ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Η σοφία του Θεού και το περιβάλλον. «Πάντα εν σοφία εποίησας...».
- Γέροντα, να χαλάσουμε τις χελιδονοφωλιές; Τα χελιδόνια λερώνουν και μαζεύονται κοριοί.
- Μπορείς εσύ να κάνης μία χελιδονοφωλιά; Τί έχει κάνει ο Θεός με έναν Του λόγο! Τί αρμονία, τί ποικιλία! Όπου και να στραφή κανείς βλέπει την σοφία και το μεγαλείο του Θεού. Δές τα ουράνια φώτα, τα αστέρια, με πόση απλότητα τα σκόρπισε το θεϊκό Του χέρι, χωρίς να χρησιμοποίηση μαστορικό ράμμα και αλφάδι. Πόσο ξεκουράζουν τους ανθρώπους! Ενώ τα κοσμικά φώτα, βαλμένα με τάξη στην σειρά, είναι πολύ κουραστικά. Με πόση αρμονία τα έχει κάνει όλα ο Θεός! Βλέπεις, και τα Δένδρα σε ένα δάσος που τα φύτεψαν άνθρωποι είναι σαν στρατός, σαν λόχος. Ενώ τα φυσικά δάση πόσο ξεκουράζουν! Αλλά Δένδρα μικρά, άλλα μεγάλα, με άλλο χρώμα το καθένα! Ένα μικρό λουλούδι του Θεού έχει μεγαλύτερη χάρη παρά ένας σωρός χάρτινα ψεύτικα λουλούδια, διαφέρουν όσο διαφέρει και το άυλον από το νάυλον.
Όλα αυτά που έχει κάνει ο Θεός είναι θαυμάσια. Ο οργανισμός του ανθρώπου είναι ολόκληρο εργοστάσιο. Την καρδιά, το συκώτι, τα πνευμόνια, όλα τα έχει με σοφία κανονισμένα ο Θεός. Αλλά και τα φυτά, πώς τα έχει κάνει! Τότε με την κατοχή βάζαμε πέντε στρέμματα πεπόνια ποτιστικά. Μία φορά έκοψα από τις πεπονιές τα μεγάλα φύλλα που είναι κοντά στις ρίζες. Για καλό το έκανα, για να τις καθαρίσω. Εκείνα όμως τα μεγάλα φύλλα, τα κάτω, είναι σαν φίλτρο -είναι τά... «νεφρά» τους! - και παίρνουν όλη την πικρίλα. Και έγιναν τα πεπόνια!... Έτρωγες το πεπόνι και έτσουζε η γλώσσα!
- Γέροντα, εσείς όλα τα παρακολουθείτε!
- Ναί, από όλα βρίσκω τον Θεό! Και από τα φυτά και από τα ζώα, από όλα! Πώς να μη θαυμάσης! Βλέπεις ένα τόσο δά πουλάκι να ταξιδεύη, να πηγαίνη στην Αφρική και να γυρίζη χωρίς πυξίδα και να ξαναβρίσκη την φωλιά του! Και οι άνθρωποι με χάρτες, με πινακίδες να χάνωνται! Και δεν είναι ότι τα πουλιά βαδίζουν στην στεριά και βάζουν σημάδια! Πετούν στον ουρανό, πάνω από την θάλασσα! Που ν αβάλουν σημάδια; Μερικά μικρά πουλάκια ανεβαίνουν στους πελαργούς, στά... «αεροπλάνα»! Εκείνα πάνε... αεροπορικώς! Τα πουλιά, όταν πετούν στην θάλασσα, κάθονται σε κανένα νησί να ξεκουρασθούν. Μία φορά, όταν ήμουν στο Καλύβι του Τιμίου Σταυρού, είδα να έρχωνται από τα ανατολικά μέρη κάτι πουλιά σαν τα σπουργίτια. Ήταν ολόκληρο κοπάδι. Τέσσερα-πέντε όμως, φαίνεται, κουράσθηκαν και δεν μπορούσαν άλλο. Τότε ξεκόπηκαν ακόμη καμμιά δεκαπενταριά από το κοπάδι - τα άλλα προχώρησαν - και κάθησαν λίγο σε ένα Δένδρο, ξεκουράσθηκαν και μετά σηκώθηκαν να φύγουν όλα μαζί. Ανέβηκαν πολύ ψηλά, για να προσανατολισθούν και να βρουν πάλι την συντροφιά τους. Μου έκανε εντύπωση που δεν τα άφησαν μόνα τους τα τέσσερα-πέντε που κουράσθηκαν, αλλά ξεκόπηκαν και άλλα δεκαπέντε από το ίδιο κοπάδι, για να κάνουν συντροφιά!
Πόσο όμορφα τα έχει κάνει όλα ο Θεός! Βλέπεις κάτι παρδαλά γατάκια! Τί όμορφα επανωφοράκια έχουν! Να ζηλεύουμε εμείς οι άνθρωποι τα επανωφόρια από τα ζώα! Ούτε βασίλισσα δεν φόρεσε τέτοιο επανωφόρι!... Όπου και να γυρίσης, θα δής την σοφία του Θεού. Παλιά που ήταν όλα φυσικά, πόσο όμορφα ήταν! Νά, ο πετεινός, όταν φωνάζη, δεν είναι ότι φωνάζει για τον καιρό. Στέκεται στο ένα πόδι καί, μόλις μουδιάζη, φωνάζει: «Κικιρίκου!». Σού λέει, τόσες ώρες πέρασαν. Αλλάζει πόδι, μουδιά-ζει και αυτό, πάλι: «Κικιρίκου!». Και βλέπεις, φωνάζει στις 12, στις 3, στις 6 η ώρα. Είναι σταθερό, κάθε τρεις ώρες! Και δεν έχει ρολόι ούτε μπαταρία, ούτε κούρδισμα χρειάζεται!...
Ό,τι βλέπετε, ό,τι ακούτε, όλα να τα χρησιμοποιήτε για συγκοινωνία για επάνω. Όλα να σάς ανεβάζουν προς τα επάνω. Έτσι κανείς ανεβαίνει-ανεβαίνει από τα δημιουργήματα στον Δημιουργό! Οι Αμερικανοί πήγαν στο φεγγάρι, έβαλαν τουλάχιστον και μία πινακίδα που έγραφε: «Οι ουρανοί διιηγούνται δόξαν Θεού» . Πήγαν και οι Ρώσοι στο διάστημα, αλλά ο Γκαγκάριν είπε πώς δεν βρήκε τον Θεό. Έμ, πώς να Τον βρή, αφού πήγε με τα πόδια προς τα πάνω και όχι με τα χέρια; Έτσι φθάνουν μετά να λένε: «Η φύση έκανε το σύμπαν»! Ολόκληρο σύμπαν τώρα!... Εδώ μία παλιά μηχανή χαλάει και μαζεύονται ένα σωρό μάστορες, τεχνίτες κ.λπ., για να την διορθώσουν. Σκέφτονται, προσπαθούν... Και είναι μία παλιά μηχανή! Ενώ ολόκληρη υδρόγειο σφαίρα ο Θεός την γυρίζει χωρίς ρεύμα και ούτε η μπαταρία τελειώνει ούτε το μηχανάκι σταματάει! Με τί ταχύτητα γυρίζει, και ο άνθρωπος να μην το καταλαβαίνη! Φοβερό! Αν η γη στρεφόταν με λιγώτερη ταχύτητα, θα έκανε τούμπες ο άνθρωπος! Η θάλασσα να έχη τόσο νερό και να κινήται με τέτοια ταχύτητ, και το νερό να μη χύνεται! Και τα αστέρια, που είναι ολόκληροι όγκοι, να γυρίζουν ιλιγγιωδώς και να μην εγγίζη το ένα το άλλο, αλλά να συγκρατή το ένα το άλλο από μακριά! Και ο άνθρωπος φτιάχνει ένα αεροπλάνο και θαυμάζει και υπερηφανεύεται! Και αν του στρίψη λίγο το μυαλό, μετά λέει ανοησίες, δεν καταλαβαίνει.
