ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ-
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 7.20-9 βράδυ

 

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Πρόγραμμα Ακολουθιών - 2η Θεία Λειτουργία

Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται

στον Άγιο Σώστη

και

ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.

Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα

                                                           

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Το Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, τα λέει όλα
Τον παρακάλεσα μία ημέρα να μου υποδείξει έναν τρόπο προσευχής κι αν ήταν δυνατόν, να μου εμπιστευθεί το δικό του τρόπο προσευχής. Και η απάντηση ήταν άμεση και... πληρωμένη.
-Και τί την πέρασες την προσευχή, για φαγητό που προσφέρεται κατά παραγγελία ; Ή φάρμακο που χορηγείται με συνταγή ; Εγώ σου έχω πει να ζητάς μόνο τη σωτηρία της ψυχής. Να ζητάς, δηλαδή, να καταστείς κληρονόμος της αιωνίου Βασιλείας των Ουρανών. Και όλα τ' άλλα να τ' αφήνεις στην κρίση του Θεού. Σου υπενθυμίζω, για ακόμη μιά φορά, το " Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν των Ουρανών και πάντα ταύτα προστεθήσονται ". Αυτό δεν σου αρκεί ; Εάν δεν σου αρκεί αυτό, ή δεν σε ικανοποιεί απόλυτα, περιορίσου στη νοερά προσευχή. Για μένα, το " Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, Ελέησόν με " τα λέει όλα. Και οπωσδήποτε περισσότερα από αυτά που λες εσύ. Αρκεί να το λες με πίστη και αφοσίωση. Και μάλιστα, την ώρα εκείνη να φαντάζεσαι ότι έχεις μπροστά σου τον εσταυρωμένο Ιησού. Και άκου. Την ώρα που θα το λες, θα στρέψεις το νου σου κατ' εδώ, προς εμένα. Και εγώ θα συλλαμβάνω τη σκέψη σου, και θα προσεύχομαι μαζί σου, για σένα. Αυτό είναι το καλύτερο. Και αυτό σου συνιστώ να κάνεις.
-Ναί, Παππούλη μου, αλλά δεν το λέτε σωστά. -Εγώ σωστά το λέω. Εσύ το εννοείς λανθασμένα. Και ξέρεις γιατί ; Γιατί ξεχωρίζεις τον εαυτό σου από τον υπόλοιπο κόσμο. Και αυτό δεν είναι καθόλου σωστό. Όπως αγαπάμε τον εαυτό μας, έτσι πρέπει να αγαπάμε και τον πλησίον μας. Εγώ αγαπώ όλο τον κόσμο σαν τον εαυτό μου. Γι' αυτό δε βλέπω το λόγο γιατί να λέω : Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, ελέησον μας και όχι ελέησον με. Αφού εγώ και ο κόσμος είμαστε ένα και το αυτό ! Έτσι θα το λες και εσύ : Ελέησόν με.
[Κ 176π.]

Με φωνή παρακλητική
Όταν παιδί μου απευθυνόμενος στο Θεό, δεν παίρνουμε ύφος στρατιωτικού, που διατάσσει τα φανταράκια. Αλλά ύφος ταπεινού δούλου και φωνή ικετευτική και πάρα πολύ παρακλητική. Μόνο αυτή η φωνή φθάνει στο θρόνο του Θεού, ο οποίος σαν φιλόστοργος πατέρας που είναι, ικανοποιεί το αίτημά μας και " αντικαταπέμπει ημίν την θείαν χάριν και την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος ! ".
[Κ 205π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.381)

168. Ποια είναι η θέση τον προσώπου του λειτουργού στην τέλεση των εκκλησιαστικών μυστηρίων;

Όπως ειπώθηκε στα προηγούμενα, ο τελετουργός των μυστηρίων είναι κατ’ ουσίαν ο ιδρυτής αυτών, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Ο ιερέας είναι απλό όργανο δια του οποίου επιτελούνται τα μυστήρια.

Στο πνεύμα αυτό ο ορθόδοξος ιερέας κρύβει επιμελώς το πρόσωπό του κατά την τέλεση των μυστηρίων, απαγγέλλοντας τις ιερουργίες σε τύπο παθητικό (σε τρίτο ενικό πρόσωπο) όπως: Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού και χρίεται, αρραβωνίζεται, στέφεται, μεταλαμβάνει, προχειρίζεται κ.τ.λ.

