ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ησαΐου 7,14 διὰ τοῦτο(1) δώσει Κύριος αὐτὸς(2) ὑμῖν(3) σημεῖον(4)· ἰδοὺ(5) ἡ παρθένος(6) ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσεις(7) τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ(8)·(=Δια τούτο θα δώσει ο ίδιος ο Κύριος εις σας σημείο, θαύμα μέγα και καταπληκτικό. Ιδού, η παρθένος θα συλλάβει υπερφυσικώς και θα γεννήσει υιό και το όνομα του υιού της αυτού θα είναι Εμμανουήλ, που σημαίνει ο Θεός μαζί μας).
(1) «Επειδή ο Άχαζ αρνήθηκε να δεχτεί την πρόταση του προφήτη» (Μπρατσιώτης Π).
«Διότι έπρεπε μεν να συνετιστεί ο Άχαζ… και να ζητήσει το θαύμα είτε στο βάθος της γης είτε στο ύψος του ουρανού. Επειδή όμως θεώρησε τον εαυτό του ανάξιο, διότι δεν ήταν ασκημένος στο να ζητάει μεγάλα και ουράνια θαύματα, για αυτό λέει, θα δώσει ο Κύριος…» (Βασίλειος Μέγας).
(2) «Ο ίδιος, δηλαδή, με τη δική του θέληση, χωρίς να του το ζητήσετε και παρά τη θέλησή σας» (Μπρατσιώτης Π). Αυτός· «δεν δίνει μέσω κάποιου υπηρέτη και βοηθού και λειτουργού, αλλά ο ίδιος από μόνος του, για να δηλωθεί από αυτό το μέγεθος αυτού που δίνεται» (Βασίλειος Μέγας).
(3) «Δίνεται, αλλά όχι πλέον μόνο στον Άχαζ, αλλά σε όλο τον οίκο του Δαβίδ» (Βασίλειος Μέγας).
(4) «Το θαύμα πρέπει να ξεπερνά την κοινή σειρά των πραγμάτων και να υπερβαίνει τη φυσική συνήθεια, και να είναι ασυνήθιστο και παράδοξο, ώστε να γίνεται αποδεκτό από τον κάθε θεατή και ακροατή. Διότι για αυτό λέγεται και σημείο, για το ότι είναι κάτι το διακριτικό και εντυπωσιακό. Διακριτικό όμως δεν θα μπορούσε να είναι, αν συνέβαινε να καλυφθεί ερχόμενο σε ανάμιξη με άλλα πράγματα. Επομένως, εάν ο λόγος ήταν για γυναίκα που θα γεννούσε σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, για ποιό λόγο ονομάζει θαύμα αυτό που συμβαίνει καθημερινά;» (Χρυσόστομος). «Κανείς δεν ονομάζει θαύμα αυτό που γίνεται κάθε ημέρα. Διότι αν η γέννα δεν είναι από παρθενία αλλά από γάμο, πώς αυτό που συμβαδίζει με τη φύση ονομάζεται θαύμα;» (Θεοδώρητος).
(5) Ότι πρόκειται για κάποιο έκτακτο σημάδι, δηλαδή θαύμα, τεκμηριώνεται και από την επίσημη εισαγωγή της επόμενης προφητείας με το «ιδού»» (Μπρατσιώτης Π). «Αυτό είναι αληθινά θαύμα σε βάθος και σε ύψος» (Θεοδώρητος).
(6) «Εναντιώνονται οι Ιουδαίοι στην έκδοση των Ο΄(μετάφραση των 70) λέγοντας ότι δεν γράφει το εβραϊκό κείμενο το «η παρθένος» αλλά «η νέα», ισχυριζόμενοι ότι μπορεί να ονομαστεί νέα αυτή που έχει νεαρή ηλικία και όχι η γυναίκα που δεν έχει πείρα γάμου» (Βασίλειος Μέγας).
«Διότι νομίζουν, ότι είναι δυνατόν να χάσει τη δύναμή του το μυστήριο, αν λέει «νέα» και όχι μάλλον «παρθένος»» (Κύριλλος Αλεξανδρείας). Στο Εβραϊκό δηλαδή κείμενο υπάρχει η λέξη άλμα, το οποίο οι Ακύλας, Σύμμαχος και Θεοδοτίων μετάφρασαν «νέα», και τόσο οι Ιουδαίοι που απίστησαν, όσο και πολλοί από τους νεώτερους ορθολογιστές θεώρησαν τη λέξη ότι σημαίνει απλώς νεαρή γυναίκα που συνέλαβε στην κοιλιά της σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους.
«Προς τους οποίους η απάντηση είναι εύκολη και βγαίνει από μόνη της… Ότι με τη λέξη «νέα» ονομάστηκαν ιδίως οι παρθένες, είναι φανερό από όσα λέγονται ως εξής στο Δευτερονόμιο (κβ 25-27)· «Εάν ένας άνδρας συναντήσει στην ύπαιθρο κόρη μνηστευμένη και χρησιμοποιών βία κοιμηθεί μαζί της, θα φονεύσετε μόνον τον άνδρα, που εκοιμήθη με αυτήν. Στη νέα δεν θα επιβάλετε καμία τιμωρία. Δεν διέπραξε αυτή αμάρτημα συνεπαγόμενο το θάνατον·… φώναξε εκείνη, αλλά δεν υπήρχε κανείς να σπεύσει σε βοήθειά της». Αυτή λοιπόν που φώναξε, εννοείται ότι πριν το βιασμό ήταν παρθένα. Είναι λοιπόν το ίδιο το να πούμε φώναξε η παρθένα και φώναξε η νέα. Και στο Γ΄ Βασιλειών (α 3,4) η Σωμανίτιδα, που φρόντιζε τον Δαβίδ, ενώ ήταν παρθένα και δεν είχε πείρα άνδρα, ονομάζεται «νέα»» (Βασίλειος Μέγας).
Έπειτα και η προσθήκη του άρθρου αποκλείει, ότι πρόκειται για μία από τις πολλές νεαρές γυναίκες. «Για αυτόν το λόγο λοιπόν, και όταν άρχισε τη φράση, δεν είπε «να παρθένα», αλλά «να η παρθένα», υπαινισσόμενος με την προσθήκη του άρθρου ότι από όλους αυτή θα είναι μία κάποια τελείως ξεχωριστή και μοναδική παρθένα» (Χρυσόστομος).
«Διότι αν θαύμα είναι η παρουσίαση κάποιου πράγματος τεράστιου που αλλάζει την κοινή συνήθεια των ανθρώπων, τι θαυμαστό ήταν, μία γυναίκα από τις πολλές που συγκατοικούσε με άνδρα, να γίνει μητέρα παιδιού; Και πώς, επιπλέον, αυτό που γεννήθηκε από θέλημα σαρκικό θα μπορούσε να ονομαστεί Εμμανουήλ (=ο Θεός είναι μαζί μας);» (Βασίλειος Μέγας).
«Ήδη οι Ο΄(70 μεταφραστές), των οποίων η ερμηνεία είναι η πιο παλαιά, ερμηνεύοντας το χωρίο με χριστολογική έννοια, μετέφρασαν κατάλληλα το άλμα με το παρθένος, ενώ στο παιδί είδαν διορατικά στους στίχους 15,16 υπερφυσικές ιδιότητες. Η χριστιανική λοιπόν Εκκλησία πίστεψε από παλαιά, ότι στο παρόν χωρίο πρόκειται για τη γέννηση του Ιησού Χριστού από το Άγιο Πνεύμα και την Παρθένο Μαρία, για τον υπερφυσικό τρόπο της σύλληψης του οποίου πληροφορούμαστε από το ευαγγέλιο του Λουκά (α 35 δες Ματθ. α 18 και εξής) και την πίστη αυτή συμμερίζεται και μέχρι σήμερα η πιστή θεολογική ερμηνεία του χωρίου. Ήδη επίσης και ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυρας (+165;) κατηγορεί τους συγχρόνους του Ιουδαίους, ότι διαστρέφουν το σημαντικότατο αυτό χριστολογικό χωρίο και εξηγούν το άλμα με το «νέα» (Διάλογος προς Τρύφωνα 71,120. Δες και Ειρηναίου ΙΙΙ 21,5) (Μπρατσιώτης Π).
(7) «Η προφητεία προστάζει τον οίκο του Δαβίδ να ονομάσει Εμμανουήλ αυτόν που θα γεννηθεί από την Παρθένο. Εσύ, δηλαδή, ο ίδιος, ο οίκος του Δαβίδ, που είσαι τώρα παρών μαζί με τον προφήτη και ακούς τα λόγια του, αυτόν που προφητεύεται θα τον ονομάσεις Εμμανουήλ» (Ευσέβιος Καισαρείας).
(8) «Απέδωσε σε αυτόν το όνομα από τα όσα συνέβησαν σε αυτόν. Διότι τότε κατεξοχήν ο Θεός ήταν μαζί μας, όταν φανερώθηκε στη γη, συναναστράφηκε τους ανθρώπους και έδειξε τη μεγάλη του φροντίδα για εμάς. Διότι δεν ήρθε κοντά μας άγγελος, ούτε αρχάγγελος, αλλά ο ίδιος ο Κύριος, αφού κατέβηκε από τον ουρανό, ανέλαβε όλη τη διόρθωσή μας, συνομιλώντας με τις πόρνες, συντρώγοντας με τους τελώνες, μπαίνοντας στα σπίτια των αμαρτωλών, δίνοντας παρρησία στους ληστές, προσελκύοντας κοντά του μάγους, τα πάντα κάνοντας και διορθώνοντας, και την ίδια τη φύση του ανθρώπου ενώνοντας με τον εαυτό του» (Χρυσόστομος).
«Δηλώνει το όνομα τον Θεό που είναι μαζί μας, τον Θεό που έγινε άνθρωπος, τον Θεό που πήρε την ανθρώπινη φύση, τον Θεό που ενώθηκε με αυτήν, τη φύση στην οποία αναγνωρίζουμε στο πρόσωπο του ενός υιού τη μορφή του Θεού και τη μορφή του δούλου» (Θεοδώρητος).
«Ο Εμμανουήλ είναι ορισμένο πρόσωπο και μάλιστα τελείως εξαιρετικό και υπερφυσικό, αφού στο κεφ. η 8 παρουσιάζεται ως κυρίαρχος της γης του Ιούδα, το οποίο θα μπορούσε να λεχθεί μόνο, αν ο Εμμανουήλ νοείται ως ο Μεσσίας που κατάγεται από τον Δαβίδ. Επιπλέον στην προφητεία κεφ. θ 1-6, η οποία ανήκει επίσης στο λεγόμενο «βιβλίο του Εμμανουήλ», γίνεται λόγος για το παιδί-σωτήρα από τον οίκο Δαβίδ, το οποίο χαρακτηρίζεται αυτό το ίδιο ως «Θεός ισχυρός», «πατέρας του μελλοντικού αιώνα» και «αιώνιος» και δεν είναι άλλο παρά ο από τον οίκο του Δαβίδ προφητευμένος Εμμανουήλ (=ο Θεός είναι μαζί μας). Ο Εμμανουήλ λοιπόν δεν είναι δυνατόν να είναι κάποιος άλλος παρά μόνο ο Μεσσίας» (Μπρατσιώτης Π.)