(Λόγοι Παϊσίου τόμος Α σελ. 129-132)
Η ζωή με το Χριστό μέσα στο γάμο τα αλλάζει όλα! Τον εγωισμό αντικαθιστά η ταπείνωση, τα νεύρα, η πραότητα, την ανυπομονησία, η υπομονή, τη μνησικακία, η συγχώρεση! Το ‘εγώ’, το ‘εμείς’! Επιθυμία μου, η επιθυμία του και τελικά η επιθυμία Του!
Έχοντας ζήσει για πολλά χρόνια χωρίς το Χριστό στη ζωή μου με το σύζυγό μου, είναι εντυπωσιακή, θαυμαστή η αλλαγή του βίου σου όταν αποφασίσεις να ανοίξεις την πόρτα της καρδιάς σου για να μπει μέσα ο Κύριος! Στη δική μου περίπτωση αυτό έγινε από κοινού με το σύζυγο μου και αυτό ήταν καθοριστικό για την μετέπειτα εξέλιξη των πραγμάτων!
‘Όταν αγαπήσεις το Χριστό, δε γίνεται να μην αγαπήσεις την εικόνα Του, δηλαδή τον άνθρωπό σου! Δε γίνεται να μην κάνεις υπομονή μαζί του, υποχωρήσεις, αγώνα ,προσευχή… Αγάπη! Δε γίνεται να μην κάνεις τον πόνο του, πόνο σου, το πρόβλημα του, πρόβλημα σου, την πίκρα του, πίκρα σου αλλά και τη χαρά του, χαρά σου! Μαζί στον πνευματικό αγώνα! Μαζί στις αναβάσεις αλλά και στις καταβάσεις! Αυτό άλλωστε δεν κάνει και ο Χριστός με μας; Μαζί μας σε όλα!
Και όλα τα προβλήματα και όλες οι επίγειες θλίψεις [οικονομικά, ανεργία, ανθρώπινες σχέσεις, τεκνογονία, ζητήματα υγείας] δεν είναι δυνατόν να κλονίσουν αυτό το γάμο, γιατί δε στηρίζεται σε όλα αυτά αλλά στο μεγαλύτερο βράχο της ιστορίας… τον Ιησού Χριστό!
Τι κι αν δεν έχω να φάω μια σπεσιαλιτέ και θα φάω μια ταπεινή μακαρονάδα; ;Έχω το Χριστό! Τι κι αν δεν έχω λεφτά για λούσα και ταξίδια; Έχω το Χριστό! Αυτός είναι η τροφή μου, Αυτός είναι η βόλτα μου, Αυτός είναι τα ταξίδια μου! Αυτός είναι όλος μου ο πλούτος!
Ο γάμος στην ουσία δηλαδή είναι ένα στάδιο αρετής! Πρόκειται για συνοδοιπορία προς τη Βασιλεία των Ουρανών! Στον εν Χριστώ γάμο δεν εστιάζεις στο σκοτάδι του άλλου αλλά στο φως του! Γιατί τελικά αυτό είναι ο γάμος… ευκαιρία αγιασμού! Δρόμος προς τον ουρανό! Δρόμος προς το Φως! Εύχομαι όλοι οι άνθρωποι να ανακαλύψουν αυτό τον τρόπο βίωσης του γάμου τους!
Χριστός Ανέστη! Και κατέβηκε στον Άδη μου και με ανέστησε και μένα! Ανείπωτη η χαρά να ζεις αναστημένος με τον Αναστημένο Χριστό! Θα ήθελα να αφήσω τον εαυτό μου και τη λογική αυτού του κόσμου και να πιάσω έναν-έναν, όλους γύρω μου και αγνώστους ακόμα και να τους μιλώ για την Ανάσταση του Χριστού και τη ζωή με το Θεό! Την όντως Ζωή!
Βλέπω στο μετρό τους ανθρώπους, στην τηλεόραση, στις πλατείες και τους μελετάω! Πώς μπορούν να ζουν χωρίς Θεό; Πώς ζούσα κι εγώ τόσα χρόνια μακριά Του; Με κίβδηλες χαρές, χωρίς ελπίδα και χωρίς νόημα! Ενώ όλη η κτίση αγαλλιάζει και ψάλλει το ‘Χριστός Ανέστη’, εμείς να ξυπνάμε και να κοιμόμαστε σκεφτόμενοι τα προς το ζην, οικονομικά, σχέσεις, εργασία, φιλίες, πάθη…! Όλα με ημερομηνία λήξης!
Η καρδιά μου ξεχειλίζει από αγάπη όταν τους κοιτώ! Τους βλέπω σαν εικόνες Χριστού και προσεύχομαι πρώτα απ΄όλα να με συγχωρήσει ο Κύριος για την ατολμία μου να μην μπορώ να τους μιλήσω και για την ανεπάρκεια μου να τους δείξω μέσα μου την Ανάσταση και έπειτα να γίνει μια ανταλλαγή, να πάρω εγώ όλα τους τα προβλήματα και να πάρουν εκείνοι αυτό το δώρο της καρδιάς μου! Την Ειρήνη του Χριστού!
Ποια η διαφορά μου από εκείνους; Μήπως δεν είμαι αμαρτωλός; Μήπως αξίζω πιο πολύ από κάποιον; Όχι φυσικά! Η διαφορά είναι ότι ξέρω πού να δώσω τα προβλήματά μου, τις έννοιες μου και τα αδιέξοδα μου… στο Χριστό μου! Εκείνοι το αγνοούν!
Όλον μου τον πόνο τον τυλίγω με τα σουδάρια του Χριστού και τον βάζω στο κενό μνημείο Του! Και σε τρεις μέρες το πολύ, ο πόνος μου ‘ουκ έστιν ώδε!’ Εκεί στον άδειο Τάφο του Ιησού μας, δεν υπάρχει πόνος, λύπη και στεναγμός! Μόνο χαρά ουράνια! Ω! πώς αντέχουν οι άνθρωποι μακριά από το Θεό!
