ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Αναφέρει ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος:

"Θα σας πω ένα ωφέλιμο, από την πατρίδα μου. Γύρω στο 1917, 1916, κάπου εκεί , αν δεν με απατά η μνήμη μου, υπήρχε κάτω στην πατρίδα μου, στην Καλαμάτα, ένας νέος ονόματι Ηλίας Παναγουλάκης.

Αυτός ήταν πάρα πολύ καλός τραγουδιστής, ήταν καλλίφωνος και περνούσε τη ζωή του με μερικούς άλλους νέους γυρίζοντας στα καλντερίμια εκεί και τους δρόμους και παίζοντας κιθάρες και όργανα για να βγαίνουν οι κοπέλες από τα παράθυρα. Είχε ένα ταβερνείο, στο οποίο μαζεύονταν όλοι οι αλήτες της Καλαμάτας και στους οποίους επιβαλλόταν σαν αρχηγός. Όλη η αληταρία της Καλαμάτας είχε αρχηγό τον Ηλία Παναγουλάκη. Έδερνε με το παραμικρό. Απλώς γιατί τον στραβοκοίταξαν.

Ήταν πάρα πολύ χειροδύναμος. Αγράμματος βέβαια. Όλα τα ι τα έγραφε με γιώτα. Και ζούσε τη ζωή του με αυτό τον τρόπο. Γλέντι και τραγούδι και διασκέδαση. Κάποτε πέθανε ένας φίλος του, από την παρέα του. Πήγε στην κηδεία, στο νεκροταφείο. Άκουσε την φράση του Ευαγγελίου: "Αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν". Αγράμματος ήτανε, την κατάλαβε όμως, "Μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν". Τί είναι τούτο το πράγμα; Υπάρχει ζωή μετά θάνατον; Πλησιάζει έναν επίτροπο και του υποβάλλει αυτή την ερώτηση: Τί λέει; Τί φράση είναι αυτή την οποία είπε ο παπάς; Υπάρχει ζωή μετά θάνατον;

Κατά θεία πρόνοια, έπεσε στα χέρια κάποιου ευσεβούς επιτρόπου, ο οποίος του είπε αρκετά πράγματα. Αυτά ήταν αρκετά, βέβαια και με τη θέα του νεκρού. Είδε πριν από λίγο, ότι όλα έληξαν, όλα τελείωσαν γι΄αυτό τον άνθρωπο, ως εδώ ήταν αυτός ο άνθρωπος. Δεν μπορούσε να προχωρήσει πιο πέρα, να ζήσει περισσότερο. Τελείωσαν όλα. Υπό το φάσμα του θανάτου, τα λόγια αυτά του επιτρόπου βρήκαν απήχηση. Κατεβαίνει στην πόλη...

Το νεκροταφείο απείχε λίγο απ' την άκρη της πόλεως, τώρα πια είναι σχεδόν μέσα στην πόλη. Κατεβαίνει, λοιπόν, στην πόλη. Παίρνει μαύρα κρέπια και ντύνει το δωμάτιο του. Δηλαδή όλους τους τοίχους τους έντυσε με μαύρα κρέπια. Πουλάει όλα τα αντικείμενα του ταβερνείου. Ανεβαίνει στο μοναστήρι της Βελανιδιάς, το οποίο απέχει μια ώρα από την Καλαμάτα. Και εξομολογείται σε ένα καλό πνευματικό που υπήρχε τις μέρες εκείνες, με δάκρυα και συντριβή μεγάλη, και δίνει υπόσχεση ότι θα ζήσει πια υποδειγματική Χριστιανική ζωή.

Πηγαίνει λίγες μέρες στο χωριό του, αποχαιρετά του δικούς του, ξανάρχεται στην πόλη και πιάνει μια σπηλιά της πόλεως και αποφάσισε να γίνει εκεί ασκητής. Αυτό έπεσε σαν βόμβα στην πόλη, γιατί ήταν πασίγνωστος. Ο καλύτερος τραγουδιστής της Καλαμάτας. Οι φίλοι του τον νόμισαν τρελό. Μπα, λένε, αυτός τρελάθηκε και τον παράτησαν. Αυτός άφησε γένια, άφησε μαλλιά, φόρεσε ένα παλιόρασο, από κάποιον το ζήτησε και έμεινε εκεί στη σπηλιά.

Πολλά παιδιά νεαρής ηλικίας, τα οποία ελκύσθηκαν από το παράδειγμά του, πήγαιναν να τον δουν. Τί είναι αυτός ο άνθρωπος. Άλλοι από περιέργεια. Πήγαιναν κι αυτός τους δίδασκε, είχε βρει κάτι συναξάρια. Με τις ελάχιστες γραμματικές γνώσεις τις οποίες είχε, προσπαθούσε να διαβάζει τα συναξάρια, κάτι άλλα βιβλία πατερικά και να τους διδάσκει. Κάποιος φίλος του τού πρόσφερε χρήματα να κτίσει μερικά κελλάκια, γιατί από τα παιδιά πολλοί ήθελαν να μείνουν μαζί του. Αυτός που είχε το κτήμα στο οποίο υπήρχε η σπηλιά τον έδιωξε, τον κυνήγησε. Του λέει, φύγε από δω. Έφυγε, κάποιος άλλος του πρόσφερε μια μικρή περιοχή, στην οποία έκτισε κελλάκια με τα χρήματα, τα όποια του έδωσε αυτός ο εύπορος κύριος.

Τα κελλάκια υπάρχουν ακόμη. Οι πόρτες είναι τόσο μικρές, ώστε μόνο πλαγίως μπορεί να μπει κανείς. Αυτό το είχε κάνει επίτηδες, για να υπενθυμίζει την στενή πύλη του παραδείσου. Και τα κελλάκια ήταν ενάμιση μέτρο επί ένα ογδόντα, δύο μέτρα.. κάτι τέτοιο, πάρα πολύ μικρά. Και αυτός είχε μια σπηλιά εκεί πέρα, στην οποία ασκήτευε.

Με την πάροδο του χρόνου έκτισαν και ένα Εκκλησάκι και έκαναν αγρυπνίες εκεί πέρα. Από τους πρώτους καρπούς του ανθρώπου αυτού, ήταν ο μακαρίτης πατήρ Ιωήλ Γιαννακόπουλος. Από αυτόν ξεκίνησε. Δέκα πέντε ετών παιδί έφευγε από το κρεβάτι του, πήδαγε απ' το παράθυρο, γιατί δεν τον άφηνε ο πατέρας του και πήγαινε και παρακολουθούσε τις αγρυπνίες του Παναγουλάκη. Εγώ βέβαια ήμουν αγέννητος τότε. Από ανθρώπους που τον πλησίαζαν τα ξέρω αυτά, από ανθρώπους τέτοιους, τον πατέρα Ιωήλ και άλλους.

Ο π. Ιωήλ πήγαινε εκεί και κάποια μέρα μάλιστα, τον έπιασε ο πατέρας του, έφευγε το βράδυ έντεκα, εντεκάμιση όταν κοιμόταν και γύριζε το πρωί πέντε, πεντέμιση η ώρα και ξανάπεφτε στα ρούχα- ένα πρωί λοιπόν, τον έπιασε ο πάτερας του και τον έδειρε αγρίως τον μακαρίτη. Όταν όμως μεγάλωσε, πήγε και έμεινε μαζί του αρκετά χρόνια. Και πολλοί άλλοι πήγαν και ωφελούνταν απ' αυτόν πάρα πολύ. Ήταν τέτοια η επίδραση του κηρύγματός του, ώστε ο Διοικητής του Κέντρου της Καλαμάτας έστελνε περιπόλους στις προσβάσεις της περιοχής στην οποία βρισκόταν -ένα ύψωμα στο ΒΑ άκρο της πόλεως-, έστελνε περιπόλους για να εμποδίζουν τους στρατιώτες να πλησιάζουν. Επειδή οι στρατιώτες που πήγαιναν και παρακολουθούσαν το κήρυγμά του γύριζαν στο κέντρο και πέταγαν τα αρτύσιμα φαγητά τις Τετάρτες και τις Παρασκευές και έμεναν εντελώς άσιτοι. Υπερτόνιζε τη νηστεία, τις αγρυπνίες, κυρίως αυτά είναι τα γνωρίσματα των ασκητών. Αλλά ήταν και έντονα Χριστοκεντρικός άνθρωπος.

Κάποτε μου είπε ο πατήρ Ιωήλ δύο περιπτώσεις οι οποιές αποδεικνύουν ότι αυτός ο άνθρωπος είχε χάρισμα από το Θεό και προορατικό, αλλά μπορώ να πώ και θαυματουργικό χάρισμα.

Το κελλί του είχε στέγη καλάμια και κεραμίδια, και, για να μην πέφτουν κομμάτια απ' τα ασβέστια και τα καλάμια κάτω, είχε βάλει ένα χαρτί μπλε, απ' αυτό που τύλιγαν τα βιβλία, το ξέρετε, τις κόλλες αυτές. Μεσολαβούσε όμως μεταξύ του χαρτιού και της στέγης των καλαμιών, ένα διάστημα δύο τρείς πόντοι. Εκεί, λοιπόν, είχε μπει ένα έντομο, εμείς στην Μεσσηνία τα λέμε μπουρμπούδουλα αυτά τα πράγματα, δεν ξέρω πώς τα τα λέτε εσείς, αυτά τα χρυσά, τα οποία δένουν τα παιδάκια στην κλωστή και τα τραβάνε.

-Χρυσόμυγες τα λέμε εμείς.

-Λοιπόν, είχε μπει μία φορά ένα τέτοιο πράγμα και βούιζε, την ώρα κατά την οποία δίδασκε τα παιδιά, τους νεαρούς οι οποίοι πήγαινανε εκεί. Αυτοί άρχισαν να γελάνε και να πειράζουν ο ένας τον άλλο ακούγοντας το βούουουου, που έκανε πάνω αυτό. Το αντιλήφθηκε ο Παναγουλάκης αυτό, κοίταξε προς τα πάνω, σήκωσε το χέρι και λέει: "Επιτιμήσαι σοι Κύριος, διάβολος, σατανά!" Σε δευτερόλεπτα σταματάει.

Δεύτερη περίπτωση, την οποία μου είχε πει ο π. Ιωήλ. Αυτός, ο π. Ιωήλ, ήταν πάρα πολύ βραδύγλωσσος, στα νεανικά του χρόνια. Για να πει μία λέξη, έπρεπε να μαρτυρήσει ο άλλος, ο οποίος τον άκουγε. Τρομακτική βραδυγλωσσία, τρομακτική, και στα τελευταία κάτι του είχε μείνει, αλλά μολις διακρινόταν. Στα μαθητικά του χρόνια ήταν απαίσια βραδύγλωσσος, αφόρητος.

Όπως μου έλεγε ο ίδιος και όπως μου λέγανε και οι συμμαθητές του. Κάποτε, λοιπόν, κάτι ήθελε να εκφράσει και δεν μπορούσε, προσπαθούσε πολύ ώρα και... και... και... συνέχεια ο καημένος και δεν μπορούσε. Τον πλησίασε, τον εθώπευσε στο κεφάλι και του λέει: "Άκουσε παιδί μου, η βραδυγλωσσία θα σου περάσει. Κάτι μόλις θα σου αφήσει, αλλά θα σου περάσει και θα γίνεις και κήρυκας του Ευαγγελίου". Ήταν τότε δεκαπέντε δεκαέξι ετών, κάτι τέτοιο.

Και άλλα πολλά τέτοια. Α, και ένα ακόμη. Πριν αποφασίσει να μείνει οριστικά στη σπηλιά, πήγε και βρήκε όλους τους ανθρώπους τους οποίους είχε αδικήσει, είχε δείρει, είχε με οποιοδήποτε τρόπο βλάψει και ζήτησε από όλους συγχώρεση. Στις φυλακές Ναυπλίου βρισκόταν ένας κατάδικος, σε βαριά ποινή, γιατί, δεν ξέρω, κάποιο έγκλημα είχε κάνει. Αυτόν κάποτε είχε αποπειραθεί να τον μαχαιρώσει ο Παναγουλάκης. Και είχε δικασθεί, τότε, ο Παναγουλάκης ένα μικρό χρονικό διάστημα, γιατί έφταιγε ο άλλος. Πήγε, λοιπόν, στο διευθυντή των φυλακών και τον παρακάλεσε να του φέρει τον κατάδικο αυτό να τον δει. Όταν ο κατάδικος άκουσε ότι τον ζητά ο Παναγουλάκης, δεν ήθελε να παρουσιασθεί. Αμάν, λέει και εδώ ήλθε να με σκοτώσει. Είδε κι έπαθε ο διευθυντής να τον πείσει, ότι δεν πάει με τέτοιες διαθέσεις. Τελικά πείσθηκε αυτός και άφησε να τον πάνε στο εντευκτήριο εκεί της φυλακής. Ο Παναγουλάκης πήγε, έπεσε στα πόδια, του έβαλε μια εδαφιαία μετάνοια, του φίλησε τα πόδια, του λέει με συγχωρείς για ότι σου είχα κάνει. Εγώ πια αποφάσισα να αλλάξω ζωή, εύχομαι κι εσύ να μιμηθείς το παράδειγμά μου. Γύρισε, λοιπόν, και ζήτησε συγνώμη απ' όλους.

Έζησε μία ζωή οσιακή, κοιμόταν τρεις ώρες το εικοσιτετράωρο, ποτέ στο κρεβάτι. Είχε μέσα στη σπηλιά του αυτή, η οποία συγκοινωνούσε με ένα κελλάκι, ένα σκαμνάκι μικρό και έβαζε τα χέρια έτσι, σ' ένα μικρό τραπεζάκι, το οποίο είχε, έβαζε τα χέρια έτσι και το κεφάλι πάνω στα χέρια και κοιμόταν τρεις ώρες περίπου το 24ωρο καθιστός. Ποτέ δεν έπεσε, ούτε σε σανίδα κάτω, καθιστός πάντοτε.

Έτρωγε πάντοτε μετά τη δύση του ηλίου, λάδι μόνο Σάββατο και Κυριακή, όλο το χρόνο. Κρέας και ψάρι ποτέ. Και μόνο στα τέλη της ζωής του, επειδή προσβλήθηκε λόγω της μεγάλης ασκήσεως από καλπάζουσα φυματίωση, μετά από εντονότατη πίεση των πνευματικών του τέκνων έφαγε λίγο κρεατόζουμο. Δεν ήταν δική του κατάλυση, βέβαια, αλλά είχε βαρύτατη φυματίωση ο ίδιος και δεν μπόρεσε ο καημένος να αντέξει και το 1921 ή 1922, δεν θυμάμαι ακριβώς έφυγε από τον κόσμο αυτό, αφού διήνυσε μια οσιακή ζωή και αφού πολλόυς ανθρώπους οδήγησε στο σωστό δρόμο.

Σας είπα απ' τους πρώτους καρπούς του π. Ηλία είναι ο π. Ιωήλ ο Γιαννακόπουλος, η ηγουμένη της Μονής των καλογραίων Φιλοθέη κάτω στην Καλαμάτα, ο π. Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος που πήγε στην Ουγκάντα -όλοι αυτοί από 'κει μέσα βγήκανε, απ' τον Παναγουλάκη.

Ο π. Ευσέβιος Θεριάκης, ιερομόναχος στην Καλαμάτα.

Τόσοι και με τόσων ετών εργασία αρχιερείς και ιεροκύρηκες και δεν κατορθώνουν να βγάλουν δύο τρεις εργάτες του Ευαγγελίου. Πλείστοι όσοι αρχιερείς και ιεροκήρυκες -και αυτός ο αστοιχείωτος άνθρωπος, ο αγράμματος, έδωσε στο Ευαγγέλιο πάρα πολλούς εργάτες. Και πολιτογράφησε στον Παράδεισο πάρα πολλές ψυχές με την οσιακή του ζωή.

(π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, Άρθρα και Μελέτες)

Η στάση μας στη θεία λειτουργία

Βρέθηκα τελευταία σε μια κεντρική εκκλησία των Αθηνών και έζησα βαθύ πόνο. Την ώρα που κοινωνούσαν οι αρχιερείς και οι ιερείς, γύρω μου είχαν στηθεί "πηγαδάκια" - και όχι από ανθρώπους χωρίς παιδεία. Δέκα βήματα από το Άγιο Ποτήριο, και οι "τρελές αγελάδες" με το "ουράνιο" των βαλκανίων εκάλυπταν την παρουσία του Κυρίου.

Η θλιβερή αυτή σκηνή έφερε στη μνήμη μου μια συζήτηση με τον Γέροντα Πορφύριο πριν από πολλά χρόνια. Θα προσπαθήσω να μεταφέρω μερικά κεντρικά νοήματα από εκείνα που μου έλεγε και έμειναν ζωηρά στη μνήμη μου. Ήταν και εκείνος στεναχωρημένος, γιατί οι πιστοί είχαν απαιτήσεις -και δικαίως- από τον ιερέα, να είναι προσευχόμενος στο άγιο βήμα, αλλά οι ίδιοι πολλές φορές με τη στάση τους δεν τον βοηθούν.

-Εγώ, έλεγε, τους θυμιάζω και εκείνοι δεν υποκλίνονται. Λέω "στώμεν καλώς" και αυτοί κάθονται. Τους ευλογώ και εκείνοι κουβεντιάζουν. Και το τραγικότερο, λέω "πίετε εξ αυτού πάντες" και προσέρχονται στη Θεία Κοινωνία ελάχιστοι. Μεγάλος πόνος για τον ιερέα.

-Βρε, δεν το λέω εγώ. Το λέει ο Κύριος. "Πάντες"!

Μήπως έχει καμιά άλλην έννοια η λέξη και δεν την ξέρω; Και παρακάτω η ευχή λέει: "και δι' ημών παντί τω λαώ". Φυσικά, όσοι δεν έχουν κωλύματα. Οι άλλοι πρέπει να πάρουν προηγουμένως άφεση πνευματικού. Αλλιώς, χωρίς Θεία Κοινωνία, χωρίς Χριστό, πώς θα βγεις μέσα στην καθημερινότητα; Ήρθες στην Εκκλησία και έχασες το σπουδαιότερο, το Δώρο, το παν: έμεινες με το αντίδωρο.

Ξέρεις βρε Γιωργάκη, τι είναι το Άγιο Θυσιαστήριο; Ό,τι πολυτιμότερο επί της γης. Οι βασιλικοί θρόνοι, οι προεδρικοί θώκοι, οι ακαδημαϊκές έδρες έχουν μικρή αξία. Η Αγία Τράπεζα είναι η φλεγόμενη βάτος. Εδώ κατεβαίνει ο Χριστός, το Άγιο Πνεύμα παρόν, οι άγγελοι τριγύρω. Φοβερό θέαμα. Έγω πολλές φορές φοβόμουνα να ακουμπήσω τα χέρια μου επάνω στην Αγία Τράπεζα.

Και σ' αυτό το θαύμα μπροστά, να ακούς τους πιστούς να ψιθυρίζουν για πεζά θέματα, να μη βιώνουν το μοναδικό γεγονός.

Ποιός λειτουργεί, μωρέ; Ο παπάς μόνος του ή όλοι -κλήρος και λαός- μαζί; Γιατί τη λέμε "λειτουργία"; Ε! Όπως στέκεται ο ιερέας, πρέπει να στέκεται και ο πιστός. Συγκεντρωμένος. Απόλυτα παραδομένος στο Θεό. Αυτή την ώρα δεν είμαστε στη γη. "Οι τα Χερουβείμ εικονίζοντες". Είμαστε στον ουρανό, μπροστά στην Αγία Τριάδα. Χωρίς "βιωτική μέριμνα". Είμαστε όλοι ιερουργοί... Πώ, πώ, πώ! Τί μας αξιώνει ο Θεός να ζούμε!

Εάν πιστεύουμε ότι μπροστά μας τελεσιουργείται η Μεγάλη Θυσία, θα πρέπει να στεκόμαστε "μετά φόβου Θεού". Να κλαίμε από ευτυχία που ο ίδιος ο Θεός κατέρχεται και θυσιάζεται από αγάπη για μας.

Εαν δεν πιστεύουμε, γιατί ερχόμαστε στην Εκκλησία; Ποιόν κοροϊδεύουμε; Πιο συνεπείς είναι αυτοί που δεν μπαίνουν στο Ναό.

-Πας, βρε Γιωργάκη, σε συναυλίες μουσικής;

-Ναι, Γέροντα, με ξεκουράζουν.

-Άκουσες κανένα να κουβεντιάζει εκεί; Όλοι είναι σιωπηλοί. Να μη διακόψουν το έργο. Ε! Ποιό έχει μεγαλύτερη αξία; Οι "ήχοι" της μουσικής, που πράγματι ξεκουράζουν, ή η "βοή" του Αγίου Πνεύματος, που σώζει;

Εάν σε καλέσει ο βασιλιάς ή ο πρόεδρος της Δημοκρατίας και φωνάξει το όνομα σου να πάρεις το δώρο του, μπορείς να του γυρίσεις την πλάτη και να του πεις "δεν το θέλω"; Γιατί στο Χριστό που για "την πολλή Του αγάπη" θυσιάζεται αυτή τη στιγμή για σένα, εσύ δεν προσέρχεσαι, αλλά γυρνάς την πλάτη και ψιλοκουβεντιάζεις; Και τί δώρο προσφέρει! Τον εαυτό Του.

Στην Εκκλησία σιωπούμε, συγκεντρωνόμαστε και μιλάμε στο Θεό...

Τα κατάλαβες αυτά που λέω;

Εάν ναι, έχεις ευθύνη να ευαισθητοποιείς και τους άλλους αδελφούς μας που αγνοούν τα τελεσιουργούμενα φρικτά Μυστήρια.

Έτσι είναι, όπως τα λέω.

Να μας δίνει ο Θεός δύναμη να αντέχουμε το "θαύμα".

Κανονικά θα έπρεπε και ο ιερέας και ο πιστός να πεθαίνουν, ζώντας κοντά στο Μυστήριο, τόσο κοντά στον ήλιο. Αλλά ευδοκεί ο πολυεύσπλαχνος Θεός και -άκου φρικτό πράγμα- αναπαύεται κι όλας στη μηδαμινότητά μας...

Εδώ έκλαψε ο σεβάσμιος γέροντας, ο αληθινός λειτουργός... Και πρόσθεσε:

-Φεύγεις, έτσι, από τη Θεία Λειτουργία γεμάτος γαλήνη, που ακτινοβολεί και στο περιβάλλον... Τώρα μεταφέρεις Χριστό. Έγινες χριστοφόρος.

Μια ευχή τα λέει όλα: "Δος ημίν εν οσιότητι λατρεύειν Σοι".

