ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ο Ιησούς ωνομάσθη άνθρωπος, ωνομάσθη υιός του ανθρώπου, ωνομάσθη οδός, ωνομάσθη θύρα καί πέτρα...
Διατί ωνομάσθη οδός;
Δια να μάθης ότι μέσω αυτού ανερχόμεθα προς τον Πατέρα του.
Διατί ωνομάσθη πέτρα;
Δια να διδαχθής την ωφελιμότητα και την στερεότητα της πίστεως.
Διατί ωνομάσθη θεμέλιος;
Διά να μάθης ότι βαστάζει όλα.
Διατί ωνομάσθη ρίζα;
Δια να μάθης ότι ανθούμεν εφ’ όσον μένομεν εις αυτόν.
Διατί ωνομάσθη ποιμήν;
Διότι μας ποιμαίνει και μας τρέφει.
Διατί ωνομάσθη πρόβατον;
Διότι προς χάριν μας εθυσιάσθη...
Διατί ωνομάσθη Ζωή;
Διότι μας ανέστησε ενώ ήμεθα νεκροί.
Διατί ωνομάσθη φως;
Διότι μας έβγαλε από το σκοτάδι.
Διατί ωνομάσθη βραχίων;
Διότι είναι ομοούσιος με τον Πατέρα του.
Διατί ωνομάσθη λόγος;
Διότι εγεννήθη από τον Πατέρα...
Διατί ωνομάσθη ιμάτιον;
Διότι με το βάπτισμα έχω ενδυθή αυτόν.
Διατί ωνομάσθη τράπεζα;
Διότι τρώγω αυτόν με το να λάβω μέρος εις τα μυστήρια.
Διατί ωνομάσθη οίκος;
Διότι κατοικώ εις αυτόν.
Διατί ένοικος;
Διότι γινόμεθα ναός του.
Διατί ωνομάσθη κεφαλή;
Διότι έγινα μέλος του σώματός του.
Διατί ώνομάσθη νυμφίος;
Διότι συνεδέθη μαζί μου ως να είμαι νύμφη του.
Διατί ώνομάσθη αγνός;
Διότι με επηρεν ως παρθένον».
(Ί. Χρυσόστομος, Άπαντα 10, 95)

“ΕΚΕΙΝΟΣ”, ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ Ευθυμίου Στυλίου, εκδόσεις Γρηγόρη, σελ. 69-70

(γράφει ο όσιος Θεόδωρος στον πνευματικό του π. Πλάτωνα από τον οποίο χωρίστηκε λόγω εξορίας)

Τί χρήσιμο λοιπόν και ευπρόσδεκτο να πω στην άγια ψυχή σου, γλυκύτατε πατέρα μου;

Ποιός με απομάκρυνε από το πάντοτε ποθητό πρόσωπό σου, από τη γλυκόλαλη συνομιλία μαζί σου,

από τη σωτήρια καθοδήγησή σου;

Συ είσαι το φως μου, το λυχνάρι που φωτίζει πάντοτε τους σκοτεινούς λογισμούς της ψυχής μου,

το ραβδί που στηρίζει την ατονία της καρδιάς μου, η μεταβολή της λιποψυχίας μου, η αλοιφή της προθυμίας μου, ευαγγέλιο, χαρά, εορτή, ορθή κρίση.

Χωρίς εσένα και ο ήλιος είναι για μένα σκυθρωπός.

Εγώ δεν θα ήθελα να βλέπω τον αέρα, αλλά να κυττάζω την εικόνα του προσώπου σου.

Τίποτε δεν μου ήταν ευχάριστο από αυτά που υπάρχουν πάνω στη γη χωρίς τη δική σου συντροφιά.

Γιατί τί είναι πιο ποθητό από τον αληθινό πατέρα, και μάλιστα λαμβανόμενο σε σχέση με τον Θεό;

Αυτό το γνωρίζει το παιδί που αγαπά τον πατέρα του και είναι πραγματικά γνήσιο.

Και ποιά η ανάγκη για πολλά λόγια; Θα εξομολογηθώ αυτό που πάθαινα. Ότι δηλαδή πολλές φορές και χωρίς να αναγκάζομαι να έρθω στο άγιο κελλί σου, εντελώς ανεπαίσθητα, σαν κάποιος να με τραβούσε, ερχόμουν μπροστά σου, ώστε πολλές φορές όταν με ρωτούσες,

“Γιατί ήρθες;”, να μην μπορώ να απαντήσω, επειδή η σωτηρία μου ήταν κρεμασμένη σε σενα.

Και ποιός δεν προστρέχει στο φως;

(οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου Έργα, εκδοσεις ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 18Β σελ. 17-19)

... Τι ευαισθησία είχε αυτός ο άνθρωπος (ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης)!

Αυτό φαίνεται καθαρά στην αναφορά που κάνω όταν περιγράφω την επίσκεψη του π. Διαδόχου, όπου έλαβε χώρα μία συζήτηση πάρα πολύ ένδιαφέρουσα άνάμεσα σε έναν από τους πνευματικούς πατέρες του μοναστηριού και τον Σιλουανό.

Ο πνευματικός αυτός πατέρας, έχοντας διαβάσει κάποια πράγματα από μία έφημερίδα, απευθυνόμενος στον Σιλουανό τον ρώτησε:
-  Τι νομίζετε γι’ αυτό το θέμα, πάτερ Σιλουανέ;
-  Πάτερ, γνωρίζετε ότι δεν μου αρέσει να διαβάζω εφημερίδες.
-  Γιατί;
-  Διότι δεν επιφέρουν παρά μόνο ταραχή στην πνευματική μου κατάσταση.
-  Σε μένα συμβαίνει το αντίθετο! Εδώ στην έρημο που είμαστε εμείς λησμονούμε τον κόσμο, λοιπόν, όταν διαβάζω εφημερίδες. Θυμάμαι τον κόσμο και προσεύχομαι γι’ αυτόν στη Λειτουργία, στην προσευχή μου, στό κελί κλπ.
Και ο Σιλουανός απάντησε:
-  Αλλά όταν κάποιος προσεύχεται τη νύχτα για τον κόσμο, το αισθάνεται αυτό καλύτερα παρά από τις εφημερίδες. Με την προσευχή γνωρίζει κανείς και την κατάσταση του κόσμου και τις ανάγκες του.
Ο Γέροντας λέει ότι ο νους ενός πνευματικού είναι όπως ένας άετός που από ψηλά βλέπει τον κόσμο μέσα στο σκοτάδι της νύχτας.

(Σωφρονίου Σαχάρωφ,Οικοδομώντας το ναό του Θεού, τόμος Α, σελ. 211)

(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα ερμηνευτικο στο κατά Ιωάννην, Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)

Ιωάννου. 6,48 ἐγώ(1) εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς(2).
Ιω. 6,48 Εγώ είμαι ο άρτος, που δίδω την πραγματικήν, την αιωνίαν ζωήν (μετάφραση Κολιτσάρα Ι).
(1)   Επαναλαμβάνει με έμφαση την αλήθεια του σ. 35. Οι διακηρύξεις λέγονται χωρίς σύνδεση, σαν κάποιοι ουράνιοι χρησμοί, χωρίς όμως και να διασπάται το νόημα του λόγου. Έτσι ο παρών σ. αποτελεί αιτιολογία του αμέσως προηγούμενου. Αυτός που πιστεύει στο Χριστό θα έχει ζωή αιώνια, διότι ο Χριστός είναι ο άρτος της ζωής. Και όπως ακριβώς ο υλικός άρτος ενισχύει και παρατείνει τη σωματική μας ζωή, έτσι και η επικοινωνία με τον πνευματικό άρτο της ζωής, παρέχει την αιώνια ζωή (ο,g).
(2)   «Αποκαλεί λοιπόν τον εαυτό του άρτο ζωής, διότι συγκροτεί (συνθέτει) τη ζωή μας, και αυτήν και την μελλοντική» (Χ).
«Επειδή είναι τροφή που αρμόζει κατεξοχήν στα λογικά όντα, συγκρατεί την σύσταση της ψυχής, διαφυλάσσει τα γνωρίσματά της, αναπληρώνει πάντοτε προσθέτοντας από τον εαυτό του ό,τι της λείπει και με αυτόν τον τρόπο δεν αφήνει να πέσει στην ασθένεια που προκύπτει από την έλλειψη λογικής» (Β).
Με γενικότερη λοιπόν έννοια πρέπει να το πάρουμε αυτό και όχι για δήλωση μόνο της διδασκαλίας («Ο άρτος του Ιησού είναι ο λόγος με τον οποίο τρεφόμαστε» Ω), ή μόνο του σώματός του («λέει άρτο, δηλαδή εννοεί εδώ τα δόγματα τα σωτήρια και την πίστη σε αυτόν ή το σώμα του· διότι και τα δύο ενδυναμώνουν την ψυχή» Χ).
Ονομάζει τον εαυτό του άρτο της ζωής ως αρχή ζωτική που πηγάζει τη ζωή. Ο Χριστός είναι η ζωή μας. Αυτό είναι το σύνθημά μας και η πείρα μας. Όταν όμως λέμε, ότι ο Χριστός είναι η ζωή μας, πρέπει να εννοούμε, ότι από το Χριστό ξεχύνεται προς εμάς και στο εσωτερικό μας ρεύμα ουράνιας και θείας ζωής, την οποία καμία δύναμη θανάτου δεν μπορεί να θίξει, ούτε κάποια επίδραση ασθένειας να διαταράξει. Η ένωσή μας με το Χριστό μεταδίδει σε εμάς αυτήν τη ζωή. Αυτός είναι στον ουρανό και εμείς ζούμε πάνω στη γη. Η απόστασή μας αυτή είναι αδιάφορη αρκεί ο αγωγός που μας συνδέει μαζί του να διατηρείται στερεός. Και ο αγωγός αυτός είναι η πίστη. Η ζωντανή πίστη μόνη αυτή συνδέει την ψυχή με τον Χριστό και θέτει σε άμεση σχέση γη και ουρανό. Εφόσον διατηρούμε την σχέση και ένωσή μας με το Χριστό, το ρεύμα της ζωής που πηγάζει από αυτόν, θα διοχετεύεται και σε εμάς.
Δεν μοιάζει η ζωή αυτή απλώς και μόνο με θησαυρό χρυσού, τον οποίο μας παραδίδουν για φύλαξη. Δεν μοιάζει με λίμνη ή κάποια αποθήκη νερού που σχηματίστηκε στο εσωτερικό μας και διατηρείται σε αυτό, την ώρα που εμείς χωριζόμαστε από κάθε τι που είναι έξω από εμάς και περιοριζόμαστε στον εαυτό μας. Είναι κάτι που φυλάγεται στον ουρανό και από εκεί πηγάζει συνεχώς και το οποίο μεταδίδεται σε εμάς ανά πάσα στιγμή, όπως ακριβώς το φως εκπέμπεται από τον ήλιο συνεχώς και σε κάθε στιγμή διαδοχικά φθάνει σε εμάς. Η σχέση μας λοιπόν και ένωσή μας με το Χριστό πρέπει να διατηρείται αδιάσπαστη, διότι αλλιώς η ζωή χάνεται για εμάς.

