ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Με την υπομονή σώζεται η οικογένεια

-Τί κάνει η αδελφή σου; Πώς τα πάει με τον σύζυγο της;
-Γέροντα, μαθαίνω ότι έχει δυσκολίες, αλλά κάνει υπομονή και, όταν χρειάζεται, τραβάει μπροστά.
-Έτσι είναι. Όταν δύο βόδια είναι στον ζυγό και το ένα είναι λίγο αδύνατο ή τεμπέλικο,
τότε το άλλο βάζει περισσότερη δύναμη και τραβάει, σβαρνίζει κατά κάποιον τρόπο και το άλλο.
Είδες; Κοσμικοί άνθρωποι και κάνουν δουλειά στον εαυτό τους. Εσείς εδώ είστε αρχοντοπούλες.
Σκέψου μια μητέρα να έχη τέσσερα παιδιά και το ένα να είναι καθυστερημένο, το άλλο να έχη ψυχοπάθεια,
το άλλο μεσογειακή αναιμία, το άλλο να γυρνάη τα μεσάνυχτα. Και με τον σύζυγο, ανάλογα με το τί άνθρωπος είναι,
να έχη η καημένη άλλα βάσανα. Και να υπομένη τόσα και τόσα και να μη μιλάη, να πάη να σκάση,
να μην έχη που να πη τον πόνο της, γιατί και μερικά πράγματα από την οικογένεια δεν μπορεί να τα πη κανείς πιο πέρα.
Μπορεί λ.χ. ο άνδρας να σηκώνεται να φεύγη και να μην της δίνη ούτε διατροφή.
Να μην έχη χρήματα η καημένη ούτε το νοίκι να πληρώση, να θέλουν να την βγάλουν από το σπίτι.
Να αναγκάζεται να εργάζεται οπουδήποτε, να συναντά κινδύνους, και να σου λέη: «Κάνε προσευχή να απαλλαγώ τουλάχιστον από αυτούς τους κινδύνους»!
Ή να είναι μέθυσος ο άνδρας της και να μη δουλεύη, να αναγκάζεται να δουλεύη εκείνη, να καθαρίζη σκάλες στις πολυκατοικίες,
κι εκείνος να πηγαίνη στην ταβέρνα. Να έρχεται τα μεσάνυχτα μεθυσμένος, να την δέρνη και να της ζητάη τα χρήματα που πήρε ή να πηγαίνη να τα παίρνη μόνος του από τα αφεντικά της.
Αχ, μαρτύριο είναι!
Και καλά, μερικές γυναίκες έχουν αμαρτίες και εξοφλούν έτσι, αλλά είναι και άλλες που δεν έχουν αμαρτίες.
Αυτές έχουν καθαρό μισθό από την ταλαιπωρία που περνούν.
Γνωρίζω μια μάνα που ήταν ένα αγγελούδι, πολύ καλή ψυχή, το πιο καλό, το πιο ήσυχο παιδί από την οικογένεια, και σε τί στραβόξυλο έπεσε!
Πώς ξεγελάστηκαν οι δικοί της! Παντρεύτηκε έναν μέθυσο, που από μικρός ήταν αλητάκι.
Ο πατέρας του μεθούσε και πήρε και αυτός την ίδια συνήθεια.
Να ξενοδουλεύη η καημένη, να σκοτώνεται στην δουλειά, και εκείνος να την δέρνη και να την απειλή με το μαχαίρι.
Πόσες φορές της λέει: «Θα σε σφάξω»! Και να φοβάται μην την σφάξη! Μαρτύριο περνάει! Έχει και τέσσερα παιδιά.
Οι δικοί της έφθασαν σε σημείο να της λένε να τον χωρίση,
αλλά εκείνη τους απαντάει: «Λέω να κάνω ακόμη υπομονή», και κάνει υπομονή.
Το καταλαβαίνετε; Ούτε Γεροντικό διάβασε ούτε Συναξάρια, και όμως κάνει υπομονή.
«Καλά, της είπα μια φορά, τα παιδιά δεν επεμβαίνουν;».
«Ακόμη είναι δεκαπέντε-δεκαέξι χρονών, μου είπε. Ας πάνε στρατιώτες, και μετά θα τον περιλάβουν!».
Δηλαδή, μέχρι να πάνε στρατιώτες τα παιδιά, να τρώη ξύλο!

