ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Όταν φέρνουμε υπερήφανο λογισμό, τα κάνουμε θάλασσα
- Γέροντα, είμαι πολύ απρόσεκτη· όλο ζημιές κάνω.
- Φαίνεται, θα υπάρχη μέσα σου κρυφή υπερηφάνεια. Επειδή ο Θεός σε αγαπάει, λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι1· κάνεις μια ζημιά και ταπεινώνεσαι. «Ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται» .
- Γέροντα, φοβάμαι να ξανασιδερώσω, γιατί έκαψα ένα ξένο ράσο.
- Να κάνης τον σταυρό σου και να σιδερώνης.
- Μήπως ήταν του πειρασμού;
- Σπάνια μια ζημιά είναι από φθόνο του διαβόλου· συνήθως είναι από υπερήφανο λογισμό. Όταν φέρνουμε υπερήφανο λογισμό, τα κάνουμε θάλασσα. Κι εσύ, φαίνεται, έφερες υπερήφανο λογισμό.
- Γιατί κάηκε το ράσο και δεν έπαθα εγώ ζημιά;
- Γιατί το ράσο πήγε στον άλλον, έγινε γνωστή η ζημιά, οπότε έτσι ρεζιλεύτηκες και ταπεινώθηκες. Ενώ, αν πάθαινες εσύ κάτι, δεν θα ρεζιλευόσουν. Γιατί εξομολογείται κανείς; Για να θεατρινισθή η αμαρτία· έτσι σκάζει ο διάβολος.
- Όταν, Γέροντα, πάη κάποιος να κάνη μια δουλειά και τελικά γίνεται ζημιά, τί συμβαίνει; Δεν δούλεψε σωστά; δεν είχε καθαρή διάθεση;
- Είναι πολλές περιπτώσεις. Πρέπει να εξετάση από που ξεκίνησε.
- Μπορεί, Γέροντα, κάποιος να κάνη ζημιές από αφηρημάδα;
- Τί θα πη αφηρημάδα; Αν εξετάσης, θα δής ότι τις περισσότερες φορές οι ζημιές στην υπερηφάνεια οφείλονται. Αν σε μια νοικοκυρά περάση ο λογισμός ότι καμμιά άλλη δεν πλένει τα πιάτα τόσο καλά όσο αυτή, μπορεί να ρίξη όλο το ράφι με τα πιάτα και να σπάσουν όλα. Μια φορά κάποια που εργαζόταν σε ένα υαλοπωλείο σκέφθηκε: «Τί εύκολα κατεβάζω τα κουτιά με τα ποτήρια!». Μόλις έβαλε αυτόν τον λογισμό, της έφυγαν τα κουτιά από τα χέρια και έσπασαν όλα τα ποτήρια. Ή, ας πούμε, ένας οδηγός βλέπει ένα γεροντάκι ανήμπορο και το παίρνει να το πάη στον προορισμό του. Αν του περάση ο λογισμός: «γιά δές, άλλος θα το έκανε αυτό; τί καλά λόγια θα λέη τώρα το γεροντάκι για μένα!», θα τον εγκαταλείψη η Χάρις του Θεού και μπορεί να πέση πάνω σε καμμιά κολόνα ή να ανεβή πάνω στο πεζοδρόμιο, να χτυπήση και κανέναν!
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 80-82)
Ο ΑΒΒΑΣ Τιμόθεος, ο νέος Πρεσβύτερος της σκήτης, είπε μια μέρα που συζητούσε με τον Όσιο Ποιμένα για μια γνωστή του γυναίκα στην Αλεξάνδρεια, πως πόρνευε και τον μισθό της τον έδινε ελεημοσύνη.
- Ο Θεός θα την ελεήσει και τελικά θα σωθεί, είπε ο Όσιος. Ύστερα από λίγο καιρό ανέβηκε στην σκήτη η μητέρα του Αββά Τιμοθέου, να δει τον γιό της. Εκείνος τότε την ρώτησε για την αμαρτωλή γυναίκα.
- Εξακολουθεί, δυστυχώς, την ίδια ζωή, του είπε εκείνη. Η πελατεία της έχει πολύ αυξηθεί, αλλά κι αυτή έχει υπερβολικά αυξήσει τις ελεημοσύνες της.
