Η αξία της προσκομιδής
Η θεία χάρη, που αναβλύζει από την αναίμακτη θυσία, προσφέρεται όχι μόνο στους ζωντανούς, αλλά και στους νεκρούς. Γι’ αυτό οι λειτουργοί δεν παύουν να δέονται όχι μόνο «υπέρ υγείας», αλλά και «υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των κεκοιμημένων δούλων του Θεού».
"Όσο περισσότερη είναι η πίστη και η αγάπη των ιερέων, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κατάλογος των ονομάτων, που μνημονεύουν στην προσκομιδή .
Ο παπα-Σάββας ο πνευματικός, μια οσιακή αθωνίτικη μορφή (1821-1908), φαινόταν, με το μικροσκοπικό του σώμα, ένας άσημος καλόγερος. Όταν όμως λειτουργούσε, φαινόταν μεγαλοπρεπής, και το πρόσωπό του έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου.
Στην προσκομιδή, μνημόνευε ονόματα «ων ουκ έστιν αριθμός». Χρησιμοποιούσε ένα πολύ μεγάλο δισκάριο, και για δυο-τρεις ώρες έβγαζε μερίδες και μνημόνευε ακατάπαυστα.
— 'Άγιε πνευματικέ, πολύ κουράζεσαι με τόσα ονόματα, του έλεγαν από αγάπη μερικοί πατέρες.
— Δεν κουράζομαι, απαντούσε εκείνος. Αντίθετα, αισθάνομαι μεγάλη χαρά. Ωφελούνται πολύ οι μνημονευόμενοι. Η ωφέλειά τους είναι χαρά μου.
Νέος ακόμα ιερέας ο παπα-Σάββας δέχτηκε κάποια αποκάλυψη, με την οποία ο Θεός του φανέρωσε τη μεγάλη ωφέλεια που αποκομίζουν οι ψυχές από τη μνημόνευση. Την κατέγραψε, λίγο πριν την κοίμησή του, σαν απάντηση σ’ εκείνους που τον ρωτούσαν για ποιό λόγο μνημόνευε καθημερινά τόσα ονόματα.
“Το 1843, έγραφε, μου έδωσαν αρκετά ονόματα, για να κάνω σαρανταλείτουργο. Τη μέρα που θα τελούσα την τελευταία λειτουργία, περιμένοντας το γέροντά μου να πάρω καιρό , αποκοιμήθηκα ακουμπώντας στο αναλόγιο και είδα το εξής αποκαλυπτικό όνειρο:
“Ήμουν φορεμένος την ιερατική στολή και στεκόμουν μπροστά στην αγία τράπεζα, πάνω στην οποία βρισκόταν ο άγιος δίσκος της λειτουργίας, γεμάτος με το Αίμα του Χριστού.
Βλέπω τότε άγγελο Κυρίου με μορφή ιερέως να παίρνει το χαρτί με τα ονόματα από την προσκομιδή και να πλησιάζει στην αγία τράπεζα. Εκεί, αφού έβαλε το χαρτί κοντά στον άγιο δίσκο, βουτάει τη λαβίδα στο Αίμα του Χριστού και σβήνει ένα όνομα, και πάλι βουτάει και σβήνει, μέχρι που τελείωσαν όλα τα ονόματα και καθάρισε το χαρτί.
Μετά τη θεία λειτουργία ανέφερα το όνειρο στο γέροντά μου κι εκείνος ,μου είπε:
-Εσύ δεν είσαι άξιος για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες εκείνων, που μνημόνευσες. Με την πίστη έλαβαν την άφεση των αμαρτιών τους.
Αυτό το όνειρο είναι η αιτία που μνημονεύω τα ονόματα όλων.
