ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ο Άγιος Ιερώνυμος στη Σπηλιά της Βηθλεέμ

Νύχτα Χριστουγέννων.

Ένας άγιος και σοφός ασκητής προσεύχεται από ώρα γονατιστός μέσα στο άγιο Σπήλαιο, στη Βηθλεέμ.

Στο σπήλαιο, που πριν από περίπου 400 χρόνια είχε φιλοξενήσει τον νεογέννητο Χριστό μας.

Ο ασκητής δεν είναι άλλος από τον μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας μας, τον άγιο Ιερώνυμο, που κατέγραψε και τα όσα συνέβησαν εκεί.

Εκείνη τη νύχτα, ο Όσιος είχε αφήσει το ασκητήριο του, που ήταν κοντά στο άγιο Σπήλαιο, και είχε αποφασίσει να την περάσει ξάγρυπνος και προσευχόμενος μπροστά στην αγία Φάτνη.

Η καρδιά του ήταν γεμάτη ευγνωμοσύνη για τη μεγάλη δωρεά του Θεού: να έλθει ο Ίδιος στη γη, να γίνει άνθρωπος, για να μας γλυτώσει από τη δουλεία της αμαρτίας, από την τυραννία του διαβόλου και τα νύχια του θανάτου!

Απόλυτη σιωπή επικρατούσε μέσα στη νύχτα στον ιερό χώρο…

Ξαφνικά ακούστηκε να προφέρει το όνομά του μια γλυκιά φωνή:

– Ιερώνυμε!

Ξαφνιάστηκε ο Όσιος… Κοίταξε παραξενεμένος γύρω του… Τίποτε…

Δεν υπήρχε κανείς.

– Ιερώνυμε! ξανακούστηκε η φωνή…

Ναι! Ερχόταν από την αγία Φάτνη… και έκανε την καρδιά του να τρέμει συγκλονισμένη.

– Ιερώνυμε, τι δώρο θα μου κάνεις απόψε στη γιορτή μου;

Ήταν πράγματι η γλυκιά φωνή του Ιησού.

Ξέσπασε σε λυγμούς ο Άγιος:

– Ώ! Κύριε, το ξέρεις ότι για Σένα τα άφησα όλα: το παλάτι του αυτοκράτορα, τα μεγαλεία της Ρώμης, τις ανέσεις.

Η καρδιά μου, η σκέψη μου, όλα σε Σένα είναι στραμμένα!

Τι άλλο μπορώ να Σου προσφέρω; Δεν έχω τίποτε!

– Και όμως, Ιερώνυμε, έχεις κάτι ακόμα που μπορείς και πρέπει να μου το προσφέρεις…

Αυτό θα με ευχαριστήσει πιο πολύ από όλα τα άλλα, και αυτό θέλω…

Έπεσε σε συλλογή ο Όσιος… Πέρασαν λίγα λεπτά και μετά τόλμησε να ψελλίσει:

– Κύριε, δεν βρίσκω κάτι… Πες μου, τι θα μπορούσα ακόμη να Σου προσφέρω και δεν μπορώ να το σκεφτώ;

Μεσολάβησε μικρό διάστημα σιγής και η φωνή του Χριστού ξανακούστηκε:

– Ιερώνυμε, τις αμαρτίες σου θέλω. Δώσε μου τις αμαρτίες σου!

– Τις αμαρτίες μου; Τι να τις κάνεις, Κύριε, τις αμαρτίες μου;

– Θέλω τις αμαρτίες σου για να σου τις συγχωρήσω, αφού γι’ αυτό ήρθα στον κόσμο, απάντησε ο Ιησούς και επικράτησε βαθιά σιωπή.

Συγκλονισμένος ο άγιος Ιερώνυμος άφησε τα δάκρυα του, δάκρυα ευγνωμοσύνης, να πλημμυρίσουν τον ιερό χώρο όλη τη νύχτα.

Άφησε και σε μας την έμπρακτη παραγγελία, να μη λησμονούμε κάθε Χριστούγεννα το ωραιότερο δώρο προς τον Σωτήρα μας, τη μετάνοια μας για τις αμαρτίες μας.
Αυτός είναι ο καλύτερος εορτασμός της μεγάλης εορτής…

(Περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», τ. 2057)

Μυστήριο αγάπης

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Μέχρι τη σημερινή ημέρα ζήσαμε μέσα στην προσμονή της ελεύσεως του Σωτήρος κι αυτή η αναμονή έχει ήδη ευλογηθεί. Κάθε ερχομός προαναγγέλλεται, κάθε γιορτή θέλει την προετοιμασία της, βιώνεται εκ των προτέρων, και όσο πιο μακρά είναι η περίοδος αναμονής, τόσο πιο έντονη είναι η χαρά. Χαρά για την έλευση του Ηγαπημένου. Η προσμονή αυτή του Κυρίου είναι γραμμένη στα βάθη του είναι μας, της σάρκας μας, της ιστορίας μας, όλης της ανθρωπότητας. Μετά την έξωση από τον Παράδεισο, ο Αδάμ και η Εύα θρηνούν και η ανθρωπότητα ζει με τη νοσταλγία του χαμένου παραδείσου, όχι μόνο μιας ευτυχίας που δεν υπάρχει πια, αλλά κυρίως εκείνης της επικοινωνίας με το Θεό που ανήκει στο παρελθόν. Απόψε, νύχτα των Χριστουγέννων, η επικοινωνία που είχε διακοπεί αποκαθίσταται και ο κλεισμένος ουρανός είναι και πάλι ανοιχτός.

