E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Άλλη φορά ο πατήρ Νικόλαος Πλανάς, βάδιζε προς τον ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας, δίπλα στη λαχαναγορά. Καθ’ οδόν συνάντησε ένα αμάξι, του οποίου το άλογο είχε πέσει κατά γης ημιθανές, ο δε αμαξηλάτης -άνθρωπος τραχύς- είχε αγριέψει και δέρνοντας αλύπητα το ατυχές ζώο, βλασφημούσε ασύστολα τα θεία.

Ο παπά-Νικόλας πλησίασε τον… αποθηριωμένο άνθρωπο και με το ήπιο και καλλιεργημένο χριστιανικό ύφος του, θέλησε να τον καθησυχάσει λέγοντας:

- «Το ζώο δεν έχει τίποτα και θα γίνει καλά, αλλά μη βλαστημάς, παιδάκι μου, το όνομα του Θεού».
Ο αμαξηλάτης στην κατάσταση του θυμού που βρισκόταν, γύρισε τα «πύρινα» μάτια του προς τον σεβάσμιο και νηφάλιο γέροντα και του είπε:
- «Ωρέ γέρο δεν με ξεφορτώνεσαι και συ, μη σε διαβάσω τώρα και σένα;».
Ο παπά-Νικόλας δεν απογοητεύτηκε, ούτε θεώρησε τον εαυτό του προσβεβλημένο, διότι του έλειπε ο εγωισμός, η μεγάλη ιδέα, το ψυχικό αυτό σαράκι που «κουφώνει» τα σπλάγχνα πολλών εξ ημών των κληρικών, ιδιαίτερα μάλιστα εκείνων, που έμαθαν και «πέντε γράμματα».
Πλησίασε το άλογο, το σταύρωσε, έκανε μία προσευχή, το χάιδεψε, και, αμέσως, το άλογο σηκώθηκε στα πόδια του θαλερώτατο!

Έκτοτε ο αμαξηλάτης μεταβλήθηκε σε έναν καλό χριστιανό, συνδέθηκε στενότατα με τον παπα-Νικόλα, στην διάθεση του οποίου έθεσε το αμάξι του και τον «πηγαινοέφερνε» από το σπίτι του στον Προφήτη Ελισσαίο»

(ο Άγιος παπά-Νικόλας Πλανάς, εκδόσεις Αστήρ, σελ. 103-104)

«Γενηθήτω φως»

Η πρώτη ημέρα του δημιουργικού έργου του Θεού εγκαινιάζεται με τη δημιουργία του φωτός διά του λόγου του. Το φως ήταν φυσικό και απαραίτητο να προηγηθεί των λοιπών δημιουργημάτων, γιατί η ύπαρξη του θα αποτελούσε προυπόθεση γι΄αυτά. Έτσι ολόκληρη η θεία δημιουργία λαμβάνει χώρα στο φως.

Ο απόλυτος έλεγχος του Θεού πάνω στον κόσμο καθίστατε ήδη φανερός από τη λιτή, λακωνική δημιουργική εντολή «γενηθήτω φως». Η προστακτική «γενηθήτω», όπως η έννοια του ρ. γίγνομαι ( είμαι, υπάρχω) δηλώνει, καλεί το φως να λάβει ύπαρξη, ν΄αποκτήσει υπόσταση. Ο Θεός προστάζει, όχι βέβαια χρησιμοποιώντας τη φωνή του, κατά τις ανθρώπινες αναλογίες, αλλά κινούμενος καθαρά από εσωτερική διάθεση και επιθυμία. «Ο Θεός ου δείται φωνής, αρκούσης αυτώ τής βουλήσεως» (102).
Το πρόσταγμα του δεν είναι ο θείος λόγος, που «εκπέμπεται» διά του φωνητικού οργάνου, ερμηνεύουν οι πατέρες, αλλά το θείο θέλημα (103). Το πρόσταγμά του δεν είναι ο θείος λόγος, που «εκπέμπεται» διά του φωνητικού οργάνου, ερμηνεύουν οι πατέρες, αλλά το θείο θέλημα. Το πρόσταγμα αυτό προυποθέτει τη δύναμη του και αντικατοπτρίζει ουσιαστικά το δημιουργικό του έργο «το πρόσταγμα έργον ην» (104).

Με το «γενηθήτω» το φως αποσπάται αυτομάτως από το ανενεργό και σκοτεινό χάος και ενεργοποθείται από το πνεύμα του Θεού, προκειμένου να καταστεί το θεμέλιο ολόκληρης της οργανικής ζωής στον κόσμο. Διαχωρίζεται δηλ. από την πρωταρχική ύλη, εντός της οποίας τα δημιουργήματα δεν είχαν ξεχωριστή ύπαρξη και κάθε στοιχείο ήταν αδιαχώριστο από τα άλλα.

Το φως εμφανίζεται εδώ ως ένα άυλο φαινόμενο, ή ακριβέστερα σαν μια κατάσταση της ύλης, που μπορούσε να υπάρξει αυτοτελώς χωρίς τη φυσική του πηγή, τον ήλιο, ο οποίος θα δημιουργηθεί την Τετάρτη ημέρα. Γεννάται δε ευλόγως το ερώτημα, που η φυσική εμπειρία του ανθρώπου υπαγορεύει πώς εξηγείται αυτό, αφού η αίσθηση του σχετίζεται με την ύπαρξη των ουρανίων σωμάτων ως πηγής, η οποία το εκπέμπει; Ορισμένοι ερμηνευτές υποστηρίζουν ότι στη δημιουργία του «ουρανού και της γης», που προηγήθηκε (1,1), εμπερικλείονται και τα ουράνια σώματα, μεταξύ των οποίων και ο ήλιος ως πηγή του φωτός (105). Άλλοι πάλι διακρίνουν την ύπαρξη του στη λάμψη που εξέπεμπε η βιαία σύγκρουση και τριβή των στοιχείων της ύλης κατά τη διάρκεια της ενεργοποίησης και τακτοποίησής της (106).

Ανάλογο είναι επίσης και το ερώτημα, γιατί το φως δημιουργείται πρώτο μεταξύ των θείων δημιουργημάτων, συμπεριλαμβανομένου και του αστρικού συστήματος, το οποίο σχετίζεται άμεσα με την ύπαρξη του; Οι απαντήσεις που δίδονται σε αυτό συνοψίζονται στις ακόλουθες τέσσερις :
α: Η δημιουργία του φωτός προηγείται εκείνης των λοιπών δημιουργημάτων, επειδή καθιστά δυνατή τη χρονική διαδοχή εντός της οποίας τοποθετείται ο κόσμος, δηλ. το βασικό κύκλο του χρόνου και της τάξης. Ή, άλλως, με τη δημιουργία του στην αρχή του δημιουργικού έργου του Θεού τίθεται η βάση της χρονικής τάξης πρίν από την δημιουργία του «κοσμοχώρου» (107).
β: Η δημιουργία του φωτός προηγείται, αφ΄ενός μέν γιατί αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για τη ζωή, το οποίο μάλιστα σχετίζεται άμεσα με το χρόνο, και αφ΄ετέρου γιατί συμβολίζει την παρουσία του ιδίου του Θεού στον κόσμο και προοιωνίζει της εμφάνιση της ζωής.
γ: Η δημιουργία του φωτός προηγείται για πρακτικούς λόγους, αφού θ΄αποτελούσε της βάση της τάξης και της εργασίας.
δ: Για τους ανατολικούς λαούς το φως δεν συνδέεται κατ΄ανάγκη με τον ήλιο (108).

Διάφορες απόψεις διατυπώθηκαν εξάλλου και ως πρός την φύση του φωτός, το οποίο περιγράφεται ως υλικό «πλήρες μυστηρίου», ή «υπέρτατο στοιχείο», ή «λεπτότατο των στοιχειωδών δυνάμεων».
Ειδικά ο Γρηγόριος Νύσσης το χαρακτηρίζει ως «πυρός ουσία» και «φωτιστική ή πυρώδη ουσία» (109). Γενικά οι πατέρες της Εκκλησίας, αφορμώμενοι από την αντίληψη τους περί του φωτός ως φυσικού φαινομένου, σαφώς διακρινομένου απο το σκότος – όπως άλλωστε το αντιλαμβάνεται κ η Π.Διαθήκη- εισχωρούν στη μεταφορική και πνευματική του σημασία. Έτσι το αισθητό φώς της δημιουργίας, που εξαφάνισε το σκότος ερμηνεύουν ως το «νοητόν φώς» (110), το οποίο διαλύει το σκότος της πλάνης και ευφραίνει τον κόσμο, δίδοντας σ΄όλα όψη θελκτική και ευχάριστη. Σ΄αυτό διακρίνουν το «αληθινόν φώς» (111), που είναι ο ίδιος ο Θεός και το πνεύμα του «φώς γάρ ων ο Θεός»(112).
Από τα ανωτέρω αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο ι. συγγραφέας με την αναφορά του στο φως δεν εννοεί το συγκεκριμένο φυσικό φως των ουρανίων φωτεινών σωμάτων, περί των οποίων θα κάνει ειδικό λόγο παρακάτω. Εννοεί ένα αυτοτελές αρχικό φως, που διαχέεται και φωτίζει τα πάντα. Είναι δε απαραίτητο για τη ζωή, γι΄αυτό και δημιουργείται πρώτο.

Η σύγχρονη επιστήμη της αστροφυσικής, με βάση τα πορίσματα των ερευνών της για τη δημιουργία του σύμπαντος, αποφαίνεται πράγματι για την ύπαρξη ενός κοσμικού φωτός, που διαχέεται μέσω του νεφελώματος από το οποίο εξελίχθηκε το ηλιακό σύστημα.
Το διάχυτο αυτό φως κατανοείται ως η συνεχής ροή των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων (ακτινοβολίας), τα οποία πέφτουν πάνω στα αντικείμενα και τα καθιστούν ορατά στον άνθρωπο. Άρα πηγή του δεν είναι ο ήλιος ή κάποιο άλλο φωτεινό σώμα – όπως ο κοινός νούς πίστευε, στηριζόμενος στη φυσική παρατήρηση -, αλλά η ατμόσφαιρα που τα περιβάλλει (113). Και τούτο διότι, όπως υποστηρίζουν οι φυσικοί, τα σώματα αυτά είναι καθαυτά σκοτεινά, ετερόφωτα και όχι αυτόφωτα.
Επομένως, υφίσταται η δυνατότητα ύπαρξης φωτός πρίν από τη δημιουργία του ηλίου, της σελήνης και των αστέρων. Ο Μ. Βασίλειος, ερμηνεύοντας κατά τρόπο αξιοθαύμαστο το φαινόμενο, διακρίνει τη φύση του φωτός από το φωτεινό σώμα (114) αιώνες πολλούς πρίν την ανακάλυψη από τον A. Einstein των φωτονίων, τα οποία δημιουργούν την αίσθηση του φωτός και ορίζουν ό,τι ονομάζουμε «φώς» στην επιστήμη της Φυσικής. Άλλωστε όλες οι μορφές της ύλης τότε έμοιαζαν κατά κάποιο τρόπο με το φώς (115).

Εν κατακλείδι αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι η πρόταξη του φωτός από τη θεωρούμενη πηγή του στην τάξη της δημιουργίας δεν πρέπει να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα επιστημονικής άγνοιας του ι. συγγραφέα. Απλούστατα διότι εκείνο που θέλει να δηλώσει είναι ο Θεός ως παντοδύναμος προκάλεσε το φώς να φωτίσει τον κόσμο από μια πηγή διαφορετική απ΄αυτήν του ηλίου κατά τις πρώτες ημέρες της δημιουργίας (116).
Είναι γνωστό άλλωστε ότι η Αγία Γραφή αρχίζει (Γεν. 1,5) και τελειώνει (Αποκ.22,5) περιγράφοντας έναν κόσμο, ο οποίος δεν έχασε τη λαμπρότητα του και είναι γεμάτος με θείο φως και όχι με το φως του ηλίου(117). Φυσικά ο τρόπος σκέψης του βιβλικού συγγραφέα είναι διαφορετικός απο τη λογική ενός σύγχρονου φυσικού επιστήμονα, ο οποίος θα κατέτασσε τα δημιουργήματα σύμφωνα με τις αρχές της Φυσικής επιστήμης. Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να γίνεται σύγκριση των βιβλικών με τα επιστημονικά δεδομένα, έχοντας υπόψη ότι, όπου τυχόν η βιβλική διήγηση ανταποκρίνεται σ΄αυτά, η ανταπόκριση αυτή είναι εντελώς συμπτωματική, αν και πλήρως επαληθευτική και ενισχυτική της θείας αποκαλύψεως. Και τούτο διότι ο κύριος σκοπός του ι. συγγραφέα είναι να εκθέσει, κινούμενος σε καθαρώς θρησκευτικό έδαφος και όχι επιστημονικό έδαφος, την πίστη του ότι το σύμπαν και ότι υπάρχει σ΄αυτό εκφράζει την επιθυμία του Θεού (118).

