ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
«Τι σημαίνει λοιπόν το να προσέχουμε και να επισκεπτόμαστε τον εαυτό μας; Το να προσέχει ο καθένας τον εαυτό του σημαίνει αυτό, το να λέγει μέσα του· ‘Μήπως άραγε με κατέχει το οποιοδήποτε τυχόν πάθος; Διότι, όπως ακούω στις θείες Γραφές, και εκείνος που έχει ένα μόνο πάθος δεν εισέρχεται στη βασιλεία των ουρανών σύμφωνα με αυτό που έχει γραφεί «εάν κάποιος τηρήσει όλον το νόμο, αμαρτήσει όμως σε κάτι, έγινε ένοχος όλων»(Ιακ.2,10). Όμοια λοιπόν και το να έπισκεπτόμαστε τον εαυτό μας σημαίνει αυτό, το να λέμε μέσα μας· ‘Μήπως κάποτε παραμέλησα αυτήν ή την άλλη εντολή, ή άμελω και καταφρονώ αυτήν και δεν την εφαρμόζω;» (ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 19Δ, σελ.439)
«Εάν είναι δυνατό, να μη παύσομε ποτέ να ανακρίνουμε και να εξετάζουμε με κάθε προθυμία τον εαυτό μας κάθε ημέρα και κάθε ώρα, αλλά, όπως είπαμε, διερχόμενοι όλες τις εντολές να εξετάζουμε και να παρατηρούμε στην κάθε μία από αυτές τον εαυτό μας. Και εάν βέβαια διαπιστώσουμε ότι την εκπληρώσαμε, να ευχαριστήσουμε τον Δεσπότη και Θεό και στο εξής να την φυλάξουμε ασφαλώς. Εάν όμως δεν τη θυμηθήκαμε ή δεν την εκτελέσαμε, να τρέξουμε, παρακαλώ, ως που να την πιάσουμε και να την κρατήσουμε για να μη συμβεί, καταφρονώντας την, να ονομασθούμε ελάχιστοι στη βασιλεία των ουρανών» (19Δ,449)
«Να βλέπεις τα μικρά παιδιά
σαν να είναι τέλειοι άντρες
και σάμπως να ’ναι επίσημοι
να τα υπηρετείς»
(ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 19ΣΤ,σελ.193 στιχ.122-123)
«Όλα αυτά τα πιστεύομε πραγματικά μόνο με τον λόγο, ενώ με τα έργα τα άρνούμαστε. Δεν διακηρύσσεται παντού το όνομα του Χριστού, στις πόλεις, στις κωμοπόλεις, στα κοινόβια και στα όρη; Αναζήτησε, εάν θέλεις, και ερεύνησε με προσοχή, εάν τηρούν τις εντολές του. Και μόλις θα μπορέσεις, πράγματι, να βρεις μέσα στις χιλιάδες και μυριάδες έναν να είναι Χριστιανός με έργα και λόγια. Δεν είπε ο Κύριός μας και Θεός με το άγιο Ευαγγέλιο, «οποίος πίστεψε σε εμένα, τα έργα που κάμνω εγώ θα τα κάνει και εκείνος, αλλά και περισσότερα από αυτά θα κάνει»; Ποιος λοιπόν από εμάς τολμά να πει, «Εγώ κάμνω έργα του Χριστού και πιστεύω ορθώς στον Χριστό»; Δεν βλέπετε, αδελφοί, ότι πρόκειται να βρεθούμε άπιστοι κατά την ημέρα της κρίσεως και θα υποστούμε χειρότερη τιμωρία από εκείνη που θα υποστούν εκείνοι που δεν γνώρισαν καθόλου τον Κύριο;»(ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 19Δ, σελ,263-265)
«Σε όλους ομολογώ πως σ’ έχω Θεό μου, αλλά με τα έργα μου σ’ αρνούμαι όλη τη μέρα» (19Ε, 83,στίχ. 73-74)
