ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

αναδημοσίευση από τον Zoiforos.GR

Αξέχαστα Χριστούγεννα
Γραπτή μαρτυρία από το βιβλίο «Στην Εποποιία του 1940 – 41 με πίστη»,
της Μερόπης Ν. Σπυροπούλου,
Εκδόσεις Αρχονταρίκι, σειρά διδαχή, Αθήνα 2009
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΕΛΕΚΑΣ
Υπαξιωματικός Τ.Τ 724
Αναφέρεται στον Τόμο των Κώστα Ν. Χατζηπατέρα - Μαρίας Φαφαλιού
«ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ 40-41», 4η Έκδοση, ΚΕΔΡΟΣ 2005.

«Και του χρόνου με τη νίκη.
...Αλησμόνητη θα μας μείνη σ' όλη ίσως την ζωή, η ψυχική μας ανάταση κατά τα Χριστούγεννα. Καθισμένοι σκυφτοί μέσα σ' έναν αχυρώνα σκοτεινό, ενώ έξω το σκοτάδι με την χιονοθύελλα αγριεύουν περισσότερο την νύχτα - μια σκέψη κυριαρχεί στις χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις μας. «Αχ! νάχαμε ένα Ευαγγέλιο, μια Συνέκδημο σήμερα». Ξάφνου ένας συνάδελφος μπαίνει με μια "Νεολαία" στα χέρια πού στο εξώφυλλο της έχει την εικόνα της Θεομήτορος. Για πότε δημιουργήθηκε το εικόνισμα του αχυρώνα μας σε μια γωνιά του!
Μπροστά στην εικόνα ένα καντήλι - από άδειο κουτί κονσέρβας με λίγο λάδι και με φιτίλι από βαμπάκι ατομικού επιδέσμου - σκορπά το απλό φως του στο σκοτεινό αχυρώνα μας και ημερεύει το περιβάλλον του. Γαλήνεψε και η ψυχή μας και μια βαθειά ικανοποίησις ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο μας πού είναι πάντα στραμμένο προς το εικόνισμα για την επιτυχία μας - η ψυχή βρήκε στην κατάλληλη στιγμή εκείνα πού ποθούσε - την θρησκευτική ανάταση - από το σύμβολο. Με μιας άρχισαν τα χείλη μας να ψάλλουν τους γνωστούς μας θρησκευτικούς ύμνους γύρω στην Γέννηση του Σωτήρος και μείναμε σύμφωνοι όλοι να σηκωθούμε να τους ξαναψάλλουμε κατά τις 3 μετά τα μεσάνυχτα.
«Αι! παιδιά, ώρα είναι!», ακούστηκε μέσα στον ύπνο μας μια φωνή, πού μας έκανε να πεταχτούμε αμέσως επάνω. Ρίχνομε στην πλάτη την χλαίνη και αμέσως μπροστά στο εικόνισμα - το ωραιότερο του κόσμου - κάτω από το φως του καντηλιού αφήναμε τις ψυχές μας να ψάλλουν την Γέννηση του Χρίστου.
Ουδέποτε στη ζωή μας νοιώσαμε τέτοια θρησκευτική κατάνυξι, όση κείνη τη βραδυά μέσα στον αχυρώνα, τέτοια ψυχική αγαλλίασι. - Το «δόξα εν υψίστοις...», το «επεσκεψάτο ημάς...», έβγαιναν από ψυχές πού διψούσαν από τέτοιες στιγμές ιερές. Με μια χειραψία και με μια ευχή στα χείλη «και του χρόνου με τη νίκη, παιδιά, στα σπίτια μας», τελειώσαμε την προσευχή μας. Βωβοί μέσα στην κουβέρτα ενώ κυλούσε από τα μάτια ένα δάκρυ αναμνήσεων ορκιζόμαστε ακόμη μια φορά να θυσιαστούμε για την πίστι του Χριστού και για την τιμή της Πατρίδας μας. «Τι ωραία πού ήταν η χθεσινή βραδυά. Αξέχαστη θα μας μείνη», ήταν τα πρωινά λόγια πού ανταλλάζαμε. Αλήθεια, αξέχαστα θα μείνουν τα Χριστούγεννα του 1940».
Εφ. Εκκλησία, Αρ. 3, 1941
***

ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
ΕΝΑ ΛΕΥΚΟ ΠΟΔΑΡΑΚΙ ΚΟΥΝΕΛΙΟΥ...
(Σελίδες Πολεμικού Ημερολογίου).
Περιοδικό «ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ», Τεύχος 1ης Νοεμβρίου, 1949 (28 Οκτωβρίου 1940).
«ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 1940.

...Σήμερα το χιόνι είναι αραιό. Οι νιφάδες στροβιλίζουν στον αέρα ήρεμα, σαν λευκές στιγμές του χρόνου. Χιλιάδες χιλιάδες πέφτουν απαλά πάνω στην παγωμένη γη και στα πρόσωπα μας. Μέσα στη σιγαλιά μου φαίνεται πώς ακούω το τραγούδι τους. Πρώτη φορά ακούω τέτοιο τραγούδι. Υφαίνω το βλέμμα μου στον μολυβένιο ουρανό και αφουγκράζομαι. Και δεν είναι ψέματα. Οι νιφάδες χορεύουν και τραγουδούν, τραγουδούν και χορεύουν...
Όταν είμουνα μικρός, άκουγα για κάτι χερουβείμ τ' ουρανού πού τα στέλνει ο Θεός στους ανθρώπους. Ίσως να είναι αυτά πού τραγουδούν κι οι νιφάδες είναι τα μηνύματα του Χριστού... Σκέπτομαι: αλήθεια, σε λίγες μέρες γεννιέται ο Χριστός. Σε λίγες μέρες θα ψάλλουμε το "Χριστός γεννάται σήμερα"... Κι αύριο, μεθαύριο, κάποτε θα ψάλλουμε τη γέννηση της νίκης. Θυμάμαι τα λόγια της γυναίκας μου:
- Εσύ θα πολεμάς στην Αλβανία κι εγώ θα προσεύχομαι για τη νίκη, έτσι: Παναγιά μου, χάρισε τη νίκη στην πατρίδα μας...».

(φυλλάδιο ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ)

Χριστός γεννάται, δοξάσατε...» Η ορθόδοξη υμνολογία των Χριστουγέννων αναγγέλλει θριαμβευτικά, αλλά και τοποθετεί θεολογικά, το μέγα μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως.
Αφ’ ότου οι προπάτορές μας, ο Αδάμ και η Εύα, παρήκουσαν την εντολή του Θεού και εκδιώχθηκαν από τον παράδεισο, «η αμαρτία ηγέρθη ως μεσότοιχον έχθρας μεταξύ Θεού και ανθρώπου», όπως γράφει στην Ιερά Κατήχησί του ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, με αποτέλεσμα την ολέθρια αποδέσμευσι του ανθρώπου από τον φιλάνθρωπο Θεό και την αναπόφευκτη υποταγή του στον μισόκαλο διάβολο, στην αμαρτία και τον θάνατο. Έτσι, «προ της Χριστού παρουσίας - λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος - εβασιλεύετο ημών η φύσις υπό του διαβόλου, υπό της αμαρτίας, υπό του θανάτου... Και ο μεν διάβολος ηπάτα, η δε αμαρτία έσφαζεν, ο δε θάνατος έθαπτεν».
Για τη λύτρωσι του ανθρώπου από την τυραννία της ψυχοκτόνου αυτής τριάδος (διάβολος, αμαρτία, θάνατος), δεν απέμενε άλλη ελπίδα από την άφατη θεία φιλανθρωπία.
Έτσι «ο πανάγιος του Πατρός Υιός, εικών ων του Πατρός, παρεγένετο επί τους ημετέρους τόπους, ίνα τον κατ’ αυτόν πεποιημένον άνθρωπον ανακαίνιση» (Μ. Αθανάσιος).
Γι’ αυτό λοιπόν χαίρει η οικουμένη. γι’ αυτό πανηγυρίζει η Εκκλησία. γι’ αυτό του Χρυσορρήμονος η γλώσσα αποκαλεί την εορτή των Χριστουγέννων «μητρόπολιν πασών των εορτών». γι’ αυτό όλοι οι άνθρωποι σκιρτούμε τώρα με ελπίδα: «ότι Θεός εν σαρκί εφάνη, σωτήρ των ψυχών ημών».

Η ομιλία του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Εις το γενέθλιον του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού», της οποίας το μεγαλύτερο μέρος ακολουθεί σε ελεύθερη νεοελληνική απόδοσι, εκφωνήθηκε στην Αντιόχεια, κάποια Χριστούγεννα της προτελευταίας δεκαετίας του 4ου αι.
Θέμα της είναι το μυστήριο της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού και η ερμηνεία του μεγαλειώδους σχεδίου της θείας οικονομίας. Συγκρίνοντας ο άγιος πατήρ τα γεγονότα Παλαιάς Διαθήκης και Καινής, διαπιστώνει την προαγγελία της ενανθρωπήσεως του Κυρίου, την οποία, αν και γνώριζαν οι Ιουδαίοι, δεν αποδέχθηκαν. Έτσι, τόσο αυτοί όσο, κατ’ επέκτασι, και όλοι οι ανά τους αιώνες άπιστοι και αμφισβητίες ελέγχονται για την αγνωμοσύνη τους προς τον ευεργέτη μας Κύριο.
Ο λόγος του ιερού Χρυσοστόμου με το ενθουσιώδες πανηγυρικό ύφος, τη συστηματική αγιογραφική κατοχύρωσι, τον πλούτο των επιχειρημάτων και τη θεολογική σαφήνεια, τέρπει, πείθει, ενθουσιάζει, συναρπάζει...
Με συνοδοιπόρο λοιπόν τον ιερό πατέρα και τα χρυσά του λόγια, ας πορευθούμε μέχρι το «θεοδέγμον σπήλαιον», κι ας προσκυνήσουμε τον «σπαργάνοις ειλημένον» για τη σωτηρία μας Θεάνθρωπο Κύριο.

Χριστός γεννάται

Μυστήριο παράξενο και παράδοξο αντικρύζω. Φωνές ποιμένων φθάνουν μέχρι τ’ αυτιά μου.
Δεν παίζουν σήμερα με τις φλογέρες τους κάποιο τυχαίο σκοπό. Τα χείλη τους ψάλλουν ύμνο ουράνιο.
Οι άγγελοι υμνολογούν, οι αρχάγγελοι ανυμνούν, ψάλλουν τα χερουβείμ και δοξολογούν τα σεραφείμ.
Πανηγυρίζουν όλοι βλέποντας τον Θεό στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς.
Σήμερα η Βηθλεέμ μιμήθηκε τον ουρανό: αντί για αστέρια δέχθηκε τους αγγέλους. αντί για ήλιο, δέχθηκε τον ήλιο της δικαιοσύνης. Μη ζητάς να μάθης πώς.
«Όπου γαρ βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις».
Εκείνος λοιπόν το θέλησε. Και το έκανε. Κατέβηκε στη γη και έσωσε τον άνθρωπο. Όλα συνεργάστηκαν μαζί του γι’ αυτό τον σκοπό.
Σήμερα γεννιέται αυτός που υπάρχει αιώνια, και γίνεται αυτό που ποτέ δεν υπήρξε. Είναι Θεός και γίνεται άνθρωπος. Γίνεται άνθρωπος, και πάλι Θεός μένει.
Όταν γεννήθηκε, οι Ιουδαίοι δεν δέχονταν την παράδοξη γέννησί του: Από τη μια οι Φαρισαίοι παρερμήνευαν τα ιερά βιβλία. κι από την άλλη οι γραμματείς δίδασκαν άλλα αντί άλλων.
Ο Ηρώδης πάλι ζητούσε να βρη το νεογέννητο βρέφος όχι για να το τιμήση, μα για να το σκοτώση.
Ε, λοιπόν, όλοι αυτοί σήμερα τρίβουν τα μάτια τους, βλέποντας τον βασιλιά τ’ ουρανού να βρίσκεται στη γη, μ’ ανθρώπινη σάρκα, γεννημένος από παρθενική μήτρα.

