ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

924. ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ.
Ένας ανώτερος αξιωματικός του γαλλικού στρατού πήγε να ακούσει το κήρυγμα του απλού αλλά αγίου εφημερίου του Άρς, Ιωάννου Βιαννέ. Όταν τελείωσε το κήρυγμα και ο αξιωματικός βγήκε έξω, μερικοί τον ρώτησαν αν του άρεσε το κήρυγμα. Αυτός συγκινημένος και μετανοημένος για την περασμένη του ζωή είπε: «Τις άλλες φορές μου άρεσαν οι ιεροκήρυκες, αυτή τη φορά δεν άρεσα εγώ στον εαυτό μου».

928. ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ.
- Πόσο θα ήθελα και εγώ να θραύω τις καρδιές των ακροατών μου, όπως εσύ θραύεις τις πέτρες, έλεγε ένας ιεροκήρυκας σε ένα λιθοξόο.
- Θα το κατορθώσεις και εσύ, του απάντησε κείνος, αν σκύβεις συχνά και γονατίζεις.

930. ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΗΡΥΓΜΑ.
Ο περίφημος ιεροκήρυκας στην Παναγία των Παρισίων έκανε τα πάντα με ευλάβεια, κατάνυξη και μεγαλοπρέπεια το σημείο του σταυρού, πρίν από κάθε κήρυγμα. Κόσμος πολύς έτρεχε για να ακούσει τα εύγλωττα του κηρύγματα.
Μια μέρα ένας άθεος μπήκε στην εκκλησία για να τον ακούσει και όταν είδε με τι προσοχή και ευλάβεια έκανε το σημείο του σταυρού, είπε στον συνοδό του:
- Πάμε, περιττό να περιμένουμε. Κηρύττει υπέροχα. Το κήρυγμα του είναι τέλειο.

933. ΤΕΧΝΑΣΜΑΤΑ.
Ένας ιεροκήρυξ δεν κατόρθωσε να έχει μεγάλο ακροατήριο και σοφίσθηκε το ακόλουθο τέχνασμα:
- Την ερχόμενη Κυριακή, είπε, θα σας μιλήσω για την σκανδαλώδη υπόθεση μιας γνωστότατης οικογένειας.
Την άλλη Κυριακή η εκκλησία γέμισε. Ο ιεροκήρυξ κρατώντας την υπόσχεση του μίλησε για το αμάρτημα του Αδάμ και της Εύας.

(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 424-426)

ΚΑΛΩΣΥΝΗ ΚΑΙ ΛΕΠΤΟΤΗΣ

Διάσημος ζωγράφος προσκλήθηκε να ζωγραφίσει ένα βασιλιά. Αλλά πώς να κάνει; Ο βασιλιάς είχε ένα μεγάλο τραύμα στο πρόσωπο και τον ασχήμιζε τρομερά. Βρήκε την λύση ο ζωγράφος. Έβαλε το βασιλιά να πάρει τέτοια στάση, ώστε το τραύμα να μη φαίνεται.
Κάτι παρόμοιο πρέπει να κάνω και εγώ, όταν έχω να αναφέρω κάτι για τον πλησίον μου. Ότι δεν τον τιμά, περιττόν να το εκθέσω. Να παρουσιάζω στους άλλους μόνο τις αρετές του και τα προσόντα του. Όταν φτιάχνω μια ανθοδέσμη, τα ωραιότερα λουλούδια τα βάζω εμπρός, κι αν έχω ένα ραγισμένο δοχείο, δε δείχνω σε όλους το ράγισμα του. Γιατί να μην κάνω το ίδιο προκειμένου για τον πλησίον μου;

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΦΕΥΓΕΙ, ΚΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΕΝΕΙ

Ο άγιος Καμίλλο ντέ Λέλλις έγραψε επάνω στην πόρτα του την εξής επιγραφή:
-Αδελφέ, όταν διαπράττης μια κακή πράξι με ευχαρίστησι, η ευχαρίστησις φεύγει, αλλά η κακία μένει. Όταν όμως διαπράττης μια καλή πράξι με δυσκολία, η δυσκολία φεύγει, και η καλωσύνη μένει.

(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 413)

ΚΑΝΕΝΑΣ άνθρωπος που δεν πέρασε από θλίψεις και δοκιμασίες, δεν θα γίνει δεκτός στην Βασιλεία του Θεού, συνήθιζε να λέει ο Μέγας Αντώνιος.
ΑΝ είχαμε αποκτήσει ταπεινοφροσύνη, έλεγε άλλος Πατήρ, δεν θα είχαμε ανάγκη παιδαγωγικής μάστιγος εκ μέρους του Θεού. Όλα τα κακά προέρχονται από την υπερηφάνεια. Αν στο εκλεκτό σκεύος του Χριστού, στον Μέγα Παύλο, δόθηκε άγγελος σατάν να τον θλίβει, για να μην υπερηφανευθεί, πόσο μάλλον σε μας τους υπερήφανους δεν θα παραχωρήσει ο Θεός να μας ρίξει πολλές φορές ο σατανάς σε σφάλματα, για να ταπεινωθούμε;


ΈΝΑΣ Ερημίτης ρώτησε τον Αββά Σισώη τί έπρεπε να κάνει αν του επιτίθετο κάποιος βάρβαρος στην ερημιά που έμενε:
- Επιτρέπεται να τον φονεύσω αμυνόμενος;
- Όχι, αποκρίθηκε ο Όσιος. Άφησέ τον καλύτερα στον Θεό. Όποιος πειρασμός κι αν σε βρει, να σκέφτεσαι πως προέρχεται από τις αμαρτίες σου. Το κακό που σου συμβαίνει, να το θεωρείς δώρο της θείας ευσπλαχνίας.

