Δε με κατάλαβες όλη τη νύχτα
ήμουνα πλάϊ σου, προσπαθούσα να κλείσω
τα παράθυρα, πάλευα – όλη τη νύχτα.
Ο αγέρας επέμενε.
Άπλωσα τότε
τις παλάμες μου πάνω σου σαν
δυό φύλλα ουρανού, και σε σκέπασα.
‘Έπειτα βγήκα στον εξώστη και κοίταζα
δίχως χέρια τον κόσμο.
Νικηφόρος Βρεττάκος