ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Του Αββά Δανιήλ. 
α. Έλεγαν για τον Αββά Δανιήλ, ότι, όταν ήλθαν οι βάρβαροι σε Σκήτη, έφυγαν οι πατέρες. Και λέγει ο γέρων : «Αν δεν φροντίζη για μένα ο Θεός, γιατί και να ζώ;». Και πέρασε ανάμεσα στους βαρβάρους και δεν τον είδαν. Λέγει τότε στον εαυτό του : «Να, φρόντισε για μένα ο Θεός και δεν πέθανα. Κάμε λοιπόν και συ το ανθρώπινο και φύγε σαν τους πατέρες».
β. Ένας αδελφός παρακάλεσε τον Αββά Δανιήλ, λέγοντας : «Δος μου μια εντολή και θα την εφαρμόσω». Και του άπαντά : «Ποτέ μη απλώσης το χέρι σου μαζί με γυναίκα σε πιάτο και φας μαζί της. Έτσι, θα καταφέρης να ξεφύγης κάπως τον δαίμονα της σαρκικής αμαρτίας».
γ. Είπε ο Αββάς Δανιήλ ότι ήταν στη Βαβυλώνα μια κόρη άρχοντος, η οποία είχε δαιμόνιο. Ο δε πατέρας της είχε κάποιον - μοναχό αγαπητό του. Και του λέγει: «Κανείς δεν μπορεί να θεραπεύση την κόρη μου, παρά οι αναχωρητές οπού ξέρω. Αλλά αν τους παρακαλέσης, δεν θα τολμήσουν να το κάμουν, εξ αιτίας της ταπεινοφροσύνης τους. Ας κάμουμε λοιπόν το εξής : Όταν έλθουν στην αγορά, υποκριθήτε ότι θέλετε να αγοράσετε απ’ αυτούς εργόχειρα. Και όταν έλθουν να πληρωθούν την τιμή τους, τους λέμε να κάμουμε προσευχή και πιστεύω ότι η κόρη μου θα θεραπεύση ». Βγήκαν λοιπόν στην αγορά και βρίσκουν εκεί ένα μαθητή των γερόντων, όπου καθόταν για να πουλήση τα εργόχειρά του. Τον πήραν λοιπόν μαζί με τα ζεμπίλια του, για να τον πληρώσουν. Και όταν έφτασε ο μονάχος στο σπίτι, πάει η δαιμονισμένη και του δίνει ένα ράπισμα. Αυτός όμως έστρεψε και το άλλο σαγόνι, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου. Τότε ο δαίμων, χτυπημένος από εκείνο το γεγονός, φώναξε, λέγοντας : «με βία η εντολή του Ιησού με διώχνει». Και ευθύς καθαρίστηκε η κόρη. Και σαν ήλθαν οι γέροντες, τους ανακοίνωσαν τι συνέβη. Και δόξασαν τον Θεό και είπαν: «Συμβαίνει στην υπερηφάνεια του διαβόλου να πέφτη μπροστά στην ταπείνωση της εντολής του Χριστού».
δ. Έλεγε πάλι ο Αββάς Δανιήλ, ότι όσο το σώμα ακμάζει, τόσο η ψυχή αδυνατίζει. Και όσο το σώμα αδυνατίζει, τόσο η ψυχή ακμάζει.
ε. Οδοιπορούσαν κάποτε δ Αββάς Δανιήλ και ο Αββάς Αμώης. Και λέγει ο Αββάς Αμώης : «Πότε θα καθίσουμε και εμείς στο κελλί, πάτερ ; ». Και του αποκρίνεται ο Αββάς Δανιήλ : « Ποιος μπορεί να μας απομακρύνη τον Θεό τώρα ; Ο Θεός είναι στο κελλί και επίσης ο Θεός έξω απ’ αυτό ».
στ. Διηγήθηκε ο Αββάς Δανιήλ, ότι, όταν ήταν σε Σκήτη ο Αββάς Αντώνιος, υπήρχε εκεί κάποιος μοναχός όπου έκλεβε τα σκεύη των γερόντων. Και τον πήρε ο Αββάς Αρσένιος στο κελλί του, θέλοντας και αυτόν να κερδίση και τους γέροντες να αναπαύση. Και του λέγει : «Ό,τι θέλεις, εγώ θα σου το δίνω. Μονάχα να μη κλέψης». Και του έδωσε χρυσάφι και νομίσματα και Ιματισμό και όλα όσα χρειαζόταν. Αλλά εκείνος πήγαινε πάλι και έκλεβε. Οι γέροντες λοιπόν, βλέποντας ότι δεν σταμάτησε, τον έδιωξαν. Και έλεγαν, ότι, αν βρεθή αδελφός να έχη μια αδυναμία σαν ελάττωμα, πρέπει να τον υπομένουμε. Αν όμως κλέβη και παρά τις νουθεσίες δεν κόβη τη συνήθεια του αύτη, πρέπει να τον διώχνουμε. Γιατί και την ψυχή του ζημιώνει και όλους αναστατώνει όσους ζουν εδώ.
ζ. Διηγήθηκε ο Αββάς Δανιήλ, οπού προερχόταν από τη Φαράν : «Είπε ο πατέρας μας ο Αββάς Αρσένιος για κάποιον Σκητιώτη, ότι στην έμπρακτη αρετή ήταν μεγάλος, άλλα αφελής στην πίστη. Έπεφτε λοιπόν σε σφάλματα εξ αιτίας του αδυνάτου μυαλού του. Έτσι, έλεγε : Ο άρτος όπου μεταλαμβάνουμε, δεν είναι το πραγματικό σώμα του Χρίστου άλλα το σύμβολο του. Τον άκουσαν δυο γέροντες να μιλά έτσι και ξέροντας ότι ήταν μεγάλος στην ενεργό αρετή, σκέφθηκαν ότι μιλούσε έτσι με ακακία και αφελότητα. Πηγαίνουν λοιπόν και του λέγουν : Αββά, ακούσαμε για κάποιον ότι λέγει πράγματα ανορθόδοξα. Ήγουν λέγει ότι ο άρτος όπου μεταλαμβάνουμε, δεν είναι το πραγματικό σώμα του Χριστού άλλα σύμβολο του. Τους λέγει ο γέρων : Εγώ είμαι όπου το λέγω αυτό. Και εκείνοι ζητούσαν να τον μεταπείσουν, λέγοντας : Μη μένεις σε τέτοια γνώμη, Αββά, άλλα στην ορθόδοξη παράδοση. Εμείς οι ορθόδοξοι πιστεύουμε ότι αυτός ο άρτος είναι σώμα του Χριστού και αυτός ο οίνος είναι το αίμα του Χριστού αληθινά και όχι συμβολικά. Άλλα καθώς αρχικά παίρνοντας χώμα από τη γη, έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα του και κανείς δε μπορεί να πη ότι δεν είναι εικόνα του θεού, έστω και αν είναι αυτό μυστήριο όπου δεν το χωρά ο νους, έτσι και ο άρτος όπου είπε γι’ αυτόν ότι είναι σώμα μου, αυτός πιστεύουμε ότι είναι πραγματικά σώμα Χριστού. Και ο γέρων λέγει : Αν δεν πειστώ με τα ίδια μου τα μάτια, δεν μπορώ να είμαι μέσα μου βέβαιος. Τότε εκείνοι του είπαν : Ας δεηθούμε στον Θεό γι’ αυτό το μυστήριο, ετούτη την εβδομάδα, και πιστεύουμε ότι ο Θεός θα μας το φανέρωση. Και ο γέρων μετά χαράς δέχθηκε τα λόγια τους. Και δεόταν στον Θεό και έλεγε : Κύριε, συ γνωρίζεις ότι δεν δυσπιστώ από κακή διάθεση. Αλλά, για να μη πλανηθώ σε αγνωσία, φανέρωσε μου, Κύριε Ιησού Χριστέ, την αλήθεια. Πήγαν και οι γέροντες στα δικά τους κελλιά και παρακαλούσαν τον Θεό και αυτοί, λέγοντας: Κύριε Ιησού Χριστέ, φανέρωσε στον γέροντα το μυστήριο αυτό, για να πιστέψη και να μη χάση τον κόπο του. Και εισάκουσε ο Θεός και τους τρεις. Σαν τελείωσε λοιπόν η εβδομάδα, ήλθαν την Κυριακή στην εκκλησία και στάθηκαν μαζί και οι τρεις, μονοί τους, σε ένα μαξιλαράκι, έχοντας στη μέση τους τον γέροντα. Και ανοίχθηκαν τα μάτια τους. Και όταν αποτέθηκε ο άρτος στην αγία τράπεζα, φαινόταν σε μόνους αυτούς τους τρεις σαν παιδί. Και καθώς άπλωσε ο πρεσβύτερος το χέρι, για να κόψη τον άρτο, ιδού Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό έχοντας μάχαιρα και θυσίασε το παιδί και άδειασε το αίμα του στο ποτήριο. Και καθώς ο πρεσβύτερος έκοψε τον άρτο σε μικρά μέρη, έκοβε και ο Άγγελος από το παιδί μικρά μέρη. Και όταν προσήλθαν για να μεταλάβουν, δόθηκε σε μόνο τον γέροντα κρέας ματωμένο. Και βλέποντάς το, φοβήθηκε και φώναξε, λέγοντας : Πιστεύω, Κύριε, ότι ο άρτος σώμα σου είναι και το ποτήριο έχει μέσα το αίμα σου. Και ευθύς, το κρέας όπου βρισκόταν στην παλάμη του έγινε άρτος, σύμφωνα με το μυστήριο. Και μετέλαβε ευχαριστώντας τον Θεό. Και του λέγουν οι γέροντες : Ο Θεός ξέρει την ανθρώπινη φύση, ότι δεν μπορεί να τρώγη ωμά κρέατα και γι’ αυτό μετέβαλε το σώμα του σε άρτο και το αίμα του σε οίνο, για όσους με πίστη τα δέχονται. Και ευχαρίστησαν τον Θεό για τον γέροντα, όπου δεν αφέθηκε να πάνε χαμένοι οι κόποι του. Και έφυγαν και οι τρεις μετά χαράς στα κελλιά τους».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.67-70)

- Γέροντα, σκέφτονται να αρχίσουν να καίνε τους νεκρούς για λόγους υγιεινής και για εξοικονόμηση χώρου.