Ιω. 6,49 οἱ πατέρες(1) ὑμῶν(2) ἔφαγον τὸ μάννα(3) ἐν τῇ ἐρήμῳ(4) καὶ ἀπέθανον(3)·
Ιω. 6,49 Οι πατέρες σας έφαγαν το μάννα εις την έρημον, τον θαυμαστόν πράγματι άρτον, και απέθανον, διότι επρόκειτο περί υλικής τροφής.
(1)   Για τους οποίους μιλήσατε στο σ. 31: Οι πατέρες μας έφαγαν το μάννα (b). «Επειδή προηγουμένως είπαν σε αυτόν ότι, Οι πατέρες μας… κάνει τώρα σύγκριση εκείνου του μάννα και αυτού του άρτου» (Ζ).
(2)   Δεν είπε ἡμῶν (μας)· δείχνει λοιπόν με αυτό, ότι έχει την καταγωγή υψηλότερη από όσο υπέθεταν (b). Ίσως λέγεται και σε σχέση με την απιστία που έδειξαν αυτοί οι πατέρες=Οι πατέρες σας που απίστησαν, των οποίων αντάξιοι απόγονοι είστε εσείς. Δηλαδή είναι ανάλογο με το Ματθ. Κγ 31,32 (ο).
«Υπήρξαν πατέρες σας, διότι είστε όμοιοι με αυτούς» (Αυ).
(3)   «Κέρδισαν με εκείνο (το μάννα) πρόσκαιρη τη ζωή, και πρόσφεραν με αυτό στο σώμα εφήμερη την τροφή» (Κ). Το μάννα ήταν μία φυσική ενίσχυση της σωματικής ζωής και δεν είχε τη δύναμη να ασφαλίσει τελικά αυτήν από το φυσικό θάνατο. Αντίθετα ο άρτος της ζωής είναι πνευματική τροφή, που παρέχεται συνεχώς από το Θεό και με την λήψη αυτού εξασφαλίζεται στον άνθρωπο ζωή αιώνια (τ).
(4)   Μάλλον αναφέρει αυτό, επειδή και οι συνομιλητές του καθορίζοντας τον τόπο της διατροφής με το μάννα, ανέφεραν αυτό. Αξιόλογη και η ερμηνεία:
«Και το «στην έρημο» δεν το έβαλε τυχαία, αλλά υπαινισσόμενος, ότι εκείνο δεν διήρκεσε πολύ, ούτε μπήκε μαζί τους στη γη της επαγγελίας» (Χ).

Ιω. 6,50 οὗτός ἐστιν(1) ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων(2), ἵνα(3) τις(4) ἐξ αὐτοῦ(5) φάγῃ(6) καὶ μὴ ἀποθάνῃ(7).
Ιω. 6,50 Αυτός όμως που σας λέγω εγώ τώρα είναι ο άρτος που κατεβαίνει από τον ουρανόν και έχει τέτοιαν ανυπολόγιστον δύναμιν, ώστε, εάν φάγη κανείς από αυτόν, να μη πεθάνη ποτέ.
(1)   Αυτός που αναφέρθηκε στο στ. 48 (β)= Αυτός ο άρτος είναι ο άρτος…
(2)   Σε χρόνο ενεστώτα για να δηλώσει ουσιώδη ιδιότητα αυτού του άρτου (δ).
(3)   Μπορεί να εξαρτηθεί από το «καταβαίνων». «Κατεβαίνει, για να θρέψει και να αθανατίσει» (Ζ). Μπορεί όμως και να αποδοθεί και στη φράση «που από τη φύση του είναι τέτοιος», η οποία υπονοείται εκτός κειμένου.
(4)   Οποιοσδήποτε θέλει (b). Χωρίς περιορισμό ποσότητας αυτών που τρώνε ή καταγωγής τους.
(5)   Σαν από ανεξάντλητη πηγή και απόθεμα (ο).
(6)   Λέγεται σύμφωνα με την εβραϊκή κατά παράταξη σύνταξη. Αντί να πει: ίνα, εάν τις φάγη εξ’ αυτού μη αποθάνη.
(7)   Δηλαδή με πνευματική έννοια, εφόσον η τροφή αυτή αναφέρεται σε πνευματική ζωή· υπάρχει όμως αναπόσπαστη και η ανάσταση του σώματος (b). Λέγεται μεν με ηθική και πνευματική έννοια, όχι όμως ασχέτως και με την κατάργηση του φυσικού θανάτου, η οποία θα συντελεστεί με την ανάσταση, διότι ο Κύριος για φυσικό θάνατο μίλησε σε σχέση με το μάννα. Συνεπώς και εδώ δεν είναι δυνατόν να μην συνυπονοεί και αυτόν (g).
«Αυτοί που εισάγουν μέσα τους τον άρτο της ζωής, θα έχουν ως βραβείο την αθανασία… θα ανεβούν σε αιώνιο και χωρίς τέλος μήκος ζωής, της κατά Χριστόν ζωής… και αν ακόμα ολισθαίνοντας σε αυτό το κοινό τέλος, πάθουν το ανθρώπινο, αλλά όπως λέει ο Παύλος, «ζουν για το Θεό» οι μέλλοντες να ζήσουν» (Κ).

Ιω. 6,51 (1) ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν(2) ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς(3)· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ(4) ὁ ἄρτος δὲ(4) ὃν ἐγὼ δώσω(5), ἡ σάρξ μού ἐστιν(6), ἣν ἐγὼ δώσω(7) ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς(8).
Ιω. 6,51 Εγώ είμαι ο άρτος ο ζων, που έχω κατεβή από τον ουρανόν• όποιος φάγη από τον άρτον τούτον, θα ζήση αιωνίως. Και ο άρτος, τον οποίον εγώ θα σας δώσω, είναι η σαρξ μου, η ανθρωπίνη μου υπόστασις την οποίαν θα προσφέρω θυσίαν δια την σωτηρίαν και ζωήν του κόσμου”.
(1)   Στο πρώτο τμήμα του σ. 51 περιλαμβάνει ό,τι είπε στο σ. 50 με τρόπο ακόμη περισσότερο εμφαντικό, επιβεβαιώνοντας έτσι εντονότερα αυτό και χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα για μετάβαση στο άλλο μισό («Και ο άρτος δε…»), με το οποίο εισάγει και νέα εξόχως σοβαρή ιδέα (g).
(2)   «Ο οποίος ζει πάντοτε και παρέχει ζωή» (Ζ). Αυτός που έχει μέσα του τη ζωή και ποτέ δεν πεθαίνει και για αυτό παρέχει και στους άλλους τη ζωή.
«Ακούσατε πια ολοκάθαρα και όχι πλέον καλυμμένα: Εγώ είμαι ο άρτος… Αυτοί που έφαγαν από εκείνο (το μάννα) πέθαναν· διότι δεν ήταν άρτος που έδινε ζωή· αυτός όμως που τρώει αυτόν τον άρτο, δηλαδή εμένα… θα ζήσει αιώνια» (Κ).
Ο Κύριος είναι ο άρτος ο ζωντανός, διότι έχει μέσα του αιώνιο και ανεξάντλητο απόθεμα ζωής. Έχει μέσα του την ίδια την αρχή της ζωής και για αυτό μπορεί να μεταδίδει ζωή αιώνια (μ).
(3)   Δες σ. 33. Ο αόριστος αναφέρεται στο γεγονός της σάρκωσης που πραγματοποιήθηκε σε συγκεκριμένο χρόνο (β).
«Για αυτό είμαι ο ζωντανός άρτος, διότι κατέβηκα από τον ουρανό. Και το μάννα κατέβηκε από τον ουρανό, αλλά το μάννα ήταν μόνο σκιά, ενώ αυτός ο άρτος είναι η αλήθεια» (Αυ).
(4)   Το δεύτερο αυτό τμήμα συνδέεται με το πρώτο με το «και» και το «δε». Νέο βήμα στο διάλογο. Το επιτακτικό «δε» και το ρήμα δώσω σε μέλλοντα χρόνο, συμφωνούν με αυτό· διότι άλλωστε μέχρι τώρα δεν έκανε λόγο για σάρκα, ούτε για το αίμα του σ. 53 (b).
Το μεν «και», σημαίνει ιδέα συγγενική, ενώ το «δε» δηλώνει πρόοδο. Θα αποδώσουμε τα δύο μόρια με το: επί πλέον (g). Το σύνολο αυτών των λόγων που αφορούν στη σάρκα του και το αίμα του αναφέρονται στο πάθος του Ιησού Χριστού και μαζί με αυτό στο Μυστικό Δείπνο (b).
(5)   «Βάζει τον εαυτό του να δίνει και όχι τον Πατέρα» (Χ).
«Δεν είπε όμως «αυτόν που δίνω», αλλά «αυτόν που θα δώσω». Διότι επρόκειτο να δώσει αυτόν στο τελευταίο δείπνο» (Ζ).
Το πρώτο αυτό «δώσω» αναφέρεται στην πράξη της διατροφής αυτών που πιστεύουν=θα δώσω για τροφή (g). Η σκέψη μεταπηδά από το τι είναι ο Χριστός στο τι δίνει ο Χριστός. Όπως ο Πατέρας έδωσε τον Υιό (Ιω. γ 16), έτσι τώρα ο Υιός δίνει τη σάρκα του (μ).
(6)   «Δεν είπε ότι ο άρτος τον οποίο εγώ θα δώσω είναι αντίτυπο (αντίγραφο, ομοίωμα) της σάρκας μου, αλλά είναι η σάρκα μου» (Θφ).
Ότι ο Λόγος έγινε σάρκα παίρνοντας την ανθρώπινη φύση είναι θεμελιώδες και κεντρικό γεγονός για το τέταρτο Ευαγγέλιο (Ιω. α 14,Α΄ Ιω. δ 2,Β΄Ιω. 7)(β). Ο όρος σάρκα και όχι ο όρος σώμα χρησιμοποιείται από τον Ιγνάτιο στην ορολογία της θ. Ευχαριστίας. Δες Ιγνατίου προς Ρωμ. ζ 3,Φιλαδελ. δ 1,ια 2,Σμυρν. στ 2 και Ιουστίνου Α΄Απολογ. 66 (χ).
(7)   «Θα δώσω σε θάνατο. Εδώ δηλαδή φανερώνει από πριν την σταύρωσή του. Και το «θα δώσω», φανερώνει το εκούσιο αυτού του πάθους» (Ζ).
«Δείχνει την εξουσία του, ότι δηλαδή δεν σταυρώθηκε ως δούλος και κατώτερος του Πατέρα του, αλλά με τη θέλησή του» (Θφ).
«Πεθαίνω, λέει, για χάρη όλων, για να δώσω ζωή σε όλους με τον εαυτό μου, και έκανα τη σάρκα μου αντίλυτρο της σάρκας όλων… προσφέροντας για χάρη σας τον εαυτό μου σαν άμεμπτο σφάγιο στο Θεό και Πατέρα» (Κ).
Από εδώ προβάλλει η ξεχωριστή αναφορά της σάρκας και του αίματος τόσο σταθερά· διότι στο πάθημά Του το αίμα του χύθηκε έξω από το σώμα του και ο αμνός έτσι σφάχτηκε (b).
(8)   Ο Ιησούς, όπως είπαμε παραπάνω, όταν μιλούσε προς τους Ιουδαίους, είχε στο νου και το Ιουδαϊκό Πάσχα. Το νέο Πάσχα, στο οποίο αμνός που θα θυσιαζόταν θα ήταν αυτός, θα εκτεινόταν πολύ ευρύτερα από το παλαιό Πάσχα. Ολόκληρη η ανθρωπότητα θα καλούνταν να μετάσχει στο Πάσχα αυτό και να κοινωνήσει την ζωή που αυτό παρέχει (g).
«Έχει δώσει λοιπόν για χάρη της ζωής όλων το ίδιο του το σώμα ο Χριστός» (Κ). Τα λόγια του Κυρίου για τη σάρκα του στο δεύτερο τμήμα του σ., εκφράζουν διπλή έννοια. Πρώτον αποδίδεται από αυτά απολυτρωτική έννοια στο θάνατο του υιού του Θεού, ο οποίος ήλθε για να δώσει την σάρκα του θυσία για τη ζωή του κόσμου. Έπειτα αποδίδεται από αυτά απολυτρωτική σημασία και στην Ευχαριστία, η οποία είναι ταυτόχρονα η συγκεκριμένη ανάμνηση της θυσίας που μία φορά προσφέρθηκε πάνω στο Σταυρό, τα αγαθά της οποίας μεταδίδονται μέσω της Ευχαριστίας σε καθέναν που κοινωνά αυτήν με πίστη (χ).
«Ω μυστήριο ευσέβειας! Ω σημάδι ενότητας! Ω δεσμός αγάπης! Όποιος θα ήθελε να ζει έχει από πού να ζει. Ας πλησιάσει, ας πιστέψει, ας ενσωματωθεί, για να ζήσει. Ας μην απομακρύνεται από το στενό σύνδεσμο των μελών· ας μην είναι σάπιο μέλος, το οποίο τελικά θα αποκοπεί· ας μην είναι παραμορφωμένο μέλος, οπότε λόγω αυτού θα ντροπιαστεί· ας είναι ωραίο, κατάλληλο και υγιές μέλος· ας είναι προσκολλημένο στο σώμα, ας ζει για το Θεό και μέσω του Θεού· ας μην εργάζεται στη γη, για να μπορέσει να βασιλέψει έπειτα στον ουρανό» (Αυ).
Οι λέξεις «ἣν ἐγὼ δώσω» αποσιωπούνται από τον βατικανό κωδικα, του Βέζα και κάποιους άλλους. Ο σιναϊτικός γράφει: Ο άρτος ον εγώ δώσω υπέρ της του κόσμου ζωής η σαρξ μου εστίν.