Είναι επίσης πολύ πιθανό να ήθελε, με την αποφυγή εξάρτησης του φωτός απο τον ήλιο, να προβεί σε μια ανοικτή διαμαρτυρία εναντίον της λατρείας του ηλίου, η οποία συνηθιζόταν τότε στον ειδωλολατρικό κόσμο. Ο Μ. Βασίλειος παρατηρεί σχετικώς ότι οι πιστοί έπρεπε να προστατευθούν και να μην ακολουθήσουν την ηλιολατρεία νομίζοντας ότι ο ήλιος αντικαθιστά το Θεό ως αρχηγός της ζωής και ζωοδότης(119). ……..
…… Ένα ερώτημα που απασχολεί τους ερμηνευτές αλλά και απλούς αναγνώστες της Βίβλου αναφορικά με τη δημιουργία των ουρανίων σωμάτων είναι τούτο: Ποιά η σχέση του ηλίου, της σελήνης και των άστρων, ως φωτεινών σωμάτων, με το φως, το οποίο είχε δημιουργηθεί πρίν από αυτά; Ή άλλως, πως ήταν δυνατόν να υπάρχει φως ήδη από την πρώτη ημέρα της Δημιουργίας, ενώ απουσίαζε ο ήλιος, η θεωρούμενη πηγή του, που δημιουργήθηκε μόλις την τέταρτη ημέρα; Την απάντηση δίδει η ίδια η βιβλική διήγηση με τη διάκριση, που κάνει μεταξύ της δημιουργίας των φορέων του φωτός ( των «φωστήρων» ) την τετάρτη ημέρα. Το φως εμφανίζεται κατ’ εντολήν του Θεού αυτοτελώς και εκπέμπεται από μια πηγή διαφορετική απ’ αυτήν του ηλίου. Ο ήλιος – όπως και τα άλλα φωτεινά σώματα- δημιουργείται μετά το φως, για ν’ αποτελέσει απλώς το φορέα του, το όχημα μεταφοράς του στον κόσμο (281).

O M. Bασίλειος κατά τρόπο αρκετά εύγλωττο αποφαίνεται επ’ αυτού· «τότε μεν ( την πρώτη ημέρα) αυτή του φωτός η φύσις παρήχθη· νυν δε (την τέταρτη ημέρα) το ηλιακόν τούτο σώμα είναι τω πρωτογόνω εκείνω φωτί παρεσκεύασται»(282)
Και συνεχίζει, παραπέμποντας στη διαφορά, που υπάρχει ομοίως μεταξύ της φωτιάς και του λύχνου, καθώς η πρώτη έχει τη δύναμη να δίδει φως, ενω ο δεύτερος κατασκευάζεται για να δείχνει το φως σ’ αυτούς που το έχουν ανάγκη (283).
Ανάλογη διάκριση κάνει και ο απ. Παύλος, απευθυνόμενος προς την Εκκλησία των Φιλίππων, μεταξύ των πιστών ανθρώπων, οι οποίοι ξεχωρίζουν μέσα στη διεστραμμένη γενεά και φαίνονται «ως φωστήρες» στον κόσμο (Φιλιπ. 2,15) και του Ιησού, που είναι ο ίδιος το «φως το αληθινόν» (Ιω. 1,9. Α΄Ιω. 2,8)

Ο Προκόπιος Γαζαίος εξηγεί περαιτέρω ότι το πρωτόγονο εκείνο άυλο φως ήταν αρχικά διάχυτο, αλλά στη συνέχεια ο Θεός το συγκέντρωσε και δημιούργησε τα φωτεινά σώματα. Δηλ. όπως ακριβώς έπραξε και με το νερό ενωρίτερα, το οποίο στην αρχή ήταν διασκορπισμένο σ’ όλη την επιφάνεια της γης, κατόπιν όμως το συγκέντρωσε σε ορισμένους χώρους και έτσι προέκυψαν οι θάλασσες, οι λίμνες, οι ποταμοί, οι πηγές κλπ. Προσθέτει μάλιστα ότι το πιο καθαρό και ευκρινές ποσόν του πρωτογόνου φωτός το διοχέτευσε στον ήλιο, ενω το υπόλοιπο το μοίρασε στα υπόλοιπα άστρα (284).

Συναφής είναι και η εξήγηση του Σεβηριανού Γαβάλων, ο οποίος βλέπει την ύπαρξη «ενός μονοειδούς» φωτός την πρώτη ημέρα, το οποίο ο Θεός διαμερίζει ως άλλος «τεχνίτης» και μοιράζει στα φωτεινά σώματα (285).
Είναι άκρως σημαντικό το γεγονός ότι στο σημείο αυτό η κοσμολογική διήγηση της Γενέσεως εναρμονίζεται, σε γενικές βεβαίωςς γραμμές, με τα επιστημονικά δεδομένα τόσο της Αστρονομίας, η οποία διακρίνει τη δημιουργία του φωτός απ΄αυτή των πλανητών, όσο και της Φυσικής, η οποία δέχεται την ύπαρξη του φωτός διά των φωτονίων πρίν απο τη δημιουργία των φωτεινών σωμάτων. (Ειδική αν’αλυση στο στ.3)
«Και είδεν ο Θεός ότι καλόν».

Είναι η γνωστή formula με την οποία ο Θεός επιδοκιμάζει και εγκρίνει το νεο κτίσμα του μετά το πέρας της δημιουργίας του (286).(Περισσότερα σχόλια στους στ.4~8~10)

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
102. Προκοπίου Γαζαίου,
103. «Όταν δε φωνήν επί Θεού και ρήμα και πρόσταγμα λέγωμεν, ου διά φωνητικών οργάνων εκπεμπόμενων ψόφον..τον θείον λόγον νοούμεν, αλλά την εν θελήματι ροπήν.» (.Μ. Βασιλείου, Εις την Εξαήμερον, Β΄,7, Σ. 45Β)
«Στόμα και λαλιάν του Θεού λέγοντος, το ενδεικτικόν της βουλήσεως» (Ιω. Δαμασκηνού, Διάλογος κατά μανιχαίων, Α΄PG 94,841 πρβλ. Προκοπίου Γαζαίου, αυτόθι)
104. Μ. Βασιλείου, αυτόθι πρβλ. « θείος λόγος ςτσί το του φωτός έργον» (Γρηγορίου Νύσσης, Περί της Εξαημέρου, σ 76 Α).
105. Βλ. H. Sailhamer, “Genesis”, σ. 26. C Westermann, Genesis 1-11. A Commentary, σ. 112
106. Γρηγορίου Νύσσης, ένθ΄ανωτ., σ. 76 Α πρβλ. Ι. Φούντα, Γένεσις, Πειραιεύς 1985, σ. 50
107. C. Westermann, αυτόθι
108. D. E. Gowan, «From Eden to Babel. A. Commentary of the Book of Genesis 1-11» , ITC, Edinburgh 1988, σ.22
109. Ένθ΄ανωτ., σ. 73D και 76C πρβλ. «φωτιστική δύναμις» και «φωτιστικός λόγος» (σ.73D)
110. Ιω. Χρυσοστόμου, Εις την Γένεσιν, ομιλ 3, σ. 34 πρβλ. Μ. Βασιλείου, Εις την Εξαήμερον, Β΄7, σ. 44C
111. Γρηγορίου Νύσσης, ένθ΄ανωτ., σ.81Β. Μ. Βασιλείου, ένθ΄ανωτ., Β΄, 8, σ. 52Β.
112. Προκοπίου Γαζαίου, ένθ΄ανωτ., σ. 61C πρβλ. «έσται σοι Κύριος φως αιώνιον» (Ης. 60,19) «εγώ ειμι το φως του κόσμου» (Ιω. 8,12). Ιω. 1,4. Α’ Τιμ. 6,16 κ.α.
113. C. F. Keil – F. Delitzsch, «The First Book of Moses (Genesis)», σ.49
114. «Τότε μεν γαρ αυτή του φωτός η φύσις παρήχθη, νυν δε το ηλιακόν τούτο σώμα όχημα είναι τω προτογόνω εκείνω φωτί παρεσκεύασται» (Εις την Εξαήμερον, ΣΤ’, 2, Σ. 121 Α)
115. Τα φωτόνια είναι στοιχειώδη ποσά ενέργειας, που εκπέμπονται η απορροφούνται από τα άτομα της ύλης και καλούνται κβάντα φωτός. Αφού υπήρχαν τα φωτόνια, τότε πως δικαιολογείται το σκοτάδι, διερωτάται κανείς; Πρόσφατες έρευνες απέδειξαν ότι πράγματι το σύμπαν στην αρχή ήταν αδιαφανές και σκοτεινό. Βαθμιαία όμως διαστελλόταν και μαζί του μεγάλωνε και το μήκος κύματος του πρώτου εκείνου φωτός, το οποίο αρχικά ήταν εκτυφλωτικό και ερχόταν, όπως και σήμερα, από παντού. Βαθμιαία έγινε ερυθρό, αργότερα υπέρυθρο, ώσπου έφυγε εντελώς απο την πτική περιοχή. Γι’ αυτό δεν το βλέπουμε, αλλά το μετρούμε. (E. Kolb – M. Turner, The Early Universe. Frontiers in Physics, Callifornia 1990, σ. 80, Γ. Γούναρη, ένθ’ ανωτ., σ.119-120)
116. V. P. Hamilton, «The Book of Genesis. Chapters 1-17», σ. 121
117. «Ουκ έχουσιν χρείαν φωτός λύχνου και φωτός ηλίου, ότι Κύριος ο Υεός φωτίσει επ’ αυτούς» (Αποκ. 22,5). Ο Καλβίνος, σε σχόλιο του σχετικό με την ύπαρξη του φωτός χωρίς τον ήλιο, σημειώνει ότι ο «Κύρος από την αρχή της δημιουργίας μαρτυρεί ότι κρατεί στα χέρια του το φως, το οποίο μπορεί να μεταδώσει σε μας χωρίς τον ήλιο» (Commentaries on the First of Moses called Genesis, μεταφρ. J. King, τόμ. 2 {Grand Rapids: Eerdmans, ανατ, 1948} 1:76).
118. C. A. Simpson (INTR.-EXEG.), «The Book of Genesis», σ.468, Το φως ως πρώτο δημιούργημα απαντά και σε εξωβιβλικές κοσμολογίες και κυρίως των ινδών, βαβυλωνίων, ελλήνων και φοινίκων. Διαφέρει όμως απο το φως της βιβίκής διήγησης, διότι, ενώ το εξωβιβλικό συνιστά απλώς προυπόθεση της κοσμικής τάξης, το βιβλικό, πέραν αυτού, καθορίζει τα πλαίσια εντός των οποίων λαμβάνει χώρα η εξαήμερη δημιουργία και κατευθύνει την πορεία της τάξης του κόσμου από την αρχή ως το τέλος της (αυτόθι, σ. 469. C. Westermann, ένθ’ ανωτ., σ. 112)
119. Ένθ’ ανωτ,. Ε’,1, σ. 96ΑΒ……………
281 «Πρώτον μέν ο δημιουργός απλούν φως κατεσκεύασεν, ο δη και ημέραν εκάλεσεν, έπειτα τον ήλιον εκ του πυρός και φωτός συγκείμενον» (Ευσταθίου Αντιοχείας, Υπόμνημα εις την Εξαήμερον, PG 18,717 B).
282 Ένθ΄ανωτ., ΣΤ΄,2, σ. 121 Α πρβλ. «τούτο το ηλιακόν φως, όχημα εκείνω τω φωτί τω προτογόνω παρεσκεύασται» (Ευσταθίου Αντιοχείας, αυτόθι).
283 «Ως γαρ άλλο το πυρ και άλλο ο λύχνος. Το μεν την του φωτίζειν δύναμιν έχον, το δε παραφαίνειν τοις δεομένοις πεποιημένον, ούτω και τω καθαροτάτω εείνω και ευκρινεί και αύλω φωτί όχημα νυν οι φωστήρες παρεσκευάσθησαν» (αυτόθι)
284 Εις την Γένεσιν ερμηνεία, σ.88BC
285 «Το φως,εν υπάρχον, μονοειδές, κατατεμών ο τεχνίτης, εμέρισεν εις ήλιον και σελήνην και άστρα» (ένθ’ ανωτ.,σ.449)
286 Πέραν αυτού η φράση εμπεριέχει από μια άποψη και τη σημασία του κλασικού χαρακτηρισμού του «καλού καγαθού» (Κ.Βλάχου, «Η αφετηρία της Γενέσεως. Συνοπτική θεώρησις της κοσμολογίας και ανθρωπολογίας του βιβλίου της Γενέσως», Ββιβλικά Α΄,Αθήναι 1993, σ.68)

(Σταύρου Καλαντζάκη, «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός…», Εκδ. Πουρναρά, σελ. 102-109 & 203-206)

Όταν έρθει αυτή η εποχή, τότε θα αρχίσει η αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους. Μα όσο μακριά και αν είναι αυτή η εποχή, βρίσκεται καθ΄οδόν και θα έρθει.