«Αυτοί (όσοι είδαν το φως) και στο κορύφωμα της δόξας νιώθουν ταπεινοί και μες στη φτώχεια τους είναι όλοι δόξα. Αυτοί έχουν βασιλεία τη φτωχοζωή τους κι ως φτώχεια τη βασιλεία θεωρούν… Αυτοί πρόσωπο ανθρώπου δεν φοβούνται, γιατί το πρόσωπο ατενίζουν του Κυρίου… Τον ασύληπτο έχουν πλούτο αποκτήσει και κοπριά όλα του κόσμου λογαριάζουν» (19Ε,273, στίχ. 87-90,96-7 & 100-101)
«Ποιος δε θα με κλάψει και σφοδρά δε θα πενθήσει, που ενώ απ’ τον κόσμο έφυγα και τα δικά του, τα αισθήματα δεν εγκατέλειψα του κόσμου; Έχω περιβληθεί των μοναχών το σχήμα κι ως κοσμικός τα κοσμικά αγαπώ, δόξα και πλούτο και ηδονές και τέρψεις. Το σταυρό του Χριστού πάνω στους ώμους μου σηκώνω μα να υποφέρω του σταυρού τις ταπεινώσεις αρνιέμαι ολότελα, καθόλου δεν τις θέλω, αλλά με τους επιφανείς θέλω ν’ ανακατεύομαι και να συνδοξαστώ μ’ αυτούς επιθυμώ» (19Ε, 371, στίχ. 344-355)
«Κι αν Χριστιανός στ’ αλήθεια είσαι, να μην αμφιβάλλεις, όπως ο Χριστός μας είναι επουράνιος και συ έτσι, τέτοιος χρεωστείς να γίνεις. Κι αν δεν είσαι επουράνιος Χριστιανό πώς θα σε πούνε; Γιατί, αν όπως ο Κύριος επουράνιος είναι αλήθεια και αν τέτοιοι λέει πώς είναι σ’ αυτόν όσοι έχουν πιστέψει επουράνιοι στ’ αλήθεια, όσοι κοσμικά φρονούνε, όσοι κατά σάρκα ζούνε δεν είναι του Θεού Λόγου που απ’ τον ουρανό κατέβη, μα του χοϊκού ανθρώπου, που απ’ την γην είναι πλασμένοι. Τέτοιο φρόνημα εσύ να ’χεις, έτσι πίστευε, έτσι ζήτα κι εσύ τέτοιος για να γίνεις, επουράνιος καθώς είπε» (19ΣΤ, 251)
«Γιατί όσοι από νήπια το βάφτισμά σου πήραν κι ανάξια ζήσανε γι’ αυτό στο μάκρος της ζωής τους, πιότερη απ’ τους αβάπτιστους κατάκριση θε νά ’χουν, ως είπες, γιατί πρόσβαλαν την άγια τη στολή σου· και τούτο ξέροντας σωστό, Σωτήρα μου, και βέβαιο μας έδωσες για δεύτερη κάθαρση τη μετάνοια, αλλ’ έβαλες σαν όρο της του Πνεύματος τη χάρη, τη χάρη που στο βάπτισμα είχαμε πρωτοπάρει» (19Ε,383, στίχ. 28-35)
«Γιατί είναι τούτο αληθινό σημείο για τους ανθρώπους, ότι έχουν γίνει του Θεού παιδιά και κληρονόμοι· ότι έχουνε λάβει και κρατούν το θείο μου το Πνεύμα και από αυτό και Χριστιανοί στ’ αλήθεια έχουνε γίνει, στ’ αλήθεια και πραγματικά και όχι στ’ όνομα μόνο» (19ΣΤ, 391, στίχ. 160-165)
«(Μιλά ο Χριστός) Όλα καλά ’ναι όσα για μένα πράττει έργα κανένας και η προς τον πλησίον συμπάθεια και η ελεημοσύνη, μα πρώτο να οικτίρει τον εαυτό του, τους λόγους μου πρόθυμα να φυλάξει, τέλος μετάνοια αληθινή να δείξει για όλα τα προηγούμενά του έργα κι ακόμα σ’ αυτά πια να μη γυρίσει, μα στου Κυρίου του, εμέ, τους λόγους να επιμείνει, στις προσταγές και νόμους της αλήθειας κι έτσι απαράβατα όλα να τα πράττει μέχρι θανάτου και παραμικρό ένα λόγο, ούτε στα γραμμένα μια κεραία, να παραδεί· θυσία αυτό για μένα, θυμίαμα αυτό και προσφορά και δώρο· χωρίς αυτά, απ’ τους εθνικούς πιο κάτω» (19ΣΤ, 403-405)