ΤΟ δέντρο που δεν σείεται από τον άνεμο ούτε ρίζες γερές κάνει ούτε μεγαλώνει όπως πρέπει, έλεγε κάποιος από τους Γέροντες. Κι ο άνθρωπος που δεν σαλεύεται από τους πειρασμούς, δεν αποκτά δυνατό χαρακτήρα.

ΌΤΑΝ κουράζεται η ψυχή σου από το βάρος των δοκιμασιών, ας ψάλλουν τα χείλη σου θείους ύμνους, κι η καρδιά σου ας μελετά τα ουράνια, για να βρίσκεις ανακούφιση. Μιμήσου τον κουρασμένο οδοιπόρο, που με το τραγούδι που σιγολένε τα χείλη του, διασκεδάζει τον κόπο της οδοιπορίας, έλεγε ο Αββάς Υπερέχιος.


ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕ κάποτε ο Θεός να δοκιμαστεί σκληρά ένας αδελφός στην σκήτη, για να ωφεληθούν οι άλλοι από την υπομονή του. Χωρίς δική του υπαιτιότητα, τον περιφρόνησαν όλοι οι άλλοι αδελφοί. Τον απέφευγαν. Δεν ήθελαν ούτε να τον χαιρετήσουν. Αν ζητούσε καμιά φορά ψωμί ή τίποτε άλλο απολύτως αναγκαίο, δεν βρισκόταν κανείς να του δώσει.
Την Κυριακή δεν τον φώναζαν ποτέ να φάει με τους άλλους αδελφούς στην αγάπη.
Μια φορά γύρισε κατάκοπος στο κελλί του από το θέρος και δεν βρήκε ούτε ένα ξεροκόμματο να ξεγελάσει την πείνα του. Ούτε λίγο νερό να δροσίσει τα φλογισμένα χείλη του. Κανένας από τους γείτονες του δεν τον λυπήθηκε να τον ανακουφίσει.
Παρ' όλα αυτά όμως δεν μικροψύχησε ούτε αγανάκτησε εναντίον των άλλων ούτε τους κατηγόρησε για μισαδελφία. Υπέφερε με γενναιότητα την δοκιμασία του, λέγοντας στον εαυτό του πως για τις αμαρτίες του ήταν άξιος για χειρότερα.
Βλέποντας ο Θεός την υπομονή του, τον απάλλαξε αμέσως απ’ αυτόν τον πειρασμό.
Το ίδιο βράδυ χτύπησε την πόρτα του κελλιού του ένας ξένος, περαστικός από την σκήτη, και του άφησε ένα φορτίο από ψωμιά και αλλά φαγώσιμα που είχε στην καμήλα του. Προτού προφτάσει ο αδελφός να τον ευχαριστήσει, εκείνος εξαφανίστηκε. Ο μοναχός τότε άρχισε να κλαίει και να λέει στην προσευχή του:
- Κύριέ μου, δεν ήμουν άξιος να θλίβομαι λίγο για την αγάπη Σου, γι’ αυτό μου πήρες την δοκιμασία;
Και πράγματι του την πήρε, γιατί από την άλλη μέρα κιόλας έπαψαν να του φέρονται με σκληρότητα οι αδελφοί.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 84-85 )

