ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Στη Σιγκαπούρη άκουσα μια ιστορία που δείχνει τί υπάρχει πίσω από τον [μαντικό] πίνακα Quija. Έδινα διαλέξεις σ’ ένα σχολείο διδασκαλίας της Βίβλου. Στη συζήτησι που ακολούθησε μια ομιλία μου ένα κορίτσι μου είπε την εξής ιστορία:
Έχω λίγους μήνες που έγινα Χριστιανή. Λίγο μετά που έγινα Χριστιανή, προσκλήθηκα από τρία κορίτσια, φίλες μου, να πάρω μέρος σ’ ένα παιχνίδι. Δέχτηκα την πρόσκλησι και είδα να έχουν ένα στρογγυλό πίνακα με γράμματα και αριθμούς. Μια από τις φίλες είπε ότι θα καλούσε το πνεύμα ενός νεκρού που θα απαντούσε στις ερωτήσεις τους. Ένιωσα δυσφορία και άρχισα να προσεύχωμαι. Ένα από τα κορίτσια έβαλε τα δύο δάκτυλα του σε ένα μικρό ποτήρι στη μέση του πίνακα. Κανείς δεν απάντησε στις ερωτήσεις της.
Τότε ρώτησε:
—Υπάρχει κάτι που σε ενοχλεί;
—Ναι, ήλθε η απάντησι.
Δεν μπόρεσα να υποφέρω τα άσχημα αισθήματα και βγήκα από το δωμάτιο. Αργότερα μου είπαν τη συνέχεια. Όταν βγήκα από το δωμάτιο, οι ερωτήσεις συνεχίσθηκαν:
—Ποιος σε ενοχλεί;
Το κορίτσι που βγήκε από το δωμάτιο. Γιατί σε ενοχλεί, ρώτησε το άλλο κορίτσι.
—Γιατί ο Θεός είναι μαζί της, ήλθε η απάντησι.

Βλέπουμε λοιπόν ότι η πίστι στο Χριστό και η χρήσι του πίνακα Quija είναι τελείως αντίθετα μεταξύ τους. Η δύναμι του Θεού κι εδώ νικά τη δύναμι του Σατανά» (ΚΟ, 127)

(αρχ. Ιωάννου Κωστώφ. Λαμπτήρες θρησκευτικου φθορισμού... σελ. 191-192)

 

Μισθός εργαζομένων
Σου δίνω με χαρά την ευλογία μου. Ναι, οπωσδήποτε και με κάθε τρόπο πείσε τον εργοδότη σου ν’ αυξήσει το μισθό των εργατών του. Το ότι δεν δίνει μια λογική αμοιβή, που θα επέτρεπε σ’ αυτούς τους βιοπαλαιστές να ζήσουν κάπως άνετα και, αντί να βαρυγγωμούν, να δοξάζουν το Θεό, είναι μια πολύ μεγάλη αμαρτία, που βοά προς τον ουρανό για εκδίκηση!
Εύχομαι αυτή η θλιβερή κατάσταση ν’ αλλάξει με το ενδιαφέρον και τις ενέργειές σου. Ο Θεός επιδοκιμάζει και ευλογεί την απόφασή σου. Αν πετύχεις, θα δώσεις απέραντη χαρά σ’ αυτούς τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, που θα ενώσουν τις προσευχές τους με τις δικές μου για σένα και τον εργοδότη σου.
Εργασία
Δεν έχω χρόνο να γράψω πολλά, θέλω όμως να σου στείλω χωρίς καθυστέρηση την ευλογία μου και δυό ενθαρρυντικά λόγια.
Το σίγουρο είναι, ότι ανέλαβες αυτή την καινούργια ευθύνη στο χώρο της δουλειάς σου, μετά από πολλή σκέψη και έρευνα της διαθέσεώς σου. Πώς λοιπόν τώρα κάνεις πίσω; Αν είχα χρόνο, θα μπορούσα να παραθέσω αναρίθμητα κείμενα για το θέμα, αλλά τώρα τα συνοψίζω όλα σ’ αυτές τις λίγες λέξεις: Είναι οπωσδήποτε αμαρτία, από τη μια να ζεις μέσα στον κόσμο και να επωφελείσαι από την εγκόσμια κοινωνία των ανθρώπων, κι από την άλλη ν’ αποφεύγεις τις ευθύνες και να τις φορτώνεις σε άλλους.
Εύχομαι ο Θεός ν’ αυξάνει σταθερά τη σύνεση και την ταπείνωσή σου! Θα προσεύχομαι...
* * *
Γνωρίζω καλά τον εκδότη του «Μοσκοβιτιάνιν». Ευσεβής και ευφυής άνθρωπος, θέλησε να συνδυάσει μέσα στις σελίδες του περιοδικού του την πίστη, την ηθική και τη γνώση. Τον ενθαρρύνω σ’ αυτή του την προσπάθεια, γιατί τη θεωρώ ιδιαίτερα αξιόλογη, σε μιαν εποχή που οι περισσότεροι άνθρωποι, νομίζοντας πώς τα ξέρουν όλα, προσπαθούν να εμφανίσουν σαν ασυμβίβαστη την πίστη με τη γνώση. Δυστυχώς, η κλονισμένη υγεία του τον έχει αναγκάσει τώρα να εργάζεται πολύ λίγο, και ν' αφήνει το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς σε άλλους, λιγότερο ικανούς απ’ αυτόν.
* * *
Πες στη γυναίκα σου πώς είναι εντελώς παράλογο να στενοχωριέται, επειδή ο γιόκας της βρίσκει... σκληρή την καινούργια δουλειά του! Μα τί είπε ο Κύριος στον Αδάμ, όταν, μετά την πτώση του, τον εξόρισε από τον παράδεισο; «Εν ιδρώτι του προσώπου σου φαγή τον άρτον σου» (Γεν. 3:19). Επιπλέον, και τί δεν θα μπορούσε να πάθει, αν δεν εργαζόταν σκληρά; Από την αργία γεννιούνται όλες οι κακίες. Κι εκείνος βρίσκεται σε μια ηλικία που οι σαρκικές ορμές εύκολα παρασύρουν και πνίγουν τον άνθρωπο. Αυτό συχνά αποτρέπεται με τη σκληρή δουλειά.
Αν πάλι εκείνο που «καίει» τη γυναίκα σου δεν είναι τόσο ο μόχθος, όσο η εντέλεια της δουλειάς, πες της ότι πάσχει από την αρρώστια της υπερηφάνειας, και καλά θα έκανε να φροντίσει για τη θεραπεία της. Υπόδειξέ της εκ μέρους μου να νιώθει πάντα χαρά, να δοξάζει το Θεό για όλα και ν΄ αφιερώνει περισσότερο χρόνο στην προσευχή. Όλες οι εργασίες καλές είναι, αλλά η προσευχή είναι η καλύτερη.
* * *
[Από μεταγενέστερη επιστολή στον προηγούμενο παραλήπτη:]
Είμαι πολύ χαρούμενος που η γυναίκα σου έπαψε να ταράζεται για το επάγγελμα του γιου σας. Είναι πολύ ωφέλιμο που θα εκπαιδευθεί πάνω στο πρακτικό μέρος της δουλειάς, πριν αναλάβει τα καθήκοντα του διευθυντή. Αυτή η πρακτική εξάσκηση θα τον βοηθήσει να σχηματίσει προσωπική γνώμη και να διαμορφώσει σωστή κρίση για πολλά ζητήματα, που αλλιώς θα του διέφευγαν. Όποιος ασκεί διοίκηση, πρέπει να γνωρίζει από πείρα όσα αφορούν τη ζωή, τη δραστηριότητα και τα προβλήματα των ανθρώπων που διοικεί.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 114-117)

