Δίδασκε με λόγια, δίδασκε και με έργα. Το καλοκαίρι του 1975, κατά την επίσκεψη του Γέροντα στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας για την εγγραφή κάποιου υποτακτικού του στο δοκιμολόγιο, ο καθηγητής της φωτογραφικής τέχνης στο πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον κ. Ντάγκλας Λιτλ του πρότεινε να τον φωτογραφίσει. Ως τότε ο Γέροντας σπάνια φωτογραφιζόταν, κι έτσι δεν δέχτηκε. Μετά την επιστροφή στα Κατουνάκια, σε μία από τις Θείες Λειτουργίες του έγινε κάποια ζημιά. Οπότε αναγκάστηκε να επισκεφθεί αμέσως τον πνευματικό, Ιερομόναχο Διονύσιο Μικραγιαννανίτη. Εκεί συνέβαινε να φιλοξενείται ο κ. Λιτλ, ο οποίος μέσω του πνευματικού κατόρθωσε να τον πείσει και να τον φωτογραφίσει. Έκανε υπακοή.
-------------------
Όταν πήρε τον πρώτο υποτακτικό του, έρχονταν συχνά δυο φτωχά γεροντάκια από τα Καρούλια και ο Γέροντας γέμιζε τους ντορβάδες τους με ό,τι υπήρχε στο σπίτι. Κάποτε ήρθε ένα δέμα από κάποιον ευλαβή χριστιανό με διάφορα τρόφιμα. Ο υποτακτικός τακτοποίησε τα πράγματα στα άδεια ράφια. Την άλλη μέρα εμφανίστηκε το ένα από τα δύο γεροντάκια. Ο Γέροντας πήρε τον ντορβά του και τον γέμισε πρόθυμα απ’ ό,τι υπήρχε. Φεύγοντας το γεροντάκι έλεγε ως συνήθως με τη βαριά φωνή του: «Η Παναγία να τα πληθαίνει! Η Παναγία να τα πληθαίνει!». Η καρδιά όμως του υποτακτικού σφίχτηκε βλέποντας άδεια τα ράφια, καθώς αναλογιζόταν: «Εμείς τι θα φάμε;». Την άλλη μέρα ήρθαν δύο δέματα, την παράλλη τρία δέματα και έτσι ο Θεός σωφρόνισε τον μοναχό.
--------------------
Είχε στείλει στην Πάτρα μερικές σφραγίδες και ο παραλήπτης έστειλε τα χρήματα με επιταγή. Η επιταγή όμως ουδέποτε παραλήφθηκε από τον Γέροντα. Έγιναν συνεννοήσεις με τον αποστολέα και έπρεπε ο Γέροντας να κάνει αίτηση στο ταχυδρομείο, ώστε να εξιχνιασθεί ποιος παρέλαβε τα χρήματα. Ο Γέροντας με κανέναν τρόπον δεν δέχτηκε. Μας εξηγούσε ότι είναι πολύ μεγαλύτερος ο μισθός από τον Θεό, όταν κάποιος αδικείται και υπομένει, από το να προσφέρει ελεημοσύνη.
----------------------
Ο γερο-Αλέξης ο αγωγιάτης κάποια μέρα πρότεινε στον Γέροντα να του κουβαλήσει λίγη άμμο από τη θάλασσα. Η άμμος αυτή προοριζόταν για το κελλάκι της Παναγίας, στο οποίο διέμενε τότε ο αγαθότατος γέροντας παπα-Αμβρόσιος. Κάποια στιγμή ακούστηκε στεντόρεια φωνή του π. Αγάθωνα, που έμενε μόνος του ψηλά στον βράχο.
─ Παπα –Εφραιαιαιαίμ!!!
─ Ευλόγησον, απάντησε ο Γέροντας, βγαίνοντας πιο πέρα στο πεζούλι για να τον βλέπει.
─ Να είσι ασυχώρητουουους!!! Η αμμούδα είνι για την Παναγιά, όχι για ισένα.