(Πηγή: Ανθολόγιο Συμβουλών Γέροντος Πορφυρίου,Εκδ. Ι.Μ. Μεταμορφώσεως,Μήλεσι)

Η προσευχή μέσα στο Ναό
Κάποτε μου είπε ο π. Πρφύριος: "Ο ορθόδοξος ασκητισμός δεν είναι μόνο για τα μοναστήρια, αλλά και για τον κόσμο. Είναι μεγάλη ευλογία η προσευχή μέσα στο Ναό, οι μακρές ακολουθίες και η δοξολογία του Θεού εν πνεύματι αγάπης. Να' ξερες πόσο οι ψυχές βασανίζονται από τα πάθη και πόσο ανακουφίζονται κοντά στην αγάπη του Χριστού! Για μένα θα ήταν πιο ευχάριστο να αποτραβηχτώ στο Άγιο Όρος, στη σκήτη της μετανοίας μου και εκεί στην ερημιά να δοξολογώ το Θεό".

Οι ευχές, οι εκφωνήσεις και το πρόσωπο του Γέροντα
Εκείνο που έχω να συμπληρώσω εδώ, είναι ότι για πρώτη φορά έβλεπα τον πατέρα Πορφύριο, αλλά και τον ζούσα στη Θεία Λειτουργία.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση διότι είχε μία λαμπερή όψη. Βέβαια, την είχε πάντοτε, ήταν φωτεινός, είχε φωτεινό πρόσωπο, αλλά κατά τη Θεία Λειτουργία είχε κάτι, ας πούμε, το εξαίσιο. Πράγμα, που νόμισα ότι ήταν το φυσικό που έβλεπα, διότι πρώτη φορά τον έβλεπα και τον συναντούσα. Το δεύτερο δε στοιχείο, που με εντυπωσίασε, ήταν στο θέμα των ευχών και των εκφωνήσεων. Ο τρόπος του ήταν τέτοιος, που έδειχνε ότι συνομιλούσε με κάποιον που ήταν απέναντί του, που τον έβλεπε.

Ο Γέρων πολύ αγαπούσε τους ύμνους της Εκκλησίας μας
Ο Γέρων Πορφύριος τόνιζε επίσης ότι εκείνο που τον είχε βοηθήσει πάρα πολύ, ήταν η μελέτη και η ενασχόληση, η σχολή - κατά το "σχολάσατε και γνώτε ότι εγώ ειμί Κύριος ο Θεός" -στα υμνογραφικά, κυρίως, κείμενα της Εκκλησίας μας. Πολύ αγαπούσε τους ύμνους της Εκκλησίας μας και του άρεσε να τους διαβάζει, να τους απαγγέλει και να τους ψάλλει.
Οι ύμνοι, αυτοί οι πνευματικοί θησαυροί της Ορθοδοξίας μας, υπομνηματίζουν κατά τον καλύτερο τρόπο την Αγία Γραφή, την Ορθόδοξη παράδοση μας, τα πατερικά κείμενα, τη δογματική της Εκκλησίας και όλη τη θεολογία.

Ο Γέροντας ως λειτουργός
Αλλά και η λατρευτική ζωή στο ναό του Αγίου Γερασίμου είχε ωραία εξέλιξη. Είχαν τότε στο ναό μια χορωδία κι έπρεπε η φωνή του ιερέα να ανταποκρίνεται στο ψάλσιμο της χορωδίας και να αποφεύγονται ψαλτικά πλημμελήματα. Γι' αυτό πήγε στο Ωδείο, όπου σημείωσε μεγάλη πρόοδο. Τελείωσε ένα κύκλο σπουδών. Έμαθε και πιάνο. Ως όργανο, όμως, αγαπούσε πιο πολύ το αρμόνιο.

Αργότερα, στο ναο, στη θέση της χορωδίας υπήρχε επίσημος ψάλτης, κάτοχος της βυζαντινής μουσικής, Σπυρίδων Περιστέρης, που έμελλε να καταλάβει αργότερα το πρώτο αναλόγιο των Αθηνών, αφού έγινε πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού. Η συνεργασία τους ήταν άριστη. Αν καμιά φορά από όσους βρίσκονταν στο αναλόγιο γινόταν κάποιο λάθος, κάποια παρατυπία, ο Γέροντας δε μιλούσε και δε χαλούσε την ατμόσφαιρα της Θείας Λειτουγίας. Μια φορά, που παραχώρησε τη θέση του σε κάποιον επισκέπτη ιερέα, δημιουργήθηκε μεγάλη σύγχυση. Άρχισε να λέει στους ψάλτες: "Όχι αυτό το απολυτίκιο, το άλλο. Ψάξετε να βρείτε το άλλο". Έκείνοι έψαχναν. Δεν το έβρισκαν. Μεγάλο κακό. Αυτή η άσχημη κατάσταση έκανε τον ψάλτη και τους βοηθούς του να εκτιμήσουν την ευγένεια και τη διακριτικότητα του πατρός Πορφυρίου.

Οι Αλεβιζάτοι ήσαν καθηγητές Πανεπιστημίου. Στον κύκλο τους είχαν πολλόυς πανεπιστημιακούς. Όλοι αυτοί εκκλησιάζονταν σον Άγιο Γεράσιμο. Πήγαιναν και καθηγητές της Θεολογικής σχολής, όπως ο μεγάλος θρησκειολόγος Λεωνίδας Φιλιππίδης, που ευλαβείτο υπερβολικά το Γέροντα. Ολόκληρο Πανέπιστήμιο συγκεντρωνόταν στο Ναό της Πολυκλινικής. Η Λειτουργία ήταν πραγματική μυσταγωγία. Το ευαγγέλιο ο Γέροντας το απέδιδε με μοναδική χάρη και ζωντάνια. Μάλιστα τη Μεγάλη Εβδομάδα, στην ακολουθία των παθών, οι αναγνώσεις των δώδεκα Ευαγγελίων είχαν κάτι, που δεν υπήρχε όμοιό του. Ο π. Πορφύριος, με τη χάρη που είχε, έβλεπε το Χριστό να πάσχει και συγκλονιζόταν. Πολλές φορές από τη μεγάλη συγκίνηση έσπαζε η φωνή του και δυσκολευόταν να συνεχίσει την ανάγνωση. Κάποια φορά δεν άντεξε άλλο και διέκοψε την ανάγνωση. Μετά έπλυνε το πρόσωπο του, που ήταν λουσμένο στα δάκρυα, ζήτησε συγνώμη από το εκκλησίασμα και, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια, συνέχισε. Περιττεύει να πούμε τι συγκλονιστική συγκίνηση μεταδιδόταν στους χριστιανούς. Ήταν σαν να βρίσκονταν κι αυτοί στη Γεσθημανή, στο Πραιτώριο, στον Γολγοθά και με κομμένη ανάσα παρακολουθούσαν το θείο δράμα. Κάποια φορά ο Γέροντας είχε μαζί του στην ακολουθία των παθών ένα δικό του ιερέα, πνευματικό του τέκνο, και του είπε να είναι έτοιμος. Αν αναγκαζόταν να διακόψει την ανάγνωση του Ευαγγελίου, να συνέχιζε εκείνος.
Στη νυχτερινή Λειτουργία του Πάσχα, όταν ερχόταν η ώρα να πει τον περίφημο Κατηχητικό Λόγο του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, δημιουργείτο πρωτοφανής συγκίνηση και ιερός ενθουσιασμός. Το λόγο τον απήγγελε από στήθους, αργά, επίσημα, ωραιότατα. Όλους τους λόγους του ιερού Χρυσόστομου τους αγαπούσε, αλλά αυτόν ειδικά τον υπεραγαπούσε.  Τον έλεγε λοιπόν, αργά αργά, επιβλητικά, χωρίς να κρατεί φυλλάδα, παρά μόνο την πασχαλινή λαμπάδα. Το αποκορύφωμα του μεγαλείου ήταν στις φράσεις: "Ο άδης φησίν, επικράνθη, συναντήσας σοι κάτω. Επικράνθη, και γαρ κατηργήθη...",  καθώς ο λαός από κάτω επαναλάμβανε το "επικράνθη". Ανεπανάληπτες ιερές συγκινήσεις.
Κάθε εκκλησιαστική ευχή, κάθε ανάγνωση ιερού κειμένου, την ευλαβείτο. Έπρεπε να λεχθούν με τον καλύτερο τρόπο. Σ' όλη του τη ζωή βοηθούσε αναρίθμητους ιερείς, μοναχούς, ψάλτες, αναγνώστες, να ψάλλουν και να διαβάζουν με τον πιο ωραίο τρόπο, αντάξιο του Θεού.

(Πηγή: Ανθολόγιο Συμβουλών Γέροντος Πορφυρίου, Εκδ. Ι.Μ. Μεταμορφώσεως,Μήλεσι)

Προετοιμασία
"Όταν πηγαίνεις να κοινωνήσεις τα άχραντα μυστήρια, πρόσεχε πολύ, έλεγε σε έναν αδελφό. Πρέπει να πηγαίνεις με πολύ προετοιμασία. Να έχεις σύνεση, εγκράτεια, νηστεία και πολλή αγάπη Χριστού. Να μην καθυστερείς περισσότερο από 15 μέρες".
Αυτό το τελευταίο αφορούσε τη δική του περίπτωση, και φυσικά στον καθένα έλεγε αυτό που του ταίριαζε.

Όχι από συνήθεια
"Πρόσεχε να μη μεταλαμβάνεις από συνήθεια.
Να είναι για σένα η κάθε Κοινωνία όπως την πρώτη φορά που μετάλαβες και σαν να είναι και η τελευταία σου, πριν πεθάνεις".

Προσοχή κατά περίπτωση
Σε μια συζήτηση που είχε με έναν ιερέα και του έλεγε διάφορα πράγματα σχετικά με τη συχνή Θεία Κοινωνία του είπε:
"Πρόσεχε πολύ σ' αυτό το θέμα τι συμβουλές θα δίνεις, γιατί θέλει πολλή προσοχή για την περίπτωση του καθενός".

Η δύναμη του μυστηρίου
Ένας αδελφός μια Κυριακή που κοινώνησε, αισθάνθηκε πάρα πολύ τη δύναμη της Θείας Μεταλήψεως και νόμισε ότι αυτό έγινε από μη καλή προετοιμασία του στο θέμα του βραδινού φαγητού και πανικόβλητος πήγε στον Παππούλη να τον ρωτήσει που οφειλόταν αυτό.
Τότε ο Παππούλης του είπε:
"Μην ανησυχείς, δεν είναι τίποτα κακό, απλώς αυτό σου έγινε για να σου γνωρίσει ο Κύριος τη δύναμη του μυστηρίου Του".
Έτσι ησύχασε ο αδελφός.

Η ευωδία της Θείας Κοινωνίας
Τον τελευταίο καιρό, επειδή δεν μπορούσε πια ο π. Πορφύριος να πηγαίνει στην Εκκλησία, μου ζητούσε να του πηγαίνω Θεία Κοινωνία μετά τη Θεία Λειτουργία. Την ώρα που ετοιμαζόταν να δεχθεί τη Θεία Κοινωνία, υπήρχε μια ουράνια κατάσταση, τόση ήταν η λαχτάρα του και η αγάπη του για τα Άχραντα μυστήρια! Και κάποια φορά μου μίλησε για το άρωμα της Θείας Κοινωνίας. Κατάλαβα ότι αισθανόταν και μια ευωδία από τη Θεία Κοινωνία.
Πάντοτε ζητούσε από τους χριστιανούς να συμμετέχουν ενεργώς στα Μυστήρια της Εκκλησίας.

Ανάλογα με την πνευματική μας πορεία
Ο γέροντας πάντοτε συνιστούσε στους ανθρώπους, ανάλογα και με την πνευματική τους πορεία, τη συχνότατη μετοχή στη Θεία Ευχαριστία. Η ανάλογη προετοιμασία (εξομολόγηση, μετάνοια, νηστεία, ταπείνωση) ήταν απαραίτητη. Και μας βοηθούσε να καταλάβουμε ότι όσο πληρέστερη είναι η ψυχική μας προετοιμασία, τόσο και αισθανόμαστε την επαύξηση της αμαρτωλότητός μας. Ποτέ ο άνθρωπος δεν εμπιστεύεται στις δυνάμεις του, αλλά στο έλεος και την ευσπλαχνία του Χριστού. Αυτό το δρόμο προς αγιασμό εμφυσούσε ο Γέροντας στις ψυχές των ανθρώπων.

(πηγή: "Ανθολόγιο Συμβουλών Γέροντος Πορφυρίου", Εκδ. Ι.Μ. Μεταμορφώσεως, Μήλεσι)

ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ που Βάνδαλοι, σαν πραγματική θεομηνία, σάρωναν αλύπητα τις χώρες της Ευρώπης κι άφηναν μόνο ερείπια στο πέρασμά τους, η Ιταλία πέρασε τα πιο πολλά δεινά. Οι ωραίες πόλεις της αφανίζονταν η μία μετά την άλλη. Οι άνθρωποι ωδηγούντο, σαν κοπάδια, αιχμάλωτοι στα βάθη της Αφρικής.

Τα δύστυχα αυτά χρόνια ο Παυλίνος, ο Επίσκοπος μιας πόλεως της Καμπανίας, ξώδευσε την περιουσία του κι όλα τα χρήματα της Εκκλησίας για την εξαγορά αιχμαλώτων. Το κακό όμως ήτο τόσο μεγάλο, που, αν και έμεινε μόνο με τα ρούχα που φορούσε, ο φιλάνθρωπος Επίσκοπος, δε μπόρεσε να επαρκέση για όλους.

Μια μέρα πήγε και τον βρήκε μια φτωχή χήρα με σπαραγμένη καρδιά. Έπιασαν το μοναχογυιό της αιχμάλωτο και ζητούσε από τον καλόν Επίσκοπο να τον απελευθερώση. Οι θρήνοι της ράγιζαν ακόμη και τις πέτρες.

Ο Παυλίνος τη συμπόνεσε, έκλαψε μαζί της. Έψαξε και ξανάψαξε το αδειανό του σπίτι. Απελπισμένος διεπίστωσε πως δεν είχε μείνει πια τίποτε για να δώση. Ξαφνικά του ήρθε κάποια έμπνευσις.

— Βλέπεις κι εσύ ή ίδια, είπε στην πονεμένη μητέρα, πως δεν μου έμεινε πια τίποτε για να ανακουφίσω τη δυστυχία που μας βρήκε από τις αμαρτίες μας. Ό,τι διαθέτω αυτή τη στιγμή είναι ο εαυτός μου. Ευχαρίστως τον προσφέρω για να πάρης πίσω το παιδί σου.

Η απαρηγόρητη γυναίκα τα έχασε προς στιγμήν. Νόμιζε πως ο Επίσκοπος ήθελε να την ξεγελάση και ξέσπασε σε ασυγκράτητο οδυρμό. O Παυλίνος της είπε τότε να τον ακολουθήση. Επήγαν στον βάρβαρο που κρατούσε το γυιό της και για μεγάλη της ανακούφισι είδε πως κατώρθωσε να κάνη την ανταλλαγή.

Μαζί με πολλούς άλλους αιχμαλώτους ωδηγήθηκε και ο Παυλίνος στην Αφρική. Όταν έγινε η διανομή, αυτόν τον κράτησε στην υπηρεσία του ο γαμβρός του Ηγεμόνος των Βανδάλων και τον έβαλε να καλλιεργή τον κήπο του.

Με μεγάλη επιμέλεια επεδόθηκε ο Άγιος Επίσκοπος στη δουλειά που του ανέθεσαν να κάνη. Κάθε μέρα έφερνε στο τραπέζι του αφέντη του καλοπεριποιημένα λαχανικά και φρούτα. Με την καλωσύνη και την εργατικότητά του κέρδισε την εκτίμησί του. Συχνά πήγαινε στον κήπο και κουβέντιαζαν μαζί χίλια δυό πράγματα. Ο βάρβαρος θαύμαζε τη σοφία και την πολυμάθεια του δούλου του. Συν τω χρόνω δημιουργήθηκε μία στενή φιλία μεταξύ του ξένου αιχμαλώτου και του νεαρού δουκός.

Ύστερα από πολύ καιρό είπε μία μέρα, εκεί που συνομιλούσαν στον κύριό του ο Παυλίνος, κάπως αινιγματικά:

—    Είναι καιρός να φροντίσετε για τη μελλοντική διοίκησι του βασιλείου σας.

—    Γιατί το λες αυτό, Παυλίνε; ρώτησε ο νεαρός δούκας.

Στην αρχή ο Παυλίνος αρνήθηκε να δώση περισσότερες εξηγήσεις. Ύστερα όμως εξαναγκάσθηκε να του φανέρωση, πως του είχε αποκαλύψει ο Θεός, ότι θα πέθαινε πολύ γρήγορα ο γέρο-βασιλιάς. Ο δούκας, αν και δεν το πολυπίστεψε, το είπε στον πενθερό του. Εκείνος πάλι θέλησε από περιέργεια να γνωρίση αυτόν τον παράξενο άνθρωπο που άκουγε, καθώς έλεγε, τον Θεό του να του ομιλή.

— Έλα αύριο να φάμε μαζί το μεσημέρι και θα τον δης στο τραπέζι μου, του είπε ο γαμβρός του.

Την άλλη μέρα ο βασιλιάς πήγε στο παλάτι του δουκός. Ο Παυλίνος, όπως συνήθιζε πάντοτε, έφερε φρέσκα φρούτα στο τραπέζι. Σαν τον είδε ο βασιλιάς ταράχτηκε.

— Κάποιο μυστήριο κρύβει ο άνθρωπος αυτός, ψιθύρισε στ' αυτί του γαμβρού του.

Όταν ο Παυλίνος απομακρύνθηκε, του διηγήθηκε ένα παράξενο όνειρο που είχε ιδεί την περασμένη νύκτα.

— Μου φάνηκε πως με πήγαιναν δεμένο στο κριτήριο, για να δικασθώ τάχα για όλες μου τις πράξεις. Ανάμεσα στους δικαστάς μου, που ήσαν πολλοί, βρισκόταν και τούτος ο άνθρωπος. Έδειχνε πως κατείχε ξεχωριστή θέσι, γιατί πρόσταξε να πάρουν το σκήπτρο από τα χέρια μου και μ' αυτό να με δείρουν. Για ρώτησε τον να σου φανερώση ποιός είναι. Μα την άλήθεια, δεν μου φαίνεται συνηθισμένος άνθρωπος.

Παραξενεμένος ο δούκας απ' όσα άκουσε από το στόμα του πενθερού του, πήρε παράμερα τον αιχμάλωτό του κι άρχισε να τον εξετάζη για την πατρίδα και την καταγωγή του.

— Είμαι δούλος του Θεού, έλεγε ο Παυλίνος, που συ δέχτηκες να τον κρατήσης αντί του γιού της χήρας.

Ο δούκας όμως, δεν ήθελε πια να πεισθή. Τον ώρκιζε λοιπόν με όρκους φοβερούς να του φανερώση την αλήθεια.

Έτσι ο Παυλίνος αναγκάσθηκε να φανέρωση, πως ήτο Επίσκοπος και πως θεληματικά παραδόθηκε αιχμάλωτος για την αγάπη του πλησίον του. Σαν άκουσε αυτές τις αποκαλύψεις ο κύριός του, τόσο τον ευλαβήθηκε, που έπεσε στη γη και του φιλούσε τα πόδια. Ύστερα τα διηγήθηκε όλα στο βασιλιά κι οι δυο μαζί φώναξαν τον Παυλίνο και τον είπαν:

— Ζήτησέ μας ό,τι θέλεις, για να σε στείλωμε με πολλά δώρα, όπως σου ταιριάζει, πίσω στην πατρίδα σου, γιατί είναι άπρεπο να κρατάμε εδώ αιχμάλωτο έναν άνθρωπο σαν κ' εσένα.

Ο Παυλίνος τους ευχαρίστησε για τις καλές τους διαθέσεις, αλλά δεν δέχτηκε να πάρη δώρα.

— Σε τίποτε δεν θα μου χρησιμεύσουν, έλεγε. Αν όμως επιθυμήτε πραγματικά να κάνετε κάποιο καλό, ελευθερώστε όλους τους συμπατριώτες μου που κρατάτε εδώ αιχμαλώτους.

Οι ηγεμόνες δέχτηκαν ευχαρίστως να κάνουν για χατήρι του αυτή την προσφορά. Έγιναν έρευνες σ' όλο το βασίλειο, για να βρεθούν οι συμπατριώται του Παυλίνου. Αφού τους συγκέντρωσαν όλους, τους έστειλαν με πλοία πίσω στην πατρίδα τους μαζί με τον Επίσκοπό τους και με πολλά τρόφιμα και δώρα από τον βασιλιά.

Ύστερα από λίγο καιρό πραγματοποιήθηκε η προφητεία του Παυλίνου. ο γέρο-βασιλιάς πέθανε και τον διαδέχθηκε ο νεαρός δούκας, που σ' όλη του τη ζωή θυμόταν τον άγιο Επίσκοπο και το φωτεινό παράδειγμά του.