Νιώθω πως από τα Πάθη ,δύο πράγματα ήταν πιο επώδυνα για το Χριστό! Η στιγμιαία αποστροφή του Πατέρα Του και αυτή η πίκρα που ένιωθε για τους ανθρώπους όλων των χρόνων που παρότι Αυτός γεννήθηκε και έλαβε δούλου μορφή, παρά τα θαύματα και τις διδαχές Του, τα Άχραντα Του Πάθη, την Ανάσταση και την αποστολή του Αγίου Πνεύματος, εμείς συνεχίζουμε χωρίς Αυτόν, σκυθρωποί, με μάτια χαμένα στο κενό και καρδιές κλειστές! Ω! Πόσο θα μας ήθελε μαζί Του! (Κ.Β.)
Ω! Αγία Ώρα! Ιερή στιγμή! Εκείνη η στιγμή που με τρεμάμενη καρδιά και τρεμάμενα πόδια, πλησιάζω στο Άγιο Δισκοπότηρο για να μεταλάβω!
Όλη την εβδομάδα Εσένα σκέφτομαι! Και όταν φτάνει εκείνη η ώρα της Θείας Μετάληψης, νιώθω ότι δε θα αντέξω να φθάσω μέχρι τη λαβίδα! Ζητάω από την Παναγία να με βοηθήσει!
Πόσο ποθώ να έρθεις μέσα μου! Να είμαστε ένα! Εσύ μέσα
Εσύ είσαι η Ειρήνη! Εσύ είσαι η Ζωή και το Νόημα ! Πόσο αδημονώ! Δεν μπορώ να κάνω άλλη υπομονή! Η Θεία Λειτουργία μου φαίνεται ατελείωτη!
‘ Πρόσχωμεν τα Άγια τοις Αγίοις’ ,’Εις Άγιος , εις Κύριος, Ιησούς Χριστός’.
Πού θα πάω τώρα; Τα Άγια τοις Αγίοις λέει! Ω Θεέ μου! Δεν μπορώ όμως να κρατηθώ μακριά Σου εγώ η ανάξια!
Πόσο Σ’αγαπώ! ‘Μετά φόβου, Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε’…επιτέλους!
Έρχομαι…γιατί ξέρω ότι με περιμένεις! Έρχομαι για να έρθεις μέσα μου και να με αγιάσεις! ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ... (Α.Β.)
Γύναι τι κλαίεις; (Ιωάννου κ' 15).
Ο αναστημένος Ιησούς στη θρηνούσα Μαγδαληνή λέγει «τι κλαίεις;» και στις μυροφόραις γυναίκες απευθύνει το «χαίρετε». Η χαρά της γυναικός ήταν ένα από τα πρώτα δώρα, που επήγασαν από τον κενό τάφο του Ιησού.
Ολόκληρη η ιστορία του ανθρωπίνου γένους, μετά την πτώσι, ήταν ζυμωμένη με τα δάκρυα της γυναικός. Η ζωή του ανθρώπου ήταν μία τραγωδία, που επαίζετο υπό τους ελεγειακούς ρυθμούς των γυναικείων θρήνων. Η γη είχε μεταβληθή σε μια φιάλη, που βάσταζε τα δάκρυα των γυναικών. Sunt Lacrimae Rerum …
O Ιησούς ήταν Εκείνος, που επρόκειτο να σταματήση την πηγή αυτή των δακρύων. Ήταν Εκείνος, που δέχθηκε και ικανοποίησε την ικεσία των γυναικείων δακρύων: «Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων ο νεφέλας διεξάγων της θαλάσσης τo ύδωρ». Η παράδοσις λέγει, ότι και o Αδάμ έκλαυσεν «απέναντι του Παραδείσου, την ιδίαν γύμνωσιν θρήνων». Όμως η γυναίκα ήταν εκείνη, που θα συνέχιζε το θρήνο της μέχρι τον τάφο του Ιησού, για να δεχθή απ’ εκεί, από τον δεύτερο αυτόν Παράδεισο - σαν εκπρόσωπος της ανθρωπότητας - το αναστάσιμο μήνυμα του Ιησού: «Γύναι, τι κλαίεις;» Η χαρά της γυναικός, που είναι χαρά και ολόκληρης της ανθρωπότητος, ανέτειλε μέσα απ’ τις φυλλωσιές του κήπου, όπου το «καινόν μνημείον» του Ιησού.
«Εις το μνήμα σε επεζήτησεν, ελθούσα τη μιά των Σαββάτων, Μαρία η Μαγδαληνή. Μη ευρούσα δε ωλοφύρετο, κλαυθμώ βοώσα. Οίμοι Σωτήρ μου! Πώς εκλάπης πάντων Βασιλεύ; Ζεύγος δε ζωηφόρων Αγγέλων, ένδοθεν του μνημείου εβόα. Τί κλαίεις, ώ γύναι; Κλαίω, φησίν, ότι ήραν τον Κύριον μου του τάφου, και ουκ οίδα που έθηκαν αυτόν. Αυτή δε στραφείσα οπίσω, ως κατείδε σε, ευθέως εβόα. Ο κύριος μου και ο Θεός μου, δόξα σοι» (Πεντηκοστάριον, 89)
Μη μου άπτου (Ιωάννου κ' 17)
Ο αναστημένος Ιησούς αποκαλύπτει στην Μαγδαληνή μια πραγματικότητα. Δεν υπάρχει ακόμη απόλυτη επικοινωνία ανάμεσα στον Ιησού και τον άνθρωπο, όπως υπήρχε προ του θανάτου του και όπως θα υπάρχη στην αιωνιότητα. Μεταξύ του αναστημένου Ιησού και του ανθρώπου υπάρχει κάποιο πέπλο, που τους κρατάει σε απόστασι. Τον βλέπομε τον Ιησού δια της πίστεως, ακούμε το λόγο του, όμως δεν μπορούμε να τον πλησιάσωμε περισσότερο. Ανάμεσα σ’ Εκείνον κι’ εμάς υπάρχει μια απόστασις.
Ο κόσμος στον οποίον ανήκει πια ο αναστημένος Ιησούς είναι ένας άλλος κόσμος. Τον πλησιάζομε κι’ εμείς δια της προσευχής. Δια της λατρείας. Όμως δεν μπορούμε να επικοινωνήσωμε απόλυτα. Ο Ιησούς στους Εμμαούς, μόλις αναγνωρίσθηκε από τους Μαθητάς, «άφαντος εγένετο». Η ψηλάφησις του Θωμά είναι μια παραχώρησις για την πιστοποίησι της Αναστάσεως (και είναι ζήτημα, αν ο Θωμάς τελικά ψηλάφησε τον Ιησού). Ο αναστημένος Ιησούς ανήκε πια στον κόσμο της αιωνιότητος. ένα κόσμο τελείως άλλο, απόλυτα διαφορετικό απ’ τον δικό μας.
Όποιος αγαπά τον Ιησού, σαν την Μαγδαληνή, θα δοκιμάζη σ’ ολόκληρη τη ζωή του τη δοκιμασία και το δράμα της Νύμφης του Άσματος των Ασμάτων: θα θέλη ν’ αγκαλιάση το Νυμφίο της κι’ αυτός θα χάνεται μέσα από τα χέρια της: «ήνοιξα εγώ τω αδελφιδώ μου. Αδελφιδός μου παρήλθε... εζήτησα αυτόν και ουχ εύρον αυτόν» (ε' 6).
