ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ-
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 7.20-9 βράδυ
Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται
στον Άγιο Σώστη
και
ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.
Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα
‘Ο Θεός με εγκατέλειψε!’ Πόσες φορές έχω ακούσει αυτή τη φράση. Δεν μας αφήνει όμως ο Θεός, εμείς Τον αφήνουμε. Η΄ ‘ Ο Θεός με τιμωρεί!’ Όχι! Εμείς τιμωρούμε τον εαυτό μας με την απομάκρυνση μας από Αυτόν. Πάντα ψάχνουμε να ρίξουμε αλλού το φταίξιμο για ό, τι κακό μας συμβαίνει. Ο τελευταίος που θα κοιτάξουμε είναι ο εαυτός μας. Είναι εύκολο να κατηγορούμε έναν Θεό που ‘είναι μακριά μας’ και δεν Τον βλέπουμε. Όμως ο Θεός είναι πάντα δίπλα μας αλλά ούτε θα Τον δούμε ούτε θα Τον ακούσουμε αν δεν καθαρίσουμε τα μάτια και τα αυτιά της καρδιάς μας. Αν δεν αγωνιστούμε δηλαδή κατά των παθών μας και αν δεν εργαστούμε να καλλιεργήσουμε τις αρετές και τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός. Δεν θα Τον νιώσουμε αν δεν Τον αγαπήσουμε. Και είναι αδύνατο να μην Τον αγαπήσουμε όταν αισθανθούμε πόσο Εκείνος μας αγαπάει!
Ο Θεός είναι παρών όταν Του μιλάμε με ταπείνωση. Είναι πάντα εκεί να μας σηκώσει όταν πέσουμε. Χρειάζεται όμως να Του το ζητήσουμε. Γιατί είναι τόσο γλυκός, ευγενικός και διακριτικός που δεν θα το κάνει αν δεν Του το ζητήσουμε. Όχι λοιπόν απαιτήσεις και δικαιώματα να αξιώνουμε από Εκείνον! Την Αγάπη Του, τη συντροφιά Του και την παρηγοριά Του να ζητάμε. Σε μια σχέση πρέπει δύο να είναι παρόντες… Εκείνος είναι πάντα παρών… εμείς; Δε γίνεται μόνο να ζητάμε κι εμείς να μη δίνουμε τίποτα… Ας σκεφτούμε καλύτερα… Μόνο γκρίνια και παράπονα σε έναν Θεό που θυσιάστηκε για μας! Κι Αυτός να γίνεται αποδέκτης της μεμψιμοιρίας μας και της δυσαρέσκειας μας. Τί κρίμα! Μόνο ευγνωμοσύνη και δοξολογία Του πρέπει!
Μόνο ‘Δόξα Σοι Κύριε, δόξα Σοι’ θα έπρεπε να απευθύνουμε σε έναν Θεό που μας έβαλε μέσα στη Βασιλεία Του! Αλίμονο μας αν δεν μετανοήσουμε, αν δεν αλλάξουμε μυαλά και τακτική. Γιατί δε θα είναι Εκείνος που θα μας κλείσει έξω από τον Παράδεισο αλλά η δική μας αλαζονεία και αμετανοησία. Ας σταματήσουμε λοιπόν να αναρωτιόμαστε ‘γιατί Θεέ μου’ και ας εμπιστευθούμε επιτέλους τη ζωή μας στα χέρια Του γιατί μόνο έτσι θα βιώσουμε στην ψυχή μας την Αγάπη Του και την Ειρήνη Του και θα αναρωτιόμαστε πλέον ‘γιατί τόσο καιρό δεν ερχόμουν σε Σένα;’(Α.Κ.Β)