Ήδη ο προφήτης Ησαΐας οραματιζόταν τους ουρανούς να ανοίγουν: «Ω», έλεγε, «εάν άνοιγες τους ουρανούς, εάν κατέβαινες, θα έλιωναν ενώπιον του προσώπου σου τα όρη, όπως η φωτιά κατακαίει τα ξερόκλαδα!». Με πόση δύναμη το αναπολούσε, τι όνειρο, τι όραμα! Ο απερίγραπτος και ασύλληπτος Θεός, ο Θεός που δεν περιορίζεται από τίποτε, ο Ποιητής ουρανού και γης, που κατοικεί μέσα στο ανέσπερο φως, πώς θα μπορούσε να κατεβεί από τους ουρανούς; αν το έκανε, σίγουρα τα όρη θα έλιωναν μπροστά στο θέαμα, τίποτε δε θα μπορούσε να αντέξει την παρουσία του, το Πυρ της Θεότητός του, το Φως που τα μάτια δεν μπορούν ν’ αντικρίσουν! Το όραμα αυτό του Ησαΐα αποτελούσε την προσμονή των δικαίων και των αγίων της Παλαιάς Διαθήκης. Από τα βάθη της ταλαιπωρίας και της μοναξιάς του, απορριμμένος από τους ανθρώπους, ο δίκαιος Ιώβ φωνάζει: «Οἶδα γὰρ ὅτι ἀέναός ἐστιν ὁ ἐλκύειν μέλλων ἐπὶ τῆς γῆς […] Παρὰ γὰρ Κυρίου ταῦτα μοι συνετελέσθη» (Ιώβ 19, 25-26). Να η βεβαιότητα, που μέσα στην πιο σκληρή δοκιμασία εμφανίζεται ως η πιο ζωντανή πραγματικότητα. Παρά τα όποια λόγια των ψεύτικων φίλων του, στα βάθη του ο Ιώβ γνωρίζει ότι θα έρθει η μέρα που θα δει το Λυτρωτή του. Διότι ο Κύριος κατέβηκε στον Άδη και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης Τον είδαν, όπως φαίνεται στην εικόνα «Ἡ εἰς Ἅδου Κάθοδος». Τον είδαν και Τον αναγνώρισαν, όταν το φως του φώτισε τα σκοτάδια του Άδη. Αυτή η νοσταλγία της κοινωνίας με το Θεό χρωματίζει ολόκληρη την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης και ως εκ τούτου το λαό του Ισραήλ και όλη την ιστορία της ανθρωπότητας.

Να λοιπόν που στη Βηθλεέμ οι ουρανοί σχίζονται και οι άγγελοι αναγγέλλουν την κάθοδο του Θεού. Και όμως, τα όρη δε λιώνουν˙ ο κόσμος δεν κατακαίεται σαν ένα δεμάτι ξερόκλαδα. Ο Θεός έρχεται ανάμεσά μας, αλλά σαν ένας άγνωστος. Έρχεται σχεδόν χωρίς να γίνει αντιληπτός και μόνον όσοι παίρνουν το μήνυμα από τους αγγέλους γνωρίζουν τη θεία ταυτότητά του. Το αιώνιο Φως εισέβαλε στα βάθη της γης. Στην εικόνα της Γεννήσεως αναπαριστούμε με μαύρο χρώμα το σπήλαιο της Βηθλεέμ, ταυτίζοντάς το με το σπήλαιο όπου εναπέθεσαν τον Κύριο νεκρό κατά την Ταφή του. Σκοτεινός και μαύρος υπήρξε ο Τάφος του Χριστού πριν φωτιστεί από το αναστάσιμο φως. Παρόμοια και το σπήλαιο της Βηθλεέμ, είναι ένας χώρος σκοτεινός, που περιβάλλεται όμως από φως και δόξα.

Έρχεται λοιπόν ο Θεός να κατοικήσει «μετά των ανθρώπων», γίνεται νήπιο. Όπως διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου, «ὁ Λόγος σαρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ιω. 1, 14). Με τα λόγια της Μαρίας «Γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου», ολόκληρη η ανθρωπότητα υποδέχεται το Θεό ως νεογέννητο, που έρχεται σήμερα στη Βηθλεέμ και στην Εκκλησία μας. Ολόκληρη η ανθρωπότητα υποδέχεται τον Κύριο ως Νυμφίο : «Ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός», όπως ψάλλουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα. Όλες αυτές οι εικόνες διαπλέκονται, συνδυάζονται, ενώνονται και επικαλύπτονται, καθώς πρόκειται πάντα για το ίδιο μυστήριο: Να, ήρθε ο Υιός του Θεού, ο Νυμφίος της Εκκλησίας, ο μέγας αναμενόμενος, ο Μοναδικός και Πολυαγαπημένος. Πρόκειται πάντα για το μυστήριο της συνάντησης, της υποδοχής και της ένωσης, το μυστήριο της άφατης επικοινωνίας Θεού και ανθρώπων, για το μυστήριο της Αγάπης.