Αγαπάτε τους φίλους σας.

Η αγάπη προς τους φίλους είναι ακριβή. Εγώ μιλώ για την αληθινή, θεία αγάπη. Βοήθησε το φίλο σου για το καλό - και ζήτησε τη βοήθειά του για το καλό - μόνον αυτό μπορεί να ονομαστεί πραγματική φιλική αγάπη.

Επιθυμώ το φίλο όχι για να κολακεύει τις αδυναμίες μου και να σκεπάζει και να δικαιολογεί τα λάθη μου αλλά, αντίθετα, να με διορθώνει στο κακό και να με υποστηρίζει στο καλό.

Τέτοια φιλία είναι καθαρτήριο, στο οποίο ο άνθρωπος καθαρίζεται από τις άγριες και χαμηλές συνήθειες και διαθέσεις. Η φιλία είναι πιο απαραίτητη στην ψυχή παρά στο σώμα. Στη θλίψη η σκέψη του φίλου φέρνει ευχάριστη όψη στο πρόσωπο. Στο νεκρικό κρεβάτι η παρουσία του φίλου ομορφαίνει το πρόσωπο του θανάτου. Η φιλία είναι πάντοτε η ζωοδότρα πνοή του αγγέλου που μας παρακολουθεί στη ζωή, που μας σηκώνει όταν πέφτουμε και μας εμπνέει όταν αποδυναμωνόμαστε.

Ανάλογα με το είδος της αγάπης που προσφέρει ένας άνθρωπος στους φίλους του, τέτοιους φίλους θα βρει. Ο καθένας έχει το φίλο που του αξίζει. Ανάλογα με την ποιότητα ή το μέγεθος της θυσίας βρίσκονται οι φίλοι. Θα πρέπει να απαρνηθώ οτιδήποτε ευτελές για να μπορέσω να έχω για φίλο εκείνον που το ύψος της ψυχής του μ΄αρέσει. Και πρέπει να αποβάλω τον εγωισμό αγαπώντας έναν μη εγωιστή φίλο. Και πρέπει να αποβάλω τη θηριωδία αγαπώντας έναν ευγενή φίλο.

Η φιλία είναι σχολείο. Ό,τι είδους είναι η φιλία τέτοιου είδους είναι και το σχολείο. Κάποιον η φιλία τον ανεβάζει στον ουρανό και άλλον τον τραβά στην κόλαση. Φιλίες οι οποίες είναι συνωμοσία ενάντια στο καλό υπάρχουν αρκετές. Τέτοιες φιλίες υπάρχουν πολλές και στο περιβάλλον μας. Φίλοι μπορούν να γίνουν κι εκείνοι που ούτε γνωρίζονται ούτε σέβονται ούτε θυσιάζονται ο ένας για τον άλλον. Φίλοι μπορούν να γίνουν άνθρωποι διαφορετικής ψυχοσύνθεσης για το κέρδος. Φίλοι γίνονται άνθρωποι διαφορετικών αρχών όχι λόγω των αρχών αλλά για τον πλούτο. Λόγω ειδικού καθεστώτος για να πάρουν άδεια εργασίας και λόγω προμηθειών, λόγω πλιάτσικου και κλοπής.

Φίλοι συχνά αποκαλούνται προσωρινά και εκείνοι που στο βάθος της ψυχής τους περιφρονούν ο ένας τον άλλον. Χαμογελούν ο ένας στον άλλον συχνά εκείνοι που με χαμόγελα καταπιέζουν ξεσπάσματα μίσους ο ένας για τον άλλον. Αχ! αυτά τα φιλικά χαμόγελα! Συχνά σημαίνουν αυλαία πάνω από την κόλαση. Φίλοι γίνονται συχνά άνθρωποι λόγω δειλίας, συχνά από φόβο του ενός προς τον άλλον, πολλές φορές από ματαιοδοξία, συχνά λόγω του ότι βαριούνται. Αυτή είναι πρόσκαιρη και συμφεροντολογική φιλία - το μεγαλύτερο ζιζάνιο που μεγαλώνει στη γη και η μεγαλύτερη ντροπή των ανθρώπων.

Είναι λοιπόν περίεργο που οι άνθρωποι δεν αγαπούν τους εχθρούς τους, όταν δεν ξέρουν να αγαπούν ούτε τους φίλους τους; Είναι παράξενο να μην μπορεί να διαβάσει βιβλία το παιδί που δεν έμαθε την αλφάβητο; Πώς μπορεί να αγαπήσει ο άνθρωπος τον απόμακρό του, όταν δεν μπορεί να αγαπήσει τον πλησίον του; Πώς μπορεί ο Σέρβος να αγαπήσει τον Γερμανό, όταν ο Σέρβος δεν έμαθε να αγαπά το Σέρβο; Πώς οι μη γνωρίζοντες τον Θεό Ιάπωνες να αγαπήσουν τους χριστιανούς Ρώσους, όταν οι Ρώσοι δεν αγαπούν ο ένας τον άλλο; Ποτέ δεν θα υπάρξει αγάπη προς τους εχθρούς, μέχρι να υπάρξει αγάπη ανάμεσα στους φίλους. Και δεν θα υπάρξει αγάπη ανάμεσα σε φίλους, μέχρι να οικοδομηθεί επάνω στη γνώση των άλλων, το σεβασμό και τη θυσία.

Όσο η φιλία θα αποτελεί μόνο υπηρέτρια των κατώτερων στόχων, τόσο θα κυβερνά στον κόσμο το κακό.

Η χριστιανική αγάπη κινείται κυκλικά.

Πρώτα έρχεται η αγάπη προς τον εαυτό μας, κατόπιν η αγάπη προς τους φίλους μας, μετά η αγάπη προς τους εχθρούς μας και, τέλος, η αγάπη προς τον Θεό. Ο Χριστός την αγάπη προς τον εαυτό μας την πήρε για μέτρο της αγάπης μας για τους ανθρώπους και για τον Θεό. "Όπως αγαπάς τον εαυτό σου", λέει ο Χριστός, "να αγαπάς και τον πλησίον". Αν οι άνθρωποι είχαν χριστιανική αγάπη προς τον εαυτό τους, γρήγορα θα είχαν και χριστιανική αγάπη προς τους φίλους τους και προς τους εχθρούς τους.

Αλλά αυτή η βασική αγάπη των ανθρώπων - η αγάπη προς τον εαυτό μας - ακόμα πλειοψηφεί ως ζωώδης, εγωιστική, αδηφάγα, ακάθαρτη, οπότε και κάθε άλλη αγάπη, βασιζόμενη σε τέτοια αγάπη είναι ομοίως τέτοια.

Όμως, θα έρθει μια καλύτερη εποχή, κατά την οποία οι άνθρωποι θα αγαπιούνται περισσότερο με το πνεύμα και την αλήθεια, και λόγω του πνεύματος και της αλήθειας, θα έχουν αληθινή αγάπη τόση όση είναι σήμερα η ψευδής αγάπη.

Θα έρθει εποχή κατά την οποία ο φίλος για τον φίλο θα είναι ιερέας και εξομολόγος, και όχι συνεργάτης στην συγκέντρωση πλούτου και την απόλαυση αυτού του κόσμου.

Θα έρθει εποχή κατά την οποία ο φίλος θα είναι για τον φίλο παρηγορητής και γιατρός, και όχι αποπλανητής και εξολοθρευτής της ψυχής.

Όταν έρθει αυτή η εποχή, τότε θα αρχίσει η αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους. Μα όσο μακριά και αν είναι αυτή η εποχή, βρίσκεται καθ΄οδόν και θα έρθει.

Η αγάπη με την οποία σήμερα οι άνθρωποι αγαπιούνται οδηγεί στην αυτοκτονία. Αλλά όταν έρθει εκείνη η εποχή θα φέρει μαζί της και την αγάπη η οποία θα καθοδηγεί προς τη ζωή.

Ακόμα δεν ήρθε η εποχή της αγάπης προς τους εχθρούς, αφού ακόμα δεν πληρούμε την εντολή για την αγάπη προς τους φίλους.

Αλλά θα εκπληρωθεί και η μια και η άλλη εντολή, γιατί δεν προέρχονται από τον άνθρωπο αλλά από τον Θεό. Και η θεϊκή εντολή δεν μπορεί να μείνει ανεκπλήρωτη. Δεν μπορώ, εγώ, αδελφοί μου, να σας παρακινήσω με τους αδύναμους λόγους μου, ώστε να εκπληρώσετε τις θεϊκές εντολές περί αγάπης.

Όμως, θα σας κινήσει σε αυτό ο Θεός, ο οποίος κινεί τους ήλιους. Δεν μπορώ να σας δώσω ούτε τη δύναμη για τη γνώση ούτε τη δύναμη για το σεβασμό ούτε τη δύναμη για τη θυσία. Αυτή την δύναμη θα σας τη δώσει Εκείνος που έχει την παντοδυναμία στα χέρια Του και που κινεί τα σύννεφα με τις σκέψεις.

Ο λόγος περί Θεού θα καταστρεφόταν αν εξαρτιόταν από τους λόγους μου και από τις δικές σας συνήθειες. Αλλά ο λόγος περί Θεού, ανεξάρτητα απ' όλους εμάς θα πετύχει και θα νικήσει. Εκείνος του οποίου τα χρόνια δεν έχουν αριθμό και η οντότητά του δεν έχει τέλος δεν μπορεί να αφήσει το επίγειο σπίτι του στις διαθέσεις μας, στα αδύναμα δημιουργήματά του, των οποίων η αρχή και το τέλος σχεδόν συναντιούνται σ΄ένα σημείο και των οποίων η οντότητα είναι μια κουκκίδα. Δεν είναι ο άνθρωπος αλλά ο Θεός φερέγγυος και πιστός εγγυητής της βασιλείας της αγάπης στη γη.

Ο Θεός μας είναι εγγυητής ότι ο ήλιος δε θα σβήσει πριν να δει τα τέκνα Του επί της γης να μοιάζουν στον επουράνιο Πατέρα τους. Κοίτα, σε λίγο καιρό θα σβήσει για μας ο ήλιος: Σκεπασμένοι από το μαύρο πέπλο του θανάτου, θα μείνουμε κρυμμένοι από τον ήλιο. Αλλά γιατί να μη μας δει ο ήλιος, όσο ζούμε, σαν τέκνα που μοιάζουν στον επουράνιο Πατέρα τους; Ας υποσχεθούμε ότι θα δώσουμε τέτοια ευχαρίστηση στον ήλιο και τόσο μεγαλύτερη ευχαρίστηση σ΄εμάς και τους φίλους μας! Ας είναι αρωγός μας σ΄αυτό ο επουράνιος Πατέρας μας, και τώρα και στους αιώνες.