«Δύο Αγγέλους βλέψασα, ένδοθεν του μνημείου, Μαρία εξεπλήττετο και Χριστόν αγνοούσα, ως Κηπουρόν επηρώτα. Κύριε που το σώμα του Ιησού μου τέθεικας; κλήσει δε τούτον γνούσα είναι αυτόν, τον Σωτήρα ήκουσε, Μη μου άπτου. Προς τον Πατέρα άπειμι, είπε τοις αδελφοίς μου» (Παρακλητική, 467).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ. )
Όπως σου έγραψα πριν λάβω το τελευταίο γράμμα σου, μάλλον δεν θα μπορέσω να έρθω τώρα ως εκεί. Είναι περίοδος σαρακοστής, οι υποχρεώσεις μου είναι πολλές και δεν υπάρχει κανείς να μ’ αντικαταστήσει εδώ.
Γράψε μου τα πάντα, με κάθε λεπτομέρεια. Αν σου φαίνεται πιο εύκολο να εξιστορήσεις όσα συνέβησαν σαν ν’ αφορούν τρίτο πρόσωπο, κάνε το κι έτσι. Θα καταλάβω.
«Ενδυναμού εν τη χάριτι τη εν Χριστώ Ιησού» (Β' Τιμ. 2:1). Μην πέσεις σε απελπισία, ακόμα και στις πιο ζοφερές στιγμές της μάχης. Αντίθετα μάλιστα, διάλεξε ειδικά αυτές τις στιγμές για να ριχτείς ορμητικά μέσα στη θάλασσα του ελέους του Κυρίου μας, προσφέροντάς Του τον πληγωμένο σου εαυτό και ικετεύοντας Τον για βοήθεια. Επιδοκιμάζω ανεπιφύλακτα την πρόθεσή σου να επικοινωνήσεις αμέσως μ’ ένα καλό πνευματικό, να εξομολογηθείς και, όποτε σου επιτρέψει, να κοινωνήσεις.
Δοξασμένο ας είναι το όνομα του Κυρίου, που τα ιερά μυστήρια της εξομολογήσεως και της θείας ευχαριστίας σε θεράπευσαν εντελώς. Μετά απ’ αυτό όμως, μην ξεχνάς τα λόγια Του: «Ίδε υγιής γέγονας• μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοι τι γένηται» (Ιω. 5:14).
5. Συνεργασία με τη θεία χάρη
Δεν μπορώ να σκεφτώ γιατί σου έκαναν τόση κατάπληξη τα λόγια μου, ότι δηλαδή είμαι ανίκανος να σε βοηθήσω χωρίς τη συνδρομή της χάριτος του Θεού και χωρίς τη δική σου προσπάθεια. Αλλά πώς αλλιώς θα μπορούσα να παραδεχτώ πως, από τη δική μου πλευρά, μπορώ να φανώ χρήσιμος σε οποιονδήποτε; Στην πράξη, κάθε φορά που μου ζητούν βοήθεια, προσεύχομαι θερμά, αναγνωρίζοντας το ασήκωτο φορτίο της αμαρτωλότητος και αναξιότητος μου, και έχοντας την απόλυτη επίγνωση ότι μόνο από υπακοή στην εντολή του Κυρίου μας επιχειρώ οτιδήποτε. Αλλ’ ακόμα και με τη συγκατάθεση του Θεού, οι προσευχές και οι προσπάθειές μου δεν ωφελούν σε τίποτα, αν δεν μπει σε ενέργεια και η δική σου θέληση και αποφασιστικότητα.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι με τη χάρη του Θεού, που ενεργεί μεσ’ από τα μυστήρια της μετάνοιας και της θείας κοινωνίας, παίρνεις την άφεση για το παρελθόν. Όμως, αργά ή γρήγορα, το κακό θα ορμήσει πάλι εναντίον σου με τους πειρασμούς.
Και αν δεν θέλεις τότε να πέσεις ακόμα πιο χαμηλά και αξιοθρήνητα απ’ ό,τι προηγουμένως, θα πρέπει να προβάλεις ηρωική αντίσταση. Να γιατί επιμένω ότι, αν θέλεις να σε βοηθήσω, είναι απαραίτητη η ενεργοποίηση και της δικής σου θελήσεως.
Στα γράμματά σου συνεχώς γράφεις, πώς και όταν η θέλησή σου παίρνει το σωστό δρόμο, είναι πάντως ακόμα απελπιστικά ανίσχυρη και ασθενική. Δεν πειράζει. Μετάτρεψε αυτή την αδυναμία σε πηγή ταπεινώσεως, λέγοντας: «Ελέησον με, Κύριε, ότι ασθενής ειμί» (Ψαλμ. 6:3). Σταθερά και αποφασιστικά ακολούθησέ τη σωστή πορεία, ελπίζοντας στην καλύτερη έκβαση. Ερεύνησέ τα πιο κρυφά σημεία των σκοτεινών λαβυρίνθων, που περιβάλλουν το φωτεινό πυρήνα της καρδιάς σου. Και ξερίζωσέ την υπερηφάνεια. Ξερίζωσέ αυτό το αγριόχορτο οπουδήποτε το βρεις μέσα στον αγρό της ψυχής σου.
Όταν βλέπεις τα σκοτεινά πάθη να σου παίρνουν ό,τι καλύτερο έχεις μέσα σου, μην απελπίζεσαι. Μόνος, ήσουν πράγματι αδύναμος. Αλλά με του Θεού τη βοήθεια, είσαι τρομερά δυνατός. Ασκώντας και χαλυβδώνοντας τη βούλησή σου, ώστε να κάνει το θέλημα του Θεού, εγκατάλειψε με ταπείνωση κι εμπιστοσύνη τον εαυτό σου στο έλεος Του. Αν έτσι κάνεις, τότε και οι δικές μου προσευχές θα σε βοηθήσουν πολύ.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ.101-103 )
Ώ, αν καταλαβαίναμε την μακροθυμία του Θεού! Εκατό χρόνια χρειάσθηκαν για να γίνη η Κιβωτός του Νώε . Μήπως ο Θεός δεν μπορούσε να κάνη γρήγορα μία Κιβωτό; Αλλά άφησε τον Νώε να παιδεύεται εκατό χρόνια, για να καταλάβουν και οι άλλοι και να μετανοήσουν. Εκείνος έλεγε: «Δέστε, θα γίνη κατακλυσμός! Μετανοή-στε!». Εκείνοι τον κορόιδευαν. «Κλουβιά, έλεγαν, φτιάχνει» και είχαν τον χαβά τους. Και τώρα, σε δύο λεπτά μπορεί ο Θεός όλον τον κόσμο να τον συγκλονίση και να τον κάνη να αλλάξη, να γίνουν όλοι πιστοί, σούπερ πιστοί! Πώς; Αν γυρίση το κουμπί στον σεισμό σιγά-σιγά από τα 5 στα 6 ρίχτερ... στα 7... Στα 8, οι πολυκατοικίες θα πάνε σαν τους μεθυσμένους, θα αρχίση η μία να χτυπά την άλλη. Στα 10 όλοι θα πούν: «Ήμαρτον! Σε παρακαλούμε, σώσε μας». Μπορεί και όλοι να πούν: «Καλόγεροι θα γίνουμε!». Μόλις όμως τελειώση ο σεισμός, ενώ ακόμη θα κουνιούνται λίγο, λαλά δεν θα πέφτουν, πάλι στα μπουζούκια θα τρέξουν. Γ ιατί η επιστροφή τους αυτή δεν θα έχη πραγματική μετάνοια, αλλά απλώς θα πούν έτσι, για να γλυτώσουν το κακό.
