E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

παράγραφοι από το έργο του «Η εν Χριστώ ζωή μου»

19. Όταν είναι να προσευχηθείς στην Υπεραγία Θεοτόκο, έχε πριν την ακράδαντο βεβαιότητα, ότι δεν πρόκειται να φύγεις από μπροστά της χωρίς να βρεις έλεος. «Ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμμένος από σου εκπορεύεται», ψάλλει η Εκκλησία με πίστη στη Θεομήτορα. Το να έχουμε αυτή τη βεβαιότητα, αυτήν την ανεπιφύλακτη εμπιστοσύνη, είναι σωστό και δίκαιο. Είναι άπειρο το έλεος της Μητέρας της Ελεήμονος Θεού. Το έλεός της το μαρτυρεί η Εκκλησία όλων των εποχών και όλων των τόπων. Δεν υπάρχει περίπτωση να αδιαφορήσει για μας η Παναγία.

70 Αποκαλούμε τη Θεοτόκο, όταν της απευθύνουμε την προσευχή μας, άβυσσο του ελέους. Ας προσπαθούμε να της μοιάσουμε, όσο μπορούμε. Πώς; Δείχνοντας σπλαχνική διάθεση σε όσους έχουν ανάγκη του ελέους μας. Ας τους φανερώνουμε αγάπη έμπρακτη και ανεξάντλητη. Ας τους ατενίζουμε μέσα στο φως του Ευαγγελίου. Και, χωρίς άλλο, τότε η Κυρία Θεοτόκος θα αυξήσει το έλεός της πάνω μας.

184. Η Κυρία Θεοτόκος είναι ο ωραιότατος ναός της Αγίας Τριάδος. Είναι, μετά Θεόν, ο θησαυρός όλων των αγαθών, της αγνότητας, της αγιότητας, της αληθινής σοφίας, η πηγή της πνευματικής δυνάμεως.

220. Οι δαίμονες φρίττουν ατενίζοντας το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Γιατί πάνω στο Σταυρό καθηλώθηκε ο Κύριος και αγίασε αυτό το ξύλο. Πόσο πιο πολύ όμως οι δαίμονες τρέμουν μπροστά στην Υπεραγία Θεοτόκο, ακόμη και μπροστά στο ένδοξο όνομά της! Η Παναγία έχει το φως και τη δόξα του Υιού της. Όπως παραδεχόμαστε ότι ο Υιός της είναι Φως και Αγιότης, έτσι και για Αυτήν πιστεύουμε ότι είναι αιώνιο φως και αιώνια αγιότητα. Αμην.

278. Ο κόσμος είναι ένα σπίτι. Ο Κτίστης και Κύριος αυτού του σπιτιού είναι ο Θεός, ο Πατήρ των πιστών που ζουν σ’ αυτό το σπίτι. Η Οικοδέσποινα, η Μητέρα στο σπίτι, είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Ας συμπεριφερόμαστε στον κόσμο, έχοντας ζωηρό το αίσθημα ότι αυτός ο Πατέρας και αυτή η Μητέρα είναι μπροστά μας. Στην Παναγία, ό ίδιος ο θείος Υιός της είπε σχετικά μ’ εμάς: «Γύναι, ίδε ο υιός σου». Και σ’ εμάς, σχετικά μ’ Αυτήν: «Ιδού η μήτηρ σου» (Ιω. ιθ 26,27). Γιατί, στο πρόσωπο του Αγίου Ιωάννου, του Ευαγγελιστού της αγάπης και Μαθητού του Κυρίου, ειπώθηκε αυτό το «Ιδού…» και για μας. Ναι, πράγματι είναι η Μητέρα μας, που μας οδηγεί, σαν παιδία της, στην αγιότητα.

426. Όταν νοιώθεις τον εαυτό σου ακάθαρτο από την αμαρτία και σαν λεπρό, μην υποκύψεις στη σκέψη ότι δεν πρέπει να πλησιάσεις και να προσευχηθείς στην Παναγία Δέσποινά μας. Τότε ακριβώς είναι ευκαιρία να έλθεις μπροστά στην εικόνα της και να της δεηθείς. Επειδή ακριβώς νοιώθεις τόσο αμαρτωλός, πρέπει να προσευχηθείς στη Χάρη της. Η Παναγία θα είναι μπροστά σου για να σε ελεήσει, να σε καθαρίσει από την πνευματική λέπρα. Θα σε καθαρίσει, όπως και ο Υιός της καθάρισε τους δέκα λεπρούς.
(Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, Η εν Χριστώ ζωή μου,εκδ. Παπαδημητρίου 1996)

Η Χάρη Της
Ο Πατέρας βρήκε τον καθρέφτη
για το πρόσωπο του Υιού Του
στην ομορφιά της Παρθένου.

Άνοιξε το ατλάζι τ’ ουρανού
να μας δείξει την Κεχαριτωμένη
και η χάρη Της θάμπωσε τον ήλιο.

