"Αυτόν εσθίεις"
Πόσοι τώρα λέγουν - "Ήθελα να δω την μορφή Του, τα χαρακτηριστικά Του, τα ενδύματα, τα υποδήματα".
Να, Τον Βλέπεις, Τον αγγίζεις, Τον τρώς. Και σύ μην επιθυμείς να δείς ενδύματα, ενώ Αυτός σου δίνει τον Εαυτό Του, όχι μόνο να τον δεις, αλλά και να τον πιάσεις και να τον φας και να τον πάρεις μέσα σου.
Κανείς λοιπόν ας μη προσέρχεται κυριευμένος από ναυτία, κανείς διαλυμένος, όλοι θερμοί στην πίστη και ζωντανοί. Γιατί, εάν οι Ιουδαίοι έτρωγαν με βιασύνη όρθιοι, έχοντας στα χέρια τους τα υποδήματα και τις βακτηρίες (Εξ. 12,11), πόσο περισσότερο προσεκτικός πρέπει να είσαι εσύ. Γιατί εκείνοι επρόκειτο να μεταβούν στην Παλαιστίνη, γι` αυτό και είχαν εμφάνιση οδοιπόρων, εσύ όμως πρόκειται να αποδημήσεις στον ουρανό...
Πως τιμάται η θυσία
Κανείς λοιπόν Ιούδας ας μη πλησιάζει στην τράπεζα αυτή, κανείς Σίμων, γιατί και οι δύο χάθηκαν εξ αιτίας της φιλαργυρίας τους. Ας αποφύγουμε λοιπόν το βάραθρο αυτό και ας μη νομίζουμε ότι αρκεί για την σωτηρία μας, εάν απογυμνώνοντας χήρες και ορφανά προσφέρουμε στην τράπεζα χρυσό ποτήρι, στολισμένο με πολύτιμους λίθους. Εάν λοιπόν πράγματι θέλεις να τιμήσεις την θυσία του Υιού του θεού, πρόσφερε την ψυχή σου, για την οποία και θυσιάσθηκε Αυτός - αυτήν κάνε χρυσή - εάν όμως αυτή εξακολουθεί να είναι χειρότερη από το μολύβι και το όστρακο, ενώ το σκεύος είναι χρυσό, ποιο είναι το κέρδος;...
(Εις το κατά Ματθαίον, Ν`, ΕΠΕ 11,56-62. PG 58,507-508)
Όχι με ρυπαρά ιμάτια
Ακούστε όσοι απολαύσατε τα μυστήρια και, μολονότι προσήλθατε στους γάμους, περιβάλλετε την ψυχή σας με βρώμικες πράξεις. Ακούστε από που προσκληθήκατε: Από το σταυροδρόμι. Τι ήσασταν προηγουμένως; χωλοί και ανάπηροι ως προς την ψυχή, πράγμα που είναι πολύ χειρότερο από την σωματική αναπηρία. Σεβασθείτε την φιλανθρωπία Αυτού που σας κάλεσε και κανείς ας μη συνεχίσει να μένει με ρυπαρά ενδύματα, αλλ` ο καθένας ας φροντίζει για την στολή της ψυχής του. Ακούστε, γυναίκες - ακούστε, άνδρες. Δεν χρειαζόμαστε αυτά τα χρυσούφαντα ενδύματα, που μας στολίζουν εξωτερικά, αλλ` εκείνα που μας στολίζουν εσωτερικά. Όσο θα έχουμε αυτά, είναι δύσκολο να ντυθούμε εκείνα. Δεν είναι δυνατό να καλλωπίζουμε συγχρόνως και την ψυχή και το σώμα. Δεν είναι δυνατό και στον μαμωνά να δουλεύεις και στον Χριστό να υπακούεις, όπως πρέπει....
Τον Εαυτό Του πρόσφερε θυσιασμένο
Ας ακούσουμε λοιπόν και ιερείς και όλοι οι Χριστιανοί πόσης μεγάλης δωρεάς γίναμε άξιοι, ας το ακούσουμε και ας φρίξουμε. Μας έδωσε να χορτάσουμε με τις άγιες σάρκες Του, τον ίδιο τον Εαυτό Του πρόσφερε θυσιασμένο.
Ποιά δικαιολογία θα έχουμε να παρουσιάσουμε, όταν, τρεφόμενοι με αυτή την τροφή, κάνουμε τέτοιου είδους αμαρτίες; όταν, τρώγοντας αρνί, γινόμαστε λύκοι; Όταν τρώγοντας πρόβατο, αρπάζουμε όπως τα λιοντάρια; Γιατί το μυστήριο αυτό μας προτρέπει όχι μόνο να καθαρίζουμε τους εαυτούς μας τελείως από κάθε αρπαγή, αλλά και από κάθε απλή έχθρα. Γιατί το μυστήριο αυτό της ειρήνης - δεν επιτρέπει να το ανταλλάσουμε με χρήματα. Γιατί, εάν ο Κύριος δεν λυπήθηκε για χάρη μας τον Εαυτό Του, εμείς ποιάς τιμωρίας είμαστε άξιοι, όταν φροντίζουμε για τα χρήματα και αδιαφορούμε για την ψυχή, για την οποία ο Ιησούς δεν λυπήθηκε να θυσιάσει τον Εαυτό Του; Στους Ιουδαίους ο Θεός ώρισε ετήσιες εορτές, για να θυμούνται τις ευργεσίες του, ενώ σε σένα τις υπενθυμίζει καθημερινά, όπως θα έλεγε κανείς, με αυτά τα μυστήρια.
Μη ντρέπεσαι λοιπόν τον Σταύρο, γιατί αυτά είναι για μας τα αξία σεβασμού, αυτά είναι τα μυστήριά μας, αυτό το δώρο αποτελεί το κόσμημά μας, με αυτό ο Θεός τέντωσε τον ουρανό, άπλωσε την γη και την θάλασσα και απέστειλε τους προφήτες και τους αγγέλους, δεν θα πω τίποτε το ισάξιο με αυτό. Γιατί αυτό είναι το αποκορύφωμα όλων των αγαθών του Θεού, το ότι δηλαδή δεν λυπήθηκε να θυσιάσει τον Υιό του, για να σώσει τους δούλους του, που είχαν απομακρυνθεί από κοντά του...
Πηγή: Χρυσοστομικός Άμβων ΣΤ
Δεν πρέπει να υπάρχει μνησικακία
Εκείνον που έλαβε την εντολή να μην προσφέρει θυσία προτού να συμφιωθεί, αν δεν τον αναγκάσει η αγάπη του προς τον πλησίον του να τρέξει και να συμφιλιωθεί με εκείνον που στεναχώρησε και να σβήσει το μίσος, θα τον αναγκάσει το καθήκον του να ολοκληρώσει την θυσία. Για αυτό μίλησε με πολλή έμφαση, επειδή ήθελε να τον κάνει να αισθανθεί φόβο και να του δημήργησει κίνητρα. Αφού είπε, δηλαδή, "Άφησε το δώρο σου", δεν αρκέσθηκε σε αυτό, αλλά πρόσθεσε - " μπροστά από το θυσιαστήριο" (και του προξενεί ρίγος και με τον τόπο ακόμη) "και πήγαινε". Και δεν είπε απλώς "πήγαινε", αλλά πρόσθεσε - "πρώτα, και τότε ερχόμενος πρόσφερε το δώρο σου", για να δείξει με όλα αυτά, ότι το τραπέζι αυτό δεν δέχεται όσους μισούνται μεταξύ τους.
