ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
34. «Όρος αρεταίς κατάσκιον» (Δ, 6).
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ονομάζει την Θεοτόκο «ψηλό βουνό κατάσκιο από πυκνό δάσος» (Δ,7), εμπνεόμενος από τα σχετικά μεσσιακά χωρία: Ο Θεός από Θαιμάν ήξει και ο άγιος εξ όρους κατασκίου δασέος (Αμβ. γ' 3) και «όρος του Θεού όρος πίον» (Ψαλμ. 67,15) κλπ. Στις προφητικές αυτές εικόνες η ορθόδοξη ευσέβεια βρήκε δύο προτυπώσεις της Θεοτόκου: την αγιότητα και την παρθενία της.
Το προφητικό βουνό ήταν κατάσκιο από το πυκνό δάσος που το σκέπαζε. Η Θεοτόκος ήταν καλυμμένη απ’ τις αρετές. Κανένα σημείο της αγίας μορφής της δεν ήταν ηθικά και πνευματικά ακάλυπτο. Το Άγιον Πνεύμα την είχε απόλυτα καλύψει με το πέπλο της αγιότητος. Κάτω από τη σκέπη της Μαρίας είχαν συγκεντρωθή όλες οι αρετές που μπορεί ο άνθρωπος να επιτύχη, με την πνοή και τη χάρι του Αγίου Πνεύματος. Γι΄ αυτό και η Εκκλησία την ωνόμασε «Παναγία». Η Θεοτόκος «αντιπροσωπεύει την κορωνίδα της αγιότητος, την οποίαν ηδυνήθη ποτέ να φθάση προ Χριστού, υπό τας συνθήκας της Π. Διαθήκης, απόγονος του Αδάμ. Ήτο άνευ αμαρτίας υπό συνθήκας καθολικής επικρατήσεως της αμαρτίας, καθαρά πάσης διαφθοράς... Εν τω προσώπω της Θεομήτορος βλέπομεν την κορυφήν της αγιότητος της Π. Διαθήκης» (Λ, 199) . Η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν «το υψηλόν όρος του προορισμού όπου δεν εσκέπασεν ο κατακλυσμός της αμαρτίας» (Η. Μηνιάτης εν X, 13).
Λόγω του πυκνού δάσους, το ψηλό βουνό του Προφήτου ήταν ακόμη άβατο και παρθένο. Η Θεοτόκος, καλυμμένη απόλυτα από τις αρετές επέτυχε το άβατο της υπάρξεως. Μη έχοντας κανένα κενό στην ύπαρξί της, το κακό, υπό την οποιαδήποτε μορφή του –σκέψι, φαντασία, πράξι– δεν μπόρεσε να εισδήση μέσα της. Έτσι η Θεοτόκος αναδείχθηκε η μόνη ουσιαστικά και πραγματικά Παρθένος. Υπήρξε και παραμένει το πανέμορφο και παρθενικό δάσος που στολίζει τον ανθρώπινο χώρο.
Η ηθική καθαρότης της υπάρξεως δεν είναι μια κατάστασις που την επιτυγχάνει ο άνθρωπος αυτοτελώς. Είναι συνέπεια της ασκήσεως των χριστιανικών αρετών. Τα δενδρύλλια των αρετών, καθώς μεγαλώνουν γίνονται «δέντρα μεγάλα» (Λουκ. ιγ' 19), εξασφαλίζοντας στον χριστιανό την ηθική καθαρότητα, την παρθενική ομορφιά του άβατου δάσους.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 58-59)
924.ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ. Ένας ανώτερος αξιωματικός του γαλλικού στρατού πήγε να ακούσει το κήρυγμα του απλού αλλά αγίου εφημερίου του Άρς, Ιωάννου Βιαννέ. Όταν τελείωσε το κήρυγμα και ο αξιωματικός βγήκε έξω, μερικοί τον ρώτησαν αν του άρεσε το κήρυγμα. Αυτός συγκινημένος και μετανοημένος για την περασμένη του ζωή είπε: «Τις άλλες φορές μου άρεσαν οι ιεροκήρυκες, αυτή τη φορά δεν άρεσα εγώ στον εαυτό μου».
928.ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ. - Πόσο θα ήθελα και εγώ να θραύω τις καρδιές των ακροατών μου, όπως εσύ θραύεις τις πέτρες, έλεγε ένας ιεροκήρυκας σε ένα λιθοξόο.