(Π.Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις στον Ησαΐαν σελ. 103-104,εκδ. ο Σωτήρ, μετάφραση στη νεοελληνική π. Νικόλαος Πουλάδας)

(Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος: Λόγος προς τον ηγούμενο Λεόντιο, για τους αγίους Πατέρες της Σκήτης και για την διάκριση. Φιλοκαλία τόμος Α΄)

«Θυμάμαι ότι κάποτε, όταν ήμουν νέος, πήγα στα μέρη της Θηβαΐδας, όπου έμενε ο μακάριος Αντώνιος. Είχαν μαζευτεί γέροντες κοντά του και συζητούσαν για την τελειότητα της αρετής, ποια άραγε να είναι η μεγαλύτερη από τις αρετές που μπορεί να προφυλάξει το μοναχό από τα δίχτυα του διαβόλου και την απάτη του χωρίς να βλαφτεί. Ο καθένας λοιπόν όπως το σκεφτόταν ο νους του, έλεγε τη γνώμη του.
Και άλλοι έλεγαν, η νηστεία και η αγρυπνία, γιατί με τις αρετές αυτές ο νους γίνεται πιο λεπτός και έρχεται η αγνότητα και μπορεί έτσι κανείς να πλησιάζει ευκολότερα τον Θεό. Άλλοι έλεγαν, η ακτημοσύνη και η καταφρόνηση των πραγμάτων που έχει κανείς δικά του, γιατί έτσι η διάνοια ελευθερώνεται από τα πολύπλοκα σχοινιά της κοσμικής φροντίδας και μπορεί ευκολότερα να προσεγγίζει το Θεό.
Άλλοι προτίμησαν την αρετή της ελεημοσύνης, γιατί ο Κύριος λέει στα Ευαγγέλια: “Ελάτε οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήσετε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τον καιρό της δημιουργίας του κόσμου, γιατί πείνασα και μου δώσατε φαγητό κλπ.”(77). Και ο καθένας έλεγε με αυτό το τρόπο διάφορες αρετές, με τις οποίες κατά τη γνώμη του μπορούσε να προσεγγίσει ο άνθρωπος το Θεό, και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας με τη συζήτηση αυτή.

Τελευταίος από όλους αποκρίθηκε ο μακάριος Αντώνιος:

«Όλα αυτά που είπατε, και αναγκαία είναι και συμφέροντα για εκείνους που ζητούν τον Θεό και επιθυμούν να έρθουν σ’ Αυτόν. Αλλά δεν μας επιτρέπεται να δώσομε σ’ αυτές τις αρετές τα πρωτεία, επειδή έχομε δει πολλούς που έκαναν μεγάλες νηστείες και αγρυπνίες και αποτραβήχτηκαν στην έρημο, και είχαν τέλεια ακτημοσύνη, ώστε μηδέ την καθημερινή τροφή τους να κρατούν για τον εαυτό τους, και την ελεημοσύνη κατόρθωσαν τόσο πολύ, ώστε να μην φτάνουν τα υπάρχοντά τους για να δώσουν. Και ύστερα ξέπεσαν αξιολύπητα από την αρετή και γλύστρησαν στην κακία.

Ποιο λοιπόν είναι εκείνο που τους έκανε να πλανηθούν από τον ίσιο δρόμο; Όχι τίποτε άλλο, κατά το δικό μου συμπέρασμα και τη γνώμη μου, παρά το ότι δεν είχαν το χάρισμα της διακρίσεως. Γιατί η διάκριση διδάσκει τον άνθρωπο ν’ αφήνει τις υπερβολές κι από τα δύο μέρη και να βαδίζει το βασιλικό δρόμο. Και ούτε επιτρέπει με την άμετρη εγκράτεια να εξαπατάται κανείς από τα δεξιά, ούτε πάλι να σέρνεται στην αδιαφορία και χαλαρότητα από τ’ αριστερά. Και είναι η διάκριση ένα μάτι της ψυχής και λυχνάρι, κατά το Ευαγγέλιο που λέει: “Το λυχνάρι του σώματος είναι το μάτι. Αν λοιπόν το μάτι σου γίνει απλό, θα είναι φωτεινό όλο το σώμα σου. Αν όμως το μάτι σου είναι σκοτεινό, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό”(78).

Έτσι έχει το πράγμα. Επειδή η διάκριση, αφού εξετάσει όλες τις σκέψεις και τις πράξεις του ανθρώπου, διακρίνει και ξεχωρίζει κάθε τι κακό και μη αρεστό στο Θεό και απομακρύνει την πλάνη. Κι αυτό μπορεί να το μάθει κανείς και από τα εξιστορούμενα στις ιερές Γραφές. Ο Σαούλ που σ’ αυτόν πρώτο εμπιστεύτηκε ο Θεός τη βασιλεία του Ισραήλ(79), επειδή δεν είχε αυτό το μάτι της διακρίσεως, σκοτίσθηκε η διάνοιά του και δεν μπόρεσε να διακρίνει ότι από το να προσφέρει θυσία, ήταν πιο αρεστό στο Θεό να υπακούσει στην παραγγελία του Αγίου Σαμουήλ. Και από εκείνο που νόμιζε ότι λατρεύει το Θεό, από αυτό έσφαλλε και διώχτηκε από τη βασιλεία. Αυτό δεν θα το πάθαινε αν είχε το φως της διακρίσεως μέσα του.

Αυτή την αρετή και ο Απόστολος την ονομάζει ήλιο, λέγοντας: «Ας μη βασιλεύει ο ήλιος και σας αφήνει οργισμένους”(80). Αυτή λέγεται και κυβέρνηση της ζωής μας, σύμφωνα με το γραμμένο: “Όσοι δεν έχουν κυβέρνηση, πέφτουν όπως τα φύλλα”(81). Αυτή ονομάζεται και προσεκτική σκέψη από τη Γραφή, και χωρίς αυτήν, διδασκόμαστε από την Γραφή να μην κάνομε τίποτε, έτσι ώστε και το πνευματικό κρασί το οποίο ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου(82) δεν επιτρέπεται να το πίνει κανείς χωρίς διάκριση, σύμφωνα με το ρητό: “Να πίνεις το κρασί με προσοχή”(83), και “Πόλη κατασκαμμένη και ατείχιστη είναι ο άνθρωπος που δεν ενεργεί σε όλα με προσεκτική σκέψη”(84).

Με τη διάκριση συγκροτείται η σοφία, η νόηση και η εσωτερική αίσθηση, χωρίς τα οποία ούτε το εσωτερικό μας σπίτι μπορεί να χτιστεί, ούτε ο πνευματικός πλούτος να μαζευτεί, σύμφωνα με το ρητό: “Με τη σοφία χτίζεται το σπίτι, με τη σύνεση ψηλώνει και με τη φρόνηση γεμίζουν πλούτη οι αποθήκες”(85). Αυτή λέγεται και στέρεη τροφή εκείνων που από την άσκηση και συνήθεια έχουν γυμνασμένα τα πνευματικά αισθητήρια και διακρίνουν εύκολα μεταξύ του καλού και του κακού(86).

Από αυτά αποδεικνύεται φανερά ότι χωρίς το χάρισμα της διακρίσεως δεν συγκροτείται αρετή ή δε μένει σταθερή μέχρι το τέλος, επειδή η διάκριση είναι μητέρα και φύλακας όλων των αρετών.

Αυτή ήταν η γνώμη του Αντωνίου, με την οποία συμφώνησαν οι λοιποί πατέρες».

77. Ματθ. 25, 35.
78. Ματθ. 6, 22.
79. Α΄ Βασιλ. 5, 17-23.
80. Εφ. 4, 26.
81. Παροιμ. 11, 14.
82. Ψαλμ. 103, 15.
83. Παροιμ. 24, 33.
84. Παροιμ. 25, 28.
85. Παροιμ. 24, 4.
86. Εβρ. 5, 14.

Η Γέννησης του Χριστού, το μέγα αυτό γεγονός της ιστορίας του κόσμου, γιορτάζεται από την Αγία Ορθόδοξο Εκκλησία με δοξολογία και κατάνυξη, που θαυμαστά εκφράζονται στην ηδυμελή υμνογραφία και την ειρηνόχυτο εικονογραφία. 