(Είς Ματθαίον, ΙΣΤ, ΕΠΕ 9,568. PG 57, 251)
Έχουμε μπροστά μας όλο το Σώμα Του. Τρόπος προσελεύσεως.
Ας εγγίσουμε λοιπόν και εμείς το άκρο του ενδύματος Tου. Ή καλύτερα εάν θέλουμε, μπορούμε να τον έχουμε όλον κοντά μας. Γιατί τώρα και το σώμα Του βρίσκεται μπροστά μας, όχι μόνο το ένδυμα, αλλά και το σώμα ώστε όχι μόνο να το εγγίσουμε, αλλά και να το φάμε και να το χορτάσουμε.
Ας πλησιάσουμε λοιπόν με πίστη, όποιος από εμάς υποφέρει από κάποια ασθένεια. Γιατί εάν εκείνοι, που άγγιξαν το άκρο του ενδύματος Του, έλαβαν τόσο μεγάλη δύναμη, τόσο μεγαλύτερη δύναμη θα λάβουν αυτοί, που Τον έχουν ολόκληρο μέσα τους; Το να πλησιάζουμε όμως τον Χριστό με πίστη, δεν σημαίνει να λάβουμε μόνον την Θεία Κοινωνία, αλλά να την εγγίσουμε με καθαρή καρδιά και να είναι τέτοια η ψυχική μας διάθεσης, σαν να μεταβαίνουμε προς τον ίδιο τον Χριστό. Γιατί τη σημασία έχει αν δεν ακούς την φωνή Του; Και όμως, βλέπεις τον ίδιο να βρίσκεται μπροστά σου - μάλλον όμως ακούς και την φωνή Του, διότι σου μιλάει μέσω των ευαγγελιστών.
Και τώρα γίνεται το δείπνο εκείνο
Πιστέψετε ότι και τώρα γίνεται εκείνο το δείπνο, στο οποίο και ο ίδιος ήταν παρών. Γιατί σε τίποτε δεν διαφέρει αυτό από εκείνο. Ούτε βέβαια αυτό το παραθέτει άνθρωπος, εκείνο όμως ο Κυρίως, αλλά ο Ίδιος παραθέτει και το ένα και το άλλο. Όταν λοιπόν θα δεις τον ιερέα να σου το προσφέρει, να μη νομίσεις ότι ο ιερέας το κάνει αυτό, αλλά πίστευε, ότι το χέρι που απλώνεται είναι του Χριστού. Διότι, όπως ακριβώς, όταν σε βαπτίζει, δεν είναι ο ιερέας εκείνος που σε βαπτίζει, αλλά ο Θεός είναι εκείνος που εγγίζει την κεφάλι σου με ορατή δύναμη και δεν τομλα ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος, ούτε κανείς άλλος να πλησιάσει και να σε εγγίσει - το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Γιατί, όταν ο Θεός αναγεννά κάποιον, η δωρεά είναι αποκλειστικά και μόνο του Θεού. Δεν βλέπεις αυτούς που υιοθετούν εδώ στην γη, ότι δεν αναθέτουν όλην αυτήν την υπόθεση στους δούλους τους, αλλά οι ίδιοι μεταβαίνουν στο δικαστήριο; Έτσι και ο Θεός δε ανέθεσε την χορήγηση της δωρεάς στους αγγέλους, αλλά ο ίδιος είναι παρών συμβουλεύοντας και λέγοντας- "Μη ονομάσετε πατέρα σας επάνω στην γη" (Ματθ. 23,9). - όχι για να περιφρονήσεις τους γονείς σου, αλλά για να προτιμάς πριν από όλα εκείνον που σε δημιούργησε και σε έγραψε στον κατάλογο των παιδιών του. Διότι Αυτός έδωσε το σπουδαιότερο, δηλαδή που πρόσφερε θυσία τον Εαυτό Του, πολύ περισσότερο δεν θα απαξιώσει να σου δώσει και το σώμα Του.
Πώς πρέπει να προσερχόμαστε...
Γι'αυτό και εγώ από εδώ ήδη φωνάζω με δυνατή φωνή και διαματρύρομαι και ικετεύω και παρακαλώ, να μην προσέρχεσθε στην ιερή αυτή τράπεζα με λεκέδες, ούτε με συνείδηση πονηρή• γιατί αυτό δεν μπορεί να είναι όφελος ούτε κοινωνία και αν ακόμη χιλιάδες φορές δεχθούμε το Άγιο εκείνο Σώμα, αλλά καταδίκη και κόλασης και αύξησης της τιμωρίας. Κανένας αμαρτωλός λοιπόν ας μην προσέρχεται, ή καλύτερα, δεν λέω κανένας αμαρτωλός, γιατί πρώτα τον εαυτό μου αποκλείω από την θεία τράπεζα• αλλά κανένας να μη προσέρχεται εξακολουθώντας να παραμένει στην αμαρτία.
Γι'αυτό από τώρα ήδη το προλέγω, ώστε, όταν μας έλθουν τα βασιλικά δείπνα και φθάσει η ιερή εκείνη βραδιά, να μην μπορεί κανείς να πει, ήρθα απροετοίμαστος και έρημος και ότι αυτά έπρεπε να τα πεις πριν από καιρό. Γιατί, αν τα άκουγα από νωρίς, οπωσδήποτε θα άλλαζα, οπωσδήποτε θα προσερχόμουν, αφού πρώτα καθάριζα τον εαυτο μου. Για να μην μπορεί λοιπόν κανείς να προφασίζεται, διαμαρτύρομαι από τώρα και παρακαλώ να δείξετε πολλή μετάνοια. Γνωρίζω ότι όλοι βρισκόμαστε σε επιτίμια και ότι κανείς δεν θα καυχηθεί ότι έχει αγνή καρδιά• δεν είναι όμως αυτό το φοβερό, ότι δηλαδή δεν έχουμε αγνή καρδιά, αλλά το ότι, ενώ δεν έχουμε αγνή καρδιά, δεν πλησιάζουμε αυτόν που μπορεί να την κάνει αγνή. Γιατί μπορεί αν θέλει• ή καλύτερα και περισσότερο από μας θέλει να είμαστε καθαροί, αλλά περιμένει να πάρει μικρή έστω αφορμή από μας, για να μας στεφανώσει με παρρησία.
(Εις το << Είδον τον Κύριον καθήμερον...>>, ΣΤ´, ΕΠΕ 8Α, 434-436. PG 56,139-140)
Εκεί είναι παρών ο Βασιλιάς τον όλων...
Όταν λοιπόν πρόκειται να πλησιάσεις την ιερή τράπεζα, να πιστεύεις ότι εκεί είναι παρών και ο βασιλιάς των όλων• γιατί πραγματικά παρευρίσκεται, εξετάζοντας με προσοχή την πρόθεση του καθενός, και βλέποντας ποιός προσέρχεται με την αγιότητα που πρέπει και ποιός με πονηρή συνείδηση, με ακάθαρτους και βρωμερούς λογισμούς, με πράξεις μιάρες. Και αν βρεί κανένα τέτοιον, αμέσως τον παραδίδει στο δικαστήριο της συνειδήσεως• έπειτα, εάν τον παραλάβει η συνείδησης και τον μαστιγώσει με τους λογισμούς και τον κάνει καλύτερο, τον δέχεται πάλι• εάν όμως μείνει αδιόρθωτος, τότε πλέον πέφτει στα χέρια Του ως αχάριστος και αγνώμων. Πόσο φοβερό είναι αυτό, άκουσε τον Παύλο που λέει << Είναι φοβερό να πέσεις στα χέρια του ζωντανού Θεού>> (Εβρ. 10,31).