(Απόσπασμα από το βιβλίο "Αργά βαδίζει ο Χριστός" - Tου Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

(αγίου Κασσιανού)

«Οι Άγιοι παρεκκλίνουν από την αλήθεια όταν πρόκειται για την ωφέλεια της ψυχής, όπως ακριβώς χρησιμοποιεί κανείς και το φυτό ελλέβορο για να θεραπεύσει τις σωματικές ασθένειες».
Πρέπει να κάνουμε χρήση του ψέματος σε ακραίες περιπτώσεις, όπως ακριβώς θα κάναμε και με τον ελλέβορο. Όταν δηλαδή πάρουμε ελλέβορο την ώρα που κινδυνεύουμε απο μια θανατηφόρα αρρώστια, γιατρευόμαστε. Αν όμως πάρουμε αυ΄τη την ουσία σε διαφορετική περίπτωση και όταν δεν διατρέχουμε κανέναν κίνδυνο, αυτή θα προκαλέσει ακαριαίο θάνατο.

Οι άγιοι άνθρωποι που ευαρέστησαν στον Θεό, μεταχειρίσθηκαν σωτήρια το ψέμα, τη στιγμή ακριβώς που κινδύνευσαν να πέσουν στην αμαρτία.. Γι’ αυτό και όχι μόνο δεν κατακρίθηκαν, αλλά και δικαιώθηκαν. Σκεφθείτε τι θα είχε συμβεί, αν αυτοί δεν είχαν κάνει αυτή τη μικρή παρέκκλιη και προτιμούσαν να μείνουν άκαμπτοι στις αρχές τους.

Τέτοια ήταν η περίπτωση της Ραάβ. Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει οτι η Ραάβ διέθετε καμιά αρετή, παρά μόνο την αναισχυντία της (Ιης.Ναυή 2, 1-6). Παρόλα αυτά, αντί να προδώσει τους κατασκόπους του Ιησού του Ναυή, τους έκρυψε λέγοντας ένα ψέμα. Γι’ αυτό και μόνο, όμως αξιώθηκε να καταταγεί στο λαό του Θεού, κερδίζοντας μια αιώνια ευλογία.

Αν αυτή, αντίθετα, είχε προτιμήσει να πει την αλήθεια και να σώσει τους συμπολίτες της, τότε σίγουρα δεν θα είχε ξεφύγει και η ίδια, αλλά και οι δικοί της από σίγουρο θάνατο. Δεν θα είχε επιπλέον θέση ανάμεσα στους προγόνους του Κυρίου και δεν θα αναφερόταν το όνομά της ανάμεσα στα ονόματα των Πατριαρχών, ούτε θα αξιωνόταν να φέρει στον κόσμο, μέσω των απογόνων της, τον Σωτήρα Χριστό (Εβρ. 11 , 31: Ιακ. 2,25)
Έχουμε επίσης το παράδειγμα της Δαλιδά. Αυτή πήρε το μέρος των συμπολιτών της και πρόδωσε την αλήθεια για τον σύζηγό της. Εξαιτίας αυτού τη βρήκε αιώνια καταδίκη και δεν άφησε τίποτε άλλο πίσω της, παρά μόνο τη δυσάρεστη ανάμνηση της αμαρτίας της.

Μπορούμε λοιπόν να αποφύγουμε την εμμονή στην αλήθεια, όταν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος. Θα πρέπει όμως, αποφασίζοντας να παρεκκλίνουμε από αυτήν, να αισθανόμαστε συγχρόνως βαθιά στη συνείδηση μας και κάποια ενοχή. Αν εξαιρέσουμε αυτή την περίπτωση της έσχατης ανάγκης, τότε ασφαλώς θα πρέπει πάντοτε να αποφεύγουμε το ψέμα σαν θανατηφόρο δηλητήριο, σαν τον ελλέβορο, ο οποίος είναι σωτήριος, όταν κανείς βρίσκεται κάτω από μια βαριά αρρώστια, αλλά και θανατηφόρος, όταν τον πάρει κάποιος υγιής. Γιατί ο ελλέβερος κτυπά όλα τα ζωτικά όργανα του σώματος καταλυτικά και με καταπληκτική ταχύτητα.

Η αλήθεια του λόγου μου επιβεβαιώνεται από την περίπτωση της Ραάβ και του Πατριάρχη Ιακώβ. Ούτε η Ραάβ θα γλύτωνε το θάνατο, ούτε ο Ιακώβ θα είχε αποκτήσει την ευλογία των πρωτοτόκων μ’ άλλο τρόπο, εκτός απ’ αυτό το τέχνασμα στο οποίο κατέφυγαν. Γιατί ο Θεός δεν εξετάζει και δεν κρίνει μόνο τις πράξεις μας. Αξιολογεί επίσης τη θέληση και τις προθέσεις μας. Κάνουμε, για παράδειγμα, κάτι ή δίνουμε κάποια υπόσχεση που αφορά τον αγιασμό και την αιώνια σωτηρία μας.
Ακόμα και στην περίπτωση που αυτή η ενέργεια ή η υπόσχεση είναι φαινομενικά σκληρή και άδικη, ο Θεός θα αξιολογήσει τα αγαθά αισθήματα που βρίσκονται στο βάθος της καρδιάς μας και θα μας κρίνει, όχι σύμφωνα με τα λόγια μας, αλλά συγχρόνως και τις διαθέσεις αυτού που ενεργεί.

Σύμφωνα λοιπόν με όσα είπαμε παραπάνω, μπορεί, αν συμβεί και παρεκκλίνει κάποιος από την αλήθεια, τελικά να δικαιωθεί. Ενώ, αντίθετα, μπορεί, αν επιμείνει στην «κατά γράμμα» αναφορά των γεγονότων, να πέσει σε βαρύ αμάρτημα.

Κατά τον ίδιο τρόπο ο Πατριάρχης Ιακώβ απέβλεπε προς τον τελικό σκοπό της πράξης του. Γι’ αυτό δεν φοβήθηκε να προσποιηθεί ότι έχει κι αυτός τριχωτό δέρμα, όμοιο με του αδελφού του και να τυλίξει τα χέρια του με δέρμα ζώου, ούτε παράκουσε τη μητέρα του που τον παρότρυνε πρός αυτή την ενέργεια.

Γιατί ο Ιακώβ έβλεπε ότι θα κέρδιζε περισσότερο παίρνοντας την ευλογία, παρά αποφεύγοντας το τέχνασμα. Πίστευε ότι η κηλίδα από την αμαρτία θα καθαριζόταν αμέσως με την έκχυση της πατρικής ευλογίας και, σαν ένα μικρό συννεφάκι θα διαλυόταν ευθύς αμέσως η αμαρτία του από την πνοή του Αγίου Πνεύματος. Έτσι λοιπόν αυτή η επιτηδευμένη υποκρισία θα του επέφερε τελικά μεγαλύτερο κέρδος, από ό,τι θα του πρόσφερε η έμφυτη αγάπη του για την αλήθεια.

(Αγίου Κασσιανού, Συνομιλίες… τόμος Β΄,εκδόσεις Ετοιμασία σελ. 54-56)

ΑΒΒΑ ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΑΓΗ

«Για τα λίγα σπυριά φακής που βρήκε ο Οικονόμος στο δάπεδο του μαγειρίου».

Πέρασε κάποτε από το μαγειρείο ο Οικονόμος που επιτηρούσε τους διακονητές και είδε να είναι πεσμένα κάτω λίγα σπυριά φακής. Ο αδελφός που διακονούσε στο μαγειρείο, πάνω ση βιασύνη του να ετοιμάσει το φαγηρό, δεν πρόσεξε και του έπεσαν απο τα χέρια, καθώς έπλενε τις φακές, αυτά τα λίγα σπυριά.

Ο Οικονόμος το ανέφερε αμέσως στον Γέροντα κι αυτός κανόνισε τον αδελφό με το επιτίμιο της αποχής απο τη λατρευτική Σύναξη της Αδελφότητας. Κι αυτό, γιατί θεώρησε την απώλεια των λίγων σπυριών της φακής, ως κατασπατάληση ιερής περιουσίας. Το λάθος μάλιστα απο αυτή την αμέλεια του δεν συγχωρήθηκε στον αδελφό, παρά μόνο αφού αυτός έβαλε μετάνοια και ζήτησε συγχώρεση από όλη την Αδελφότητα.

Γιατί πράγματι, οι μοναχοί πιστεύουν ότι και οι ίδιοι, αλλά και ό,τι έχουν στη χρήση τους, είναι αφιέρωμα στο Μοναστήρι και ανήκουν στον Χριστό. Γι’ αυτό το λόγο θεωρούν ότι απο τη στιγμή που ένα αντικείμενο δοθεί στο Μοναστήρι, πρέπει πλέον αυτό να χρησιμοποείται με μεγάλο σεβασμό, ως αφιέρωμα και ως κάτι ιερό. Φροντίζουν λοιπόν να διαχειρίζονται τα πάντα με πολλή προσοχή και επιμέλεια, και πιστεύουν ότι θα δώσουν λόγο στον Κύριο, αν δεν χειρισθούν κατάλληλα το κάθε αφιέρωμα.

Κι αυτό μάλιστα μέχρι του σημείου, ώστε δεν τολμούν ούτε κάν να του αλλάξουν θέση ή χρήση. Για παράδειγμα, δεν τολμούν να παραχωρήσουν τη χρήση μιας στάμνας σε έναν κοσμικό άνθρωπο ή να παραπετάξουν και να αχρηστεύσουν ένα μικροαντικείμενο από ένα κελί ή από το χώρο της προσευχής.

(Αγίου Κασσιανού, Συνομιλίες… Εκδ. Ετοιμασία σελ. 366-367)

(γράφει ο Φράνσις Κόλλινς, εξέχων Γενετιστής Επιστήμων)

Επιλογή Ι: Αθεϊσμός και Αγνωστικισμός. Όταν η επιστήμη παραμερίζει την Πίστη

ΑΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ

Ο όρος αγνωστικιστής επινοήθηκε από τον γραφικό Βρετανό Thomas Henry Huxley, γνωστό και σαν το μπουλντόγκ του Δαρβίνου, το 1869. Αυτή είναι η περιγραφή του για το πως κατέληξε να επινοήσει τον όρο:

«Όταν έφθασα σε μια πνευματική ωριμότητα και άρχισα να αναρωτιέμαι αν ήμουν ένας άθεος, ένας θεϊστής ή ένας πανθεϊστής, ένας υλιστής ή ιδεαλιστής, ένας Χριστιανός ή ελεύθερος στοχαστής, βρήκα ότι όσο πιο πολύ μάθαινα και σκεπτόμουνα, τόσο λιγότερο εύκολη ήταν ή απάντηση, ώσπου τελικά έφθασα στο συμπέρασμα ότι δεν είχα θέση σε καμιά από αυτές τις ομάδες, εκτός της τελευταίας. Το μόνο πράγμα στο οποίο όλοι αυτοί οι καλοί άνθρωποι ήταν σύμφωνοι, ήταν το μόνο στο οποίο διέφερα από αυτούς. Ήταν τελείως βέβαιοι ότι είχαν φθάσει σε μια κάποια “γνώση” είχαν λίγο ή πολύ λύσει το πρόβλημα τής ύπαρξής, ενώ εγώ ήμουν απόλυτα βέβαιος ότι δεν είχα, και ήμουν πολύ βέβαιος ότι το πρόβλημα είναι άλυτο. Έτσι σκέφτηκα και επινόησα ότι νόμισα ό,τι είναι ο κατάλληλος τίτλος του “αγνωστικιστή”. Ήρθε στο νου μου σαν ενδεδειγμένο αντιλεκτικό στους “γνωστικούς ” της Εκκλησιαστικής ιστορίας, που ισχυρίζονταν ότι ξέρουν τόσα πολλά για τα πράγματα ακριβώς που σε μένα ήσαν άγνωστα».8

Αγνωστικιστής λοιπόν είναι ένας που θα ΄λεγε απλά ότι η γνώση του Θεού δεν μπορεί να επιτευχθεί. Όπως και για την αθεΐα, υπάρχουν ισχυρές και ασθενείς μορφές αγνωστικισμού, με την ισχυρή μορφή να υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίσει ποτέ το ανθρώπινο γένος, και την ασθενή μορφή να λέει απλώς «όχι τώρα».

Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στον ισχυρό αγνωστικισμό και τη μετριοπαθή αθεΐα είναι ασαφείς όπως αποκαλύπτει ένα ανέκδοτο για το Δαρβίνο. Σ΄ ένα δείπνο μαζί με δύο άθεους, το 1881, ο Δαρβίνος ρώτησε τους φιλοξενούμενούς του: «Γιατί ονομάζετε τους εαυτούς σας άθεους;» λέγοντας ότι αυτός προτιμούσε τον όσο του Huxley «αγνωστικιστής». Ένας από αυτούς απάντησε ότι ο αγνωστικιστής δεν είναι παρά ένας επιφυλακτικός άθεος, και ο άθεος είναι μόνο ένας επιθετικός αγνωστικιστής.9

Πολλοί αγνωστικιστές, εντούτοις, δεν είναι τόσο επιθετικοί και παίρνουν τη θέση ότι δεν είναι δυνατόν, τουλάχιστον γι΄αυτούς, να πάρουν αυτήν την εποχή θέση υπέρ ή κατά της ύπαρξης Θεού. Επιφανειακά αυτή είναι μια λογικά υποστηριζόμενη θέση (ενώ η αθεΐα δεν είναι). Ασφαλώς είναι τελείως συμβιβασμένη με τη θεωρία της εξέλιξης και πολλοί Βιολόγοι θα τοποθετούνταν σ΄ αυτό το στρατόπεδο. Αλλά ο αγνωστικισμός επίσης μπορεί να μην είναι παρά μια φυγή.

Για να υποστηριχθεί καλά θα πρέπει να φθάσει κανείς σ΄αυτόν μετά από μια πλήρη εξέταση όλων των ενδείξεων υπέρ ή κατά της ύπαρξης Θεού. Είναι σπάνιο ένας αγνωστικιστής να έχει κάνει την προσπάθεια να το κάνει αυτό (μερικοί που το έκαναν και αυτοί είναι μάλλον ένας αριθμός περιορισμένος, απρόοπτα μεταστράφηκαν σε πίστη στο Θεό). Επιπλέον, ενώ ο αγνωστικισμός είναι μια άνετη συνηθισμένη στάση για πολλούς, από μια πνευματική άποψη δείχνει μια αδυναμία. Θα θαυμάζαμε κάποιον που θα επέμενε ότι η ηλικία του σύμπαντος δεν μπορεί να γίνει γνωστή και που δεν διέθεσε χρόνο για να δει τις αποδείξεις;

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η επιστήμη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει την απόρριψη των μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών του κόσμου, που στηρίζονται σε αιώνες ιστορίας, ηθικής φιλοσοφίας και στην ισχυρή ένδειξη που προκύπτει από τον ανθρώπινο αλτρουισμό. Είναι μεγάλη επιστημονική «ύβρις» ο αντίθετος ισχυρισμός και μας αφήνει με μια πρόκληση: αν η ύπαρξη του Θεού είναι πραγματική (όχι απλά παράδοση αλλά πραγματικά αληθινή) και αν ορισμένα συμπεράσματα για το φυσικό κόσμο είναι επίσης αληθινά (όχι ακριβώς της μόδας αλλά αντικειμενικά αληθινά), τότε δεν πρέπει να αντιλέγουν το ένα στο άλλο. Μια πλήρως αρμονική σύνθεση πρέπει να είναι δυνατή.

Παρατηρώντας το σημερινό κόσμο είναι, εντούτοις, δύσκολο να ξεφύγει κανείς από την αίσθηση ότι αυτές οι δύο όψεις της αλήθειας δεν επιζητούν την αρμονία αλλά είναι σε πόλεμο. Αυτό δεν είναι πουθενά πιο φανερό από τις διαμάχες γύρω από τη δαρβίνεια θεωρία της εξέλιξης. Εδώ είναι που οι μάχες είναι σήμερα πολύ μανιασμένες, εδώ είναι που η έλλειψη κατανόησης κι από τις δύο πλευρές είναι πολύ βαθιά, εδώ είναι που διακυβεύεται πιο πολύ το μέλλον του κόσμου μας, κι εδώ είναι όπου η αρμονία είναι απελπιστικά αναγκαία. Κι έτσι σ΄ αυτό το θέμα θα είναι καλό να στρέψουμε την προσοχή μας στη συνέχεια.

(Francis Collins, Η Γλώσσα του Θεού σελ.149-151, εκδ. Παπαζήση)

(γράφει ο Φράνσις Κόλλινς, εξέχων Γενετιστής Επιστήμων)

Επιλογή Ι: Αθεϊσμός και Αγνωστικισμός. Όταν η επιστήμη παραμερίζει την Πίστη.
Η χρονιά που ήμουν πρωτοετής στο κολλέγιο, το 1968, ήταν γεμάτη από συνταρακτικά γεγονότα. Τα σοβιετικά τανκς είχαν μπει στην Τσεχοσλοβακία, ο πόλεμος του Βιετνάμ είχε κλιμακωθεί με την επίθεση των Τετ, και ο Ρόμπερτ Κέννεντυ και ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ είχαν δολοφονηθεί. Αλλά ακριβώς στο τέλος αυτού του έτους ένα άλλο πιο θετικό γεγονός συνέβη, που συγκίνησε τον κόσμο, και ήταν η εκτόξευση του «Απόλλων 8». Ήταν το πρώτο επανδρωμένο διαστημόπλοιο που θα βρισκόταν σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη. Ο Frank Borman, o James Lovell και ο William Anders ταξίδεψαν στο διάστημα για τρεις ημέρες αυτόν τον Δεκέμβριο, ενώ ο κόσμος κρατούσε την αναπνοή του. Κατόπιν άρχισαν να τριγυρίζουν τη Σελήνη, παίρνοντας τις πρώτες φωτογραφίες της Γης που ανέτειλε πάνω από την επιφάνεια της Σελήνης, που θύμισαν σε όλους εμάς πόσο μικρός και εύθραυστος φαίνεται ο πλανήτης μας από το κατάλληλο σημείο του διαστήματος. Την παραμονή των Χριστουγέννων οι τρεις αστροναύτες μετέδωσαν μια ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή από το θαλαμίσκο τους. Αφού σχολίασαν τις εμπειρίες τους από την ερημιά του σεληνιακού τοπίου, διάβασαν όλοι μαζί στον κόσμο τους πέντε πρώτους στίχους του κεφαλαίου 1 της Γενέσεως. Σαν ένας αγνωστικιστής εξελισσόμενος σε άθεο την εποχή εκείνη, θυμάμαι ακόμη την ξαφνική αίσθηση δέους που με κυρίευσε, όταν αυτές οι αξέχαστες λέξεις «εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον Ουρανόν και την Γ ην» έφθασαν στ΄αυτιά μου από 240.000 μίλια μακριά, ειπωμένες από ανθρώπους που ήταν επιστήμονες και μηχανικοί, αλλά για τους οποίους αυτές οι λέξεις είχαν φανερά μεγάλο νόημα.

Αμέσως μετά η γνωστή Αμερικανίδα αθεΐστρια Madalyn Murray O΄Hair μήνυσε τη ΝΑSΑ γιατί επέτρεψε αυτή την ανάγνωση της Βίβλου την παραμονή των Χριστουγέννων. Υποστήριξε ότι αφού οι Αμερικανοί αστροναύτες ήταν ομοσπονδιακοί υπάλληλοι πρέπει να τους απαγορεύεται η δημόσια προσευχή στο διάστημα. Μολονότι τα δικαστήρια τελικά απέρριψαν την αγωγή της, η ΝΑSA αποθάρρυνε τέτοιες αναφορές στην πίστη σε μελλοντικές πτήσεις· Έτσι ο Buzz Aldrin του «Απόλλωνα ΙΙ» κανόνισε να κοινωνήσει στην επιφάνεια της Σελήνης κατά την πρώτη προσσελήνωση, το 1969, αλλά αυτό το γεγονός δεν αναφέρθηκε ποτέ δημόσια.

Μια μαχητική αθεΐστρια να κινητοποιείται δικαστικά ενάντια στην ανάγνωση της Βίβλου από αστροναύτες που τριγύριζαν τη Σελήνη, την παραμονή των Χριστουγέννων. Τι σύμβολο κλιμακούμενης εχθρότητας ανάμεσα σε πιστούς και άπιστους στο σημερινό κόσμο! Κανένας δεν αντέδρασε, το 1844, όταν το πρώτο τηλεγραφικό μήνυμα του Samuel Morse ήταν; «Τι εποίησεν ο Θεός». Κι όμως με αυξανόμενο ρυθμό, τον 21ο αιώνα, εξτρεμιστές και των δύο πλευρών της αντίθεσης επιστήμης/πίστης επιμένουν ότι η άλλη πλευρά πρέπει να φιμωθεί.

Η αθεΐα εξελίχθηκε από τότε που η O΄ Hair ήταν η πιο ορατή συνήγορός της. Σήμερα δεν είναι οι κοσμικοί ακτιβιστές σαν την O΄ Hair που αποτελούν την πρωτοπορία της, είναι οι εξελικτικοί. Μεταξύ των διαφόρων θορυβωδών υποστηρικτών, οι Richard Dawkins και Daniel Denett διακρίνονται σαν εύγλωττοι σοφοί που ξοδεύουν σημαντική ενεργητικότητα για να εξηγήσουν και να διαδώσουν το Δαρβινισμό, ισχυριζόμενοι ότι μια αποδοχή της εξέλιξης στη Βιολογία απαιτεί μια αποδοχή της αθεΐας στη Θεολογία. Σ' ένα αξιοσημείωτο τέχνασμα μάρκετινγκ, αυτοί και οι συνάδελφοί τους στην αθεϊστική κοινότητα επιχείρησαν επίσης να προωθήσουν τον όρο «λαμπερός» αντί για «άθεος» (το υπονοούμενο συμπέρασμα, ότι οι πιστοί πρέπει να είναι ίσως είναι «σκοτεινοί», ίσως είναι ένας λόγος γιατί ο όρος δεν επικράτησε ακόμη). Ασφαλώς η εχθρότητά τους για την πίστη είναι απροκάλυπτη. Πώς φθάσαμε εδώ

ΑΘΕΪΑ
Μερικοί έχουν ξεχωρίσει την αθεΐα σε «ελαφρές» και «σκληρές» μορφές.
Ασθενής αθεΐα είναι η απουσία πίστης στην ύπαρξη ενός Θεού ή Θεών, ενώ σκληρή αθεΐα είναι η στερεά πεποίθηση ότι δεν υπάρχουν τέτοιες θεότητες. Στην καθημερινή συζήτηση η σκληρή αθεῖα είναι γενικά η θέση που παίρνει ένας που έχει αυτήν την άποψη, γι΄αυτό θα συζητήσουμε αυτήν την προοπτική εδώ.
Σε άλλο μέρος έχω υποστηρίξει ότι η αναζήτηση για Θεό είναι ένα πλατιά διαδεδομένο χαρακτηριστικό όλου του ανθρώπινου γένους, άσχετα από γεωγραφική περιοχή και σε όλη την ανθρώπινη ιστορία. Στο αξιοσημείωτο βιβλίο του Εξομολογήσεις (ουσιαστικά η πρώτη αυτοβιογραφία στη Δύση), ο Άγιος Αυγουστίνος περιγράφει αυτή τη νοσταλγία στην πρώτη ακριβώς παράγραφο: «Το να Σε δοξάζω είναι η επιθυμία του ανθρώπου, ενός μικρού κομματιού της δημιουργίας Σου. Εσύ παρακινείς τον άνθρωπο να ευχαριστιέται να Σε υμνεί, γιατί μας έφτιασες για Σένα και η ψυχή μας είναι ανήσυχη μέχρι που να βρει ανάπαυση σε Σένα ».1

Αν αυτή η παγκόσμια αναζήτηση Θεού είναι τόσο επιτακτική, τι θα κάνουμε μ΄ αυτές τις ανήσυχες καρδιές που αρνούνται την ύπαρξή του; Σε ποια βάση στηρίζονται να κάνουν τέτοιες διαβεβαιώσεις με τέτοια σιγουριά; Και ποιες είναι οι ιστορικές ρίζες αυτής της άποψης;

Η αθεΐα έπαιξε μικρό ρόλο στην ιστορία μέχρι το 18ο αιώνα οπότε εμφανίστηκε ο Διαφωτισμός και αναπτύχθηκε ο υλισμός. Στο κάτω-κάτω της γραφής ο sir Ισαάκ Νεύτων ήταν ένας σταθερός πιστός στο Θεό που έγραψε και δημοσίευσε περισσότερες εργασίες για την ερμηνεία της Βίβλου παρά για μαθηματικά και φυσική. Μια πιο δυνατή δύναμη που γέννησε την αθεΐα το 18ο αιώνα ήταν ο Διαφωτισμός, μια επανάσταση ενάντια στην καταπιεστική εξουσία της κυβέρνησης και της Εκκλησίας, που εκδηλώθηκε ιδιαίτερα στη Γαλλική Επανάσταση. Και οι δύο, η γαλλική βασιλική οικογένεια και η ηγεσία της Εκκλησίας, φάνηκαν εξίσου σκληροί, εγωκεντρικοί, υποκριτικοί και αναίσθητοι για τις ανάγκες του κοινού ανθρώπου. Ταυτίζοντας την οργανωμένη Εκκλησία με τον ίδιο το Θεό οι επαναστάτες αποφάσισαν ότι ήταν καλύτερα να απορρίψουν και τους δύο.