Και ήρθαν οι βασιλείς να προσκυνήσουν τον επουράνιο βασιλιά της δόξης.
Ήρθαν οι στρατιώτες να υπηρετήσουν τον αρχιστράτηγο των ουρανίων δυνάμεων.
Ήρθαν οι γυναίκες να προσκυνήσουν εκείνον που μετέβαλε τις λύπες της γυναίκας σε χαρά.
Ήρθαν οι παρθένες να προσκυνήσουν εκείνον που δημιούργησε τους μαστούς και το γάλα, και τώρα θηλάζει από μητέρα παρθένο.
Ήρθαν τα νήπια να προσκυνήσουν εκείνον που έγινε νήπιο, για να συνθέση δοξολογικό ύμνο «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων».
Ήρθαν τα παιδιά να προσκυνήσουν εκείνον που η μανία του Ηρώδη τα ανέδειξε σε πρωτομάρτυρες.
Ήρθαν οι άνδρες να προσκυνήσουν εκείνον που έγινε άνθρωπος για ν’ απαλλάξη τους ανθρώπους από τα δεινά τους.
Ήρθαν οι ποιμένες να προσκυνήσουν τον καλό ποιμένα, που θυσίασε τη ζωή του για χάρι των προβάτων.
Ήρθαν οι ιερείς να προσκυνήσουν εκείνον που έγινε αρχιερεύς «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ».
Ήρθαν οι δούλοι να προσκυνήσουν εκείνον που πήρε δούλου μορφή, για να μετατρέψη τη δουλεία μας σ’ ελευθερία.
Ήρθαν οι ψαράδες να προσκυνήσουν εκείνον που τους μετέβαλε σε «αλιείς ανθρώπων».
Ήρθαν οι τελώνες να προσκυνήσουν εκείνον που από τους τελώνες ανέδειξε ευαγγελιστή.
Ήρθαν οι πόρνες να προσκυνήσουν εκείνον που παρέδωσε τα πόδια του στα δάκρυα μιας πόρνης.
Κοντολογής, ήρθαν όλοι οι αμαρτωλοί να δουν τον Αμνό του Θεού, που σηκώνει στους ώμους του την αμαρτία του κόσμου:
Οι μάγοι για να τον προσκυνήσουν.
οι ποιμένες για να τον δοξολογήσουν.
οι τελώνες για να τον κηρύξουν.
οι πόρνες για να του προσφέρουν μύρα.
η Σαμαρείτις για να ξεδιψάση.
η Χαναναία για να ευεργετηθή.

Αφού λοιπόν όλοι σκιρτούν από χαρά, θέλω κι εγώ να σκιρτήσω, θέλω να χορέψω, θέλω να πανηγυρίσω. Χωρίς κιθάρα, χωρίς αυλό, χωρίς λαμπάδες αναμμένες στα χέρια μου.
Πανηγυρίζω κρατώντας, αντί γι’ αυτά, τα σπάργανα του Χριστού. Αυτά είναι η ελπίδα μου, αυτά η ζωή μου, αυτά η σωτηρία μου, αυτά ο αυλός μου, αυτά η κιθάρα μου.
Γι’ αυτό τα 'χω μαζί μου: για να πάρω από τη δύναμί τους δύναμι, για να φωνάξω μαζί με τους αγγέλους «δόξα εν υψίστοις Θεώ», και με τους ποιμένες «και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκ. 2, 14).
Και ξέρετε γιατί; Γιατί εκείνος που προαιώνια γεννήθηκε από τον Πατέρα ανεξήγητα, γεννιέται σήμερα από παρθένο υπερφυσικά. Το πώς, το γνωρίζει η χάρις του Αγίου Πνεύματος. Εμείς μόνο τούτο μπορούμε να πούμε: ότι αληθινή είναι και η ουράνια γέννησίς του, αδιάψευστη είναι και η επίγεια. Αλήθεια είναι ότι γεννήθηκε Θεός από Θεό, αλήθεια είναι και ότι γεννήθηκε άνθρωπος από παρθένο. Στον ουρανό είναι ο μόνος που γεννήθηκε από τον Πατέρα μόνο, Υιός του μονογενής. Και στη γη είναι ο μόνος που γεννήθηκε από την Παρθένο μόνο. Υιός της μονογενής. Όπως στην περίπτωσιν της ουράνιας γεννήσεώς του είναι ασέβεια να σκεφθούμε μητέρα, έτσι και στην περίπτωσι της επίγειας γεννήσεώς του είναι βλασφημία να υποθέσουμε πατέρα. Ο Θεός τον εγέννησε με τρόπο θεϊκό. Η Παρθένος τον εγέννησε με τρόπο υπερφυσικό. Έτσι, ούτε η ουράνια γέννησίς του μπορεί να εξηγηθή, ούτε η ενανθρώπησίς του μπορεί να ερευνηθή. Το ότι τον εγέννησε η Παρθένος σήμερα το γνωρίζω. Το ότι τον εγέννησε ο Θεός προαιώνια το πιστεύω. Κι έχω μάθει να τιμώ σιωπηλά τη γέννησί του, χωρίς φιλοπερίεργες έρευνες κι ανώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ’ ό,τι αφορά τον Θεό, δεν πρέπει να στέκεται κανείς στη φυσική εξέλιξι των πραγμάτων, αλλά να πιστεύη στη δύναμι εκείνου που κατευθύνει τα πάντα.
Τί φυσικώτερο απ’ το να γεννήση μια παντρεμένη γυναίκα; Αλλά και τί πιο παράδοξο απ’ το να γέννηση παιδί μια παρθένος, χωρίς άνδρα, και πάλι παρθένος να μείνη;
Γι’ αυτό λοιπόν, μπορούμε να ερευνούμε ό,τι γίνεται σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους. Ό,τι όμως συμβαίνει με τρόπο υπερφυσικό, να το σεβόμαστε σιωπηλά. Όχι γιατί είναι επικίνδυνο, αλλ’ επειδή είναι ανερμήνευτο.
Φόβο νιώθω μπροστά στο θείο μυστήριο.
«Τί είπω ή τί λαλήσω;»
Βλέπω εκείνη που γέννησε. Βλέπω κι εκείνον που γεννήθηκε. Αλλά τον τρόπο της γεννήσεως δεν μπορώ να τον καταλάβω. Όπου θέλει, βλέπετε, ο Θεός, νικώνται οι φυσικοί νόμοι.
Έτσι έγινε κι εδώ: η φυσική τάξις παραμερίσθηκε, και ενήργησε η θεία θέλησις.
Πόσο ανέκφραστη είναι η ευσπλαχνία του Θεού!
Ο προαιώνιος Υιός του Θεού, ο άφθαρτος και αόρατος και ασώματος, κατοίκησε μέσα στο φθαρτό και ορατό σώμα μας. Για ποιο λόγο; Να, όπως ξέρετε, εμείς οι άνθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ’ ό,τι βλέπουμε παρά σ’ ό,τι ακούμε.
Στα ορατά πιστεύουμε. Στα αόρατα απιστούμε. Έτσι, δεν πιστεύαμε στον αόρατο αληθινό Θεό, αλλά λατρεύαμε ορατά είδωλα με μορφή ανθρώπων.
Δέχθηκε λοιπόν ο Θεός να παρουσιαστή μπροστά μας με ορατή μορφή ανθρώπου, για να διαλύση μ’ αυτό τον τρόπο κάθε αμφιβολία για την ύπαρξί του.
Κι ύστερα, αφού μας διδάξη με την αισθητή και αναμφισβήτητη παρουσία του, να μας οδηγήση εύκολα στην αληθινή πίστι, στα αόρατα και υπερφυσικά.
Κατάπληξι με γεμίζει το θαύμα!
Παιδί βλέπω τον παλαιό των ημερών!
Σε φάτνη αναπαύεται, αυτός που έχει θρόνο τον ουρανό!
Χέρια ανθρώπινα αγγίζουν τον απρόσιτο κι ασώματο!
Με σπάργανα είναι σφιχτοδεμένος, αυτός που σπάει τα δεσμά της αμαρτίας!
Όμως... αυτό είναι το θέλημά του: την ατιμία να μεταβάλη σε τιμή. με δόξα να ντύση την ευτέλεια. και την προσβολή σε αρετή να μεταπλάση.
Πήρε το σώμα μου. Μου προσφέρει το Πνεύμα του. Μου χαρίζει τον θησαυρό της αιώνιας ζωής παίρνοντας αλλά και δίνοντάς μου: παίρνει τη σάρκα μου για να με αγιάση. μου δίνει το Πνεύμα του για να με σώση.
«Ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει» (Ησ. 7, 14).

