ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ξζ’. Ρώτησε ο Αβραάμ του Αββά Αγάθωνος τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς οι δαίμονες με πολεμούν;». Και του είπε ο Αββάς Ποιμήν: Εσένα πολεμούν οι δαίμονες; Δεν πολεμούν μαζί μας, εφ΄ όσον τα θελήματά μας κάνουμε. Γιατί τα θελήματά μας δαίμονες έχουν γίνη. Και αυτοί είναι οπού μας θλίβουν, για να τα πραγματοποιήσουμε. Και αν θέλης να δής με ποιούς πολέμησαν οι δαίμονες, με τον Μωϋσή και τους ομοίους του».
ξη’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι αυτόν τον τρόπο ζωής ώρισε ο θεός στον Ισραήλ, το να απέχουν από κάθε τι όπου δεν είναι φυσικό. Ήγουν από την οργή και τον θυμό και τον ζήλο και το μίσος και την καταλαλιά εναντίον του αδελφού. Και τα λοιπά του παλαιού ανθρώπου.
ξθ’. Ζήτησε ένας αδελφός από τον Αββά Ποιμένα να του πη κάτι. Και του λέγει: «Οι πατέρες έβαλαν σαν αφετηρία το πένθος». Λέγει πάλι ο αδελφός: «Πες μου κάτι άλλο». Αποκρίνεται ο γέρων: «Όσο μπορείς, ας δουλεύης στο εργόχειρο, για να κάνης από το κέρδος έλεος. Γιατί είναι γραμμένο, ότι η ελεημοσύνη και η πίστη καθαρίζουν αμαρτίες». Λέγει ο αδελφός: «Τί είναι πίστη;». Απαντά ο γέρων: «Πίστη είναι το να ζη τινάς με ταπεινοφροσύνη και να κάνη έλεος».
ο’. Ένας αδελφός συμβουλεύθηκε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Αν δω έναν αδελφό, όπου άκουσα ότι έφταιξε, δεν θέλω να τον μπάσω στο κελλί μου. Και αν δω κάποιον ενάρετο, νοιώθω χαρά μαζί του». Του λέγει ο γέρων: «Αν προσφέρης στον ενάρετο αδελφό λίγο καλό, διπλό κάμε το στον άλλον. Γιατί αυτός είναι ο αδύνατος. Υπήρχε σ΄ ένα Κοινόβιο κάποιος αναχωρητής, ονόματι Τιμόθεος. Και άκουσε ο ηγούμενος φήμη για πειρασμό ενός αδελφού. Και ρώτησε τον Τιμόθεο γι΄ αυτόν. Και εκείνος τον συμβούλευσε να διώξη τον αδελφό. Όταν λοιπόν τον έδιωξε, ήλθε ο πειρασμός του αδελφού εναντίον του Τιμόθεου, έως ότου αυτός κινδύνευσε. Και άκουσε φωνή να του λέγη: Τιμόθεε, μη νομίσης ότι σου τα έκαμα αυτά για άλλο λόγο, έκτος από το ότι δεν λογάριασες τον αδελφό σου στον καιρό του πειρασμού του».
οα’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι για τούτο βρισκόμαστε σε τόσους πειρασμούς, για το ότι τα ονόματά μας και την τάξη δεν φυλάμε. Καθώς και η Γραφή λέγει. Δεν βλέπουμε τη γυναίκα τη Χαναναία όπου αποδέχθηκε το όνομά της και την ανέπαυσε ο Σωτήρ; Πάλι την Αβιγαία, όπου είπε στον Δαυίδ, ότι σ΄ εμένα είναι η αμαρτία και την άκουσε και την αγάπησε; Η Αβιγαία εκπροσωπεί την ψυχή και ο Δαυίδ τη θεότητα. Αν λοιπόν η ψυχή μεμφθή τον εαυτό της ενώπιον του Κυρίου, την αγαπά ο Κύριος.
οβ’. Διάβαινε κάποτε ο Αββάς Ποιμήν με τον Αββά Ανούβ, στα μέρη του Διόλκου. Και φτάνοντας κοντά στα μνήματα, βλέπουν μια γυναίκα να ολοφύρεται και να κλαίη πικρά. Σταμάτησαν λοιπόν και την κοίταζαν. Ύστερα, προχωρώντας λίγο, συνάντησαν κάποιον και τον ρώτησε ο Αββάς Ποιμήν: «Τί έχει αυτή η γυναίκα και κλαίει έτσι πικρά;». Και εκείνος του λέγει: «Πέθαναν ο άνδρας της, ο γυιός της και ο αδελφός της». Αποκρίνεται τότε ο Αββάς Ποιμήν και λέγει στον Αββά Ανούβ: «Σου λέγω ότι, αν ο άνθρωπος δεν νεκρώση όλα τα θελήματα της σαρκός και αποχτήση αυτό το πένθος, δεν μπορεί να γίνη μοναχός. Γιατί όλη η ζωή και όλος ο νους της στο πένθος είναι».
ογ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Μη έχεις υψηλή ιδέα για τον εαυτό σου, αλλά προσκολλήσου σε άνθρωπο οπού κάνει καλή συντροφιά».
οδ’. Είπε πάλι: Αν πήγαινε κάποιος αδελφός στον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, αυτός του παρέδιδε την αγάπη, όπως τη διδάσκει ο Απόστολος: «Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται».
