Καταρχάς, ο πόλεμος είναι συνεχής. Δεν υπάρχει κατ’ ουσίαν καιρός αναπαύσεως. Και όταν δεν μας πολεμά φανερά ο εχθρός, εργάζεται αθόρυβα και ύπουλα. Και όταν είμαστε εν κινήσει, και όταν κοιμόμαστε, και όταν τρώγουμε, και όταν πίνουμε, και όταν εργαζόμαστε, παντού και πάντοτε ελλοχεύει ο εχθρός, και ο κίνδυνος να συλληφθούμε στα δίχτυα του είναι άμεσος. Κατά τον άγιο Συμεών το Νέο Θεολόγο: «Ο πόλεμος είναι συνεχής και επίσης συνεχής η ανάγκη να φορούν οι στρατιώτες του Χριστού τα πνευματικά τους όπλα».
Το δεύτερο σημείο που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι οι δαίμονες στον πόλεμο αυτό είναι αδίστακτοι. «Τολμηροί δε εισί και λίαν αναιδείς» όπως λέγει ο Μ. Αντώνιος (ΒΕΠΕΣ 33,23). Δεν ντρέπονται, δεν λυπούνται. Είναι ικανοί για τα πάντα. Δεν διστάζουν πουθενά. Αυτό σημαίνει ότι ρίχνονται με ασυγκράτητη μανία στη μάχη, πολεμούν με πολλές δυνάμεις που αφειδώς διαθέτουν όργανα του δαίμονα, στρατιώτες δηλ. αφοσιωμένοι σ’ αυτόν είναι το πλήθος των πονηρών πνευμάτων που υπακούουν στις διαταγές του και τις εκτελούν με προσοχή. Ο Ευσέβιος γράφει ότι «όπλα διαβόλου (είναι) οι πανταχού γης ιδρυμένοι δαίμονες συνεργούντες αυτού τη κατά των ανθρώπων τυραννίδι» (ΒΕΠΕΣ 23,269).
Ωστόσο όμως πρέπει να μη μας διαφεύγει και μία άλλη αλήθεια. Ότι ο διάβολος έχει εξουσία να μας πολεμά, αλλά όχι και να μας νικά, εάν δεν του το επιτρέψουμε. Σ’ ένα πολύ αρχαίο κείμενο της Εκκλησίας μας, που ονομάζεται Ποιμήν του Ερμά, γίνεται λόγος για το θέμα αυτό και από εκεί πληροφορούμεθα ότι «δύναται ο διάβολος αντιπαλαίσαι, καταπαλαίσαι δε ου δύναται» (P.G. 2, 949). Αυτό σημαίνει πώς όταν αγωνισθούμε εναντίον του μπορούμε να εξέλθουμε νικητές.
Άλλωστε ο ίδιος ο Απ. Παύλος μας διαβεβαιώνει ότι ο Θεός «ουκ εάσει ημάς πειρασθήναι υπέρ ο δυνάμεθα, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι ημάς υπενεγκείν» (Α’ Κορ. 10, 13). Δεν είναι ποτέ δυνατόν να επιτρέψει ο Θεός να μας πολεμά ο διάβολος με μεγαλύτερη δύναμη από τις δικές μας δυνάμεις. Γιατί τότε θα ήταν άνισος ο αγώνας και άδικος ο Θεός. Εάν ο διάβολος τελικά ήταν ισχυρότερός μας, κάθε αγώνας θα ήταν περιττός και το αποτέλεσμα εκ των προτέρων γνωστό. Εκείνος θα ήταν ο νικητής και εμείς οι ηττημένοι. Αλλ’ όχι «εάν κάποιος δεν παραδώσει με τη θέλησή του τον εαυτό του, ως δούλο στον διάβολο, αυτός δεν έχει καμμία εξουσία εναντίον του» (Κλημέντια ομιλ. Θ. ΒΕΠΕΣ 1, 40). Κι αυτό είναι παρήγορο και ενθαρρυντικό για όλους μας.
Τέλος και τούτο ας γνωρίζουμε, ότι δηλ. από μας εξαρτάται να εκμεταλλευθούμε αυτόν τον πόλεμο για να εξασφαλίσουμε ουράνια βραβεία. Όπως οι ήρωες αναδεικνύονται στις μάχες και τα αριστεία απονέμονται στους γενναίους των πολεμικών συγκρούσεων, έτσι και ο πνευματικός πόλεμος παρέχει την ευκαιρία να αναδεικνύονται οι πνευματικοί αγωνιστές και ήρωες. Ο άγ. Ιωάννης της Κλίμακος επιβεβαιώνει αυτά όταν γράφει ότι «πληθυνθέντων πολέμων επληθύνθησαν και στέφανοι. Ο μη πληττόμενος υπό πολεμίων ου πάντως στεφανωθήσεται» (Λόγος κστ΄ περί διακρίσεως P.G. 88, 1068-1069). Κι έτσι πολλές φορές γίνεται αυτό: ο διάβολος, χωρίς να το θέλει μας κάνει προσεκτικότερους και αγιώτερους. Ο πόλεμός του μας ενισχύει στο δρόμο της και χαλυβδώνει τη θέλησή μας.
Ο Ιερός Χρυσόστομος, τονίζων αυτό το ενδεχόμενο αποτέλεσμα σημειώνει ότι: «εμείς, αν θα θέλαμε, πολλά καλά θα κερδίζαμε δια του διαβόλου, χωρίς αυτός να το θέλει. Φοβούμενοι την ωμότητά του, τις συνεχείς επιβουλές του και τις μηχανεύσεις του, ας διώξουμε τον πνευματικό ύπνο, ας είμαστε προσεκτικοί και ας θυμόμαστε συνέχεια τον Κύριο». Και αυτό επιβεβαιώνει η πράξη. Στον καιρό του πειρασμού αισθανόμαστε επιτακτικώτερα την ανάγκη να βρισκόμαστε συνεχώς κοντά στο Θεό. Κι όπως τα μικρά παιδιά, όταν αντιμετωπίζουν κάποιο κίνδυνο, τρέχουν και καταφεύγουν στην αγκαλιά της μητέρας τους για να σωθούν, έτσι και όταν μας πολεμά ο διάβολος, νιώθουμε την ανάγκη να προσκολληθούμε στο Θεό «Όταν γάρ ημάς ο πονηρός φοβή και ταράττη τότε σωφρονιζόμεθα. Τότε εαυτούς επιγινώσκομεν, τότε μετά πολλής σπουδής τω Θεώ προστρέχομεν». (Χρυσόστομος). Έτσι κάθε πειρασμός μπορεί να γίνει στέφανος εάν το θελήσουμε. Και μακάρι να γινόταν για όλους μας αυτό.
Πόλεμος κατά του σατανά, Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος,
Εκδόσεις Χρυσοπηγή