Τα λόγια είναι της συναγωγής, μα το απόκτημα της Εκκλησίας.
Η συναγωγή βρήκε τα κείμενα που ήτανε γραμμένο. η Εκκλησία ανεκάλυψε τον θησαυρό που ήταν μέσα τους κρυμμένος.
Η συναγωγή έβαψε το νήμα. η Εκκλησία φόρεσε τη βασιλική στολή.
Η Ιουδαία τον εγέννησε. η οικουμένη τον υποδέχθηκε.
Η συναγωγή τον εθήλασε και τον έθρεψε. η Εκκλησία τον παρέλαβε και ωφελήθηκε.
Στη συναγωγή βλάστησε το κλήμα. εμείς όμως απολαμβάνουμε τα σταφύλια της αλήθειας.
Η συναγωγή τρύγησε τα σταφύλια. οι ειδωλολάτρες όμως πίνουν το μυστικό πιοτό.
Εκείνη έσπειρε στην Ιουδαία τον σπόρο. οι ειδωλολάτρες όμως θέρισαν το στάχυ με το δρεπάνι της πίστεως. Αυτοί έκοψαν με σεβασμό το ρόδο, και στους Ιουδαίους έμεινε το αγκάθι της απιστίας.
Το πουλάκι πέταξε, κι αυτοί οι ανόητοι κάθονται και φυλάνε ακόμη τη φωλιά.
Οι Ιουδαίοι πασχίζουν να ερμηνεύσουν το βιβλίο του γράμματος, και οι ειδωλολάτρες τρυγούν τον καρπό του Πνεύματος.
«Ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει».
Πες μου Ιουδαίε, πες μου λοιπόν, ποιον εγέννησε;
Δείξε, σε παρακαλώ, θάρρος, έστω και σαν εκείνο που έδειξες μπροστά στον Ηρώδη. Αλλά δεν έχεις θάρρος. Και ξέρω γιατί: εξ αιτίας της επιβουλής σου.
Στον Ηρώδη, μίλησες για να τον εξολόθρευση. σε μένα όμως δεν μιλάς για να μην τον προσκυνήσω.
Ποιον λοιπόν εγέννησε; Ποιον;
Τον δημιουργό της κτίσεως. Κι αν εσύ σωπαίνεις, η φύσις το βροντοφωνάζει. Τον εγέννησε λοιπόν με τον τρόπο που ο ίδιος θέλησε να γεννηθή.
Στη φύσι δεν υπήρχε η δυνατότητα μιας τέτοιας γεννήσεως. Εκείνος όμως, σαν κύριος της φύσεως, επενόησε τρόπο γεννήσεως παράδοξο.
Κι έδειξε έτσι ότι, και άνθρωπος που έγινε, δεν γεννήθηκε σαν άνθρωπος, μα όπως μόνο σε Θεό ταιριάζει.
Εκείνος που έπλασε τον Αδάμ από παρθένα γη, εκείνος που από τον Αδάμ κατόπιν έκαμε γυναίκα,
γεννήθηκε σήμερα από παρθένο κόρη που νίκησε τη φύσι, ξεπερνώντας τον νόμο του γάμου.
Ο Αδάμ, τότε, χωρίς να έχη γυναίκα, γυναίκα απέκτησε.
Η Παρθένος τώρα, χωρίς να έχη άνδρα, άνδρα γέννησε.
Και γιατί έγινε αυτό; Να γιατί:
Οι γυναίκες είχαν ένα παλιό χρέος προς τους άνδρες, αφού από τον Αδάμ είχε βλαστήσει γυναίκα χωρίς τη μεσολάβησι άλλης γυναίκας.
Γι’ αυτό η Παρθένος σήμερα, ξεπληρώνοντας στους άνδρες το χρέος της Εύας, γέννησε χωρίς άνδρα, δείχνοντας έτσι την ισοτιμία της φύσεως.
Σώος έμεινε ο Αδάμ μετά την αφαίρεσι της πλευράς του.
Αδιάφθορη έμεινε κι η Παρθένος μετά τη γέννησι του βρέφους.
Αλλά πρόσεξε και κάτι ακόμη:
Δεν έπλασε ο Κύριος κάποιο άλλο σώμα για να εμφανισθή στη γη. Προσέλαβε το σώμα του ανθρώπου για να μη φανή ότι περιφρονεί την ύλη από την οποία δημιουργήθηκε ο Αδάμ.
Ήρθαν έτσι, Θεός και άνθρωπος, σε μυστική ένωσι. Κι ο διάβολος, που είχε υποδουλώσει τον άνθρωπο, τράπηκε σε φυγή.
Ο Θεός γίνεται άνθρωπος, αλλά γεννιέται σαν Θεός. Αν προερχόταν, όπως εγώ, από ένα κοινό γάμο, πολλοί θα θεωρούσαν απάτη τη γέννησί του.
Γι’ αυτό γεννιέται από παρθένο. γι’ αυτό διατηρεί τη μήτρα της άθικτη. γι’ αυτό διαφυλάττει την παρθενία της ακεραία: για να γίνη ο παράξενος τρόπος της γεννήσεως αιτία ακλόνητης πίστεως.
Σ’ αυτόν λοιπόν που θα αμφισβητήση την άσπορη γέννησι του Λόγου του Θεού, θα επικαλεσθώ σαν μάρτυρα την αμόλυντη σφραγίδα της παρθενίας.
Πες μου λοιπόν, Ιουδαίε, γέννησε η Παρθένος ή όχι; Κι αν μεν εγέννησε, γιατί δεν ομολογείς την υπερφυσική γέννησι; Αν πάλι δεν εγέννησε, γιατί εξαπάτησες τον Ηρώδη; Όταν εκείνος ζητούσε να μάθη «που ο Χριστός γεννάται», εσύ δεν είπες «εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας;» (Ματθ. 2, 4). Μήπως εγώ γνώριζα την πόλι ή τον τόπο; Μήπως εγώ γνώριζα την αξία του βρέφους που ήρθε στον κόσμο; Ο Ησαΐας και οι προφήτες σας δεν μίλησαν γι’ αυτό; Κι εσείς, οι αγνώμονες εχθροί, δεν εξηγήσατε την αλήθεια; Εσείς, οι γραμματείς κι οι Φαρισαίοι, οι ακριβείς φύλακες του νόμου, δεν μας διδάξατε για τον Χριστό; Εσείς δεν ερμηνεύσατε τις Γραφές; Μήπως εμείς γνωρίζαμε τη γλώσσα σας; Και όταν εγέννησε η Παρθένος, εσείς δεν παρουσιάσατε στον Ηρώδη τη μαρτυρία του προφήτη Μιχαία: «Και συ Βηθλεέμ, οίκος του Εφραθά, ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα. εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος, όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ»; (Ματθ. 2, 6).
Πολύ καλά είπε ο προφήτης «εκ σου». Από σας προήλθε και παρουσιάσθηκε σ’ ολόκληρο τον κόσμο.
Παρουσιάσθηκε σαν άνθρωπος για να καθοδηγήση τους ανθρώπους. Παρουσιάσθηκε σαν Θεός για να σώση την οικουμένη.
Μα τί ωφέλιμοι εχθροί είστε εσείς! Τί φιλάνθρωποι κατήγοροι!
Εσείς κατά λάθος δείξατε πως το νεογέννητο της Βηθλεέμ είναι Θεός. Εσείς τον κηρύξατε χωρίς να το θέλετε. Εσείς τον φανερώσατε πασχίζοντας να τον κρύψετε. Εσείς τον ευεργετήσατε επιθυμώντας να τον βλάψετε.
Τί αστοιχείωτοι δάσκαλοι είστε, αλήθεια; Εσείς πεινάτε, και τρέφετε άλλους. Εσείς διψάτε, και ποτίζετε άλλους. Πάμπτωχοι είστε και πλουτίζετε άλλους.

Ελάτε λοιπόν να γιορτάσουμε. Ελάτε να πανηγυρίσουμε. Είναι παράξενος ο τρόπος της γιορτής - όσο παράξενος είναι κι ο λόγος της γεννήσεως του Χριστού.
Σήμερα λύθηκαν τα μακροχρόνια δεσμά.
Ο διάβολος καταντροπιάσθηκε.
Οι δαίμονες δραπέτευσαν.
Ο θάνατος καταργήθηκε.
Ο παράδεισος ανοίχθηκε.
Η κατάρα εξαφανίσθηκε.
Η αμαρτία διώχθηκε.
Η πλάνη απομακρύνθηκε.
Η αλήθεια αποκαλύφθηκε.
Το κήρυγμα της ευσεβείας ξεχύθηκε και διαδόθηκε παντού.
Η βασιλεία των ουρανών μεταφυτεύθηκε στη γη.
Οι άγγελοι συνομιλούν με τους ανθρώπους.
Όλα έγιναν ένα.
Γιατί;
Γιατί κατέβηκε ο Θεός στη γη κι ο άνθρωπος ανέβηκε στους ουρανούς. Κατέβηκε ο Θεός στη γη και πάλι βρίσκεται στον ουρανό. Ολόκληρος είναι στον ουρανό κι ολόκληρος στη γη.
Έγινε άνθρωπος κι είναι Θεός. Είναι Θεός κι έλαβε σάρκα. Κρατιέται σε παρθενική αγκαλιά, και στα χέρια του κρατεί την οικουμένη.
Τρέχουν κοντά του οι μάγοι. Τρέχουμε κι εμείς. Τρέχει και τ’ αστέρι για να φανερώση τον Κύριο του ουρανού. Μα... κι εκείνος τρέχει. Τρέχει προς την Αίγυπτο.
Και φαίνεται βέβαια πως πηγαίνει εκεί για ν’ αποφύγη την επιβουλή του Ηρώδη. Όμως τούτο γίνεται για να εκπληρωθούν τα προφητικά λόγια:
«Έσται εν τη ημέρα εκείνη Ισραήλ τρίτος εν τοις Ασσυρίοις, και εν τοις Αιγυπτίοις ευλογημένος έσται ο λαός μου εν τη γη ην ευλόγησε Κύριος Σαβαώθ» (πρβλ. Ησ. 19, 24).
Τί λες, Ιουδαίε; Εσύ που ήσουν πρώτος έγινες τρίτος; Οι Αιγύπτιοι και οι Ασσύριοι μπήκαν μπροστά, και ο πρωτότοκος Ισραήλ πήγε πίσω;
Ναι. Έτσι είναι. Οι Ασσύριοι θα γίνουν πρώτοι, επειδή αυτοί πρώτοι με τους μάγους τους προσκύνησαν τον Κύριο. Πίσω τους οι Αιγύπτιοι, που τον δέχθηκαν όταν κατέφυγε στα μέρη τους για ν’ αποφύγη την επιβουλή του Ηρώδη.
Τρίτος και τελευταίος ο Ισραηλιτικός λαός, που γνώρισε τον Κύριο από τους αποστόλους, μετά τη βάπτισί του στον Ιορδάνη.
Τί άλλο μένει να πω;
Δημιουργό και φάτνη βλέπω... Βρέφος και σπάργανα... Λεχώνα παρθένο, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή... Ανέχεια πολλή...

Είδες όμως τί πλούτος μέσα στη μεγάλη φτώχεια;
Ο πλούσιος πτώχευσε για χάρι μας.
Δεν έχει ούτε κρεββάτι ούτε στρώμα. Μέσα σε φάτνη ταπεινή τον έχουν αποθέσει...
Ω φτώχεια, πλούτου πηγή!
Ω πλούτε αμέτρητε, κρυμμένε μες στη φτώχεια!
Μέσα στη φάτνη κείτεσαι, και την οικουμένη σαλεύεις.
Μέσα σε σπάργανα τυλίγεσαι, και σπας τα δεσμά της αμαρτίας.
Λέξι ακόμη δεν άρθρωσες, και δίδαξες τους μάγους τη θεογνωσία.

«Τί είπω ή τί λαλήσω;»
Να βρέφος σπαργανωμένο.
Να η Μαρία, μητέρα και παρθένος μαζί.
Να ο Ιωσήφ, πατέρας τάχα του παιδιού.
Εκείνη η γυναίκα, αυτός ο άνδρας. Νόμιμες οι ονομασίες, αλλά χωρίς περιεχόμενο.
Ο Ιωσήφ μνηστεύθηκε μόνο την Μαρία, και το Άγιο Πνεύμα την επεσκίασε. Έτσι, γεμάτος απορία, δεν ήξερε τι να υποθέση για το βρέφος:
Να πη πως ήταν καρπός μοιχείας δεν τολμούσε. Να προφέρη λόγο βλάσφημο κατά της Παρθένου δεν μπορούσε. Ούτε πάλι δεχόταν το παιδί σαν δικό του, γιατί του ήταν άγνωστο το πώς και από ποιον γεννήθηκε.
Αλλά να που πάνω στη σύγχυσί του παίρνει απάντησι από τον ουρανό, με τη φωνή του αγγέλου: «Μη φοβού, Ιωσήφ. το γαρ γεννώμενον εξ αυτής εκ Πνεύματός εστιν αγίου» (Ματθ. 1, 20).
Και φανέρωσε έτσι σ’ εκείνον και σε μας ότι το Άγιο Πνεύμα επεσκίασε την Παρθένο.
Γιατί όμως ο Χριστός θέλησε να γεννηθή από παρθένο αφήνοντας αβλαβή την παρθενία της;
Να γιατί:
Κάποτε ο διάβολος εξαπάτησε την παρθένο Εύα.
Τώρα ο άγγελος έφερε το λυτρωτικό μήνυμα στην παρθένο Μαριάμ.
Κάποτε η Εύα ξεστόμισε λόγο που έγινε αιτία θανάτου. Τώρα η Μαρία γέννησε τον Λόγο που έγινε αιτία αιώνιας ζωής.
Ο λόγος της Εύας έδειξε το δέντρο που έβγαλε τον Αδάμ από τον παράδεισο.
Ο Λόγος της Μαρίας έδειξε τον Σταυρό που έβαλε τον Αδάμ πάλι στον παράδεισο.

Σ’ αυτόν λοιπόν τον Λόγο του Θεού και Υιό της Παρθένου, που άνοιξε δρόμο μέσα σε τόπο αδιάβατο, ας αναπέμψουμε δοξολογία «συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων Αμήν».


ΠΗΓΗ:
Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
“ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ”
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2000

(Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου)

Ο Χριστός γεννάται, ας τον δοξάσετε·

ο Χριστός έρχεται από τους ουρανούς, προϋπαντήστε τον·

ο Χριστός βρίσκεται στη γη,υψωθείτε.