Πρόσθετη ενίσχυση για την αθεϊστική προοπτική προσφέρθηκε από τα γραπτά του Sigmund Freud, που ισχυρίσθηκε ότι η πίστη στο Θεό είναι απλά μια επιθυμητική νοοτροπία. Αλλά ακόμη δυνατότερη υποστήριξη για την αθεϊστική προοπτική τα τελευταία 150 χρόνια φάνηκε να προκύπτει από τη δαρβίνεια θεωρία της εξέλιξης. Με σκοπό να διαλύσει το «επιχείρημα σχεδίου» που ήταν ένα δυνατό βέλος στη φαρέτρα του θεϊστή, η εξελικτική θεωρία αρπάχθηκε από τους αθεϊστές σαν ένα δυνατό αντιόπλο κατά της πνευματικότητας.

Κοιτάξτε, για παράδειγμα, τον Eduard O. Wilson, έναν από τους εξέχοντες εξελικτικούς βιολόγους της εποχής μας. Στο βιβλίο του Για τη φύση του ανθρώπου (On Human Nature), ο Wilson με χαρά αναγγέλλει ότι η εξέλιξη θριάμβευσε πάνω στην κάθε είδους μεταφυσική, συμπεραίνοντας:
«Το τελικό αποφασιστικό πέρας που θα απολαύσει η φυσιοκρατία θα προέλθει από την ικανότητά της να εξηγήσει την παραδοσιακή θρησκεία, την κύρια αμφισβήτηση της, σαν ένα ολοκληρωτικά υλικό φαινόμενο. Η Θεολογία δεν είναι πιθανό να επιζήσει σαν ένας ανεξάρτητος πνευματικός κλάδος».2

Μεγάλες κουβέντες!
Ακόμα μεγαλύτερες κουβέντες προήλθαν από τον Richard Dawkins. Σε μια σειρά βιβλίων αρχίζοντας με το Το Εγωιστικό Γονίδιο (The Selfish Gene) και συνεχίζοντας με το Ο Τυφλός Ωρολογοποιός (The Blind Watch-Maker), Ανεβαίνοντας στο Βουνό (Climbing up Mountain) και Ένας Εφημέριος του Διαβόλου (A Devil΄ς Chaplain), περιγράφει με εντυπωσιακές αναλογίες και ρητορικές διακοσμήσεις τις συνέπειες της μεταβολής των ειδών και της φυσικής επιλογής. Βασιζόμενος πάνω σ' αυτή τη δαρβινική θεμελίωση, ο Dawkins κατόπιν επεκτείνει τα συμπεράσματά του για τη θρησκεία με πολύ επιθετικά λόγια: «Είναι της μόδας να χαρακτηρίζουμε ως απειλή από την Αποκάλυψη για την ανθρωπότητα τον ιό του AIDS, τη νόσο των τρελλών αγελάδων και πολλά άλλα, αλλά νομίζω ότι μπορεί να υποστηριχθεί ότι η πίστη είναι ένα από τα μεγάλα κακά του κόσμου, εφάμιλλο με τον ιό της ευλογιάς αλλά δυσκολότερο να ξεριζωθει›.3

Στο τελευταίο του βιβλίο Ο Θεός του Dawkins" (Dawkins God), ο Μοριακός Βιολόγος και Θεολόγος Alister McGrath καταπιάνεται με αυτά τα θρησκευτικά συμπεράσματα και επισημαίνει τις λογικές πλάνες σ΄ αυτά. Τα επιχειρήματα του Dawkins έρχονται σε τρεις κύριες αποχρώσεις.

Πρώτον, υποστηρίζει ότι η εξέλιξη εξηγεί πλήρως τη βιολογική πολυπλοκότητα και την καταγωγή του ανθρώπινου γένους, κι έτσι δεν υπάρχει πια ανάγκη για Θεό. Μολονότι αυτό το επιχείρημα σωστά απαλλάσσει το Θεό από το να έχει κάνει πολλαπλές πράξεις χωριστής δημιουργίας του κάθε είδους στον πλανήτη, είναι βέβαιο ότι δεν αναιρεί την ιδέα ότι ο Θεός πραγματοποίησε το δημιουργικό του σχέδιο με την εξέλιξη. Το πρώτο επιχείρημα του Dawkins συνεπώς δεν εφαρμόζεται στο Θεό που λάτρευε ο Άγιος Αυγουστίνος ή αυτόν που λατρεύω εγώ. Αλλά ο Dawkins είναι δάσκαλος στο να στήνει έναν ψεύτικο άνθρωπο και κατόπιν να τον ξηλώνει με μεγάλη ευχαρίστηση. Στην πραγματικότητα τέτοιοι επαναλαμβανόμενοι βαρείς χαρακτηρισμοί για την πίστη προδίδουν μια φαρμακερή προσωπική διάθεση μάλλον, παρά μια συνέπεια στα λογικά επιχειρήματα τα οποία ο Dawkins τόσο εκτιμά στο επιστημονικό πεδίο.

Το δεύτερο επιχείρημα από αυτή τη σχολή εξελικτικής αθεΐας του Dawkins είναι ένας άλλος αχυράνθρωπος: ότι η θρησκεία είναι παράλογη. Φαίνεται να έχει δεχθεί τον ορισμό της θρησκείας που αποδίδεται στον απόκρυφο μαθητή του Mark Twain: «Πίστη είναι να πιστεύεις ότι ξέρεις ότι δεν είναι έτσι».4 Ο ορισμός της πίστης από τον Dawkins είναι «τυφλή εμπιστοσύνη με απουσία ενδείξεων ακόμα ενάντια στις ενδείξεις».5 Αυτό οπωσδήποτε δεν περιγράφει την πίστη πολλών πιστών στην ιστορία, ούτε αυτών που γνωρίζω εγώ. Ενώ λογικά επιχειρήματα δεν μπορούν ποτέ να αποδείξουν οριστικά την ύπαρξη του Θεού, σοβαροί στοχαστές από τον Αυγουστίνο και τον Ακινάτη έως τον C.S.Lewis, απέδειξαν ότι μια πίστη σε Θεό είναι έντονα αληθοφανής. Δεν είναι λιγότερο αληθοφανής σήμερα. Η καρικατούρα της πίστης που παρουσιάζει ο Dawkins είναι εύκολη γι΄ αυτόν να της επιτεθεί, αλλά δεν είναι το αληθινό πράγμα.

Η τρίτη αντίρρηση του Dawkins είναι ότι πολύ κακό έχει γίνει στο όνομα της θρησκείας. Δεν υπάρχει αντίρρηση σ΄ αυτή την αλήθεια, μολονότι αναντίρρητα μεγάλες πράξεις φιλανθρωπίας έχουν κινητοποιηθεί από την πίστη. Αλλά οι κακές πράξεις που έγιναν στο όνομα της θρησκείας με κανένα τρόπο δεν ενοχοποιούν την αλήθεια της πίστης. Αντίθετα ενοχοποιούν τη φύση των ανθρωπίνων όντων, αυτών των σκουριασμένων δοχείων στα οποία τοποθετήθηκε το καθαρό νερό αυτής της αλήθειας.

Είναι ενδιαφέρον ότι ενώ ο Dawkins υποστηρίζει ότι είναι το γονίδιο και ο ακατάπαυστος αγώνας του για επιβίωση που εξηγεί την ύπαρξη όλων των ζωντανών πλασμάτων, υποστηρίζει ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε τελικά τόσο πολύ προχωρημένοι ώστε να μπορούμε να επαναστατήσουμε ενάντια στις γενετικές επιταγές. «Μπορούμε ακόμα να συζητήσουμε τρόπους για να καλλιεργήσουμε προσεκτικά και να αναπτύξουμε καθαρά αφιλοκερδή αλτρουισμό, κάτι που δεν έχει θέση στη φύση, κάτι που δεν έχει υπάρξει πριν σε όλη την ιστορία του κόσμου».6

Εδώ είναι ένα παράδοξο: ο Dawkins είναι ένας υποστηρικτής του Ηθικού Νόμου. Από που μπορεί να έχει έλθει αυτή η ορμή για καλά αισθήματα; Αυτό ασφαλώς θα έπρεπε να κινήσει την υποψία του για την «τυφλή αδυσώπητη αδιαφορία», που υποστηρίζει ότι αναφέρεται σε όλη τη φύση, περιλαμβανομένου του ίδιου και της υπόλοιπης ανθρωπότητας, από τη άθεη εξέλιξη. Ποια αθεΐα τότε θα έπρεπε να αποδώσει στον αλτρουισμό;
Το μεγάλο και αναπόφευκτο λάθος του ισχυρισμού του Dawkins ότι η επιστήμη απαιτεί αθεΐα είναι ότι προχωρεί πιο πέρα από τις αποδείξεις. Εάν ο Θεός είναι έξω από τη φύση, τότε η επιστήμη δεν μπορεί ούτε να αποδείξει ούτε να αποκλείσει την ύπαρξή Του. Η ίδια η αθεΐα, επομένως, μπορεί να θεωρηθεί σαν μια μορφή τυφλής πίστης, αφού υιοθετεί ένα σύστημα που δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βάση την καθαρή λογική.

Ίσως, η πιο γραφική περίληψη αυτής της άποψης προέρχεται από μια απίθανη πηγή: Τον Stephen Jay Gould, που, εκτός από τον Dawkins, είναι πιθανώς ο πιο ευρύτερα διαβασμένος εκπρόσωπος της εξέλιξης στην περασμένη γενιά. Γράφοντας μια, κατά τα άλλα λίγο διαβασμένη βιβλιοκρισία, ο Gould σφυροκόπησε την άποψη του Dawkins:
«Να το πω για όλους τους συναδέλφους μου για εκατομμυριοστή φορά: Η επιστήμη δεν μπορεί με τις νόμιμες μεθόδους της να κρίνει το θέμα της εποπτείας της φύσης από το Θεό. Δεν μπορούμε ούτε να το επιβεβαιώσουμε ούτε να το αρνηθούμε αυτό. Αν κάποιοι από το σινάφι μας (εννοεί και τον Richard Dawkins, αθεϊστή) κάνουν δηλώσεις ότι ο Δαρβινισμός καταργεί το Θεό θα βρω την κ. McInerney (δασκάλα του Gould) να τους δώσει με τη βέργα στα δάχτυλα.

Η επιστήμη μπορεί να δουλέψει μόνο με νατουραλιστικές εξηγήσεις. Δεν μπορεί ούτε να βεβαιώσει ούτε να αρνηθεί άλλου είδους ενεργούντες (όπως ο Θεός) σε άλλες σφαίρες (το βασίλειο της ηθικής, για παράδειγμα). Ξεχάστε τη φιλοσοφία για ένα λεπτό. Η απλή εμπειρία των τελευταίων 100 ετών θα αρκούσε. Ο Δαρβίνος ο ίδιος ήταν αγνωστικιστής (έχοντας χάσει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις με τον τραγικό θάνατο της αγαπημένης του κόρης), αλλά η μεγάλη Αμερικανίδα Βοτανολόγος Asa Gray, που ευνοούσε τη φυσική επιλογή και έγραφε ένα βιβλίο με τον τίτλο Darwiniana, ήταν μία αφοσιωμένη Χριστιανή. Προχωρήστε 50 χρόνια μπροστά: ο Charles D. Walcott που ανακάλυψε τα απολιθώματα των Burges Shale ήταν ένας πεπεισμένος δαρβινιστής και εξίσου σταθερός Χριστιανός που πίστευε ότι ο Θεός είχε ορίσει τη φυσική επιλογή για να οικοδομήσει την ιστορία της ζωής σύμφωνα με τα σχέδια και τις προθέσεις Του. Προχωρήστε για άλλα 50 χρόνια στους δύο μεγαλύτερους εξελικτικούς της γενιάς μας: ο G.G. Simpson ήταν ένας ανθρωπιστής αγνωστικιστής, ο Theodosius Dobzhansky είναι ένας πιστός Ρώσος Ορθόδοξος. Ή οι μισοί από τους συναδέλφους μου είναι φοβερά βλάκες ή αλλιώς ο δαρβινισμός είναι πλήρως συμβατός με τις παραδοσιακές θρησκευτικές πίστεις- και εξίσου συμβατός με την αθεΐα».
Έτσι αυτοί που είναι άθεοι πρέπει να βρουν άλλη βάση για να παίρνουν αυτή τη θέση. Η εξέλιξη δεν είναι η κατάλληλη.