Αντίθετα στη Ρωμαϊκή Εκκλησία ο λειτουργός φέρεται να τελεί ο ίδιος τα μυστήρια, απαγγέλλοντας τις ιερουργίες σε πρώτο ενικό πρόσωπο, όπως: εγώ σε βαπτίζω, σε χρίω κ.ο.κ.. Το ύφος αυτό είναι εκφραστικό του οξέος χωρισμού του κλήρου από τον λαό, που παρατηρείται στη Λατινική Εκκλησία.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 238-239)

167. Μπορεί άλλο πρόσωπο εκτός από τον ιερέα να τελέσει το βάπτισμα;

Ναι μπορεί, σε έκτακτες όμως περιπτώσεις. Το βάπτισμα αυτό είναι ομοίως βάπτισμα ανάγκης. Γίνεται δε συνήθως ενόψη επικείμενου θανάτου. Όταν, λόγου χάρη, ένα αβάπτιστο παιδί ασθενήσει ξαφνικά και κινδυνεύει να πεθάνει, τότε μπορεί να το βαπτίσει και λαϊκός, άνδρας ή γυναίκα, κατά κανόνα όμως ορθόδοξος. Το βάπτισμα μπορεί να το κάνει σε νερό απλό και φυσικό, κάνοντας τις τρεις καταδύσεις και λέγοντας τα καθιερωμένα λόγια: «Βαπτίζεται ο δούλος (ή η δούλη) του Θεού τάδε... εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αμήν». Ελλείψει ύδατος το βάπτισμα μπορεί να γίνει
και στον αέρα (αεροβαπτίσμα). Και στις δυο περιπτώσεις (κυρίως όμως στην πρώτη) το βάπτισμα είναι έγκυρο και δεν μπορεί να επαναληφθεί, όταν παρέλθει ο κίνδυνος θανάτου.

Το έκτακτο αυτό βάπτισμα τελεί και η Ρωμαϊκή Εκκλησία, διευρύνουσα όμως τον κύκλο των προσώπων που μπορούν να το επιτελέσουν. Σε αντίθεση με τη δική μας Εκκλησία που επιτρέπει την τέλεσή του μόνο σε ορθόδοξους λαϊκούς, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία το επιτρέπει και σε μη χριστιανούς, σε Ιουδαίους και σε εθνικούς. Ότι όμως μια τέτοια θεωρία, διαταράσσουσα τη «λογική» και τον φυσικό κύκλο των μυστηρίων, είναι άκρως μηχανική, είναι προφανές και αυτονόητο.

Και οι Διαμαρτυρόμενοι, τέλος, δέχονται την τέλεση του βαπτίσματος από πρόσωπα λαϊκά, εκτός από τους Καλβινιστές, οι οποίοι, αποδεχόμενοι ότι ο Θεός σώζει και χωρίς το βάπτισμα τους προορισμένους στην αιώνια ζωή, δεν δίνουν καμιά σημασία στο έκτακτο βάπτισμα της ανάγκης.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 237-238)

166. Είναι σωστό το δι’ επιχύσεως βάπτισμα των Παπικών;

Όχι, δεν είναι. Διότι, κατά την ορθόδοξη πίστη, το βάπτισμα για να είναι έγκυρο και κανονικό, πρέπει να γίνεται στο όνομα της Αγίας Τριάδος και δια τριπλής καταδύσεως σε ύδωρ «ειλικρινές», δηλαδή αμιγές και καθαρό. Αν λείπει ένας από τους όρους αυτούς το μυστήριο είναι άκυρο. ‘Ως προς τον δεύτερο όμως όρο, δηλαδή την τριπλή κατάδυση, δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των διαφόρων χριστιανικών Εκκλησιών.