- Για λόγους υγιεινής; Ακούς κουβέντα! Δεν ντρέπονται που το λένε; Όλη την ατμόσφαιρα την έχουν μολύνει, τα οστά τους πείραξαν; Τα οστά στο κάτω-κάτω είναι και πλυμένα! Και για εξοικονόμηση χώρου; Ολόκληρη Ελλάδα με τόσα ρουμάνια και δεν βρίσκουν χώρο; Έβαλα τις φωνές σε έναν καθηγητή του Πανεπιστημίου γι' αυτό το θέμα. Πώς για τα σκουπίδια βρίσκουν τόσο τόπο και για τα οστά που είναι ιερά δεν βρίσκουν; Χάθηκε ο τόπος; Και πόσα οστά Αγίων μπορεί να είναι ανάμεσα σ' αυτά! Το σκέφτονται αυτό;
Στην Ευρώπη καίνε τους νεκρούς, όχι γιατί δεν υπάρχει χώρος να τους θάψουν, αλλά γιατί το θεωρούν πρόοδο. Δεν ανοίγουν κανένα δάσος, για να κάνουν χώρο, αλλά καίνε τους νεκρούς, τους κάνουν σκόνη, για να ανοίξουν χώρο... Βάζουν την σκόνη σε ένα τόσο δά κουτάκι για περισσότερη ευκολία και αυτό το θεωρούν πρόοδο. Τους καίνε τους νεκρούς, γιατί θέλουν οι μηδενιστές να τα διαλύσουν όλα, ακόμα και τον άνθρωπο. Να μη μείνη τίποτε που να θυμίζη στους ανθρώπους τους γονείς, τους παππούδες, την ζωή των προγόνων τους. Να ξεκόψουν τους ανθρώπους από την παράδοσή τους. Να τους κάνουν να ξεχάσουν την άλλη ζωή και να τους δέσουν σ' αυτή.
- Λένε όμως, Γέροντα, ότι έχει δημιουργηθή θέμα σε ορισμένους Δήμους της Αθήνας για το που θα θάβουν τους νεκρούς.
- Τόσος τόπος υπάρχει! Χάθηκε λίγο μέρος; Ένα σωρό εκτάσεις υπάρχουν έξω από την Αθήνα και είναι του Δημοσίου. Εγώ ξέρω μεγάλους που έχουν ένα σωρό εκτάσεις εκεί πέρα. Δεν μπορούν να κάνουν εκεί ένα νεκροταφείο; Και μετά οι περισσότεροι είναι από τις επαρχίες. Γιατί δεν τους πάνε στον τόπο τους; Να πάνε να τον θάψουν τον καθένα στον τόπο του. Εκεί δεν θα έχουν και έξοδα πολλά, μόνο για την μεταφορά. Να πούνε ότι όσοι είναι από τις επαρχίες και ήλθαν τώρα τελευταία στην Αθήνα, όταν πεθαίνουν, να θάβωνται στην επαρχία. Και είναι και καλύτερα. Γι' αυτούς που είναι τρεις γενεές στην Αθήνα, να βρουν μία λύση εκεί. Ύστερα, μετά την εκταφή να κάνουν λάκκους πιο βαθείς και εκεί να βάζουν τα οστά. Δύσκολο είναι; Εδώ κατεβαίνουν τόσο βαθιά μέσα στην γή, για να βγάλουν πετροκάρβουνα. Ας κάνουν για τα οστά μία μεγάλη δεξαμενή και να τα έχουν όλα μαζεμένα.
Έλειψε τελείως ο σεβασμός. Και βλέπεις τώρα τί γίνεται! Πετάνε και τους γονείς στα γηροκομεία. Παλιά και τα βόδια ακόμη τα γηροκομούσαν, δεν τα έσφαζαν, γιατί έλεγαν: «Φάγαμε ψωμί από αυτά».
Και τί σεβασμό είχαν στους νεκρούς! Θυμάμαι με τί κίνδυνο πηγαίναμε να τους θάψουμε στον πόλεμο! Καλά, ο παπάς ήταν υποχρεωμένος να πάη, αλλά και αυτοί που τους μετέφεραν μέσα στα χιόνια, μέσα στην παγωνιά, και από πάνω να πέφτουν ριπές συνέχεια! Το 1945, στον ανταρτοπόλεμο, πριν πάω στρατιώτης, με τον νεωκόρο κουβαλούσα τους νεκρούς. Μπροστά πήγαινε με το θυμιατό ο παπάς. Μόλις σφύριζε βλήμα, πέφταμε κάτω. Αντε μετά να σηκωθούμε. Μόλις ακούγαμε άλλο, πέφταμε πάλι κάτω. Αργότερα στον στρατό, στον πόλεμο, ξυπόλυτοι ήμασταν μέσα στα χιόνια και μας είπαν να πάμε να πάρουμε, αν θέλουμε, αρβύλες από τους νεκρούς. Κανένας δεν κουνήθηκε. Αχ, πάνε εκείνα τα καλά τα χρόνια!
Το κακό είναι ότι δεν φωνάζουν μερικοί που έχουν κάποια θέση, αλλά συμφω-νούν. Η Εκκλησία, από την στιγμή που παρουσιάστηκε αυτό το πρόβλημα, πρέπει να πάρη θέση, για να λυθή. Γιατί έτσι αφήνει στους κοσμικούς να χειρίζωνται πνευματικά θέματα και να λένε ό,τι θέλουν. Είναι ασέβεια αυτό. Πώς να έχη την ευλογία από τον Θεό ο κόσμος σήμερα; Ά, χαμένα πράγματα! Πάνε σιγά-σιγά τον άνθρωπο να τον εξευτελίσουν. Άχ, γι' αυτό θα βρεθή πολύς τόπος τώρα!... Θα βρεθή πάρα πολύς τόπος...

(Λόγοι τόμος Α΄, σελ. 136-138)

(Αναστασίου αρχιεπισκόπου Αλβανίας).
ΒΟΥΔΔΑΣ.Προβληματική ή σαφής βιογράφηση.
Ο Βούδδας υπήρξε μία από τις σπουδαιότερες μορφές στην παγκόσμια θρησκευτική ιστορία. Έζησε στη σημερινή συνοριακή περιοχή Νεπάλ-Ινδίας. Από τη ζωή και τη διδασκαλία του ξεπήδησε ένα από τα σημαντικότερα φιλοσοφικό-ηθικά συστήματα και θρησκεύματα, γνωστό με το όνομά του, Βουδδισμός, που επηρέασε βαθύτατα εκατομμύρια ανθρώπους στη διαδρομή των αιώνων και σφράγισε την πνευματική, κοινωνική και πολιτική ζωή της Κεντρικής και Ανατολικής Ασίας.
Το ινδικό όνομα Μπούντα (Buddha, Βούδδας) σημαίνει τον «Φωτισμένο», τον Αφυπνισμένο». Πρόκειται για κατεξοχήν τιμητικό τίτλο και προσδιορισμό. Οι διάφορες βουδδιστικές σχολές δεν συμφωνούν απόλυτα για το πότε έζησε ο Διδάσκαλος. Η Τεραβάντα, που επικρατεί στη Νότια Ασία, τοποθετεί τη ζωή του μεταξύ του 623 (ή 624) και του 543 (ή 544) π. Χ. Οι Μαχαγιάνα βουδδιστές υποστηρίζουν διάφορες απόψεις. Πιθανότερο θεωρείται ότι γεννήθηκε το 563 και πέθανε το 483 π.X. Όλοι συμφωνούν ότι έζησε 80 χρόνια. Διατυπώθηκε και μια άποψη ότι ο Βούδδας υπήρξε παραλλαγή του περί Ηλίου μύθου, σύντομα όμως εγκαταλείφθηκε.
Ο Βούδδας κήρυξε στη «μαγκάντι», μια διάλεκτο της Β.Δ. Ινδίας, χωρίς να αφήσει γραπτά κείμενα. Σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας μια τεράστια γραμματεία ιερών βουδδιστικών γραφών στη σανσκριτική, την πάλι, την κινεζική και τη θιβετιανή. Κάθε σχολή έχει τα δικά της βιβλία, που περιέχουν αποσπάσματα της διδασκαλίας του Βούδδα. Συνεπώς, το πρόβλημα της ζωής του συνδέεται άμεσα με τον προβληματισμό γύρω από τα διάφορα ιερά κείμενα. Μερικά, του Μαχαγιάνα Βουδδισμού, ιδιαίτερα αυτά που αναφέρονται στον μοναχικό κανόνα, διατηρούν σημαντικό υλικό από τον αρχαϊκό Βουδδισμό. Αναγνωρίζεται όμως ότι τα παλαιότερα αποσπάσματα από ομιλίες του Βούδδα πρέπει να αναζητηθούν στον κανόνα της Τεραβάντα σχολής, την ΤριπίτακαΤιπίτακα που, γραμμένη στη γλώσσα Πάλι, διαμορφώθηκε στον 1ο αι. μX. (στο εξής, στην αναφορά των ονομάτων το πρώτο όνομα θα αντιστοιχεί στη σανσκριτική μορφή και το δεύτερο στην πάλι). Η μείξη του ιστορικού πυρήνα με το μυθολογικό στοιχείο, το οποίο πρόσθεσε η ποιητική ευαισθησία και ευλάβεια των οπαδών του Βούδδα, είναι τόσο βαθιά, ώστε ο αποχωρισμός καθίσταται ανέφικτος. Το θέμα βεβαίως του «Ιστορικού Βουδδισμού» για τους βουδδιστές είναι προϊόν τυπικά δυτικής προβληματικής. Οι ίδιοι ούτε διερωτώνται ούτε αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτό. Αυθεντική λοιπόν κριτική βιογραφική απεικόνιση δεν μπορεί να δοθεί. Σύμφωνα με τις παλαιότερες βουδδιστικές πηγές, κυρίως την ΤριπίτακαΤιπίτακα, η ζωή του Βούδδα εξελίχθηκε διαγραμματικά ως εξής:
Νεανικά χρόνια Φωτισμός Ο Βούδδας γεννήθηκε στους πρόποδες των ιμαλάϊων, στο Καπιλαβάστου του Νεπάλ, 160 περίπου χλμ. βορείως του Μπενάρες. Ονομάσθηκε Σιντάρτα Σιντάττα. Το οικογενειακό του όνομα ήταν Γκαουτάμα/Γκοτάμα. Η οικογένειά του ανήκε στην κάστα των «ξάτριγυας», στους ευγενείς πολεμιστές της φυλής Σάκυα, γι αυτό είναι γνωστός και ως Σακυαμούνι (ο σοφός των Σάκυα). Πατέρας του ήταν ο Σουντοντάνα, που συχνά αναφέρεται με τον τίτλο του βασιλιά μάλλον ήταν ηγεμόνας, πρώτος μεταξύ ίσων στο συμβούλιο των ευγενών των Σάκυα. Η μητέρα του Σιντάρτα, η Μαχαμάγια, πέθανε λίγο μετά τη γέννηση του και την ανατροφή του ανέλαβε η θεία του Μαχαπρατζαπάτι. Τα παιδικά και νεανικά χρόνια του Σιντάρτα πέρασαν μέσα σε πολυτέλεια και χλιδή.