Παρέστη Βασίλισσα εκ δεξιών Του
η θυγατέρα του Βασιλέως

Η Κοίμησή Σου
Βασίλισσά μας, των αγγέλων η Κυρία,
τους εφιάλτες μας η κοίμησή Σου
σε εικόνες μεταβάλλει Παραδείσου.
Τώρα κοιμόμαστε σχεδόν αγγελικά
τις νύχτες μας στη γη με όνειρα γλυκά.
Μεσίτριά μας, στην Εδέμ πραγματικά
αξίωσέ μας να τα ζήσουμε μαζί Σου.

(Ελευθέριος Μάινας, Τα Ποιήματα, εκδ. Ακρίτας σελ. 15, 31)

Θέματα: Παναγία, ποίηση, ομορφιά

Στόν ζωγράφο Παῦλο Ι., πού ρωτᾶ πῶς μποροῦμε νά ἀναγνωρίσουμε τήν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Παναγίας Θεοτόκου.

Μοῦ παρέθεσες μαζί μέ τό γράμμα μία γυναικεία εἰκόνα, πού μέσα στόν λαό διαδίδεται μέ τό ὄνομα τῆς Παναγίας Θεοτόκου.
Ἡ εἰκόνα παρουσιάζει μία νέα, εὔθυμη γυναίκα, μέ ἀφημένα μαλλιά στούς ὤμους, μέ χοντρό πρόσωπο, μέ χείλη δυνατά, μέ παρδαλά φορέματα. Χωρίς παιδί στά χέρια. Καί μόνος κατάλαβες, ὅτι αὐτή δέν εἶναι ἡ ὀρθόδοξη μορφή τῆς Θεομήτορος, ἀλλά ρωτᾶς πῶς μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος εὔκολα νάἀναγνωρίσει τήν ὀρθόδοξη μορφή της;
Ὁ πιό γρήγορος τρόπος ἀναγνώρισης τῆς ὀρθόδοξης εἰκόνας τῆς Θεομήτορος εἶναι τά
τρία ἀστέρια: τό ἕνα ἐπάνω ἀπό τό κούτελο, τό δεύτερο στόν δεξιό ὦμο, καί τό τρίτο
στόν ἀριστερό ὦμο. Αὐτά τά τρία ἀστέριασημειώνουν τήν παρθενία τῆς Παρθένου Μαρίας πρίν τή γέννα, κατά τή γέννα καί μετά τή γέννα.
Καί ὕστερα τά χρώματα τῶν ρούχων. Κατά κανόνα τά ροῦχα τῆς Θεομήτορος ζωγραφίζονται σέ τρία κύρια χρώματα: τό χρυσό, τό κόκκινο καί τό γαλάζιο. Τό κάτω φόρεμα εἶναι γαλάζιο, ἐνῶ τό πανωφόρι κόκκινο, καί τά δυό εἶναι ὑφασμένα καί στολισμένα μέ χρυσό. Τό χρυσό χρῶμα σημειώνει τήνἀθανασία, τό κόκκινο τή δόξα καί τό γαλάζιο τά οὐράνια.
Τό πρόσωπο τῆς Παναγίας Θεοτόκου στίς ὀρθόδοξες εἰκόνες ποτέ δέν εἶναι γεμάτο καί στρογγυλό,ἀλλά μακρύ καί λίγο ἀδύνατο. Τά μάτια μεγάλα καί σκεπτόμενα. Μιά ἥσυχη λύπη, ἕτοιμη γιά τόχαμόγελο παρηγοριᾶς· ἡ λύπη λόγω τῶν ἀθλιοτήτων τοῦ κόσμου καί τό χαμόγελο λόγω τῆς ἐμπιστοσύνης στόν Θεό Παρηγορητή. Ὅμως καί ἡ λύπη καί τό χαμόγελο συγκρατημένα κι ὅλα ὑποταγμένα στό πνεῦμα. Τοῦτο εἶναι τό πρόσωπο τῆς νικήτριας, ἡ ὁποία ἔζησε ὅλες τίς πίκρες τοῦ πόνου καί τοῦ καημοῦ, ὥστε μπορεῖ νά βοηθήσει ἐκείνους πού παλεύουν μέ τόν πόνο καί μέ τόν καημό. Τά μαλλιά της εἶναι πάντα ἐντελῶς κρυμμένα.
Γιά τό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ποτέ δέν λέγεται ὅτι εἶναι φυσικά ὄμορφο. Εἶναι τέτοιο ὥστε νά αἴρει κάθε σκέψη περί τοῦ σωματικοῦ. Εἶναι ὑπερφυσικῆς ὀμορφιᾶς, ἡ ὁποία δέν δείχνει ἀλλιῶς παρά μέσω τῆς ἁγιοσύνης. Στρέφει σκέψεις τοῦ θεατῆ στήν ἀνώτερη πνευματική πραγματικότητα καίτό κάλλος τῆς ψυχῆς.
Τό κεφάλι τῆς Θεομήτορος εἶναι ἁπλά σκυμένο πρός τό Θεῖο Βρέφος, τό ὁποῖο ἐκείνη κρατᾶ στόστῆθος της. Τοῦτο τό ἁπλό σκύψιμο σημειώνει τήν ὑποταγή στή θέληση τοῦ Θεοῦ, πού κάποτε ἐκείνη ἐξέφρασε στόν ἀρχάγγελο Γαβριήλ λέγοντας: «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ῥῆμα σου» (Λουκ. Α΄ : 38). Ἀκόμα σημειώνει τήν ἀναγνώριση ἀπό μέρους Της τοῦ μεγαλείου Ἐκεῖνου πού κρατᾶ στά χέρια Της.
Στίς ὀρθόδοξες εἰκόνες ἡ Θεομήτωρ ἐντελῶς σπάνια ἁγιογραφεῖται χωρίς τό Θεῖο Βρέφος. Καί ὅταν ἁγιογραφεῖται μόνη, ὁ καλλιτέχνης ἁγιογράφος τή φαντάζεται ὡς μητέρα τοῦ πόνου κάτω ἀπό τόν σταυρό, μέτά χέρια σταυρωμένα καί τό κεφάλι γερμένο, καμιά φορά ἀκόμα μέ τά συμβολικά ξίφη κατευθυνόμενα πρόςτήν καρδιά της. Ὅμως ἡ καρδιά ποτέ δέν ἁγιογραφεῖται ἔτσι ὥστε νά φαίνεται.
Ἡ πλέον συχνή εἰκόνα Της ὅμως εἶναι μέ τόν Υἱό στά χέρια Της. Ἐκείνη ἀναγγέλθηκε στόν κόσμο λόγω τοῦ Υἱοῦ. Ἡ ἀποστολή Της στόν κόσμο ἦταν ὁ Υἱός Της. Ὥστε κανένας ποτέ νά μήν βλέπει μέσα Της τή γυναίκα, ἀλλά πάντα καί πάντοτε τήμητέρα. Ἐκείνη παρουσιάζει τήν ἀνώτατη, καθαρότατη καί ἁγιότατη μητρότητα διαχρονικά. Εἶναι ἡ Μητέρατοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά εἶναι καί ἡ δική μας μητέρα, ἡ παρηγορήτρια καί γρήγορη βοηθός.
Ἄς εἶναι καί σέ σένα πάντα παρηγοριά καί βοήθεια.

