E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Άψογη παράσταση. 

Το μάτι δεν χορταίνει να βλέπει, ούτε το αυτί χορταίνει ν’ ακούει. Αυτός ο κόσμος στην ολότητά του είναι σαν μια άψογη παράσταση.
Όμως είναι η ίδια η θλίψη που το «λεόντειο θάρρος» μπροστά στην ολότητα το μετατρέπει σε «πανικό ποντικού» στις λεπτομέρειες. Ανίκητη η ορμή της ζωής στην ολότητά της, αλλά απελπισμένη θανάτωση στις λεπτομέρειές της.
Και όλη αυτή την άψογη παράσταση δεν μπορεί να την χορτάσει κανένα μάτι, ούτε έστω και ένα αυτί, ακόμα λιγότερο μπορεί να την σβήσει η δίψα των σαρκικών επιθυμιών, και πολύ λιγότερο μπορεί να την χορτάσει η πνευματική πείνα.
Όπως μία σταγόνα νερού πέφτει στην καυτή γλώσσα του διψασμένου ταξιδιώτη και τον δροσίζει, έτσι και όλη η οικουμένη μοιάζει με καυτή σταγόνα που πέφτει στο διψασμένο πνεύμα. Μα εκεί όχι μόνο δεν το δροσίζει, αλλά ακριβώς η ίδια καυτή σταγόνα δημιουργεί τη δίψα και την αναζωπυρώνει κάνοντας την, δίψα μέχρι τρέλας.
Ο κόσμος έγινε για να δημιουργήσει τη δίψα στον άνθρωπο, όχι όμως και για να την σβήσει.
 

(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 21-22).

Η φιλομάρτυς Κλεοπάτρα. 

Όταν αυτοκράτορας στη Ρώμη ήταν ο Μαξιμιανός, μαρτύρησε στην Αίγυπτο γύρω στα 304 ο άγιος Ούαρος, νέος ακόμη αξιωματικός κάποιας ρωμαϊκής λεγεώνας. Ζηλωτής χριστιανός, συνελήφθη μέσα στις φυλακές που πήγαινε κρυφά, για να ανακουφίζει και να δίνει θάρρος στους μάρτυρες. Ήρθε έτσι και η δική του σειρά να χύσει το αίμα του για την αγάπη του Χριστού. Στον τόπο μαρτυρίου του βρέθηκε, σταλμένη από τη θεία πρόνοια, μια πολύ ευσεβής χριστιανή, η Κλεοπάτρα. Ήταν χήρα, αλλά πλουσιωτάτη κι είχε κοντά της τον μικρό μοναχογιό της. Η ευγενής κυρία παρακολούθησε με βαθύ πόνο τα σκληρά βασανιστήρια, που έκαναν στο νέο για να αρνηθεί την πίστη του. Όταν έμεινε πια άψυχο το μαρτυρικό σώμα, η Κλεοπάτρα έδωσε πολλά χρήματα στους δημίους και το πήρε. Με μεγάλη ευλάβεια το μετέφερε στο αρχοντικό της και το έθαψε.

