Διαβάζοντας την ‘Αποκάλυψη’ του Ιωάννη, δε στέκομαι τόσο στις προφητείες των δεινών που πρόκειται να συμβούν και στον Αντίχριστο, όσο στις υποσχέσεις του Κυρίου μας που είναι τόσο σημαντικές και παρήγορες και αληθινές φυσικά! Αυτές είναι που σκέφτομαι κάθε φορά που έρχεται απειλητικά το κύμα της θλίψης να με σκεπάσει! Μια από αυτές περιγράφεται στο β’17… ‘Στο νικητή θα δώσω αθωωτική ψήφο και όνομα καινούριο, το όνομα της υιοθεσίας, του πολίτου της αιωνίου Βασιλείας, που δε θα γνωρίζει κανείς παρά μόνο αυτός που το λαμβάνει.’ Την αγαλλίαση της καρδιάς μου όμως, αναλογιζόμενος εκείνη τη στιγμή, έρχεται να την πλήξει μια σκέψη… πώς γίνεται σ’αυτόν τον άνθρωπο και σε κάθε άνθρωπο τον οποίο ο Κύριος τον προορίζει για τη Βασιλεία Του και για τον οποίο μόνο ο Χριστός έχει το δικαίωμα να του δώσει το χαρακτηριστικό του όνομα, εγώ να τον χαρακτηρίζω και να του προσδίδω ατιμωτικά και άδικα επίθετα, όπως ‘ επιπόλαιος, προβληματικός, φιλάργυρος, ανώριμος’ ή και ακόμη χειρότερα που έχουν να κάνουν είτε με τη σωματική του διάπλαση είτε με την ψυχοπνευματική του κατάσταση!
Δεν έχουμε κατανοήσει πόσο ιερό είναι το κάθε πρόσωπο και ούτε και θυμόμαστε τί μας είπε ο Κύριος για κάθε μας λέξη άκαιρη και κυρίως κατακριτική… ότι είναι όλες γραμμένες στον ουρανό και θα δώσουμε λόγο γι’αυτές, ακόμα κι αυτές που λέγονται εν είδει αστείου! Νομίζω ότι η χειρότερη μορφή κατάκρισης είναι η εξουδένωση του άλλου ανθρώπου μέσα μας! Βασισμένοι σε κάποιες συμπεριφορές του και στους κακούς μας λογισμούς γι’αυτόν, του βάζουμε μέσα μας μια ταμπέλα η οποία τον συνοδεύει και εφ’όρου ζωής μερικές φορές. Έτσι, αν κάποιος μας μίλησε μια φορά ή και περισσότερες απότομα, γίνεται ‘ο νευρικός’, αν κάποιος μιλάει πολύ γίνεται ‘ ο ενοχλητικός’, αν κάποιος βασανίζεται από κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα γίνεται ‘ο τρελός’. Κι έτσι του κλείνουμε τη δίοδο να μας πλησιάσει και τη δυνατότητα να μας δείξει ότι δεν είναι ΜΟΝΟ αυτό! Ακόμα κι αν κάποιος έχει ένα φοβερό πάθος, δε σημαίνει ότι είναι το πάθος του. Ο χριστιανός κυρίως είναι η μετάνοια του!
Κάθε στιγμή είναι στιγμή αλλαγής! Βλέπουμε κάποιον άνθρωπο να πίνει πολύ και λέμε ‘ να ο Κώστας ο αλκοολικός’ και του συμπεριφερόμαστε έτσι… σαν αλκοολικό! Τον αποφεύγουμε, τον λυπόμαστε, τον κατακρίνουμε και στην ουσία… τον χάνουμε. Γιατί δεν είναι απλά ‘ο Κώστας ο αλκοολικός’, είναι ο Κώστας που αγαπάει το Χριστό, που προσπαθεί να αλλάξει, που έχει καρδιά μάλαμα και ένα σωρό χαρίσματα, ο Κώστας ο αδελφός μας! Κι αν αυτός όλο το βράδυ προσευχόταν να τον βοηθήσει ο Χριστός μας και ο Κύριος του έδινε τη δύναμη να αλλάξει, εμείς το αγνοούμε. Του φερόμαστε απλά σαν αλκοολικό! Και πάνω που είναι αποφασισμένος να αλλάξει και να ξεκινήσει καινούρια ζωή, βλέπει στα μάτια μας και στη συμπεριφορά μας την ετικέτα που του έχουμε δώσει! Και αυτοσυστήνεται ‘είμαι ο αλκοολικός ο Κώστας’ και αποκαρδιώνεται… και πάλι από την αρχή!
Άλλος αδελφός έχει ένα σοβαρό ψυχολογικό πρόβλημα που τον ταλανίζει χρόνια. Σκεφτόμενος ότι έχει γύρω του εν Χριστώ αδελφούς παίρνει το θάρρος να το εξομολογηθεί στους πιο οικείους του και ξαφνικά βλέπει τα αδέλφια του να απομακρύνονται από κοντά του, κρατούν αποστάσεις ασφαλείας άλλες φορές δικαιολογημένα και άλλες αδικαιολόγητα! Όμως ξεχνάμε ότι αυτοί που εμάς μας τρομάζουν, μπορεί αύριο να είναι οι πολίτες του Ουρανού! Νομίζω δεν είναι ορθό κάποιον που μας φέρθηκε άσχημα πέρσι ή πριν ένα μήνα ή χθες να τον αντιμετωπίζουμε σύμφωνα με το πάθος του. Και κάθε του λέξη, κάθε του πράξη να την περνάμε από το κόσκινο του παγιωμένου μας κακού λογισμού!
Σε κάποιον που δεν του δίνουμε τη δυνατότητα να μας δείξει την καλή του αλλοίωση και τη διάθεση να επανορθώσει είναι σαν να τον έχουμε βαλσαμώσει μέσα μας! Κι αν δε δίνουμε εμείς ευκαιρίες στον αδερφό μας πώς θα έχουμε την ελπίδα να το κάνει ο Θεός με εμάς; Όλοι οι άνθρωποι είμαστε όμορφοι αλλά έχουμε και τα αγκάθια μας! Νομίζω ότι αξίζουν να μας έχουν, να μας μυρίζουν και να μας χαίρονται αυτοί που δε δίστασαν να αγκαλιάσουν τα αγκάθια μας και έτσι να τα αποβάλουμε! Αξίζει να απολαμβάνουν τα καλοκαίρια μας αυτοί που άντεξαν τους χειμώνες μας! Αυτοί που με ένα καλό λογισμό αγάπης έσπασαν την παλιά επιγραφή μέσα τους και μας έδωσαν ψήφο αθωωτική, γινόμενοι μιμητές Χριστού!
«Ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου» (Λουκ. α΄ 47).
Ότι συνέβη στην Ελισάβετ, στο κυοφορούμενο βρέφος της —τον Ιωάννη— συμβαίνει τώρα και στη Θεοτόκο «ηγαλλίασε το πνεύμα της»! Η παρουσία του Χριστού προκαλεί σκιρτήματα χαράς στην ανθρώπινη ψυχή.
Η παρουσία του Θεού στην προχριστιανική εποχή προκαλούσε δέος και τρόμο στον άνθρωπο. Και αυτός ο Θεός των Εβραίων, ο Γιαχβέ, ήταν Θεός τρομερός. Επίσης η παρουσία του ανθρώπου στα Ιερά και στους οίκους του Θεού γινόταν υστέρα από αλλεπάλληλους καθαρισμούς, με δαπανηρές θυσίες και μέσα στο ζόφο του τρόμου και της φρίκης...
Μόνο η παρουσία του Χριστού στον κόσμο άλλαξε την κατάστασι αυτή. Η έλευσις του Χριστού στον κόσμο έφερε τη χαρά και την αγαλλίαση πρώτα στην Μητέρα του, έπειτα στον μικρό κύκλο των γνωστών του και υστέρα σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Όπως η πέτρα που πέφτει στα νερά της λίμνης και δημιουργεί ομόκεντρους κύκλους, που συνεχώς διευρύνονται έτσι και ο Χριστός. Η παρουσία του στον κόσμο αγκαλιάζει όλο και πιο πολλούς. Έτσι όλο και πιο πολλοί πηδούν και χορεύουν από χαρά και αγαλλίασι.
Δες τε τι συμβαίνει με τους πιστούς. Έξω από το ναό, είμαστε συνηθισμένοι άνθρωποι. Όταν όμως μπούμε μέσα στο ναό μεταβαλλόμαστε• γινόμαστε διαφορετικοί. Και πρώτα - πρώτα γινόμαστε δοξολογικά πλάσματα. Μέσα στο ναό δεν ομιλούμε, αλλά δοξολογούμε. Από το στόμα μας βγαίνουν ύμνοι και δοξολογίες. Αυτό μάλιστα ισχύει απόλυτα για τη θ. Λειτουργία, στην οποία, κατά την αρχαία συνήθεια, πρέπει να ψάλλουν όλοι οι πιστοί και όχι μόνο οι ιεροψάλται ή μια μικρή χορωδία, όπως άλλωστε γίνεται και σήμερα σε όλες τις άλλες ομόδοξες Εκκλησίες!
Μετά τον ύμνο και πολλές φορές μαζί με τον ύμνο μέσα στο ναό υπάρχει και ο θρησκευτικός χορός. Με χορό πανηγυρίζει ο χριστιανός την είσοδό του στην Εκκλησία. Γι αυτό, αμέσως μετά το βάπτισμα, γύρω από την ιερή κολυμβήθρα γίνεται χορός ενώ όλοι ψάλλουν τον ύμνο: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε»! Ο χορός είναι πάλι χαρακτηριστικό στοιχείο του χριστιανικού γάμου. Μετά την στέψι αρχίζει «ο χορός του Ησαΐα,», όπως λέει ο λαός. Οι νεόνυμφοι χορεύουν στο κέντρο του Ναού, ενώ ακούγεται ο χαρούμενος ύμνος: «Ησαΐα χόρευε η Παρθένος έσχεν εν γαστρί...»! Η χαρά αυτή για τη σωτηρία του Χριστού, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, στο ετήσιο πανηγύρι του προαστικού ελληνικού χωριού που ήταν μαζί και η εορτή του προστάτου Αγίου της Κοινότητος, ξεχυνόταν και έξω από το Ναό, στον ευρύχωρο αυλόγυρο του ναού. Το χορό αυτό τον άρχιζε πρώτος ο Ιερεύς του χωριού.
Η παρουσία του Χριστού έφερε τη χαρά, την αγαλλίασι και το σκίρτημα στον κόσμο, ο οποίος έκτοτε, όπως και η Θεοτόκος, «σκιρτά εν αγαλλιάσει»!
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.120-121)
«Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον» (Λουκ. α΄ 46).
Ολόκληρη η υπαρξίς μου υμνεί και δοξολογεί τον Κύριο! Ο πρώτος αυτός στίχος της Ωδής της Θεοτόκου αποκαλύπτει την κατάστασι στην οποία βρισκόταν η Παρθένος Μαρία: Κατάστασι εξάρσεως και εμπνεύσεως που βρίσκει διέξοδο στον ύμνο. Ο Κύριος με όσα της απεκάλυψε και όσα ενήργησε στο πρόσωπό της έθεσε την ύπαρξι της σε κίνησι, σε έξαρσι και η εξαρσίς της ωδήγησε στον ύμνο. Ο Κύριος ανάβει τη φωτιά, η χύτρα της ψυχής βράζει και από το στόμα βγαίνει ο ατμός της δοξολογίας. Χωρίς τη φωτιά του Θεού δεν υπάρχει ύμνος. Για να τραγουδήσεις τα τραγούδια του Θεού χρειάζεται «ενθουσιασμός» με την αρχαία έννοια της λέξεως «ενθουσιάζω», που σημαίνει έχω μέσα μου τον Θεό.
Ο ύμνος και η δοξολογία, του Θεού φυτρώνει στα χείλη των πιστών μέσα στους ναούς. Η πίστι και η αγάπη στον Θεό θερμαίνουν την ψυχή των χριστιανών και από το στόμα τους ανεβαίνει ο ύμνος. Αν λιγοστεύουν οι εκκλησιαζόμενοι, είναι γιατί έχει λιγοστέψει η πίστη και η αγάπη στον Θεό. Και αν η σύγχρονη γενεά είναι «γενεά χωρίς τραγούδι» και από το στόμα των παιδιών δεν ακούγονται πια τραγούδια του Θεού είναι γιατί η φωτιά της αγάπης και της παρουσίας του Θεού έχει σβήσει μέσα στις καρδιές.