Στα 16 του χρόνια νυμφεύθηκε μια όμορφη και ευγενική νέα, τη Γιασοντάρα. Σε κάποια στιγμή της ζωής του ο νεαρός πρίγκιπας συνειδητοποίησε τη ματαιότητα του βίου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο προβληματισμός του κορυφώθηκε όταν αντίκρισε διαδοχικά «τέσσερα θεάματα»: έναν καταβεβλημένο γέροντα, ένα βαριά άρρωστο, ένα σώμα νεκρού και ένα γαλήνιο ασκητή. Τα τρία πρώτα έθεταν με οξύτητα το θέμα του πόνου, το τελευταίο έδειχνε μια διέξοδο. Αυτό ήταν που τον οδήγησε στο αποφασιστικό άλμα. Έτσι, στα 29 του χρόνια, ενώ η ζωή γύρω του χαμογελούσε, ο Σιντάρτα άφησε γυναίκα και μοναχογιό και εγκαταλείποντας τα πάντα φόρεσε τον ασκητικό χιτώνα και άρχισε την αναζήτηση μέσα στη σιωπηλή μοναξιά, για να φθάσει σε μια βαθύτερη γνώση.
Ο Σιντάρτα μαθήτευσε αρχικά κοντά σε δύο διανοούμενους ασκητές, που δίδασκαν μεθόδους αυτοβυθισμού και αυτοσυνειδησίας. Ο πρώτος, ο Αλάρα Καλάμα, τον δίδαξε «για τη σφαίρα της ανυπαρξίας», στην οποία οδηγούν τα στάδια του διαλογισμού. Το θετικό μυαλό του μαθητή δεν ικανοποιήθηκε από τις περίπλοκες θεωρίες. Την ίδια απογοήτευση ένιωσε και από τη μαθητεία του κοντά στον δεύτερο ασκητή, τον Ουντάκα Ραμαπούττα. Μη βρίσκοντας στην κλασική ινδική φιλοσοφία τον δρόμο για τη λύτρωση, αποφάσισε να επιδοθεί στην πιο αμείλικτη άσκηση του σώματος, όπως δίδασκαν διάφορες θρησκευτικές ομάδες. «Παρ’ όλες αυτές τις φοβερές αυστηρότητες έλεγε αργότερα δεν κατόρθωσα να υπερβώ τα συνηθισμένα ανθρώπινα όρια και να φθάσω στα ύψη της υψηλής κατανοήσεως και θεωρίας» (Ματζίμα Νικάγια, 1,246). Τελικά αφοσιώθηκε σε παρατεταμένη, βαθιά περισυλλογή κάτω από μια συκομορέα, τη γνωστή ως «μπόντι-δένδρο». Ύστερα από 49 μέρες εντατικής ενδοσκοπήσεως έφτασε σε μια εσωτερική έλλαμψη, σ΄ένα συνταρακτικό απολυτρωτικό φωτισμό. Συνειδητοποίησε ξαφνικά ότι η επιθυμία, η «τάνχα», ήταν εκείνη που δεν αφήνει τον άνθρωπο να απαλλαγεί από τον πόνο. Αυτό, κατά τη βουδδιστική παράδοση, συνέβη μια πανσέληνο του Μαΐου στη θέση Μπόντι Γκάγια. Στο εξής, θα ήταν ο Φωτισμένος, ο Βούδδας, ο Τατάγκατα (αυτός που ανακάλυψε την αλήθεια), αυτός που ήδη έλαβε τη γεύση της «νιρβάνα». Ένα δίλημμα ορθώθηκε μπροστά του: θα έμπαινε αμέσως στη μακαριότητα ή θα καθυστερούσε, για να φωτίσει όλα τα όντα με τη διδασκαλία του; Αποφάσισε το δεύτερο και προχώρησε προς την ιερή πόλη Βαρανάσι (το γνωστό σήμερα Μπενάρες). Ήταν τότε 35 χρόνων.
Το κήρυγμα του Βούδδα Το πρώτο του κήρυγμα, με το οποίο «έθεσε σε κίνηση τον τροχό του καλού νόμου», έμεινε γνωστό ως «κήρυγμα στο πάρκο των ελάφων». Σ’ αυτό ο Βούδδας ανέπτυξε, στους πέντε πρώτους ασκητές που τον πλησίασαν, τη διδασκαλία για τη «μέση οδό», ανάμεσα στη σκληρή άσκηση μέχρι απονεκρώσεως και την ικανοποίηση των επιθυμιών, και φανέρωσε «τις τέσσερις ευγενικές αλήθειες». Άρχισε με την ανάλυση του προβλήματος: α) Όλη η ύπαρξη είναι πόνος, β) Ο πόνος προκαλείται από την εγωιστική επιθυμία. Και υπέδειξε τη λύση: γ) Αυτή η επιθυμία μπορεί να εξαλειφθεί. δ) Εξαλείφεται, όταν κανείς ακολουθήσει την «ευγενική οκτάπτυχη οδό»: ορθή κατανόηση, ορθή σκέψη, ορθή ομιλία, ορθή πράξη, ορθό βιοπορισμό, ορθή προσπάθεια, ορθή μνήμη, ορθό αυτοβυθισμό. Μ’ αυτό τον τρόπο φθάνει στη νιρβάνα, στο μακάριο σβήσιμο της υπάρξεως.
Οι πέντε ασκητές αποδέχθηκαν το μήνυμα του Βούδδα και έγιναν δεκτοί ως «μπίκκου» (μοναχοί). ’Ετσι ιδρύθηκε η «Σάνγκα/Σάμγκα» -το βουδδιστικό μοναχικό τάγμα. Σε μια δεύτερη ομιλία του ο Βούδδας ανέπτυξε την άποψη περί «ανάττα» περί μη υπάρξεως ψυχής. Σύντομα οι αφοσιωμένοι στον Βούδδα μοναχοί έφθασαν τους 60. Σ’ αυτούς ο διδάσκαλος ανέθεσε να περιοδεύσουν προς διάφορες κατευθύνσεις, για να διαδώσουν τη «ντάρμαντάμμα» (τη διδασκαλία), «για το καλό των πολλών, για την ευτυχία των πολλών, από συμπάθεια προς τον κόσμο». Ο ίδιος περιέτρεχε πόλεις και χωριά κηρύττοντας τη θεωρία του, που κεντρικές ιδέες είχε την αστάθεια και παροδικότητα των πάντων, την αδιαφορία μπροστά στις μεταφυσικές συζητήσεις των βραχμάνων, την έμφαση στην πρακτική, την ηθική πλευρά του βίου. Σαν άμεσο ιδανικό κήρυττε τη μοναχική ζωή, με πρότυπο τον εαυτό του.
Δημιουργία μοναστικών κοινοτήτων- Επίδραση. Πολύ γρήγορα δημιουργήθηκαν βουδδιστικά μοναστήρια σε όλα σχεδόν τα κρατίδια της δυτικής λεκάνης του Γάγγη. Οι μοναχοί ζούσαν τηρώντας ορισμένους απλούς κανόνες και εξασφαλίζοντας την τροφή με επαιτεία. Όταν έφθανε η περίοδος της ξηρασίας, σκορπίζονταν για να κηρύξουν τη «ντάρμα». Ανάμεσα στους πολυάριθμους επώνυμους μαθητές του Βούδδα διακρίνονται οι δύο βραχμάνοι Σαριπούτρα/Σαριπούττα και Μαουντγκαλιάνα/Μογκαλλάνα και ο εξαδελφός του Ανάντα, τύπος αφοσιωμένου μαθητή. Ονομαστός για τα προβλήματα και τις διασπαστικές τάσεις που δημιούργησε στη Σάνγκα υπήρξε ο Ντεβαντάττα, ο οποίος, κινούμενος από φοβερή φιλοδοξία, έφθασε μέχρι συνωμοσίας.
Πολύ αργότερα, μετά από σοβαρούς δισταγμούς, ο Βούδδας έδωσε τη συγκατάθεσή του για την ίδρυση γυναικείου μοναχικού τάγματος, όπου εντάχθηκαν η θετή του μητέρα και η γυναίκα του. Οι μοναχές δεσμεύθηκαν με περισσότερους περιορισμούς.
Οι σημαντικότεροι ηγεμόνες των κρατιδίων της περιοχής εκδήλωσαν τον σεβασμό και την εύνοιά τους στον Βούδδα προσφέροντας σοβαρές δωρεές για την ανάπτυξη των βουδδιστικών μοναχικών κοινοτήτων. Ίσως, λόγω της πριγκιπικής καταγωγής, ο Βούδδας είχε ιδιαίτερη πρόσβαση και επίδραση στις τάξεις των ευγενών. Αναφέρονται ονόματα βασιλέων, όπως του Μπιμπισάρα της Μαγκάντα, που υπήρξαν αφοσιωμένοι λαϊκοί οπαδοί του. Αλλά και άνθρωποι από διάφορα κοινωνικά στρώματα, έμποροι, εργάτες, αρχόντισσες, εταίρες (όπως η Αμπαπάλι), τον θαύμαζαν και τον ακολουθούσαν.