Σήμερα γιορτάζουμε τον ερχομό του Κυρίου, έναν αδιάκοπο ερχομό: «Ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ᾿ ἐμοῦ» (Λποκ. 3, 20). Πόση γλυκύτητα και οικειότητα σ’ αυτά τα λόγια! «Αὐτὸς μετʾ ἐμοῦ καὶ ἐγὼ μετʾ αὐτοῦ». Πώς να μη λαχταρήσουμε αυτή την οικειότητα, πώς να μην επιθυμήσουμε να έρχεται Αυτός κοντά μας κι εμείς να μένουμε κοντά Του. Η Γέννησή Του σήμερα αυτή τη διπλή σχέση προαναγγέλλει: Ο Ιησούς γεννάται στη Βηθλεέμ, γεννάται στην καρδιά μου και εγώ γεννιέμαι εν Αυτώ. Ο Ιησούς μεγαλώνει κοντά στη Μητέρα του και στον Ιωσήφ, αυξάνει όμως και μέσα μου, κι εγώ οφείλω να αυξάνομαι εν Αυτώ. Ο Ιησούς πεθαίνει και ανίσταται, κι εγώ κατά το πρότυπό Του πεθαίνω και ανίσταμαι εν Αυτώ, ώστε ό,τι είναι αμαρτία να πεθάνει μέσα μου και ο καινός άνθρωπος να αυξάνει και να ακτινοβολεί μέσα στην Ανάσταση.

Τελειώνοντας, θα ήθελα απλά να ευχηθώ η λαχτάρα για το Θεό που ενυπάρχει σ’ ολόκληρο το μυστήριο της πίστης μας, αυτή η λαχτάρα να νιώθουμε την παρουσία Του και να μετέχουμε σ’ Αυτόν, να μας καταφλέξει αληθινά, να κάνει να λιώσουν οι καρδιές μας όπως λιώνουν τα όρη στην παρουσία του Θεού. Ας γίνει να συντριβεί η καρδιά μας από αγάπη γι’ Αυτόν, η δική Του αγάπη ας είναι πάντοτε τόσο παρούσα μέσα μας, τόσο θερμή, ώστε να κατακάψει τον κόσμο με τη φλόγα της. Γι’ αυτό ο Κύριος προσευχήθηκε: «Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη!» (Λουκ. 12, 49). Αυτό είναι το μυστήριο της Γεννήσεως, αυτό είναι το δώρο του Θεού, αυτή είναι η φωτιά της αγάπης Του, που ανάβει και καταφλέγει τον κόσμο. Αμήv.

Εξαποστειλάριον
Ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, ἀνατολὴ ἀνατολῶν˙ καὶ οἱ ἐν σκότει καὶ σκιᾷ, εὕρομεν τὴν ἀλήθειαν, καὶ γὰρ ἐκ τῆς Παρθένου ἐτέχθη ὁ Κύριος.

(Boris Βobrinskoy, "Ζήσε τα Χριστούγεννα", μετάφραση Αγγελική Κυριαζή, 1η εκδ., Αθήνα, Ακρίτας, 2007)

Χριστὸς γεννᾶται [1]

Γέροντα, μετά την Αγρυπνία των Χριστουγέννων δεν κοιμόμαστε;

– Χριστούγεννα και να κοιμηθούμε! Η μητέρα μου έλεγε: «Απόψε μόνον οι Εβραίοι κοιμούνται». Βλέπεις, την νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός οι άρχοντες κοιμόνταν βαθιά, και οι ποιμένες «ἀγραυλοῦσαν»[2]. Φύλαγαν τα πρόβατα την νύχτα παίζοντας την φλογέρα. Κατάλαβες; Οι ποιμένες που αγρυπνούσαν είδαν τον Χριστό.

– Πώς ήταν, Γέροντα, το σπήλαιο;

– Ήταν μια σπηλιά μέσα σε έναν βράχο και είχε μια φάτνη· τίποτε άλλο δεν είχε. Εκεί πήγαινε κανένας φτωχός και άφηνε τα ζώα του. Η Παναγία με τον Ιωσήφ, επειδή όλα τα χάνια ήταν γεμάτα και δεν είχαν που να μείνουν[3], κατέληξαν σε αυτό το σπήλαιο. Εκεί ήταν το γαϊδουράκι και το βοϊδάκι, που με τα χνώτα τους ζέσταναν τον Χριστό! «Ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ»[4], δεν λέει ο Προφήτης Ησαΐας;

– Σε ένα τροπάριο, Γέροντα, λέει ότι η Υπεραγία Θεοτόκος βλέποντας τον νεογέννητο Χριστό, «χαίρουσα ὁμοῦ καὶ δακρύουσα» αναρωτιόταν: «Ἐπιδώσω σοι μαζόν, τῷ τὰ σύμπαντα τρέφοντι, ἢ ὑμνήσω σε, ὡς Υἱὸν καὶ Θεόν μου; ποίαν εὕρω ἐπὶ σοὶ προσηγορίαν;»[5].