Το ρήμα βαπτίζω σημαίνει βυθίζω. Από αρχαιοτάτων δε χρόνων στην Εκκλησία το βάπτισμα ετελείτο δια τριπλής καταδύσεως σε ύδωρ. Την πράξη αυτή της Εκκλησίας μαρτυρούν τα σωζόμενα βαπτιστήρια, ειδικά χτίσματα κείμενα παραπλέυρως του ναού, στα οποία βαπτίζονταν οι κατηχούμενοι.
Ομοίως μαρτυρεί η πράξη των αποσχισθεισών Εκκλησιών των Αρμενίων, Κοπτών και Αβυσσηνίων, που τελούν το βάπτισμα δια καταδύσεως. Είναι ενδεικτικό ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας στα έργα τους δεν μνημονεύουν άλλον τρόπο βαπτίσεως. Φυσικά στην αρχαία Εκκλησία υπήρχε το έκτακτο και κατ’ οικονομία βάπτισμα κλινικών, δηλαδή των ασθενών που, καθηλωμένοι στο κρεβάτι, δεν μπορούσαν να μετακινηθούν, το οποίο γινότον δι’ επιχύσεως και ραντισμού.

Στο έκτακτο αυτό βάπτισμα στηριζόμενοι οι Ρωμαιοκαθολικοί και προφασιζόμενοι λόγους αστήρικτους, την τρυφερή ηλικία των νηπίων, τα οποία αν είναι ασθενικά κινδυνεύουν κατά την κατάδυση, το γήρας των λειτουργών με τις αρνητικές επιπτώσεις του, το άτοπο της γυμνώσεως προσώπων του ετέρου φύλου και γενικά τις δυσκολίες από το ψυχρό κλίμα των βορείων χωρών, ήδη από τον 14ο αιώνα το εκτάκτως γινόμενο βάπτισμα δι’ επιχύσεως εισήγαγαν ως κανονικό της Εκκλησίας θεσμό. Ότι όμως πρόκειται περί επιζήμιας καινοτομίας στη σειρά πολλών άλλων καινοτομιών της Εκκλησίας αυτής, μετά τα όσα είπαμε δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 236-237)

165. Τί φρονούν περί της ουσίας του βαπτίσματος οι Διαμαρτυρόμενοι;

Τα περί της ουσίας του βαπτίσματος διδάγματα των Διαμαρτυρομένων είναι ανάλογα προς τις περί προπατορικού αμαρτήματος και δικαιώσεως ως ιδιαίτερες αντιλήψεις τους. Ενώ για μας το βάπτισμα καταργεί την αμαρτία από την ψυχή του βαπτιζομένου αναγεννώντας και αναπλάσσοντας αυτόν (το ίδιο παρατηρείται και στη δικαίωση), κατά τους Προτεστάντες, το μυστήριο δεν εξαλείφει την ουσία του προπατορικού αμαρτήματος αλλ΄ απλώς αίρει την ενοχή την οφειλόμενη τόσο σ’ αυτό όσο και στις προσωπικές αμαρτίες των βαπτιζομένων, χωρίς ωστόσο να καθιστά άγιο και δίκαιο τον άνθρωπο, ενισχύοντας απλώς την πίστη του κι εξασθενώντας την υφιστάμενη αμαρτία. Η αμαρτία στον άνθρωπο συγχωρείται όχι για να μην υπάρχει, αλλά για να μην καταλογίζεται.

Οι αντιλήψεις αυτές δεν είναι σωστές. Όχι μόνο διαστρεβλώνουν την αληθινή έννοια της δικαιώσεως (άρση της αμαρτίας και αναγέννηση), αλλ΄ έρχονται σε αντίθεση προς τη διδασκαλία της Γραφής κατά την οποία το βάπτισμα είναι «λουτρόν παλιγγενεσίας». Ο όρος αυτός εκφράζει θαυμάσια την ουσία του βαπτίσματος. Το βάπτισμα κάνει τον άνθρωπο νέα γένεση, του χαρίζει καινούργια πνευματική ύπαρξη, από την οποία έχει αφαιρεθεί το στοιχείο της αμαρτίας, το δηλητήριο της φθοράς και του πνευματικού θανάτου.

Το βάπτισμα κατά τους Διαμαρτυρομένους δεν επαναλαμβάνεται. Σ’ αυτό συμφωνούν με τους Ορθοδόξους και τους Ρωμαιοκαθολικούς. Όμως η μη επανάληψη αυτή δεν οφείλεται στη μοναδικότητα της πνευματικής γεννήσεως που μόνο μια φορά γίνεται (όπως και η φυσική γέννηση) ούτε στο ότι το μυστήριο φέρει χαρακτήρα ανεξάλειπτο (Δυτικοί), αλλά στην ειδική συνθήκη που δημιουργείται στο βάπτισμα μεταξύ Θεού και ανθρώπου, η οποία από μέρους του Θεού είναι αμετακίνητη και ανεπανάλειπτη.

