Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται
στον Άγιο Σώστη
και
ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.
Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα
ΔΥΟ συνασκητές βρίσκονταν σε ψυχρότητα μεταξύ τους από κάποια παρεξήγηση. Κάποτε αρρώστησε ο ένας και πήγε κάποιος από τους αδελφούς να τον επισκεφθεί. Του εμπιστεύθηκε τότε ο άρρωστος πως ήταν ψυχραμένος με τον συνασκητή του και τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει να συμφιλιωθούν, γιατί φοβόταν μην τον βρει έτσι ο θάνατος.
Γυρίζοντας πίσω στο κελλί του ο αδελφός, παρακαλούσε τον Θεό να τον φωτίσει να χειριστεί σωστά την υπόθεση, για να μην προξενήσει περισσότερη βλάβη παρά ωφέλεια.
Μόλις έφτασε, οικονόμησε ο Θεός να του πάει κάποιος φίλος του ένα καλαθάκι σύκα. Διάλεξε τα ωραιότερα και, χωρίς να χάσει καιρό, σηκώθηκε και τα πήγε στον συνασκητή του αρρώστου.
- Αββά, του είπε, αυτά σου τα στέλνει ο δείνα Γέροντας.
Ο Αββάς απόρησε.
- Σε μένα τα έστειλε;
- Ναι, είπε ο αδελφός.
Εκείνος τα δέχτηκε συγκινημένος κι ευχαρίστησε τον αδελφό. Ευχαριστημένος ο ειρηνοποιός από την πρώτη επιτυχία, πήγε τα υπόλοιπα σύκα στον άρρωστο.
- Σου τα στέλνει ο συνασκητής σου, του είπε.
- Τί λες, λοιπόν συμφιλιωθήκαμε; είπε με χαρά ο ασκητής.
- Ναι, Αββά, με την ευχή σου, αποκρίθηκε ο αδελφός.
- Δόξα τω Θεώ, έκανε ενθουσιασμένος εκείνος.
Έτσι, με λίγα σύκα συμφιλιώθηκαν οι συνασκητές από την σύνεση του αδελφού.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 96-97 )
62. «Η όρεξή σου με θεϊκά να τρέφεσαι λόγια και με το χυμό τους να δυναμώνης» (Δ, 91).
Η Θεοτόκος μελετούσε τις Άγιες Γραφές, όπως είπαμε. Ναι. Αλλά και κάτι όμως περισσότερο: Τρεφόταν με τα λόγια του Θεού. Η όρεξίς της για την ουράνια τροφή άνοιξε από τότε που ήταν μικρή παιδούλα μέσα στο Ναό του Θεού. Από τότε που οι ιερείς την έμαθαν να διαβάζει και να μελετά το νόμο του Θεού. Γι’ αυτό και ο Ι. Δαμασκηνός παρομοιάζει την Θεοτόκο «σαν εληά ολόκαρπη στο σπίτι του Θεού, σα δέντρο που φυτεύθηκε στην ακροποταμιά του Πνεύματος, σα δέντρο της ζωής, που καρποφόρησε στον καιρό πούχε από το Θεό ταχθή, Θεό ενσαρκωμένο, την αιώνια ζωή για τα πλάσματά του όλα» (Δ, 91).
Πόσοι έχομε την αίσθησι, ότι τα λόγια του Θεού είναι τροφή; Συνήθως ακούμε ευχάριστα τα ιερά κείμενα των Γραφών, τα διαβάζομε με περιέργεια, τα σχολιάζομε επιστημονικά. Πόσοι όμως πίσω και μέσα στα κείμενα αυτά ανακαλύπτομε τον Λόγο του Θεού, «τον άρτον της ζωής» ( Ιω. στ’ 48) , «την τροφήν του παντός κόσμου, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν» (I);
Είναι σωστή επίσης η παροιμία: «τρώγοντας έρχεται η όρεξις». Όταν δοκιμάση κανείς την γλυκύτητα των θεϊκών λόγων, τότε αυξάνει πιο πολύ η διάθεσή του να τραφή με αυτά. Και αντίθετα. Όσο ο άνθρωπος δεν δοκιμάζει τη γλυκύτητα αυτή τόσο χάνει τη διάθεσι και την όρεξι να τραφή με τον θεϊκό άρτο. Όσοι τελικά αγνοούν τον νόμο του Θεού είναι εκείνοι που δεν γεύθηκαν το «μέλι των αγίων Γραφών» (πρβλ. Ψαλμ. 118,103) και γι’ αυτό έχασαν κάθε ενδιαφέρον για το θείο θέλημα. Όσοι δε έφθασαν στις κορυφές της πνευματικής ζωής, όπως η Θεοτόκος, είναι αυτοί που γεύτηκαν και πείστηκαν «ότι Χρηστός (=αγαθός) ο Κύριος» (Ψαλμ. 33,9) .