Έτσι μέσα στο χώρο της Εκκλησίας ο απλός ορθόδοξος χριστιανός ζει το μυστήριο της σαρκώσεως με τις αισθήσεις του, που μεταμορφώνονται, για να γίνουν μέσα κοινωνίας με το άρρητο. Προσκυνώντας την εικόνα της Γεννήσεως «βλέπει» με τα μάτια του τη θεολογία της Σαρκώσεως και αισθάνεται την ευφροσύνη της ενανθρωπήσεως. Αλλά και ο άγευστος πνευματικής ζωής μελετητής, μπορεί κι' από αυτήν και μόνο την εικόνα ν' αντιληφθεί το πνευματικό μεγαλείο, το μυστικό βάθος και το αισθητικό κάλλος της Ορθοδόξου τέχνης, που συνήθως τη λέμε βυζαντινή.
Την εικόνα της Γεννήσεως στην ολοκληρωμένη της μορφή τη βρίσκουμε κυρίως στους έπειτα από την εικονομαχία χρόνους. Στην Ελλάδα μας έχουν σωθεί δύο εκκλησίες του 11ου αι., καθολικά άλλοτε των Μοναστηριών του Οσ. Λουκά και του Δαφνιού, που στα ψηφιδωτά τους βλέπουμε την παράσταση της Γεννήσεως στην αυθεντικώτερή της μορφή. Ας συνοψίσουμε τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα.
Το κεντρικό τμήμα καταλαμβάνει βουνό «βραχώδες, αλλ' εύχαρι και φωτεινόχρωμο», που στην κοιλιά του ανοίγεται σκοτεινόχρωμο σπήλαιο και μέσα φάτνη με τον νήπιο Χριστό εσπαργανωμένο, ενώ η Παναγία - Μητέρα του είναι στο πλάι ξαπλωμένη πάνω σ' ένα στρώμα. Άλλοτε εικονίζεται καθισμένη ή γονατιστή. Πίσω από τη φάτνη προβάλλουν τα κεφάλια τους δύο αγαθά ζώα, βόδι και ονάριο ζεσταίνοντας το θείο Βρέφος με την αναπνοή τους. Έξω από το σπήλαιο, στο κάτω άκρο της εικόνας, κάθεται συλλογισμένος ο Ιωσήφ έχοντας ίσως ακόμη το σαράκι της αμφιβολίας μέσα του. Στην άλλη άκρη της εικόνας παριστάνεται το πρώτο λουτρό, που έκανε η μαία Σαλώμη στο Νεογέννητο.
Δεξιά κι' αριστερά από το βουνό άγγελοι προσκυνούν και δοξολογούν το Χριστό ή φέρνουν στους ποιμένες, που ξενυχτούν, το χαροποιό άγγελμα. Ένα τσοπανόπουλο κάθεται διπλοποδισμένο παίζοντας φλογέρα. Ζωγραφίζονται ακόμη και άλλοι τσοπάνοι με τα κοπάδια τους. Από την άλλη άκρη έρχονται ντυμένοι με τις εξωτικές τους φορεσιές οι τρεις Μάγοι κομίζοντας τα βασιλικά τους δώρα. Ο λαμπρός αστέρας, που τους οδηγούσε, έχει σταθεί πάνω από το σπήλαιο, «ωσάν δροσοσταλίδα κρεμάμενη άνωθεν της κεφαλής του Χριστού», όπως γράφει ο μακαριστός Φώτης Κόντογλου. Ο ίδιος αγιογράφος - συγγραφέας ολοκληρώνει την περιγραφή της παραστάσεως με τη λιτή φύση, που τη στολίζει: «Άγρια πρινάρια και ευώδη χόρτα, μυρσίνες, θυμάρια και αλλά στολίζουν ταπεινά τους βράχους, όπως τα βλέπει κανένας εις τα ευλογημένα βουνά της πατρίδος μας».
Είπαμε στην αρχή, ότι η εικόνα φανερώνει τη θεολογία, τον πνευματικό χαρακτήρα της Γεννήσεως. και πριν να δούμε το καθένα στοιχείο της συνθέσεως τί συμβολικά αποκαλύπτει, ας δούμε ολόκληρη τη σύνθεση μαζί και την τεχνοτροπία της. Η σύνθεση στοιχείων από την ιστορική πραγματικότητα (βουνό, σπήλαιο, φάτνη, κ.λ.π.) με το πνευματικό στοιχείο του Ουρανού, που συμβολίζει το χρυσό βάθος της εικόνας, καθώς και ο αντιρεαλιστικός δισδιάστατος χαρακτήρας της ζωγραφικής μας δίνουν οπτικά τη σύνθεση του γήινου και του θείου, την ένωση του ανθρωπίνου και του θείου. Και αυτό γιατί ούτε ανθρωποποιεί την παράσταση σαν μια παχυλή ειδωλοποίηση στον καθρέφτη, ούτε αφαιρεί την ιστορικότητα των γήινων στοιχείων και συστατικών, αλλά τα μεταμορφώνει. Η σύνθεση ακολουθεί περισσότερο — στις λεπτομέρειες ιδίως — την υμνογραφική παράδοση, που έχει σχέση με τα λεγόμενα Απόκρυφα Ευαγγέλια. Έτσι ζωγραφίζεται σπήλαιο σκοτεινόχρωμο, σαν τη σκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου, όπου λάμπει κατάλευκο το εσπαργανωμένο Βρέφος.
Στη Δυτική ζωγραφική ο μικρός Χριστός εικονίζεται γυμνός, ενώ το Ευαγγέλιο σαφώς μας λέει «και σπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη» (Λουκ. Β' 6).
Τα δύο ζωντανά μας υπενθυμίζουν κάθε φορά που προσκυνούμε την εικόνα ότι «Έγνω βους τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του Κυρίου αυτού, Ισραήλ δε με ουκ έγνω και ο λαός μου ου συνήκεν» ( Ησαΐας Α', 3).
Την κεντρική θέση στη σύνθεση κατέχει μαζί με το Χριστό η Παναγία και έχει κανείς την εντύπωση, ότι αποτελούν τον κεντρικό κύκλο δείχνοντας τη σημασία της Παναγίας στο σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου, αλλά και δια της Παναγίας τονίζεται η σημασία του ανθρωπίνου γένους και η συμβολή του στη θεία συγκατάβαση. Ο Ιωσήφ μένει έξω από το κύκλωμα αυτό. Έτσι αμέσως με την πρώτη ματιά συνειδητοποιεί ο πιστός ότι άνανδρος η σύλληψις, και ο 'Ιωσήφ, καθώς μάλιστα κάθεται συλλογισμένος, επιβεβαιώνει με την άγνοια του, αλλά και την αμφιβολία του το μέγα μυστήριον. Ένα τροπάριο της Εκκλησίας θαρρείς ότι υπομνηματίζει αυτήν την αμφιβολία:
«Τάδε λέγει Ιωσήφ προς την Παρθένον Μαρία, τι το δράμα τούτο, ο έν σοι τεθέαμαι; Απορώ και εξίσταμαι και τον νουν καταπλήττομαι.... ουκ έτι φέρω λοιπόν, το όνειδος ανθρώπων...».
Η σκεπτική στάση του Ιωσήφ δίνει κουράγιο σ' όσους ταλαιπωρούνται από λογισμούς αμφιβολίας, όσον άφορα τη μυστηριακή Γέννηση. Όσοι δεν μπορούν να δεχτούν με απλή καρδιά, το μήνυμα του Ευαγγελίου, όπως οι καλόκαρδοι ποιμένες, ελπίζουν στο έλεος του Θεού για την υπέρβαση των αμφιβολιών και των διαφόρων δεινών λογισμών. Γιατί σε άλλο τροπάριο ο Ιωσήφ θα δώσει την απάντηση:
«Εγώ, φησί, τους προφητας ερευνήσας και χρηματισθείς υπό αγγέλου πέπεισμαι ότι Θεόν γεννήσει η Μαρία ανερμηνεύτως».
Οι Μάγοι — σοφοί και καλοπροαίρετοι αναζητητές της αλήθειας του καιρού τους γίνονται εδώ εκπρόσωποι όλων όσων ψάχνουν και πορεύονται δρόμους μακρυνούς, για να βρουν την ένσαρκο αλήθεια, που είναι ο τεχθείς Χριστός.
Μένει ακόμα η τρυφερή λεπτομέρεια του πρώτου λουτρού του Βρέφους. Ίσως παραξενεύει καμιά φορά τους πιστούς η σκηνή αυτή, αλλά η Παράδοση τη δέχεται ήδη από τον 6ον αι. μέχρι σήμερα με σποραδικές εξαιρέσεις. Στο τρυφερό αυτό γεγονός, εκτός από μία οικειότητα, που προσδίδουν στην εικόνα ορισμένοι θεολόγοι, βλέπουν μιαν ακόμη επίρρωση στην πίστη της σαρκώσεως και ενανθρωπήσεως του Λόγου. Κι' ακόμη με το βύθισμα στο λουτρό πιστεύουν ότι προεικονίζεται η Βάπτισις του Κυρίου.
Αν κάνουμε μια σύγκριση με την εικονογραφία στη Δύση, ιδίως μετά από την Αναγέννηση, θα βρούμε αρκετές διαφορές, που μερικές σημαίνουν τη διαφορά του πνεύματος ανάμεσα στις δυο παραδόσεις. το σπήλαιο γίνεται ένας στάβλος ιδωμένος με ρομαντική ματιά, που όλο και τον εξωραΐζει. Η Παναγία είναι μια όμορφη χωριατοπούλα και ο Χριστός ένα χαριτωμένο παχουλό μωρό, που εικονίζεται μάλιστα γυμνό. Ο Ιωσήφ παίρνει θέση δίπλα στο Βρέφος, ισάξια με την Παναγία. Η προσκύνηση των Μάγων μετατρέπεται σε μια πολυπρόσωπη παρέλαση της αριστοκρατίας του καιρού του ζωγράφου. Ο συναισθηματισμός με τις ρομαντικές προεκτάσεις του και κάποτε τις κλασσικιστικές αναμνήσεις του παραμερίζει το Μυστήριο μεταλλάσσοντας τη συμβολική απεικόνιση του αρρήτου αυτού μυστηρίου σε ωραία καταγραφή ενός μυθικό - ιστορικού γεγονότος μέσα στα πλαίσια της Ουμανιστικής αμορφίας και της καλομελετημένης αρμονίας.
Επιστρέφοντας στην Ορθόδοξη Εικόνα της Γεννήσεως βλέπουμε πράγματα, που ξεπερνούν τη λογική και την καλοστημένη τάξη. Βλέπουμε πράγματα για την κρίση μας παράδοξα.
Χριστός π.χ. να εικονίζεται στη φάτνη και συγχρόνως και στο λουτρό. Οι Μάγοι να παριστάνονται δύο φορές.
Το χρόνο ο ορθόδοξος ζωγράφος τον χρησιμοποιεί ελεύθερα, γιατί ο Χριστός είναι έξω από το χρόνο. Γιατί κι' αν σαρκώθηκε και γεννήθηκε σε μια ιστορική στιγμή, δεν παύει να είναι χτες και σήμερα και αύριο ο Ιδιος. Αυτή την υπέρβαση του χρόνου, το λειτουργικό χρόνο, όπου τα πάντα είναι παρόν, μας παρουσιάζει με τα μέσα της η ζωγραφική.
Η ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως μορφοποιεί τη θεολογία της Εκκλησίας, βρίσκοντας το μέτρο ανάμεσα στο θεϊκό και το ανθρώπινο, δοξολογεί με χρώματα και σχήματα, με τρυφερότητα, αλλά χωρίς γλυκερότητα, την ενανθρώπηση και προσφέρει στον πιστό την πύλη για την είσοδο στο Μυστήριο, αλλά και την αισθητική χαρά και ευφροσύνη της αληθινής τέχνης. (ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΕΥΧΟΥΣ19 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1986)