(Γεροντικόν, Θεοδώρας Χαμπάκη, εκδ. Λυδία)

Ο ΜΑΡΚΙΑΝΟΣ ήτο ιερεύς στην Κωνσταντινούπολη αγιώτατος άνθρωπος. Ανάμεσα στις άλλες αρετές που τον στόλιζαν υπερείχαν η ακτημοσύνη κι η ελεημοσύνη. Παράδοξος συνδυασμός!
Καθώς στεκόταν πολύ ψηλότερα από κάθε γήινο αγαθό, ο Μαρκιανός δεν απέκτησε ποτέ πράγμα δικό του, που να έχη κάποια αξία, ούτε δεύτερο ένδυμα. Όταν οι γνωστοί του τού χάριζαν κάτι, το έδινε παρευθύς στον πρώτο φτωχό, που θα συναντούσε στο δρόμο του.
Την Κυριακή που θα γίνονταν τα εγκαίνια της Εκκλησίας της Αγίας Αναστασίας, που ήτο η ενορία του, έφυγε ξημερώματα από τη φτωχή καμαρούλα του να ετοιμάση το Άγιο Βήμα. Θα λειτουργούσε ο Πατριάρχης με άλλους Αρχιερείς. Θα πήγαινε κι ο Αυτοκράτωρ με όλους τους άρχοντάς του στα εγκαίνια.
Σαν έφτασε στην Αγία Αναστασία κι ήτο έτοιμος ν' ανοίξη την εξώθυρα του μεγαλοπρεπεστάτου ναού, που αυτός ο ίδιος με την απαράμιλλη δραστηριότητά του είχε ανακαινίσει, τον επλησίασε ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, γυμνός, μελανιασμένος από το κρύο. Έδειχνε να υποφέρη πολύ. Άπλωσε διστακτικά το χέρι να του γυρέψη ελεημοσύνη. Ο Μαρκιανός έψαξε τις τσέπες του. Αλλά, συνηθισμένο πράγμα σ' αυτόν, δε βρήκε χρήματα. Έπρεπε όμως να δώση κάτι σ' εκείνον τον δυστυχή, και μάλιστα χρήσιμο. Του ράγισε την καρδιά η γύμνια του, το τρεμούλιασμά του. Ο φιλάνθρωπος ιερεύς πήρε την απόφασί του. Θα του έδινε τα ρούχα του. Δεύτερα δεν είχε, αλλ' αυτό δεν τον πείραζε. Τώρα θα φορούσε τα ιερατικά του, αφού θα έπαιρνε μέρος στη Λειτουργία. Πήγε στο σκευοφυλάκιο, εφόρεσε τα άμφιά του και όλα του τα ρούχα τα έδωσε στο φτωχό. Εκείνος έμεινε με το στόμα ανοικτό μπροστά σε τόση καλωσύνη.
Ήλθαν στο μεταξύ κι οι άλλοι κληρικοί με τον Πατριάρχη και άρχισε ή Θ. Λειτουργία. Μα κάτι παράδοξο συνέβαινε εκείνη την ημέρα. Τα βλέμματα του εκκλησιάσματος, από του Αυτοκράτορος ως του τελευταίου πιστού, είχαν καρφωθή πάνω στο Μαρκιανό. Το ίδιο και των κληρικών, μέσα στο Άγιο Βήμα. Δύο μάλιστα απ' αυτούς είχαν αρχίσει να σιγοψιθυρίζουν τις επικρίσεις τους.
— Πού βρήκε άραγε τη χρυσοΰφαντη στολή; Αυτός δεν είχε ποτέ του χρήματα. Έτσι τουλάχιστον φαίνεται.
— Δε βαρυέσαι.. Υποκρισίες. Κύτταξε, αδελφέ μου, και με διαμάντια κεντημένη. Αϊ, αυτό πια καταντά σκάνδαλο.
Όταν στο τέλος της Θείας Λειτουργίας βγήκε με το Άγιο Ποτήριο να κοινωνήση τον κόσμο ο Μαρκιανός, ένας ψίθυρος θαυμασμού ακούστησε από τα χείλη όλων. Η Εκκλησία άστραψε από το φεγγοβόλημα των αμφίων του.
Ένας ανώτερος κληρικός πλησίασε τότε τον Πατριάρχη με φανερή αγανάκτησι και του είπε:
— Δεν πρέπει η αγιωσύνη σου, Δέσποτα, να παραλείψη να συστήση κάποια μετριότητα σ' αυτόν τον άσημο κληρικό. Τέτοια στολή ταιριάζει μόνο στο βασιλέα.
Ο αγαθός γέρο - Πατριάρχης άρχισε να στενοχωριέται με τις διαμαρτυρίες του ιερατείου του. Είχε φυσικά κι ο ίδιος απορήσει με την πρωτοφανή πολυτέλεια των αμφίων που φόρεσε - έτσι τουλάχιστον νόμιζε - για την πανήγυρι ο Μαρκιανός. Τον γνώριζε όμως πολύ καλά για να τον χαρακτηρίση ματαιόδοξο. Ως τόσο, αποφάσισε να του κάνη λόγο γι' αυτό. Ευθύς λοιπόν μετά την απόλυσι και προτού ακόμη βγάλουν και οι δύο τα ιερατικά, φώναξε τον Μαρκιανό στο σκευοφυλάκιο.
— Πού βρήκες τη στολή αυτή, Μαρκιανέ; τον ρώτησε σε τόνο αυστηρό. Θα έλεγε κανείς, πως πήρες την απόφασι να συναγωνιστής σε πολυτέλεια τον Αυτοκράτορα. Ο ιερεύς πρέπει να είναι μέτριος στην εμφάνισί του, για να μη σκανδαλίζη το λαό και μάλιστα τις πτωχότερες τάξεις.
Ο ιερεύς έρριξε πρώτα ένα φευγαλέο βλέμμα στα φτωχικά λινά του άμφια, τα μοναδικά που είχε για να ιερουργή. Έπειτα κύτταξε με απορία τον Επίσκοπο του.
— Για ποιά στολή ομιλεί η αγιωσύνη σου, Δέσποτα; Αν πρόκεται γι' αυτήν που φορώ, είναι η ίδια που πήρα από τα χέρια σου, όταν πριν από εικοσιπέντε χρόνια με χειροτόνησες Πρεσβύτερο.
Ο Πατριάρχης συνωφρυώθηκε. Αϊ, ήταν πάρα πολύ να προσπαθή να τον ξεγελάση μπροστά στα μάτια του.
— Κι αυτή εδώ; του φώναξε, παίρνοντας στα χέρια του το φελόνι.
Τότε παρατήρησε, πως κάτω από τ' άμφιά του ο Μαρκιανός ήτο γυμνός κι εκείνη η πολύτιμη στολή που είχε προκαλέσει τόσο θαυμασμό και θόρυβο δεν ήταν άλλη από τη συνηθισμένη, που τόσα χρόνια τώρα τον έβλεπε να λειτουργή.
— Ποιος σ' εγύμνωσε Μαρκιανέ; Ρώτησε έκπληκτος ο Πατριάρχης.
Ο άξιος λειτουργός του Υψίστου πήρε στα χέρια του το Άγιο Ευαγγέλιο, που μόλις προ ολίγου είχε τοποθετήσει στη θήκη του και το έδειξε στον Αρχιερέα.
— Αυτό μ' εγύμνωσε, άγιε Δέσποτα.
Κατασυγκινημένος ο γέρο - Πατριάρχης έσφιξε στην αγκαλιά του τον Μαρκιανό και φιλώντας τον πατρικά του έλεγε:
— Ώ, αν όλοι οι ιερείς σ' εμιμούντο, τέκνον μου, δε θα είχαμε ανάγκη εκκλησιαστικών ρητόρων. Θα εκήρυττε το φωτεινό τους παράδειγμα.

(Γεροντικόν. Θεοδώρας Χαμπάκη,εκδόσεις Λυδία)

 

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ

ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΥ ΛΥΤΡΩΤΟΥ
Λεωνίδου Ι Φιλιππίδου (+)

Καθηγητού και Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Αθηνών

 Απόσπασμα από το βιβλίο του: Ιστορία της εποχής της Κ. Διαθήκης εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής

"και αυτόν θα αναμένουν όλα τα Έθνη" Γεν. 49, 10
"στο όνομά Του θα ελπίζουν οι λαοί" Ησ. 42, 4

Αναδημοσίευση από:
ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ   www.egolpion.com

1.  Το θέμα

Η παγκόσμια προσδοκία ενανθρώπησης του Αναζητούμενου και Νοσταλγούμενου Ενός Υψίστου Θεού, του μόνου πραγματικού Θεού, ως η μόνη που απομένει, και γι αυτό ελπίζεται, λύση του παναθρώπινου δράματος του χωρισμού Θεού και ανθρώπου.

1. – Στην Ιστορία των θρησκευμάτων, δηλ. στην θρησκειακή ιστορία όλης της ανθρωπότητας η θεανθρώπινη προσδοκία, προσδοκία παγκόσμια, προβάλλει ως αναγκαία και λογική συνέπεια της αδυναμίας του ανθρώπου να γνωρίσει τον Ένα Θεό του, τον Αναζητούμενο δια μέσου των αιώνων, και αν ενωθεί με Αυτόν, δηλ. να λυτρωθεί.................
2. – Απ’ αυτό διαμορφώθηκε σιγά σιγά στη συνείδηση της ανθρωπότηταςη προσδοκία της καθόδου στη γη του Θεού με τη μορφή ανθρώπου,και της επανόδου μέσω Αυτού, της χρυσής εποχής της αρχικής παραδείσιας κατάστασης, προσδοκία η οποία από τον ε’ π.Χ. αιώνα προβάλλει σαφής σε παγκόσμια έκταση, ως παγκόσμια θεανθρώπινη προσδοκία.

"Δεν υπήρχε λαός που δεν είχε τέτοια προσδοκία"[vii], εύστοχα δε η προσδοκία αυτή χαρακτηρίζεται ως "η μη συνειδητή νοσταλγία της ανθρώπινης ψυχής προς τον Χριστό"[viii]...........

4. – Στη συνέχεια εξετάζουμε πρώτα τις μαρτυρημένες εκδηλώσεις  της θεανθρώπινης προσδοκίας πολυθεϊστικών λαών. Μετά δε από αυτές, εξετάζουμε την θεανθρώπινη προσδοκία του αρχαίου Ισραήλ, όπως αυτή εκφράζεται στα χριστολογικά χωρία και τις Μεσσιανικές προφητείες της Π. Διαθήκης, από τις οποίες αποκαλύπτεται, ότι αυτές αναφερόντουσαν – βρήκαν δε αληθινά και την πλήρη πραγματοποίησή τους – στον εν Χριστώ Ιησού ενανθρωπήσαντα Θεό Λόγο, ήτοι τον μόνο ιστορικό Θεάνθρωπο και τον μόνο πραγματικό Λυτρωτή, τον από αιώνες Αναζητούμενο, Νοσταλγούμενο και Προσδοκώμενο. Από εδώ προβάλλει και ο χριστοκεντρικός χαρακτήρας της Π. Διαθήκης, η οποία συναποτελεί με την Καινή ενιαίο σύνολο. Γι’ αυτό και για τον σύνδεσμο αυτό, κάνουμε ιδιαίτερο λόγο.

2. – Αντιπροσωπευτικές εκδηλώσεις της θεανθρώπινης προσδοκίας.
 Οι ιερές και μυθολογικές παραδόσεις των παλαιότερων χρόνων είχαν διαδώσεισ’ όλη την Ασίατην πίστη σε κάποιον ερχόμενο Μεγάλο Μεσίτη. Τελικό Δικαστή, μέλλοντα Σωτήρα του Βασιλέως Θεού, Κατακτητή και Νομοθέτη, ο οποίος θα επανέφερε τον χρυσό αιώνα στη γη και θα έσωζε  τους Ανθρώπους από το Κακό.[ix]

α) Στην Κίνα η θεανθρώπινη προσδοκία προβάλλει από τον 6ο π.Χ. αιώνα, ως προσδοκία "του Αγίου"[x] από την Δύση[xi], του οποίου τον ερχομό νοσταλγεί ο Κομφούκιος, όταν λέει,  "δεν μου δόθηκε η ικανοποίηση να δω ένα θεάνθρωπο"[xii], το γνώρισμα του οποίου θα ήταν, ότι, ήδη πριν από τη γέννησή του, θα κατείχε την ύψιστη, την σώζουσα, την λυτρώνουσα γνώση[xiii], και θα έσωζε όλη την ανθρωπότητα[xiv] θα ήταν αληθινά θεάνθρωπος[xv].

- "Από την εποχή των βασιλέων Schun και Wen φερόταν η παράδοση ότι θα ερχόντουσαν ιερά πτηνά και ιερές χελώνες με μυστικά σημεία στο κέλυφός τους... Αυτά θα ήταν σημάδια, ότι θα ερχόταν ένας Άγιος,ο οποίος θα κυβερνούσε τον κόσμομε χέρι γεμάτο δύναμη"[xvi].

- "Ο διδάσκαλος [ο Κομφούκιος] είπε: εάν ερχόταν ένας θεόπεμπτος βασιλέας θα πετυχαινόταν σε μια γενεά η επιστροφή των ανθρώπων στο Αγαθό"[xvii].

Κατά κάποια μάλιστα πληροφορία, ο Αυτοκράτορας της Κίνας Ming-ti, κατά τις παραμονές της ελεύσεως του Χριστού, έστειλε απεσταλμένους, για να αναγνωρίσουντον Άγιον, ο οποίος, σύμφωνα με τις αρχαίες παραδόσεις επρόκειτο να εμφανιστεί στη Δύση.

Σύμφωνα με τον άλλο λόγο της Κινεζικής αρχαιότητας Meng-tsze, που εκδηλώνει επίσης την θεανθρώπινη αυτή προσδοκία στη Κίνα, ο Άγιος αυτός αναμένεται να εκδηλώσει θείες δυνάμεις ως Θεός, όντας συγχρόνως και άνθρωπος. Τον καθιστά Σωτήρα το γεγονός, ότι από τη γέννησή του κατέχει την αλήθεια.

"Η κατοχή της αλήθειας είναι η οδός του ουρανού• η αναζήτηση της αλήθειας είναι η οδός των ανθρώπων’’ γι’ αυτό εκείνος που κατέχει την ύψιστη Αλήθεια είναι θεϊκός"[xviii].

Και αλλού στην Κινεζική Γραμματεία διαβάζουμε:

"Πόσο μεγάλη είναι πράγματι η οδός του Αγίου. Αδιαλείπτως παράγει και τρέφει όλα τα όντα και ανυψώνεται στον ουρανό. Πόσο περινοείται στο μεγαλείο του. Οι ηθικοί κανόνες είναι τριακόσιοι, οι επιμέρους κανόνες είναι τρεις χιλιάδες. Αλλάπεριμένουν τον δίκαιοάνδρα, τότε το πρώτο μπορούν να επιδράσουν, περιμένουμε τον άνδρα εκείνον,τον Άγιο,ο οποίος θα σταλεί κάποτε προς εμάς. Γι’ αυτό λέγεται: χωρίς άνδρα με μέγιστη δύναμη πνεύματος, που πορεύεται την ύψιστη Οδό, δεν πραγματοποιείται αυτό"[xix].

Και στη συνέχεια λέγεται για τον αναμενόμενο αυτόν Άγιο:

"Εκείνοι που είναι μακριά από αυτόν προσβλέπουν με νοσταλγία προς αυτόν• εκείνοι που είναι κοντά του δεν αισθάνονται κούραση σ’ αυτόν"[xx].

Στο Lun-yü 19, 25 περισώθηκε η ακόλουθη, οπωσδήποτε μεσσιανικού περιεχομένου, παμπάλαια εκδήλωση της Κινεζικής νοσταλγίας προς τον Άγιο,

"Ό,τι αυτός επιτάσσει, γίνεται νόμος• ό,τι διατάσσει, αυτό γίνεται. Δίνει σ’ αυτούς ειρήνη και έρχονται κοντά του. Ό,τι ενεργεί έχει συνέπεια. Η ζωή του είναι λαμπρή, ο θάνατός του προξενεί θλίψη"[xxi]

Σ’ αυτόν τον ερχόμενο Άγιο, ο οποίος αναμενόταν από την αρχαιότητα με μεγάλη νοσταλγία και βεβαιότητα, ψάλλεται ο εξής ύμνος, που προδιατυπώνει εκείνα που ανέμεναν από αυτόν.

‘’Μόνο ο επί γης ύψιστος Άγιος δύναται να είναι τόσο ευήκοος, διορατικός, προορατικός και σοφός, ώστε να μπορεί να πλησιάσει αυτόν τον κόσμο. Μόνο αυτός είναι τόσο μακρόθυμος, μεγαλόψυχος, πράος και γλυκύς, ώστε να μπορεί να τον υποφέρει. Μόνο αυτός είναι τόσο εμψυχωτής, ισχυρός, σταθερός και τολμηρός, ώστε να μπορεί να τον συγκρατεί. Μόνο αυτός είναι τόσο σύμμετρος, σοβαρός, μετριόφρων και δίκαιος, ώστε να μπορεί να προκαλεί τον σεβασμό για τον εαυτό του. Μόνο αυτός έχει αρκετή τάξη και συνέπεια, οξύνοια και παρατηρητικότητα, ώστε να μπορεί να διακρίνει.

Ευρύς και κοινός σε όλους αυτός είναι σαν βαθειά πηγή, που στέλλει το νερό της στην ώρα της. Με την ευρύτητά του και την επικοινωνία του με όλους είναι σαν τον ουρανό• με την βαθειά του ιδιότητα ως Πηγής, είναι σαν την άβυσσο.

Όταν φανερώνεται, τον τιμά όλος ο λαός. Όταν μιλεί, πιστεύει σ’ αυτόν όλος ο λαός. Όταν ενεργεί, χαίρεται όλος ο λαός. Γι’ αυτό απλώνεται το όνομά του και η φήμη του στο Μέσο Βασίλειο και επιδρά μέχρι τον μακρινό Νότο και Βορρά. Όπου πλοία και οχήματα φθάνουν, όσο φθάνει των ανθρώπων η δύναμη, ό,τι σκεπάζει ο ουρανός και βαστάζει η γη, όπου φέγγει ο ήλιος και η σελήνη, όπου πέφτει ωρίμανση και δρόσος, κάθε τι που έχει συνάμα και πνοή, τον τιμά και τον αγαπά. Γι’ αυτό λέγεται: αυτός είναι ουράνιος[xxii].

Χαρακτηριστική είναι η συνολική εικόνα που προβάλλεται από την Κινεζική Γραμματεία, για τον νοσταλγούμενο και αναμενόμενο Θεάνθρωπο, για την προσωπικότητα και το έργο του, όπως αυτή εκτίθεται από τις πηγές σε μονογραφία, από μετάφραση της οποίας αναδημοσιεύτηκαν τελευταία[xxiii], μεταξύ άλλων, και τα εξής:

"Στο Li-Ki, το τελετουργικό της Κινεζικής Γραμματείας, γίνεται λόγος σχετικά με τον χρόνο, κατά τον οποίο τα πάντα πρόκειται να αποκατασταθούν στην προηγούμενή τους λαμπρότητα με τον ερχομό κάποιου Ήρωα, που ονομάζεται Κιούν-τσεού [όνομα που σημαίνει "ποιμένας" και "άρχοντας"], για τους αγώνες και τα παθήματα του οποίου κάνει λόγο η Κινεζική Γραμματεία. Τα κείμενα τον επονομάζουν, αγιώτατο, καθολικό διδάσκαλο, κυρίαρχη Αλήθεια.

Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις περί αυτού, που αναφέρονται στην Κινεζική Γραμματεία, αυτός επρόκειτο να αποσταλεί από τον ουρανό στις δυτικές χώρες, θα γνώριζε δε τα πάντα και θα είχε κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη. Ο Άγιος αυτός υπήρχε προ του ουρανού και της γης. Είναι ο ποιητής, δημιουργός και αίτιος του ουρανού, της γης και όλων όσων υπάρχουν σ’ αυτά και ο συντηρητής των πάντων. Αυτός μόνος γνωρίζει την αρχή και το τέλος του σύμπαντος. Όσο μεγάλος κι αν είναι, έχει και φύση ανθρώπινη, όμοια με την δική μας. Είναι και τέλειος άνθρωπος, όπως εμείς, και ο μόνος κύριος του ανθρώπινου γένους. Αυτός και μόνο είναι άξιος να θυσιαστεί στον υπέρτατο δεσπότη και άρχοντα του κόσμου, τον Siang-ti [τον ουρανό]. Αυτός θα αποκαταστήσει την τάξη και την ειρήνη στον κόσμο, συμφιλιώνοντας τον ουρανό με τη γη. Θα προσδοκάται ως θεμελιωτής κάποιου Νόμου άγιου, ο οποίος θα καταστήσει τον κόσμο ευτυχισμένο. Θα δημοσιεύσει αυτόν στο βασίλειο, το οποίο βρίσκεται στο μέσο του σύμπαντος, από εκεί δε θα εκχυθεί ο νόμος αυτός ο ιερός έως τις εσχατιές της γης και θα πληρώσει τα πάντα, θα τηρηθεί παντού, από την ανατολική θάλασσα έως την δυτική και από τον ένα μέχρι τον άλλο πόλο. Κάθε ον λογικό και αναπνέον, κάθε τι που φωτίζει ο ήλιος θα είναι υπό την δεσποτεία του. Ο προσδοκώμενος Άγιος είναι ενωμένος με τον Ουρανό [=ύψιστο Θεό], γι’ αυτό ονομάζεται "Ουρανάνθρωπος" [=Θεάνθρωπος] ή "ανθρωπουρανός" [ανθρωπόθεος]. Η ένωση αυτή του Αγίου με τον ουρανό [Θεό] δεν είναι επιγενής• ενώ γεννιόταν ήταν συγχρόνως ενωμένος μαζί του.

- Θα εμφανιστεί στον κόσμο, όταν ο κόσμος θα είναι καλυμμένος από το πιο πυκνό σκοτάδι της αμάθειας και της δεισιδαιμονίας, όταν η αρετή θα έχει ξεχαστεί, η δε κακία θα κυριαρχεί στους ανθρώπους. Αλλά μετά ο Άγιος θα επαναφέρει τα πάντα στην πλέον ευτυχή κατάσταση.

- Αυτός θα είναι στον κόσμο και όμως ο κόσμος δεν θα τον αναγνωρίσει, θα πληγωθεί, θα μαστιγωθεί, αντ’ αυτού θα αφεθούν ελεύθεροι οι κακοποιοί, θα ραγούν οι πλάστιγγες, αλλά, παρ’ όλα αυτά, τίποτα δεν θα ξεφύγει από την τάξη του. Η ασφάλεια και η κοινή ειρήνη θα επανέλθουν. Εκείνος που πρόκειται να αναλάβει από μόνος του τον ρύπον του κόσμου θα είναι Κύριος και αρχιθύτης. Εκείνος που πρόκειται να αναλάβει τις δυστυχίες όλης της οικουμένης θα είναι βασιλιάς.

- Οι οδοί προς την τελειότητα θα είναι άβατοι, μέχρις ότου ο Άγιος των αγίων θα τους εγκαινιάσει, αποτυπώνοντας πάνω σ’ αυτούς τα βήματά του. Οι λαοί θα τον προσκυνήσουν. Συγχρόνως όταν τον δουν και τον ακούσουν, θα τον ακολουθήσουν. Όλοι ομόφωνα θα ψάλλουν τα θαυμάσιά Του. Το σύμπαν θα αντηχήσει από το όνομά του και θα γεμίσει από την μεγαλειότητα του. Η Κίνα θα απολαύσει τις ακτίνες της δόξας του, οι οποίες θα εισδύσουν και θα διαχύσουν το φως τους στα άγρια έθνη, στις άβατες ερημιές και στις απρόσιτες χώρες. Και στο ένα και στο άλλο ημισφαίριο από το ένα έως το άλλο άκρο της θάλασσας καμμία χώρα δεν θα υπάρξει, καμμία ακτή, κανένας τόπος, που φωτίζεται από τα αστέρια, που βρέχεται από την δροσιά, που κατοικείται από ανθρώπους, η οποία και ο οποίος να μην ευλογεί και τιμά το όνομά του.

Οι λαοί τον προσμένουν όπως τα μαραμένα φυτά την δροσιά. Οι οδοί του είναι ανεξιχνίαστες.. Η αρετή του θα καλύψει όλη την γη. Θα χαράξει στο κάθε τι νέα ζωή και νέα δύναμη και θα υψωθεί μέχρι τον ουρανό [Τιεν]. Πόσο ευρύ και απέραντο στάδιο θα ανοίξει για μας! Ποιοι νόμοι και καθήκοντα νέα θα αναφανούν! Ποια μεγαλοπρεπή δόγματα και εορτές ιερές! Αλλά πως θα διατηρήσουμε αυτά, εάν αυτός δεν γίνει τύπος και υπογραμμός μας; Μόνη η παρουσία του μπορεί να προπαρασκευάσει και να διευκολύνει την εκπλήρωση όλων αυτών;

β) Και στην Βαβυλωνία προσδοκούσαν σωτήρα και λυτρωτή ως θεό που θα ενανθρωπήσει. Σ’ αυτούς χρησμοί προμηνούσαν ότι στη Δύση θα φανεί ένας μεγάλος Βασιλέας, ο οποίος θα κυριαρχήσει σ’ όλες τις χώρες της γης με δικαιοσύνη, ειρήνη και χαρά και όλοι οι λαοί θα γίνουν ευτυχισμένοι.