35. «Φαεινήν λυχνίαν σε, ο Προφήτης έβλεψεν, Αγνή, λαμπάδιον νοητόν φέρουσαν Χριστόν» (Π).
Ο ύμνος αυτός αναφέρεται στην προφητεία του Ζαχαρίου: «Εώρακα και ιδού λυχνία χρυσή όλη και το λαμπάδιον επάνω αυτής και επτά λύχνοι επάνω αυτής» (δ' 2) . Η προφητεία προτυπώνει την Θεοτόκο που εβάστασε το «φώς του κόσμου» (Ιω. η' 12), τον Χριστό και πάνω στην οποία κατέβηκε η φλόγα του Αγίου Πνεύματος.
Στην προτύπωσι αυτή φαίνεται ο στενός σύνδεσμος της Θεοτόκου με τον Θεάνθρωπο. Το φώς της θεότητος υποβαστάζεται από την ανθρώπινη λυχνία, την Αειπάρθενο. Ο ρόλος της λυχνίας είναι βασικός και απαραίτητος στην μετάδοσι του φωτός. Όπως είπε ο Κύριος: «Ου καίουσι λύχνον και τιθέασι αυτόν υπό τον μόδιον, αλλ΄ επί την λυχνίαν και λάμπει πάσι τοις εν τη οικία» (Ματθ. ε' 15). Χωρίς την λυχνία είναι αδύνατη η ευεργετική ακτινοβολία του φωτός.
Στον ρόλο αυτό της Θεοτόκου βρίσκομε μερικά στοιχεία για την επίλυσι του θέματος της ιερωσύνης των γυναικών. Η Θεοτόκος, αν και πήρε δύο φορές το Άγιον Πνεύμα, δεν θεωρείται ότι πήρε το ιερατικό χάρισμα, την Ιερωσύνη. Ο θεσμός της Ιέρειας είναι εντελώς άγνωστος στο Χριστιανισμό. «Η Παρθένος δεν είναι διόλου επίσκοπος... Η ιερατική τάξι είναι μια ανδρική λειτουργία της μαρτυρίας...Η γυναίκα δεν μπορεί να γίνη ιέρεια χωρίς να αυτοπροδοθή» (Ε, 312 εξ.). Ο ρόλος της Παρθένου ήταν όχι να δώση μαρτυρία για τον Χριστό, αλλά να γεννήση και να βαστάση τον Χριστό. «Και η γυναίκα προπαντός άλλου κατέχει το μητρικό αυτό χάρισμα να γεννά τον Χριστό στις ψυχές των ανθρώπων» (Ε, 328) .
Ο ρόλος κάθε γυναίκας είναι να γίνεται διπλή μάνα: Να γεννάη δηλαδή τα παιδιά της κατά σάρκα και κατά πνεύμα. Ωρισμένες γυναίκες δέχονται την κλήσι της πρεσβυτέρας, της συζύγου του ορθοδόξου Ιερέως. Αυτές παίζουν τον ρόλο της λυχνίας: βαστάζουν το Φώς της Ιερωσύνης! Δεν είναι οι ίδιες ιέρειες, είναι όμως τα κηροπήγια που στηρίζουν τις λαμπάδες της Ιερωσύνης εμπρός και επάνω στο ιερό θυσιαστήριο. Υπό την έννοια αυτή, στην Ορθοδοξία, άνδρες και γυναίκες μετέχουν στο ιερατικό ήθος. Η έκφρασις της συμμετοχής αυτής γίνεται κατά διάφορο τρόπο, στον άντρα και τη γυναίκα, που όμως δεν καταλύει, αλλά ολοκληρώνει το ιερατικό λειτούργημα μπροστά στον Θεό.

36. «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει» (Ησ. ζ' 14).
Για την Θεοτόκο καθαρώτερα απ΄ όλους της Π. Διαθήκης, μίλησε ο προφήτης Ησαΐας: «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ»! Στην προφητεία αυτή διατυπώνεται πια καθαρά η σύλληψις και γέννησις του Θεανθρώπου από την Παρθένο Μαρία, γεγονός για το οποίο ο προφήτης Ησαΐας ωνομάσθηκε «Πέμπτος Ευαγγελιστής»!
Οι προφήτες έβλεπαν με τα μάτια και μιλούσαν με το στόμα δια του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα, καθώς προχωρούσε «το πλήρωμα του χρόνου» τους έδειχνε όλο και πιο καθαρά το μεγάλο γεγονός της Ενσαρκώσεως, σε κάθε δε Προφήτη φανέρωνε και κάτι πιο συγκεκριμένο γύρω από το μεγάλο αυτό μυστήριο, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Οι Άγιοι είναι οι πρώτοι που μαθαίνουν τα μυστικά του Θεού. Είναι οι φίλοι του Θεού. Οι Άγιοι βρίσκονται σε επαφή και επικοινωνία με τον Θεό, μετέχουν στη ζωή της Αγίας Τριάδος. Και η συμμετοχή αυτή των Αγίων στη ζωή του Θεού είναι γι΄ αυτούς πηγή χαράς, ευτυχίας, αλλά και γνώσεως. Οι άγιοι έχουν το προνόμιο να γνωρίζουν τα μυστικά του μέλλοντος, διότι είναι «πλήρεις Πνεύματος Αγίου» (Πραξ. στ' 3) , το Οποίο –κατά την μαρτυρία του απ. Παύλου – αποκαλύπτει τα μυστικά του Θεού: «Ημίν (δηλαδή στους Αγίους Αποστόλους) ο Θεός απεκάλυψε δια του Πνεύματος αυτού· το γαρ Πνεύμα πάντα ερευνά, και τα βάθη του Θεού» (Α' Κορ. β' 10) .
Οι άνθρωποι μαθαίνουν τα γεγονότα που συνέβησαν στο παρελθόν και που συμβαίνουν στο παρόν. Κανείς όμως δεν μπορεί να σπάση το φράγμα του χρόνου και να γνωρίση πράγματα που θα συμβούν στο μέλλον. Μόνον οι Άγιοι σπάζουν το φράγμα αυτό. Και τούτο όχι με δική τους ικανότητα, αλλά με τη δυνατότητα του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο τους κάνει ικανούς να βλέπουν καθαρά «όσα δει γενέσθαι μετά ταύτα» (Αποκ. δ' 1) . Ό,τι είναι για μας η τηλεόρασις, το ραδιόφωνο και το ραντάρ (και για τη διάστασι μόνο του παρόντος) είναι για τους Αγίους το Άγιο Πνεύμα και για όλες τις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου.