(Ἀπό τό βιβλίο: “Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται – Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α΄“, Ἐκδόσεις: “Ἐν πλῷ” σελ. 156-158)

(Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)
«Πρός μιά δασκάλα γιά τήν ἐμφάνιση τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ»

Μοῦ γράφετε μέ ἐνθουσιασμό, πώς σᾶς παρουσιάστηκε ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ, καί πώς ἐσεῖς τώρα κατευθυνθήκατε στό βέβαιο δρόμο τῆς πίστης. Ἡ κορούλα σας κείτονταν μέ βαρύ πυρετό. Καλέσατε ὁμάδα γιατρῶν. Ἐξέτασαν τό κορίτσι καί ἀπομακρύνθηκαν σέ ἄλλο δωμάτιο, γιά νά κάνουν συμβούλιο. Ἐσεῖς τρέμονας κρυφακούγατε τήν συζήτησή τους. Ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς εἶπε πώς θά ὑπῆρχε σωτηρία, ἐάν προκαλοῦσαν ἐφίδρωση στήν ἀσθενή. Οἱ ἄλλοι θεωροῦσαν ὅτι ἦταν ἀργά. Στήν ἀπελπισία σας χτυπούσατε τά χέρια καί κλαίγατε. Ἐπάνω ἀπό τήν κλίνη τοῦ παιδιοῦ κρεμόταν ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἕως τότε ἐσεῖς αὐτήν τήν εἰκόνα τή βλέπατε περισσότερο σάν διακόσμηση παρά σάν ἀνάγκη τοῦ σπιτιοῦ.

