ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

107. «Το ύδωρ της ελέγξεως». 

Το απόκρυφο όμως Ευαγγέλιο παρουσιάζει τον Ιωσήφ ν’ ακολουθή τον δεύτερο δρόμο: τη δημοσιότητα δηλαδή. Έτσι, στην παράστασι αυτή, η έγκυος Θεοτόκος και ο Ιωσήφ οδηγούνται μπροστά στον Αρχιερέα. Εκείνος τους δίνει να πιούν νερό από μια στάμνα. Με τον τρόπο αυτό θα ελεγχθή η αγνότης της Μαρίας και η μη συμμετοχή του Ιωσήφ στην εγκυμοσύνη της. Η διαδικασία αυτή προβλεπόταν από τον Νόμο (Αριθμ. ε' 11-30) και λεγόταν «αγνείας πείρα». Στην περίπτωσι ενοχής (μοιχείας) «το ύδωρ εισελεύσεται εις την κοιλίαν πρήσαι (=ώστε να πρησθή) γαστέρα και διαπεσείν (=να σαπίσει και να πέση) μηρόν»!
Το θέμα προέρχεται από το Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου, στο οποίο αναφέρεται ότι ο Ιερεύς επότισε τον Ιωσήφ και την Μαρία με «το ύδωρ της ελέγξεως Κυρίου», χωρίς όμως να πάθουν τίποτε γιατί και οι δύο ήταν αθώοι (ΚΚ, ΘΗΕ/8, 699.πρβλ. «Ζάλην ένδοθεν έχων λογισμών αμφιβόλων ο σώφρων Ιωσήφ εταράχθη προς την άγαμόν σε θεωρών και κλεψίγαμον υπονοών, Αμεπτε», Ω).
Πρόκειται για τη δεύτερη θύελλα της Θεοτόκου! Οδηγείται στον Ιερέα με την κατηγορία της κλεψιγαμίας και της μοιχείας! Ή –ακριβέστερα- τέτοιες ιδέες περνούν από τη σκέψι του Ιωσήφ (βλ. επόμενο σημείωμα) .


Πολύ πριν οι άνθρωποι κατηγορήσουν τον Κύριο σαν «φάγον και οινοπότην» (Ματθ. ια' 19), σκέφθηκαν για την μητέρα του την πιο βαρειά αμαρτία που μπορούσε να διαπράξη μια γυναίκα και παρθένος. Η Παρθένος έμελλε από την πρώτη στιγμή να αντιμετώπιση τον κίνδυνο της πιο άδικης κατηγορίας και συκοφαντίας. Η νεανική και παρθενική ψυχή της εκινδύνευσε να δεχθή μεγάλο πλήγμα, ενώ το άγιο σώμα της κυοφορούσε τον Υιό του Θεού. Η Θεοτόκος, με το αίμα του σώματός της ύφαινε τον ανθρώπινο χιτώνα του Κυρίου ενώ με το αίμα της ψυχής της άρχιζε να βάφη τον δρόμο το δικό της και του παιδιού της. Διότι ο δρόμος της Θεοτόκου δεν ήταν άλλος από τον δρόμο του Ιησού. Η Θεοτόκος και ο Ιησούς βάδισαν τον ίδιο αιματηρό δρόμο, από την κυοφορία μέχρι τον Γολγοθά. Ένα μακρύ, αγκαθόστρωτο μονοπάτι...
Η συμπόρευσίς μας με τον Ιησού δεν είναι πολλές φορές ένας ευχάριστος περίπατος σε λουλουδιασμένα μονοπάτια. Είναι μια πορεία κοπιαστική, σε δύσβατους και απόκρημνους τόπους, ποτισμένη με ιδρώτα και αίμα. Με το αίμα πρώτα Εκείνου και ύστερα με το αίμα της δικής μας υπάρξεως. Η Παρθένος Μαρία που ήταν ο πρώτος συνοδοιπόρος του Ιησού ήταν και η πρώτη που κατέθεσε την μαρτυρία αυτή του αίματος...