Όσοι εκ των Διαμαρτυρομένων δέχονται το μυστηριακό χαρακτήρα του βαπτίσματος αποδέχονται και τον νηπιοβαπτισμό (Λουθηρανοί). Αυτό όμως δεν γίνεται χωρίς αντίφαση προς τη θεμελιώδη προτεσταντική αρχή περί πίστεως, ως της μόνης δυνάμεως που προσδιορίζει την ενέργεια του μυστηρίου. Πώς μπορεί να ενεργήσει το βάπτισμα στα νήπια, τα οποία στερούνται λόγου και πίστεως; Προς εξοικονόμηση του πράγματος διατυπώθηκαν αλλόκοτες θεωρίες· ότι τα νήπια που είναι ευάρεστα στο Θεό και προστατεύονται από τους Αγγέλους, πιστεύουν κι αυτά χωρίς να κατανοούν το Θεό, όπως ο Δαβίδ στην κοιλιά της μητέρας του εξεδήλωνε την αφοσίωση του στο Θεό και ο Βαπτιστής Ιωάννης σκιρτούσε ομοίως στην κοιλιά της Ελισάβετ, όταν αυτή άκουε το χαιρετισμό της Παρθένου Μαρίας. Άλλωστε η πίστη δεν έχει ανάγκη του λόγου, ο οποίος καμιά φορά την εμποδίζει, αλλ΄ είναι προϊόν του παναγίου Πνεύματος.

Τέλος όσοι εκ των Διαμαρτυρομένων (Καυάκεροι, Σωκινιανοί, Αρμινιανοί, Μεννωνίτες, Αναβαπτιστές) απορρίπτουν τον μυστηριακό χαρακτήρα του βαπτίσματος, φρονούντες ότι είναι απλή τελετή ιδρυθείσα όχι από τον Κύριο αλλά από τους Αποστόλους για τους εξ Ιουδαίων και εθνικών επιστρέφοντας των οποίων εδήλωνε δημόσια την είσοδο στην Εκκλησία, ή είναι απλή εικόνα της εσωτερικής καθάρσεως του ανθρώπου και σφραγίδα της αφέσεως των αμαρτιών στους πιστεύοντες και μετανοούντες, συναπορρίπτουν όλοι τον νηπιοβαπτισμό, του οποίου δεν κατανοούν τη φύση και τους σκοπούς.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 234-236)

Ανακαίνισις
Τα σπίτια, όταν παλιώσουν, πάντοτε τα διορθώνουμε.
Αυτό να κάνεις και με τον εαυτό σου. Αμάρτησες σήμερα;
Πάλιωσες την ψυχή σου; Να μην απογοητευτείς,
ούτε να μη ξαναπέσεις, αλλά ξανακάνε καινούργιο
το πνευματικό σου σπίτι με τη μετάνοια,
με δάκρυα, με εξομολόγηση και με την επιτέλεση καλών έργων.
Κι αυτό να μη παύσεις ποτέ να το κάνεις.
Ε.Π.Ε. 17,442

πώς συντελείται;
Πώς ανακαινίζεται; Με την πίστη, με την ελπίδα, με την προθυμία.
Στο εξής, λοιπόν, πρέπει ν’ αντιμετωπίζουμε με θάρρος τα κακά.
Διότι, όσο περισσότερο παθαίνει το σώμα,
τόσο και πιο αγαθές ελπίδες έχει η ψυχή.
Και γίνεται λαμπρότερη, όπως ακριβώς το χρυσάφι,
που παραμένει περισσότερο μέσα στη φωτιά.
Ε.Π.Ε. 19,258

αναγέννησις
Ανακαίνισις σημαίνει, όταν αυτό, που ‘χει γεράσει, ξανανιώνει.
Σαν να γίνεται από ένα πράγμα, κάτι άλλο.
Ε.Π.Ε. 21,38