«Δοξολογήστε τον Κύριο, όλη η γη· και, για να τα πω και τα δύο με μία λέξη, ας ευφρανθούν οι ουρανοί και ας νιώσει αγαλλίαση η γη για τον ουράνιο ο οποίος έγινε επίγειος.

Ο Χριστός σαρκώθηκε, νιώστε αγαλλίαση από χαρά και τρόμο. Από τρόμο εξαιτίας της αμαρτίας· από χαρά εξαιτίας της ελπίδας.

Ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο. Γυναίκες·, παραμένετε παρθένοι για να γίνετε μητέρες του Χριστού. Ποιός δεν αποδίδει λατρεία σ’ εκείνον που υπήρχε απ’ την αρχή; Ποιός δεν δοξολογεί εκείνον που εμφανίστηκε τώρα τελευταία;

Πάλι διαλύεται το σκοτάδι, πάλι εμφανίζεται το φως. Πάλι η Αίγυπτος τιμωρείται με σκοτάδι, πάλι ο ισραηλιτικός λαός φωτίζεται με στηλη πυρός. Ο λαός, ο οποίος κάθεται στο σκοτάδι ας δει το λαμπρό φως της κατανοήσεως των θείων μυστηρίων. «Τα παλαιά έχουν περάσει· όλα έχουν γίνει νέα». Το γράμμα υποχωρεί ενώ το πνεύμα αναδεικνύεται. Οι σκιές απομακρύνονται και έρχεται στη θέση τους η αλήθεια. Ο τύπος του Μελχισεδέκ εκπληρώνεται.

 Ο αμήτωρ γίνεται απάτωρ. Ήταν αμήτωρ προηγουμένως και τώρα γίνεται απάτωρ. Οι φυσικοί νόμοι καταλύονται. Ο ουράνιος κόσμος πρέπει να συμπληρωθεί.

Ο Χριστός διατάζει, ας μην αντιστεκόμαστε. «Όλοι οι λαοί χειροκροτείστε» επειδή γεννήθηκε σε μας παιδί, μας δόθηκε υιός, στους ώμους του οποίου βρίσκεται η εξουσία (διότι εξυψώνεται μαζί με το σταυρό) και ονομάζεται «αγγελιαφόρος μεγάλης θελήσεως» (της θελήσεως του Πατέρα). Ο Ιωάννης θα βροντοφωνήσει: «ετοιμάστε το δρόμο του Κυρίου»!

Και εγώ θα διαλαλήσω τη σημασία της ημέρας:

Ο άσαρκος παίρνει σάρκα.

Ο Λόγος ενώνεται με την ύλη.

Ο αόρατος γίνεται ορατός.

Εκείνος τον οποίον δεν μπορούσε να αγγίσει κανείς, μπορεί να ψηλαφηθεί.

Ο άχρονος αποκτά αρχή.

Ο Υιός του Θεού γίνεται Υιός ανθρώπου, «ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος ήταν χθες, είναι σήμερα και θα παραμείνει ο ίδιος στους αιώνες».

Οι Ιουδαίοι ας σκανδαλίζονται. Οι Ελληνες ας ειρωνεύονται και οι αιρετικοί ας κουραζονται με τις φλυαρίες τους. Θα τον πιστέψουν, όταν θα τον δουν να ανέρχεται στον ουρανό. Και αν όχι τοτε, οπωσδήποτε όταν θα τον δουν να έρχεται από τους ουρανους και να κάθεται ως κριτής.

Αυτά όμως αργότερα. Σήμερα η πανήγυρις είναι τα Θεοφάνια, δηλαδή η Γέννηση. Διότι λέγονται και τα δύο, επειδή για ένα και το αυτό πράγμα υπάρχουν δύο ονόματα. Διότι ο Θεός φανερώθηκε στους ανθρώπους με τη γέννηση.

Και υπήρχε μεν πριν, και υπήρχε πάντοτε, προερχόμενος από αυτόν που πάντοτε υπήρχε, πάνω από κάθε αιτία και λογική (επειδή δεν υπήρχε λόγος ανώτερος από το Λόγο), αλλά μετά πήρε σώμα για χάρη μας, για να μας χαρίσει την ευτυχισμένη ύπαρξη, εκείνος ο οποίος μας έδωσε την ύπαρξη, ή, καλύτερα, για να μας επαναφέρει με τη σάρκωσή του στην ευτυχισμένη ύπαρξη από την οποίαν είχαμε απομακρυνθεί εξαιτίας της κακίας μας. Και στην μεν εμφάνιση δίνεται το όνομα Θεοφάνια, στη γέννηση, Γενέθλια.

Αυτό είναι για μας το νόημα της πανηγύρεως και αυτό εορτάζουμε σήμερα: Τον ερχομό του Θεού στους ανθρώπους, για να έλθουμε να μείνουμε κοντά στο Θεό, ή για να επανέλθουμε (διότι έτσι νομίζω ότι είναι σωστότερο να λεχθεί), για να ενδυθούμε τον νέον άνθρωπο, αφού εγκαταλείψουμε τον παλαιό. Και όπως έχουμε πεθάνει μαζί με τον Αδάμ, έτσι ας ζήσουμε μαζί με τον Χριστό.

Ας γεννηθούμε μαζί του, ας συσταυρωθούμε και ας ταφούμε μαζί του, για ν’ αναστηθούμε με την ανάστασή του. Διότι πρέπει να υπομείνω την αντίστροφη πορεία, η οποία οδηγεί στο αγαθό. Και όπως από τα πιο ευχάριστα ήλθαν τα δυσάρεστα, έτσι και από τα δυσάρεστα να επανέλθουν τα πιο ευχάριστα. «Διότι εκεί που αυξήθηκε σημαντικά η αμαρτία, εκεί δόθηκε πλουσιοπάροχα και η χάρη». Και αν η γεύση έφερε την καταδίκη, δεν δικαίωσε, περισσότερο το πάθος του Χριστού;

Ας εορτάσουμε επομένως όχι με δημόσιες πανηγύρεις, αλλά με τρόπο θεϊκό. Όχι με τρόπο κοσμικό, αλλά με τρόπο υπερκόσμιο.

Όχι τα δικά μας, αλλά περισσότερο τα του Κυρίου. Όχι τα σχετικά με την ασθένεια, αλλά τα σχετικά με τη θεραπεία. Όχι τα της δημιουργίας, αλλά τα της αναδημιουργίας.

Αλλά πώς θα γίνει αυτό; Μη στολίσουμε τα προπύλαια, μη δημιουργήσουμε χορούς, μη στολίσουμε τους δρόμους, μη χορτάσουμε τα μάτια μας, μη τέρψουμε την ακοη μας με μελωδίες, μην κάνουμε θηλυπρεπή την όσφρησή μας, μη διαφθείρουμε τη γεύση μας, μην επιτρέψουμε στην αφή να ευχαριστηθεί, στις εύκολες αυτές εισόδους της αμαρτίας, ας μην δείξουμε αδυναμία σε ένδυμα μαλακό και πλούσιο, του οποίου το κυριότερο χαρακτηριστικό είναι ότι είναι αχρηστο, ας μη φορτωθούμε με πολυτιμους λίθους και με αστραφτερό χρυσάφι, ας μη μεταχειριστουμε βαψίματα, τα οποια κάνουν ψεύτικο το φυσικό κάλλος και τα οποία έχουν εφευρεθεί για να καταστρέψουν την εικόνα. ...

ΠΤΩΧΕΙΑ

Ο Αδάμ ήταν γυμνός στην Εδέμ. Η πτωχεία συνεπώς είναι παραδείσια κατάσταση. Ο Αδάμ ήταν τόσο φτωχός όσο φτωχικά είναι τα ζώα – ήταν φτωχός σαν τον Άγιο Φραγκίσκο και σαν τον Χριστό.

Μετά την πτώση ο άνθρωπος δεν μπορούσε να είναι πλέον γυμνός, αλλά το μοναχικό ένδυμα είναι το πλησιέστερο στην παραδείσια γυμνότητα.

Η πτωχεία είναι επίσης αλήθεια, ενώ τα πλούτη μασκάρεμα. Φοράμε ρούχα για να καλύψουμε τον εαυτό μας και να κρύψουμε την εσώτερη γυμνότητά μας. Ο πλούτος και η ψευτιά είναι πράγματα συνώνυμα.

Τα πλούτη παραποιούν τα πράγματα. Ένα πλούσιο φόρεμα, ένα πλούσιο σπίτι νοθεύουν την πρωτογενή αυθεντικότητα των υλικών· αποκρύπτουν τη φυσική γυμνότητα των πραγμάτων, εξαπατούν.

Υπάρχει όμως ένα μεγαλείο στα φτωχά πράγματα, το μεγαλείο αυτού που είναι αληθινό. Κάτι πλούσιο είναι πάντοτε λιγότερο αληθινό από κάτι φτωχό. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Thoreau έχει πει πως είναι σημαντικό για κάποιον να είναι ικανός να βγαίνει έξω φορώντας μπαλωμένο παντελόνι. Το μεγαλείο των φτωχών πραγμάτων από πηλό και άχυρο, οι ξύλινες χειροτεχνίες ή το κοινό ξύλο, το άγριο, το τραχύ, το ακατέργαστο, αυτή είναι η γυμνότητα της ύλης. Είναι σαν το μεγαλείο του γυμνού κορμιού. Αυτού του είδους τα πράγματα έχουν το ίδιο απλό μεγαλείο που έχουν και τα έργα τέχνης, την υφή και το χρώμα.

Αν ο άνθρωπος δεν είχε χάσει την αθωότητά του, θα μπορούσε να βγαίνει στον δρόμο γυμνός. Η μόνη περιούσια του Αγίου Φραγκίσκου ήταν ένα ζευγάρι σανδάλια, μια τσάντα και ένα ζωνάρι (και κάποιες φορές παρατούσε ακόμη κι αυτά).

Η απατηλότητα του πλούτου έγκειται στη σύγχυση μεταξύ αυτού που έχουμε και αυτού που είμαστε. Νομίζουμε ότι είμαστε κάτι παραπάνω επειδή έχουμε κάτι παραπάνω. Αγοράζουμε ένα αμάξι και νομίζουμε πως αυτό το αμάξι έγινε τμήμα του εαυτού μας, σαν ένα επιπρόσθετο άκρο του κορμιού μας. Γι’αυτό και ο Άγιος Αυγουστίνος έχει πει πως το να χάνει κανείς τα πλούτη του είναι σαν να χάνει ένα μέλος του σώματός του. Και αν κάποιος θαυμάζει το αυτοκίνητό μας, εμείς νιώθουμε ότι θαυμάζει εμάς. Σκεφτόμαστε τα πράγματα που κατέχουμε ως μέρος του εαυτού μας, σαν ένα ασπόνδυλο με ένα κέλυφος που δεν του ανήκει. Γι’αυτό η ιδιοκτησία είναι μια νόθευση του εαυτού μας.

Ο πλούσιος άνθρωπος νομίζει πως είναι ό,τι έχει. Επιδεικνύει τα αποκτήματά του προκειμένου να γίνει ο ίδιος αντικείμενο θαυμασμού, σαν αυτά να ήταν αυτός. Θέλει να αξιολογείται με βάση αυτά που έχει και όχι με βάση αυτό που είναι. Ο Λατίνος ποιητής Προπέρτιος είδε την αληθινή αξία της πτωχείας, όταν καυχήθηκε ότι κέρδισε ένα κορίτσι με τα ποιήματά του και όχι με την περιουσία του.