Η πορεία προς το Χριστιανισμό του Ινδουϊστή Rabindranath Maharajτη με έκδηλη τη διαφορά των δύο πίστεων: “Για τους Ινδουϊστές, τα φίδια είναι θεοί. Εγώ, προσωπικά, κρατούσα ένα ζωντανό – ένα υπέροχο ραβδωτό φίδι – στο δωμάτιό μου και το λάτρευα, όπως λάτρευα το θεό Πίθηκο και το θεό Ελέφαντα και πάνω απ' όλα το θεό Αγελάδα. Για μένα, θεός ήταν το κάθε τι, και κάθε τι ήταν θεός, εκτός, φυσικά, από τα άτυχα πλάσματα που δεν είχαν κοινωνική τάξη. Ο κόσμος μου ήταν γεμάτος με πνεύματα και θεούς και υπερφυσικές δυνάμεις, και, υποχρέωσί μου από παιδί, ήταν να δίνω στον καθένα εκείνο το οποίο του όφειλα” (MD, 24). ...
“Στην Ινδία όμως οι ναοί είναι αφιερωμένοι σε ιερούς αρουραίους και μαϊμούδες. Εκατομμύρια τόννοι τροφών καταναλώνονται από “ιερούς” αρουραίους, πιθήκους και αγελάδες σε ναούς, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι κατώτερης κάστας πεθαίνουν με αργούς και βασανιστικούς θανάτους από την ασιτίαστους δρόμους και στα χωριά” (YL, 96. βλ. και: YP, 556).
Διαβάζουμε, ακόμα: “Οι πίθηκοι όπως και οι αγελάδες, θεωρούνται ιεροί στην Ινδία και κινούνται ελεύθερα... ακόμα και μέσα στους ναούς...!! Ενώ οι άνθρωποι (πχ. παριές και κατώτερες κάστες) περιφρονούνται...!!” ...
Σημειώνει ο Dick Dowsett: “Σ' ένα πρόσφατο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην Ινδία, χιλιάδες άνθρωποι πνίγηκαν. Οι εφημερίδες έγραψαν ότι μία αγελάδα στεκόταν στη γραμμή. Ο Ινδουϊστής μηχανοδηγός προφανώς έδωσε μεγαλύτερη αξία στη ζωή μιας αγελάδας απ' ό,τι στην επιβίωσι ενός ολόκληρου τραίνου γεμάτου με ανθρώπους. Και όμως, οι άνθρωποι είναι που πλάσθηκαν κατ' εικόνα του Θεού, όχι οι αγελάδες” (DD, 13). ...
“Λίγοι Δυτικοί κατανοούν, για παράδειγμα, ότι μια από τις αιτίες για το σχεδόν ιερό σεβασμό και τη μαζική απήχησι την οποία είχε Mahatma Gandhi ήταν και ότι υποστήριζε θερμά το ινδουϊστικό δόγμα της προστασίας των αγελάδων. Σύμφωνα με τα λόγια του Gandhi: “Το κεντρικό γεγονός του ινδουϊσμού είναι η προστασία της αγελάδας... Η προστασία της αγελάδας είναι το δώρο του ινδουϊσμού στον κόσμο... Ο ινδοϊσμός θα επιβιώση όσον καιρό υπάρχουν ινδουϊστες για να προστατεύουν την αγελάδα” ” (MH, 49. βλ. και: CB, 311).
(αρχ. Ιωάννου Κωστώφ, Λαμπτήρες θρησκευτικού φθορισμού...,εκδ. Μορφή,2015, σελ.269, 312-313)
Λόγος του μεγάλου Βασιλείου:
"Διώξε μακριά τις φλυαρίες των «σοβαρών» φιλοσόφων, που δεν εντρέπονται να υποστηρίζουν ότι οι ψυχές των και οι ψυχές των σκύλων είναι όμοιες μεταξύ των• που λέγουν ότι οι ίδιοι υπήρξαν κάποτε και γυναίκες και θάμνοι και ψάρια. Εγώ μεν, προσθέτει ο θεοφάντωρ Βασίλειος, δεν λέγω ότι αυτοί υπήρξαν ποτέ ψάρια. Λέγω όμως και υποστηρίζω εντόνως ότι, όταν έγραφαν αυτές τις ιδέες, ήσαν αλογώτεροι και από τα ψάρια!"
Εις Εξ. Ομ. 8, 2 PG 29, 168ΑΒ

Ο Kurt Koch αποκαλύπτει «Πριν μερικά χρόνια έδωσα διαλέξεις στο Chungchow Bible School στα σύνορα με την Κίνα. Συνάντησα εκεί έναν ιεραπόστολο ονόματι Griebenow. Νεαρός έκανε ιεραπόστολος στο Θιβέτ. Από Θιβετιανό lama είχε μάθει την ντόπια γλώσσα. Μια μέρα ο Θιβετιανός του είπε:
—Κύριε Griebenow, τώρα ξέρω τι σημαίνει θρησκευτική πίστι. Ο Θεός σου είναι πιο δυνατός από το δικό μου.
Ο Griebenow απάντησε:
—Ο Θεός σου είναι ο διάβολος, το ξέρεις:
—Το ξέρω, είπε ο lama.
Ο ιεραπόστολος συνέχισε:
—Ξέρεις, λοιπόν, ότι ο Θεός μου είναι πιο δυνατός;
- Όταν κατάλαβα ότι ήσουν ιεραπόστολος, είπε ο άλλος, προσπάθησα με τη μαγεία να σε κάνω να αρρωστήσης. Αλλά δεν μπόρεσα. Κατόπιν προσπάθησα να βάλω το διάβολο να σου κάψη το σπίτι. Ο διάβολος δεν υπάκουσε. Τότε προσπάθησα να σε θανατώσω με την πιο δυνατή μαγεία την οποία έχουμε στο Θιβέτ. Και πάλι απέτυχα. Έχεις ένα τείχος γύρω σου που δεν μπορώ να διαπεράσω.
Ο Griebenow απάντησε:
— Αν κατάλαβες τώρα ότι ο Θεός μου είναι ισχυρότερος από τους δαιμόνους σου, τότε γιατί δεν τον δέχεσαι;
Ο lama είπε:
— Οι δαίμονες θα με θανατώσουν την ίδια στιγμή. Όποιος υπογράφει με τον διάβολο και μετά θέλει να σπάση τη συμφωνία, πεθαίνει.
Ο ιεραπόστολος δεν μπόρεσε να φέρη το lama στο Χριστό. Έμαθε λίγο μετά, ότι ο λάμα πέθανε από απελπισία.
(αρχ. Ιωάννου Κωστώφ, Λαμπτήρες θρησκευτικού φθορισμού...,εκδ. Μορφή,2015, σελ.190-191)

"Καθόμουν στο Κελλί μου, διηγήθηκε ο γέροντας Παΐσιος, όταν άκουσα να χτυπά το καμπανάκι. Κοίταξα το παράθυρο και τι να δω!

Ένας δάσκαλος (guru) μαύρης μαγείας που τον συνόδευε ένα μπουλούκι δαίμονες.

Πα, πα, πα! Άνθρωπος, εικόνα Θεού, καλά να έχει ένα στρατό από δαίμονες;

Δεν άνοιξα. Τι να τους ανοίξω; Να χάσω το χρόνο μου;"

Όταν έπειτα κατέβηκε ο Γέροντας στο Μοναστήρι, οι πατέρες τού είπαν για κάποιο παράξενο επισκέπτη, αλλά αυτός δεν είπε τίποτα.

(Βίος Γέροντος Παϊσίου. Ιερομονάχου Ισαάκ, σελ 249)


Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που σαν παιδί δεν μου έλειψε τίποτα! Θα έλεγα μάλιστα πως είχα γίνει κακομαθημένο! Στην πορεία προς την εφηβεία άρχισαν να φεύγουν άνθρωποι μου από τη ζωή με πρώτο τον πατέρα μου και αυτό ήταν το πρώτο μεγάλο σοκ στη ζωή μου! Είχε προηγηθεί και μια μετακόμιση από το σπίτι που μεγάλωσα που ένιωσα ένα μικρό ξεριζωμό!
Έτσι λοιπόν ακολούθησαν μέρες στερημένες ειρήνης, ανεμελιάς, ανάπαυσης και γαλήνης καθώς έπρεπε να ισορροπήσουμε ξανά ως οικογένεια αλλά και εγώ προσωπικά! Μέσα σε αυτή τη δίνη πέρασα στο πανεπιστήμιο Αθηνών στο τμήμα φιλολογίας όπου έπεσα με τα μούτρα καθώς αποτέλεσε για μένα μια διέξοδο από τις δυσκολίες της καθημερινότητας και μέσα σε τέσσερα χρόνια πήρα το πτυχίο της φιλολογίας- γλωσσολογίας! Στο τρίτο έτος γνώρισα και τον άντρα μου και έτσι ξεκίνησε παράλληλα ένα καινούριο ταξίδι αυτογνωσίας και ετερογνωσίας! Σήμερα μετά από είκοσι χρόνια, μέσα από πολλές δυσκολίες, πειρασμούς και δοκιμασίες είμαστε ακόμη μαζί πιο αγαπημένοι και ευτυχισμένοι από ποτέ!
Μια ζωή λοιπόν που μοιάζει πιο πολύ με καρδιογράφημα αρρώστου με πολλές εναλλαγές και σκαμπανεβάσματα με κομβική στιγμή τη γνωριμία μου με το Χριστό! Αυτή η γνωριμία σηματοδότησε το ξεκίνημα μιας νέας ζωής, γεμάτης χαρές αλλά και θλίψεις παιδαγωγικές, ευλογίες και πολλά δώρα! Ένα από τα σπουδαιότερα δώρα που μου έκανε ο Χριστός είναι το αίσθημα της ευγνωμοσύνης! Πρώτα, ενώ είχα την οικογένεια μου, την υγεία μου, ένα σπίτι ζεστό, φίλους, το σύντροφο μου, χρήματα κλπ, δεν είχα σηκώσει ποτέ το κεφάλι μου στον ουρανό να πω ένα ευχαριστώ!
Δεν ένιωθα στην καρδιά μου αυτή την ανάγκη! Φοβερό τώρα που το σκέφτομαι! Εσύ μου έδινες δύναμη και διεξόδους να συνεχίζω, Εσύ με προστάτευες και με υπερασπιζόσουν, Εσύ με σήκωνες όταν έπεφτα…αλλά εγώ τότε δεν το ήξερα! Μάλλον άπληστη και άδικη μαζί Σου ήμουν και πολλές φορές Σου μούτρωνα!
Θυμάμαι όμως μια μέρα που ξαφνικά κάτι σκίρτησε στην καρδιά μου και λέω ‘δεν μ’αρέσει έτσι όπως είμαι.. δεν μ’αρέσει που νιώθω αχαριστία! Θέλω να μάθω την ευγνωμοσύνη! Θεέ μου μάθε μου την ευγνωμοσύνη!’ Από εκείνη τη στιγμή άρχισε το θαύμα! Όλα σταδιακά γύρω μου διαλύονταν, αποδομούνταν!
Όμως τι ειρωνία! Τώρα που δεν είχα τίποτα, τώρα ένιωθα πραγματική ευγνωμοσύνη, γιατί είχα Εσένα! Και έκτοτε νιώθω ευγνώμων ακόμη και για τα ψίχουλα που θα μου δώσεις, που βέβαια ποτέ δε μου έδωσες γιατί είσαι Άρχοντας μ’αυτούς που Σου λένε ‘ ευχαριστώ’ με την καρδιά τους!
Η ζωή δίνει σκληρά μαθήματα καμιά φορά αλλά χωρίς αυτά δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες να αποκτήσεις σπάνια, ουράνια δώρα που σου χαρίζουν πρόγευση παραδείσου! Αναδρομικά σκεπτόμενη τη ζωή μου, καταλαβαίνω ότι πάντα ήσουν δίπλα μου αλλά εγώ δεν το ένιωθα! Και μόνο όταν Σε φώναξα εγώ να έρθεις έκανες αισθητή την παρουσία Σου! Πόσο διακριτικός, πόσο γλυκός, πόσο ευγενικός είσαι!
Πώς να μη νιώθω ευγνωμοσύνη τελικά που είσαι Εσύ στη ζωή μου; Η ευγνωμοσύνη πλαταίνει την καρδιά , ελευθερώνει, λυτρώνει, θεραπεύει! Και πόσο με συνδέει μαζί Σου! Γιατί κάθε φορά που Σου λέω ‘ ευχαριστώ’ με γεμίζεις με χαρά ανεκλάλητη και νιώθω να βρίσκομαι μέσα στην Παρουσία Σου!
Σ’ευχαριστώ!(A.K.B.)