ξανάνιωμα
Και μεις είμαστε νέοι, η καλύτερα γίναμε νέοι.
Αν θέλουμε, μπορούμε να εξαφανίσουμε αυτό το γήρας.
Ό,τι παλιό, ας το πετάξουμε.
Ας πλυθούμε και θα φύγει κάθε ρυτίδα και κηλίδα και βρωμιά.
Και θα γίνουμε ωραίοι, ώστε να επιθυμήσει την ομορφιά μας ο Βασιλιάς.
Είναι δυνατόν, έστω κι αν έχουμε φτάσει στην έσχατη ασχήμια,
ν’ ανακτήσουμε την ομορφιά.
Ε.Π.Ε. 24,554

πνευματική, η μετάνοια
Τα ετοιμόρροπα σπίτια τα επισκευάζουμε.
Αυτό να κάνουμε και στον εαυτό μας.
Αν σήμερα παλαιώθηκες από την αμαρτία,
ν’ ανακαινίσεις τον εαυτό σου με τη μετάνοια.
Ε.Π.Ε. 30,286

μετά την ανάσταση
Στα σώματα μετά τη νεότητα έρχεται το γήρας.
Εδώ μετά το γήρας έρχεται η νεότητα,
και νεότητα παντοτινή, αν φυσικά θέλουμε.
Ε.Π.Ε. 36,168

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 176-177)

"Η ιστορία της Μαρίας, του Δημήτρη και του Γιώργου"

Μία ιστορία από το στόμα του π.Πορφυρίου: Η Μαρία και ο Δημήτρης ήταν αδέλφια.
Ο Δημήτρης είχε φίλο τον Γιώργο, γιατρό. Ο Γιώργος επισκεπτόταν το Δημήτρη στο σπίτι του. Έπειτα από καιρό, η Μαρία φανέρωσε στον αδερφό της το μυστικό της. Είχε ερωτευτεί βαθιά το Γιώργο και υπέφερε, πονούσε η καρδιά της και χτυπούσε δυνατά τα χέρια και τα πόδια της, βρεχόταν στον ιδρώτα, κάθε φορά που τον έβλεπε. Γι'αυτό παρεκάλεσε τον αδελφό της, να μην φέρνει πλέον το Γιώργο στο σπίτι, για να μην υποφέρει άδικα, μια που η  οικογένεια του Γιώργου ήταν πλούσια και ανώτερη κοινωνικά και δε θα δεχόταν ποτέ νύφη τη φτωχή και άσημη Μαρία.
Από τότε ο Δημήτρης απέφευγε να καλεί το Γιώργο στο σπίτι του, προφασιζόμενος διάφορους λόγους και τον συναντούσε έξω στον κήπο.
Μια μέρα η Μαρία με επισκέφθηκε. Μου άνοιξε την καρδιά της, μου είπε τον καημό της κι εγώ την συμβούλεψα να κάνει προσευχή θερμή, διαίτερα τα χαράματα, τη νύχτα, πριν ξημερώσει, υψώνοντας τα χέρια προς το Θεό και παρακαλώντας Τον να γίνει το θέλημά Του.
Η Μαρία ακολούθησε πιστά τη συμβουλή μου. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Γιώργος παραπονέθηκε στο Δημήτρη, διότι ανεξήγητα άλλαξε στάση απέναντί του, τον αποφεύγει και δεν τον βάζει πλέον μέσα στο σπίτι του.
Ο Δημήτρης του φανέρωσε την αιτία, παρουσιάζοντας το πρόβλημα της αδελφής του.
Τότε ο Γιώργος ξέσπασε σε δάκρυα και του εξομολογήθηκε ότι κι εκείνος έχει το ίδιο πρόβλημα, ότι αγαπάει πολύ τη Μαρία και εδώ και καιρό κάθε πρωί, βαθιά χαράματα, ξυπνά με το όραμα της Μαρίας μπροστά στα μάτια του. Ήταν η ώρα που προσευχόταν η Μαρία, όπως την συμβούλεψα.
Έτσι, με τη θερμή προσευχή, αποκαλύφθηκε το κρυφό αίσθημα των δύο καλών νέων και τελικά  παντρεύτηκαν, ενώ στην αρχή είχαν αντιρρήσεις οι γονείς του Γιώργου.
[Γ 60-2]

("Ανθολόγιο Συμβουλών", Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σ.189-190)

 