[58]
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ. 28-29)
Η πλάνη του τρισυνθέτου
Ο Ιδρυτής της Αδελφότητος «Ζωή» αρχιμ. Εύσέβιος Ματθόπουλος πήγε κάποτε στην Κεφαλληνία. Καθώς βάδιζε σ’ ένα δρόμο, βλέπει να τον πλησιάζει με γοργά βήματα ένας μάλλον κοντός και ασκητικός Ιερεύς, που χωρίς κανένα πρόλογο η χαιρετισμό του λέει:
- Δύο, δύο! Όχι τρία!
Και λέγοντας αυτά ο άγνωστός του κληρικός απομακρύνθηκε βιαστικά. Ο π. Ευσέβιος απόρησε. Έμαθε όμως ότι αυτός ήταν ο περίφημος παπα-Παναγής Μπασιάς (1801-1888), που πρόσφατα (1986) αναγνωρίσθηκε ως άγιος. Και κατάλαβε oτι οι τρεις εκείνες λέξεις αποτελούσαν την θεοφώτιστη απάντηση στο ζήτημα του τρισυνθέτου, που έντονα τον απασχολούσε. Δύο είναι τα στοιχεία του ανθρώπου (σώμα και ψυχή) του είχε πει ο όσιος Παναγής και όχι τρία (σώμα, πνεύμα και ψυχή), όπως δίδασκε ο Απόστολος Μακράκης.
Ο π. Ευσέβιος συνέχισε τον δρόμο του δοξάζοντας τον Θεό. Η στιγμιαία συνάντησή του με τον άγιο άξιζε περισσότερο από πολλές θεολογικές συζητήσεις. Διότι την φώτιζε το Πνεύμα του Θεού.
(Δύο σύγχρονοι άγιοι)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ.Παρακλήτου, τόμος α΄, σελ. 35-36)
Οι διαφορετικές συμβουλές
Ο αββάς Ποιμήν ρώτησε κάποτε τον Ιωσήφ της Πανεφώ:
- Γέροντα, τί να κάνω όταν μου έρχονται αμαρτωλοί λογισμοί; Να τους διώχνω αμέσως ή να τους δέχομαι στον νου μου και τότε να τους πολεμώ με αντίθετους λογισμούς;
Ο Αββάς Ιωσήφ σκέφθηκε κ του είπε:
- ’Άφηνέ τους να μπαίνουν στον νου σου και τότε να τους πολεμάς.
Ο αββάς Ποιμήν επέστρεψε στην Νιτρία και εφάρμοζε την συμβουλή του Αββά Ιωσήφ. Κάποτε όμως ήρθε ένας μοναχός από την Θηβαΐδα και είπε:
- Συνάντησα τον Αββά Ιωσήφ της Πανεφώ και τον ρώτησα, τι να κάνω όταν μου έρχονται πονηρές σκέψεις: Να τις διώχνω αμέσως ή να τις δέχομαι και μετά να τις πολεμώ. Κι εκείνος μου αποκρίθηκε, να τις διώχνω αμέσως, πριν προλάβουν να εγκατασταθούν μου.
Άκουσε αυτό ο Αββάς Ποιμήν και ταράχθηκε. Πήγε αμέσως στον Αββά Ιωσήφ και του είπε:
- Γέροντα, ήρθα προ καιρού και σε ρώτησα για τους λογισμούς. Και συ, άλλη συμβουλή έδωσες σε μένα και άλλη σε άλλον αδελφό που σε ρώτησε για το ίδιο ζήτημα.
Ο αββάς Ιωσήφ του είπε τότε:
- Γνωρίζεις πόσο σε αγαπώ;
- Βεβαίως το γνωρίζω.
- Δεν μου είπες να σου δώσω την συμβουλή που θα έδινα στον εαυτό μου;
- Ναι, έτσι είπα.
- Επομένως σου έδωσα την συμβουλή που θεώρησα για τον εαυτό μου σωστή. Πράγματι, εάν δεχθείς τους ακαθάρτους λογισμούς και τους πολεμήσεις μέσα σου, εσύ θ’ αναδειχθείς ισχυρότερος. Υπάρχουν όμως άλλοι που δεν τους συμφέρει καθόλου να τους πλησιάσουν οι πονηρές σκέψεις. Αυτοί πρέπει αμέσως να τις αποκόπτουν και να τις απομακρύνουν πριν καν ολοκληρωθούν.
