ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
1,1. «Παύλος, απόστολος Ιησού Χριστού δια θελήματος Θεού, και Τιμόθεος ο αδελφός»
Ο άγιος Απόστολος και ζει φανερά και εργάζεται φανερά. Σε αυτόν δεν υπάρχει τίποτε απολύτως, ούτε και το παραμικρό, που να είναι κρυφό, μυστικό, παρασκηνιακό. Αλλά από την αρχή λέει ποιος είναι και τι είναι. Ο Απόστολος είναι του Ιησού Χριστού και μας μεταφέρει εκείνο για το οποίο στέλνεται. Και ποιος τον στέλνει; Αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Σαφέστατα αποκαλύπτει ο Απόστολος Παύλος: Ούτε το περιεχόμενο της αποστολικότητάς μου, αλλ’ ούτε και αυτή η αποστολικότητα είναι από μένα, γιατί είμαι «απόστολος» «δια θελήματος Θεού».
Μέχρι τότε που ζούσα με το θέλημά μου, ήμουνα ο πιο φοβερός διώκτης του Χριστού και των αποστόλων Του. Σας είναι γνωστό, το τι ακριβώς μου «συνέβη», για να αποδιώξω το παλαιό μου θέλημα και να υποταχτώ τελικά, ολόκληρος, στο θέλημα του Θεού «εν Χριστώ Ιησού». Τώρα όλο το θέλημά μου μόνο ένα θέλει: να γίνει όλο δικό Του και Αυτός διαμέσου αυτού, να «ενεργεί» και να «θέλει». Έτσι και γίνεται.
Μάρτυρας σ’ αυτό, είναι και ο «αδελφός Τιμόθεος». Έτσι ζούμε και έτσι κατηχούμε τους ανθρώπους, «ου γαρ εαυτούς κηρύσσομεν, αλλά Χριστόν Ιησούν Κύριον, εαυτούς δε δούλους υμών δια Ιησούν» (Β' Κορ. 4, 5). Γιατί, τίποτε δεν έχουμε δικό μας: Τα πάντα είναι από τον Χριστό και ένεκα του Χριστού.
Γίνεται σαφές, ότι δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, αλλά «τα πάντα και εν πάσι» είναι Αυτός ο Κύριος και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός. (Κολ. 3, 11).
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σελ. 15-16)
Το λευκό περιστέρι.
Από μικρό παιδί ο στάρετς Παρθένιος (1790-1855) σεβόταν και τιμούσε τον Παράκλητο, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Στα εφηβικά του μάλιστα χρόνια απόλαυσε μια ιδιαίτερη επίσκεψι της χάριτος του.
«Επιστρέφαμε, διηγείται ο ίδιος, με τον αδελφό μου από το σχολείο στο σπίτι. Η απόστασις ήταν μεγάλη και μας βρήκε η νύχτα. Σταθήκαμε λοιπόν κάπου να ξεκουρασθούμε. Ξαπλώσαμε καταγής, κάτω από τον απέραντο ουρανό. Η βραδιά είχε ξαστεριά, και για αρκετή ώρα δεν μπορούσα να κλείσω μάτι. Δεν γνωρίζω γιατί μέσα στην ψυχή μου υπήρχε μια ανείπωτη χαρά. Κοίταζα ψηλά τον ουρανό με τ’ αναρίθμητα αστέρια του, όταν ξαφνικά βλέπω ένα περιστέρι, λευκό σαν το χιόνι, να έρχεται προς το μέρος μου!
Απόρησα… Που βρέθηκε το περιστέρι αυτό; Μήπως ήταν δικό μας; Μα εμείς δεν είχαμε στο σπίτι μας περιστέρια. Αλήθεια, πόσο όμορφο ήταν! Το κοίταζα και δεν χόρταινα να το βλέπω. Δεν πετούσε εδώ κι εκεί. Βρισκόταν ακριβώς από πάνω μου. Άλλοτε υψωνόταν και άλλοτε χαμήλωνε. Ξύπνησα γρήγορα τον αδελφό μου, που κοιμόταν πλάι μου.