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 133-134)

106. «Ιωσήφ δίκαιος ων μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι» (Ματθ. α΄19).

Τρικυμία εν κρανίω ξέσπασε στον Ιωσήφ: Σκέψεις, υποψίες, φόβος, ταραχή, αμηχανία... Και πάνω απ’ όλα το καυτό και επείγον δίλημμα: τί να κάνη;
Δύο δρόμοι ανοίγονται στον Ιωσήφ, μετά την διαπίστωσι της εγκυμοσύνης της Μαριάμ: ο ένας ήταν η διαπόμπευσις που προέβλεπε ο Νόμος (Λευϊτ. κ΄ 10) και ο άλλος ήταν η αποφυγή της δημοσιότητος. Προτίμησε το δεύτερο. Επειδή ήταν «δίκαιος», σημειώνει ο Ευαγγελιστής, «και δεν ήθελε να την διαπομπεύση παραδειγματικά, σκέφθηκε να της δώση μυστικά το διαζύγιο».
Στα μεγάλα διλήμματα οι σώφρονες και δίκαιοι άνθρωποι δίνουν την πιο προσιτή και εφικτή λύσι. Διαλέγουν «το μη χείρον». Όχι ότι δε μπορούν να επιδιώξουν το απόλυτο. Αλλ΄ ο δρόμος για το απόλυτο στις περιπτώσεις αυτές δημιουργεί περισσότερα και μεγαλύτερα προβλήματα και διλήμματα.
Για να διαλέξη όμως τις προσιτές λύσεις κανείς πρέπει να είναι «δίκαιος», ευσεβής και ελεύθερος άνθρωπος. Να κρίνη δηλαδή τα πράγματα έξω και πέρα από κάθε προσωπική προοπτική και μέσα στο χώρο της ελευθερίας και του θελήματος του Θεού. Όταν στις περιπτώσεις αυτές δεν κυττάμε μόνο το προσωπικό μας συμφέρον, αλλά και το συμφέρον του άλλου, τότε θα μπορούμε να δίνωμε τις πιο επιτυχημένες λύσεις στα δύσκολα και πολύπλοκα ανθρώπινα διλήμματα. Ο απ. Παύλος, καθιερώνοντας μια γενική αρχή για τα θέματα αυτά παραγγέλλει: «Μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος» (Α΄ Κορ. ι' 24). Στην περίπτωσι που εξετάζομε, ο Ιωσήφ δεν έλαβε υπ’ όψιν του μόνο το δικό του συμφέρον, αλλά και το συμφέρον της Μαριάμ.

Τάδε λέγει Ιωσήφ προς την Παρθένον·
Μαρία, τί το δράμα τούτο, ο εν σοι τεθέαμαι;
απορώ και εξίσταται
και τον νούν καταπλήττομαι!
Λάθρα τοίνυν απ’ εμού, γενού εν τάχει,
Μαρία, τί το δράμα τούτο, ο εν σοί τεθέαμαι; αντί τιμής, αισχύνην
αντί του επαινείσθαι, τον ψόγον μοι προσήγαγες.
Ουκ έτι φέρω λοιπόν το όνειδος ανθρώπων·
υπό γαρ Ιερέων εκ του ναού,
ως άμεμπτον Κυρίου σε παρέλαβον·
και τί το ορώμενον;
(24 Δεκεμβρίου, Ωρα Α΄ )

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.132-133)

