Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται
στον Άγιο Σώστη
και
ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.
Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα
Ο Όσιος Γρηγόριος κοιμήθηκε σε ηλικία πενήντα μόλις χρόνων και η μνήμη του τιμάται στις 2 Απριλίου.
("Η Ζωοφιλία των Αγίων και η Αγιοφιλία των Ζώων", Σίμωνος Μοναχού, σσ. 384-386)
Τα γεννήματα της αμαρτίας
Ο φόβος, η σύγχυση, η αδυναμία, η ασθένεια και ο σκοτισμός του νου γεννώνται από την αμαρτία.
Με την αμαρτία ο άνθρωπος προκαλεί άλλους εναντίον του, προξενεί σύγχυση στη συνείδηση του, έλκει επάνω του τους δαίμονες και τους δίνει όπλα να στραφούν εναντίον του.
Με την αμαρτία ο άνθρωπος διαχωρίζει τον εαυτό του από τον Θεό, υψώνει τείχος ανάμεσα σ’ αυτόν και την πηγή κάθε καλού, αποξενώνεται απ’ τον φύλακα άγγελό του.
Η διάπραξη της αμαρτίας σηματοδοτεί μια κήρυξη πολέμου εναντίον του Θεού και όλων των θεϊκών δυνάμεων. Αυτό είναι πιο παράλογο και απ’ το αν ένα ξεραμένο φθινοπωρινό φύλλο κήρυττε πόλεμο εναντίον του ανέμου!
Πράγματι, εδώ συμβαίνει το πιο παράλογο απ’ όλα: ένας άνθρωπος κηρύσσει πόλεμο στο Θεό! Η κίνηση αυτή από μόνη της εγγυάται την καταστροφή και τη διάλυση του ανθρώπου, εάν αυτός δεν συνέλθει γρήγορα κι αν δεν μετανοήσει εγκαίρως και δεν προστρέξει στο Θεό για βοήθεια.
Ο μέγας προφητάναξ Δαβίδ είχε πλήρη επίγνωση της δεινής καταστάσεως του αμαρτωλού ανθρώπου. Άλλωστε και ο ίδιος είχε προσωπική εμπειρία. Ένιωθε απερίγραπτο φόβο, σύγχυση, αδυναμία και μοναξιά. Αισθανόταν τα βέλη των ανθρώπων αλλά και τα βέλη των δαιμόνων.
Μολαταύτα, συνειδητοποιώντας την οικτρή κατάστασή του, ομολόγησε την αμαρτία του και συντετριμμένος έβαλε μετάνοια ενώπιον του Θεού, πότισε τη γη με δάκρυα μετανοίας και λόγους βαθιάς οδύνης που έκαιγαν σαν φωτιά· και προσευχήθηκε στον ελεήμονα Θεό να τον συγχωρήσει. Όταν όλες οι αμαρτίες του είχαν συγχωρεθεί, ένιωσε να τον κατακλύζει άρρητη ευλογία.
Τη μακαριότητα της ψυχής που έχει συγχωρηθεί αδυνατούσε ο Δαβίδ να την εκφράσει με λόγια. Μπορούσε μόνο να μας δηλώσει και να μας βεβαιώσει, από τη μία πλευρά, για την κατάσταση αμαρτωλότητας και, από την άλλη, για την κατάσταση της συγχώρησης από τον Θεό, βασισμένος στην άμεση εμπειρία του και των δύο καταστάσεων. Είπε: Μακάριοι, ων αφέθησαν αι ανομίαι και ων επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι (Ψαλμοί 31,1). Ποια είναι αυτή η ευλογία που μακαρίζει ο Δαβίδ;
Ελευθερία, ανδρεία, χαρά απερίγραπτη, δύναμη, θάρρος, διαύγεια σκέψεως, ειρήνη της συνειδήσεως, ελπίδα στον Θεό, υμνωδία στον Θεό, αγάπη για τους πλησίον και νόημα στη ζωή του ανθρώπου! Με άλλα λόγια: φως, χαρά και δύναμη – αυτή είναι η ευλογία.
Αυτή είναι η μακαριότητα που αισθάνεται εδώ στη γη κάποιος του οποίου οι αμαρτίες έχουν συγχωρηθεί. Αν εδώ είναι έτσι, τότε ποια ευλογία τον αναμένει εκεί στους ουρανούς;
Κύριε και Θεέ, συγχώρησε τις ανομίες μας με το άπειρο έλεός Σου και κάλυψε τις αμαρτίες μας.