Γνωρίζω ότι πληγώνουν τα λόγια μου, αλλά τί να κάνω; Εάν δεν βάλω πικρά φάρμακα, τα τραύματα δεν θεραπεύονται• αν πάλι βάλω πίκρα, εσείς δεν ανέχεσθε τον πόνο. Είναι για μένα στενά από παντού• πλην όμως, είναι ανάγκη να συγκρατήσω το χέρι μου• γιατί είναι αρκετά όσα είπα, για να διορθώσουν εκείνους που προσέχουν.
(Είς τό <<Είδον τον Κύριο καθήμενον...>>, ΣΤ' ΕΠΕ 8Α, 438. PG 56, 140-141)
Η εκκλησία είναι ο οίκος του πνευματικού άρτου. Πρόσεξε μόνο μη μιμηθείς τον Ηρώδη...
Άφησε λοιπόν και σύ τον Iουδαϊκό λαό, την πόλη που ταράσσεται, τον αιμοδιψή τύραννο, την πλάνη του βίου και τρέξε στην Βηθλεέμ, όπου είναι ο οίκος του άρτου του πνευματικού.Αν είσαι βοσκός και έλθεις εδώ, θα δεις το παιδί στο κατάλυμα - αν είσαι βασιλιάς και δεν έλθεις, δεν θα έχεις κανένα κέρδος από την βασιλική στολή - αν είσαι μάγος, κανένα εμπόδιο από την ιδιότητα σου, αρκεί να έλθεις για να αποδώσεις τιμή και για προσκύνηση και όχι να καταπατήσεις τον Υιό του Θεού - αν προσέλθεις με τρόμο και χαρά, διότι μπορούν να συνδυασθούν αυτά τα δύο.
Πρόσεξε μόνο μη μοιάσεις με τον Ηρώδη και πεις - "Ας έλθω και εγώ να τον προσκηνήσω" και, όταν έλθεις, θελήσεις να τον φονεύσεις.Γιατί με αυτόν μοιάζουν όσοι μετέχουν ανάξια στα μυστήρια. Γιατί για μας λέει - "Αυτός θα είναι ένοχος του σώματος και του αίματος του Κυρίου" (Α` Κορ. 11,27). Γιατί έχουν μέσα τους τον τύραννο μαμμωνά, που είναι παρανομώτερος από εκείνον τον Ηρώδη. Αυτός επιθυμεί να επικρατήσει και στέλνει τους δικούς του, για να προσκυνήσουν κατά τύπους, που φονεύουν όμως κατά την προσκύνηση.
(Είς τό κατά Ματθαίον, Ζ`, ΕΠΕ 9,244-246. ΠΓ 57, 78-79)
Θέλετε να σας αναφέρω και οδούς της μετανοίας;
Είναι πολλές και ποικίλλες και διαφορετικές μεταξύ τους, όλες όμως οδηγούν προς τον ουρανό.
Πρώτη οδός μετανοίας είναι η καταδίκη των αμαρτιών μας "λέγει εσύ πρώτος τις αμαρτίες σου, για να δικαιωθείς" (Ησ. 43,26). Γι αυτό είπε και ο προφήτης " Είπα, θα καταδικάσω τον εαυτό μου για την ανομία μου προς τον Κύριο, και συ συγχώρεσες την ασέβεια της καρδίας μου" (ψάλμ. 31,5). Καταδίκασε λοιπόν και σύ τα αμαρτήματα σου - αυτό είναι αρκετό στον Κύριο ως απολογία - διότι αυτός που καταδίκασε τα αμαρτήματά του είναι δυσκολώτερο να πέσει πάλι στα ίδια αμαρτήματα. Κίνησε την συνείδηση που έχεις μέσα σου για κατήγορο, για να μην έχεις εκεί άλλον κατήγορο στο βήμα του Κυρίου. Αυτή είναι μία οδός άριστη μετανοίας.
Υπάρχει και άλλη που δεν είναι κατώτερη από αυτήν- το να μη μνησικακείς εναντίον των εχθρών σου, το να συγκρατείς την οργή σου, να συγχωρείς τα αμαρτήματα των συναθρώπων σου - γιατί έτσι θα συγχωρεθούν και τα δικά μας αμαρτήματα που διεπράξαμε προν τον Κύριο. Να λοιπόν και δεύτερος τρόπος καθαρισμού των αμαρτημάτων μας. Διότι λέγει, " αν συγχωρέσετε τους οφειλέτες σας, και ο ουράνιος Πατήρ σας θα σας συγχωρέσει" (Ματθ. 6,14).
Θέλεις να μάθεις και την τρίτη οδό μετανοίας; Να κάνεις προσευχή θερμή και ειλικρινή, που προέρχεται από τα βάθη της καρδιάs σου. Δεν είδες εκείνη την χείρα πως εξευμένισε τον αναίσχυντο εκείνο δικαστή (Λουκ. 18,1-8); Ενώ εσύ έχεις Kύριο ήμερο και προσιτό και φιλάνθρωπο - εκείνη ζητούσε εναντίον των εχθρών, εσύ όμως δεν ζητάς εναντίον των εχθρών, αλλά για την δική σου σωτηρία.
Αν θέλεις να μάθεις και την τετάρτη οδό μετανοίας, θα σου πω την ελεημοσύνη - γιατί αυτή έχει μεγάλη και ανέκφραστη δύναμη - γιατί και στον Nαβουχοδονόσορα, όταν έφθασε σε κάθε είδος κακίας και διέπραξε κάθε ασέβεια, ο Δανιήλ του είπε : "Βασιλιά, να ακούσεις την συμβουλή μου - λυτρώσου από τις αμαρτίες σου με τις ελεημοσύνες και από τις ανομίες σου λυτρώσου με την ευσπλαχνία σου για τους φτωχούς" (Δαν. 4,24). Ποιο πράγμα μπορεί να γίνει ίσο με αυτή την φιλανθρωπία; Ύστερα από αναρίθμητα αμαρτήματα, ύστερα από τόσες παρανομίες υπόσχεται να απαλλάξει από όλα αυτά τον δράστη, εάν φανεί φιλάνθρωπος στους συνδούλους του.
Και η μετριοφροσύνη και η ταπεινοφροσύνη εκμηδενίζουν την φύση των αμαρτημάτων όχι λιγότερο από τους άλλους τρόπους που αναφέραμε - και μάρτυς ο τελώνης, ο όποιος δεν είχε βέβαια να αναφέρει λαμπρά έργα, αλλά αντί για όλα αυτά πρόσφερε την ταπεινοφροσύνη του και απαλλάχτηκε από το βαρύ φορτίο των αμαρτημάτων.
Να λοιπόν δείξαμε πέντε οδούς μετανοίας, πρώτη την καταδίκη των αμαρτημάτων μας, δεύτερη την συγχώρεση των αμαρτιών του πλησίον, τρίτη εκείνη που προέρχεται από την προσευχή, τετάρτη εκείνη που προέρχεται από την ελεημοσύνη και πέμπτη αυτήν που προέρχεται από την ταπεινοφροσύνη. Μην καθυστερήσεις, λοιπόν, αλλά να βαδίζεις κάθε μέρα όλους τους δρόμους - διότι είναι δρόμοι εύκολοι και δεν μπορείς να προβάλεις ως πρόσχημα την πενία , αλλά και αν ακόμα ζεις πτωχότερα από όλους tous άλλους και την οργή θα μπορέσεις να αφήσεις κατά μέρος και να ταπενοφρονείς θα μπορέσεις και να προσευχηθείς δυνατά και να καταδικάσεις τα αμαρτήματα σου - και σε τίποτε δεν γίνεται η πενία εμπόδιο. Και τι λέγω εδώ, αφού ούτε για εκείνη την μέθοδο της μετανοίας, που απαιτεί την καταβολή των χρημάτων (δηλαδή η ελεημοσύνη) ούτε εκεί μας εμποδίζει η πενία. Και αυτό μας το φανέρωσε η χήρα που κατέβαλε τα δύο λεπτά.