- Γέροντα, όταν συμβαίνη λ.χ. μία θεομηνία και είναι οργή Θεού, αν προσευ¬χηθούν οι δίκαιοι, δεν εισακούονται;
- Ξέρεις τί γίνεται; Δεν είναι ότι έχει μετάνοια ο κόσμος, όποτε εισακούονται από τον Θεό οι δίκαιοι. Αλλο είναι όταν παροργίζουμε τον Θεό και το αναγνωρίζουμε, τότε λυπάται ο Θεός και μας βοηθάει. Αλλά, όταν δεν αναγνωρίζη κανείς ότι παροργίζει τον Θεό και συνεχίζη το τυπικό του, τότε πώς να ακούση ο Θεός τις προσευχές των δικαίων; Σφάλλει ο άνθρωπος; Πρέπει να καταλάβη ότι σφάλλει, για να τον συγχωρήση ο Θεός. Μετά, βλέπετε, οι πνευματικοί άνθρωποι, αν κάνουν κάποιο σφάλμα, δεν έχουν ελαφρυντικά. «Υπέρ των ημετέρων αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων», λέει μία ευχή . Για τον καημένο τον κόσμο τα σφάλματα είναι «αγνοήματα», ενώ για τους πνευματικούς ανθρώπους είναι «αμαρτήματα». Γι' αυτό, αν γίνη κάποιο σφάλμα από πνευματικούς ανθρώπους, είναι βαρύ. Οι κοσμικοί έχουν ελαφρυντικά. Φέτος τον Δεκαπενταύγουστο που επίασε φωτιά στο Αγιον Όρος, ήταν κάτι φοβερό! Έφθασαν όλοι οι ειδικοί, αλλά κανείς δεν μπορούσε να κάνη τίποτε. Όλοι παρακολουθούσαν την φωτιά. Και μερικοί έλεγαν: «Γιατί η Παναγία δεν την σβήνει;». Φθάνουμε σε σημείο να βλασφημούμε το όνομα του Θεού. Μετά από έξι ημέρες επίασε πάλι φωτιά σε άλλο σημείο, αλλά επίασε βροχή και την έσβησε αμέσως. Δεν καταλαβαίνουν, πώς αυτή η φωτιά έσβησε και η άλλη δεν έσβηνε;
Ορισμένοι, χωρίς να γνωρίζουν τους πνευματικούς νόμους που λειτουργούν, προσεύχονται με πόνο, αλλά δεν εισακούονται, γιατί είναι πια οργή Θεού. Ορισμένοι πάλι δεν προσεύχονται, δεν κάνουν ούτε ένα κομποσχοίνι, γιατί συμφωνούν με την δικαία οργή του Θεού, που σκοπό έχει να συνετίση τους ανθρώπους. Ο Θεός να φωτίση περισσότερο εμάς τους μοναχούς, γιατί οι περισσότεροι είμαστε μωρές παρθένες και τα λυχνάρια μας έχουν νερό με λίγο λάδι στο φιτίλι. Οι κοσμικοί περιμένουν από εμάς να τους φωτίσουμε τον δρόμο, για να μη σκοντάφτουν!
Να παρακαλούμε να δίνη ο Θεός μετάνοια στον κόσμο, για να αποφύγουμε την δικαία οργή του Θεού. Η μέλλουσα οργή του Θεού δεν μπορεί ν' αντιμετωπισθή διαφορετικά παρά μόνο με μετάνοια και τήρηση των εντολών Του.
(Λόγοι Παϊσίου τόμος Α σελ.124-126)
Του Αββά Γρηγορίου του Θεολόγου
α'. Είπε ο Αββάς Γρηγόριος : « Αυτά τα τρία απαιτεί ο Θεός από κάθε άνθρωπο οπού έχει βαπτισθή : Πίστη ορθή από την ψυχή του, αλήθεια από τη γλώσσα του και σωφροσύνη από το σώμα του ».
β'. Είπε πάλι : « Ολόκληρος ο βίος του ανθρώπου είναι σαν μια μέρα για όσους κοπιάζουν με πόθο».
Του Αββά Γελασίου
α'. Έλεγαν για τον Αββά Γελάσιο, ότι είχε ένα βιβλίο από δέρματα, οπού άξιζε δεκαοχτώ νομίσματα. Και πάνω του ήταν γραμμένη ολόκληρη η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Το είχε δε αφήσει να βρίσκεται στην εκκλησία, ώστε όποιος αδελφός ήθελε, να μπορή να διαβάση. Σαν ήλθε δε ένας ξένος αδελφός να επισκεφφή τον γέροντα, το είδε και το επεθύμησε. Το έκλεψε λοιπόν και βγήκε. Αλλά ο γέρων δεν τον πήρε από πίσω για να τον πιάση, αν και κατάλαβε τί είχε συμβή. Πήγε λοιπόν εκείνος στην πόλη και προσπαθούσε να το πουλήση. Και βρίσκοντας κάποιον οπού ήθελε να το αγοράση, απαιτούσε την τιμή, νομίσματα δεκαέξη. Αλλά ο αγοραστής του λέγει :
« Δός το μου πρώτα να το εξετάσω και υστέρα σου πληρώνω την τιμή του ». Του το δίνει λοιπόν. Και εκείνος, άφου το πήρε, το έφερε στον Αββά Γελάσιο να το εξετάση, λέγοντάς του την τιμή οπού ώρισε ο πωλητής. Και του λέγει ο γέρων : « Αγόρασε το, γιατί είναι καλό και αξίζει την τιμή οπού είπες ». Φεύγει ο άνθρωπος εκείνος και λέγει στον πωλητή άλλα και οχι ό,τι του είχε πή ο γέρων. Του είπε : « Να, το έδειξα στον Αββά Γελάσιο και μου είπε ότι είναι ακριβή η τιμή του και δεν την αξίζει». Τον ακούει ο άλλος και του λέγει : « Τίποτε άλλο δεν σου είπε ο γέρων ; ». Του απαντά : « Όχι». Τότε του λέγει : « Δεν θέλω πλέον να το πουλήσω ». Γεμάτος δε συντριβή, ήλθε στον γέροντα, έβαλε μετάνοια και τον παρακάλεσε να το πάρη πίσω. Αλλά ο γέρων δεν ήθελε να το πάρη. Τότε του λέγει ο αδελφός : « Αν δεν το πάρης, δεν θα έχω ανάπαυση ». Του αποκρίνεται ο γέρων : « Αν δεν θα έχης ανάπαυση, να, το δέχομαι». Και έμεινε ο αδελφός εκείνος έως το τέλος του επιγείου βίου του και ωφελήθηκε από το έργο του γέροντος.
