Νιώθω απόψε το στήθος μου σα να πήρε ένα δάσος
φωτιά και να κάηκαν τα εικοσιτέσσερα γράμματα.
Και πώς να σου γράψω.
Πέφτουν ανταύγειες
ρόδινες στα έλατα. Κ’ η δύση είναι όμορφη.
Αν πλάθονταν σαν κερί τα βουνά,
Μεταθέτοντας τότε τις γραμμές τους, λυγώντας τες,
θα μπορούσα να σούγραφα
λέξεις
μεγάλες
απάνω στη γη.
Ενώ τώρα σου κάνω
κόκκινα σήματα
με απέραντο φως: «Σ’ αγαπώ».
Νικηφόρος Βρεττάκος