(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 59-61 )

Τέτοια ψυχική διάθεση πρέπει να έχουν και τώρα όσοι επικρίνονται, να κλαίνε δηλαδή και να οδύρονται, ν’ αγαπούν τους δασκάλους και να τους αναζητούν πιο πολύ από τους γονείς τους. Γιατί οι γονείς μας δίνουν τη ζωή, ενώ οι δάσκαλοι την καλή ζωή. Έτσι πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις επικρίσεις των γονέων, έτσι πρέπει να συμπάσχουν οι πνευματικοί ηγέτες με τους αμαρτωλούς. Γιατί δεν εξαρτώνται τα πάντα από αυτούς, αλλά και από εσάς. Γιατί, αν δει ο αμαρτωλός από τη μια τον πατέρα του να τον επικρίνει και από την άλλη τον αδελφό του να τον κολακεύει, γίνεται αδιάφορος. Όταν κατακρίνει ο πατέρας, δείξε και συ ότι αγανακτείς, ή γιατί ενδιαφέρεσαι για τον αδελφό σου ή γιατί είσαι σύμφωνος με τον πατέρα σου. Δείξε πολύ ενδιαφέρον και πως λυπάσαι όχι γιατί τον κατέκριναν, αλλά γιατί αμάρτησε. Αν όμως εγώ προσπαθώ να οικοδομήσω κι εσύ γκρεμίζεις, τί ωφελήσαμε περισσότερο εκτός από κόπους που δεχθήκαμε; ’Η καλύτερα δεν είναι μόνο αυτή η ζημιά σου, αλλά προετοιμάζεις και τιμωρία για τον εαυτό σου. Γιατί, όποιος δεν αφήνει να θεραπευθεί η πληγή, δεν έχει μικρότερη ευθύνη, αλλά μεγαλύτερη. Γιατί δεν είναι ίσο το να πληγώνεις κάποιον με το να εμποδίσεις να θεραπευθεί η πληγή. Καθόσον το δεύτερο έχει οπωσδήποτε σαν αποτέλεσμα το θάνατο, ενώ το πρώτο όχι οπωσδήποτε.
Αυτά σας τα είπα, για να δείχνετε ότι συμφωνείτε με τους πνευματικούς ηγέτες, όταν αγανακτούν δίκαια, ώστε, όταν δείτε κάποιον να επιτιμάται, να τον αποστρέφεσθε όλοι σας περισσότερο από ό,τι ο δάσκαλος. Εσάς να φοβάται περισσότερο παρά τους άρχοντες, όποιος κάνει αμαρτίες. Γιατί, αν φοβηθεί μόνο το δάσκαλο, σύντομα θα ξανααμαρτήσει, αν όμως τον επιτηρούν ολόγυρα τόσα μάτια, τόσα στόματα, θα είναι πιο εξασφαλισμένος. Γιατί, όπως θα τιμωρηθούμε πολύ βαριά, αν δεν ενεργούμε έτσι, έτσι και, αν εκτελούμε αυτά, θα πάρουμε την αμοιβή μας για τη διόρθωση της οποίας γίναμε αίτιοι. Ας ενεργούμε λοιπόν έτσι. Κι αν πει κάποιος ‘δείξε φιλανθρωπία προς τον αδελφό σου, γιατί αυτό ταιριάζει στους Χριστιανούς’, ας γνωρίζει, ότι φιλανθρωπία δείχνει εκείνος που θυμώνει, όχι εκείνος που καλεί πρόωρα και δεν αφήνει να συνειδητοποιήσει την αμαρτία του. Γιατί πες μου, σε παρακαλώ, ποιός ευσπλαχνίζεται εκείνον που έχει πυρετό και τον έχει πιάσει παραμιλητό; εκείνος που τον ξαπλώνει στο κρεβάτι, τον κρατεί με τη βία εκεί και δεν του δίνει φαγητά και πιοτά που βλάπτουν, ή εκείνος που του προσφέρει άφθονο κρασί και δεν του επιβάλλει κανένα περιορισμό, αλλά τον αφήνει να κάνει όσα κάνει και ο υγιής; Δεν ενισχύει και χειροτερεύει την αρρώστια εκείνος που παρουσιάζεται σαν φιλάνθρωπος, ενώ ο άλλος τον θεραπεύει;
Με τέτοια κριτήρια ενεργούμε και στο δικό μας τομέα. Φιλανθρωπία θεωρούμε να μην ικανοποιούμε πάντοτε τις απαιτήσεις των αρρώστων και να μην κολακεύουμε τις παράλογες επιθυμίες τους. Κανένας δεν αγαπούσε τον Κορίνθιο πόρνο πιο πολύ απ’ τον Παύλο, που πρόσταζε να τον παραδώσουν στο σατανά. Κανένας δεν τον μισούσε τόσο, όσο εκείνοι που τον χειροκροτούσαν και τον υπηρετούσαν, και το έδειξε το τέλος. Γιατί εκείνοι και τον έκαναν να φουσκώσει από κομπασμό και την πληγή του μεγάλωσαν, ενώ αυτός αντίθετα και προσπαθούσε να τον νουθετήσει και δε σταμάτησε, ώσπου τον οδήγησε στη σωστή υγεία του. Και οι πρώτοι βέβαια πρόσθεσαν κι άλλο κακό στο κακό που υπήρχε, ενώ αυτός ξερίζωσε και εκείνο που υπήρχε. Αυτούς τους κανόνες φιλανθρωπίας ας μάθουμε κι εμείς. Γιατί, αν δεις αφηνιασμένο άλογο, που να τρέχει προς το γκρεμό, του βάζεις χαλινό και το συγκρατείς με πολλή δύναμη και το μαστιγώνεις πολλές φόρες, αν και βέβαια αυτό είναι τιμωρία, αλλά η τιμωρία αυτή είναι μητέρα σωτηρίας. Έτσι ενέργησε και για εκείνους που αμαρτάνουν. Δέσε αυτόν που κάνει αμαρτίες, ώσπου να τον ευσπλαχνισθεί ο θεός. Μην τον αφήσεις λυμένο, για να μην τον δέσει περισσότερο η οργή του Θεού. Αν τον δέσω εγώ, δε θα τον δέσει ποτέ ο θεός, αν όμως δεν τον δέσω εγώ, του απομένουν τα αιώνια δεσμά. Γιατί, αν κρίναμε τους εαυτούς μας, δε θα κρινόμασταν. Μη νομίζεις
λοιπόν πώς αυτό είναι σκληρό και απάνθρωπο, αλλ΄ είναι αποτέλεσμα της πιο μεγάλης καλοσύνης, της άριστης θεραπείας και της μεγάλης φροντίδας.
Αλλά, λέγει, αρκετό χρόνο τιμωρήθηκαν. Μα πες μου, πόσο; Ένα χρόνο; δύο χρόνια; τρία; Δεν ζητώ αυτό, τη χρονική διάρκεια, αλλά τη διόρθωση της ψυχής. Δείξε μου λοιπόν αυτό, αν ένιωσαν βαθιά συγκίνηση, αν άλλαξαν, και το παν κατορθώθηκε. Γιατί, αν δε γίνει αυτό, δε υπάρχει κανένα όφελος από τη διάρκεια του χρόνου. Γιατί δεν εξετάζουμε αν επιδέθηκε πολλές φόρες το τραύμα, αλλά αν του πρόσφερε κάποια ωφέλεια το δέσιμο. Αν θεραπεύτηκε και μέσα σε λίγον καιρό, ας μη μείνει άλλο το δέσιμο αν όμως δε θεραπεύτηκε, ας παραμείνει το δέσιμο και μετά δέκα χρόνια και κριτήριο για το λύσιμο του επιδέσμου ας είναι αυτό, η ωφέλεια του αρρώστου. (ΕΠΕ 19,395-399)

