ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ-
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 7.20-9 βράδυ
Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται
στον Άγιο Σώστη
και
ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.
Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα
2,15. «απεκδυσάμενος τας αρχάς και τας εξουσίας εδειγμάτισεν εν παρρησία, θριαμβεύσας αυτούς εν αυτώ»
Γιατί αυτές, στο νεκρό σώμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, δεν βρήκαν αμαρτία και φθορά [17], αλλά αναμαρτησία και παν-αγιότητα.
Και αυτό σημαίνει ότι: το ανθρώπινο σώμα, ο άνθρωπος, δεν είναι πλέον δούλος της αμαρτίας, και όταν δεν είναι δούλος της αμαρτίας, δεν είναι και δούλος του θανάτου και γι’ αυτό δεν μπορεί να βρεθεί στην δουλεία του θανάτου, δεν μπορεί να κρατηθεί στο βασίλειο του θανάτου [18].
Το καύχημα του θανάτου ήταν η ανθρώπινη αμαρτία, σε όλες τις εκδηλώσεις της.
Η υπερηφάνεια του θανάτου ήταν η αμαρτία, γιατί αυτή έσπειρε το θάνατο σε όλο το ανθρώπινο γένος και σε αυτόν κρατούσε όλους τους ανθρώπους, τους οποίους είχε υποτάξει σε μια δουλεία ατέλειωτη και ανελέητη.
Και τώρα! Ιδού το Σώμα, στο οποίο δεν υπάρχει αμαρτία. Ο θάνατος δεν έχει αιτία ή έστω και αφορμή για να συλλάβει και πολύ περισσότερο να κρατήσει αυτό το Σώμα.
”Ω! Ποια ντροπή για τις αρχές και τις εξουσίες του σκότους, τις παν-νικήτριες δυνάμεις, μέχρι την στιγμή αυτή. Λοιπόν, μέχρι τώρα δεν υπήρχε τέτοιο ανθρώπινο Σώμα στην γη! Και ιδού, ο θάνατος βρίσκεται μπροστά σε τέτοιο Σώμα! Πώς θα μπορούσε ο θάνατος να νικήσει τον Αναμάρτητο;
Όμως, με την βοήθεια της αμαρτίας προσπάθησε να νικήσει τον Αθάνατο. Αλλά σε Αυτόν δεν υπάρχει αμαρτία! ”Ω! Ποια ντροπή για τον θάνατο και για τους κυρίους του: τις αρχές και τις εξουσίες της αμαρτίας και του κακού, τους διαβόλους!
"Ω! Ποια η αδυναμία τους, ποιο το μέγεθος της!
Λοιπόν, ούτε ο ίδιος ο σατανάς, μαζί με όλες του τις δυνάμεις, δεν μπορεί να κρατήσει τον Αναμάρτητο Θεάνθρωπο στον θάνατο! Ιδού η ήττα τους, ιδού ο θάνατός τους! Είναι «εξευτελισμένες», ντροπιασμένες αιώνια. Τα όπλα τους θρυμματισμένα, συντριμμένα, ο θάνατος «νεκρός», οι δυνάμεις του όχι μόνο διεσπασμένες, αλλά ολοκληρωτικά κατεστραμμένες. Με τον Μοναδικό Αναμάρτητο!
Από τότε αρχίζει η αιώνια ήττα των πονηρών δυνάμεων, η αιώνια αδυναμία τους απέναντι στο ανθρώπινο όν. «Πρωτίστως» απέναντι στον Θεάνθρωπο και μετά, απέναντι σε όλους αυτούς που Τον ακολουθούν.
Γιατί η αμαρτία και ο θάνατος δεν έχουν πλέον δύναμη και εξουσία στους ανθρώπους του Χριστού.
Και όλοι οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν ακόλουθοι του Χριστού, γιατί ο Μοναδικός φιλάνθρωπος για όλους τις παντοειδείς ταπεινώσεις και τα μαρτύρια υπέφερε, για όλους τον θάνατο εκούσια δέχτηκε, για όλους αναστήθηκε, για όλους την Eκκλησία εγκαθίδρυσε, για όλους το άγιο μυστήριο του βαπτίσματος κατάρτισε, για όλους και τα λοιπά ιερά μυστήρια και τις άγιες αρετές και τις άγιες δυνάμεις, τις παν-νικούσες σε όλες τις μάχες, εναντίον της αμαρτίας, του θανάτου και του διαβόλου, φιλάνθρωπα πρόσφερε.