Σαράντα πέντε χρόνια διήρκεσε η διδακτική δραστηριότητα του Βούδδα, που μοίραζε τον χρόνο του ανάμεσα στη βαθιά περισυλλογή και την εκπαίδευση των μαθητών του και στις περιοδείες σε πόλεις και χωριά. Αν εξαιρέσει κανείς μερικά μικροεπεισόδια και μικροαντιδράσεις, η πορεία του Βούδδα παρουσιάζεται θριαμβευτική. Παντού γίνεται δεκτός με σεβασμό, επιβάλλεται με τη σοφία του, μαγνητίζει, ακτινοβολεί.
Στα 80 του χρόνια ο Βούδδας, ενώ κατευθυνόταν προς την πόλη Βεσάλι, αρρώστησε βαριά. Κατόρθωσε όμως να συνέλθει και να συνεχίσει την πορεία του. Ύστερα από τρεις μήνες φιλοξενήθηκε με τη συνοδεία του στο κτήμα του πιστού του οπαδού σιδηρουργού Τσούντα. Το δείπνο ήταν βαρύ όπως φαίνεται, χοιρινό ή μανιτάρια. Ακολούθησαν για τον Βούδδα βασανιστικοί πόνοι και εξάντληση. Συνέχισε όμως την οδοιπορία του προς την Κουσινάρα (τη σημερινή Κασία). Εκεί, τελικά, έσβησε, όπως το θέλει η παράδοση, τη βραδιά της πανσέληνου του Μαΐου μάλλον του 483 π.Χ. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Η φθορά είναι συμφυής με όλα τα σύνθετα πράγματα. Εργασθείτε για τη σωτηρία σας φιλόπονα» (Μάχα -Παρινιμπάνα, 2,6,7). Έτσι ο Φωτισμένος πέρασε στην απόλυτη νιρβάνα. Το λείψανό του κάηκε, αφού μαθητές και κάτοικοι της περιοχής το τίμησαν επί επτά ημέρες. Ό,τι απέμεινε, μοιράσθηκε στα οκτώ κρατίδια της περιοχής, όπου έζησε και δίδαξε ο Βούδδας. Αργότερα, τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν σε ειδικά μαυσωλεία («στούπα»). Με την πάροδο του χρόνου έγιναν τόποι λατρευτικού προσκυνήματος.
Μυθολογικοί κύκλοι. Στη μεταγενέστερη βουδδιστική φιλολογία αναπτύσσονται και άλλες, πολύπτυχες, μυθολογικές διηγήσεις, με βασικό άξονα τις μορφές των προηγουμένων βίων του Βούδδα (γιατί και εκείνος, όπως τα αλλά όντα, πιστεύεται ότι υπέκειτο κάποτε στη ροή των μεταβιώσεων), τα νεανικά του χρόνια, τον φωτισμό, τη διδακτική του δράση, το πέρασμά του στη νιρβάνα. Οι μυθολογικοί αυτοί κύκλοι έχουν ιδιαίτερα επηρεάσει τη βουδδιστική τέχνη. Οι σχετικές διηγήσεις συνυφαίνονται με δογματικά στοιχεία. Οι πολυάριθμες βουδδιστικές σχολές, που διαμορφώθηκαν αργότερα, ανέπτυξαν ποικίλες απόψεις σχετικά με την ουσία του Βούδδα. Οι αρχαιότερες επιμένουν ότι υπήρξε άνθρωπος, ενώ άλλες τον βλέπουν ως υπερκόσμιο ον. Σε ορισμένα κείμενα αναφέρονται πολυάριθμοι Βούδδες, προγενέστεροι του Σακυαμούνι. Στον Τεραβάντα Βουδδισμό ο αριθμός των Βουδδών είναι περιορισμένος. Στον Μαχαγιάνα Βουδδισμό γίνεται λόγος για αμέτρητους Βούδδες και αναπτύσσονται ιδέες, όπως η θεωρία των «τριών σωμάτων του Βούδδα» και η θεωρία περί του Βούδδα ως απόλυτης αρχής.
Χαρακτηρισμός. Ανεξάρτητα από τα μυθολογικό-δογματικά πλαίσια στα οποία τοποθετήθηκε η εικόνα του, ο Βούδδας λάμπει στην παγκόσμια ιστορία σαν ένα πνεύμα τολμηρό, που με τη ζωή και τη σκέψη του ανέπτυξε ένα ανθεκτικό ήθικο-φιλοσοφικό σύστημα, μεταρρυθμίζοντας εν πολλοίς το ινδικό κοινωνικό κατεστημένο. Αυτή η θέση τον εντάσσει στους μεταρρυθμιστές του τελευταίου. Με οργανωτικό πνεύμα, κληρονομιά από την καταγωγή και την ανατροφή του, συγκρότησε το μοναχικό του τάγμα με αυστηρή πειθαρχία. Έγινε πρότυπο γέροντα μοναχού, που εμπνέει αυστηρή προσήλωση. Η μορφή του Βούδδα συνδυάζει διεισδυτική σοφία, ατσάλινη θέληση, στοργική συμπάθεια, εξαιρετική ευαισθησία στον ανθρώπινο πόνο αλλά και στη φυσική ομορφιά, μολονότι θεωρητικά αρνείται την πραγματικότητα του κόσμου και βλέπει τη λύτρωση στην άρνηση και την υπέρβασή του.
Ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε από τις ρίζες της σκέψεως του Βούδδα παρουσίασε πολλά ανθρωπιστικά και καλλιτεχνικά επιτεύγματα. Καλλιέργησε σ’ ολόκληρη την Ανατολική Ασία την αυτοπειθαρχία, την ανεκτικότητα, μια ευγενική διάθεση ανοχής και συμπάθειας προς κάθε μορφή ζωής. Τα δημιουργήματά του στην αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη φιλολογία, τη ζωγραφική, τη μικροτεχνία, διακρίνονται για τη λεπτότητά τους. Το βουδδιστικό θεωρητικό και ηθικό οικοδόμημα διατηρεί κάτι από το φως και την ομίχλη, την πολυεδρικότητα και απεραντοσύνη της σιωπηλής μοναξιάς των Ιμαλάϊων, στους πρόποδες των οποίων γεννήθηκε και έδρασε ο Βούδδας.

(Αναστασίου αρχιεπ. Αλβανίας).
ΛΑΟ-ΤΣΕ Παραδόσεις για τον βίο του
Στον Λάο-Τσέ η κινεζική παράδοση αποδίδει το ξεκίνημα μιας φιλοσοφικής τάσεως -και αργότερα μιας θρησκευτικής σχολής-, του Ταοϊσμού, που επιδιώκει την παράταση και την πλήρωση της ζωής με την περισυλλογή. Πρόκειται για μια ασαφή κινεζική προσωπικότητα του 6ου αι. π.Χ. Το όνομα Λάο-Τσέ σημαίνει «γέροντας-διδάσκαλος» και πρόκειται μάλλον για τίτλο. Σχετικά με τη ζωή του αναφέρονται τόσο ελάχιστα και εξαιρετικά αμφίβολα στοιχεία, ώστε να αμφισβητείται και το αν υπήρξε ιστορικό πρόσωπο. Οι περισσότεροι όμως μελετητές δέχονται ότι ο πυρήνας του βιβλίου Τάο-τέ-Τσίνγκ («Πραγματεία για την οδό και τη δύναμή της», ελλην. απόδοση Ανδρ. Τσακαλή, 1976), που συνδέθηκε με το όνομά του και που μέχρι την περίοδο των Χάν ονομαζόταν «Το κείμενο Λάο-Τσέ», πρέπει να αποδοθεί σε μια πολύ σημαντική ιστορική μορφή, την οποία ταυτίζουν με τον Λάο-Τσέ. Το κείμενο αυτό, με το λιτό, πυκνό, αινιγματικό ύφος του, υποδηλώνει όχι ένα συγγραφέα, αλλά πολλούς στοχαστές. Ωστόσο είναι ανεπτυγμένο γύρω από έναν κεντρικό άξονα, ο οποίος κάλλιστα μπορεί να προέρχεται από έναν κινέζο στοχαστή του 6ου π.Χ. αι., λίγο πιο ηλικιωμένο από τον Κομφούκιο.
Ο Σσ-μά Τσιάν, ο πατέρας της κινεζικής ιστορίας, συνέθεσε γύρω στα 100 π.X. μια βιογραφία του Λάο-Τσέ, όπου φαίνεται συγχέει τον Λάο Λάι-Τσέ, ιστορικό της δυναστείας Τσού, με τον ερημίτη Λί Έρλ. Τον θεωρεί γεννημένο στο Τσύ-Γιέν, χωριό της επαρχίας Χού, στο κράτος Τσού, στο σημερινό Λού-γί της επαρχίας Χονάν. Αναφέρεται ότι είχε θέση αρχειοφύλακα, ίσως ιστοριογράφου στο παλάτι του βασιλείου του Λώ, και ότι κάποτε συναντήθηκε με τον νεότερό του Κομφούκιο. Ο Λάο-Τσέ προτιμούσε την ησυχία και την απάθεια. Μπροστά στην αναμενόμενη κατάρρευση της δυναστείας Τσού, προτίμησε να απομακρυνθεί από το επερχόμενο χάος. Στράφηκε στα δυτικά , στο όρος του Παραδείσου, Κούν Λούν. Στα σύνορα τον σταμάτησαν και του ζήτησαν να αναπτύξει τις φιλοσοφικές του απόψεις. Υποτίθεται ότι παρέμεινε εκεί και έγραψε ένα κείμενο πέντε χιλιάδων λέξεων, που φεύγοντας παρέδωσε στον φύλακα των στενών, Χίν-Τσί. Κατόπιν αναχώρησε και τίποτε πια δεν ακούστηκε γι' αυτόν. Παραδόσεις αναφέρουν ότι έζησε ως ερημίτης μέχρι τα βαθιά γεράματα -ως τα εκατόν πενήντα ή διακόσια χρόνια.
