Καπερναούμ την παραθαλασσίαν
Ματθαίου δ' 13
Η Καπερναούμ ήταν μεγάλο λιμάνι. Αυτό το λιμάνι έκανε κέντρο της δράσεώς του ο Ιησούς. Γιατί;
Στο λιμάνι οι άνθρωποι δένουν και λύνουν τα καράβια τους. Ο Ιησούς ήλθε για να πείση τους εξόριστους ποντοπόρους του ουρανού να μη κρατούν τα καράβια τους δεμένα στους βρώμικους μώλους της γης. Ο Ιησούς ήλθε για να σπρώξη τους ανθρώπους στην μεγάλη περιπέτεια του ταξιδιού προς την ουράνια πατρίδα. Και το επέτυχε.
Η Εκκλησία, που εκείνος ίδρυσε, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η «νοητή ναύς», η οποία, με ανοιγμένα όλα τα πανιά, με τον Χριστό κυβερνήτη, πλέει «ουριοδρομούσα» προς την ουράνια πατρίδα. Η Εκκλησία έμελλε να είναι το πιο μεγάλο καράβι της ιστορίας, το οποίο θα μετέφερε τους πιο πολλούς επιβάτες απ’ όσους μετέφεραν όλα τα πλοία μαζύ, που υπήρξαν ποτέ. Αυτό ακριβώς το καράβι άρχισε να ναυπηγήται από τον Κύριο και τους μαθητάς του στα μυστικά ναυπηγεία της «Καπερναούμ της παραθαλασσίας».
Εκκλησίας ουδέν ίσον.
Μη μοι λέγε τείχη και όπλα. Τείχη μεν γαρ τω χρόνω παλαιούνται,
η Εκκλησία δε ουδέποτε γηρά. Τείχη βάρβαροι καταλύουσιν,
Εκκλησίας δε ουδέ δαίμονες περιγίνονται. ...Πόσοι επολέμησαν την Εκκλησίαν και οι πολεμήσαντες απώλοντο; αύτη δε υπέρ των ουρανών αναβέβηκε. Τοιούτον έχει μέγεθος η Εκκλησία. Πολεμουμένη νικά.
Επιβουλευομένη περιγίνεται.
Υβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται.
Δέχεται τραύματα και ου καταπίπτει υπό των ελκών.
Κλυδωνίζεται, αλλ’ ου καταποντίζεται.
Χειμάζεται, αλλά ναυάγιον ουχ υπομένει.
Παλαίει, αλλ’ ουχ ηττάται.
Πυκτεύει, αλλ’ ου νικάται».
(Ί. Χρυσόστομος. Προς Ευτρόπιον Β. 387, Β)
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 104)