Η εικόνα της Γεννήσεως και η «άλλη αίσθηση» του χρόνου
Η ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως μορφοποιεί την διδασκαλία της Εκκλησίας κρατώντας όλο το θεολογικό βάθος της, καθώς βρήκε στην έκφραση το μέτρο ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο.
Με την ταυτόχρονη αναπαράσταση μέσα στην ίδια σύνθεση γεγονότων μέσα στην ίδια σύνθεση γεγονότων που διαφέρουν μεταξύ τους χρονικά (π.χ. ο Χριστός στην φάτνη και την ίδια ώρα στο λουτρό, οι Μάγοι που οδεύουν ακολουθώντας τον αστέρα και συγχρόνως προσκυνούν το Χριστό κλπ.) που σημαίνει απελευθέρωση από την αντίληψη του χρόνου σαν ροής και διαδοχής, δίνεται μια άλλη άισθηση του χρόνου που τα αντιμετωπίζει όλα σαν παρόν. Αυτή η αντίληψη είναι αποτέλεσμα της κατανόησης του μυστηρίου της Σάρκωσης, σαν γεγονότος ιστορικού, αλλά και μυστηριακού, εξωχρονικού. Γιατί ο Χριστός που γεννήθηκε στην ορισμένη χρονική στιγμή « ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ 4,4) και συγκεκριμένο τόπο, δεν έπαυσε να είναι ο «προ των αιώνων υπάρχων» ο άχρονος Υιος που «Όλος ην εν τοις κάτω και των άνω ουδόλως απήν (Ακάθιστος Ύμνος). Αυτή τη θεώρηση του χρόνου δίνει η Ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως και με αυτό τον τρόπο κάνει σύγχρονο το γεγονός και καλεί τον πιστό να συμμετάσχει και να δει τον τόπο όπου εγεννήθη ο Χριστός.

(Νίκος Ζίας, Η εικόνα της Γεννήσεως «Δεύτε ίδωμεν πιστοί…», Χριστούγεννα, εκδ. Ακρίτας)

Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος Βλάχος

Οι πιστοί Χριστιανοί βιώνουν στην καρδιά τους την Γέννηση του Θεανθρώπου, ως προσωπική τους θέωση. Οι Πατέρες τόνισαν την αλήθεια ότι «αεί Χριστούγεννα εστί» και «αεί Πάσχα εστί» και «αεί Πεντηκοστή εστί».
Η εν Χριστώ ζωή, ως ενότητα του πιστού με τον Χριστό, είναι βίωση της ζωής του Χριστού. Επειδή όμως, ως πεπτωκότες, εύκολα ξεχνούμε και έχουμε ανάγκη πνευματικών σταθμών για μεγαλύτερη πνευματική εμβάθυνση, γι’ αυτό η Εκκλησία διένειμε τους απολυτρωτικούς σταθμούς του έργου του Χριστού σε ολόκληρο το χρόνο. Άλλωστε, η βίωση του Χριστού είναι καθολική, που σημαίνει ότι δεν βιώνουμε το ένα μετά το άλλο τα γεγονότα της ζωής του Χριστού, ούτε βιώνουμε διαδοχικά και σταδιακά τις αρετές, αλλά αυξανόμαστε καθολικά εν Χριστώ.
Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος Βλάχος, Όσοι πιστοί, εκδ. Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας)

Η βοήθεια και η δύναμη που δίνει ο Χριστός με την ενσάρκωσή Του δεν είναι μια προσωρινή και εύκολη ικανοποίηση των διαφόρων εγωκεντρικών επιθυμιών.

Το Φως που λάμπει από το σκοτεινό σπήλαιο δε σβήνει σαν τα φώτα με τα οποία στολίζουμε το σπίτι μας.

Αυτός που θα δεχθεί αυτό το φως δεν μπορεί να μείνει απαθής και αδιάφορος για τη ζωή. Ούτε μπορεί να αποσυρθεί σ’ ένα δικό του κόσμο με τους δικούς τους ανθρώπους.

Όταν ζητήσει κανείς τη βοήθεια και τη δύναμη του Θεού, θα πρέπει να είναι πρόθυμος να δεχθεί και την ευθύνη που ακολουθεί, για να αναπτύξει και να καλλιεργήσει αυτή τη δύναμη.

Δεν θα μπορεί να επαναπαυτεί στην ψευδαίσθηση ότι το αυτοκίνητό του, το σπίτι του, τα πολλά του κουστούμια και η επαγγελματική του τακτοποίηση είναι ικανά να του δώσουν τη σιγουριά που ζητάει. Ούτε θα αρκεστεί να αντιμετωπίσει τους άλλους με μία αμυντική και φοβισμένη συμπεριφορά. Θα πρέπει να εγκαταλείψει το φανταστικό, παιδικό κόσμο του και το αίσθημα μιας ψευδοαθωότητας, με το οποίο βαυκαλίζεται και αυτός και ο κόσμος γύρω του.

Ο Ιησούς δεν παρέμεινε μωρό. «Προέκοπτε σοφία και ηλικία και χάριτι παρά Θεώ και ανθρώποις» (Λουκ. 2:52). Κι όταν έστειλε τους μαθητές Του στον κόσμο, τους είπε να είναι φρόνιμοι σαν τα φίδια και ακέραιοι σαν τα περιστέρια (Ματθ. 10:16).

("Ελπίδα και δύναμη από την Φάτνη", π. Σταύρος Κοφινάς, Χριστούγεννα, εκδ. Ακρίτας)

Μια Κυριακή ο Άγιος Σπυρίδων λειτουργούσε μόνος του. Όλο το εκκλησίασμα έψαλλε. Μετά το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα αμέτρητες αγγελικές φωνές άρχισαν να ψάλλουν. Οι πάντες βουβάθηκαν. Και από την έκπληξη, και από το θαυμασμό, και από το δέος, και από τον φόβο. Και όταν ο Άγιος Σπυρίδων είπε προς τον λαόν «Ειρήνη πάσι», άγγελοι και αρχάγγελοι, Σεραφείμ και Χερουβείμ, Θρόνοι, Κυριότητες, Εξουσίες, Δυνάμεις, όλες οι ουράνιες δυνάμεις, με μια φωνή απάντησαν: «Και τω Πνεύματί Σου». Έτσι οι πιστοί εκκλησιαζόμενοι χριστιανοί, εκείνη την αξέχαστη Κυριακή, έζησαν την ουράνια λατρεία της θριαμβεύουσας Εκκλησίας να ενώνεται με την επί γης Στρατευομένη Εκκλησία. Τη μια Εκκλησία, με τον Έναν ποιμένα, τον Χριστόν.

Είναι αυτό που ζούσε ο παπα-Τύχων ο Αγιορείτης ασκητής, στο Χερουβικό ύμνο. Άγγελοι τον άρπαζαν στον ουρανό, για μισή ώρα περίπου. Και κει πάνω ζούσε, βίωνε, την ουράνια Λατρεία της Βασιλείας του Θεού. Όταν συνήρχετο μονολογούσε θαμπωμένος, από τα Μεγαλεία του Θεού, Πω πώωω, παράδεισος. Πωπώωω, Χερουβείμ, Σεραφείμ, Χαρά Θεού. Δόξα Θεού, πλούτος Θεού, άγγελος με ανεβάζει, άγγελος με κατεβάζει. Τι πλούτος, τι μεγαλείον Θεού. Ο παπα-Τύχονας είναι ένας από τους νεοτέρους οσίους λειτουργούς, και ασκητάς Αγιορείτας των ημερών μας, και εκοιμήθη οσιακώς μόλις το 1968.