Ο άββας Ποιμήν, μετά την διευκρίνιση αυτή, έφυγε αναπαυμένος.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ. Παρακλήτου,τόμος α΄, σελ.34-35)
Ο πρώην αυλικός
Εγκαταστάθηκε κάποτε σε σκήτη ένας αυλικός από την Ρώμη.
Βλέποντας ο προϊστάμενος της σκήτης ότι ήταν αδύνατος και μαθαίνοντας ότι ζούσε πριν σε παλάτια,
τον οικονομούσε και ό,τι καλό αφιέρωναν στην σκήτη, του το έστελνε.
Ο αυλικός, έπειτα από εικοσιπέντε χρόνια ασκήσεως, απέκτησε το διακριτικό χάρισμα και έγινε ξακουστός.
Ακούοντας γι’ αυτόν ένας αιγύπτιος μοναχός ήρθε να τον επισκεφθεί.
Τον ασπάσθηκε και, αφού προσευχήθηκαν, κάθησαν.
Βλέπει τότε ο επισκέπτης να φορά ο αββάς μαλακά ρούχα και σανδάλια,
να έχει στρωσίδι, προβιά και ένα μικρό μαξιλάρι. Όλα αυτά ήταν αντίθετα με την σκληρή άσκηση της σκήτης και σκανδαλίσθηκε. Ο διακριτικός γέροντας κατάλαβε ότι σκανδαλίσθηκε.
Λέει λοιπόν στον αδελφό που τον υπηρετούσε:
- Μαγείρεψε φαγητό σήμερα για χάρη του επισκέπτη μας.
Βγήκε εκείνος, βρήκε λίγα χόρτα και τα έβρασε. Είχε ο αββάς και λίγο κρασί για την ασθένειά του.
Το έβαλε κι αυτό ατό τραπέζι. Έφαγαν λοιπόν και ήπιαν.
Όταν βράδυασε, είπαν δώδεκα ψαλμούς και κοιμήθηκαν.
Το πρωί είπαν άλλους δώδεκα ψαλμούς και όταν ξημέρωνε ο επισκέπτης σηκώθηκε να φύγει,
μένοντας σκανδαλισμένος για την καλοπέραση του αββά.
Εκείνος όμως, θέλοντας να τον ωφελήσει, άρχισε να τον ρωτά, οπότε έγινε ο εξής διάλογος:
- Από ποιά χώρα είσαι;
- Από την Αίγυπτο.
- Και από ποιά πόλη; ,
- Δεν είμαι από πόλη. Σε χωριό γεννήθηκα.
- Και τι δουλειά έκανες;
- Φύλαγα τα κτήματα.
- Και που κοιμόσουν;
- Στα χωράφια.
- Είχες στρώμα να πλαγιάσεις;
- Που να βρεθεί στρώμα στα χωράφια;
- Τότε, που κοιμόσουν;
- Κάτω, στο χώμα.
- Είχες να τρως τίποτα στα χωράφια; Έπινες κρασί;
- Στα χωράφια δεν υπάρχει ούτε φαγητό ούτε πιοτό.
- Τότε, πώς ζούσες;
- Έτρωγα λίγα παξιμάδια η λίγο παστό κρέας, αν έβρισκα, και έπινα νερό.
- Δύσκολη ζωή. Αλλά για πες μου, υπήρχαν λουτρά στο χωριό;
- Όχι. Πλενόμασταν καμιά φορά στο ποτάμι.
Αφού ο διακριτικός γέροντας τον έκαμε με τον διάλογο να φανερώσει όλες τις ταλαιπωρίες της προηγουμένης του ζωής, άρχισε να τού διηγήται για τον εαυτό του:
- Εγώ ο άθλιος που με βλέπεις εδώ, είμαι από την κοσμοκράτειρα Ρώμη και είχα μεγάλο αξίωμα στα ανάκτορα του αυτοκράτορα.