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 90 )
1443. ΟΙ ΚΑΚΕΣ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΕΣ.
Μητέρα, πρέπει να με νομίζεις ακόμα μικρό παιδί, για να μου απαγορεύεις να συναναστρέφομαι τις άλλες κοπέλες της γειτονιάς, έλεγε μια στη μητέρα της , που της είχε απαγορεύσει ορισμένες συναναστροφές.
Η συνετή μητέρα σκεπτική πήρε ένα μαύρο κάρβουνο από το τζάκι της έδωσε λέγοντας της: «κράτησε το δε θα σε κάψει».
Η νέα το πήρε μηχανικά, μόλις όμως το έπιασε είδε ότι λερώθηκε και το πέταξε. Απρόσεκτη όπως ήταν ακούμπησε και στο άσπρο φόρεμά της, και το λέρωσε.
- Βλέπεις, κόρη μου, της λέγει η μητέρα της, τα κάρβουνα, έστω και αν δεν καίουν, μουντζουρώνουν. Έτσι συμβαίνει και με τις κακές συναναστροφές. Αν δε σε επηρεάζουν στα αισθήματά σου και στα φρονήματά σου, αμαυρώνουν όμως τη φήμη σου και τον καλό σου όνομα.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 650 )
ΜΙΑ χειμωνιάτικη νύχτα αναγκάστηκαν ν' αγρυπνήσουν οι αδελφοί ενός μοναστηριού για να τελειώσουν μια βιαστική δουλειά. Ένας απ’ αυτούς, πολύ ασθενικός στο σώμα, τόσο υπέφερε από το κρύο που τον έπιασαν δυνατά ρίγη. Άφησε τότε την δουλειά και γύρισε στο κελλί του. Κάποιος άλλος όμως αγανάκτησε γι’ αυτό, άρχισε να γογγύζει, ώσπου εξανάγκασε τους υπόλοιπους να στείλουν να φωνάξουν πίσω τον άρρωστο.
Ο αδελφός, που πήγε γι’ αυτή την δουλειά, τον βρήκε σε κακή κατάσταση και τον λυπήθηκε.
- Μ’ έστειλαν οι αδελφοί να δώ πως είσαι, του είπε με καλοσύνη. Όσο για την δουλειά μην στενοχωριέσαι, εμείς θα την τελειώσουμε.
- Ο Θεός ν’ ανταμείψει τους κόπους σας, είπε εκείνος μ’ ευγνωμοσύνη. Επιθυμούσα πολύ να κοπιάσω μαζί σας, αλλά μ’ εμποδίζει η ασθένεια μου.
Γύρισε ο αδελφός και είπε στους άλλους τα λόγια του αρρώστου, βεβαιώνοντάς τους πως πραγματικά υπέφερε.
Έτσι, με την μεσολάβηση του διακριτικού αδελφού δεν έχασαν την ειρήνη της ψυχής τους.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 96 )
1327. ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΘΕ ΟΠΟΥ ΚΙ ΑΝ ΒΡΙΣΚΕΣΘΕ.
«Παρατηρήσατε τον άγιο Παύλο, λέει ένας πνευματικός, είχε να προσευχηθεί μια εκκλησία; Όχι αλλά μια φυλακή. Ο βασιλεύς Εζεκίας είχε το δωμάτιο του και το κρεβάτι του, ο καλός ληστής ένα σταυρό, ο Ιερεμίας ήταν χωμένος σε ένα έλος και προσευχόταν, ο Δανιήλ στο βάθος ενός λάκκου, ο Ιωνάς στην κοιλιά του κήτους, ο Ιώβ ξαπλωμένος στο σωρό μιας κοπριάς. Παρακαλείτε, όπου και αν βρίσκεστε. Είσθε ναοί του θεού. Μη ζητάτε άλλο μέρος από τον εαυτό σας».
1330. ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ.