Αλλά μήπως το ίδιο δε συνέβαινε και με τον Άγιο Νεκτάριο, όταν ελούζετο στον Χερουβικό ύμνο και στον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων από ανέσπερο, ολόλαμπρο, ολόλευκο, άκτιστο φως, μέσα σε αγγελικές ψαλμωδίες;

Και ο Άγιος Γεώργιος Καρσλίδης ζούσε, όταν ζούσε στο μοναστηράκι έξω από τη Δράμα, ζούσε λειτουργικά με αγγέλους και αρχαγγέλους. Τα Λειτουργικά Πνεύματα πολλές φορές εθεάθησαν να θυμιάζουν την Μεγάλη Είσοδο ευλαβών ιερέων. Και άλλα πάλι να συνωστίζονται στο Άγιον Βήμα δια τα τελούμενα. Πολλές οι παρόμοιες αγγελικές και Χερουβικές συλλειτουργίες από ιερείς ασκητάς του Αγίου Όρους.

Ο ΦΩΣΤΗΡΑΣ της οικουμένης, ο ιερός Χρυσόστομος (40ς αί.), με το διορατικό του χάρισμα είδε πολλές φορές τούς άγίους αγγέλους νά επιτηρούν και νά φυλάνε ακατάπαυστα την εκκλησία, και μάλιστα την ώρα της αναίμακτης θυσίας.
Όταν αρχίζει ο ιερέας νά προσκομίζει", διηγήθηκε ο άγιος στους πνευματικούς του φίλους, "κατεβαίνουν αμέσως Αγγελικές δυνάμεις από τον ουρανό με λαμπρές και θαυμαστές ενδυμασίες. με πόδια γυμνά και σκυμμένο πρόσωπο περιτριγυρίζουν το άγιο θυσιαστήριο, και στέκονται έκει ήσυχοι και σιωπηλοί μέχρι το τέλος της θείας λειτουργίας.
Ύστερα σκορπίζονται σ' όλο το ναό, β0ηθουν τούς κληρικούς πού μεταδίδουν ατό λαό τ' άχραντα Μυστήρια, και τούς δυναμώνουν στην πίστη".

ΣΤΟ βίο τού άγίου Ευθυμίου τού μεγάλου (4ος αι) αναφέρεται μία εντυπωσιακή εμφάνιση θεϊκής φωτιάς σε ώρα θείας λειτουργίας.
Μια Κυριακή λειτουργούσε ο όσιος με το μαθητή του Δομετιανό. Κάποια στιγμή ο Τερέβωνας, πού ήταν πριν Σαρακηνός και στεκόταν εκεί κοντά, βλέπει νά κατεβαίνει φωτιά από τον ουρανό, ν' απλώνεται πάνω στο θυσιαστήριο σαν ένα μεγάλο λευκόϋφασμα και νά σκεπάζει τον μεγάλο Ευθύμιο και το Δομετιανό. Βλέποντας το εξαίσιο θαύμα ο Τερέβωνας φοβήθηκε κι έκανε πίσω. Η θεϊκή φωτιά διατηρήθηκε από την αρχή μέχρι το τέλος τού τρισάγιου ύμνου.
Έκτός από τον μεγάλο Ευθύμιο και το Δομετιανό, πού βρέθηκαν μέσα ατή φωτιά, το θαύμα το είδε και ο μοναχός Γαρβιήλιος, πού είχε τότε είκοσι πέντε χρόνια στο μοναστήρι και διακρινόταν για την ψυχική του καθαρότητα.
Πολλές φορές, όταν λειτουργούσε ο όσιος Ευθύμιος, έβλεπε άγίους αγγέλους νά συλλειτουργούν μαζί του.
Συχνά επίσης, όταν μετέδιδε στους μοναχούς τη θεία Κοινωνία, έβλεπε άλλους νά φωτίζονται και άλλους νά κατακρίνονται απ' αυτήν σαν ανάξιοι τού θείου φωτισμού.

Ο ΟΣΙΟΣ Σέργιος του Ραντονέζ (1392) είναι ο ιδρυτής της περίφημης Λαύρας της Αγίας Τριάδος, ατό Ζαγκόρσκ της Μόσχας, κι ένας από τούς πιο αγαπημένους άγίους του ρωσικού λαού.
Κάθε φορά πού λειτουργούσε, τον αξίωνε ο Θεός νά έχει συλλειτουργό έναν άγγελο.
Κάποτε ο π. Συμεών, πού υπηρετούσε σαν εκκλησιαστικός_ είδε μια φλόγα νά βγαίνει από την άγία τράπεζα και νά περιβάλλει τον όσιο τον είδε ολόκληρο λουσμένο σ' αυτό το υπερκόσμιο Φως.
Όταν ο όσιος ετοιμάστηκε νά μεταλάβει, ή φλόγα υψώθηκε, μαζεύτηκε σαν ένα πέπλο και βυθίστηκε ατό άγιο ποτήριο. Αφού κοινώνησε, απομακρύνθηκε από την άγία τράπεζα και ρώτησε τον κατάπληκτο μοναχό:
Γιατί, παιδί μου, φαίνεσαι τόσο ταραγμένος;
- Αξιώθηκα, γέροντα, νά δω τη χάρη του Αγίου Πνεύματος νά σε περιβάλλει!...
Τότε ο όσιος του είπε επιτακτικά:. Όσο ζώ, νά μη φανερώσεις σε κανέναν αυτό πού είδες!

Ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ άγιος Ιάκωβος ο αγιορείτης (lη Νοεμ6ρίου) διηγήθηκε κάποτε στο μαθητή του Μαρκιανό όσα θαυμαστά είδε στη διάρκεια μιας θείας λειτουργίας:
Καθώς φορούσε ο ιερέας την ιερατική του στολή, έφεξε μπροστά του το φως των αγγέλων, ‘όπως φέγγει ο ήλιος την αυγή, πριν ανατείλει. όταν άρχισε νά προσκομίζει, τέσσερα αγγελικά τάγματα πήγαν και στάθηκαν στα τέσσερα σημεία του ναού.
Τελειώνοντας την προσκομιδή, σκέπασε με τα ιερά καλύμματα τα τίμια Δώρα, πού συνάμα καλύφθηκαν από μια λάμψη.
Την ώρα της μεγάλης εισόδου, όταν βγήκαν τα Αγια, προπορευόταν ένα φως, πού σκέπαζε το λαό. το ίδιο φως περικύκλωσε αργότερα την άγία τράπεζα, όταν τοποθετήθηκε το δισκοπότηρο πάνω σ' αυτήν. 'Έξω από τον φωτεινό αυτό κύκλο στέκονταν οι άγγελοι ευλαβικά, χωρίς να τολμούν νά πλησιάσουν. το φως δεν έφυγε από τον ιερέα σ` όλη τη διάρκεια της λειτουργίας. .
Από το στόμα του έβγαινε αόρατη φλόγα, όταν εκφωνούσε τις ευχές και διάβαζε το Ευαγγέλιο.
Επίσης, όταν ύψωνε τα χέρια του, από τα δάχτυλά του ξεχυνόταν φως.
Μετά τον καθαγιασμό, είδα τον Κύριο, ως βρέφος καθισμένο ατό δισκάριο μέσα σε φωτεινή δόξα. 'Ο ιερέας τον μέλισε σε τέσσερα μέρη, και το τίμιο Αίμα Του χύθηκε στο άγιο ποτήριο, από το όποίο μετάλαβε ο λειτουργός.
Όταν τελείωσε ή μυσταγωγία, είδα πάλι το θείο Βρέφος ακέραιο ν' ανεβαίνει με δόξα και τιμή στον ουρανό, συνοδευόμενο από τούς άγίους αγγέλους".

Ο ΟΣΙΟΣ Σεραφείμ του Σάρωφ (1759-1833), ο τόσο προσφιλής αυτός άγιος των 'Ορθοδόξων, ενισχυόταν στους αγώνεςτου από τη θεία πρόνοια με πνευματικά οράματα, πού παρηγορούσαν την ψυχή του.
Σαν διάκονος έβλεπε κατά καιρούς στις ακολουθίες τούς άγίους αγγέλους νά ψάλλουν και να διακονούν μαζί με τούς μοναχούς.
Κάποτε, διηγείται ο ίδιος, λειτουργούσα τη Μεγάλη Πέμπτη.
Μετά τη μικρή είσοδο και τα αναγνώσματα, είπα, ο ταπεινός, πλάι ατό άγιο θυσιαστήριο την εκφώνηση: «Κύριε, σώσον τούς ευσεβείς και επάκουσον ημών».
Ύστερα βγήκα στην ωραία πύλη και, υψώνοντας το οράριο προς το εκκλησίασμα, συμπλήρωσα την ευχή του Τρισάγιου ύμνου: «και εις τους αιώνας των αιώνων».
Τη στιγμή εκείνη έλαμψε μπροστά μου ένα φως.
Κοιτάζω προς τα εκεί, και βλέπω τον Κύριό μας 'Ιησού Χριστό, με τη μορφή του γιου του ανθρώπου ν' αστράφτει πιο πολύ κι απ' τον ήλιο μέσα σε άπλετο φως.
Τον τριγύριζαν σαν σμήνος από μέλισσες οι ουράνιες δυνάμεις των αγγέλων, αρχαγγέλων, χερουβείμ και σεραφείμ.
Είχε μπει από τη δυτική πύλη, και βαδίζοντας ανάερα στάθηκε απέναντι από τον άμβωνα.
Υψώνοντας μάλιστα το χέρι Του Ευλόγησε τούς λειτουργούς και τούς προσευχομένους.
Τέλος, μπήκε στη θέση πού βρίσκεται ή εικόνα Του, πλάι στην ωραία πύλη.
Η καρδιά μου σκίρτησε από αγαλλίαση, από γλυκύτατη αγάπη για τον Κύριο".
Αξιοσημείωτο εΙναι ότι το όραμα σύνεση την ώρα της εισόδου των ιερέων στο άγιο βήμα, πού συμβολίζει την είσοδό τους στον ίδιο τον ουρανό.
«Ποίησον, Κύριε», δέεται χαμηλόφωνα τη στιγμή εκείνη ο ιερέας, «συν τη είσόδω ημών είσοδον άγίων αγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ημίν και συνδοξολογούντων την σήν αγαθότητα». Έξάλλου, μετά την είσοδο ψάλετε και ο αγγελικός ύμνος: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος ελέησαν ημάς».
Το όραμα αυτό φανερώνει πώς οι ουράνιες δυνάμεις συλλειτουργούν αόρατα μαζί μας.
Γι' αυτό κάθε πιστός ας γνωρίζει ότι προσεύχεται ανάμεσα στους αγγέλους, σαν νά βρίσκεται στον ουρανό.