Με τον σταυρικό θάνατο του Αναμάρτητου Κυρίου, έπαυσε να ισχύει η «υποδούλωσή» μας απέναντι στον θάνατο και στον διάβολο.
Γιατί σε μας όλες οι αμαρτίες, «χάριν» της φιλανθρωπίας του Κυρίου, είναι συχωρεμένες [19].
Είναι συχωρεμένες και «κατά συνέπειαν», πεθαμένες, γιατί δεν έχουν πλέον δύναμη εναντίον μας, γιατί τις νικήσαμε όλες «κατά κράτος», με την δύναμη του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Και «πρωτίστως» νικήσαμε τον πιο φοβερό εχθρό μας, τον θάνατο! Γι’ αυτό και ο Απ. Παύλος αναφωνεί: «που σου, θάνατε, το κέντρον, που σου, άδη, το νίκος;» (Α' Κορ. 15,55).
Ενώ οι άνθρωποι ήσαν καταδικασμένοι σε θάνατο, «κατέστησαν» αθάνατοι με την δύναμη του Μοναδικού Αναμάρτητου, και νικούν πλέον όλους τους θανάτους και όλες τις αμαρτίες, σε όλα τα «πεδία».
Σε αυτό ακριβώς «έγκειται» η δόξα μας και η «αισχύνη», η ντροπή των αντίπαλων δυνάμεων. Η δόξα του ανθρώπινου «όντος», που «πληρώθηκε» με «κάθε πλήρωμα του Θεού», του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Δόξα και «παν-ισχύς». Η αθάνατη δόξα και η αθάνατη «παν-ισχύς» των πιστών χριστιανών, των «Χριστοεπιθυμούντων αθανάτων», γιατί σε αυτούς δεν υπάρχει θάνατος, ούτε σ’ αυτόν, ούτε σε κείνο τον κόσμο. Αλλά παντού υπάρχει Αυτός, υπάρχει «εν πάσι» Αυτός, ο Μοναδικός Αναμάρτητος και ο Μοναδικός Παντοδύναμος, ο Κύριος και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός.
17. Το Σώμα του Κυρίου μας, σαν «τελείως» Αναμάρτητο και ενωμένο πάντοτε με την Θεότητα, ακόμη και στον τάφο, δεν το πλησίασε καθόλου η φθορά.
18. αν φυσικά το θελήσει και ο ίδιος ο άνθρωπος.
19. Με το άγιο μυστήριο του βατπίσματος και μετά, με το άγιο μυστήριο της εξομολογήσεως.
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 92-95)
“Ανάσταση κι αγάπη λαμπερή,
κάθε καμπάνα χαρωπά σημαίνει
και ξημερώνει μέρα και φορεί
στολή μ’ αστέρια κ’ άνθια κεντημένη…
και μέσα στην καρδιά μου μυστικά
νιώθω να ξημερώνει μια ημέρα,
με κάλλη πλέον μαγικά,
απ’ όσα είναι στη γη και στον αιθέρα.”
164. Ποια είναι η τύχη των νηπίων που πεθαίνουν αβάπτιστα;
Το ερώτημα αυτό είναι πολύ δύσκολο και δεν μπορούμε να απαντήσουμε σ’ αυτό από την οπτική γωνία της γης. Μόνο στην άλλη ζωή θα το εννοήσουμε, όπως γενικότερα θα εννοήσουμε και την τύχη του ανθρώπου αμέσως μετά το θάνατο. Το ζήτημα της τύχης των νηπίων που πεθαίνουν αβάπτιστα ανάγεται τελικά, στην ευσπλαχνία και την αγαθότητα του Θεού, ο οποίος οικονομεί τη ζωή και το θάνατο όλων των λογικών πλασμάτων του.