- Θα το κατορθώσεις και εσύ, του απάντησε κείνος, αν σκύβεις συχνά και γονατίζεις.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 424-425 )
Να νιώθει απαξιωμένος ένας άνθρωπος επειδή δεν έχει δικό του σπίτι ή ένα μεγάλο εισόδημα και να μετράει την αξία του από το ύψος της οικονομικής του επιφάνειας! Άκουσα τις προάλλες έναν συγγενή μου να οικτίρει τον εαυτό του για την ‘ανέχεια’ του και να νιώθει σχεδόν σκουπίδι επειδή δεν έχει όπως οι άλλοι δικό του σπίτι ή καταθέσεις στην τράπεζα! Και αν πήγαινες να του πεις μια κουβέντα που θα διέλυε τον συλλογισμό του ότι η επιτυχία περνάει από τα ντουβάρια και τα χρήματα εισέπραττες επίθεση και ειρωνία. Άνθρωπος τυφλωμένος, εμπαθής, γαντζωμένος από τις βλαπτικές για την ψυχή και τη ζωή του ιδέες του, αρνείται πεισματικά έστω να προβληματιστεί πάνω σε μια διαφορετική θεώρηση της ζωής! Τί ήταν να ξεστομίσω ότι ο Χριστός είπε να πουλήσουμε τα υπάρχοντα μας και να Τον ακολουθήσουμε; Σκάνδαλο! Αντιμετωπίστηκα τουλάχιστον σαν την τρελή του χωριού που πρέπει οπωσδήποτε να την βάλουν σε άσυλο!
Και σκέφτομαι πως αυτοί οι άνθρωποι που έχουν στηρίξει τη ζωή τους σε αυτά τα εφήμερα και ευτελή πράγματα θα κυνηγάνε μια ζωή την ευτυχία και ποτέ δεν θα την φτάνουν όπως κυνηγάει η γάτα την ουρά της. Κι όμως… επιμένουν στο δρόμο αυτό χωρίς ίχνος μετανοίας! Φέρουμε μέσα μας κάτι τόσο σπάνιο και ακριβό και εμείς κυνηγάμε χίμαιρες! Η αξία του καθενός βρίσκεται μέσα του. Η ψυχή μας είναι ανεκτίμητης αξίας. Όλη μας η ζωή δε φτάνει για να την καθαρίσουμε και να τη λαμπρύνουμε! Γιατί αυτή θα μας ζητήσει ο Κύριος να Του παραδώσουμε όταν πάμε κοντά Του και όχι τα σπίτια και τις καταθέσεις μας! Και όταν έρθει η ώρα να Του την επιστρέψουμε θα πρέπει να είναι τόσο αγνή και αμόλυντη όσο μας την έδωσε!
Αντί λοιπόν να ασχολούμαστε με τα χρήματα και τα κτήματα και να εξαρτάμε τη ζωή μας από αυτά και να καθορίζουν αλίμονο αυτά την αξία μας, ας συλλογιστούμε πως αξία παίρνουμε από αυτό που είμαστε και όχι από αυτό που έχουμε! Δεν είναι αμαρτία ο Χριστός να έχει εξαγοράσει με το Αίμα Του τη σωτηρία της ψυχής μας, να μας έχει ανοίξει τις πόρτες της Βασιλείας Του κάνοντας μας συγκληρονόμους Του και εμείς να συμπεριφερόμαστε παραβλέποντας, περιφρονώντας και απαξιώνοντας πλήρως τη Σταυρανάσταση Του; Μα αυτή θα έπρεπε να είναι ο άξονας της ζωής μας! Όμως ο άνθρωπος έχει γίνει ον κατά κύριο λόγο σαρκικό, βασικά καταναλωτικό και οπωσδήποτε υλιστικό. Τί θα έκανε κάποιος σήμερα αν του παρουσιαζόταν ο Χριστός και του έλεγε ‘πούλησε τα υπάρχοντα σου’ ή ‘μοίρασε τα στους φτωχούς και ακολούθησε με’ ; Ούτε που θέλω να το σκέφτομαι!
Στις μέρες μας καθημερινά μετράμε νεκρούς από τη σύγχρονη πανδημία. Οι νεκροί όμως που κυκλοφορούν τόσα χρόνια ανάμεσα μας είναι ακαταμέτρητοι και αμέτρητοι. Και είναι όλοι αυτοί που έχουν από μόνοι τους σκοτώσει την ψυχή τους, αφαιρώντας της το δικαίωμα να αναπνέει το Σωτήρα Χριστό της! Τί είναι πιο οδυνηρό τελικά; Να χάσεις τη ζωή σου ή να χάσεις την ψυχή σου; (Α.Κ.Β.)
Σ’ ένα κοινόβιο της Αιγύπτου ζούσε κάποιος ενάρετος διάκονος. Κάποτε ζήτησε άσυλο εκεί ένας άρχοντας, πολιτικός φυγάς, με την οικογένεια του. Ο διάβολος λοιπόν τα έφερε έτσι που να πέση σε αμαρτία ο διάκονος με μια από τις νεαρές φιλοξενούμενες αρχοντοπούλες. Το κακό δεν άργησε να φανερωθή και να σκανδαλίση πολλές συνειδήσεις. Ο φταίχτης όμως μετανόησε ευθύς. Πήγε χωρίς χρονοτριβή σ’ ένα γείτονα του ερημίτη και με συντριβή εξομολογήθηκε την αμαρτία του. Ο γέροντας είχε μια κρύπτη στο εσωτερικό της καλύβας του και ο διάκονος το γνώριζε. Τον παρακάλεσε λοιπόν να του την παραχωρήση. Ήθελε να ταφή μέσα ζωντανός και να κλαίη μέχρι να τον βρη ο θάνατος! Έτσι κι έγινε. Ο αμαρτωλός κλείστηκε στον σκοτεινό του τάφο. Ο γέροντας κάθε βράδυ του έριχνε λίγο ψωμί από ένα μικρό άνοιγμα.