Ιω. 6,52 Ἐμάχοντο(1) οὖν πρὸς ἀλλήλους οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· πῶς δύναται(2) οὗτος(3) ἡμῖν δοῦναι τὴν σάρκα φαγεῖν;
Ιω. 6,52 Εφιλονεικούσαν, λοιπόν, μεταξύ των οι Ιουδαίοι και έλεγαν• “πως ημπορεί αυτός να μας δώση την σάρκα του να φάγωμεν;”
(1)   Δεν γόγγυζαν απλώς όπως στο σ. 41 (b), αλλά «ταράζονταν μη μπορώντας να πιστεύουν τον λόγο διότι φαινόταν αδύνατον» (Ζ). Φιλονικούσαν ως προς την έννοια και αξιοπιστία των λόγων του Ιησού και άλλοι μεν αποκήρυτταν αυτούς και θεωρούσαν αυτούς ως παράλογους, κάποιοι όμως λόγω του θαύματος της διατροφής των 5000 που προηγήθηκε, υποστήριζαν ίσως, ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας (g).
(2)   Η ερώτηση είναι όμοια με αυτήν στο γ 4,9.
«Έτσι και ο Νικόδημος θορυβούνταν λέγοντας: Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να μπει στην κοιλιά της μητέρας του;» (Χ).
«Αποδεικνύονται ότι το λένε αυτό από απιστία. Διότι όταν μπει η αναζήτηση του «πώς», μπαίνει μαζί και η απιστία» (αμ).
Και «όταν λογισμοί απιστίας μπουν στην ψυχή, τότε μπαίνει μαζί το «πώς»» (Θφ). Επαναλαμβάνουν πάλι το Πώς, όπως στο σ. 42… Σε κανένα όμως από τα δύο αυτά «πώς», δεν απαντά ο Ιησούς, αλλά προχωρά στο διάλογό του λέγοντας· έτσι πρέπει να γίνει (b). Αξιόλογη και η ερμηνεία: Πώς μπορεί να μας δώσει τη σάρκα του, με την οποία παραμένει ζωντανός (δ).
(3)   «Και το «αυτός» το λένε με υπεροψία» (Κ). Με κάποια περιφρόνηση. Ποιος είναι αυτός για να μας δώσει τη σάρκα του;

Ιω. 6,53 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς(1)· ἀμὴν ἀμὴν(2) λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα(3) τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου(4) καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα(3), οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς(5).
Ιω. 6,53 Τους είπε τότε ο Ιησούς• “ειλικρινώς και αληθώς σας λέγω, εάν δεν φάγετε την σάρκα του υιού του ανθρώπου, δια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, και πίετε το αίμα αυτού, δεν έχετε μέσα σας ζωήν.
(1)   «Και με ποιο βέβαια τρόπο θα δώσει σε αυτούς να φάνε τη σάρκα του, δεν το διδάσκει ακόμα· διότι ήξερε… ότι δεν μπορούσαν να κατανοήσουν από πουθενά το απόρρητο· πόσο όμως αγαθό θα προκύψει για αυτούς από το να τη φάνε, το παρουσιάζει χρήσιμα… (και) τους καλεί πριν από την έρευνα να πιστέψουν» (Κ). Οι Ιουδαίοι ρωτούν για το δυνατόν, και ο Ιησούς απαντά για το αναγκαίο του πράγματος (b).
(2)   Βεβαιώνει με αυτό έντονα την εξόχως σοβαρή αλήθεια, η οποία φαινόταν σε εκείνους παράλογη= ό,τι και αν φρονείτε εσείς, σας βεβαιώνω ότι έτσι έχει το πράγμα (ο,g).
(3)   Ξεκάθαρα ο Κύριος εκφραζόμενος έτσι, δέχεται το αίμα χωριστό από τη σάρκα και υποδηλώνει αρκετά σαφώς τον θάνατό του (β). Αλλά σάρκα, από την οποία χωρίστηκε χυνόμενο το αίμα, είναι νεκρή. Παίρνουμε το τεμαχιζόμενο Σώμα και έτσι προσοικειωνόμαστε τον θάνατο του Ιησού και κάνουμε τον θάνατο αυτόν και δικό μας. Το αίμα από την άλλη, όταν χυθεί, είναι η ζωή που βγαίνει μέσω του θανάτου και επιστρέφει στο Θεό. Όπως κάνουμε δικό μας το θάνατο του Ιησού, έτσι προσοικειωνόμαστε και την καινούργια ζωή του Ιησού, ώστε να είμαστε «νεκροί μεν για την αμαρτία, αλλά ζωντανοί για το Θεό» (Ρωμ. στ 11)(τ).
Λέει βεβαίως αυτό όχι ασχέτως και με τον τύπο του Πασχαλινού αμνού. Το αίμα του αμνού αυτού όταν χύθηκε άλλοτε στις πόρτες των υιών Ισραήλ στην Αίγυπτο προστάτευσε τα πρωτότοκά τους από την τελευταία πληγή ενώ η σάρκα αυτού του αμνού αποτελούσε κύριο φαγητό στο πασχαλινό δείπνο. Το αίμα του Αμνού του Θεού χυνόμενο τώρα θα συντελούσε την εξιλέωση. Το να τρώει λοιπόν κάποιος την σάρκα και να πίνει το αίμα αυτού του Αμνού, προϋποθέτει πίστη στην απολυτρωτική αυτή θυσία και αποδοχή πλήρη της αποτελεσματικότητάς της, και ως συνέπεια έχει την απόκτηση των αγαθών που απέρρευσαν από αυτήν και την ενσωμάτωση στο Χριστό αυτών που μετέχουν σε αυτήν τη θυσία (g).
Από αυτό έπεται, ότι λέγοντας αυτά ο Κύριος αναφέρεται στην απολυτρωτική του θυσία και συνυπονοεί το αναπόσπαστα με αυτήν συνδεδεμένο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας «και φανερώνει από πριν σχετικά με τον άρτο και το ποτήριο, τα οποία επρόκειτο να δώσει στους μαθητές στο τελευταίο δείπνο» (Ζ).
Σχετική και η ερμηνεία: «Αυτό το φαγητό και ποτό θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι σημαίνει την κοινωνία με το σώμα του και τα μέλη, τα οποία είναι η Εκκλησία στα πρόσωπα των προορισμένων και κλητών και δικαιωμένων και δοξασμένων αγίων του και πιστών… Το μυστήριο της ενότητας του σώματος και αίματος του Χριστού προετοιμάζεται στο τραπέζι του Κυρίου… και από το τραπέζι του Κυρίου λαμβάνεται από κάποιους για ζωή και από κάποιους για όλεθρο» (Αυ).
Η χρήση των ρημάτων τρώω και πίνω υπονοεί φυσική βρώση και πόση, παρόλο που η Σάρκα και το Αίμα παρανοούνται εάν τα θεωρούσαμε, όπως οι Ιουδαίοι, άσχετα και χωριστά από τον απολυτρωτικό θάνατο του Κυρίου, ως απλά υλικά του σώματος του Κυρίου. Η τροφή της Ευχαριστίας αν την εξετάσουμε φυσικά είναι ψωμί και κρασί, πνευματικά όμως είναι η Σάρκα και το Αίμα του Υιού του ανθρώπου.
Όταν λαμβάνονται φυσικά και πνευματικά αποτελούν την αληθινή τροφή και ποτό του πιστού, διότι μέσω αυτών πραγματοποιείται η ιερή ένωση του Υιού του Θεού με αυτούς που πιστεύουν σε αυτόν, οι οποίοι έτσι κοινωνούν την αιώνια ζωή. Η ένωση του Πατέρα και του Υιού επεκτείνεται έτσι, για να περιλάβει και τους πιστούς. Όπως ο Πατέρας έδωσε ζωή και στον Υιό, έτσι και ο Υιός μεταδίδει ζωή σε αυτούς που τρέφονται από αυτόν (χ).
(4)   Μεταβάλλει τρόπο έκφρασης, με σχήμα λόγου συνηθισμένο στον Ιωάννη. Προηγουμένως δηλαδή είπε (στο στ 51) η σαρξ μου. Τώρα λέει την σάρκα του Υιού του ανθρώπου τονίζοντας το γεγονός της ενανθρώπησης του Λόγου, χάρις στην οποία έχει αυτός σάρκα και αίμα και παρέχει αυτά για διατροφή μας. Με τη νέα όμως αυτή έκφραση δεν προσθέτει κάποια νέα ιδέα, διότι ήδη στο σ. 27 μίλησε για τον υιό του ανθρώπου ως παροχέα της ουράνιας τροφής (β).
(5)   Το αποτέλεσμα αυτής της τροφής είναι ζωή τόσο εδώ, όσο και μετέπειτα, όπως ήδη στο σ. 51 διακήρυξε ο Κύριος.
«Είναι βέβαια ζωή από τη φύση του (ο Κύριος) , αφού γεννήθηκε και από ζωντανό Πατέρα, όμως ζωοποιό καθόλου λιγότερο είναι και το άγιο σώμα του… αφού ενώθηκε κατά τρόπο ανέκφραστο με τον Λόγο που ζωογονεί τα πάντα… Και επειδή ακριβώς η σάρκα του Σωτήρα έγινε ζωοποιός, εφόσον είναι ενωμένη κατά φύση με τη ζωή… όταν γευόμαστε αυτήν, τότε έχουμε τη ζωή μέσα μας συνενούμενοι και εμείς με αυτήν» (Κ).
«Διότι αυτή που τρώγεται δεν είναι σάρκα απλού ανθρώπου, αλλά Θεού και μπορεί να θεοποιήσει, επειδή αναμίχτηκε με τη θεότητα» (Θφ).
Είναι βέβαιο σημάδι, ότι δεν έχει κάποιος μέσα του πνευματική ζωή, εάν στερείται πόθου για το Χριστό και δεν αισθάνεται την ανάγκη να μετέχει στο ποτήριο της ζωής. Εάν η ψυχή δεν πεινά και δεν διψά, ασφαλώς είναι νεκρή. Είναι σύμπτωμα πραγματικής νέκρωσης, εάν παραμένουμε νεκροί απέναντι σε μία τέτοια βρώση και πόση. Το να τρώει κάποιος και να πίνει το σώμα και αίμα του Χριστού και να τρέφεται με τη διδασκαλία του και τις υπόλοιπες χάριτές του, προϋποθέτει όρεξη και επιθυμία για το Χριστό.
Η πνευματική βρώση και πόση αρχίζει από πείνα και δίψα (Ματθ. ε 6), από σφοδρό πόθο του Χριστού που εκδηλώνεται με την επίκληση: Δώσε μου το Χριστό, διότι αλλιώς πεθαίνω. Και ο χορτασμός με το Χριστό συντελείται με την προσοικείωσή του, ώστε ο Χριστός να γίνει δικός μας μέχρι σημείου ώστε να γίνουμε ένα μαζί του. Το να τρέφεται κάποιος με το Χριστό ισοδυναμεί με το να πράττει τα πάντα στο όνομά του, με ένωση μαζί του και με τις δυνάμεις, τις οποίες θα αντλούμε από αυτόν, ώστε να μπορούμε μαζί με τον Παύλο να πούμε: «Δεν ζω πλέον εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός».