«Πως σεις, Σεβασμιότατε, ρώτησε κάποτε με απορία ένας πολιτευόμενος ένα επίσκοπο, πως εσείς κατορθώνετε να έχετε τέτοια δράση και να προφθάνετε σε όλα, αφού κάνετε τόση ώρα προσευχή κάθε μέρα;» «Προσθέσετε και σεις, του απάντησε εκείνος, μία μόνη ώρα προσευχής στην ημέρα σας και θα δείτε ότι θα κάνετε καλύτερη και περισσότερη εργασία».
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 602-603 )
Το παιδί και ο φιλόσοφος
Το παιδί ζει στην εποχή που υφίσταται, ο φιλόσοφος ζει στην εποχή που θα έρθει.
Κοκκίνισε το άνθος του λουλουδιού και με την ομορφιά του τράβηξε το βλέμμα και του παιδιού και του φιλοσόφου.
Το παιδί κοιτά και χαίρεται για εκείνο που βλέπει το μάτι του. Ο φιλόσοφος κοιτά με τις σκέψεις στην άλλη εποχή και στη θέση του ανθισμένου λουλουδιού με θλίψη παρατηρεί τον στεγνό σκελετό του, στον οποίο δεν βουίζουν μέλισσες, αλλά φθινοπωρινός θρήνος του ανέμου.
Τι μπορεί να διώξει το σύννεφο από το μέτωπο του φιλοσόφου;
Τι άλλο εάν όχι η επέκταση της σκέψης του, μέχρι το τέλος· ότι πέρα απ’ όλες τις γνωστές μας εποχές μακριά, είναι και η εποχή της αιώνιας άνοιξης;
("Στοχασμοί περί καλού και κακού", Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σ. 49)
… Φτάνοντας πια στο σημείο να αποκαλούμε το Θεό πατέρα μας, με την έννοια που αναπτύξαμε, βρισκόμαστε στη Σιών, στην κορφή του όρους.
Και εκεί βρίσκουμε τον Πατέρα, τη θεία αγάπη, την αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος. Και λίγο έξω από τα τείχη συναντάμε το μικρό λόφο που ονομάζεται Γολγοθάς με την ιστορία και την αιωνιότητα σφιχτοδεμένες σ’ ένα κοινό όραμα.
Από δω μπορούμε να στραφούμε και να κοιτάξουμε ολόγυρα και πίσω.
Αυτό είναι το σημείο απ’ όπου πρέπει ν’ αρχίζει κανείς τη ζωή του σαν χριστιανός - αφού έχει ολοκληρώσει αυτή την ανάβαση - και ν’ αρχίσει να λέει το «Πάτερ ημών», όπως ο Θεός μας άφησε εντολή να κάνουμε.
Δηλαδή να το λέει σαν την προσευχή του Μονογενούς Υιού, την προσευχή της Εκκλησίας, την προσευχή του καθενός μας, στην κοινή σύναξή μας.
Να το λέει ακόμα σαν πρόσωπο, το οποίο είναι «Υιός εν τω Υιώ».
Και τότε μόνο μπορούμε να κατεβούμε από την κορφή του όρους, βήμα - βήμα, για να συναντήσουμε εκείνους που ακόμα βρίσκονται στην πορεία ή εκείνους που ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει.
("Ζωντανή Προσευχή", Antony Bloom, σελ. 62)
... έχω εμπιστοσύνη στην αγάπη σας. Γιατί, αν μία ομιλία σας πλήγωσε τόσο και σας έφερε σε τόσο μεγάλη αγωνία, ώστε και να στενοχωρείστε και να θορυβείστε και να ταράζεστε, είναι ολοφάνερο πως αν προστεθεί δεύτερη και τρίτη θα σας απαλλάξει από κάθε αρρώστια. Και για να μάθετε ότι δεν τα λέγω αυτά κολακεύοντάς σας, με όσα δείξατε στην προηγούμενη ομιλία, με αυτά επιβεβαιώσατε την αλήθεια των λόγων μου.
Γιατί πραγματικά εσείς που τόσο πληγωθήκατε, που τόσο πονέσατε, που τόσο υποφέρατε και στενοχωρηθήκατε, όταν ήρθε η επόμενη Κυριακή κάνατε πιο λαμπρό το εκκλησίασμα, περισσότερη τη συγκέντρωση και μεγαλύτερη την προθυμία, και όλοι ήσασταν κρεμασμένοι από την ομιλία, όπως ακριβώς τα μικρά των χελιδονιών που είναι κρεμασμένα από τη φωλιά, και με ανοικτό το στόμα προς τη γλώσσα μου.
