ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
" Η εμβέλεια της προσευχής του Παππούλη "
" Είχα παιδί μου, Ανάργυρε, μου είπε ο Παππούλης μιά ημέρα, έναν πολύ καλό μου φίλο, ιερομόναχο, ο οποίος έλαβε εντολή να πάει στην Αμερική να κηρύξει το λόγο του Θεού.
Στεναχωρηθήκαμε και οι δύο γι' αυτό το χωρισμό.
Όμως η Αρχιεπισκοπή ήταν ανένδοτη.
Έπρεπε να φύγει αμέσως.
Έτσι και έγινε.
Την ημέρα που αποχαιρετιστήκαμε, δώσαμε υπόσχεση ενώπιον του Θεού, ο ένας να προσεύχεται για τον άλλον σε όλη μας τη ζωή.
Από την πρώτη κιόλας βραδιά, εγώ άρχισα να προσεύχομαι για τον φίλο μου.
Και εκείνος μου έγραφε πως έκανε το ίδιο για μένα.
Όμως, στα επόμενα γράμματά του, έκανε λόγο για τρομερές δονήσεις, που αισθανόταν κατά την ώρα του ύπνου.
Νόμιζε πως ηλεκτρικό ρεύμα μεγάλης εντάσεως διαπερνούσε το σώμα του από τα νύχια έως την κορυφή.
Ήταν δε τόσο μεγάλη η ένταση αυτή, ώστε δεν τον άφηνε να κοιμηθεί.
Το φαινόμενο αυτό παρουσιαζόταν κάθε βράδυ και ο ύπνος του είχε γίνει δύσκολος.
Στην αρχή υπόθεσε ότι οι ταραχές αυτές οφείλονταν στις κλιματολογικές διαφορές, που υφίστανται μεταξύ του κλίματος της χώρας μας και της Αμερικής.
Αλλά, όταν είδε ότι, προϊόντος του χρόνου, αντί να μειώνονται αύξαναν, άρχισε να ανησυχεί.
Γι' αυτό αναγκάστηκε να με ενημερώσει τηλεφωνικώς και να ζητήσει τη γνώμη μου.
Τον καθησύχασα αμέσως.
Δεν είναι τίποτε, του είπα.
Απλώς ξέχασες την υπόσχεση που δώσαμε όταν χωρίσαμε, ότι ο ένας θα προσεύχεται για τον άλλον.
Τί ώρα αισθάνεσαι αυτά που λες ; τον ρώτησα.
Και εκείνος μου απάντησε : Το βράδυ που κοιμάμαι, την τάδε ώρα.
Ε, αυτή την ώρα είναι που εγώ, ο ταπεινός, προσεύχομαι για σένα.
Ας είναι δοξασμένο
το όνομα του Θεού, που κάνει την προσευχή μου να φθάνει μέχρις εσένα στην Αμερική !
Κάνε και εσύ το ίδιο για μένα, γιατί είμαι αμαρτωλός, του είπα, και έκλεισα το τηλέφωνο ".
Εδώ πρέπει να πούμε, απαντώντας στους αναγνώστες που τυχόν θα διερωτηθούν γιατί είχε αυτό το ενοχλητικό για τον ιερομόναχο αποτέλεσμα η προσευχή του Παππούλη, ότι, όπως φαίνεται από τα ίδια τα λεγόμενα του Γέροντα, η ενόχληση που αισθάνθηκε ο ιερομόναχος στην Αμερική, οφειλόταν στο ότι είχε ξεχάσει να προσεύχεται την ώρα που είχαν συμφωνήσει. Προφανώς αυτό δε θα συνέβαινε αν ο ιερομόναχος εκείνη την ώρα συπροσευχόταν με το Γέροντα.
Πρέπει, όμως, να προσθέσουμε και κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό που ακούσαμε, και διασταυρώσαμε την αλήθεια του.
Μιά νύχτα ο ιερομόναχος αυτός αισθάνθηκε να κρυώνει και ξύπνησε και βρήκε την πόρτα του δωματίου ανοιχτή. Παραξενεύτηκε, γιατί ήταν βέβαιος ότι την είχε κλείσει, όπως συνήθιζε και, αφού την ξανάκλεισε ξανακοιμήθηκε.
Όταν μετά μερικές ημέρες τηλεφωνήθηκε και με τον Παππούλη, ο Παππούλης του είπε ότι πάει και τον βλέπει που κοιμάται και δεν προσεύχεται.
Ο ιερομόναχος δύσπιστησε, σκεπτόμενος ότι ήταν αδύνατο να πηγαίνει ο Παππούλης στην Αμερική να τον βλέπει, και τότε ο Παππούλης του είπα απλά : Ναι, ήρθα και σε είδα και σου άφησα και την πόρτα ανοιχτή !
Ο ιερομόναχος βέβαια έμεινε εμβρόντητος, σαν να τον κτύπησε κεραυνός.
Μέγας είσαι, Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου !
Ποιός μπορούσε πια να αμφισβητήσει τα λεγόμενα του Παππούλη ;
Σχετικά με την προσευχή του Παππούλη έχομε ακούσει από πολλές ψυχές ότι αισθανόντουσαν την προσευχή του γι' αυτές ως γαλήνη και παραμυθία, ως ανακούφιση και χαρά, ως ένα συναίσθημα μακαριότητας και ειρήνης, κάτι οου έδιωχνε κάθε στεναχώρια, κάθε άγχος, κάτι που δημιουργούσε αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς και διάθεσης προσευχής και δοξολογίας του Θεού.
Μια μάλιστα κυρία (Χ.Χ.)