Με πόση νοσταλγία θυμάται κανείς το χρόνια του ’40 και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Την εποχή του πολέμου και τα ελαφρά ακόμα τραγούδια είχαν μεταποιηθή σε τραγούδια του Θεού και της Παναγίας, σε τραγούδια της Νίκης! Με πόσο ενθουσιασμό τραγουδήσαμε έπειτα τους ύμνους και τα χριστιανικά τραγούδια! Κάτω απ’ τους φωτεινούς θολούς των Ναών, στις εξοχές, στους δρόμους, στις βουνοκορφές και τις ακρογιαλιές. Ατελείωτα δοξαστικά, από νεανικές υπάρξεις, γεμάτες ιερό ενθουσιασμό... Τα πιο πολλά δοξαστικά, τα ωραιότερα τραγούδια της ζωής μας τα τραγουδήσαμε τον καιρό που η παρουσία και η κλήσις του Θεού πυρπολούσαν την ψυχή μας...
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.119-120)
Το υ Α β β ά Η σ α ΐ α.
α΄. Είπε ο Αββάς Ησαΐας, ότι τίποτε δεν είναι τόσο ωφέλιμο για τον αρχάριο, όπως το να τον υβρίζουν. Καθώς το δένδρο όπου ποτίζεται κάθε μέρα, έτσι είναι ο αρχάριος όπου τον υβρίζουν και υπομένει.
β΄. Έλεγε πάλι σε αρχαρίους όπου άφηναν με υποταγή να τους κυβερνούν άγιοι πατέρες, ότι η πρώτη βαφή δεν χάνεται, όπως στην περίπτωση της πορφύρας. Και ότι, καθώς οι τρυφεροί κλάδοι εύκολα αλλάζουν κατεύθυνση και λυγίζουν, έτσι και οι αρχάριοι όπου ζουν με υποταγή.
γ΄. Έλεγε πάλι : « Ο πρεσβύτερος του Πηλουσίου, αφού έγινε αγάπη και οι αδελφοί, στη σύναξη, έτρωγαν και μιλούσαν μεταξύ τους, τους μάλωσε και τους είπε : Σωπάστε, αδελφοί. Εγώ είδα έναν αδελφό, οπού τρώγει μαζί σας και πίνει όσο και σεις, να ανεβαίνη η προσευχή του ενώπιον του Θεού σαν φωτιά ».
δ΄. Έλεγαν για τον Αββά Ησαΐα, ότι πήρε κάποτε ένα ζεμπίλι, πήγε στο αλώνι και λέγει στον κύριο του χωραφιού : « Δος μου σιτάρι ». Και τον ρωτά εκείνος : « θέρισες και συ, Αββά ; ». Του απαντά : « Όχι ». Και του λέγει ο κύριος του χωραφιού : «Πώς λοιπόν θέλεις να σου δώσω σιτάρι, αφού δεν θέρισες ; ». Του λέγει τότε ο γέρων : « Ώστε, αν τινάς δεν θερίση, δεν παίρνει μισθό ; ». Του απαντά ο γεωργός : « Όχι ». Και έτσι έφυγε ο γέρων. Οι δε αδελφοί, σαν είδαν τι έκαμε, του έβαλαν μετάνοια και τον παρακάλεσαν να τους πη γιατί το έκαμε αυτό. Και ο γέρων τους αποκρίνεται : « Αυτό το έκαμα για παράδειγμα, για να μάθετε, ότι, αν τινάς δεν εργασθή, δεν αμείβεται από τον Θεό ».
ε΄. Ο ίδιος Αββάς Ησαΐας φώναξε κάποιον από τους αδελφούς και του έπλυνε τα πόδια. Και υστέρα έρριξε μια χούφτα φακές σε χύτρα και αφού πήρε μια πρώτη βράση, την κατέβασε. Του λέγει ο αδελφός : « Δεν έβρασε καλά ακόμη, Αββά ». Και του αποκρίνεται : « Δεν σου αρκεί λοιπόν ότι είδες τόση φωτιά ; Και αυτό μεγάλη παρηγοριά είναι ».
στ΄. Έλεγε πάλι : « Αν θέλη ο Θεός να ελεήση μια ψυχή και αυτή του ξεφεύγη και δεν στέκεται, κάνοντας το δικό της θέλημα, επιτρέπει να τη βρουν ανεπιθύμητα δεινά, ώστε εξ αιτίας των θλίψεων να τον αποζητήση ».
ζ΄. Έλεγε πάλι, ότι, σαν θέλη τινάς να αποδώση κακό αντί κακού, μπορεί και με απλό νεύμα να βλάψη τη συνείδηση του αδελφού.
η΄. Ο ίδιος Αββάς Ησαΐας ρωτήθηκε, τι είναι φιλαργυρία. Και αποκρίθηκε : « Το να μη έχης εμπιστοσύνη στον Θεό, ότι φροντίζει για σένα, και να έχης χάσει τις ελπίδες για την εκπλήρωση των υποσχέσεων του και να έχης μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου ».
θ΄. Ρωτήθηκε πάλι, τι είναι καταλαλιά. Και αποκρίθηκε : « Το να μη γνωρίζης τη δόξα του Θεού και φθόνος προς τον πλησίον ».
ι΄. Ρωτήθηκε πάλι, τι είναι οργή. Και αποκρίθηκε: « Φιλονεικία και ψεύδος και έλλειψη θεογνωσίας ».
Του Αββά Ηλία
α΄. Είπε ο Αββάς Ηλίας : « Εγώ τρία πράγματα φοβάμαι. Όταν μέλλη η ψυχή μου να βγη από το σώμα. Όταν μέλλω να βρεθώ μπροστά στον Θεό. Και όταν μέλλη να βγάλη την απόφαση του εναντίον μου ».
β΄. Έλεγαν οι γέροντες στον Αββά Ηλία, στην Αίγυπτο, για τον Αββά Αγάθωνα, ότι καλός Αββάς είναι.
Και τους λέγει ο γέρων : « Ως προς τη γενεά του, καλός είναι ». Και του λέγουν : « Ως προς δε τους παλαιούς, τι ; ». Και τους αποκρίνεται και τους λέγει : « Σας είπα ότι ως προς τη γενεά του καλός είναι. Όσον αφορά δε τους παλαιούς, είδα σε Σκήτη άνθρωπο οπού μπορούσε να σταματήση τον ήλιο στον ουρανό, όπως έκαμε ο Ιησούς του Ναυή ». Και σαν το άκουσαν αυτό, θαμπώθηκαν και δόξασαν τον Θεό.
γ΄. Είπε ο Αββάς Ηλίας της διακονίας : « Τι δύναμη έχει η αμαρτία, όπου υπάρχει μετάνοια ; Και τι ωφελεί η αγάπη, όπου υπάρχει υπερηφάνεια; ».