Τα πλούτη είναι μια απάτη. Όποιος πιστεύει ότι κατέχει με συμβολαιογραφική πράξη ένα μεράδι αυτού του πλανήτη, είναι τόσο τρελός, όσο και εκείνοι οι Αμερικάνοι που προβάλλουν αξιώσεις εποίκησης της σελήνης, επειδή κάποιοι επιτήδειοι τους πούλησαν τίτλους ιδιοκτησίας. Ένα δάσος ή ένα λιβάδι δεν ανήκει σ’αυτόν  που έχει τίτλο ιδιοκτησίας του, αλλά στα πουλιά και τα ζώα που το χαίρονται, στο ζευγάρι εκείνο των ερωτευμένων που κάνει εκεί τον περίπατό του, ή στον ερημίτη που το κατοικεί. Αυτός που έχει τίτλο ιδιοκτησίας κατέχει μόνο ένα επίσημο χάρτινο ξέφτι, παραμορφωμένο από τις αποκρουστικές νομικές διατυπώσεις που κουβαλά.

Είμαστε κάτοχοι όλης της φύσης και όλης της γης και όλων των χωρών και του έναστρου ουρανού. Όμως τα χάνουμε όλα αυτά, αν περιορίσουμε την αίσθηση ιδιοκτησίας μας σε έναν αριθμό στρεμμάτων γης. Μπορούμε να κατέχουμε το σύμπαν ολόκληρο μόνο με το να είμαστε φτωχοί, όπως τα πουλιά που, μολονότι είναι φτωχά, έχουν στην κατοχή τους τον ουρανό, και όπως τα ψάρια που, μολονότι φτωχά και αυτά, έχουν στην κατοχή τους τη θάλασσα, και όπως ο Άγιος Φραγκίσκος που ήταν κάτοχος όλων των πραγμάτων. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Άγιος αυτός αποκαλούσε την πτωχεία «μεγάλο θησαυρό» («δεν είμαστε άξιοι ενός τόσο μεγάλου θησαυρού»!). Έλεγε πως η μεγαλύτερη πολυτέλεια είναι να κάθεσαι πάνω σε μια πέτρα και να τρως μια μπουκιά ψωμί, δίπλα στο ρυάκι και κάτω από τον γαλανό ουρανό. Οι φτωχοί πλούσιοι έχουν μόνο μία τραπεζαρία: τον τόπο όπου κάθονται να φάνε.

Είμαστε παιδιά του Θεού κι Εκείνος είναι Κύριος των πάντων. Ως παιδιά Του, είμαστε κι εμείς κύριοι όλου του πλούτου αυτού του κόσμου. Μας περιτριγυρίζουν πλούτη αμύθητα, και το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να απλώσουμε τα χέρια μας και να τα φτάσουμε. Μια χούφτα καθαρού νερού που δραπετεύει από τις χαραμάδες της παλάμης μου, δεν είναι μικρότερης αξίας από μια χούφτα διαμάντια. Του δίνουμε μικρότερη αξία μόνο επειδή υπάρχει σε αφθονία μέσα στη φύση. Ένα χρυσόψαρο στη λίμνη, ένα σμαραγδένιο βατραχάκι, ένα γυαλιστερό βότσαλο, ένα ξερόκλαδο που επιπλέει στο νερό – όλα αυτά είναι θησαυροί, έστω κι αν δεν πρόκειται ποτέ να επινοήσει κανείς γι’αυτά χρηματικό κοστολόγιο.

Όποιος αγοράζει έναν αγρό και βάζει ολόγυρά του φράχτη, χάνει την υπόλοιπη φύση και καθετί άλλο. Η πτωχεία των χριστιανών δεν σημαίνει ιδιοκτησία λίγων πραγμάτων, αλλά μηδενική ιδιοκτησία, ολοκληρωτική πενία, προκειμένου να κερδηθούν τα πάντα. Δεν περιορίζουμε τον εαυτό μας στη νόμιμη ιδιοκτησία κάποιων πραγμάτων, που κατοχυρώνεται από ένα χάρτινο ξέφτι. Διότι, τί είναι περισσότερο δικό μας από τον αέρα, τον ήλιο, τη γη, τον ουρανό και τη θάλασσα;

Και η πτωχεία είναι επίσης μια αρετή της Τριάδας, επειδή η ζωή του Θεού είναι κοινοτική, και καθένα από τα τρία θεία Πρόσωπα δίνει ολοκληρωτικά τον εαυτό Του στους άλλους. Στην Τριάδα δεν υπάρχει «δικό μου» και «δικό σου», παρότι υπάρχει «Εγώ» και «Εσύ».

Τα πλούτη είναι απατηλά και για έναν ακόμη λόγο: διότι σε κάνουν να πιστεύεις πως τα υλικά πράγματα μπορούν να εγκολπωθούν από μια πνευματική οντότητα σαν τη ψυχή. Στη Νικαράγουα είχαμε έναν δικτάτορα που δεν μπορούσε να χορτάσει τη βουλιμία του για γη. Άρπαζε ολοένα και περισσότερη γη, μα δεν ικανοποιούνταν ποτέ, επειδή, παρότι κράδαινε τίτλους ιδιοκτησίας, η γη δεν γινόταν δική του· κι όσο περισσότερα στρέμματα άρπαζε, τόσο παρέμενε φτωχός όπως πριν – κι έτσι συνέχιζε να θέλει κι άλλα, κι άλλα. Τα καταπράσινα λιβάδια με τις αγελάδες, τα δέντρα και τα ρυάκια που φιδογλιστρούσαν στα σπλάχνα τους, παρέμεναν το ίδιο ελεύθερα με πριν. Είχε τους τίτλους ιδιοκτησίας της γης, αλλά η γη δεν ήταν δική του. Οποιοσδήποτε βάδιζε πάνω της και απολάμβανε τη θέα, ή ψάρευε στο ποταμάκι κι ύστερα έφευγε χωρίς να αξιώνει τίποτα άλλο, ήτανε κάτοχος της γης, έστω κι αν ήταν ένας άνθρωπος δίχως τίτλους ιδιοκτησίας στα χέρια του.

Μόνο όταν δεν αξιώνουμε τίποτα, μόνο όταν παραιτούμαστε από τα πάντα, μπορούμε να τα κατέχουμε όλα. Γι’αυτό και ο απόστολος Παύλος λέει όποιος έχει κάτι πρέπει να συμπεριφέρεται σαν να μην έχει τίποτα, και όποιος αγοράζει κάτι πρέπει να φέρεται σαν να μην αγόρασε τίποτα, και όποιος παντρεύεται πρέπει να συμπεριφέρεται σαν να μην κατέχει κανέναν.

(από το βιβλίο, Αγάπη χαραμάδα της αιωνιότητας, του Ερνέστο Καρντενάλ)

«Κάθε πραγματική προσευχή είναι μάχη με τον θάνατο και άρνηση του θανάτου.

Και κάθε πραγματική προσευχή είναι μάχη για τη ζωή και κατοχύρωση της ζωής.
Ποια είναι η πραγματική προσευχή;
Εκείνη που σε κάνει πιο δυνατό από τον θάνατο,
με την οποία φέρνεις τη νίκη επάνω στον φόβο και την ανατριχίλα του θανάτου.
Όταν σηκώνεσαι από την προσευχή και κοιτάζοντας τον εαυτό σου αισθανθείς τον ίδιο φόβο από τον θάνατο όπως και πριν,
τότε να ξέρεις, ότι η προσευχή σου δεν ήταν πραγματική.

Ενώ όταν σηκώνεσαι από την προσευχή και κοιτάζοντας τον εαυτό σου αισθανθείς την αδιαφορία για τον θάνατο,
τότε να ξέρεις ότι η προσευχή σου ήταν πραγματική.

Πριν από τη σταύρωσή του, ο Χριστός είχε ήδη μια φορά νικήσει τον θάνατο.
Τούτο έγινε στην προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή.
Η προσευχή της Γεθσημανή είναι το μοναδικό δείγμα τέλειας μαχητικής και νικηφόρας προσευχής,
που Εκείνος το έχει δείξει στην ανθρωπότητα και μας το άφησε ενέχυρο».

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Στοχασμοί περί καλού και κακού,
Μετάφραση από τα Σερβικά: Σβετλάνα Πέτσιν, Ηλίας Σαραγούδας, Νεφέλη Σαραγούδα Πέτσιν,
Εκδόσεις Εν πλω, Αθήνα 2007, Β΄έκδοση, σ. 192-193.

Ο Άγιος Ελευθερίος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τον 2ο αι. από πλούσιους γονείς. Ο πατέρας του ήταν ύπατος της Ρώμης. Η μητέρα του Ανθία έγινε χριστιανή ακούοντας το κήρυγμα από μαθητές του Απ. Παύλου. Αυτή ανέλαβε και το βάρος της ανατροφής του μικρού Ελευθέριου μετά το θάνατο του πατέρα που συνέβη λίγο καιρό μετά τη γέννηση του. Η Ανθία του έδωσε χριστιανική ανατροφή και τον συνέδεσε με τον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο (155-166). Ο επίσκοπος βλέποντας την θερμουργό πίστη και την ενάρετη ζωή του εφήβου Ελευθέριου τον χειροτόνησε διάκονο στα 15 του χρόνια. Στη ηλικία των 17 ετών χειροτόνησε σε πρεσβύτερο τον αφοσιωμένο στην αποστολή του Ελευθέριο και στην ηλικία των 20 ετών του ανέθεσε τον επισκοπικό θρόνο της περιοχής του Ιλλυρικού, σημερινής Αλβανίας με έδρα την Αυλώνα.

Μα χειροτονήθηκε τόσο μικρός; Στο ερώτημα δίνει απάντηση ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης… Γράφει σε υποσημείωση του Συναξαριστού του. « Ας μη θαυμάζει κανείς ότι αυτός ο άγιος χειροτονήθηκε σε ηλικία αντίθετη με τους ιερούς κανόνες της 6ης Οικ. Συνόδου και της τοπικής Συνόδου της Νεοκαισαρείας, οι οποίοι ορίζουν ότι ο διάκονος χειροτονείται στη ηλικία των 25 χρόνων, ο πρεσβύτερος στα 30 και ο επίσκοπος πάνω από 30. Αυτό έγινε γιατί ο άγιος Ελευθέριος έζησε πριν ακόμη γίνουν οι παραπάνω κανόνες, οι οποίοι έγιναν αργότερα».

Η χειροτονία του αγίου Ελευθερίου, όπως γράφει κάποιος βιογράφος του, έγινε « κατ’ οικονομίαν» Θεού, λόγω των μεγάλων αρετών και της σοφίας του με την οποία προσείλκυε στον Χριστό τους ειδωλολάτρες. Η γλυκύτητα του λόγου του, που επιβεβαιωνόταν με τα πολλά θαύματα του, έκανε αυτούς που βρίσκονταν στην πλάνη να ασπαστούν την χριστιανική αλήθεια.

Ο εχθρός όμως της σωτηρίας μας διάβολος άρχισε τον πόλεμο εναντίον του. Τότε ο διώκτης αυτοκράτορας Αδριανός έμαθε τη δράση του αγίου στην Ιλλυρία και έστειλε ένα στρατηγό του, τον Φήλικα, να τον συλλάβει. Αυτός ξεκίνησε με άγριες διαθέσεις. Έφτασε στην Αυλώνα, περικύκλωσε το ναό που βρισκόταν ο άγιος και μπήκε με απόφαση να τον σύρει έξω με τη βία. Γοητεύτηκε όμως από τη διδασκαλία του αγίου. Το άγριο βλέμμα του ημέρεψε. Ο λύκος έγινε πρόβατο. Ο διώκτης έγινε μαθητής. Πίστεψε στον Χριστό και βαπτίστηκε. Ο στρατηγός Φήλικας ξεχνά την εντολή του αυτοκράτορα. Ο άγιος όμως Ελευθέριος αφού τον προετοίμασε τον διέταξε να εκτελέσει τη διαταγή του αυτοκράτορα για να μή « ζημιωθεί του μαρτυρίου τον στέφανον».