Η υπομονή στους πόνους
Όταν μας βρίσκει μια αρρώστια, καλά είναι να αφηνόμαστε στον Χριστό εν λευκώ.
Να σκεφτόμαστε ότι η ψυχή μας έχει μεγαλύτερη ανάγκη από υπομονή και δοξολογία
στους πόνους παρά από ατσαλένιο σώμα με το οποίο μπορούμε να κάνουμε μεγάλους σωματικούς αγώνες,
οι οποίοι όμως ίσως μας κάνουν να καυχηθούμε, χωρίς να το καταλάβουμε,
γιατί θα νομίσουμε ότι με το σπαθί μας θα κερδίσουμε τον Παράδεισο.
Ξέρετε πόσα χρόνια έχω άλλοτε υποφερτό πόνο και άλλοτε ανυπόφορο;
Ο υποφερτός είναι μια μόνιμη κατάσταση.[...]
Στην συνέχεια μου παρουσιάστηκε κάτι σκληρό στην κοιλιά,
μου είπαν ότι ήταν κήλη. Όταν κουραζόμουν, πονούσε και πρηζόταν πολύ.
Μια μέρα, παραμονή του Αγίου Παντελεήμονος, ήταν πρησμένο και πονούσα.
Έπρεπε όμως να πάω στην Σκήτη, στην ολονυκτία. Είπα: «θα πάω και ό,τι θέλει ας γίνη»,
γιατί έπρεπε να πάω. Στην διάρκεια της αγρυπνίας σκέφθηκα να καθήσω λίγο,
αλλά είπα «αν κατεβάσω εγώ το στασίδι, για να καθήσω, θα το κατεβάσουν όλοι»,
οπότε προτίμησα να μην καθήσω καθόλου. Μετά από δώδεκα ώρες που κράτησε η αγρυπνία
υπέθεσα ότι θα χειροτερέψει πολύ. Όταν επέστρεψα στο Κελλί μου,
δεν πρόλαβα καλά-καλά να μπώ μέσα, χτύπησε το καμπανάκι. «Έ, Πάτερ, άνοιξε!»,
ακούω κάποιον να φωνάζει. Έβαλα τα γέλια. «Εντάξει, είπα, τώρα θα πάμε συνέχεια».
Και πράγματι σε λίγο ήρθαν και άλλοι και άλλοι. Το βράδυ που τελείωσα με τον κόσμο,
είδα ότι είχε εξαφανισθή τελείως! Την άλλη ημέρα, ενώ είχα ξεκουραστεί, πάλι παρουσιάστηκε!
Έπειτα με εμπόδιζε και με πονούσε, αλλά και το καμάρωνα κιόλας.
Αφού ο Χριστός το ήξερε, ήξερε και ότι με βοηθάει, γι’ αυτό το άφηνε.
Πέντε χρόνια κράτησε αυτό. Ξέρεις τί δυσκολία;
-Και τότε, Γέροντα, που είχατε πρόβλημα με τα πόδια σας;
-Εκείνο ήταν άλλο. Δεν μπορούσα να σταθώ όρθιος. Όταν ερχόταν κόσμος,
ζοριζόμουν. Πέρασε εκείνο, μετά άρχισε η αιμορραγία. «Ελκώδη κολίτιδα», μου είπαν.
Αλλη ιστορία... Πάνε επτά χρόνια με αιμορραγίες, με πόνους...
Αλλά μη στενοχωριέσθε, μόνο να εύχεσθε για την υγεία της ψυχής μου.
Εγώ χαίρομαι που με τίμησε ο Θεός και μου έδωσε αυτό το δώρο και δεν θέλω να μου το στερήσει.
Δόξα τω Θεώ, ο Θεός το επιτρέπει, για να βοηθηθώ κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Έτσι δίνουμε εξετάσεις στην υπομονή. Τώρα αυτό, ύστερα το άλλο... «Υπομονής χρείαν έχομεν».
Γιατί, αν εμείς που έχουμε λίγο φόβο Θεού, δεν κάνουμε υπομονή, τί θα κάνουν οι κοσμικοί;
Αν και βλέπω ότι πολλοί λαϊκοί μας ξεπερνούν στην αρετή. [...]
Ο Χριστός είπε: «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών».
Βλέπετε, ο Θεός δεν ευχαριστήθηκε τόσο από τις ελεημοσύνες του Ιώβ,
όταν είχε όλα τα αγαθά, όσο από την υπομονή του τον καιρό της δοκιμασίας .
-Γέροντα, όταν λέτε ότι ένας άρρωστος κάνει υπομονή στους πόνους,
εννοείτε ότι δεν δείχνει καθόλου ότι πονάει;
-Στην εσχάτη ανάγκη μπορεί να αφήσει να γίνει στους άλλους λίγο αντιληπτό.
Μπορεί να πει ότι πονάει, αλλά όχι σε τί βαθμό. Γιατί, αν δεν το κάνει καθόλου
γνωστό στους άλλους, οι άλλοι μπορεί να σκανδαλίζωνται από κάποια συμπεριφορά του.
Αν λ.χ. ένας μοναχός υποφέρει από κάτι και δεν μπορεί να πάει στην Ακολουθία,
ίσως να βλαφτεί κάποιος που δεν έχει καλούς λογισμούς.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 213-215)