εκάθητο παρά την θάλασσαν
Ματθαίου ιγ' 1

Ο Ιησούς άλλοτε περπατούσε κι άλλοτε καθόταν στην ακροθαλασσιά. Έμενε μόνος. Σιωπούσε. Άφινε το βλέμμα του να χαθή στον ορίζοντα της θάλασσας και τουρανού ενώ ο αργαλειός της σκέψεώς του δούλευε. Δεν γνωρίζομε τί ένοιωθε ο Ιησούς τις στιγμές αυτές. Σε κανένα ποτέ δεν μίλησε γι’ αυτές.
Ο Ιησούς δεχόταν συνεχώς και κατ’ ευθείαν την αποκάλυψι του Θεού για όλα και για το κάθε τί που του συνέβαινε. Ο Ίδιος είχε ομολογήσει για τις στιγμές αυτές, ότι «ουκ ειμί μόνος. Ο Πατήρ μετ’ εμού εστί».
Όλες οι στιγμές της ζωής του Χριστού, ιδίως κοντά στη θάλασσα ή μέσα στη γαλήνη της εξοχής ή πάνω στην ελευθερία των κορυφογραμμών πρέπει να ήταν στιγμές κοινής συνεδριάσεως των Τριών Προσώπων της θεότητος, αιωνία συνέχισις του «ποιήσωμεν» της Γενέσεως. Ο Ιησούς μετά τις «συνεδριάσεις» αυτές, πεπεισμένος σαν άνθρωπος απόλυτα για το θείο θέλημα προχωρούσε με αποφασιστικότητα στην εφαρμογή. Εστήριζε το πρόσωπό του με κατεύθυνσι τον αποφασισμένο υπό του Θεού στόχο, αφίνοντας τα θεϊκά του χείλη να ψιθυρίζουν την επωδό της απόλυτης υπακοής και ταπεινώσεως: «Γενηθήτω το θέλημά σου».

«Κατά τας ευαγγελικάς και αποστολικάς μαρτυρίας ο Θεάνθρωπος ευρίσκεται εν αμέσω επικοινωνία μετά του Πατρός θεωρών αυτόν και «ο εώρακε μαρτυρών» και δεχόμενος παρ’ αυτού συνεχώς αποκαλύψεις, κατά τας οποίας, «καθώς ήκουε» παρά του Πατρός, έκρινε και συμφώνως προς όσα νέα, μείζονα των προτέρων, εδείκννεν ο Πατήρ, εποίει»(Δογματική Τρ. 2, 129).

"Ευλογητός ει, Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου"

(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 105 )

Καπερναούμ την παραθαλασσίαν
Ματθαίου δ' 13

Η Καπερναούμ ήταν μεγάλο λιμάνι. Αυτό το λιμάνι έκανε κέντρο της δράσεώς του ο Ιησούς. Γιατί;
Στο λιμάνι οι άνθρωποι δένουν και λύνουν τα καράβια τους. Ο Ιησούς ήλθε για να πείση τους εξόριστους ποντοπόρους του ουρανού να μη κρατούν τα καράβια τους δεμένα στους βρώμικους μώλους της γης. Ο Ιησούς ήλθε για να σπρώξη τους ανθρώπους στην μεγάλη περιπέτεια του ταξιδιού προς την ουράνια πατρίδα. Και το επέτυχε.
Η Εκκλησία, που εκείνος ίδρυσε, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η «νοητή ναύς», η οποία, με ανοιγμένα όλα τα πανιά, με τον Χριστό κυβερνήτη, πλέει «ουριοδρομούσα» προς την ουράνια πατρίδα. Η Εκκλησία έμελλε να είναι το πιο μεγάλο καράβι της ιστορίας, το οποίο θα μετέφερε τους πιο πολλούς επιβάτες απ’ όσους μετέφεραν όλα τα πλοία μαζύ, που υπήρξαν ποτέ. Αυτό ακριβώς το καράβι άρχισε να ναυπηγήται από τον Κύριο και τους μαθητάς του στα μυστικά ναυπηγεία της «Καπερναούμ της παραθαλασσίας».