Ιω. 6,54 ὁ τρώγων μου(1) τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει(2) ζωὴν αἰώνιον(3), καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ(4).
Ιω. 6,54 Εκείνος που τρώγει την σάρκα μου, δια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, και πίνει το αίμά μου, έχει ζωήν αιώνιον και εγώ θα τον αναστήσω ένδοξον κατά την μεγάλην ημέραν της κρίσεως.
(1)   «Συνεχώς φέρνει το λόγο στα μυστήρια, δείχνοντας το αναγκαίο του πράγματος και ότι αυτό οπωσδήποτε πρέπει να γίνει» (Χ).
Αξιοσημείωτη η χρήση του ενεστώτα= Εκείνος, ο οποίος συνεχώς και κατ’ εξακολούθηση τρώει, εκείνος ο οποίος διαρκώς τρέφεται και ο οποίος συνεχώς πίνει (β). Η χρήση της λέξης τρώω σε συνδυασμό με την ακόλουθη λέξη «την σάρκα», τονίζει την πραγματική λήψη τροφής από το στόμα. Δες και Ματθ. κδ 38. Κυριολεκτικά λοιπόν και χωρίς να μπορεί να παραγνωριστεί, αναφέρεται στη θεία Ευχαριστία (χ).
(2)   Έχει ήδη από την παρούσα ζωή. Με το μεν «έχει» αναφέρεται στον παρόντα χρόνο, από τον οποίο γίνεται η μετάδοση αυτής της ζωής, ενώ με το ακόλουθο «θα αναστήσω» υπόσχεται και τη ζωή στο μέλλον.
«Όπως δηλαδή παίρνοντας κάποιος έναν σπινθήρα τον καταχωνιάζει μέσα σε πολλά άχυρα για να διατηρεί το σπέρμα της φωτιάς, έτσι και ο Κύριος… κρύβει με τη σάρκα του τη ζωή μέσα μας, και σαν κάποιο σπέρμα εγκαθιστά μέσα μας την αθανασία, αφανίζοντας όλη τη φθορά που υπάρχει μέσα μας» (Κ).
Το σπέρμα αυτό της αθανασίας που ήδη από τώρα κρύβεται μέσα μας, θα λάμψει στην ένδοξη ανάσταση.
(3)   Το να ζω αιώνια δεν σημαίνει απλώς να υπάρχω αιώνια. Και οι κατάδικοι στον Άδη θα υπάρχουν αιώνια. Ζωή αιώνια εδώ σημαίνει ζωή μακάρια.
(4)   Για τη συνεχή επανάληψη (στους σ. 39,40,44) της φράσης, δες σ. 39 (β). «Συχνά πυκνά ξεδιπλώνει και τον λόγο για τη ζωή και την ανάσταση, επειδή θέλει να τον εντυπώσει στη διάνοια των ακροατών» (Ζ).
Στρέφει ο Κύριος την προσοχή κάθε πιστού στο ένδοξο τέρμα, στο οποίο θα οδηγήσει αυτόν η πνευματική αυτή τροφή. Συμμετοχή της ζωής του Χριστού και ένδοξη ανάσταση από τους νεκρούς συνδέονται μεταξύ τους αναπόσπαστα (δες και Ρωμ. η 10,11). Η ανάσταση αυτή θα αποτελέσει την πλήρη αποκατάσταση της πεσμένης ανθρώπινης φύσης και την ολοκληρωτική και οριστική κατανίκηση της αμαρτίας με τη θεία χάρη (g).

Ιω. 6,55 ἡ γὰρ(1) σάρξ μου ἀληθῶς ἐστι βρῶσις(2), καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθῶς ἐστι πόσις(3).
Ιω. 6,55 Διότι η σαρξ μου είναι πράγματι πνευματική τροφή και το αίμα μου είναι πράγματι πνευματικόν ποτόν. Και εκείνος που κοινωνεί από αυτά έχει ζωήν αιώνιον.
(1)   Αιτιολογεί την αλήθεια που εκτέθηκε στους σ. 53 και 54 αρνητικά και θετικά. Θα έχει ζωή αιώνια διότι η σάρκα μου…
(2)   Όχι η πράξη του να τρώει, αλλά το ίδιο το τρωγόμενο δηλαδή η τροφή. Δες δ 32 (β).
(3)   Ή, σύμφωνα με άλλη γραφή: αληθής εστί… Δύο ερμηνείες:
«Ή, αυτό θέλει να πει, ότι δηλαδή αληθινή τροφή είναι αυτή, η οποία σώζει την ψυχή» (Χ).
«Αληθινή τροφή είναι αυτή που δεν είναι βοηθός της πρόσκαιρης και χαμένης ζωής, αλλά που προετοιμάζει την αιώνια. Αυτό είναι και αληθινό ποτό, το οποίο δεν επαρκεί για λίγο στη δίψα, αλλά καθιστά παντοτινά χωρίς ανάγκη αυτόν που χόρτασε με αυτό» (Απ).
Και συνεπώς «η μεν τροφή του μάννα αφού για λίγο… ικανοποίησε την ανάγκη του σώματος… ασθένησε πάλι χωρίς να βάλει μέσα σε εκείνους που την είχαν φάει την αιώνια ζωή· άρα λοιπόν δεν ήταν τροφή αληθινή… ενώ το άγιο σώμα του Χριστού, παρέχοντας τροφή προς αθανασία και ζωή αιώνια, είναι πραγματικά τροφή αληθινή. Αλλά ήπιαν εκείνοι και νερό από το βράχο… Ποια όμως ήταν η ωφέλεια για αυτούς που ήπιαν; Διότι έχουν πεθάνει. Άρα λοιπόν ήταν και εκείνο όχι αληθινό ποτό, αλλά αληθινό πραγματικά ποτό είναι το τίμιο αίμα του Χριστού, το οποίο ξεριζώνει από τα θεμέλια όλη τη φθορά και ανατρέπει το θάνατο που κατοίκησε μέσα στην ανθρώπινη σάρκα» (Κ).
«Τα λέει αυτά, δείχνοντας, ότι δεν ήταν απλού ανθρώπου η σάρκα, αλλά του Υιού, γεμάτη από όλη τη θεότητα της Τριάδας» (αμ).
«Αν και βεβαίως δεν τρώμε τον Λόγο, έτσι όπως είναι από τη φύση του Λόγος, διότι πώς θα μπορούσαμε να φάμε αυτόν που δεν αγγίζεται και είναι ασώματος και δεν πιάνεται ούτε από τα μάτια ούτε από τα δόντια; Αλλά επειδή ενώθηκε με τη σάρκα με τέλεια ένωση, και αυτή η σάρκα είναι ζωοποιός, παρόλο που έχει μείνει αυτό που είναι και δεν μεταβλήθηκε στη φύση του ίδιου του Λόγου» (Σβ).
Για αυτό «αυτή είναι και αληθινή τροφή, διότι δεν διαρκεί για λίγο καιρό, ούτε φθείρεται, όπως ακριβώς η ρευστή τροφή, αλλά είναι βοηθός της αιώνιας ζωής» (Θφ).
Η ερμηνεία αυτή, με την οποία συμφωνεί περισσότερο η γραφή «αληθής εστί», είναι και η περισσότερο αρμόζουσα στη σειρά του λόγου.
Η άλλη ερμηνεία: «Ή, θέλει να τους βεβαιώσει για αυτά που ειπώθηκαν, ώστε να μη νομίζουν ότι ο λόγος αυτός είναι αίνιγμα και παραβολή, αλλά να καταλάβουν, ότι οπωσδήποτε πρέπει να φάνε το σώμα» (Χ).
Δηλαδή σύμφωνα με αυτήν, θα αποδώσουμε το σ. ως εξής: Το σώμα μου πραγματικά θα φαγωθεί γινόμενο πράγματι τροφή για τον καθένα από εσάς και το αίμα μου πραγματικά θα δοθεί για πιοτό. Και η ερμηνεία αυτή είναι αξιόλογη.

Ιω. 6,56 ὁ τρώγων μου(1) τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ(2).
Ιω. 6,56 Καθένας που τρώγει την σάρκα μου και πίνει το αίμα μου, ενώνεται μαζή μου στενότατα εις ένα πνευματικόν σώμα, ώστε αυτός να μένη μέσα εις εμέ και εγώ να μένω μέσα εις αυτόν και να τον μεταβάλλω εις κατοικητήριον της θεότητος.
(1)   «Με αυτά μας διδάσκει με πολλούς τρόπους και επειδή είναι κάπως δύσκολα κατανοητός ο λόγος από τους αμαθέστερους… τούς ανακουφίζει με ποικίλους τρόπους επαναλαμβάνοντας διαρκώς τα ίδια» (Κ).
(2)   «Το έλεγε αυτό δηλώνοντας, ότι αναμιγνύεται με αυτόν» (Χ).
«Ενώνεται με εμένα με τη μετάληψη και κοινωνία της σάρκας μου και του αίματός μου, και γίνεται σύσσωμος (=έχει το ίδιο σώμα) με εμένα» (Ζ),
«και κατά κάποιο τρόπο συνενώνεται και αναμιγνύεται με αυτόν… ώστε μέσα στο Χριστό να βρίσκεται αυτός, και ο Χριστός πάλι μέσα σε αυτόν» (Κ).
Η φράση «μένω μέσα στο Χριστό» ή «μέσα στο Θεό» δεν συναντιέται στους συνοπτικούς αλλά είναι αποκλειστική του Ιωάννη. Με γενική μυστική έννοια χρησιμοποιεί αυτήν ο Ιωάννης στην Α Καθολική επιστολή (β 6,γ 6,24,δ 12,16), στο ευαγγέλιο όμως χρησιμοποιείται 2 φορές, εδώ και στο ιε 4-7, με ειδικότερη έννοια, διότι λέγεται σε άμεση αναφορά με τη θεία Ευχαριστία. Για την έννοια που εκφράζεται με αυτήν δες Ιω. ιε 1 και εξής (β).
Μένω μέσα στο Χριστό σημαίνει ενσωματώνομαι στο Χριστό και γίνομαι σύσσωμος με το Χριστό· κατά κάποιο τρόπο μεταφυτεύομαι σε νέο πεδίο, όπου η πλήρης δικαίωση και η αγιότητα του Χριστού παρέχεται. Σημαίνει προσοικειώνομαι τη θυσία του Χριστού, πεθαίνω μαζί με το Χριστό και συνανασταίνομαι σε νέα εν Χριστώ ζωή (g). Μένουμε μέσα στο Χριστό διότι είμαστε μέλη του· μένει ο Χριστός μέσα μας, διότι είμαστε ναός του (Αυ).