Από τα πρώτα αυτά λόγια ο επισκέπτης ένιωσε μεγάλη συγκίνηση και άκουε με πολλή προσοχή τα παρακάτω.
- Άφησα λοιπόν τις απολαύσεις της Ρώμης και ήρθα εδώ στην σκληρή έρημο.
Είχα στην πατρίδα μου μέγαρα και θησαυρούς, κρεβάτια ολόχρυσα και πολυτελή στρώματα.
Και αντί γι’ αυτά, μου έδωσε ο καλός Θεός αυτό το στρωσίδι και αυτή την προβιά.
Τα ρούχα μου ήταν πανάκριβα. Αντί για κείνα, φορώ τώρα αυτά τα ευτελή.
Στα γεύματα, ξόδευα πολλά χρήματα. Αντί γι’ αυτά μου έδωσε ο Θεός λίγα χορταρικά κι αυτό το λίγο κρασί.
Με υπηρετούσαν πολλοί δούλοι. Αντί για κείνους, κίνησε ο Θεός την καρδιά αυτού του αδελφού
και ήρθε να με υπηρέτη στην δυσκολία μου. Αντί να πηγαίνω σε λουτρό, χύνω λίγο νερό στα πόδια μου.
Φορώ και σανδάλια για την αδυναμία μου.
Αντί ν’ ακούω μουσικούς και κιθάρες, λέω τους δώδεκα ψαλμούς.
Και την νύχτα, αντί για τις αμαρτίες που έκανα, προσεύχομαι ειρηνικά.
Σε παρακαλώ λοιπόν, αββά, μη σκανδαλίζεσαι με την αδυναμία μου.
Ακούοντας όλα αυτά ο επισκέπτης, μόλις μπορούσε να κρατήσει τα δάκρυά του.
'Όταν συνήλθε, είπε:
- Αλλοίμονο μου. Εγώ από την μεγάλη ταλαιπωρία που υπέμεινα στον κόσμο,
ήρθα σε ανάπαυση εδώ στην έρημο.
Και πράγματα που δεν είχα τότε, τα έχω τώρα.
Ενώ εσύ, από πολλή ανάπαυση ήρθες σε τ
αλαιπωρία, και από δόξα και πλούτο ήρθες σε ταπείνωση και φτώχεια.
Έφυγε έπειτα πολύ ωφελημένος. Έγινε φίλος του και τον επισκεπτόταν συχνά για να ωφελήται.
Γιατί ο πρώην αυλικός ήταν διακριτικός και σκορπούσε την ευωδία του Αγ. Πνεύματος.
(Ευεργετινός Δ')
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι. Μ. Παρακλήτου, τόμος α΄, σελ. 31-34)
Δεν κάνεις εσύ για Μοναστήρι
Μια κοπέλα ρώτησε το Γέροντα : " Αν δεν πάω στην Αγγλία και μείνω εδώ και διορισθώ καθηγήτρια,
τί να κάνω μετά ; Βρίσκομαι σε δίλημμα.
Να κάνω οικογένεια ή να πάω σε Μοναστήρι ; Δε με ελκύει, ούτε το πρώτο, ούτε το δεύτερο ".
Ο Γέροντας της είπε : " Δεν κάνεις εσύ για Μοναστήρι, εσύ θα κάνεις οικογένεια ".
Μα εγώ, Γέροντα, του απάντησε, δεν ψάχνω να βρω σύζυγο.
Κι ο Γέροντας της είπε : " Δε χρειάζεται να ψάξεις, θα σε βρει εκείνος, και σύντομα " .