– Αυτά είναι τα μυστήρια του Θεού, η πολύ μεγάλη συγκατάβαση του Θεού, την οποία δεν μπορούμε εμείς να συλλάβουμε!

– Γέροντα, πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε το γεγονός της Γεννήσεως, ότι δηλαδή ο Χριστός «Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου»[6];

Για να ζήσουμε αυτά τα θεία γεγονότα, πρέπει ο νους να είναι στα θεία νοήματα. Τότε αλλοιώνεται ο άνθρωπος. «Μέγα καὶ παράδοξον θαῦμα τετέλεσται σήμερον»,[7] ψάλλουμε. Άμα ο νους μας είναι εκεί, στο «παράδοξον», τότε θα ζήσουμε και το μεγάλο μυστήριο της Γεννήσεως του Χριστού.

Εγώ θα εύχομαι η καρδιά σας να γίνη Αγία Φάτνη και το Πανάγιο Βρέφος της Βηθλεέμ να σας δώση όλες τις ευλογίες του.

[1] Ειρμός και Καταβασία της α ωδής του πρώτου κανόνος της εορτής των Χριστουγέννων.
[2] Βλ. Λουκ. 2, 8.
[3] Βλ. Λουκ. 2, 7.
[4] Ησ. 1, 3.
[5] Τρίτον στιχηρόν προσόμοιον Εσπερινού 24ης Δεκεμβρίου.
[6] Δοξαστικόν της Θ Ώρας της εορτής των Χριστουγέννων.
[7] Πρώτον στιχηρόν ιδιόμελον αποστίχων της εορτής των Χριστουγέννων.

(Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, (2012), "Περί Προσευχής" – Λόγοι Στ΄, εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος Σουρωτή Θεσσαλονίκης)

Χριστέ μου, Φως του κόσμου, πόσο πολύ λαχταράει η ψυχή μου τη Γέννηση Σου! Να μου δώσεις πνοή από την πνοή Σου και να ξαναγεννηθώ κι εγώ μαζί Σου. Σε καρτερώ με ψυχή που λιμοκτονεί από την έλλειψη Σου, με καρδιά έτοιμη να παραδοθεί σε Σένα… σε Σένα που ποτέ δεν με διέψευσες, σε Σένα Κύριε, τη μοναδική Αλήθεια σε έναν κόσμο που τόσο αγαπάει το ψεύδος και την υποκρισία!
Κάθε γέννηση ενός παιδιού σημαίνει, Κύριε, ότι ελπίζεις ακόμα στους ανθρώπους. Πόσο μάλλον η δική Σου Γέννηση! Γεννήθηκες Θεέ μου πριν 2020 χρόνια σε έναν κόσμο αφιλόξενο. Γεννήθηκες για να τον αλλάξεις. Όμως κι αν έδωσες το Αίμα Σου γι’ αυτόν, εμείς ακόμα Σε διώχνουμε, Σε χλευάζουμε, Σε φοβόμαστε. Δεν Σε αγαπάμε! Αυτή είναι μόνιμα η μεγάλη μου θλίψη που δε μου φεύγει ποτέ. Που κι εγώ δεν Σ’ αγαπάω όπως Σου αξίζει. Είμαι αχάριστος και άδικος. Το μόνο που έχω το θράσος να Σου ζητήσω, Χριστέ μου, είναι να με κάνεις δικό Σου, να Σε αγαπήσω με όλη μου την καρδιά, να ζω για Σένα! Τότε μόνο θα είμαι χαρούμενος. Αν Σ’ αγαπώ με όλη μου την καρδιά! Και ό,τι ζητώ για μένα, το ζητώ και για τ’ αδέλφια μου που είμαστε ένα σώμα και που τα έχω μέσα στην καρδιά μου. Να Σε αγαπήσουμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας και της καρδιάς μας και της διάνοιας μας!
Αν δεν το κάνουμε τώρα πότε θα το κάνουμε; Το καράβι μας γέμισε νερά. Μακάρι η Γέννηση Σου, Χριστέ μου, στις καρδιές μας, να μας ξαναγεννήσει όλους μαζί Σου και τα διδάγματα Σου να τα εφαρμόσουμε σε βάθος και όχι επιφανειακά, όπως τώρα. Τα βλέπεις, Κύριε, τα σχέδια των ανθρώπων που Σε μισούν. Βλέπεις και τη δική μας την κατάντια. Σίγουρα όμως θα βλέπεις και αγνές ψυχές που πάντα έχεις φυλαγμένες. Γι’ αυτές τις λίγες ψυχές ανανεώνεις την Αγάπη Σου και μας γεμίζεις ελπίδα! Βοήθησε μας, Κύριε Ιησού Χριστέ, το Όνομα Σου, όταν το προφέρουμε να το σεβόμαστε και όχι να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας, φώτισε μας να κατανοήσουμε σε βάθος και από την αρχή έννοιες που συνέχεια έχουμε στο στόμα μας, όπως ‘αγάπη’, ‘πίστη’, ‘προσευχή’, ‘ταπείνωση’ και να μην τις ευτελίζουμε με τη ζωή μας. Ενίσχυσε, Κύριε, την Εκκλησία Σου να κάνει τη μεγάλη επανεκκίνηση!
Έλα, Κύριε, να γεννηθείς στις καρδιές μας και στη δική μου φτωχή καρδιά. Κάνε, Κύριε, το θαύμα Σου και σώσε με από την κόλαση της φιλαυτίας μου. Εσύ είσαι, Κύριε, η ελπίδα, ο στολισμός και η αξία του κόσμου! Σε ευχαριστούμε που παρά την εμμονή μας στην αναξιότητα, Εσύ ακόμα μας καταδέχεσαι! Σε ευχαριστώ που με δίδαξες ότι είσαι η μόνη μας ελπίδα!
Σε περιμένω Χριστέ μου!(Κ.Δ.Κ)