οε’. Είπε πάλι, ότι ο Αββάς Αντώνιος έλεγε για τον Αββά Παμβώ: «Με τον φόβο οπού είχε στον Θεό, έκαμε να κατοική μέσα του το Πνεύμα του Θεού».
οστ’. Διηγήθηκε ένας από τους πατέρες για τον Αββά Ποιμένα και τους αδελφούς του, ότι έμεναν στην Αίγυπτο. Και επιθυμώντας η μητέρα τους να τους δη, δεν μπορούσε. Τους παρεφύλαξε λοιπόν καθώς πήγαιναν στην εκκλησία και τους συνάντησε.  Αλλά αυτοί, βλέποντας την, επέστρεψαν και της έκλεισαν κατά πρόσωπο τη θύρα. Και εκείνη, μπροστά στη θύρα, φώναξε κλαίοντας σπαραχτικά και λέγοντας: «Ας σας δώ, παιδιά μου αγαπημένα». Ακούοντάς τη δε ο Αββάς Ανούβ, μπήκε στο κελλί Του Αββά Ποιμένος και του  λέγει: «Τί να κάμουμε με την ηλικιωμένη αυτή γυναίκα οπού κλαίει μπροστά στη θύρα;». Και καθώς στεκόταν από μέσα, την άκουσε να κλαίη σπαραχτικά. Και της είπε: «Τί φωνάζεις έτσι, κυρούλα;». Και εκείνη, ακούοντας τη φωνή του, φώναζε τώρα πιο δυνατά, κλαίοντας και λέγοντας: «θέλω να σας δώ, παιδιά μου. Τί κακό είναι να σας δώ; Μη δεν είμαι η μητέρα σας; Εγώ δεν σας θήλασα; Με πήραν τα βαρειά γηρατειά. Άκουσα τη φωνή σου και αναστατώθηκα». Της λέγει ο γέρων: «Εδώ θέλεις να μας δής ή στον άλλο κόσμο;». Του λέγει: «Αν δεν σας δώ εδώ, θα σας δώ στον άλλο κόσμο;». Της αποκρίνεται: «Αν επιβληθής στον εαυτό σου να μη μας δής εδώ, θα μας δής εκεί». Έφυγε λοιπόν χαίροντας και λέγοντας: «Αν είναι να μη σας δώ εκεί όσο θέλω, δεν με γνοιάζει να μη σας δώ εδώ».
οζ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τα υψηλά τί είναι;». Του λέγει ο γέρων: «Οι θείες εντολές».
οη’. Ήλθαν κάποτε μερικοί αιρετικοί στον Αββά Ποιμένα και άρχισαν να κατηγορούν τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας ότι από πρεσβυτέρους χειροτονήθηκε. Ο δε γέρων, μη απαντώντας τους, φώναξε τον αδελφό του και είπε: «Στρώσε τους τραπέζι, βάλε τους να φάνε και στείλε τους στο καλό».
οθ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι ένας αδελφός οπού συνοικούσε με αδελφούς, ρώτησε τον Αββά Βησσαρίωνα: «Τί να κάμω;». Και ο γέρων του είπε: «Να σιωπάς και να μη λογαριάζης τον εαυτό σου».
π’. Είπε πάλι: «Γι’ αυτόν οπού η καρδιά σου δεν σε πληροφορεί, μη έχεις προσοχή μέσα της».
πα’. Είπε πάλι: «Αν τον εαυτό σου εξουθενώσης, θα έχης ανάπαυση, όπου και αν βρίσκεσαι».
πβ’. Είπε πάλι: «Έλεγε ο Αββάς Σισώης: Υπάρχει αισχύνη, οπού έχει αφοβίας αμαρτία».
πγ’. Είπε πάλι: «Το θέλημα και η ανάπαυση και το να συνηθίζη τινάς σ΄ αυτά, καταβάλλουν τον άνθρωπο».
πδ΄. Είπε πάλι: «Αν είσαι σιωπητικός, θα έχης ανάπαυση σε οποίον τόπο και αν κατοίκησης».
πε΄. Είπε πάλι για τον Αββά Πίωρ, ότι κάθε μέρα έβαζε αρχή στην αρετή.
πστ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Εάν προληφθή άνθρωπος εν τίνι παραπτώματι και επιστρέψη, συγχωρείται από τον Θεό;». Του είπε ο γέρων: «Αλλά ο Θεός οπού πρόσταξε τους ανθρώπους να το κάνουν αυτό, πιο πολύ δεν θα το κάμη ο ίδιος; Γιατί πρόσταξε τον Πέτρο, λέγοντας: Έως εβδομηκοντάκις επτά άφες τω αδελφώ σου».
πζ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Είναι καλό πράγμα το να προσεύχεται τινάς;». Του λέγει λοιπόν ο γέρων ότι είπε ο Αββάς Αντώνιος: «Από τον ίδιο τον Κύριο προήλθε η φωνή οπού έλεγε: Παρακαλείτε τον λαόν μου, λέγει Κύριος, παρακαλείτε».
πη’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Μπορεί ο άνθρωπος να κρατήση όλους τους λογισμούς και κανέναν τους να μη δίνη στον εχθρό;». Και είπε ο γέρων: «Είναι άνθρωπος οπού παίρνει δέκα και δίνει ένα».