Μετά από λίγες μέρες έφτασαν στη Ρώμη και ο άγιος παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα. Κατά τη συνήθειά του ο διώκτης στη αρχή κολάκευσε τον άγιο, του υποσχέθηκε πλούτο, δόξα και τιμές και μετά τον απείλησε με τα φοβερά μαρτύρια που θα ακολουθούσαν αν δεν θυσίαζε στος Θεούς. Όπως ήταν φυσικό ο άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη και παρουσίασε την ανοησία της ειδωλολατρικής θρησκείας.

Ο Αδριανός τον υπέβαλε στα παρακάτω βασανιστήρια.

α. Τον έβαλε σε πυρακτωμένο κρεβάτι για να ψηθεί. Ο Θεός όμως έστειλε δροσία στον γενναίο ομολογητή και ανακούφισε τους πόνους του. Όταν διέταξε ο αυτοκράτορας να πάρουν τον άγιο από το κρεβάτι, νομίζοντας τον νεκρό, ο ίδιος σηκώθηκε και έψαλλε το « Υψώσω σε, ο Θεός μου, ο βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομα σου…». Ανέφερε δε στον τύραννο ότι η σωτηρία του έγινε από τον μόνο αληθινό Θεό και όχι από τους δικούς του ψεύτικους Θεούς.

β. Τον τοποθέτησε σε ειδικό μεγάλο τηγάνι που είχαν για τον βασανισμό των χριστιανών. Αφού έκαψε το λάδι έβαλαν τον άγιο μέσα σ’ αυτό. Πάλι όμως θαυματούργησε ο Θεός. Έσβησε τη φωτιά και κρύωσε το λάδι δροσίζοντας με τη θεία Χάρη του τον άγιο.

γ. Μεγάλος λέβητας (καζάνι) με λίπος, κερί και πίσσα. Αφού με δυνατή φωτιά κόχλαζαν τα υλικά έριξαν μέσα τον μάρτυρα του Χριστού, ο οποίος έμεινε εντελώς ανέπαφος ελέγχοντας τον αυτοκράτορα ότι είναι σάν τους λύκους της Αραβίας που καταδιώκουν τα ήμερα πρόβατα του Χριστού.

Τότε πλησίασε τον αυτοκράτορα ο έπαρχος της Ρώμης Κορέμων, άνθρωπος σκληρόκαρδος, πολυμήχανος και ευφάνταστος στο να βρίσκει βασανιστήρια και του είπε ότι θα πείσει τον Ελευθέριο να αρνηθεί την πίστη του. Κατασκεύασε μια κάμινο με μυτερά σουβλιά για να ρίξει μέσα τον προσευχόμενο αθλητή του Χριστού που παρακαλούσε να αξιώσει τους διώκτες του να αφήσουν το ψέμα της ειδωλολατρίας και να γνωρίσουν την αλήθεια. Και ο Θεός άκουσε τη δέησή του. Συνέβη και πάλι το θαύμα του Χριστού όπως προηγουμένως στον Φίληκα.

Ο Κορέμων φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Πλησίασε τον αυτοκράτορα και του είπε: Τί κακό έκανε ο Ελευθέριος και τον καταδίκασες σε τόσο σκληρό θάνατο; Ο αυτοκράτορας έμεινε έκπληκτος και οργισμένος διέταξε να βάλουν μέσα στο καμίνι με τα καρφιά τον Κορέμωνα, ο οποίος φώναξε στον άγιο να τον βοηθήσει με την προσευχή του. Ο Κορέμων μπήκε και βγήκε μέσα στον κλίβανο χωρίς να πάθει τίποτε. Ο αυτοκράτορας βλέποντας την ήττα των θεών του διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό του. Έτσι με λίγο κόπο και σε μια στιγμή ο έπαρχος της Ρώμης κέρδισε την αιώνια ζωή με το βάπτισμα του μαρτυρίου.

Μετά μπήκε στον πυρακτωμένο κλίβανο ο ιερομάρτυρας Ελευθέριος. Πάλι η χάρη και η δύναμη του Θεού θαυματούργησε. Η φωτιά έσβησε και τα σουβλερά καρφιά λύγισαν ώστε να μη βλάψουν το σώμα του. Ο λαός που παρακολουθούσε φώναζε δυνατά: «μέγας ο Θεός των χριστιανών» ο αυτοκράτορας όμως έμεινε ψυχικά τυφλός.

δ. Ο άγιος στη φυλακή. Ο αυτοκράτορας διέταξε να φυλακιστεί ο άγιος στις σκοτεινές φυλακές της Ρώμης για να πεθάνει από την πείνα. Εκεί ο Θεός έστελλε τροφή στο άγιο με ένα περιστέρι.

ε. Δεμένος σε ατίθασσα άλογα. Αφού δεν πέθανε στη φυλακή από πείνα, όπως περίμενε ο αυτοκράτορας, έδωσε εντολή να τον δέσουν σε δυό ατίθασσα άλογα και να τα κεντρίσουν να τρέχουν δυνατά ώστε να κατακοπούν οι σάρκες του αγίου και να πεθάνει. Άγγελος Κυρίου ημέρεψε τα άλογα, έλυσε τον άγιο από τα δεσμά και τον οδήγησε σε ένα βουνό στο οποίο έμεινε προσευχόμενος. Κάθε φορά που ο άγιος έψαλλε δοξολογώντας και υμνώντας τον Κύριο μαζεύονταν τα αγρίμια του δάσους και έμενα ακίνητα και σιωπηλά σκύβοντας το κεφάλι τους δείχνοντας το σεβασμό τους.

Στ. Το μαρτυρικό τέλος του. Μερικοί κυνηγοί που είδαν τον άγιο στο βουνό το ανέφεραν στον αυτοκράτορα που έστειλε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να τον συλλάβει. Τα άγρια θηρία όρμησαν εναντίον των στρατιωτών. Ό άγιος τα διέταξε να ηρεμήσουν και να γυρίσουν στις φωλιές τους. Ακολούθησε τους στρατιώτες διδάσκοντάς τους να αρνηθούν την πλάνη τους. Μερικοί πίστεψαν.

Όταν έφτασαν στη Ρώμη ο αυτοκράτορας είχε αποφασίσει να δώσει τέλος στη ζωή του μάρτυρα. Ήθελε όμως να δώσει και θέαμα στους Ρωμαίους. «Άρτος και θεάματα» ήταν η προσφιλής τακτική της τότε εποχής. 

Οδήγησαν τον άγιο Ελευθέριο μέσα στήν αρένα και άφησαν στην αρχή μια πεινασμένη και άγρια λέαινα και μετά ένα λιοντάρι να τον κατασπαράξουν. Τα θηρία πλησίασαν σαν ήμερα ζώα τον άγιο και του φιλούσαν τα πόδια δείχνοντας την αγάπη και την συμπάθεια τους. Βλέποντας ο αυτοκράτορας τη συμπεριφορά των λιονταριών και ακούοντας την ιαχή του πλήθους «μέγας ο Θεός των χριστιανών» διέταξε τον αποκεφαλισμό του ομολογητή της πίστεως μέσα στην αρένα. Με την αποκοπή της κεφαλής έβαψε ο άγιος την αρχιερατική του στολή με το αίμα του μαρτυρίου. Ο σοφός Ελευθέριος κοσμημένος με το ιερατικό ένδυμα που έσταζε από το ποτάμι των αιμάτων του έτρεξε ευτυχισμένος στον Δεσπότη Χριστό. 

Τη σκηνή του μαρτυρίου παρακολουθούσε η μητέρα του Ανθία. Έτρεξε τότε και αγκάλιασε το άψυχο σώμα του μάρτυρα και το καταφιλούσε, «ησπάζετο το γλυκύ τέκνον, η καλώς γεννησαμένη και θρεψαμένη». Εκείνη τη στιγμή οι άσπλαχνοι δήμιοι την αποκεφάλισαν και έτσι την οδήγησαν « εις ουρανίους θαλάμους» μαζί με τον υιό της.

Στη Ελλάδα ο άγιος Ελευθέριος θεωρείται βοηθός των εγκύων γυναικών. Τους δίνει «καλή λευτεριά». Πολλές γυναίκες επικαλούνται τη βοήθεια του και ακουμπούν το εικονισματάκι του αγίου πάνω τους. Η αντίληψη αυτή αναφέρεται και σ’ ένα προσόμοιο στιχηρό της εορτής. « Των επιτόκων γυναίων Πάτερ κηδόμενος, ελευθερίαν δίδως, τω ναώ σου φοιτώσαις…» Δηλ. Φροντίζεις Πάτερ τις έγκυες γυναίκες που καταφεύγουν στο ναό σου δίνοντας του ελευθερία…

Σήμερα μαζί με τον άγιο Ελευθέριο γιορτάζουν και η μητέρα του Ανθία, ο άγιος Κορέμων αλλά και οι δύο δήμιοι που τον αποκεφάλισαν και αποκεφαλίστηκαν γιατί πίστεψαν στον Χριστό.

Ταις των σων αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς. Αμήν.

Η απίστευτη ιστορία της Κινέζας ρακοσυλλέκτριας Lou Xiaoying η οποία κατάφερε μέσα σε 40 χρόνια να σώσει και να αναθρέψει 30 εγκαταλελειμμένα μωρά!

Στην Κίνα, η βρεφοκτονία και η βρεφική εγκατάλειψη είναι σε τρομερή έξαρση λόγω των σκληρών πολιτικών μέτρων που επιτρέπουν μόνο ένα παιδί σε κάθε οικογένεια που ζει σε πόλη.
Έτσι οι Κινέζοι ωθούμενοι από τη φτώχεια και την τεράστια πολιτική πίεση αναγκάζονται να προβούν σε εγκατάλειψη μωρών εφόσον είναι τα δεύτερα της οικογένειας ή ακόμα και σε βρεφοκτονίες αν το πρώτο τους παιδί είναι κορίτσι. Νομίζουν ότι ένα αγόρι θα ανταποκριθεί καλύτερα στις οικονομικές ανάγκες της οικογένειας.
Τρομακτικά περιστατικά νεογέννητων μωρών πεταμένων σε κάδους σκουπιδιών, είναι καθημερινό φαινόμενο.

Πρόσφατα στα φώτα της δημοσιότητας ήρθε περιστατικό μικρού κοριτσιού το οποίο έφερε μαχαιριά στο λαιμό. (Ευτυχώς, στο μωρό μετά τη γενική κατακραυγή παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες και τώρα βρίσκεται σε άριστη υγεία και στο δρόμο για την υιοθεσία).

Ποιος όμως γονιός έχων σώας τα φρένας μπορεί να προβεί σε τέτοιο έγκλημα; Δύσκολο να απαντηθεί. Γεγονός όμως είναι ότι το ανάλγητο κράτος προβαίνει ακόμα και σε υποχρεωτικές εκτρώσεις, όπως στην περίπτωση νεαρής κινέζας που την υπέβαλαν σε έκτρωση μια και δεν είχε να πληρώσει το πρόστιμο (ναι, πρόστιμο για την ανθρώπινη ζωή) και ύστερα της έβαλαν για τιμωρία στο κρεβάτι της σακούλα με το εκτρωμένο έμβρυο. Παγώνει ο νους και μόνο στη σκέψη, γιαυτό και δεν θα αναρτήσουμε τις σχετικές φωτογραφίες που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο και σε κάνουν να νοιώθεις οργή και ντροπή που ανήκεις στο ανθρώπινο γένος.
Και πως μπορεί κανείς να αντισταθεί σε τόσο μεγάλες δυνάμεις;

Στον αντίποδα όλων αυτών, η υπέροχη 88χρονη πια, ρακοσυλλέκτρια Lou Xiaoying η οποία, παρέα με τον άντρα της κατάφεραν να σώσουν και να αναθρέψουν 30 μωρά χωρίς να τους πεθάνει κανένα! Πάμπτωχοι από χρήματα, πάμπλουτοι από αγάπη και ευδαιμονία!
Θέλοντας να τους προσφέρουν πραγματικά ό,τι καλύτερο μπορούσαν, φρόντισαν για την τροφή τους, το ρουχισμό τους, την ανατροφή τους αλλά και το πνεύμα τους, μεγαλώνοντας οι ίδιοι 4 από αυτά και δίνοντας τα υπόλοιπα σε άκληρους φίλους και συγγενείς ώστε να πάνε σχολείο και να ζήσουν όσο γίνεται καλύτερα.