Ιω. 6,57 καθὼς(1) ἀπέστειλέ με(2) ὁ ζῶν πατὴρ(3) κἀγὼ ζῶ διὰ τὸν πατέρα(4), καὶ ὁ τρώγων με κἀκεῖνος(5) ζήσεται(6) δι᾿ ἐμέ(7).
Ιω. 6,57 Καθώς με έστειλε ο Πατήρ, ο οποίος έχει από τον ευατόν του την ζωήν και είναι η πηγή της ζωής, και εγώ ως άνθρωπος έχω ζωήν αθάνατον από τον Πατέρα, και ζω δια τον Πατέρα, έτσι και εκείνος, ο οποίος δια της θείας Ευχαριστίας με μεταλαμβάνει, θα ζήση, διότι θα πάρη από εμέ την ζωήν.
(1)   Σύνθεση που συχνά συναντιέται στον Ιωάννη. Δεν μπορεί όμως σύμφωνα με τον β. να εξηγηθεί παντού στον Ιωάννη με τον ίδιο τρόπο. Έτσι στα ιε 9,ιζ 18 και κ 21 πρέπει να ερμηνεύσουμε: Όπως με αγάπησε (ή με απέστειλε) ο Πατέρας έτσι και εγώ αγάπησα (ή στέλνω) εσάς. Στο ιζ 21 το κἀγὼ έχει την έννοια του απλού «και εγώ», χωρίς την έννοια του «έτσι». Ομοίως και εδώ.
Όμως θα μπορούσε να σημειωθεί ότι εδώ η σύγκριση είναι μεταξύ της ζωής του σαρκωμένου Λόγου και της ζωής των πιστών όπως γίνεται αυτή και στα ιγ 15,33 και Α΄Ιω. β 6,δ 17. Συνεπώς η απόδοση του «καθώς» πρέπει να αναζητηθεί στην πρόταση «και ο τρώγων με…», όπου το «και» λέγεται αντί για το «έτσι», το οποίο αποφεύγει ο ευαγγελιστής να πει, διότι η αναλογία μεταξύ των δύο σχέσεων δεν είναι πλήρης. Διότι η πρώτη σχέση («ζω για τον πατέρα») εκφράζει όχι μόνο το πρότυπο αλλά και την αρχή και ηθική αιτία της δεύτερης («θα ζήσει για εμένα»). Και η δεύτερη αυτή, όσο και αν είναι ανάλογη με την πρώτη, έχει την ύπαρξή της και την αιτία της σε αυτήν (g),
(2)   «Όταν λέει ο Υιός για τον εαυτό του ότι έχει αποσταλεί, τότε δηλώνει το ότι έχει σαρκωθεί, και τίποτα άλλο, και όταν λέμε ότι έχει σαρκωθεί, εννοούμε ότι έγινε άνθρωπος ως προς όλα. Όπως ακριβώς, λέει, με έκανε ο Πατέρας άνθρωπο» (Κ). «Η αποστολή είναι το άδειασμα του εαυτού του και το ότι πήρε πάνω του τη μορφή δούλου· και αυτή είναι η σωστή έννοια, που διασώζει συγχρόνως και την ισότητα της φύσης του Υιού με τον Πατέρα… Είναι σαν να έλεγε: Η κένωσή μου (άδειασμα) έφερε ως αποτέλεσμα το ότι ζω για τον Πατέρα» (Αυ).
«Νομίζω ότι δεν αναφέρεται στην προαιώνια ζωή του (διότι κάθε τι που ζει για άλλον δεν μπορεί να είναι αυτοζωή…) αλλά ζωή εννοεί αυτήν που έζησε με σάρκα και που συνέβη σε αυτόν το χρόνο, την οποία έζησε για τον Πατέρα. Διότι με τη θέληση αυτού ήλθε στη ζωή των ανθρώπων και δεν είπε: Εγώ έζησα για τον Πατέρα μου, αλλά εγώ ζω για τον Πατέρα, δηλώνοντας σαφώς τον παρόντα χρόνο» (Β).
Σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή ο Χριστός ως Λυτρωτής και Σωτήρας και μεσίτης, που δημιουργήθηκε από την θεότητα που κατοικούσε μέσα του, αντλεί και την πνευματική και ηθική ζωή από τον Πατέρα, και έτσι ζώντας εξαιτίας του Πατέρα, γίνεται πηγή ζωής και για αυτούς που τον τρώνε, οι οποίοι έτσι ζουν εξαιτίας του (g).
Μπορεί όμως το χωρίο να αποδοθεί και στη θεία φύση του Κυρίου. Δηλαδή θα ερμηνεύσουμε: «Επειδή ακριβώς όντας Θεός Λόγος γεννήθηκα ζωή από την από τη φύση της ζωή… Επειδή ακριβώς γεννήθηκε από Πατέρα που δίνει ζωή, για αυτό και ισχυρίστηκε ότι ζει ο ίδιος. Γιατί δεν ήταν δυνατόν να μην ζει αυτός που προέρχεται από Πατέρα που είναι ζωή. Και όπως αν κάποιος από εμάς λέει, Είμαι άνθρωπος λογικός εξαιτίας του πατέρα μου, γιατί είμαι τέκνο λογικού ανθρώπου, έτσι να σκεφτείς και για τον ίδιο τον Μονογενή. «Ζω», λέει, «εξαιτίας του Πατέρα». Επειδή δηλαδή είναι ζωή από τη φύση του ο πατέρας που με γέννησε, και είμαι ευφυές και γνήσιο γέννημά του, φέρω αυτό που έχει αυτός από τη φύση του, δηλαδή το να είμαι ζωή» (Κ).
«Όχι ότι η ζωή του και το είναι του εξαρτώνται από εκεί, αλλά ότι από εκεί υπάρχει άχρονα και αναίτια» (Γ).
(3)   Η φράση υπάρχει μόνο εδώ. Σχετική και η φράση στο ε 26. Ο τίτλος όμως «ζωντανός Θεός» βρίσκεται και στην Π. και στην Κ.Δ. (Δευτ. ε 26,Ματθ. ιστ 16,Πράξ. ιδ 15,Β΄Κορ. στ 16)(β).
(4)   Όχι τον σκοπό, αλλά «την αιτία υπαινίσσεται εδώ μόνο» (Χ).
«Εάν ο Υιός ζει λόγω του Πατέρα, τότε ζει λόγω άλλου και όχι λόγω του εαυτού του. Αυτός όμως που ζει λόγω άλλου, δεν μπορεί να είναι αυτοζωή… Αυτό που ειπώθηκε λοιπόν πρέπει να το αποδώσουμε στην ενανθρώπηση και όχι στη θεία φύση (του Χριστού)» (Β).
Ο Ιησούς Χριστός ως μεσίτης ζει «εξαιτίας του Πατέρα». Έχει ζωή μέσα στον εαυτό του (Ιω. ε 26) αλλά έχει αυτήν από τον Πατέρα. Ο Πατέρας έστειλε αυτόν κάνοντάς τον και θησαυρό θείας ζωής για εμάς. Φύσηξε στο νέο Αδάμ την πνοή της πνευματικής ζωής, όπως και στον πρώτο Αδάμ την πνοή της φυσικής ζωής. Οι πραγματικοί πιστοί λαμβάνουν την θεία αυτή ζωή με την ένωσή τους με το Χριστό.
(5)   «Ποια σχέση υπάρχει μετά τα λόγια του «αυτός που τρώει τη σάρκα μου μένει μέσα μου», με τα λόγια που ακολουθούν «όπως με έστειλε ο ζωντανός Πατέρας και εγώ ζω λόγω του Πατέρα;». Έχει πολλή αρμονία αυτό που λέχθηκε. Επειδή δηλαδή μιλούσε παντού και πάντα για την αιώνια ζωή, για να επιβεβαιώσει αυτό, πρόσθεσε, «μένει μέσα μου». Διότι, αν μένει μέσα μου και εγώ ζω, είναι φανερό ότι θα ζήσει και εκείνος» (Χ).
Η σκέψη που εκφράζεται σε αυτήν την πρόταση είναι βαθύτατη. Ο Ιησούς μόνος αντλεί κατά άμεσο τρόπο από τον Πατέρα· τη ζωή λοιπόν, την οποία Αυτός μόνος αντλεί από τον Πατέρα, μεταδίδει στους ανθρώπους. Κατά κάποιο τρόπο στον Ιησού η ζωή αυτή παίρνει μορφή προσιτή και σε εμάς. Και όπως η απέραντη ζωή της φύσης δεν γίνεται προσιτή στον άνθρωπο παρά μόνο στο βαθμό που συγκεντρώνεται σε κάποιο καρπό ή σε κάποιο τεμάχιο άρτου έτσι και η θεία ζωή δεν γίνεται μερίδα δική μας παρά μόνο στο βαθμό που ενσαρκώνεται στον υιό του ανθρώπου, στον Ιησού. Έτσι λοιπόν ο Χριστός είναι για εμάς άρτος ζωής (g). «Διότι τρώμε τη σάρκα του και πίνουμε το αίμα του και γινόμαστε μέτοχοι, λόγω της ενανθρώπησής του, της αισθητής ζωής, του Λόγου και της σοφίας. Διότι σάρκα και αίμα ονόμασε όλη την μυστική του έλευση και με αυτές τις λέξεις δήλωσε την πρακτική και φυσική και θεολογική διδασκαλία, με την οποία τρέφεται η ψυχή και προετοιμάζεται στο να δει αυτά που υπάρχουν» (Β).
Τη ζωή του οι πιστοί την έχουν από το Χριστό (Ιω. α 16) και είναι κρυμμένη αυτή στο Χριστό (Κολ. γ 4). Ζούμε μέσω αυτού όπως τα μέλη από το κεφάλι, όπως τα κλαδιά από τη ρίζα. Ζούμε και θα ζήσουμε, επειδή ζει και αυτός.
(6)   «Ζωή εδώ δεν εννοεί την απλή ζωή, αλλά την ένδοξη… Διότι πράγματι, ζουν όλοι οι άπιστοι και οι αμύητοι, αν και δεν έφαγαν από τη σάρκα εκείνη» (Χ).
(7)   «Θα ζήσει εξαιτίας μου με το να αναμιχθεί κατά κάποιο τρόπο με μένα και να μεταβληθεί σε εμένα, ο οποίος μπορώ να ζωογονώ» (Θφ).

Ιω. 6,58 οὗτός(1) ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, οὐ καθὼς ἔφαγον οἱ πατέρες ὑμῶν τὸ μάννα(2) καὶ ἀπέθανον(3)· ὁ τρώγων τοῦτον τὸν ἄρτον ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα(4).
Ιω. 6,58 Αυτός που σας είπα είναι ο άρτος που έχει κατεβή από τον ουρανόν. Δεν είναι σαν το μάννα που έφαγαν οι πατέρες σας εις την έρημον και έζησαν επί ολίγα έτη και στο τέλος απέθαναν• εκείνος που τρώγει αυτόν τον άρτον θα ζήση αιωνίως”.
(1)   «Συνεχώς επαναλαμβάνει το ίδιο, ώστε να το εντυπώσει στη διάνοια αυτών που ακούνε» (Χ).
Ο σ. αυτός αποτελεί περίληψη του όλου λόγου. Για αυτό επανέρχεται στα λεγόμενα στο σ. 33 για τον ουράνιο άρτο και καταλήγει στα λεγόμενα στο σ. 51. Η πρώτη φράση «οὗτός ἐστιν… καταβάς» είναι σχεδόν πιστή επανάληψη από το σ. 50, όπως και η δεύτερη φράση «καθώς έφαγον… απέθανον» επαναλαμβάνει τον σ. 49 (β).
(2)   Είναι ένα είδος ανακόλουθου σχήματος (β). Η σύνταξη θα ήταν ομαλή ως εξής: Ή «δεν θα πεθάνουν αυτοί που τον τρώνε, όπως έφαγαν οι πατέρες σας το μάννα και πέθαναν» (Ζ). Ή, όχι άρτος όπως εκείνος, τον οποίον έφαγαν… (ο).
(3)   «Πέθαναν στο σώμα τους» (Ζ). Και είναι μεν αλήθεια ότι και «αυτοί που τρώνε αυτόν τον άρτο» που κατέβηκε από τον ουρανό «πεθαίνουν στο σώμα, αλλά αυτοί» έχοντας μέσα τους την πνευματική ζωή και «πεθαίνοντας με ελπίδα αιώνιας ζωής, δεν φαίνονται ότι πέθαναν, αλλά ότι κοιμούνται» (Ζ). Όπως ήδη λέχθηκε, η ζωή που μεταδίδεται σε εμάς από τον ουράνιο άρτο θα εκδηλωθεί στην τέλεια έκφρασή της με την ένδοξη ανάσταση από τους νεκρούς αυτών που ζωοποιήθηκαν από το Χριστό.
(4)  Επαναλαμβάνεται και αυτό από το σ. 51 με την αντικατάσταση του «ἐάν τις φάγῃ ἐκ» με το «τρώγων τον».
«Παντού αναφέρει τη ζωή και συχνότατα φέρνει στο προσκήνιο αυτόν τον όρο, επειδή τίποτα δεν είναι τόσο γλυκό στους ανθρώπους, όσο αυτό το πράγμα» (Θφ).

Ιω. 6,59 Ταῦτα εἶπεν ἐν συναγωγῇ(1) διδάσκων ἐν Καπερναούμ(2).
Ιω. 6,59 Αυτά είπεν ο Ιησούς μέσα εις την συναγωγήν της Καπερναούμ, διδάσκων τα πλήθη.
(1)   Αυτού του σπουδαιότατου λόγου ο Ιωάννης βρίσκει αξιομνημόνευτο τον τόπο και την δημοσιότητα (g).
«Αφού ο σοφότατος ευαγγελιστής μας πρόσφερε εξήγηση θαυμαστών μυστηρίων, αναθέτει εύλογα στο Σωτήρα Χριστό την αρχή της διδασκαλίας για αυτά… Πάρα πολύ σωστά λοιπόν προσθέτει το «στη συναγωγή»» δηλώνοντας ότι «δεν τα άκουσαν αυτά να τα λέει ο Χριστός ένας τυχόν ή δύο άνθρωποι, αλλά παρουσιάζεται να τα έχει διδάξει ολοφάνερα μέσα στη συναγωγή παρουσία όλων… Και προσθέτει ότι «και στην Καπερναούμ»… για να φαίνεται ότι κάνει ακριβή αναφορά» (Κ).
Η έλλειψη του άρθρου («ἐν συναγωγῇ») προσδίδει την έννοια όχι μόνο του τόπου, αλλά και της συνάθροισης στη συναγωγή=σε πλήρη συναγωγή· σε πλήρη συνάθροιση στη συναγωγή (g).
«Διότι ήθελα ταυτόχρονα και το πλήθος να ελκύσει από τη μία, και να δείξει από την άλλη, ότι δεν είναι αντίθετος με το νόμο που διαβαζόταν στις συναγωγές» (Θφ).
(2)   «Στην Καπερναούμ, όπου είχαν γίνει τα περισσότερα θαύματα, ώστε έπρεπε κατεξοχήν εκεί να ακουστεί αυτός» (Χ).