Ύστερα από λίγα χρόνια, όταν βασίλεψε ο Μ. Κωνσταντίνος και σταμάτησαν οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών, η Κλεοπάτρα άφησε την Αίγυπτο για να γυρίσει πίσω στη Παλαιστίνη, και πήρε μαζί της το λείψανο του μάρτυρος, σαν πολύτιμο θησαυρό. Εκεί ξόδεψε ένα μεγάλο μέρος από την περιουσία της και έκτισε μεγαλοπρεπέστατη εκκλησία στο όνομα του αγίου Ουάρου και αφιέρωσε σε αυτή το τίμιο λείψανο που φύλαγε μέσα σε ολόχρυση λάρνακα.
Όταν ήταν πια όλα έτοιμα, προσκάλεσε τον επίσκοπο και τους κληρικούς της επαρχίας για τα εγκαίνια. Ύστερα από τη θεία λειτουργία, φιλοξένησε όλους τους πιστούς και τους έστρωσε πλούσιο τραπέζι. Η χήρα μαζί με τον νεαρό γιό της, περιποιήθηκαν με τα ίδια τους τα χέρια όλους τους προσκαλεσμένους, χωρίς να βάλουν ψωμί στο στόμα τους. Σα νύχτωσε και το σπίτι άδειασε από τον κόσμο, τσακισμένος από την κούρση ο νέος, πήγε στο δωμάτιό του να ξεκουραστεί. Σε λίγο πήγε και η μητέρα να του πάει φαγητό. Τον βρήκε όμως να καίγεται στον πυρετό! Ανήσυχη του έκανε τις περιποιήσεις που ήξερε, ξεχνώντας την πείνα και την κούρασή της. Αλλά όσο περνούσε η ώρα ο πυρετός ανέβαινε και πριν προφτάση να έρθει ο γιατρός, ο νέος ξεψύχησε στην αγκαλιά της μάνας. Αλλόφρονη εκείνη από την απροσδόκητη συμφορά, σήκωσε το νεαρό σώμα και το πήγε στην εκκλησία του μάρτυρος. Το ακούμπησε πάνω στη λάρνακα των λειψάνων και πέφτοντας στα γόνατα, ξέσπασε σε σπαρακτικό θρήνο. Με πονεμένα λόγια θύμιζε στον μάρτυρα, σαν να τον είχε μπροστά της, όσα είχε κάνει για χάρη του και απαιτούσε από αυτόν να κάνει ό,τι ο Ελισσαίος για τη Σωμανίτιδα, να αναστήσει δηλαδή τον γιό της!

Ανάμεσα στα δάκρυά της και στ’ αναφυλλητά, συντριμμένη από τον πόνο και τον κόπο, αποκοιμήθηκε. Είδε τότε ένα θαυμάσιο όνειρο, που παρηγόρησε τη μητρική καρδιά της.
Άνοιξε μπροστά στα μάτια της ο ουρανός, και μέσα από φως υπέρλαμπρο παρουσιάσθηκε ο μάρτυς του Χριστού, στεφανωμένος μ’ ολόχρυσο στεφάνι! Κρατούσε από το χέρι, σαν φίλος τον φίλο του, τον γιο της χήρας, που φορούσε κι αυτός ολάνθιστο στεφάνι στο όμορφο κεφάλι του.
-Μη με κατηγορείς για αγνωμοσύνη, Κλεοπάτρα, της είπε ο μάρτυς με γλυκύτητα. Θυμάσαι πόσες φορές γονατιστή μπροστά στα λείψανά μου, γύρευες χάριτες για το παιδί σου; Τι ποιο μεγάλο χάρισμα μπορούσα να του ανταποδώσω από τούτη τη δόξα που βλέπεις; Αν ύστερα από αυτό, εξακολουθείς να τον γυρεύεις κοντά σου, είναι ελεύθερος να έρθει.
Και γυρίζοντας στο νεό, του έδειξε την πονεμένη μητέρα του.
-Φίλε μου μπορείς να πας μαζί της.
Εκείνος όμως έπεσε στην αγκαλιά του μάρτυρος, σαν να μην ήθελε ποτέ να τον αποχωρισθεί, και στρέφοντας στη μητέρα του ελαφρά το κεφάλι, της είπε:
-Επιμένεις λοιπόν να μου στερήσεις αυτή την ευτυχία; Θέλεις ποτέ να με ξαναφέρεις από τα αιώνια στα πρόσκαιρα κι από τη χαρά στη λύπη; Πάψε, μητέρα, να πενθείς και ετοιμάσου να μας συναντήσεις.

Βάλσαμο παρηγοριάς χύθηκε στην πληγωμένη καρδιά της χήρας, ύστερα από την οπτασία. Αφού έθαψε το παιδί της στην καινούργια εκκλησία, μοίρασε στους φτωχούς όλη την περιουσία της, φόρεσε ταπεινά ρούχα και έμεινε κοντά στον τάφο του μάρτυρος και του παιδιού της. Επτά ολόκληρα χρόνια περιποιήθηκε τον ναό και πέθανε με φήμη αγίας.
(Γεροντικόν)

(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σελ. 18-21).

Προετοιμασία για την μοναχική ζωή. 