Αφού λοιπόν διδαχθήκαμε την θεραπεία των τραυμάτων μας, ας τοποθετούμε πάνω τους τα φάρμακα αυτά, ώστε, αφού αποκτήσουμε ξανά την πραγματική υγεία, να απολαύσουμε και την ιερή τράπεζα με παρρησία και μεγάλη δόξα να συναντήσουμε τον βασιλιά της δόξης Χριστό και να επιτύχουμε τα αιώνια αγαθά με την χάρη και τους οικτιρμούς και την φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Xριστού...Αμήν.
(Προς τους εγκαλούντας υπέρ του μήκους των ειρημένων, ΕΠΕ 31,92-96. ΠΓ 49,262-264)
Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστομου Χροσοστομοκός Άμβων ΣΤ´
Και μη μου λες παλι· έκανα πολλές αμαρτίες, πως θα μπορέσω να σωθω;
Εσύ από μόνος σου δεν μπορείς, αλλά μπορεί ο Κύριος σου και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εξαλείψει εντελώς τα αμαρτήματά σου. Πρόσεχε παρά πολύ αυτόν τον λόγο· τόσο πολύ εξαλείφει τα αμαρτήματα, ώστε να μην αφήνει ούτε ένα ίχνος τους! Στα σώματα, βέβαια, δεν μπορεί να επιτευχθεί αυτό, αλλά κι αν μύριες φορές το επιχειρήσει ο γιατρός, κι αν φάρμακα βάλει επάνω στην πληγή, αυτή μπορεί να την θεραπεύσει, αλλά ίσως τα ίχνη της να μην μπορέσει να τα εξαλείψει.
Συνέβη πολλές φορές να χτυπήσει κάποιος στο πρόσωπο· ο γιατρός θεράπευσε το τραύμα, η πληγή όμως παρέμεινε, δείχνοντας με την ασχήμια του προσώπου το τραύμα· και κάνει αμέτρητες προσπάθειες ο γιατρός, για να εξαλείψει το σημάδι, αλλά τίποτε δεν καταφέρνει· γιατί αντιπαλεύει με την ασθένεια της ανθρώπινης φύσης και με την αδυναμία της ιατρικής επιστήμης και με την ατέλεια των φαρμάκων.
Οταν ομως εξαλείφει ο Θεός τα αμαρτήματα, ούτε ουλή αφήνει, ούτε ίχνος επιτρέπει να παραμείνει,
αλλά μαζί με την υγεία χαρίζει και την ομορφιά, μαζι με την απαλλαγή απο την τιμωρία προσφέρει και την δικαίωση·
και αυτόν που αμάρτησε τον αξιώνει μ´αυτόν που δεν αμάρτησε.
Γιατι εξασφαλίζει το αμάρτημα και το κάνει σαν να μην υπάρχει, σαν να μην έχει συμβεί ποτέ!
Έτσι εντελώς το εξαλείφει! Δεν μένει πλέον ούτε ουλή, ούτε ίχνος, ούτε αποδείξεις, ούτε σημάδι!
Και από που φαίνεται αυτό; Γιατί για όσα λέω, οφείλω να φέρνω και τις αποδείξεις, ώστε να μην τα λέω μόνον, αλλα να τα αποδεικνύω κιόλας μέσα από την Γραφή, για να είσθε βέβαιοι γι' αυτά που μαθαίνετε. Φέρνω, λοιπόν, μπροστά σας τραυματισμένους, λαό ολόκληρο, ανθρώπους γεμάτους πληγές, σαπίσματα, σκουλήκια, ανθρώπους που είναι ολόκληροι ένα τραύμα, μια πληγή, οι οποίοι παρά την κατάστασή τους μπορούν να θεραπευθούν σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μη τους μείνει κανένα σημάδι, κανένα ίχνος, κανένα δείγμα· ανθρώπους που δεν έχουν μια πληγή μόνο, ούτε δύο, ούτε τρείς, ούτε τέσσερις, αλλά από τα πόδια μέχρι το κεφάλι είναι όλοι τους μιά πληγή.
Πρόσεχε πάρα πολύ τα λόγια μου αυτά, γιατί όλους μας ενδιαφέρουν και είναι σωτήρια. Φάρμακα παρασκευάζω, απ' αυτά των γιατρών καλύτερα, τέτοια που ούτε βασιλείς δεν μπορούν να φτιάξουν. Ο βασιλιάς τι μπορεί να κάνει; Μπορεί να βγάλει από την φυλακή, δεν μπορεί όμως να απαλλάξει από την αιώνια κόλαση· μπορεί να χαρίσει χρήματα, δεν μπορεί όμως να σώσει ψυχή. Εγώ όμως σας παραδίδω στα χέρια της μετάνοιας, για να μάθετε την δύναμη της, για να μάθετε την ισχύ της, για να μάθετε οτι δεν την νικά η αμαρτία και ότι δεν μπορεί να υπερισχύσει πάνω της καμιά παρανομία.
Και σας παρουσιάζω πρώτα όχι έναν, όχι δύο, όχι τρείς, αλλά πολλές χιλιάδες πληγωμένους, τραυματισμένους, γεμάτους από αμέτρητα τραύματα, που με την μετάνοια μπορούν να σωθούν και να μην έχουν κανένα ίχνος και κανένα σημάδι από τα τραύματα τους.....
Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστομου
Χροσοστομοκός Άμβων ΣΤ´
Fr. Alexander Schmemann
Είναι παλιό το έθιμο: την παραμονή του Νέου Έτους, όταν το ρολόι κτυπήσει μεσάνυχτα, σκεφτόμαστε τις επιθυμίες μας για το νέο έτος και προσπαθούμε να εισέλθουμε στο άγνωστο μέλλον μ’ ένα όνειρο, προσδοκώντας ταυτόχρονα την εκπλήρωση κάποιας αγαπητής μας επιθυμίας. Σήμερα, για άλλη μια φορά βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα νέο έτος. Τι επιθυμούμε για τους ίδιους, για τους άλλους, για τον καθένα; Ποιο είναι το τέλος όλων μας των ελπίδων; Η απάντηση είναι μονίμως η ίδια αιώνια λέξη: ευτυχία. Ευτυχές το Νέο Έτος! Ευτυχία για το Νέο Έτος! Η ιδιαίτερη ευτυχία που επιθυμούμε είναι φυσικά διαφορετική και προσωπική για τον καθένα, αλλά όλοι μας μετέχουμε στην κοινή πίστη πως αυτό το έτος η ευτυχία θα μας πλησιάσει, πως μπορούμε να ελπίσουμε σ’ αυτή με προσδοκία.