(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ο Πρόλογος της Αχρίδος»-Οκτώβριος, εκδ. Άθως)
Είναι μεγάλη υπόθεση ο σωστός δάσκαλος, ιδίως στις μέρες μας! Τα παιδιά είναι άγραφες κασέτες·
ή θα γεμίσουν βρώμικα τραγούδια ή βυζαντινή μουσική. Το έργο του δασκάλου είναι ιερό.
Έχει μεγάλη ευθύνη και, αν προσέξει, μπορεί να πάρει μεγάλο μισθό από το Θεό.
Πρέπει να βρουν τρόπο οι εκπαιδευτικοί να περνάνε κάποια μηνύματα στα παιδιά για το Θεό
και για την πατρίδα.
Ας σπείρουν αυτοί το σπόρο, και ας μην τον δουν να βλαστάνει.
Τίποτε δεν πάει χαμένο· κάποια στιγμή θα πιάσει τόπο.
(γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Α΄, "Με πόνο και αγάπη για το σύγχρονο άνθρωπο")
Είναι ανάγκη;
Ίσως μερικοί διατυπώσουν το ερώτημα· αφού ο Χριστός σταυρώθηκε και έχυσε το αίμα Του για την σωτηρία μας, δεν αρκεί αυτό; Χρειάζεται και ο δικός μας αγώνας; Η αναγκαιότητα αυτού του αγώνα γίνεται εύκολα αντιληπτή, αν σκεφθούμε ότι ναι μεν ο Κύριος έχυσε πάνω στο Σταυρό το τίμιο αίμα Του και προσέφερε θεληματικά τον Εαυτό του υπέρ ημών θυσία, όμως όλα αυτά άνοιξαν απλώς το δρόμο της σωτηρίας μας, παραμέρισαν τα ανυπέρβλητα εμπόδια και μας έδειξαν τη θύρα της Βασιλείας. Τώρα χρειάζεται ο καθένας μας να βαδίσει αυτό το δρόμο, δηλαδή να προσφέρει τον προσωπικό του στοιχείο στην μεγάλη υπόθεση της λυτρώσεώς του, να οικειοποιηθεί και να κάνει δική του τη θυσία του Σωτήρος. Το προσωπικό αυτό στοιχείο της συμμετοχής μας στο απολυτρωτικό έργο του Κυρίου μας ενσαρκώνεται και εκδηλώνεται στον ατομικό μας αγώνα για την απαλλαγή μας από την αμαρτία.
Όπως γνωρίζουμε, εξαιτίας της παρακοής των πρωτοπλάστων ο άνθρωπος εξέπεσε από το ύψος της χάριτος και έχασε τα πολύτιμα δώρα, με τα οποία τον είχε προικίσει ο Δημιουργός και Πλάστης και Θεός του. Έτσι η όμορφη ψυχική εικόνα του πρώτου ανθρώπου με μιας έχασε την πραότητά της, σκούριασε, πάλιωσε, μαύρισε και αχρειώθηκε. Τότε ένας άλλος άνθρωπος γεννήθηκε και εγκαταστάθηκε μέσα του, άνθρωπος «παλαιός» και κακός που τον σύρει προς την αμαρτία και την αυτοκαταστροφή. Την ύπαρξη μέσα μας αυτού του παλαιού ανθρώπου την αισθανόμαστε πικρά.
Ο απόστολος Παύλος έγραφε προς τους Ρωμαίους αυτά τα τόσο χαρακτηριστικά λόγια, που ζωγραφίζουν έντονα αυτή την αλήθεια: «Βλέπω δε έτερον νόμον εν τοις μέλεσί μου αντιστρατευόμενον τω νόμω του νοός μου...» (Ρωμ. 7, 23). Πράγματι! Πόσες φορές δεν αισθανόμαστε κάποιον άλλο εαυτό μας -τον κακό μας εαυτό όπως λέμε- να μας εμποδίζει από το δρόμο του Θεού! Πόσες φορές δεν νιώθουμε να προέρχεται από μέσα μας μια σκληρή και αδυσώπητη αντίδραση για το καλό! Πολλές φορές ο παλαιός άνθρωπος επιχειρεί να ματαιώσει τα καλά μας σχέδια, προδίδει την παρουσία του και γίνεται εμπόδιο στο δρόμο της σωτηρίας μας.