Το Όνομα του Ιησού Χριστού είναι για τον πιστό όμοιο με υψηλό τείχος φρουρίου. Δεν είναι εύκολο στον εχθρό να διεισδύσει δολίως μέσα από τις βαριές και σιδερένιες πύλες, εάν η προσοχή μας δεν διαχέεται σε εξωτερικούς περισπασμούς. Η προσευχή με το Όνομά Του δίνει στην ψυχή δύναμη, όχι μόνο για να αντισταθεί στις επιβλαβείς από έξω επιδράσεις, αλλά και – ακόμα περισσότερο – για να μπορέσει να επιδράσει στο περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει: να εξέλθει κατά ένα τρόπο από το εσωτερικό βάθος της καρδίας και εν αγάπη και ειρήνη να κοινωνήσει μετά των αδελφών. Η ειρήνη και η αγάπη, για τις οποίες έδωσε εντολή ο Θεός, αυξάνονται και γίνονται πηγή φλογερής προσευχής υπέρ όλου του κόσμου. Το πνεύμα του Χριστού μάς εξάγει στις εκτάσεις της αγάπης, η οποία αγκαλιάζει όλη την κτίση. Σε μια τέτοια κατάσταση η ψυχή προσεύχεται με μεγάλη ένταση:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Σωτήρ ημών, ελέησον ημάς και τον κόσμον Σου».
Από το βιβλίου του αγίου Σωφρονίου (Σαχάρωφ) «Περί προσευχής» (απόδοση στην Νεοελληνική)