β'. Στον ίδιο Αββά Γελάσιο, άφησε κάποτε ένας γέρων, μοναχός και αυτός, οπού διέμενε κοντά στη Νικόπολη, ένα κελλί και το γύρω του χωράφι. Ένας δε γεωργός του Βακάτου, του τότε άρχοντος στη Νικόπολη της Παλαιστίνης, επειδή ήταν συγγενής του κοιμημένου γέροντος, παρουσιάστηκε στον παρά πάνω Βακάτο και αξίωσε να πάρη στην κατοχή του εκείνο το χωράφι, γιατί, δήθεν, σύμφωνα με τον νόμο, έπρεπε να περιελθη σ’ αυτόν. Και εκείνος, δραστήριος άνθρωπος καθώς ήταν, προσπαθούσε με τα ίδια του τα χέρια να πάρη το χωράφι από τον Αββά Γελάσιο. Αλλά ο Αββάς, μη θέλοντας μοναχικό κελλί να παραδώση σε κοσμικό άνθρωπο, δεν του το παραχωρούσε. Βλέποντας δε ο Βακάτος τα ζώα του Αββά Γελασίου να μεταφέρουν τις ελιές του κληρονομημένου απ’ αυτόν χωραφιού, τα απέσπασε με τη βία, πήρε στο σπίτι του τις ελιές και με κακή συμπεριφορά άφησε ύστερα τα ζώα και τους αγωγιάτες. Αλλά ο μακάριος γέρων, τον μεν καρπό καθόλου δεν τον διεκδίκησε, την κυριαρχία όμως του χωραφιού δεν την παρεχώρησε, για την αιτία οπού είπαμε. Έτσι, εξαγριωμένος ο Βακάτος και επειδή είχε και άλλες ανάγκες οπού τον κέντριζαν, - ήταν, βλέπετε, φιλόδικος - τρέχει στην Κωνσταντινούπολη, κάνοντας τον δρόμο πεζή. Σαν έφθασε στην Αντιόχεια, άκουσε για τον άγιο Συμεών, οπού έλαμπε τότε σαν μεγάλος φωστήρας, με την υπεράνθρωπη αρετή του και θέλησε, σαν χριστιανός, να δη τον άγιο. Βλέποντάς τον δε από τον στύλο ο άγιος Συμεών, μόλις έμπαινε στη Μονή, τον ρώτησε : « Από που είσαι; Και που πας ; ». Και εκείνος αποκρίνεται: « Από την Παλαιστίνη είμαι και στην Κωνσταντινούπολη πηγαίνω ». Και ο άγιος τον ξαναρωτά : « Και για ποιόν λόγο;». Του απαντά ο Βακάτος : «Για πολλές υποθέσεις. Και ελπίζω, με τις ευχές της αγιωσύνης σου, να ξαναγυρίσω και να προσκυνήσω τα άγια πόδια σου». Και του λέγει ο άγιος Συμεών: «Δεν θέλεις, αμαρτωλότατε άνθρωπε, να πης ότι εναντίον του ανθρώπου του Θεού πηγαίνεις ; Αλλά δεν θα ευοδωθή η πορεία σου. Ούτε θα ξαναδής το σπίτι σου. Αν λοιπόν θέλης να με άκούσης, τρέχα πίσω σ' αυτόν και βάλε του μετάνοια, αν βέβαια προφθάσης να είσαι ζωντανός ». Και ευθύς τον πιάνει πυρετός, τον βάζουν σε ενα κλειστό φορείο οι συνοδοί του και βιάζεται να γυρίση πίσω και να βάλη μετάνοια μπροστά στον Αββά Γελάσιο, όπως του είχε πη ο άγιος Συμεών. Αλλά φθάνοντας στη Βηρυτό πέθανε, χωρίς να ξαναδή το σπίτι του, κατά την προφητεία του αγίου. Αυτά, ο γυιός του, οπού τον έλεγαν επίσης Βακάτο, μετά το τέλος του πατέρα του, σε πολλούς και αξιοπίστους άνδρες τα διηγήθηκε.
γ'. Και αυτό επίσης πολλοί από τους μαθητές του το διηγήθηκαν. Κάποτε, οπού τους έφεραν ένα ψάρι, το τηγάνησε ο μάγειρος και το έφερε στον κελλαρίτη. Αλλά ο κελλαρίτης, επειδή του ετυχε μια βιαστική δουλειά, βγήκε από το κελλάρι, άφησε το ψάρι χάμω, μέσα στην απλάδα, και παρήγγειλε σ’ ένα καλογεροπαίδι μικρό να το φυλάξη προς ώρας για τον μακάριο Γελάσιο, οπού θα επέστρεφε. Αλλά το παιδί, λαίμαργο καθώς ήταν, άρχισε να τρώη με βουλιμία το ψάρι. Μπαίνοντας δε κατόπιν ο κελλαρίτης και βρίσκοντάς το να καταβροχθίζη το ψάρι, θύμωσε με το παιδί οπού καθόταν χάμω. Και χωρίς να το καλοσκεφθή, του έδωσε μια με το πόδι. Αλλά το χτύπημα ήταν καίριο, το παιδί έχασε τις αισθήσεις του και πέθανε. Τότε έπιασε φόβος τον κελλαρίτη. Πλάγιασε τον νεκρό στο ίδιο του στρωσίδι, τον σκέπασε και πήγε και έπεσε στα πόδια του Αββά Γελασίου, λέγοντάς του τί είχε συμβή. Εκείνος τότε του παρήγγειλε να μη το πη σε κανέναν άλλο και τον πρόσταξε, αφού όλοι θα αποσύρονταν στα κελλιά τους το βράδι, να μεταφέρη το πεθαμένο παιδί στο διακονικό, να το αποθέση μπροστά στο θυσιαστήριο και να φύγη. Πήγε ο γέρων στο διακονικό και στάθηκε να προσευχηθή. Και κατά την ώρα της νυχτερινής ψαλμωδίας, οπού συνάχτηκαν οι αδελφοί, βγήκε ο γέρων εχοντάς το παιδόπουλο να τον ακολουθή από πίσω, χωρίς κανείς να μάθη τί είχε συμβή, παρά μονάχα το ήζεραν αυτός και ο κελλαρίτης, έως την κοίμηση του.