Ο Αββάς Τιμόθεος το ανέφερε πάλι στον Όσιο Ποιμένα.
- Να είσαι βέβαιος πως οι ελεημοσύνες της θα την σώσουν, είπε πάλι ο Όσιος.
Όταν ύστερα από πολλούς μήνες ξαναπήγε στην σκήτη για δουλειά η μητέρα του Τιμοθέου, του είπε πως η αμαρτωλή εκείνη γυναίκα την είχε πολύ παρακαλέσει να την έπαιρνε μαζί της. Ήθελε, λέει, να ζητήσει από τους Γέροντες να προσευχηθούν για την ψυχή της.
Ο Αββάς Τιμόθεος τα είπε όλα αυτά στον Όσιο Ποιμένα. Εκείνος τον συμβούλεψε να πάει ο ίδιος στην πόλη να την φέρει στον ίσιο δρόμο. Ο Πρεσβύτερος υπάκουσε και με την βοήθεια της Θείας Χάριτος έφερε την παραστρατημένη γυναίκα σε μετάνοια.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.104-105)
Τα παιδιά πρέπει να χορτάσουν στο σπίτι στοργή και αγάπη
Το παιδί έχει ανάγκη από πολλή αγάπη και στοργή και από πολλή καθοδήγηση.
Θέλει να καθήσης κοντά του, να σου πη τα προβλήματά του, να το χαϊδέψης, να το φιλήσης.
Όταν το μικρό παιδί είναι καμμιά φορά ανήσυχο και κάνη σκανταλιές, αν το πάρη η μάνα στην αγκαλιά,
το χαϊδέψη και το φιλήση, ηρεμεί, γαληνεύει. Αν χορτάση στοργή και αγάπη, όταν είναι μικρό,
ύστερα έχει δύναμη να αντιμετωπίση τα προβλήματα της ζωής.
Σήμερα όμως τα περισσότερα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους για λίγο το βράδυ και δεν χορταίνουν αγάπη.
Πολλές φορές οι γονείς που είναι εκπαιδευτικοί ή γιατροί και ασχολούνται στην δουλειά τους με παιδιά
δίνουν την στοργή τους στα ξένα παιδιά και, όταν γυρίζουν στο σπίτι, δεν έχουν στοργή για τα δικά τους παιδιά.
Είναι κουρασμένοι. Έχει τελειώσει πια η μπαταρία.
Ο πατέρας από την μια μεριά ξαπλώνει στην πολυθρόνα, παίρνει και την εφημερίδα να διαβάση κανένα νέο
και δεν ασχολείται καθόλου με τα παιδιά, πάει κοντά του το παιδάκι καί, αντί να του μιλήση,
αντί να το χαϊδέψη λίγο, το διώχνει. Η μάνα από την άλλη πάει να ετοιμάση κάτι για φαγητό,
οπότε ούτε αυτή δεν ευκαιρεί να ασχοληθή με τα παιδιά, κι έτσι τα καημένα μεγαλώνουν στερημένα από αγάπη.
Ή μερικοί δικαστικοί, όταν το παιδί κάνη καμμιά ζημιά, κάνουν και στο σπίτι δικαστήριο.
Δεν φέρονται στα παιδιά με στοργή και αγάπη, γι’ αυτό μετά και αυτά έχουν ψυχολογικά προβλήματα.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 97)
"Έλα να σου διαβάσω την ευχή και θα γίνεις καλά"
Σε περίμενα! Δεν πίστεψες ούτε στα λόγια μου, ούτε στις διαβεβαιώσεις μου,
αλλά ούτε και στις προσευχές μου. Να σε πάρει η ευχή, ευλογημένη,
διέκοψες τις διακοπές σου, που τις είχες τόση ανάγκη και έτρεξες να με βρεις.
Λες και οι ευχές μου δε σε φθάνανε εκεί που ήσουν, και ήρθες εσύ εδώ.
Με αυτά τα λόγια την υποδέχθηκε ο Παππούλης τη φοιτήτρια, θέλοντας έμμεσα,
να δείξει και την δυσφορία του για την ολιγοπιστία της.