Δίψα Θεού… Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Διψά η ψυχή μου τον Κύριο και με δάκρυα Τον ζητώ. Πώς να μη σε ζητώ; Εσύ με ζήτησες πρώτος και μου έδωσες να γευθώ τη γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος, και η ψυχή μου Σε αγάπησε έως τέλους.

Τον πρώτο χρόνο της ζωής μου στο Μοναστήρι, γνώρισε η ψυχή μου τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα. Πολύ μας αγαπά ο Κύριος αυτό το έμαθα από το Άγιο Πνεύμα που μου έδωσε ο Κύριος κατά το μέγα Του έλεος. Γέρασα και ετοιμάζομαι για το θάνατο, και γράφω την αλήθεια για χάρη του λαού.

Αδελφοί μου, πέφτω στα γόνατα και σας παρακαλώ. Πιστεύετε στον Θεό, πιστεύετε ότι υπάρχει το Άγιο Πνεύμα, το Άγιο Πνεύμα είναι αγάπη. Και η αγάπη αυτή πλημμυρίζει όλες τις ψυχές των ουρανοπολιτών αγίων. Και το ίδιο Άγιο Πνεύμα είναι στη γη, στις ψυχές όσων αγαπούν τον Θεό.

Η χάρη του Θεού δίνει δύναμη για να αγαπάς τον Αγαπημένο. Τότε η ψυχή μου έλκεται αδιάκοπα προς την προσευχή και δεν μπορεί να λησμονήσει τον Κύριο ούτε για ένα δευτερόλεπτο.

Τι να σου ανταποδώσω Κύριε ή ποιον ύμνο να Σου προσφέρω; Εσύ δίνεις τη χάρη Σου, για να φλέγεται αδιάλειπτα η ψυχή από αγάπη και δεν βρίσκει πια ανάπαυση ούτε νύχτα ούτε ημέρα από τη θεϊκή αγάπη.

Νοσταλγεί η ψυχή μου τον Θεό και προσεύχεται ημέρα και νύχτα, γιατί το όνομα του Κυρίου είναι γλυκό και πολυπόθητο για την ψυχή που προσεύχεται και την προσελκύει στην αγάπη του Θεού.

Έζησα πολύ καιρό στη γη και άκουσα και είδα πολλά. Η ψυχή ζει πολύ στη γη και αγαπά τα γήινα κάλλη. Αγαπά τον ουρανό και τον ήλιο, αγαπά τους όμορφους κήπους, τη θάλασσα και τα ποτάμια, τα δάση και τα λιβάδια. Αγαπά ακόμη η ψυχή και τη μουσική και όλα αυτά τα επίγεια την ευφραίνουν.

Όταν, όμως, γνωρίσει τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, τότε δεν θέλει πια να βλέπει τα επίγεια. Είδα επίγειους βασιλείς στη δόξα τους και πολύ το εκτιμούσα. Όταν, όμως, η ψυχή γνωρίσει τον Κύριο, λίγο θα ενδιαφέρεται για όλη τη δόξα των βασιλέων. Τότε η ψυχή διψά τον Κύριο και ποθεί αχόρταγα νύχτα και ημέρα να δει τον Αόρατο, να ψηλαφήσει τον Αψηλάφητο.