Αλλά τότε, προσλαμβάνει μία ιδιαίτερη σημασία η συμμετοχή μας στον αγώνα και η επιμονή μας μέχρι την τελική νίκη. Εάν δεν είχε μεσολαβήσει η πτώση και η αμαρτία, δεν θα χρειαζόταν κανένας αγώνας εκ μέρους μας. Τώρα όμως που και από τον ίδιο τον εαυτό μας προέρχεται η αντίδραση και η πολεμική, χρειάζεται να αγωνισθούμε εναντίον των εχθρών μας και να κερδίσουμε ως έπαθλο τη νίκη πάνω στα πάθη μας που ως άλλα μικρόβια υποσκάπτουν την ψυχική μας υγεία.
Πόλεμος κατά του Σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Εγώ πατήρ,
εγώ αδελφός,
εγώ Νυμφίος,
εγώ οικία,
εγώ τροφεύς,
εγώ ιμάτιον,
εγώ ρίζα,
εγώ θεμέλιος,
Παν όπερ αν θέλης εγώ.
Μηδενός εν χρεία καταστής.
Εγώ δουλεύσω.
Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι.
Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και μήτηρ.
Πάντα εγώ.
Εγώ πένης δια σε,
και αλήτης δια σε,
επί του Σταυρού δια σε,
επί του τάφου δια σε,
άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί,
κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα
παρά του Πατρός.
Πάντα μοι συ και αδελφός
και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.
Τι πλέον θέλεις;
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, Απόσπασμα από την 76η (οστ΄) Ομιλία (ΕΠΕ τόμος 12)
"Όταν λέμε, στο όνομα του Χριστού, με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζουμε ποιοι είμαστε, ποιανού είμαστε και από ποιον είμαστε απεσταλμένοι».
Ο καθένας σ’ αυτόν τον κόσμο παρουσιάζεται στο όνομα κάποιου, πιο μεγάλου και πιο γνωστού. Έτσι και εμείς οι χριστιανοί παρουσιαζόμαστε στο όνομα του Χριστού.
Όταν λέμε, στο όνομα του Χριστού, με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζουμε ποιοι είμαστε, ποιανού είμαστε και από ποιον είμαστε απεσταλμένοι. Παρουσιάζουμε με αυτό τον τρόπο σε ποιον επιστρέφουμε και από ποιον περιμένουμε ανταμοιβή….
Στο όνομα ποιανού πράττετε όσα πράττετε, ρώτησαν οι σατανικοί αρχηγοί των Ιεροσολύμων τους αποστόλους του Χριστού. Στο όνομα ποιανού μιλάτε; Στο όνομα ποιανού βαπτίζετε; Στο όνομα ποιανού θεραπεύετε τους άρρωστους; Στο όνομα ποιανού κάνετε θαύματα;
Η απάντηση από τον Πέτρο, από τον Ιωάννη, από το Φίλιππο, από το Θωμά υπήρξε μία και μοναδική: Στο όνομα του Χριστού, του Υιού του Θεού, του Δικαίου, τον οποίο εσείς σκοτώσατε.
Οι διπλωμάτες, όταν πηγαίνουν σε μία ξένη χώρα, πηγαίνουν στο όνομα του βασιλιά, οι δικαστές πηγαίνουν στο όνομα του κυβερνήτη, οι αστυνόμοι συλλαμβάνουν εγκληματίες στο όνομα του νόμου, ο βοηθός του μάστορα παρουσιάζεται στο όνομα του μάστορα, ο γιος έρχεται στο όνομα του πατέρα, η κόρη στο όνομα της μάνας, ο μαθητής στο όνομα του δασκάλου, ο πιο νέος στο όνομα του μεγαλύτερου. Όλος ο αέρας βουίζει κάθε μέρα: Εγώ μιλάω στο όνομα… του τάδε και τάδε, ή εγώ έρχομαι στο όνομα του τάδε και τάδε, ή εγώ σου δίνω ή εγώ σου παίρνω ή εγώ σε δικάζω, ή εγώ σε συγχωρώ στο όνομα του τάδε και τάδε. Αυτή είναι η κοσμική ιεραρχία, ο καθένας να παρουσιάζεται στο όνομα κάποιου που είναι πιο ασήμαντος από εκείνον στο όνομα του οποίου παρουσιάζεται.