Εκκλησίας ουδέν ίσον.
Μη μοι λέγε τείχη και όπλα. Τείχη μεν γαρ τω χρόνω παλαιούνται,
η Εκκλησία δε ουδέποτε γηρά. Τείχη βάρβαροι καταλύουσιν,
Εκκλησίας δε ουδέ δαίμονες περιγίνονται. ...Πόσοι επολέμησαν την Εκκλησίαν και οι πολεμήσαντες απώλοντο; αύτη δε υπέρ των ουρανών αναβέβηκε. Τοιούτον έχει μέγεθος η Εκκλησία. Πολεμουμένη νικά.
Επιβουλευομένη περιγίνεται.
Υβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται.
Δέχεται τραύματα και ου καταπίπτει υπό των ελκών.
Κλυδωνίζεται, αλλ’ ου καταποντίζεται.
Χειμάζεται, αλλά ναυάγιον ουχ υπομένει.
Παλαίει, αλλ’ ουχ ηττάται.
Πυκτεύει, αλλ’ ου νικάται».
(Ί. Χρυσόστομος. Προς Ευτρόπιον Β. 387, Β)

(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 104)

ΈΛΕΓΑΝ οι Γέροντες πως απ’ όλους τους Πατέρες της ερήμου ο Όσιος Αρσένιος και ο Αββάς Θεόδωρος της Φέρμης αποστρέφονταν την δόξα των ανθρώπων. Ο Αρσένιος σπανιώτατα και με δυσκολία συζητούσε με άνθρωπο, ενώ ο Θεόδωρος συζητούσε, αλλά τα λόγια του έβγαιναν κοφτά σαν μαχαίρι.


ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΙ Πατέρες, έλεγε καποιος Γέροντας, όταν γινόταν γνωστή στους άλλους η πνευματική τους έργασία, δεν την έβλεπαν σαν αρετή αλλά σαν αμαρτία.


Η ΑΝΘΡΩΠΑΡΕΣΚΕΙΑ και η κενοδοξία, λέει σοφός Πατήρ, καταστρέφουν την καλή διάθεση και την συνήθεια της αρετής. Όποιος δημοσιεύει τα καλά του έργα μοιάζει με τον γεωργό που σπέρνει στην επιφανεια της γης και τα πουλιά του τρώνε τον σπόρο. Εκείνος όμως που φροντίζει να κρύβει την πνευματική του εργασία από τα μάτια των ανθρώπων, σπέρνει σε βαθύ αυλάκι. Αυτός θα θερίσει πλούσιους καρπούς.


(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 168)

ΚΑΠΟΙΟΣ Γέροντας πήγε μια μέρα να επισκεφθεί ένα νέο μοναχό, που πριν λίγο καιρό είχε εγκατασταθεί σ’ ένα γειτονικό κελλί. Όταν πλησίασε, τον άκουσε να μιλάει δυνατά. Νόμιζε πως διάβαζε και στάθηκε ν’ ακούσει.
Ο δυστυχισμένος νέος όμως τόσο πολύ είχε εξαπατηθεί από τον δαίμονα της κενοδοξίας, που αυτοχειροτονούνταν Διάκονος και την στιγμή εκείνη έδινε την απόλυση στους κατηχουμένους, που έβλεπε μπροστά του με την φαντασία του.
Ακούγοντας αυτά ο Γέροντας, έσπρωξε την πόρτα και μπήκε μεσα στο κελλί του μοναχού, χωρίς να χτυπήσει. Σαστισμένος εκείνος σηκώθηκε να τον υποδεχτεί και τον ρώτησε ανήσυχος αν περίμενε πολλή ώρα εξω.
- Μολις πρόλαβα την απολυση, του αποκρίθηκε αδιάφορα τάχα ο Γέροντας.
Καταντροπιασμένος ο κενόδοξος μοναχός, επεσε στα πόδια του Γέροντα κι αφού εξομολογήθηκε, τον παρακάλεσε να προσευχηθεί γι’ αυτόν ν’ απαλλαγεί από το καταραμένο πάθος της κενοδοξίας, που τόσο τον βασάνιζε και στην έρημο ακόμη, μακριά από τις αφορμές του κόσμου.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 167-168)

105. «Οι υποψίες του Ιωσήφ»