(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
«Διότι, όπως ακριβώς ο χρυσός που έχει σκουριάσει σε βάθος δεν είναι δυνατό αλλιώς να καθαριστεί καλά και να επανέλθει στην λαμπρότητά του, παρά μόνο εάν ριχτεί στη φωτιά και χτυπηθεί πολλές φορές με τα σφυριά, έτσι και η ψυχή που διαβρώθηκε με τον ιό της αμαρτίας και αχρηστεύθηκε σε βάθος, δεν μπορεί με άλλον τρόπο και να καθαριστεί και να ξαναπάρει το αρχαίο κάλλος της, παρά μόνο εάν παλέψει με πολλούς πειρασμούς και εισέλθει στο χωνευτήρι των θλίψεων» (τ. 19Δ, σελ. 51-53).
(ΕΠΕ, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου)
(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
425. Όταν είσαι άρρωστος και, μη νοιώθοντας καλά τον εαυτό σου, δεν κατορθώνης να προσεύχεσαι θερμά και ευχάριστα, μην αποκαρδιώνεσαι, μην πέφτεις σε απόγνωσι. Ο Κύριος γνωρίζει ότι είσαι άρρωστος, σε τι επώδυνες συνθήκες βρίσκεσαι. Προσευχήσου όσο μπορείς πιο θερμά, προσπαθώντας να μη λαμβάνης υπ’ όψι τις δυσκολίες που σου φέρει η ασθένεια της σαρκός. Και ο Κύριος δεν θα υποτιμήση την προσευχή σου.
426. Όταν νιώθης τον εαυτό σου ακάθαρτο από την αμαρτία και σαν λεπρό, μην υποκύψης στη σκέψι ότι δεν πρέπει να πλησιάσης και να προσευχηθής στην Παναγία Δέσποινά μας. Τότε ακριβώς είναι ευκαιρία να έλθης μπροστά στην εικόνα της και να της δεηθής. Επειδή ακριβώς νοιώθεις τόσο αμαρτωλός, πρέπει να προσευχηθής στη Χάρι της. Η Παναγία θα είναι μπροστά σου για να σε ελεήση, να σε καθαρίση από την πνευματική λέπρα. Θα σε καθαρίση, όπως και ο Υιός της καθάρισε τους δέκα λεπρούς.
("Η εν Χριστώ ζωή μου" - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδ. Παπαδημητρίου, σ. 183)
423. Πόσο αγαθός είσαι, Κύριε! Και πόσο κοντά μου σε έχει φέρει η αγαθότης σου! Τόσο κοντά, που μπορώ να σου μιλώ και να μου μιλάς. Να στηρίζωμαι από σένα. Να αναπνέω μέσα σε σένα. Να νοιώθω ενωμένος μαζί σου, Κύριε, αξίωνέ με να αγαπώ εσένα και τον πλησίον μου με άδολο αγάπη, ώστε να βρίσκωμαι πάντοτε μαζί σου και να αποκομίζω ειρήνη από σένα. Κύριε, φύλαξέ με, ώστε ούτε για μία στιγμή να μην ακολουθήσω τον μιαρό εχθρό, τον Διάβολο, να μην πέσω ούτε για μία στιγμή στις παγίδες της αμαρτίας, που εκείνος μου στήνει. Κάνε, Κύριε, ώστε πάντοτε να είμαι εξ ολοκλήρου δικός σου.