(Francis Collins, Η Γλώσσα του Θεού σελ.143-149, εκδ. Παπαζήση)

Από το βιβλίο Ο πατήρ Αρσένιος». (κατάδικος ΖΕΚ-18376)έκδοσης Παρακλήτου

Αυτοί οι άνθρωποι έρχονται στην πίστη με έργα κι όχι με λόγια. Στήν εξομολόγηση, πολλοί απ'αυτούς λέ­νε:«Είμαι φονιάς. "Ομως ή ποινή πού θα μου επιβληθεί,δέν με φοβίζει.Φοβάμαι την κατάκριση της συνειδήσεως μου πού νιώ­θω...».

Ενας μου είπε: «Πάτερ, θυμάμαι συνεχώς τα λόγια της μά­νας μου: "Γιε μου, να πηγαίνεις στην εκκλησία. Μην άκούς πού σας λένε στο σχολείο ότι δεν υπάρχει ό Θεός. Λένε ψέματα! Κά­ποτε θα καταλάβεις ότι ζει ό Θεός κι ότι πάντα είναι μαζί μας!". Ό ίδιος φυλακισμένος, μου είπε στη συνέχεια: «Πάτερ, εδώ στή φυλακή βρήκα τον Θεό!».'Ολοι τους εκφράζουν την ελπίδα ότι θα τους συγχωρήσει ό Κύριος.

 Στήν εξομολόγηση βλέπουμε να γίνονται θαύματα. Κάποιος απ΄αυτούς εγκαταλείφθηκε από συγ­γενείς και φίλους κι έμεινε ολομόναχος. Μου είπε ότι τον αρνή­θηκαν όλοι κι ότι μόνο τον Θεό αισθάνεται κοντά του. Τον ρώ­τησα, τι τον οδήγησε στον Θεό· μου απάντησε:
«Πριν μπω στη φυ­λακή, ήμουν σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Εκεί γνωρίσθηκα με πιστούς ανθρώπους. 'Ηξερα, βέβαια, ότι ή παράγραφος 59 προέβλεπε την ποινή της φυλακίσεως, για όποιον πίστευε στο Θεό! Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα πιστούς να φυλακίζονται για την πίστη τους. Τους βασάνιζαν γιά ν' αρνηθούν τον Θεό, λέγο­ντας τους ότι αν το κάνουν, θα τους ελευθερώσουν, εξασφαλίζο­ντας τους καλή ζωή. Εκείνοι όμως έμεναν σταθεροί καί αμετα­κίνητοι. Πολλές φορές θυμήθηκα τη μάνα μου πού έβαλε στην καρδιά μου την αγάπη στον Θεό καί στην Εκκλησία Του. Μέ­χρι τώρα, τη μισή ζωή μου την πέρασα στις φυλακές και τα στρα­τόπεδα σαν εγκληματίας. Σ' αυτούς τους χώρους, άρχισα να θυμάμαι έντονα τα λόγια της μάνας μου καί να ψάχνω συνειδη­τά τον Θεό. Τώρα πια, προσεύχομαι αδιάκοπα. Νιώθω, είμαι βέβαιος ότι μ' ακούει ό Θεός. Βλέπω τη βοήθεια Του!».


Ό κρα­τούμενος αυτός ονομάζεται Αλέξανδρος κι είναι τριανταοκτώ ετών. Άπ' αυτά, τα εικοσιέξι χρόνια τα πέρασε σε στρατόπεδα συ­γκεντρώσεως, φυλακές ανηλίκων καί άλλα σωφρονιστικά ιδρύ­ματα. Εξομολογώ στη λαύρα πολλά χρόνια.
 "Οσα όμως μου είπε ό Αλέξανδρος, αλλά καί ό τρόπος πού τα είπε, με συνεκλόνισαν. ~ Ηλθαν φορές πού κι εγώ αναρωτήθηκα αν ό Θεός θα συγχω­ρήσει αυτά πού άκουσα. Σ' αυτό το σημείο έδειξα την όλιγοπιστία μου. Εξομολογούσα τον Αλέξανδρο δύο μέρες συνεχώς! Στό τέλος, συλλογίστηκα: Άφοϋ ό Θεός συγχώρησε το ληστή πού το ζήτησε κι αυτόν εδώ θα συγχωρήσει. Του είπα να προσέ­ξει τα λόγια του, να μη φάει τίποτε την παραμονή της Θείας Κοι­νωνίας καί να μη καπνίσει. Το έκανε. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να μη ξέρουν τίποτα από γράμματα κι επιστήμες, όμως το Νόμο τοϋ Θεού ξέρουν να τον σέβονται· καί μάλιστα, καλύτερα άπ' ο,τι έμείς.
Την επομένη πού λειτούργησα, πλησίασαν στο «μετά φό­βου...» οι κρατούμενοι πού ήσαν προγραμματισμένοι καί περί­μενα να πλησιάσει κι ό Αλέξανδρος. Δεν ερχόταν. Του έκανα νόημα. Τίποτα! "Ετσι μακριά όπως στεκόταν, κουνούσε το κε­φάλι, δείχνοντας μου ότι δεν μπορούσε να κοινωνήσει. Μετά το «δι' ευχών» τον πλησίασα καί τον ρώτησα γιατί δεν κοινώνησε. «Δεν είμαι εσωτερικά έτοιμος ακόμη» ήταν ή απάντηση του πού με άφησε άναυδο! «Πρώτη φορά στη ζωή μου παρακολούθησα λειτουργία», συνέχισε «κι ένιωθα ότι ό ίδιος ό Θεός ήταν μαζί μας! Κατάλαβα ότι κάποιο μέγα Μυστήριο γινόταν. "Ενιωσα λοι­πόν, ότι δεν ήμουν άξιος να συμμετάσχω...».

Τον είδα από τότε αρκετές φορές. Κάποια μέρα μου είπε ότι βγήκε ή απόφαση του δικαστηρίου καί φεύγει για στρατόπεδο.Παρακάλεσε να του δώσω το κομποσχοίνι μου για ευλογία καί να προσεύχομαι γι' αυτόν. Μου είπε με σημασία: «Κι εγώ θα προ­σεύχομαι για σας! "Οταν με καλό ελευθερωθώ, θέλω να μου υπο­δείξετε να μείνω κοντά σε κάποιο μοναστήρι ή ενοριακό ναό, για ν' αφιερώσω την υπόλοιπη ζωή μου -όση μου δώσει ο Θεός- σ' Εκείνον καί στον συνάνθρωπο!».

Δόξα τω Θεώ, στη φυλακή βλέπω γνήσια ανανέωση της ψυχής. Πολλοί κρατούμενοι μας λεν ότι στο πρόσωπο μας βλέπουν τον Θεό να τους επισκέπτεται!
Πέρασε καιρός πού δεν έβλεπα στο ναό τον Αλέξανδρο. "Υπέ­θεσα ότι θα τον μετέφεραν στο στρατόπεδο. Κάποια στιγμή κα­τέβηκα στα υπόγεια, εκεί πού είναι τα φοβερά κελιά της απομο­νώσεως. Χοντροί τσιμεντένιοι τοίχοι, μ' ένα μόνο μικρό παρα­θυράκι στην βαριά πόρτα. Ξάφνου ακούω μια γνώριμη φωνή, να βγαίνει μέσα από μια πόρτα: «Πάτερ Τρύφων, πάτερ Τρύ­φων...». Τρέχω στο μικρό παραθυράκι της σιδερόπορτας καί βλέ­πω τον Αλέξανδρο! Μόνος, μέσα σ' ένα κλουβί από μπετόν. Στεκόταν κρατώντας το Ευαγγέλιο! Κόλλησε το πρόσωπο του στο παραθυράκι κι άρχισε να κλαίει. "Ενας σκληρός άντρας έκλαιγε σαν παιδί... Το πρόσωπο του έλαμπε.
 «Πάτερ, είμαι τρίτη βδομαδά εδώ κάτω. "Ακουγα πού περπατούσατε άπ' έξω κάθε μέρα, μα δεν τολμούσα να σας φωνάξω. Επειδή όμως άκουσα πού ρω­τήσατε για μένα, πήρα το θάρρος και σας φώναξα. Πάτερ Τρύ­φων, είμαι ευγνώμων στον Θεό και σε σας. Ευχαριστώ πολύ Εκείνον και σας πού με μάθατε να κλαίω για τίς αμαρτίες μου! Είχα σταματήσει από πολλά χρόνια να κλαίω. Σχεδόν είχα ξε­χάσει πώς κλαίνε! "Ημουν πολύ σκληρός. Εδώ μ' εσάς έμαθα να κλαίω και να ζητώ το έλεος του Θεού!». Συνέχισε να κλαίει, ενώ συγχρόνως χαμογελούσε ευτυχισμένος!

Από το στρατόπεδο πού μεταφέρθηκε, μου έστειλε την έξης επιστολή:
«Σεβαστέ π. Τρύφων, σας ευχαριστώ γι' άλλη μία φο­ρά, για τη φωτιά της ελπίδας πού ανάψατε στην ψυχή μου. "Ημουν μεγάλος αμαρτωλός, βλάστημούσα τον Θεό μας και τους αγίους Του, δεν πίστευα... Με την πνευματική συζήτηση, με κά­νατε να δω με καινούργια ματιά όλ' αυτά πού γίνονται γύρω μας. Ευχαριστώ και τους άλλους πατέρες πού έρχονταν. Τώρα ξέρω πολύ καλά ότι ό Κύριος καί Θεός μας δεν είναι κάτι το φαντα­στικό, αλλά υπάρχει καί μας βλέπει τί κάνουμε καί πώς ζούμε.'Ολοι σχεδόν είχαμε μάθει στο σχολείο ότι ή Εκκλησία απο­βλακώνει τους ανθρώπους. Πλήρης διαστρέβλωση της πραγμα­τικότητας. Εγώ κι οι φίλοι μου δεν θα ξαναγυρίσουμε στα πα­λιά χάλια πού ήμασταν βουτηγμένοι πριν σας γνωρίσουμε. Μας βοηθήσατε να καθαρισθούμε από τη λάσπη των αμαρτιών μας, οπού είχαμε βουτηχτεί άπ' την κορυφή μέχρι τα νύχια. Ζητούμε την ευχή σας· Αλέξανδρος καί άλλοι κρατούμενοι της ζώνης 50!».

Σέ άλλη επιστολή του, έγραφε:
«Κάποιος κρατούμενος -ό Ίβάν- πού του είχατε δώσει επιστήθιο σταυρό, σώθηκε από βέβαιο θάνατο, λόγω του σταυρού αύτού! Να τί έγινε ακριβώς: Μια μέρα έγινε μεγάλος τσακωμός στο μπλοκ μας. Κάποιος συγκρατούμενος άρπαξε ένα μαχαίρι καί πήγε να σκοτώσει τον Ιβάν. Καθώς όμως τον τράβηξε από το πουκάμισο, το έσκισε καί φά­νηκε ό σταυρός. Εκείνη τη στιγμή τό ήλιακό φως ακτινοβολούσε πάνω στο σταυρουδάκι. Ποιος ξέρει τί ένιωσε ό επίδοξος φονιάς καί σταμάτησε!'Ετσι ό σταυρός έσωσε τη ζωή του Ίβάν! Δεν είναι θαύμα;! Τώρα ό Ίβάν, εγώ κι όλοι οι άλλοι καταλαβαίνου­με πολύ καλά το παύλειο ρητό πού μας λέγατε:Αυτό πού δεν θέ­λουμε να μας κάνουν, να μη το κάνουμε κι εμείς στους άλλους"........