Έπειτα από τη γνωστοποίηση του διαλόγου με το Γέροντα, η κοπέλα με ρώτησε τί πρέπει,
κατά την γνώμη μου, να κάνει. Της απάντησα ότι ήταν ελεύθερη και υπεύθυνη να κάνει ό,τι θέλει και πώς,
από εμπειρία δική μου και άλλων, διεπίστωσα, ότι, όποιος ακολουθεί τις συμβουλές του Γέροντα κερδίζει,
ενώ, όποιος τια περιφρονεί ζημιώνεται. Τελικά, έπειτα από αμφιταλάντευση,
απεφάσισε να κάνει υπακοή στο Γέροντα. Σε λίγους μήνες ένας καθηγητής την πρόσεξε στην αίθουσα αναμονής του εξομολογητηρίου, γιατί είχαν τον ίδιο πνευματικό.
Ο καθηγητής ζήτησε σχετικές πληροφορίες, αυτές ήταν θετικές και της έκανε πρόταση γάμου.
Τώρα εργάζονται και οι δύο σε Γυμνάσιο, απέκτησαν παιδιά κι έχουν κάνει μια χριστιανική οικογένεια.
Συχνά μνημονεύουν με ευγνωμοσύνη το όνομα του Γέροντα, τον οποίο συνάντησαν κατ' επανάληψη και πήραν πολύτιμες συμβουλές για μια αρμονική οικογενειακή ζωή.
[ Γ 106 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 263 - 264 )
Δε με άκουσε, την... έντυσε καλόγρια !
Μερικές φορές το " μπέρδεμα " ήταν βαθύτερο
και η λύση του δεν ήταν υπόθεση απλώς ορθών χειρισμών ενός εξωτερικού προβλήματος,
αλλά οδυνηρής αυτογνωσίας εσωτερικής προβληματικότητας.
Μου διηγήθηκε ο Γέροντας:
" Ερχόταν σε μένα, κάπου κάπου μια κοπέλα.
Από την πρώτη στιγμή είδα την ψυχή της.
Επισκέφθηκε μια φορά κι ένα γυναικείο Μοναστήρι.
Μια ημέρα μου ήρθε η Ηγουμένη.
Τί να κάνω Γέροντα, μ' αυτή την κοπέλα, μου λέει • έχει μεγάλο πόθο να γίνει μοναχή.
Της απάντησα : Μην την κάμεις μοναχή. Δε με άκουσε, ξανάρθε η Ηγουμένη, πολύ στεναχωρημένη.
Μεγάλο λάθος έκανα, που δε σ' άκουσα, μου λέει.
Εκείνη η κοπέλα πέταξε τα ράσα και την είδαν να χορεύει με κοσμικά ρούχα σ' ένα πανηγύρι.
"Τί να σου κάμω τώρα ; " της λέω.
Πέρασαν μέρες, κι ένα απόγευμα, να σου και μου 'ρχεται και η κοπέλα.
Είμαι απελπισμένη, μου λέει, αμφιταλαντεύομαι, δεν ξέρω αν κάνω για καλόγρια ή για γάμο.
Της λέω : Εσύ δεν κάνεις, ούτε για καλόγρια, ούτε για γάμο • εσύ κάνεις για τα Μάταλα,
κάνεις για ό,τι βρεθεί μπροστά σου.
Γιατί ; με ρώτησε θυμωμένη. Γιατί, της λέω, δεν είσαι σταθερή, είσαι σαν τον ανεμόμυλο,
που γυρίζει όπου φυσάει ο άνεμος.
Με χριστιανές βρέθηκες, έκανες τη χριστιανή, με τους κοσμικούς την κοσμική
• αν βρισκόσουν με τους χίπηδες, θα πήγαινες μαζί τους και στα Μάταλα.
Πηγαίνεις πότε εδώ, πότε εκεί, γιατί δεν έχεις αποκτήσει δική σου πίστη " .