Έκτοτε άρχισε να αγωνίζεται με περισσότερο ζήλο και να σκέπτεται έντονα το θέμα της αφιερώσεώς του στον Θεό. Πήγε στην Μητρόπολη Ιωαννίνων και ρώτησε τον Πρωτοσύγκελλο, αν μπορούσε σε εκείνη την ηλικία να γίνη μοναχός. Εκείνος του απάντησε: «Τώρα δεν μπορείς· αργότερα, να μεγαλώσης». Ήταν τότε δεκαπέντε ετών.
Είχε υψηλή ιδέα για τον μοναχισμό και προετοιμαζόταν όσο το δυνατόν καλύτερα. Ζούσε και αγωνιζόταν σαν μοναχός. Σε όσους του πρότειναν συνοικέσια, τα ξέκοβε μια και καλή· «εγώ θα γίνω καλόγηρος», απαντούσε. Σ’ ένα γάμο ο πατέρας του, του ευχήθηκε «και στην χαρά σου». Από τότε δεν του ξαναφίλησε το χέρι, όχι από έλλειψη σεβασμού, αλλά ως σιωπηρή διαφωνία, δείχνοντας ότι δεν επιθυμούσε να πραγματοποιηθή η ευχή του, αλλά η προφητεία του οσίου Αρσενίου. Για τον Αρσένιο ένας δρόμος ανοιγόταν μπροστά του, η αγγελική ζωή των μοναχών.
Σιγά-σιγά το συνειδητοποίησαν οι δικοί του. Δεν χρειαζόταν άλλωστε να τους πείση με λόγια. Η ζωή και οι αγώνες του ήταν απόδειξη των αναζητήσεων του, και έδειχναν τι έμελλε να γίνη ο χαριτωμένος νέος.
Σύχναζε τον ελεύθερο χρόνο του στο εξωκκλήσι της άγιας Βαρβάρας και συναναστρεφόταν άλλους ευλαβείς νέους. Ανάμεσά τους ήταν ο μετέπειτα Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους π. Παύλος Ζησάκης, και ο π. Κύριλλος Μάνθος, Γέροντας του Κελλιού αγίου Νικολάου Μπουραζέρι, στο Άγιον Όρος. Κάθε ημέρα διάβαζαν ακολουθία. Το απόγευμα έκαναν Εσπερινό, Απόδειπνο με Χαιρετισμούς και ύστερα μελετούσαν την Αγία Γραφή και βίους Αγίων.
Επειδή δεν υπήρχαν στην περιοχή του μοναστήρια επανδρωμένα, ο Αρσένιος αναζητούσε εναρέτους γέροντες πιο μακρυά. Κάποτε πήγαν με τον μετέπειτα π. Παύλο Ζησάκη και γνώρισαν τον π. Ιάκωβο Μπαλοδήμο. Έλεγε ο Γέροντας ότι ήταν άγιος άνθρωπος και άριστος Πνευματικός, και διηγείτο πολλά αξιοθαύμαστα γι’ αυτόν.
Ο Αρσένιος προσπαθούσε να συνηθίση τις συνθήκες της μοναχικής ζωής. Προτιμούσε τα άνοστα φαγητά. Δεν έβαζε αλάτι στο φαγητό, για να μην πίνη πολύ νερό. Έπλενε τα ρούχα του ο ίδιος. Δεν άφηνε την μητέρα και τις αδελφές του να τα πλένουν.
Μια περίοδο που πήγαινε με τα αδέλφια του και εργαζόταν στα χωράφια, σε ένα σημείο τους άφηνε να προχωρήσουν και αυτός παρέμενε πίσω. Από περιέργεια τον παρατήρησαν κρυφά και τι να δουν! Έβγαζε τα παπούτσια του και ξυπόλυτος περνούσε τρέχοντας ένα χωράφι με κομμένο τριφύλλι. Ήταν σαν να έτρεχε πάνω σε λεπτά καρφιά. Το κομμένο τριφύλλι τρυπούσε τα πόδια του και έμπαινε μέσα στις σάρκες. Αιμάτωναν τα πέλματα των ποδιών του. Υπέμενε όμως με χαρά τον πόνο μιμούμενος τους Μάρτυρες, όπως διάβαζε στα Συναξάρια, προσπαθώντας να γίνη και αυτός συγκοινωνός και συμμέτοχος των παθημάτων τους. Με τέτοιο μαρτυρικό φρόνημα και θείο έρωτα ήταν πυρακτωμένη η παιδική του ψυχή.
Είχε συνήθεια μια ημέρα την εβδομάδα να ανεβαίνη στο βουνό. Εκεί στην ησυχία περνούσε με νηστεία, προσευχή, μελέτη και μετάνοιες. Τον είλκυε η ησυχία και επιθυμούσε να αξιωθή να ζήση όπως οι ασκητές και οι ερημίτες. Μαζί του κρατούσε τον Σταυρό. «Είχα τέτοια πίστη τότε, που ανέβαινα στο βουνό με τον Σταυρό, που δεν φοβόμουν τίποτε».
Ο Ραφαήλ, ο μεγαλύτερος του αδερφός, βλέποντας τον να επιδίδεται σε μεγάλους αγώνες, προσπαθούσε να τον εμποδίση. Αλλά ενώ μέχρι την ηλικία των δεκαπέντε ετών δεχόταν σιωπηλά την κηδεμονία του, τώρα «ύψωσε ανάστημα» και αντέδρασε. Έκτοτε δεν τόλμησε να τον εμποδίση. Αργότερα, όταν τον συνάντησε ως μοναχό, του ζήτησε συγχώρεση. Οι γονείς όμως χαίρονταν και καμάρωναν τον Αρσένιο. Επειδή είχαν ευλάβεια, καταλάβαιναν τους αγώνες του και δεν ανησυχούσαν.
Ο Αρσένιος δεν αγωνιζόταν μόνο με νεανικό ενθουσιασμό, αλλά και με γεροντική σύνεση. Συνώδευε τις ασκήσεις του με πολλή προσοχή και αυτοέλεγχο· κάθε ημέρα εξέταζε τον εαυτό του τι έκανε, πώς μίλησε, αν πλήγωσε κάποιον με την συμπεριφορά του.