Ὅμως ἐκείνη τή στιγμή τῆς ἀπελπισίας ξαφνικά γονατίσατε μπροστά στήν εἰκόνα καί πνιγμένη στά δάκρυα κραυγάζατε στή Θεοτόκο: «Ὦ Ἁγία Θεομήτωρ, ἐσύ βλέπεις τόν πόνο μου. Ἐσύ ξέρεις, Μητέρα τῶν μητέρων, πῶς εἶναι νά ἔχεις μοναχοπαίδι καί νά τό χάσεις. Κι ἐσύ ἔβλεπες τόν μοναχογιό Σου στά πάθη τοῦ σταυροῦ. Σέ παρακαλῶ, ἐλέησέ με τήν ἁμαρτωλή, καί βοήθησέ με. Σέ σένα μόνο ἐλπίζω τώρα. Τελείωσε ἡ ἐλπίδα μου στούς ἀνθρώπους. Ὁλόκληρος ὁ κόσμος δέν μπορεῖ νά μέ βοηθήσει. Μόνο ἐσύ, ἐσύ, χρυσή Θεομήτωρ, μπορεῖς ἐάν θέλεις. Παρηγόρησε κι ἐμένα ἐσύ Ἁγία καί ἄμεμπτη»! Ὕστερα ἀπό μακρά προσευχή καί κλάματα κοιτάξατε τήν εἰκόνα καί εἴδατε δάκρυα στά μάτια τῆς Θεοτόκου. Μετά ἀπό λίγο πλησιάσατε τήν κόρη σας καί, ἰδού, ἐκείνη ἦταν μούσκεμα στόν ἱδρώτα! Τήν ἑπόμενη μέρα σηκώθηκε κι ἔφαγε, καί γρήγορα θεραπεύτηκε ἐντελῶς.
Εὐχαριστῶ τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Εὐχαριστῶ κι ἐσᾶς γι᾿ αὐτή τήν ἀνακοίνωση. Ἡ πίστη μας θεμελιώνεται ἐπάνω στήν ἐμπειρία καί ὄχι στίς αὐτόβουλες κρίσεις καί θεωρίες. Καί σ᾿ ἐμένα τό δικό σας συμβάν εἶναι πολύτιμο. Σέ μᾶς τόν περασμένο χειμώνα συνέβη τό ἑξῆς γεγονός: Τό κορίτσι μιᾶς κακόμοιρης χήρας ἀρρώστησε βαριά. Ἕνα μήνα δέν εἶπε οὔτε μία λέξη. Ὅλη ἡ ἐλπίδα εἶχε ἤδη χαθεῖ. Καί ἡ θλιμένη μητέρα εἶχε ἀρχίσει νά δανείζεται χρήματα γιά τήν ἀγορά τῶν πραγμάτων γιά τήν κηδεία. Ἕνα βράδυ καθόταν ἡ μητέρα δίπλα στήν κλίνη τῆς κόρης της καί σιωπηλά ἔκλαιγε. Ξαφνικά τό κορίτσι χωρίς νά ἀνοίξει τά μάτια μίλησε καί εἶπε: «μήν κλαῖς, μαμά ἀλλά πήγαινέ με αὔριο στό Κάλλιστε, καί θά γίνω καλά. Μοῦ τό εἶπε ἡ οὐράνια Μητέρα μου, πού βρίσκεται ἐδῶ δίπλα μου»! Ξαφνιασμένη ἡ μητέρα ἔτρεμε ὁλόκληρη. Τήν ἑπομένη μέρα ἔφερε τό κορίτσι στό μοναστήρι τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στό Κάλλιστε καί τό ἐπέστρεψε σπίτι ὑγιές.
Ὅμως ὑπάρχουν μόνο δυό περιπτώσεις καί τρεῖς καί δέκα; Ἀναρίθμητες καί ἀτελείωτες εἶναι οἱ ἐμφανίσεις καί οἱ εὐεργεσίες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε πρίν ἀκριβῶς ἑκατό χρόνια, ἐξομολογήθηκε πώς ἡ Θεοτόκος τοῦ ἐμφανίστηκε αὐτοπροσώπως ἕξι φορές στή διάρκεια τῆς ζωῆς του. Καί ἐάν ὅλος αὐτός ὁ λαός πού σιωπᾶ, πού θεωρεῖ ὅλες αὐτές τίς οὐράνιες ἐμφανίσεις πολύτιμο καί γλυκό μυστικό του, ἄνοιγε τό στόμα καί ἔλεγε ὅ,τι ἔχει μάθει, ἡ γῆ θά γέμιζε ἀπό θαυμασμό. Πιστέψτε με, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μπαίνει στήν ἐκμάθηση τῶν ἐνεργειῶν καί ἀγγελιῶν τοῦ οὐράνιου κόσμου στή γήινη ζωή μας, αἰσθάνεται ὅτι μπῆκε σ᾿ ἕνα τεράστιο καί ἄγνωστο βασίλειο τῆς πλέον θαυμαστῆς πραγματικότητας. Σ᾿ αὐτό τό σκοτάδι γιά τά σωματικά μας μάτια ἡ ψυχή μας μπορεῖ νά μπεῖ μόνο μέ τίς ἀναμμένες λαμπάδες τῆς πίστης καί τῆς ἀγάπης, κατά τά περίεργα λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Κατοικῆσαι τόν Χριστόν διά τῆς πίστεως ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, ἐν ἀγάπῃ ἐρριζωμένοι καί τεθεμελιωμένοι ἵνα ἐξισχύσητε καταλαβέσθαι σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις τί τό πλάτος καί μῆκος καί βάθος καί ὕψος»1.
Κι ἐσεῖς νά εὐγνωμονεῖτε τόν Θεό καί τή Θεοτόκο, ἐπειδή σᾶς ἄνοιξε ἡ ὅραση γιά τό πνευματικό βασίλειο καί μήν Τήν τυφλώνετε ἄλλο μέ τίς ἁμαρτίες καί τίς ἀμέλειες.

