... έχω εμπιστοσύνη στην αγάπη σας. Γιατί, αν μία ομιλία σας πλήγωσε τόσο και σας έφερε σε τόσο μεγάλη αγωνία, ώστε και να στενοχωρείστε και να θορυβείστε και να ταράζεστε, είναι ολοφάνερο πως αν προστεθεί δεύτερη και τρίτη θα σας απαλλάξει από κάθε αρρώστια. Και για να μάθετε ότι δεν τα λέγω αυτά κολακεύοντάς σας, με όσα δείξατε στην προηγούμενη ομιλία, με αυτά επιβεβαιώσατε την αλήθεια των λόγων μου.
Γιατί πραγματικά εσείς που τόσο πληγωθήκατε, που τόσο πονέσατε, που τόσο υποφέρατε και στενοχωρηθήκατε, όταν ήρθε η επόμενη Κυριακή κάνατε πιο λαμπρό το εκκλησίασμα, περισσότερη τη συγκέντρωση και μεγαλύτερη την προθυμία, και όλοι ήσασταν κρεμασμένοι από την ομιλία, όπως ακριβώς τα μικρά των χελιδονιών που είναι κρεμασμένα από τη φωλιά, και με ανοικτό το στόμα προς τη γλώσσα μου.
Έπειτα, επειδή σε αδελφό μας που έφθασε από τη Γαλατία, εξ αίτιας του νόμου της εκκλησίας που προστάζει να υποδεχόμαστε έτσι τους ξένους και για να τιμήσουμε τα λαμπρά γηρατειά, παραχωρήσαμε το λόγο [έκανε άλλος το κήρυγμα], φεύγατε φωνάζοντας, υποφέροντας, σαν να υπομείνατε για μακρό χρόνο πείνα, και επιθυμώντας πολύ την γλώσσα μου που σας έκοψε, που σας επιτίμησε, που σας πλήγωσε, που σας καταπόνησε, κάνοντας το ίδιο που κάνει ένα παιδί, που, αν και το χτυπούν, το επιτιμούν, ούτε έτσι απομακρύνεται από τη μητέρα του, αλλά κλαίγοντας ακολουθεί αυτήν, κρατώντας από πλάγια τα ρούχα της μητέρας του και σερόμενο πίσω της με οδυρμούς.
Για τους λόγους αυτούς σκιρτώ και πετώ από τη χαρά και λέγω πώς είμαι ευτυχισμένος γιατί αγωνίζομαι ανάμεσα σε τόσους που με αγαπούν, γιατί σας έχω έτσι κρεμασμένους από τη γλώσσα μου.
Αυτό για μένα είναι πιο γλυκό από την ακτίνα του ήλιου, αυτό είναι πιο ευχάριστο από το φώς, αυτό είναι ζωή, το να πετυχαίνει κανείς ευγνώμονες ακροατές, που θέλουν όχι μόνο να χειροκροτήσουν, αλλά και να διορθωθούν, που επιτιμούνται και δεν απομακρύνονται, αλλά καταφεύγουν σ’ αυτόν που τους επιτιμά.
Γι’ αυτό ακριβώς και εγώ ο ίδιος αρχίζω την ομιλία μου σε σας με περισσότερη προθυμία... (ΕΠΕ 33,333-335)