(Βίος Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, ιερομ. Ισαάκ, σελ. 53-55).

463.Ερώτηση
    Κάποιος φιλόχριστος ερώτησε τον ίδιο γέροντα, εάν πρέπει να πολυεξετάζει τα σχετικά με τα θεία μυστήρια• και εάν ο αμαρτωλός, όταν προσέρχεται σ’ αυτά, κατακρίνεται ως ανάξιος.
Απόκριση: Όταν προσέρχεσαι στα Άγια, πρόσεχε δεχόμενος το σώμα και το αίμα του Χρίστου, και πίστευε αδίστακτα ότι είναι αλήθεια. Το πώς είναι αλήθεια, μη το πολυεξετάζεις, σύμφωνα μ’ εκείνον που είπε, «λάβετε, φάγετε, διότι αυτό είναι το σώμα μου και το αίμα μου»• και αυτά μας τα έδωσε για συγχώρηση αμαρτιών. Αυτός που πιστεύει έτσι, ελπίζουμε ότι δεν κατακρίνεται• αυτός που δεν πιστεύει, ήδη έχει την κατάκριση. Επομένως να μη εμποδίσεις τον εαυτό σου να προσέλθει, επειδή τον κρίνεις ως αμαρτωλό, αλλά να γνωρίζεις ότι ο αμαρτωλός που προσέρχεται στο Σωτήρα, αξιώνεται συγχώρηση αμαρτιών, όπως βρίσκουμε στη Γραφή, σχετικά με εκείνους που προσήλθαν σ’ αυτόν με πίστη και άκουσαν τη θεία φωνή• «συγχωρούνται οι πολλές αμαρτίες σου». Εάν λοιπόν ήταν άξιος να προσέλθει σ’ αυτόν, δεν θα είχε αμαρτίες• επειδή ήταν αμαρτωλός και χρεώστης, πήρε συγχώρηση των οφελημάτων. Και άκουσε και τον ίδιο τον Κύριο που λέγει• «δεν ήρθα να σώσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς»• και πάλι, «δεν έχουν ανάγκη ιατρού οι υγιείς αλλά οι ασθενείς». Θεώρει λοιπόν τον εαυτό σου αμαρτωλό και ασθενή και πρόσελθε σ’ εκείνον που μπορεί να σώσει αυτόν που βρίσκεται στην απώλεια.
    ... Η εντολή πάλι να τους εμποδίζει κάνεις (από την Θεία Κοινωνία) σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη (τον Χρυσόστομο), εννοούσε με διδασκαλία και επιτίμηση, σχετικά με την κρίση και κόλαση• διότι δεν είπε να τους ωθήσεις, ούτε να τους κόψεις από την Εκκλησία, αφού ούτε ο Ιησούς έκανε κάτι τέτοιο στον Ιούδα. Εάν όμως μείνουν στα ίδια πταίσματα και προσέρχονται με αδιαντροπιά, γίνονται αυτοκατάκριτοι, αποχωρίζοντας τους εαυτούς τους από τη δόξα του Θεού. Τους αμαρτωλούς που προσέρχονται στα άγια μυστήρια σαν τραυματισμένοι και χρειαζόμενοι έλεος, τους θεραπεύει ο Κύριος και τους κάνει άξιους των μυστηρίων του, αυτός που είπε, «δεν ήρθα να καλέσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια», και πάλι, «δεν έχουν ανάγκη ιατρού οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι».
    Πάλι όμως λέγω εκείνο που έλεγε ο άγιος Ιωάννης, η εμπόδιση των αμαρτωλών από τα άγια μυστήρια είναι η μαρτυρία της συνειδήσεως τους ότι είναι αξιοκατάκριτοι• διότι «αυτός που τρώγει και πίνει ανάξια τρώγει και πίνει κρίμα για τον εαυτό του», και αυτός είναι απομακρισμένος από την Εκκλησία του Θεού• διότι δεν έλαβε τίποτε, παρά μόνο κρίμα. Και γι’ αυτό είπε, να μη τους κόψουμε, για να αποφασίσουν μόνοι τους• κανένας δεν μπορεί να πει τον εαυτό του άξιο της μεταλήψεως• αλλά ότι είμαι ανάξιος και πιστεύω ότι αγιάζομαι όταν μεταλαμβάνω. Και γίνεται σ’ αυτόν έτσι σύμφωνα με την πίστη του με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας...
(Βαρσανουφίου Έργα, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18B, σελ.403-405. 407-409)