Ο Άγιος Θεόφιλος (1788-1853), ένας δια Χριστόν σαλός ιερομόναχος του ρωσικού βορρά, πού ασκήθηκε σε διάφορα μοναστήρια και ερημητήρια του Κιέβου, δεν έπαυε, ακόμα και όταν λειτουργούσε, νά σκανδαλίζει τούς άλλους αδελφούς με την παράξενη συμπεριφορά του.
Ό τότε μητροπολίτης Κιέβου Φιλάρετος, ενοχλημένος απ' όλ' αυτά, κάλεσε τούς συμβούλους του, για νά εξετάσει μαζί τους την περίπτωση του ιερομόναχου. Σύντομα όμως έριξε φως στην υπόθεση ένας αδελφός, στον όποίο ο στάρετς είχε δώσει εξηγήσεις για την «ανάρμοστη» συμπεριφορά του στη διάρκεια των ιερών ακολουθιών:
Ο Θεός, του είχε πει εμπιστευτικά, βλέπει την απλότητά μου.
Λειτουργώ σύμφωνα με τη σωστή τάξη, διαβάζω όλες τις απαιτούμενες ευχές και τιμώ τον προεξάρχοντα ως ανώτερό μου.
Όσο όμως βυθίζομαι στη θεωρία της τελέσεως του μυστηρίου, ξεχνώ τον εαυτό μου και ότι ειναι γύρω μου.στη διάρκεια της θείας λειτουργίας βλέπω μια σταυρόσχημη ακτίνα νά κατεβαίνει από ψηλά και νά αιωρείται πάνω από τούς λειτουργούς.
Βλέπω επίσης κάποια δροσιά νά κατεβαίνει στα τίμια Δώρα, και λαμπρούς αγγέλους νά πετάνε πάνω από την άγία τράπεζα ψάλλοντας: « άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ' πλήρης ο ουρανός και ή γη της δόξης σου». Τότε όλη μου ή ύπαρξη αρπάζεται ανέκφραστα, και μου είναι αδύνατον νά τραβήξω την προσοχή μου από το πάντερπνο όραμα.
Αδελφέ, δεν σου λέω δικαιολογίες, άλλά την καθαρή αλήθεια. σε παρακαλώ όμως νά μη φανερώσεις όσα σου είπα, για νά μη σκανδαλιστούν οι άλλοι από μένα, τον βρωμερό αμαρτωλό".

Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ μας Άγιος Σάββας (1862-1948), προστάτης και πολιούχος της Καλύμνου, τελούσε τη θεία λειτουργία με τέλεια προσήλωση στο μυστήριο.
Πολλές φορές συλλειτουργούσε και συνομιλούσε με άγίους, κάποτε μάλιστα με τούς τρεις Ιεράρχες, ενώ συγχρόνως τον περιέβαλλαν χοροί αγγέλων.
Την ώρα της θείας μεταλήψεως, όπως είχαν παρατηρήσει συλλειτουργοί του ή και άλλοι πιστοί, φούσκωνε και ξεχείλιζε το άγιο ποτήριο, χωρίς όμως νά χύνεται ή θεία Κοινωνία.
Η Νίκη Κουτελαίνα, αργότερα μοναχή Σαλώμη, είδε κάποτε τον όσιο στην προσκομιδή πολύ υψωμένο, ενώ τριγύρω παραστέκονταν αγγελικά τάγματα. Παρατήρησε μάλιστα κι αύτή ότι το άγιο ποτήριο φούσκωνε.
Φοβήθηκε ή γυναίκα, αλλά δεν μίλησε. 'Αργότερα φανέρωσε στον άγιο Σάββα αυτά πού είδε. 'Εκείνος όμως της είπε:
Ω, παιδί μου, μη προς Θεού! μην τα πεις πουθενά!

Ο ΠΑΤΗΡ Αθανάσιος Χαμακιώτης (1967), ο σεμνός λευίτης της «Νεραντζιώτισσας» Αμαρουσίου, λειτουργούσε κάποια μέρα στο παρεκκλήσι της Παναγίας μία γυναίκα από το εκκλησίασμα, ή Ε.Μ., πού στεκόταν μπροστά στο ιερό βλέπει έναν ξανθό διάκονο με λευκή στολή νά υπηρετεί τον π. 'Αθανάσιο μπροστά στην άγία τράπεζα.
Μάλιστα στεκόταν πάντα στα δεξιά του στη διάρκεια της θείας λειτουργίας δεν βγήκε καθόλου από το άγιο βήμα.
Σκέφτηκε ή γυναίκα πώς θα ήταν νεοχειροτονημένος, και του μάθαινε ο ιερέας τη λειτουργική τάξη.
Ή λειτουργία τελείωσε και ο κόσμος έφυγε. Εκείνη όμως παρέμεινε για νά ικανοποιήσει την περιέργειά της, νά δει
Ποίος ήταν ο διάκονος. ο π. ' Αθανάσιος κατέλυσε κι έφυγε, αλλά ο διάκονος δεν έβγαινε από το ιερό.
Τότε ή γυναίκα άνοιξε το παραπέτασμα. Μα δεν είδε κανέναν. Ο διάκονος είχε εξαφανιστεί. και άλλη έξοδος δεν υπήρχε!
Όταν αργότερα διηγήθηκε στον π. Αθανάσιο το περιστατικό, εκείνος με απλότητα της είπε:
Αυτά, παιδί μου, συμβαίνουν, αλλά μη λες πουθενά τίποτα".

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ηγούμενος του όσίου Δαβίδ, γέροντας 'Ιάκωβος Τσαλίκης (1991), ζούσε θαυμαστές εμπειρίες σ' όλες τις ιερές ακολουθίες,
Μα ιδιαίτερα την ώρα της θείας λειτουργίας.
'Όταν λειτουργούσε, έλαμπε από καθαρότητα και μεγαλοπρέπεια.
Συχνά, ατή μεγάλη είσοδω ή στην άγία πρόθεση, τον έβλεπαν νά μην πατάει στό έδαφος, άλλά νά στέκεται και νά βαδίζει στον αέρα.
Πολλές φορές αντίκριζε πάνω στην άγία τράπεζα αγγέλους και αρχαγγέλους νά κρατούν το Σώμα του Κυρίου.
Οι άνθρωποι", έλεγε, "ειναι τυφλοί και δεν βλέπουν
Τι γίνεται μέσα ατό ναό, ατή διάρκεια της θείας λειτουργίας.
Κάποτε λειτουργούσα, άλλά δυσκολευόμουν νά ξεκινήσω για τη μεγάλη είσοδω, από τα θαυμαστά πού έβλεπαν τα μάτια μου.
'Ο ψάλτης έλεγε και ξανάλεγε: «Ως τον Βασιλέα των όλων ύποδεξόμενοι».
Ξαφνικά, νιώθω νά με σπρώχνει κάποιος από τον ώμο και νά με οδηγεί στην άγία πρόθεση. Νόμισα πώς ήταν ο ψάλτης.
Απόρησα, πώς τόλμησε ο ευλογημένος νά κάνει τέτοιον ασέβεια - νά μπει από την ωραία πύλη και νά με σπρώξει.
Γυρίζω, και τι νά δω! μία τεράστια φτερούγα, πού είχε περάσει ο αρχάγγελος στον ώμο μου, με οδηγούσε νά προχωρήσω για τη μεγάλη είσοδω...
Τι γίνεται ατό ιερό την ώρα της λειτουργίας! στο χερουβικό άγγελοι ανεβοκατεβαίνουν, και συχνά αισθάνομαι τις φτερούγες τους να χτυπούν πάνω στους ώμους μου...
Μερικές φορές δεν μπορώ ν' αντέξω και κάθομαι στην καρέκλα. οι άλλοι ιερείς νομίζουν πώς κάτι έπαθα, δεν νιώθουν όμως αυτά πού βλέπω και ακούω.
Τι φτερούγισμα, παιδί μου, οι άγγελοι! και μόλις ο ιερέας πει το «Δι' ευχών», φεύγουν οι ουράνιες δυνάμεις.
Τότε μέσα ατό ναό απλώνεται απόλυτη ησυχία!".
Απόψε παιδί μου", αποκάλυψε κάποτε σ' ένα μοναχό, "συλλειτουργούσα με άγίους και αγγέλους σε θυσιαστήρια πού δεν περιγράφονται.
Σαν πεθάνω, νά πεις πώς κάποιος γέροντας συλλειτουργούσε κάθε νύχτα και συζούσε με την Άγία Τριάδα".