Ο ήλιος καρφώνει και τον χειμώνα ακόμη σαν να είσαι στο Σινά, γιατί άνοιξαν τρύπες στην ατμόσφαιρα. Αν δεν φυσάη λίγο βόρεια, δεν μπορείς να σταθής.
- Γέροντα, τί θα γίνη με το όζον;
- Λίγη υπομονή θα κάνουμε, μέχρι να πάνε οι επιστήμονες με πέντε κιλά στόκο να βουλώσουν την τρύπα!!!... Ναί, ας πάνε να βουλώσουν τις τρύπες επάνω... Θα δούν ότι όλα ο Θεός τα έκανε καλά, με τόση αρμονία, και θα πούν: «Ευλόγησον, εμείς δεν τα κάναμε καλά». Να κάνετε προσευχή να βουλώση η τρύπα που άνοιξε στην ατμόσφαιρα. Άνοιξε μία «φιάλη» και εκεί, ξεραίνονται τα Δένδρα, τα φυτά. Ο Θεός όμως μπορεί να το βολέψη.
Και να δήτε η πονηριά μερικών, για να μαζέψουν τα χρήματα των βαθύπλουτων, που έφθασε! Λένε: «Άνοιξε τρύπα στην ατμόσφαιρα, ο κόσμος θα χαθή. Πώς θα σωθή ο κόσμος; Ασχολήθηκε η επιστήμη με σχέδιο να σκάψουν βαθιά, να κατεβούν στο βάθος της γής, για ν' αποφύγουν τον ήλιο». Επειδή δεν γίνεται τελικά αυτό, τώρα λένε: «Στο φεγγάρι θα γίνουν εγκαταστάσεις, εστιατόρια, ξενοδοχεία, σπίτια και θα πάη ο κόσμος εκεί. Όποιος θέλει να εξασφαλισθή, πληρώνει για 'κει»! Όλο ψέματα εν τω μεταξύ! Γιατί εκεί τί εγκαταστάσεις να έχουν; Εκεί δεν μπορεί να κατοικήση άνθρωπος. Μέσα στα «κλουβιά» πήγαν ένας-δυό και γύρισαν. Και τα πιστεύουν μερικοί και πληρώνουν...
- Γέροντα, πολλοί ανησυχούν για τα καυσαέρια.
- Γι' αυτό το θέμα πρέπει να σφίξουν μερικούς εργοστασιάρχες να βάλουν μηχανές που να πιάνουν τους καπνούς, για να γλυτώσουν λίγο οι άνθρωποι από τα καυσαέρια. Αντί να δώση κάθε εργοστασ ιάρχης ένα ποσό σ' έναν βουλευτή, για να βολευτή, να βάλη κάτι παραπάνω και να πάρη μία μηχανή. Παλιά δεν υπήρχαν αυτά τα μικρόβια, αυτό το νέφος. Τώρα όλα τα μόλυναν και αυτό το θεωρούν πρόοδο. Πρόοδο, και που πάνε! Καταστρέφουν τον άνθρωπο. Βγαίνεις έξω και ο αέρας μυρίζει καυσαέρια. Μόλις ανοίξης λίγο το παράθυρο, απ' έξω η καπνιά μπαίνει μέσα. Αυτή η κάπνα δεν βγαίνει, όταν πλένης τα χέρια σου, δεν είναι αθώα. Η άλλη από το τζάκι με έναν βήχα φεύγει από το πνευμόνι, γιατί δεν έχει λάδι, ενώ αυτή κολλάει στα πνευμόνια.
Στις πολυκατοικίες οι άνθρωποι είναι στριμωγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο. Τινάζει ο ένας στο μπαλκόνι του άλλου. Ο πρώτος ο καημένος τί τραβάει! Πάνε σ' αυτόν όλες οι σκόνες και τα σκουπίδια των άλλων. Έχει τα ρούχα κάτω απλωμένα ή έχει ανοικτό παράθυρο, ο άλλος τινάζει από πάνω! Δεν τον σκέφτεται. Τα παλιά χρόνια οι πολυκατοικίες αυτές θα ήταν φυλακές, το Γιεντί-Κουλέ . Ναί, φοβερό! Τότε τα σπίτια είχαν την αυλή, τα ζώα, τον κήπο, τα δενδράκια και έναν σωρό πουλιά μαζεύονταν εκεί.
- Τώρα, Γέροντα, δεν βλέπουν ούτε χελιδόνια.
- Χαμένο το έχουν τα χελιδόνια να πάνε εκεί; Τρελλάθηκαν; Σιγά-σιγά δεν θα ξέρουν οι άνθρωποι τί είναι χελιδόνι. Στην Αμερική, σε ένα Πανεπιστήμιο, στο τμήμα που ασχολούνται ιστορικά με την Αγία Γραφή, την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη, για να καταλάβουν τί θα πη «σιτάρι», έχουν σπαρμένο ένα χωράφι με σιτάρι. Για να καταλάβουν τί θα πη «βοσκός» και τί θα πη «προβατίνα», έχουν ένα κοπάδι με λίγα πρόβατα και έναν βοσκό με μία γκλίτσα! Και είναι Πανεπιστήμιο!
Έχουν μολύνει όλη την ατμόσφαιρα. Βλέπεις, χειμώνας καιρός και πώς μυρίζουν τα σκουπίδια! Σκέψου το καλοκαίρι τί γίνεται! Και δεν πάει και το αεροπλάνο να ρίξη λίγο φάρμακο! Ευτυχώς που ο Θεός έχει κάνει τα λουλούδια που ευωδιάζουν. Τόσα λουλούδια που υπάρχουν, τέτοια ποικιλία, μικρά-μεγάλα, εξουδετερώνουν την βρωμιά που υπάρχει. Αν δεν ευωδίαζε έτσι η ατμόσφαιρα, τί θα γινόταν; βλέπεις, ένα ψοφίμι υπάρχει κάπου και βρωμάει ο τόπος! Πώς μας οικονομάει ο Θεός! Αν δεν μας οικονομούσε, τί χάλια θα είχαμε! Σκέψου να μην υπήρχαν λουλούδια, βότανα... Έτσι σκεπάζεται η δυσοσμία η δική μας. Διασκεδάζεται με τα αρώματα.
Με ρώτησε ένας λαϊκός στο Καλύβι: «Καλά, τί κάνεις εσύ εδώ; Μέρα-νύχτα τί κάνεις;». Ήταν γύρω ανθισμένες οι σουσούρες, όλη η πλαγιά γεμάτη λουλούδια. Μο-σχοβολούσε ο τόπος! «Τί τραβάω, του λέω, όλη την ημέρα να ποτίσω και να περιποιηθώ όλα αυτά που βλέπεις! Και στον ουρανό βλέπεις την νύχτα πόσα κανδήλια ανάβω! Δεν προλαβαίνω να τα ανάψω όλα!». Με κοίταζε! «Την νύχτα, λέω, δεν βλέπεις κανδήλια επάνω; Εγώ τ' ανάβω!!! Προλαβαίνω; Δεν είναι απλό σε τόσα κανδήλια να βάζης κανδηλήθρες, λάδι!!». Τάχασε ο καημένος.
Και τα ραντίσματα είναι φαρμάκι. Με αυτά τα ραντίσματα και τα πουλιά τα καημένα ψοφάνε. Στα Δένδρα ρίχνουν φάρμακα, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις αρρώστιες, και μετά αρρωσταίνουν οι άνθρωποι. Δηλητηριάζουν τα πάντα. Δεν είναι καλύτερα να ρίχνουν λιγότερο φάρμακο και να παραχώνουν τα σάπια στις χωματερές αντί για τα γερά; Ολόκληρο σύννεφο με το ράντισμα και δεν θα πειράξη τον άνθρωπο; Ιδίως για τα μικρά παιδιά, αυτά είναι θάνατος. Γι' αυτό γεννιούνται άρρωστα. Είπα σε κάποιον: «Τί γίνεται; Σκοτώσατε τα έντομα και τώρα σκοτώνονται οι ανθρωποι». Ραντίζουν τα λουλούδια, για να σκοτώσουν τα έντομα και αρρωσταίνουν οι άνθρωποι. Μετά θα βρουν πιο δυνατά φάρμακα, και τελικά τί βγάζουμε;
Έχει αποδειχθή ότι κάποια έντομα που τα σκότωσαν με τα ραντίσματα, σκότωναν άλλα. Τώρα θα αναπτύξουμε αυτά, για να σκοτώνουν τα άλλα. Πώς ο Θεός τα έχει κανονίσει! Όπου έχει τριζόνια, δεν υπάρχουν κουνούπια. Ήρθε στο Καλύβι ένας που είχε ένα μικρό μηχανάκι που έκανε έναν θόρυβο σαν τριζόνι, αλλά πιο άγριο, για να διώχνη τα κουνούπια. Σκοτώνουν τα τριζόνια, που έβγαζαν και έναν γλυκό ήχο, και πάνε αυτό που έκανε ο Θεός να το κάνουν με μπαταρία! Τα σκότωσαν όλα, τρυγόνια, τριζόνια... Σπάνια να δής και κόρακα ακόμη. Σε λίγο θα βάζουμε τον κόρακα στο κλουβί!...
Εσείς, όταν ραντίζετε τα Δένδρα, αφήστε και λίγο τον Θεό να βοηθήση. Αν δεν πέση και παντού το φάρμακο, δεν πειράζει. Όλα τα μέσα τα σημερινά δεν τον βοηθούν τον άνθρωπο στην πίστη. Βλέπω, και αλλού ρωτούν: «Βγήκε φάρμακο γι' αυτό; Που είναι; Στο εξωτερικό;». Τηλέφωνο αμέσως, να το πάρουν. Σιγά-σιγά τον Θεό Τον βγάζουν στην άκρη και οι κοσμικοί και οι καλόγεροι. Δεν έχουν βάλει πρώτα την πνευματική εξέλιξη οι άνθρωποι, για να αγιάζωνται όλα. Το κακό είναι ότι και εμείς οι καλόγεροι δεν προχωρούμε πιο μπροστά από τους κοσμικούς στην πνευματική εξέλιξη.
- Γέροντα, όμως τις ελιές τις πειράζει ο δάκος.
- Να κάνετε κομποσχοίνι να φύγη ο δάκος, όχι μόνο με ραντίσματα. Να βάλετε και λίγο Χριστό. Μπαίνει και μία προσπάθεια να το κάνουμε καλό όπως στον κόσμο και δεν σκεφτόμαστε ότι εμείς οι μοναχοί πρέπει να έχουμε άλλον «κόσμο». Να μην πάμε να κάνουμε ό,τι κάνουν οι κοσμικοί ή και περισσότερο από αυτούς. Που είναι ο Χριστός; Δεν λέω να μη ραντίζετε καθόλου, αλλά και οι άλλοι κάνουν πειράματα. Και όταν είναι ανάγκη να ραντίσετε, να φοράτε μάσκες. Καλύτερα να έχετε λίγο δακωμένο καρπό παρά ραντισμένο. Να μην κάνετε πολλά ραντίσματα, να τα ελαττώσετε. Να κάνετε προσευχή με ευλάβεια, να διαβάζετε τον πρώτο Ψαλμό και να ρίχνετε λίγο αγιασμό στα Δένδρα. Όταν ζήτε σωστά, και βροχή θα έχετε και οι κάμπιες θα σκοτώνονται. Θα σάς οικονομάη ο Θεός. Χρειάζεται ευλάβεια και εμπιστοσύνη στον Θεό.

(Λόγοι τόμος Α, σελ. 138-1142)