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 47-48)

50. Να πιστεύης ακλόνητα, ότι ο θεός σε βλέπει, καθώς πιστεύεις ότι ο πατέρας σου ή όποιος άλλος βρίσκεται μπροστά σου, σε βλέπει. Με τη διαφορά ότι ο ουράνιος Πατήρ βλέπει και ό,τι είναι μέσα σου, σε βλέπει ολόκληρο. Γιατί «οφθαλμοί Κυρίου μυριοπλασίως ηλίου φωτεινότεροι, επιβλέποντες πάσας οδούς ανθρώπων και κατανοούντες εις απόκρυφα μέρη» (Σοφ. Σειράχ, κγ’ 19). Όπως το φως του ήλιου πέφτει παντού και φωτίζει τα πάντα, έτσι και η ματιά του Θεού, απείρως περισσότερο, όλα τα βλέπει.


51. Η ζώσα αίσθησις της παρουσίας του Θεού είναι πηγή ειρήνης και χαράς για την ψυχή. Η αμφιβολία για την παρουσία του προκαλεί βαρυθυμία, θλίψι, πιεστικά αισθήματα.


(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 39)

47. Καθώς η Αγία Τριάς, ο Κύριος και Θεός μας, είναι Ένας και συνάμα Τρία Πρόσωπα, έτσι και εμείς πρέπει να είμαστε ένα. Καθώς ο Θεός μας είναι αδιαίρετος, έτσι και εμείς πρέπει να είμαστε αδιαίρετοι. Να είμαστε σαν ένας άνθρωπος, μια διάνοια, μία θέλησις, μία καρδιά, άκακα ενωμένοι, με μία άδολο αγάπη, καθώς και ο Θεός είναι Αγάπη. Γι’ αυτό ο Χριστός ζήτησε από τον Πατέρα του για τους ανθρώπους: «ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν εσμέν» (Ιω. ιζ’ 22).


48. Κύριε! Συ που η αγάπη σου ξεπερνά απείρως την αγάπη κάθε πατέρα, κάθε μητέρας, κάθε τρυφερής καρδιάς, ελέησέ μας.


49. Υπεραγίε Θεοτόκε! Συ που η αγάπη σου προς τους χριστιανούς ξεπερνά την αγάπη κάθε μητέρας και κάθε γυναικός, άκου την προσευχή μας και σώζε μας. Ας μη σε ξεχνάμε ποτέ. Ας απευθύνουμε σ’ εσένα τις θερμές μας ικεσίες για κάθε περίστασι. Ας προστρέχουμε στην προστασία σου αδίστακτα και αδιάλειπτα.


(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 38)

13 Αυγούστου 1944

Ο γερμανικός στρατός «ζώνει» το χωριό μας. Συγκέντρωσαν 40 άντρες από το χωριό μας και τα γειτονικά χωριά και τους κλείσανε σε ένα υπόγειο. Έπειτα από διαπραγματεύσεις που έκανε ένας συγχωριανός μας, οι Γερμανοί απελευθέρωσαν μερικούς. Η κράτηση συνεχίστηκε για 25 από αυτούς.
Οι 25 συλληφθέντες οδηγήθηκαν στο ξωκλήσι της Παναγιάς μας και εκτελέστηκαν εν ψυχρώ από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής το ξημέρωμα στις 14 Αυγούστου, δίπλα στο ξωκλήσι.
Από την εκτέλεση επέζησε ένας από αυτούς, παρότι «γαζωμένος» με δεκατέσσερις σφαίρες. Πέθανε σε βαθιά γεράματα.
Οι εκτελεσθέντες ενταφιάσθηκαν στον τόπο της εκτελέσεως τους.
Πόνος και θλίψη!! Μανάδες, χήρες, ορφανά. Δύσκολες ώρες για όλους…
Θυμάμαι τους μεγαλύτερους να λένε ότι εξαιτίας της βαθιάς θλίψης της μια γυναίκα, που έχασε τον άντρα της, ένιωσε τόση πικρία απέναντι στο πρόσωπο της Παναγίας που, όταν πήγαινε στον τάφο του, δεν έμπαινε μέσα στο ξωκλήσι να προσκυνήσει και να ανάψει τα καντήλια.
Ένα βράδυ βλέπει στον ύπνο της τον άντρα της, ο οποίος με έντονο ύφος της λέει: «Γιατί δεν μπαίνεις μέσα στο ξωκλήσι της Παναγίας να προσκυνήσεις και να ανάψεις τα καντήλια; Την ώρα που μας εκτελούσανε, η Παναγία μας κρατούσε στην αγκαλιά της!!!».
Σ.Σ.