που είχε πρόσφατα χηρέψει, διηγείται στο βιβλίο του Κλ.Ιωαννίδη
" Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ", μαρτυρίες και εμπειρίες ", που κυκλοφορεί σε ογδόη έκδοση, ότι το απόγευμα της ίδιας ημέρας, που ανακοίνωσε στο Γέροντα το θάνατο του συζύγου της, ενώ βρισκόταν στο σπίτι της, ένιωσε ξαφνικά να φεύγει όλο το βάρος από την ψυχή της και ν' ανακουφίζεται και ν' αναβλύζει από μέσα της μιά χαρά, τόσο, που σταυροκοπήθηκε και είπε : " Θέε μου, είναι λογική αυτή η αντίδρασή μου ; "
Συνεχίζει δε ότι μετά έμαθε - και διασταύρωσε αυτή την πληροφορία - ότι εκείνη ακριβώς την ώρα, που αισθανόταν έτσι, ο Γέρων Πορφύριος προσευχόταν γι' αυτήν.
Μία άλλη διηγήθηκε σε αξιόπιστο πρόσωπο, από το οποίο εμείς το ακούσαμε, ότι, το παρακάλεσε το Γέροντα Πορφύριο να τη βοηθήσει για κάποιο πρόβλημά της, της υπέδειξε να κάνουν μαζί προσευχή στις 10 το βράδυ.
Όταν δε αυτή του είπε ότι αυτή την ώρα δεν μπορεί, γιατί η οικογένεια την απασχολεί, της πρότεινε να συμπροσεύχονται ( αυτή βέβαια από το σπίτι της ) στις 4 το πρωί.
Κι όταν του είπε ότι αυτή την ώρα δυσκολεύεται να ξυπνήσει και ότι δεν μπορεί να βάλει ξυπνητήρι, γιατί θα ενοχλήσει την οικογένεια, της είπε ότι θα πηγαίνει αυτός να την ξυπνάει.
Πράγματι, λοιπόν, όπως είπε, κάθε πρωί στις 4 η ώρα αισθανόταν ελαφρό άγγιγμα ή σκούντημα στον ώμο και καταλάβαινε ότι ήταν η ειδοποίηση του Γέροντος.
Ήταν μιά ευχάριστη ειδοποίηση, χωρίς ταραχή ή ενόχληση.
Ένας άλλος φίλος μας αφηγήθηκε ότι, όταν το βράδυ το Γέροντας προσευχόταν γι' αυτόν, αισθανόταν, μερικές φορές, ένα συναίσθημα ειρήνης ψυχικής και ελαφρότητας σωματικής, σαν να ήθελε το σώμα του να σηκωθεί από το κρεβάτι, χωρίς όμως να μετακινείται πραγματικά.
Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση που είχε αφηγηθεί σε ένα φίλο μας ο ίδιος ο Γέροντας, κάποιου που χρωστούσε χρήματα, και για τον οποίο προσευχήθηκε ο Γέροντας, κατόπιν παρακλήσεως του δικαιούχου, να τον φωτίσει ο Θεός να τα επιστρέψει. Αυτός, μη θέλοντας να πληρώσει το χρέος του, ενοχλήθηκε από την προσευχή του Γέροντος και του ζήτησε να παύσει να προσεύχεται γι' αυτόν.
Έτσι φαίνεται ότι σε σπάνιες περιπτώσεις, εκείνος για τον οποίο ο Γέροντας προσευχόταν, αισθανόταν κάποια ενόχληση, κάτι σαν έντονη υπόμνηση. Αυτό βέβαια συνέβαινε όταν εκείνος δεν είχε κάνει κάτι που έπρεπε να είχε κάνει. Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας.
Δεν πέρασε ούτε ένα εικοσαήμερο και ο Παππούλης πήρε άλλο τηλεφώνημα από το φίλο του ιερομόναχο, ο οποίος, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον θερμοπαρακαλούσε να πάψει να προσεύχεται γι' αυτόν, γιατί τον αφήνει άυπνο και δεν μπορεί την ημέρα να εργασθεί και κινδυνεύει να θεωρηθεί, από την εκεί Εκκλησία, σαν ράθυμος και αδιάφορος.
Ο Παππούλης του το υποσχέθηκε και πράγματι, έπαψε να προσεύχεται γι' αυτόν και εκείνος, όπως είπε στον Παππούλη, δεν ξανααισθάνθηκε ποτέ πιά τα αποτελέσματα της δυνάμεως της προσευχής του, η εμβέλεια της οποίας έφθασε μέχρι την Αμερική !
Πρέπει να ξανακάνουμε όμως παρέκβαση, για να αποσαφηνίσουμε το θέμα, ώστε να μη δημιουργηθεί καμία παρεξήγηση.
Εδώ κρύβεται ένα μεγάλο μυστήριο που χρειάζεται μεγάλη ανάπτυξη.
Είναι το μυστήριο του κόπου που αναπαύει και της ανέσεως που καταστρέφει.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια ενός ασκητού από το Γεροντικό : " Απέρχομαι όπου εστί κόπος και εκεί ευρίσκω ανάπαυσιν ", δηλαδή : πηγαίνω εκεί όπου υπάρχει κόπος και εκεί βρίσκω ξεκούραση. ( Αββάς Ποιμήν, Γεροντικόν ).
Και ο Αββάς Ισάακ γράφει : " Ο Θεός και οι άγγελοι αυτού εν ανάγκαις χαίρουσι, ο δε διάβολος και οι εργάται αυτού εν
αναπαύσει ".
Και αλλού : " Ουδείς μετ' ανέσεως ανήλθεν εις τους ουρανούς ".