Πότε όμως είναι κάποιος αληθινά ευτυχισμένος; Μετά από αιώνες εμπειρίας και γνώσης σχετικά με τον άνθρωπο, δεν μπορούμε πλέον να εξισώσουμε την ευτυχία με οποιοδήποτε εξωτερικό γνώρισμα, π.χ. χρήματα, υγεία, επιτυχία κ.λπ. Γνωρίζουμε πως τίποτε απ’ όλα αυτά δεν ανταποκρίνεται πλήρως σ’ αυτή τη μυστηριώδη και πάντοτε φευγαλέα έννοια της ευτυχίας. Είναι σαφές πως η φυσική άνεση φέρνει ευτυχία, αλλά και άγχος. Η επιτυχία φέρνει ευτυχία, αλλά και φόβο. Είναι εκπληκτικό πως όσο περισσότερη εξωτερική ευτυχία διαθέτουμε, τόσο περισσότερο εύθραυστη γίνεται και πιο ατίθασος ο φόβος πως θα τη χάσουμε και θα μείνουμε με άδεια χέρια. Πιθανώς αυτός είναι και ο λόγος που ευχόμαστε ο ένας στον άλλο «μια νέα ευτυχία» για το Νέο Έτος. Η «παλιά» ευτυχία ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε, κάτι πάντοτε έλειπε. Τώρα όμως ατενίζουμε ξανά μπροστά μας με μια ευχή, ένα όνειρο, μια ελπίδα…
Χριστέ και Παναγιά! Το ευαγγέλιο πριν από πάρα πολύ καιρό είχε καταγράψει την ιστορία ενός ανθρώπου που πλούτισε, έκτισε καινούριες αποθήκες για να αποθηκεύσει τα αγαθά του, και αποφάσισε πως πλέον είχε όλα τα αναγκαία που εγγυώντο την ευτυχία του! Είχε άνεση και μέσα. Εκείνη όμως τη νύχτα άκουσε: «ἄφρων, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ, ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;» (Λουκ. 12, 20). Η σταδιακή συνειδητοποίηση ότι τίποτε δεν μπορεί να κρατηθεί, πως μπροστά μας βρίσκεται ο αναπόφευκτος θάνατος και η φθορά, είναι το δηλητήριο που δηλητηριάζει τη μικρή και περιορισμένη ευτυχία που διαθέτουμε. Αυτός είναι σίγουρα και ο λόγος για τη συνήθεια που έχουμε να κάνουμε τέτοιο σαματά και θόρυβο, φωνάζοντας και γελώντας, καθώς το ρολόι κτυπάει δώδεκα την παραμονή του Νέου Έτους. Φοβούμαστε να μείνουμε μόνοι και σιωπηλοί, καθώς το ρολόι κτυπάει σαν την ανελέητη φωνή της μοίρας: πρώτο κτύπημα, δεύτερο, τρίτο και συνεχίζει, τόσο αδυσώπητα, ομοιόμορφα, τόσο τρομακτικά μέχρι τέλους. Τίποτε δεν μπορεί να το αλλάξει, τίποτε να το σταματήσει.
Έτσι έχουμε δύο πολύ βαθείς και ακατάλυτους άξονες της ανθρώπινης συνείδησης: φόβος και ευτυχία, εφιάλτης και όνειρο. Η καινούρια ευτυχία που ονειρευόμαστε την παραμονή του Νέου Έτους θα μπορέσει τελικά να ηρεμήσει, να σκορπίσει και να κατανικήσει το φόβο; Ονειρευόμαστε μια ευτυχία στην οποία να μην παραμονεύει ο φόβος βαθιά μέσα της, ένας φόβος από τον οποίο προσπαθούμε πάντοτε να προφυλαχθούμε, πίνοντας, ή με το να είμαστε συνεχώς απασχολημένοι, περιβαλλόμενοι από θόρυβο. Η σιγή όμως αυτού του φόβου είναι ισχυρότερη από κάθε άλλο θόρυβο. «Ἄφρων »! Μάλιστα, το αθάνατο όνειρο της ευτυχίας είναι εκ φύσεως ανόητο σ’ έναν κόσμο μολυσμένο από φόβο και θάνατο. Ακόμη και στις ανώτερες στιγμές του ανθρώπινου πολιτισμού, οι άνθρωποι το γνωρίζουν καλά. Μπορούμε να νιώσουμε τη θλίψη και τη θλιβερή αλήθεια πίσω από τα λόγια του μεγάλου ποιητή Αλέξανδρου Πούσκιν, που τόσο πολύ αγαπούσε τη ζωή, όταν έγραφε: «Δεν υπάρχει ευτυχία στον κόσμο». Όντως, μια βαθιά θλίψη διαπερνά κάθε γνήσια τέχνη. Μόνο χαμηλά, στον πάτο του ανθρώπινου πολιτισμού, τα πλήθη ξετρελαίνονται με το θόρυβο και τις φωνές, ως εάν ο θόρυβος και τα θορυβώδη πάρτυ θα μπορούσαν να φέρουν την ευτυχία.
«Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων, καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν » (Ιωάν. 1, 4-5). Αυτό που υπονοεί αυτή η φράση είναι πως το φως δεν μπορεί να καταποθεί από τον φόβο και το άγχος, δεν μπορεί να σκορπισθεί από τη λύπη και την απελπισία. Να μπορούσαν οι άνθρωποι, σ’ αυτή τη μάταιη δίψα για στιγμιαία ευτυχία, να έβρισκαν μέσα τους τη δύναμη να σταματήσουν, να σκεφτούν, να ατενίσουν τα βάθη της ζωής! Να μπορούσαν να ακούσουν τα λόγια, τη φωνή που τους καλεί αιώνια μέσα σ’ αυτά τα βάθη. Ας γνώριζαν μόνο τι είναι αληθινή ευτυχία. «Τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ’ ὑμῶν» (Ιωάν. 16, 22). Δεν είναι αυτό που ονειρευόμαστε όταν το ρολόι κτυπήσει μεσάνυκτα; Τη χαρά που κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει. Πόσο σπάνια όμως φτάνουμε σε τέτοια βάθη! Πόσο τα φοβόμαστε για κάποιο λόγο και τα παραμερίζουμε: «Όχι σήμερα, αλλά αύριο, η μεθαύριο, θα στρέψω την προσοχή στα ουσιώδη και αιώνια, μόνο, όχι σήμερα. Υπάρχει καιρός».
Ο καιρός όμως στην πραγματικότητα είναι τόσο λίγος. Μόνο στιγμές περνούν πριν το βέλος του χρόνου σφυρίξει πετώντας προς το μοιραίο στόχο. Γιατί καθυστερούμε; Επειδή ακριβώς εδώ, ανάμεσά μας, δίπλα μας, στέκεται Κάποιος: «ἰδοὺ ἕστηκα ἐπῖ τὴν θύραν καὶ κρούω» (Αποκ. 3, 20). Αν μόνο παραμερίζαμε το φόβο μας και Τον κοιτάζαμε, θα βλέπαμε ένα τέτοιο φως, μια τέτοια χαρά, και μια τέτοια περίσσεια ζωής, που σίγουρα θα καταλαβαίναμε το νόημα αυτής της φευγαλέας και μυστηριώδους λέξης «ευτυχία».
(π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Εορτολόγιο – Ετήσιος εκκλησιαστικός κύκλος, Ακρίτας, Αθήνα 2005)
Metropolitan Anthony Bloom
Για μία ακόμη φορά ένας νέος χρόνος πλησιάζει. Όταν είμαστε νέοι υποδεχόμαστε τον καινούριο χρόνο με ανοιχτές καρδιές, νομίζοντας πως όλα θα μας είναι δυνατά κατά τη διάρκειά του. Τον βλέπουμε ν’ απλώνεται μπροστά μας σαν μία ατέλειωτη πεδιάδα καλυμμένη με παρθένο χιόνι, που ούτε μια πατημασιά δεν έχει ακόμη σημαδέψει τη λευκότητά της, τα πάντα είναι δυνατά, τα πάντα είναι αγνά και φωτεινά. Στην προχωρημένη ηλικία περιμένουμε το νέο χρόνο με ένα είδος εσωτερικής υπομονής, με την αίσθηση πως θα είναι μια απλή επανάληψη του παρελθόντος ίσως να μας συμβούν άφθονα καινούρια περιστατικά, θα είναι όμως γνωστά, γήινα περιστατικά με τα οποία γνωρίζουμε πώς να ζήσουμε. Και στις δύο περιπτώσεις είμαστε λανθασμένοι.