Η ομίχλη, όπου κινείται η φυσιογνωμία του Λάο-Τσέ, συνταιριάζει με το γεγονός ότι ήταν μάλλον ένας ερημίτης ευγενής, του οποίου η διδασκαλία υπογράμμιζε την εσωτερική γαλήνη, τη σιωπή και την αδιαφορία για το ιστορικό γίγνεσθαι. Όσο όμως ομιχλώδης είναι η ιστορία του, τόσο λαμπερό εμφανίζεται το πρόσωπό του μέσα στις ακτίνες των ταοϊστικών θρύλων, που ζήτησαν να καθορίσουν τη μορφή του με σαφήνεια και αίγλη. Στις κινεζικές απεικονίσεις παρουσιάζεται σαν γέρος με πρόσωπο μικρού παιδιού. Ο θρύλος τον θέλει να γεννιέται ώριμος γέροντας, αφού έμεινε 62 χρόνια στην κοιλιά της μητέρας του, η οποία τον συνέλαβε κυττάζοντας ένα διάττοντα αστέρα. Η ταοϊστική παράδοση αργότερα όρισε με ακρίβεια ως ημέρα της γεννήσεώς του την 4η Σεπτεμβρίου του 604 π.Χ. Η μορφή του Λάο-Τσέ δεν έπαψε να είναι σεβαστή σε όλα τα στρώματα της κινεζικής κοινωνίας. Για τον λαό έγινε άγιος και θεοποιήθηκε.
Μία έπιγραφή του 165 μ.Χ. τον περιγράφει ως «απόρροια του αρχέγονου χάους», «συναιώνιο με τα φωτεινά σώματα», δηλαδή, τον ήλιο, τη σελήνη, τα άστρα.
Διδασκαλία
Το Τάο-τέ-Τσίνγκ (ή Ντάου-ντά-τζίνγκ), που αποτελεί τη βασική έκφραση της σκέψεως του Λάο-Τσέ, κρατάει αρνητική στάση στη γνώση, τη δράση, τη δόξα, τον πλούτο. Καθορίζει μια γραμμή ασκητική. Κεντρική θέση κατέχει η διδασκαλία περί «Τάο» (κατά προσέγγιση, προφέρεται «Ντάου»), που προσδιορίζεται με αποφατική γλώσσα και αντιφατικές φράσεις. Είναι αθέατο, άφατο, άπιαστο, απρόσωπο. αλλά είναι αιώνιο, η πρώτη και τα πάντα περιέχουσα αρχή του σύμπαντος. Πρόκειται για μια διάθεση μονιστική, που διαβλέπει απόλυτη ενότητα στο σύμπαν. Ο Λάο-Τσέ θέλει τον άνθρωπο ταπεινό, πράο κι ευχαριστημένο με τα λίγα. Η πρωτόγονη απλότητα είναι το ιδανικό του. Η στάση που προτείνει στη ζωή είναι η απάθεια και η ησυχία. Η περίφημη θέση του, το «γουό γουάι», θα μπορούσε να συνοψισθεί στην παρότρυνση «μην κάνεις τίποτε», ή «κάνε το καθετί μην κάνοντας τίποτε».
Η σκέψη του Λάο-Τσέ οδήγησε την κινεζική φιλοσοφία σε μια στάση διαμετρικά αντίθετη από τον Κομφούκιο. Αμφισβήτησε τη σημασία της ανθρώπινης σοφίας και της πολιτιστικής προσπάθειας, εξύμνησε το αυθόρμητο, το φυσικό. Ο Λάο-Τσέ προσέφερε πολλά στη διαμόρφωση της κινεζικής νοοτροπίας, δείχνοντας την τρέλα που κρύβει η εγωιστική αναζήτηση, τους κινδύνους που έχει η τυπικότητα και η υπεροργάνωση. Εντούτοις, και οι δύο στοχαστές συμφωνούν ότι πρέπει να τονίζεται η άξια του μέτρου. Τα άκρα φέρουν το αντίθετο του επιδιωκομένου. Συχνά, οι απόψεις του Κομφουκιανισμού και του Ταοϊσμού συμπληρώνονται αντιθετικά μεταξύ τους. Διαμορφώνουν έτσι τις δύο βασικές πλευρές του κινέζικου χαρακτήρα.
Η μορφή του Λάο-Τσέ, απροσδιόριστη και συνάμα γοητευτική, κινείται μέσα στην κινεζική σκέψη σαν σύννεφο -που είναι, άλλωστε, το χαρακτηριστικό σύμβολο του Ταοϊσμού- μέσα στο φως του ήλιου μιας μυστικής διαισθήσεως, που το διαπερνά και το πλαισιώνει.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΤ’ ΕΠΙΛΟΓΗΝ
Eichhorn, W., Die Religionen Chinas, Stuttgart 1973.
Kallenmark, M., Lao tseu et le taoisme, Paris 1965.
Kramers, R.P., «Die Laotzu Diskussionen in der Volksrepublik», Asiatische Studien 22 (1968).
Maspero, H., Le Taoisme, Paris 1950.
Seidel, A.K., La divinisation de Lao tseu dans le Taoisme des Han, Paris 1969. Waley, A., The Way and its Power: A Study of the Tao Ti Ching and its Place in Chinese Thought, New York 1958.
Αναλυτική βιβλιογραφία: Soymie, M., Litsch, F., Εtudes taoistes 3 (1968).(1986)

Ταοϊσμός (Τaoismus). Η μια από τις τρεις κυριότερες Θρησκείες της Κίνας, σε παράλληλη ιστορική πορεία με τον Κομφουκιανισμό και το Βουδδισμό, με τους οποίους βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση. Ο όρος Ταοϊσμός είναι σχηματισμένος από τη λέξη Τάο (προφέρεται Ντάο), που σημαίνει το δρόμο ή την κατεύθυνση και έχει για την κινέζικη σκέψη τη βαρύτητα που έχει για την ελληνική φιλοσοφία η έννοια του λόγου. Από την ίδια λέξη έχει σχηματιστεί και η ονομασία του Ιερού βιβλίου του Ταοϊσμού, του «Τάο-τε-κινγκ», που σημαίνει το βιβλίο (κινγκ) με τη δύναμη (τε) του Τάο. Το βιβλίο αυτό, που η παράδοση το θεωρεί έργο του Λάο Tσε, περιέχει οπωσδήποτε στοιχεία αρχαίας σοφίας, αποτελείται από 5.000 λέξεις, διαιρείται σε 81 σύντομα κεφάλαια και πραγματεύεται με αφοριστικό τρόπο την οντολογική διδασκαλία και την ηθική του Ταοϊσμού.
Η γέννηση του Ταοϊσμού συνδέεται παραδοσιακά με την προσωπικότητα του Λάο Τσε, που για τη δράση του και την εποχή του επικρατεί ασάφεια (παλαιότερα τον τοποθετούσαν στον 6ο αι. π.Χ. και τον έκαναν σύγχρονο του Κομφούκιου). Η ταοϊστική θεώρηση του κόσμου οδήγησε στην ανακάλυψη μιας ανώνυμης κοσμικής αρχής και στη στάση της απραγμοσύνης (Wu-wei), που είναι νοητή όχι ως αποφυγή κάθε εργασίας αλλά ως αποφυγή του να δίνεται κανείς στην εργασία ως αποφυγή του να τη θεωρεί σπουδαίο σκοπό της ζωής και να αφοσιώνεται σ' αυτή. Έτσι πιστεύεται ότι ο άνθρωπος βρίσκεται σε συμφωνία με το συμπαντικό Τάο, που αποκαλύπτεται στην απλότητα της φυσικής ζωής, ακόμα και μέσα στην αδυναμία της. Με αυτή τη θέση ο Ταοϊσμός συνδέει το Μυστικισμό με την αρχαϊκή λιτότητα του βίου, έρχεται όμως σε ριζική αντίθεση με την κοινωνικο-πολιτική θεωρία και πράξη του Κομφουκιανισμού. Ο Ταοϊσμός, εκφράζει την ανάγκη της πνευματικής ελευθερίας, ωστόσο όχι την ανάγκη για αποδέσμευση του ατόμου από κοινωνικές συμβατικότητες και περιορισμούς, αλλά προπάντων την ανάγκη για λύτρωση του ίδιου του πνεύματός του, μέσα από μια αυθυπέρβαση, από τα ενδιαφέροντα που το αφορούν και από τις προκαταλήψεις του.
Κατά την ιστορική διαδρομή του ο Ταοϊσμός συμπληρώθηκε, συμπεριλαμβάνοντας στις θέσεις του τις κινεζικές αρχές του Γιν και του Γιανγκ, τη θεωρία για τα 5 στοιχεία (μέταλλο, ξύλο, νερά φωτιά γη), ορισμένες θέσεις του Κομφουκιανισμού, θεότητες του Βουδδισμού, καθώς και τη διδασκαλία του για Μετενσάρκωση κ.α., με τα οποία έγινε δημοφιλέστερος στα λαϊκά στρώματα. Ο Ταοϊσμός στην καθαρά θρησκευτική σφαίρα συνδέθηκε ιδιαίτερα με την αναζήτηση της Αθανασίας, ακόμα και στη φυσική της μορφή, χρησιμοποιώντας ως μέσα διάφορα μαγικά φίλτρα ή την άσκηση της Γιόγκα. Για το μυημένο Ταοϊστή ο θάνατος είναι κάτι φαινομενικό και το σώμα του στον τάφο είναι κάποιο ομοίωμα του πραγματικού του σώματος, που πιστεύεται ως αθάνατο. Ε.Ν. ΡΟΥΣΣΟΣ
(Οι Θρησκείες, Εκδοτική Αθηνών)


Σιντοϊσμός. Η αυτόχθονη Θρησκεία της Ιαπωνίας. Στην ιαπωνική γλώσσα ονομάζεται Κάμι νο μίτσι, δηλ. Δρόμος του Κάμι. Το Κάμι νοείται ως θεϊκή ουσία, διάχυτη στο σύμπαν και αποκαλυπτόμενη μέσα στη φύση, στα νερά, στα βουνά, σε θαυμαστά αντικείμενα, σε ζώα και στον άνθρωπο, ιδιαίτερα στο πρόσωπο του αυτοκράτορα. Έτσι ο Σιντοϊσμός χαρακτηρίζεται από τη λατρεία της φύσης και, καθώς κυριαρχείται από την εδωκοσμική αντίληψη, συνδυάζεται με τις αρχές της πολιτικής οργάνωσης και εξελίχθηκε σε κρατική Θρησκεία. Σήμερα η Ιαπωνία είναι η μόνη χώρα στον κόσμο, που εναρμονίζει στον εθνικό βίο της έναν πολιτισμό υψηλής τεχνολογίας με μια πανάρχαια φυσική Θρησκεία.