Κάποιο βράδυ, ενώ ο όσιος Θεοδόσιος του Κιέβου ( 1029-1074) εργαζόταν, ήρθε ο οικονόμος της μονής Αναστάσιος και ανέφερε πως δεν υπήρχαν χρήματα για την προμήθεια του φαγητού της επόμενης μέρας!
-Όπως βλέπεις, απάντησε ατάραχα ο όσιος, τώρα είναι βράδυ και ως το ξημέρωμα έχουμε καιρό. Πήγαινε λοιπόν να προσευχηθής. Κάνε λίγη υπομονή και ο Θεός θα μεριμνήση.
Όταν ο υποτακτικός έφυγε, ο όσιος μπήκε στο εσωτερικό διαμέρισμα του κελλιού του για να κάνη, όπως συνήθιζε, τον κανόνα του, τις καθορισμένες δηλαδή ατομικές του προσευχές. Μετά την προσευχή έρχεται πάλι ο οικονόμος και τον ενοχλή για το ίδιο ζήτημα.
-Δεν σου είπα, απάντησε ο όσιος, να κάνης προσευχή; Ησύχασε, και το πρωί πηγαίνεις στην πόλη και αγοράζεις με πίστωση ό,τι έχουμε ανάγκη. Αργότερα, όταν ο Θεός μας στείλη χρήματα, εξοφλούμε το χρέος. Είναι αξιόπιστος Εκείνος που λέει: « Μη ουν μεριμνήσητε εις την αύριον, η γαρ αύριον μεριμνήσει τα εαυτής». Ο Θεός δεν θα μας στερήση από τη χάρη Του.
Μετά την αναχώρηση του οικονόμου, παρουσιάστηκε στο κελλί του οσίου ένας φωτεινός νέος με στρατιωτική ενδυμασία. Έκανε μια υπόκλιση, άφησε στο τραπέζι ένα χρυσό νόμισμα και, χωρίς να πη τίποτε, απομακρύνθηκε. Ο όσιος σηκώθηκε και πήρε στα χέρια του το χρυσό νόμισμα, δοξολογώντας με δάκρυα στα μάτια τον Θεό. Το πρωί φώναξε τον πορτάρη για να μάθη αν μπήκε κανείς τη νύχτα στο μοναστήρι. Εκείνος τον βεβαίωσε πως η πόρτα παραμένει ακόμη κλειστή από τη δύση του ήλιου και πως κανένας δεν ήρθε. Έπειτα κάλεσε τον οικονόμο.
-Πώς λες, αδελφέ Αναστάσιε, ότι δεν έχουμε χρήματα; Μ’ αυτό το χρυσό νόμισμα πήγαινε και αγόρασε ό, τι μας χρειάζεται.
Ο οικονόμος δεν μπόρεσε ν’ αντιληφθή την ευλογία του Θεού. Νόμισε πως δεν είχε ψάξει καλά και γι’ αυτό έβαλε μετάνοια, ζητώντας συγγνώμη.
-Αδελφέ, τον ενουθέτησε ο όσιος, να μην απελπίζεσαι ποτέ, αλλά να είσαι δυνατός στην πίστη και κάθε σου στενοχώρια να την αναθέτης στον Κύριο. Αυτός φροντίζει για τις ανάγκες μας! Να ετοιμάσης μάλιστα σήμερα πλούσιο γεύμα στους αδελφούς γιατί είναι ημέρα θείας επισκέψεως. Και αν ξαναβρεθούμε σε ανάγκη, πάλι ο Θεός θα φροντίση για τους δούλους Του.

( Πατερικόν των Σπηλαίων του Κιέβου)

( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.192-194)