Ο Γέροντας σιώπησε, δεν ταράχτηκε από τη βαριά κουβέντα που άκουσε, αλλ’ ούτε και περιφρόνησε την παράλογη απαίτηση και την αυθαίρετη παρέμβασή του. Πήρε το μπαστουνάκι του και σιγά-σιγά ανηφόρισε προς τον π. Αγάθωνα. Εκεί έτυχε να βρίσκεται και ο παπα-Αμβρόσιος, ο οποίος διαβεβαίωσε ότι προσφέρει προθύμως την άμμο στον Γέροντα διότι του περισσεύει. Η παρεξήγηση λύθηκε και ο φωνασκών π. Αγάθων ηρέμησε.
---------------------
Κάποτε καταπιάστηκε με κάποιον από τους υποτακτικούς του να βάλουν τη θερμάστρα πετρελαίου στην εκκλησία. Στην προσπάθειά τους εκνευρίστηκε και απάντησε σε μία παρατήρηση του μοναχού: "Τον κακό σου τον καιρό!", έκφραση που δεν τη συνήθιζε και ουδέποτε την ξαναείπε. Μετά από λίγη ώρα τον βλέπει ο μοναχός να μετανίζει μπροστά του ακουμπώντας τα χέρια του στο έδαφος: «Παιδί μου, να με συγχωρέσεις. Είπα κακό λόγο». «Γέροντα, ευλόγησον! Ούτε που το πρόσεξα!» απάντησε ο μοναχός.
-----------------------
Η ευγένειά του ήταν βαθύτατη, προσεκτική, μελετημένη. Πολλές φορές, ενώ ήταν ώρα αναπαύσεως, συνέχιζε την κοπιαστική εργασία του περιμένοντας να επιστρέψει κάποιος αδελφός απ’ την υπακοή στην οποία τον είχε στείλει, για να ξεκουραστούν μαζί.
------------------
Τη συμβουλή του «μην ανοίγεστε, μην ανοίγεστε» με την οποία εννοούσε την αποφυγή νέων πραγμάτων, ιδεών, μεριμνών από τους μοναχούς διότι διαχέουν το νου και εμποδίζουν την πνευματική εργασία, πρώτος εκείνος την εφάρμοζε με πολλή επιμονή.
Έτσι κάποτε προσπαθούσε με πολλή απλότητα να βρει το πρόβλημα της θερμάστρας πετρελαίου που θορυβούσε με τα πτερύγια εξαερισμού της. Χρόνια έκανε υπομονή στον μικρό θόρυβο και τώρα ενεργούσε χωρίς να προσέχει τις τεχνικές λεπτομέρειες της, αλλά το πού θα τον οδηγήσει η διάνοιά του. «Να, Γέροντα, αυτό είναι το πρόβλημα», είπε ο υποτακτικός και το τακτοποίησε αμέσως. «Βρε παιδί μου, εγώ προσέχω πιο πολύ που θα πει ο λογισμός μου». Με τη μικρή αυτή απλοϊκότητα διέσωζε τον πλούτο της απλότητας της διανοίας του.
Άλλοτε πάλι με κανένα τρόπο δε δεχόταν να μάθει πώς χρησιμοποιείται ο ανελκυστήρας στα πολυόροφα κτίρια.
─Να, Γέροντα, είμαστε στον τρίτο όροφο και το κουμπάκι γράφει τον αριθμό 3. Για να κατέβουμε στο ισόγειο πατάμε τον αριθμό 0. Εντάξει;
─Εντάξει.
─Πατήστε το να κατέβουμε.
─Όχι, πάτησέ το εσύ!
Αν επέμενε κανείς, έλεγε με δυσφορία: «Ωχ, με ζάλισες».
---------------
Αργούσε πολύ να κάνει παρατήρηση. Συχνά για στοιχειώδη πράγματα. Έτσι ο αδερφός που ετοίμαζε το Ιερό για τη Θ. Λειτουργία δεν περιποιόταν σωστά τον δίσκο για τα αντίδωρα. Πέρασαν μήνες. Στο τέλος:
─Παιδί μου, έτσι κι έτσι να κάνεις.
─Γέροντα, γιατί δεν μου το είπατε πρωτύτερα;
─Ε, να… απάντησε με πραότητα στη φωνή.
(Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. "Το Περιβόλι της Παναγίας", Θεσσαλονίκη 2000)