Στον κόσμο μας υπάρχουν οι ‘επώνυμοι’ και οι ‘ανώνυμοι’. Όταν πεθαίνουν οι ‘επώνυμοι’, οι διάσημοι, πλήθος κόσμου παρευρίσκεται στην κηδεία τους, η σορός τους πολλές φορές τίθεται σε λαϊκό προσκύνημα και η τηλεόραση τους αφιερώνει ρεπορτάζ και όλοι περίλυποι τους εύχονται ‘καλό ταξίδι στη γειτονιά των αγγέλων’. Βέβαια αν αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν χριστιανικά, εν μετανοία ή αν ήταν άθεοι, βιαστές ή έμποροι ναρκωτικών δεν έχει σημασία… Για τον κόσμο και μόνο το γεγονός ότι ήταν διάσημοι, τούς δίνει το εισιτήριο για τη Βασιλεία των Ουρανών! Απ’ την άλλη μεριά υπάρχουν και κάτι γεροντάκια που πεθαίνουν αθόρυβα, στην κηδεία τους μαζεύονται με το ζόρι 5-6 άτομα και τα πενθούν ήσυχα και αξιοπρεπώς όπως τους αξίζει! Έναν τέτοιο άνθρωπο που έζησε κρυφά από τον κόσμο, είχα την τεράστια ευλογία να γνωρίσω… Μια γυναίκα που η πρώτη της ανάμνηση ήταν να καίγεται το πατρικό της σπίτι στον εμφύλιο και να φωνάζει ‘η κούκλα μου, η κούκλα μου!’ Και ύστερα να θυμάται μόνο πόνο και χειρουργεία, από μικρό κορίτσι στα νοσοκομεία, λόγω πολιομυελίτιδας. Μου έλεγε :‘ Στο πρώτο χειρουργείο φοβόμουν πάρα πολύ, μα είδα την Παναγία στα πόδια μου και μου είπε «εγώ είμαι εδώ, μη φοβάσαι!»’ Από τότε δεν ξαναφοβήθηκε ποτέ!
Εκεί στο νοσοκομείο γνώρισε και το σύζυγο της. Ένας άλλος ‘ανώνυμος’ που είχε χάσει και τα δυο του πόδια. Ένα παλληκάρι δυο μέτρα που έπεσε στις γραμμές του τρένου για να βοηθήσει έναν συνάνθρωπο του. Δεν το έβαλαν ποτέ κάτω. Ο Θεός τούς έδωσε δυο υπέροχα κορίτσια που τα μεγάλωσαν με απέραντη αγάπη. Δεν τους είχαν ακούσει να τσακώνονται ούτε μια φορά. Όταν τα κορίτσια ήταν στην προ εφηβεία, ο σύζυγος πέθανε ύστερα από οδυνηρό καρκίνο στα οστά. Αυτή η γυναίκα έπρεπε να γίνει βράχος και να μεγαλώσει αυτά τα δυο κορίτσια, με ένα χέρι και ένα πόδι μα με μια καρδιά γεμάτη υπομονή και αγάπη! Αργότερα γι’ αυτή τη γυναίκα ήρθε και η ασθένεια του Πάρκινσον, η πλήρης αδυναμία να κινηθεί και η άνοια. Πόσα χρόνια καθηλωμένη στο κρεβάτι! Κανείς δεν την άκουσε ποτέ να γογγύζει! Δεν μου είχε μιλήσει ποτέ για ταπείνωση. Ούτε και την ήξερε σαν λέξη. Μα όταν την έβλεπα καταλάβαινα τί σημαίνει να είσαι ταπεινός. Θυμάμαι μου μνημόνευε συχνά ένα γιατρό που τη βοήθησε χωρίς να της πάρει χρήματα, έναν τροχονόμο που σταμάτησε τα αυτοκίνητα για να περάσει αυτή και έναν πνευματικό μου αδελφό που τη βοήθησε να σηκωθεί μια μέρα που τη βρήκαμε πεσμένη στο πάτωμα. Και μου έλεγε ‘τί καλοί που είναι, να ασχοληθούν με μένα!’