Πέρασαν χρόνια. Οι άνθρωποι έχασαν τα ίχνη του διακόνου. Σταμάτησαν με τον καιρό να σχολιάζουν το σκάνδαλο. Στο τέλος το λησμόνησαν. Μια εποχή ο Νείλος κρατούσε με πείσμα τα νερά του χαμηλά. Δεν φούσκωνε να ποτίση τη διψασμένη από το λιοπύρι αιγυπτιακή πεδιάδα. Τα χωράφια χλώμιασαν. Τα σπαρτά καταστρέφονταν σιγά-σιγά, προμήνυμα μεγάλης δυστυχίας. Απελπισμένοι οι άνθρωποι έτρεχαν στα μοναστήρια και στις εκκλησίες για προσευχές και λιτανείες. Μάταια όμως. Τα νερά του ποταμού δεν ανέβαιναν με κανέναν τρόπο. Τέλος, ο επίσκοπος μιας επαρχίας, ένας άγιος άνθρωπος που έκανε πολλή προσευχή για τη δυστυχία του κόσμου, άκουσε φωνή στον ύπνο του να του λέη πως αν δεν προσευχηθή ο διάκονος που είναι κρυμμένος στην καλύβα του τάδε γέροντα, το νερό δεν ανεβαίνει!
Την άλλη μέρα ο ευσεβής επίσκοπος με όλο τον κλήρο του και πολύ λαό πήγε στην καλύβα του γέροντα και έβγαλε διά της βίας τον διάκονο από τον κρυψώνα του. Τον ανάγκασε να προσευχηθή. Μόλις εκείνος ύψωσε τα χέρια του στον ουρανό και ψιθύρισε λίγα θερμά λόγια προσευχής, ο Νείλος πλημμύρισε και πότισε τα διψασμένα χωράφια. Οι άνθρωποι που προηγουμένως είχαν σκανδαλιστή με το σφάλμα του, βλέποντας τώρα την παρρησία που είχε αποκτήσει με την καλή του μετάνοια, τον ευλαβήθηκαν και δόξασαν τον Θεό.
( Γεροντικόν)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄,σελ.164-166)
Ο MAPKIANOΣ ήταν ιερέας στην Κωνσταντινούπολη, αγιώτατος άνθρωπος. Ανάμεσα στις άλλες αρετές που τον στόλιζαν, υπερείχαν η ακτημοσύνη και η ελεημοσύνη. Παράδοξος συνδυασμός!
Καθώς στεκόταν πολύ ψηλότερα από κάθε γήινο αγαθό, ο Μαρκιανός δεν απέκτησε ποτέ πράγμα δικό του, που να έχει κάποια άξια, ούτε δεύτερο ενδυμα. Όταν οι γνωστοί του του χάριζαν κάτι, το έδινε αμέσως στον πρώτο φτωχό που θα συναντούσε στον δρόμο του.
Την Κυριακή που θα γίνονταν τα εγκαίνια της εκκλησίας της Αγίας Αναστασίας, που ήταν η ενορία του, έφυγε ξημερώματα από την φτωχή καμαρούλα του να ετοιμάσει το Άγιο Βήμα. Θα λειτουργούσε ο Πατριάρχης με άλλους αρχιερείς. Θα πήγαινε κι ο αυτοκράτορας με όλους τους άρχοντες του στα εγκαίνια.
Σαν έφτασε στην Αγία Αναστασία κι ήταν έτοιμος ν’ ανοίξει την εξώθυρα του μεγαλοπρεπέστατου ναού, που αυτός ο ίδιος με την απαράμιλλη δραστηριότητά του είχε ανακαινίσει, τον πλησίασε ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, γυμνός, μελανιασμένος από το κρύο. Έδειχνε να υποφέρει πολύ. Άπλωσε διστακτικά το χέρι να του γυρέψει ελεημοσύνη. Ο Μαρκιανός έψαξε τις τσέπες του. Αλλά, συνηθισμένο πράγμα σ’ αυτόν, δεν βρήκε χρήματα. Έπρεπε όμως να δώσει κάτι σ’ εκείνον τον δυστυχή, και μάλιστα χρήσιμο. Του ράγισε την καρδιά η γύμνια του, το τρεμούλιασμά του. Ο φιλάνθρωπος ιερέας πήρε την απόφασή του. Θα του έδινε τα ρούχα του. Δεύτερα δεν είχε, αλλά αυτό δεν τον πείραζε. Τώρα θα φορούσε τα ιερατικά του, αφού θα έπαιρνε μέρος στην Λειτουργία. Πήγε στο σκευοφυλάκιο, φόρεσε τα άμφιά του, και όλα του τα ρούχα τα έδωσε στον φτωχό. Εκείνος έμεινε με το στόμα ανοιχτό μπροστά σε τόση καλοσύνη.