Ο σοφός απόστολος Παύλος διατάζει όλους τους βαπτισμένους με τον εξής τρόπο: «Καθετί που λέτε ή κάνετε ας γίνεται στο όνομα του Κύριου Ιησού, κι έτσι να ευχαριστείτε δια του Χριστού το Θεό Πατέρα» (Κολοσ. 3, 17). Ποιος υπάκουσε σ’ αυτή τη φράση του απόστολου Παύλου; Υπάκουσε σ’ αυτή ο λαός μας. Υπάκουσαν όλοι οι βασιλιάδες μας, οι αυτοκράτορες, οι ηγεμόνες, οι δεσποτάδες, οι αρχηγοί μας, οι οποίοι άρχιζαν τα χρυσόβουλα με τον εξής τρόπο: Εις το όνομα του Κυρίου, του Σωτήρα, του Ιησού Χριστού. Υπάκουσαν στα λόγια του αποστόλου Παύλου οι πατριάρχες μας, οι επίσκοποί μας, οι ιερείς μας, που δίδασκαν το λαό μας να ζει στα χρόνια της ειρήνης στο όνομα του Κυρίου. Στα χρόνια της σκλαβιάς δίδασκαν το λαό μας να υπομένει τις δυσκολίες, να πεθαίνει στο όνομα του Κύριου Ιησού Χριστού.
Υπάκουσε ολόκληρος ο λαός μας, ο οποίος οτιδήποτε και αν έκανε, το έκανε κάνοντας το σταυρό του, στο όνομα του Ιησού Χριστού. Και όταν βαπτιζόταν, βαπτιζόταν εις το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού, και όταν νυμφευόταν, νυμφευόταν εις το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού, και όταν γινόταν κουμπάρος και όταν έκανε όρκο, ορκιζόταν εις το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού. Όταν ήταν αναγκασμένος να πολεμήσει, πολεμούσε εις το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού, όταν έχτιζε, έχτιζε εις το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού, το ίδιο και όταν όργωνε, φύτευε, θέριζε…
Αδελφοί μου, ο Ιησούς Χριστός, είναι ο Θεός του λαού μας. Όλα όσα έκανε ο λαός μας τα έκανε στο όνομά Του. Όλα, εκτός από το έγκλημα και την κακία. Όλα τα μεγάλα, τα έξοχα, τα θεϊκά, τα λαμπερά, που ο λαός μας έχει πράξει, όλα έγιναν στο όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Γι’ αυτό το λόγο, αδελφοί μου, ας μην ακούσουμε εκείνους που μας φωνάζουν να ενεργούμε στο όνομα του πολιτισμού, στο όνομα της επιστήμης, στο όνομα της προόδου. Ας ζήσουμε όπως οι άγιοι πατέρες μας, που έζησαν στο όνομα του Ιησού Χριστού. Έτσι έζησαν αυτοί, έτσι ας ζήσουμε και εμείς τώρα: Εις το όνομα, του Κυρίου Ιησού Χριστού, εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν".
(απόσπασμα από το βιβλίου του αγίου Νικολάου Αχρίδος "ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ, Μηνύματα στον Λαό")
«Χριστός Ανέστη, χαρά μου!».
«Ότε ελάλουν εκ του νοός μου συνέβαινον σφάλματα».
«Νηστεία δεν είναι μόνο να τρώει κανείς αραιά, αλλά και να τρώει λίγο. Δεν είναι φρόνιμο αυτός που νηστεύει, να περιμένει με ανυπομονησία την ώρα του γεύματος και να ρίχνεται με βουλιμία – σωματική και πνευματική στο φαγητό. Η αληθινή νηστεία εξάλλου δεν είναι μόνο στο να δαμάζει κανείς το σώμα του, αλλά και στο να στερείται, προκειμένου να δόση ψωμί σ’ εκείνον που δεν έχει».
«Απόκτησε την εσωτερική ειρήνη και χιλιάδες θα βρουν κοντά σου τη σωτηρία».
«Αν είσαι σωστός χριστιανός, χιλιάδες άνθρωποι γύρω σου – βλέποντάς σε θα σωθούν».
«Ας μην ακολουθούμε το δρόμο της απογοητεύσεως, διακήρυττε, κτυπώντας χαρούμενα το πόδι του στο έδαφος. Ο Χριστός τα νίκησε όλα. Ανάστησε τον Αδάμ. Έδωσε πάλι στην Εύα την αξιοπρέπειά της. Θανάτωσε τον θάνατο».
«Γιατί ζεις χωρισμένος από την γυναίκα σου; Πήγαινε γρήγορα να την ξαναβρείς. Πήγαινε» (Σε άνδρα που ζούσε χωρισμένος από τη γυναίκα του).
«Εάν πιστεύεις, χαρά μου, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι…».