Η τιμωρία του Τούρκου
Μια νέα οριακή μορφή από τα Φάρασα της Καππαδοκίας, γνωστή στην πατρίδα του με την προσωνυμία «Χατζεφεντής»,
είναι ο όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1840-1924).
Οι Φαρασιώτες διηγούνται πολλά θαυμαστά γεγονότα, που σχετίζονται με τον όσιο.
Κάποτε στα Φάρασα, τη μέρα της Αναστάσεως, μπήκε ένας Τούρκος λήσταρχος στην εκκλησία,
την ώρα που τελούσε ο όσιος τη θεία λειτουργία.
Μόλις είδε τον Τούρκο αρματωμένο και αδιάντροπο μέσα στο ναό, τον ειδοποίησε να φύγει αμέσως.
Εκείνος όμως δεν έδωσε σημασία. Ο όσιος συνέχισε ατάραχος τη θεία λειτουργία.
Όταν βγήκε για τη μεγάλη είσοδο, τον είδε ο Τούρκος να μην πατάει στη γη,
αλλά να περπατάει στον αέρα.
Βλέποντας αυτό το θαύμα, άρχισε να τρέμει. Έκανε να φύγει, μα δεν μπορούσε,
γιατί ένιωθε δεμένος μ’ ένα αόρατο σχοινί.
Ο όσιος, αφού μπήκε με τα Άγια στο ιερό, έκανε νόημα στον Τούρκο να φύγει.
Πραγματικά, την ώρα εκείνη ο λήσταρχος ένιωσε λυμένος.
Τρέμοντας ολόκληρος, βγήκε έξω κι έπεσε κάτω σαν νεκρός.
Όταν τελείωσε η λειτουργία, βγήκε ο λειτουργός από το ναό, πλησίασε τον Τούρκο, τον σήκωσε,
κι έτσι εκείνος μπόρεσε να στηριχθεί στα πόδια του.
Ύστερα του έκανε αυστηρή παρατήρηση, του έδωσε πέντε γρόσια και τον άφησε να φύγει υγιή,
αλλά κατατρομαγμένο.
[38]
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ. 26-27)

Ο Αββάς Σιλουανός και ο επισκέπτης του
Ένας μοναχός επισκέφθηκε τον αββάς Σιλουανό.
Και βλέποντάς τον να εργάζεται είπε τα ευαγγελικά λόγια:
-«Μη έργάζεσθε την βρώσιν την απολλυμένην... Μαρία γαρ την αγαθήν μερίδα έξελέξατο».
Ακούοντάς τον ο γέροντας λέει στον μαθητή του:
-Ζαχαρία, δώσε στον αδελφό ένα βιβλίο και βάλε τον σ’ ένα άδειο κελλί.
Όταν έφθασε η ενάτη, δηλ. στις τρεις τό μεσημέρι,
ο επισκέπτης είχε τα μάτια του στην πόρτα του κελλιού περιμένοντάς να τον καλέσουν στο φαγητό.
Και επειδή κανείς δεν τον εκάλεσε, σηκώθηκε και πήγε στον γέροντα.
-Δεν έφαγαν oι αδελφοί σήμερα; ρώτησε.
-Έφαγαν, απήντησε ο αββάς.
-Και γιατί δεν με καλέσατε κι έμενα;
-Μα εσύ είσαι άνθρωπος πνευματικός και δεν έχεις ανάγκη υλικής τροφής.
Ενώ εμείς είμαστε σαρκικοί, θέλουμε να φάμε και γι’ αυτό εργαζόμαστε.
Εσύ όμως την «αγαθήν μερίδα» διάλεξες. Διάβαζες λοιπόν όλη την ήμερα και δεν θέλεις άλλη τροφή.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ. Παρακλήτου,τόμος α΄,σελ. 30-31)