Το θαύμα της Ορθοδοξίας
Τριάντα μίλια μακριά από τις Αιγαιές, πόλη της Κιλικίας, ησύχαζαν δύο στηλίτες.
Ο ένας απ’ αυτούς ήταν ορθόδοξος, ενώ ο άλλος ανήκε στην αίρεση του Σεβήρου.
Ασκήτευαν σε απόσταση έξι μιλίων ο ένας από τον άλλο.
Ο αιρετικός κατηγορούσε την ορθόδοξη Εκκλησία και προσπαθούσε με διάφορα επιχειρήματα να παρασύρει στην αίρεσή του και τον ορθόδοξο.
Εκείνος τότε, θέλοντας να τον πληροφορήσει για το ποιά είναι η ορθή πίστη,
του μήνυσε να του στείλει μια μερίδα της δικής του κοινωνίας.
Ο αιρετικός, νομίζοντας πως θα δεχόταν ο ορθόδοξος την πλάνη του, έστειλε με χαρά τη μερίδα.
Έβαλε τότε ο ορθόδοξος ένα καζάνι να βράζει κι έριξε μέσα τη μερίδα του αιρετικού.
Αμέσως αυτή διαλύθηκε στο καυτό νερό του καζανιού.
Ύστερα πήρε μια μερίδα από την αγία Κοινωνία της ορθόδοξης Εκκλησίας
και την έριξε κι αυτή στο ίδιο καζάνι που κόχλαζε.
Την ίδια στιγμή το καζάνι κρύωσε, ενώ η αγία μερίδα όχι μόνο δεν διαλύθηκε, μα ούτε καν βράχηκε! 
[25]
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ.17)