γ) Στους Άριους λαούς. – Σε αντίθεση προς τα σημιτικά θρησκεύματα, τα οποία κυριαρχεί στον άνθρωπο το δέος έναντι του φοβερού και γι’ αυτό απροσπέλαστου Θείου,τα θρησκεύματα των Αρίωνπαρουσιάζουν έκδηλη την μεταξύ του Θείου και ανθρώπων επικοινωνία και οικειότητα. Με την έννοια δε αυτή ονομάζονται αυτά στην θρησκειολογική ορολογία ‘’θεανθρωπικά’’ [theanthropish ή gottmenschlich]. Στην ιδιοτυπία αυτή των αρίων θρησκευμάτων οφείλεται το πλήθος των φανταστικών θεανθρώπων, που κατά περιόδους, για τη σωτηρία του κόσμου, νοσταλγούσαν, έπλαθαν και προσδοκούσαν, δια μέσου των οποίων και υπό τους οποίους εκφράζεται η ασίγητη νοσταλγία και προσδοκία ενός πραγματικού, ήτοι ιστορικού προσώπου, πραγματικού  Θεανθρώπου λυτρωτού.

1. – Στους Ινδούς
1. – Αποδείχτηκε ήδη από τα κείμενα της Ινδικής Γραμματείας, α) ότι σ’ όλες τις φάσεις της Ινδικής θρησκείας βρίσκουμε έκδηλη την ισχυρή συνείδηση στους ανθρώπους περί αμαρτιών και ενοχής – μάλιστα και προπατορικής – έναντι του θείου και β) ότι όλα τα εξιλαστήρια μέσα, τα οποία προσφέρει η Ινδική θρησκεία και τα οποία με αφοσίωση ασκούν και χρησιμοποιούν οι ευσεβείς Ινδοί, δεν δημιουργούν τη βεβαιότηταπραγματικήςαπαλείψεως της ενοχής, τ.ε. πραγματικήςλυτρώσεως. Ούτε καν ευχαριστήρια προσευχή βρίσκουμε κάπου στα ινδικά θρησκεύματα για αμαρτία, που πραγματικά συγχωρήθηκε. Νοσταλγούν οι Ινδοί, αφ’ ότου εμφανίστηκαν στην υδρόγειο, λύτρωση από την αμαρτία και από την ενοχή, αλλά δεν την βρίσκουν. Εξ αυτού η νοσταλγία προς ένα λυτρωτή• η προσδοκία της επικείμενης ελεύσεώς του ως σωτήρα ήταν τόσο μεγάλη, ώστε όσες φορές προσέφεραν αιματηρή θυσία οι Ινδοί, συνηθέστατα πρόβατο, εκραύγαζαν: ‘’πότε θα γεννηθεί ο λυτρωτής;".

2. – Η συνολική εικόνα που προβάλλει από όλη την Ινδική Γραμματεία περί της έντονης νοσταλγίας λυτρωτή στις Ινδίες, κατά περιόδους, συνοψίζεται στις εξής χαρακτηριστικές γραμμές: Κατ’ αρχάς στη γη υπήρξε μια χρυσή περίοδος ύψιστης ανθρώπινης ευτυχίας και ηθικής τελειότητας [η περίοδος Krta-yuga]. Οι άνθρωποι γνώριζαν και λάτρευανένα και μοναδικό θεό,ήταν αγαθοί, ηθικοί, ελεύθεροι  από σφάλματα, αμαρτίες, επιθυμίες και ασθένειες. Η γη ήταν πάρα πολύ εύφορη, πλούσια σε άριστα βρώσιμα προϊόντα, σε καρπούς και σε άνθηση. Αλλά επέρχεται η αμαρτία στον κόσμο και μαζί μ’ αυτή και η ασθένεια, η βραχυζωΐα, η φθορά και ο θάνατος. Ο κόσμος, οι άνθρωποι γίνονται όλο και περισσότερο κακοί, πέφτουν στην απιστία, στην λησμοσύνη του Θεού, στην αδικία και διαφθορά. Φοβερές καταστροφές, θεομηνίες, προμηνύουν το τέλος του κόσμου. Μετά αναμένεται η έλευση ενός σωτήρα του κόσμου, ο οποίος θα πραγματοποιήσει τη λύτρωση και θα ανακαινίσει την αρχέγονη χρυσή εποχή. Με την εμφάνισή του θα καταστήσει ευτυχές το σύμπαν και όλοι οι θεοί και οι πλανήτες θα συγκεντρωθούν για να τον ανυμνήσουν. Αυτός φέρνει στον κόσμο σωτηρία και εκμηδενίζει κάθε ενοχή. Θα δημιουργήσει καινή γη, όπου η βασιλεία του θα κυριαρχήσει με μακαριότητα.

Στον ινδικό μύθο δε περί του σοφού βασιλέα Vispascit, στον οποίο αντικατοπτρίζεται η νοσταλγία αυτή για λυτρωτή, λέγεται ότι και αυτός, άξιος των ουρανών, λόγω των αγαθών των πράξεων, εξαρπάζει από τα βάσανα του Άδη μυριάδες αμαρτωλών που πάσχουν, θεωρώντας για τον εαυτό του μέγιστη ευτυχία, εάν αυτοί ευτυχήσουν μέσω των παθημάτων του. Από αυτά υποδηλώνεται, ότι στις Ινδίες η έντονη νοσταλγία λυτρωτή τον οραματιζόταν και ως λυτρωτή και των ευρισκομένων στον Άδη, και ότι εξάρπαζε αυτούς, μέσω των δικών του παθημάτων, από την αμαρτία και τις θανάσιμες συνέπειές της, πραγματοποιουμένης έτσι πλήρους και καθολικής λυτρώσεως και των ζώντων και των απ’ αιώνων νεκρών. Τέτοια νοσταλγία λυτρωτή συναντάμε:

- Στον Βεδισμό,
Στο αρχαιότατο ινδικό θρήσκευμα, όπου οAgni, ο θεός της φωτιάς και του ήλιου, ως "φως του κόσμου" προσδοκάται να ενανθρωπήσει εκ παρθένου, αποστελλόμενος από τον ουράνιο πατέρα ως μεσίτης μεταξύ θεού και κόσμου.

- Στον Μαχαγυάνα Βουδισμό,
και στον μεταγενέστερο, εξελιγμένο Βουδισμό [της maha-yana, της "μεγάλης οδού"], όπου διδάσκεται και επιδιώκεται η καθολική λύτρωση, σε αντίθεση προς τον αρχικό, τον Χιναγυάνα [της hina-yana, της "μικράς οδού"] Βουδισμό, και στον Βουδισμό του ιστορικού Βούδα, του Γκοτάμα Σιδδάρτα Σακυαμούνι, όπου επιδιώκεται η κατ’ άτομο και όχι η γενική λύτρωση.

Στον Μαχαγυάνα Βουδισμό, που διαμορφώθηκε στις Β. Ινδίες κατά ουσιώδη παραλλαγή από τον αρχηγό Χιναγυάνα Βουδισμό, ο Βούδας δεν είναι πλέον το γνωστό ιστορικό πρόσωπο, αλλά θεωρείται ως η ενσάρκωση ενός αιώνιου ύψιστου. Όντος, απόλυτης τελειότητας και σοφίας. Το ουράνιο και αιώνιο αυτό Ον, το οποίο δήθεν ενανθρώπησε στον ιστορικό Βούδα, ονομάζεται Dhyani-Buddha [ουράνιος Βούδας] ή Amitabha [απροσμέτρητο φως] ή Amita-ayus [απροσμέτρητη ζωή]. Μετά την είσοδο, κατά τη διάρκεια της ζωής, του ιστορικού Βούδα στη Νιρβάνα [="σβέση"], αυτός, όπως και όλοι οι κατά το πρότυπο αυτού εισερχόμενοι σ’ αυτή τη ζωή, θεωρούνται ως ανύπαρκτοι πλέον στην πραγματικότητα και νοούνται ως να μην υπήρξαν ποτέ πραγματικά. Αυτοί ήταν ακτινοβολίες μόνο του υψίστου Ενός, του Dhyani-Buddha.

Από αυτά γίνεται φανερό, ότι οι φερόμενες δήθεν ενανθρωπήσεις του Dhyani-Buddha είναι στην πραγματικότητα ανύπαρκτες και φανταστικές, αφού και τα ιστορικά πρόσωπα, στα οποία δήθεν ενανθρώπησε αυτός, όχι μόνο σβήνουν με την είσοδό τους στη Νιρβάνα, αλλά και θεωρούνται ως να μην υπήρξαν στην πραγματικότητα ποτέ.

Ό,τι παραμένει από τον μύθο αυτό είναι η επιστροφή ή κατάληξη του Βουδισμού στην φυσιολογική κοίτη της πανανθρώπινης πίστης σε Ένα ύψιστο Ον και η νοσταλγία ενανθρωπήσεώς του χάρη της από τους ανθρώπους νοσταλγούμενης λύτρωσης.

Κατά τα πηγαία κείμενα του ινδικού Βουδισμού, ήδη ο Βούδας  Gotama, ο ιστορικός Βούδας, απέκρουσε επανειλημμένως και κατηγορηματικώς ισχυρισμούς οπαδών του, ότι η διδασκαλία του είναι ανυπέρβλητη και ότι, συνεπώς, δεν πρόκειται να υπάρξει στο μέλλον ανώτερη διδασκαλία κάποιου άλλου. Αντίθετα ο Βούδας, ο οποίος, ως γνωστό έδρασε τον Ε’ αι. π.Χ., προείπε τα εξής: "μετά 500 έτη θα χρεωκοπήσει η διδασκαλία μου"[xxiv], "ως εάν είχε αυτός προαισθανθεί ό,τι επακολούθησε. Και είμαι πεπεισμένος: εάν είχε αυτός ζήσει τον Γολγοθά και την Ανάσταση, θα ανήκε σε εκείνους, οι οποίοι θα είχαν πέσει στα πόδια του Ιησούν αναφωνώντας: Κύριέ μου και Θεέ μου"[xxv]

Ο ίδιος ο Βούδας φέρεται στα κείμενα του Μαχαγυάνα Βουδισμού αφηγούμενος για ένα κοσμοκράτορα της αρχέγονης εποχής της ανθρωπότητας, κατά την κυριαρχία του οποίου αυτή έζησε τον χρυσό αιώνα της. Την χρυσή αυτή εποχή διαδέχτηκε πτώση, διαφθορά και βραχυζωΐα των ανθρώπων. Των συμφορών τούτων προλέγει ο Βούδας την επιδείνωση μέχρι αποθηριώσεως και αλληλοεξοντώσεως των ανθρώπων, οι οποίοι θα φεύγουν στις ερημιές, τα όρη και τα νησιά – μετά τα οποία οι άνθρωποι, έχοντας συνείδηση της δικής τους υπαιτιότητας για την κατάσταση αυτή, θα αποφασίσουν να ζήσουν καλύτερη ζωή και να επανέλθουν στην αρχική χρυσή εποχή της ευτυχίας. Αυτή θα πραγματοποιηθεί επί της ηγεμονίας κάποιου επιφανή ειρηνικού ηγεμόνα, θα εμφανιστεί στον κόσμο ο Metteya [κατά την Ινδική διάλεκτο Πάλι] ή σανσκριτικά ο Maitreya, χρυσίζων, πάμφωτος, ακτινοβολών, εκπέμπων αίγλη, αφάνταστα ωραίος, ασύγκριτος στο κάλλος και το μεγαλείο, λάμποντας στο σύμπαν σαν αστραπή. Ανά πάσα στιγμή θα εκπορεύονται από αυτόν εκατοντάδες μυριάδες ακτίνες φωτός• όπου πατεί θα αναβλασταίνουν άνθη.

Αυτός δεν νοείται ως ενσάρκωση και πάλι του ιστορικού Βούδα, ούτε ως θεοποίησή του, δεν ταυτίζεται με αυτόν, αλλά νοείται ως διαφορετική προσωπικότητα. Ο Metteya ή Maitreya θα είναι ο υπερτέλειος, ο άκρως φωτισμένος, ο ειδήμων της ορθής οδού και της ορθής γνώσης, γνώστης του σύμπαντος, ασύγκριτος παιδαγωγός και τιθασσευτής των ανθρώπων, ανίκητος διδάσκαλος θεών και ανθρώπων. Θα αποκαλύψει στους θεούς και τους ανθρώπους υπερβατικές αλήθειες από την πληρότητα της σοφίας του, θα διδάξει, θα κηρύξει, θα οδηγήσει στην ενάρετη ζωή, θα εγκαινιάσει πλούσια θρησκευτική ζωή και θα είναι ανίκητος [Ajita] νικητής του κακού. Εγκαινιάζοντας ειρήνη και δικαιοσύνη στον κόσμο, θα εκπληρώσει όλες τις εσώτατες επιθυμίες και νοσταλγίες των ανθρώπων και θα τους οδηγήσει σε απεριόριστη σωματική, ψυχική και πνευματική ευτυχία. Θα ανακαινίσει την πρωτεύουσα του βασιλείου του, μετονομάζοντάς την με καινούριο όνομα, σ’ αυτή δε θα ετοιμάζονται τα ουράνια ενδύματα, ουράνια κοσμήματα και ουράνια εδέσματα και θα είναι αυτή ως στολισμένος παράδεισος, γεμάτος με πανευτυχείς ανθρώπους.

Και τα άγρια φυτά και τα δέντρα των δασών θα ανθίζουν τότε και θα καρποφορούν, ευκρασία αέρων θα ρυθμίζει τις εποχές του έτους, διατηρώντας την άνθηση και την καλή καρποφορία αειθαλή.

Ο Μέγας αυτός Ειρηνευτής, περιστοιχούμενος από πλήθος μαθητών και οπαδών, θα περιέρχεται πόλεις και χωριά, οδηγώντας θεούς και ανθρώπους σε σωτηρία και ειρήνη. Η διδασκαλία του θα κυριαρχήσει ως ακατάλυτος Νόμος και θα ηχήσει ως ουράνια μελωδία, θα παρέχει δε στους ανθρώπους τον πραγματικά οίνο της αλήθειας, κατανέμοντας στον καθένα από τα δικά του χαρίσματα κατά το μέτρο της δεκτικότητας καθενός, μέχρι και αυτές τις υπερφυσικές γνώσεις. Όλος ο λαός θα διδαχθεί απ’ αυτόν και η διδασκαλία του θα εξαπλωθεί ευρύτατα. Οσάκις, έστω και από πολύ μακρινή απόσταση, θα βλέπει ανθρώπους να επιθυμούν να επιστρέψουν στην ευθεία οδό, θα προσέρχεται αυτοστιγμή σ’ αυτούς και θα τους προσελκύει. Με την εμφάνισή του οι άνθρωποι και των πλέον διαφορετικών τάξεων, θα προσκολλώνται στην προστασία του μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους μέχρι τον θάνατο. Όσοι θα δεχτούν τον λόγο του και θα ζουν με εγκράτεια θα λυτρωθούν από τον θάνατο, με τη μελέτη δε των ιερών του λόγων θα απαλλάσσονται από τις αμαρτίες και θα ανέρχονται στον ουρανό σε μεγάλο αριθμό.

Είναι αδύνατο να εκφράσει κανείς με λόγια την ολοκληρωτική πληρότητα της ευτυχίας των ανθρώπων, η οποία θα εγκαινιαστεί δια του Maitreya, όταν δε λήξει η επίγεια ζωή τους, θα απολαμβάνουν ατελείωτη αυτομακαριότητα. Γι’ αυτό, φέρεται να προτρέπει ο Βούδας, εν κατακλείδι των παραπάνω, τα εξής: ασκείται παρθενία, σκορπίζετε δώρα ανάλογα με την αξία αυτών που τα παίρνουν, τηρείτε τις νηστήσιμες ημέρες, στοχάζεσθε τους συνανθρώπους με συμπάθεια, να είστε ζηλωτές καλών έργων. Εάν στη ζωή αυτή προετοιμάσετε την σωτηρία, θα εφελκύσετε την λήξη των θλίψεών σας. Μόνο όσοι ζουν με τόση ευσέβεια και φιλανθρωπία και διαβάζουν τα ιερά κείμενα και αποξενώνονται από τα υλικά αγαθά τους και όσοι θα αποδεχτούν την διδασκαλία του Mettaya [Maitreya] θα δουν τον λυτρωτή και στην μέλλουσα ζωή"[xxvi].

Παρόμοια είναι η διατύπωση για τον Metteya [Maitreya] στα κείμενα του Κινεζικού Βουδισμού, συνυφασμένη τόσο σ’ αυτά, όσο και στα ινδικά προς τις ιδιοτυπίες και των δύο λαών, της όλης κοσμοθεωρίας και βιοθεωρίας τους και προς τις λοιπές θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, από τις οποίες αποχωρίσαμε τις ανωτέρω περί Metteya [Maitreya] γραμμές, διότι αυτές μόνο μας ενδιαφέρουν εδώ, επειδή παρέχουν την εικόνα του προσδοκώμενου λυτρωτή και του νοσταλγούμενου απολυτρωτικού του έργου.

- Στον Θιβετικό Βουδισμό
Μεταξύ των παναρχαιοτάτων θρησκευτικών στοιχείων, τα οποία πολύ αργότερα αναμίχθηκαν με τον Βουδισμό του Θιβέτ, είναι και τα ευρισκόμενα στο εθνικό έπος (Κεζάρ) της Θιβετιανής Γραμματείας, στο οποίο διατυπώνεται η προσδοκία λύτρωσης της ανθρωπότητας από τον βασιλέα των θεών Υπέρθεο δια μέσου παρθενογέννητου θεανθρώπου λυτρωτού, υιού του υψίστου Θεού και Θεού του, ο οποίος θα ακτινοβολεί θείο φως ως πάμφωτος ήλιος και θα αποκαταστήσει, ως θεός λυτρωτής, την ανθρωπότητα στην αρχέγονη χρυσή εποχή της, εξαφανίζοντας το Κακό. "Όσες φορές Θιβετιανός γίνεται χριστιανός βλέπει την παλαιά αυτή προσδοκία λυτρωτή να έχει εκπληρωθεί στον Χριστό"[xxvii].

- Στον Χινδουισμό
Σ’ αυτόν η λυτρωτική νοσταλγία εκφράζεται στην ιδέα της Βαγκαβάδγκιτα[xxviii] περί αναγκαιότητας των ενανθρωπήσεωντου ύψιστου Θεού [Βίσνου] προς βοήθεια και λύτρωση των ανθρώπων. Οι άνθρωποι μόνοι τους, δεν μπορούν να βοηθήσουν τους εαυτούς τους, επομένως πρέπει ο Θεός να κατέρχεται στη γη από καιρού εις καιρό, κατά περιόδους, για τη λύτρωσή τους. Από αυτό και η κατά περιόδους προσδοκία της ενανθρωπήσεως [Avatara] του Θεού, υπό διάφορα κάθε φορά ονόματα, για να μπορούν οι πιστοί με τον θεάνθρωπο και δι’ αυτού να ανέρχονται στον ουρανό.

Σε αντίθεση δε προς τις άλλες ενανθρωπήσεις του θεού Βίσνου, οι οποίες ανήκουν στο παρελθόν, προσδοκάταιη τελευταία ενανθρώπηση[Avatara]αποκλειστικώς στο μέλλον:στο τέλος του κακού αιώνα αυτού του κόσμου [Kali-Yuga], αναμένεται η εμφάνιση του Βίσνου ως θεανθρώπου, υπό το όνομα Kalki [= ο καταλύων το στίγμα, λυτρωτής, που αναλαμβάνει από μόνος του τα στίγματα των ανθρώπων προς εξάλειψή τους], "ο βλαστόςτου Puranapurusa [= του θεού Βίσνου που  τελεί στην υπερβατική κατάσταση]", αποστράπτοντας όπως ο ήλιος, για να επαναφέρει την ανθρωπότητα στον αρχέγονο χρυσό αιώνα, να κρίνει τους κακούς, να αμείψει τους αγαθούς και να πραγματοποιήσει την συντέλεια του κόσμου.

α.- Η προλυτρωτική περίοδος [Kali-Yuga] χαρακτηρίζεται στα ινδικά κείμενα, στα οποία περισώθηκαν οι παμπάλαιες γι’ αυτήν παραδόσεις, ως περίοδος φυσικής και ηθικής ακαταστασίας, σωματικού, πνευματικού και ηθικού εκφυλισμού των ανθρώπων, απιστίας τους και εκπτώσεως σε πλάνες, αδικίες, αυθαιρεσίες και πλεονεξία, ως περίοδος χωρίς πνευματική ζωή και ηθικό φραγμό, περίοδος θλίψεως και αποσύνθεσης, που οδηγεί στην καταστροφή.

Μετά την αποκορύφωση αυτή του φυσικού και ηθικού κακού στον κόσμο, αναμένεται να επανεγκαινιασθεί και επανεγκατασθεί σ’ αυτόν δια του μέλλοντος να ενανθρωπήσει Βίσνου, ήτοι δια του Kalki, η αρχέγονη χρυσή παραδείσια ειρηνική εποχή [Krtayuga]. Οι κατά την περίοδο Kali-Yuga βαρύτατα διαταραχθείσες συνθήκες, φυσικές και ανθρώπινες, θα επανέλθουν στην ιδεώδη μορφή της αρχικής εκείνης χρυσής περιόδου. Ειρήνη, ευτυχία, αγνότητα και υγεία θα κυριαρχήσουν μεταξύ των ανθρώπων, οι νόμοι που θεσπίστηκαν από τον δημιουργό Θεό θα ισχύσουν και πάλι σταθερά, οι άνθρωποι θα οδηγηθούν στην αρετή και η δόξα του Kalki θα λάμψει σ’ όλη τη γη, η αδικία θα εξαφανιστεί, θα κυριαρχήσει το δίκαιο, θα επανέλθει η αληθινή θεογνωσία και η αληθινή λατρεία του Θεού.

Πρέπει να υπογραμμιστεί, ότι τα σχετικά με αυτά χωρία της ινδικής Γραμματείας είναι προχριστιανικής προελεύσεως, λίγα δε από αυτά, μεταχριστιανικά, αναφέρονται σε παμπάλαιες προχριστιανικές παραδόσεις.