δ'. Είπε ο Αββάς Ηλίας : « Μου φάνηκε ότι είδα κάποιον να βάζη κρυφά στον κόρφο του κολοκύθα με κρασί. Και για να ντροπιάσω τους δαίμονες, βέβαιος ότι ήταν πλανερή εντύπωση, είπα στον αδελφό : Σε παρακαλώ σήκωσέ το αυτό. Σηκώνει λοιπόν τον μανδύα του και αποδείχνεται ότι τίποτε δεν είχε κρυμμένο στον κόρφο του. Και αυτό το είπα, ώστε, ακόμη και αν δήτε με τα ίδια σας τα μάτια ή ακούσετε με τα ίδια σας τα αυτιά, να μη είστε βέβαιοι. Απεναντίας, να έχετε προσοχή στους διαλογισμούς και τις ενθυμήσεις και τις έννοιες, ξέροντας ότι το πονηρό πνεύμα από εκεί έρχεται για να μιάνη την ψυχή και να την κάμη να πιστεύη στα βλαβερά, απασχολώντας τον νου μακριά από τις αμαρτίες μας και από τον Θεό ».
ζ΄ . Είπε πάλι : « Οι άνθρωποι έχουν τον νου τους ή στις αμαρτίες ή στον Ιησού ή στους ανθρώπους ».
στ΄. Είπε πάλι : « Αν ο νους δεν ψάλλη με το σώμα, μάταιος ο κόπος. Γιατί, αν αγαπά τινάς τη θλίψη, ύστερα τη βλέπει να του γίνεται χαρά και ανάπαυση ».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.87-89 )
Η λέξη ‘υπομονή’ προέρχεται από το ρήμα ‘ υπομένω’ που σημαίνει αντιμετωπίζω με καρτερικότητα μια δύσκολη ή δυσάρεστη κατάσταση. Σίγουρα στο άκουσμα αυτής της λέξης το μυαλό μας πάει στον Ιώβ… λέμε άλλωστε ‘ ιώβεια υπομονή’. Από πού αντλούσε υπομονή ο Ιώβ; Μας φαίνεται σαν κάτι μακρινό, ξένο από μας και άφταστο! Σίγουρα αποτελεί σημείο αναφοράς υπέρτατης υπομονής αν σκεφτούμε τις θλίψεις που άντεξε χωρίς να σκανδαλιστεί ή να απομακρυνθεί από το Θεό! Γιατί ακριβώς από το Θεό αντλούσε την υπομονή του, από την εμπιστοσύνη του στην πρόνοια και την οικονομία Του! Και στο τέλος δικαιώθηκε!
Εμείς δυστυχώς πολλές φορές δεν έχουμε διάθεση να υπομείνουμε και την ελάχιστη θλίψη! Αν κοιτάμε όμως την κορυφή σίγουρα θα φτάσουμε κι εμείς κάπου ψηλά! Και υπάρχουν πολλές κορυφές υπομονής στις θλίψεις με πρώτη αυτή του Χριστού! Ξεχωρίζει φυσικά η Παναγία μας και ακολούθως οι Απόστολοι και πλήθος Αγίων! Κι εμείς κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε μια θλίψη ας τους αναλογιζόμαστε… σίγουρα θα παίρνουμε δύναμη, κουράγιο και υπομονή να βαστάξουμε και το δικό μας φορτίο! Κι ας μην ξεχνάμε πως ό,τι υπομένουμε τώρα είναι προσωρινό και πως μας περιμένει μια άλλη Ζωή στην οποία δεν υπάρχει καμία θλίψη και αυτή είναι η υπέρτατη παρηγοριά! Εδώ είμαστε πάροικοι και παρεπίδημοι! Μια είναι λοιπόν η πηγή άντλησης υπομονής… ο Θεός και η πίστη στην Αιωνιότητα!
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε πως η υπομονή έχει αξία και καρπό όταν γίνεται αδιαμαρτύρητα, αγόγγυστα! Αυτό εν δυνάμει μπορεί να σε καταστήσει άγιο! Γνωρίζω μια γυναίκα που για πολλά χρόνια υπομένει χωρίς παράπονο και χωρίς να βγει από την αγάπη του Θεού τις δοκιμασίες της και αυτή η γυναίκα στα μάτια μου είναι αγία! Σύμφωνα δε με τον Απόστολο Παύλο η θλίψη φέρνει υπομονή, η υπομονή δοκιμασμένο χαρακτήρα και η δοκιμή οδηγεί στην ελπίδα που ποτέ δεν ντροπιάζει και δεν διαψεύδει αυτόν που την έχει! [Επιστ.προς Ρωμ. ε’ 3-5]
Θεωρώ όμως πως η μεγαλύτερη θλίψη και η πιο δύσκολη υπομονή που καλείται να κάνει ο άνθρωπος έχει να κάνει με την αναμονή για τη Μεγάλη Συνάντηση με τον Αγαπημένο… με το Νυμφίο της ψυχής μας! Η αναμονή για το πέρασμα στην άλλη… την Αληθινή Ζωή! Όμως ας μας παρηγορεί η σκέψη πως θα έρθει εκείνη η ώρα, η Άγια ώρα γιατί ο Κύριος μας το υποσχέθηκε… ‘ Στην οικία του Πατέρα μου στους ουρανούς υπάρχουν πολλοί τόποι διαμονής…’[ Ιωαν. κεφ.ιδ’2-3]. Ας αξιοποιούμε την παραμονή μας εδώ στη γη προς αυτό το σκοπό! Ας ετοιμάζουμε λοιπόν την ψυχή μας και έτσι εργαζόμενοι γι’ αυτό το σκοπό θα είμαστε χαρούμενοι και υπομονετικοί καθώς η ελπίδα μας θα είναι στηριγμένη στο Θεό!
Καλό μας αγώνα λοιπόν και καλή μας υπομονή! Ο καιρός γαρ εγγύς εστίν!
«Μακαρία η πιστεύσασα» (Λουκ. α΄ 45).
Η Ελισάβετ μακαρίζει την Παρθένο για την πίστι που έδειξε στον λόγο και την κλήσι του Θεού. Έτσι βλέπομε ότι η Ελισάβετ έκανε για το πρόσωπο της Θεοτόκου τα εξής: α) της απέδωσε τα πρωτεία τιμής και σεβασμού, β) την ονόμασε Μητέρα του Θεού και γ) την εμακάρισε για την πίστη της. Όλα αυτά συνθέτουν περιληπτικά τη στάση των πιστών έναντι της Θεοτόκου.