Ο Αββάς Ζήνων και ο νηστευτής
Σε μια κωμόπολι ζούσε κάποιος που τόσο πολύ νήστευε, ώστε όλοι να τον διαφημίζουν σαν μεγάλο νηστευτή.
Η φήμη του έφθασε και στον αββά Ζήνωνα. Τότε ο αββάς τον κάλεσε κοντά του. Eκείνος ήρθε. Χαιρετήθηκαν και κάθησαν.
Ο αββάς άρχισε το εργόχειρό του και η ώρα περνούσε σε απόλυτη σιωπή.
Ο νηστευτής, μη μπορώντας να μιλήση, άρχισε να στενοχωρήται και ν’ αδημονή.
Στο τέλος δεν άντεξε και είπε;
- Ευχήσου για μένα, αββά, γιατί θέλω να φύγω.
-Γιατί; τον ρώτησε εκείνος.
-Νιώθω σφίξιμο στην καρδιά μου και δεν ξέρω τι συμβαίνει.
Όταν ήμουν στον κόσμο νήστευα μέχρι το βράδυ και δεν ένιωθα καμμιά δυσκολία. Εδώ στην έρημο δεν αντέχω.
-Στον κόσμο, του απαντά ο αββάς, από τα αυτιά σου τρεφόσουν. Σε έτρεφαν οι έπαινοι των ανθρώπων.
Πήγαινε λοιπόν και, όπως οι άλλοι, να κάνης κάθε μέρα ενάτη (δηλ. να γευματίζης μια φορά στις τρεις το απόγευμα).
Ο νηστευτής πήγε στον κόσμο και με δυσκολία και θλίψι περίμενε την ώρα του φαγητού,
ενώ άλλοτε με ευκολία νήστευε μέχρι το βράδυ. Το διαπίστωσαν αυτό οι γνωστοί του και έλεγαν μεταξύ τους:
-Φαίνεται ότι δαιμόνιο τον κυρίευσε.
Λυπημένος εκείνος πήγε στον αββά Ζήνωνα και του περιέγραψε την νέα κατάστασι.
Και ο γέροντας του είπε:
-Αυτός είναι ο σωστός δρόμος. Αυτό είναι το θέλημα του Θεού.
Μακριά από τους επαίνους να εργάζεσαι μυστικά και με κόπο την αρετή.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος πρώτος, σελ.24-25)


Με τις μετάνοιες μετέχει και το σώμα στην προσευχή
Ο π. Πορφύριος πρόσφερε το λόγο της Σωτηρίας και έδινε την ανάπαυση στις ψυχές όλων απλά, χωρίς προκαθορισμένο πρόγραμμα, ομιλίες, "εκδηλώσεις" κλπ.
Καθισμένος στα βράχια ή κατάχαμα, μας αποκάλυπτε τα μυστήρια και τις αλήθειες της πίστεως και της πνευματικής ζωής. Μιλώντας για τη μεγάλη σημασία που έχουν οι μετάνοιες και δείχνοντάς μας το σωστό τρόπο, με τον οποίο πρέπει να γίνεται η "μετάνοια", μας ερμήνευε τη σημασία της μετοχής του σώματος στην προσευχή και την ενότητα της ψυχοσωματικής υπόστασης του ανθρώπου, στοιχείο που το θεωρούσε βασικό για την ύπαρξη, τη μορφή, αλλά και τη θεραπεία της ασθένειας.
[Ί 239]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.254-255)