«Πήγαινα πάντα αιφνιδιαστικά στα σπίτια των παιδιών να ελέγξω πως περνάνε και πάντα φρόντιζα τις Κυριακές να είναι μαζί μου για να βγαίνουμε βόλτα στα δάση και τη φύση, ώστε να νοιώθουν την φροντίδα, την αγάπη και την προστασία που χρειάζονταν».
Η ιστορία της Λου ξεκίνησε το 1972 στους δρόμους της πόλης Jinhua όταν είχε βγει, κατά την καθημερινή συνήθειά της, να ψάξει για χρήσιμα αντικείμενα από τα σκουπίδια από τους κάδους. Εκεί μέσα, βρήκε πεταμένο ένα μικρό κοριτσάκι. Ο κίνδυνος αν την ανακάλυπταν θα ήταν μεγάλος, λέει η ίδια σε συνέντευξή της, στην κινέζικη εφημερίδα Yanzhao Metro Daily:

«Δεν το σκέφθηκα ούτε στιγμή. Θα είχε πεθάνει αν δεν την είχαμε πάρει να τη φροντίσουμε. Τότε ακριβώς κατάλαβα ότι αγαπάω τα παιδιά και θα ήθελα να τους προσφέρω ό,τι καλύτερο μπορούσα! Το να τη βλέπουμε να μεγαλώνει ήταν για μας μοναδικό! Όλα αυτά τα παιδιά χρειάζονται αγάπη και φροντίδα. Είναι μοναδικά κι αξιαγάπητα ανθρώπινα όντα. Δεν το χωράει ο νους μου πως είναι δυνατόν κάποιοι να τα παρατάνε στα σκουπίδια… Η κόρη μου αυτή, είναι σήμερα 40 χρόνων κι έχει δικό της παιδί πια!»

Η καταπληκτική αυτή γιαγιά νοσηλεύεται σήμερα σε νοσοκομείο λόγω νεφρικής ανεπάρκειας, όπου την φροντίζουν και την περιβάλλουν όλα της τα παιδιά και αναπολεί:
«τον πιο μικρό μου γιο, τον Ζανγκ Γκιλιν που είναι σήμερα μόλις 7 χρονών, τον βρήκα πεταμένο σε έναν κάδο σκουπιδιών. Ήμουν τότε 82 χρονών. Πάρα πολύ μεγάλη για να αναθρέψω ένα ακόμη παιδί. Όμως δεν μπορούσα με τίποτε να τον αφήσω στο έλεος του Θεού. Τον κοίταζα και μου χαμογελούσε. Ήταν τόσο γλυκός! Ηταν αδύνατο να μην τον φροντίσω! Τον πήρα λοιπόν στο σπίτι μας στην εξοχή (σ.σ. μια παράγκα που μπάζει από παντού, μέσα σε ένα δάσος) και τον φρόντισα και τον περιέθαλψα. Του έδωσα το όνομα Ζανγκ Γκιλιν που σημαίνει Σπάνιος και Πολύτιμος! Με βοήθησαν και τα μεγαλύτερα παιδιά μου στην ανατροφή του. Τώρα πια είναι ένας απόλυτα υγιής και χαρούμενος νεαρός! Ξέρω πως οι μέρες μου ίσως δεν είναι πολλές. Θα ήθελα όμως πριν φύγω να τον δω κι αυτόν να πηγαίνει στο σχολείο.»

Η Λου εκτός των υπολοίπων 30 παιδιών της έχει και μία βιολογική κόρη η οποία έχει εμπνευσθεί από τη μητέρα της και έχει αφιερώσει τη ζωή της στην αναζήτηση και την υποστήριξη εγκαταλελειμμένων παιδιών. Η ιστορία τους έχει ευαισθητοποιήσει ολόκληρη την Κίνα των χιλιάδων εγκαταλελειμμένων παιδιών, και το έργο της έχει βρει παντού επώνυμους και ανώνυμους μιμητές.

Η Λου έχει αποκτήσει δίκαια το προσωνύμιο «Επίγειος Άγγελος» και αποτελεί τη ζωντανή απόδειξη ότι δεν χρειάζεται να έχεις τίποτα απολύτως για να δώσεις αγάπη και φροντίδα. Κι ακόμα μεγαλύτερη απόδειξη ότι ο καθένας μας, από όποια θέση κι αν βρίσκεται μπορεί να γίνει διάβολος ή άγγελος.

Δική μας επιλογή.

Εσύ… Εσύ με γνωρίζεις πιο καλά από όλους… πιο καλά από  μένα… Εσύ με ξέρεις απόλυτα γιατί Εσύ με δημιούργησες…

Εσύ με αγαπάς πιο πολύ από όλους… πιο πολύ από μένα… Εσύ με αγαπάς ανιδιοτελώς… γιατί Εσύ είσαι η ΑΓΑΠΗ.

Εσύ με συγχωρείς πιο εύκολα από όλους… πιο εύκολα από μένα… Γιατί Εσύ είσαι η ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ.

Εσύ φροντίζεις για μένα πιο πολύ από όλους… πιο πολύ από μένα… Γιατί Εσύ είσαι η ΠΡΟΝΟΙΑ.

Εσύ με παιδαγωγείς πιο πολύ και πιο σοφά από όλους… Εσύ με καθοδηγείς… Γιατί Εσύ είσαι το ΦΩΣ.

Εσύ με παρηγορείς… Εσύ με ανακουφίζεις… Εσύ με αναπαύεις… Γιατί Εσύ είσαι το ΛΙΜΑΝΙ.

Εσύ με ενθαρρύνεις… Εσύ με δυναμώνεις… γιατί Εσύ είσαι ο ΝΙΚΗΤΗΣ.

Εσύ με γλυκαίνεις… Γιατί Εσύ είσαι η ΧΑΡΗ.

Εσύ με φωτίζεις… Γιατί εσύ είσαι ο ΦΑΡΟΣ.

ΟΛΑ ΕΣΥ για μένα… Σε ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!!!

Εγώ σε απογοητεύω… Εγώ σε στενοχωρώ… εγώ Σε εκνευρίζω… Εγώ Σε κουράζω… Εγώ Σε θλίβω… εγώ όλο πέφτω…

Εγώ Σε χρειάζομαι… Εγώ Σε έχω ανάγκη… Εγώ Σε αναζητώ… κάθε στιγμή.

Εγώ ΣΕ ΑΓΑΠΩ!!!

Κύριε ημών Ιησού Χριστέ ελέησόν με την αμαρτωλή

Μη με αφήσεις να Σε αφήσω… ΠΟΤΕ!!!

από ψυχής… Αθανασία
(από τη συνάντηση νέων του Αγίου Σώστη)

(αναδημοσίευση από   anavaseis.blogspot.com)

Ο Άγιος Νικόλαος είναι από τους πιο γνωστούς αγίους της χριστιανοσύνης. Το όνομά του βρίσκεται στο στόμα αναρίθμητων πιστών που ζητούν τη βοήθειά του. Το όνομά του το φέρουν εκατομμύρια Χριστιανοί και πολλοί είναι οι Ναοί που είναι αφιερωμένοι σ΄αυτόν. Είναι μετά την Παναγία και τον Άγιο Γεώργιο, ο περισσότερο γνωστός σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο. Σ΄ όλη δε την Κύπρο υπάρχουν ενενήντα (90) και πλέον Ναοί αφιερωμένοι στο μεγάλο αυτό Ιεράρχη. Είναι αυτός που προστατεύει τους θαλασσινούς και όλους εκείνους που συναντούν τρικυμίες στη ζωή τους. Γι΄αυτό έχουν κτιστεί πολλές Εκκλησίες προς τιμή του. Όλη του η ζωή ήταν μια θαυμαστή ενσάρκωση της αγάπης και της φιλανθωπίας.

Το φωτινό του παράδειγμα ας προσπαθήσουμε να το μιμηθούμε. Ό Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στα Πάταρα της Λυκίας της Μικράς Ασίας γύρω στα 230 με 250 μ.Χ. Πότε ακριβώς γεννήθηκε δεν είναι γνωστό. Πάντως κατά το έτος 300 μ.Χ. την εποχή των ασεβών αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού ήταν Αρχιερέας των Μυραίων.Έζησε δε και μέχρι τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς χριστιανοί και η οικονομική τους κατάσταση ήταν πολύ καλή. Γι΄αυτό οι φωτισμένοι γονείς του, μόρφωσαν πρώτα την απαλή ψυχή του παιδιού τους με τη θρησκεία του Χριστού μας και ύστερα τον έστειλαν στο σχολείο για να μάθει γράμματα. Από μικρός ο Άγιος Νικόλαος έδειχνε την αφοσίωσή του και την αγάπη του στο Θεό, περνώντας την ημέρα του με προσευχές και νήστευε την Τετάρτη και την Παρασκευή. Ακόμα και όταν ήταν βρέφος σύμφωνα με μια παράδοση δεν ήθελε να θηλάσει Τετάρτη και Παρασκευή, παραμόνο μετά τη δύση του ηλίου.
Όταν μεγάλωσε μισούσε τις απρεπείς και τις κακές συνομιλίες και συναναστροφές των νέων. Άγαπούσε να πηγαίνει τακτικά στην Εκκλησία και να συναναστρέφεται με ήσυχους, ήρεμους και καλούς ανθρώπους. Άκουε τις συμβουλές των μεγαλυτέρων του και προσπαθούσε να τις εφαρμόζει, όπου ήταν αναγκαίες.
Έμεινε ορφανός στο άνθος της ηλικίας του και απροστάτευτος μέσα στους πολλούς κινδύνους του ειδωλολατρικού περιβάλλοντός του. Εδώ έιναι η πρώτη του νίκη. Τίποτε δεν τον παρασύρει. Την περιουσία του τη χρησιμοποιεί για έργα αγάπης και φιλανθρωπίας. Τον θαυμάζουν οι Χριστιανοί για τη σταθερότητά του και προσεύχονται στο Θεό να τον αξιώσει να υπηρετήσει την Εκκλησία.
Εκείνο τον καιρό Αρχιεπίσκοπος της Λυκίας ήταν ο θείος του. Αφού εκτίμησε τις αρετές και τη μεγάλη του πίστη τον κάλεσε στην υπηρεσία του Κυρίου και τον χειροτόνησε ιερέα της Επισκοπής.

Όταν έγινε ιερέας μοίρασε όλη την περιουσία του, που του άφησαν οι γονείς του, στους φτωχούς. Έντυσε γυμνούς και δυστυχισμένους. Δεν σπατάλησε την περιουσία στος διασκεδάσεις, ούτε σο πολυτελή ενδύματα, όπως κάνουν πολλοί νέοι της σημερινής εποχής, γιατί άκουε τον Προφιτάνακτα Δαβίδ, ο οποίος οποίος λέγει. "Πλούτος εάν ρέει, μη προστίθεσθε καρδίαν" (ψαλμός ξα΄ΙΙ).Έτσι έκανε και ο Άγιος. Δεν έδωσε προσοχή στον ρέοντα και φθαρτό πλούτο, αλλά σκόρπισε αυτό, όπως έπρεπε, για να κερδίσει άφθαρτο και αιώνια ζωή. Η απλοχεριά του έσωσε πολλούς χριστιανούς από τον κατήφορο της αμαρτίας. Ο ΄Αγιος Νικόλαος ήταν άνθρωπος των έργων και όχι των λόγων.
Οι μέρες του Αγίου περνούσαν με νηστεία, προσευχή και πολλές ελεημοσύνες.Άγρυπνα γονάτιζε και παρακαλούσε τον Χριστό να του δίνει δύναμη, υπομονή και θάρρος για να μη λυγίσει στους πειρασμούς του σατανά.
Από τις πολλές ελεημοσύνες που έκαμε ο Άγιος ακούστε μια θαυμαστή και παράδοξη.