Είναι όπως ο αθλητής που θέλει να νικήσει στους αγώνες.
Αρέσκεται στον κόπο των προπονήσεων, γιατι αποβλέπει στο βραβείο της νίκης.
Ο Γέροντας το ήξερε αυτό εκ πείρας, και από αγάπη ήθελε να οδηγήσει και το φίλο του τον ιερομόναχο στην ουράνια ανάπαυση, που περνάει μέσα από τον πρόσκαιρο κόπο.
Του υπενθύμιζε λοιπόν οχληρά την ώρα της προσευχής, σαν να του έλεγε : " Άφησε καημένε τον ύπνο και έλα να προσευχηθούμε μαζί, όπως έχομε συμφωνήσει, και θα μπείς στα μυστήρια του Θεού και θα νιώσεις μιά άλλου ανάπαυση. Βέβαια ο ιερομόναχος εκείνος, ανθρώπινα σκεπτόμενος, υπολόγιζε ότι για να εργασθεί την άλλη ημέρα, έπρεπε να είναι ξεκούραστος.
Το μυστικό του Γέροντος όμως ήταν ότι, όταν έλθει η Χάρις, δε μετράει κούραση.
Ίσως μάλιστα ο μεγαλύτερος κόπος, που γίνεται από θείο έρωτα, από αγάπη προς το δεσπότη Χριστό, προσελκύει περισσότερη χάρη, και έτσι ο αγρυπνήσας τη νύχτα στην προσευχή, μπορεί την άλλη μέρα, παρά τη σωματική κούρασή του, να εργασθεί καλύτερα μέσα Γιατί θα εργάζεται μαζί του η Θεία Χάρις.
Ενώ όταν είναι ξεκούραστος στο σώμα και χορτάτος ύπνο, εργάζεται μόνο με τις δικές του πτωχές δυνάμεις.
Εφ' όσον λοιπόν ο ιερομόναχος αυτός δεν " έπιασε " το μήνυμα του Παππούλη και προτίμησε την ανθρώπινη λογική του, την αντίθετη άποψη, μοιάζει σαν τον αθλητή που προτιμά τον ύπνο από την προπόνηση, για να είναι τάχα ξεκούραστος και να αποδώσει στους αγώνες. Ο καθένας καταλαβαίνει πόσο αυτό είναι παράλογο.
Εν τούτοις ο Θεός δεν εξαναγκάζει κανέναν και γι' αυτό ο Γέροντας, εφ' όσον δεν έγινε δεκτή η προσφορά του, και παρακλήθηκε " να μην ενοχλεί ", την απέσυρε.
Έτσι βέβαια ο ιερομόναχος εκείνος έμεινε τότε μόνος και εργαζόταν ως άνθρωπος.
Δε γνωρίζομε πώς εξελίχθηκε.
Ελπίζομε όμως ότι αργότερα θα κατάλαβε το νόημα της οχλήσεως του Παππούλη και θα επωφελήθηκε απ' αυτήν. Όλα τ' ανωτέρω υποχρεώθηκε να μου τα διηγηθεί ο Παππούλης, γιατί το καλοκαίρι εκείνο ( πριν από 25 χρόνια, περίπου ), συνέβη και εγώ να υποστώ… τις ίδιες ταλαιπωρίες από τις προσευχές του αγαπημένου μου Παππουλάκη.
Ήταν Αύγουστος μήνας, θυμάμαι, που αποφασίσαμε με ένα φιλικό μου ζευγάρι, να περάσουμε τις διακοπές μας στη λουτρόπολη της Αιδηψού.
Πρίν φύγω, πήγα να πάρω την ευχή του. Παράλληλα τον ρώτησα εάν προβλέπει, πώς θα περάσω τις διακοπές. Μου απάντησε ότι θα περάσεις καλά, γιατί εγώ θα προσεύχομαι συνεχώς. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας βρεθήκαμε στην Αιδηψό και εγκατασταθήκαμε σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο και το ρίξαμε έξω και λησμονήσαμε την προσευχή και όλα εν γένει τα θρησκευτικά μας καθήκοντα.
Το βράδυ κοιμηθήκαμε αργά. Μόλις κοιμηθήκαμε, αισθάνθηκα να κουνιέται το κρεβάτι μου τόσο δυνατά, που νόμιζα πώς έκανε σεισμό. Ξύπνησα έντρομος και φώναξα δυνατά : σεισμός, σεισμός, ενώ παράλληλα κρατιόμουν από το κρεβάτι, για να μην πέσω κάτω και θα σκοτωθώ.
Παρατήρησα, όμως, ότι κανείς δεν ξύπνησε από τα διπλανά δωμάτια, αλλά ούτε από τους άλλους ορόφους.
Το γεγονός αυτό με ανησύχησε περισσότερο.
Παρέμεινα πολύ ώρα ο άυπνος. Όταν ξανακοιμήθηκα, αισθάνθηκα πάλι τα ίδια και επιπλέον αισθανόμουν να διαπερνά το σώμα μου κάτι σαν ηλεκτρικό ρεύμα !
Αυτό συνέβη πολλές φορές.
Το πρωί ρώτησα το φίλο μου το γιατρό και τη σύζυγό του, εάν κατάλαβαν τους σεισμούς που έγιναν το βράδυ, και αυτοί γελούσαν ! Τα ίδια συνέβαιναν και τα άλλα βράδια και οι διακοπές μου κατάντησαν σκέτο μαρτύριο.