Στη Νουρσία της Κεντρικής Ιταλίας ζούσε κάποτε ένας ευλαβής έγγαμος ιερέας. Ποίμαινε την ενορία του με φόβο Θεού. Από τότε που χειροτονήθηκε διέκοψε κάθε σαρκική σχέση με την πρεσβυτέρα. Σαν σύζυγο την αγαπούσε, αλλά και σαν εχθρό την απέφευγε. Δεν δεχόταν μάλιστα καμίαν εξυπηρέτηση από αυτή.
Πέρασαν σαράντα χρόνια από τη χειροτονία του, οπότε αρρώστησε βαριά με πυρετό και πλησίασε τον θάνατο. Όταν η πρεσβυτέρα είδε να έχουν παραλύσει πλέον τα μέλη του και να είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, ακίνητος σαν νεκρός, προσπάθησε να διαγνώσει αν ακόμη υπήρχε κάποιο ίχνος αναπνοής. Έσκυψε λοιπόν και έβαλε το αυτί στην μύτη του.
Εκείνος ανέπνεε λίγο και συγκεντρωμένος όσες δυνάμεις είχε ψιθύρισε ταραγμένος
- Φύγε, γυναίκα. Ζει ακόμα η σπίθα !Πάρε μακριά το άχυρο.
Η πρεσβυτέρα έφυγε. Σε λίγο τον άκουσε να λέει:
- Καλώς ήρθαν οι κύριοί μου, καλώς ήλθαν!... Πώς καταδεχτήκατε να έρθετε σε εμένα τον ανάξιο… Έρχομαι, έρχομαι…
Και με τα λόγια αυτά παρέδωσε το πνεύμα.

(Βίοι άγνωστων ασκητών)

(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ.Παρακλήτου,τόμος γ΄, σελ.41-42)

Σε ποιο Μοναστήρι να μονάσω;

Μια αδελφή, η οποία είχε πόθο να μονάσει, επισκέφτηκε τον Γέροντα Πορφύριο,
για να πάρει την ευχή του και να τον συμβουλευτεί.
Αφού η αδελφή του εξομολογήθηκε τον πόθο της, μεταξύ τους έγινε ο πιο κάτω διάλογος:

Ο Γέροντας την ρώτησε:

-Σε ποιο Μοναστήρι θες να πας;
-Γέροντα, δεν έχω κάπου συγκεκριμένα, αλλά εκείνο που θέλω είναι να μη δω που αναπαύει εμένα, αλλά που αναπαύεται ο Θεός να πάω, που δηλαδή θέλει.
Κι επειδή εγώ είμαι τυφλή και δεν βλέπω το θέλημα του Θεού, γι' αυτό ήρθα σε σας που βλέπετε τι θέλει ο Θεός, για να μου πείτε· κι εγώ μετά - δι' ευχών σας - θα το κάνω.
-Ε, τι θέλει ο Θεός;
Ο Θεός θέλει όπου θέλεις εσύ. Εσύ πρέπει να κοιτάξεις εκεί που θα πας να μην έχει υγρασία και μετά αναγκάζεσαι πάλι να φεύγεις για λόγους υγείας, να έχεις καλή γερόντισσα και εν πάση περιπτώσει, εσύ πρέπει να δεις τι θέλεις.
Θέλεις να γίνεις καλή ψάλτρια;
Πρέπει να δεις σε ποιο Μοναστήρι έχει καλή χορωδία και ψέλνουν ωραία.
Θέλεις να γίνεις καλή ράφτρια, να ράβεις ωραία χρυσοκέντητα;
Δες σε ποιο Μοναστήρι έχουν ωραία εργαστήρια με χρυσοκέντητα.
Θέλεις να γίνεις καλή αγιογράφος; Δες που αγιογραφούν ωραία.
Μπορεί να δεις ότι το τυπικό στο φαγητό είναι να τρώνε συχνά όσπρια κι εσύ να ειπείς "εμένα δεν μου αρέσει" ή μπορεί να πεις ότι "εδώ αυτές πολύ μιλάνε κι εγώ θέλω ησυχία, οπότε δεν μ' αναπαύει" ή κάποια άλλη μπορεί να πει ότι "εγώ θα πάω κάπου και θα κοιτάω τον εαυτό μου" και με τη σιωπή της να βοηθήσει και τις άλλες. Αφού, λοιπόν, να δεις τι θέλεις, εκεί πήγαινε.
-Γέροντα, εγώ αισθάνομαι τον Θεό μακριά μου λόγω των αμαρτιών μου·
κι εκείνο που θέλω είναι, όσο μπορώ, να φτάσω πιο πολύ κοντά Του.
Μόνη μου, όμως, δεν μπορώ· κι εκείνο που πολύ επιθυμώ είναι να έχω κάποιον πλάι μου, που να είναι κοντά στο Θεό, για να μπορέσει να με πιάσει από το χέρι και να με οδηγήσει κοντά Του.
Τότε ο Γέροντας πετάχτηκε από το κρεβάτι με έκδηλη την ευχαρίστηση στο πρόσωπό του και με χαρακτηριστικές κινήσεις των χεριών του είπε:
-Αυτό είναι! Αυτό μόνο χρειαζόμαστε! Κι αυτό είναι το θέλημα του Θεού!
Να υποταχθούμε σε κάποιον που είναι κοντά στον Θεό, για να μας οδηγήσει εκείνος κοντά στον Θεό!
-Ναι, Γέροντα, αυτό εγώ το αισθάνομαι σαν ανάγκη, αλλά έχω ένα πρόβλημα.
-Τι πρόβλημα;
- Άνθρωπο που να είναι κοντά στον Θεό και ανά πάσα στιγμή να γνωρίζει το θέλημά Του,
γνωρίζω μόνο έναν. Μπορεί να υπάρχουν κι άλλοι, αλλά εγώ μόνον έναν γνωρίζω· εσάς.
(Τότε δεν είχε ακόμα ο Γέροντας δημόσια ανακοινώσει ότι θα είναι γυναικείο Ησυχαστήριο το συγκρότημα που έκανε στο Μήλεσι).
Της λέει, λοιπόν:
-Κι εγώ εδώ γυναικείο Μοναστήρι θα κάνω!
Η αδελφή, χαρούμενη λέει:
-Γέροντα, αν με είχατε εδώ κοντά σας, θα ήμουν πολύ ευτυχισμένη.
-Καλά. Επειδή είμαι χρόνια καλόγερος, ε…. κάτι λίγο, ξέρω κι εγώ από καλογερική!
(Εδώ είναι χαρακτηριστικό το " ε…. κάτι λίγο, ξέρω κι εγώ από καλογερική " του Γέροντα,
που υποδηλώνει μια γνήσια ταπεινοφροσύνη, ενώ είχε την Χάρη του Χριστού μέσα του ενεργό και γνώριζε τα πάντα).
Να συνεχίσεις τη δουλειά σου, να μην την αφήσεις, να με παίρνεις τηλέφωνο, θα σε παίρνω κι εγώ.
Εδώ δεν μπορώ να σε πάρω από τώρα, γιατί ούτε η Εκκλησία έχει ετοιμαστεί κι είναι κι άλλες καμμιά τριανταριά αδελφές, που θέλουν να 'ρθουν· κι αν πάρω εσένα, θα στεναχωριούνται οι άλλες.
Όταν τελειώσει η Εκκλησία και το ησυχαστήριο, τότε θα έρθεις εδώ να καθίσεις, να δεις και συ αν σου αρέσει εδώ.
Εδώ θα είναι ένας επίγειος παράδεισος!
Θα περιφράξουμε γύρω - γύρω το μοναστήρι, θα φυτέψουμε μυρτιές και τριανταφυλλιές γύρω από το φράχτη…. θα διώξουμε και τους άντρες που χτίζουν και φροντίζουν για την αποπεράτωση του ησυχαστηρίου, θα έχουμε κι έναν ιερέα για τον κόσμο να κάνει παρακλήσεις και θα φέρουμε…….. να είναι για το Μοναστήρι.
[Χρ 366 -  ]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 260 - 262)