Έπειτα, επειδή σε αδελφό μας που έφθασε από τη Γαλατία, εξ αίτιας του νόμου της εκκλησίας που προστάζει να υποδεχόμαστε έτσι τους ξένους και για να τιμήσουμε τα λαμπρά γηρατειά, παραχωρήσαμε το λόγο [έκανε άλλος το κήρυγμα], φεύγατε φωνάζοντας, υποφέροντας, σαν να υπομείνατε για μακρό χρόνο πείνα, και επιθυμώντας πολύ την γλώσσα μου που σας έκοψε, που σας επιτίμησε, που σας πλήγωσε, που σας καταπόνησε, κάνοντας το ίδιο που κάνει ένα παιδί, που, αν και το χτυπούν, το επιτιμούν, ούτε έτσι απομακρύνεται από τη μητέρα του, αλλά κλαίγοντας ακολουθεί αυτήν, κρατώντας από πλάγια τα ρούχα της μητέρας του και σερόμενο πίσω της με οδυρμούς.
Για τους λόγους αυτούς σκιρτώ και πετώ από τη χαρά και λέγω πώς είμαι ευτυχισμένος γιατί αγωνίζομαι ανάμεσα σε τόσους που με αγαπούν, γιατί σας έχω έτσι κρεμασμένους από τη γλώσσα μου.
Αυτό για μένα είναι πιο γλυκό από την ακτίνα του ήλιου, αυτό είναι πιο ευχάριστο από το φώς, αυτό είναι ζωή, το να πετυχαίνει κανείς ευγνώμονες ακροατές, που θέλουν όχι μόνο να χειροκροτήσουν, αλλά και να διορθωθούν, που επιτιμούνται και δεν απομακρύνονται, αλλά καταφεύγουν σ’ αυτόν που τους επιτιμά.
Γι’ αυτό ακριβώς και εγώ ο ίδιος αρχίζω την ομιλία μου σε σας με περισσότερη προθυμία... (ΕΠΕ 33,333-335)
Πόσες φορές σε δύσκολες και επίπονες καταστάσεις δεν αναρωτηθήκαμε πού είναι ο Θεός; Δεν πιστέψαμε ότι δεν μας ακούει; Νιώσαμε μόνοι και αβοήθητοι; Και πόσες φορές παρακολουθώντας όλα όσα γίνονται στον κόσμο δεν προβληματιστήκαμε για την ‘απουσία’ Του; Μπορεί πράγματι κάποιος που δεν έχει μπει στη διαδικασία να γνωρίσει το Χριστό να σκανδαλιστεί, μέχρι και να πιστέψει ότι δεν υπάρχει Θεός! Και είναι αλήθεια ότι κάποιες φορές είναι εκκωφαντική η σιωπή του Χριστού… δεν αντέχεται! Νιώθεις όπως όταν έδινες εξετάσεις και ο δάσκαλος έκανε ησυχία… όμως ήταν εκεί. Έτσι και ο Θεός εδώ είναι… απλά δεν κάνει θόρυβο. Ποτέ δεν έκανε….
Σιωπηρός πάνω στο Σταυρό, αθόρυβος και στην Ανάσταση Του! Έτσι ήσυχος και διακριτικός μας καλεί κοντά Του και εξίσου χαμηλότονα μας ελεεί, χωρίς φανφάρες και τυμπανοκρουσίες. Γι’ αυτό χρειάζεται να κάνουμε κι εμείς ησυχία για να Τον ακούσουμε γιατί μας μιλάει ήρεμα και γλυκά στην καρδιά μας. Και αυτός είναι ο λόγος που πολλοί άνθρωποι εκλαμβάνουν την ησυχία του Χριστού ως μη ύπαρξη! Γιατί ζώντας μέσα στη φασαρία και τη βουή που επικρατεί εντός τους και εκτός τους, αδυνατούν να ακούσουν έστω και μια συλλαβή από τα λεγόμενα Του και πιστεύουν έτσι ευκολότερα στην ύπαρξη και στη δύναμη του ηχορρυπαντή διαβόλου!