β.- Ο Βουδισμός, ο οποίος εισήλθε στο Θιβέτ με την μεταγενέστερη μορφή του ως Μαχαγυάνα – Βουδισμός, και αποδέχτηκε, δια της λεγόμενης "Σχολής Tantra", και το χινδουϊκό πάνθεο, με άλλες λέξεις: ο Βουδισμός Tantra ή Ταντρισμός του Θιβέτ παρέλαβε από τον Χινδουϊσμό και την έννοια των ενανθρωπήσεων [avataras]. Οι θεοί πιστεύεται ότι εμφανίζονται στη γη με πολλές μορφές. Αλλά ιδιαιτέρως ένας από αυτούς, ο οποίος σαρκώνεται συνεχώς, θεωρείται ότι επιτελεί το έργο της σωτηρίας της ανθρωπότητας και ότι διδάσκει την αληθινή διδασκαλία. Από τον μύθο αυτό συνάγεται επίσης η μέσω αυτού ιδιοτύπως μεν, αλλά σαφώς εκφραζόμενη πίστη, ότι λύτρωση πραγματική είναι δυνατή μόνο δια της ενανθρωπήσεως του Θεού, ο οποίος μόνος κατέχει και μπορεί να αποκαλύψει την Αλήθεια, και ότι μια τέτοια λύτρωση πραγματική από θεάνθρωπο αληθινό λυτρωτή αποτελούσε στις Ινδίες ασίγητη νοσταλγία. Μια έντονη, αλλά απραγματοποίητη προσδοκία, στην οποία οφείλονται και οι μυθώδεις πλασματικές ανύπαρκτες ενανθρωπήσεις, ως υποτυπώσεις της νοσταλγούμενης πραγματικής ενανθρώπησης του Θεού.

2. Στους Ιρανούς
1.- Σωτήρα [Saoshyant a Sos[y]an = αυτός που θα σώσει] θεάνθρωπο περίμεναν και οι Ιρανοί, ταυτίζοντες αυτόν με τον θεό Μίθρα. Όταν θα ερχόταν το πλήρωμα του χρόνου, θα γεννιόταν αυτός από παρθένα. Την γέννησή του θα ανάγγελλε η εμφάνιση αστέρα, ο οποίος διακρινόμενος από τους υπόλοιπους, θα ήταν "ο αστέρας του" [= τουπροσδοκώμενου Σωτήρα][xxix].

Η τροφή του Saoshyant θα ήταν πνευματική[xxx]. Το σώμά του θα έλαμπε όπως ο ήλιος[xxxi], θα ήταν παντογνώστης, θα αποκάλυπτε τα μέσα για την κατανίκηση του Ψεύδους [Druj] και θα πραγματοποιούσε την ανακαίνιση και τον καθαρμό του κόσμου, ως ο κατ’ εξοχήν λυτρωτής του. Κατά δε την συντέλεια του κόσμου θα αναστήσει τα σώματα των νεκρών και, ως εντεταλμένος του Θεού, Ahura Mazda, θα διενεργήσει την τελική κρίση, αμείβοντας ή τιμωρώντας τους ανθρώπους ανάλογα με τα έργα τους.

Η προσδοκία του Saoshyant βρίσκεται στις Gathas της Avesta[xxxii], σε στενότατη συνάρτηση προς την έκβαση του τελικού αγώνα μεταξύ του Δικαίου και της Αλήθειας [Asa] αφ’ ενός, και του Κακού, της Αδικίας, του Ψεύδους [Drui ή Drug] αφ’ ετέρου, μετά την οποία θα προκύψει η δυνατότητα της ίδρυσης της αιώνιας βασιλείας [xsadra].

Η εποχή προ της ελεύσεως του Saoshyantχαρακτηρίζεται ως κακή εποχή με παντοειδή δεινά με ολοένα προϊούσα επιδείνωση. Η θρησκεία θα εκπέσει, τα ήθη θα διαφθαρούν, οι άνθρωποι θα προτιμούν από την ποιότητα των λόγων το χρήμα, η Κακότητα θα ισχύσει ως κανόνας και τρόπος ζωής, το μίσος θα γίνεται ολοένα εντονώτερο. Οι άνθρωποι θα ψεύδονται και θα δολιεύονται, εκφράζοντες με ψευδείς και απατηλούς όρους τις αντίθετες πράξεις τους, για να τις συγκαλύψουν και για να εξαπατήσουν. Δεν θα κρατούν τον λόγο τους και δεν θα παρέχουν καμμία ασφάλεια.

Όλοι οι άνθρωποι θα γίνουν απατεώνες, φίλοι θα διαφωνήσουν κομματικά, φιλία, εκτίμηση, ελπίδα και φροντίδα για την ψυχική σωτηρία θα χαθούν από τον κόσμο. Πατέρες, παιδιά και αδέλφια θα αποξενωθούν μεταξύ τους. Ο ήλιος θα ελαττώσει την ανταύγειά του και θα πληθύνουν οι κηλίδες του• έτη, μήνες και ημέρες θα μικρύνουν. Η συγκομιδή θα είναι πολύ ελαττωμένη σε σύγκριση με την σπορά. Η βλάστηση δεν θα ωριμάζει, τα δέντρα δεν θα καρποφορούν. Οι άνθρωποι θα γεννιώνται μικρόσωμοι με λιγότερες δυνάμεις και ικανότητες, θα επιδίδονται σε χαμερπείς πράξεις, δεν θα σέβονται το ψωμί και το αλάτι και δεν θα αγαπούν την πατρίδα τους.

Αιρετικοί παντός είδους θα περιφρονούν τον λόγο του Θεού. Τυραννικά καθεστώτα και πεπλανημένες διδασκαλίες θα ενσκήψουν στους πληθυσμούς. Εκείνοι που ιδρώνουν για να ζήσουν από την εργασία τους, η ζωή τους θα καταστεί αδύνατη και θα εκλιπαρούν τον θάνατο ως δώρο. Ακόμη και οι νέοι και τα παιδιά θα είναι καταφοβισμένοι, δεν θα υπάρχει πλέον σ’ αυτά ούτε ψυχική χαρά. Τα πάντα θα τείνουν προς την καταστροφή και η γη θα ξερνά κάθε είδους μέταλλα.

Βάρβαροι λαοί θα κυριαρχήσουν και η θέλησή τους θα επιβληθεί στον κόσμο με τη βία• αυτοί θα σκοτώνουν αδιακρίτως ένα δίκαιο άνθρωπο, όπως μία μύγα. Τα αγαθά των λαών θα περιέλθουν σε ξένους και μισητό καθεστώς θα κυριαρχήσει στον κόσμο. Η πλεονεξία των ανθρώπων θα είναι ακόρεστη στο να αποκτούν• θα συσσωρεύουν επίγειους θησαυρούς και θα τους κρύβουν στη γη. Με τη ανηθικότητα τους και την διαφθορά τους θα ασκούν παρά φύση ασέλγεια [ομοφυλοφιλία] θα συναγελάζονται με εμμηνοροούσες γυναίκες και θα παραδίδονται σε κάθε ακολασία. Θλίψη και πόνος και ερήμωση θα κυριαρχήσει στην γη. Όσο προσεγγίζει το τέλος του Κακού, τόσο αυτό θα γίνεται ισχυρότερο και βασανιστικότερο.

Τότε θα γεννιόταν ο Saoshyant, ο ηγεμόνας του σύμπαντος, ο οποίοςθα διαμόρφωνε την ανθρωπότηταεκ νέου, ώστε να μην παλιώνει ούτε να πεθαίνει, αλλά πάντοτε να ευημερεί. Αυτός θα βλέπει με τα μάτια της Αλήθειας θα επιβλέπει όλα τα όντα, κατευθύνοντάς τα προς την ευτυχία, επαγρυπνώντας δε γι’ αυτά, θα καταστήσει άφθορο το σύνολο του ζώντος κόσμου. Θα κατανικήσει το κακό, θα δώσει τέλος στα δεινά και θα απομακρύνει του Κακό και το Ψεύδος από εκεί, όπου αυτά αναδύθηκαν, στην άβυσσο της κόλασης. Θα δεσμεύσει και θα καταστήσει αδύναμο το πνεύμα του Κακού [Angra Mainyu] και θα εγκαινιάσει νέα εποχή. Η εποχή του λύκου θα τερματιστεί και θα αρχίσει η εποχή του αρνίου. Η βλάστηση θα καταστεί αειθαλής και από χαρά θα πλημμυρίσουν όλα τα πλάσματα. Η ανθρωπότητα θα λυτρωθεί, ο θάνατος θα εκλείψει• ούτε δηλητήρια θα δύνανται να θανατώνουν τον άνθρωπο, ούτε ξίφη ή μαχαίρια να τον χτυπήσουν ή να τον πληγώσουν. Ασθένεια, γηρατειά, φροντίδες και θάνατος θα εκμηδενιστούν, καθώς και όλη η δυστυχία, η οποία προέρχεται από τη δυναμική κυριαρχία των κακών και ισχυρών και από την πεπλανημένη πίστη.

Η θρησκεία θα ανακτήσει την κυρίαρχη θέση της στη ζωή των ανθρώπων. Όλοι οι άνθρωποι θα έχουν κοινή βάση, τουτέστι τη θρησκεία, και η βούληση του δημιουργού ύψιστου Θεού θα κυριαρχεί. Ο Saoshyant θα είναι ο μόνος Κύριος, ο οποίος ως απεσταλμένος του Θεού θα τελεσιουργεί την ανακαίνιση του κόσμου, σύμφωνα με την νοσταλγία των πλασμάτων του, όσα αδιαλείπτως θα επιδεικνύουν προς αυτόν ζωντανή πίστη, κλίση και αφοσίωση.

Το πνεύμα του Κακού [Angra Mainyu] θα εκμανεί τότε και, σπάζοντας τα δεσμά του, θα επιτεθεί κατά του κόσμου, επιφέροντας φοβερές καταστροφές, καταπίνοντας το τρίτο της ανθρωπότητας και το τρίτο των ζώων, επαπειλώντας μάλιστα να εξαφανίσει και τα ύδατα και τα φυτά. Αλλά θα επέμβει ο ύψιστος Αγαθός Θεός, ο οποίο θα δεσμεύσει και πάλι το Κακό, η αμφιβολία και οι εχθροί θα εξαφανιστούν από τον κόσμο, ο Saoshyant θα αποκαθάρει όλα τα πλάσματά του και στη συνέχεια θα πραγματοποιήσει την ανάσταση των νεκρών και την τελική κρίση, μετά την οποία θα επακολουθήσει η μέλλουσα ζωή.

Μετά την ανάσταση των νεκρών, οι άνθρωποι, όσοι θα εξακολουθούν να είναι προσηλωμένοι στην Αλήθεια και το Δίκαιο [Asa], δεν θα πεθαίνουν πλέον και η ανθρωπότητα θα διαμορφωθεί και πάλι εκ νέου. Σε ερώτηση του Ζωροάστρη προς τον Ύψιστο Θεό [Ahura Mazda], πως θα καταστεί δυνατήη ανάσταση των νεκρών,πως τουτέστι, θα ανασυγκροτηθεί ο νεκρός που έχει διαλυθεί στα στοιχεία του, ο Θεός υπενθυμίζει σ’ αυτόν ως απάντηση: πόσο πιο δύσκολο υπήρξε να δημιουργηθούν τα πλάσματα εκ του μηδενός από του να εγερθούν πάλι σε νέα ζωή μετά τον θάνατό τους!

- Πρώτοι θα αναστηθούν οι πρωτόπλαστοι [Gayomart] και έπειτα όλοι οι άλλοι• μετά από αυτό όλοι θα εμφανιστούν προ της τελικής Κρίσης. Ο καθένας θα αναστηθεί στον τόπο όπου πέθανε, αυτοί δε που θα αναστηθούν θα αναγνωρίζονται μεταξύ τους λέγοντες: αυτός είναι ο πατέρας μου, αυτή είναι η μητέρα μου, αυτός είναι ο αδελφός μου, αυτή είναι η σύζυγος μου. Όποιος κατά τον θάνατό του είχε την ώριμη ηλικία θα αναστηθεί με τη μορφή σαραντάχρονου μεσήλικα• όποιος πέθανε σε παιδική ηλικία θα αναστηθεί με τη μορφή δεκαπεντάχρονου παιδιού. Σε κάθε άνδρα θα αποδοθεί η γυναίκα του και θα παρουσιασθούν σ’ αυτόν τα παιδιά, που απόκτησε με αυτήν. Άνδρας και γυναίκα θα ζουν στο εξής ως σύζυγοι, όπως στον κόσμο, αλλά δεν θα τεκνοποιούν πλέον.

Στη συνέχεια, με τη θέληση του δημιουργού Θεού Ahura Mazda, ο Saoshyant θακρίνειτους ανθρώπους, απονέμοντας στον καθένα αμοιβή ή ποινή σύμφωνα με τα έργα του. Και οι μεν δίκαιοι θα εισέλθουν στον παράδεισο του θεού Ahura Mazda [τον Garotman], όπου μετά του σώματος πλέον θα ζουν στην μακαριότητα, οι δε άδικοι θα καθαρθούν δια του πυρός, για να εισέλθουν και αυτοί στην μακαριότητα. Και τότε θα έχει συντελεστεί το έργο του θεού Ahura Mazda• κάθε άνθρωπος θα καταστεί αθάνατος αιωνίως. Ζώντας απ’ την ζωοποιό αίγλη του Saoshyant ο άνθρωπος θα φθάσει το ύψιστο σημείο της τελειότητας.

Τέλος θα διεξαχθείο τελικός αγώναςμεταξύ των δυνάμεων του φωτός και του σκότους, που θα εκπροσωπούνται από τους οπαδούς τους, ο Ahura Mazda με τον Angra Mainyu, τα αγαθά πνεύματα με τα κακά.

Τελικά θα εξοντωθεί ο Angra Mainyu και ο όφις του Ψεύδους [Dguj]. Ο εισβολέας του ουρανού Angra Mainyu θα γκρεμιστεί από τον ουρανό με όση βιαιότητα εισέβαλε σ’ αυτόν και θα καταπέσει στα σκοτεινά βάθη. Ο δε μισητός όφις θα καεί σε λιωμένο σίδερο και η δυσωδία και βρωμιά της κόλασης θα εκλείψει μαζί με την ίδια την κόλαση, η δε περιοχή της θα αποδοθεί στην περιοχή της μακαριότητας, στην οποία θα ζουν οι πάντες. Ο κόσμος θα ζει χωρίς θάνατο αιώνια, η γη θα είναι χωρίς ακαθαρσία, βουνά και φαράγγια θα ισοπεδωθούν.

Αυτές είναι οι κύριες γραμμές της πίστεως των Ιρανών σχετικά με τον Saoshyant και τα έσχατα, όπως προβάλλουν από τα επίσημα κείμενα σε ενιαία ανάγλυφη εικόνα από τις αφηγήσεις των πηγών, οι οποίες είναι γεμάτες από τοπικούς, κοσμοθεωρητικούς, βιοθεωρητικούς και θρησκειακούς ιδιωματισμούς. Απ’ αυτές καταφαίνεται, ότι στους Ιρανούς η έννοια του λυτρωτή έχει εσχατολογικό χαρακτήρα, δεν ομιλεί περί της ήδη λύτρωσης των ανθρώπων από την αμαρτία στον κόσμο αυτό και της ενοχής σ’ αυτήν.

2.- Και χαρακτήρισε μεν ο Ζωροάστρης τον εαυτό του ως την εκπλήρωση της προσδοκίας αυτής, η δε μαζδαϊκή θεολογία δημιούργησε μύθους για την θεϊκή προέλευσή του, την υπερφυσική γέννησή του και παγκόσμια επικράτησή του, σε αυτά όμως όλα έθεσε τέρμα ο θάνατος, χωρίς καμμία περαιτέρω συνέχεια ή συνέπεια του έργου του, το οποίο χάθηκε μαζί μ’ αυτόν. Αλλά στο κείμενο των παραδόσεων αυτών προβάλλει ανάγλυφη η θεανθρώπινη προσδοκία του ιρανικού λαού μαζί με όλα τα αρμόζοντα σ’ αυτήν χαρακτηριστικά ως προς την θεότητα και το έργο του Προσδοκώμενου. Κάποια μάλιστα περικοπή αυτού του κειμένου προέλεγε ως επικείμενη την γέννηση βασιλέως, ο οποίος θα θεμελίωνε την από τον Ζωροάστρη εγκαινιασθείσα τάξη και θα επανέφερε στην γη την νοσταλγούμενη παραδείσια κατάσταση. Ιδού η καταπληκτική αυτή περικοπή:

‘’Κατά την εποχή αυτή θα φανεί ένας βασιλέας, ο οποίος θα αποκαταστήσει πάλι τον αγαθό Νόμο. Θα είναι ο αγωνιστής για τον νόμο του Ζωροάστρη, ο Υπέρμαχος της Αλήθειας, και θα επανεγκαινιάσει την τάξη των πραγμάτων. Μακάριο το δένδρο, το οποίο αφήνει ο Θεός να φέρει τέτοιο καρπό[xxxiii]. Από το άσπιλο αυτό διαμάντι, από το καθαρό αυτό Παιδί, θα προέλθει μεγάλη ανάβλεψη πάνω στη γη και μέχρι τον ουρανό. Ο παράδεισος θα αμείβει αυτούς που τον ακολουθούν [τον Προσδοκώμενο], οι εχθροί θα γκρεμίζονται στην κόλαση. Ω! να μπορούσα να ζω μέχρι την μακάρια αυτή ημέρα. Σ’ Αυτόν θα προσέφερα τα αγαθά μου και την ψυχή μου ως θυσία’’[xxxiv].  Πιο κάτω δε στο ίδιο κείμενο Αυτός ο Προσδοκώμενος ονομάζεται "δίκαιος βασιλέας"[xxxv].

3.- Χαρακτηριστικό είναι, ότι, λίγο προ της εμφανίσεως του Χριστιανισμού, κατά την εποχή του θρησκευτικού συγκρητισμού, οι Πέρσες συγχώνευσαν όλα τα στοιχεία της θεανθρώπινης προσδοκίας τους στον θεό του φωτός Μίθρα. Αυτόν, όπως είδαμε πιο πάνω, τον περινόησαν ως τον Προσδοκώμενο Saoshyant [αυτός που θα σώσει, σωτήρα], ως μεσίτη μεταξύ του θεού Ahura Mazda και των ανθρώπων, ο οποίος είναι θεός εκ θεού, δημιουργός και λυτρωτής, θα γεννιόταν από Παρθένα και θα εμφανιζόταν ως θεάνθρωπος εξ ανατολών, για να λυτρώσει τον κόσμο από την φθορά και τον θάνατο.

3. Στους αρχαίους Έλληνες
Αλλ’ εκεί, όπου η θεανθρώπινη προσδοκία εκδηλώνεται με μεγάλη ενάργεια είναι ο αρχαίος Ελληνικός κόσμος.

Η εγγύτητα και η μεταξύ θεών και ανθρώπων εξοικείωση είναι το κύριο χαρακτηριστικό της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας, όπου οι θεοί συναναστρέφονται, συνεργάζονται και δρουν μαζί με τους ανθρώπους, μαχόμενοι και μεταξύ τους κατά την συμπαράταξή τους με τις αντιμαχόμενες ομάδες ανθρώπων.

Εξ αυτού η ήδη στην Μινωϊκή θρησκεία και στη συνέχεια από των Ομηρικών επών μέχρι των χρόνων της Κ. Διαθήκης μαρτυρημένη πίστη των αρχαίων Ελλήνων σε εμφανίσεις των θεών [θεοφανίες], είτε με τη μορφή, που νοούνται και παριστάνονται στην επίσημη θρησκεία και στην θρησκευτική κατασκευή ειδώλων, είτε υπό άλλη, επίσης ανθρώπινη συνηθέστατα, μορφή φανταστικού ή και πραγματικού ανθρώπου.

Έτσι ιστορείται για τους  κατοίκους της "Μεγάλης Ελλάδος" στη Ν. Ιταλία, "ότι θεωρούσαν τον Πυθαγόρα θεό, άλλοι μεν ως τον Πύθιο Απόλλωνα, άλλοι δε ως τον Παιάνα, άλλοι δε ως τον Υπερβόρειο Απόλλωνα, άλλοι δε ως κάποιον άλλον από τους Ολύμπιους θεούς, διαφημίζοντες ότι εφάνηκε στους παλαιότερους με ανθρώπινη μορφή για να χαρίσει στη θνητή φύση το σωτήριο έναυσμα της ευδαιμονίας και φιλοσοφίας"[xxxvi]. «Ο Αριστοτέλης στα βιβλία του "Περί της Πυθαγορικής Φιλοσοφίας" παραδίδει, ότι οι άνθρωποι έκαναν μία τέτοιου είδους διαίρεση για τα απόρρητα, το ένα είδος του λογικού όντος είναι θεός, το δεύτερο άνθρωπος και το τρίτο κάτι σαν τον Πυθαγόρα. Και απολύτως δικαιολογημένα τον θεωρούσαν σαν τέτοιου είδους, γιατί μέσω αυτού απέκτησαν (οι άνθρωποι) μία ιδέα... για τα πάντα μέσα στον κόσμο... τα ορατά και τα αόρατα... και η ιδέα που απέκτησαν ήταν ορθή και ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα... για να μπορέσουν να διακρίνουν αρχές και αιτίες των πάντων, εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα από τον Πυθαγόρα»[xxxvii].

Και αυτός ο Πυθαγόρας, "ως να ήταν πραγματικά ο ίδιος θεός", είπε προς τον Άβαριν τον Σκύθη από τους Υπερβόρειους, "ότι έχει έλθει για να υπηρετήσει και να θεραπεύσει τους ανθρώπους και γι’ αυτό είναι ανθρωπόμορφος, ώστε να μην ταράσσονται παραξενευόμενοι από την υπεροχή του και αποφεύγουν την μάθηση κοντά του"[xxxviii].

Στον Κρότωνα δε υποδεχθείς τους πρεσβευτές απ’ την Σύβαρη μίλησε κατά τέτοιο τρόπο, "ώστε και κάποιοι να τον νομίσουν ως τον Απόλλωνα"[xxxix].

Στον Ευριπίδη φέρεται να λέγει ο θεός Διόνυσος•

"αφού άλλαξα τη μορφή μου από θεού σε ανθρώπου ήρθα"[xl].

... και πιο κάτω στο ίδιο κείμενο• "άλλαξα και από θεός πήρα ανδρός μορφή κι ανθρώπου φύση"[xli].

Και περί του Μ. Αλεξάνδρου λέγεται, ότι "παρ’ ολίγο να προσκυνήσει" τον Δαρείο, "επειδή τον θεώρησε ως θεό, που κατέβηκε από τον Όλυμπο"[xlii].

