Το υ Α β β ά Η σ α ΐ α.
α΄. Είπε ο Αββάς Ησαΐας, ότι τίποτε δεν είναι τόσο ωφέλιμο για τον αρχάριο, όπως το να τον υβρίζουν. Καθώς το δένδρο όπου ποτίζεται κάθε μέρα, έτσι είναι ο αρχάριος όπου τον υβρίζουν και υπομένει.
β΄. Έλεγε πάλι σε αρχαρίους όπου άφηναν με υποταγή να τους κυβερνούν άγιοι πατέρες, ότι η πρώτη βαφή δεν χάνεται, όπως στην περίπτωση της πορφύρας. Και ότι, καθώς οι τρυφεροί κλάδοι εύκολα αλλάζουν κατεύθυνση και λυγίζουν, έτσι και οι αρχάριοι όπου ζουν με υποταγή.
γ΄. Έλεγε πάλι : « Ο πρεσβύτερος του Πηλουσίου, αφού έγινε αγάπη και οι αδελφοί, στη σύναξη, έτρωγαν και μιλούσαν μεταξύ τους, τους μάλωσε και τους είπε : Σωπάστε, αδελφοί. Εγώ είδα έναν αδελφό, οπού τρώγει μαζί σας και πίνει όσο και σεις, να ανεβαίνη η προσευχή του ενώπιον του Θεού σαν φωτιά ».
δ΄. Έλεγαν για τον Αββά Ησαΐα, ότι πήρε κάποτε ένα ζεμπίλι, πήγε στο αλώνι και λέγει στον κύριο του χωραφιού : « Δος μου σιτάρι ». Και τον ρωτά εκείνος : « θέρισες και συ, Αββά ; ». Του απαντά : « Όχι ». Και του λέγει ο κύριος του χωραφιού : «Πώς λοιπόν θέλεις να σου δώσω σιτάρι, αφού δεν θέρισες ; ». Του λέγει τότε ο γέρων : « Ώστε, αν τινάς δεν θερίση, δεν παίρνει μισθό ; ». Του απαντά ο γεωργός : « Όχι ». Και έτσι έφυγε ο γέρων. Οι δε αδελφοί, σαν είδαν τι έκαμε, του έβαλαν μετάνοια και τον παρακάλεσαν να τους πη γιατί το έκαμε αυτό. Και ο γέρων τους αποκρίνεται : « Αυτό το έκαμα για παράδειγμα, για να μάθετε, ότι, αν τινάς δεν εργασθή, δεν αμείβεται από τον Θεό ».
ε΄. Ο ίδιος Αββάς Ησαΐας φώναξε κάποιον από τους αδελφούς και του έπλυνε τα πόδια. Και υστέρα έρριξε μια χούφτα φακές σε χύτρα και αφού πήρε μια πρώτη βράση, την κατέβασε. Του λέγει ο αδελφός : « Δεν έβρασε καλά ακόμη, Αββά ». Και του αποκρίνεται : « Δεν σου αρκεί λοιπόν ότι είδες τόση φωτιά ; Και αυτό μεγάλη παρηγοριά είναι ».
στ΄. Έλεγε πάλι : « Αν θέλη ο Θεός να ελεήση μια ψυχή και αυτή του ξεφεύγη και δεν στέκεται, κάνοντας το δικό της θέλημα, επιτρέπει να τη βρουν ανεπιθύμητα δεινά, ώστε εξ αιτίας των θλίψεων να τον αποζητήση ».
ζ΄. Έλεγε πάλι, ότι, σαν θέλη τινάς να αποδώση κακό αντί κακού, μπορεί και με απλό νεύμα να βλάψη τη συνείδηση του αδελφού.
η΄. Ο ίδιος Αββάς Ησαΐας ρωτήθηκε, τι είναι φιλαργυρία. Και αποκρίθηκε : « Το να μη έχης εμπιστοσύνη στον Θεό, ότι φροντίζει για σένα, και να έχης χάσει τις ελπίδες για την εκπλήρωση των υποσχέσεων του και να έχης μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου ».
θ΄. Ρωτήθηκε πάλι, τι είναι καταλαλιά. Και αποκρίθηκε : « Το να μη γνωρίζης τη δόξα του Θεού και φθόνος προς τον πλησίον ».
ι΄. Ρωτήθηκε πάλι, τι είναι οργή. Και αποκρίθηκε: « Φιλονεικία και ψεύδος και έλλειψη θεογνωσίας ».
Του Αββά Ηλία
α΄. Είπε ο Αββάς Ηλίας : « Εγώ τρία πράγματα φοβάμαι. Όταν μέλλη η ψυχή μου να βγη από το σώμα. Όταν μέλλω να βρεθώ μπροστά στον Θεό. Και όταν μέλλη να βγάλη την απόφαση του εναντίον μου ».
β΄. Έλεγαν οι γέροντες στον Αββά Ηλία, στην Αίγυπτο, για τον Αββά Αγάθωνα, ότι καλός Αββάς είναι.
Και τους λέγει ο γέρων : « Ως προς τη γενεά του, καλός είναι ». Και του λέγουν : « Ως προς δε τους παλαιούς, τι ; ». Και τους αποκρίνεται και τους λέγει : « Σας είπα ότι ως προς τη γενεά του καλός είναι. Όσον αφορά δε τους παλαιούς, είδα σε Σκήτη άνθρωπο οπού μπορούσε να σταματήση τον ήλιο στον ουρανό, όπως έκαμε ο Ιησούς του Ναυή ». Και σαν το άκουσαν αυτό, θαμπώθηκαν και δόξασαν τον Θεό.
γ΄. Είπε ο Αββάς Ηλίας της διακονίας : « Τι δύναμη έχει η αμαρτία, όπου υπάρχει μετάνοια ; Και τι ωφελεί η αγάπη, όπου υπάρχει υπερηφάνεια; ».
δ'. Είπε ο Αββάς Ηλίας : « Μου φάνηκε ότι είδα κάποιον να βάζη κρυφά στον κόρφο του κολοκύθα με κρασί. Και για να ντροπιάσω τους δαίμονες, βέβαιος ότι ήταν πλανερή εντύπωση, είπα στον αδελφό : Σε παρακαλώ σήκωσέ το αυτό. Σηκώνει λοιπόν τον μανδύα του και αποδείχνεται ότι τίποτε δεν είχε κρυμμένο στον κόρφο του. Και αυτό το είπα, ώστε, ακόμη και αν δήτε με τα ίδια σας τα μάτια ή ακούσετε με τα ίδια σας τα αυτιά, να μη είστε βέβαιοι. Απεναντίας, να έχετε προσοχή στους διαλογισμούς και τις ενθυμήσεις και τις έννοιες, ξέροντας ότι το πονηρό πνεύμα από εκεί έρχεται για να μιάνη την ψυχή και να την κάμη να πιστεύη στα βλαβερά, απασχολώντας τον νου μακριά από τις αμαρτίες μας και από τον Θεό ».
ζ΄ . Είπε πάλι : « Οι άνθρωποι έχουν τον νου τους ή στις αμαρτίες ή στον Ιησού ή στους ανθρώπους ».
στ΄. Είπε πάλι : « Αν ο νους δεν ψάλλη με το σώμα, μάταιος ο κόπος. Γιατί, αν αγαπά τινάς τη θλίψη, ύστερα τη βλέπει να του γίνεται χαρά και ανάπαυση ».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.87-89 )