Ήρθαν στο μεταξύ και οι άλλοι κληρικοί με τον Πατριάρχη και άρχισε η Θεία Λειτουργία. Μα κάτι παράδοξο συνέβαινε εκείνη την ημέρα. Τα βλέμματα του εκκλησιάσματος, από του αυτοκράτορα ως του τελευταίου πιστού, είχαν καρφωθεί πάνω στον Μαρκιανό. Το ίδιο και των κληρικών μέσα στο Άγιο Βήμα. Δύο μάλιστα απ’ αυτούς είχαν αρχίσει να σιγοψιθυρίζουν τις επικρίσεις τους.
- Πού βρήκε άραγε την χρυσοΰφαντη στολή; Αυτός δεν είχε ποτέ του χρήματα. Έτσι τουλάχιστον φαίνεται.
- Δεν βαριέσαι... Υποκρισίες. Κοίταξε, αδελφέ μου, και με διαμάντια κεντημένη. Ε, αυτό πια καταντά σκάνδαλο.
Όταν στο τέλος της Θείας Λειτουργίας βγήκε με το Άγιο Ποτήριο να κοινωνήσει τον κόσμο ο Μαρκιανός, ένας ψίθυρος θαυμασμού ακούστηκε από τα χείλη όλων. Η εκκλησία άστραψε από το φεγγοβόλημα των αμφίων του.
- Ένας ανώτερος κληρικός πλησίασε τότε τον Πατριάρχη με φανερή αγανάκτηση και του είπε:
- Δεν πρέπει η αγιοσύνη σου, Δέσποτα, να παραλείψει να συστήσει κάποια μετριότητα σ’ αυτόν τον άσημο κληρικό. Τέτοια στολή ταιριάζει μόνο στον βασιλιά.
Ο αγαθός γέρο-Πατριάρχης άρχισε να στενοχωριέται με τις διαμαρτυρίες του ιερατείου του. Είχε φυσικά κι ο ίδιος απορήσει με την πρωτοφανή πολυτέλεια των αμφίων που φόρεσε -έτσι τουλάχιστον νόμιζε- για την πανήγυρη ο Μαρκιανός. Τον γνώριζε όμως πολύ καλά για να τον χαρακτηρίσει ματαιόδοξο. Ωστόσο, αποφάσισε να του κάνει λόγο γι’ αυτό. αμέσως λοιπόν μετά την απόλυση και προτού ακόμη βγάλουν και οι δυό τα ιερατικά, φώναξε τον Μαρκιανό στο σκευοφυλάκιο.
- Που βρήκες την στολή αυτή, Μαρκιανέ; τον ρώτησε σε τόνο αυστηρό. Θα έλεγε κανείς πως πήρες την απόφαση να συναγωνιστείς σε πολυτέλεια τον αυτοκράτορα. Ο ιερέας πρέπει να είναι μέτριος στην εμφανισή του, για να μην σκανδαλίζει τον λαό και μάλιστα τις φτωχότερες τάξεις.
Ο ιερέας έριξε πρώτα ένα φευγαλέο βλέμμα στα φτωχικά λινά του άμφια, τα μοναδικά που είχε για να ιερουργεί. Έπειτα κοίταξε με απορία τον Επίσκοπό του.
- Για ποιά στολή μιλά η αγιοσύνη σου, Δέσποτα; αν πρόκεται γι’ αυτήν που φορώ, είναι η ίδια που πήρα από τα χέρια σου, όταν πριν από εικοσιπέντε χρόνια με χειροτόνησες Πρεσβύτερο.
Ο Πατριάρχης συνοφρυώθηκε. Ε, ήταν πάρα πολύ να προσπαθεί να τον ξεγελάσει μπροστά στα
μάτια του.
- Κι αυτή εδώ; του φώναξε, παίρνοντας στα χέρια του το φελόνι.
Τότε παρατήρησε πως κάτω από τ’ άμφιά του ο Μαρκιανός ήταν γυμνός κι εκείνη η πολύτιμη στολή, που είχε προκαλέσει τόσο θαυμασμό και θόρυβο, δεν ήταν άλλη από την συνηθισμένη, με την οποία τόσα χρόνια τώρα τον έβλεπε να λειτουργεί.
- Ποιός σε γύμνωσε, Μαρκιανέ; ρώτησε έκπληκτος ο Πατριάρχης.
Ο άξιος λειτουργός του Υψίστου πήρε στα χέρια του το Άγιο Ευαγγέλιο, που μόλις προ ολίγου είχε τοποθετήσει στην θήκη του και το έδειξε στον αρχιερέα.
- Αυτό με γύμνωσε, άγιε Δέσποτα.
Κατασυγκινημένος ο γέρο-Πατριάρχης έσφιξε στην αγκαλιά του τον Μαρκιανό και φιλώντας τον πατρικά του είπε:
- Ω, αν όλοι οι ιερείς σε μιμούνταν, παιδί μου, δεν θα είχαμε ανάγκη εκκλησιαστικών ρητόρων. Θα κήρυττε το φωτεινό τους παράδειγμα.
Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 98-100)
Η μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας
- Γέροντα, γιατί υπερηφανεύομαι εύκολα;
- Για να υπερηφανεύεσαι εύκολα, σημαίνει ότι έχεις μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου. Πιστεύεις ότι κάτι είσαι. Δεν μπορεί να υπερηφανευθή κανείς, αν δεν πιστεύη ότι κάτι είναι. Αφού λοιπόν πιστεύεις ότι είσαι σπουδαία, μετά με το παραμικρό υπερηφανεύεσαι, σαν τους υπερτασικούς πού, μόλις λίγο στενοχωρηθούν, αμέσως ανεβάζουν πίεση.
- Γέροντα, έχει παγώσει πάλι η καρδιά μου. Γιατί φθάνω σ’ αυτήν την κατάσταση;
- Γιατί αφήνεις το κεφάλι σου ξεβίδωτο και παίρνει αέρα το μυαλό σου. Εγώ βάζω τάπα, την βιδώνω, αλλά εσύ την πετάς. Τώρα χρειάζεται να βάλουμε τάπα μεγάλη και να την βιδώσουμε γερά-γερά. Ξέρεις πόσα θα σού έδινε ο Χριστός, αν δεν είχες αυτό το ελάττωμα; Όταν δεν προσέχουμε, έρχεται ο διάβολος ύπουλα, μας τρυπάει το κεφάλι με το σουβλί του, την οίηση, μας το φουσκώνει σαν μπαλόνι και μας σηκώνει στον αέρα.
- Γέροντα, ένας που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, δεν είναι εύκολο να δη το καλό που έχει ο άλλος.
- Έτσι είναι. Αυτός που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, παραμένει μέσα στην αντάρα της υπερηφανείας και δεν έχει ούτε πνευματική υγεία ούτε ορατότητα, οπότε δεν μπορεί να δη τα χαρίσματα του άλλου. Αλλά γιατί να έχη κανείς μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του; Πώς θα έρθουν οι θείες ιδέες, αν δεν πετάξη την δική του μεγάλη ιδέα; Αν πάρη το κατσαβίδι ο Χριστός, λίγο την βιδούλα να στρίψη, μπανταλομάρες1 θα λέμε. Τί ιδέα να έχης λοιπόν για τον εαυτό σου;
Αυτός που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, είναι εκτός του εαυτού του, παράφρων. Χρειάζεται να κατεβή-νά κατεβή, να προσγειωθή, για να βρη τον εαυτό του· αλλιώς θα γυρίζη στα σύννεφα και θα ξοδεύη την βενζίνη στον αέρα!
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 68-69)
Πρός τούς προσφιλεστάτους ἀδελφούς μας,
τό εὐλογημένο Πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Καθώς βρισκόμαστε σέ αὐτή τή δύσκολη καί πρωτόγνωρη κατάσταση·
Καθώς εἴμαστε ἀναγκασμένοι ὅλοι μας νά τηρήσουμε τά μέτρα πού ἔχουν ληφθεῖ·
Καθώς δέν ἔχουμε τή δυνατότητα νά συνέλθουμε στίς ἐκκλησιές μας γιά νά προσευχηθοῦμε ὅλοι μαζί. Γιά νά τελέσουμε τή θεία Λειτουργία, τό μυστήριο τῶν μυστηρίων, καί νά κοινωνήσουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου μας·
δέν σᾶς κρύβω ἡ ψυχή μου γεμίζει ἀπό θλίψη καί ἡ σκέψη μου στρέφεται σέ σᾶς, τούς εὐλογημένους χριστιανούς τῆς Μητροπόλεώς μας.
Δέν μπορῶ νά σᾶς δῶ ἀπό κοντά,
νά ἀτενίσω τά πρόσωπά σας.
Δέν μπορῶ νά σᾶς ἀπευθύνω τόν λόγο, λόγο οἰκοδομῆς καί παρακλήσεως, εἴτε προφορικό εἴτε γραπτό.
Ἔτσι κατέληξα νά ἐπικοινωνήσω μαζί σας μέσω τῆς ἱστοσελίδας τῆς Μητροπόλεώς μας.
* * *
Ὅλοι μας, σεῖς οἱ χριστιανοί, οἱ κληρικοί καί ἐφημέριοι τῶν Ἐνοριῶν μας καί ἡ ἐλαχιστότητά μου θλιβόμαστε γιατί βρισκόμαστε μακριά ἀπό τά ἱερά θυσιαστήρια τῶν Ἐκκλησιῶν μας· γιατί δέν μποροῦμε νά ἐκκλησιαστοῦμε· γιατί εἴμαστε ἀναγκασμένοι, Μεγάλη Τεσσαρακοστή, νά μένουμε μακριά ἀπό τό Ποτήριο τῆς Ζωῆς.