Το ερώτημα που θέσαμε είναι δύσκολο γιατί προσδιορίζεται από δύο βασικές προτάσεις ασυμβίβαστες μεταξύ τους· πρώτον, τα νήπια που πεθαίνουν αβάπτιστα επειδή φέρουν το προπατορικό αμάρτημα δεν μπορούν να εισέλθουν στη βασιλεία των ουρανών και δεύτερον, τα αυτά νήπια επειδή δεν έχουν προσωπικές αμαρτίες δεν μπορούν να εξακοντισθούν στην αιώνια κόλαση. Ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός γράφει: «Τους δε (τα νήπια που πέθαναν αβάπτιστα) μήτε δοξασθήσεσθαι μήτε κολασθήσεσθαι παρά του δικαίου κριτού ως ασφραγίστους μεν απονήρους δε, αλλά παθόντας μάλλον ή δράσαντας». Να υποθέσουμε ότι τα αβάπτιστα νήπια βρίσκονται ενδιάμεσα μεταξύ παραδείσου και κολάσεως (υπάρχει μια τέτοια ενδιάμεση κατάσταση;) ή ότι υφίστανται ελαφρότατες βασάνους;
Εν πάση όμως περιπτώσει θεωρίες που διατυπώνονται από ρωμαιοκαθολικούς θεολόγους προς εξοικονόμηση της δυσχέρειας, ότι οι προσευχές των γονέων μπορούν να σώσουν τα αβάπτιστα νήπια ή ότι αυτά, αποκτώντα συνείδηση, μπορούν να σωθούν δια του βαπτίσματος του πόθου προς το βάπτισμα, είναι θεωρίες αλλόκοτες και αστήρικτες που έρχονται σε αντίθεση προς την περί βαπτίσματος διδασκαλία της πίστεως.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 233-234)
163. Τί είναι το βάπτισμα της επιθυμίας;
Το βάπτισμα της επιθυμίας (baptismus flaminis) είναι δόγμα της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, άγνωστο στην ορθόδοξη θεολογία. Κατά την εν Τριδέντω σύνοδο το προπατορικό αμάρτημα δεν απαλείφεται άνευ του λουτρού της αναγεννήσεως ή του πόθου γι’ αυτό (sine lavacro regenerationis aut ejuss voto). Κατά τη θεωρία αυτή, όσοι επιθυμούν διακαώς να βαπτισθούν, δια πολλούς όμως λόγους δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν την επιθυμία τους αυτή, μπορεί να τύχουν της δικαιώσεως δυνάμει της μετάνοιας και της αγάπης, τις οποίες προϋποθέτει ο πόθος προς το Χριστό και την Εκκλησία. Από τη Γραφή προσάγονται ως μαρτυρίες τα χωρία: Λουκ. 7,47: «Ου χάριν λέγω σοι, αφέωνται αι αμαρτίαι αυτής αι πολλαί, ότι ηγάπησε πολύ» και Ίωαν. 14,21: «Ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν». Ότι όμως τα χωρία αυτά, ομιλούντα γενικώς περί αγάπης δεν μπορούν να στηρίξουν το δόγμα περί του βαπτίσματος της επιθυμίας είναι φανερό, τόσο περισσότερο όσο σιγούν σχετικώς οι πηγές της Αποκαλύψεως. Ο ιερός μάλιστα Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός εκφράζεται κατ’ αυτού.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 233)
«Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που βρήκε τη σοφία κι έγινε συνετός! Γιατί το κέρδος απ’ αυτήν είναι καλύτερο απ’ το ασήμι, το όφελός της προτιμότερο απ’ το χρυσάφι» (Παρ. 3:13-15)
Ήταν καλοκαίρι του 1831. Μια τρομερή θύελλα ξερίζωσε ένα γιγαντιαίο δέντρο στα Ουράλια όρη. Κάτω από τις ρίζες του βρήκαν πράσινες πέτρες. Ήταν ένα στρώμα σμαραγδιών που ήρθε στο φως. Όταν υποχώρησε το έδαφος σε μια πλαγιά των Ιμαλαΐων, μικρές πέτρες άστραφταν στη δύση του ήλιου. Ήταν ζαφείρια του Κασμίρ. Μπορεί και στη ζωή σου να υπάρχει «θύελλα», «σεισμός», «τσουνάμι», μια αρρώστια, μια αποτυχία, ένα πένθος, θλίψη, δοκιμασία, πόνος και να ρωτάς: «Ω, Θεέ μου, γιατί το επέτρεψες αυτό;». Πρόσεξε μήπως αυτή είναι μια ευκαιρία ν’ ανακαλύψεις ένα μεγάλο θησαυρό, που ως τώρα ήταν κρυμμένος στην καλοπέραση και στην ευημερία σου και τώρα ήρθε στην επιφάνεια. Ο Θεός πολλές φορές επιτρέπει όλ’ αυτά, γιατί θέλει μέσ’ από τα δάκρυά μας να δούμε πιο καθαρά το Πρόσωπό Του και να ευλογηθούν οι καρδιές μας.