Ιω. 6,60 Πολλοὶ(1) οὖν ἀκούσαντες ἐκ τῶν μαθητῶν(2) αὐτοῦ εἶπον· σκληρός(3) ἐστιν οὗτος ὁ λόγος(4)· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν(5);
Ιω. 6,60 Πολλοί τότε από τους μαθητάς του, όταν ήκουσαν αυτά είπον• “είναι σκληρός αυτός ο λόγος• ποιός ημπορεί να τον ακούη και να τον πιστεύει; Πως είναι δυνατόν να φάγη κανείς σάρκα ανθρωπίνην;”
(1)   Ο παρών σ. και οι ακόλουθοί του (60-65) παρέχουν σε εμάς παράδειγμα της ιδιότητας, την οποία έχει η αλήθεια να διαχωρίζει μεταξύ τους τούς ανθρώπους, προκαλώντας αποστασία στους σαρκικούς ανθρώπους (ο). Όχι λίγοι αλλά πολλοί σκανδαλίστηκαν. Από τις διάφορες ποιότητες της γης, η οποία δέχτηκε τον σπόρο, μόνο ένα στα 4 έφερε καρπό.
(2)   Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία:
«Ήταν μεν μαθητές του, αλλά όχι από τους δώδεκα, αλλά από τους εβδομήντα», ή, πιο σωστά
«από αυτούς που είχαν μαθητεύσει σε αυτόν με άλλους τρόπους· διότι και πολλοί άλλοι τον ακολουθούσαν πολλές φορές» (Ζ).
«Διότι πράγματι στους μαθητές ήταν κάποιοι, οι οποίοι, ως προς μεν τον όχλο συγκρινόμενοι, λέγονταν μαθητές του· διότι παρέμεναν κοντά του περισσότερο καιρό από όσο οι όχλοι· συγκρινόμενοι όμως με τους αληθινούς μαθητές του, δεν ήταν καθόλου άξιοι, διότι πίστεψαν σε αυτόν για λίγο καιρό» (Θφ).
Αυτοί διαχωρίζονται σαφώς από τους 12 (σ. 66-67).
(3)   Στην κυριολεξία σημαίνει «τραχύς, επίπονος, κουραστικός» (Χ).
Εδώ θα ερμηνεύσουμε «δύσκολα παραδεκτός» (Ζ), όχι απλώς δυσνόητος, διότι τότε οι σκανδαλιζόμενοι δεν θα ήταν υπεύθυνοι.
«Ήταν πράγματι σκληρός ο λόγος που νομιζόταν ότι καθιστά τους ακροατές τίποτα σαρκοφάγους και αιμοβόρους» (Θμ).
«Θεωρούσαν ασύνετα το πνευματικό μυστήριο ως ανοησία… λέγοντας το μεν πονηρό καλό, το δε καλό πονηρό» (Κ).
(4)   Ποιός; Αφ’ ενός μεν το ότι «είναι αδύνατον να σωθεί αυτός που δεν έφαγε τη σάρκα του» (Χ), το οποίο προκάλεσε σε αυτούς την απορία που εκδηλώθηκε με την ερώτηση στο σ. 52 («Πώς μπορεί αυτός να μας δώσει να φάμε τη σάρκα του;»).
«Νόμιζαν δηλαδή ότι καλούνταν σε κάποια ωμότητα που ταιριάζει στα θηρία, ώστε να τρώνε κατά τρόπο απάνθρωπο σάρκες, και προστάζονταν να πίνουν αίμα» (Κ).
Οι Ιουδαίοι «κατάλαβαν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και ανθρώπινα, ότι ο Ιησούς ήταν αποφασισμένος να διαμοιράσει την σάρκα, την οποία ο Λόγος ντύθηκε, σε τεμάχια, όπως ήταν» (Αυ).
Από την άλλη πάλι το ότι «είπε ότι έχει κατέβει από τον ουρανό» και «υπόσχεται ζωή και ανάσταση» (Χ), όπως φαίνεται από τα λόγια του Κυρίου στο σ. 62 για την επιστροφή του στους ουρανούς και τα οποία αποτελούν απάντηση στους σκανδαλισμένους. Εάν, τη στιγμή που βρήκαν σκληρό το λόγο, ζητούσαν από τον Ιησού ταπεινά να εξηγήσει αυτόν σε αυτούς, ο Κύριος θα διασαφήνιζε αυτόν και θα φώτιζε τις διάνοιές τους σχετικά με αυτόν. Αλλά δεν ήθελαν ο λόγος αυτός να εξηγηθεί σε αυτούς, διότι είχαν πεποίθηση στη γνώμη τους και νόμιζαν ως αλάνθαστη την κρίση τους, ότι «είναι σκληρός αυτός ο λόγος».
(5)   Ποιός μπορεί ήσυχα να ακούει τέτοιο λόγο; «Ποιός μπορεί να παραδεχτεί αυτόν;» (Ζ).

Ιω. 6,61 εἰδὼς(1) δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐν ἑαυτῷ(1) ὅτι γογγύζουσι περὶ τούτου οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο ὑμᾶς σκανδαλίζει(2);
Ιω. 6,61 Ο Ιησούς αντελήφθη, με την θείαν του γνώσιν, ότι γογγύζουν δια το ζήτημα αυτό οι μαθηταί του και τους είπε• “αυτό σας σκανδαλίζει;
(1)   Ο σιναϊτικός έχει τη γραφή: Έγνω ουν… και είπε.
«Διότι και αυτό είναι απόδειξη της θεότητάς του, το να αποκαλύπτει τα απόρρητα» (Χ). Βεβαίως οι Ιουδαίοι είχαν εκδηλώσει εμφανώς τον σκανδαλισμό τους. Οι μαθητές όμως «μεταξύ τους κρυφά γόγγυζαν» (Ζ). Αλλά και εάν κάποιοι από αυτούς εκδήλωσαν κάποια σημάδια αυτού του σκανδαλισμού τους, την έκταση και το βάθος αυτού του σκανδαλισμού, μόνο το μάτι του Κυρίου, που γνωρίζει τους διαλογισμούς των καρδιών, μπορούσε να διακρίνει σαφώς, όπως υπονοεί το «εἰδὼς» (ο). Για αυτού του είδους τη γνώση του Ιησού δες και Ιω. β 25 (β).
(2)   Συναντιέται και στο ιστ 1, κυρίως όμως ανήκει στο λεξιλόγιο των συνοπτικών (β). Πρέπει να το πάρουμε εδώ με την έννοια του βαρύτερου των σκανδάλων, δηλαδή την αποτίναξη της πίστης (g)= Αυτό γίνεται εμπόδιο της πίστης σε εμένα; (δ). Δες πόσοι λόγω των θεληματικών πλανών τους δημιουργούν στους εαυτούς τους εμπόδια. Σκανδαλίζονται εκεί όπου δεν υπάρχει σκάνδαλο.

Ιω. 6,62 ἐὰν οὖν(1) θεωρῆτε(2) τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἀναβαίνοντα(3) ὅπου ἦν τὸ πρότερον(4);
Ιω. 6,62 Εάν λοιπόν, ίδετε τον υιόν του ανθρώπου να ανεβαίνη εκεί όπου ευρίσκετο πριν λάβη σάρκα ανθρωπίνην, θα πιστεύσετε τότε στο πρωτάκουστον αυτό γεγονός;
(1)   Υπάρχει αποσιώπηση, όπου η απόδοση της πρότασης εξυπακούεται έξω από το λόγο. «Λείπει το: τι θα πείτε;» (Ζ).
Ή, δεν θα σκανδαλιστείτε περισσότερο τότε; (g). Η έννοια είναι μάλλον: Πολύ μεγαλύτερα πράγματα θα ακολουθήσουν. Εάν δεν πιστεύετε αυτό, πώς θα πιστέψετε εκείνα; (b).
«Τι λοιπόν; Προσθέτει απορίες στις απορίες; Όχι. Αλλά θέλει να τους συνδέσει με το μέγεθος των δογμάτων… Κάνει και λέει τα πάντα, ώστε να τους αποτρέψει από το να νομίζουν ότι πατέρας του είναι ο Ιωσήφ. Δεν το έλεγε λοιπόν αυτό θέλοντας να αυξήσει το σκάνδαλο, αλλά μάλλον να το εξαφανίσει. Διότι αυτός μεν που θα νόμιζε ότι είναι από τον Ιωσήφ, δεν θα παραδεχόταν τα λεγόμενα, αυτός όμως που θα πειθόταν ότι έχει κατέβει από τον ουρανό και εκεί θα ανέβει, ευκολότερα θα πρόσεχε στα λεγόμενα» (Χ).
(2)   Δες β 23. Λέγεται με την έννοια της σωματικής θέας, με τα μάτια (β).= «Αλλά εάν το θέαμα στηθεί μπροστά στα μάτια σας… εάν λοιπόν δείτε» (Κ). Ο Ιησούς δεν βεβαιώνει, ότι όλοι αυτοί θα έβλεπαν την ανάληψή του, αλλά μιλά σαν για κάτι δυνατό ή κάποιο ενδεχόμενο= Εάν συνέβαινε να δείτε.
(3)   Ή, αναφέρεται στην ύψωση στο σταυρό, η οποία θα σκανδάλιζε τους Ιουδαίους για τους οποίους ο λόγος του Σταυρού υπήρξε σκάνδαλο και ανοησία (Lucke, de Wette, Meyer, Reuss, Weiss). Αλλά για αυτό το ανέβασμα ο ευαγγελιστής χρησιμοποιεί το ρήμα υψωθηναι (g).
Ή, πιο σωστά «αναφέρεται στην ανάληψή του στους ουρανούς που έγινε ύστερα» (Ζ). Με διάφορους τρόπους ερμηνεύθηκε το σκάνδαλο που θα προκαλούνταν από την ανάληψη.
Ή, εάν τώρα, που είμαι μπροστά σας και με έχετε ανάμεσά σας, σκανδαλίζεστε όταν σας λέω, ότι πρέπει να φάτε τη σάρκα μου και να πιείτε το αίμα μου, πολύ περισσότερο θα σκανδαλιστείτε και θα θεωρήσετε το λόγο μου απαράδεκτο, όταν με δείτε να αναλαμβάνομαι στους ουρανούς, άρα και την σάρκα μου και το αίμα μου να εξαφανίζονται από ανάμεσά σας (Godet, Keil και άλλοι).
Ή, «Με ποιο τρόπο θα συμπεριφερθείτε, λέει, όταν θα το δείτε αυτό και να ανεβαίνει στον ουρανό;… Γιατί, εάν σκέφτεστε ότι δεν μπορεί η δική μου σάρκα να εμφυτεύσει μέσα σας τη ζωή, πώς σαν πτηνό θα ανεβεί στον ουρανό; Γιατί, εάν δεν μπορεί να δίνει ζωή, επειδή δεν μπορεί από τη φύση της να δίνει ζωή, πώς θα βαδίσει στον αέρα…; Διότι και αυτό όμοια είναι αδύνατον στη σάρκα» (Κ).
Εάν σκανδαλίζεστε τώρα, που σας λέω ότι πρέπει να φάτε τη σάρκα μου και φαίνεται σε σας δυσπαράδεκτος ο λόγος αυτός, πώς θα σας φανεί και τι σκάνδαλο θα προκληθεί σε εσάς, εάν σας πω για την επάνοδό μου στους ουρανούς;
Αξιολογότατη και η επόμενη ερμηνεία: Ο Κύριος με την ερώτηση αυτή δεν έχει πρόθεση να παρουσιάσει μικρότερη την πρώτη δυσκολία προβάλλοντας στους σκανδαλισμένους άλλη δυσκολία μεγαλύτερη, σαν να λέει: Σκανδαλιστήκατε με αυτό που σας είπα. Πόσο μάλλον θα σκανδαλιστείτε, εάν με δείτε να αναλαμβάνομαι; Μάλλον υπαινίσσεται ο Κύριος, ότι το μέλλον θα λύσει το αίνιγμα, το οποίο προβάλλεται τώρα ως άλυτο και σκανδαλώδες σε αυτούς. Η έννοια λοιπόν της ερώτησής του είναι η εξής: Εάν με δείτε να αναλαμβάνομαι στους ουρανούς, θα εξακολουθείτε να σκανδαλίζεστε με αυτό που σας είπα, ότι δηλαδή είμαι ο άρτος ο ζωντανός που κατέβηκα από τον ουρανό, του οποίοι τη σάρκα και το αίμα πρέπει να φάτε και να πιείτε για να ζωοποιηθείτε; (μ). Η πρώτη εκδοχή και η τελευταία είναι πιο σοβαρές.
(4)   Σαφής μαρτυρία για την προΰπαρξη του Κυρίου και την ένωση του Ιησού Χριστού με τον Λόγο, δηλαδή την σάρκωση και ενανθρώπηση του Λόγου.
«Δεν ανέχεται να διαχωρίζεται σε δύο Χριστούς» και «παντού μετά την ενανθρώπηση διατηρεί αδιάσπαστο τον εαυτό του. Διότι λέει ότι ο Υιός του ανθρώπου ανεβαίνει όπου ήταν πρωτύτερα, μολονότι το προερχόμενο από τη γη σώμα δεν ήταν στον ουρανό πριν από το γεγονός αυτό… Γιατί ένας είναι ο Υιός, και πριν από τη σάρκωση και μετά τη σάρκωση, και δεν θα θεωρήσουμε ότι είναι ξένο του Λόγου το δικό του σώμα… Λέγοντας βέβαια ότι θα ανέβει εκεί που ήταν και πρωτύτερα, δίνει κατά κάποιο τρόπο στους ακροατές να σκεφτούν, ότι κατέβηκε από τον ουρανό» (Κ).