Όταν οι άνθρωποι λοιπόν εμπιστεύονται περισσότερο τις σαρκικές αισθήσεις από τις πνευματικές, είναι πολύ εύκολο να οδηγηθούν στην πλάνη! Γιατί ο ψυχοκτόνος διάβολος επιβάλλεται στους ανθρώπους μέσω των σαρκικών τους αισθήσεων. Την ώρα που ο Θεός μάς ζητάει εσωστρέφεια, ο διάβολος μας καλεί σε εξωστρέφεια… Δυο δρόμοι και δυο τρόποι αντίθετοι και ασύμβατοι. Θυμόμαστε άλλωστε και το Χριστό όταν βρισκόταν περιτριγυρισμένος από πλήθος κόσμου, πολλές φορές έφευγε μακριά τους για να μπορέσει μόνος Του να ηρεμήσει και να προσευχηθεί.
Ο Χριστός μπορεί να γίνει πολύ ηχηρός και έντονος αν Τον ζητήσεις στη ζωή σου. Αν ησυχάσεις για να Τον νιώσεις. Μπορεί να κάνει πολύ αισθητή την παρουσία Του αν με ταπείνωση ζητήσεις τη βοήθεια Του. Δεν είναι επιδειξιομανής, δεν είναι ταχυδακτυλουργός, δεν είναι κλόουν. Είναι όμως βροντερά παρών σε όλους όσους Τον αγαπάνε και Τον θέλουνε στη ζωή τους, φίλο, σύντροφο κι αδερφό. Είναι παρών σε όλους όσους με ευγνωμοσύνη και ταπείνωση Τον υποδέχονται στη ζωή τους και είναι ακόμα πιο πολύ παρών σε όσους τολμούν να πατήσουν στα χνάρια Του με αυτοθυσία και αυταπάρνηση.
Δεν είναι επιλεκτικός ο Χριστός… εμείς είμαστε. Από εμάς εξαρτάται αν θα πάψουμε να θεωρούμε το Χριστό σιωπηλό ή αν θα ακούσουμε επιτέλους τη φωνή Του. Γιατί είναι τόσο διακριτικός που ενώ θέλει τόσο να μας μιλήσει και τόσα να μας πει δεν το κάνει παρά μόνο αν Του το ζητήσουμε εμείς! Άρα λοιπόν, όχι η ησυχία του Χριστού αλλά Εκείνος θα έλεγε η ησυχία του ανθρώπου… γιατί ενώ όλους μας περιμένει να Του μιλήσουμε από τους περισσότερους εισπράττει σιωπή!...(Α.Κ.Β)
Το άνυδρο πηγάδι
Αξιοθαύμαστη υπομονή έδειξε στη ζωή του ο αιγύπτιος αββάς Πίωρ. Στον πανέρημο τόπο που κατοίκησε, έσκαψε και βρήκε νερό υπερβολικά πικρό. Έμεινε όμως εκεί μέχρι την κοίμησι του γευόμενος καθημερινά την πικράδα του! Πολλοί μοναχοί προσπάθησαν να τον μιμηθούν, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να παραμείνη στον φοβερό και απαράκλητο τόπο που ασκήτευε, περισσότερο από ένα χρόνο.
Κάποτε σ’ ένα μοναστήρι, ογδόντα αδελφοί έσκαψαν ένα πολύ μεγάλο πηγάδι, αλλά δυστυχώς δεν βρήκαν νερό! Με πολλή λύπη σκέφθηκαν να εγκαταλείψουν το έργο. Είδαν τότε να έρχεται από την πανέρημο, μέσα στο μεσημεριάτικο λιοπύρι, ο αββάς Πίωρ. Τους πλησίασε, τους χαιρέτησε και τους είπε:
- Ολιγόψυχοι, γιατί μικροψυχήσατε; Από τη χθεσινή μέρα σας παρακολουθώ από μακριά και σας βλέπω ν’ απογοητεύεσθε.
Κατέβηκε μέσα στο βάθος του πηγαδιού και προσευχήθηκε. Στη συνέχεια παίρνει την τσάπα, χτυπά τρεις φορές και λέει:
- Ο Θεός των αγίων πατριαρχών, του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, μην αχρηστέψης τον κόπο των δούλων σου, αλλά στείλε το νερό που χρειάζονται.
Αμέσως ξεπήδησε νερό και τους έβρεξε όλους! Ο όσιος, αφού πάλι προσευχήθηκε, σηκώθηκε να φύγη. Οι μοναχοί τον παρακάλεσαν να παρακαθήση στο χαρούμενο τραπέζι που έστρωσαν. Εκείνος όμως δεν θέλησε. Έφυγε λέγοντας:
- Τελείωσα την αποστολή για την οποία μ’ έστειλε ο Θεός. Για το τραπέζι δεν μ’ έστειλε.
(Λαυσαϊκή Ιστορία)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 111-112)