-Κοίτα! του είπα. Βλέπεις ένα περιστέρι;
-Ποιο περιστέρι; Που είναι;
-Νάτο, φτερουγίζει από πάνω μου.
-Όχι, αδελφέ μου, δεν βλέπω τίποτε. Εσύ φαίνεται παραμιλάς στον ύπνο σου…
Γύρισε από το άλλο πλευρό και ξανακοιμήθηκε. Εγώ όμως ως τα χαράματα δεν απομάκρυνα τα μάτια μου από τον βραδινό επισκέπτη. Θεία χαρά είχε πλημμυρίσει την ψυχή μου.
Μόλις ξημέρωσε το περιστέρι χωρίς να πετάξη, ξαφνικά έγινε άφαντο! Από τότε όμως απλώθηκε στην καρδιά μου μια θεία γλυκύτης και άναψε πόθος για κάτι υπερκόσμιο. Κανένα γήινο πράγμα δεν με γοήτευε. Φαινόταν πως δεν θα μπορούσα να παραμείνω στον κόσμο».
Το γλυκύτατο αυτό όραμα ποτέ δεν μπορούσε να το ξεχάση ο στάρετς. Σε μια μάλιστα προσευχή δοξολογίας προς τον Πανάγιο Πνεύμα γράφει:
«Απερίγραπτε Παράκλητε, που εκπορεύεσαι από τον Πατέρα και αναπαύεσαι στον Υιό, στήσε μέσα μου τον ναό της μεγαλωσύνης σου. Ενθυμούμαι την εμφάνισι της γαλήνιας και απαλής χάριτός σου, στη νεανική μου ακόμη ηλικία, τότε που με τη μορφή περιστεριού επισκέφθηκες εμένα τον οκνηρό και αμελή».
(Στάρετς Παρθένιος)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ. Παρακλήτου, τόμος Β΄, σελ.81-83).
Ο δύσπιστος μοναχός
Ένας μοναχός πάλευε με λογισμούς αμφιβολίας , για το αν τα τίμια Δώρα είναι πραγματικά Σώμα και Αίμα Χριστού ή απλά σύμβολα και τύποι.
Οι άλλοι μοναχοί, όταν ενημερώθηκαν σχετικά, τον κάλεσαν σε μια θεία λειτουργία, στη διάρκεια της οποίας προσεύχονταν όλοι θερμά να του δείξει ο Θεός με θαύμα την αλήθεια, για να διώξει τους λογισμούς της απιστίας.
Μετά την απόλυση, ο αδελφός αυτός διηγήθηκε στους άλλους τα εξής: « Όταν ο διάκονος ανέβηκε στον άμβωνα για να διαβάσει το Ευαγγέλιο, είδα ν’ανοίγει η στέγη της εκκλησίας.
Μετά την ευχή της προσκομιδής, είδα να σχίζονται οι ουρανοί και να κατεβαίνει φωτιά πάνω στα τίμια Δώρα.
Ύστερα παρουσιάστηκε πλήθος αγγέλων κι ανάμεσα τους ένα Παιδί.
Μαζί τους κατέβηκαν άλλα δυο πρόσωπα με ομορφιά απερίγραπτη.
Κατόπιν οι άγγελοι στάθηκαν κυκλικά γύρω από την αγία τράπεζα, ενώ το Βρέφος ενθρονίστηκε πάνω σ’αυτήν.
Όταν πλησίασαν οι ιερείς για να τεμαχίσουν τον άρτο της προθέσεως, είδα εκείνα τα δυο πρόσωπα να πιάνουν το Παιδί από τα χέρια και τα πόδια, και μ’ένα μαχαίρι να Το σφάζουν, χύνοντας το αίμα Του στο άγιο ποτήριο.
Στη συνέχεια έκοψαν το Σώμα του σε μικρές μερίδες, που τις τοποθέτησαν πάνω στα τεμάχια των άρτων.
Αμέσως τότε οι άρτοι μεταβλήθηκαν κι αυτοί σε σάρκα.