Σαφής και πολύ χαρακτηριστική για την έντονη διαιώνια ιδέα περί θεανθρωπήσεως στους αρχαίους Έλληνες, ακόμη μέχρι και των χρόνων της Κ. Διαθήκης, είναι η μαρτυρία της, η οποία πληροφορεί ότι: κατά την επίσκεψη των  αποστόλων Βαρνάβα και Παύλου στα Λύστρα της Λυκαονίας, "οι όχλοι όταν είδαν τι πραγματοποίησε ο Παύλος", ήτοι τη θαυματουργική θεραπεία του εκ γενετής χωλού, «φώναζαν δυνατά στη λυκαονική τους γλώσσα και έλεγαν:"Οι θεοί πήραν τη μορφή ανθρώπων και κατέβηκαν σ΄ εμάς"». Και ονόμαζαν τον μεν Βαρνάβα Δία, τον δε Παύλο Ερμή, γιατί αυτός κυρίως μιλούσε. Ο δε ιερέας του ναού του Διός ήθελε μαζί με το πλήθος να τους προσφέρει θυσία, ενώ οι Απόστολοι, κηρύσσοντες τον αληθινό Θεό, τον ζώντα, "μόλις και μετά βίας κατόρθωσαν να σταματήσουν τα πλήθη από το να τους προσφέρουν θυσία"[xliii]

Ένεκα τούτου και η προσδοκία θεανθρώπου λυτρωτού, "σωτήρα", προβάλλει πιο έντονη και πιο έκδηλη στους αρχαίους Έλληνες. Αυτόν αναζητούντες στο πέρασμα των αιώνων, τον Ένα ύψιστο και μόνο Αληθινό Θεό, και ανικανοποίητοι από τους φανταστικούς θεούς, τους οποίους συνεχώς έπλαθαν λόγω αυτής της αναζήτησης, προσδοκούν και προαναγγέλλουν, ότι θα κατέλθει κάποτε ο Αναζητούμενος υπό μορφή ανθρώπου ως θεάνθρωπος σωτήρας και λυτρωτής, διότι με αυτόν τον τρόπο μόνο δύναται να γίνει γνωστός ο Θεός από τον άνθρωπο: δια της πραγματικής ενανθρωπήσεώς Του και δια της αυτοαποκαλύψεώς Του. Έτσι:

α.- Στον Αισχύλο (Προμηθέας Δεσμώτης): ο Προμηθέας, επειδή επαναστάτησε κατά της επί των πάντων κυριαρχίας του Δία, ήτοι επειδή βαρύτατα αμάρτησε, οφείλει ‘’να τιμωρηθεί’’, λόγω της ισχύουσας άτεγκτης τάξης, η οποία αξιώνει ανταπόδοση όσων έχουν διαπραχθεί (στίχ. 9-10)•  οπότε καταδικάζεται στην τρομερή τιμωρία της προσπασσάλωσής του στον βράχο (12 εξ.). Από αυτή την τραγική του θέση εκφράζει προς στιγμή την ελπίδα, ότι θα συγχωρηθεί από τον Θεό, ο οποίος είναι δίκαιος μεν, αλλά και "μακρόθυμος" (στίχ. 187 ε.). Αλλά έπειτα προλέγει, ότι ο λυτρωτής του θα είναι το παιδί, το οποίο θα γεννηθεί από την παρθένα Ιώ και τον Θεό (στίχ. 772 ε., 834 ε., 848 ε.), θα είναιυιός Θεού και υιός Παρθένου,ήτοι θεάνθρωπος, που θα γεννηθεί υπερφυσικά. Ο παρθενογέννητος αυτός θεάνθρωπος θα καταλύσει το κράτος των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και την δύναμή τους (908 ε., 920 ε.).

Και ο Ερμής προλέγει στον Προμηθέα, ότι δεν πρέπει να περιμένει το τέλος των βασάνων του πριν να φανεί κάποιος Θεός, ο οποίος θα τον διαδεχτεί στο μαρτύριο και ο οποίος εκούσια θα κατέβει στον σκοτεινό Άδη και στα ζοφερά βάθη του Ταρτάρου, γινόμενος έτσι εκούσιο εξιλαστήριο θύμα για τη λύτρωση του δεσμώτη, λόγω της αμαρτίας, ανθρώπου, (που είχε καταδικαστεί) με θεία δίκαιη εντολή:

"Τέρμα στον πόνο αυτή μη καρτερείς,

πριν κάποιος θεός τις συμφορές σου να σηκώσει

και στον ανήλιαγο Άδη αντί για σένα

στους άφεγγους κατέβει του Ταρτάρου βυθούς"

(στίχ. 1026 ε.)

Αρκεί η απλή αντιπαραβολή της μεγαλειώδους αυτής εικόνας και προρρήσεως προς το 53οκεφάλαιο του Ησαΐα, για να μείνει έκπληκτος κάποιος από το θάμβος της θείας Πρόνοιας, που κυβερνά τα πάντα, η οποία με τόσο θαυμαστό τρόπο προεξαγγέλλει τα θαυμάσια της λύτρωσης του ανθρώπου από τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή.

β. - Η έντονη αυτή στους αρχαίους Έλληνες θεανθρώπινη προσδοκία προβάλλει στην εποχή του Σωκράτη ακόμη πιο ξεκάθαρη και διδάσκεται απ’ αυτόν με πληρέστερη και καταπλήσσουσα διατύπωση.

Κατά τον Σωκράτη, η προσεχής κάθοδος του Θεού στους ανθρώπους υπό μορφή ανθρώπου είναι τόσο αναγκαία, ώστε πρέπει να αναμένεται με ανεπιφύλακτη βεβαιότητα. Η βεβαιότητα αυτή σιγοκαίει και μεγαλύνει την εκ μέρους των Ελλήνων ασίγητη νοσταλγία προς ενατένιση του θεανθρώπου λυτρωτού, ως του πραγματικού ιστορικού Προσώπου που προσδοκάται.

Έτσι, στην απολογία του φέρεται ο Σωκράτης υπό του Πλάτωνος να λέγει προς τους δικαστές του:

"την υπόλοιπη ζωή σας θα την περάσετε στον πνευματικό λήθαργο, εάν ο Θεός δεν στείλει κάποιον άλλον προς εσάς, φροντίζοντας για σας"[xliv].

Αν και αυτός ο προσδοκώμενος θεόπεμπτος, ο οποίος θα εγκαινιάσει στον κόσμο περίοδο αφύπνισης και εγρήγορσης, θα είναι δικαιότατος και μέχρι τον θάνατό του αμετακίνητος στην δικαιοσύνη, όμως θα θεωρηθεί από τους ανθρώπους άδικος και θα υποστεί ταπεινώσεις, εξευτελισμούς και μαρτυρικό θάνατο με ανασκολοπισμό, ήτοι δια καρφώματος πάνω στον σκόλοπα, πάνω σε ψηλό ξύλο. Ιδού επί λέξει το επίσης καταπληκτικό χωρίο του Πλάτωνος, η ανάγνωση του οποίου  υπενθυμίζει τις περί δικαιοσύνης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του πάθους Του παραστατικές προφητείες του Ησαΐου, κεφ. 40 ε.

"Ας τον απογυμνώσουμε λοιπόν από όλα τα άλλα, εκτός από τη δικαιοσύνη... έτσι χωρίς να έχει κάμει ποτέ την παραμικρότερη αδικία, ας τον θεωρούν για τον χειρότερο κακούργο, για να περάσει η αρετή του από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες... και ας μη παραστρατήσει από τον δρόμο του, ώσπου να πεθάνει, έτσι που να περνά σ’ όλη του τη ζωή για άδικος, ενώ αυτός ήταν ο πιο δίκαιος άνθρωπος... Και έτσι συμπεριφερόμενος ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα ριχτεί στις φυλακές, θα τυφλωθεί με πυρωμένο σίδερο, και τελευταία, αφού περάσει απ’ όλα τα βασανιστήρια, θα ανασκολοπιστεί"[xlv].

Η πρώτη Χριστιανική Γραμματεία θεώρησε αυτό το χωρίο ως σαφώς μεσσιανικό:

«Τι δε; δεν λέει παραπλήσια και η Γραφή; Ας απομακρύνουμε από μας τον δίκαιο, γιατί μας είναι δύσχρηστος. Ο Πλάτων προφητεύοντας, όχι μόνο τη σωτήρια οικονομία, στο δεύτερο (βιβλίο) της Πολιτείας λέγει τα εξής: "Και έτσι συμπεριφερόμενος ο δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα ριχτεί στις φυλακές• θα τυφλωθεί με πυρωμένο σίδερο, και τελευταία, αφού περάσει όλα τα βασανιστήρια, θα ανασκολοπιστεί (= παλουκωθεί)"»[xlvi].

Καταπληκτική για το θέμα μας είναι και η μεταξύ Σωκράτους και Αλκιβιάδη στιχομυθία στο ‘’Αλκιβιάδης δεύτερος’’ του Πλάτωνος [ΧΙΙΙ-ΧΙV, 150D ε.] που είναι αφιερωμένοστο θέμα της προσευχής.Ο Σωκράτης αναπτύσσει τις εξής αλήθειες: α) ότι οι προσευχόμενοι δεν γνωρίζουν ποιος είναι το πραγματικό τους συμφέρον, ώστε αυτό να ζητούν από τους θεούς• γι’ αυτό πολλές φορές ζητούν αυτά που δεν είναι για το συμφέρον τους, μεταξύ των οποίων ζητούν και το κακό των άλλων, β) ότι η προσευχή δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, εάν η υλική θυσία δεν προσφέρεται από ψυχή ευσεβή και δίκαιη: ‘’καθόσον μάλιστα θα ήταν φοβερό αν οι θεοί μας απέβλεπαν στα δώρα και στις θυσίες, και όχιστην ψυχή,αν δηλαδή κάποιος είναι ενάρετος και δίκαιος’’ και γ) ότι, τούτων εχόντων, η δια της προσευχής επικοινωνία με τον Θεό δεν είναι τόσο εύκολη, όσο φαίνεται, δεν είναι απαλλαγμένη από σφάλματα και κινδύνους και δεν είναι πάντοτε αποτελεσματική. Από αυτά συνάγει ο Σωκράτης το συμπέρασμα, ότι στον άνθρωπο δεν υπολείπεται τίποτε άλλο παρά κατ’ ανάγκη να περιμένειμέχρι να φθάσει ο καιρός να διδαχθεί από κάποιονπως να συμπεριφέρεται προς τους θεούς και τους ανθρώπους,

"Είναι λοιπόν αναγκαίο να περιμένει κανείς, μέχρις ότου μάθει πως πρέπει προς τους θεούς και τους ανθρώπους να συμπεριφέρεται".

Στην συμπερασματική αυτή διαπίστωση ο Αλκιβιάδης ερωτά:

"Πότε λοιπόν θα ‘ρθεί αυτός ο χρόνος, ω Σωκράτη, και ποιος είναι αυτός που θα τα διδάξει; Διότι πάρα πολύ ευχάριστα, νομίζω, θα έβλεπα αυτό τον άνθρωπο ποιος είναι".

Στην ερώτηση αυτή ο Σωκράτης απαντά, ότι ο Αναμενόμενος Διδάσκαλος είναι:

"αυτός ο οποίος φροντίζει και για σένα".

Η φροντίδα για όλους του ανθρώπουςείναι το έργο του Αναμενόμενου Διδασκάλου της Ανθρωπότητας. Για να τον γνωρίσει όμως εκείνος που θέλει, οφείλει πρώρα να αφαιρέσει από την ψυχή του την αχλύ (την πυκνή ομίχλη) με τον τρόπο, σύμφωνα με την αφήγηση του Ομήρου, που και η Αθηνά αφαίρεσε από τα μάτια του Διομήδη την αχλύ,

"ώστε καλά να ξεχωρίζεις τον θεό από τον άνθρωπο"[xlvii].

Επ’ αυτών λέγει ο Αλκιβιάδης:

"Ας τα αφαιρέσει λοιπόν, είτε το θάμπωμα θέλει, είτε οτιδήποτε άλλο• γιατί εγώ είμαι προδιατεθειμένος να μην αποφύγω τίποτε από όσα με διατάξει εκείνος, όποιος τυχόν κι αν είναι ο άνθρωπος αυτός, αν βέβαια πρόκειται να γίνω καλύτερος".

Με την ομολογία αυτή ο Αλκιβιάδης εκδηλώνει α) τον πόθο του να γίνει καλύτερος του εαυτού του β) την εκ των προτέρων πεποίθησή του, ότι η βελτίωση του θα γίνει μόνο δια του Αναμενομένου Διδασκάλου και γ) την εσωτερική του προετοιμασία για αποδοχή των εντολών του Διδασκάλου χωρίς αντιρρήσεις.

Στο άκουσμα της τριπλής αυτής ομολογίας ο Σωκράτης επαναλαμβάνει, ότι ο μελλοντικός Διδάσκαλος, ο Αναμενόμενος,

"είναι βέβαιο ότι θα επιδείξει αξιοθαύμαστη προθυμία για σένα"•

έχει (τουτέστι, είναι βέβαιο ότι θα επιδείξει• είναι προφητική η χρήση του ενεστώτα) αξιοθαύμαστη φροντίδα για τον Αλκιβιάδη, δηλ. για τον κάθε άνθρωπο. Ήδη και πριν την εμφάνισή του στον κόσμο ο Αναμενόμενος έχει υπό την πλήρη φροντίδα του όλους τους ανθρώπους.

Σ’ αυτήν την περίπτωση – λέει ο Αλκιβιάδης , συμφωνούντος και του Σωκράτη – πρέπει να αναβάλλουμε την προσφορά θυσίας ‘’μέχρι τότε’’, δηλ. μέχρι του χρόνου, κατά τον οποίο ο Αναμενόμενος Διδάσκαλος θα μας διδάξει περί του πως πρέπει να προσευχόμαστε. Και ο Αλκιβιάδης παρατηρεί συμπερασματικά:

"στους θεούς δε και τα στεφάνια και όλα τα άλλα που ταιριάζουν, τότε θα τα προσφέρουμε, όταν δω να φθάνει εκείνη η μέρα.Θα έλθει δε όχι μετά από πολύ, εφ’ όσον αυτοί (οι θεοί) το θέλουν". Στο τέλος δε του διαλόγου ο Σωκράτης λέγει, ότι διατρέχουν περίοδο "κλύδωνος".

Από τον διάλογο αυτό προκύπτουν τα εξής:

α) ότι υπήρχε έντονη η προσδοκία περί προσεχούς παρουσίας κάποιου Υπερανθρώπου στη γη, ο οποίος, ως κατ’ εξοχήν αυθεντικός και με δικό του κύρος Παιδαγωγός και Διδάσκαλος, θα αποκάλυπτε στους ανθρώπους την αληθινή Θρησκεία [πως πρέπει προς θεούς να διακείμεθα] και την αληθινή Ηθική [πως πρέπει προς τους ανθρώπους να διακείμεθα] και θα παρείχε σαφείς εντολές, οι οποίες θα οδηγούσαν στην βελτίωση των ανθρώπων, οι οποίοι θα υποταχθούν στο υπεράνθρωπο αυτόνομο κύρος του Διδασκάλου (δεν θα αποφύγω τίποτε από εκείνα που προστάζει εκείνος, εάν πρόκειται βέβαια να γίνω καλύτερος).

β) Ότι η έντονη αυτή προσδοκία οφειλόταν στο συναίσθημα του ανθρώπου, πως η ψυχή του έχει συσκοτισθεί από την αχλύ στο μέσο "κλύδωνος", η οποία καθιστά αδύνατη την λειτουργία των πνευματικών του οφθαλμών, οι οποίοι γι’ αυτό ποθούν το φως, και στο συναίσθημα, ότι υφίσταται ανάγκη βελτίωσης, την οποία οι άνθρωποι προσμένουν από τον προσδοκώμενο Διδάσκαλο ως δυνατή μόνο από αυτόν.

γ) Ότι λόγω αυτής της αυτεπιγνώσεως και της έντονης προς βελτίωση προσδοκίας έχουν οι άνθρωποι προετοιμαστεί για να δεχτούν  ανεπιφύλακτα την αυθεντία του Μέλλοντος Διδασκάλου και

δ) ότι αυτός δεν θα αργήσει να εμφανιστεί, όπου να ‘ναι θα έλθει, μέχρις ότου δε έλθει, πρέπει να μην συνεχίζεται η λατρεία με τον λανθασμένο τρόπο που τελείται, αλλά να αναβληθεί κάθε λατρειακή  εκδήλωση, για να διαφωτιστεί ο άνθρωπος με τον καιρό περί της αληθινής και θεοπρεπούς λατρείας από τον Προσδοκώμενο Υπεράνθρωπο Διδάσκαλο.

Γι’ αυτό εύλογα αναφωνεί ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς: "Δεν νομίζω ότι μπορούσε από τους Έλληνες σαφέστερα να επικυρωθεί ο Σωτήρας μας"[xlviii].

Συμπέρασμα
Καταδείξαμε ήδη, ότι ούτε η Φιλοσοφία, ούτε τα Μυστήρια κατόρθωσαν να προσφέρουν στον άνθρωπο αληθινή θεογνωσία και πραγματική κοινωνία με τον Θεό, δηλ. αληθινή λύτρωση. Φιλοσοφία και μυστήρια, νοητική λειτουργία και εποπτικό βίωμα, παρέμειναν στο στάδιο της ανάτασης προς τον Άφθαστον και της αναζήτησης του Αγνοούμενου. Παρέμειναν υποκειμενικές προσπάθειες, οι οποίες δεν κατόρθωσαν να φθάσουν το αντικείμενο της επιδιώξεώς τους. Δεν μπόρεσε μέσω αυτών ο άνθρωπος να γνωρίσει τον Θεό ούτε να ενωθεί με αυτόν, ώστε να μένει με τον Θεό και ο Θεός με αυτόν. Το λυτρωτικό αυτό ιδεώδες παρέμεινε νοσταλγία, η μεταξύ Θεού και ανθρώπου απόσταση παρέμεινε αγεφύρωτη, η νοσταλγία απραγματοποίητη και η λύτρωση, και ως αληθινή θεογνωσία και ως ένωση με τον Θεό, απραγματοποίητη, ενώ συγχρόνως αυτή αποτελούσε το πιο βαθύ ύψιστο επιτακτικό αίτημα της ανθρώπινης καρδιάς. Ο άνθρωπος αισθανόταν, την ανάγκη να βρει λύτρωση πραγματική, όπως ο ασθενής ζει την επιτακτική ανάγκη της ιάσεώς του. Οι πάντες αναζητούσαν λυτρωτή, ως σωτήρα και συγχρόνως ιατρό από τα δεινά της άγνοιας, της πλάνης και του εν τω κόσμω Κακού.

Προς στιγμήν η Στωική και η Επικούρειος φιλοσοφία στράφηκε προς το ιδανικό Ανώτερου Ανθρώπου, ώστε σε κάποιον από αυτούς που εκπλήρωσαν ή πραγματοποίησαν στο παρελθόν αυτό το ιδανικό να βρει ο άνθρωπος, τουλάχιστον, πρότυπο και κανόνα ζωής.

Ο Σενέκας πληροφορεί για τον Επίκουρο τα εξής: Οφείλουμε, λέει ο Επίκουρος, να αναζητήσουμε έναν οποιονδήποτε ευγενή άνθρωπο, τον οποίο να έχουμε πάντοτε προ οφθαλμών, για να ζούμε όπως αυτός, να μας αντικρύζει και να πράττουμε πάντοτε σαν αυτός να το βλέπει[xlix].

Και συνεχίζοντας ο Σενέκας γράφει προς τον φίλο του την ακόλουθη σύσταση: Ας έχει η καρδιά σου Κάποιον, για να τον τιμάς με κάποιο σεβασμό, ο οποίος να αγιάζει και την εσώτατή σου ύπαρξη. Ω! ευτυχής όποιος, και μόνο που σκέπτεται Εκείνον, και χωρίς την παρουσία του, βελτιώνεται! Αλλ’ ευτυχής και εκείνος, ο οποίος γνωρίζει να σέβεται κάποιον τόσο, ώστε, και μόνο με τον να τον σκέπτεται ρυθμίζει και διαπλάσσει τον εαυτόν του, σύμφωνα με την σκέψη για Εκείνον...

Διάλεξε λοιπόν και για τον εαυτό σου έναν Κάτωνα ή... έναν Λαίλιο... έναν οιονδήποτε, του οποίου η συμπεριφορά και ο λόγος να σου αρέσει, ο οποίος στην φυσιογνωμία του να φανερώνει αξιαγάπητη ψυχή: αυτόν, τον προστάτη σου, το πρότυπό σου, κράτα αδιαλείπτως μπροστά στα μάτια σου.

Σου λέω, έχουμε ανάγκη Κάποιου Ενός, σύμφωνα προς τον οποίον θα διαμορφωθεί ο χαρακτήρας μας. Χωρίς κανόνα δεν θα μπορέσεις να εξουδετερώσεις την παρεκτροπή[l].

Αλλ’ όπως ήταν φυσικό, ούτε μεταξύ των ζώντων ούτε μεταξύ των τεθνεώτων ήταν δυνατό να βρεθεί ο Ιδεώδης Άνθρωπος, ο οποίος να αποτελέσει για όλους τους ανθρώπους το αναζητούμενο κοινό ιδανικό πρότυπο για να ρυθμίσει τη ζωή του. Άλλοι μεν θεωρούσαν αυτόν, άλλοι δε τον άλλον και η έριδα περί του ποιος εξ αυτών είναι ο μεγαλύτερος καθιστούσε τους πάντες μικρούς, που υπολείπονταν του αναζητούμενου.

Εξ αυτού κατάλαβαν οι πάντες, τελικά, την ανάγκη να αποβλέψουν σε υπεργήϊνη βοήθεια, για να βγουν από την κατάσταση της αδυναμίας και του ανικανοποίητου, την οποία αισθανόντουσαν τόσο επώδυνη. Έτσι η λυτρωτική ανάγκη απέβη θρησκευτική. Εφόσον ούτε από μέσα, από τη φιλοσοφική ενόραση και τα βιώματα των μυστηρίων, ούτε από έξω, από τους αναζητηθέντες ιδανικούς ανθρώπους, επερχόταν η ποθούμενη λύτρωση. Μία οδός υπολειπόταν για να εύρει ο άνθρωπος την Αλήθεια και την ευτυχία: ηάνωθεν,δια της αποκαλύψεως αυτών από αυτόν τον ίδιο τον Θεό και την άμεση επικοινωνία του ανθρώπου με αυτόν, αλλά η επικοινωνία αυτή να είναι πραγματική.

Ο άνθρωπος ζητεί και θέλει να δει και να ακούσει τον Θεό, για να πειστεί, ότι βρίσκεται προ αυτού και να μπορέσει να ενωθεί πραγματικά μαζί του, ώστε να είναι πεπεισμένος, ότι Τον κατέχει και ζει σε αυτόν μαζί του.