Συμβουλή δε μου έδωσε ποτέ! Μόνο όταν αρραβωνιάστηκα την κόρη της μου είπε ‘Όταν πέθανε ο άντρας μου, μού είπε «τα κορίτσια και τα μάτια σου».’ Αυτή τη γυναίκα τα τελευταία είκοσι χρόνια λίγοι άνθρωποι την ήξεραν. Για μένα ήταν και είναι το μεγαλύτερο μου πρότυπο, το Άγιον Όρος μου! Αν και δεν ήταν καθόλου διάσημη, δεν αμφιβάλλω ότι θα πάει στη ‘γειτονιά των αγγέλων’. Γιατί όλη της η ζωή ήταν ομολογία Χριστού και γιατί όποτε την έβλεπα ένιωθα τη γειτονιά των αγγέλων και τη Μεγαλόχαρη γύρω από το κρεβάτι της! Μακάρι να με αξιώσει ο Κύριος να την ανταμώσω ξανά!(Κ.Δ.Κ)
Αναγέννησις
άνωθεν
Η αναγέννηση μας γίνεται από πάνω,
με το Άγιο Πνεύμα και το νερό.
Το νερό αναφέρεται, προκειμένου να τελεστεί
τοκετός γι’ αυτό που γεννιέται.
Ότι για το έμβρυο είναι η μήτρα,
αυτό για τον πιστό είναι το νερό...
Και το μεν έμβρυο, που διαπλάθεται στη μήτρα,
έχει ανάγκη χρόνου, ενώ στο νερό του βαπτίσματος
μέσα σε μια στιγμή τα πάντα γίνονται.
Ε.Π.Ε. 13,130
άλλος άνθρωπος
Όποιος πίστεψε στο Χριστό, αυτός αναδημιουργήθηκε.
Έχει ασφαλώς αναγεννηθεί διά του Αγίου Πνεύματος.
Ήρθαμε σε άλλη ζωή.
Ε.Π.Ε. 19,306
παλιγγενεσία
Πώ, πώ! Πόσο βυθισμένοι είμαστε στην κακία!
Δεν μπορούσαμε να καθαριστούμε. Χρειαζόμασταν αναγέννηση.
Αυτό σημαίνει η λέξις «παλιγγενεσία».
Δεν μας επισκεύασε,
αλλ’ απ’ την αρχή μας κατασκεύασε.
Ε.Π.Ε. 24,106
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 171-172)
"Δεν κάνει για τέτοια επιστήμη"
Ένα πολύ οικείο μου πρόσωπο είχε πάρει, έπειτα από εξετάσεις,
υποτροφία για την Αγγλία, όπου επρόκειτο να κάνει μεταπτυχιακές σπουδές
σε θέματα παιδαγωγικά, για προβληματικά και απροσάρμοστα παιδιά.
Έκρινε ότι της ταίριαζε αυτή η εργασία, διότι ήταν κοπέλα και αγαπούσε πολύ τα παιδιά.
Θεώρησε όμως απαραίτητο, πρίν φύγει από την Ελλάδα, να πάρει την ευλογία του Γέροντα.
Τον επισκεφθήκαμε μαζί. Εκείνη μπήκε πρώτη στο κελί του. Όταν βγήκε, ήταν πολύ σκεπτική.
Μου γνωστοποίησε ότι, μόλις άκουσε ο Γέροντας για Αγγλία και προβληματικά παιδιά,
της είπε: "Δεν κάνεις εσύ για τέτοια εργασία, διότι είσαι πολύ ευαίσθητη και δε θα αντέξεις.
Αν θέλεις, πήγαινε. Αλλά εγώ σου λέω ότι, πριν από χρόνια, μια γιατρίνα ευαίσθητη σαν εσένα,
με ρώτησε αν πρέπει να πάει για παραπέρα σπουδές πάνω σε ψυχοπαθείς στην Αμερική,
και την συμβούλεψα να μην πάει. Δεν με άκουσε, πήγε και τώρα νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική".
[Γ 104π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.183)
«Όν αγαπά Κύριος παιδεύει»
-Γέροντα, γιατί ο κόσμος υποφέρει σήμερα τόσο πολύ;
-Από την αγάπη του Θεού! Εσύ σαν μοναχή σηκώνεσαι το πρωί,
κάνεις τον κανόνα σου, κάνεις κομποσχοίνια, μετάνοιες κ.λπ.