Και στη συνέχεια πρόσθεσε: -Έλα, πες μου τώρα, τί σου είπαν οι γιατροί που σε εξέτασαν;
-Ό,τι ακριβώς μου είπατε και εσείς, πατέρα Πορφύριε. Είναι κακό! Είναι καρκίνος! Και έβαλε τα κλάματα…
-Γιατί κλαις; Αυτή είναι η πίστη σου προς το Θεό; Ξέχασες κιόλας αυτά που σου είπα από τηλεφώνου;
Ή μήπως σου πέρασε η ιδέα, από το μυαλό σου, ότι ο καρκίνος είναι πιο … δυνατός από το Θεό;
Αν είναι έτσι, κάνεις πολύ μεγάλο λάθος. Τίποτε δεν είναι πάνω από τον Κύριο μας.
Αυτός και μόνο Αυτός, είναι πάνω απ' όλα! Και από εκείνον εξαρτώνται ΟΛΑ!
Σταμάτα, λοιπόν, να κλαις. Δε θέλω να βλέπω τα παιδιά μου στεναχωρημένα και λυπημένα.
Αλλά χαρούμενα και ευτυχισμένα. Έλα, τώρα, να σου διαβάσω την ευχή που σου υποσχέθηκα.
Και θα δεις πώς θα γίνεις καλά, και μάλιστα γρήγορα. Έτσι και έγινε!
Της διάβασε την ευχή, η οποία διήρκεσε πολλή ώρα, ενώ συγχρόνως σταύρωνε τον κακοήθη όγκο με δύναμη μεγάλη!
Τόση μεγάλη που, όταν ακουμπούσε ο Σταύρος, άφηνε έντονο το αποτύπωμά του!
Τόση πίστη είχε, ότι το αποτέλεσμα θα ήταν το αναμενόμενο. Όταν τελείωσε η ευχή, ο Παππούλης είχε λάβει το μήνυμα.
Γι' αυτό το άγιο πρόσωπό του έλαμπε από χαρά! Το άγιο αίτημα του είχε ήδη ικανοποιηθεί!
Ο Μεγάλος Θεός, που τόσο πολύ πίστευε, λάτρευε, προσκυνούσε και με τόση αφοσίωση υπηρετούσε δεκαετίεςολόκληρες,
εισάκουσε τη θερμή προσευχή του και έκανε το μεγάλο θαύμα.
Ο καρκίνος νικήθηκε! Από εκείνη τη στιγμή η καρκινοπαθής είχε ιαθεί!
Ο Παππούλης την κοίταξε στα μάτια και διέγνωσε αμέσως τη διαφορά: Το κλάμα είχε αντικατασταθεί με τη χαρά!
Η απογοήτευση, με την ελπίδα! Η σκυθρωπότης, με το χαμόγελο! Η αρρώστια, με την υγεία!
Και, τέλος, ο θάνατος, με τη ΖΩΗ! Αλήθεια, πόσο υπέροχα είναι αυτά τα αποτελέσματα της Πίστεως!!!
-Και ο κακοήθης όγκος, που είχε μέγεθος αυγού, τί έγινε, Παππούλη;
τόλμησα και τον ερώτησα, μόλις σταμάτησε την διήγησή του.
-Εσύ τί λες; -Εγώ σας ερώτησα… -Ε, και εγώ ρωτάω εσένα. -Μα… -Τί ήθελες να γίνει ;
Μηδενίσθηκε, εξαφανίστηκε, εξολοθρεύτηκε! Πήγε από εκεί που ήρθε…
Σε λίγες ημέρες δεν μπορούσες να εντοπίσεις το σημείο που ευρίσκετο ! Ξέρεις ποιος είναι ο Θεός μας ; Ποιός είναι ; -Ο ποιών πάντα και μετασκευάζων μόνω τω βούλεσθαι !-Μπράβο ! Αυτός είναι ! Έχε την ευχή μου.
[Κ 126π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος,σελ. 98-100)
Δυό γυναίκες στον Άθωνα
Την εποχή της ηγουμενείας του αρχιμ. Αθανασίου ζούσε στην Ι. Μονή Γρηγορίου ένας εξαιρετικός μοναχός, ο π. Γελάσιος, πολύ απλός και ταπεινός. Ο π. Αθανάσιος ένιωθε υπερβολικά ευχαριστημένος από τη διαγωγή αυτού του υποτακτικού του. Όχι μόνο γιατί εκτελούσε ολοπρόθυμα τα μοναχικά του καθήκοντα, αλλά και γιατί είχε ευθύτητα καρδίας. Όταν συνωμιλούσαν μαζί, του παρουσίαζε το κάθε τι με απονήρευτο τρόπο. Ο ψυχικός του κόσμος έμοιαζε με ολόισιο δρόμο που αγνοούσε τους ελιγμούς, τις στροφές και τις διακλαδώσεις. Τον διέκρινε δηλαδή, για να χρησιμοποιήσουμε την πατερική φράσι, το «ανόθευτον ήθος» και η «αποίκιλος απλότης».