Του Αββά Δανιήλ. 
α. Έλεγαν για τον Αββά Δανιήλ, ότι, όταν ήλθαν οι βάρβαροι σε Σκήτη, έφυγαν οι πατέρες. Και λέγει ο γέρων : «Αν δεν φροντίζη για μένα ο Θεός, γιατί και να ζώ;». Και πέρασε ανάμεσα στους βαρβάρους και δεν τον είδαν. Λέγει τότε στον εαυτό του : «Να, φρόντισε για μένα ο Θεός και δεν πέθανα. Κάμε λοιπόν και συ το ανθρώπινο και φύγε σαν τους πατέρες».
β. Ένας αδελφός παρακάλεσε τον Αββά Δανιήλ, λέγοντας : «Δος μου μια εντολή και θα την εφαρμόσω». Και του άπαντά : «Ποτέ μη απλώσης το χέρι σου μαζί με γυναίκα σε πιάτο και φας μαζί της. Έτσι, θα καταφέρης να ξεφύγης κάπως τον δαίμονα της σαρκικής αμαρτίας».
γ. Είπε ο Αββάς Δανιήλ ότι ήταν στη Βαβυλώνα μια κόρη άρχοντος, η οποία είχε δαιμόνιο. Ο δε πατέρας της είχε κάποιον - μοναχό αγαπητό του. Και του λέγει: «Κανείς δεν μπορεί να θεραπεύση την κόρη μου, παρά οι αναχωρητές οπού ξέρω. Αλλά αν τους παρακαλέσης, δεν θα τολμήσουν να το κάμουν, εξ αιτίας της ταπεινοφροσύνης τους. Ας κάμουμε λοιπόν το εξής : Όταν έλθουν στην αγορά, υποκριθήτε ότι θέλετε να αγοράσετε απ’ αυτούς εργόχειρα. Και όταν έλθουν να πληρωθούν την τιμή τους, τους λέμε να κάμουμε προσευχή και πιστεύω ότι η κόρη μου θα θεραπεύση ». Βγήκαν λοιπόν στην αγορά και βρίσκουν εκεί ένα μαθητή των γερόντων, όπου καθόταν για να πουλήση τα εργόχειρά του. Τον πήραν λοιπόν μαζί με τα ζεμπίλια του, για να τον πληρώσουν. Και όταν έφτασε ο μονάχος στο σπίτι, πάει η δαιμονισμένη και του δίνει ένα ράπισμα. Αυτός όμως έστρεψε και το άλλο σαγόνι, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου. Τότε ο δαίμων, χτυπημένος από εκείνο το γεγονός, φώναξε, λέγοντας : «με βία η εντολή του Ιησού με διώχνει». Και ευθύς καθαρίστηκε η κόρη. Και σαν ήλθαν οι γέροντες, τους ανακοίνωσαν τι συνέβη. Και δόξασαν τον Θεό και είπαν: «Συμβαίνει στην υπερηφάνεια του διαβόλου να πέφτη μπροστά στην ταπείνωση της εντολής του Χριστού».
δ. Έλεγε πάλι ο Αββάς Δανιήλ, ότι όσο το σώμα ακμάζει, τόσο η ψυχή αδυνατίζει. Και όσο το σώμα αδυνατίζει, τόσο η ψυχή ακμάζει.
ε. Οδοιπορούσαν κάποτε δ Αββάς Δανιήλ και ο Αββάς Αμώης. Και λέγει ο Αββάς Αμώης : «Πότε θα καθίσουμε και εμείς στο κελλί, πάτερ ; ». Και του αποκρίνεται ο Αββάς Δανιήλ : « Ποιος μπορεί να μας απομακρύνη τον Θεό τώρα ; Ο Θεός είναι στο κελλί και επίσης ο Θεός έξω απ’ αυτό ».
στ. Διηγήθηκε ο Αββάς Δανιήλ, ότι, όταν ήταν σε Σκήτη ο Αββάς Αντώνιος, υπήρχε εκεί κάποιος μοναχός όπου έκλεβε τα σκεύη των γερόντων. Και τον πήρε ο Αββάς Αρσένιος στο κελλί του, θέλοντας και αυτόν να κερδίση και τους γέροντες να αναπαύση. Και του λέγει : «Ό,τι θέλεις, εγώ θα σου το δίνω. Μονάχα να μη κλέψης». Και του έδωσε χρυσάφι και νομίσματα και Ιματισμό και όλα όσα χρειαζόταν. Αλλά εκείνος πήγαινε πάλι και έκλεβε. Οι γέροντες λοιπόν, βλέποντας ότι δεν σταμάτησε, τον έδιωξαν. Και έλεγαν, ότι, αν βρεθή αδελφός να έχη μια αδυναμία σαν ελάττωμα, πρέπει να τον υπομένουμε. Αν όμως κλέβη και παρά τις νουθεσίες δεν κόβη τη συνήθεια του αύτη, πρέπει να τον διώχνουμε. Γιατί και την ψυχή του ζημιώνει και όλους αναστατώνει όσους ζουν εδώ.
ζ. Διηγήθηκε ο Αββάς Δανιήλ, οπού προερχόταν από τη Φαράν : «Είπε ο πατέρας μας ο Αββάς Αρσένιος για κάποιον Σκητιώτη, ότι στην έμπρακτη αρετή ήταν μεγάλος, άλλα αφελής στην πίστη. Έπεφτε λοιπόν σε σφάλματα εξ αιτίας του αδυνάτου μυαλού του. Έτσι, έλεγε : Ο άρτος όπου μεταλαμβάνουμε, δεν είναι το πραγματικό σώμα του Χρίστου άλλα το σύμβολο του. Τον άκουσαν δυο γέροντες να μιλά έτσι και ξέροντας ότι ήταν μεγάλος στην ενεργό αρετή, σκέφθηκαν ότι μιλούσε έτσι με ακακία και αφελότητα. Πηγαίνουν λοιπόν και του λέγουν : Αββά, ακούσαμε για κάποιον ότι λέγει πράγματα ανορθόδοξα. Ήγουν λέγει ότι ο άρτος όπου μεταλαμβάνουμε, δεν είναι το πραγματικό σώμα του Χριστού άλλα σύμβολο του. Τους λέγει ο γέρων : Εγώ είμαι όπου το λέγω αυτό. Και εκείνοι ζητούσαν να τον μεταπείσουν, λέγοντας : Μη μένεις σε τέτοια γνώμη, Αββά, άλλα στην ορθόδοξη παράδοση. Εμείς οι ορθόδοξοι πιστεύουμε ότι αυτός ο άρτος είναι σώμα του Χριστού και αυτός ο οίνος είναι το αίμα του Χριστού αληθινά και όχι συμβολικά. Άλλα καθώς αρχικά παίρνοντας χώμα από τη γη, έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα του και κανείς δε μπορεί να πη ότι δεν είναι εικόνα του θεού, έστω και αν είναι αυτό μυστήριο όπου δεν το χωρά ο νους, έτσι και ο άρτος όπου είπε γι’ αυτόν ότι είναι σώμα μου, αυτός πιστεύουμε ότι είναι πραγματικά σώμα Χριστού. Και ο γέρων λέγει : Αν δεν πειστώ με τα ίδια μου τα μάτια, δεν μπορώ να είμαι μέσα μου βέβαιος. Τότε εκείνοι του είπαν : Ας δεηθούμε στον Θεό γι’ αυτό το μυστήριο, ετούτη την εβδομάδα, και πιστεύουμε ότι ο Θεός θα μας το φανέρωση. Και ο γέρων μετά χαράς δέχθηκε τα λόγια τους. Και δεόταν στον Θεό και έλεγε : Κύριε, συ γνωρίζεις ότι δεν δυσπιστώ από κακή διάθεση. Αλλά, για να μη πλανηθώ σε αγνωσία, φανέρωσε μου, Κύριε Ιησού Χριστέ, την αλήθεια. Πήγαν και οι γέροντες στα δικά τους κελλιά και παρακαλούσαν τον Θεό και αυτοί, λέγοντας: Κύριε Ιησού Χριστέ, φανέρωσε στον γέροντα το μυστήριο αυτό, για να πιστέψη και να μη χάση τον κόπο του. Και εισάκουσε ο Θεός και τους τρεις. Σαν τελείωσε λοιπόν η εβδομάδα, ήλθαν την Κυριακή στην εκκλησία και στάθηκαν μαζί και οι τρεις, μονοί τους, σε ένα μαξιλαράκι, έχοντας στη μέση τους τον γέροντα. Και ανοίχθηκαν τα μάτια τους. Και όταν αποτέθηκε ο άρτος στην αγία τράπεζα, φαινόταν σε μόνους αυτούς τους τρεις σαν παιδί. Και καθώς άπλωσε ο πρεσβύτερος το χέρι, για να κόψη τον άρτο, ιδού Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό έχοντας μάχαιρα και θυσίασε το παιδί και άδειασε το αίμα του στο ποτήριο. Και καθώς ο πρεσβύτερος έκοψε τον άρτο σε μικρά μέρη, έκοβε και ο Άγγελος από το παιδί μικρά μέρη. Και όταν προσήλθαν για να μεταλάβουν, δόθηκε σε μόνο τον γέροντα κρέας ματωμένο. Και βλέποντάς το, φοβήθηκε και φώναξε, λέγοντας : Πιστεύω, Κύριε, ότι ο άρτος σώμα σου είναι και το ποτήριο έχει μέσα το αίμα σου. Και ευθύς, το κρέας όπου βρισκόταν στην παλάμη του έγινε άρτος, σύμφωνα με το μυστήριο. Και μετέλαβε ευχαριστώντας τον Θεό. Και του λέγουν οι γέροντες : Ο Θεός ξέρει την ανθρώπινη φύση, ότι δεν μπορεί να τρώγη ωμά κρέατα και γι’ αυτό μετέβαλε το σώμα του σε άρτο και το αίμα του σε οίνο, για όσους με πίστη τα δέχονται. Και ευχαρίστησαν τον Θεό για τον γέροντα, όπου δεν αφέθηκε να πάνε χαμένοι οι κόποι του. Και έφυγαν και οι τρεις μετά χαράς στα κελλιά τους».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.67-70)