Και μόνο όσα άκουσε και έζησε η Παρθένος Μαρία στην πρώτη αυτή έξοδό της ήταν αρκετά να τη βοηθήσουν να εμβαθύνη πιο πολύ και να κατανοήση πιο βαθειά την κλήσι και την αποστολή της. Έτρεξε κοντά στην Ελισάβετ για να βρη ανακούφιση και ενθάρρυνση. Δεν πρόλαβε όμως να τη συναντήση και παίρνει απάντηση σ’ όλα τα θέματά της, πάρα πάνω απ’ ότι μπορούσε να σκεφθή ή να υπολογίση.
Όταν σε κορυφαίες στιγμές της ζωής μας καταφεύγωμε με εμπιστοσύνη σε ανθρώπους του Θεού θα βρούμε όχι μόνο απάντηση στα ερωτήματα μας, αλλά πλήρωση και ικανοποίηση της ψυχής μας. Πάμε κενοί και επιστρέφομε γεμάτοι. Ζητάμε ένα και παίρνομε «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» (Εφεσ. γ' 20) . Δεν είναι οι άνθρωποι που δίνουν. Πίσω τους στέκει ο Θεός. Εκείνος έχει και δίνει. Δίνει μέσω των δικών του ανθρώπων. Αυτό ακριβώς βεβαιώνει το πνεύμα του Θεού, όταν λέη: «Αδελφός υπό αδελφού βοηθούμενος, ως πόλις οχυρά» (Παροιμ. ιη' 19).
«Και είπε Μαριάμ• μεγαλύνει» (Λουκ. α΄ 46).
Μόλις η Ελισάβετ τελείωσε τον εμπνευσμένο χαιρετισμό της, η Μαριάμ άρχισε ν’ απαγγέλλη μια δική της Ωδή! Η πανηγυρική, ευχαριστήρια και δοξολογική ωδή (=τραγούδι), μετά από εξαιρετικά γεγονότα ήταν κάτι το συνηθισμένο στην ιστορία των αρχαίων Εβραίων. Έτσι, τόσο ο χαιρετισμός της Ελισάβετ όσο και η Ωδή της Παρθένου Μαρίας έρχονται να προστεθούν στις Ωδές της αδελφής του Μωυσή Μαριάμ (Εξοδ. ιε' 1 - 19) , της Δεββώρας (Κριταί ε' 2-31) και της προφήτιδος Άννης, μητέρας του προφήτου Σαμουήλ (Α' Βασ. β ). Ιδίως η Ωδή της Θεοτόκου έχει πολλές απηχήσεις από τους Ψαλμούς και την Ωδή της Άννης. Αυτό φανερώνει, ότι η Παρθένος Μαρία, όπως και οι άλλες παρθένες του Ισραήλ, γνώριζε από την παιδική της ηλικία τους Ψαλμούς και τις Ωδές της Π. Διαθήκης που αναφέραμε πιο πάνω (ΥΑ, 63).
Η Ωδή της Θεοτόκου έμελλε να γίνη η κατ’ εξοχήν ευχαριστήρια Ωδή της ανθρωπότητος. Διότι αποτελεί μια περίληψι των Ωδών της Π. Διαθήκης και αφετηρία των πιο εμπνευσμένων συνθέσεων της χριστιανικής ψυχής (πρβλ. τη θέσι της Ωδής αυτής στην ορθόδοξο Λατρεία, καθώς και του ύμνου MAGNIFICAT (= μεγαλύνει) στην λατρεία και τη θρησκευτική μουσική της Δύσεως).
Η Θεοτόκος, υπό την έξαρσι των θαυμαστών γεγονότων της ζωής της συνθέτει την εμπνευσμένη δοξολογική Ωδή της. Οι μεγάλες στιγμές της επεμβάσεως του Θεού στην προσωπική ή την συλλογική ζωή εμπνέουν ιδιαίτερα τις ευσεβείς και αφιερωμένες ψυχές. Πρώτες αυτές βλέπουν το ευεργετικό χέρι του Θεού• ακούνε τη φωνή του και νοιώθουν το περπάτημά του στην Ιστορία (πρβλ. «Φωνή αδελφιδού μου• ιδού ούτος ήκει πηδών επί τα όρη... ομοιός εστίν αδελφιδός μου τη δορκάδι ή νεβρώ (=ελαφάκι) ελάφων», Άσμα Ά. β' 8 - 9) διαισθάνονται το πέρασμά του κοντά τους (πρβλ. «οπίσω σου εις οσμήν μύρων σου δραμούμεν» Άσμα Α. α' 4) και ξεσπούν σε ύμνους και ωδές.
Οι ποιηταί έγραψαν τα πιο όμορφα ποιήματα και τραγούδια σε στιγμές ιδιαίτερης εμπνεύσεως και εξάρσεως. Οι άγιες ψυχές γράφουν τις πιο ωραίες ωδές τους σε στιγμές παρουσίας του Θεού στην προσωπική τους ζωή και στην ιστορία του κόσμου...
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.117-119 )
«Ευλογημένη συ εν γυναιξί» (Λουκ. α΄ 42).
Μόλις η Παρθένος συνάντησε την Ελισάβετ, χαιρέτησε ασφαλώς πρώτη: «Ευλογημένη συ»! θα είπε, σύμφωνα με τον εθιμικό χαιρετισμό των αρχαίων εβραίων (ΥΛ, 60) . Η Ελισάβετ όμως, καθώς και το βρέφος που είχε στην κοιλιά της, ο Ιωάννης δηλαδή, σπεύδουν να δώσουν τα πρωτεία του σεβασμού και της τιμής στην μέλλουσα μητέρα του Κυρίου. Και ο μεν Ιωάννης «εσκίρτησε εν τη κοιλία» η δε Ελισάβετ, με έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, ανταποδίδει στην Θεοτόκο τον χαιρετισμό της, τονίζοντας την απόλυτη εφαρμογή του στο πανάγιο πρόσωπό της: «Ευλογημένη (κυρίως είσαι) συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου»! Η Ελισάβετ και ο Ιωάννης ήταν οι πρώτοι που εμακάρισαν την Θεοτόκο και της απέδωσαν τα πρωτεία της τιμής.
Όταν μιλάμε για «πρωτεία τιμής» μέσα στην Εκκλησία δεν πρέπει να λησμονούμε ότι αυτά ανήκουν στη Θεομήτορα. Αυτή είναι η πρώτη μέσα στην σύναξι των μελών της Εκκλησίας και λόγω κλήσεως και λόγω αγιότητος.