Η νέα χρονιά πράγματι απλώνεται μπροστά μας σαν ένα απάτητο ακόμη μονοπάτι, μια πλατειά παρθένα πεδιάδα που θα πρέπει ν’ ανθίσει μ’ ένα πλούτο καλών ανθρώπινων πράξεων. Όποια κι αν είναι η ηλικία μας ένα μονοπάτι απλώνεται μπροστά μας και από μας εξαρτάται αν θα το κάνουμε «οδόν Κυρίου» ή όχι. Από μας εξαρτάται το αν για τους γύρω μας και για τους εαυτούς μας και για τις επόμενες γενιές θα φτιάξουμε δρόμο για τον Ουρανό ή την Κόλαση - την αιώνια Κόλαση, ή απλώς τη σκληρή ανθρώπινη κόλαση της γης. Ταυτόχρονα, αυτό που απλώνεται μπροστά μας είναι, όπως το βλέπει η γεροντική ηλικία, το συνηθισμένο και το οικείο, μόνο που δεν έχει συμβεί ποτέ πριν σ’ εμάς. Η ζωή ίσως να μη φέρνει το διαφορετικό, μπορεί όμως εμείς να είμαστε διαφορετικοί, τα ίδια περιστατικά μπορεί να ξανασυμβούν και να είναι τελείως καινούρια, διότι εμείς θα έχουμε αλλάξει.
Μπορούμε να μπούμε στη χρονιά αυτή δημιουργικά, μόνο όμως με την προϋπόθεση ότι θα μπούμε με την ελπίδα, με τη βεβαιότητα ότι ο Κύριος βρίσκεται στη χρονιά αυτή, ότι Εκείνος είναι ο Κύριος και θα μας οδηγήσει στο σωστό μέρος, με την πίστη ότι τίποτα δε θα συμβεί χωρίς τη θέληση ή τη συγκατάθεση του Θεού. Αν η στάση μας είναι τέτοια θα δούμε πως τίποτα δεν είναι τυχαίο (αυτός που πιστεύει στην τύχη δεν πιστεύει στο Θεό), πως δεν υπάρχουν άσκοπες συναντήσεις και πως το κάθε πρόσωπο μας έχει σταλεί από τον Κύριο. Αν μπούμε στη χρονιά αυτή γνωρίζοντας ότι το κάθε τι -φωτεινό και σκοτεινό, καλό και τρομακτικό - είναι ένα δώρο από το Θεό που μας έρχεται ώστε μέσα από μας η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη, η χαρά και η δύναμη του Κυρίου να έλθουν στον κόσμο, αν έχουμε σταθερή πίστη πως το κάθε πρόσωπο που έρχεται στο δρόμο μας, μας έχει σταλεί για να του προσφέρουμε το λόγο ή την πράξη του Κυρίου ή για να τα δεχτούμε από εκείνο, τότε η ζωή θα είναι πλούσια και θα έχει νόημα -διαφορετικά θα παραμείνει ένα παιγνίδι της τύχης, μια ατέλειωτη αλυσίδα τυχαίων περιστατικών.
Ας μπούμε στον καινούριο χρόνο μ’ αυτή την πίστη και την ελπίδα και με τέτοια πνευματική φλόγα, ας δεχτούμε ο ένας τον άλλο και οποιονδήποτε ο Θεός μας στείλει, με τον τρόπο που ο Κύριος δέχεται εμάς στην πορεία μας κι ας δεχτούμε ό,τι και αν μας συμβεί σαν από το χέρι του Θεού, και σ’ όλες τις περιστάσεις ας συμπεριφερόμαστε σαν Χριστιανοί· τότε όλα θα πάνε καλά.
Ο παλιός χρόνος έχει φύγει και πολλοί περιμένουν τώρα τον ερχομό του νέου χρόνου στη Βασιλεία του Θεού. Για κείνους έχει τελειώσει ο αγώνας, ενώ εμείς ζούμε ακόμα πάνω στη γη. Ας θυμηθούμε όσους έζησαν ανάμεσά μας, εκείνους που γνωρίζαμε κι αγαπούσαμε κι εκείνους που από απροσεξία ούτε καν παρατηρήσαμε. Ας θυμηθούμε τους αμέτρητους ανθρώπους που πέθαναν φέτος δυστυχισμένοι από αρρώστιες, σε δυστυχήματα, σε πολέμους. Ας θυμηθούμε τους πάντες χωρίς ν’ αφήσουμε κανέναν έξω κι ας μπούμε στην καινούρια χρονιά με καρδιά ανοιχτή για τους πάντες. Ας ψάλουμε «αιωνία η μνήμη» για όλους τους κεκοιμημένους πριν χωριστούμε και ας διατηρήσουμε αυτή την αιωνία μνήμη στις καρδιές μας με αγάπη και ευγνωμοσύνη για το Θεό που έδωσε να συναντήσουμε ανθρώπους τους οποίους μπορέσαμε ν’ αγαπήσουμε και να σεβαστούμε, ανθρώπους των οποίων το παράδειγμα μπόρεσε να μας εμπνεύσει.
Είθε ο Θεός να ευλογήσει το Νέο Έτος. Σας εύχομαι έναν ευτυχισμένο καινούριο χρόνο, να ζήσετε, ν’ αγαπάτε το Θεό, ν’ αγαπάτε και να εξυπηρετείτε τους ανθρώπους.
(από το βιβλίο: Ημέρα Κυρίου, εκδ. Ακρίτας)
Ρωτήσατε γιατί ο Κύριος Χριστός έπρεπε να γεννηθεί, και να μεγαλώσει και να βαπτισθεί; Γιατί δεν εμφανίστηκε ξαφνικά με μιας από τους ουρανούς με τη μορφή ώριμου ανθρώπου όπως, κατά τους ελληνικούς μύθους, ο Απόλλων εμφανιζόταν στους ανθρώπους; Εντελώς ανάρμοστη σύγκριση! Πως μπορεί να συγκρίνεται ο πραγματικός άνθρωπος με μια παραίσθηση και ο αληθινός Θεός με φανταστικά τέρατα;
Όσο πιο ψηλά είναι ο ουρανός πάνω από τη γη, τόσο είναι υψηλή η σοφία του Θεού πάνω από το λογικό του ανθρώπου. Κατά τη σοφία του Υψίστου ο Χριστός έπρεπε να εμφανιστεί στον κόσμο και σαν παιδί και σαν νεαρός και σαν ώριμος άνθρωπος, για να είναι σε όλους προσιτός και να κερδίσει τους πάντες. Εάν Αυτός δεν ήταν ποτέ παιδί, θα ήταν ωχρός και κρύος ο λόγος Του: «Ἄφετε τὰ παιδία ἔρχεσθαι πρὸς με καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ, τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία των ουρανών»(Ματθ.18,3).Εσείς είστε δάσκαλος των παιδιών, και σαν δάσκαλος σκεφτείτε, πόσο διαφορετική θα ήταν η σχέση σας με τα παιδιά, εάν δεν είχατε υπάρξει κι εσείς παιδί.