O άγιος Νήφων, επίσκοπος Κωνσταντιανής (4ος αι.) αξιώθηκε να δει πολλά θεϊκά οράματα με τα φωτισμένα από το Άγιο Πνεύμα μάτια της ψυχής του.
Κάποτε, σε μια θεία Λειτουργία, μόλις ο λειτουργός εκφώνησε: «Ευλογημένη η βασιλεία...», ο άγιος είδε φωτιά να κατεβαίνει από τον ουρανό και να καλύπτει το άγιο θυσιαστήριο και τον ιερέα, χωρίς εκείνος να το αντιληφθεί. Αργότερα, όταν άρχισε να ψάλλεται ο τρισάγιος ύμνος από τον λαό, τέσσερις άγγελοι κατέβηκαν κι έψαλλαν μαζί τους. Στον «Απόστολο», φανερώθηκε ο μακάριος Παύλος να καθοδηγεί τον αναγνώστη.
Στο «Αλληλούια», μετά τον «Απόστολο», οι φωνές του λαού ανέβηκαν ενωμένες στον ουρανό σαν πύρινο σφιχτοπλεγμένο σχοινί. Και στην ανάγνωση του Ευαγγελίου κάθε λέξη έβγαινε σαν φλόγα από το στόμα του ιερέα και υψωνόταν στα επουράνια.
Λίγο πριν από την είσοδο των τιμίων Δώρων, βλέπει ξαφνικά ο άγιος να ανοίγει ο ουρανός και να ξεχύνεται μια άρρητη και υπερκόσμια ευωδία. Άγγελοι κατέβαιναν από ψηλά, ψάλλοντας ύμνους και δοξολογίες στον Αμνό, τον Χριστό και Υιό του Θεού και νά! Παρουσιάζεται ένα πεντακάθαρο και τρισχαριτωμένο Βρέφος! Το κρατούσαν στα χέρια τους άγγελοι, οι οποίοι το εναπόθεσαν στο άγιο δισκάριο, όπου βρίσκονταν τα τίμια Δώρα. Γύρω Του μαζεύτηκαν πλήθος ολόλαμπροι και λευκοφόροι νέοι, οι οποίο ατένιζαν με θαυμασμό και δέος τη θεϊκή Του ομορφιά. Ήρθε η στιγμή της μεγάλης εισόδου!
Ο λειτουργός πλησίασε για να πάρει στα χέρια του το άγιο δισκάριο και το άγιο Ποτήριο. Τα ύψωσε και τα έβαλε πάνω στο κεφάλι του, σηκώνοντας μαζί τους και το Βρέφος. 'Όταν βγήκαν τα Άγια, κι ενώ ο λαός έψαλλε κατανυκτικά, είδε αγγέλους να φτερουγίζουν κυκλικά πάνω από τον λειτουργό. Δύο Χερουβείμ και δύο Σεραφείμ προχωρούσαν μπροστά του και πλήθος αγγέλων τον συνόδευαν, ψάλλοντας με αγαλλίαση άρρητους ύμνους. Όταν ο ιερέας έφτασε στην αγία Τράπεζα κι ακούμπησε τα τίμια Δώρα, οι άγγελοι τη σκέπασαν με τις φτερούγες τους. Τα δύο Χερουβείμ στάθηκαν στα δεξιά του λειτουργού και τα δύο Σεραφείμ στα αριστερά του, χωρίς όμως εκείνος να τα βλέπει. Η θεία μυσταγωγία συνεχίστηκε. Είπαν το «Πιστεύω» κι έφτασαν στον καθαγιασμό των τιμίων Δώρων. Ο λειτουργός τα ευλόγησε και είπε το «...μεταβαλών τω Πνεύματι σου τω Αγίω. Αμήν, Αμήν, Αμήν!» Τότε βλέπει πάλι ο δίκαιος έναν άγγελο να παίρνει μαχαίρι και να σφάζει το Βρέφος. Έχυσε το αίμα Του στο άγιο Ποτήριο, ενώ το σώμα Του το τεμάχισε και το τοποθέτησε στο δισκάριο.

«Όταν ο ιερέας λέει τα άγια τοις αγίοις, για μας όλους το λέει, παιδί μου. Σημαίνει: στα άγια μέλη του Χριστού να προσέλθει όποιος είναι άγιος!» -«Και τι είναι αγιοσύνη, πάτερ;» -«Αν είσαι ακόλαστος, μην τολμήσεις να γίνεις μέτοχος σε τόσο μεγάλο μυστήριο. Αν έχεις έχθρα με κάποιον, μην πλησιάσεις. Αν περιγελάς ή κατακρίνεις τον συνάνθρωπό σου, στάσου μακριά από τη θεία Κοινωνία. Πρώτα εξέτασε τον εαυτό σου, κι αν είσαι ενάρετος πλησίασε. Αν όμως δεν είσαι, φύγε…». Στο μεταξύ ο λειτουργός εκφώνησε: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Ο άγιος παρατηρούσε τώρα όσους κοινωνούσαν. Άλλων τα πρόσωπα μαύριζαν μόλις ελάμβαναν τα θεία Δώρα, ενώ άλλα έλαμπαν σαν τον ήλιο. Οι άγγελοι στέκονταν εκεί κοντά και παρακολουθούσαν με σεβασμό τη Μετάληψη. 'Όταν κοινωνούσε κάποιος ευσεβής, του έβαζαν στο κεφάλι ένα στεφάνι. Όταν, αντίθετα, πλησίαζε κάποιος αμαρτωλός, γύριζαν αλλού το πρόσωπό τους με φανερή αποστροφή.

Αυτό που καμιά θρησκεία, καμιά φιλοσοφία δεν τόλμησε ποτέ να παρουσιάσει ήταν ένας θεός να γίνεται άνθρωπος, 

να υποφέρει και να κενώνει τον εαυτό του από τη μεγαλοπρέπειά του, ώστε να γίνει πλήρως και απολύτως προσιτός σ΄εμάς.
Στην Ενσάρκωση ανακαλύπτουμε ότι ο Θεός μας–ο Άγιος του Ισραήλ, ο Δημιουργός του κόσμου, η Ωραιότης που υπερβαίνει κάθε ωραιότητα, η Αλήθεια και η μόνη πραγματικότητα του κόσμου-
επιλέγει, μέσα από μία αγαπητική κίνηση, να ταυτιστεί τόσο πολύ με τη μοίρα του ανθρώπινου γένους, τόσο πολύ να πάρει επάνω Του ολοκληρωτική και απόλυτη την ευθύνη για τη δημιουργική Του πράξη, ώστε να επιστρατευτεί όλη η ομορφιά του κόσμου –ταυτόχρονα όμως δίνει στον κόσμο την ελευθερία που καταστρέφει και παραμορφώνει αυτή την ομορφιά.
Αυτόν τον Θεό που επιλέγει να γίνει εύθραυστος, ευάλωτος, ανυπεράσπιστος και άξιος περιφρόνησης στα μάτια όλων εκείνων που πιστεύουν μόνο στη δύναμη, στην ισχύ και στην προσωρινά ορατή νίκη, έναν τέτοιο Θεό ο πιστός και ευλαβής άνθρωπος δεν θα μπορούσε ποτέ να Τον έχει επινοήσει.

Μητροπολίτης Antony Bloom

Αρχ. Σεβαστιανού Τοπάλη

Και το θαύμα συνεχίζεται. Η γέννηση του Χριστού συντελείται σε κάθε Θεία Λειτουργία. Το θαύμα τελείται στην πιο κατανυκτική ώρα της, την ώρα του Καθαγιασμού, τότε που γονατίζουν οι καρδιές και τα γόνατα και κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα και μεταποιεί τον άρτο σε Σώμα Χριστού και τον οίνο σε Αίμα Χριστού.
Και κατόπιν με την Θεία Μετάληψη ο Κύριος γεννιέται στην καρδιά του κάθε πιστού. Γεννιέται στην φάτνη της καρδιάς του. Ζει το θαύμα προσωπικά και οντολογικά μέσα του.
Έτσι λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Άνοιξε τις πύλες του ουρανού και κοίτα εκεί μέσα στην Αγία Τράπεζα και θα ατενίσεις το Σώμα του βασιλέως Χριστού. Αυτό, το τιμιότερο από καθετί άλλο, το βλέπεις και στην γη. Και δεν το βλέπεις μόνον, αλλά και το ψηλαφείς. Και δεν το ψηλαφείς απλώς. Αλλά και το εσθίεις και το παίρνεις μαζί σου. Λοιπόν, καθάριζε την ψυχή σου, ετοίμαζε την σκέψη σου προκειμένου να υποδεχθείς το μυστήριο αυτό».

Η γέννηση του Χριστού πρόκειται να τελεστεί στις 25 Δεκεμβρίου, κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας στον Ιερό Ναό. Εκεί συνεχίζεται το μεγάλο Θαύμα της Γέννησης του Χριστού, που ξεκίνησε προ αιώνων με την προφητεία για τον ερχομό Του και έγινε ιστορικά στην πόλη της Βηθλεέμ.
Ο Ιερός Ναός τώρα είναι το σπήλαιο και η Αγία Τράπεζα η φάτνη. Εκεί με την πίστη μας θα δούμε το Βρέφος Χριστό να ανακλίνεται. Εκεί και εμείς με καθαρή συνείδηση θα δεχτούμε στην καρδιά μας το βρέφος Χριστό και θα γεννηθεί μέσα μας. Θα κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων. Και αν και φέτος ο Χριστός γεννηθεί μέσα μας, σίγουρα θα φέρει την χαρά και την ειρήνη και την αγάπη.

"Είς Επίγνωσιν Αληθείας"
Κείμενα πνευματικής επίγνωσης

Μια μεγάλη κατανόηση

"Τι σημαίνει μετάνοια;
Συνήθως θεωρείται ως θλίψη για την αμαρτία, ένα αίσθημα ενοχής, μια αίσθηση στενοχώριας και τρόμου για τις πληγές που προκαλέσαμε στους άλλους και στον εαυτό μας. Μια τέτοια άποψη όμως είναι επικίνδυνα ατελής. Η στενοχώρια και ο τρόμος υπάρχουν πράγματι συχνά στη βίωση της μετάνοιας, αλλά δεν είναι ολόκληρη η μετάνοια, δεν αποτελούν καν το σπουδαιότερο τμήμα της. Αν θεωρήσουμε όμως κατά τρόπο κυριολεκτικό τον όρο «μετάνοια», τότε θα βρεθούμε πιο κοντά στην καρδιά του ζητήματος. Μετάνοια σημαίνει «αλλαγή του νου»· όχι απλώς λύπη για το παρελθόν, αλλά μια θεμελιώδης μεταμόρφωση της όρασής μας, ένας νέος τρόπος να βλέπουμε τον εαυτό μας, τους άλλους και το Θεό. Σύμφωνα με τον Ποιμένα του Ερμά, είναι «μια μεγάλη κατανόηση». Μια μεγάλη κατανόηση και όχι, αναγκαστικά, μια συναισθηματική κρίση. Η μετάνοια δεν είναι ένας παροξυσμός τύψεων και αυτό-οικτιρμού, αλλά μεταστροφή, επανατοποθέτηση του κέντρου της ζωής μας στην Αγία Τριάδα.