Για τους κοσμικούς οι δυσκολίες που περνούν είναι ο κανόνας τους,
οπότε εξαγνίζονται μ’ αυτές. Τους κάνουν μεγαλύτερο καλό από την κοσμική καλοπέραση,
η οποία δεν τους βοηθάει ούτε να πλησιάσουν στον Θεό, ούτε να αποταμιεύσουν μισθό ουράνιο.
Γι’ αυτό πρέπει να τις δέχονται ως δώρα από τον Θεό.
Ο Καλός Θεός με τις δοκιμασίες παιδαγωγεί σαν καλός Πατέρας τα παιδιά Του,
από αγάπη, από θεία καλωσύνη, και όχι από κακότητα ούτε από κοσμική,
νομική, δικαιοσύνη, γιατί θέλει να επιστρέψουν κοντά Του.
Επειδή δηλαδή θέλει να σώσει τα πλάσματά Του και να κληρονομήσουν την ουράνια Βασιλεία Του,
επιτρέπει τις δοκιμασίες, για να παλέψει ο άνθρωπος, να αγωνισθεί
και να δώσει εξετάσεις στην υπομονή στους πόνους, ώστε να μην μπορεί
να Του πει ο διάβολος: «Πώς τον ανταμείβεις αυτόν ή πώς τον σώζεις, αφού δεν κοπίασε;».
Τον Θεό δεν Τον ενδιαφέρει αυτή η ζωή, αλλά η άλλη.
Πρώτα μας φροντίζει για την άλλη ζωή και ύστερα γι’ αυτήν.
-Γιατί όμως, Γέροντα, ο Θεός σε μερικούς ανθρώπους δίνει πολλές δοκιμασίες, ενώ σε άλλους δεν δίνει;
-Τί λέει η Αγία Γραφή; «Όν αγαπά Κύριος παιδεύει» . Ένας πατέρας έχει λ.χ. οκτώ παιδιά.
Τα πέντε μένουν στο σπίτι, κοντά στον πατέρα τους, και τα τρία φεύγουν μακριά του
και δεν τον σκέφτονται. Σ’ αυτά που μένουν κοντά του, αν κάνουν καμμιά αταξία,
τους τραβάει το αυτί, τους δίνει κανένα σκαμπιλάκι ή, αν είναι φρόνιμα,
τα χαϊδεύει, τους δίνει και καμμιά σοκολάτα. Ενώ αυτά που είναι μακριά,
ούτε χάδι ούτε σκαμπίλι έχουν. Έτσι κάνει και ο Θεός. Τους ανθρώπους που είναι κοντά Του
και εκείνους που έχουν καλή διάθεση, αν σφάλουν λίγο, τους δίνει ένα σκαμπιλάκι
και εξοφλούν ή, αν τους δώσει περισσότερα σκαμπίλια, αποταμιεύουν.
Σ’ εκείνους πάλι που είναι μακριά Του δίνει χρόνια, για να μετανοήσουν.
Γι’ αυτό βλέπουμε κοσμικούς ανθρώπους να κάνουν σοβαρές αμαρτίες και παρ’ όλα αυτά
να έχουν άφθονα υλικά αγαθά και να ζουν πολλά χρόνια, χωρίς να περνούν δοκιμασίες.
Αυτό γίνεται κατ’ οικονομίαν Θεού, για να μετανοήσουν.
Αν δεν μετανοήσουν, θα είναι αναπολόγητοι στην άλλη ζωή.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 195-196)
328. Με την αγάπη μου προς τον Θεό και τον πλησίον, ανήκω στους ουρανούς, είμαι ουράνιος άνθρωπος. Με τις γήινες φροντίδες και μέριμνές μου, ανήκω στη γη, είμαι χοϊκός άνθρωπος.