Στά Τίμια Δῶρα δέν ἔχουμε κρυμμένον τόν Χριστό (δέν ὑποκρύπτεται, δέν εὐρίσκεται ἁπλᾶ μέσα, οὔτε εἶναι ἁπλᾶ σύμβολα ὁ ἄρτος καί ὁ οἵνος αὐτοῦ τοῦ Σώματος καί τοῦ αἷματος τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ προτεστάντες) καί, πολύ περισσότερο, δέν ἔχουμε ἁπλή μυστική ἕνωσι τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε πιστοῦ μετά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὄχι! Θά μποροῦσα νά φωνάξω χίλιες φορές: ὄχι!

Στήν πραγματική καί ἀληθινή Μεταβολή βρίσκεται Ο ΧΡΙΣΤΟΣ! καί μόνον ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτό λέμε «ἐσθίομεν καί πίνομεν», καί ἔτσι γινόμεθα σύσσωμοι καί σύναιμοι καί χριστοφόροι καί ἀποτελοῦμε μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού λαμβάνουμε μέσα μας, ἕνα σῶμα καί ἕνα αἷμα. Ἔχουμε τόν Θεάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ Χριστό «κατοικοῦντα καί μένοντα σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι», ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ Μέγας Βασίλειος σέ μιά Λειτουργική του Εὐχή.

Βέβαια, τά μάτια μας βλέπουν ἄρτο καί οἵνο, καί ἡ γλῶσσα μας ἔχει γεῦσι ψωμιοῦ καί κρασιοῦ, ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι. Καί θά τολμήσω νά πῶ: πολλοί ἥταν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἐμάσησαν, δέν ἔφαγαν, δέν κατάπιαν ψωμί καί κρασί, ἀλλά Σῶμα καί αἷμα, Σάρκα καί αἷμα Χριστοῦ, γιά νά ἀκολουθήση ἀπέραντη εὐφροσύνη τῆς ψυχῆς τους καί γενικά ψυχοσωματική ἀλλοίωσις διά Πνεύματος Ἁγίου.

Ἀπό τή στιγμή, πού κατέρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἱερουργεῖται τό Μυστήριο, δέν ἔχουμε πλέον μπροστά μας ὅ,τι βλέπουν τά μάτια μας, ἤ ὅ,τι αἰσθάνεται ἡ γλῶσσα μας, ἀλλά ἔχουμε Αὐτό πού πιστεύουμε, Αὐτό πού προσκυνοῦμε, Αὐτό πού λατρεύουμε· ἔχουμε Αὐτό τό θεωμένο Σῶμα καί αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Τό ἀληθινό, τό πραγματικό.

 Ζοῦσε σ᾿ ἕνα μοναστήρι τῆς Ρουμανίας, ἕνας κεχαριτωμένος ἱερεύς, ὁ πατήρ Μηνᾶς, ὁ μετέπειτα Ὄσιος Μηνᾶς. Αὐτός, μετά τή Θεία Λειτουργία, γιά νά ξεκουραστῆ, ἔβγαινε στό δάσος, διότι τό μοναστήρι ἥταν μέσα σέ δάση, κι ἐκεῖ ἔψελνε καί δοξολογοῦσε τόν Θεό μέ ἀναστάσιμα τροπάρια καί μέ πολλά ἄλλα.

Τότε μαζεύονταν τά πουλιά τοῦ δάσους γύρω του: στό κεφαλάκι του, στούς ὤμους του, στά χέρια του, αὐτός δέ τρυφερά τά χάϊδευε. Τίς περισσότερες φορές, ὅταν ὁ πατήρ Μηνᾶς ἔψελνε, τά πουλιά βουβαίνονταν καί τόν ἄκουγαν.

Ἐπειδή οἱ Λειτουργίες ἄρχιζαν νύχτα καί τελείωναν μέ τό χάραμα, ὤσπου νά κάνη Κατάλυσι καί νά ξεντυθῆ, ξημέρωνε, ἔβγαινε ὁ ἥλιος κι ἔτσι ἔβγαινε πρωΐ – πρωΐ μέσα στό δάσος καί χαιρόταν τή φύσι καί τήν παρουσία τῶν πουλιῶν. Κι ἐκεῖ ὅλοι μαζί αἰνοῦσαν καί δοξολογοῦσαν τόν Θεό.

Παρατηρήθηκε, λοιπόν, στά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, ὅτι, ὅταν εἶχαν πανηγυρική Θεία Λειτουργία καί ἀργοῦσε νά τελειώση, καί μάλιστα ἀργοῦσε πολύ μετά τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου, τά πουλιά μαζεύονταν πάνω στήν Ἐκκλησία!

Τήν ὥρα τῆς Μεταβολῆς τῶν Τιμίων Δώρων, πού ὁ ἱερεύς ἔλεγε «τά Σά ἐκ τῶν Σῶν», τότε ὅλα τά πουλιά πάνω στήν Ἐκκλησία βουβαίνονταν! Καί στό «ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας, Ἀχράντου…», στά Ρουμανικά βέβαια, καί ἐνῶ ἡ χορωδία ἔψαλλε τό «Ἄξιόν ἐστι», τότε πάλι τά πουλιά ἄρχιζαν νά κελαηδοῦν!

Παρόμοιο γεγονός μοῦ ἀφηγήθηκε κάποιος πιστός, πού συνέβη καί στόν Ναό τῆς Παναγίας τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς στήν Πάρο, κατά τήν Θεία Λειτουργία τῆς παραμονῆς τῶν Θεοφανείων τοῦ ἔτους 1998.

Δεκάδες σπουργίτια καί ἄλλα πουλιά, φτερουγίζοντας μέσα κι ἔξω ἀπό τόν Ναό, ἀπό τά ἀνοικτά παράθυρα τοῦ τροῦλλου, κελαηδοῦσαν καί τιτίβιζαν ζωηρά. Τήν ὥρα, ὅμως, τοῦ Καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων βουβάθηκαν καί ἀκινητοποιήθηκαν ὅλα, γιά νά ξαναρχίσουν μετά τό » Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου… »

Τήν πραγματικότητα αὐτή τῆς Μεταβολῆς τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἴμα Χριστοῦ μαρτυροῦν καί τά ἴδια τά λόγια τοῦ Κυρίου στό Μυστικό Δεῖπνο, τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης: «Τοῦτο ἐστι τό σῶμά μου… τοῦτο ἐστι τό αἵμά μου…» Θεία λοιπόν εἶναι ἡ σύστασις τοῦ Μυστηρίου. Τό συνέστησε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός.


Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου
Ἀπό τό βιβλίο: «ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ»

Γράφει ο Francis Collins (εξέχων Γενετιστής επιστήμονας)

ΖΗΤΗΣΤΕ ΚΑΙ ΘΑ ΒΡΕΙΤΕ 
Αφού ήλθατε τόσο δρόμο μαζί μου, ελπίζω ότι θα συμφωνήσετε ότι και η επιστημονική και η θρησκευτική κοσμοθεωρία έχουν να προσφέρουν πολλά. Και τα δύο προσφέρουν διαφορετικούς αλλά συμπληρωματικούς τρόπους απάντησης στα μεγαλύτερα ερωτήματα του κόσμου και μπορούν και τα δύο να συνυπάρχουν αρμονικά στο μυαλό ενός πνευματικά περίεργου ανθρώπου που ζει στον 21ο αιώνα.

Η επιστήμη νομιμοποιείται μόνο να ερευνά το φυσικό κόσμο. Είτε ανιχνεύοντας τη δομή του ατόμου, τη φύση του σύμπαντος, ή την ακολουθία του DNA στο ανθρώπινο γονίδιο, η επιστημονική μέθοδος είναι ο μόνος αξιόπιστος δρόμος για να βρούμε την αλήθεια για τα φυσικά φαινόμενα. Ναι, μπορεί πειράματα να αποτυγχάνουν θεαματικά, ερμηνεία πειραμάτων μπορεί να είναι σφαλερή, και η επιστήμη μπορεί να κάνει λάθη. Αλλά ο χαρακτήρας της επιστήμης είναι αυτοδιορθωτικός. Καμία μεγάλη πλάνη δεν μπορεί να παραμείνει για πολύ καιρό, μπροστά στην προοδευτική αύξηση της γνώσης.

Εντούτοις, η επιστήμη μόνη δεν είναι αρκετή για να απαντήσει σε όλα τα σπουδαία ερωτήματα. Κι αυτός ο Albert Einstein είδε τη φτώχια μιας καθαρά νατουραλιστικής κοσμοθεωρίας. Διαλέγοντας προσεκτικά τις λέξεις του, έγραψε:
«Η επιστήμη χωρίς τη θρησκεία είναι κουτσή, ή θρησκεία χωρίς την επιστήμη είναι τυφλή».5 Το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης, η πραγματικότητα του Θεού, η πιθανότητα μέλλουσας ζωής και πολλά άλλα πνευματικά ερωτήματα είναι έξω από τις δυνατότητες της επιστημονικής μεθόδου. Ενώ, επομένως, ένας άθεος μπορεί να ισχυρίζεται ότι αυτό τα ερωτήματα είναι αναπάντητα και άσχετα, αυτό δε συμφωνεί με την ανθρώπινη εμπειρία των περισσοτέρων ατόμων.

Ο John Polkinghorne (εξέχων Βρεττανός φυσικός και ιερέας) επιχειρηματολογεί γι' αυτό το ζήτημα πειστικά με μια σύγκριση με τη μουσική:
«Η φτώχια μιας φυσικής εξήγησης φαίνεται καθαρά αν παρατηρήσουμε το μυστήριο της μουσικής. Από επιστημονική άποψή αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από δονήσεις στον αέρια που χτυπούν στα τύμπανα των αυτιών μας και διεγείρουν νευρικές οδούς στον εγκέφαλο.

Πώς συμβαίνει αυτή ή απλή διαδικασία χρονικής δραστηριότητας να έχει τη δύναμη να μιλά στις καρδιές μας για μια αιώνια ομορφιά; Ολόκληρη ή σειρά των υποκειμενικών εμπειριών, από το να αντιλαμβανόμαστε ένα χρώμα μέχρι το να σαγηνευόμαστε από μια εκτέλεση της Λειτουργιάς σε Β ελάσσονα, και μέχρι τη συνάντηση του μυστικιστή με την ανέκφραστή πραγματικότητα του Ενός, όλες αυτές οι αληθινά ανθρώπινες εμπειρίες βρίσκονται στο κέντρο της συνάντησής μας με την πραγματικότητα, και δεν μπορεί να απορρίπτονται σαν φαινομενικός αφρός στην επιφάνεια ενός σύμπαντος του οποίου η αληθινή φύση είναι απρόσωπη και άψυχή».6

Η επιστήμη δεν είναι ο μόνος δρόμος της γνώσης. Η θρησκευτική κοσμοθεωρία προσφέρει έναν άλλο δρόμο για να βρούμε την αλήθεια. Οι επιστήμονες που το αρνούνται αυτό θα πρέπει να τους συστηθεί να εξετάσουν τα όρια των εργαλείων τους, όπως παριστάνεται σε μια παραβολή που έχει πει ο Αστρονόμος Arthur Eddington.

Περιέγραψε έναν άνθρωπο που ξεκίνησε να μελετήσει τη ζωή στο βάθος της θάλασσας χρησιμοποιώντας ένα δίχτυ που τα μάτια του είχαν μέγεθος τριών ιντσών. Αφού έπιασε πολλά και θαυμάσια πράγματα από τα βάθη, ο άνθρωπος συμπέρανε ότι δεν υπάρχουν ψάρια του βυθού της θάλασσας μικρότερα σε μήκος από τρεις ίντσες! Εάν χρησιμοποιούμε το επιστημονικό δίχτυ για να συλλάβουμε τη δική μας εκδοχή για την αλήθεια, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι αυτό δεν συλλαμβάνει την πραγματικότητα του πνεύματος.

Ποια εμπόδια βρίσκονται στο δρόμο για μια πλατύτερη αποδοχή της συμπληρωματικής φύσης των κοσμοθεωριών, επιστημονικής και θρησκευτικής; Αυτό δεν είναι ένα θεωρητικό ερώτημα για απλή φιλοσοφική θεώρηση. Είναι μια πρόκληση για καθέναν από εμάς. Ελπίζω, λοιπόν, ότι θα με συγχωρήσετε να σας μιλήσω πιο προσωπικά, καθώς πλησιάζουμε στο τέλος αυτού του βιβλίου.

(Francis Collins, H Γλώσσα του Θεού, σελ. 196-198, εκδοσεις Παπαζήση)

katafigioti

lifecoaching