Διδασκαλία. Με τη λατρεία της φύσης, των προγόνων και των τοπικών προστατευτικών πνευμάτων ο Σιντοϊσμός εκφράζεται ως Ανιμισμός και ως Πολυθεΐα. Σχετικά αναφέρεται η πίστη σε περίπου 800.000 πνεύματα συνολικά που όμως αποτελούν την ενότητα της θείας ουσίας του Κάμι. Από την παλαιότερη γενιά των ιαπωνικών θεών διακρίνονται ο Ιζανάγκι και η Ιζανάμι, που θεωρούνται και ως δημιουργοί του κόσμου. Οι σπουδαιότεροι θεοί του Σιντοϊσμού έχουν μυθολογηθεί σαν παιδιά ή απόγονοι αυτού του αρχαιότερου θεϊκού ζεύγους. Με τη σημασία που έχει για τη χώρα η καλλιέργεια του ρυζιού, εύλογο είναι ο Ινάρι, θεός αρμόδιος γι' αυτό το προϊόν, να κατέχει υψηλή θέση στο ιαπωνικό πάνθεο. Ιδιαίτερα αγαπητοί στο λαό είναι οι Σίχι-Φουκούτζιν, δηλ. οι «Επτά θεοί της ευτυχίας», και ο Κομπίρα, θεός της ναυσιπλοΐας και της μετάξης. Σύμφωνα με τη σιντοϊκή μυθική παράδοση, ο Ιζανάγκι, ως κύριος του ουρανού, όρισε την Αματεράσου θεά του ηλίου, τον Τσουκιγιόμι θεό της σελήνης και τον Σουσα-νό-ο θεό της θάλασσας, ενώ η Αματεράσου όρισε τον εγγονό της Νινίγκι κύριο της Ιαπωνίας και ιδρυτή της δυναστείας της. Άλλοι θεοί είναι ο Σαρουταχίτο, θεός των δρόμων, ο Χατσιμάν, θεός του πολέμου, και ο Σουγκαβάρα Μιτσιζάνε, θεός της καλλιγραφίας. Οι δύο τελευταίοι είναι ιστορικά πρόσωπα: ο πρώτος είναι ο αυτοκράτορας Ότζιν (270-312 μ.Χ.) και ο δεύτερος υπουργός του αυτοκράτορα (845-903 μ.Χ.). Για τις πηγές του Σιντοϊσμού βλ.λ. Κοτζίκι και Νιχόνγκι.
Λατρεία. Όπως υποδηλώθηκε ήδη, λατρεία αποδίδεται σε φυσικά φαινόμενα και αντικείμενα, σε προγόνους και σε ορισμένα τοπικά προστατευτικά πνεύματα. Η Λατρεία έχει οικογενειακό και δημόσιο χαρακτήρα. Σε κάθε σπίτι υπάρχει ορισμένος ιερός χώρος για την προσευχή και για τις προσφορές καρπών, λουλουδιών, παρασκευασμάτων με ρύζι κ.ά. Η δημόσια Λατρεία γίνεται σε δημόσιους φυσικούς χώρους, κυρίως λίμνες, ποταμούς, πηγές και βουνά σε οικοδομήματα από ξύλο, με 2 χώρους, τον πρώτο για τις προσευχές και για τις προσφορές και το δεύτερο για τη φύλαξη των Συμβόλων της λατρευόμενης θεότητας. Σπουδαιότατο είναι το Ιερό της Αματεράσου στην Ίζε, όπου φυλάσσεται ένας πανάρχαιος καθρέφτης, σύμβολο του ηλιακού δίσκου και γι' αυτό έμβλημα της ιαπωνικής δυναστείας. Ο αρχιερέας του ναού της Αματεράσου προέρχεται πάντα από το αριστοκρατικό γένος και ειδικά από την αυτοκρατορική οικογένεια. Οι ιερείς είναι έγγαμοι και κληροδοτούν το αξίωμά τους στους απογόνους τους. Κατά τις τελετουργίες φορούν λευκό χιτώνα και μαύρο κάλυμμα της κεφαλής. Η μουσική, ο χορός και οι πράξεις παντομίμας αποτελούν βασικά στοιχεία της Λατρείας. Οι κυριότερες Εορτές είναι της αρχής του έτους, της ικεσίας για την ευτυχία του παλατιού και η Εορτή του ρυζιού. Προσκυνήματα γίνονται, κυρίως σε ιερά βουνά.
Η συμμετοχή στις λατρευτικές πράξεις προϋποθέτει τελετουργικούς καθαρμούς. Η πειθαρχία, η αυτοκυριαρχία, η αφοσίωση στο καθήκον, η ειλικρίνεια η εμπιστοσύνη και η αυταπάρνηση συνθέτουν τον ηθικό κώδικα των Σαμουράι, της αριστοκρατικής τάξης της Ιαπωνίας. Αυτές οι ηθικές αρχές τονίζουν τον ενδοκοσμικό χαρακτήρα του Σιντοϊσμού.
Ιστορική διαδρομή. Ο Σιντοϊσμός περιέλαβε βαθμιαία όλες τις αυτόχθονες θρησκευτικές ιδέες και τελετουργικές πράξεις, που ίσχυαν στην Ιαπωνία ως την εισαγωγή του Βουδδισμού σ' αυτή τη χώρα (552 μ.Χ.). Από τότε ο Σιντοϊσμός ήταν υποχρεωμένος να αντιπαρατεθεί και να συμβιώσει με τον Βουδδισμό, τον Ταοϊσμό, τον Κομφουκιανισμό και τον Χριστιανισμό. Κατά τον περασμένο αιώνα η επίσημη ιαπωνική πολιτική στράφηκε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον Σιντοϊσμό, για να διασφαλίσει την κρατική ενότητα με την προοπτική ενός εθνικιστικού προγραμματισμού. Το 1871 ορίστηκε με νόμο η υποχρέωση κάθε πολίτη της Ιαπωνίας να ανήκει σε μια από τις σιντοϊστικές κοινότητες. Αυτό έγινε παρά τις αντιδράσεις των Βουδδιστών και τις πιέσεις από το εξωτερικό για θρησκευτική ελευθερία. Ο έλεγχος του κράτους στα θρησκευτικά πράγματα καταργήθηκε το 1945 με την ήττα της Ιαπωνίας στο Β' Παγκόσμιο πόλεμο, οπότε ματαιώθηκαν όλα τα εθνικιστικά προγράμματα. Σήμερα ο Σιντοϊσμός αριθμεί περίπου 100 εκατομμύρια οπαδούς, με 80 αιρέσεις, 80.000 κοινότητες με Ιερά και 20.000 ιερείς.
Ε.Ν. ΡΟΥΣΣΟΣ
(Οι Θρησκείες, Εκδοτική Αθηνων)


Έβλεπα τις προάλλες μια εικόνα του Χριστού να είναι πάνω στο Σταυρό και στα χέρια Του να κουβαλάει όλους τους πιστούς. Από τη μία άκρη των χεριών Του ως την άλλη εκτείνονταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι για τους οποίους σταυρώθηκε και αναστήθηκε! Και σκέφτηκα πως αυτό είναι η Εκκλησία του Θεού… όλοι οι εν μετανοία άνθρωποι που πέρασαν και θα περάσουν ανά τους αιώνες και τώρα κι εμείς που αγωνιζόμαστε τον αγώνα τον Καλό ! Όλοι εμείς οι πληγωμένοι από την αμαρτία, όλοι εμείς που νοσούμε στην ψυχή καθώς είμαστε λαβωμένοι από τα πάθη μας!
Όλοι μας προστρέχουμε στο Δημιουργό και Ιατρό μας για να μας θεραπεύσει, να μας ανυψώσει και να μας θεώσει! Η Εκκλησία δεν είναι ορμητήριο αγίων, τέλειων και αψεγάδιαστων χριστιανών αλλά νοσοκομείο ψυχών, καταφύγιο πονεμένων και παγιδευμένων ανθρώπων που επιδιώκουν να γίνουν άγιοι ! ‘ Άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ Άγιος ειμί!’ [ Α’ Επιστ. Πέτρου]
Δυστυχώς υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι οι χριστιανοί πρέπει να μην είναι κάτι λιγότερο από άγιοι! Καραδοκούν στη γωνία, στην πτώση σου να σε επιτιμήσουν! Ο χριστιανός είναι ένας άνθρωπος που έχει συνειδητοποιήσει την αμαρτωλότητά του και την ατέλεια του και στρέφει όλη του την ύπαρξη στο Θεό για να ολοκληρωθεί, να ελευθερωθεί, να θεραπευθεί, να αναπαυθεί και εν τέλει να αγιασθεί!
Και όλοι εμείς που διάγουμε βίο πνευματικό, είμαστε αδέλφια, σύμμαχοι, συνοδοιπόροι στο δρόμο προς την Αιωνιότητα! Αυτό είναι η Εκκλησία… άνθρωποι που πιστεύουν στην Ανάσταση του Χριστού και ακολουθώντας το παράδειγμα Του, ανεβαίνουν κι αυτοί εσταυρωμένοι, ο καθένας το δικό του γολγοθά προσδοκώντας και τη δική του ανάσταση! Και παίρνει δύναμη ο ένας από τον άλλο και δίνει κουράγιο ο ένας στον άλλο και αν πέσεις θα σε σηκώσω και αν πέσω θα με σηκώσεις!