329. Αγάπη! Με την αγάπη στον Θεό και τον πλησίον, όλα μπορούμε να τα κερδίσουμε και τίποτε δεν θα χάσουμε. Γιατί, όπου είναι η αγάπη, είναι και ο Θεός. Και ο Θεός είναι το παν για μας, η ζωή μας, η χαρά μας. Είναι παράδοξο, πώς ο Διάβολος κατορθώνει και μας στερεί την αγάπη του Θεού, προσφέροντάς μας τόσο φθηνά ανταλλάγματα. Χρήμα, τροφές, ποτά, ενδύματα, σπίτια, τιμές του κόσμου, όλα αυτά περνούν και χάνονται. Μαζί με τη μητέρα τους τη γη. Μαζί με το σώμα μας, που και αυτό είναι φθαρτό.
330. Θυμήσου την Αγάπη που έδωσε τη ζωή της για τους ανθρώπους. Θυσίαζε λοιπόν και συ πρόθυμα τα θελήματα της σαρκός σου για την αγάπη προς τους αδελφούς σου.
331. Το να διακονή κανείς αξίως, με άδολο φρόνημα, ζώσα πίστι και βαθύ σεβασμό, τον Κύριο κατά τη θεία λατρεία, που τελείται στον ναό, είναι πηγή ειρήνης, χαράς και ευλογίας. Έτσι, ο ευλαβής λειτουργός, που τελεί τις Ακολουθίες, τα Μυστήρια και τις λοιπές λειτουργικές πράξεις, βρίσκει μέσα στην εκπλήρωσι αυτών των καθηκόντων του την υψηλότερη πνευματική απόλαυσι και κάθε ευλογία για τον ίδιο τον εαυτό του.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 140)
325. Νοιώθω ολόφωτος, ζεστός και ήσυχος όταν στρέφωμαι με όλη μου την ψυχή προς τον νοητό ήλιο, τον ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Κύριό μου Ιησού. Τότε οι πάγοι της καρδιάς μου λειώνουν. Τα σκοτάδια της διαλύονται. Η αμαρτία της εξαφανίζεται. Ο πνευματικός θάνατος απομακρύνεται και η ουράνια ζωή αρχίζει. Τίποτε πλέον το γήινο δεν με απασχολεί.
326. Κάθε άνθρωπος στη γη είναι άρρωστος από την αμαρτία, έχει τον πυρετό της, τους πόνους της. Και επειδή η αμαρτία, στο βάθος της, δεν είναι παρά κακία και υπερηφάνεια, πρέπει να θεραπεύουμε κάθε αμαρτωλό με την αγαθότητα και την αγάπη. Είναι αυτό μία μεγάλη αλήθεια, που συχνά τη λησμονούμε. Πράγματι, συχνά, πολύ συχνά, ενεργούμε αντίθετα προς αυτή την αλήθεια. Προσθέτουμε κακία στην κακία, αντιθέτουμε υπερηφάνεια στην υπερηφάνεια. Έτσι, η αρρώστια μεγαλώνει εξαιτίας μας και δεν υποχωρεί. Αντί να θεραπεύουμε, την επιδεινώνουμε. Κύριε, ελέησέ μας, απάλυνε την καρδιά μας.
327. Ο αληθινός χριστιανός συμπεριφέρεται σ’ αυτή τη ζωή σαν να προετοιμάζεται για την άλλη, τη μέλλουσα. Με ό,τι πράττει, δεν σκέφτεται τι θα πουν εδώ γι’ αυτόν, αλλά τι θα πουν εκεί, στον ουρανό. Αισθάνεται ζωηρά την παρουσία του Θεού, των Αγγέλων και όλων των Αγίων και θυμάται, ότι, κάποια ημέρα, θα δώση λόγο για το τι σκέφθηκε, είπε και έπραξε.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 139-140)
Ο μοναχός Σίλβεστρος
Ο π. Σίλβεστρος της μονής του Ντουράου, καταγόταν από την επαρχία Νεάμτσς της Ρουμανίας. Ήταν τόσο ταπεινός και υπάκουος, ώστε όλους τους ωφελούσε με την πραότητα και τη μοναχική διαγωγή του. Γράμματα δεν γνώριζε. Προσευχόταν διαρκώς και εργαζόταν στον κήπο. Είχε μεγάλη ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο. Στην εικόνα της προσευχόταν κάθε μέρα λέγοντας:
- Μητέρα του Κυρίου, βοήθησε με τον αμαρτωλό! Κυρία Θεοτόκε, δος μου καλό τέλος!