    Είχα μάθει από πολύ μικρός ότι οι διαφωνίες στη ζωή λύνονται με τις φωνές, τους τσακωμούς και τη σωματική βία! Ήταν μεγάλη μου ευχαρίστηση όταν κατατρόπωνα τους ‘εχθρούς’ μου γιατί φώναζα περισσότερο ή γιατί ήμουν ο πιο έξυπνος. Κι έτσι κέρδιζα το δίκιο μου! Έχανα όμως τους ανθρώπους μου, ανθρώπους που τους απογοήτευα! Και ύστερα έμενα μόνος μου και θλιμμένος. Ακόμα και μέσα στην Εκκλησία, όταν γνώρισα το Χριστό και πάλι δε θυμάμαι μια φορά στην εξομολόγηση να μην έχω αναφέρει το θυμό μου και τις συγκρούσεις με ανθρώπους που αγαπώ! Υπήρχαν όμως δύο διαφορές… ότι τα ξεσπάσματα μου ήταν πιο ήπια και πως οι σχέσεις μου με τους ανθρώπους διορθώνονταν, έστω και με μπαλώματα! Εδώ κι ένα χρόνο όμως περίπου διαπιστώνω ότι απλώς έχω διαφωνήσει μόνο δύο φορές με τους αδερφούς μου χωρίς να έρθω σε σύγκρουση! Τουλάχιστον μέσα μου είχα εναντιωθεί μόνο στις απόψεις τους και όχι στο πρόσωπο τους. Γι’αυτό και δεν επήλθε σύγκρουση! Αναλογιζόμενος τί ήταν αυτό που έχει αλλάξει διαπίστωσα μερικά πράγματα… καταρχάς αυτό που λέει η παροιμία ‘ της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελάει’. Όταν το Φως του Χριστού είναι μέσα σου, βλέπεις με γέλιο πικρό πόσο σκοτεινό και ανόητο είναι να συγκρούεσαι… για οποιοδήποτε λόγο!
    Αυτό που άλλαξε είναι η κατεύθυνση της αγάπης μου, από φιλαυτία δηλαδή έγινε φιλαδελφία! Δηλαδή δεν αγαπώ εμπαθώς τον εαυτό μου αλλά αγαπώ εν Χριστώ τους αδερφούς μου! Διαπίστωσα ότι κυρίως τσακωνόμουν με αυτούς που αγαπούσα πιο πολύ και στο τέλος μετάνιωνα πικρά είτε είχα δίκιο είτε όχι. Και τελικά πόσο σημαντικό είναι αυτό το δίκιο; Πιο σημαντικό από το Χριστό; Ε, όχι! Δε θα αφήσω κανένα δίκιο να με βγάλει από την Αγάπη του Χριστού! Αυτό το χρόνο νιώθω το Χριστό να εργάζεται μέσα μου, σε ένα ερείπιο για το οποίο ευθύνομαι αποκλειστικά εγώ. Κι Αυτός με έχει κάνει να καταλάβω βαθιά μέσα μου πως πρέπει να βλέπω τα πράγματα από το τέλος προς την αρχή! Σκοπός της ζωής μου είναι η ένωση μου με το Χριστό και η αιώνια Ζωή μαζί Του! Και όταν συμβαίνει αυτό σπλαχνίζεσαι και αγαπάς τους πάντες! Αν ο αδερφός με προσβάλλει και με μειώνει, δίκιο έχει, γιατί να τσακωθώ; Κι αν έχει άδικο, πάλι δε θα τσακωθώ… θα προσευχηθώ στον Ειρηνοποιό Χριστό να μας συμφιλιώσει! Ποτέ πια δε μιλώ όταν έχω θυμό μέσα μου. Δε μου πάει η καρδιά να πικράνω κανένα. Και πριν τους αγαπούσα αλλά είχα λογισμό ‘ πρέπει να τους μιλήσεις για το καλό τους’. Τώρα πια όμως πριν μιλήσω προσεύχομαι πολύ. Και προσευχόμενος μαλακώνει η καρδιά μου, ξεχνιέμαι και λέω ‘ Κύριε δικοί Σου είναι… Εσύ τόσο που μας αγαπάς βρες τρόπους να μας σώσεις!
    Ποιος είμαι εγώ να τους μιλήσω για το καλό τους; Έχουν Εσένα, την Εκκλησία Σου και τον πνευματικό τους! Εγώ είμαι στη διάθεση του Χριστού αν θέλει να με αξιοποιήσει. Και βλέπω ότι τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα έτσι! Κι αν βλέπω ότι δεν μπορούμε να είμαστε μαζί με κάποια αδέρφια μου χωρίς συγκρούσεις, απλά απομακρύνομαι μέχρι να μας ετοιμάσει ο Κύριος! Υπάρχουν και άνθρωποι που δεν τους έχω αγαπήσει ακόμα. Με αυτούς είναι λίγο πιο δύσκολο να μη συγκρουστώ. Όμως σκέφτομαι ότι τους αγαπάει ο Χριστός… γι’ αυτούς σταυρώθηκε! Αν κάποιος μου δώσει να φάω κρέας τη Μεγάλη Παρασκευή, θα το φάω; Όχι, για την Αγάπη του Χριστού! Γιατί λοιπόν να φάω τη σάρκα ενός ανθρώπου και να ανταποδώσω την προσβολή και την ειρωνεία ή να έρθω στα χέρια με κάποιον για τον οποίο έπαθε ο Χριστός; Νομίζω είναι χειρότερο από το να φάω κρέας τη Μεγάλη Παρασκευή!