Ὁ Θεός νά σᾶς βοηθᾶ πάντα
(Ἀπό τό βιβλίο: “Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται – Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α΄“, Ἐκδόσεις: “Ἐν πλῷ” σελ. 159-161)

Ἀπὸ τὴ χορεία τῶν ρώσων ἁγίων, ξεχωριστὴ ἀγάπη στὴν Παναγία ἔτρεφε ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ. Ἀλλὰ καὶ ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ τὸν περιέβαλλε μὲ ἰδιαίτερη εὔνοια, ὅπως ἀποδεικνύουν οἱ πολλές της ἐμφανίσεις σ᾿ αὐτόν.

Τὸ ἀκόλουθο ὅραμα τοῦ ὁσίου εἶναι τὸ πιὸ ἐντυπωσιακό. Τὸ διηγεῖται ἡ μοναχὴ τοῦ Ντιβέγιεβο Εὐπραξία, γιατὶ ἀξιώθηκε κι αὐτὴ νὰ τὸ ἀπολαύσει μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο:
Νωρὶς τὸ πρωὶ τῆς 25ης Μαρτίου 1831 ἀκούστηκε μία δυνατὴ βοὴ καὶ ἀκολούθησε ἕνας ἁρμονικὸς ὕμνος. Ἡ πόρτα τοῦ δωματίου ἄνοιξε μόνη της κι ἁπλώθηκε παντοῦ φῶς κι εὔωδια. Ὁ στάρετς Σεραφεὶμ ἦταν γονατιστὸς μὲ τὰ χέρια ὑψωμένα. Ἐγὼ ἔτρεμα.
Ξαφνικὰ σηκώνεται καὶ μοῦ λέει:
- Μὴ φοβᾶσαι, παιδί μου. Νά, ἡ Δέσποινά μας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἔρχεται κοντά μας!
Πράγματι, μπροστὰ πήγαιναν δυὸ ἄγγελοι κρατώντας ἀνθισμένα κλαδιά. Ἀκολουθοῦσαν ὁ Τίμιος Πρόδρομος καὶ ὁ Θεολόγος ἅγιος Ἰωάννης, ἐνῶ πίσω τοὺς ἔκανε τὴν ἐμφάνισή της ἡ Παναγία μὲ δώδεκα παρθενομάρτυρες.
Ἡ Θεοτόκος, φορώντας ἕνα λαμπρὸ μανδύα κι ἕνα ὑπέροχο στέμμα, μὲ πλησίασε, ἐνῶ ἤμουν πεσμένη κάτω. Μὲ ἄγγιξε καὶ εὐδόκησε νὰ μοῦ πεῖ:
- Σήκω, ἀδελφή, καὶ μὴ φοβᾶσαι. Μαζί μου ἔχουν ἔρθει παρθένες σὰν κι ἐσένα.
Δὲν κατάλαβα πὼς σηκώθηκα. Ἡ βασίλισσα ἐπανέλαβε:
- Μὴ φοβᾶσαι. Ἤρθαμε νὰ σᾶς ἐπισκεφθοῦμε.
Ὁ π. Σεραφείμ, ὄρθιος μπροστὰ στὴν Παναγία, μιλοῦσε μαζί της μὲ πολλὴ οἰκειότητα. Ἡ Θεοτόκος τοῦ εἶπε πολλά. Ἂν καὶ συμμετεῖχα στὸ ὅραμα, δὲν μπόρεσα ν᾿ ἀκούσω τί ἔλεγαν. Ἄκουσα μόνο τὸ ἑξῆς:
- Μὴν ἀφήνεις τὶς παρθένες μου τοῦ Ντιβέγιεβο.
- Ὢ Δέσποινα! Τὶς συγκεντρώνω, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ τὶς κατευθύνω μόνος μου.
- Θὰ σὲ βοηθήσω σὲ ὅλα ἐγώ. Θὰ τὶς διδάξεις τὴν ὑπακοή. Ἂν τὴν κρατήσουν, θὰ εἶναι μαζί σου καὶ κοντά μου. Διαφορετικά, θὰ χάσουν τὴ θέση ποὺ τοὺς ἑτοιμάζω ἀνάμεσα σ᾿ αὐτὲς ἐδῶ τὶς παρθένες. Οὔτε τέτοια θέση οὔτε τέτοιο στεφάνι θ᾿ ἀπολαύσουν. Ὁποιοσδήποτε τὶς προσβάλει, θὰ τιμωρηθεῖ ἀπὸ μένα. Κι ὅποιος τὶς διακονήσει γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, θὰ βρεῖ ἔλεος ἐνώπιόν Του. Κατόπιν ἡ Παναγία στράφηκε σ᾿ ἐμένα.
- Κοίταξε, μοῦ εἶπε, αὐτὲς τὶς παρθένες καὶ τὰ στεφάνια τους. Μερικὲς ἄφησαν ἐπίγεια βασίλεια καὶ πλούτη γιὰ τὴν οὐράνια Βασιλεία. Ὅλες ἀγάπησαν τὴν ἑκούσια πτωχεία, ἀγάπησαν μόνο τὸν Κύριο, καὶ γι᾿ αὐτὸ βλέπεις πόση δόξα καὶ τιμὴ ἀξιώθηκαν. Ὅπως ὑπέφεραν οἱ ἀρχαῖες μάρτυρες, ἔτσι ὑποφέρουν καὶ οἱ σημερινές. Μόνο ποὺ ἐκεῖνες ὑπέφεραν φανερά, ἐνῶ σήμερα ὑποφέρουν μυστικά, μὲ θλίψη καρδίας. Ὁ μισθός τους ὅμως θὰ εἶναι ὁ ἴδιος.
Γυρίζοντας ὕστερα ἡ Θεοτόκος στὸν Στάρετς, τὸν εὐλόγησε καὶ τοῦ εἶπε:
- Σύντομα, ἀγαπητέ μου, θὰ εἶσαι μαζί μας!
Κατόπιν ὁ ὅσιος ἀντάλλαξε μαζί της χαιρετισμό, καθὼς καὶ μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους. Κάποιος ἀπ᾿ ὅλους γύρισε καὶ μοῦ εἶπε:
- Ἀξιώθηκες αὐτὸ τὸ ὅραμα χάρη στὶς προσευχὲς τῶν πατέρων Σεραφείμ, Μάρκου, Ναζαρίου καὶ Παχωμίου.
Ξαφνικὰ ὅλα χάθηκαν. Τὸ ὅραμα, ποὺ εἶχε διαρκέσει λιγότερο ἀπὸ μία ὥρα, τελείωσε. Ἦταν τὸ δωδέκατο ποὺ ἀξιώθηκε ν᾿ ἀπολαύσει ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ στὴν ἐπίγεια ζωή του».

(Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας, εκδ. Ιερά μονή Παρακλήτου, σελ 138-140)

Το έτος 1780 ό Πρόχορος ασθένησε βαρειά. Πρήσθηκε όλο του το σώμα, ώστε υπέφερε φρικτούς πόνους και έμεινε ακίνητος επάνω στο σκληρό του κρεβάτι. Ιατρός δεν υπήρχε και κανένα φάρμακο δεν τον βοηθούσε. Κατά τα φαινόμενα έπασχε από υδρωπικία πού κράτησε τρία χρόνια, από τα όποια το ένάμισυ το πέρασε κατάκοιτος. Όλο αυτό το διάστημα δεν βγήκε από το στόμα του ούτε μία λέξι γογγυσμού· ολόκληρος, με την ψυχή και το σώμα, είχε παραδοθή στον Κύριο και προσευχόταν αδιάλειπτα, ποτίζοντας την κοίτη του με τα δάκρυα του. 

Όσο ήταν άρρωστος, ό πνευματικός του πατέρας και οδηγός π. Ιωσήφ τον υπηρετούσε σαν κοινός υποτακτικός· ό ηγούμενος π. Παχώμιος δεν απομακρύνθηκε από κοντά του· ό π. Ησαΐας και άλλοι γέροντες και αδελφοί τον φρόντιζαν επίσης πολύ.
Τελικά, φοβούμενος για την ίδια την ζωή τού άρρωστου, ό ηγούμενος π. Παχώμιος πρότεινε αποφασιστικά στον ασθενή να καλέσουν ιατρό, αλλά ό μακάριος ακόμη αποφασιστικότερα αρνήθηκε την ιατρική βοήθεια. «Πατερά άγιε, τού είπε, εγώ αφιερώθηκα στον Κυριών ημών Ιησού Χριστό και την Άχραντη Μητέρα του· και αν ή αγάπη σας εύαρεστήται, έφοδιάστε με το ουράνιο φάρμακο, την θεία Κοινωνία». Ό π. Ιωσήφ κατόπιν τής παρακλήσεως τού άρρωστου και επειδή και ό ίδιος πολύ το επιθυμούσε, έκανε ολονύκτια αγρυπνία και λειτουργία, οπού συγκεντρώθηκαν οι αδελφοί και προσευχήθηκαν για τον πάσχοντα. Μετά την θ. λειτουργία ό Πρόχορος, όπως ήταν κατάκοιτος, εξομολογήθηκε και κοινώνησε των Άχραντων τού Χρίστου Μυστηρίων.
Και να, μετά την θεία Μετάληψη τού εμφανίσθηκε ή Ύπεραγία Θεοτόκος μέσα σε άρρητο φως, συνοδευομένη από τους αγίους αποστόλους Ιωάννη τον Θεολόγο και Πέτρο. Στρέφοντας το θείο πρόσωπο Της προς τον Ιωάννη έδειξε τον Πρόχορο και είπε:
«αυτός είναι από το γένος μας».
Κατόπιν ακούμπησε το δεξί Της χέρι στο κεφάλι τού Προχόρου και αυτοστιγμεί το υγρό, το οποίο είχε γεμίσει το σώμα του, άρχισε να ρέει ποταμηδόν από ένα άνοιγμα πού δημιουργήθηκε στον δεξιό του μηρό. Ό Πρόχορος σύντομα θεραπεύθηκε εντελώς, και μόνον το σημάδι τής πληγής, από τήν οποία έτρεξε τό υγρό, έμεινε στό σώμα του γιά πάντα.
Μετά τό περιστατικό αυτό, στό σημείο οπού είχε εμφανισθεί ή Θεοτόκος κτίσθηκε διώροφος ναός, καί παραπλεύρως, στην θέση οπού υπήρχε τό κελί τού Προχόρου, κτίσθηκε νοσοκομείο.