Οπότε, ένα βράδυ βλέπω στον ύπνο μου, ότι ήμουν στην Εκκλησία του Αγίου Νικολάου, ( μάλλον στα Καλλίσια ),
και από την εικόνα του Αγίου εκπέμποντο επάνω μου δέσμες εκατομμυρίων πολύχρωμων θεϊκών ακτίνων υπέρλαμπρο φως και μου προκαλούσαν μία απερίγραπτη θεϊκή αγαλλίαση !
Μετά και από αυτό το όνειρο, αναγκάστηκα να επικοινωνήσω με τον Παππούλη και του τα έθεσα όλα υπόψη.
Μην ανησυχείς, μου λέει. Εγώ σε ταλαιπωρώ με τις προσευχές μου.
Ποιά ώρα είδες τον Άγιο Νικόλαο στον ύπνο σου ; Του είπα την ώρα. Ε, αυτή την ώρα παρακαλούσα τον Άγιο για σένα.
Να συνεχίσεις τις διακοπές σου, αλλά να μην ξεχνάς προσεύχεσαι.
Τότε εγώ χαριτολογώντας του είπα :
-Παππούλη, σας παρακαλώ, εάν θέλετε να συνεχίσω εγώ τις διακοπές μου, πρέπει να σταματήσετε εσείς τις προσευχές σας για μένα. Διαφορετικά, αυτές δεν είναι διακοπές, είναι μαρτύριο…
Ο Παππούλης χαμογέλασε… με αγαθότητα και άπειρη καλοσύνη.
Ήθελε και με τον τρόπο αυτό να με οδηγήσει στην πνευματική ζωή.
Αλλά εγώ… πού να καταλάβω το περιστατικό Αυτό μου το υπενθύμισε δύο ώρες πριν φύγει για το τελευταίο του ταξίδι στο Άγιον Όρος και γελάσαμε και οι δύο δυνατά και με ιδιαίτερη ικανοποίηση. Μακάρι και τώρα να εύχεται, από εκεί που είναι τόσο έντονα!Θα ήταν για μένα η πιο ευχάριστη ταλαιπωρία... [Κ 24-31]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.362-369)
Το δαιμονόπληκτο βρέφος
Ο Δ.Κ έμενε το 1951 στο Μαρούσι. Είχε τότε ένα παιδί, βρέφος 10 μηνών. Η σπιτονοικοκυρά του είχε την κακή συνήθεια να βλασφημή και με το παραμικρό να « στέλνη» όλους στον διάβολο. Μια μέρα η μητέρα του παιδιού της έκανε παρατήρησι, γιατί ενωχλούσε με τα λόγια της το παιδί που κοιμόταν. Δεν πέρασε πολλή ώρα και το παιδί ξύπνησε και άρχισε να κλαίη, σαν να το πείραζε κάποιος. Η μητέρα προσπάθησε να το καθησυχάση, αλλά αυτό συνέχισε το κλάμα όλη την νύχτα. Τότε θυμήθηκε η μητέρα ότι το βρέφος είχε από το μεσημέρι να ουρήση. Το πήγαν στο γιατρό, του έκαναν ενέσεις που θα διευκόλυναν την ούρησι, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Το πρωί το πήγαν στο «Νοσοκομείο των Παίδων», του έκαναν εξετάσεις και του έδωσαν διάφορα φάρμακα. Η κατάστασις όμως παρέμενε η ίδια. Την επόμενη οι γιατροί το παρέδωσαν στους γονείς, γιατί δεν μπορούσαν να του προσφέρουν τίποτε περισσότερο. Είχαν περάσει δυόμισι εικοσιτετράωρα, δίχως το βρέφος να ουρήση παρ’ όλα τα φάρμακα και τις θεραπείες. Οι άτυχοι γονείς θρηνούσαν το παιδάκι τους, οπότε μια γειτόνισσα τους τούς λυπήθηκε και τους συμβούλευσε να πάνε στον π. Αθανάσιο Χαμακιώτη για να το σταυρώση.
Πράγματι, ο πατέρας πήρε το μικρό και τρέχοντας πήγε στην Παναγία την «Νερατζιώτισσα». Ήταν απόγευμα του Δεκαπενταύγουστου και ο σεβάσμιος πνευματικός μόλις είχε τελειώσει την παράκλησι. Το παιδί ήταν αναίσθητο και με φουσκωμένη κοιλιά. Ο γέροντας, μόλις το είδε, είπε:
-Κάτι σατανικό συνέβη.
Έδωσε εντολή σε όσους βρέθηκαν εκεί να γονατίσουν. Πήρε το βρέφος στα χέρια, όπως ο δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος τον Κύριο, και το έβαλε στο Ιερό, φέρνοντας το τρεις φορές γύρω από την Αγία Τράπεζα. Έπειτα το έφερε έξω και το παρέδωσε στους συντετριμμένους γονείς. Ο πατέρας το πήρε πάλι στην αγκαλιά του αναίσθητο. Στην συνέχεια ο π. Αθανάσιος είπε στους γονείς να γονατίσουν μπροστά στην Ωραία Πύλη. Γονάτισε κι εκείνος. Έκανε μια θερμή προσευχή και εξώρκισε το πονηρό πνεύμα.
Το θαύμα έγινε! Το βρέφος τινάχθηκε στην αγκαλιά του πατέρα και τα ούρα ελευθερώθηκαν… Ο γέροντας με δάκρυα στα μάτια, ευχαρίστησε τον Κύριο και ευχήθηκε στους γονείς. Το παιδί δεν παρουσίαζε τώρα κανένα πρόβλημα.