(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)

78. Ποιες ήταν οι επιδράσεις της αρχαίας ελληνικής σκέψεως (της φιλοσοφίας) πάνω στη θεολογική σκέψη της αρχαίας Εκκλησίας;

Ήταν και θετικές και αρνητικές, ανάλογα με το πνεύμα, τους σκοπούς και τις επιδιώξεις εκείνων που έκαναν χρήση αυτής.

Θετικές ήταν, όταν οι θεολόγοι της Εκκλησίας έκαναν χρήση της ελληνικής σκέψεως για να ερμηνεύσουν τις δογματικές αλήθειες της πίστεως, οι οποίες από τη φύση τους είναι σκοτεινές και δυσερμήνευτες και να τις κάνουν ευκολότερα αποδέκτες στο εκκλησιαστικό πλήρωμα και το πνευματικό περιβάλλον της εποχής. Κυρίως έπαιρναν φιλοσοφικούς όρους για ν’ αναπτύξουν μορφολογικά τα δόγματα, όπως ήταν οι όροι: ουσία, υπόσταση, πρόσωπο, ομοούσιο, ενυπόστατο κ.ά. Δεν είναι τυχαίο ότι η Α' εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδος (325) χρησιμοποίησε τον όρο «ομοούσιος», για να διασαφήσει τη σχέση του Χριστού με το Θεό Πατέρα. Το έργο αυτό είναι κατά πάντα νόμιμο και χρήσιμο στην ιστορική ανέλιξη του δόγματος, το οποίο κατά την ουσία και τον εσώτερο πυρήνα του είναι αιώνιο και αμετάβλητο, δύναται όμως να εξελίσσεται μορφολογικά με τα εκάστοτε επιστημονικά μέσα της εποχής, για να γίνεται ευκολότερα καταληπτό από τους πιστούς.

Αρνητικές ήταν, όσες φορές η ελληνική φιλοσοφία δεν χρησιμοποιούνταν μόνο για τη μορφολογική ερμηνεία των δογμάτων, αλλά προχωρούσε βαθύτερα, μεταφέροντας φιλοσοφικές ιδέες και έννοιες στις δογματικές αλήθειες της Εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτό η φιλοσοφία γινόταν όργανο διαστροφής και καταλύσεως των χριστιανικών δογμάτων. Κατά τον διαβόητο Harnack, προτεστάντη θεολόγο, τα χριστιανικά δόγματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μεταφύτευση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στο θεολογικό χώρο της πρώτης Εκκλησίας. Η μομφή αυτή είναι φυσικά άδικη και αναληθής, καταλύουσα την αλήθεια του περιεχομένου της θείας αποκαλύψεως.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 109)

77. Που οφείλουν την ονομασία τους οι Αφθαρτοδοκήτες;

Από τη λέξη αφθαρσία, την οποία νόμιζαν ότι είχε η ανθρώπινη φύση του Χριστού, όταν αυτός ζούσε στη γη.