265-     ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ο άνθρωπος είναι από δυο απόψεις προτελευταίος. Είναι σχεδόν έσχατος στην κλίμακα, που κατεβαίνει προς το Τίποτε. Κι επίσης σχεδόν έσχατος σε κείνο, που ανεβαίνει προς τον Θεό.
            Δεν είμεθα παρά πηλός, αλλά αυτός ο πηλός πλάσθηκε από τα ίδια εκείνα χέρια, που δημιούργησαν το Σύμπαν.
            Είμεθα σκουλήκια και τροφή των σκουληκιών, αλλά με το λογικό μας ζυγίζουμε και μετράμε τα άστρα, που λάμπουν χιλιάδες χρόνια μακρυά μας.
            Κάτω από εμάς είναι τα άλογα κτήνη, αλλά πάνω μας στη μυστική κλίμακα, που υψώνεται από τη γη στον ουρανό, δεν υπάρχουν παρά οι άγγελοι (Τζοβάννι Παπίνι).
267-     ΑΝΟΗΤΟΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Ένας μύθος αναφέρει ότι σε μια συντροφιά από σκουλήκια έχει φθάσει η είδησις, ότι σε λίγο δυο πτώματα θα θάπτονταν στον τόπο τους. Το ένα κάποιου βασιλιά και το άλλο ενός ζητιάνου.
            Έθαψαν τα πτώματα και το συμπόσιο άρχισε. Ενώ έτρωγαν συζητούσαν μεταξύ των, ποιο τάχα να ήταν το σώμα του βασιλιά και ποιο του ζητιάνου. Μάταια όμως. Έτρωγαν από το ένα, δοκίμαζαν από το άλλο και δεν το κατόρθωναν να τα ξεχωρίσουν. Τότε πήρε το λόγο ένας γεροσκούληκας.
            -Τι ανόητοι που είναι οι άνθρωποι, ώστε να κάνουν διακρίσεις και να περιφρονή ο πλούσιος τον φτωχό, αφού, όταν πεθάνουν, ούτε τα σκουλήκια δεν κατορθώνουν να τους ξεχωρίσουν.

(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ.122-123 )

του Χριστού
Ο Χριστός, φανερώνοντας την αληθινή ανθρώπινη του φύσι, δακρύζει ήρεμα, και προς το παρόν αναβάλλει το θαύμα (του Λαζάρου)... Φανερώνει εκείνο, που ήταν, δηλαδή, την ανθρώπινη φύσι. Δακρύζει και ταράζεται προσωρινά. Διότι το πένθος γνωρίζει να αναδεικνύη τα αγαθά πάθη.
Ε.Π.Ε. 14,204
για την αμαρτία
Όταν αμαρτήσης, τότε μόνο να στενάξης βαθειά, τότε να δακρύσης και να κλάψης. Δεν εμποδίζω στην περίπτωσι αυτή το θρήνο, μάλλον και τον συνιστώ. Αλλά και τότε με μέτρο το πένθος, και αυτό το λέω, διότι υπάρχει επάνοδος με τη μετάνοια και συγχώρησις.
Ε.Π.Ε. 18α,580
νουθεσίες
Ανάγκη θρήνων, κάτι που κάνουν και οι προφήτες, όταν βρίσκωνται σε αδιέξοδα. Είναι και αυτό σπουδαίο μέσο θεραπείας, όχι μόνο να συμβουλεύουμε, αλλά και να κλαίμε.
Ε.Π.Ε. 20,334
και κραυγή του Ιησού
Τι θέλει να πη το χωρίο, ότι ο Ιησούς προσευχήθηκε με δάκρυα και κραυγή δυνατή; Το Ευαγγέλιο δεν λέει πουθενά, ότι ο Ιησούς προσευχήθηκε με δάκρυα, ούτε ότι έβγαλε δυνατή φωνή. Επομένως στην περίπτωσι που αναφέρει ο Παύλος, έχουμε συγκατάβασι. Δεν αρκέστηκε να πη ότι προσευχήθηκε, αλλ' είπε, και με δυνατή φωνή.
Ε.Π.Ε. 24,400

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β)

katafigioti

lifecoaching