Μια μέρα ο όσιος Σέργιος του Ραντονέζ προσευχόταν, κατά τη συνήθειά του, μπροστά στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Αφού προσευχήθηκε θερμά και έψαλλε τον Ακάθιστο Ύμνο, κάθισε για λίγο να αναπαυτεί, οπότε λέει ξαφνικά στο μαθητή του Μιχαία:
- Παιδί μου, μείνε άγρυπνος και νηφάλιος, γιατί πρόκειται να δεχτούμε μια θαυμάσια και φοβερή επίσκεψη.
Κι ενώ ακόμη μιλούσε, ακούστηκε μια φωνή:
- Η Υπεραγία Θεοτόκος έρχεται!
Μόλις το άκουσε αυτό ο Όσιος, έσπευσε προς την είσοδο του κελλιού του και ξαφνικά τον κάλυψε μια εκτυφλωτική ακτινοβολία, λαμπρότερη κι από τον ήλιο και είδε την Υπεραγία Θεοτόκο μαζί με δύο Αποστόλους, τον Πέτρο και τον Ιωάννη, να ακτινοβολούν με ένα ανέκφραστο φως. Μη μπορώντας να αντέξει σε ένα τόσο καταπληκτικό όραμα, ο Όσιος έπεσε στο έδαφος. Η Υπεραγία Θεοτόκος τότε τον έπιασε από το χέρι και είπε:
- Μη φοβάσαι, εκλεκτέ μου! Ήρθα να σε επισκεφτώ. Οι προσευχές σου για τους μαθητές και το μοναστήρι σου εισακούστηκαν. Μη στενοχωρείσαι, από τώρα και εμπρός θα ανθίσει! Και όχι μόνο όσο καιρό ζεις εσύ, αλλά και μετά την εκδημία σου στον Κύριο, εγώ θα είμαι κοντά στο μοναστήρι σου, θα καλύπτω πλούσια τις ανάγκες του, θα παρέχω τα απαραίτητα και θα το προστατεύω.
Και λέγοντας αυτά έγινε άφαντη. Εκστατικός ο Όσιος απ’ το φοβερό όραμα, παράμεινε για λίγο έμφοβος και έτρεμε. Αφού συνήλθε, σήκωσε τον τρομοκρατημένο μαθητή του, αυτός όμως έπεσε συγκλονισμένος στα πόδια του Οσίου λέγοντας:
- Για χάρη του Θεού, πατέρα μου, πες μου, τι θαυμάσιο όραμα ήταν αυτό;
Ο Όσιος που ήταν τόσο πλημμυρισμένος από χαρά ώστε το πρόσωπό του έλαμπε ολόκληρο, δεν μπορούσε να πει περισσότερα απ’ αυτά τα λόγια:
- Περίμενε λίγο παιδί μου· και η δική μου ψυχή δονείται απ’ το θαυμάσιο αυτό όραμα.
Στάθηκε για λίγο συνεπαρμένος ακόμη απ’ το όραμα και τελικά είπε:
- Παιδί μου, φώναξέ μου τον Ισαάκιο και τον Σίμωνα.
Κι όταν ο Ισαάκιος και ο Σίμων ήρθαν, τους διηγήθηκε καταλεπτώς όλα όσα συνέβησαν, πώς είδε την Υπεραγία Θεοτόκο μαζί με τους Αποστόλους και τις θαυμάσιες υποσχέσεις που τους έδωσε. Εκείνοι μόλις άκουσαν όλα αυτά πλημμύρισαν από χαρά και όλοι μαζί έψαλλαν μια Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο και δόξασαν το Θεό. Ο Όσιος παρέμεινε όλη νύχτα άγρυπνος, αναπολώντας το εξαίσιο όραμα. (Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα το 1388, τέσσερα χρόνια πριν την κοίμηση του Οσίου).