( Αθανάσιος Αγιολαυρίτης)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ. 231-233)
Ο αετός
Όταν στη σκήτη τελούσαν τη θεία ευχαριστία, το άγιο Πνεύμα κατέβαινε σαν αετός πάνω στην προσφορά, αλλά κανείς άλλος δεν το έβλεπε εκτός από τους κληρικούς. Μια μέρα ένας μοναχός ζήτησε κάποια εξυπηρέτηση από τον διάκονο, μα εκείνος του μίλησε απότομα:
-Δεν ευκαιρώ τώρα, πήγαινε!
Όταν λοιπόν την επόμενη φορά λειτουργούσαν, δεν είδε κανείς από τους κληρικούς να κατεβαίνει ο αετός στη συνηθισμένη του ώρα. Τότε ο πρεσβύτερος απευθύνεται στον διάκονο και του λέει:
-Τί συμβαίνει; Γιατί ο αετός δεν εμφανίστηκε σήμερα; Για να συμβεί αυτό, ή εγώ είμαι ο φταίχτης ή εσύ. Κάθησε λίγο στην άκρη, κι αν κατεβεί τώρα που θα λείπεις εσύ από το θυσιαστήριο, σημαίνει πως εσύ είσαι ο φταίχτης, αλλιώς θα είμαι εγώ.
Μόλις απομακρύνθηκε ο διάκονος, αμέσως φτερούγισε ο αετός πάνω από την αγία τράπεζα! Μετά τη θεία λειτουργία ρωτάει ο πρεσβύτερος τον διάκονο:
-Για πες μου, τί έκανες;
-Δεν θυμάμαι ν’ αμάρτησα σε κάτι, απάντησε εκείνος, εκτός από τούτο: Ένας αδελφός ήρθε και μου ζήτησε μια χάρη, κι εγώ του είπα πως δεν ευκαιρώ.
-Σίγουρα αυτός είναι ο λόγος που δεν κατέβηκε ο αετός, απάντησε ο πρεσβύτερος, επειδή λύπησες τον αδελφό.
Έφυγε τότε ο διάκονος και πήγε να βάλει μετάνοια στον αδελφό και να ζητήσει συγγνώμη.
(Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.121-122)
84. Τι εννοούμε λέγοντας απολύτρωση;
Εννοούμε τη σωτηρία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος είναι όν λογικό και ελεύθερο. Είναι αυτεξούσιος και αυτοπροαίρετος. Έχει τη δυνατότητα να διαθέσει τη ζωή του, όπως αυτός νομίζει. Με ποια έννοια όμως είναι σκλάβος, από τί πιέζεται και ασφυκτιά, ώστε να έχει ανάγκη σωτηρίας;
Ο άνθρωπος μπορεί να είναι εξωτερικά ελεύθερος, όμως στο εσωτερικό βάθος της ψυχής του είναι δούλος της αμαρτωλής του φύσεως, του νόμου της σάρκας που βασιλεύει στα μέλη του, δούλος κάτω από τον πιεστικό ζυγό του διαβολου. Από τότε που έπεσε στην Εδέμ, δυνάμεις ξένες προς τη φύση του εισώρμησαν σ’ αυτή, την κατέλαβαν και την καταδυνάστευσαν. Σκότισαν το μυαλό του, αδυνάτησαν τη βούλησή του, τον αιχμαλώτισαν στο ζυγό της αποστασίας. Άλλαξε αυθέντη ο άνθρωπος. Ενώ στην αρχή ήταν δοσμένος στον Πλάστη του, αφοσιωμένος στο θείο Του θέλημα κι ευτυχισμένος κοντά Του, με την πτώση του άλλαξε αυθέντη και Κύριο, υποτάχθηκε στον εχθρό του Θεού, τον διάβολο, ο οποίος, αφού τον παραπλάνησε, έγινε άρχοντας του κόσμου τούτου. Η ζωή του παραβάτη γέμισε έκτοτε δεινά και αθλιότητα. Η αμαρτία τον πίεζε μέχρι θανάτου, έκανε καυτή κόλαση τη ζωή του. Κινδύνευε να χαθεί το πλάσμα που τόσο όμορφα έπλασε ο Θεός. Ο διάβολος φαινόταν ότι νίκησε το Θεό, αφού μπόρεσε να καταστρέψει την εικόνα Του!