Κύριε, Εσύ μας λες ότι τα πάντα συνεργούν για το καλό μας, αν Σ’ αγαπούμε. Βοήθησέ μας, μέσ’ από τα σύννεφα να δούμε την ομορφιά του Προσώπου Σου.
(Γ.Σ.Κ.)
«Κι αν κάποιος από σας υστερεί σε σοφία, ας τη ζητάει από τον Θεό, ο οποίος δίνει σε όλους χωρίς να κάνει εξαιρέσεις και χωρίς να περιφρονεί κανέναν, και θα του δοθεί» (Ιακ. 1:5)
Ο Θεός θέλει τα παιδιά Του να φέρονται πάντοτε με σοφία. Κι αν κάποιος υστερεί σε σοφία, ο Θεός πρόθυμος να του δώσει αν το ζητήσει, φτάνει να τηρεί ορισμένες προϋποθέσεις. Αυτές είναι:
1. Πίστη. «Να ζητά όμως με πίστη…» (Ιακώβου 1:6-8).
2. Ταπεινοφροσύνη. «…Η σοφία είναι με τους ταπεινούς» (Παρ. 11:2, 15:33).
3. Σεβασμός. «Η βάση της σοφίας είναι ο σεβασμός στον Κύριο…». (Παρ. 9:10).
4. Ευθύτητα και τιμιότητα. «Πράγματι ο Κύριος δίνει σοφία· απ’ αυτόν προέρχονται γνώση και φρόνηση. Αυτός εξασφαλίζει βοήθεια στους ευθείς, γίνεται ασπίδα γι’ αυτούς που ζούνε τίμια» (Παρ. 2:6-7).
5. Έρευνα και εκζήτηση. «Εγώ, η Σοφία, αγαπώ αυτούς που μ’ αγαπάνε, και με βρίσκουν όλοι όσοι με αναζητούν» (Παρ. 8:17, 2:4-5).
6. Επιδεκτικότητα μαθήσεως. «Στο σοφό δώσε ευκαιρία και πιότερο σοφός θα γίνει» (Παρ. 9:9, 15:31, 19:20)
(Σ.Α.Ι.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
το δώρον
Ματθαίου ε’ 23.
Ο Ιησούς έβλεπε τους Ιουδαίους να προσφέρουν τα δώρα στο Ναό. Το θεϊκό του μάτι διέβλεπε, ότι αυτό το έκαναν «ανίπτοις χερσί». Χωρίς δηλαδή ψυχική καθαρότητα. Τα χέρια κουβαλούσαν το δώρο και η ψυχή ήταν δοσμένη στα πάθη της αντιθέσεως, του μίσους, της κακίας.
Ο Ιησούς δεν ήθελε τέτοια λατρεία. Ο ίδιος δια των προφητών την είχε καυτηριάσει (Ησ. α' 10. Ωσηέ στ' 6). Και τώρα την καταδικάζει αυτοπροσώπως. Συνιστά ψυχική προετοιμασία, συνδιαλλαγή, καθαρότητα. Και κατόπιν το δώρο.
Πόση ανάγκη έχουν ν' ακούσουν τον λόγο αυτό του Ιησού τα πλήθη των σημερινών πιστών, που πρόθυμα κουβαλούν τα δώρα τους στους ναούς; προσφορές, βαρύτιμα αναθήματα, ξυλόγλυπτα, εικόνες, πολυελαίους... Καλά όλα αυτά. Τί γίνεται όμως με την ψυχική καθαρότητα; Ο Θεός μας, ο Θεός των χριστιανών δεν είναι ο Ζευς των αρχαίων Ελλήνων ή ο Βάαλ των ανατολικών λαών, που απαιτούσαν μόνο τις «εκατόμβες» των θυσιών. Ο Θεός μας είναι ο Θεός του Ιησού Χριστού, ο ζωντανός και αληθινός Θεός «και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν».