«Η ζωή μας, μπορεί να συγκριθεί με μια λαμπάδα καμωμένη από κερί και φυτίλι, που καίει με μια φλόγα που εμείς ανάψαμε. Το κερί – είναι η πίστη μας. Το φυτίλι η ελπίδα μας. Και η φλόγα – η αγάπη που ενώνει την πίστη μαζί με την ελπίδα, όπως το κερί και το φυτίλι καίνε μαζί με αποτέλεσμα τη φωτιά. Ένα κερί κακής ποιότητας βγάζει, όταν το ανάβεις και όταν το σβήνεις, μια άσχημη μυρωδιά. Όμοια είναι και η ζωή ενός αμαρτωλού…».
«Το παν είναι ν’ αποφασίσεις κάτι. Η απόφαση είναι η αρχή».
Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ
Σκληρός και αδυσώπητος
Η υπόθεση της σωτηρίας μας, όσο αναγκαία και απαραίτητη είναι, τόσο και δύσκολη και δυσκατόρθωτη εμφανίζεται. Όποιος θελήσει να ανταποκριθεί στη θυσία του Κυρίου, θα πρέπει με θερμό ζήλο και με ζωηρό ενδιαφέρον να μεριμνήσει για την πνευματική του καλλιέργεια. Η Αγ. Γραφή χαρακτηρίζει αυτή τη μέριμνα σαν αγώνα και πόλεμο, ο δε απόστολος Παύλος ονομάζει τους χριστιανούς στρατιώτες, πράγμα το οποίο σημαίνει, ότι εκείνος που θα αποφασίσει να κάνει δική του τη λυτρωτική θυσία του Χριστού, θα χρειασθεί να πολεμήσει σκληρά και να αγωνισθεί με θάρρος και ηρωισμό εναντίον εκείνων που παρεμβάλλονται στο δρόμο του προς τη θέωση. Πρόκειται για τον πνευματικό αγώνα και πόλεμο, για τον οποίο ομιλεί ο ίδιος ο Απόστολος, όταν λέγει: «Ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα» (Εφ. 6,12)
Αυτή η πάλη, που ποτέ δεν τελειώνει ή μάλλον σταματά, όταν ο άνθρωπος κλείσει τα μάτια του για να παραδοθεί στην αιωνιότητα, αυτή είναι εκείνη που καθορίζει κατά πόσο είμαστε συνειδητοί χριστιανοί. Γιατί η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ξένοι προς τον πνευματικό αγώνα. Δεν τους απασχολεί ο ψυχικός τους καταρτισμός. Η σκέψη και τα ενδιαφέροντά τους είναι στραμμένα προς τη γη. Τον ουρανό, που είναι ο τόπος του προορισμού τους, η μόνιμη πατρίδα και κατοικία τους, δεν τον σκέπτονται. Δεν ποθούν την αιωνιότητα και δεν φροντίζουν για την εξασφάλισή της.
Και όμως! Εάν οι άνθρωποι αυτοί γνώριζαν το πραγματικό τους συμφέρον, εάν είχαν ένα ορθό προσανατολισμό, δεν θα αδιαφορούσαν για πράγμα τόσο αναγκαίο, αλλά θα ρίχνονταν στην πνευματική μάχη και θα λάμβαναν μέρος στον πνευματικό πόλεμο. Με την ελπίδα και την προσδοκία της νίκης και του τελικού θριάμβου. Αυτό άλλωστε το νόημα έχουν και τα λόγια του Κυρίου, ότι «η βασιλεία των ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11, 12). Όσοι αναλαμβάνουν αυτόν τον τιτάνιο και ασταμάτητο αγώνα, αυτοί δικαιούνται, εφ’ όσον αναδειχθούν νικητές να γίνουν «συμπολίται των αγίων» και «συγκληρονόμοι Χριστού» στην Βασιλεία των ουρανών.
Πόλεμος κατά του Σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Όλο το μυστικό είναι η προσευχή.
Όταν υπάρχει ταπείνωση δεν υπάρχει κατάθλιψη. Ο εγωιστής στενοχωριέται πολύ με το καθετί.
Ο ταπεινός είναι ελεύθερος και ανεξάρτητος απ’ όλους κι απ’ όλα.
Αυτό γίνεται μόνο με την ένωση με τον Χριστό.
Όπου αγάπη, εκεί ελευθερία.
Ζώντας μέσα στην αγάπη του Θεού, ζείτε μέσα στην ελευθερία.
Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης
Υποψήφιοι μοναχοί
Βρήκαν χρόνο να μιλήσουν ιδιαιτέρως και ο νέος του εκμυστηρεύτηκε ότι θέλει να γίνει μοναχός και δεν ξέρει τι να διαλέξει, ερημητήριο ή κοινόβιο. Εντυπωσιασμένος από τη φωτεινή μορφή του Γέροντα και ευλαβικά προκατειλημμένος απ’ όσα είχε ακούσει από πριν, θα προτιμούσε να ρωτήσει αν θα τον δεχόταν κοντά του στο μέλλον, παρά αυτό που ρώτησε. Βολιδοσκοπούσε τον Γέροντα, γιατί τότε ακουγόταν ότι δεν δεχόταν υποτακτικούς. Αλλά ήταν και λίγο επηρεασμένος από κάποιους που έλεγαν: «Πρώτα στο κοινόβιο και ύστερα, σαν ψηθείς, στην έρημο».
Και ο ατόφιος Γέροντας:
─ Άκουσε, παιδί μου. Ποιον άγιο έχεις σε ευλάβεια;
─ Τον Άγιο Νεκτάριο.
─Ε, θα προσευχηθείς και θα πεις: «Άγιε του Θεού, εγώ, ποιο απ’ το δύο θα με ωφελήσει, δεν το ξέρω. Εσύ που ως άγιος το γνωρίζεις, φώτισέ με να ακολουθήσω το σωστό».
─ Ε, και… τι θα κάνω; Πώς θα καταλάβω τι θέλει ο άγιος, τι θέλει ο Θεός;
─ Θα δεις μέσα σου που αναπαύεσαι περισσότερο κι εκείνο θα ακολουθήσεις.
─ Και αν παρά ταύτα κάνω λάθος;
─ Ο άγιος στον οποίο προσευχήθηκες θα σε σπρώξει λίγο, να πας εκεί που πρέπει.
Έμεινε ενεός ο νέος. Νόμιζε ότι κάποιοι τρίτοι πρέπει να του πουν το θέλημα του Θεού για την προσωπική του ζωή.
Όμως ο Γέροντας ήταν αξιοπρεπής και ακέραιος. Βέβαια, ορισμένες φορές χαριεντιζόμενος έλεγε σε μερικούς, κοιτώντας και καθηλώνοντάς τους με το διεισδυτικό βλέμμα του: «Ημέτερος ει ή των υπεναντίων;» (Ιησ. Ναυή 5,13) εννοώντας «είσαι για μοναχός ή όχι;», και τους άφηνε να ψάχνονται σαστισμένοι.
Αλλά και όταν το δίλημμά τους ήταν μοναχισμός ή κοσμική ζωή, ο Γέροντας πάλι τους έστελνε στην Γοργοϋπήκοο, στη Μονή Δοχειαρίου, να την παρακαλέσουν να τους φωτίσει, να επιλέξει η καρδιά τους. Αυτός που ήταν ζωντανός έπαινος του μοναχισμού, που με λόγια και έργα ανέπτυσσε τη χάρη και την ανωτερότητα της μοναχικής ζωής, ποτέ δεν πίεσε τη συνείδηση κάποιου στην επιλογή της.
Ακόμα και όταν τον ρωτούσαν ποιο είναι το θέλημα του Θεού ή του ζητούσαν να προσευχηθεί και να τους πει, απαντούσε: «Παιδιά μου, εγώ θα προσευχηθώ, εσάς να φωτίσει ο Θεός να επιλέξετε τον δρόμο με τον οποίο θα σωθείτε και θα τον δοξάσετε». Ακόμη και όταν τον πίεζαν από ευλάβεια, δεν άλλαζε τη στάση του με τίποτε. Ιδιαιτέρως δε μας έλεγε με κάποιο ίχνος πείσματος να κρατήσει τη σωστή στάση: «Ακόμα και αν ο Θεός με πληροφορήσει ποιο είναι το θέλημά του, δεν θα τους το πω. Διότι αν το πω, θα βάλει ο διάβολος τα δυνατά του να μην τον κάνουν και η αμαρτία θα είναι πιο μεγάλη».
------------------
Ένας νέος, που μάλιστα τον έλεγε ο Γέροντας «κλέφτη και ληστή», γιατί βρίσκοντας κλειστές όλες τις πόρτες ανέβηκε από τα πεζούλια και τους φράχτες στο κελλί, για να μιλήσει μαζί του –«ο αναβαίνων αλλαχόθεν, κλέπτης εστί και ληστής» (Ιω. 10,1)- ήθελε να μονάσει στο Άγιον Όρος, αλλά με αντιρρήσεις του πνευματικού του που τον ήθελε στο δικό του μοναστήρι, στον κόσμο.