Η αυτοπεποίθηση

-    Γέροντα, τί σημαίνει: «Εάν μη Κύριος οικοδομηση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες»2;
-    Αυτό αναφέρεται στην αυτοπεποίθηση του ανθρώπου. Βλέπεις, και στην Ακολουθία του Μεγάλου Σχήματος, όταν ο υποψήφιος μοναχός ερωτάται: «Ταύτα πάντα υπομένεις;», απαντά: «Ναί, του Θεού συνεργούντος»3. Δεν λέει: «Ναί, εγώ μόνος μου θα υπομείνω». Όταν ο άνθρωπος δεν βάζη σε όλα μπροστά τον Θεό, αλλά λέη: «εγώ μόνος μου θα κάνω αυτό, εγώ με τις δικές μου δυνάμεις θα κάνω εκείνο», τότε και τα μούτρα του τρώει και τίποτε δεν κάνει.
-    Γέροντα, στενοχωρώ πολύ τις αδελφές· άλλα μου λένε να κάνω, άλλα κάνω.
-    Από την αυτοπεποίθηση το παθαίνεις. Εσύ νομίζεις ότι πιάνεις πουλιά στον αέρα, ενώ πιάνεις αέρα! Σηκώνεις το χέρι σου και νομίζεις ότι έπιασες ένα πουλί. «Το έπιασα» λές, αλλά το χέρι σου είναι άδειο. Σηκώνεις και το άλλο σου χέρι, «τό έπιασα» λές, αλλά και πάλι το χέρι σου είναι άδειο. Να βλέπης πρώτα αν είναι γεμάτο το χέρι σου και ύστερα να λές «τό έπιασα».
-    Γέροντα, οι αδελφές μου λένε ότι δυσκολεύονται μαζί μου, επειδή επιμένω στην γνώμη μου· εγώ όμως δεν το καταλαβαίνω πάντοτε.
-    Ξέρεις τί συμβαίνει μ’ εσένα; Όταν σχηματίζης μια γνώμη για κάτι, δεν λές: «μού πέρασε αυτός ο λογισμός, δεν ξέρω αν είναι σωστός», αλλά πιστεύεις ότι η γνώμη σου είναι πάντοτε σωστή και επιμένεις. Κάνεις σαν εκείνη την νοικοκυρά που της αγόρασε ο άνδρας της ένα χταπόδι να μαγειρέψη, αλλά του έλειπε το ένα πλοκάμι. «Το μαγείρεψες, της λέει, το χταπόδι; έβρασε;». «Ποιό χταπόδι; λέει εκείνη, το επταπόδι». Όχι το οχταπόδι-όχι το επταπόδι, νευρίασε στο τέλος ο άνδρας της από την επιμονή της και την πέταξε στο πηγάδι. Αλλά και από κεί έδειχνε με τα δάκτυλά της «επτά, επτά, επτά»! Κοίταξε, να λές τον λογισμό σου, αλλά να μην επιμένης.
-    Όμως, Γέροντα, πολλές φορές βλέπω ότι η δική μου γνώμη είναι καλύτερη από την γνώμη των αδελφών με τις οποίες συνεργάζομαι.
-    Από την αυτοπεποίθηση που έχεις βλέπεις έτσι τα πράγματα. Να προσέξης πολύ, γιατί όποιος έχει πολλή λογική και κρίση με εγωισμό και αυτοπεποίθηση, μπορεί να φθάση να μην παραδέχεται κανέναν.   
-    Πώς θα απαλλαγώ από την αυτοπεποίθηση;
-    Αν γνωρίσης τον εαυτό σου, θα δής ότι δεν έχεις τίποτε δικό σου και τίποτε δεν μπορείς να κάνης χωρίς την βοήθεια του Θεού. Αν λοιπόν καταλάβης πώς ό,τι καλό κάνεις είναι από τον Θεό και όσες χαζομάρες κάνεις είναι δικές σου, τότε θα πάψης να έχης εμπιστοσύνη στον εαυτό σου και θα απαλλαγής από την αυτοπεποίθηση.


(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 69-71)

ΔΙΗΓΟΥΝΤΑΙ ακόμη για τον Άγιο Μαρκιανό -γιατί αγίασε ο καλός εκείνος ιερέας της Αγίας Αναστασίας- ότι τις νύχτες γύριζε στις φτωχές συνοικίες της πόλεως και περιμάζευε τους εγκαταλελειμμένους νεκρούς. Τους έπλενε με τα χέρια του, τους σαβάνωνε και τους πήγαινε στην εκκλησία για να τους διαβάσει και να τους θάψει το άλλο πρωί. Κι είχε αποκτήσει την συνήθεια να μην αφήνει μόνο στην εκκλησία τον νεκρό προτού τον ασπασθεί.
Κάποτε λοιπόν έγινε αυτό το παράδοξο: Ο νεκρός ήταν ένας πολυβασανισμένος γέρος, χτυπημένος από την ζωή. Έμοιαζε σαν να είχε αντικρίσει με ανακούφιση τον θάνατο. Ο Άγιος Μαρκιανός τον περιποιήθηκε μ’ όλη του την καρδιά, λες και το ένιωθε ο νεκρός. Τέλος, τον τοποθέτησε στο νεκροκρέββατο στον νάρθηκα της εκκλησίας. Έτοιμος να φύγει πια, γυρίζει στον νεκρό και του λέει:
- Έλα, αδελφέ μου, να φιληθούμε, σαν παιδιά του Χριστού.
Κι ο νεκρός με ευγνωμοσύνη, υπακούοντας στην πρόσκληση του ευεργέτη του ανακάθισε στο φέρετρο, αντάλλαξε μαζί του αδελφικό ασπασμό κι έγειρε πάλι για τον αιώνιο ύπνο του. Ο Άγιος βγήκε αθόρυβα από την εκκλησία σαν να είχε συμβεί το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο.
Μα κάποιος άλλος ιερέας, που έτυχε να βρίσκεται την ώρα εκείνη στην εκκλησία, παρακολούθησε αθέατος την εκπληκτική σκηνή κι έτσι από στόμα σε στόμα διαδόθηκε σ’ ολόκληρη την πόλη.



Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 100-101)