Κατόπιν ασπαζόταν την εικόνα της και πήγαινε στο διακόνημα του.
Όταν έγινε ενενήντα ετών έχασε την ακοή του. Αλλά από την εκκλησία ποτέ δεν απουσίαζε. Μια μέρα τον ρώτησαν οι πατέρες:
- Πώς σηκώνεσαι τη νύχτα στον όρθρο, π. Σίλβεστρε, αφού δεν ακούς την καμπάνα;
- Έχει για μένα τον αμαρτωλό πρόνοια η Υπεραγία Θεοτόκος. Όταν κατακλιθώ λέω: Κυρία Θεοτόκε, σήκωσε με για την αγία προσευχή! Και τα μεσάνυχτα, όταν χτυπάη το σήμαντρο για τον όρθρο, κάποιος με αγγίζει λίγο και αμέσως σηκώνομαι!
Μερικές φορές έλεγε στους πατέρες:
- Άραγε γιατί δεν έρχεται πια σε μένα ο θάνατος; Φαίνεται ότι, σαν αμαρτωλός που είμαι, δεν με έχει συγχωρήσει ακόμη ο Θεός! Πατέρες, προσευχηθήτε για μένα.
Και λέγοντας αυτά έκλαιγε.
Αγωνίσθηκε στο μοναστήρι του Ντουράου περισσότερο από είκοσι χρόνια. Τον αγαπούσαν όλοι, γιατί ήταν ενάρετος και άκακος. Και όπως αγία ήταν η ζωή του, το ίδιο ήταν και το τέλος του.
Το φθινόπωρο του 1919, όταν ήσαν όλοι στον όρθρο και έψαλλαν «Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ…», ο π. Σίλβεστρος έκανε μετάνοιες, όπως συνήθιζε, στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Κατόπιν γονάτισε με το πρόσωπο στο έδαφος. Οι πατέρες νόμισαν ότι τον πήρε ο ύπνος. Στο τέλος της ακολουθίας τον πλησίασαν και του είπαν:
- Σήκω, π. Σίλβεστρε, τελείωσε ο όρθρος!
Αλλά ο π. Σίλβεστρος είχε παραδώσει το πνεύμα του μπροστά στην εικόνα της Παναγίας Παρθένου!
Τότε οι πατέρες τον τύλιξαν με τον μανδύα, τον έβαλαν στο μέσο της εκκλησίας και την τρίτη μέρα τον κατευόδωσαν για την αιώνια πατρίδα.
(Ρουμανικό Γεροντικό)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 235-236)
138. Τι διδάσκουν σχετικά οι Διαμαρτυρόμενοι;
Δεν συμφωνούν με την ορθόδοξη και τη ρωμαιοκαθολική αντίληψη. Και εδώ η διδασκαλία τους προσδιορίζεται από τις περί πτώσεως και δικαιώσεως ιδιαίτερες αντιλήψεις τους. Αφού κατά τη βασική προτεσταντική αρχή ο φυσικός άνθρωπος είναι ηθικά νεκρός (καταστροφή δια της πτώσεως του «κατ’ εικόνα»), μη μπορώντας να συμπράξει στο έργο της σωτηρίας του, η δε προπατορική αμαρτία και σ’ αυτόν ακόμη τον αναγεννημένο κυριαρχεί σ’ όλες τις δυνάμεις του και είναι η πηγή όλων των άλλων αμαρτημάτων, είναι φυσικό όλα τα αμαρτήματα να είναι φύσει θανάσιμα ως προερχόμενα από τη μόνη πηγή της διαφθοράς, τον παλαιό Αδάμ.