Κάποτε συνέβη να έρθουν και οι δύο μαζί, ο πνευματικός και το τέκνο του. Και ετέθη το ερώτημα- δίλημμα: Πρέπει ο νέος να ακολουθεί την έφεση της καρδιάς του και να έρθει στο Όρος ή να κάνει υπακοή στον πνευματικό του και να μείνει κοντά του;
Ο διακονών αδερφός, ενώ κερνούσε τους ξένους, με κρατημένη αναπνοή περίμενε τι θα μπορούσε να πει ο Γέροντας.
«Πάτερ μου», απάντησε με άνεση ο Γέροντας, «το παιδί σας πρέπει να σας αναφέρει τους λογισμούς του και την επιθυμία της καρδιάς του για το θέμα, και φυσικά να κάνει υπακοή, αν εσείς έχετε διαφορετική γνώμη. Αλλά αν προϊόντος του χρόνου οι λογισμοί του συνεχίζουν να επιμένουν μέσα του, οφείλει να τους εξομολογηθεί πάλι και πάλι. Και αν είναι έτσι, και εσείς, ο πνευματικός, διαπιστώσετε ότι μέσα του υπάρχει μία σταθερή έφεση, τότε οφείλετε να σκεφτείτε ότι είναι από Θεού και να του δώσετε την ευχή σας να πραγματοποιήσει την επιθυμία του». Απάντησις, χρυσή τομή. Η ευχή του να μας βοηθήσει να σκεπτόμεθα και εμείς έτσι, απλά και ουσιαστικά.
--------------
Καπότε ένας υποψήφιος μοναχός πέρασε να τον συμβουλευτεί σε ποια συνοδία θα έπρεπε να κοινοβιάσει. Ο Γέροντας ήταν τότε μόνος και εύλογα επιθυμούσε να κρατήσει κάποιον κοντά του. Όμως ο νεαρός ζήτησε την ευλογία του να κοινοβιάσει σε μία γειτονική συνοδία. «Παιδί μου», του είπε, «οι πατέρες στους οποίους θέλεις να πας είναι πολύ καλοί. Εφόσον αναπαύεσαι, πήγαινε, κάνε υπακοή, και σώζεσαι». Κουβέντα δεν έκανε για την προσωπική του ανάγκη!
Μετά από μερικές μέρες ο γέροντας της συνοδίας αυτής τον επισκέφτηκε με τον νεαρό υποψήφιο, για να πάρουν την ευλογία του. Ο Γέροντας τους ευχήθηκε εγκάρδια με τον γνωστό ορμητικό πνευματικό τρόπο του. Σκέφτηκε μάλιστα -αλλά δεν το είπε!- «και έσται το όνομα αυτού τάδε». Και αγαπούσε και επαινούσε τον νέο αυτό.
------------------
Μας έγραψε ένας αδερφός: «Γνώρισα τον Γέροντα το 1974. Τον είχα οδηγό, για το που να πάω να μείνω στο Άγιο Όρος. Όταν του ανέφερα για έναν γέροντα, αποφεύγοντας με τρόπο μου είπε: ‘‘Δεν θα ήθελα να πας εκεί και να φυτεύεις κρεμμύδια και πατάτες’’.
» Όταν του είπα για τον κατόπιν γέροντά μας, μου απάντησε: ‘‘Ναι, πήγαινε, και αν σε δεχθεί, κάθισε λίγες μέρες και έλα να τα πούμε’’.
» Έτσι κι έγινε. Με δέχθηκε ο γέροντας, με την πρόφαση βέβαια να διαβάσω για τις εξετάσεις. Μόνον που τις ημέρες εκείνες επισκεπτόμενος διάφορους άλλους πατέρες, ρωτούσα τι γνώμη είχαν για τον γέροντα που έμενα. Καθένας φυσικά έλεγε τη γνώμη του. Αυτό είχε ως συνέπεια την εσωτερική μου ταραχή. Πήγα στα Κατουνάκια ταραγμένος.
─ Όχι, παιδί μου, μου λέει. Λάθος έκανες. Θα πας εκεί και δεν θα γυρίζεις πουθενά. Θα μείνεις δεκαπέντε ημέρες και θα έλθεις πάλι.