Στο ‘Μετά φόβου…’, στους αδελφούς που πλησίαζαν, προσφέρονταν κομμάτια από σάρκα.
Μόλις όμως έλεγαν ‘ αμήν’, γινόταν άρτος στα χέρια τους.
Όταν πλησίασα κι εγώ, μου δόθηκε σάρκα και δεν μπορούσα να μεταλάβω.
Τότε ένιωσα μια φωνή να ψιθυρίζει στ’αυτί μου:
-Άνθρωπε, γιατί δεν μεταλαμβάνεις; Δεν σου προσφέρεται αυτό ακριβώς που ζήτησες;
-Λυπήσου με, Κύριε. Δεν μπορώ να μεταλάβω σάρκα.
-Μάθε λοιπόν πως, αν μπορούσε ο άνθρωπος να μεταλάβει καθαρή σάρκα, τότε μέσα στο άγιο ποτήριο θα υπήρχε σάρκα, όπως την είδες εσύ. Επειδή όμως δεν μπορεί να μεταλάβει κάτι τέτοιο, όρισε ο Θεός τους άρτους της προθέσεως. Αν λοιπόν πίστεψες ότι ο αγιασμένος αυτός Άρτος είναι το ίδιο το Σώμα του Χριστού, μετάλαβε αυτό που έχεις στο χέρι σου!
-Πιστεύω, Κύριε, απάντησα τότε συντετριμμένος.
Αμέσως η σάρκα που κρατούσα έγινε πάλι άρτος. Ευχαρίστησα το Θεό και κοινώνησα.
Αφού τελείωσε η ιερή μυσταγωγία, είδα ν’ανοίγει πάλι η στέγη του ναού και ν’ανεβαίνουν οι αγγελικές δυνάμεις στον ουρανό ».
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ.42-44)
Το καντήλι της Παναγίας
Ο παπα-Ιγνάτιος ο Πνευματικός (1827-1927) ανήκει στις πιο χαριτωμένες και σεβάσμιες προσωπικότητες του Αγίου Όρους. Επί ογδόντα χρόνια έζησε την πιο σκληρή ασκητική ζωή στα Κατουνάκια και έγινε δοχείο των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Ο παπα-Ιγνάτιος απέκτησε έναν υποτακτικό ταλαντούχο, τον πατέρα Νεόφυτο, νέο με υπέρμετρο ασκητικό ζήλο. Κάποια νύχτα ο πατήρ Νεόφυτος άκουσε ένα σιγανό χτύπημα στην πόρτα του κελλιού του, καθώς και μια απαλή γυναικεία φωνή:
-Σήκω, παιδί μου. Κατέβα στην εκκλησία, γιατί το καντηλάκι μου έσβησε.
Πετάγεται αμέσως από τον ύπνο, κατεβαίνει με αγωνία στον ναό της ερημικής τους καλύβης και βρίσκει σβησμένο το καντηλάκι της Υπεραγίας Θεοτόκου. Το άναψε κατασυγκινημένος, έκανε μια θερμή προσευχή και επέστρεψε στο κελί του.
Το περιστατικό αυτό συνέβη και τις επόμενες νύχτες.
-Προώδευσα, άρχισε να σκέπτεται τότε ο αρχάριος υποτακτικός. Φαίνεται ότι ανέβηκα ψηλά. Η Δέσποινα του ουρανού και της γης μ’ επισκέπτεται. Ακούω την αγγελική φωνή Της. Ανάβω το σβησμένο καντηλάκι Της. Πόσο ευτυχισμένος νιώθω!
Αυτά σκεπτόταν, ενώ ο δαίμονας της υπερηφανείας δεν έπαυε να τον τοξεύη με τα πυρφόρα βέλη του και να τον σπρώχνη στην καταστροφή. Μερικές φορές ο πατήρ Νεόφυτος ένιωθε τη συνείδησι του να διαμαρτύρεται, άκουε κι έναν άλλον απαλό λογισμό που τον συμβούλευε ν’ ανακοινώση, όπως είχε καθήκον, το επεισόδιο στον γέροντα του. Αλλ’ απέκρουε τον σωτήριο αυτό λογισμό.