- Γέροντα, σκέφτονται να αρχίσουν να καίνε τους νεκρούς για λόγους υγιεινής και για εξοικονόμηση χώρου.
- Για λόγους υγιεινής; Ακούς κουβέντα! Δεν ντρέπονται που το λένε; Όλη την ατμόσφαιρα την έχουν μολύνει, τα οστά τους πείραξαν; Τα οστά στο κάτω-κάτω είναι και πλυμένα! Και για εξοικονόμηση χώρου; Ολόκληρη Ελλάδα με τόσα ρουμάνια και δεν βρίσκουν χώρο; Έβαλα τις φωνές σε έναν καθηγητή του Πανεπιστημίου γι' αυτό το θέμα. Πώς για τα σκουπίδια βρίσκουν τόσο τόπο και για τα οστά που είναι ιερά δεν βρίσκουν; Χάθηκε ο τόπος; Και πόσα οστά Αγίων μπορεί να είναι ανάμεσα σ' αυτά! Το σκέφτονται αυτό;
Στην Ευρώπη καίνε τους νεκρούς, όχι γιατί δεν υπάρχει χώρος να τους θάψουν, αλλά γιατί το θεωρούν πρόοδο. Δεν ανοίγουν κανένα δάσος, για να κάνουν χώρο, αλλά καίνε τους νεκρούς, τους κάνουν σκόνη, για να ανοίξουν χώρο... Βάζουν την σκόνη σε ένα τόσο δά κουτάκι για περισσότερη ευκολία και αυτό το θεωρούν πρόοδο. Τους καίνε τους νεκρούς, γιατί θέλουν οι μηδενιστές να τα διαλύσουν όλα, ακόμα και τον άνθρωπο. Να μη μείνη τίποτε που να θυμίζη στους ανθρώπους τους γονείς, τους παππούδες, την ζωή των προγόνων τους. Να ξεκόψουν τους ανθρώπους από την παράδοσή τους. Να τους κάνουν να ξεχάσουν την άλλη ζωή και να τους δέσουν σ' αυτή.
- Λένε όμως, Γέροντα, ότι έχει δημιουργηθή θέμα σε ορισμένους Δήμους της Αθήνας για το που θα θάβουν τους νεκρούς.
- Τόσος τόπος υπάρχει! Χάθηκε λίγο μέρος; Ένα σωρό εκτάσεις υπάρχουν έξω από την Αθήνα και είναι του Δημοσίου. Εγώ ξέρω μεγάλους που έχουν ένα σωρό εκτάσεις εκεί πέρα. Δεν μπορούν να κάνουν εκεί ένα νεκροταφείο; Και μετά οι περισσότεροι είναι από τις επαρχίες. Γιατί δεν τους πάνε στον τόπο τους; Να πάνε να τον θάψουν τον καθένα στον τόπο του. Εκεί δεν θα έχουν και έξοδα πολλά, μόνο για την μεταφορά. Να πούνε ότι όσοι είναι από τις επαρχίες και ήλθαν τώρα τελευταία στην Αθήνα, όταν πεθαίνουν, να θάβωνται στην επαρχία. Και είναι και καλύτερα. Γι' αυτούς που είναι τρεις γενεές στην Αθήνα, να βρουν μία λύση εκεί. Ύστερα, μετά την εκταφή να κάνουν λάκκους πιο βαθείς και εκεί να βάζουν τα οστά. Δύσκολο είναι; Εδώ κατεβαίνουν τόσο βαθιά μέσα στην γή, για να βγάλουν πετροκάρβουνα. Ας κάνουν για τα οστά μία μεγάλη δεξαμενή και να τα έχουν όλα μαζεμένα.
Έλειψε τελείως ο σεβασμός. Και βλέπεις τώρα τί γίνεται! Πετάνε και τους γονείς στα γηροκομεία. Παλιά και τα βόδια ακόμη τα γηροκομούσαν, δεν τα έσφαζαν, γιατί έλεγαν: «Φάγαμε ψωμί από αυτά».
Και τί σεβασμό είχαν στους νεκρούς! Θυμάμαι με τί κίνδυνο πηγαίναμε να τους θάψουμε στον πόλεμο! Καλά, ο παπάς ήταν υποχρεωμένος να πάη, αλλά και αυτοί που τους μετέφεραν μέσα στα χιόνια, μέσα στην παγωνιά, και από πάνω να πέφτουν ριπές συνέχεια! Το 1945, στον ανταρτοπόλεμο, πριν πάω στρατιώτης, με τον νεωκόρο κουβαλούσα τους νεκρούς. Μπροστά πήγαινε με το θυμιατό ο παπάς. Μόλις σφύριζε βλήμα, πέφταμε κάτω. Αντε μετά να σηκωθούμε. Μόλις ακούγαμε άλλο, πέφταμε πάλι κάτω. Αργότερα στον στρατό, στον πόλεμο, ξυπόλυτοι ήμασταν μέσα στα χιόνια και μας είπαν να πάμε να πάρουμε, αν θέλουμε, αρβύλες από τους νεκρούς. Κανένας δεν κουνήθηκε. Αχ, πάνε εκείνα τα καλά τα χρόνια!
Το κακό είναι ότι δεν φωνάζουν μερικοί που έχουν κάποια θέση, αλλά συμφω-νούν. Η Εκκλησία, από την στιγμή που παρουσιάστηκε αυτό το πρόβλημα, πρέπει να πάρη θέση, για να λυθή. Γιατί έτσι αφήνει στους κοσμικούς να χειρίζωνται πνευματικά θέματα και να λένε ό,τι θέλουν. Είναι ασέβεια αυτό. Πώς να έχη την ευλογία από τον Θεό ο κόσμος σήμερα; Ά, χαμένα πράγματα! Πάνε σιγά-σιγά τον άνθρωπο να τον εξευτελίσουν. Άχ, γι' αυτό θα βρεθή πολύς τόπος τώρα!... Θα βρεθή πάρα πολύς τόπος...

(Λόγοι τόμος Α΄, σελ. 136-138)