Γνωρίζω, Κύριε, πως αγαπάς το λαό Σου, αλλά οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν την αγάπη Σου και θορυβούνται όλοι οι λαοί της γης και οι σκέψεις τους είναι σαν τα σύννεφα που τα παρασύρει ο άνεμος σε όλα τα μέρη.

Οι άνθρωποι έχουν λησμονήσει Εσένα, τον Δημιουργό τους, και ζητούν την ελευθερία τους, χωρίς να εννοούν ότι Εσύ είσαι Ελεήμων, αγαπάς, όσους μετανοούν, και τους δίνεις τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Όταν η ψυχή γνωρίσει εν Αγίω Πνεύματι τον Κύριο, τότε από τη χαρά της λησμονεί τον ήλιο και όλη την κτίση και παύει να ενδιαφέρεται για την επίγεια γνώση. Ο Κύριος μας έδωσε το Άγιο Πνεύμα και μάθαμε το άσμα του Κυρίου και από τη γλυκύτητα της αγάπης του Θεού λησμονούμε τα επίγεια. Η αγάπη του Θεού Κυρίου είναι φλογερή και σβήνει τη μνήμη της γης.

Όποιος την έζησε, αυτός την αναζητεί ακούραστα, ημέρα και νύχτα, και έλκεται από αυτήν. Απομακρυνόμαστε από την αγάπη με την υπερηφάνεια και την κενοδοξία, με την αντιπάθεια για τον αδελφό ή το φθόνο, με την κατάκριση του αδελφού. Μας εγκαταλείπει, όταν έχουμε εμπαθείς σκέψεις, όταν προσηλωνόμαστε στα γήινα. Για όλα αυτά απομακρύνεται η χάρη και έρημη η ψυχή πλήττει και ποθεί με πόνο τον Θεό, όπως έπληττε και ο Αδάμ ο πατέρας μας μετά την έξωσή του από τον παράδεισο και φώναζε με δάκρυα προς τον Θεό: «Σε νοσταλγεί η ψυχή μου, Κύριε, και με δάκρυα Σε ζητώ. Το ιλαρό και πράο βλέμμα Σου αιχμαλώτισε την ψυχή μου και το πνεύμα μου ευφραινόταν μέσα στον παράδεισο, όπου έβλεπα το πρόσωπό Σου».

Οι άνθρωποι αγνοούν τη δύναμη της θεϊκής ταπεινώσεως του Χριστού και γι’ αυτό ελκύονται από τα γήινα. Αλλά δεν μπορεί να γνωρίσει ο άνθρωπος τη δύναμη αυτών των λόγων χωρίς το Άγιο Πνεύμα. Και όποιος τη γνώρισε αυτός δεν θα εγκαταλείψει την επιστήμη αυτή, έστω και αν του χάριζαν όλα τα βασίλεια του κόσμου.

Η ψυχή μοιάζει με τη νύμφη και ο Κύριος με Νυμφίο. Και αγαπούν ο ένας τον άλλο και ποθούν ο ένας τον άλλο. Ο Κύριος με την αγάπη Του ποθεί την ψυχή και λυπάται, αν δεν αναπαύεται σε αυτή το Άγιο Πνεύμα. Και η ψυχή που γνώρισε τον Κύριο ποθεί Αυτόν, γιατί σε Αυτόν κρύβεται η ζωή και η χαρά της.

Πολλοί πρίγκιπες και άρχοντες, όταν γνώρισαν την αγάπη του Θεού εγκατέλειψαν τους θρόνους τους. Και αυτό είναι ευνόητο, γιατί η αγάπη του Θεού είναι φλογερή.

Γλυκαίνει την ψυχή με τη χάρη του Αγ. Πνεύματος ως το σημείο που να δακρύζει, και τίποτε επίγειο δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της.

Όποιος γνώρισε τον Θεό με το Άγιο Πνεύμα, εκείνος λησμονεί τη γη, σαν να μην υπάρχει, αλλά μετά την προσευχή ανοίγει τα μάτια του και πάλι την ξαναβλέπει.

Κύριε ελεήμον, φώτισέ μας με τη χάρη Σου και αυτή θα θερμάνει τις καρδιές μας, για να Σε αγαπούμε.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

katafigioti

lifecoaching