Τελευταία, επηρεασμένοι μερικοί από το έργο του A. DEISMANN για τον απόστολο Παύλο (όπως είπαμε στην Εισαγωγή) , συνηθίζουν να χαρακτηρίζουν τον απόστολο των Εθνών σαν τον «πρώτο μετά τον Ένα»! Το Άγιο όμως Πνεύμα με το σκίρτημα του Προδρόμου, το στόμα της Ελισάβετ! και τη γλώσσα της καθολικής παραδόσεως της Εκκλησίας αποδίδει τα πρωτεία της τιμής στην Θεοτόκο, «την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ»!
Όταν λοιπόν ανοίγωμε το στόμα μας για να προσευχηθούμε, ας αποδίδωμε μαζί με το/ Πρόδρομο, την Ελισάβετ και όλους τους Αγίους τα πρωτεία του σεβασμού, της τιμής και της αγάπης μας στη «Θεοτόκο και μητέρα του φωτός». Διότι αυτή είναι η πρώτη «μετά Θεόν»! «Πάντες μ ε τα Θ ε ό ν εις σε καταφεύγομεν» (Ω).
Σε λιμένα σωτηρίας και τείχος ακράδαντον, Θεοτόκε Δέσποινα, πάντες οι πιστοί επιστάμεθα.
«Η μήτηρ του Κυρίου μου προς με;» (Λουκ. α΄43)
Η Ελισάβετ με την έμπνευσι του Αγίου Πνεύματος προφητεύει εδώ και ονομάζει την Παρθένο Μαρία «Μητέρα του Κυρίου». Είναι η πρώτη που απέδωσε στην Θεοτόκο τον τίτλο «Μήτηρ Θεού» και ωνόμασε τον Ιησούν «Κύριον».
Εκείνες που παίρνουν την μεγάλη τιμή απ’ τον Δημιουργό να κυοφορούν μιαν ανθρώπινη ύπαρξι, ας σκέπτονται πιο πολύ την «μητέρα του Κυρίου». Μητέρες αυτές με το βρέφος στην κοιλιά τους μοιάζουν με την μεγάλη και μοναδική εκείνη μητέρα που αξιώθηκε να συλλάβη και να κυοφορήση τον Υιό του Θεού! Οι μέλλουσες μητέρες των παιδιών των ανθρώπων, ας μνημονεύουν και ας τιμούν ιδιαίτερα Εκείνην, που έφερε στον κόσμο τον Σωτήρα και Λυτρωτή των μητέρων και των παιδιών των ανθρώπων. Μητέρες και κυοφορούμενα βρέφη, ας ενώνουν τον ύμνο στη Θεομήτορα. Εκείνες, με την ολόψυχη καταφυγή στην «μητέρα του Κυρίου» και εκείνα με το «σκίρτημα εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία», της μητέρας τους. Σ’ αυτές τις μοναδικές εμπειρίες των μητέρων και των βρεφών αναφέρεται ο ωραίος εκείνος Ψαλμός, που τον εχρησιμοποίησε και ο Ιησούς: «Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον» (8,3 Ματθ. κα' 16) .
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.116-117)
Η πολυτέλεια κοσμικοποιεί τους μοναχούς.
- Γέροντα, πόσο στόλισμα μπορεί να βάλη κανείς σε έναν Ναό;
- Στην εποχή μας, όσο πιο απλό είναι κάτι, ακόμη και σε έναν Ναό, τόσο πιο πολύ βοηθάει, γιατί δεν ζούμε τώρα στο Βυζάντιο.
- Στο τέμπλο λ.χ. τί σχέδιο είναι καλό να κάνουμε;
- Σχέδιο... «καλογερικής»! Όσο μπορείτε, όλα να είναι σεμνά, απλά. Ο Όσιος Παχώμιος στράβωσε την κολόνα, για να μη θαυμάζουν τα έργα του οι άνθρωποι. Θυμάστε το περιστατικό; Είχε φτιάξει Ναό στο Μοναστήρι με πολλή επιμέλεια και τις κολόνες τις είχε κάνει με πλίνθους. Τον έβλεπε πόσο ωραίος ήταν και χαιρόταν. Αλλά μετά σκέφθηκε ότι το να χαίρεται για το ωραίο έργο που εφτίαξε, δεν ήταν κατά Θεόν. Έδεσε λοιπόν τις κολόνες με σχοινιά καί, αφού προσευχήθηκε, είπε στους αδελφούς να τα τραβήξουν, ώσπου στράβωσαν οι κολόνες.
Εκεί στο Κελλί κόβω κάθε χρόνο λαμαρίνες και βάζω στην σκεπή, στα παράθυρα, γιατί είναι χαλασμένα και μπαίνει αέρας. Βάζω και σανίδια, νάυλον και τα κλείνω. Θα μου πής: «Γιατί δεν φτιάχνεις διπλά παράθυρα;». Και εγώ το ξέρω αυτό, μαραγκός είμαι. Αν ήθελα, μπορούσα να φτιάξω παράθυρα και με τρεις πατούρες, αλλά μετά φεύγει η καλογερική. Ο τοίχος είναι τελείως χάλια. Μπορούσα και από άλλους να ζητήσω να με βοηθήσουν και να βολέψω το Καλύβι, αλλά και έτσι βολεύομαι. Να κάνω αυτό το έξοδο για τον τοίχο, ενώ υπάρχει αλλού τόση ανάγκη; Δεν με βοηθάει αυτό. Αν έχω κανένα πεντακοσάρικο, προτιμώ να πάρω σταυρουδάκια, εικονάκια και να τα δώσω σε κανέναν πονεμένο, για να βοηθηθή. Εγώ χαίρομαι με το να δίνω. Και ανάγκη να το έχω, δεν το ξοδεύω για μένα.
Όπως όταν ξεκινά κανείς για πνευματικά, δεν χορταίνει ποτέ, έτσι και όταν ξεκινά για τα όμορφα, δεν χορταίνει ποτέ. Τώρα ξέρεις τί πρέπει να γίνεται; Να μη φροντίζης για τα καλοφτιαγμένα κτίρια, να φτιάχνης τα απαραίτητα και να στραφής στην δυστυχία του κόσμου με προσευχή, όταν δεν έχης να δώσης, και με ελεημοσύνη, όταν έχης. Να κάνετε προσευχή και τα πιο απαραίτητα από δουλειές. Όλα αυτά που κάνουμε, δεν έχουν πολλή ζωή. Και αξίζει να δίνουμε την ζωή μας, και να δυσκο- λεύωνται ζωές και να πεθαίνουν από την πείνα άλλοι; Τα απλά κτίρια και τα ταπεινά αντικείμενα μεταφέρουν τους μοναχούς νοερά στις σπηλιές και στα απέριττα Ασκητήρια των Αγίων Πατέρων μας, και έτσι ωφελούνται πνευματικά. Ενώ τα κοσμικά θυμίζουν κόσμο και κάνουν τους μοναχούς κοσμικούς στην ψυχή. Πρόσφατα έγιναν ανασκαφές και βρέθηκαν στην Νιτρία τα πρώτα «Κελλία» των μοναχών, τα ασκητικά. Στην συνέχεια βρέθηκαν τα λίγο μεταγενέστερα, που ήταν λίγο κοσμικά, και κατόπιν τα τελευταία που εμοίαζαν με τα σαλόνια των πλουσίων εκείνης της εποχής, με κάδρα και ζωγραφιές στους τοίχους κ.λπ., τα οποία έφεραν την οργή του Θεού, τα λήστεψαν και τα κατέστρεψαν οι κακοποιοί.