Σε τέτοιες ψυχές εύκολα κλίνουν οι ουρανοί, και τα παραπετάσματα μεταξύ επιγείων και επουρανίων εύκολα παραμερίζονται.
Ήταν ώρα του όρθρου. Η ακολουθία είχε φθάσει στην ενάτη ωδή των κανόνων – την ωδή που σχετίζεται με το πρόσωπο της Θεοτόκου – οπότε ο μοναχός αυτός παρατηρώντας προς την ωραία πύλη αντίκρυσε ένα θέαμα απροσδόκητο: Έβγαιναν απ’ εκεί δύο γυναίκες, η μία μετά την άλλη, επίσημες και επιβλητικές. Ήταν κάτι το πρωτοφανές! Γυναίκες σε αγιορείτικη μονή… Εν συνεχεία προχώρησαν προς τον ναό και περνούσαν εμπρός από τους μοναχούς, στους οποίους η δεύτερη κατ’ εντολήν της πρώτης μοίραζε χρήματα.
Όταν τελείωσε η θ. λειτουργία και η πρωινή τράπεζα, ο π. Γελάσιος βιάσθηκε να δη τον γέροντα.
- Γέροντα, του λέει, τι γυναίκες ήταν αυτές που ήρθαν σήμερα στον ναό;
Ο π. Αθανάσιος κατάλαβε αμέσως πως κάποια ουράνια ευλογία δέχθηκε ο υποτακτικός του.
- Πώς τις είδες; Πόσες ήταν; Ποια ήταν η εμφάνισις τους;
- Ήταν δύο. Η πρώτη λίγο υψηλή, φορούσε ένα ωραίο κόκκινο φόρεμα που της σκέπαζε και το κεφάλι και έμοιαζε σαν βασίλισσα. Η δεύτερη ήταν νεαρή στην ηλικία, πολύ σεμνή, μικρόσωμη, και φορούσε ρούχα γκρίζα σκούρα. Μάλιστα η δεύτερη έδινε στους πατέρες νομίσματα – έτσι της είχε πει η πρώτη.
- Ωραίο όραμα, παιδί μου, σου έστειλε ο Θεός! Η πρώτη που είδες ήταν η Παναγία, η βασίλισσα και κυρίαρχος του Αγ. Όρους, και η δεύτερη η αγία Αναστασία, η προστάτις της μονής μας, που έχουμε και τα άγια λείψανα της.
- Έτσι πρέπει να ’ναι, γέροντα! Έτσι το δέχεται η ψυχή μου. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω γιατί μοίραζαν χρήματα. Τι σχέσι έχουν οι άγιοι με τα χρήματα;
- Ήθελαν να δείξουν ότι ευχαριστιούνται από τον κόπο των πατέρων που σηκώνονται τη νύχτα για να υμνήσουν τον Θεό και τους αγίους, και ότι τους αξίζει αμοιβή. Θυμάσαι τι διαβάσαμε στο συναξάρι της 1ης Οκτωβρίου;
- Δεν μπορώ να θυμηθώ.
- Διαβάσαμε τον βίο του αγίου Ιωάννου του Κουκουζέλη, που ήταν ο μεγαλύτερος μουσικός και ο καλύτερος ψάλτης της εποχής του. Αρχιμουσικός στη χορωδία των ανακτόρων! Από την πολλή όμως αγάπη προς τον Θεό εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολι και τα παλάτια κι εγκαταστάθηκε εδώ στο Όρος, έξω από τη μονή της Λαύρας. Κάποια φορά, Σάββατο του Ακαθίστου – ενώ έψαλλε με πολλή επιμέλεια στο Καθολικό της Μονής, από την κούρασι αποκοιμήθηκε για λίγο όρθιος στο στασίδι του. Τότε παρουσιάσθηκε η Κυρία Θεοτόκος και του λέει: «Χαίρε Ιωάννη, τέκνον μου. Ψάλλε μου και δεν θα σε εγκαταλείψω». Και του βάζει κάτι στο χέρι. Εκείνος ξύπνησε αμέσως γεμάτος συγκίνησι. Και έκπληκτος βλέπει ότι κρατούσε πραγματικά στο δεξί του χέρι ένα χρυσό νόμισμα. Αργότερα μάλιστα, που το τοποθέτησε στην εκκλησία, επιτελούσε και θαυματουργίες.