«Τούτο θυσία, η προς τον αδελφόν καταλλαγή» (Ι. Χρυσόστομος, ΥΜ. 99).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 114)
ΈΝΑΣ αδελφός παρακάλεσε κάποιο Γέροντα να του εξηγήσει τί εννοει ο Ψαλμωδός όταν λέει «ουκ έστι σωτηρία αυτώ εν τω Θεώ αυτού» (Ψαλμ. 3, 2).
Τους λογισμούς της απογνώσεως εννοεί, που σπέρνει ο πονηρός στον νου του ανθρώπου, εξήγησε ο Γέροντας. Αυτούς που του λένε διαρκώς πως δεν υπάρχει πια γι’ αυτόν σωτηρία, αφού αμάρτησε, και άδικα καταφεύγει στον Θεό με την μετάνοια. Έτσι, προσπαθεί να τον παρασύρει, για να τον ρίξει στον γκρεμό της απελπισίας. Η ψυχή όμως που ποθεί την σωτηρία της, ας αγωνίζεται σκληρά ν’ απομακρύνει αυτούς τους λογισμούς.
Και διηγήθηκε την ακόλουθη ιστορία:
Στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης ήταν τον παλιό καιρό ένα ησυχαστήριο γυναικών. Κάποτε η Προεστώσα έστειλε μια νέα μοναχή στην πόλη για υπηρεσία. Εκείνη, από συνεργεία διαβολική έπεσε σε βαρύ σφάλμα. Ύστερα, απελπισμένη από την πτώση της, δεν γύρισε αμέσως στο ησυχαστήριο. Έμεινε στον κόσμο και παρασύρθηκε σε έκλυτη ζωή. Γρήγορα όμως αηδίασε την αμαρτία και, μετανοημένη ειλικρινά για το κατάντημά της, πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Δεν ξέρουμε όμως γιατί ο Θεός δεν επέτρεψε να πατήσει το πόδι της μέσα στον παρθενώνα. Μολις έφτασε στην εξώθυρα, έπεσε κάτω νεκρή.
Το γεγονός έκανε μεγάλη εντύπωση στις μοναχές και στους Πατέρες που ασκήτευαν εκεί γύρω. Όλοι αμφέβαλλαν για την σωτηρία της. Ένας άγιος Ερημίτης όμως, που έμενε σε μια σπηλιά στην κορυφή του βουνού, διηγήθηκε αργότερα το όραμα που είδε, καθώς προσευχόταν, την στιγμή ακριβώς που η μετανοημένη μοναχή έπεσε νεκρή. Άγγελοι από τον Ουρανό κατέβαιναν να παραλάβουν την ψυχή της, αλλά και πλήθος πονηρά πνευματα μαζεύονταν από παντού για να την αρπάξουν. Τότε έγινε μεγάλη φιλονικία ανάμεσα στα αγαθά και στα πονηρά πνεύματα. Οι δαίμονες απαιτούσαν την ταλαίπωρη ψυχή που τόσον καιρό δούλευε στην αμαρτία. Οι άγιοι Άγγελοι βεβαίωναν πως είχε μεταμεληθεί και γι’ αυτό ήταν άξια σωτηρίας.
- Που είναι η μετάνοιά της; αντιλογούσαν τα πονηρά πνευματα. αφού ούτε να μπει στο μοναστήρι της πρόλαβε και την βρήκε ο θάνατος έξω από την πόρτα.
- Βλέποντας ο Πανάγαθος Θεός την θέλησή της να κλίνει στην διόρθωση, δέχτηκε την μετάνοιά της, αποκρίθηκαν οι Άγγελοι. Η ψυχή είναι κυρία της θελήσεώς της, ενώ της ζωής και του θανάτου ο πάντων Δημιουργός και κυρίαρχος Θεός.
Έτσι, οι δαίμονες έφυγαν νικημένοι, ενώ οι άγιοι Άγγελοι με χαρά οδήγησαν την ψυχή στα Ουράνια.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 181-182)
125. « Ημέραι οκτώ του περιτεμείν το παιδίον» (Λουκ. β' 21).
Οχτώ μέρες μετά τη γέννησι, η Θεοτόκος και ο Ιωσήφ ετέλεσαν την κατά Νόμον (Γεν. ιζ' 5,10) περιτομή του παιδιού και του έδωσαν το όνομα «Ιησούς». Είναι η πρώτη Ιερή τελετή της οικογένειας, την οποία δεν παραλείπουν να τελέσουν η Θεοτόκος και ο Ιωσήφ.