Ο Χριστός γεννήθηκε στην Φάτνη. Αν αναπαυώμαστε στα κοσμικά, θα μας φτύση ο Χριστός, που δεν έφτυσε κανέναν: «Εγώ δεν είχα τίποτε, θα πή. Όλα αυτά τα βρήκατε γραμμένα στο Ευαγγέλιο; Τα είδατε σ' Εμένα; Κοσμικοί δεν είστε, καλόγεροι δεν είστε. Τί να σάς κάνω; Που να σάς βάλω;».
Τα ωραία και τέλεια είναι κοσμικά και τους πνευματικούς ανθρώπους δεν τους αναπαύουν. Τα ντουβάρια θα γκρεμισθούν όλα. Η ψυχή... Μία ψυχή αξίζει περισσό-τερο από όλο τον κόσμο. Τί κάνουμε για την ψυχή; Να ανοίξουμε δουλειά πνευματική. Να μπή η καλή ανησυχία. Ο Χριστός θα ζητήση από μας σε τί βοηθήσαμε τον κόσμο πνευματικά και τί πνευματική δουλειά κάναμε, όχι τί ντουβάρια φτιάξαμε. Αυτά ούτε θα τα αναφέρη. Για την πνευματική μας πρόοδο θα μας ζητηθή λόγος. Θέλω να καταλάβετε το πνεύμα μου, δεν λέω να μην γίνωνται και αυτά, χτισίματα κ.λπ., ή να μη γίνωνται καλά, αλλά πρώτα τα πνευματικά και ύστερα όλα τα άλλα με πνευματική διάκριση. (Λόγοι τόμος Α σελ.168-170)
«Επορεύθη εις την ορεινήν και ησπάσατο την Ελισάβετ» (Λουκ. α΄ 40).
Υπό την πίεση όλων αυτών των εντυπώσεων και των συναισθημάτων η Παρθένος Μαρία αναζητεί κάποια διέξοδο. Κάποια εκτόνωση. Η σκέψις της σταματά σ’ ένα συγγενικό πρόσωπο που της το θύμησε μάλιστα το αγγελικό μήνυμα: «Ελισάβετ η συγγενής σου» (Λουκ. α' 36) . Αυτό ήταν! Χωρίς να χάση καιρό, ρίχνει επάνω της ένα ιμάτιο —ήταν ακόμη χειμώνας— και παίρνει τον ανηφορικό δρόμο για τα ορεινά μέρη της Ιουδαίας. Σκοπός της να συναντήση την Ελισάβετ και να της εκμυστηρευθή το μεγάλο της μυστικό.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό των ανθρώπων που δέχονται την κλήσι του Θεού είναι, ότι το Πνεύμα του Θεού τους σπρώχνει να συναντηθούν με άλλους που έχουν τις ίδιες πνευματικές εμπειρίες. Η Παρθένος οδηγείται στην Ελισάβετ. Ο Φίλιππος στέλνεται να βρει τον Ναθαναήλ (Ιω. α' 44 - 52), ο Βαρνάβας «εξέρχεται αναζητείσαι Σαύλον» (Πραξ. ια' 25) και ο Παύλος οδηγείται στα Ιεροσόλυμα «ιστορήσαι Πέτρον» (Γαλ. α΄ 18) . Οι άνθρωποι που ένοιωσαν τις ίδιες συγκινήσεις έχουν πολλά να πουν. Αισθάνονται την ανάγκη ν’ ανοίξουν την καρδιά τους, να εκμυστηρευθούν τις εμπειρίες τους, να ανακοινώσουν τα μυστικά τους σε μια αδελφή ψυχή.
Τι ευλογημένες στιγμές μας έκανε να ζήσωμε η κλήσις του Θεού! Εφηβικές και νεανικές καρδιές ανταμώναμε με την ίδια φωτιά, με την ίδια γεύση, με τους ίδιους παλμούς... Τι γλυκές βραδιές, τι όμορφα πρωινά, τι μέρες γεμάτες ατέλειωτες συζητήσεις, τραγούδια και «εκ βαθέων» προσευχές σε πόλεις, σε χωριά, σε νησιά, σε ακρογιαλιές και βουνοπλαγιές! Μόνο όσοι έζησαν μαζί τέτοιες αλησμόνητες στιγμές μπορούν να νοιώσουν τη γλυκειά νοσταλγία, με την οποία γράφονται οι γραμμές αυτές...
«Εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής» (Λουκ. α΄ 41).
Το σκίρτημα των βρεφών στις εγκυμονούσες μητέρες είναι συνηθισμένο φαινόμενο, κατά και μετά τον πέμπτο μήνα της εγκυμοσύνης (ΥΛ, 60). Στην περίπτωση όμως αυτή το «σκίρτημα» του κυοφορουμένου βρέφους της Ελισάβετ είχε ιδιάζουσα σημασία. Γράφει σχετικά ο Ωριγένης: «Άμα τω λόγω του ασπασμού Μαρίας... ήκουσεν ο πρόδρομος τη ενεργεία του Αγίου Πνεύματος κινούμενος τον ασπασμόν της Μαρίας και εσκίρτησεν εν αγαλλιάσει το βρέφος εν τη κοιλία και οιονεί ήρξατο έκτοτε προφήτην αυτόν ποιείν ο Ιησούς» (ΥΛ, 60) . Έτσι άλλωστε ερμήνευσε και η Ελισάβετ το σκίρτημα του βρέφους της: «Ιδού γάρ ως εγένετο η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου εσκίρτησε το βρέφος εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία μου (στιχ. 44) . Ο Ιωάννης με τον τρόπο αυτό προφητεύει «εκ κοιλίας μητρός αυτού» περί του Ιησού και η Ελισάβετ αναδεικνύεται η πρώτη που απέδωσε προσκύνησι και τιμή στον «ερχόμενο» Κύριο και την Μητέρα του.