Δέν γίνεται ὅμως ἀλλιώτικα. Βρισκόμαστε μπροστά σέ μία πανδημία. Δοκιμάζεται ὁλόκληρος ὁ πλανήτης μας. Φυσικά, καί ἡ χώρα μας.
Μέ κάθε θυσία θά πρέπει νά ἐμποδίσουμε τήν ἐξάπλωση τοῦ φονικοῦ ἰοῦ. Νά προφυλάξουμε τούς ἄλλους καί νά προφυλαχτοῦμε κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Ὁ συγχρωτισμός καί ὁ συνωστισμός πολλῶν κατά τούς εἰδικούς εὐνοεῖ τή γρήγορη μετάδοση τοῦ Κορωνοϊοῦ ἀπό τόν ἕνα στόν ἄλλο.
Γι᾽ αὐτό μένουμε στά σπίτια μας. Ἀποφεύγουμε ὅσο μποροῦμε περιττές ἐξόδους. Καί λαμβάνουμε ὅλα τά μέτρα καί τίς προφυλάξεις πού μᾶς συνιστοῦν οἱ ἁρμόδιοι.
* * *
Ὡς χριστιανοί γνωρίζετε ὅτι ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Γεμίζει μέ τή θεία Παρουσία Του ὁλόκληρο τόν κόσμο. Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος μᾶς βεβαίωσε ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μέσα μας (Λουκ. 17,21) καί «ὅπου εἶναι συναγμένοι δύο ἤ τρεῖς στό ὄνομά μου, ἐκεῖ εἶμαι κι ἐγώ ἀνάμεσά τους» (Ματθ. 18,20). Ἑπομένως εἶναι παρών καί στά σπίτια μας. Ἄς λειτουργήσουμε, λοιπόν, αὐτές τίς δύσκολες ἡμέρες ὡς «κατ᾽ οἶκον ἐκκλησίες»—«Ἐκκλησία μικρά», ὀνομάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τό χριστιανικό σπίτι.
Τακτική καί θερμή ἡ προσευχή μας. Τό πρωί ἡ ἑωθινή. Τό ἀπόγευμα ἡ Παράκληση τῆς Παναγίας μας ἤ οἱ Χαιρετισμοί. Καί τό βράδυ τό Ἀπόδειπνο. Εἶναι ἡ ὥρα μέ συντριβή καί μετάνοια νά ψάλλουμε τό : «Κύριε τῶν Δυνάμεων, μεθ᾽ ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γάρ ἐκτός σου βοηθόν, ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν. Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς».
Καί στήν προσευχή μας θέση δέν ἔχει μόνο ὁ ἑαυτός μας ἤ τά μέλη τῆς οἰκογένειάς μας. Προσευχόμαστε θερμά γιά ὁλόκληρο τόν κόσμο. Γιά ὅσους ἔχουν ἀρρωστήσει. Γιά ὅσους κατέληξαν ἐξαιτίας τοῦ φονικοῦ ἰοῦ.
Προσευχόμαστε μέ περισσή ἀγάπη καί γιά ὅλους ἐκείνους, γιατρούς, νοσηλευτές, ὑγειονομικούς, ἄνδρες καί γυναῖκες, πού μέ κίνδυνο νά προσβληθοῦν καί οἱ ἴδιοι ἀπό τόν ἰό, ἀγωνίζονται ὑπε-ράνθρωπα γιά νά περιθάλψουν ὅσους ἔχουν νοσήσει.
Ἀδυνατώντας νά λειτουργηθοῦμε στούς Ναούς μας, εἶναι αὐτονόητο ὅτι γιά τήν παρακολούθηση τῆς θείας Λειτουργίας, τῶν Χαι-ρετισμῶν καί κάθε ἄλλης Ἀκολουθίας θά καταφεύγουμε εἴτε στήν τηλεόραση εἴτε στούς δύο Ραδιοφωνικούς Σταθμούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας.
* * *
Μένοντας στό σπίτι, ἔχουμε χρέος νά διαβάσουμε μέ περισ-σότερη ἄνεση καί προσοχή τήν Ἁγία Γραφή. Νά διαβάσουμε ἰδιαιτέρως τό Ψαλτήρι. Οἱ Ψαλμοί τοῦ Δαβίδ γλυκαίνουν καί παρηγοροῦν τήν καρδιά μας καί αὐξάνουν τήν ἐλπίδα καί τήν ἐμπιστοσύνη μας στόν Θεό Πατέρα μας. Ἀκόμη νά διαβάσουμε καί κάποιο χρισταινικό βιβλίο ἀπό τά πολλά καί ἀξιόλογα πού ὑπάρχουν.
Παραμένοντας στά σπίτια μας, ἄς δώσουμε νόημα καί περιεχόμενο πνευματικό σ᾽ αὐτή τήν παραμονή μας. Δυστυχῶς, οἱ πολλοί ἐθισμένοι σέ μιά ἐξωστρεφῆ καί θορυβώδη ζωή, δυσκολευόμα-στε νά μείνουμε μόνοι. Ἀθυμοῦμε. Ἐκνευριζόμαστε ἤ πέφτουμε σέ κατάθλιψη.