279. Βλέπεις πολύ καθαρά, ότι είναι άκρως δύσκολο, ή μάλλον αδύνατο, χωρίς τη χάρι του Θεού και τη θερμή προσευχή σου και προσπάθεια, να αλλάξης στο καλύτερο. Μέσα σου, αλωνίζουν ένα σωρό πάθη, όλες οι αποχρώσεις και οι όψεις της αμαρτίας. Μένεις σ’ αυτές ακόμη, δέσμιός τους, ενώ ο μακρόθυμος Κύριος σε ανέχεται, προσδοκώντας τη μετάνοια και την επιστροφή σου. Σε περιβάλλει πάντοντε, παρ' όλα αυτά, με το απέραντο έλεός του.
Να είσαι λοιπόν επιεικής, υπομονετικός και γεμάτος αγάπη προς εκείνουν που ζουν γύρω σου και που επίσης κατέχονται από διάφορα πάθη. Ας νικάς κάθε τι το κακό με το αγαθό. Και, πριν απ’ όλα, ας παρακαλείς τον Θεό γι’ αυτούς, να τους διορθώση, να γυρίση τις καρδιές τους προς τον Εαυτό του, την πηγή της αγιότητος. Μη βοηθείς τον Αρχέκακο να επεκτείνη τη βασιλεία του. Δόξαζε το όνομα του Ουρανίου Πατρός σου με τις πράξεις σου. Εργάσου και συ για την εξάπλωσι της βασιλείας του πάνω στη γη. «Θεοῦ συνεργοί ἐσμεν» (Α’ Κορ. γ’ 9). Επιδίωκε με ζήλο να γίνεται το θέλημά του στη γη, όπως και στους ουρανούς. Έχε μέσα σου τη χαρά του καλού παιδιού όταν κάνη το θέλημα του αγαπημένου του πατέρα.

280. Τι ευχαρίστησι και τι αγαλλίασι νοιώθεις όταν ξαναβρίσκης ένα πολύτιμο για σένα αντικείμενο, που το είχες χάσει! Η χαρά σου, τότε, δεν λέγεται. Σκέψου λοιπόν πόσο ευχάριστο είναι για τον Ουράνιο Πατέρα μας να ξαναϊδή την όψι του χαμένου του παιδιού, του αμαρτωλού που γύρισε. Την όψι του απολωλότος προβάτου, που ξαναβρίσκεται μέσα στη μάνδρα. Την όψι της χαμένης δραχμής, της εικόνος του Θεού: του ανθρώπου. Η χαρά του Ουρανίου Πατρός για τον άσωτο υιό που επέστρεψε είναι τόσο μεγάλη, ώστε να γίνεται και χαρά όλων των ουρανών. «Λέγω ύμίν ότι ούτω χαρά έσται έν τω ούρανω έπί ένί άμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. ιε’ 7). Απολωλότες αδελφοί μου! Γυρίστε πίσω, από τα μονοπάτια της απώλειας, στον Ουράνιο Πατέρα μας. «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. γ’ 2)

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 122-124)

277. Οι ορθόδοξοι χριστιανοί είναι σαν μια οικογένεια. Είναι τα τέκνα του Θεού. Και σε μια καλή οικογένεια, τα μέλη της τρέφουν μεγάλο σέβας προς τη Μητέρα (Θεοτόκο), καθώς επίσης τα μικρότερα αδέλφια σέβονται τα μεγαλύτερα και προσπαθούν να τα μιμηθούν. Αιρετικοί! Γιατί να μη συμβαίνη το ίδιο και με σας; Γιατι δεν σέβεστε, όπως οφείλατε, τη Μητέρα του Θεού και δεν την τιμάτε στη λατρεία σας; Γιατί δεν τιμάτε, σ’ αυτήν, επίσης τους Αγγέλους και τους Αγίους; Γιατί δεν τους θέτετε ως πρότυπα μιμήσεως; Θέλετε να τιμάτε μόνον τον Θεό και μόνον Αυτόν να λατρεύετε; Αλλά θα έπρεπε να θυμηθήτε ότι η Μητέρα του Κυρίου Ιησού Χριστού, οι Άγγελοι και οι Άγιοι είναι λαμπρές εικόνες του Θεού, φίλοι του Θεού, όπως ο Αβραάμ ονομάσθηκε φίλος του Θεού. Πώς λοιπόν μπορείτε να μην τιμάτε τις ζωντανές εικόνες του Θεού, τα τέκνα και τους φίλους του Θεού;