Αυτά τα λέω σε σας που μεταλαμβάνετε και σε σας οι οποίοι διακονείτε εις τα μυστήρια (ιερείς, διακόνους). Διότι θεωρώ αναγκαίον να ομιλήσω και προς σας, δια να παρέχετε αυτά τα δώρα με πολλή προθυμία. Δεν είναι μικρά η ευθύνη σας, εάν επιτρέψετε εις κάποιον να μετάσχη της τραπέζης αυτής, ενώ γνωρίζετε ότι έχει κάνει κάποιαν πονηρίαν. Τα αίμα αυτού θα ζητηθή απά τας ιδικάς σας χείρας. Και αν ακόμη είναι στρατηγός, ή ύπαρχος, ή ακόμη ο ίδιος ο βασιλεύς, και προσέρχεται αναξίως, εμπόδισέ τον˙ έχεις μεγαλυτέραν από εκείνον ισχύν.
Συ όμως, εάν μεν σου είχαν εμπιστευθή να φυλάσσης μίαν πηγήν ύδατος καθαράν δια το ποίμνιον και έβλεπες ένα πρόβατον να έχη εις το στόμα του πολύν βούρκον, δεν θα το άφηνες να σκύψη κάτω και να θολώση την πηγήν˙ τώρα όμως σου έχει ανατεθή η φύλαξις πηγής, όχι ύδατος αλλά αίματος και πνεύματος, και ενώ βλέπεις να προσέρχωνται μερικοί έχοντες αμαρτίαν χειροτέραν από χώμα και βούρκον, δεν αγανακτείς ούτε τους εμποδίζεις; Ποίαν λοιπόν συγγνώμην ημπορείς να έχης; Δι’ αυτό ο Θεός σας ετίμησε με αυτήν την τιμήν, δια να διακρίνετε αυτά. Αυτό είναι η αξία σας, αυτό η ασφάλειά σας, αυτό η αμοιβή σας όλη, και όχι να περιφέρεσθε φέροντες λευκόν και γυαλιστερόν χιτωνίσκον.
Και από που γνωρίζω, λέγει, τον δείνα και τον δείνα; Δεν ομιλώ δια τους αγνώστους, αλλά δια τους γνωστούς. Να ειπώ κάτι πια φρικώδες; Δεν είναι τόσον κακόν να ευρίσκωνται μέσα εις τον ναόν οι αποπατούντες (=κάνουν τη σωματική τους ανάγκη), όσον αυτοί, οι οποίοι, λέγει ο Παύλος, ότι κατεπάτησαν τον Χριστόν, και τα αίμα της Διαθήκης το θεωρούν κοινόν και υβρίζουν την χάριν του Πνεύματος. Διότι είναι χειρότερος από δαιμονισμένον αυτός που έχει αμαρτήσει και προσέρχεται εις την κοινωνίαν. Διότι εκείνοι μεν, επειδή, είναι δαιμονισμένοι, δεν τιμωρούνται αυτοί δε, όταν προσέρχωνται αναξίως, παραδίδονται εις αιωνίαν τιμωρίαν.
Ας μη απομακρύνωμεν μόνον αυτούς λοιπόν, αλλά γενικώς όλους εκείνους τους οποίους βλέπομεν να προσέρχωνται αναξίως. Κανείς να μη κοινωνή από τους μη χριστιανούς. Να μη γίνεται δεκτός κανένας Ιούδας, δια να μη πάθη αυτά που έπαθεν ο Ιούδας. Σώμα Χρίστου είναι και αυτό εδώ το πλήθος. Πρόσεχε λοιπόν, συ ο οποίος διακονείς τα μυστήρια, να μη παροξύνης τον Δεσπότην με το να μη καθαρίζης το σώμα αυτό˙ μη δίδης ξίφος αντί της τροφής.
Αλλά και αν ακόμη εκείνος έρχεται να συμμετάσχη εις τα μυστήρια από άγνοιαν, εμπόδισέ τον, μη τον φοβηθής. Φοβήσου τον Θεόν και όχι τον άνθρωπον. Αν φοβηθής άνθρωπον, θα γίνης καταγέλαστος και από αυτόν˙ ενώ εάν φοβηθής τον Θεόν, θα γίνης σεβαστός και εις τους ανθρώπους. Εάν δε συ δεν τολμάς, φέρε μου τον εις εμένα. Δεν θα επιτρέψω να γίνωνται τέτοια. Προτιμώ να αποχωρισθώ την ψυχήν μου, παρά να μεταδώσω το αίμα του Δεσπότου αναξίως. Και προτιμώ να χύσω το αίμα το ιδικό μου, παρά να μεταδώσω αίμα τόσον φρικώδες εκεί που δεν πρέπει. Εάν δε κάποιος δεν αντελήφθη τον αμαρτωλόν αφού κατέβαλε πολλήν προσπάθειαν, δεν είναι έγκλημα. Διότι αυτά τα είπα δια τους φανερούς. Διότι εάν διορθώσωμεν αυτούς, και τους αγνώστους γρήγορα θα μας τους γνωρίση ο Θεός˙ ενώ εάν αφήσωμεν αυτούς, διατί να μας κάνη γνωστούς εκείνους;
Αυτά δε τα λέγω, όχι δια να εμποδίζωμεν και να αποκόπτωμεν μόνον, αλλά και δια να τους επαναφέρωμεν αφού τους διορθώσωμεν, και δια να τους φροντίζωμεν. Διότι έτσι μόνον και ο Θεός θα μας συγχωρήση και πολλούς που μεταλαμβάνουν επαξίως θα εύρωμεν, και δια την ιδικήν μας προσπάθειαν, αλλά και δια την φροντίδα υπέρ των άλλων θα απολαύσωμεν πολύν μισθόν. (ΕΠΕ 12,217-221)

katafigioti

lifecoaching