Ο π. Γελάσιος άκουγε εκστατικός τα λόγια του ηγουμένου. Κατάλαβε τι νόημα έκρυβε το μοίρασμα των χρημάτων. Μέσα του εδραιώθηκε η πίστις ότι οι άγιοι είναι ολοζώντανοι και παρακολουθούν με στοργή τους κόπους των μοναχών. Από την ημέρα εκείνη ασπαζόταν με μεγαλύτερη ευλάβεια τις εικόνες της Παναγίας και τα ιερά λείψανα της αγίας Αναστασίας.
(Αθανάσιος Γρηγοριάτης)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 88-90)
1,13. «ος ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού».
Η αμαρτία έσβησε όλα τα φώτα στον κόσμο και το σκοτάδι κυριάρχησε σ’ αυτόν, αφού σκέπασε τα μάτια όλων των ανθρώπων. Με την συνεχή ανθρώπινη φιλαμαρτία, η εξουσία του σκότους κατέστη η υψίστη εξουσία στον ανθρώπινο κόσμο και με την αμαρτία και τον θάνατο κατακυρίευσε παντοδύναμα το ανθρώπινο γένος.
Από την αδυναμία και την απαγοήτευση οι άνθρωποι ήσαν «καθήμενοι εν χώρα και σκιά θανάτου» πλήρως αδύνατοι για οποιαδήποτε αντίδραση (Ματθ. 4, 16 Α' Ιω. 2, 8.9.11).
Μόλις, με τον ερχομό του Θεού Λόγου σε μας, στο σκοτάδι της αμαρτίας και του θανάτου, έλαμψε το αληθινό φως «και το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω. 1, 5.9).
Αυτός είναι το «φως του κόσμου». Αυτός είναι το «φως της ζωής». Και «δια του φωτός» βασιλεύει και κυβερνά και στον κόσμο και στην ζωή. Όπου είναι Αυτός, εκεί είναι ήδη το βασίλειο του φωτός και η κυβέρνηση του φωτός. Ο Θεός Πατέρας μας, στέλνοντας τον Υιό του τον Μονογενή στον κόσμο, «ερρύσατο ημάς εκ της εξουσίας του σκότους και μετέστησεν εις την βασιλείαν του υιού της αγάπης αυτού», μας «μετέστησεν» στο βασίλειο του φωτός. (1, 13).
Οι άνθρωποι δεν οδεύουν στο σκοτάδι, αλλά έχουν το «φως της ζωής», ακολουθώντας μόνο τον Κύριο Ιησού Χριστό (Ιω. 8, 12). Το πέρασμα από την εξουσία του σκότους στο βασίλειο του φωτός «επιτυγχάνεται» με την πίστη στον Χριστό. (Πραξ. Απ. 26, 18 Α' Πέτρ. 2, 9). Όπως λέγει και ο Κύριος: «εγώ φως εις τον κόσμον ελήλυθα, ίνα πας ο πιστεύων εις εμέ εν τη σκοτία μη μείνη» (Ιω. 12, 46).