Και αυτή η αίρεση ανήκε στο ιδιαίτερο θεολογικό κλίμα της Αλεξανδρινής Σχολής. Ενώ οι Δοκήτες αρνούνταν, όπως είδαμε, την πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού, ο Απολλινάριος αφαιρούσε απ’ αυτήν το λογικό στοιχείο της και οι Μονοφυσίτες την ήθελαν να απορροφάται και να αναλύεται στη θεία φύση, οι Άφθαρτοδοκήτες, θέλοντας να την εξωραΐσουν, αρνούνταν απ’ αυτήν τις φυσικές ανάγκες και τα αδιάβλητα πάθη της. Αρχηγός της αιρέσεως ήταν ο Ιούλιος Αλικαρνασσεύς. Αυτός δίδασκε ότι το σώμα του Χριστού ήδη από τη σύλληψη και τη γέννησή του ήταν υπεράνω των φυσικών αναγκών, πείνα, δίψα, κάματο κ.λπ., τα γνωστά ως αδιάβλητα πάθη της φύσεως. Αδιάβλητα δε, γιατί η ικανοποίησή τους δεν είναι αμαρτία. Αν δε στη Γραφή ο Χριστός φέρεται να τρώγει, να πίνει, να συγκινείται κ.τ.ο., αυτό δεν σημαίνει ότι είχε πραγματικές ανάγκες τις οποίες έπρεπε να ικανοποιήσει, αλλ΄ ήταν σκόπιμες και φαινομενικές κινήσεις της φύσεως, τις οποίες επέτρεπε ο Λόγος του Θεού για τους σκοπούς της θείας λυτρωτικής οικονομίας του. Δηλαδή πεινούσε, όταν ήθελε ο Θεός να πεινάσει κ.ο.κ.

Μια μερίδα αυτών με αρχηγό τον Αμμώνιο πήγαιναν μακρύτερα, λέγοντας ότι το σώμα του Χριστού δεν ήταν απλώς άκτιστο, αλλά μαζί και άυλο. Γιαυτό κι ονομάζονταν «Ακτιστίται». Ήταν ακρότατοι μονοφυσίτες. Όπως αντιλαμβανόμαστε, κύριος στόχος όλων των Μονοφυσιτών ήταν η απάμβλυνση και η πλήρης απομάκρυνση της αισθητής φύσεως από το Θεό, η οποία, σύμφωνα με τις διαρχικές αντιλήψεις της εποχής, θεωρούνταν ανάξια της θείας φύσεως.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 108)

«Έμαθα να αρκούμαι σ’ αυτά που έχω» (Φιλιπ. 4:11)

Ένας χριστιανός ρώτησε ένα φίλο του πώς είναι. Κι εκείνος με θλιμμένο ύφος απάντησε: «Κάτω από τις περιστάσεις που ζω, είμαι καλά». «Λυπάμαι πολύ γι’ αυτό» απάντησε ο χριστιανός φίλος του «που ζεις κάτω από τις περιστάσεις. Ο Θεός θέλει να ζούμε πάνω από τις περιστάσεις, εκεί που κι Αυτός βρίσκεται, για να μπορεί να ικανοποιεί τις καρδιές μας και να καλύπτει κάθε ανάγκη μας, καθημερινά και για την αιωνιότητα.
Πόσο αλήθεια είναι πως ο άνθρωπος που δεν εμπιστεύεται στο Θεό βρίσκεται πάντα κάτω από τις περιστάσεις που τον τριγυρίζουν! Μοιάζει με βάρκα στο ανοιχτό πέλαγος χωρίς τιμόνι και κουπιά. Αν υπάρχει κάτι που του εξασφαλίζει η σωτηρία του Χριστού, δεν είναι μόνο η συγχώρηση των αμαρτιών του και η συμφιλίωσή του με το Θεό, αλλά και η νίκη εναντίον των δυσκολιών και των ανώμαλων περιστάσεων της ζωής. Για μικρά και για μεγάλα, για όλα, ο χριστιανός αποβλέπει στον Ιησού και Τον πειραματίζεται ως τη μόνη ασφαλή οδό της επιτυχίας και της νίκης.


«Και βέβαια, όσα γράφτηκαν στο παρελθόν, γράφτηκαν με σκοπό να διδαχτούμε εμείς, έτσι ώστε με την υπομονή και την εμψύχωση που μεταδίδουν οι Γραφές, να διατηρούμε την ελπίδα» (Ρωμ. 15:4)