(Αναστασίου αρχιεπισκόπου Αλβανίας).
ΒΟΥΔΔΑΣ.Προβληματική ή σαφής βιογράφηση.
Ο Βούδδας υπήρξε μία από τις σπουδαιότερες μορφές στην παγκόσμια θρησκευτική ιστορία. Έζησε στη σημερινή συνοριακή περιοχή Νεπάλ-Ινδίας. Από τη ζωή και τη διδασκαλία του ξεπήδησε ένα από τα σημαντικότερα φιλοσοφικό-ηθικά συστήματα και θρησκεύματα, γνωστό με το όνομά του, Βουδδισμός, που επηρέασε βαθύτατα εκατομμύρια ανθρώπους στη διαδρομή των αιώνων και σφράγισε την πνευματική, κοινωνική και πολιτική ζωή της Κεντρικής και Ανατολικής Ασίας.
Το ινδικό όνομα Μπούντα (Buddha, Βούδδας) σημαίνει τον «Φωτισμένο», τον Αφυπνισμένο». Πρόκειται για κατεξοχήν τιμητικό τίτλο και προσδιορισμό. Οι διάφορες βουδδιστικές σχολές δεν συμφωνούν απόλυτα για το πότε έζησε ο Διδάσκαλος. Η Τεραβάντα, που επικρατεί στη Νότια Ασία, τοποθετεί τη ζωή του μεταξύ του 623 (ή 624) και του 543 (ή 544) π. Χ. Οι Μαχαγιάνα βουδδιστές υποστηρίζουν διάφορες απόψεις. Πιθανότερο θεωρείται ότι γεννήθηκε το 563 και πέθανε το 483 π.X. Όλοι συμφωνούν ότι έζησε 80 χρόνια. Διατυπώθηκε και μια άποψη ότι ο Βούδδας υπήρξε παραλλαγή του περί Ηλίου μύθου, σύντομα όμως εγκαταλείφθηκε.
Ο Βούδδας κήρυξε στη «μαγκάντι», μια διάλεκτο της Β.Δ. Ινδίας, χωρίς να αφήσει γραπτά κείμενα. Σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας μια τεράστια γραμματεία ιερών βουδδιστικών γραφών στη σανσκριτική, την πάλι, την κινεζική και τη θιβετιανή. Κάθε σχολή έχει τα δικά της βιβλία, που περιέχουν αποσπάσματα της διδασκαλίας του Βούδδα. Συνεπώς, το πρόβλημα της ζωής του συνδέεται άμεσα με τον προβληματισμό γύρω από τα διάφορα ιερά κείμενα. Μερικά, του Μαχαγιάνα Βουδδισμού, ιδιαίτερα αυτά που αναφέρονται στον μοναχικό κανόνα, διατηρούν σημαντικό υλικό από τον αρχαϊκό Βουδδισμό. Αναγνωρίζεται όμως ότι τα παλαιότερα αποσπάσματα από ομιλίες του Βούδδα πρέπει να αναζητηθούν στον κανόνα της Τεραβάντα σχολής, την ΤριπίτακαΤιπίτακα που, γραμμένη στη γλώσσα Πάλι, διαμορφώθηκε στον 1ο αι. μX. (στο εξής, στην αναφορά των ονομάτων το πρώτο όνομα θα αντιστοιχεί στη σανσκριτική μορφή και το δεύτερο στην πάλι). Η μείξη του ιστορικού πυρήνα με το μυθολογικό στοιχείο, το οποίο πρόσθεσε η ποιητική ευαισθησία και ευλάβεια των οπαδών του Βούδδα, είναι τόσο βαθιά, ώστε ο αποχωρισμός καθίσταται ανέφικτος. Το θέμα βεβαίως του «Ιστορικού Βουδδισμού» για τους βουδδιστές είναι προϊόν τυπικά δυτικής προβληματικής. Οι ίδιοι ούτε διερωτώνται ούτε αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτό. Αυθεντική λοιπόν κριτική βιογραφική απεικόνιση δεν μπορεί να δοθεί. Σύμφωνα με τις παλαιότερες βουδδιστικές πηγές, κυρίως την ΤριπίτακαΤιπίτακα, η ζωή του Βούδδα εξελίχθηκε διαγραμματικά ως εξής:
Νεανικά χρόνια Φωτισμός Ο Βούδδας γεννήθηκε στους πρόποδες των ιμαλάϊων, στο Καπιλαβάστου του Νεπάλ, 160 περίπου χλμ. βορείως του Μπενάρες. Ονομάσθηκε Σιντάρτα Σιντάττα. Το οικογενειακό του όνομα ήταν Γκαουτάμα/Γκοτάμα. Η οικογένειά του ανήκε στην κάστα των «ξάτριγυας», στους ευγενείς πολεμιστές της φυλής Σάκυα, γι αυτό είναι γνωστός και ως Σακυαμούνι (ο σοφός των Σάκυα). Πατέρας του ήταν ο Σουντοντάνα, που συχνά αναφέρεται με τον τίτλο του βασιλιά μάλλον ήταν ηγεμόνας, πρώτος μεταξύ ίσων στο συμβούλιο των ευγενών των Σάκυα. Η μητέρα του Σιντάρτα, η Μαχαμάγια, πέθανε λίγο μετά τη γέννηση του και την ανατροφή του ανέλαβε η θεία του Μαχαπρατζαπάτι. Τα παιδικά και νεανικά χρόνια του Σιντάρτα πέρασαν μέσα σε πολυτέλεια και χλιδή.
Στα 16 του χρόνια νυμφεύθηκε μια όμορφη και ευγενική νέα, τη Γιασοντάρα. Σε κάποια στιγμή της ζωής του ο νεαρός πρίγκιπας συνειδητοποίησε τη ματαιότητα του βίου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο προβληματισμός του κορυφώθηκε όταν αντίκρισε διαδοχικά «τέσσερα θεάματα»: έναν καταβεβλημένο γέροντα, ένα βαριά άρρωστο, ένα σώμα νεκρού και ένα γαλήνιο ασκητή. Τα τρία πρώτα έθεταν με οξύτητα το θέμα του πόνου, το τελευταίο έδειχνε μια διέξοδο. Αυτό ήταν που τον οδήγησε στο αποφασιστικό άλμα. Έτσι, στα 29 του χρόνια, ενώ η ζωή γύρω του χαμογελούσε, ο Σιντάρτα άφησε γυναίκα και μοναχογιό και εγκαταλείποντας τα πάντα φόρεσε τον ασκητικό χιτώνα και άρχισε την αναζήτηση μέσα στη σιωπηλή μοναξιά, για να φθάσει σε μια βαθύτερη γνώση.
Ο Σιντάρτα μαθήτευσε αρχικά κοντά σε δύο διανοούμενους ασκητές, που δίδασκαν μεθόδους αυτοβυθισμού και αυτοσυνειδησίας. Ο πρώτος, ο Αλάρα Καλάμα, τον δίδαξε «για τη σφαίρα της ανυπαρξίας», στην οποία οδηγούν τα στάδια του διαλογισμού. Το θετικό μυαλό του μαθητή δεν ικανοποιήθηκε από τις περίπλοκες θεωρίες. Την ίδια απογοήτευση ένιωσε και από τη μαθητεία του κοντά στον δεύτερο ασκητή, τον Ουντάκα Ραμαπούττα. Μη βρίσκοντας στην κλασική ινδική φιλοσοφία τον δρόμο για τη λύτρωση, αποφάσισε να επιδοθεί στην πιο αμείλικτη άσκηση του σώματος, όπως δίδασκαν διάφορες θρησκευτικές ομάδες. «Παρ’ όλες αυτές τις φοβερές αυστηρότητες έλεγε αργότερα δεν κατόρθωσα να υπερβώ τα συνηθισμένα ανθρώπινα όρια και να φθάσω στα ύψη της υψηλής κατανοήσεως και θεωρίας» (Ματζίμα Νικάγια, 1,246). Τελικά αφοσιώθηκε σε παρατεταμένη, βαθιά περισυλλογή κάτω από μια συκομορέα, τη γνωστή ως «μπόντι-δένδρο». Ύστερα από 49 μέρες εντατικής ενδοσκοπήσεως έφτασε σε μια εσωτερική έλλαμψη, σ΄ένα συνταρακτικό απολυτρωτικό φωτισμό. Συνειδητοποίησε ξαφνικά ότι η επιθυμία, η «τάνχα», ήταν εκείνη που δεν αφήνει τον άνθρωπο να απαλλαγεί από τον πόνο. Αυτό, κατά τη βουδδιστική παράδοση, συνέβη μια πανσέληνο του Μαΐου στη θέση Μπόντι Γκάγια. Στο εξής, θα ήταν ο Φωτισμένος, ο Βούδδας, ο Τατάγκατα (αυτός που ανακάλυψε την αλήθεια), αυτός που ήδη έλαβε τη γεύση της «νιρβάνα». Ένα δίλημμα ορθώθηκε μπροστά του: θα έμπαινε αμέσως στη μακαριότητα ή θα καθυστερούσε, για να φωτίσει όλα τα όντα με τη διδασκαλία του; Αποφάσισε το δεύτερο και προχώρησε προς την ιερή πόλη Βαρανάσι (το γνωστό σήμερα Μπενάρες). Ήταν τότε 35 χρόνων.
Το κήρυγμα του Βούδδα Το πρώτο του κήρυγμα, με το οποίο «έθεσε σε κίνηση τον τροχό του καλού νόμου», έμεινε γνωστό ως «κήρυγμα στο πάρκο των ελάφων». Σ’ αυτό ο Βούδδας ανέπτυξε, στους πέντε πρώτους ασκητές που τον πλησίασαν, τη διδασκαλία για τη «μέση οδό», ανάμεσα στη σκληρή άσκηση μέχρι απονεκρώσεως και την ικανοποίηση των επιθυμιών, και φανέρωσε «τις τέσσερις ευγενικές αλήθειες». Άρχισε με την ανάλυση του προβλήματος: α) Όλη η ύπαρξη είναι πόνος, β) Ο πόνος προκαλείται από την εγωιστική επιθυμία. Και υπέδειξε τη λύση: γ) Αυτή η επιθυμία μπορεί να εξαλειφθεί. δ) Εξαλείφεται, όταν κανείς ακολουθήσει την «ευγενική οκτάπτυχη οδό»: ορθή κατανόηση, ορθή σκέψη, ορθή ομιλία, ορθή πράξη, ορθό βιοπορισμό, ορθή προσπάθεια, ορθή μνήμη, ορθό αυτοβυθισμό. Μ’ αυτό τον τρόπο φθάνει στη νιρβάνα, στο μακάριο σβήσιμο της υπάρξεως.