Κοντά στον Κύριο Ιησού Χριστό οι άνθρωποι «καθίστανται» φως και υιοί φωτός» και ζουν σαν υιοί φωτός (Έφ. 5, 8. Α' Θεσ. 5, 5 Ματθ. 5, 14). «Την εξουσία του σκότους, ο άγιος Απόστολος, ονομάζει εξουσία του διαβόλου» (Θεοδώρητος). Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ευαγγελίζεται: «Ος ερρύσατο ημάς» λέγει, «από της εξουσίας του σκότους». Τα πάντα είναι δικά του, και αυτά μας τα δίνει και κείνα, γιατί πουθενά δεν είναι δικό μας το κατόρθωμα. «Από της εξουσίας του σκότους», λέγει· δηλαδή, της πλάνης, της τυραννίας του διαβόλου. Δεν είπε απλά, του σκότους, αλλά «την εξουσία του σκότους», γιατί είχε πάνω μας εξουσία μεγάλη· και μας εξουσίαζε. Είναι βέβαια φοβερό το να είναι κανένας και απλά κάτω από τον διάβολο, το να είναι όμως και κάτω από την εξουσία του αυτό είναι πιο φοβερό. «Και μετέστησεν ημάς» λέγει, «εις την βασιλείαν του Υιού της αγάπης αυτού». Συνεπώς δεν έδειξε τη φιλανθρωπία του μόνο στην απαλλαγή του σκότους. Είναι βέβαια μεγάλο δώρο και το ότι μας απάλλαξε από το σκότος του διαβόλου, το ότι όμως μας οδήγησε και στη βασιλεία του, είναι πολύ μεγαλύτερο. Πρόσεξε λοιπόν πώς γίνεται πολυσύνθετο το δώρο, γιατί, ενώ βρισκόμαστε στον πυθμένα, μας λύτρωσε· δεύτερο, γιατί όχι μόνο μας λύτρωσε, αλλά και μας μετέφερε στη βασιλεία του... εις την βασιλείαν του Υιού της αγάπης αυτού». Δεν είπε απλά, βασιλεία των ουρανών, αλλά έκαμε το λόγο πιο επιβλητικό, με το να ειπή «στη βασιλεία του Υιού του». Γιατί κανένας έπαινος δεν είναι μεγαλύτερος απ’ αυτόν, πράγμα που λέγει και άλλου, «Εάν κάνουμε υπομονή, τότε και θα βασιλεύσουμε μαζί μ’ αυτόν» (Β' Τιμ. 2, 12). Μας έκρινε άξιους για τα ίδια αγαθά με τον Υιό του, και όχι μόνο αυτό, αλλά με ιδιαίτερη έμφαση, «τον αγαπημένο». Τους εχθρούς του, εκείνους που ζούσαν μέσα στο σκότος, τους μετέφερε δια μιaς εκεί, όπου είναι ο Υιός του, στην ίδια με κείνον τιμή» (Ιερού Χρυσοστόμου Ομιλία Β' προς Κολασσαείς)
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 29-31)
α’. Είπε ο Αββάς Θεόδωρος του Ενάτου: «Όταν ήμουν νεώτερος, έμενα στην έρημο. Πήγα λοιπόν στο αρτοποιείο για να φτιάξω δύο ψωμιά και βρήκα εκεί έναν αδελφό πού ήθελε να κάμη ψωμιά , άλλα δεν είχε κανέναν να τον βοηθήσει. Άφησα εγώ τα δικά μου και τον βοήθησα. Μόλις όμως σχόλασα, ήρθε άλλος αδελφός και πάλι τον βοήθησα και έκαμα τα ψωμιά. Και ξανά τρίτος έρχεται και έκαμα το ίδιο. Και έτσι έκανα με τον καθέναν οπού ερχόταν. Έτσι έκαμα έξη ψωμιά. Ύστερα δε έφτιαξα τα δυό δικά μου ψωμιά, αφού έπαυσαν να έρχωνται άλλοι».
β’. Έλεγαν για τους μοναχούς του Ενάτου Αββά Θεόδωρο και Αββά Λόυκιο, ότι επί πενήντα χρόνια ξεγελούσαν τους λογισμούς τους, λέγοντας: «Μετά από αυτό το χειμώνα, φεύγουμε από εδώ». Και όταν πάλι ερχόταν το καλοκαίρι, έλεγαν: «Μετά απ’ αυτό το καλοκαίρι, φεύγουμε από εδώ». Και έτσι έκαναν όλο τον καιρό οι αείμνηστοι πατέρες.
γ΄. Είπε ο Αββάς Θεόδωρος του Ενάτου, ότι, αν μας λογαριάση ο Θεός τις αμέλειες κατά τις προσευχές και τις αφηρημάδες κατά τις ψαλμωδίες, δεν μπορούμε να σωθούμε.
Του Αββά Θεοδώρου,όπου έμενε σε Σκήτη.