Η βασίλισσα Ελισάβετ, όταν ήταν αιχμάλωτη, κατά τη βασιλεία της σκληρής αδελφής της, έγραψε πάνω στην Καινή Διαθήκη της: «Κάνω έναν περίπατο μέσα στα ευχάριστα λιβάδια των Αγίων Γραφών, κόβω δροσερούς βλαστούς, διαβάζοντας τους ωραίους στίχους των κεφαλαίων της, τους οποίους κρατώ σαν μπουκέτο στη μνήμη μου, και τους απολαμβάνω. Τρώω δροσερούς καρπούς από τα καρποφόρα δέντρα των συγγραφέων της, κι όταν γευτώ τη γλύκα τους, αισθάνομαι λιγότερο την πίκρα της δυστυχίας μου».
Ακόμα και η περίφημη Αικατερίνη των Μεδίκων, της οποίας η ιστορία είναι παράδειγμα ηθικής εξαχρείωσης και ασέβειας, στράφηκε προς τις Γραφές, σε εποχή αντιξοοτήτων και θλίψεων, ώστε να γίνει αφορμή να πιστέψουν οι Γάλλοι μεταρρυθμιστές, ότι η χάρη του Θεού την επισκέφτηκε και μαλάκωσε την καρδιά της.
Που αλλού, στ’ αλήθεια, μπορεί να στραφεί ο άνθρωπος μέσα στη θλίψη και στη δυστυχία του; «Κύριε, καταφύγιό μας έγινες εσύ από γενιά σε γενιά» (Ψαλ. 90:1). «Στραφείτε σε μένα για να σωθείτε, όλα τα πέρατα της γης» (Ησ 45:22).


(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

249. Τι πρέπει να αναλογίζεσαι όταν κοινωνής τα Άγια Μυστήρια; «Τὰ ἄνω ζητεῖτε, οὗ ὁ Χριστός ἐστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ καθήμενος» (Κολ. γ’ 1). Και να μη λογαριάζης τα γήινα, γιατί ο Χριστός ήλθε στη γη για να μας υψώση στον ουρανό. «Έν τή οικία τού πατρός μου μοναί πολλαί είσιν … Πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ὑμῖν» (Ιω. ιδ’ 2). «ἡμῶν τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιππ. γ’ 20). «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών έστιν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε’ 20). «ἄφετε τὰ παιδία ἔρχεσθαι πρός με … τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. ιη’ 16). Βλέπεις λοιπόν για ποιο σκοπό ήλθε ο Χριστός στη γη, για ποιο σκοπό μας δίνει τα Άγια Μυστήριά του, το Σώμα του και το Αίμα του; Ο σκοπός αυτός είναι το να εισέλθουμε στη βασιλεία των ουρανών. Ας αγωνισθούμε με πόθο για να την κερδίσουμε.

250. Τα εμπόδια και οι αντιξοότητες που σου δημιουργεί ο Διάβολος, όταν εργάζεσαι για τον Θεό, μη σε πτοούν και μη σε καταθλίβουν. Να χαίρης και να ευχαριστής τον Κύριο. Γιατί το κακοποιό Πνεύμα σου ετοιμάζει, χωρίς να το καταλαβαίνη, τους πιο λαμπρούς στεφάνους στον ουρανό. Αμήν. Πρέπει να περιφρονούμε απόλυτα τον Διάβολο.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 111-112)

247. Κάθε τι που μας αναστατώνει και μας ταράσσει, κάθε τι που πιέζει την καρδιά, προέρχεται από τον Πονηρό. Γιατί ο ίδιος είναι ταραχή και κατάθλιψις. Ο Θεός είναι η ειρήνη και η ανάπαυσις της καρδιάς. «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια’ 28). «Εἰρὴνην ἀφίημι ὑμῖν εἰρὴνην τὴν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν» (Ιω. ιδ’ 27). Στον βίο μας, πόσα πάθη υπάρχουν, πόση κατάθλιψις, πόσο γήινο βάρος, πόσα βέλη που διασχίζουν την καρδιά και πόσο σκοτάδι! Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ανθρώπου το πιάνει το πνευματικό σκοτάδι.

248. Νοιώθεις υπερηφάνεια, αυτοϊκανοποίηση; Λέγε «Εγώ ο ίδιος δεν είμαι τίποτε. Ό,τι καλό έχω, το πραγματοποιεί η χάρις του Θεού». «Τί ἔχεις ὃ οὐκ ἔλαβες;» (Α’ Κορ. δ’ 7). «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ιω. ιε’ 5). Νοιώθεις αποστροφή προς τον πλησίον σου; Λέγε: «Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γεν. α’ 31).

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 110-111)

101. «Πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλε κενούς» (Λουκ. α' 53).