Ιω. 6,63 τὸ πνεῦμά(1) ἐστι τὸ ζωοποιοῦν, ἡ σὰρξ(2) οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν· τὰ ῥήματα(3) ἃ ἐγὼ λαλῶ(4) ὑμῖν, πνεῦμά ἐστι καὶ ζωή(3) ἐστιν.
Ιω. 6,63 Σας λέγω δε και τούτο• Το Αγιον Πνεύμα είναι εκείνο που ζωοποιεί. Η δε σαρξ μου δίδει ζωήν αιώνιον, διότι ακριβώς έχει συλληφθή από το Πνεύμα το Αγιον και κατοικεί εις αυτήν το Πνεύμα. Καθε άλλη σαρξ δεν ωφελεί τίποτε. Τα λόγια, τα οποία εγώ σας διδάσκω, είναι πνεύμα Θεού, δι' αυτό δε έχουν και μεταδίδουν ζωήν.
(1)   Ή «Πνεύμα λέει τώρα, το να καταλαβαίνουν τα λεγόμενα με πνευματικό τρόπο και ομοίως σάρκα λέει, το να τα καταλαβαίνουν σαρκικά… Λέει λοιπόν, ότι το να τα καταλαβαίνουν μεν αυτά με πνευματικό τρόπο, παρέχει ζωή,… ενώ το να τα καταλαβαίνουν αυτά σαρκικά, δεν ωφελεί τίποτα» (Ζ).
«Τι όμως σημαίνει το να τα κατανοήσουν σαρκικά; Το να βλέπουν απλώς σε αυτά που φαίνοντα μπροστά τους και να μην φαντάζονται κάτι περισσότερο· διότι αυτό σημαίνει σαρκικά. Πρέπει όμως… όλα τα μυστήρια να τα βλέπουν με τα εσωτερικά μάτια· διότι αυτό σημαίνει πνευματικά» (Χ).
Πιο σωστή η ερμηνεία: το θείο Πνεύμα «μπορεί να δίνει ζωή», «αλλά όταν νοείται μόνη και καθ’ εαυτήν η φύση της σάρκας, είναι φανερό ότι δεν είναι ζωοποιός… αλλά έχει μάλλον αυτή ανάγκη εκείνου που μπορεί να της δίνει ζωή… επειδή όμως έχει ενωθεί με το Λόγο που δίνει ζωή, έγινε όλη ζωοποιός, μεταπηδώντας προς τη δύναμη του ανωτέρου, και όχι αποσπώντας αυτήν προς τη δική της φύση» (Κ).
«Πνεύμα δηλαδή ζωοποιό είναι η σάρκα του Κυρίου, διότι συλλήφθηκε από το ζωοποιό Πνεύμα. Διότι αυτό που έχει γεννηθεί από το Πνεύμα, είναι Πνεύμα» (Μ. Αθαν. Περί της ενσάρκου επιφανείας του Θεού Λόγου και κατά Αρειανών 16 Migne 26,1011).
(2)   Για αυτό και ο Κύριος δεν λέει ότι «η σάρκα μου», αλλά γενικά «η σάρκα» δεν ωφελεί τίποτα.
«Διότι αυτό δεν θα μας το πραγματοποιήσει μέσα μας η σάρκα τυχόν του Παύλου, αλλά ούτε του Πέτρου, ή κάποιου άλλου» και θα μας ζωοποιήσει, διότι «για μεν όλους τους άλλους θα είναι αληθινός ο λόγος ότι η σάρκα δεν ωφελεί τίποτα· δεν ισχύει όμως μόνο στην περίπτωση του Χριστού, επειδή σε αυτήν κατοίκησε η ζωή, δηλαδή ο Μονογενής» (Κ).
(3)   «Ή, τα λόγια μου πρέπει να τα πάρετε με πνευματικό τρόπο» (Αυ).
«Είναι πνευματικά και ζωντανά (τα λόγια μου), για αυτό δεν πρέπει να βλέπετε σε αυτά απλώς και ως έτυχε… αλλά… να τα καταλαβαίνετε πνευματικά» (Ζ), διότι «αφού δεν έχουν τίποτα το σαρκικό… είναι πάνω από τους νόμους οι οποίοι διέπουν αυτήν τη ζωή και έχουν διαφορετική έννοια» (Χ).
Σχετική και η: «είναι πνευματικά και με το Πνεύμα» ασχολούνται «και είναι ζωοποιά και μιλούν για την κατά φύσιν ζωή» (Κ).
Ή, πιο σωστά, τα λόγια μου είναι η ενσάρκωση και μετάδοση του Πνεύματος· το Πνεύμα κατοικεί μέσα σε αυτά και μεταδίδεται μέσω αυτών. Και για αυτό και μεταδίδουν ζωή (g).
Όπως ακριβώς ο Χριστός είναι η ενσάρκωση του Λόγου, έτσι και τα λόγια του Χριστού είναι κατά κάποιο τρόπο κάτι που ξεχύνεται από αυτόν μεταδίδοντας την ζωοποιό του δύναμη. Όπως στην Π.Δ. ο λόγος του Θεού είναι και περίβλημα δύναμης που μεταδίδει στον άνθρωπο προς τον οποίο απευθύνεται, κάποια ενέργεια του Πνεύματος του Θεού, έτσι και τα λόγια του Ιησού είναι όχι μόνο η έκφραση της σκέψης του, αλλά και εκπόρευση της ενεργού και ζωοποιού δύναμής του (μ). Οι λόγοι του σαρκωμένου Λόγου έχουν μέσα τους δημιουργική δύναμη και ενέργεια, με την οποία αυτοί που πιστεύουν και έχουν το λόγο του Θεού να μένει μέσα τους, αναγεννιούνται και γίνονται και αυτοί Πνεύμα (χ). Με αυτό λοιπόν γνωστοποιεί ο Κύριος σε αυτούς που σκανδαλίστηκαν και θεώρησαν σκληρό το λόγο του, ότι τελείως αντίθετα οι λόγοι του ήταν πηγή ζωής (ο).
(4)   Σύμφωνα με άλλη γραφή: λελάληκα υμιν. Οπότε πρέπει να εννοήσουμε τα λόγια που ειπώθηκαν ήδη για τη σάρκα του στη συναγωγή της Καπερναούμ. Πιο σωστή είναι η γραφή λαλώ, οπότε θα θεωρήσουμε αυτό ότι αναφέρεται γενικώς σε όλα τα λόγια του Κυρίου (g)= Και αυτοί, τους οποίους σας είπα και όλοι οι λόγοι μου, τους οποίους λέω.

(Υπόμνημα στο κατά Ιωάννην, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 233-245 εκδόσεις «ο Σωτήρ» μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα. )

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας, Θφ = Θεοφύλακτος
Αμ = Αμμώνιος, Ι = Ισιδωρος πρεσβύτερος
Αυ = Αυγουστίνος, Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Β = Βασίλειος ο Μέγας, Κλ = Κλήμης Αλεξανδρεύς
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Σβ = Σευήρος Αντιοχείας
Γν = Γρηγοριος Νύσσης, Σχ. = Σχολιαστής ανώνυμος
Ε = Ευσέβιος Καισαρειας, Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Ζ = Ζιγαβηνός, Ω = Ωριγένης
Θη = Θεόδωρος Ηρακλείας
Θμ = Θεόδωρος Μοψουεστίας
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
b = Bengel κ = Κομνηνός Π.,
β = Bernard. J.H, Edinburg 1928 χ = Hoskyns Edwyn Gl. London 1947
C = Cremer μ. = Macgregor G.H. London 1928
DB = Dict. Of the Bible,Hastings τ = Temple William, London 1945
F = Fillion L. Cl. Paris 1928 σ. = στίχος
G = Crimm
g = Godet F. 1885
o = Owen John, New York 1861
δ = Δαμαλάς Ν, Αθήναι 1940

Ας πάρουμε μια ιδιαίτερη περίπτωση και ο Θεός να μου συγχωρήσει κάποια τολμηρά λόγια που θα πω. Τα προφέρω με φόβο.

Έχοντας αρχίσει την εν Χριστώ ζωή μου, έβλεπα σε κάθε βήμα μου, ημέρα και νύχτα, ότι παρ’ όλη τη θεωρητική μου αγάπη γι’ αυτό που ο Κύριος μας ζητά, δεν έφθανα να ζήσω όπως το παραγγέλλει στις εντολές Του.

Περιέργως, είχα την εντύπωση ότι μια κατάρα βάραινε πάνω μου:

«Γιατί ό,τι αγαπώ μου γίνεται ξαφνικά τόσο δύσκολο, ακόμη και απρόσιτο»;

Θα ήταν φυσικό, αφού αγαπώ τόσο την εντολή του Χριστού, να την εφαρμόζω κιόλας. Αλλά να, δεν φθάνω σε αυτό».

Αυτή η ανικανότητα να βρίσκομαι στην κατάσταση που απαιτεί η εντολή με βύθιζε σε μεγάλη θλίψη και σε βαθειά στενοχώρια:

«Είμαι καταραμένος! Κάποια κατάρα βαραίνει πάνω μου».

και όταν σκεφτόμουν τη σωτηρία μου -μιλώ τώρα για το παρελθόν μου- έλεγα στον εαυτό μου ότι ήμουν έντελώς ανίκανος.
Και τι αποτέλεσμα είχε αυτό; Άρχισα να προσεύχομαι στον Θεό για όλο τον κόσμο... Συγχωρήστε με που εξομολογούμαι σήμερα αυτό το ενδόμυχο πράγμα... Αλλά έλεγα στον Θεό:

«Πρέπει Εσύ να σώσεις όλο τον κόσμο, χωρίς εξαίρεση. Και τότε θα σωθώ και εγώ».

Δηλαδή, ότι έπρεπε να σωθούν όλοι, και τελευταίος εγώ.
Ο «λογισμός» τον οποίο έμαθε ο Μέγας Αντώνιος από τον σπουδαίο υποδηματοποιό της Αλεξάνδρειας, «όλοι θα σωθούν, εγώ μόνο θα χαθώ», αυτός ο λογισμός διατηρείται και αναπτύσσεται στην ψυχή μου.