Οι πέντε ασκητές αποδέχθηκαν το μήνυμα του Βούδδα και έγιναν δεκτοί ως «μπίκκου» (μοναχοί). ’Ετσι ιδρύθηκε η «Σάνγκα/Σάμγκα» -το βουδδιστικό μοναχικό τάγμα. Σε μια δεύτερη ομιλία του ο Βούδδας ανέπτυξε την άποψη περί «ανάττα» περί μη υπάρξεως ψυχής. Σύντομα οι αφοσιωμένοι στον Βούδδα μοναχοί έφθασαν τους 60. Σ’ αυτούς ο διδάσκαλος ανέθεσε να περιοδεύσουν προς διάφορες κατευθύνσεις, για να διαδώσουν τη «ντάρμαντάμμα» (τη διδασκαλία), «για το καλό των πολλών, για την ευτυχία των πολλών, από συμπάθεια προς τον κόσμο». Ο ίδιος περιέτρεχε πόλεις και χωριά κηρύττοντας τη θεωρία του, που κεντρικές ιδέες είχε την αστάθεια και παροδικότητα των πάντων, την αδιαφορία μπροστά στις μεταφυσικές συζητήσεις των βραχμάνων, την έμφαση στην πρακτική, την ηθική πλευρά του βίου. Σαν άμεσο ιδανικό κήρυττε τη μοναχική ζωή, με πρότυπο τον εαυτό του.
Δημιουργία μοναστικών κοινοτήτων- Επίδραση. Πολύ γρήγορα δημιουργήθηκαν βουδδιστικά μοναστήρια σε όλα σχεδόν τα κρατίδια της δυτικής λεκάνης του Γάγγη. Οι μοναχοί ζούσαν τηρώντας ορισμένους απλούς κανόνες και εξασφαλίζοντας την τροφή με επαιτεία. Όταν έφθανε η περίοδος της ξηρασίας, σκορπίζονταν για να κηρύξουν τη «ντάρμα». Ανάμεσα στους πολυάριθμους επώνυμους μαθητές του Βούδδα διακρίνονται οι δύο βραχμάνοι Σαριπούτρα/Σαριπούττα και Μαουντγκαλιάνα/Μογκαλλάνα και ο εξαδελφός του Ανάντα, τύπος αφοσιωμένου μαθητή. Ονομαστός για τα προβλήματα και τις διασπαστικές τάσεις που δημιούργησε στη Σάνγκα υπήρξε ο Ντεβαντάττα, ο οποίος, κινούμενος από φοβερή φιλοδοξία, έφθασε μέχρι συνωμοσίας.
Πολύ αργότερα, μετά από σοβαρούς δισταγμούς, ο Βούδδας έδωσε τη συγκατάθεσή του για την ίδρυση γυναικείου μοναχικού τάγματος, όπου εντάχθηκαν η θετή του μητέρα και η γυναίκα του. Οι μοναχές δεσμεύθηκαν με περισσότερους περιορισμούς.
Οι σημαντικότεροι ηγεμόνες των κρατιδίων της περιοχής εκδήλωσαν τον σεβασμό και την εύνοιά τους στον Βούδδα προσφέροντας σοβαρές δωρεές για την ανάπτυξη των βουδδιστικών μοναχικών κοινοτήτων. Ίσως, λόγω της πριγκιπικής καταγωγής, ο Βούδδας είχε ιδιαίτερη πρόσβαση και επίδραση στις τάξεις των ευγενών. Αναφέρονται ονόματα βασιλέων, όπως του Μπιμπισάρα της Μαγκάντα, που υπήρξαν αφοσιωμένοι λαϊκοί οπαδοί του. Αλλά και άνθρωποι από διάφορα κοινωνικά στρώματα, έμποροι, εργάτες, αρχόντισσες, εταίρες (όπως η Αμπαπάλι), τον θαύμαζαν και τον ακολουθούσαν.
Σαράντα πέντε χρόνια διήρκεσε η διδακτική δραστηριότητα του Βούδδα, που μοίραζε τον χρόνο του ανάμεσα στη βαθιά περισυλλογή και την εκπαίδευση των μαθητών του και στις περιοδείες σε πόλεις και χωριά. Αν εξαιρέσει κανείς μερικά μικροεπεισόδια και μικροαντιδράσεις, η πορεία του Βούδδα παρουσιάζεται θριαμβευτική. Παντού γίνεται δεκτός με σεβασμό, επιβάλλεται με τη σοφία του, μαγνητίζει, ακτινοβολεί.
Στα 80 του χρόνια ο Βούδδας, ενώ κατευθυνόταν προς την πόλη Βεσάλι, αρρώστησε βαριά. Κατόρθωσε όμως να συνέλθει και να συνεχίσει την πορεία του. Ύστερα από τρεις μήνες φιλοξενήθηκε με τη συνοδεία του στο κτήμα του πιστού του οπαδού σιδηρουργού Τσούντα. Το δείπνο ήταν βαρύ όπως φαίνεται, χοιρινό ή μανιτάρια. Ακολούθησαν για τον Βούδδα βασανιστικοί πόνοι και εξάντληση. Συνέχισε όμως την οδοιπορία του προς την Κουσινάρα (τη σημερινή Κασία). Εκεί, τελικά, έσβησε, όπως το θέλει η παράδοση, τη βραδιά της πανσέληνου του Μαΐου μάλλον του 483 π.Χ. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Η φθορά είναι συμφυής με όλα τα σύνθετα πράγματα. Εργασθείτε για τη σωτηρία σας φιλόπονα» (Μάχα -Παρινιμπάνα, 2,6,7). Έτσι ο Φωτισμένος πέρασε στην απόλυτη νιρβάνα. Το λείψανό του κάηκε, αφού μαθητές και κάτοικοι της περιοχής το τίμησαν επί επτά ημέρες. Ό,τι απέμεινε, μοιράσθηκε στα οκτώ κρατίδια της περιοχής, όπου έζησε και δίδαξε ο Βούδδας. Αργότερα, τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν σε ειδικά μαυσωλεία («στούπα»). Με την πάροδο του χρόνου έγιναν τόποι λατρευτικού προσκυνήματος.
Μυθολογικοί κύκλοι. Στη μεταγενέστερη βουδδιστική φιλολογία αναπτύσσονται και άλλες, πολύπτυχες, μυθολογικές διηγήσεις, με βασικό άξονα τις μορφές των προηγουμένων βίων του Βούδδα (γιατί και εκείνος, όπως τα αλλά όντα, πιστεύεται ότι υπέκειτο κάποτε στη ροή των μεταβιώσεων), τα νεανικά του χρόνια, τον φωτισμό, τη διδακτική του δράση, το πέρασμά του στη νιρβάνα. Οι μυθολογικοί αυτοί κύκλοι έχουν ιδιαίτερα επηρεάσει τη βουδδιστική τέχνη. Οι σχετικές διηγήσεις συνυφαίνονται με δογματικά στοιχεία. Οι πολυάριθμες βουδδιστικές σχολές, που διαμορφώθηκαν αργότερα, ανέπτυξαν ποικίλες απόψεις σχετικά με την ουσία του Βούδδα. Οι αρχαιότερες επιμένουν ότι υπήρξε άνθρωπος, ενώ άλλες τον βλέπουν ως υπερκόσμιο ον. Σε ορισμένα κείμενα αναφέρονται πολυάριθμοι Βούδδες, προγενέστεροι του Σακυαμούνι. Στον Τεραβάντα Βουδδισμό ο αριθμός των Βουδδών είναι περιορισμένος. Στον Μαχαγιάνα Βουδδισμό γίνεται λόγος για αμέτρητους Βούδδες και αναπτύσσονται ιδέες, όπως η θεωρία των «τριών σωμάτων του Βούδδα» και η θεωρία περί του Βούδδα ως απόλυτης αρχής.
Χαρακτηρισμός. Ανεξάρτητα από τα μυθολογικό-δογματικά πλαίσια στα οποία τοποθετήθηκε η εικόνα του, ο Βούδδας λάμπει στην παγκόσμια ιστορία σαν ένα πνεύμα τολμηρό, που με τη ζωή και τη σκέψη του ανέπτυξε ένα ανθεκτικό ήθικο-φιλοσοφικό σύστημα, μεταρρυθμίζοντας εν πολλοίς το ινδικό κοινωνικό κατεστημένο. Αυτή η θέση τον εντάσσει στους μεταρρυθμιστές του τελευταίου. Με οργανωτικό πνεύμα, κληρονομιά από την καταγωγή και την ανατροφή του, συγκρότησε το μοναχικό του τάγμα με αυστηρή πειθαρχία. Έγινε πρότυπο γέροντα μοναχού, που εμπνέει αυστηρή προσήλωση. Η μορφή του Βούδδα συνδυάζει διεισδυτική σοφία, ατσάλινη θέληση, στοργική συμπάθεια, εξαιρετική ευαισθησία στον ανθρώπινο πόνο αλλά και στη φυσική ομορφιά, μολονότι θεωρητικά αρνείται την πραγματικότητα του κόσμου και βλέπει τη λύτρωση στην άρνηση και την υπέρβασή του.
Ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε από τις ρίζες της σκέψεως του Βούδδα παρουσίασε πολλά ανθρωπιστικά και καλλιτεχνικά επιτεύγματα. Καλλιέργησε σ’ ολόκληρη την Ανατολική Ασία την αυτοπειθαρχία, την ανεκτικότητα, μια ευγενική διάθεση ανοχής και συμπάθειας προς κάθε μορφή ζωής. Τα δημιουργήματά του στην αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη φιλολογία, τη ζωγραφική, τη μικροτεχνία, διακρίνονται για τη λεπτότητά τους. Το βουδδιστικό θεωρητικό και ηθικό οικοδόμημα διατηρεί κάτι από το φως και την ομίχλη, την πολυεδρικότητα και απεραντοσύνη της σιωπηλής μοναξιάς των Ιμαλάϊων, στους πρόποδες των οποίων γεννήθηκε και έδρασε ο Βούδδας.

katafigioti

lifecoaching