Ο Θεός επεμβαίνει και σε μια τρίτη κατηγορία ανθρώπων, λέει η Παρθένος Μαρία, συνεχίζοντας την Ωδή της: στους πλουσίους. Όσοι πιστεύουν στο χρήμα· όσοι βασίζονται στην δύναμη του χρήματος· όσοι νοιώθουν ασφαλισμένοι στον πλούτο, έρχεται στιγμή που γίνονται φτωχότεροι των φτωχών. Είναι η πιο κοινή εμπειρία σε όλους τους κοινούς θνητούς!
Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά: η αυτάρκεια των φτωχών. Δεν πρόκειται εδώ για το φτωχό που δεν πιστεύει στον Θεό ή τεμπελιάζει ή δεν εργάζεται τίμια ή σπαταλάει σε ασωτίες το μεροκάματό του. Πρόκειται για το φτωχό που πιστεύει στην πρόνοια του Θεού και εξαρτάται από τον Θεό. Πρόκειται για το φτωχό που εργάζεται με τιμιότητα και δικαιοσύνη και που χρησιμοποιεί με σύνεση και σωφροσύνη τα λίγα εισοδήματα του.
Σ’ ένα τέτοιο άνθρωπο τα λίγα του φθάνουν. Όχι ότι δεν θα ήθελε να έχη περισσότερα. Τα περισσότερα τα περιμένει από τον Θεό. Στην ώρα τους. Αυτός εν τω μεταξύ συνεχίζει να ζει και να εργάζεται τίμια.
Η αρχή αυτή της Θεοτόκου ήταν και το «πιστεύω» των φτωχών πατέρων μας. Από τα κακοτράχαλα βουνά της πατρίδος μας κατέβαιναν στις πολιτείες του κάμπου. Ξυπόλυτοι. Γυμνοί. Αδέκαροι! Και άρχισαν να εργάζονται, παιδιά μόλις 11-13 ετών! Και όχι οκτάωρο, αλλά ολημερίς. Μικρά και ασήμαντα τα κέρδη. Αρκούσαν μόνο για την προσωπική τους επιβίωση. Μόνο υστερ' από 20 και πλέον ετών σκληρής προσωπικής εργασίας άρχιζαν να γνωρίζουν το κέρδος, την καλλιτέρευσι, κάποια στοιχειώδη άνεση και ύστερα τον πλούτο. Αλλά και τον πλούτο αυτό δεν τον θεωρούσαν δικό τους. Δεν τον χαίρονταν. Δεν τον σπαταλούσαν για τον εαυτό τους. 0ι ίδιοι, μαθημένοι δεκάδες χρόνια να ζουν με ανήκουστες στερήσεις, δεν χρησιμοποιούσαν για τον εαυτό τους παρά ελάχιστα. Τα πολλά τα προόριζαν για τους άλλους. Για τα παιδιά τους, την πόλη τους, το χωριό τους, την πατρίδα. Δεν υπάρχει καλύτερο σχόλιο για τον λόγο του Ιησού «κατά Θεόν πλουτείν» (Λουκ. ιβ΄ 21).
Παίρνοντας η Εκκλησία από τα χείλη της Παρθένου τον ωραίο αυτό στίχο της Ωδής της τον έκανε και δικό της πιστεύω: «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού» (I).
Όσοι αγαπούμε την Θεοτόκο δεν μπορεί παρά να έχωμε μαζί της τις ίδιες απόψεις.

(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.127-128 )

προσελθών αυτώ ο πειράζων
Ματθαίου δ' 3

Ο Ιησούς, μόλις ανοίχθηκε στο πέλαγος της αποστολής του, με τα πανιά της υπάρξεώς του ολάνοιχτα απλωμένα στην ορμή του Αγίου Πνεύματος, συνάντησε την τρικυμία των πειρασμών. «Ημέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος υπό του διαβόλου». (Ήταν τόσο εντυπωσιακό το ξεκίνημα του Ιησού, που επροκάλεσε την περιέργεια και την προσοχή του διαβόλου. Ο διάβολος εξαπέλυσε την επίθεσί του, χωρίς να γνωρίζη περισσότερα πράγματα για τη φύσι και την αποστολή του Ιησού, περίμενε μάλιστα την πτώσι του, κάτω απ΄ τους βίαιους και δελεαστικούς πειρασμούς του).
Ο Ιησούς δεν έμεινε αμέτοχος των πειρασμών. Βέβαια οι πειρασμοί του Ιησού ήταν εξωτερικοί. Προέρχονταν από το διάβολο και δεν υπήρχε περίπτωσις να τον προσβάλουν, διότι ο Ιησούς εσωτερικά ήταν απόλυτα καθαρός και αναμάρτητος. Όμως οι πειρασμοί της Ερήμου έδωσαν στον Ιησού τη δυνατότητα να δοκιμάση τους ανθρώπινους πειρασμούς. Ο Ιησούς γνώρισε την υπουλότητα και τη σφοδρότητα των πειρασμών. Μπήκε στον πυρήνα του τυφώνος των πειρασμών. Η μάχη της σωτηρίας μας άρχισε σε μια μονομαχία των αρχηγών των δύο παρατάξεων.
Ο Ιησούς δέχθηκε τους πειρασμούς για τη δική μας ωφέλεια. Για τη δική μας ενίσχυσι. Για να μας δείξη τον τρόπο της αντιμετωπίσεώς των.
Ο Ιησούς δέχθηκε πειρασμούς και γι’ αυτό μπορεί να κατανοήση και να βοηθήση τους πειραζομένους ανθρώπους. O απόστολος το υπογραμμίζει χαρακτηριστικά: «Πειρασθείς (ο Ιησούς) δύναται τοις πειραζομένοις βοηθήσαι» (Εβρ. β' 18). Κάθε φορά που μας πλησιάζει ο πειράζων, ο Ιησούς βρίσκεται κιόλας στο πλευρό μας.
«Πάντα πειρασμόν, ον ήμελλον οι άνθρωποι πειράζεσθαι, πρώτον επειράσθη κατά το ανθρώπινον ο Σωτήρ» (Ωριγένης, L. 1055).