 

Φιλαυτία είναι και η επιθυμία να φάη ή να ξεκουρασθή κανείς παραπάνω από όσο του είναι απαραίτητο. Κανονικά πρέπει να δίνουμε στο σώμα μόνον αυτό που έχει ανάγκη. Αλλο επιθυμία και άλλο ανάγκη. Αλλο είναι να θέλω να ευχαριστήσω το σώμα και άλλο να δώσω στο σώμα αυτό που έχει ανάγκη. Ας υποθέσουμε ότι έχω μπροστά μου δύο φαγητά ίδια σε βιταμίνες, αλλά το ένα είναι πιο νόστιμο από το άλλο. Αν προτιμήσω το νοστιμότερο, αυτό έχει φιλαυτία. Αν όμως έχω ανορεξία, επειδή είμαι φιλάσθενος, και προτιμήσω το νοστιμότερο, για να μπορέσω να το φάω, αυτό έχει διάκριση.
Μπορεί το σώμα, ο «κακός τελώνης», όπως το λέει ο Αββάς Μακάριος, να ζητάη παραπάνω, γιατί και ο οργανισμός είναι όπως τον συνηθίση κανείς. Όταν ο άνθρωπος έχη το στομάχι περιορισμένο, τότε εύκολα μπορεί να κάνη μια εγκράτεια· διαφορετικά γίνεται δούλος στο στομάχι του, γιατί και το στομάχι μετά έχει ανάγκη να γεμίζη. Νά, πάρε έναν που είναι πολύ χονδρός· αυτός, τόση αποθήκη που έχει κάνει, θέλει να βάλη τουλάχιστον μισό μοσχάρι μέσα, για να χορτάση, και να πιή μετά και δυο μπετόνια νερό!
-    Παλιά, Γέροντα, οι άνθρωποι είχαν πιο δυνατό οργανισμό ή βίαζαν τον εαυτό τους;
-    Είχαν φυσικά και λίγο πιο δυνατό οργανισμό, αλλά βίαζαν και τον εαυτό τους. Ο Χατζη-Γεώργης στα καλογέρια του έδινε κάθε μέρα λίγο μέλι και καρύδια. Και ήταν παιδιά δεκαπέντε χρονών, πάνω στην ανάπτυξη, αλλά είχαν την πνευματική ανάπτυξη! Σήμερα μπαίνει μια κοσμική λογική: «νά μη νηστέψουν τα παιδιά, για να μην αρρωστήσουν, να μη λείψη τίποτε από τα παιδιά, για να μη δυσκολευθούν», και τελικά ζουν κακομοιριασμένα και θέλουν μπριζόλες συνέχεια, αλλά και αυτό πάλι δεν τα βοηθάει σε τίποτε.
Αν χαίρεται κανείς, όταν δεν τρώη για την αγάπη του Χριστού, τότε τρέφεται. Αν προτιμάη το άνοστο από το νόστιμο για την αγάπη του Χριστού, τότε από το άνοστο γεύεται Χριστό.

(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 40-42)

ΈΝΑΣ νέος μοναχός ρώτησε μια μέρα τον Γέροντά του:
- Με ζημιώνει τάχα, Αββά, το ν’ αποκτήσω δύο χιτώνες;
- Απόκτησε δύο χιτώνες, αποκρίθηκε ο διακριτικός Γέροντας, και μην αποκτάς κακίες. Η ψυχή δεν έχει ανάγκη από τις κακίες, ενώ το σώμα έχει ανάγκη από τα ενδύματα. Αλλά όταν εχεις τ’ απαραίτητα, μάθε ν’ αρκείσαι σ’ αυτά, όπως συμβουλεύει ο Μέγας Απόστολος, και μην ζητάς παραπανίσια.