-Γιατί να το πω στον γέροντα; Αμαρτία είναι να την εξομολογηθώ; Άγιο περιστατικό είναι, και όσο πιο μυστικά και σιωπηλά το ζω, τόσο διατηρείται η ιερότης του.
Ο διακριτικός παπα-Ιγνάτιος κάποια αδιόρατα σημεία αντιλήφθηκε στην συμπεριφορά του υποτακτικού του και δεν αδιαφόρησε. Κάθε τόσο του υπενθύμιζε:
-Παιδί μου, Νεόφυτε, πρόσεχε. Ό,τι σου συμβαίνει στην πνευματική σου ζωή να μου το ανακοινώνης.
Και μια μέρα τον ανάγκασε στην εξομολόγησι να εξηστορήση με λεπτομέρειες όλη την υπόθεσι. Με την βαθειά διάκρισι και την έκτακτη ποιμαντική που διέθετε, του ανέλυσε τα συμβάντα και του απέδειξε πως είχε πέσει στην παγίδα του διαβόλου. Τον ρώτησε:
-Τί αισθήματα κυριαρχούσαν μέσα σου, όταν άναβες το καντήλι;
-Χαρά και ικανοποίηση, που αξιώνομαι μιας τέτοιας ευλογίας!
-Και τί άλλο ακόμη;
-Ναι, και κάτι άλλο. Κάποια μυστική ταραχή και ανησυχία να μη μάθη τίποτε ο γέροντας.
-Αυτό το τελευταίο μαρτυρεί ολοφάνερα την παρουσία του διαβόλου.
Του είπε πολλά για τις πλεκτάνες του εχθρού και στο τέλος παρετήρησε:
-Άντε, πλανεμένε! Σε ξεγέλασε ο διάβολος. Έχει ανάγκη η Παναγία από μένα και από σένα; Έχει ανάγκη από τη βοήθεια σου; Πρόσεξε! Αν ξαναχτυπήση η πόρτα του κελλιού σου, δεν θα σηκωθής ν’ ανάψης το καντήλι, και είμαι εγώ υπεύθυνος.
Τα φτερά του νεαρού μοναχού κόπηκαν! Ποτέ δεν περίμενε τόσο άδοξο τέλος στην « υψηλή» εκείνη υπόθεσι. Αργότερα βέβαια ευγνωμονούσε τον γέροντα του, που τον γλύτωσε από την παγίδα του εχθρού. Τώρα όμως ήταν περίλυπος. Είχε και μια απορία: Θα ξαναχτυπούσε άραγε η πόρτα; Αλλά πού τέτοιο πράγμα! Μόλις τα σκοτεινά σχέδια του διαβόλου ήλθαν στο φως της διακρίσεως του παπα-Ιγνατίου, διαλύθηκαν σαν καπνός!
( Ιγνάτιος ο Πνευματικός)
( Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ Παρακλήτου, τόμος α΄, σελ. 45-47)
Οι μοναχοί κοιτάζουν να σώσουν... μόνο την ψυχή τους ;
Περπατούσε κάποτε ο Γέροντας στο δάσος και τον συνάντησε ένας δεσπότης.
Όταν έμαθε ότι ήταν μοναχός, του παραπονέθηκε ότι οι μοναχοί αφήνουν σ' εκείνους τον κοινωνικό χριστιανικό αγώνα
και τρέπονται σε φυγή προς τα όρη, κοιτάζοντας να σώσουν την ψυχή τους.
Ο Γέροντας άκουε με σκυμμένο το κεφάλι και όταν ο δεσπότης σταμάτησε, του είπε :
" Δέσποτα, εσείς μιλάτε και τα λόγια σας από το στόμα σας πηγαίνουν στο αυτί του ανθρώπου.
Οι μοναχοί μιλούν και τα λόγια τους πηγαίνουν πρώτα στο αυτί του Θεού και μετά φθάνουν στο αυτί του ανθρώπου ".