Ως «νέος νους», ως μεταστροφή και επανατοποθέτηση του κέντρου της ζωής, η μετάνοια είναι κάτι το θετικό και όχι αρνητικό. «Μετάνοιά εστι θυγάτηρ ελπίδος, και άρνησις ανελπιστίας», λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Μετάνοια σημαίνει πως κοιτάζω, όχι προς τα κάτω, στις δικές μου ελλείψεις, αλλά προς τα πάνω, στην αγάπη του Θεού· όχι προς τα πίσω αυτομεμφόμενος, αλλά προς τα μπρος με εμπιστοσύνη. Μετάνοια είναι να βλέπω όχι το γιατί απέτυχα να γίνω κάτι, αλλά τι ακόμη μπορώ να γίνω με τη Χάρη του Χριστού.

Όταν η μετάνοια ερμηνευθεί με αυτή τη θετική έννοια, δεν θεωρείται πλέον μια απλή πράξη, αλλά μια συνεχής στάση. Στην προσωπική εμπειρία κάθε ανθρώπου υπάρχουν αποφασιστικές στιγμές μεταστροφής, στην παρούσα όμως ζωή το έργο της μετάνοιας παραμένει πάντα ανολοκλήρωτο. Η μεταστροφή ή η επανατοποθέτηση του κέντρου της ζωής μας πρέπει συνεχώς να ανανεώνεται· μέχρι τη στιγμή του θανάτου, όπως το κατανόησε ο αββάς Σισώης, «η αλλαγή του νοός» πρέπει να είναι όλο και πιο ριζική, και η «μεγάλη κατανόηση» όλο και πιο βαθιά.

(…) Η μετάνοια, λοιπόν, είναι μια φώτιση, μια μετάβαση από το σκότος στο φως· μετάνοια σημαίνει να ανοίξουμε τα μάτια μας στη θεϊκή ακτινοβολία· όχι να καθόμαστε θλιμμένοι στο λυκόφως, αλλά να χαιρετούμε την αυγή που έρχεται. Η μετάνοια έχει επίσης εσχατολογικό χαρακτήρα, είναι ένα άνοιγμα προς τα Έσχατα, που δεν βρίσκονται απλώς στο μέλλον, αλλά είναι ήδη παρόντα· το να μετανοούμε σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε πως η Βασιλεία των Ουρανών βρίσκεται εν τω μέσω ημών και λειτουργεί ανάμεσά μας, και ότι, αν αποδεχτούμε τον ερχομό της Βασιλείας όλα τα πράγματα θα γίνουν καινούρια για μας.

(…) «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται» (Ματθ. 5,4)· η μετάνοια εκφράζει όχι απλώς το πένθος για τις αμαρτίες μας, αλλά και την «παρηγοριά» ή «παράκληση», που προέρχεται από τη βεβαιότητα της συγχώρεσης του Θεού. Η «μεγάλη κατανόηση» ή «αλλαγή νοός», που σημαίνει η μετάνοια, συνίσταται ακριβώς σε τούτο· στην αναγνώριση ότι το φως λάμπει στο σκοτάδι, και πως το σκοτάδι δεν καταπίνει το φως (Ιωάν. 1,5). Μετάνοια, με άλλα λόγια, είναι η αναγνώριση πως υπάρχει καλό, όπως και το κακό, αγάπη, όπως και μίσος· και είναι βεβαίωση πως το καλό είναι δυνατότερο, είναι η πίστη στην τελική νίκη της αγάπης".

Επίσκοπος Κάλλιστος Ware

Κάποιοι μάλλον φοβούνται να ψελλίσουν ακόμα και την λέξη "μετάνοια" πόσο μάλλον να την ζήσουν, γιατί ίσως δεν έχουν την τόλμη να καταλάβουν το πόσο απαραίτητη είναι στην ζωή μας, πόσο αναγκαία είναι για την ένωσή μας με τον Θεό.
Το να μιλούμε περί πνευματικών ζητημάτων (και να θέλουμε να ζήσουμε πνευματικά) χωρίς την μετάνοια, είναι σαν να μιλούμε για Χριστούγεννα χωρίς Χριστό.

Ἕνα ἀπόγευμα ξεκινήσαμε μιὰ παρέα γιὰ τὰ Καλλίσια. Ἔξω ἀπὸ τὸ κελλὶ τοῦ Ὁσίου Πορφυρίου, στὴν αὐλή, συναντήσαμε πλῆθος προσκυνητῶν ποὺ περιμέναν. Ἤμασταν τελευταῖοι. Ὅταν ἦλθε ἡ σειρά μας, εἶχε νυχτώσει. 

Τὸν εἴδαμε ἕνας-ἕνας καὶ ὅταν τελειώσαμε, ὁ Γέροντας μᾶς ξεπροβόδισε ὣς ἔξω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι. Ἂν καὶ κατάκοπος, ἔδειχνε εὐδιάθετος. Ἦταν μιὰ ὄμορφη καλοκαιρινὴ νύχτα. Τὸ ἀεράκι φυσοῦσε ἀνάλαφρα καὶ ἡ πανσέληνος εἶχε ἀνατείλει ἀπό τοὺς ἀντικρινοὺς πευκόφυτους λόφους.

Μέσα σε αὐτὸ τὸ εἰδυλλιακὸ τοπίο, ποὺ τὸ ἀσήμωνε τὸ ὠχρὸ φῶς τοῦ φεγγαριοῦ καὶ μεταμόρφωνε ἀπόκοσμα ὅλα τὰ γύρω, ἔμψυχα καὶ ἄψυχα, ὁ Γέροντας θεώρησε κατάλληλη τὴ στιγμὴ νὰ μᾶς μιλήσει γιὰ τὴν προσευχή. Δὲν μᾶς μίλησε θεωρητικά, ἀλλὰ πρακτικά. Πάντοτε ὁ Γέροντας «πράττων ἐδίδασκε». Ἤμασταν τέσσερις τῆς παρέας, κι ὁ Γέροντας πέντε. Μᾶς τοποθέτησε, μὲ μέτωπο στὴν ἀνατολή, δυὸ στὰ δεξιὰ καὶ δυὸ στὰ ἀριστερά του, στὸ μέσον ἐκεῖνος.

«Τώρα θὰ κάνουμε νοερὰ προσευχή, τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ», μᾶς εἶπε ὁ Ἅγιος Πορφύριος.
«Θὰ λέω ἐγὼ πρῶτα τὰ λόγια κι ὕστερα θὰ τὰ ἐπαναλαμβάνετε ἐσεῖς. Ἀλλὰ προσέξτε, χωρὶς βία καὶ ἄγχος. Θὰ τὰ λέτε ἤρεμα, ταπεινά, μὲ ἀγάπη, μὲ γλύκα».

Ἄρχισε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, με ἐκείνη τὴ λεπτή, τρυφερή, ἐκφραστικὴ φωνή του: «Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησόν με». Τὸ ἔλεγε ἀργὰ-ἀργά, μία-μία λέξη, χωρὶς καθόλου βία, σὰν νὰ εἶχε μπροστά του τὸν Χριστὸ καὶ τὸν παρακαλοῦσε, κάνοντας μιὰ μεγαλύτερη παύση στὸ «Χριστὲ» καὶ χρωματίζοντας παρακαλεστικὰ τὸ «ἐλέησόν με». Κι ἐμεῖς, κάθε φορὰ ἐπαναλαμβάναμε, προσπαθώντας νὰ μιμηθοῦμε τὴ στάση του, τὸ χρῶμα τῆς φωνῆς του, κι ἂν ἦταν δυνατό, τὴν ψυχική του διάθεση. Κάποια στιγμὴ ὁ Γέροντας σταμάτησε νὰ λέει μεγαλόφωνα τὴν προσευχὴ καὶ συνέχισαν νὰ τὴν ψιθυρίζουν τὰ χείλη του. Κάναμε κι ἐμεῖς τὸ ἴδιο. Πόσο κράτησε αὐτὴ ἡ νυκτερινὴ προσευχή μας; Δὲν θυμᾶμαι. Τὸ μόνο ποὺ θυμᾶμαι εἶναι μιὰ συγκίνηση, ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὴν ἐκφράσω μὲ λόγια.

Κάποτε διέκοψε τὴ θεία ἐκείνη σιγή, λέγοντας: Ἂς σταματήσουμε ἐδῶ τὴν κοινὴ προσευχή. Συνεχίστε την μόνοι σας. Ἄντε τώρα νὰ πᾶτε μὲ τὸ καλὸ στὰ σπίτια σας.

Καθὼς ἀπομακρυνόμασταν, γύρισα πίσω τὸ κεφάλι καὶ διέκρινα κάτω ἀπὸ τὸ σεληνόφως, τὴ σεβάσμια σιλουέτα τοῦ Γέροντα, ποὺ στεκόταν ὄρθιος κοντὰ στὰ βράχια, μὲ τὸ χέρι ὑψωμένο, καὶ μᾶς εὐλογοῦσε.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο:"Ανθολόγιο Συμβουλών Γέροντος Πορφυρίου", σ. 371-372.

katafigioti

lifecoaching