Αυτή η φιλαδελφία, αυτός ο παράλληλος βηματισμός και χτύπος της καρδιάς μας, συνθέτουν την Εκκλησία του Χριστού και αποτελούν τη Δόξα Του εδώ στη γη! (A.B.)


Δυστυχώς δεν έχω καταφέρει να πάω στο Άγιο Όρος ούτε να μιλήσω με άγιους Γέροντες που πολύς κόσμος αναζητά! Να πω την αλήθεια όμως δε μου λείπει και τόσο, όσο κι αν θαυμάζω το ασκητικό τους φρόνημα, τα θεόπνευστα λόγια τους και την αγάπη τους για το Χριστό μας! Μ’αξίωσε ο Κύριος να ζω πνευματικά σε μια ενορία με πολλούς αδελφούς, που για μένα είναι άγιοι. Μικροί ή μεγάλοι ο Κύριος το ξέρει! Όλοι μας, απ’το Δεσπότη μας και τους Γέροντες μέχρι και τον ‘τελευταίο’ πιστό, ανήκουμε στο ίδιο σώμα, στο Σώμα του Χριστού!
Αν σε κάποιον του έχει δοθεί αποστολή να είναι το μάτι και την φέρει εις πέρας, θα πάρει το μισθό του. Ομοίως και αυτός που έχει την αποστολή να είναι η βλεφαρίδα. Γι’αυτό δεν μπορεί το μάτι να υπερηφανεύεται στη βλεφαρίδα, ούτε η βλεφαρίδα να απογοητεύεται που δεν είναι μάτι! Αλλά όλοι να δοξολογούμε το Θεό που ανήκουμε σ’Αυτόν και να κάνουμε ό τι καλύτερο μπορούμε, συνεργαζόμενοι με αγάπη! Θαύμαζα και πάντα θα θαυμάζω την απόφαση του Αποστόλου Πέτρου να περπατήσει πάνω στα άγρια κύματα, για να είναι μαζί με τον Κύριο Του! Ομοίως θαυμάζω τους αδελφούς μου που δεν τους ξέρει σχεδόν κανείς και περπατούν πάνω στη φουρτουνιασμένη θάλασσα των παθών τους, των δυσκολιών του βίου τους και των δοκιμασιών που παραχωρεί ο Κύριος, για να είναι μαζί Του.
Θαυμάζω την απόφαση τους να ζουν εν παρθενία και αγνότητα, χωρίς προγαμιαίες σχέσεις, παρά την επιθυμία της σαρκός και τη νεότητα τους, σε έναν κόσμο που η αμαρτία είναι τόσο εύκολη και οι πειρασμοί τόσοι πολλοί! Που έχουν υπομονή και ελπίδα στο Χριστό για να κάνουν το θέλημα Του και όχι το θέλημα των γονιών και του κόσμου… Έχω σκουπίσει άγια δάκρυα αδελφών μου που απορρίφθηκαν επειδή ήταν ‘της Εκκλησίας’, και δεν ήθελαν προγαμιαίες σχέσεις. Ή που ήταν πράοι και ειρηνικοί και όχι ‘μάγκες’.
Θαυμάζω τα αδέλφια μου, που με τόσες δυσκολίες, παράλογα για τον κόσμο, φέρνουν στον κόσμο πολλά παιδιά, και τα ανατρέφουν χριστιανικά! Που αποφασίζουν να παντρευτούν χωρίς να τα έχουν όλα στρωμένα, αλλά έχουν στρώσει στην ψυχή τους χαλί να πατήσει ο Κύριος! Χαίρομαι που στην εργασία τους, δεν είναι της λογικής του ‘ ο θάνατος σου, η ζωή μου’, του ‘ φταίει ο άλλος’, της κολακείας για να ανέβουν σε υψηλές θέσεις, αλλά σκεπάζουν τις αδυναμίες των άλλων, και εργάζονται ευχόμενοι, σκληρά και ταπεινά και με υπομονή, γνωρίζοντας ότι για το Χριστό εργάζονται! Αγαλλιάζει η καρδιά μου που έχω δίπλα μου αδελφούς που όταν βλέπουν τον αδελφό τους να έχει πρόβλημα, θα τρέξουν δίπλα του να τον βοηθήσουν, να τον ακούσουν, να τον αγκαλιάσουν, ακόμη κι αν την προηγούμενη μέρα ήταν τσακωμένοι. Που επιλέγουν την αγάπη από τη λογική και το φόβο, την προσφορά από τη μνησικακία! Θαυμάζω και τιμώ τα αδέλφια μου που ενώ έχουν σοβαρότατα προβλήματα υγείας, έχουν πάντα το χαμόγελο στα χείλη και την ελπίδα στο Χριστό μας, που δεν το βάζουν κάτω ποτέ, ανθρώπους με σοβαρά ψυχικά τραύματα, να είναι εκεί, παρόντα ‘παρά τους πόδας του Ιησού’, στη Λειτουργία, στις ομιλίες, στις συγκεντρώσεις! Αδέλφια που έχασαν δικούς τους ανθρώπους, γονείς, συζύγους, παιδιά, και δεν κλονίστηκαν, αλλά αντίθετα έγιναν πιο δυνατοί.
Αδέλφια που αν και πέθαναν, είναι πιο ζωντανά από ποτέ! Ζήλευα τους Αποστόλους που έζησαν τρία χρόνια δίπλα στο Χριστό, τους αγωνιστές της πίστεως που πολεμούσαν τις αιρέσεις, τους μεγάλους Αββάδες του Γεροντικού… και να πω την αλήθεια ακόμη τους ζηλεύω, όπως ζηλεύω και όλους τους Αγίους! Όμως είναι μεγάλη παρηγοριά που σίγουρα θα τη ζήλευαν πολλοί να είμαι ανάμεσα σε τόσους αδελφούς που έχουν τις μικρές άγιες στιγμές τους!
Όλες αυτές τις στιγμές τις κρατώ μέσα στην καρδιά μου, σε ένα θησαυροφυλάκιο με την ετικέτα ‘ χαρά και ελπίδα’! Χαρά μου που τους γνώρισα και ελπίδα ότι ίσως κάποτε να τους μοιάσω έστω και λίγο…Μπορεί να μην έχω περπατήσει ακόμη στους Αγίους Τόπους αλλά δόξα τω Θεώ ‘περπάτησα’ πάνω σε αυτές τις άγιες καρδιές!  (Κ.Β.)


Ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους: “ὡς μὴ ἐρχομένου δέ μου πρὸς ὑμᾶς ἐφυσιώθησάν τινες·” ( Α’Κορ.4 , 18). Για ποιο λόγο υπερηφανεύτηκαν; Ο θείος απόστολος απουσίαζε πολύ καιρό και μεταξύ των χριστιανών της Κορίνθου έγινε αυτό που συνήθως γίνεται όταν το ποίμνιο μένει χωρίς καλό ποιμένα, όταν αφήνεται στην τύχη του.
Βρέθηκαν στο ποίμνιο του Χριστού άτομα που είχαν ξεχάσει την ταπείνωση, την πραότητα και την αγάπη, είχαν ξεχάσει όλα όσα δίδασκε ο Ποιμήν ο Καλός, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και άρχισαν να ακολουθούν τη δική τους λογική. Βρέθηκαν μεταξύ των Κορινθίων άνθρωποι που άρχισαν να κατηγορούν τον απόστολο Παύλο να λένε οτι δεν είναι δυνατός στο λόγο ,οτι δεν είναι καλός ομιλητής. Θεωρούσαν τον εαυτό τους καλύτερο από αυτόν και έλεγαν οτι έχει πολλά ελατώματα.Όλο και περισσότερο φούσκωναν από υπερηφάνεια.
“ἐλεύσομαι δὲ ταχέως πρὸς ὑμᾶς, ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ γνώσομαι οὐ τὸν λόγον τῶν πεφυσιωμένων, ἀλλὰ τὴν δύναμιν· οὐ γὰρ ἐν λόγῳ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿ἐν δυνάμει.” Α’ Κορ. 4.19 – 20) . Ο θείος Παύλος δοκιμάζει την καρδιά αυτών των υπερηφάνων, όχι από τα λόγια , αλλά από τη δύναμή τους.Λέει οτι θα δει αν υπάρχει στην καρδιά τους η δύναμη του Χριστού. Αν είναι κενά τα λόγια τους η έχουν δύναμη.
“οὐ γὰρ ἐν λόγῳ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿ἐν δυνάμει”.Ποιά είναι αυτή η Βασιλεία του Θεού για την οποία μιλάει; Είναι η Βασιλεία του Θεού η οποία υπάρχει μέσα μας, η οποία αποκαλύπτεται στην ψυχή κάθε γνήσιου χριστιανού ήδη εδώ στη γή και όχι μόνο μετά τη Φοβερά Κρίση του Κυρίου. Γι αυτή λοιπόν την Βασιλεία του Θεού μιλάει εδώ ο θείος απόστολος. Και αυτή η Βασιλεία του Θεού μέσα στην καρδιά μας “οὐ γὰρ ἐν λόγῳ… ἀλλ᾿ἐν δυνάμει”. Και αυτό σημαίνει οτι όχι από τα λόγια μας γίνεται φανερό αν μετέχουμε η όχι στη θεία και αιώνια ζωή αλλά από την πνευματική δύναμη. Και αν έχουμε η όχι αυτή τη δύναμη το δείχνει η ζωή μας, οι πράξεις μας.
Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι “ρήτορες” που φαίνονται δυνατοί εν λόγω, που με την ευγλωττία τους σαγηνεύουν τις καρδιές των ανθρώπων. Αλλά ποιών ανθρώπων; Αυτών που γοητεύονται από τα εξωτερικά σχήματα. Διότι μόνο σχήματα υπάρχουν στα λόγια τέτοιων “ρητόρων” , μόνο σχήματα και όχι δύναμη, η δύναμη δεν υπάρχει καθόλου.