Τα λόγια του Γέροντα θύμιζαν τη φράση κάποιου άλλου αγιορείτου :
" Το πρόβλημα δεν είναι να βρίσκεται ο μοναχός κοντά μας, αλλά κοντά στο Θεό.
Διότι, όσο περισσότερο πλησιάζει το Θεό, τόσο πιο κοντά μας βρίσκεται.
[ Γ 299 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.267)
517- ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΩΦΕΛΗΘΗΣ Ή ΝΑ ΒΛΑΒΗΣ.
Στην άκρη μιας λίμνης βρίσκονταν πολλά βατράχια και μερικοί κύκνοι. Ξαφνικά ακούεται ένας κρότος. Παρευθύς οι κύκνοι πέταξαν ψηλά και τα βατράχια τρομαγμένα βούτηξαν στο βούρκο.
Αυτή είναι μια εικόνα της ζωής. Για πολλούς οι δοκιμασίες, που στέλνει ο Θεός είναι μια αφορμή να εξυψωθούν προς το Θεό, για άλλους γίνονται αφορμή να ριχθούν στην απελπισία.
519- Ο ΠΙΟ ΕΛΑΦΡΥΣ ΣΤΑΥΡΟΣ.
Κάποιος φτωχός ταξιδιώτης, αναφέρει μια πολύ παλιά ιστορία, γεμάτος από βάσανα και πολύ δυσαρεστημένος απ’ τη δυστυχισμένη του ζωή, έφθασε ένα βράδυ κατακουρασμένος σε μια μεγάλη πολιτεία. Με δυσκολία βρήκε ένα μικρό καταφύγιο για να περάση τη νύχτα. Στον ύπνο του είδε ένα παράξενο όνειρο. Βρισκόταν σε μια απέραντη αίθουσα γεμάτη από σταυρούς με διάφορες διαστάσεις και βάρη. Αίφνης ακούει μια φωνή να του λέγη: «Διάλεξε το σταυρό που σου αρέσει. Άφησε το δικό σου και πάρε εκείνον που προτιμάς. Να ξέρης όμως πως ο καθένας έχει υποχρέωσι να φέρνη ένα σταυρό». Ο ταξιδιώτης αφήνει τον δικό του κι αρχίζει να σηκώνη διάφορους άλλους σταυρούς. Τους ζύγιζε, τους ξαναζύγιζε, όλοι του φαινόταν πολύ βαρείς. Άλλος ήταν υπερβολικά μεγάλος, άλλος με αιχμηρές προεξοχές κι άλλος ασήκωτος. Στο τέλος βρίσκει μερικούς σταυρούς που γιάλιζαν σα μάλαμα, τους ζύγισε, μα κι αυτοί βρέθηκαν πάρα πολύ βαρείς. Έπειτα από αρκετή ώρα συνάντησε ένα σταυρό που είχε το ανάστημά του και βάρος αρκετά υποφερτό. Τον σήκωσε όχι με μεγάλη δυσκολία και προσεχτικά τον παρατήρησε. Πόση όμως έκπληξι δοκίμασε, όταν διαπίστωσε πως ήταν ο δικός τους σταυρός, που στην αρχή είχε παρατήσει…
520- ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΞΑΓΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ.
Συνέβηκε σε κάποιον, που είχε πολλά πλούτη, αλλά λίγο μυαλό, να τα χάση όλα σε λίγο διάστημα. Απελπισμένος όπως ήταν άρχισε να γυρνά τα χωριά για να βρη τρόπο να ξανακάνη τα πλούτη του. Περνώντας από ένα χωριό είδε ένα χωρικό, που ανασκάλιζε το γρασίδι με το δίκρανο.
-Γιατί, τον ρωτά, δεν αφήνεις ήσυχο το γρασίδι σου;
-Για να μη μουχλιάση, του απαντά ο χωρικός.
Πάει πιο κάτω και βρίσκει ένα γεωργό που ζευγάριζε.
-Γιατί ανοίγεις τα σπλάγχνα της γης; Τον ρωτά.