(Η Θηβαΐδα του Βορρά, Πέτρου Μπότση, εκδ. 1985 σελ. 56-58)

Η μητέρα της αγίας Θηρεσίας του Λιζιέ, αναφέρει μια χαριτωμένη ιστοριούλα για την κόρη της.
Μια μέρα η μικρή Θηρεσία με ρώτησε αν θα πήγαινε στον Παράδεισο.
- Εάν είσαι καλή και φρόνιμη, ναι, της απάντησα εγώ.
- Αχ! Μανούλα -είπε πάλι η μικρή- αν λοιπόν δεν είμαι ούτε καλή, ούτε φρόνιμη, θα πάω στην κόλαση; Τότε ξέρω καλά τι θα κάνω.
Θα πετάξω μαζί σου, ενώ εσύ θα πηγαίνεις στον ουρανό και ασφαλώς θα με κρατήσεις στην αγκαλιά σου. Πώς θα μπορέσει τότε ο καλός Θεός να με απομακρύνει;
- Από το βλέμμα της κατάλαβα ότι η κορούλα μου ήταν πεπεισμένη πως ο Θεός δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα εναντίον της, εάν βρισκόταν στην αγκαλιά της Μάνας

(π. Rosario Scognamiglio, Στοχασμοί και Αποφθέγματα, εκδ. Κ.Ε.Ο σελ. 249)

Όταν ο άγιος Ανδρέας ο δια Χριστόν Σαλός (είδε σε όραμα τον Παράδεισο) συλλογίστηκε ότι δεν είχε δει την Παναγία στον ουρανό ένας άγγελος τού είπε:
«Ευχήθηκες να δεις εδώ τη Βασίλισσα η Οποία είναι λαμπρότερη κι απ’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις;
Δεν είναι εδώ·
επισκέπτεται τον επίγειο κόσμο που βρίσκεται σε μεγάλα δεινά, για να βοηθήσει τους ανθρώπους και να ανακουφίσει τη θλίψη τους.
Θα σου έδειχνα την ουράνια κατοικία Της, τώρα όμως δεν έχουμε χρόνο, αφού πρέπει και πάλι να γυρίσεις στη γη»

(π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ψυχή μετά το θάνατο,εκδ. Μυριόβιβλος σελ. 223-224)

Όταν ζούσε ακόμα στον κόσμο ο άγιος Νήφων, ο επίσκοπος Κωνσταντιανής, και πήγαινε στην εκκλησία για να προσευχηθεί, όταν δε γνώριζε ακόμη τη μεγάλη αγάπη στους ανθρώπους που εκδηλώνεται στη συγχώρηση, «είδε στο δρόμο έναν άνθρωπο, που έκανε μία αμαρτία, και τον κατέκρινε με το λογισμό του και τον μίσησε· και καθώς μπήκε στο ναό, υψώσας τα μάτια του εις την αγίαν εικόνα της Παναγίας, είδε Αυτήν, ότι τον κοίταζε με άγριο βλέμμα, και τον απεστράφη. Και ταραχθείς πολύ για τούτο, ελυπήθη εις άκρον, μην ηξεύρωντας την αιτία για την οποία τον απεστράφη.
Εξετάζοντας τον εαυτό του, γνώρισε, ότι γιατί κατέκρινε με το λογισμό του εκείνον όπου έκανε την αμαρτία, για αυτό τον απεστράφη η Κυρία Θεοτόκος· και παρευθύς πεσών επί την γην και εξομολογησάμενος την αμαρτίαν του, έκλαυσε πικρώς και εδέετο της Υπεραγίας Θεοτόκου, για να του συγχωρήσει την αμαρτία του.
Και προσευξάμενος ώρα πολλή, είδε πάλι την αγία εικόνα, ότι τον κοίταξε με ιλαρό (χαρωπό) πρόσωπο, και ούτω λαβών πολλή παρηγοριά, βγήκε από το ναό. Και από τότε πλέον, όποτε έφταιγε σε κάτι, ελεγχόταν από την Θεοτόκο δια μέσου της αποστροφής, και εξομολογούμενος την αμαρτία του, και παρακαλών μετά δακρύων την Παναγία, ελάμβανε παρηγοριά, δια του ιλαρού βλέμματός της»

(Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο Γεροντικό της Παναγίας, αρχιμ. Θεοφυλάκτου Μαρινάκη σελ. 177-178)

katafigioti

lifecoaching