ει υιόc ει του Θεού
Ματθαίου δ' 3

Ο διάβολος θέτει υπό αμφισβήτησι τη θεία ιδιότητα του Ιησού. Κι αυτή την αμφιβολία θέλει να την υποβάλη και στον ίδιο τον Ιησού. Αυτή την τακτική ακολουθεί ο πειράζων από την αρχή. Στον Παράδεισο έθεσε υπό αμφισβήτησι την ειλικρίνεια του Θεού. Και τώρα στη γη, την οποία με την κακία του μετέβαλε από Παράδεισο σε Έρημο, θέτει υπό αμφισβήτησι την θεότητα του Ιησού.
Ο Ιησούς δεν νικήθηκε από τον πειρασμό, όπως ο πρώτος Αδάμ. Όμως ο πειρασμός αυτός εταλαιπώρησε και ταλαιπωρεί πολλούς ανθρώπους. Είναι το δάγκωμα, που νοιώθουν πολλοί άνθρωποι, παλαιοί και νέοι, καθώς αντιμετωπίζουν το πρόσωπο του Ιησού. «Ήταν άραγε Θεός ο Ιησούς»;
Η αμφισβήτησις της θεότητος του Ιησού είναι και σήμερα το ισχυρότερο όπλο του διαβόλου. Είναι ο μόνος τρόπος να μείνουν οι άνθρωποι μακρυά απ΄ τον Λυτρωτή. Εάν ο Ιησούς δεν είναι Θεός, τότε δεν μπορεί να είναι Σωτήρ των ανθρώπων. Είναι το μεγάλο δράμα, που παίζεται σε πολλές ψυχές. Μπολιασμένες με την αμφιβολία, στέκουν στο κατώφλι της Εκκλησίας. Μεταξύ πίστεως και απιστίας. Πόσο πρέπει να προσευχώμαστε για τα θύματα αυτής της αμφιβολίας. Για να νικήσουν τον πειρασμό μαζί με τον Ιησού.
«Ο Κύριος και τους πειρασμούς επάγων μη υπερβαίνοντας ημών την δύναμιν, αλλά δοκιμάζων μεν δια της περιστάσεως τους αγωνιστάς της ευσεβείας, ουκ εών δε πειρασθήναι υπέρ ο δύνανται υπενεγκείν» (Μ. Βασίλειος, L. 1055).

(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 100-101)

ΕΠΙΘΥΜΕΙΣ, αδελφέ, να διώχνεις δαιμόνια; ρωτά ο Αββάς Πιτυρίων, ο μαθητής του Οσίου Αντωνίου. Μάθε τώρα να υποτάσσεις τα πάθη σου. Όποιο πάθος βγάλεις από μέσα σου, διώχνεις μαζί και το δαιμόνιο που το προκαλεί, γιατί κάθε πάθος έχει και το δαιμόνιο του. Νικώντας τα πάθη, διώχνεις και τον διάβολο που τα υποκινεί.