278. Ο κόσμος είναι ένα σπίτι. Ο Κτίστης και Κύριος αυτού του σπιτιού είναι ο Θεός, ο Πατήρ των πιστών που ζουν σ’ αυτό το σπίτι. Η Οικοδέσποινα, η Μητέρα στο σπίτι, είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Ας συμπεριφερόμαστε στον κόσμο, έχοντας ζωηρό το αίσθημα ότι αυτός ο Πατέρας και αυτή η Μητέρα είναι μπροστά μας. Στην Παναγία, ο ίδιος ο θείος Υιός της είπε σχετικά μ’ Αυτή: «Ιδού ο μήτηρ σου» (Ιω. ιθ’ 26, 27). Γιατί, στο πρόσωπο του Αγίου Ιωάννου, του Ευαγγελιστού της αγάπης και Μαθητού του Κυρίου, ειπώθηκε αυτό το «Ιδού…» και για μας. Ναι, πράγματι είναι η Μητέρα μας, που μας οδηγεί, σαν παιδιά της, στην αγιότητα.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 121-122)

«Στη βασιλεία των ουρανών δε θα μπει ο καθένας που μου λέει: Κύριε, Κύριε, αλλά όποιος κάνει το θέλημα του Πατέρα μου του ουράνιου» (Ματθαίος 7:21)

Πριν τα Χριστούγεννα του 2008, στην πλατεία Αριστοτέλους (Θεσσαλονίκη), στήθηκε μία φάτνη. Κάποιοι έκλεψαν το ομοίωμα του Ιησού και στη θέση του έβαλαν μια τηλεόραση! Ιεροσυλία, θα λέγαμε! Αν και δεν ξέρουμε το σκοπό τους…, στην πραγματικότητα η αντικατάσταση του ομοιώματος του Ιησού απεικονίζει την κατάσταση που επικρατεί σήμερα, ακόμη και σ’ αυτούς που πηγαίνουν στην εκκλησία. Ο Ιησούς απουσιάζει όχι μόνο από τα κοσμικά Χριστούγεννα αλλά και από τη ζωή μας γενικά. Αν και Τον επικαλούμαστε, στη θέση Του θρονιάσαμε την τηλεόραση και άλλες μοντέρνες θεότητες. Το μήνυμα των Χριστουγέννων έχει αλλοιωθεί. Έγινε γιορτή για ψώνια, δώρα, διακοπές… Το μήνυμα των Χριστουγέννων είναι βαθύτερο, δίνει απάντηση στα μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητας. Γιατί ήρθε ο Χριστός; Για να ιδρύσει μια θρησκεία ή να φέρει κοινωνικές αλλαγές; Όχι, ασφαλώς. Ο Χριστός ήρθε να αποκαλύψει ποιος είναι ο αληθινός Θεός και να ζητήσει και να σώσει το απολωλός. (Γ.Σ.Κ.)

 

«Αρπάχτηκε στον παράδεισο και άκουσε πράγματα που δεν εκφράζονται με λόγια…» (Β' Κορινθίους12:4)

Δε θα το ξεχάσω ποτέ. Ο πατέρας μου, 97 χρονών, ήταν βαριά άρρωστος στο κρεβάτι. Όλα τα αδέλφια μου είχαν έρθει να τον δουν για τελευταία φορά. Κάποια στιγμή ένα μεσημέρι, το πρόσωπό του πήρε μια λάμψη πρωτόγνωρη κι άρχισε κοιτώντας ψηλά να θαυμάζει και να ευχαριστεί και να δοξάζει το Θεό. Αυτό διάρκεσε περίπου μισή ώρα. Όταν στο τέλος τον ρώτησα να μας πει τι έβλεπε και θαύμαζε τόσο έντονα, είπε πως ήταν αδύνατο να τα περιγράψει. Είπε μόνο, πως είναι τόσο όμορφα εκεί, στον ουρανό, που δεν ήθελε να ζήσει στη γη ούτε ένα δευτερόλεπτο. Κι όταν ύστερα από λίγη ώρα ήρθε ο γιατρός του χωριού, που ήταν άπιστος, να τον δει, είπε στο γιατρό πως δεν ήθελε τα φάρμακά του, γιατί βιαζόταν να πάει στον ουρανό! Κι όταν εκείνος έφυγε, ο πατέρας μου σχολίασε: «Ο φουκαράς θα νόμισε πως μου έχει στρίψει». Τι ευλογημένη εμπειρία! Θα μείνει ζωντανή για πάντα στο νου μου.


(Σ.Α.Ι.)