[ Γ 362 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ. 262-263)
Δέντρο Ριζωμένο ο χριστιανός. Δέντρα που τα χτυπούν οι άνεμοι, γίνονται ισχυρότερα. Ε.Π.Ε. 31,102
και ανθίζει και πέφτουν τα φύλλα. Με δέντρο μοιάζει ο άνθρωπος. Τώρα μεν δείχνει σε όλους το άνθισμά του, υστέρα δε το πως πέφτουν τα φύλλα του. Ε.Π.Ε. 31,376
δεν ξερριζώνεται, η Εκκλησία. Ξέρετε καλά, ότι δεν είναι το ίδιο πράγμα το να ξερριζώση κάνεις το φυτό που είναι βαθειά ριζωμένο πολλά χρόνια και το ίδιο εκείνο που μόλις έχει φυτευθή. Ε.Π.Ε. 34,428
Έγκαρπο, ο χριστιανός. Πρέπει κάθε μέρα ν’ απολαμβάνουμε τη θεία ακρόασι, ώστε να περικόπτουμε, με δρεπάνι το λόγο, τα υλιστικά πάθη της ψυχής και να γινώμαστε δέντρα καρποφόρα και να αποδίδουμε ώριμο καρπό. Και αυτόν να τον αποθέτουμε σε βασιλική αποθήκη. Και έτσι να προσδίδη καθένας δόξα στον κοινό Κύριο μας και γεωργό των ψυχών μας. Ε.Π.Ε. 34,554
Ψυχή προσευχόμενη εκ βάθους. Η δύναμις της προσευχής εξουδετέρωσε τη δύναμι της φωτιάς. Και όταν μιλάω για προσευχή, εννοώ όχι αυτήν, που γίνεται μόνο με το στόμα, αλλ’ αυτήν, που ανεβαίνει από τα βάθη της ψυχής. Όπως τα δέντρα, που έχουν βαθειά τις ρίζες τους, δεν ξερριζώνονται, έτσι και οι προσευχές, που αναπέμπονται από τα βάθη της καρδιάς, επειδή είναι με ασφάλεια ριζωμένες, κατευθύνονται προς τα ύψη του ουρανού και δεν εκτρέπονται από καμμιά προσβολή λογισμών. Γι’ αυτό και ο Ψαλμωδός λέει· «Από τα βάθη της καρδιάς μου σου φωνάζω, Κύριε». Ε.Π.Ε. 35,184-186
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 24-25)
500- ΟΤΑΝ ΤΟ ΑΠΑΙΤΗ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ. Ένας δικαστής έπρεπε να δικάση ένα παιδικό του φίλο. Ως ευσυνείδητος δικαστής κατεδίκασε το φίλο του σε καταβολή μεγάλου χρηματικού ποσού, προς κατάπληξι του κοινού. Αλλά η κατάπληξις μετετράπη σε θαυμασμό, όταν μετά το τέλος της δίκης ο δικαστής σηκώθηκε και κατέθεσε από το δικό του ταμείο το ποσόν.
502- Η ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΙ. Ένας τεχνίτης συνήθιζε να παρακολουθή τις δημόσιες συζητήσεις των καθηγητών μιας Ακαδημίας, που γίνονταν σε λατινική γλώσσα. Τον ρώτησαν αν γνώριζε τα λατινικά.
-Όχι, απάντησε εκείνος, αλλά γνωρίζω ποιος έχει άδικο στη συζήτησι. -Πως; τον ρώτησε ένας φίλος του. -Παρατηρώντας ποιος οργίζεται και εξάπτεται περισσότερο.
503- ΟΜΟΙΟΙ ΜΕ ΜΑΣ… Ένας ιερεύς, καθώς έβγαινε από τη φυλακή που είχε πάει να κηρύξη, συνήντησε ένα φίλο του, που τον ρώτησε:
-Τι είδους άνθρωποι κρατούνται εκεί μέσα;
-Πολύ όμοιοι με μας, μόνο που εκείνοι ανακαλύφθηκαν ότι είναι τέτοιοι, απήντησε εκείνος.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 225-226)
490- Ο Θεός θα κατηγορήση πολλούς χριστιανούς για τη μελαγχολία τους, λέγει ο σεβασμιώτατος Γκύ, γιατί αυτή η μελαγχολία δίνει μια ψεύτικη ιδέα για την θρησκεία. Ο Βολταίρος συγκεφαλαίωνε το πρόγραμμά του μ’ αυτά τα λόγια: «Αν θέλουμε να σκοτώσουμε τη θρησκεία, ας φροντίσουμε να την παρουσιάσουμε σα μια κουκουβάγια». Κι ο Νίτσε βεβαίωνε μιλώντας για τους χριστιανούς: «Θα πρεπε να μου τραγουδούν καλύτερα τραγούδια, για να μάθω να πιστεύω στο Σωτήρα των. Θα πρεπε οι μαθηταί του να χουν ένα ύφος περισσσότερο «σωσμένο».