Με τη γέννησι Του πρώτου παιδιού, συγκροτείται πια ουσιαστικά η ανθρώπινη οικογένεια, το πρώτο αυτό κύτταρο της Ανθρώπινης κοινωνίας. Η οικογένεια είναι το άνοιγμα του ανθρώπου προς το κοινωνικό σύνολο (εγώ - εσύ - εμείς). Κυρίως όμως η οικογένεια είναι το άνοιγμα του ανθρώπου προς τον Θεό (εγώ - εσύ - Εκείνος) ! Η γέννησις ιδιαίτερα του πρώτου παιδιού είναι το συγκλονιστικό γεγονός που αφυπνίζει τις θρησκευτικές εμπειρίες των νεαρών συζύγων. Και οι πιο άσχετοι θρησκευτικά γονείς έχουν την ενδόμυχη βεβαιότητα, ότι το παιδί αυτό που κρατάνε στην αγκαλιά τους τους το έδωσε ο Θεός! Γι’ αυτό και η γέννησις του παιδιού είναι η απαρχή του ανοίγματος της οικογενείας προς την Εκκλησία. Με το νέο παιδί αρχίζει και το εκκλησιαστικό οικογενειακό ημερολόγιο: βάπτισις, ονοματοθεσία, σαραντισμός, ονομαστική γιορτή κλπ. είναι οι ιερές τελετές και γιορτές για το παιδί που συνδέουν την οικογένεια με την Εκκλησία.
Όσοι σύγχρονοι γονείς τα θεωρούν αυτά ξεπερασμένα, ας διδαχθούν από την περιτομή του Χριστού. Προσωπικά για τον Ιησού η περιτομή ήταν άχρηστη. Δέχθηκε όμως την εβραϊκή αυτή τελετουργία για να μη ξεχωρίση τον εαυτό του από το σύνολο. Για να μή αποτελέση προνομιακή εξαίρεσι από τους πολλούς. Διότι «ώφειλε κατά πάντα τοις αδελφοίς ομοιωθήναι» (Έβρ. β' 17).
Η πρώτη Αγία Οικογένεια δεν ξιππάζεται, δεν διαχωρίζεται αλαζονικά από το σύνολο. Νοιώθει ότι είναι «σάρξ εκ της σαρκός» της κοινωνίας. Γι’ αυτό και ακολουθούν τον κοινό Νόμο. Μέσα στη ζωή και τις συνήθειες, τη ήθη και τα έθιμα της Κοινότητος ανακαλύπτουν τη δική τους χαρά και ευτυχία..
Η χαρά και η ευτυχία της οικογένειας εξασφαλίζεται και βιώνεται μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Σ’ αυτό συντελούν και οι καθιερωμένες ιερές τελετές, τις οποίες - και για τον λόγο αυτό - δεν πρέπει με κανένα τρόπο να παραλείπουν οι σύγχρονοι γονείς. Διότι στην περίπτωση αυτή κόβουν τον αγωγό που συνδέει την οικογένεια τους με το «εμείς» της Κοινωνίας και το «Συ» του Θεού!
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 156)
124. «Ιδόντες (oι ποιμένες) διεγνώρισαν περί του ρήματος του λαληθέντος αυτοίς περί του παιδίου τούτου» (Λουκ. β’ 17).
Οι ποιμένες ήσαν οι πρώτοι αυτόπτες μάρτυρες της Ενσαρκώσεως. Είδαν, άκουσαν και έσπευσαν να καταθέσουν την μαρτυρία τους... Η Θεοτόκος και ο Ιωσήφ έκπληκτοι άκουσαν για το μήνυμα του Αγγέλου και τον ύμνο της αγγελικής στρατιάς (Λουκ. β' 8 - 14) και έζησαν μαζί με τους απλούς εκείνους ποιμένες την εξαίσια ουράνια οπτασία...