Καμιά άλλη δύναμη κτιστή δεν μπορούσε να σώσει το δυστυχισμένο πλάσμα του Θεού. Μόνο ο αγαθός, παντοδύναμος και πάνσοφος δημιουργός μπορούσε να πάρει στα χέρια του το χαλασμένο πλάσμα του, το σκεύος του το ωραίο και καλό, να το αναπλάσει, να του κλείσει τις ρωγμές και τα χαλάσματα, να το αναπαλαιώσει και να το κάνει και πάλι καινούργιο, ολοφώτεινο κι αστραφτερό, όπως ήταν όταν πρωτοβγήκε από τα χέρια του. Για να πετύχει αυτό ο Θεός έγινε άνθρωπος, έζησε την ιστορική ζωή στη γη, αναλαμβάνοντας ο ίδιος να διεκπεραιώσει την υπόθεση του παραβάτη. Τον πήρε απάνω του στο σημείο που εκείνος έπεσε, πήρε τη σκυτάλη από τα χέρια του πεσμένου του πλάσματος και συνέχισε αυτός να ζει την αληθινή ζωή, πετυχαίνοντας τον προορισμό του θεόμορφου ζώου.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 122-124)
83. Πέθανε αληθινά η Θεοτόκος;
Ναι, πέθανε. Αθάνατη είναι μόνο η άυλη φύση του Θεού, όπως γενικά και η φύση των πνευμάτων (αγγέλων και δαιμόνων). Αθάνατη είναι και η ανθρώπινη ψυχή. Σε αντίθεση με την άυλη φύση των πνευμάτων, τα υλικά σώματα είναι από τη φύση τους θνητά. Διαγράφουν έναν κύκλο ζωής, φθείρονται και χάνονται. Σ’ αυτά ανήκε και το σώμα της Θεοτόκου. Ήταν υλικό και φθαρτό, καταγόμενο απο τη φυσική ρίζα του γενάρχη. Ως τέτοιο ήταν υπήκοο θανάτου. Κανένας λόγος δεν υπήρχε να εξαιρεθεί η Μητέρα του Θεού απο το καθολικό απόκριμα της αμαρτίας, το θάνατο. Κάτι τέτοιο θα ήταν αφύσικο. Θα την απέκοπτε απότομα από τη συνέχεια της κοινής ανθρώπινης φύσεως και θα ζημίωνε το θεομητορικό της αξίωμα: άνθρωπος πραγματικός ο Λυτρωτής από μητέρα άνθρωπο. Έτσι ευδόκησε να σώσει ο Θεός τον κόσμο σ’ ένα πλέγμα γνήσια ανθρώπινο. Απο το θάνατο είχε τη δυνατότητα να εξαιρεθεί μόνο η ανθρώπινη φύση του Χριστού, η οποία δεν ήταν ενταγμένη στη φυσική ροή της αδαμιαίας φύσεως και δεν είχε το προπατορικό αμάρτημα. Πέθανε όμως εθελούσια για να πληρώσει τη θεία περί απολυτρώσεως του ανθρώπου βουλή.
Την Κοίμηση της Παναγίας γιορτάζει η Εκκλησία μας στις 15 Αύγουστου.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 118-119)
«Κι εσείς πατέρες… τα παιδιά σας να τα ανατρέφετε διαπαιδαγωγώντας τα και συμβουλεύοντάς τα να ζουν όπως θέλει ο Κύριος» (Εφεσίους 6:4)
Ο Willberforce ήταν από τους συντελεστές της κατάργησης της δουλείας στη Βρετανία. Οι άνθρωποι της γενιάς του τον θυμούνταν σαν τον άνθρωπο που άλλαξε την αντίληψη για το ρόλο των γονιών. Παντρεύτηκε όταν ήταν 40 ετών. Όταν έγινε πατέρας τα παιδιών εκτελούσε με ενθουσιασμό τα καθήκοντά του ως πατέρας. Δεν ήταν ασυνήθιστο να δικαιολογήσει την απουσία του από το κοινοβούλιο για να πάει να παίξει με τα παιδιά του! Και το δικό του παράδειγμα επηρέασε τις οικογένειες των Βρετανών να ξοδεύουν χρόνο με τα παιδιά τους –να παίζουν, να προσεύχονται και να διαβάζουν μαζί τους. Μάλιστα ο Γουίλμπερφορς παραιτήθηκε από τη Βουλή για να ξοδέψει περισσότερο χρόνο στην ανατροφή των παιδιών του! Σήμερα, πολλοί χριστιανοί, άσχετα από τη δουλειά τους, παραμελούν τις οικογένειές τους. Ο Λόγος του Θεού προτρέπει: «Δίδαξε το παιδί στην αρχή του δρόμου του· και δε θ’ απομακρυνθεί απ’ αυτόν ούτε όταν γεράσει» (Παρ. 22:6).
Κύριε, βοήθησέ με να διδάσκω στα παιδιά μου το δρόμο το δικό Σου με τα λόγια και το παράδειγμά μου.
(Γ.Σ.Κ.)
«Κι εσείς πατέρες μην εξερεθίζετε τα παιδιά σας, αλλά να τα ανατρέφετε διαπαιδαγωγώντας τα και συμβουλεύοντάς τα να ζουν όπως θέλει ο Κύριος» (Εφεσίους 6:4)
Ο διάσημος Άγγλος ποιητής Samuel Taylor Coleridge, φιλοξενούσε μια μέρα στο σπίτι του ένα φίλο του. Κάποια στιγμή, που η συζήτησή τους είχε έρθει σε θρησκευτικά θέματα, ο επισκέπτης άρχισε να καταφέρεται κατά της θρησκευτικής διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Υποστήριζε έντονα ότι τα παιδιά πρέπει ν’ αφήνονται ανεπηρέαστα να διαλέξουν τη θρησκεία τους μόνα τους όταν μεγαλώσουν. Ο Coleridge δεν προσπάθησε να υποστηρίξει το αντίθετο, αλλά κάλεσε το φίλο του να κάνουν έναν περίπατο στον κήπο του. Καθώς ο επισκέπτης θαύμαζε τα πανέμορφα λουλούδια, έφτασαν και σ’ ένα περιφραγμένο μέρος, όπου ο φίλος αναφώνησε: «Μόνο αγριόχορτα βλέπω εδώ, που έχουν καταπνίξει τα λουλούδια!», «Ναι, σωστά παρατήρησες», του απάντησε ο ποιητής. «Δεν ήθελα να παρέμβω στην ελευθερία του τμήματος αυτού του κήπου με κανέναν τρόπο»!