Ο Χριστός αναμφίβολα μπορούσε να εμφανιστεί στον κόσμο και έτσι όπως το θέλετε εσείς αλλά, εάν το είχε κάνει, Αυτός δεν θα μπορούσε να είναι για το γένος των ανθρώπων εκείνο που Αυτός ήθελε να είναι, δηλαδή Δάσκαλος και Σωτήρας όλων, και παράδειγμα όλων των γενεών.
Εσάς σας ταλαιπωρεί αυτό που σκέφτεστε, ότι ο Κύριος με την ασυνήθιστη γέννηση Του μεγάλωσε για το λογικό μας το μυστήριο του είναι Του. Αλλά το μυστήριο Του, δεν θα ήταν πολύ μεγαλύτερο και ακατανόητο, εάν Αυτός ξαφνικά κατέβαινε ανάμεσα στους ανθρώπους, έξω από κάθε συγγενικό δεσμό με τους ανθρώπους; Δεν θα μιλούσε ο κόσμος σε αυτή την περίπτωση για Αυτόν σαν για κάποιο φάντασμα; Τότε και το πρόσωπο Του, και μαζί μ’ αυτό και η διδασκαλία και η θυσία Του θα έχαναν την πραγματική σημασία. Αφού εάν ήταν φάντασμα, ποιος από μας θα άκουγε και θα προσπαθούσε να μιμηθεί ένα φάντασμα;
Ακόμα έπρεπε να γεννηθεί ο Κύριος μας, και ακριβώς με τον τρόπο που γεννήθηκε, για να δείξει με αυτό την δυνατότητα και για να τονίσει τη σημασία της δικής μας πνευματικής γέννησης, που στέκεται στο κέντρο της διδασκαλίας Του περί του ανθρώπου. Κατά τον λόγο Του: «Εάν μη τις γεννηθεί άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν τού Θεού»(Ιωαν.3,3). Όπως Αυτός γεννήθηκε εκ του Αγίου Πνεύματος από το υπερκάθαρο σώμα της Παρθένου Μαρίας, έτσι μπορούμε και εμείς να γεννηθούμε πνευματικά εκ του Αγίου Πνεύματος στην καθαρότητα της ψυχής μας. Μ’ άλλα λόγια οι ψυχές οι οποίες καθαρίζουν εντελώς, ακόμα και από αμαρτωλές σκέψεις, γίνονται παρόμοιες με την Αγία Κόρη, και αξιώνονται με την ευδοκία Του Θεού να γίνουν κατοικία του Χριστού. Εάν η γέννηση Του Χριστού εκ της παρθένου Μαρίας είναι δύσκολα κατανοητή για τον κοινό νου, είναι εξαιρετικά ωφέλιμη και ενθαρρυντική για όλους εκείνους οι οποίοι θα επιθυμήσουν την πνευματική ηθική αναγέννηση του είναι τους.
Γι’ αυτό, ησυχάστε, και ευχαριστήστε την αιώνια Σοφία επειδή ο Σωτήρας του γένους των ανθρώπων εμφανίσθηκε έτσι όπως ο Ίδιος θεώρησε ως καλύτερο. Και φωνάξτε μαζί με τον απόστολο Παύλο: «῏Ω βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ!»(Ρωμ.11,33). Και χαιρετήστε τα παιδιά σας στο σχολείο με την παιδική χαρά: “Ο Χριστός γεννήθηκε παιδιά!”.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Αγίου Νικολάου Βελιμιροβιτς «Δρόμος δίχως Θεό, δεν αντέχεται»
«Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α΄», Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»
Ας προσανατολιστεί ο νους και η καρδιά μας προς το Φως το Αληθινό...για να μην μένουμε μόνο στις φωταψίες,αλλά να γεμίσει και η ψυχή μας με το φως που άστραψε εκείνη την Άγια Νύχτα!
Ἦταν φῶτα, χίλια φῶτα,μά δέν ἤτανε τό Φῶς... Καλά Χριστούγεννα!
ΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟ ΦΩΣ
-Νυχτωμένοι στρατοκόποι,
στά σκοτάδια πού γυρνᾶτε,
σάν τί νά 'ναι πού ζητᾶτε;
Τόσος δρόμος, τόσοι κόποι
μές στό σκοτεινό στρατί
τ' ἀνηφορικό, γιατί,
νυχτωμένοι στρατοκόποι;
Νά! Σέ λίγο ἀρχίζει ἡ μπόρα:
Σύγνεφα, βροντή, καπνός·
καί τό λιγοστό ἀστροφῶς,
πού σᾶς σιγοφέγγει τώρα,
ὅπου νά 'ν' κι αὐτό θά σβήσει.
Καί σεῖς τρέχετε, γυρνᾶτε,
λές καί βιάζεστε νά πᾶτε
σέ νυχτερινό μεθύσι.
Τόσος δρόμος, τόσοι κόποι!
Σάν τί νά 'ναι πού ζητᾶτε
στά σκοτάδια πού γυρνᾶτε,
νυχτωμένοι στρατοκόποι;
- Τί ζητᾶμε; Φῶς, διαβάτη:
Εἶν' ὁ πόθος ὁ βαθύς
κάθε ἀνθρώπινης ψυχῆς.
Σάν ποιό νά 'ν' τό μονοπάτι
πού στό φῶς θέ νά μᾶς φέρει;
Ἄχ! κανείς μας δέν τό ξέρει.
Φῶς ζητᾶμε, Φῶς, διαβάτη.
Πήραμ' ἕνα γιδοστράτι
καί χυθήκαμε στά σκότη
ἀπ' τήν πρώτη μας τή νιότη.
Καί ζητᾶμε κι ὅλο πᾶμε
κι ὅσο πᾶμε καί ζητᾶμε.
Πόσα χρόνια πᾶνε τώρα;
Χίλια; Δυό χιλιάδες; Τρεῖς;
Μέτρησέ μας τα ἄν μπορεῖς.
Μέ τήν ἴδια πάντα φόρα,
στό σκοτάδι, στ' ἀστροφῶς,
τριγυρνᾶμε σάν ἀλῆτες,
νυχτωμένοι παρωρίτες,
καί γυρεύουμε τό Φῶς.
Πήγαμε στή Βαβυλώνα,
στό Θιβέτ, στήν Καρχηδόνα,
στῆς Αἰγύπτου τίς ἐρμιές.
Μᾶς ἐμάθαν ὅλ' οἱ δρόμοι
κι ὅλες οἱ νεροσυρμές
ὥς τήν Κίνα κι ὥς τή Ρώμη.
Τϊποτα! Νεκρές ἐλπίδες!
Δέν ἐβρήκαμε παρά
λιγοστές χλωμές ἀχτίδες.
Φῶς ζητᾶμε, Φῶς, διαβάτη.
Ξαναπαίρνουμε φτερά
καί πετᾶμε νύχτα-μέρα
ἀπ' τό Νεῖλο στόν Εὐφράτη
κι ὥς τίς θάλασσες κι ὥς πέρα.
Τρέξαμε στό Καπιτώλιο
καί στό βράχο τόν αἰώνιο
κι ἀνεβήκαμε κι αὐτές
τοῦ Ὀλύμπου τίς κορφές.
Μά κι ἐδῶ ἡ χαρά σάν πρῶτα
σβήστηκε σάν λευκαφρός:
Ἦταν φῶτα, χίλια φῶτα,
μά δέν ἤτανε τό Φῶς...
Καί κινήσαμε καί πάλι
καί ριχτήκαμε ξανά
στά λαγκάδια, στά βουνά,
στά σκοτάδια καί στήν πάλη.