Μακριά ἀπό μᾶς τέτοια συναισθήματα. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς εἶναι ἡ πηγή χαρᾶς καί ἐλπίδας γιά τόν Χριστιανό ἀκόμη καί στίς πιό δύσκολες ὧρες. Ἡ μυστική παρουσία Του μᾶς ἀναπαύει. Καί ἡ ἐπικοινωνία μας, μέσω τῆς προσευχῆς, μαζί Του μᾶς εἰρηνεύει.
Παραμένοντας στό σπίτι πολλοί αἰσθάνονται σάν φυλακισμένοι. Λάθος, καί λάθος μεγάλο! Ὁ Κορωνοϊός μᾶς ἀναγκάζει νά δυναμώσουμε τούς οἰκογενειακούς μας δεσμούς. Νά βιώσουμε τή χα-ρά, τήν ἀγάπη, τήν ὀμορφιά τῆς οἰκογένειάς μας. Ἄς μή χάσουμε, λοιπόν, τήν εὐκαιρία.
Παραμένοντας στό σπίτι ἀσφαλῶς θά ἐνημερωνόμαστε. Προσοχή ὅμως! Μήν κολλήσουμε στό ἀκουστικό τοῦ τηλεφώνου ἤ στό κινητό μας. Μή μᾶς ἀπορροφᾶ ὅλη μέρα καί ὅλη νύχτα ἡ τηλεόραση. Καί μή χανόμαστε στό διαδίκτυο. Ἔτσι, μπερδευόμαστε, ζαλιζόμαστε, ἐκνευριζόμαστε καί ὄχι σπάνια πέφτουμε θύματα παραπληροφόρησης.
* * *
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,
«Θαρσεῖτε!» (Ἰω. 16,38). Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς ἀθανασίας. Ὡς Χριστιανοί Τοῦ ἀνήκουμε. Εἴτε ζοῦμε εἴτε πεθαίνουμε, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ρωμ. 14,8).
Εὔχομαι ὁ Κύριος νά εὐλογεῖ ὅλους σας, νά εἰρηνεύει τίς καρδι-ές σας καί νά σᾶς στηρίζει τίς δύσκολες αὐτές ὧρες.
Ἡ δοκιμασία θά παρέλθει. Ὁ Κορωνοϊός μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ θά νικηθεῖ. Οἱ ἐρευνητές θά βροῦν τό ἐμβόλιο πού θά μᾶς προφυ-λάσσει ἀπό τόν φονικό ἰό καί τά ἀναγκαῖα φάρμακα γιά τή θεραπεία αὐτῶν πού νοσοῦν.
Καί ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴθε νά συνηδειτοποιήσουμε πόσο ἀδύναμοι εἴμαστε. Νά ταπεινώσουμε τό φρόνημά μας —δέν εἴμαστε ὑπεράνθρωποι!— καί νά ἐμπιστευόμαστε τή ζωή καί τήν ὑγεία μας πρωτίστως στήν ἀγάπη καί τήν πρόνοια τοῦ ζῶντος καί ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Μέ πολλή ἐν Χριστῷ πατρική ἀγάπη
Ὁ Ἐπίσκοπός σας
† Ο ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΣΥΜΕΩΝ
Για όσους κρύβουν τον εαυτό τους
Κάποιοι άνθρωποι κρύβουν τις αδυναμίες τους από εκείνους, που τους αγαπούν για να μην αηδιάσουν μαζί τους. Και κρύβουν τον εαυτό τους από εκείνους, που τους επαινούν, για να μην τους επιπλήξουν.
Διπλό λάθος. Πρώτον, δεν γνωρίζουν πως εάν μόνοι τους αποκάλυπταν τις αδυναμίες τους σε εκείνους που τους αγαπούν και τους επαινούν, δεν θα τους αγαπούσαν ή επαινούσαν λιγότερο. Εάν όμως οι άλλοι ανακαλύψουν τις αδυναμίες αυτών, τότε αναπόφευκτα θα έρθει η αποστροφή και ο χλευασμός, που τόσο πολύ τα φοβούνται.
Δεύτερον, ξεχνούν ότι ένα μάτι όλα τα βλέπει, όλα τα ξέρει και όλα τα αποκαλύπτει.
Καλύτερα, λοιπόν να αποκαλύπτεις τις αδυναμίες σου νωρίτερα, παρά να τις αφήνεις να μεγαλώσουν και να φανούν αργότερα. Αφού είναι πιο εύκολο να αντέξεις τη ντροπή στα νιάτα παρά στα γηρατειά.
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 39).
1,8. «ο και δηλώσας ημίν την υμών αγάπην εν Πνεύματι».