-Δεν καταλαβαίνεις; του απαντά εκείνος. Για να αερισθή το χώμα, να το δη ο ήλιος και πιο εύκολα να μπορέσω να σπείρω.
Πάει ακόμα πιο πέρα και βλέπει ένα αμπελουργό να κλαδεύη τα αμπέλια του.
-Τι κάνεις αυτού; τον ρωτά.
-Δεν βλέπεις; του απαντά. Αφαιρώ ό,τι άχρηστο υπάρχει σε κάθε κλήμα και το κλαδεύω για να ξεπετάξη την άνοιξι πιο μεγάλα και δυνατά κλαδιά.
Τότε άνοιξαν τα μάτια του απελπισμένου. «Θεέ μου, φώναξε, εγώ είμαι το χορτάρι, που ανασηκώνεις για να μη μουχλιάσω. Εγώ είμαι το χώμα, που σκάβεις για να με ετοιμάσης να δεχθώ τη χάρι σου. Εγώ είμαι το κλήμα, που περιποιείσαι για να δώση περισσότερο και καλύτερο καρπό».
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως)
ΈΝΑΣ ΑΠΟ τους Γέροντες δίνει την ακόλουθη αξιοπρόσεκτη συμβουλή:
- Αν μεταξύ σου και κάποιου άλλου ειπωθούν λόγια δυσάρεστα, κι εκείνος, ύστερα από λίγο, αρνηθεί αυτά που είπε, εσύ μην επιμένεις να του λες, «ναι, τα είπες», γιατί σίγουρα θα παρεκτραπεί πάλι και θα σου απαντήσει. «ναι, τα είπα. Και με τούτο τί;».
Και έτσι θα μεγαλώσει η φιλονικία. Λησμόνησε λοιπόν τα πικρά λόγια, για να έρθει μεταξύ σας ομόνοια και ειρήνη.
ΜΑΣ ΛΕΕΙ η παράδοση ότι ο απόστολος Ιάκωβος, ο αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου, την ώρα που οδηγούνταν στο μαρτύριο, συνάντησε στον δρόμο εκείνον που τον είχε καταδώσει. Τον σταμάτησε και τον φίλησε λέγοντάς του:
- Ειρήνευε, αδελφέ.
Βλέποντας εκείνος τόση ανεξικακία, θαύμασε και φώναξε με ενθουσιασμό:
- Χριστιανός είμαι από σήμερα κι εγώ.
Ύστερα απ’ αυτή την ομολογία, αποκεφαλίστηκε μαζί με τον Απόστολο.
Ο ΑΒΒΑΣ ΖΩΣΙΜΑΣ έδωσε κάποτε μερικά βιβλία σ’ έναν καλλιγράφο να του τα αντιγράψει. Όταν εκείνος τα ετοίμασε, ειδοποίησε τον Όσιο να στείλει κάποιον να τα πάρει. Κάποιος άλλος όμως, που ήξερε την παραγγελία, πήγε δήθεν εκ μέρους του Αββά Ζωσιμά και παρέλαβε τα βιβλία. Ύστερα από λίγο έστειλε κι ο Γέροντας τον μαθητή του να τα πάρει. Κατάλαβε τότε ο καλλιγράφος πως εξαπατήθηκε από τον άλλο και ταραγμένος απειλούσε:
- Δεν θα πέσει στα χέρια μου; Θα τον κανονίσω όπως του αξίζει!
Όταν το άκουσε ο Αββάς Ζωσιμάς παρήγγειλε στον καλλιγράφο:
- Αποκτούμε βιβλία, αδελφέ, για να μας διδάξουν αγάπη κι ανεξικακία. Αν πρόκειται για χάρη τους να μαλώνουμε, χίλιες φορές καλύτερα να μας λείπουν. «Δούλον Κυρίου ου δει μάχεσθαι» (Β' Τιμ. β' 24).
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 59-60 )
"Σε οίκο ανοχής"
Θα σας αφηγηθώ μια ιστορία, που δείχνει πόσο μεγαλείο είχε η ψυχή του πατρός Πορφυρίου.