Βεβαίως στο προτεσταντικό δόγμα υπάρχει η διάκριση μεταξύ θανάσιμων και συγγνωστών αμαρτημάτων όμως η διάκριση αυτή δεν γίνεται με βάση την ουσία της αμαρτωλής πράξεως, αλλά από τη διαφορά των αμαρτανόντων προσώπων. Κριτήριο σε κάθε περίπτωση είναι η πίστη των ανθρώπων. Έτσι συγγνωστά αμαρτήματα είναι αυτά που προέρχονται από ανθρώπινη ασθένεια και μπορούν να συνυπάρχουν με την πίστη, ενώ θανάσιμα είναι τα βαριά αμαρτήματα τα οποία αποδιώκουν την πίστη. Μόνο κατά τους ακραίους Καλβινιστές, αυτοί που είναι προορισμένοι από το Θεό για την αιώνια ζωή δεν μπορούν ν’ αμαρτήσουν θανάσιμα αλλά μόνο συγγνωστά. Ο Θεός δεν επιτρέπει σ’ αυτούς, ως εκλεκτούς, να πράξουν θανάσιμο αμάρτημα και έτσι να χάσουν το χάρισμα της υιοθεσίας και την κατάσταση της δικαιώσεως.
Η άρση όμως πάσης ουσιαστικής διαφοροποιήσεως των αμαρτημάτων είναι πολύ επικίνδυνη, γιατί αμβλύνει το συναίσθημα της ενοχής και καταστρέφει κάθε κριτήριο ηθικού καταλογισμού στον άνθρωπο και αφανίζει τη φρικίαση της ψυχής μπροστά στα μεγάλα ηθικά κακουργήματα. Παράλληλα προσκρούει και στη μαρτυρία της Αγίας Γραφής. Όπως και στα προηγούμενα είπαμε, η Γραφή διακρίνει «αμαρτίαν προς θάνατον» και «αμαρτίαν ού προς θάνατον». Ομιλεί περί «κφους» (δηλ. μικρής αμαρτίας) και περί «δοκού» (μεγάλης αμαρτίας). Διδάσκει ότι όλοι αμαρτάνουμε και αυτοί οι δίκαιοι, εννοώντας φυσικά τα ελαφρά αμαρτήματα. Διακρίνει έργα δικαίων που είναι ασυμβίβαστα με την αγιότητα του ναού του Θεού και έργα χριστιανών που φθείρουν τον ναό του Θεού, με συνέπεια αυτοί να χάσουν την αιώνια ζωή.
Από την άλλη, η αντίληψη οτι άλλα των αμαρτημάτων συγχωρούνται και αλλά όχι, δεν οδηγεί πουθενά. Αφού στον άνθρωπο παραμένει ο παλαιός Αδάμ, τον οποίο δεν εθανάτωσε ο θάνατος του Κυρίου, τα δε αμαρτήματα είναι αδιακρίτως ίσα και θανάσιμα, δεν έχει νόημα να λέμε ότι μερικά αμαρτήματα συγχωρούνται κι άλλα όχι. Το φυσικό πόρισμα των προτεσταντικών αντιλήψεων είναι ότι όλα τα αμαρτήματα συγχωρούνται, εκτός από την απιστία.
Την αντίληψη αυτή που σαφώς οδηγεί στον αντινομισμό (να παραβαίνει κανείς αδεώς το νόμο χωρίς συνέπεια) διατυπώνουν επιφανείς αρχηγέτες του Προτεσταντισμού. Έτσι ο Μελάγχθων έγραψε: «Ό,τι και αν πράττεις... και αν αμαρτάνεις, να θυμάσαι την υπόσχεση του Θεού... οτι δεν έχεις κανένα κριτή στο ουρανό, αλλά πατέρα που σε αγαπά εγκάρδια, όπως οι γονείς αγαπούν τα τέκνα τους».