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

Με υπολογισμό
Εγώ είδα πολλούς που την έπαθαν,
γιατί με την προσδοκία ότι θα βαφτιστούν και θα συγχωρεθούν
οι αμαρτίες τους διέπραξαν πολλές αμαρτίες.
Μα δεν πρόλαβαν να βαφτιστούν και χάθηκαν.
Ο Θεός γι’ αυτό έδωσε το βάφτισμα, για να εξαλείψει τις αμαρτίες,
όχι για να τις αυξήσει! Αν όμως κάποιος χρησιμοποιεί το βάφτισμα,
για να κάνει άφοβα περισσότερες αμαρτίες (μια που θα σβήσουν με το επικείμενο βάφτισμα),
αυτός γίνεται πλέον ράθυμος και χάνεται.
Ε.Π.Ε.24,530

διαφθορά
Τέτοια είναι η αμαρτία. Δεν διαφέρει καθόλου απ’ την πανούκλα,
διότι δεν διαφθείρει πρώτα τον αέρα και μετά τα σώματα,
αλλ’ εισορμά αμέσως στην ψυχή.
Ε.Π.Ε. 24,572

«ευπερίστατος»
Ευπερίστατο λέει την αμαρτία, που εύκολα μας παρασύρει και μας καταβάλλει,
ή εκείνην που εύκολα αντιμετωπίζεται από μας και την αποφεύγουμε.
Πιθανότερο το δεύτερο, διότι είναι εύκολο, αν θέλουμε, να νικήσουμε την αμαρτία.
Ε.Π.Ε. 25,244

πίκρα
Δικαιολογημένα ονόμασε πικρή την αμαρτία.
Και το γνωρίζουν όλοι όσοι μετά τη διάπραξη της λειώνουν ελεγχόμενοι απ’ τη συνείδηση.
Πολλή πικρία δοκιμάζουν!
Ε.Π.Ε. 25,310

κατ’ είδος
Ας πείθουμε τους εαυτούς μας, ότι αμαρτήσαμε.
Κι ας μη το λέμε μόνο με τη γλώσσα, αλλά και με τη διάνοια.
Ας μην αποκαλούμε απλώς τους εαυτούς μας αμαρτωλούς,
αλλά κι ας αναλογιζόμαστε και τ’ αμαρτήματα μας,
εξετάζοντας τα ένα προς ένα.
Ε.Π.Ε. 25,318

το μόνο όνειδος
Μόνο η αμαρτία είναι ντροπή.
Κι αυτήν συνήθως την γεννάει η αργία.
Γεννάει όχι μια ή δυό η τρείς, αλλ’ όλη μαζί την κακία.
Ό,τι είναι το χαλινάρι για το άλογο,
αυτό είναι η εργασία για τη δική μας φύση.
Ε.Π.Ε. 22,554

κόντρα στο Θεό
Για το Χριστιανό μια είναι μόνο η συμφορά, το να ‘ρθει κόντρα με το θέλημα του Θεού.
Όλα τα αλλά, όπως η απώλεια χρημάτων, η στέρηση της πατρίδας, ο υπέρ των εσχάτων κίνδυνος,
ουδέ καν θεωρούνται δεινά. Κι αυτό πάλι, που όλοι φοβούνται,
τη μετάβαση απ’ τον παρόντα κόσμο στον άλλον,
αυτό είναι πιο ευχάριστο απ’ τη ζωή.
Ε.Π.Ε. 28,738

ανθρώπινο
Το να αμαρτάνει κανείς αυτό είναι ίσως ανθρώπινο.
Αλλά το να παραμένει κανείς στην αμαρτία και να επιμένει,
αυτό δεν είναι ανθρώπινο, αλλ' είναι πέρα για πέρα σατανικό.
Ε.Π.Ε. 28,830

καύχησις!
Φοβερό το ν’ αμαρτάνει κανείς.
Αλλά πολύ πιο φοβερό το να καυχάται για τα αμαρτήματα του.
Αν το να υπερηφανευόμαστε για την αρετή μας,
τελικά είναι άδειασμα (απώλεια) της αρετής μας,
πόσο περισσότερο όταν υπερηφανευόμαστε για τα αμαρτήματά μας!
Τούτο προξενεί τη χειρότερη βλάβη.
Είναι έγκλημα χειρότερο από αυτά τα ίδια τα αμαρτήματα». Ε.Π.Ε.30,98

φωτιά
Ας σβήσουμε τη φωτιά, προτού να καταλάβει την Εκκλησία.
Ε.Π.Ε. 30,100

και ραθυμία
Υπάρχει άφεση αμαρτημάτων και μετά το βάπτισμα, αν προσέχουμε.
Και το λέω αυτό όχι, για να σας κάνω αδιάφορους,
αλλά για να σας αποτρέψω απ’ την απόγνωση.
Διότι η απόγνωση είναι πολύ χειρότερη από τη ραθυμία.
Ε.Π.Ε. 30,104

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 153-155)