Πριν από πάρα πολλά χρόνια, παραμονή των Θεοφανείων, πήγε, κατά το έθιμο, ν'αγιάσει τα σπίτια. Όπως έμπαινε στα σπίτια ένα ένα, μπήκε και σ' ένα σπίτι, το οποίο, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, ήταν οίκος ανοχής. Την ώρα που άρχισε να ψάλλει "Σώσον, Κύριε, τον λαόν Σου..." και ν' αγιάζει, του λέει η ιδιοκτήτρια: "Μη, μη, δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το σταυρό".
Κι ο Γέρων Πορφύριος της αποκρίθηκε: "Δεν ξέρω αν αυτές ή εσύ δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό".
Ασπάσθηκαν το σταυρό οι γυναίκες εκείνες και ο Γέρων Πορφύριος τους είπε και μερικά λόγια εκεί. Τους μίλησε για την αγάπη προς το Θεό, που ήταν το αγαπημένο του θέμα. Βλέποντας την εξαγιασμένη μορφή του Γέροντος Πορφυρίου οι γυναίκες εκείνες υπέστησαν μια εσωτερική αλλοίωση· ιδιαίτερα, όταν τις είπε: "ν' αγαπήσετε το Χριστό, που σας αγαπά, και θα δείτε τότε πόσο ευτυχισμένες θα είστε. Αν ξέρατε πόσο σας αγαπά ο Χριστός! Προσπαθήστε κι εσείς να τον αγαπήσετε".
Γνώριζε ο Γέρων Πορφύριος ότι, αν εκείνες οι γυναίκες γνώριζαν το Χριστό και τον αγαπούσαν, διότι η γνώση οδηγεί στην αγάπη, θα εγκατέλειπαν εκείνο το άθλιο επάγγελμα που έκαναν.
[Ί 100]
"Το βάρος της σαρκικής αμαρτίας"
Σε μια μητέρα ο Γέροντας έλεγε:
"Να προσέχεις και να προσεύχεσαι, τα παιδιά σου να μην πέσουν στη σαρκική αμαρτία. Βέβαια και με τον λογισμό αμαρτάνει κανείς, αλλά ελαφρότερα, ενώ με τη σαρκική συνεύρεση πολύ βαρύτερα, γιατί μ' αυτήν γίνονται βαθιές αλλαγές και ζημιές στην ψυχή".
[Γ 364]
"Ο Γέροντας δεν ξεχώριζε τον εαυτό του από τους αμαρτωλούς"
Παρέμενε, σε κάθε περίπτωση, ο ειρηνικός, ο μειλίχιος πατέρας, επιεικής και ανεκτικός στις πτώσεις των ανθρώπων, διότι κατείχε τα μυστικά του πνευματικού αγώνος. Δεν παγιδευόταν από τους παραπλανητικούς ελιγμούς του διαβόλου, ο οποίος, ως πρώτος διδάξας, εφήρμοζε, με εκσυγχρονισμένες παραλλαγές, τη μέθοδο του "διαίρει και βασίλευε".
Ο Γέροντας δε φατρίαζε, δεν ξεχώριζε τον εαυτό του από τους αμαρτωλούς, αισθανόταν οργανικά ενωμένος με όλους τους χριστιανούς, μέσα στο ενιαίο σώμα της Εκκλησίας.
Ζούσε το αποστολικό "τις ασθενεί και ουκ ασθενώ; τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι;".
Όσο αποστρεφόταν την αμαρτία, άλλο τόσο αγαπούσε, αδιακρίτως, όλους τους αμαρτωλούς.
Εκείνοι μερικές φορές τον πολεμούσαν, με παρότρυνση του διαβόλου, κι αυτός προσπαθούσε να συμπαραταχθεί μαζί τους, στον κοινό πόλεμο των χριστιανών κατά του πονηρού. Ακολουθούσε τη συμβουλή του ιερού Χρυσοστόμου:
"Μη μετ'εκείνου (του διαβόλου) κατ'αλλήλων ιστάμενοι, αλλά μετ'αλλήλων κατ' εκείνου παρατασσόμενοι".