Τα παιδιά και τα εγγόνια είναι τρυφερά φυτά. Αν παραμεληθούν, θα παρασυρθούν από τις αμαρτωλές τους επιθυμίες. Διδάξτε τους το Λόγο του Θεού. Προσεύχεστε μ’ αυτά και γι’ αυτά. Καλλιεργήστε τα τώρα, ώστε να δείτε να καρποφορούν πλούσια σε μια ζωή αιώνια»
(Σ.Α.Ι.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
258. Ακριβή και τρισαγάπητη είναι η ψυχή μας για τον Κύριο Ιησού Χριστό! Για τη σωτηρία της, κατέβηκε στη γη, σταυρώθηκε και πέθανε. Για μας, όμως, πόσο αξίζει η ψυχή και η σωτηρία της; Δεν ξέρουμε να τις εκτιμήσουμε. Δεν μάθαμε έως τώρα πώς να ανταποκριθούμε στην αγάπη του Σωτήρος μας. Είμαστε προσκολλημένη στα γήινα, δέσμιοι των παθών μας. Πώς να έλθη η βασιλεία του Θεού μέσα μας, όταν στην καρδιά μας κυριαρχούν οι γήινες αγάπες και λατρεύεται το εγώ; Είναι αδύνατο να συμβή αυτό, αν δεν «σταυρώσωμεν την σάρκα σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλάτ. ε’ 24). Γιατί «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. στ’ 24) και «ὃς ἂν οὖν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (ιακ. δ’ 4). «μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον», λέγει η Γραφή, «μηδέ τα εν τω κόσμω … ὅτι πᾶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ πατρός … ο κόσμος παράγεται (δηλαδή: παρέρχεται) και η επιθυμία αυτού ο δε ποιών το θέλημα του Θεού μένει εις τον αιώνα » (Α’ Ιω. β’ 15-17).
259. Στον ποιμένα: Είσαι ο εκπρόσωπος της ορθής πίστεως και της Εκκλησίας. Είσαι ο εκπρόσωπος του ίδιου του Ιησού Χριστού. Πρέπει λοιπόν να προβάλλης σαν υπόδειγμα πραότητος, αγνότητος, σταθερότητος, υπομονής, πνευματικής εξάρσεως. Κάνεις το έργο του Θεού και πρέπει να μην χάνης το θάρρος σου μπροστά σε αοποιονδήποτε. Ας μην κολακεύεις κανένα, ας μη φέρεσαι δουλικά. Το έργο που επωμίσθηκες, είναι το υψηλότερο απ΄ όλα.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 114-115)
255. Η ψυχή μας, λόγω της απλότητός της, κινδυνεύει από τη μια στιγμή στην άλλη, να μολυνθή από την αμαρτία. Σε μια στιγμή, μπορεί να βρεθή έξω από την αγάπη προς τον θεό και τον πλησίον με μία και μοναδική σκέψι, με μία και μοναδική εφάμαρτο επιθυμία, με ένα και μοναδικό σκίρτημα της καρδιάς προς το κακό. Έτσι, πρέπει να γρηγορούμε διαρκώς πάνω στην καρδιά μας. Να είμαστε πανέτοιμοι να αποκρούσουμε τις υποβολές του κακού και να φυλάμε την ψυχή μας, με απλότητα και αγνότητα, μέσα στην αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον.
256. Ο ποιμήν πρέπει να είναι ο ίδιος φως, για να φωτίζη τους άλλους. Πρέπει να είναι ο ίδιος το ευαγγελικό αλάτι, για να διατηρή τους άλλους από τη φθορά. Αν δεν συμβαίνη αυτό, αν ο ποιμήν δεν έχη βίο σύμφωνο με τα λόγια του, κάθε αμαρτωλός από το ποίμνιό του μπορεί να του πη: «Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν» (Λουκ. δ’ 23) και ύστερα έλα να θεραπεύσης και μένα. «Υποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Ματθ. ζ’ 5).
257. Η καρδιά πλάσθηκε για να είναι κατοικητήριο του Πνεύματος. Μην τη μολύνεις με τις σαρκικές ροπές και τα σκοτεινά πάθη. Η καρδιά είναι ναός του Θεού. «Εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός» (Α’ Κορ. γ’ 17).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 113-114)
103. «Έμεινε Μαριάμ συν αυτή ωσεί μήνας τρεις» (Λουκ. α΄ 56).
Τρεις μήνες έμεινε η Μαριάμ κοντά στην Ελισάβετ. Αν τόσο μεγάλα, ωραία, βαθυστόχαστα και εμπνευσμένα από το Άγιο Πνεύμα είπαν τις πρώτες μόλις στιγμές της συναντήσεώς των, σκέπτεται κανείς πόσα ακόμα πιο πολλά και πιο ωραία θα αντάλλαξαν μεταξύ τους μέσα σε τρεις ολόκληρους μήνες...
Κι όμως για όλα αυτά η Κ. Διαθήκη σιωπά. Η σιωπή αυτή του Ευαγγελίου ίσως να σημαίνη ότι το υπόλοιπο διάστημα οι δύο συγγενείς γυναίκες έζησαν εντελώς απλά, χωρίς άλλες εξάρσεις και προφητικές ωδές· ότι οι ώρες και μέρες πέρασαν ευχάριστα, μέσα σε μια ατμόσφαιρα αμοιβαίας αγάπης, πνευματικής αγαλλιάσεως και χαράς και γενικά ότι οι δύο ευσεβείς γυναίκες, μέσα σε μια εναλλαγή οικιακής εργασίας και προσευχής ζούσαν τον Θεό και αλληλοενισχύονταν στην πιστή τήρησι του άγιου θελήματος.