424. Πολυέυσπλαχνε Κύριε Ιησού Χριστέ, πόσα και πόσα χαρίσματα μου έδωσες έως τώρα, κατά τη διάρκεια του επί γης βίου μου! Σ’ ευχαριστώ, Πανάγαθε. Αλλά αν τα επί γης χαρίσματα είναι τόσο πολλά, τόσο ποικίλα, τόσο γλυκά, τι θα είναι εκείνα που με περιμένουν στη βασιλεία σου; Θα είναι απείρως πιο πολλά και πιο γλυκά. Μη μου τα στερήσης, ελεήμον και φιλάνθρωπε. Μη τα στερήσης και από τους άλλους. Κάμε να σε γνωρίσουν όλοι πάνω στη γη. Γιατί όλα σου τα πλάσματα τα αγαπάς. Και αξίωνέ με, Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, να υπομένω με καρτερία κάθε θλίψι του βίου μου εδώ κάτω. Οι θλίψεις είναι αναγκαίες για τον «παλαιό» άνθρωπο, που φέρω μέσα μου. Φιλάνθρωπε, δίδαξε και τον υπόλοιπο λαό σου να τις δέχεται με καρτερία και φώτισέ τον να βλέπη τη χρησιμότητά τους. «Τη θλίψει υπομένοντες» (Ρωμ. ιβ’ 12). «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε» (Ιω. ιστ’ 33).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 182-183)
5. Όποιος μαστίζεται από την πάθηση του φαρισαϊσμού, δεν θα προκόψη ποτέ πνευματικά. Το χώμα του χωραφιού της ψυχής του είναι άγονο. Δεν θα δώση ποτέ καρπό. Για να μας δώση πνευματική καρποφορία, πρέπει την καρδιά μας να την σκάψωμε βαθειά με τον αυτοέλεγχο της μετανοίας, και να την απαλύνωμε, και να την μαλακώσουμε, με την καλωσύνη και με τα δάκρυα.
Είναι συμφορά, να μην κάνη ο άνθρωπος βήματα προς τα άνω.
6. Μα η ζημιά, που μας προξενεί ο φαρισαϊσμός, δεν περιορίζεται στην ακαρπία της ψυχής. Ο φαρισαϊσμός έχει και άλλα ακόμη πιο ολέθρια επακόλουθα. Γιατί όχι μόνο κάνει άκαρπα και ανώφελα για τον άνθρωπο τα καλά του έργα, αλλά και σπρώχνει την ψυχή του σε κάτι το τρομερά κακό: την κάνει κατάκριτη ενώπιο του Θεού.
(“Ο Φαρισαίος” – επισκόπου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, σελ. 20)
«Όποτε ο νους αρπαγή από οίηση, εμβαθύνει σ’ αυτήν και μέσα στον αγώνα του υποθέσει ότι κάτι είναι, τότε η χάρις που τον φωτίζει αοράτως απομακρύνεται και τον αφήνει γρήγορα αδειανό· αμέσως λοιπόν ξεσκεπάζεται η ασθένειά του, ενώ τα πάθη επιτίθενται εναντίον του σαν άγρια σκυλιά και ζητούν να τον καταπιούν. Αυτός λοιπόν, μέσα στην αμηχανία του, καθώς δεν έχει που να φύγει και σωθεί, καταφεύγει με ταπείνωση προς τον δυνάμενο να τον σώσει Κύριο» (ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ τ. 19Α, σ. 437)
«Με πείραζαν στον ύπνο οι πονηροί δαίμονες και μ’ έσυραν με επινοήσεις προς το πάθος της ρεύσεως, εγώ δε αντιστεκόμουν ενεργώς κι επικαλούμουν σε βοήθεια εσέ τον Κύριο του φωτός, εξύπνησα, φεύγοντας σώος από τα χέρια των πειραστών μου. Καθώς δε εθαύμαζα μέσα μου την αντίστασι και την ανδρεία μου, μάλλον δε την ακινησία μου προς το πάθος, και σκεπτόμουν "από πού μου συνέβηκε αυτή η ασυνήθιστη νίκη, ώστε και κοιμώμενος να αντιμάχομαι και ισχυρότερος των αντιπάλων και εχθρών μου να γίνομαι και παραδόξως να κερδίζω εναντίον τους νίκη κατά κράτος δια Χριστού;", ώ του θαύματος, αυτόν που νόμιζα ότι είναι στον ουρανό τον είδα μέσα μου, εσέ δηλαδή τον Δημιουργό μου και βασιλέα Χριστό, και τότε αντιλήφθηκα ότι δική σου είναι η νίκη που μ’ έκανες να κερδίσω κατά του Διαβόλου» (τ. 19Α, σ. 559)
«Το να μην επιθυμούμε κάποιο από τα τερπνά και ηδονικά του κόσμου δεν ισούται με το να ποθούμε τα αιώνια και αόρατα αγαθά· άλλο είναι τούτο και άλλο εκείνο. Τα πρώτα λοιπόν κατεφρόνησαν πολλοί, τα δεύτερα όμως λίγοι άνθρωποι φρόντισαν.