Η αγάπη για την δουλειά
-Γέροντα, γιατί πολλοί άνθρωποι νιώθουν ανία στην δουλειά;
-Μήπως δεν αγαπούν την δουλειά τους; Ή μήπως ασχολούνται με το ίδιο πράγμα;
Συχνά, σε μερικές δουλειές, σε ένα εργοστάσιο, ας πούμε, που φτιάχνει κουφώματα,
ένας υπάλληλος, από το πρωί ώς την ώρα που θα φύγη, κολλάει- κολλάει•
ένας άλλος περνάει συνέχεια τζάμια, άλλος στόκο. Κάνουν συνέχεια την ίδια δουλειά,
ένα μονότονο πράγμα, και το αφεντικό τους παρακολουθεί. Και δεν είναι μια μέρα ή δυό.
Όλο το ίδιο-το ίδιο το βαριούνται. Παλιά δεν ήταν έτσι.
Ένας μαραγκός παραλάμβανε τέσσερις τοίχους από τους χτίστες και έπρεπε να παραδώση
στον νοικοκύρη τελειωμένο το σπίτι με το κλειδί.[...]
Σήμερα πολλοί άνθρωποι είναι βασανισμένοι, γιατί δεν αγαπούν την δουλειά τους.
Κοιτάζουν πότε να έρθη η ώρα να φύγουν. Ενώ, όταν υπάρχη ζήλος για την δουλειά
και έχη κανείς ενδιαφέρον γι’ αυτό που φτιάχνει, όσο δουλεύει, τόσο ανάβει ο ζήλος.
Αφοσιώνεται μετά στην δουλειά του καί, όταν είναι να φύγη, λέει: «Πότε πέρασε η ώρα;».
Ξεχνάει και το φαγητό και τον ύπνο, τα ξεχνάει όλα. Και νηστικός να είναι, δεν πεινάει, και άυπνος να είναι,
δεν νυστάζει, αλλά και χαίρεται που δεν κοιμάται.
Δεν είναι ότι βασανίζεται από την πείνα ή από την νύστα• είναι πανηγύρι γι’ αυτόν η δουλειά.
-Γέροντα, δυο άνθρωποι που κάνουν την ίδια δουλειά, πώς γίνεται ο ένας να βγαίνη ωφελημένος
πνευματικά από αυτό που κάνει και ο άλλος ζημιωμένος;
-Εξαρτάται από το πώς ο καθένας κάνει αυτήν την δουλειά και τί έχει μέσα του.
Αν εργάζεται με ταπείνωση και αγάπη, όλα θα είναι φωτισμένα, λαμπικαρισμένα, χαριτωμένα,
και θα νιώθη εσωτερική ξεκούραση. Αν όμως βάζη υπερήφανο λογισμό, ότι κάνει την δουλειά καλύτερα από τον άλλον,
μπορεί να νιώθη μια ικανοποίηση, αλλά αυτή η ικανοποίηση δεν γεμίζει την καρδιά του,
γιατί η ψυχή του δεν πληροφορείται, δεν έχει ανάπαυση.
Ύστερα, όταν κανείς δεν κάνη την δουλειά του με αγάπη, κουράζεται.
Ένας, και μόνον που βλέπει ότι πρέπει να ανεβή μια ανηφόρα, για να τελειώση κάποια δουλειά, κουράζεται,
γιατί δεν αγαπάει αυτήν την δουλειά. Ενώ ένας άλλος που την κάνει με την καρδιά του, πάει και έρχεται στην ανηφόρα,
χωρίς να το καταλαβαίνη.
Ώρες μπορεί λ.χ. να σκαλίζη ένας εργάτης μέσα στον ήλιο και να μην κουράζεται, αν το κάνη με την καρδιά του.
Ενώ, αν δεν το κάνη με την καρδιά του, όλο σταματάει, χαζεύει, γκρινιάζει: «ώ, πολλή ζέστη κάνει», λέει, και υποφέρει.
-Μπορεί, Γέροντα, να τον απορροφήση κάποιον η επιστήμη του, η δουλειά του, και να αδιαφορή για την οικογένειά του κ.λπ.;
-Την δουλειά του θα την αγαπά απλά• δεν θα την ερωτευθή.
Αν δεν αγαπήση την δουλειά του, θα κουράζεται διπλά, και σωματικά και ψυχικά, οπότε και η σωματική ανάπαυση
δεν θα τον ξεκουράζη, γιατί ψυχικά θα είναι κουρασμένος. Η ψυχική κούραση είναι αυτή που καταβάλλει τον άνθρωπο.
Όταν δουλεύη κανείς με την καρδιά του και είναι χαρούμενος, είναι ψυχικά ξεκούραστος και εξαφανίζεται η σωματική κούραση.[...] Η ευχαρίστηση που νιώθει όποιος κάνει φιλότιμα την δουλειά του είναι καλή ευχαρίστηση. Την έδωσε ο Θεός, για να μην κουράζεται το πλάσμα Του. 

Αυτή είναι ξεκούραση από την κούραση.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 168-171)

"Καιρός του επιπλήξαι και του επαινέσαι"
Ο Γέροντας δεν παρέλειπε, όταν το έκρινε αναγκαίο,
να με επιπλήττει ή να με επαινεί, και μάλιστα σε περιόδους που δεν το περίμενα.
Με επέπληττε, κυρίως, όταν είχα ηρεμία και οι μέρες μου περνούσαν ανώφελες και άνετες.
Τότε έβρισκε κρυφές αμέλιες και παραλείψεις μου και τις επεσήμαινε.
Αντίθετα, με επαινούσε όταν περνούσα ημέρες δοκιμασιών και θλίψεων,
και διαπίστωνε ότι ταπεινώνομαι και υπομένω.
Η παιδαγωγική του θύμιζε τον άγιο Ισαάκ το Σύρο, που έλεγε: "Ο θεός και οι άγγελοι αυτού
στις ανάγκες χαίρονται, ενώ ο διάβολος και οι διάκονοι αυτού στις ανέσεις".
[Γ 291]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.159)

katafigioti

lifecoaching