Είπε ο Αββάς Θεοδώρος, όπου έμενε σε Σκήτη: «Έρχεται ο λογισμός και με ταράζει και με απασχολεί αι δεν μπορεί να κάμη αυτό που θέλει, αλλά μόνο με εμποδίζει στη αρετή. Όποιος όμως έχει άγρυπνη ψυχή, τον κάνει πέρα και σηκώνεται για προσευχή».
Tου Αββά Θεοδώρου του Ελευθεροπολίτη
α’. Ρώτησε ο Αββάς Αββραάμ, όπου προερχόταν από την Ίβηρία, τον Αββά Θεόδωρο τον Ελευθεροπολίτη λέγοντας: «Τι είναι πιο καλό πάτερ, να ζητώ δόξα για τον εαυτό μου ή ατιμία;». Και ο γέρων λέγει: «Προτιμώ να δοξασθώ παρά να ατιμασθώ. Γιατί, αν κάμω καλό έργο θα δοξασθώ, μπορώ να κατακρίνω τον λογισμό μου ότι δεν αξίζω αυτή τη δόξα. Η δε ατιμία, από φαύλα πράγματα προκύπτει. Πως λοιπόν μπορώ να παρηγορήσω την καρδιά μου, αν εξ αιτίας μου σκανταλισθούν οι άνθρωποι; Προτιμότερο λοιπόν να κάνει τινάς το καλό και να δοξάζεται». Ο δε Αββάς Αβραάμ είπε: «Σωστά μίλησες, πάτερ».
β’. Είπε ο Αββάς Θεόδωρος, ότι η έλλειψη του ψωμιού μαραίνει το σώμα του μοναχού . Και άλλος γέρων έλεγε, ότι η αγρυπνία μαραίνει το σώμα πιο πολύ.
Του Αββά Θεωνά
Είπε ο Αββάς Θεωνάς: «Όταν απασχολείται ο νους μακριά από την ενατένιση του θεού, αιχμαλωτιζόσαστε στα σαρκικά πάθη».
Του Αρχιεπισκόπου Θεοφίλου
α’. Ο μακάριος Θεόφιλος ο Αρχιεπίσκοπος πήγε κάποτε στο όρος της Νιτρίας. Και ήλθε ο Αββάς του όρους σε αυτόν. Και του λέγει ο Αρχιεπίσκοπος : «Τι το πιο πολύ βρήκες σ αυτό το δρόμο πάτερ;». Του αποκρίνεται ο γέρων: «Το να αιτιώμαι και να μέμφωμαι τον εαυτό μου πάντοτε». Του λέγει ο Αββας Θεόφιλος: «Άλλος δρόμος απ’ αυτόν δεν υπάρχει.»
β’: Ο ίδιος ο Αββάς Θεόφιλος ο Αρχιεπίσκοπος πήγε κάποτε στην Σκήτη. Συνάχθηκαν όλοι οι αδελφοί και λέγουν στον Αββά Παμβώ: Πές ένα λόγο στον πάπα για να ωφεληθή. Τους αποκρίνεται ο γέρων: «Αν δεν ωφελήται με την σιωπή μου, ούτε με τον λόγο μου πρόκειται να ωφεληθή».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ. 98-100)
ΈΝΑΣ μοναχός ρώτησε τον Γέροντά του από ποιά αφορμή γεννιέται στον άνθρωπο ο πόλεμος της σαρκός.
- Από την πολυφαγία και την πολυυπνία κυρίως, του αποκρίθηκε εκείνος. Η φύση επιθυμεί την ηδονή, η άσκηση όμως μαραίνει την επιθυμία.
ΚΑΠΟΙΟΣ Χριστιανός πήγε δώρο ένα φλασκί κρασί στους Ερημίτες πάνω στο βουνό του Αγίου Αντωνίου. Ο Πρεσβύτερος, που έκανε την διανομή, έδωσε ένα ποτήρι και στον Όσιο Σισώη. Εκείνος το ήπιε, αλλά ο Πρεσβύτερος, επειδή ήταν πολύ ηλικιωμένος, ετοιμάστηκε να του δώσει και δεύτερο.