Προσέτι κρινόταν, ότι ο ίδιος ο Θεός πρέπει να κατέβει στους ανθρώπους, διαφορετικά γινόταν ανέφικτη η λύση του δράματος από τους ανθρώπους. Να κατέβει όμως στο κόσμο, χωρίς συγχρόνως να παύσει να τελεί και εκείνα που είναι πέραν του κόσμου, καθώς αρμόζει στον Θεό, θεοπρεπώς.

Απ’ εδώ προέκυψε η έννοια του Θεού Λόγου ως μεσίτη μεταξύ Θεού και κόσμου, του Θεού προερχομένου από Θεό, για να καταστήσει τον Θεό ορατό στον εαυτό Του και να συνδέσει τα διεστώτα, συμφιλιώνοντας τον άνθρωπο με τον Θεό και ανάγοντάς τον στο λυτρωτικό ιδεώδες της θεώσεως. Γι’ αυτό και όταν ακούστηκε το Ευαγγέλιο:

"και ο Λόγος έγινε άνθρωπος
κι έστησε τη σκηνή Του ανάμεσά μας
και είδαμε τη θεϊκή του δόξα,
τη δόξα που ο μοναχογιός έχει απ’ τον Πατέρα,
γεμάτος χάρη και αλήθεια",[li]

τότε μόλις και τότε μόνο, μόνο στο άκουσμα και στο βίωμα τούτο της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου ζεύχτηκε και συνεπώς τερματίστηκε για τον άνθρωπο η μεταξύ αυτού και του Θεού απόσταση, η οποία προηγουμένως χώριζε τον άνθρωπο από τον Θεό, και πραγματοποιήθηκε η πραγματική λύτρωση δια του μόνου πραγματικού και ορατού Λυτρωτή. Με την συγκατάβασή Του να ενανθρωπήσει ο Θεού Λόγος Θεός, ένωσε στον εαυτό Του τα πριν χωρισμένα, αποκάλυψε με τον Εαυτό του και δια του Εαυτού του τον από αιώνων αναζητούμενον Έναν Αληθινό Θεό, ήτοι την αληθινή θεογνωσία, κατέστησε δια του Εαυτού Του και με τον Εαυτό του προσιτό τον Θεό στον άνθρωπο και τον ένθεο βίο δια της εν Χριστώ ζωής, συμφιλίωσε τα πριν χωρισμένα, κατάργησε την θλίψη. Και έσωσε με την διδασκαλία Του από την ενοχή και δουλεία της αμαρτίας, δια της αντί ημών και υπέρ όλων των ανθρώπων εφ’ άπαξ και στο διηνεκές θυσίας Του και δια της αναστάσεώς Του, δια των οποίων ο άνθρωπος ανέκτησε την παραδείσια κατάσταση της άμεσης κοινωνίας με τον Θεό, της αθανασίας, της αιώνιας ζωής και της πλήρους χαράς και μακαριότητας.

Από αυτά καταφαίνεται, ότι οι Έλληνες περισσότερο από όλους τους άλλους λαούς της οικουμένης εμφάνιζαν ιδεολογική και εννοιολογική προπαρασκευή προς υποδοχή και οικείωση του Θεανθρώπου. Ένεκα δε τούτου και, όταν εμφανίστηκε, Τον δέχτηκαν και ενστερνίστηκαν και έφεραν το καλό μήνυμα γι’ Αυτόν και διερεύνησαν και διατύπωσαν το εξ αποκαλύψεως περιεχόμενο των νέων πνευματικών και ηθικών αξιών της νέας θρησκείας της χάριτος, διαμορφώσαντες, με την σύγκραση αυτού με τον Ελληνικό πνευματικό θησαυρό, το απαράμιλλο θαύμα του διαφωτίσαντος την οικουμένη ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, ο οποίος περικλείει, εκπροσωπεί και ακτινοβολεί  έκτοτε ανά τον κόσμο τις υψηλότερες πνευματικές αξίες, θρησκευτικές, ηθικές, ανθρωπιστικές, οι οποίες θεώνουν τον άνθρωπο, υπό την ορθή της θεώσεως έννοια, δια της εν Χριστώ ζωής.

4. – Στους Ρωμαίους
α. Ο Κικέρων [lii], αναφέροντας, ότι οι αρχαίοι χρησμοί των Σιβυλλών είχαν αναγγείλει την έλευση ενός Βασιλέα, τον οποίο όφειλαν να αναγνωρίσουν εκείνοι, που ήθελαν να σωθούν[liii], προβλέπει μία εποχή, κατά την οποία ‘’παντού θα κυβερνά του λοιπού ένας Διδάσκαλος και Κυρίαρχος, ο Θεός’’. Αλλού δε τονίζει, ότι δεν είναι καθόλου αδύνατο να κατέβει ο Θεός από τον ουρανό, ο Οποίος θα επισκεφθεί τους ανθρώπους και θα συναναστραφεί με αυτούς ως θεάνθρωπος, και ερωτά:

"Εάν τούτο υπάρχει στα βιβλία, προς ποιον άνθρωπο και  προς ποιον χρόνο υπάρχει;".

Δεν είναι προφανές ότι την απάντηση στο ερώτημα αυτό την έδωκαν ο Πιλάτος, όταν, δεικνύοντας τον Ιησού είπε, "Ίδε ο άνθρωπος"[liv], και ο Απ. Παύλος με όσα έγραψε, ότι δηλ. τούτο έγινε, "όταν ήλθε ο καιρός που είχε καθορίσει ο Θεός"[lv] το οποίο, όπως θα δούμε ευθύς κατωτέρω, τόσο δυνατά προαισθάνθηκε και προανήγγειλε ο Βιργίλλιος:

β.-Ο P. Vergilius Maro, στην Δ’ των "Εκλογών" του [41 π.Χ.], αναφερόμενος στην εκπλήρωση των χρησμών, που πλησιάζει, εκ των οποίων και μνημονεύει αυτούς της Κυμαίας Σιβύλλης, λέγει (στίχ. 4-20),

Η ύστατη της Κυμαίας ωδής εποχή έφθασε ήδη:
Μεγάλη τάξη των αιώνων γεννιέται εξ υπαρχής. Ήδη και η Παρθένος  (αστερισμός) επανέρχεται, επανέρχονται τα Κρόνια Βασίλεια.
Ήδη νέα γενεά αποστέλλεται από τον υψηλό ουρανό.
Συ δε, όταν θα γεννάται το παιδί, δια του οποίου η κατ’ αρχάς σιδηρά (γενεά) θα τελειώσει και σε όλο τον κόσμο νέα θ’ ανατείλει γενεά, αγνή Φαεσφόρε, προστάτευσέ το: ήδη βασιλεύει ο Απόλλωνάς σου.
Και για σένα το κόσμημα τούτο του αιώνα, ενώ συ θα είσαι ύπατος θα εισέλθει, ο Πόλλιος,[lvi] και θα αρχίσουν να προχωρούν οι μεγάλοι μήνες.
Ενώ εσύ θα ηγεμονεύεις, εάν παραμένουν κάποια ίχνη της ασέβειάς μας, ακυρούμενα, διαλύουν από την οικουμένη τον διαρκή τρόμο.
Εκείνος (το προσδοκώμενο παιδί) θα εισδεχθεί τον Θεόν Αυτοζωή, και θα δει τους θεούς να αναμιγνύονται με τους ήρωες της πίστεως και Αυτός θα φανερωθεί σε εκείνους, και θα κυβερνήσει την ειρηνεύουσα οικουμένη με τις προγονικές αρετές.
Και σε σένα, Παιδί, θα προσφέρει η γη τα πρώτα της δωράκια, που φύονται χωρίς καλλιέργεια, τους ατάκτως περιφερόμενους καρπούς του κισσού μαζί με το φυτό της βάκκαρης και η κολοκασία θα φουντώσει ανάμικτη με την γελώσα άκανθα.

Επακολουθεί περιγραφή της αναμενόμενης νέας κατάστασης με όμοιες ποιητικές εικόνες, οι οποίες υπενθυμίζουν την παραδείσια προπτωτική εποχή, την αφετηριακή χρυσή εποχή της ανθρωπότητας, η οποία βαθειά νοσταλγείται, της οποίας προαναγγέλλεται ο επανεγκαινιασμός από το Προσδοκώμενο Παιδί. Μετά δε η έξαρση του ποιητή αποκορυφώνεται στην ακόλουθη μεγαλειώδη προσφώνηση προς τον Προσδοκώμενο Θεάνθρωπο, επ’ ευκαιρία της προσέγγισης του χρόνου της ενανθρωπήσεώς Του:

"Πρόσελθε στις μεγάλες τιμές, θα φθάσει όσον ούπω ο χρόνος, πολυτίμητε απόγονε των θεών, μεγάλε βλαστέ του Διός. Πρόσβλεψε προς τον κλονιζόμενο από το  κυρτωμένο βάρος κόσμο και ακόμη προς τα χωράφια και τις εκτάσεις της θαλάσσης και τον βαθύ ουρανό. Πρόσβλεψε, πως τα πάντα σκιρτούν για τον ερχόμενο αιώνα".

και σε ελεύθερη απόδοση:

Έφθασε ήδη το τέλος της εποχής των χρησμών της Κυμαίας Σιβύλλης. Επίκεινται έναρξη νέας χρονικής περιόδου, περιόδου παγκόσμιας τάξης. Το Παρθενικό Άστρο θα αναλάμψει όσον ούπω και όσον ούπω φθάνει η επάνοδος της αρχικής βασιλείας του ύψιστου Θεού. Όσον ούπω νέα [χρυσή] γενεά στέλλεται άνωθεν από τα ουράνια ύψη στην γη.

Συ λοιπόν, Φωτεινή επιλόχια θεά, προστάτευσε [την Μητέρα], κατά την στιγμή που θα γεννιέται από αυτή το Βρέφος, δια του οποίου θα λήξει η προηγούμενη σιδηρά [=δυστυχής] γενεά, για πρώτη φορά  [στην παγκόσμια Ιστορία], και νέα γενεά [ευτυχής] θα ανατείλει σε όλο τον κόσμο. Άρχισε ήδη να βασιλεύει ο πάμφωτος Ένας Θεός. Το κόσμημα αυτό του αιώνος [το θείο Βρέφος] θα ‘ρθεί [στον κόσμο] κατά την διάρκεια της υπατείας σου, ω Πολλίον, και θα αρχίσουν να διαδέχονται ο ένας τον άλλο οι μεγάλοι [= οι ευτυχείς της νέα Περιόδου] μήνες. Εάν δε απομένουν ακόμη ίχνη της ασέβειάς μας, αυτά, εξαλειφόμενα κατά την διάρκεια της ηγεμονίας σου, θα ελευθερώσουν την οικουμένη από τον διαρκή τρόμο. Εκείνος [το Παιδί, το θείο Βρέφος] θα ενσαρκώσει στον Εαυτό του τον Θεό, την Αυτοζωή, και θα δει τους   ηρωϊκούς οπαδούς [Του] να συναναστρέφονται τις θείες δυνάμεις και ο Ίδιος θα αποκαλυφθεί σε αυτούς και θα κυβερνήσει  με τις προγονικές αρετές την οικουμένη, η οποία θα διάγει ειρηνικά.

Και η γη θα προσφέρει σε Σε, ω [θείο] Βρέφος, ατάκτως περιφερόμενους κισσούς μαζί με το φυτό της βάκκαρης , ως πρώτα μικρά δώρα, που φύονται χωρίς καλλιέργεια, και η κολοκασία[lvii] θα φουντώσει ανάμικτη με την γελώσα άκανθα…

Έλα (λοιπόν) προς τις μεγάλες τιμές, πολυτίμητε Υιέ Θεού, Μεγάλε Υιέ του Υψίστου, όσον ούπω φθάνει η εποχή. Ρίξε το βλέμμα Σου στην ανθρωπότητα, που κλονίζεται από το βάρος της δυστυχίας, το οποίον την εκύρτωσε, και σε όλη τη γη και τις  εκτάσεις της θάλασσας και στο βαθύ ουρανό• ρίξε το βλέμμα Σου [και δες], πως τα πάντα σκιρτούν για την εποχή, η οποία όσον ούπω φθάνει".

Μετά από αυτά ο ποιητής εύχεται για τον εαυτό του να μπορούσε να διατηρήσει τη ζωή του και τη δύναμη του, για να πανηγυρίσει τα ωραία αυτά γεγονότα, και καταλήγει με μια προσλαλιά και πάλι προς το Προσδοκώμενο θεογέννητο Παιδί, του Οποίου βλέπει το μειδίαμα προς την Μητέρα, που το κυοφόρησε, βλέπει δηλ. σε προφητική ενόραση το Θείο Βρέφος να φέρεται στην αγκαλιά από την Θεομήτορα!

Χαρακτηριστικό είναι , ότι ο Μ. Κων/νος σε "λόγο, τον οποίο έγραψε στον σύλλογο των αγίων", δηλ. προς ους Πατέρες της Α’ στη Νίκαια Οικουμενικής Συνόδου, αναφέρθηκε στην 4η εκλογή του Βιργιλίου σε ελληνική μετάφραση και την ερμήνευσε χριστολογικά ως μεσσιανική πρόρρηση• ιδού η σχετική περικοπή:

"Τούτον διαδέχτηκε ο Τιβέριος,
κατά τον χρόνο του οποίου έλαμψε η παρουσία
του Σωτήρος και επικράτησε το μυστήριο της αγιωτάτης θρησκείας,
συγκροτήθηκε δε η νέα γενεά των ανθρώπων,
περί της οποίας νομίζω ότι ομιλεί ο σπουδαιότατος
των ποιητών της Ιταλίας.
Τότε δε παρουσιάστηκε νέο γένος ανθρώπων•[lviii]
Και πάλι σε άλλο χωρίο των Βουκολικών:
Σικελίδες Μούσες, ας υμνήσουμε μεγάλη είδηση[lix]
Τι είναι από αυτό φανερώτερο; Διότι προσθέτει:
Ακούστηκε πάλι ο χρησμός της Κύμης.[lx]
Υπαινίσσεται έτσι την Κυμαία Σίβυλλα. Και δεν αρκέστηκε σ’ αυτά, αλλά προχώρησε περαιτέρω σαν η ανάγκη να ποθούσε τη μαρτυρία του. Τι λέγει; (πάλι)
Πάλι ξεκίνησε ο ιερός κύκλος των αιώνων
πάλι έρχεται παρθένα που φέρει αγαπητό βασιλέα[lxi].
Ποια λοιπόν είναι η επανερχόμενη παρθένα;
Δεν είναι αυτή, η οποία έγινε πλήρης και έγκυος από το Άγιο Πνεύμα;
Και τι εμποδίζει την έγκυο να είναι δια παντός κόρη και να μένει
δια παντός παρθένα;
Θα επανέλθει δε εκ δευτέρου, όταν και ο Θεός έλθει εκ δευτέρου
να  ανακουφίσει την οικουμένη.
Και προσθέτει ο ποιητής•
Τον δε προσφάτως γεννηθέντα, φωτοφόρα Σελήνη,
Τον προερχόμενο αντί σιδερένιας από χρυσή γενεά, προσκύνει.
Από αυτό τον άρχοντα τα μεν ανθρώπινα έλκη όλα θεραπεύονται,
Οι δε στεναγμοί των ασεβών καταπραΰνονται[lxii].

Κατανοούμε λοιπόν (συνεχίζει ο αυτοκράτορας) όλα αυτά σαφώς και μυστικώς, τα οποία διατυπώθηκαν αλληγορικά, εις τρόπον ώστε αυτοί που τα εξετάζουν βαθύτερα να ανάγουν το νόημα των στίχων στη θεότητα του Χριστού. Για να μη μπορεί δε κάποιος από τους δυνάστες της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας να κατηγορήσει τον ποιητή, ότι γράφει αντίθετα από τους πατροπαράδοτους νόμους και ότι απορρίπτει, εκείνα που πίστευαν από παλαιά οι πρόγονοί του για τους θεούς, επισκιάζει την αλήθεια. Γιατί νομίζω, ότι γνώριζε τη μακάρια και επώνυμη θυσία του Σωτήρος. Για να αποφύγει δε την αγριότητα της σκληρότητας, οδήγησε τη διάνοια των ακροατών του προς τη δική τους συνήθεια και λέγει ότι πρέπει να ιδρύσουν βωμούς και να κατασκευάσουν ναούς και να τελούν θυσίες στον προσφάτως γεννηθέντα. Ακολούθως δε προσέθεσε και τα λοιπά για τους φρόνιμους. Διότι λέει:

"Βίον θεού αφθάρτου θα λάβει και θα συναθροίσει
πλήθος ηρώων μαζί μ’ εκείνον, και αυτός
θα φανεί στην πατρίδα και στους ποθητούς μακάριους,
κυβερνώντας του κόσμου τα ηνία με πατροπαράδοτες αρετές.
Για σε δε, πρώτα δώρα παράγει η γη,
Κριθάρι και κύπερη μαζί με άνθος κουκιών"[lxiii].
Και συνεχίζοντας την μνημόνευση και την δια μακρών ερμηνεία των στίχων του Βιργιλίου, εις τον Σωτήρα Χριστό, το έργο του και την εγκαινιαζόμενη νέα εποχή, που αναφέρονται αυτοί οι στίχοι, ο Μ. Κων/νος συμπεραίνει:
"Κάποιος από τους ανόητους θα νόμιζε ότι αυτά λέγονται για τη γέννηση κάποιου ανθρώπου... Αλλά και των στοιχείων η χαρά χαρακτηρίζει κάθοδο Θεού, όχι κύηση κάποιου ανθρώπου..."[lxiv].
Χαρακτηριστικό επίσης, είναι, ότι η συνείδηση της επίσημης Χριστιανικής Εκκλησίας αναγνώριζε την πρόρρηση αυτή του Βιργιλίου ως αναφερόμενη στον Σωτήρα Κύριο Ιησού Χριστό.

γ.- Συντομότερη, αλλά εξίσου έντονη επίκληση προς τον Θεό του Φωτός απευθύνει και ο Οράτιος, και η  οποία εκφράζει την νοσταλγία για εξαγνισμό και λύτρωση, της οποίας την εκπλήρωση αποδέχεται η ανθρωπότητα από τον Ύψιστο Θεό, αφού και αυτών ακόμη των αγνών παρθένων οι δεήσεις προς την θέα Εστία απέβησαν μάταιες:

"Ποιον από τους θεούς να επικαλεστεί ο λαός τώρα
που καταρρέει η αυτοκρατορία; Με ποια δέηση να
καταπονούν οι άγιες παρθένες την ολίγο ακούουσα
τις ωδές Εστία;
Σε ποιον θα παραδώσει ο Ζευς (ο Ύψιστος Θεός)
την ασέβεια της χώρας για να εξαγνιστεί; Επιτέλους
δεόμεθα, μάντη Απόλλωνα, ας έλθεις, περιβεβλημένος
με νεφέλη τους ώμους σου, που λάμπουν"[lxv].

5. – Στους Κέλτες
Και σ’ αυτούς η γέννηση Θεού προσδοκόταν απ’ την παρθένα θεά Ίσιδα, την οποία αυτοί λάτρευαν στα άδυτα των θυσιαστηρίων τους κατά την εποχή της συγκρητιστικής ανάμιξης των θεών.

[i]Ιω. 1, 18.
[ii]Ιω. 1, 18, Ειρμός της Θ’ ωδής της Κυριακής της Τυροφάγου.
[iii]Γεν. 1, 27. 5, 1.
[iv]PG 52, σ. 405.
[v]Στο ίδιο, σ. 452.
[vi]PG 30, σ. 461.
[vii]Αυγούστου Νικολάου, Φιλοσοφικαί Μελέται περί Χριστιανισμού, τομ. Α’ (Αθήναι 1910), σ. 433.
[viii]Adolf VyKopal, Jesus Christus Mittelpunkt der Weltanschaung, I Band (Louvain – Paderborn 1953), σ. 8.
[ix]Αυγούστου Νικολάου, όπ. Π. Τ. Α’, σ. 432.
[x]Στο ίδιο, σ. 425 ε.
[xi]Στο βιβλίο 4, 3 των Καταλοίπων του Lieh-tsze (440-370 π.Χ.).
[xii]Lun-yü 7, 25, στο: Richard Wilhelm, Kung-futse, Gespräche (Lun- yü), Jena 1923,σ. 70.
[xiii]Lun- yü 16, 9, - Όπ. π., σ. 187.
[xiv]Lun- yü 6, 28α– ‘Οπ. π., σ. 60.
[xv]Lun- yü 7, 25 – Όπ. π., σ. 70.
[xvi]Lun- yü 9, 8 – Όπ. π., σ. 89.
[xvii]Lun- yü 13, 12 – Όπ. π., σ. 139.
[xviii]Dsung Yung, βλ. στο: Johannes Witte, Die Christus-Botschaft und die Religionen (Göttingen 1936), σ. 122.
[xix]Dsung Yung, 1, 6 βλ. όπ. π., σ. 122-123.
[xx]Dsung Yung,  1, 10 στο Witte, όπ. π., σ. 123, πρβλ. Λουκ. 2, 25, Ματθ. 11, 28-30.
[xxi]R. Wilhelm, Kung-futse Gespräche (Lun- yü), Jena 1923, σ. 214, όπου υποσημείωση 23. Πρβλ. J. Witteόπ. Π., σ. 123.
[xxii]G. RosenKranz, Der Heilige in den chinesischen Klassikern…, Leipzig 1935, σ.88 – J. Witte όπ. π., σ. 123.
[xxiii]Βασ. Πέντζας, Η αρχαία Κίνα και ο αναμενόμενος Σωτήε, ‘’Κιβωτός’’ [Αθήναι], 4 (Απρίλιος 1952), σ. 174 εξ.
[xxiv]Cullavaga X., 1 του Βου. Κανόνος, στο: όνος, στο: Germann Olbenberg, Buddha, sein Leben, seine Lehre, seine Gemeinde, Stuttgart – Berlin 1903, σ. 187.
[xxv]Λέει ο Alfred Jeremias, Die ausserbiblische Erlösererwantung, Berlin 1927, σ. 245, αναφέροντας την πρόρρηση αυτή του Βούδα.
[xxvi]Emil Abegg, Der Messiasglaube in Indien und Iran auf Grund der Quellen Dargestellt, (Berlin-Leipzig 1928), σ. 177.
[xxvii]Alfred Jeremias, Die ausserbiblische Erlosererwartung, Berlin 1927, σ. 280.
[xxviii]Ιερό βιβλίο, που σημαίνει ‘’το θείο τραγούδι’’.
[xxix]Πρβλ. Ματθ. 2, 2.
[xxx]Πρβλ. Ιω. 4, 32 ε.
[xxxi]Πρβλ. Ματθ. 17, 2 – Αποκ. 1, 16.
[xxxii]Ιερό βιβλίο των αρχαίων Περσών.
[xxxiii]Πρβλ. Λουκ. 11, 27.
[xxxiv]Alfed Jeremias, όπ. π., σ. 140.
[xxxv]Στο ίδιο, σ. 144. Πρβλ. Εβρ. 7, 2 (Μελχισεδέκ=) ‘’βασιλεύς δικαιοσύνης’’. Πρβλ. Και Ρωμ. 3, 21.
[xxxvi]Ιαμβλίχου, Περί του Πυθαγορείου βίου 6, 30.
[xxxvii]Όπ. π., σ. 31.
[xxxviii]Στο ίδιο 19, 92.
[xxxix]Στο ίδιο 27, 133. Πρβλ. Και 28, 135, 140.
[xl]Ευρυπίδου, Βάκχαι 4 εξ.
[xli]Στο ίδιο, 53 ε.
[xlii]Ψ. Καλλισθένης 2, 14 στον Carolus Clemen, Fontes Historiae Religionis Persicae (Bonnae 1920),   σ. 71.
[xliii]Πράξ. 14, 8-18
[xliv]Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους 18 (31Α).
[xlv]Πλάτωνος, Πολιτεία Β’ IV-V, 361 (-362Α).
[xlvi]Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματείς, 5, 14, PG, 9, 164Β.
[xlvii]Ιλ. Ε’, 128.
[xlviii]Στρωματείς 5, 13, PG 9, 125Β.
[xlix]Seneca, Ad Lucilium Epist. 11, 8, ελεύθερη απόδοση.
[l]Στο ίδιο.
[li]Ιω. 1, 14.
[lii]De divinatione II, Cap. 54, 110.
[liii]Πιθανώς ο Σιβυλλικός χρησμός ΙΙΙ, 652 εξ.
[liv]Ιω. 19, 5.
[lv]Γαλ. 4, 4.
[lvi]Masinius Pollio, επιφανέστατος Ρωμαίος, στην εποχή του οποίου γεννήθηκε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
[lvii]Ποώδες φυτό  που δίδει γλυκείς βολβούς.
[lviii]Βιργιλίου Εκλογαί, IV, 7.
[lix]Στο ίδιο, IV, 1.
[lx]Στο ίδιο, IV, 4.
[lxi]Βιργιλίου Εκλογαί, IV, 5, 6.
[lxii]Στο ίδιο, IV, 8 εξ.
[lxiii]Στο ίδιο, IV, 17-20.
[lxiv]Ευσεβίου, Εις τον βίον του μακαρίου Κωνσταντίνου βασιλέως: Λόγος τω των αγίων Συλλόγω, ΕΠΕ τ. 4, σ. 598-810.
[lxv]Q. Horatii Flacci, Carminum I, 2, 25-32.
[lxvi]Γεν. 3, 15.
[lxvii]Πράξ. 7, 52.

ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ   www.egolpion.com

«Όταν ήμουν στη φυλακή, αρρώστησα πάρα πολύ. Είχα φυματίωσι σε όλη την επιφάνεια και των δύο πνευμόνων κι επίσης, τέσσερις σπόνδυλοι είχαν προσβληθή απο τη φυματίωσι. Είχα, επίσης, εντερική φυματίωσι, διαβήτη, καρδιακή ανεπάρκεια, ίκτερο και άλλες αρρώστιες, που ούτε να θυμηθώ δεν μπορώ. Ήμουν κοντά στο θάνατο.

Στα δεξιά μου ήταν ένας ιερεύς ονόματι Ίσκου. Ήταν ηγούμενος ενός μοναστηριού. Αυτός ο άνθρωπος, γύρω στα σαράντα, είχε βασανισθή τόσο πολύ, που βρισκόταν κοντά στο θάνατο. Όμως το πρόσωπο του ήταν γαλήνιο. Μιλούσε για την ελπίδα του στη βασιλεία των ουρανών, για την αγάπη του στο Χριστό, για την πίστη του. Ακτινοβολούσε χαρά.

Στα αριστερά μου ήταν ο κομμουνιστής βασανιστής που είχε βασανίσει σχεδόν μέχρι θανάτου αυτό τον ιερέα. Είχε συλληφθή απο τους ίδιους τους συντρόφους του...
Έτσι συνέβη, ώστε ο κομμουνιστής βασανιστής, που είχε βασανίσει αυτόν τον ιερέα σχεδόν μέχρι θανάτου, να έχη βασανισθή κι αυτός σχεδόν μέχρι θανάτου από τους συντρόφους του. Και ξεψυχούσε δίπλα μου. Η ψυχή του βασανιζόταν στην επιθανάτια αγωνία.
Τη νύκτα με ξυπνούσε λέγοντας: "Πάστορα, σε παρακαλώ, προσευχήσου για μένα! Δεν μπορώ να πεθάνω· έχω διαπράξει τόσα τρομερά εγκλήματα".

Τότε είδα ένα θαύμα. Είδα τον ετοιμοθάνατο ιερέα να φωνάζη δύο άλλους κρατουμένους. Στηριζόμενος στους ώμους τους, πέρασε σιγά-σιγά μπροστά από το κρεβάτι μου, κάθισε στο πλευρό του κρεβατιού του φονευτή του, και χάιδεψε το κεφάλι του – δεν θα τη ξεχάσω ποτέ αυτή την κίνησι. Παρακολουθούσα ένα δολοφονημένο άνθρωπο να χαϊδεύη το φονιά του. Αυτή είναι η αγάπη! Μπόρεσε να βρη ένα χάδι για εκείνον!

Τότε είπε ο ιερεύς σ΄εκείνο τον άνθρωπο: "Είσαι νέος. Δεν ήξερες τι έκανες. Σε αγαπώ με όλη μου την καρδιά". Όμως δεν είπε απλώς αυτά τα λόγια. Μπορείς να πης "αγαπώ" και να είναι απλώς μια λέξι με πέντε γράμματα. Αυτός, όμως, πράγματι αγαπούσε. "Σε αγαπώ με όλη μου την καρδιά". Έπειτα συνέχισε: "Άν εγώ, που είμαι αμαρτωλός, μπορώ να σε αγαπώ τόσο πολύ, για φαντάσου το Χριστό, που είναι η αγάπη σαρκωμένη, πόσο πολύ σε αγαπάει!
Και όλοι οι Χριστιανοί τους οποίους έχεις βασανίσει, να ξέρης, σε συγχωρούν, σε αγαπούν· και ο Χριστός σε αγαπάει. Επιθυμεί τη σωτηρία σου πολύ περισσότερο από όσο εσύ επιθυμείς να σωθής. Απορείς για το αν είναι δυνατόν να συγχωρηθούν οι αμαρτίες σου... Εκείνος επιθυμεί να σου συγχωρήσει τις αμαρτίες σου περισσότερο απο όσο επιθυμείς εσύ να συγχωρηθής. Ποθεί να βρεθής μαζί Του στον ουρανό πολύ περισσότερο από όσο θέλεις εσύ να βρεθής στον ουρανό μαζί Του. Είναι όλος αγάπη. Το μόνο που χρειάζεται είναι να στραφής προς Αυτόν και να μετανοήσης".
Μέσα σ΄ αυτό το κελλί της φυλακής, όπου δεν ήταν δυνατόν να υπάρχη το απόρρητο, άκουσα κι εγώ την εξομολόγησι του φονιά προς το θύμα. Η ζωή είναι πολύ πιο συγκλονιστική από τα μυθιστορήματα. Κανένας μυθιστοριογράφος δεν έχει γράψει ποτέ κάτι τέτοιο. Το θύμα, ετοιμοθάνατο, δεχόταν την εξομολόγησι του φονιά. Ο δολοφονημένος έδωσε την άφεσι στο φονιά του.

Προσευχήθηκαν μαζί, αγκάλιασε ο ένας τον άλλο, και ο ιερεύς επέστρεψε στο κρεβάτι του. Και οι δύο πέθαναν την ίδια εκείνη νύκτα.
Ήταν η νύκτα των Χριστουγέννων.
Αλλά δεν ήταν μία χριστουγεννιάτικη νύκτα, κατά την οποία απλώς φέραμε στη μνήμη μας ότι πριν δύο χιλιάδες χρόνια γεννήθηκε ο Χριστός στη Βηθλεέμ.
Ήταν μία χριστουγεννιάτικη νύκτα στην οποία ο Χριστός γεννήθηκε στην καρδιά ενός κομμουνιστή δολοφόνου.
Αυτά είναι πράγματα που έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια».

(Περιοδικό: "Αγιορείτικη Μαρτυρία", τευχ. 3, σ. 151)

Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀδαμαντίου Αὐγουστίδη

Πηγή:   http://www.apostoliki-diakonia.gr

Παραμονές Χριστουγέννων καί, ὅπως συμβαίνει ὅλο καί συχνότερα τά τελευταῖα χρόνια, βλέπουν τό φῶς τῆς δημοσιότητας κείμενα πού "καταγγέλουν" ὅτι ἔχει χαθεῖ τό νόημα τῆς γιορτῆς καί ὅτι ὁ ὑπερκαταναλωτισμός ἔχει ἐπιβάλει τό ὕφος καί τήν κυριαρχία του. Ὅμως ἄν ἀπογυμνωθοῦν οἱ γιορτές αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ἀπό τό φολκλορικό τους στοιχεῖο, τά ρεβεγιόν, τήν εὐκαιρία γιά ὀλιγοήμερες διακοπές καί τίς ὑποχρεωτικές οἰκογενειακές συγκεντρώσεις, "πού τίς ἐπιβάλουν οἱ μέρες", τί θά ἀπέμενε ἄραγε γιά τούς πολλούς πού νά θυμίζει ὅτι εἶναι Χριστούγεννα;

Τό ἐρώτημά μας δέν ἀντιμάχεται τήν, δικαιολογημένη ἄλλωστε, δυσθυμία πού καλύπτεται πίσω ἀπό τή "γκρίνια". Θέλουμε ὅμως νά προκαλέσουμε τή σκέψη, καί γιατί ὄχι καί τήν ψυχή μας, νά ἀναγνωρίσει ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι πιά δεδομένα καί αὐτονόητα καί ἡ μεμψιμοιρία δέν μπορεῖ νά τά διορθώσει. Τό πολύ νά τονισθεῖ καί γραπτῶς τό ἔλλειμμα νοήματος καί νά ἐπιδεινωθεῖ τό αἴσθημα τῆς πνευματικῆς μιζέριας καί τῆς συναισθηματικῆς στέρησης πού συγκαλύπτει ἡ τεχνητή λάμψη τῶν ἡμερῶν.

Εἶναι φανερό ὅτι ἡ καταναλωτική ἔξαρση δέν ἀποτελεῖ τή φυσική ἐκδήλωση μιᾶς εὐτυχίας πού ζητᾶ ἐκτόνωση ἀλλά λειτουργεῖ σάν διεγερτικό μιᾶς χαρᾶς πού δέν ἔχει λόγο καί νόημα ὥστε νά ἐκδηλωθεῖ αὐθόρμητα. Ἡ ὑπερφωταγωγημένη ἐρημία τῶν ἀπρόσωπων πόλεων ἀγωνίζεται νά συσκοτίσει τή σχεδόν ὑπομανιακή ὑποχρεωτική εὐθυμία. Τίποτα ὅμως δέν μπορεῖ νά κρύψει τήν κατάθλιψη πού φουντώνει τέτοιες μέρες, τίς ἀπόπειρες αὐτοκτονίας πού αὐξάνουν καί τά "κοριτσάκια μέ τά σπίρτα" πού γίνονται ὁρατά ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Στό πνευματικό ἐπίπεδο, ἄλλωστε, πόσο μακριά βρισκόμαστε ἀπό αὐτά σχεδόν ὅλοι μας.

Τό νά καταφύγει κανείς σέ μελαγχολικές διαπιστώσεις εἶναι εὔκολο· καί τό ἑπόμενο βῆμα εἶναι συνήθως ἡ καταφυγή στό πρόσχημα καί στήν ψευδαίσθηση τῶν ἀναμνήσεων τοῦ παλιοῦ καλοῦ καιροῦ, μέχρι νά κυλίσουν οἱ μέρες καί νά ἐπιστρέψουμε στήν ψυχοφθόρα ἀσφάλεια τῆς ρουτίνας μας.

Ἄς μήν καθηλωθοῦμε ὅμως στίς θλιβερές διαπιστώσεις, ὅσο ἀληθινές κι ἄν εἶναι αὐτές. Ἐάν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τήν καθυπόταξη τῆς σκέψης μας στήν ἀπογοήτευση πού γεννᾶ ἡ παρατήρηση αὐτῶν τῶν φαινομένων καί προσεγγίσουμε τό ψυχολογικό τους ὑπόβαθρο, μπορεῖ νά ὁδηγηθοῦμε σέ ἐνδιαφέρουσες ἀνακαλύψεις.

Μέ ὅποιο τρόπο κι ἄν προσπαθεῖται νά καταπνιγεῖ ἡ κραυγή τῆς ὑπαρξιακῆς μας ἀγωνίας, εἴτε στό θόρυβο τῶν ρεβεγιόν, εἴτε κάτω ἀπό τό πέπλο τῆς φαντασμαγορίας καί τῆς τεχνητῆς εὐφορίας, ἡ μεταμφιεσμένη κατάθλιψη παραμένει ἡ ἀληθινή, κυριαρχοῦσα συναισθηματική κατάσταση. Οἱ εἰδικοί γνωρίζουν καλά τήν ἀμυντική βουλιμική διάθεση τοῦ καταθλιπτικοῦ ἀτόμου, πού προσπαθεῖ νά συγκαλύψει μέ "στοματικές" ἱκανοποιήσεις, ὅπως ἡ καταναλωτική μανία, τό ἔλλειμμα πού βιώνει στό συναισθηματικό ἐπίπεδο. Τυπικό τό παράδειγμα τῆς συζύγου, πού προσπαθεῖ νά ἀνακουφίσει τό καταθλιπτικό ἄγχος τῆς συναισθηματικῆς της στέρησης, "σηκώνοντας" τά μαγαζιά. Ὁ ἴδιος μηχανισμός μᾶς ὠθεῖ νά ἐκφραζόμαστε ψευδοευφορικά στήν προσπάθεια νά ἀποφύγουμε τή συναίσθηση τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κενοῦ καί τῆς δυσθυμικῆς μας διάθεσης.

Τί μᾶς κάνει λοιπόν ὁμοθυμαδόν μελαγχολικούς καί κατ' ἀνάγκη συμμέτοχους τῆς προκατασκευασμένης καί ψευδεπίπλαστης ἱλαρότητας πού χαρακτηρίζει τό κλίμα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν; Ἄν τά Χριστούγεννα ἦσαν ἐξ ὁρισμοῦ ἄνευ Χριστοῦ, μιά γιορτή τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου ὅπως ἦταν προχριστιανικά ἡ 25η Δεκεμβρίου, τότε ἴσως δέν θά εἶχαν νόημα οἱ σκέψεις καί οἱ προβληματισμοί. Θά μπορούσαμε νά ἐπαναπαυθοῦμε στή σιωπηλή συμφωνία ὅτι κάποιες εὐκαιρίες διαφυγῆς ἀπό τή ρουτίνα εἶναι χρήσιμες· ἑπομένως καί νά συμβιβαστοῦμε μέ τήν ὑποταγή στή χρησιμοθηρία τοῦ γιορτασμοῦ. Ὅσο δέ πιό ἐκκωφαντική ἡ ἀνάπαυλα, τόσο πιό μεγάλη ἡ συγκάλυψη τοῦ τραγικοῦ στοιχείου τῆς καθημερινότητάς μας.

Ὅμως τό βαθύτερο αἴτημα τῆς λύτρωσής μας ἀπό τή φθορά, τό χρόνο καί τήν ἀναγκαιότητα δέν μπορεῖ νά ἀπαντηθεῖ μέ τήν ὑποταγή σέ θεσμοθετημένες ἐπιμέρους ἀναγκαιότητες, ἔστω διασκεδαστικές ἀλλά τελικά πάντοτε φθοροποιές. Πόση χαρά μπορεῖ νά περιέχει ἕνα πανηγύρι στό ὁποῖο ὑποτίθεται ὅτι γιορτάζεται ἡ γέννηση Ἐκείνου πού θά μποροῦσε νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τήν δουλεία τῆς πνευματικῆς μας ἀνελευθερίας καί τῆς ὑπαρξιακῆς μας μιζέριας, ὅταν Τόν ἔχουμε ἤδη ἐξορίσει ἀπό τή ζωή μας καί ἀπό τό νόημά της; Ποιό γαμήλιο γλέντι δικαιολογεῖ τούς πανηγυρισμούς καί τίς γιορταστικές ὑπερβολές ὅταν ἔχει ἐκδιωχθεῖ ὁ "νυμφίος"; Τέτοιοι "γάμοι" μοιάζουν περισσότερο μέ κηδεῖες τῶν ὁποίων ἡ λαμπρότητα ὀφείλεται κυρίως στίς ἐνοχές τῶν οἰκείων παρά στήν ἀγάπη καί τή χριστοκεντρική ἐλπίδα.

Ἡ συγκαλυμμένη μελαγχολία τῶν ἡμερῶν μπορεῖ νά κρύβει τό ἐνοχοποιημένο πένθος γιά τόν ἐξοστρακισμό τῆς ἐνσαρκωμένης μας ἐλπίδας· τοῦ προαιώνιου Θεοῦ πού "παιδίον γέγονεν" καί ἀναζητᾶ ἐγκάρδιες φάτνες γιά νά τίς μετατρέψει, φιλοξενούμενος ἐκεῖ, σέ οἴκους τοῦ Πατρός Του.

Παρόλο τόν ξεπεσμό της ὑπάρχει κάτι θετικό καί ἐλπιδοφόρο σ' αὐτή τή συνεχῶς πιό ἐκκοσμικευμένη ἀτμόσφαιρα τῆς γιορτῆς. Ὅσο πιό ψευδεπίπλαστα ἐπιμένουμε νά τή γιορτάζουμε, πνίγοντάς την σέ φῶς ἀπό "νέον" καί πλαστικά πλουμίδια, τόσο πιό κούφια καί ἄπελπις θά εἶναι ἡ γεύση πού θά ἀφήνει. Καί τόσο πιό πολύ ὁ λαός "ὁ καθήμενος ἐν σκότει" θά ἀρχίσει νά ἀναζητᾶ τό Μέγα Φῶς πού τό συλλογικό του ἀσυνείδητο θυμᾶται πώς γνώρισε κάποτε. Ἴσως λοιπόν τότε νά ξαναζητήσει τόν ἀστέρα πού ὁδηγεῖ στή φάτνη. Στήν προσωπική καρδιακή φάτνη τοῦ καθενός πού θά κατανοήσει ὅτι ὅσο ταπεινή καί βρώμικη κι ἄν εἶναι, ὁ Χριστός θά τήν καταδεχθεῖ, θά τήν ἐνοικήσει καί θά τήν μετατρέψει σέ σῶμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Μέχρι τότε, ὅσοι ἀπό μᾶς θέλουν νά βρίσκονται κοντύτερα στή φάτνη παρά στά ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἄς προσπαθήσουμε νά ζήσουμε τή γιορτή καί τή ζωή μας μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ἄν κάποιος μᾶς ρωτήσει γιά τό ἀστέρι τῶν μάγων ἤ παρατηρήσει τή δική μας πορεία νά βρεῖ τό σωστό δρόμο. Τότε ἡ χαρά τῆς γιορτῆς θά ξαναβρεῖ τό νόημα καί τήν αὐθεντικότητά της. Τότε ἡ χαρά τῆς γιορτῆς θά ξαναβρεῖ τό νόημα καί τήν αὐθεντικότητά της. Τότε, ἀντί τῆς παθητικῆς μας συμμετοχῆς σέ ψευδοπαρηγορητικά τηλεοπτικά βαριετέ, ἴσως σταθοῦμε ἱκανοί νά ἀπολαύσουμε τήν εὐφρόσυνη καί βιωματική μας συμμετοχή στόν χαρμόσυνο ὕμνο: "Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε".

http://www.apostoliki-diakonia.gr

Αν ο Χριστός χτυπήσει την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;
Θα έλθει ίσως σαν άλλοτε φτωχός
Κι αποδιωγμένος.
Σαν ένας εργάτης,
Σαν ένας άεργος
Η ένας απεργός που αγωνίζεται σε δίκαιη απεργία.
Μπορεί να είναι ασφαλιστής
Κι ακόμη πωλητής ανεμιστήρων…
Θ’ ανεβαίνει, αδιάκοπα σκαλοπάτια,
Θα σταματά σε κεφαλόσκαλα
Μ΄ ένα χαμόγελο γλυκό
Στο θλιμμένο του πρόσωπο…
Μα το κατώφλι σας είναι τόσο σκοτεινό…
Άλλωστε, πως να δεις το χαμόγελο αυτών που διώχνεις!
«Δεν μ’ ενδιαφέρει…», θα πείτε,
πριν ακόμη τον ακούσετε.
Κι αν βγει η μικρή σας υπηρέτρια, θα επαναλάβει το μάθημά της:
«Η κυρία έχει τους φτωχούς της»
και θα βροντήξει την πόρτα
καταπρόσωπο στον Φτωχό
που είναι ο ίδιος ο Σωτήρας.
Μπορεί ακόμη να είναι πρόσφυγας,
Ένας από τα δεκαπέντε εκατομμύρια προσφύγων,
Με κάποιο διαβατήριο του Ο.Η.Ε. στο χέρι,
Ένας από αυτούς που κανείς δεν τους θέλει
Και που περιπλανιούνται σ’ αυτή την έρημο,
Τον Κόσμο,
Ένας από εκείνους που πρέπει να πεθάνουν,
«γιατί κανείς δεν ξέρει από που έρχονται
άνθρωποι σαν κι αυτούς…».
Μπορεί να είναι κάποιος μαύρος,
Στην Αμερική,
Ένας νέγρος, όπως τον λεν,
Που κατάκοπος ζητιανεύει άσυλο μες στα ξενοδοχεία της Νέας Υόρκη,
Σαν άλλοτε, στην Ναζαρέτ,
Η Παναγία.
Αν ο Χριστός χτυπήσει αύριο την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;
Θα έχει όψη κουρασμένη,
Καθώς είναι εξαντλημένος,
Συντριμμένος,
Αφού πρέπει να βαστάζει
Όλα τα βάσανα της γης…
Πρόσεξε!…Κανείς δεν δίνει δουλειά
Σ’ έναν τόσο κουρασμένο…
Καθώς μάλιστα αν Τον ρωτήσεις:
«Τι ξέρεις να κάνης;»
Δεν μπορεί ν’ απαντήσει: όλα.
«Από που έρχεσαι;»
Δεν μπορεί να σου πει: από παντού.
«Τι θέλεις να κερδίσεις:»
Δεν μπορεί να πει: εσάς!
Έτσι, θα ξαναφύγει,
πιο κουρασμένος και συντριμμένος,
παίρνοντας μαζί Του, μες στα γυμνά Του χέρια,
την Ειρήνη.

Ραούλ Φολλερώ

katafigioti

lifecoaching