Ο δε Λούθηρος σε μία επιστολή του προς τον Μελάγχθονα έγραφε τα εξής εκκεντρικά: «Αμάρτανε ισχυρότερα, αλλά να μένεις ισχυρότερα στην πίστη, και να χαίρεις εν Χριστώ που είναι ο νικητής της αμαρτίας, του θανάτου και του κόσμου. Πρέπει να αμαρτάνουμε, εφ’ όσον είμαστε εδώ, αρκεί να γνωρίζουμε τον αμνό του Θεού τον αίροντα τις αμαρτίες του κόσμου, από τον οποίο δεν μπορεί να μας αποσπάσει η αμαρτία έστω κι αν χίλιες φορές την ημέρα πορνεύουμε ή φονεύουμε».
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 199-201)
137. Τι διδάσκει περί παραβάσεως του ευαγγελικού νόμου η ορθόδοξη Εκκλησία;
Περί του θέματος αυτού κάναμε λόγο και στα προηγούμενα. Στην ορθόδοξη θεολογία, συμφωνούσης και της Ρωμαιοκαθολικής, τα αμαρτήματα των Χριστιανών δεν είναι όλα ίσα μεταξύ τους (αυτό δίδασκαν στην αρχαιότητα οι Στωϊκοί), αλλά διακρίνονται σε μεγαλύτερα και μικρότερα, σε ακούσια και εκ προθέσεως, σε αμαρτήματα από ασθένεια και διαστροφή, σ’ αυτά που αποδιώκουν την χάρη και σ’ εκείνα που μπορούν να συνυπάρχουν μαζί της, με μια λέξη σε θανάσιμα (mortalia) και συγγνωστά (venialia).
Θανάσιμα είναι τα μεγάλα και σοβαρά εκείνα αμαρτήματα, τα οποία αποχωρίζουν τον άνθρωπο από το Θεό, διώχνουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και παγώνουν στις ψυχές την αγάπη προς το Θεό και τον πλησίον. ‘Ως τέτοια αμαρτήματα φέρονται επτά: υπερηφάνεια, πλεονεξία, πορνεία, φθόνος, γαστριμαργία (κοιλιοδουλία), μνησικακία και η ακηδία (πνευματική χαύνωση και αδιαφορία). Τα αμαρτήματα αυτά συγχωρούνται από το Θεό, κατόπιν ειλικρινούς μετάνοιας.
Παράλληλα με αυτά υπάρχει η μεγάλη αμαρτία κατά του Αγίου Πνεύματος, η οποία δεν μπορεί να συγχωρηθεί ούτε εδώ ούτε στην άλλη ζωή. Το αμάρτημα αυτό δεν συγχωρείται γιατί συνειδητά αποπτύει τη γνώση, την αλήθεια και την αναγεννητική δύναμη του παναγίου Πνεύματος, προέρχεται δε από πωρωμένη ψυχή και εμφανώς αποκλείει τη μετάνοια. Τέλος υπάρχουν και τα κραυγαλέα αμαρτήματα τα οποία προκαλούν άμεσα τη θεία δίκη, όπως η διαστροφή και η κακία των Σοδομιτών, η καταδυνάστευση των χηρών και των ορφανών κ.λ.π.
Συγγνωστά δε είναι τα ελαφρότερα αμαρτήματα, από τα οποία κανένας δεν εξαιρείται. Αυτά, αν και υπόλογα και κολάσιμα προ του θείου κριτηρίου, όμως δεν αποδιώκουν την χάρη του Θεού ούτε και επιφέρουν τον αιώνιο θάνατο. Η ορθόδοξη πίστη ως συγγνωστή αμαρτία καλεί «εκείνην την οποίαν ουδένας άνθρωπος ημπορεί να φυγή έξω από τον Χριστόν και την Παρθένον Μαρίαν· μά δεν μας στερεύει από την χάριν του Θεού, μήτε μας καθυποβάλλει εις τον αιώνιον θανατον». Τα αμαρτήματα όμως αυτά, έστω και ελαφρά, δεν πρέπει να μένουν αδιόρθωτα, αλλά να επανορθώνονται με τη μετάνοια, γιατί αν παραμείνουν επί πολύ στην ψυχή, μπορεί να οδηγήσουν σε θανάσιμα αμαρτήματα και στον πνευματικό θάνατο.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 198-199)