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.60-63 )
«Ο Θεός δεν έχει θρησκεία.»(Mahatma Gandhi)
«Πιστεύω στο Θεό, αλλά όχι σαν ένα πράγμα, όχι σαν κάποιον γέρο στον ουρανό. Πιστεύω πως αυτό που οι άνθρωποι αποκαλούν Θεό, βρίσκεται στον καθέναν από εμάς. Πιστεύω πως ό,τι δίδαξαν ο Χριστός, ο Μωάμεθ, ο Βούδας και όλοι οι υπόλοιποι, ήταν σωστό. Απλά στις μεταφράσεις κάτι πήγε στραβά.»(John Lennon)
«Δεν πιστεύω στο Θεό και δεν είμαι άθεος.»(Albert Camus)
«Όταν ένας άνθρωπος υποφέρει από μια ψευδαίσθηση, αυτό ονομάζεται παραφροσύνη. Όταν πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από μια ψευδαίσθηση, αυτό ονομάζεται Θρησκεία.»(Robert M. Pirsig)
«Με ή χωρίς θρησκεία, οι καλοί άνθρωποι μπορούν να φέρονται καλά και οι κακοί άνθρωποι να κάνουν κακό; Αλλά για τους καλούς ανθρώπους το να κάνουν το κακό – αυτό απαιτεί θρησκεία.»(Steven Weinberg)
«Πιστεύω στο Θεό, μόνο που τον ονομάζω Φύση.»(Frank Lloyd Wright)
«Πιστεύω στη θεμελιώδη αλήθεια όλων των μεγάλων θρησκειών του κόσμου.» (Mahatma Gandhi)
«Σε μισώ Θεέ. Σε μισώ σαν να υπάρχεις πραγματικά.»(Graham Greene)
«Όταν απαντώνται τα πάντα, είναι απάτη.»(Sean Penn)
«Οι άνθρωποι επιτρέπουν στο Θεό να βρίσκεται παντού εκτός από το θρόνο Του. Θα Του επιτρέψουν να βρίσκεται στο εργαστήρι Του για να κατασκευάζει κόσμους και να φτιάχνει αστέρια. Θα Του επιτρέψουν να βρίσκεται στην Εκκλησία Του, να μοιράζει τον οβολό Του και να απονέμει τις αφθονίες Του. Θα Του επιτρέψουν να διατηρήσει τη γη και να βαστάζει τους στυλοβάτες αυτής, ή να ανάβει τα φώτα του παραδείσου, ή να κυβερνά τα κύματα του ασταμάτητου ωκεανού; Όταν όμως ο Θεός ανέρχεται στο θρόνο Του, τα πλάσματά Του τρίζουν τα δόντια τους. Και ανακηρύσσουμε έναν ενθρονισμένο Θεό και το δικαίωμά Του να κάνει το θέλημά Του με τα κεκτημένα Του, να διαθέσει τα πλάσματά Του όπως σωστά πιστεύει, χωρίς να τα συμβουλευτεί πάνω στο θέμα; είναι τότε που γιουχάρουμε και αποστρεφόμαστε, και είναι τότε που οι άνθρωποι παριστάνουν πως δεν μας ακούν, γιατί ο Θεός στο θρόνο Του δεν είναι ο Θεός που αγαπούν. Ωστόσο είναι ο Θεός πάνω στο θρόνο Του που λατρεύουμε να κηρύττουμε. Είναι ο Θεός πάνω στο θρόνο Του Εκείνος που εμπιστευόμαστε.»(Charles Spurgeon)
«Το ότι ο Θεός δεν υπάρχει, αυτό δεν μπορώ να το αρνηθώ. Το ότι όλη μου η ύπαρξη χρειάζεται απεγνωσμένα το Θεό, αυτό δεν μπορώ να το ξεχάσω.»(Jean-Paul Sartre)
«Αν ο Θεός υπάρχει, ελπίζω να έχει μια καλή δικαιολογία.»(Woody Allen)
«Εκλαμβάνουμε το Θεό όπως ένας αεροπόρος εκλαμβάνει το αλεξίπτωτό του; Υπάρχει εκεί για τις περιπτώσεις ανάγκης αλλά ελπίζει να μη χρειαστεί ποτέ να το χρησιμοποιήσει.» (C.S. Lewis)
«Υπάρχει πολλή υπερηφάνεια στην άρνησή μου να πιστεύω στο Θεό.»(Orhan Pamuk)
«Δεν υπάρχει Θεός ανώτερος από την αλήθεια.»(Mahatma Gandhi)
«Αν ήταν να κατασκευάσω έναν Θεό θα τον εφοδίαζα με τρόπους και ποιότητες και χαρακτηριστικά που στον Παρόντα εκλείπουν.»(Mark Twain)
«Ήμουν χριστιανή από μικρό κορίτσι. Η Χριστιανοσύνη μου ωστόσο είναι ένα ακαθόριστο χάος από σκέψεις και απόψεις και φτιάχνω το Θεό όπως με βολεύει – όπως όταν ψωνίζω στο εμπορικό κέντρο και διαλέγω ότι θέλω, έτσι συνδυάζω και την πίστη σαν να ήταν ένα συνολάκι. Με κάποιο τρόπο, δε νομίζω ότι ο Δημιουργός, ο ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ, ο Σωτήρας του κόσμου είναι κάτι που μπορούμε να συνδυάσουμε κατά το δικό μας γούστο.(Cindy Martinusen-Coloma)
«Καλύτερα να μην υπάρχει Θεός γιατί αλλιώς θα βρεθώ σε μεγάλο μπελά.»(Patricia Marx)
«Οι άνθρωποι θα αναζητήσουν τα πέρατα του γαλαξία προκειμένου να αποφύγουν αυτό που χρειάζονται πραγματικά.»(Criss Jami)
«Ο τυπικός αθεϊστής επαναστατεί ενάντια στο Θεό όπως ένας έφηβος επαναστατεί ενάντια στους γονείς του. Όταν οι επιθυμίες ή τα πρότυπά του δεν εκπληρώνονται όπως αυτός κρίνει σωστό, τότε εξεγειρόμενος ορμά έξω από το σπίτι απορρίπτοντας το Λόγο του Θεού και διερευνώντας εξονυχιστικά εκείνους που στέκονται δίπλα στο Λόγο του Θεού. Ο επιθετικός προσδιορισμός «Ουράνιε Πατέρα» είναι μια μεγαλειώδης αντανάκλαση, μια σύνδεση με την ανθρώπινη φύση.»(Criss Jami)
«Γιατί όταν παύουμε να λατρεύουμε το Θεό, δεν λατρεύουμε το τίποτα, λατρεύουμε τα πάντα.»(G.K. Chesterton)
«Τα διαφορετικά δόγματα δεν είναι τίποτε άλλο από διαφορετικά μονοπάτια για να φτάσουμε τον ίδιο Θεό.»(Sri Ramakrishna)
«Οι μαθηματικοί είναι οι ιερείς του σύγχρονου κόσμου.»(Bill Gaede)
«Υποβαθμίζουμε υπερβολικά το Θεό, Του καταλογίζουμε τις ιδέες μας, επειδή μας δυσαρεστεί το ότι είμαστε ανίκανοι να Τον καταλάβουμε.»(Dostoyevsky)
«Οι άνθρωποι προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι αντιρρήσεις απέναντι στη Χριστιανοσύνη πηγάζουν από την αμφιβολία. Αυτό είναι μια παντελής παρεξήγηση. Οι αντιρρήσεις απέναντι στη Χριστιανοσύνη πηγάζουν από την ανυπακοή, την αντιπάθεια στην υποταγή, την επανάσταση ενάντια σε κάθε αρχή. Συνεπώς, οι άνθρωποι μέχρι στιγμής απλά χτυπούν τον αέρα στην πάλη τους ενάντια στις αντιρρήσεις, επειδή παλεύουν πνευματικά με την αμφιβολία αντί να παλεύουν ηθικά με την αντίδραση. (Soren Kierkegaard)
«Δεν είναι καν αρκετό να πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός. Πρέπει να πιστέψεις στο Θεό που είναι εκεί.»(Swindoll Charles R)
«Και γι’αυτό όλοι εμείς με μια φωνή ονομάζουμε το Θεό διαφορετικά ως Παραμάτμα, Ισβάρα, Σίβα, Βισνού, Ράμα, Αλλάχ, Κούντα, Νταντα Ορμούζντα, Ιεχωβά, Θεό και μια άπειρη ποικιλία ονομάτων. Είναι ένας, ωστόσο πολλοί.(Mahatma Gandhi)
«Και δεν υπάρχει άλλη θρησκεία από την αλήθεια. Η αλήθεια είναι ο Ράμα, ο Ναραγιάνα, Ο Ισβάρα, Ο Κούντα, ο Αλλάχ, ο Θεός. [Όπως λέει ο Ναρασίνχα, «τα διαφορετικά σχήματα με τα οποία σφυρηλατείται ο χρυσός προκαλούν διαφορετικά ονόματα και μορφές; Τελικά όμως όλα είναι χρυσός.»].»(Mahatma Gandhi)
«Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτε πιο αλαζονικό από το να πιστεύεις ότι ο δικός σου θεός είναι αληθινός, ενώ οι χιλιάδες θεοί που έχει επινοήσει η ανθρωπότητα στο ρου της ιστορίας είναι γελοίες φαντασιοπληξίες.»(Thor Benson)
Χαίρετε (Ματθαίου κη’ 9).