Τον καιρό εκείνο ζούσε ένας πολύ πλούσιος άνθρωπος, ο οποίος είχε τρείς πολύ όμορφες θυγατέρες. Από φθόνο των εχθρών του ο πλούσιος έχασε όλη του την περιουσία και έφτασε σε μεγάλη φτώχεια. Βρέθηκε σε τέτοια θλιβερή και δύσκολη κατάσταση που δεν μπορούσε να ζήσει μαζί με τις τρείς του θυγατέρες . Αποφάσισε να βάλει τις θυγατέρες του σε πορνείο, για να έχουν κάποιο εισόδημα και να μπορούν να ζήσουν. Ο δε Πανάγαθος Θεός, ο γινώσκων τα κρύφια των καρδιών,θέλησε να ελευθερώσει τις τρείς εκείνες ψυχές από την κόλαση και την αμαρτία.Κατά την ίδια εκείνη μέρα, κατά την οποία φανέρωσε ο πατέρας των κοριτσιών τη βούλησή του, το έμαθε και ο Άγιος Νικόλαος. Αμέσως έβαλε σ΄ενα μανδύλι τριακόσια φλωριά, πήγε κρυφά και το έρριξε στο σπίτι του πτωχεύσαντος πλουσίου από μια θυρίδα και έφυγε αμέσως χωρίς να γίνει αντιληπτός. Δεν ήθελε να φανερωθεί σε κανένα, γιατί απέφευγε τον έπαινο των ανθρώπων και μόνον επιθυμούσε να αρέσει στο Θεό. Άκουε το Ιερό Ευαγγέλιο που έλεγε. "Σου δε ποιούντος ελεημοσύνην, μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου" (Ματθ. ΣΤ.Στίχ. 3) δηλαδή όταν κάμνεις την ελεημοσύνη, να μη το γνωρίζει κανένας.

Ο πατέρας των τριών κοριτσιών ξύπνησε το πρωϊ και είδε στο σπίτι ένα μανδήλι δεμένο και το άνοιξε αμέσως. Μόλις είδε τόσα πολλά φλωριά έμεινε εκστατικός και έτριβε τα μάτια του από χαρά, μη πιστέυοντας το γεγονός. Μέτρησε αμέσως τα φλωριά και τα βρήκε ακριβώς τριακόσια. Μεγάλη περιουσία είχε στα χέρια του,γι΄αυτό ήταν πολύ ενθουσιασμένος και χαρούμενος, αλλά ήθελε να μάθει ποίος έκαμε αυτή την καλή πράξη. Αφού δεν γνώριζε τον ευεργέτη του ευχαριστούσε και δοξολογούσε συνέχεια τον Θεό. Αμέσως φρόντησε και ενύμφευσε την μεγαλύτερη του θυγατέρα με κάποιο πλούσιο της πόλης εκείνης και της έδωσε και τα τρακόσια φλωριά σαν προίκα. Ήλπιζε δε ότι εκείνος που τον βοήθησε θα φρόντιζε να τον βοηθήσει για την προίκα και των άλλων δυο κοριτσιών.

«Οι μηχανές και τα σίδερα κάνουν κουμάντο και τον άνθρωπο.
Γι’ αυτό έγιναν και οι καρδιές των ανθρώπων σιδερένιες.
Με όλα αυτά τα μέσα που υπάρχουν, δεν καλλιεργείται η συνείδηση των ανθρώπων. Παλιότερα οι άνθρωποι δούλευαν με τα ζώα και ήταν σπλαχνικοί. Αν φόρτωνες το ζώο λίγο περισσότερο και το κακόμοιρο γονάτιζε, το λυπόσουν. Αν ήταν νηστικό και κοίταζε με παράπονο, σου ράγιζε την καρδιά. Θυμάμαι, όταν αρρώσταινε η αγελάδα μας, υποφέραμε και εμείς, γιατί την θεωρούσαμε μέλος της οικογένειάς μας.
Σήμερα οι άνθρωποι έχουν τα σίδερα και έχουν καρδιές σιδερένιες. Έσπασε ένα σίδερο, το πετάνε. Δεν το πονάνε. Σου λέει: «Σίδερο είναι!»
Δεν δουλεύει καθόλου η καρδιά. Έτσι όμως καλλιεργείται η φιλαυτία, ο εγωισμός. Δεν σκέφτεται τον άλλον σήμερα ο άνθρωπος.
Παλιά, αν έμενε το φαγητό για την άλλη μέρα, θα χαλούσε, και σκέφτονταν οι άνθρωποι και κανέναν φτωχό.
«Προκειμένου να χαλάσει, έλεγαν, ας το δώσω στον φτωχό»...

…«Μεγάλο πράγμα η δύναμη της καρδιάς!
Η καρδιά είναι σαν μία μπαταρία που συνέχεια φορτίζεται. Ούτε κουράζεται, ούτε γερνάει. Η δύναμή της δεν εξαντλείται ποτέ.
Αλλά πρέπει να δουλεύουμε την καρδιά. Γιατί κι εγώ έχω καρδιά κι εσύ έχεις καρδιά, αλλά τι το θέλεις, αν δεν την δουλεύουμε;
Αν δεν δουλεύει κανείς την καρδιά, μπορεί να είναι γίγαντας και να μην
έχει κουράγιο να κάνει τίποτα. Και άλλος μπορεί να είναι τόσος δα, αλλά, επειδή ό,τι κάνει το κάνει με την καρδιά του, δεν κουράζεται καθόλου.
Να, βλέπω κι εδώ μια αδελφή που δεν έχει αντοχή, αλλά, επειδή βάζει καρδιά σε ό,τι κάνει, δεν νιώθει κούραση. Δεν κοιτάζει να ξεφύγει την δουλειά. Κοιτάζει πώς θα αναπαύσει τον άλλον.
Το καθετί το κάνει με αγάπη, γιατί το πονάει και όχι για να την δουν οι άλλοι και να της πουν «μπράβο». Δεν έχει φιλαυτία, ανθρωπαρέσκεια, κινείται στην αφάνεια, οπότε δέχεται την Θεία Χάρη και βοηθιέται από τον Θεό».

(π. Παΐσιος)

«Όλη η δύναμή μας έγκειται στην καρδιά μας. Όταν η καρδιά είναι φως, όλος ο άνθρωπος νιώθει άνετα και ευχάριστα. Όταν η καρδιά είναι βαριά, νιώθει δυστυχισμένος.
Στην Εκκλησία, ο Θεός αγγίζει τις καρδιές μας, τις καθαρίζει με τη χάρη του και τις υποτάσσει στον «χρηστόν» ζυγό του.
Όταν η καρδιά λάμπει στο φως του Θεού, είναι έτοιμος ο άνθρωπος να κινηθεί και να εκδηλωθεί χαρωπά»…
…«Η ζωή της καρδιάς είναι η αγάπη, ενώ η κακία απέναντι στον αδελφό μας είναι ο θάνατος της καρδιάς. Ο Κύριος μας κρατά ακόμη πάνω στη γη, ώσπου η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον να διαποτίσει όλη τη καρδιά μας. Αυτό είναι που περιμένει από όλους εμάς. Άλλο προορισμό δεν έχουμε»…
… «Όταν κάνουμε την προσευχή μας, πρέπει να πηγάζει κάθε λέξη της κατευθείαν από την καρδιά και κάθε μια απ’ αυτές τις λέξεις να διατηρεί όλη τη δύναμη του περιεχομένου της. Αν αφήσουμε να εξατμιστεί η ουσία ενός φαρμάκου, το φάρμακο αυτό παύει να είναι σωτήριο για τη σωματική μας υγεία.

Έτσι και κατά την προσευχή. Αν λέμε τα λόγια της μη προσέχοντας στο ζωοποιό νόημά τους, μη νιώθοντας την αλήθεια τους στην καρδιά μας,
δεν θα αποκομίσουμε ωφέλεια από την προσευχή. Γιατί η αληθινή, η καρποφόρος προσευχή γίνεται μονάχα όταν είναι προσευχή «εν πνεύματι και αληθεία».
Τα λόγια της προσευχής αντιστοιχούν στα συστατικά στοιχεία ενός φαρμάκου. Το καθένα έχει τη δική του δύναμη και όλα μαζί αποτελούν τη θεραπευτική δόση που χρειάζεται το άρρωστο σώμα μας. Όπως οι φαρμακοποιοί φυλάνε σε κλειστό μπουκάλι ένα παρασκεύασμα ιαματικό, για να μην εξατμισθεί η δύναμή του, έτσι και εμείς πρέπει να κάνουμε με τα λόγια της προσευχής. Να φυλάμε τη δύναμή τους στον κλειστό χώρο της καρδιάς μας, για να τα προφέρουμε με όλη τη δύναμή τους άθικτα και ακέραια»…
…«Όταν προσεύχεσαι στον Κύριο, τη Θεοτόκο η τους Αγίους, να θυμάσαι πάντοτε ότι ο Θεός θα σου απαντήσει ανάλογα με τη διάθεση της καρδιάς σου. «Δώη σοι Κύριος κατά την καρδία σου». Ανάλογο με την καρδιά θα είναι και το δώρημα.
Προσεύχεσαι με πίστη, άδολα, ολόψυχα;
Το δώρημα που θα λάβεις, θα είναι σύμφωνο με την πίστη σου, θα αντιστοιχεί στη θερμότητα της καρδιάς σου.
Και, αντίθετα. Όσο πιο πολύ είναι η καρδιά σου ψυχρή, όσο πιο αδύνατα πιστεύεις, τόσο λιγότερο αποδοτική θα αποδειχθεί η προσευχή σου. Και, επιπλέον, θα λυπήσεις τον Κύριο, που είναι Πνεύμα και απαιτεί να Τον λατρεύουμε «εν πνεύματι και αληθεία»…

…«Όταν προσεύχεσαι για διάφορα προσφιλή πρόσωπα (ζώντες η κεκοιμημένους), να προφέρεις τα ονόματά τους με ολοκάρδιο θέρμη. Σε όλες τις περιπτώσεις αιτημάτων, που κάνεις, ας βγαίνει η προσευχή σου μεσ’ από τα βάθη της καρδιάς. Μ’ αυτή την προϋπόθεση, «ο εάν θέλητε, αιτήσασθε και γενήσεται υμίν».

«Κατά την ανατροφή που δίνουμε τα παιδιά μας, είναι πολύ επικίνδυνο να αναπτύσσουμε την αντίληψη και τη διάνοια, χωρίς να προσέχουμε την καρδιά. Πρέπει να έχουμε συγκεντρωμένο το ενδιαφέρον μας στην καρδιά, γιατί η καρδιά είναι ζωή, αλλά ζωή φθαρμένη από την αμαρτία.
Είναι ανάγκη να καθαρίσουμε αυτή την πηγή της ζωής, να ανάψουμε στην καρδιά τη φλόγα της ζωής, ώστε να καίει και να λάμπει αέναα, χωρίς να σβήνεται.
Η κοινωνία είναι διεφθαρμένη ακριβώς γιατί της λείπει η χριστιανική αγωγή».

(Αγ. Ιωάννης της Κροστάνδης, "Η εν Χριστώ ζωή μου")

katafigioti

lifecoaching