Καί γυρνᾶμε σάν ἀλῆτες,
νυχτωμένοι παρωρίτες,
στό σκοτάδι στ' ἀστροφῶς.
Ἄχ! πονόψυχε διαβάτη,
πές ἐσύ, ποιό μονοπάτι
θά μᾶς φέρει πρός τό Φῶς;
- Κουρασμένοι στρατοκόποι,
πού σᾶς εἶδαν τόσοι τόποι,
πού σᾶς θόλωσαν τό μάτι
καταιγίδα, ἀνεμοζάλη,
δίψα, θλίψη, φόβος, μπόρα,
πάρτε καί τό μονοπάτι
τό φτωχό, πού θά σᾶς βγάλει
πρός τῆς Βηθλεέμ τή χώρα.
Εἶν' τό ἴδιο τό στρατί
τό ματόβρεχτο πού φθάνει
στό μαρτυρικό στεφάνι
κι ὥς τό Γολγοθᾶ κρατεῖ.
Ἀκλουθᾶτε το, ἀκλουθᾶτε:
Ἀπ' τή φάτνη ὥς τό Σταυρό
μπόρεσα κι ἐγώ νά βρῶ
τ' ἄυλο Φῶς π' ἀναζητᾶτε.
Γ. Βερίτης
Ο Θεός είναι διατεθειμένος να μείνη τελείως έξω από την ζωή μας, είναι έτοιμος να το σηκώση αυτό σαν ένα σταυρό, αλλά δεν είναι καθόλου διατεθειμένος να γίνη απλώς ένα μέρος της ζωής μας.
Έτσι όταν σκεπτόμαστε την απουσία του Θεού, δεν αξίζει να ερωτήσουμε τον εαυτό μας: ποιος φταίει γι’ αυτό;
Πάντοτε αποδίδουμε την ενοχή στον Θεό, πάντοτε κατηγορούμε Εκείνον, είτε κατ’ ευθείαν, είτε μπροστά στους ανθρώπους, ότι είναι απών, ότι ποτέ δεν είναι παρών όταν Τον χρειαζόμαστε, ποτέ δεν ανταποκρίνεται οσάκις καταφεύγουμε σ’ Αυτόν.
Είναι στιγμές που είμαστε περισσότερο «ευσεβείς» και λέμε ευλαβικά:«ο Θεός δοκιμάζει την υπομονή μου, την πίστη μου, την ταπείνωσί μου». Βρίσκομε ένα σωρό τρόπους για να μεταβάλουμε την εναντίον μας κρίσι του Θεού σε έπαινό μας. Είμαστε τόσο υπομονετικοί ώστε μπορούμε να υποφέρουμε ακόμα και τον Θεό!
Όταν πάμε να προσευχηθούμε όλες τις φορές θέλουμε ΚΑΤΙ από Εκείνον και καθόλου ΕΚΕΙΝΟΝ. Μπορεί αυτό να λεχθεί σχέση; Συμπεριφερόμαστε με τον τρόπο αυτόν στους φίλους μας; Αποβλέπουμε κυρίως σ’ αυτό που η φιλία μπορεί να μας δώση ή αγαπάμε τον φίλο; Συμβαίνει το ίδιο στις σχέσεις μας με τον Θεό;
Ας σκεφθούμε τις προσευχές μας, τις δικές σας και τις δικές μου. Σκεφθήτε την θέρμη, το βάθος και την έντασι που έχει η προσευχή σας, όταν αφορά κάποιον που αγαπάτε, ή κάτι που έχει σημασία για την ζωή σας. Τότε η καρδιά σας είναι ανοιχτή, όλος ο εσωτερικός σας εαυτός είναι προσηλωμένος στην προσευχή. Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Θεός έχει κάποια σημασία για σας; ΌΧΙ, καθόλου! Απλώς σημαίνει ότι το θέμα της προσευχής σάς απασχολεί.
Όταν κάνετε την γεμάτη πάθος, βαθειά και έντονη προσευχή, την σχετική με το αγαπώμενο πρόσωπο, ή την κατάστασι που σας στεναχωρεί και μετά στραφήτε στο επόμενο αίτημα, που δεν σας απασχολεί και πολύ και ξαφνικά παγώση η διάθεσί σας, τι άλλαξε; «Ψυχράθηκε» μήπως ο Θεός; Ή έχει «απομακρυνθεί»; Όχι ασφαλώς. Αυτό σημαίνει ότι όλη η έξαρσι, όλη η έντασι της προσευχής σας δεν γεννήθηκε από την παρουσία του Θεού, ούτε από την προς Αυτόν πίστι σας, την σφοδρή γι’ Αυτόν αγάπη, από την αίσθησι της παρουσίας Του. Αλλά γεννήθηκε, μόνο και μόνο, από την ανησυχία σας για κείνο το πρόσωπο ή για κείνη την υπόθεσι, και όχι για τον Θεό.
Γιατί λοιπόν μας εκπλήττει το γεγονός ότι αυτή η απουσία του Θεού μας πλήττει; Εμείς είμαστε εκείνοι που απουσιάζουμε, εμείς γινόμαστε ψυχροί, αφού δεν μας ενδιαφέρει πλέον ο Θεός. Γιατί; Διότι ο Θεός δεν έχει τόσο σημασία για εμάς.
Υπάρχουν επίσης και άλλες περιπτώσεις που ο Θεός είναι «απών». Εφόσον εμείς είμαστε πραγματικοί, δηλαδή είμαστε, αληθινά, ο εαυτός μας, ο Θεός μπορεί να είναι παρών και να κάνη κάτι για εμάς. Αλλά από την στιγμή που προσπαθούμε να γίνουμε ότι στην ουσία δεν είμαστε, τότε δεν μένει τίποτε να πούμε ή να έχουμε. Γινόμαστε μία φανταστική προσωπικότης, μία ανειλικρινής παρουσία, και την παρουσία αυτήν δεν μπορεί να την πλησιάσει ο Θεός.
Για να μπορέσουμε να προσευχηθούμε πρέπει να ζήσουμε στην κατάστασι η οποία καθορίζεται σαν Βασιλεία του Θεού. Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι Αυτός είναι ο Θεός, ο Βασιλεύς, οφείλουμε να παραδοθούμε σ’ Αυτόν. Τουλάχιστον πρέπει να ενδιαφερόμαστε για το θέλημά Του, ακόμη και αν δεν είμαστε ικανοί να το εκπληρώσουμε. Αλλά αν δεν είμαστε ικανοί γι’ αυτό, αν φερόμαστε στον Θεό όπως ο πλούσιος νεανίας που δεν μπορούσε να ακολουθήση τον Χριστό γιατί ήταν πάρα πολύ πλούσιος, τότε πώς θα Τον συναντήσουμε;
Πολύ συχνά, ότι θα θέλαμε να είχαμε αποκτήσει δια της προσευχής, δια της βαθείας σχέσεως με τον Θεό, την οποίαν τόσο επιθυμούμε, είναι απλώς μια επιθυμία ευτυχίας και τίποτα παραπάνω. Δεν είμαστε προετοιμασμένοι να πουλήσουμε όλα όσα έχουμε για να αγοράσουμε τον πολύτιμο μαργαρίτη. Έτσι πώς είναι δυνατόν να κερδίσουμε αυτόν τον πολύτιμο μαργαρίτη; Είναι Αυτός η προσδοκία μας;
Τελικά θέλουμε κάτι από τον Χριστό ή θέλουμε τον ίδιο τον Χριστό;
Επισκόπου Antony Bloom
Από το βιβλίο: "Μάθε να προσεύχεσαι", εκδ. "Η ΕΛΑΦΟΣ”