ΑΓΑΠΑ, αδελφέ, τα φτωχικά ένδύματα, αν θέλεις να διώξεις από την καρδιά σου την υψηλοφροσύνη. Όποιος αγαπά την πολυτέλεια, είναι αδύνατο να αποκτήσει ταπεινοσύνη. Είναι φυσικό να διαμορφώνεται ο εσωτερικός άνθρωπος σύμφωνα με τον εξωτερικό.

Ο ΑΒΒΑΣ Παμβώ θέλει τον μοναχό ντυμένο με τέτοια ρούχα, που, αν τα πετάξει στον δρόμο, να μην καταδεχτούν ούτε οι ζητιανοι να τα πάρουν.

ΚΑΠΟΙΟΣ πλούσιος Χριστιανός επισκέφθηκε καποτε έναν Ερημίτη και φευγοντας του πρόσφερε ένα γερό φιλοδώρημα. Εκείνος όμως με κανένα τροπο δεν ήθελε να το δεχτεί.
- Πάρ’ το, Αββά, τον παρακαλούσε ο επισκέπτης, και μοίρασέ το στους φτωχούς.
- Αυτό είναι διπλή ντροπή για μένα, παιδί μου, του αποκρίθηκε ο Γέροντας, να παίρνω χωρίς να εχω ανάγκη και να κενοδοξώ μοιράζοντας τα ξένα ελεημοσύνη.

ΑΝ ΔΩΣΕΙΣ ελεημοσύνη, λέει άλλος Γέροντας, κι ο λογισμός σε θλίβει πως έδωσες πολύ, μην δίνεις προσοχή σ’ αυτόν, γιατί είναι σατανικός. Καλύτερα όμως για σένα είναι να ζεις με τόση ακτημοσύνη, που να έχεις ανάγκη από τους άλλους να σ’ ελεούν. Εκείνος που δίνει, έχει την ικανοποίηση πως κάνει κάτι καλό. Αλλά όποιος στερείται και δεν έχει ποτέ να δώσει κάτι, αποκτά ταπεινοσύνη, με την σκέψη πως ποτέ δεν κανει τίποτε καλό. Έτσι έζησαν οι Πατέρες μας. Μ’ αυτόν τον τροπο βρήκε τον Θεό ο Μέγας αρσένιος.

ΕΠΑΙΝΟΥΣΑΝ οι Πατέρες την ακτημοσύνη και την αφιλοχρηματία του Αββά Αγάθωνος και του υποτακτικού του. Όταν κατέβαιναν στην αγορά να πουλήσουν το εργόχειρό τους, έλεγαν μια φορά την τιμή στον αγοραστή. Αν εκείνος άρχιζε τα παζαρεματα, αυτοί σώπαιναν και τον άφηναν να τους δώσει όσα ήθελε. Αν πάλι είχαν ανάγκη οι ίδιοι ν’ αγοράσουν κάτι, έδιναν αμέσως τα χρήματα που τους ζητούσαν, χωρίς να βγάλουν λεξη από το στόμα τους.

ΣΤΗΝ αρχή της ασκητικής του ζωής, τον πολεμησε με πολλή μανία ο διάβολος τον Όσιο Αντώνιο. Όταν, πολύ νέος ακόμη, ξεκίνησε για την έρημο, του έριξε εμπρός στα πόδια του έναν ασημένιο δίσκο. Βλεποντάς τον ο Αντώνιος, συλλογίστηκε:
- Πώς είναι δυνατόν να βρεθεί τέτοιο πράγμα σε τούτο τον άβατο τοπο; Τεχνασμα δικό σου είναι, διάβολε, για να με ρίξεις στην φιλαργυρία. Μα δεν πρόκειται με τέτοια να εμποδίσεις την προθυμία μου.
Καθώς έλεγε αυτά, ο δίσκος έγινε άφαντος από τα μάτια του.
Άλλη φορά πάλι βρήκε πραγματικό χρυσό στην έρημο. Τον περιφρόνησε όμως κι ούτε γύρισε να τον κοιτάξει.


Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 42-44)

katafigioti

lifecoaching