Το να αποστρέφεται κανείς και να μη ζητά την δόξα των ανθρώπων δεν είναι το ίδιο με το να συνάπτεται στην δόξα του Θεού, αλλ’ υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ τους διότι την πρώτη πολλοί απώθησαν, αν και κυριεύθηκαν από αλλά πάθη, την δεύτερη όμως πολύ ολίγοι αξιώθηκαν να λάβουν με πολύν κόπο και πόνο.
Δεν είναι το ίδιο το να αρκήται κανείς σε ευτελές ένδυμα και να μη επιθυμή λαμπρή στολή και το να ενδύεται το φως του Θεού· άλλο είναι τούτο και άλλο εκείνο. Το μεν ευτελές ένδυμα μερικοί, αν και πιέζονταν από μύριες επιθυμίες, εύκολα το καταφρόνησαν, το δε φως περιβάλλονται μόνο εκείνοι που το επιζητούν ανενδότως με κάθε είδος κακοπάθειας και γίνονται υιοί φωτός και ήμέρας δια της εκπληρώσεως των εντολών» (ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 19Α,σελ. 449)
«Ούτε θα μείνει ποτέ αργός (ο πιστός), ή θα καταφρονήσει κάτι, έστω ευτελέστατο και ελάχιστο· αντιθέτως, κάνοντας και πράττοντας τα πάντα θεαρέστως, θα μείνει αμέριμνος για όλα και σ’ όλον τον βίο. Υπάρχει μέριμνα άπρακτη και πράξη αμέριμνη, όπως και αντιστρόφως υπάρχει αμεριμνησία έμπρακτη και αργία περίφροντις.
Αυτές τις καταστάσεις δήλωσε και ο Κύριος με τους λόγους του· την μεν μία στο χωρίο, «ο πατήρ μου εργάζεται έως τώρα και εγώ επίσης εργάζομαι», και πάλι, «να εργάζεσθε όχι για την φθειρομένη βρώση, αλλά για την διατηρουμένη στην αιώνια ζωή», θέλοντας με αυτά όχι να απαγορεύσει την εργασία αλλά να μας διδάξει την εργασία χωρίς μέριμνα. Την άλλη δε δήλωσε με το ότι είπε πάλι, «ποιος με την φροντίδα του μπορεί να προσθέσει ένα πήχυ στο ανάστημά του;» αναιρώντας την άπρακτη, την χωρίς αποτέλεσμα μέριμνα.
Για την έμπρακτη δε αμεριμνησία είπε, «και για ένδυμα και τροφή τι μεριμνάτε; Δεν βλέπετε τα κρίνα του αγρού και τα πετεινά του ουρανού, πώς τα πρώτα αυξάνονται και τα δεύτερα διατρέφονται;». Έτσι, αναιρώντας την μία και επικυρώνοντας την άλλη, ο Κύριος μας διδάσκει πώς πρέπει να εργαζόμαστε αμερίμνως χωρίς να μεριμνούμε και πώς όντας αμέριμνοι να απέχουμε της αταίριαστης εργασίας» (ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 19Α,σελ. 443-5)