[Γ 390]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.68-70)
Οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα είναι το απαθέστερο ζευγάρι
-Γέροντα, πέστε μας για την Αγία Άννα και τον Άγιο Ιωακείμ, τους Θεοπάτορες.
Κάποτε κάτι αρχίσατε να μας λέτε.
-Από μικρός είχα σε μεγάλη ευλάβεια τους Αγίους Θεοπάτορες.
Μάλιστα είχα πει σε κάποιον ότι, όταν με κάνουν καλόγερο, θα ήθελα να μου δώσουν το όνομα Ιωακείμ.
Πόσα οφείλουμε σ’ αυτούς! Οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα είναι το απαθέστερο ανδρόγυνο που υπήρξε ποτέ.
Δεν είχαν καθόλου σαρκικό φρόνημα.
Ο Θεός έτσι έπλασε τον άνθρωπο και έτσι ήθελε να γεννιούνται οι άνθρωποι, απαθώς.
Αλλά μετά την πτώση μπήκε το πάθος στην σχέση ανάμεσα στον άνδρα και στην γυναίκα.
Μόλις βρέθηκε ένα απαθές ανδρόγυνο, όπως έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο και όπως ήθελε να γεννιούνται οι άνθρωποι,
γεννήθηκε η Παναγία, αυτό το αγνό πλάσμα, και στην συνέχεια σαρκώθηκε ο Χριστός.
Μου λέει ο λογισμός ότι θα κατέβαινε και νωρίτερα ο Χριστός στην γη, αν υπήρχε ένα αγνό ζευγάρι,
όπως ήταν οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα.
Οι Ρωμαιοκαθολικοί φθάνουν στην πλάνη και πιστεύουν, δήθεν από ευλάβεια,
ότι η Παναγία γεννήθηκε χωρίς να έχη το προπατορικό αμάρτημα.
Ενώ η Παναγία δεν ήταν απαλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα,
αλλά γεννήθηκε όπως ήθελε ο Θεός να γεννιούνται οι άνθρωποι μετά την δημιουργία.
Ήταν πάναγνη, γιατί η σύλληψή Της έγινε χωρίς ηδονή.
Οι Άγιοι Θεοπάτορες μετά από θερμή προσευχή στον Θεό να τους χαρίση παιδί, συνήλθαν όχι από σαρκική επιθυμία,
αλλά από υπακοή στον Θεό. Αυτό το γεγονός το είχα ζήσει στο Σινά.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 61-62)
για άλλους φως, για άλλους σκότος
Η Παρουσία του Χριστού για άλλους είναι φως, για άλλους είναι τιμωρία.
Ε.Π.Ε. 23,46
«επιφάνεια»
Ας μη κάνουμε στη ζωή αυτή τίποτε ανάξιο της παρουσίας του Χριστού. Κι έτσι σύντομα εμείς θα κερδίσουμε. Λέγεται δε «επιφάνεια», επειδή φανερώνονται όσα είναι ουράνια (πάνω) και ανατέλλει ο Χριστός από ψηλά.
Ε.Π.Ε. 23,642
πώς θα κρίνη;
Πώς θα παρουσιαστή; Πάντως δεν θα χρειαστή θυσία για τη σωτηρία τους όταν εμφανιστή (στη δευτέρα παρουσία). Θα κρίνη με βάσι τα έργα τους.
Ε.Π.Ε. 25,32
αποκαλυπτήρια
Ας φέρουμε στο νου το δικαστήριο εκείνο και ας φανταστούμε ότι γίνεται τώρα και ότι τώρα κάθεται ο Κριτής και ότι τώρα όλα φανερώνονται μπροστά Του. Διότι όχι απλώς πρέπει να παρασταθούμε σ’ εκείνο το δικαστήριο, αλλά και να φανερωθούν όλα όσα έχουμε διαπράξει.
Ε.Π.Ε.31,348
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 28)