθήσουμε τα βήματά Του. Και στην περίπτωση αυτή, το επαναλαμβάνω, δεν θα γνωρίσουμε ακηδία.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 120-121)

katafigioti

lifecoaching