Στον χριστιανό το παν είναι Θεανθρώπινο και τίποτε καθαρά ανθρώπινο. Αυτό ισχύει και για την χριστιανική αγάπη. Αυτή προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα και όλη βρίσκεται στο Άγιο Πνεύμα. Εμείς δίνουμε την καρδιά μας και το Άγιο Πνεύμα δίνει την αγάπη μας. «Η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών δια Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν». (Ρωμ. 5, 5). Η αγάπη του Θεού δοσμένη διαμέσου των ιερών μυστηρίων και των αγίων αρετών.
Γι’ αυτό η χριστιανική αγάπη είναι μοναδική, κατά πάντα, στον δικό μας ανθρώπινο κόσμο: Όλη είναι άγια, όλη χωρίς πάθος, όλη αθάνατη και αιώνια. Και ο ιερός Χρυσόστομος ευαγγελίζεται. «Η πνευματική όμως αγάπη είναι απ’ όλες ανώτερη, όπως ακριβώς κάποια βασίλισσα που εξουσιάζει τα δικά της. Γιατί τίποτε το γήινο δεν την παράγει, ούτε η συνήθεια, ούτε η ευεργεσία, ούτε η φύση, ούτε ο χρόνος, αλλά κατέρχεται από πάνω, από τον ουρανό. Και γιατί θαυμάζεις, εάν δεν χρειάζεται την ευεργεσία για να υπάρξει, όπου βέβαια ούτε με την κακή μεταχείριση ανατρέπεται;... Στην περίπτωση όμως της πνευματικής φιλίας και αγάπης τίποτε απ’ αυτά δεν υπάρχει. Ούτε ο χρόνος, ούτε τα πολλά ταξίδια, ούτε η κακή μεταχείριση, ούτε η επίκριση (αποδοκιμασία), ούτε ο θυμός, ούτε η ύβρη (βρισιά), ούτε τίποτε άλλο επεισέρχεται, ούτε μπορεί να την διαλύσει» (Ιερού Χρυσοστόμου. Ομιλίαι Α' προς Κολασσαείς).
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 22-23)
Η αναχαίτησις της θαλάσσης
Ποθώντας την ησυχία ο λαμπρότατος φωστήρας της ερήμου όσιος Θεόγνιος ήρθε και κατοίκησε σ’ ένα σπήλαιο κοντά στο κοινόβιο του αγίου Θεοδοσίου, μεταξύ της Βηθλεέμ και της λαύρας του αγίου Σάββα.
Στο σπήλαιο αυτό έζησε ησυχαστική ζωή για λίγο χρονικό διάστημα και, αφού αναδείχθηκε ναός του Αγίου Πνεύματος και θωρακίσθηκε με θεία δύναμι, άρχισε να θεραπεύη θαυματουργικά χρόνιες ασθένειες και να επιτελή πολλά θαύματα.
Όταν η φήμη του απλώθηκε, έχτισε περίλαμπρο κοινόβιο σε προσιτότερο τόπο. Αργότερα χειροτονήθηκε από τον αρχιεπίσκοπο Ιεροσολύμων Ηλία επίσκοπος του Βιτυλίου, μιας παραθαλάσσιας πολίχνης που απέχει 130 χιλιόμετρα από την αγία πόλι. Μολονότι χωρίς τη θέλησί του, ο θείος Θεόγνιος δέχθηκε την επισκοπή και εγκαταστάθηκε στην πολίχνη εκείνη.
Ενώ λοιπόν ζούσε εκεί, η θάλασσα κάποτε υψώθηκε, πλημμύρισε την ξηρά και χτύπησε με άγρια κύματα την πολίχνη, απειλώντας να την ξεθεμελιώση βίαια και να την εξαφανίση. Μάλλον όμως ο Θεός οικονόμησε έτσι τα πράγματα, ώστε οι κάτοικοι να σωφρονιστούν και να φανερωθή η χάρις που είχε αποκτήσει ο όσιος. Γιατί οι κάτοικοι, βλέποντας τα κύματα να υψώνονται σαν βουνά, κατατρόμαξαν και κατέφυγαν στον δίκαιο ικετεύοντας τον να χαλιναγωγήση με τη δύναμι της προσευχής του την ορμή της θαλάσσης.
Ο μεγάλος αγωνιστής της αρετής Θεόγνιος υποχώρησε στις πολλές παρακλήσεις τους, κατέβηκε στην ακρογιαλιά και μπαίνοντας στη θάλασσα στερέωσε ένα σταυρό εκεί που ήταν προηγουμένως τα όρια της, λέγοντας προς αυτήν τα λόγια της Γραφής: «Τάδε λέγει Κύριος• μέχρι του σημείου τούτου ελεύση και ουχ υπερβήση, αλλ’ εν σεαυτή συντριβήσονταί σου τα κύματα».
Αφού έστησε τον σταυρό, γύρισε πίσω. Αμέσως η θάλασσα ξαναγύρισε στα παλαιά της όρια και από τότε όσο κι αν φουρτούνιαζε, μόλις άγγιζε τον σταυρό που είχε στήσει ο όσιος, αναχαιτιζόταν και οπισθοχωρούσε.
(Βίοι οσίων Ιωάννου,…)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 121-122)