ΈΝΑΣ ΕΡΗΜΙΤΗΣ έζησε τριαντα ολόκληρα χρόνια στην έρημο, τρώγοντας μόνο τους καρπούς μιας φοινικιάς που είχε φυτρώσει έξω από την καλύβα του. Ύστερα όμως του εσπειρε ζιζάνια στον νου ο διάβολος κι άρχισε να συλλογίζεται πως άδικα σπατάλησε εκεί τόσα χρόνια.
- Τί κέρδισα τάχα; έλεγε στον εαυτό του. Ούτε αποκαλύψεις είδα ούτε κανένα θαύμα έκανα, όπως οι παλαιοί ασκητές. Ας γυρίσω στον κόσμο, ίσως εκεί προκόψω περισσότερο.
Το είχε σχεδόν αποφασίσει κι ετοιμαζόταν, όταν ο Θεός, που τον λυπήθηκε για τους τόσους κόπους του, έστειλε τον Άγγελό Του να τον εμποδίσει.
- Τί μεγαλύτερο θαύμα θέλεις, του είπε ο Άγγελος, από την υπομονή και την μεγαλοψυχία που σου έδωσε ο Θεός, να μείνεις τόσα χρόνια ολομόναχος σ’ αυτό τον άγριο τόπο, τρώγοντας μόνο τους καρπούς τούτου του δένδρου; Κάνε λίγο ακόμη υπομονή και ζήτησε από τον Θεό περισσότερη ταπείνωση.
Έτσι, έμεινε στον τόπο του ο Ερημίτης ευχαριστώντας τον Θεό, που τον στήριξε με τον Άγγελό Του.


ΚΑΠΟΙΟΣ Γέροντας πολύ πνευματικός αξιώθηκε να βλέπει ορατό σημείο του Αγίου Πνεύματος στα στόματα των αδελφών, την στιγμή που αντάλλαζαν αδελφικό ασπασμό στην Θεία Λειτουργία, όταν ο Διακονος έλεγε το «αγαπήσωμεν αλλήλους».

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 162-163)

Μέσα μας συντελείται μια αδιάκοπη πολιτειακή αναμέτρηση. Ο διάβολος αγωνίζεται νυχθημερόν να καταλύσει το πολίτευμα της Βασιλείας του Θεού εντός μας για να εδραιώσει το δικό του βασίλειο. Εμείς με ποιο πολίτευμα διάγουμε το βίο μας; Ο αγώνας των χριστιανών σχετίζεται ακριβώς με αυτή την αναμέτρηση και επικράτηση. Αν μέσα στην καρδιά μας επικρατήσει η Βασιλεία των Ουρανών τότε ο διάβολος δε θα μπορεί να έχει καμία επιρροή και καμία δύναμη και εξουσία στη ζωή μας. Δεν θα μας χειραγωγεί, δεν θα μας φοβίζει, δεν θα μας απελπίζει!
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που μηχανεύεται διαρκώς τρόπους για να τραβήξει την προσοχή μας από μέσα μας. Οτιδήποτε για να μην κοιτάξουμε μέσα μας, να μην ακούσουμε μέσα μας. Μην τυχόν και ανακαλύψουμε το θησαυρό που κρύβουμε μέσα μας. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος φόβος του διαβόλου… μην ανακαλύψουμε τη Βασιλεία των Ουρανών που βρίσκεται στην καρδιά μας! Γι’ αυτό λοιπόν κατακλυζόμαστε από οθόνες και εικόνες, από ήχους και θεάματα, από χίλιους δυό περισπασμούς που στόχο έχουν να μας γοητεύσουν και να μας παρασύρουν σαν άλλες Σειρήνες μακριά από τη δικιά μας Ιθάκη… το Χριστό που θέλει να βασιλεύσει στην καρδιά μας. Εάν λοιπόν διαλέξουμε να στραφούμε στον εαυτό μας τότε θα δούμε ποια πάθη ορθώνονται ανάμεσα σε μας και το Χριστό και βλέποντας τα, θα ποθήσουμε την κάθαρση γιατί μόνο οι καθαροί στην καρδιά θα μπορέσουν να δουν το Θεό. (Ματθ. ε΄,8) Αυτός ο πόθος θα έλξει τη Χάρη και το Έλεος Του και θα Τον καταστήσει Βασιλιά μας!
Σημασία για το χριστιανό πρωτίστως λοιπόν πρέπει να έχει το πολίτευμα της καρδιάς του. Ας κοιτάξουμε λοιπόν και θα καταλάβουμε… νιώθουμε υπέρμετρα και παράλογα φόβο, αγωνία, ανησυχία και ταραχή; Τότε πολιτεύεται εντός μας ο διάβολος. Νιώθουμε ειρήνη, γαλήνη, αγάπη, χαρά; Τότε πολιτεύεται εντός μας ο Χριστός! Αν θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο ή τη ζωή μας οι εσωτερικές εκλογές είναι κρίσιμες, όχι οι εξωτερικές… του κόσμου τούτου. Γιατί η Βασιλεία των Ουρανών είναι η παρουσία του Θεού μέσα μας, η βίωση της παρουσίας Του, η αληθινή Θεία Κοινωνία! Και είναι τόσο κοντά μας… δεν χρειάζεται να ψάχνουμε αλλού!(Α.Κ.Β)

katafigioti

lifecoaching