Στην εικόνα αυτή ο Ιωσήφ και η Θεοτόκος τοποθετούνται ο ένας απέναντι στον άλλον. Η θλίψις είναι βαθειά ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του Ιωσήφ για την εγκυμοσύνη της Παρθένου Μαρίας.
Το θέμα της εικόνας αυτής προέρχεται πάλι από το απόκρυφο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, σύμφωνα με το οποίο ο Ιωσήφ, επιστρέφοντας από την εργασία του και βλέποντας την εγκυμοσύνη της Θεοτόκου την ήλεγξε, ενώ εκείνη τον εβεβαίωσε για την αγνότητά της, (ΚΚ, ΘΗΕ/8,699) .
Πρόκειται για την αναπόφευκτη στιγμή, για την οποία τόσο θα είχε προσευχηθή η αγία Παρθένος! Είναι η πρώτη θύελλα που προκαλεί στη ζωή μας η υπακοή στο θέλημα του Θεού! Πρόκειται για μια από τις οδυνηρότερες ανθρώπινες εμπειρίες! Δοκιμάζει κανείς ταπεινώσεις, εξευτελισμούς και διωγμούς για κάτι που κάνει «εν ονόματι του Θεού» και από υπακοή και αγάπη σ' Αυτόν!
Η κλήσις του Θεού για ολοκληρωτική αφιέρωσι σ’ Αυτόν προκαλεί αναπόφευκτα την πρώτη και μεγάλη αυτή θύελλα. Είναι η στιγμή της ειλικρίνειας απέναντι των ανθρώπων. Είναι η στιγμή που ο Θεός σε οδηγεί μπροστά στους ανθρώπους για να ομολογήσης ο ίδιος αυτό που Εκείνος έκανε στη ζωή σου...
Ένα είναι βέβαιο για τη στιγμή αυτή: ότι οι άνθρωποι, ο πατέρας, η μητέρα, τα αδέλφια, οι συγγενείς, οι φίλοι - όλοι αυτοί συνήθως δεν καταλαβαίνουν. Και έχουν δίκηο. Πώς να καταλάβουν, αφού δεν έζησαν οι ίδιοι ό,τι έζησες εσύ; Αφού δεν ένοιωσαν αυτό που ένοιωσες εσύ! Αφού δεν είδαν, δεν άκουσαν όσα είδες και άκουσες εσύ! Γι' αυτό και η στιγμή αυτή που για σένα είναι η ώρα της ειλικρίνειας, για τους άλλους είναι η ώρα του παραλόγου και της τρέλλας που μπορεί να τους οδηγήση σε φοβερές αντιδράσεις, μέχρι και το έγκλημα ακόμα, όπως συνέβαινε με τους Αγίους Μάρτυρας. Η στιγμή της ειλικρίνειας —«είμαι χριστιανός»!— ήταν και η αρχή του μαρτυρίου τους!
Μέσα στην τρομερή αυτή θύελλα της ειλικρίνειας ένα μόνο μένει θετικό: η ασάλευτη παρουσία της αγάπης του καλούντος Θεού!

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 131-132)