Την δύναμή του, την γνήσια πνευματική δύναμη που μπαίνει βαθιά στην καρδιά των ανθρώπων, ο ανθρώπινος λόγος, την αποκτά με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Μόνο ο λόγος των ανθρώπων που ζουν εν Αγίω Πνεύματι έχει αυτή την αληθινή δύναμη που αιχμαλωτίζει την καρδιά αυτών που τον ακούνε. Είναι η δύναμη του Θεού, η δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Οι άνθρωποι όταν γίνονται μετοχοι αυτής της δύναμης αγιάζονται, αποκτούν καθαρή καρδιά, την αγάπη προς το καλό και την αλήθεια και μισούν το κακό και το ψεύδος. Μόνο στην καρδιά τέτοιων ανθρώπων αποκαλύπτεται η δύναμη του Θεού και η δύναμη του Αγιου Πνεύματος που κατοικεί μέσα τους.
Αυτή η δύναμη αιχμαλωτίζει την καρδιά των ανθρώπων. Μπορεί κανείς να είναι πάντα σιωπηλός, να μη μιλάει, να μην κυρήττει. Μπορεί να μην έχει την ικανότητα του λόγου και ταυτόχρονα να αγγίζει την καρδιά των ανθρώπων, να μπαίνει βαθιά μέσα της. Και χωρίς να έχουμε την ικανότητα του λόγου, μέσα στη σιωπή, αν οι πράξεις μας φανερώνουν την καλωσύνη μας, την ταπείνωση της καρδιάς, την δύναμη της πίστεως και την αγάπη, τότε εκπέμπουμε τέτοια ευωδία σαν το τριαντάφυλλο.
Το τριαντάφυλλο δεν μιλάει αλλά μοσχοβολάει δυνατά. Το ίδιο και εμείς πρέπει να μοσχοβολάμε, να εκπέμπουμε την πνευματική ευωδία, την ευωδία του Χριστού. Να ακούγεται από μακρυά το άρωμα των πράξεών μας,καλών, καθαρών, δίκαιων και γεμάτων αγάπη.Μόνο έτσι μπορεί να φανερωθεί η Βασιλεία του Θεού, η οποία υπάρχει μέσα στην καρδιά μας, να φανερωθεί όχι εν λόγων αλλά εν δυνάμει. Αμήν.
(πηγή : από το βιβλίο Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980) .Έκδοσις ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ)

Τις προάλλες διάβαζα ένα βιβλίο της γερόντισσας Γαβριηλίας και έλεγε πως αν δεν σπάσεις το εγώ και το αδειάσεις, πώς θα κάνεις χώρο να έρθει ο Θεός; Και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος [ Κατά Ιωάννην 3,30] μας λέει...΄Εκείνος πρέπει να αυξάνει, εγώ δε να ελαττώνομαι΄.Και σκεφτόμουν πως ο εγωισμός είναι από τα σημαντικότερα αναχώματα της συνεύρεσης μας με τον Κύριο! Ακούω πολλούς ανθρώπους να ρωτάνε πώς θα βρουν το Χριστό, πώς θα νιώσουν το Χριστό, πώς θα ακούσουν το Χριστό! Αν δεν γονατίσει η καρδιά μας, αν δεν ξεφουσκώσουμε την αλαζονεία, τον εγωισμό και την αυτοπεποίθηση μας, είναι απίθανο να συνευρεθούμε με το Θεό! Άγαπάτε, υπομένετε, παραβλέπετε, μην εξάπτεσθε, αλληλοσυγχωρείτε για να ομοιάσετε του Χριστού μας και να αξιωθείτε να είστε κοντά Του εις την Βασιλείαν Του΄.[ γέροντας Εφραίμ Φιλοθείτης]
Βέβαια η μετάβαση από την πεποίθηση στον εαυτό μας, στην πεποίθηση στο Θεό είναι συνήθως επώδυνη γιατί μας φέρνει σε διαμάχη με τα πάθη και τις αδυναμίες μας! Αχ! Και αυτά τα πάθη αντιστέκονται σθεναρά στην εξέλιξη μας!
Σε κοιτώ πάνω στο Σταυρό και βλέπω και τον κενό Σου Τάφο και η Αγάπη Σου με συγκλονίζει! Άφησες τη Δόξα Σου και ενανθρώπησες για μας! Η θυσία Σου με κινητοποιεί να θυσιάσω κι εγώ κάτι από τον εαυτό μου και όλον να Σου τον δώσω, να τον ακουμπήσω στα πόδια Σου, να τον κάνεις ό,τι θες! Να έρθεις μέσα μου, να φύγω εγώ! Τί είμαι άλλωστε εγώ χωρίς Εσένα; Μα δεν το έχω δει τόσα χρόνια; Όταν ήμουν άρρωστη με παρηγόρησες και με θεράπευσες, όταν οι σχέσεις μου νοσούσαν τις γιάτρεψες, όταν δεν είχα να φάω με τάισες, όταν δεν είχα ρούχα με έντυσες….
Στα σκοτάδια με φωτίζεις, στις θλίψεις με ανακουφίζεις, στις λύπες με κάνεις να χαμογελώ! Εσύ! Όλα Εσύ! Πριν μόνη μου βυθιζόμουν στα κύματα της ταραγμένης ζωής μου, τώρα μαζί Σου, απολαμβάνω τη διακριτική αύρα της Παρουσίας Σου!
Και όλα αυτά γιατί Σου έκανα χώρο να μπεις στην καρδιά μου, να μπεις στη ζωή μου! Δεν είναι παραχώρηση, δεν είναι υποχώρηση, δεν είναι ήττα η έλευση Σου στη ζωή μου! Είναι νίκη, γιατί είσαι ο Νικητής! Είναι ελευθερία, γιατί είσαι ο Λυτρωτής! Είναι έμπνευση, γιατί έστειλες το Πνεύμα το Άγιο! Είναι ελπίδα, γιατί είσαι η Ανάσταση!
Ας προσευχόμαστε καθημερινά να ζούμε κάθε μας στιγμή μέσα στην παρουσία του Θεού, να λιγοστεύουμε εμείς και να αυξάνει Εκείνος, γιατί αυτή η αναλογία θα μας οδηγήσει στη Βασιλεία των Ουρανών! Αμήν!


"Αν δεν γίνητε ως τα παιδία ου μη εισέλθητε εις τη Βασιλεία των Ουρανών"!
…Και κάπου εκεί στην εφηβεία, αντίο αθωότητα, αντίο ανεμελιά, αντίο ξεγνασιά! Και όσο προχωράει η ενηλικίωση αφήνουμε ολοένα και πιο πίσω το παιδί που έπαιζε με τις κούκλες και τα αυτοκινητάκια, που εξερευνούσε με τα γεμάτα αθωότητα μάτια του τα πάντα γύρω του, που με το γέλιο του γέμιζε το σπίτι χαρά!
Τώρα, βάρυναν οι ώμοι από τα προβλήματα, βάρυνε η καρδιά από το άγχος, έφυγε το χαμόγελο από τα χείλη, έφυγε η αθωότητα από το βλέμμα! Ενήλικες… άνθρωποι κουρασμένοι, θλιμμένοι, αγχωμένοι, ζούμε με χιλιάδες νευρώσεις και την αγωνία του σήμερα και του αύριο! Με μια καρδιά που ασφυκτιά μέσα στα προβλήματα της καθημερινότητας και που έχει ξεχάσει πλέον να χτυπά στο ρυθμό της χαμένης παιδικότητας!
Οι μέριμνες πήραν τη θέση του παιχνιδιού, οι υποχρεώσεις δεν αφήνουν χρόνο για ονειροπόληση και φαντασία, οι γρήγοροι ρυθμοί δεν επιτρέπουν την αναπόληση των παιδικών χρόνων και την ενθύμηση της ύπαρξης κάποτε ενός παιδιού που ήταν πολύ χαρούμενο και ειρηνικό, ενός παιδιού που στην πορεία της ζωής το ξεχάσαμε κάπου εκεί βαθιά μέσα μας και δεν ασχοληθήκαμε ποτέ ξανά μαζί του!
Κι όμως, αυτό το παιδί υπάρχει ακόμα εκεί! Ας γυρίσουμε πίσω να το ξαναβρούμε!
Ας ψάξουμε μέσα στην καρδιά μας να το ανακαλύψουμε! Και τότε θα πούμε ‘Γιατί άφησα να μεγαλώσω; Πώς ξεγελάστηκα;’ Αυτό το παιδί θα μας διασφαλίσει τη χαρά, την ειρήνη, την ισορροπία… αυτό το παιδί θα μας οδηγήσει και θα μας συνδέσει με το Χριστό! Να είμαστε παιδιά όλη μας τη ζωή! Τι ευτυχία! Φοβερή κατάκτηση στον αδυσώπητο αιώνα τούτο που κατασπαράζει κάθε τι αγνό, φωτεινό και αθώο!
Να είμαστε παιδιά στην καρδιά, όχι στο μυαλό! Αθώοι, όχι χαζοί… ανέμελοι, όχι αναίσθητοι… απλοί, όχι αφελείς… χαρωποί, όχι χαζοχαρούμενοι… ταπεινοί, όχι ταπεινολόγοι… με πίστη απλή και άδολη, με φως να αντανακλά στο πρόσωπο, με διάθεση και κέφι για ζωή!
Κι εμείς οι χριστιανοί οφείλουμε να αναζητήσουμε και να αφυπνίσουμε το παιδί που υπάρχει μέσα μας και έτσι με μια καρδιά γεμάτη φως, ελπίδα, πίστη και χαρά να αντανακλούμε τον Αναστημένο Χριστό γιατί τελικά αυτό το παιδί που ο καθένας έχει μέσα του μπορεί να ακούσει το Χριστό!
‘Αφήστε τα παιδιά να έρχονται σε Μένα και μην τα σταματάτε, επειδή η Βασιλεία του Θεού ανήκει σε εκείνους που μοιάζουν με αυτά!’

(Α.Β)

katafigioti

lifecoaching