«Επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού» (Λουκ. α΄ 48).
Το πρώτο συναίσθημα, που εκφράζει η Παρθένος στην Ωδή της, αναφέρεται στην μηδαμινότητα του προσώπου της. Σχολιάζει σχετικά ο Ωριγένης: «Τις γαρ ειμί εγώ προς τοσούτον έργον; Αυτός επέβλεψεν, ουκ εγώ προσεδόκησα. Ταπεινή γάρ ήμην και απερριμμένη και νυν από γης εις ουρανόν μεταβαίνω και εις άρρητον οικονομίαν έλκομαι» (ΥΛ, 64) .
Μαζί με το μεγαλείο του Θεού αποκαλύπτεται συγχρόνως και η μηδαμινότης και η αναξιότης του ανθρώπου. Ο Δαβίδ, ατενίζοντας τον έναστρο ουρανό, ένοιωσε το μεγαλείο του Θεού, ταυτοχρόνως όμως ένοιωσε και την ανθρώπινη μηδαμινότητα (Ψαλμ. 8, 1 - 5) . Το γεγονός της θαυμαστής αλιείας κάνει τον απόστολο Πέτρο να αισθανθή τη θεότητα του Χριστού, αλλά και την προσωπική του αμαρτωλότητα. Η διπλή αυτή συναίσθησις τον έκανε να πέση στα γόνατα, μέσα στη βάρκα του, και να πη τον υπέροχο εκείνο λόγο: « Έξελθε απ εμού. ότι ανήρ αμαρτωλός είμι, Κύριε» (Λουκ. ε΄ 8) .
Όταν αποκαλύπτεται ο Θεός στον άνθρωπο, φαίνεται ότι δημιουργούνται δύο αντίθετες κινήσεις που διατηρούν την ανθρώπινη ύπαρξη στην ισορροπία και αρμονία: η μία, το θάμβος του Θεού, τον ελκύει προς τα πάνω και η άλλη, το δέος της μηδαμινότητος του, τον πιέζει προς τα κάτω. Χάρις στις δύο αυτές δυναμικές κινήσεις ζει και υπάρχει ο άνθρωπος.
Σε μια μικρή χειρουργική επέμβαση που μου έγινε στην περιοχή του προσώπου, αισθάνθηκα λιποθυμία... Ο γιατρός τότε, με μια δυναμική κίνησι πίεσε το κεφάλι μου, χαμηλώνοντάς το ανάμεσα στα γόνατά μου... Όταν, κατά κάποιον τρόπο, επεμβαίνει ο Θεός στη ζωή μας, το μέτωπό μας πρέπει να εγγίζη το χώμα. «Ώφθη Κύριος τω Άβραμ ...και έπεσεν Άβραμ επί πρόσωπον αυτού» (Γεν. ιζ' 1 - 3).
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.121-122 )