498- ΣΕ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟ ΦΛΥΑΡΟΥΝΤΑ. Αντί να κάθεσαι και να μου λες τα ίδια και τα ίδια, καλύτερα να πήγαινες και νάβοσκες τα γίδια…
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 219,224)
(Στο παρακάτω έξοχο κείμενο, που χρονολογείται από το 1983, ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτεχνίας Ρώσος λογοτέχνης, Αλεξάντερ Σολζενίτσιν (1918 – 2008) εντοπίζει την αιτία για τη Ρωσική Επανάσταση. Σημειώνει ότι ο ίδιος λόγος είναι πίσω από την ερήμωση, τη σκληρότητα και τον εγωισμό σε ολόκληρο τον εικοστό αιώνα).
Πριν από μισό αιώνα περίπου, ενώ ήμουν ακόμα παιδί, θυμάμαι ότι άκουγα αρκετούς ηλικιωμένους να δίνουν την ακόλουθη εξήγηση για τις μεγάλες καταστροφές που είχαν πλήξει τη Ρωσία: Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό. Γι’ αυτό και συνέβη όλο αυτό. Από τότε έχω περάσει σχεδόν πενήντα χρόνια που εργάζομαι για την ιστορία της Επανάστασής μας.
Όλα αυτά τα χρόνια έχω διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, έχω συγκεντρώσει εκατοντάδες προσωπικές μαρτυρίες, και έχω ήδη συνεισφέρει οκτώ τόμους δικούς μου στην προσπάθεια της εκκαθάρισης από τα συντρίμμια που άφησε πίσω η αναταραχή. Αλλά αν μου ζητούσαν σήμερα να διατυπώσω όσο πιο συνοπτικά γίνεται την κύρια αιτία της καταστροφικής επανάστασης που κατάπιε περίπου εξήντα εκατομμύρια του λαού μας, δεν θα μπορούσα να το θέσω με μεγαλύτερη ακρίβεια από ό, τι να επαναλάβω: Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό. Γι’ αυτό και συνέβη όλο αυτό.
Οι αδυναμίες της ανθρώπινης συνείδησης, που έχει στερηθεί της θείας της διάστασης, ήταν ένας καθοριστικός παράγοντας σε όλα τα μεγάλα εγκλήματα αυτού του αιώνα. Το πρώτο από αυτά ήταν ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, και ένα μεγάλο μέρος των σημερινών δυσκολιών μας μπορούν να αναχθούν σε αυτό. Ήταν ένας πόλεμος (η μνήμη του οποίου φαίνεται να έχει ξεθωριάσει), όταν η Ευρώπη, γεμάτη με υγεία και αφθονία, έπεσε σε μια οργή αυτο-ακρωτηριασμού που δεν μπορούσε παρά να υποσκάψει την ισχύ της για έναν αιώνα ή περισσότερο, ίσως και για πάντα.
Η μόνη πιθανή εξήγηση για τον πόλεμο αυτό είναι μια ψυχική έκλειψη μεταξύ των ηγετών της Ευρώπης, λόγω της απώλειας της ευαισθητοποίησης τους σε μια υπέρτατη δύναμη πάνω τους. Μόνο μια άθεη δηλητηρίαση θα μπορούσε να ωθήσει φαινομενικά χριστιανικά κράτη να χρησιμοποιούν δηλητηριώδη αέρια, ένα όπλο τόσο τρομερά απάνθρωπο.