ταύτα πάντα σοι δώσω
Ματθαίου δ' 9

Ο τρίτος πειρασμός του Ιησού ήταν η κοσμική εξουσία. Η κυριαρχία δια της υλικής δυνάμεως, του χρήματος και όχι δια της δυνάμεως του Πνεύματος. Η εγκαθίδρυσις πολιτικής και όχι πνευματικής Βασιλείας.
Ο Ιησούς απέρριψε και αυτόν τον πειρασμόν. Θα ακολουθούσε την καθοδήγησι του Θεού μέρα με την ημέρα, χωρίς κανένα ίδιο θέλημα. Για την ίδρυσι της Βασιλείας του θα στηριζόταν στη δύναμι της ρομφαίας του Πνεύματος (Ψαλμ. 44, 3) και όχι στη δύναμι των όπλων. Θα προτιμούσε την εξωτερική αδυναμία, την αποδοκιμασία, το πάθος. Του αρκούσε ότι θα διέθετε το πλήρωμα του Πνεύματος. Ο Ιησούς απέρριψε τον εύκολο δρόμο για την κατάκτησι του κόσμου και διάλεξε τον δύσκολο. Αρνήθηκε το ξίφος και διάλεξε το σταυρό.
Και γι’ αυτό η Βασιλεία του δεν καταλύθηκε. Γιατί στηρίζεται στη δύναμι του Πνεύματος. Αν ήταν κοσμική βασιλεία θα είχε ίσως καταλυθή, θα την είχαν διαλύσει οι αντίπαλοί της, αν όχι οι ίδιοι οι Χριστιανοί με την αδυναμία τους, την ματαιοδοξία τους. Ο Χριστιανισμός άνθεξε στο πέρασμα των καιρών για τον λόγο, ότι η εξουσία του είναι πνευματική. Ο ανατολικός Χριστιανισμός, η Ορθοδοξία δεν έκανε ποτέ το μεγάλο αμάρτημα της Δύσεως. Των Παπών που συμμορφώθηκαν στο τρίτο πειρασμό και ίδρυσαν κοσμικό κράτος. Ο Μέγας Ιεροξεταστής του Δοστογιέφσκυ (αδελφοί Καραμάζωφ) είναι η παραμορφωμένη μορφή του Ιησού, που νικήθηκε απ’ τον τρίτο πειρασμό...

«Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου. Eι εκ του κόσμου τούτου ήν η βασιλεία η εμή, οι υπηρέται αν οι εμοί ηγονίζοντο... νυν δε η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εντεύθεν» (Ιωάν. ιη' 36).

(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 103-104)

ΤO ΠΑΘΟΣ της κενοδοξίας, γράφει ο Όσιος Κασσιανός, είναι λεπτότατο και ποικιλόμορφο, γι’ αυτό δυσκολεύεται ο άνθρωπος να το καταλάβει. Των άλλων παθών οι προσβολές είναι πιο φανερές και διορθώνονται ευκολώτερα με την προσοχή και την προσευχή. Ενώ η κενοδοξία δύσκολα εξαλείφεται. Δίνει το παρόν σ’ όλες τις εργασίες. Εκδηλώνεται με διάφορα σχήματα και επιτηδεύματα στην φωνή, στα λόγια, στις πράξεις. Νοθεύει την αγρυπνία, την νηστεία, την προσευχή, την ανάγνωση, την ησυχία, την μακροθυμία κι όλες τις άλλες αρετές.

Όποιον δεν κατορθώσει ο διάβολος να παρασύρει στην κενοδοξία με τα πλούσια και πολυτελή ενδύματα, τον εξαπατά με τα φτωχά και τιποτένια. Εκείνον που δεν μπορεί να πολεμήσει με τις τιμές και τους επαίνους, τον πείθει να νομίζει πως έγινε σπουδαίος, γιατί υπομένει ατιμίες. Όποιον δεν κατορθώνει να τον κάνει να κενοδοξεί με τα σοφά του λόγια, τον ρίχνει με την σιωπή και την ησυχία. Άλλον με την νηστεία, με την άσκηση και με οποιαδήποτε άλλη αρετή. Κάθε πνευματική εργασία δίνει αφορμή στον πονηρό αυτό δαίμονα να πειράξει τον άνθρωπο.


(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 167)

Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί

Το μέσον, με το οποίο ο Γέροντας βίωνε το θείο έρωτα και την εν Χριστώ ανθρώπινη αγάπη, σαν ζωντανό μέλος του σώματος του Χριστού, της εκκλησίας Του, ήταν η προσευχή. Η εκούσια, η αδιάλειπτη, η φλογερή, η νοερά προσευχή του Ιησού. Οι λέξεις "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" ήταν το παραδείσιο λουλούδι, που άνθιζε στα χείλη του Γέροντα, χειμώνα καλοκαίρι, νύχτα και μέρα. Η προσευχή του συνεχιζόταν όπως η αναπνοή του, κι όταν ήταν ξυπνητός κι όταν κοιμόταν, σαν το βιβλικό: "Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί".
[Γ 47π.]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.360)

katafigioti

lifecoaching