» Πράγματι. Έτσι και έγινε. Το διάστημα αυτό κοντά στον γέροντά μας ηρέμησα πάρα πολύ. Κατόπιν επισκέφθηκα τον Γέροντα στα Κατουνάκια και του είπα ότι είμαι πολύ αναπαυμένος.
» Η απάντησή του ήταν: ‘‘Τώρα ο παπα-Εφραίμ πέθανε για σένα. Έχεις τον γέροντά σου. Εκεί να μείνεις και να κάνεις υπακοή’’».
------------------
Ένας από τους μετέπειτα υποτακτικούς του τον επισκέφθηκε εκείνον τον καιρό κουβαλώντας αρκετά δενδρύλια αμυγδαλιάς. Του αγίου Εφραίμ (28 Ιανουαρίου), το 1972, είχε στείλει στον Γέροντα ευχετήριο γράμμα και πήρε ως απάντηση την παράκληση για τα δενδρύλια. Ο Γέροντας είχε ετοιμάσει λακκούβες σε όλα τα πεζούλια του ησυχαστηρίου και τα φύτεψαν ποτίζοντάς τα με το λίγο νεράκι που είχε η στέρνα. Ο νέος έβγαζε νερό με την αντλία σε βαρέλι, και από ‘κει ένας πλαστικός σωλήνας το οδηγούσε στα πεζούλια όπου πότιζε ο Γέροντας.
Άγονα χώματα, λίγο νερό, πολύ κόπος. Μόνο οι μυγδάλιες μπορούσαν κάτι να κάνουν. Και αυτές τον Αύγουστο με τη ζέστη και την ανομβρία γίνονταν αξιολύπητες, κάπως έστριβαν τα φύλλα τους και έπαιρναν το χρώμα της σκουριάς, κρεμασμένα άτονα και χωρίς ζωή από τα κλαδιά. Είχαν ελιές πρώτα, αλλά με πενιχρά αποτελέσματα. Δύο- τρεις οκάδες τσαγκό λάδι, γεμάτο μούδρες , τους έδινε το γειτονικό χειροκίνητο ελαιοτριβείο. Βάλθηκε να τυραννίζεται, αλλά τις ξεπάτωσε όλες και έβαλε τις αμυγδαλιές. «Μια χούφτα μύγδαλα θα μαζέψω, όμως θα τα φάω ευχαριστημένος», έλεγε. Δεν τελεσφόρησαν ιδιαίτερα. Αργότερα με το τρεχούμενο νερό τις σάρωσε όλες και φύτεψε οπωροφόρα δέντρα. Ε, τρώμε στον καιρό τους κανένα μικροκαμωμένο ροδάκινο, κανένα δαμάσκηνο.
Κουνούσε το κεφάλι ο Γέροντας: «Οι Γεροντάδες έλεγαν: Τα Κατουνάκια δεν είναι για κήπους και τέτοια. Ο κήπος θέλει λέρα και νερό και καμπούρη κηπουρό. Τα Κατουνάκια είναι για προσευχή και εργόχειρο».
Κουράστηκε ο αμάθητος νέος να βγάζει με την αντλία νερό, αλλά κάποτε τέλειωσαν. Μετά το απόδειπνο, στο μισοσκόταδο του ναϋδρίου κάθησαν και τα έλεγαν. Ο νέος βρισκόταν σε πάλη λογισμών. Θέλοντας να γίνει μοναχός, αφενός σκεφτόταν να επισπεύσει, αφετέρου εμποδιζόταν από τον στρατό -εκείνον τον καιρό της επταετούς δικτατορίας οι νέοι μοναχοί δεν απολάμβαναν απαλλαγής στρατεύσεως- τους γονείς, τον πνευματικό, τις μισές σπουδές. Ρώτησε λοιπόν: «Τι να κάνω; να ξεκινήσω;» «Όχι!» βρόντησε η απότομη φωνή του παπα-Εφραίμ. «Δεν είσαι ακόμα έτοιμος. Όταν ανάψει μέσα σου η φωτιά, ούτε θα ρωτάς κανέναν, ούτε θα υπολογίζεις τίποτε». Όσο για αλλαγή του πνευματικού δεν συμφωνούσε. «Αν αλλάξεις διαμονή ή γίνεις μοναχός, καλά», έλεγε, «αλλιώς μείνε στον πνευματικό σου». Ούτε ιδέα του περνούσε να αναλάβει ο ίδιος ως πνευματικός τον νέο.
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000