- Πάψε να με βάζεις σε πειρασμό, αδελφέ, του είπε τότε αυστηρά ο Γέροντας. Ή μήπως λησμόνησες πως υπάρχει και διάβολος;
ΓΙΟΡΤΗ για τον πνευματικό άνθρωπο, γράφει ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, είναι η τήρηση των θείων εντολών και παρηγοριά του η αποχή από το κακό. Καύχημά του ο φόβος του Θεού και πραγματική του ευφροσύνη η ημέρα που θα τον προσκαλέσει ο ουράνιος Βασιλεύς να κληρονομήσει τα αιώνια αγαθά Του.
ΤΑ ΜΑΤΙΑ του χοίρου, λέει κάποιος Πατήρ, είναι έτσι φτιαγμένα που βλέπουν μόνο στην γη. Το ίδιο παθαίνει κι ο άνθρωπος που έχει κυριευθεί από την επιθυμία των φαγητών. βλέπει όλο προς τα κάτω και δεν είναι ικανός για τίποτε υψηλό.
ΓΙΑΤΙ σε τρέμουν τα δαιμόνια, Αββά; ρώτησε τον Όσιο Ισίδωρο τον Πηλουσιώτη κάποιος νέος μοναχός.
- Γιατί, αφ’ ότου έγινα καλόγερος, του αποκρίθηκε ο Όσιος, δεν επέτρεψα στον λάρυγγά μου καμιά απόλαυση.
ΈΝΑΣ σοφός Γέροντας δίνει την παρακάτω συμβουλή στους μοναχούς και μάλιστα στους νέους:
- Απόφευγε, αδελφέ, να τρως τα φαγητά της αρεσκείας σου, αλλά προτίμα τα ευτελέστερα και ευχαρίστησε τον Θεό που σου τα στέλνει κι αυτά.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 91-92 )
1286. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΕΣ ΚΟΜΜΑ.
Όταν ανέβηκε στον θρόνο ένας νεαρός βασιλεύς, του παρουσίασαν την αίτησι χάριτος, που είχε υποβάλλει κάποιος καταδικασμένος σε ισόβια δεσμά. Ο άνθρωπος εκείνος είχε ήδη κάνει πολλά χρόνια στη φυλακή και ζητούσε τώρα χάρη. Ο υπουργός, όμως, είχε γράψει στο περιθώριο: «Χάρις αποκλείεται, να μείνει στη φυλακή».
Ο βασιλεύς τότε έσβησε το κόμμα από εκεί που ήταν και το έβαλε πλάι στη λέξη «Χάρις». Έτσι η υπόδειξις του υπουργού έγινε: «Χάρις, αποκλείεται να μείνει στη φυλακή». Κι ο βασιλεύς υπέγραψε την απόλυση.
1287. ΤΟ ΚΑΘΕΤΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ.
Σε πολλά σκευοφυλάκια της Δύσεως αναγράφονται οι ακόλουθες φράσεις για τους ιερείς που πρόκειται να ιερουργήσουν:
Σαν να ήταν η πρώτη
Σα να ήταν η τελευταία
Σα να ήταν η μόνη.
Κάθε χριστιανός ας σκέπτεται πρίν από κάθε του πράξη τις φράσεις αυτές για να εργάζεται αποτελεσματικότερα, καλύτερα και αγιότερα.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως)
950. Η ΜΟΙΡΑΣΙΑ.
Κάποιος καλοντυμένος βουλευτής πλησιάζει ένα απογοητευμένο εκλογέα του:
- Σύντροφε, του λέγει, οι πόθοι σου πόθοι μου, οι ελπίδες σου ελπίδες μου, οι αξιώσεις σου αξιώσεις μου.
- Ναι, μα δεν λες το παλτό μου παλτό σου, του απαντά εκείνος.
1047. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΘΑ ΣΕ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ.
Ένας νέος όταν πίστεψε στον Χριστό είπε σ’ ένα ηλικιωμένο φίλο του πεπειραμένο και πιστό:
- Τώρα βέβαια, που έγινα χριστιανός θα χρειασθεί να εγκαταλείψω πια τις παρέες και τους παλιούς φίλους μου.
- Α! όχι, παιδί μου, δεν είναι ανάγκη να το κάνεις συ αυτό. Ο κόσμος αυτός τώρα μόνος του θα σ΄εγκαταλείψει μια που δεν του χρειάζεσαι πια, απάντησε ο πιστός συνομιλητής του.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 478 )