Τον πρώτο χαιρετισμό στον Ερχόμενο Λυτρωτή του κόσμου τον απηύθυνε το κυοφορούμενον βρέφος Ιωάννης, εκ μέρους όλων των εμβρύων και των βρεφών των ανθρώπων. Διότι ο κυοφορούμενος Ιησούς ήταν ιδίως γι' αυτά ο κατ’ εξοχήν Σωτήρ! Ο κόσμος των εμβρύων, το μόνο που γνώριζε, προ Χριστού, ήταν το μαχαίρι του αφανισμού «Η άωρος ηλικία των βρεφών πικρώς κατεθερίζετο» (Μ .Ο.) . Εγνώριζαν τον θάνατο πριν γνωρίσουν τη ζωή.
Τον Ιησού δεν τον περίμενε μόνο ο κόσμος των γεννημένων, αλλά και ο κόσμος των αγέννητων. Από τα εκατομμύρια ανθρώπινα έμβρυα που κυοφορήθηκαν πριν έλθη, πολλά δεν γεννήθηκαν στη ζωή, καθώς επίσης και αναρίθμητα βρέφη που κυοφορήθηκαν μετά τη δική του σύλληψη, κυοφορία και γέννησι. Γι’ αυτό κυοφορήθηκε ο Ιησούς. Για να γίνη Σωτήρ και των κυοφορουμένων ανθρώπων. Προσέλαβε την μορφή του εμβρύου για να λυτρώση τα έμβρυα. Ο Ιησούς άρχισε να λυτρώνη την ανθρώπινη φύσι από την εμβρυώδη κατάστασί της. Αυτή είναι η απάντησις στην απορία γιατί ο Χριστός δεν ήλθε στη γη σαν ώριμος άνθρωπος, αλλά διάλεξε τον μακρύ δρόμο της κυοφορίας και της γεννήσεως. Διότι έπρεπε να σώση τον άνθρωπο «εκ κοιλίας μητρός αυτού».
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 114-116 )
«Αναστάσα Μαριάμ» (Λουκ. α΄39).
Όσο διαρκούσε η συνομιλία με τον Αρχάγγελο, η Παρθένος διατηρούσε την ψυχική της ηρεμία. Όταν όμως «απήλθε ο άγγελος απ’ αυτής», τότε η υπαρξίς της αναστατώνεται. Μέσα στο εσωτερικό της ξεσπά θύελλα εντυπώσεων, σκέψεων και συναισθημάτων. Η καρδιά της χτυπά δυνατά και γρήγορα, μη μπορώντας ακόμα να συνέλθη από το συγκλονισμό του αγγελικού δράματος. Το μυαλό της βουίζει απ’ το περιεχόμενο του θείου μηνύματος. Την αγνή της ύπαρξη είχε πυρπολήσει η φωτιά της κλήσεως και της αγάπης του Θεού: «Α ν α σ τ ά σ α Μαριάμ»!
Η κλήσις του Θεού στον άνθρωπο είναι μια φωτιά που πυρπολεί την καρδιά κι αναστατώνει το νου. Είναι ένας σφοδρός άνεμος που φυσάει ξαφνικά και σπρώχνει το ιστιοφόρο της ανθρωπίνης υπάρξεως βαθειά μέσα στο πέλαγος των μεγάλων περιπετειών. Ένας από τους κλητούς του Θεού, ο προφήτης Ιερεμίας, περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά την κατάσταση αυτή του καλουμένου ανθρώπου: «Και εγένετο πυρ καιόμενον φλέγον εν τοις οστέοις μου, και παρείμαι πάντοθεν και ου δύναμαι φέρειν» (Κ' 9) .
Το ίδιο συναίσθημα νοιώθουν και οι δύο μαθηταί του Ιησού που αξιώθηκαν να τον έχουν συνοδοιπόρο το δειλινό της μεγάλης εκείνης μέρας της Αναστάσεως, πηγαίνοντας προς Εμμαούς: «Ουχί η καρδία ημών καιομένη ην εν ημίν, ως ελάλει ημίν εν τη οδώ και διήνοιγεν ημίν τας γραφάς»; (Λουκ. κδ' 32).
Τα χρόνια πέρασαν, αλλ’ η καρδιά δεν μπορεί να λησμονήση τις μεγάλες εκείνες στιγμές της κλήσεως του Θεού. Την ατμόσφαιρα της ιερής εξάρσεως που ζήσαμε, την αποδίδουν οι πιο κάτω «σκέψεις» του Πασκάλ. Τις έγραψε τη νύχτα που ένοιωσε κι' αυτός την κλήση του Θεού:
«Έτος χάριτος 1654. Δευτέρα 23 Νοεμβρίου...
Από τας 10.30 μ.μ. περίπου μέχρι 12.30 περίπου.
Πυρ! Θεός του Αβραάμ, Θεός του Ισαάκ, Θεός του Ιακώβ.
Όχι φιλόσοφοι και επιστήμονες.
Βεβαιότης, βεβαιότης, συναίσθημα, χαρά, ειρήνη.
Ο Θεός του Ιησού Χριστού.
«Θεόν μου και Θεόν υμών».
Ο Θεός σου Θεός μου.
Λησμοσύνη του κόσμου και των πάντων, εκτός του Θεού.
Δεν ευρίσκεται παρά μόνον με τας οδούς που διδάσκει το Ευαγγέλιον.
Μεγαλείον της ανθρωπίνης ψυχής
«Πάτερ δίκαιε, και ο κόσμος σε ουκ έγων, εγώ δε σε έγνων»...
Χαρά, χαρά, χαρά, δάκρυα χαράς.
Εχωρίσθην απ’ αυτού...
Είθε να μη χωρισθώ απ’ αυτού εις τον αιώνα.
«Αυτή εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γιγνώσκωσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν
και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν».
Ιησούς Χριστός, Ιησούς Χριστός...
Αυταπάρνησις ολοκληρωτική και γλυκεία.
Πλήρης υποταγή εις τον Ιησούν Χριστόν• και εις τον πνευματικόν μου.
Αιωνίως εν χαρά διά μίαν ημέραν ασκήσεως επί της γης.
«Τα δικαιώματά σου ουκ επελαθόμην». Αμήν».
(βλ. οι Θεμελιωταί των Επιστημών, 1950, σελ. 24)
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.113-114)