Γιατί; Διότι δεν καταφέρνω να βρίσκομαι συνεχώς στην κατάσταση για την οποία ομιλεί ο Σιλουανός. Όπως το γράφει, δεν φθάνουμε στην πληρότητα της εντολής. Ίσως μας δοθεί να την πλησιάσουμε για κάποια στιγμή.

Αλλά να παραμένουμε πάνω στη γη μέσα στην κατάσταση αυτή και να είμαστε σε θέση να ενεργούμε σύμφωνα με αυτήν, δεν είναι δυνατόν.

(Σωφρονίου Σαχάρωφ,Οικοδομώντας το ναό του Θεού, τόμος Γ, σελ. 210-211)

Ίνα ώσιν εν. 

Οι μαθηταί χωρίς τον Ιησού! Στη σκέψι αυτή ο Ιησούς αγωνιά. Τί θα γίνη όταν εγώ φύγω από κοντά τους;

«Ουκέτι ειμί εν τω κόσμω και ούτοι εν τω κόσμω εισί και εγώ προς σε έρχομαι...».

Και η αγωνία αυτή του Ιησού δικαιώθηκε από τα πράγματα. Οι χρι­στιανοί διαιρέθηκαν και έχασαν την αγάπη και την ενότητα μεταξύ τους... Και διερωτάται κανείς: Γιατί αυτή η διάσπασις; Μήπως δεν ήταν αρκετή η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία για ν’ αποτρέψη την διαίρεσι; Αν ο Ιησούς ήταν πάντα κοντά στους χριστιανούς δεν θα απεφεύγετο ο χωρισμός;

Όχι δυστυχώς! Και ο Ιησούς να ήταν σωματικά παρών μπορούμε να πούμε ότι η ίδια εξέλιξις θα υπήρχε στην πορεία του Χριστιανισμού. Διότι και όταν ζούσε σωματικά ο Ιησούς ανάμεσα στους μαθητάς του «απώλετο ο υιός της απωλείας». Έγινε ο πρώτος τριγμός στη συνοχή του χριστιανικού σκά­φους. Μαζί με τον καλό σπόρο φύτρωσε και το ζιζάνιο.

Έτσι αργότερα τα ζιζάνια αυξήθηκαν μαζί με τον καλό σπόρο των πιστών. Δεν ήταν η σωματική παρουσία του Ιησού που θ’ απέτρεπε τη διαίρεσι του Χρι­στιανισμού. Άλλωστε ο Ιησούς δεν έπαυσε ούτε στιγμή να είναι παρών στην Εκκλησία του.

Η αιτία της διαιρέσεως δεν βρίσκεται -άπαγε- στον Ιησού, αλλά στους ανθρώπους οπαδούς του. Στα ζιζάνια, που φυ­τρώνουν στον κόσμο αυτό μαζί με τον καλό σπόρο.

Ο Ιησούς, αν και υπήρχε σωματικά παρών, θα γινόταν -τί φοβερό!- μάρτυς της διασπάσεως του Χριστιανισμού και θ’ αγωνιζόταν για την ανάκτησι της ενότητος και της αγάπης.

Ό,τι ακριβώς κάνει και σήμερα αοράτως. Το νόημα της συνεχιζομένης ιστορίας δεν είναι άλλο παρά μία πίστωσις χρόνου στον αγωνιζόμενο Ιησού και τους ιδικούς του για να μπο­ρέσουν να επισυνάξουν εις εν τα διεσκορπισμένα τέκνα του Θεού (Ιωάν. Ια' 52)

«Η ενότης των Χριστιανών είναι αναγκαία για να φανερώνεται στον κόσμο η αγάπη του Πατρός, που διακηρύχθηκε με τη δωρεά του μονο­γενούς υιού του, ώστε να γίνουν όλοι οι άνθρωποι ένα εν Χριστώ και να πραγματοποιηθή έτοι η επιθυμία του Ιησού:

«Πάτερ... ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν έσμεν» (Vocabulaire, 1086).

ΕΚΕΙΝΟΣ”, ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ Ευθυμίου Στυλίου, εκδόσεις Γρηγόρη, σελ. 266

Ο Ιησούς έδωσε μια ελπιδοφόρο απάντησι στο απογοητευτικό ερώτημα του αδύνατου ανθρώπου:

“και τις δύναται σωθήναι;”

Ο απαιτητικός λόγος του Ιησού οδηγεί τον κάθε αδύνατο και αμαρτωλό άνθρωπο σε φοβερή αμηχανία. Όσο κι αν “το φορτίον του είναι ελαφρόν” εν τούτοις η αδυναμία του ανθρώπου είναι τόσο εύθραυστη, ώστε να λυγίζη και να συνθλίβεται κάτω άπο οποιοδήποτε φορτίο.

Το συμπέρασμα της ελεύσεως του Ιησού στην ανθρωπότητα θα ήταν η συνειδητοποιήση της καταδίκης της και το άδυνατο της σωτηρίας μας.
Όχι όμως. Ο Ιησούς δεν ήλθε για να καταδικάση τον άνθρωπο στην απογοήτευσι και την απόγνωσι. Ακριβώς το αντίθετο. Ήλθε για να δώση τη δυνατότητα στον κάθε αδύνατο και αμαρτωλό άνθρωπο να συνδέση την αδυναμία του με την παντοδυναμία του Θεού.

Ενώ φαίνεται, ότι από το ένα μέρος ο άνθρωπος συντρίβεται κάτω από τις απαιτήσεις του λόγου του Ιησού, από το άλλο συνδέεται η χοϊκή ύπαρξίς του με τή θεϊκή δύναμί του.

Ο Ιησούς προσέφερε τη διέξοδο από την αμηχανία και την απόγνωσι της ανθρωπίνης αδυναμίας. Χάρις σ' αυτή υπάρχουμε και ελπίζομε για τη σωτηρία μας. Διότι σ΄Εκείνον “παρακατατιθέμεθα την ζωήν ημών άπασαν και την ελπίδα”. Τον Παντοδύναμον.
“Ο Ιησούς, όστις ειργάσθη άνευ δυσκολίας τίνος τα θαύματα επί της φύσεως, ο αυτός δια της χάριτός του δύναται να επιδράση και έπι της ανθρωπίνης ψυχής και ελκύση ταύτην προς εαυτόν” (ΥΛ. 524).

“ΕΚΕΙΝΟΣ”, ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ, εκδόσεις Γρηγόρη, σελ. 198-199

Οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου Ομιλία εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου. 


"Τωρα λοιπον η Θεοτοκος, κλεινοντας τα αισθητα ματια,

ανοιγει σε μας τα νοητα, σαν λαμπερους και μεγαλους φωστηρες, ματια της,

τα οποια ποτε δεν βασιλεψαν

για να αγρυπνουν και να εξευμενιζουν το προσωπο του Θεου

για τη βοηθεια του κοσμου.


Τωρα, αφου σωπασε τα θεοκινητα χειλη της με την εναρθρη φωνη,

ανοιγει λαλιστατο για παντα το μεσιτευτικο της στομα

για ολο το ανθρωπινο γενος.


Τωρα, αφου μαζεψε τις σωματικες και θεοφορες παλαμες της,

τις παρουσιαζει αφθαρτοποιημενη υψωμενες προς τον Δεσποτη

παρακαλωντας για ολη την οικουμενη.

Αφου τωρα εκρυψε το ομοιο με τον ηλιο και φυσικο προσωπο της,

ακτινοβολει με τη ζωγραφιστη εικονα της,

την οποια προβαλλει στους λαους για να την ασπαστουν ευεργετικα.

Αν και δηλαδη η παναγνη περιστερα πεταξε προς τα ανω, δεν παυει να προστατευει τα κατω.

Αν και βγηκε απο το σωμα, με το πνευμα της ειναι μαζι μας"


(εκδοση ΕΠΕ,τομος 8,σελ. 69).

Καγώ αναπαύσω υμάς - Ματθαίου ια' 28. 

Ο Ιησούς διακηρύττει, ότι είναι “πράος και ταπεινός τη καρδία”, υπόσχεται ν’ αναπαύση και ξεκουράση όσους θα τον πιστεύσουν. Πώς γίνεται αυτό;
Ο άνθρωπος ο κουρασμένος ξεκουράζεται σ’ ένα μαλακό και αναπαυτικό κρεββάτι, σ’ ένα ωραίο και άνετο περιβάλλον, σε μια ειρηνική και γαλήνια ατμόσφαιρα.

Εκεί λησμονεί τον κόπο του, την ταλαιπωρία του. Τα ξεχνά όλα. Αναγεννιέται. Ξεκουράζεται ψυχικά και σωματικά.
Ο Ιησούς ξεκουράζει κυρίως ψυχικά τον άνθρωπο. Εκτονώνει τον εσωτερικό του κόσμο.

Λυτρώνει τον άνθρωπο από την αμαρτία και του προσφέρει την αλήθεια και την πνευματική ελευθερία.

Έτσι ο Ιησούς και η αγάπη του αποδεικνύονται η καλύτερη ψυχαγωγία, ο καλύτερος ιατρός.
Ο Ιησούς και στο θέμα αυτό έχει την αποκλειστικότητα. Το ξεκούρασμα της ψυχής είναι η «ειδικότης» του.

Αυτό μόνον ο Ιησούς μπορεί να το δώση. Το αίτημα του ανθρώπου, ιδίως του σημερινού, για ψυχοσωματική υγεία και χαλάρωσι ικανοποιείται απόλυτα από τον Κύριο.
«Τω Κυρίω κολλωμένη ψυχή, από ανάπαυσιν εις τελειοτέραν ανάπαυσιν μετατίθεται» (Μακάριος ο Αιγύπτιος, L. 115).

“ΕΚΕΙΝΟΣ”, ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ ΕΥΘΥΜΙΟΥ, εκδόσεις Γρηγόρη, σελ. 198

Οι τολμηροί. 
Αλλ’ όχι. Μέσα από τα σκοτάδια της γενικής εγκαταλείψεως (την ώρα της Σταύρωσης), χαράζει μια αχτίδα και μια ελπίδα λάμπει.
Είναι η απόφασις ενός ευσχήμονος βουλευτού, που στα στήθη του αντηχεί αδυσώπητη η φωνή του καθήκοντος. Και «τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού».
Γνωρίζει καλά τις συνέπειες του διαβήματός του. Ξέρει, πως ο λυσσών όχλος είναι έτοιμος να του απαγγείλη δεινή κατηγορία και να κραυγάση «και συ εκ των μαθητών ει του ανθρώπου τούτου».
Ένα θεόρατο φράγμα δυσκολιών, φόβων, κινδύνων, συνεπειών υψώνεται μπροστά του. Αλλ’ η φωνή του καθήκοντος, που βοά στα στήθη του, είναι χείμαρρος ορμητικός, που συνεπαίρνει όλα τα εμπόδια και τον οδηγεί ικέτη μπροστά στον Πιλάτο κι έπειτα από λίγο αποκαθηλωτή μπροστά στο Σταυρό.
Δεν αρνείται σαν τον Πέτρο ούτε καιροσκοπεί σαν τον Πιλάτο, αλλά βρίσκει την τόλμη και το θάρρος να ζητήση, αυτός ο βουλευτής, το σώμα ενός λαομίσητου κατάδικου, που απέθανε σαν τον έσχατο των κακούργων επάνω στο ξύλο της τιμωρίας.
«Τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού», για να προσφέρη στον Διδάσκαλο όλες τις νεκρικές τιμές και το «λελατομημένον εκ πέτρας» ακόμη οικογενειακό του μνημείο.
Θα χρειάζεται πάντα τόλμη για να πλησιάση ο άνθρωπος το Σταυρό του Χριστού. Την τόλμη της ανασταυρώσεως του κόσμου, που θα του δίνη τη δύναμι για να υψώνεται σε αποκαθηλωτή του Χριστού και να επαναλαμβάνη τους αιωνίους λόγους του μεγάλου Σταυροφόρου των Εθνών. «Χριστώ συνεσταύρωμαι. Ζω δε ουκέτι εγώ ζή δε εν εμοί Χριστός». «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντί με Χριστώ».
Από το βιβλίο «Σκηνές από το πάθος»
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973 Νο691)

katafigioti

lifecoaching