Η απλή, λαϊκή ευσέβεια εξιδανικεύει συνήθως το «βίο» των Αγίων της Εκκλησίας μας. Έτσι πολλοί χριστιανοί φαντάζονται ότι οι Άγιοι ζούσαν σε μια διαρκή πνευματική έξαρση και ψυχική ανάταση· ότι το στόμα τους έλεγε συνεχώς προσευχές· ότι βρίσκονταν συνεχώς μέσα στο ναό του Θεού κλπ. ούτε καν μπορούν να φαντασθούν έναν Άγιο να πλένεται, να σκουπίζη το δωμάτιό του ή το κελλί του, να κάθεται, να κοιμάται... να ζη δηλαδή την καθημερινή απλή ζωή, όπως όλοι οι άνθρωποι.
Η αλήθεια όμως είναι ότι οι Άγιοι του Θεού άνθρωποι ζούσαν όπως όλοι οι άλλοι και, ότι, επειδή ήσαν Άγιοι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήσαν άνθρωποι. Οι Άγιοι του Θεού ήσαν «άνθρωποι ομοιοπαθείς υμίν», όπως τόσο ωραία γράφει ο αδελφόθεος Ιάκωβος (ε' 17), πράγμα που σημαίνει ότι γνώρισαν κόπους και μόχθους, διωγμούς και κινδύνους (Β Κορ. ια 23 - 33), αλλά γνώρισαν και στιγμές καθημερινής ζωής, γαλήνης και σιωπής. Μερικοί Χριστιανοί λέει το ωραίο ανέκδοτο— πήγαν στην έρημο να συναντήσουν τον Άγιο Αντώνιο. Περίμεναν λοιπόν να δουν τον Άγιο να προσεύχεται και με τη φωτιά της προσευχής του να κατακαίει τους δαίμονες... Κι όμως! Τον βρήκαν να παίζη μ’ ένα ...περιστέρι! Τότε ο Άγιος, για να μη σκανδαλισθούν, τους είπε: «Το τόξο δεν μπορεί να είναι πάντα τεντωμένο, διότι θα σπάση. Γι αυτό από καιρό σε καιρό χρειάζεται να χαλαρώνη κανείς τις τεντωμένες χορδές του...». Τους είχε δώσει την απάντησι που χρειάζονταν! Ακόμη από την παράδοσι γνωρίζομε, ότι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης που έγραψε το Δ΄ Ευαγγέλιο και την Αποκάλυψη πήγαινε και λουζόταν στα δημόσια λουτρά της Εφέσου. Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, βαδίζοντας στην εξορία το μόνο που ζητούσε ήταν ένα θερμό λουτρό... Με ένα λόγο οι Άγιοι δεν μιλούσαν συνεχώς για τον Θεό, αλλά ζούσαν συνεχώς και «ανέπνεαν» τον Θεόν. «Μνημονευτέον μάλλον του Θεού ή αναπνευστέον» (Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος) .
Όσοι θέλουν να μοιάσουν με τους Αγίους, ας προσέξουν. Ζωή αγία δεν σημαίνει ότι πρέπει να μιλούν συνεχώς για τον Θεό και τα θεία, ότι πρέπει να παραμελούν τις καθημερινές απασχολήσεις των σαν κατώτερες και ανάξιες λόγου· ότι πρέπει να γυρίζουν συνεχώς γύρω και μέσα στο ναό κλπ. Διότι η αληθινή ευσέβεια δεν αποκλείει την καθημερινότητα, αλλά την αγιάζει και την μεταμορφώνει όπως το έκαναν και οι δύο ευσεβείς γυναίκες, η Παρθένος και η Ελισάβετ.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 129-130)
Ο ΑΒΒΑΣ Υπερέχιος δίνει την ακόλουθη συμβουλή στους εγκρατείς και νηστευτές:
- Φάε κρέας και πιες κρασί και μην κατατρώς με την καταλαλιά τις σάρκες του αδελφού σου.
Και πάλι:
- Καταλαλώντας ο όφις τον Θεό, πέτυχε να βγάλει τους πρωτοπλάστους από τον Παράδεισο. Το ίδιο κάνει κι εκεινος που καταλαλεί τον πλησίον του βαραίνει την ψυχή του και παρασύρει στο κακό εκείνον που τον ακούει.
ΈΝΑΣ ΑΓΙΟΣ Γέροντας είδε μια μέρα με τα μάτια του κάποιον αδελφό να πέφτει σε βαρύ αμάρτημα, κι όχι μόνο δεν τον κατεκρινε, αλλά έκλαψε και είπε: Αυτός έπεσε σήμερα κι εγώ σίγουρα αύριο. Κι αυτός μεν χωρίς άλλο θα μετανοήσει, ενώ εγώ δεν είμαι βέβαιος γι’ αυτό».
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ, αλήθεια, ν’ απορεί και να εξίσταται ο άνθρωπος και να χάνει κυριολεκτικά τον νου του -γράφει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής- όταν σκέπτεται πως ο Θεός και Πατήρ δεν κρίνει κανένα και όλη την κρίση την έχει παραδώσει στον Υιό Του (Ιω. ε' 27), ο Υιός διδάσκει «μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» (Ματθ. ζ' 1) και ο απόστολος Παύλος επίσης «μη προ καιρού τι κρίνετε, έως αν έλθη ο Κύριος» (α' Κορ. δ' 5) και «εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις» (Ρωμ. β' 1), ενώ οι άνθρωποι, αφήνοντας κατά μέρος τις δικές τους αμαρτίες, αφαιρούν το δικαίωμα του Υιού να κρίνει και, σαν αναμάρτητοι, κρίνουν οι ίδιοι και καταδικάζουν ο ένας τον άλλον; Ο Ουρανός εξίσταται γι’ αυτό κι η γη φρίττει, ενώ αυτοί, σαν αναίσθητοι, δεν νιώθουν καμιά ντροπή.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 165)