Ο αναστημένος Ιησούς συναντά μέσα στον κήπο τις Μυροφόρες γυναίκες και τους απευθύνει τον αναστάσιμο χαιρετισμό: «Χαίρετε». Γίνεται έτσι η αποκατάστασις της γυναικός στην προπτωτική της κατάστασι. Μετά την πτώσι η Εύα άκουσε από το στόμα του Θεού, «περιπατούντος εν τω Παραδείσω το δειλινόν», την κατάρα του πόνου και των δακρύων. Μετά την Ανάστασι οι Μυροφόρες ακούνε από το στόμα του Ιησού, που περπατούσε μέσα στον ανοιξιάτικο κήπο το πρωινό της καινούργιας ημέρας, τον χαιρετισμό της αποκαταστάσεως: «Χαίρετε». Το τραγικό δειλινό της πτώσεως το διαδέχεται το χαρούμενο πρωινό της Αναστάσεως. Και το θρήνο της Εύας τον διεδέχθη η χαρά των Μυροφόρων. Αυτές «την προγονικήν απόφασιν απορρίψασαι, τοις Αποστόλοις καυχώμεναι έλεγον. Εσκύλευται ο θάνατος, ηγέρθη Χριστός, ο Θεός». «Η γυνή εξαπατηθείσα εν παραβάσει... πρώτη της αναστάσεως γίνεται μάρτυς, ίνα την εκ της παραβάσεως καταστροφήν δια της κατά την ανάστασιν πίστεως ανορθώση» (Γρηγόριος Νύσσης, L. 326).
Ο Αναστημένος Ιησούς αναδημιουργεί την ιστορία και αναπλάσσει τους ανθρώπους. Τον αναγνωρίζομε από τα έργα του. Ένας τεχνίτης εφαρμόζει την ίδια τεχνική. ένας γιατρός εφαρμόζει την ίδια μέθοδο. Από την τακτική αναγνωρίζομε τον τεχνουργό, τον δημιουργό. Απ’ όσα έγιναν στον κήπο της Ιερουσαλήμ το πρωινό εκείνο μαντεύομε τον Δημιουργό. Η σκέψις μας προχωρεί στο πρωινό εκείνο της πρώτης δημιουργίας. Τα ίδια πράγματα. Η ίδια τακτική. Άρα και ο ίδιος Δημιουργός. Γι’ αυτό είμαστε βέβαιοι, ότι ο Ιησούς είναι Εκείνος, που ήλθε «καινουργήσαι τον Αδάμ.»
«Ει και εν τάφω κατήλθες αθάνατε, αλλά του Άδου καθείλες την δύναμιν. Και ανέστης ως νικητής, Χριστέ ο Θεός, γυναιξί μυροφόροις φθεγξάμενος Χαίρετε και τοις σοις Αποστόλοις ειρήνην δωρούμενος, ο τοις πεσούσι παρέχων ανάστασιν» (Πεντηκοστάριον, 3).
ωσεί λήρος Λουκά κδ' 11
Η πρώτη και παντοτεινή αντίδρασις στο άγγελμα της Αναστάσεως: «θρησκευτικό γυναικείο παραλήρημα»! Μέχρι τώρα η αντίδρασις σε ό,τι έβλεπαν και άκουγαν από τον Ιησού είχε εκδηλωθή και κορυφωθή με τη σταύρωσι. Απ’ εδώ κι’ εμπρός αρχίζει ο πόλεμος και σε ό,τι δεν είδαν: στην Ανάστασι του. Θα νόμιζε κανείς, ότι η Ανάστασις θα ήταν το ακαταμάχητο όπλο του Ιησού. Τι περίεργο όμως!
Όπως δεν έγινε δεκτός ο Ιησούς του λόγου και του σταυρού, έτσι αποδοκιμάζεται και ο αναστημένος Ιησούς. Πράγμα, που αποδεικνύει ότι ο Ιησούς είναι αντικείμενο πίστεως. Χωρίς πίστι δεν είναι δεκτός ούτε ο σωματικός, ούτε ο αναστημένος Ιησούς. Ούτε ο ορατός και ψηλαφητός, ούτε ο αόρατος και αναφής (αψηλάφητος). Ο Ιησούς δεν επρόκειτο να γίνη δεκτός στη γη παρά μόνο δια της πίστεως. Κι αυτή η Ανάστασις του Ιησού έγινε τελικά θέμα πίστεως. Έτσι εφαρμόσθηκε ο λόγος του Κυρίου, που είπε, ότι χωρίς πίστι, «ούτε εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται» (οι άνθρωποι).
Η πίστις, το θείο αυτό δώρο στον άνθρωπο, η έκτη αίσθησις, είναι ο μόνος τρόπος αποδοχής του Ιησού και του μηνύματος του. Με το εφόδιο της πίστεως ο Ιησούς έγινε δεκτός περισσότερο απ’ εκείνους, που δεν τον είδαν και δεν τον εψηλάφησαν. Γι’ αυτό και ο Κύριος τους εμακάρισε και τους είπε: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».
« Όρθος ην βαθύς και αι Γυναίκες ήλθον επί το μνήμα σου, Χριστέ. Αλλά το σώμα ουχ ευρέθη, το ποθούμενον αυταίς. Διό απορουμέναις, οι ταις αστραπτούσαις εσθήσεσιν επιστάντες, Τι τον ζώντα μετά των νεκρών ζητείτε; έλεγον. Ηγέρθη ως προείπε. Τι αμνημονείτε των ρημάτων αυτού; Οίς πεισθείσαι, τα οραθέντα εκήρυττον. Αλλ' εδόκει λήρος τα ευαγγέλια. Ούτως ήσαν έτι νωθείς οι Μαθηταί. Αλλ’ ο Πέτρος έδραμε και ιδών εδόξασε σου πρός εαυτόν τα θαυμάσια» (Παρακλητική, 466).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ.299-301 )