Οι πρώτοι μάρτυρες και αγγελιαφόροι της Γεννήσεως του θεανθρώπου ήσαν οι απλοί Ποιμένες. Απ’ όσα είπαν, η Θεοτόκος έπρόσεξε ιδιαίτερα τα εξής: Πρώτον, ότι ο Υιός της ωνομάσθηκε απ’ τους Αγγέλους « Άγιος», «Υιός Θεού», «Σωτήρ», «Χριστός Κύριος», «Μέγας», «Υιός Υψίστου», «Βασιλεύς επί οίκον Ιακώβ»! Και δεύτερον, ότι τα ουράνια μηνύματα συνέπιπταν. Το περιεχόμενό τους αναφερόταν στο τρίπτυχο: Σωτηρία, Χαρά, Ειρήνη για τους ανθρώπους! (πρβλ. Ματθ. α' 21. Λουκ. β' 10 - 11 και 13 - 14).
Αυτά ήσαν τα ουράνια μηνύματα που δέχθηκε, μέχρι τη στιγμή αυτή, η Θεοτόκος για το Βρέφος της. Καθώς τον κυοφορούσε και, έπειτα, καθώς τον κρατούσε στην αγκαλιά της, κοντά στην καρδιά της, η Θεοτόκος είχε αρχίσει να εικονογραφή μέσα της την φυσική εικόνα του Υιού της. Η θεομήτωρ πρέπει να εφιλοτέχνησε την καλύτερη προσωπογραφία του Ιησού. Αλλά τον πίνακα αυτόν δεν τον είδε κανένα ανθρώπινο μάτι! Ο Κύριος της Θεοτόκου πρέπει να ήταν ο πιο αληθινός, ο πιο γνήσιος, ο πιο αυθεντικός. Κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή και από μια πινελιά. Κι αυτό μια ολόκληρη ζωή: έργο ζωής!
Το πιο αληθινό, το πιο όμορφο πορτραίτο του Ιησού είναι αυτό που φτιάχνομε μέσα μας, κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή. Και το νόημα της πνευματικής εν Χριστώ ζωής συγκεφαλαιώνεται στην προσπάθεια του χριστιανού να φιλοτεχνήση μέσα του την εικόνα του Ιησού, όπως το περιέγραψεν ο Απόστολος Παύλος: «Ημείς πάντες ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοτριζόμενοι την αυτήν εικόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν» (Β' Κορ. γ' 18).
Η σκέπη σου Θεοτόκε Παρθένε, ιατρείον υπάρχει πνευματικόν.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.155)
359. Θαυμάζω στον ίδιο μου τον εαυτό την παντοδυναμία και τη σοφία του Θεού. Με έκτισε από το χώμα, με προίκισε με πολλά όργανα και στοιχεία και τα έθεσε σε αρμονική κίνησι, για να υπάρχω και να τον δοξάζω, «ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε• πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας!» (Ψαλμ. ργ’ 24). Δεν βρίσκω λόγια για να υμνήσω την αγαθότητα, τη σοφία και την παντοδυναμία του Ποιητού και Ευεργέτου μου. Ας τα ζητήσω από τον ίδιο τον Λόγο του. «σὺ ἔπλασάς με καὶ ἔθηκας ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν χεῖρά σου. Εθαυμαστώθη ἡ γνῶσίς σου ἐξ ἐμοῦ• ἐκραταιώθη, οὐ μὴ δύνωμαι πρὸς αὐτήν» (Ψαλμ. ρλη’ 5, 6).
360. Σκέφτομαι. Αλλά για τον Θεό, το να σκέφτεται και να δημιουργή ή να αλλοιώνη, είναι ένα και το αυτό πράγμα. Γιατί είναι ο «Ὤν», μία άπειρος και παντοδύναμος Ύπαρξις. Όλα τα μπορεί και όλα τα πραγματοποιεί, μόλις τα θελήση. Ο Κύριος είπε και αυτό αρκεί για να πιστεύουμε ότι ευθύς κάτι έγινε, αυτό ακριβώς που ο Κύριος είπε. Αμφιβολία δεν χωρεί. Ο Θεός δεν θα ήταν Θεός, αν δεν ήταν και παντοδύναμος. Ό,τι θελήση, έγινε. Θέλησε να αναβρύση νερό από τον βράχο και βγήκε. Θέλησε να προέλθη από το μηδέν ο κόσμος και προήλθε. Τα έργα του αποδεικνύουν ότι είναι παντοδύναμος. «Ἔρχου καὶ ἴδε» (Ιω. α’ 47)
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 152-153)