ΣΤΟΝ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟ ΑΦΡΟΔΙΣΙΟ. Για την παρηγοριά από τη διήγηση των συμφορών.
Επειδή η διήγηση των λυπηρών γεγονότων φέρνει κάποια παρηγοριά σ’ αυτόν που είναι βυθισμένος στη λύπη,
και μάλιστα όταν γίνεται σε πραγματικούς φίλους
(γιατί η σιωπή συντελεί στην αύξηση της συμφοράς. Πολλοί που έδειξαν υπομονή και παρέδωσαν αυτά στη σιωπή, έπεσαν σε φοβερά πάθη),
πρέπει αυτούς που θέλουν να διηγηθούν τις συμφορές τους, να τους δεχόμαστε ήρεμα,
και αφού ανακουφιστεί το πάθος με τη διήγηση, τότε να προσφέρουμε την ενδεχόμενη θεραπεία.
Γιατί, εάν από την αρχή τους αποστομώσουμε, και τη φήμη ασυμπαθών θα αποκτήσουμε, και θα κάνουμε τη βοήθειά μας ασθενή,
επειδή την απωθεί το αποκορύφωμα της λύπης.
Εάν όμως επιθέσουμε το φάρμακο μετά την ανακούφιση του πόνου, θα κερδίσουμε δύο πράγματα,
και το να γίνουμε συμπαθείς, και το να μη κάνουμε λάθος στη θεραπεία.
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 3,21)
Επιστολή 275.-ΣΤΟΝ ΕΚΛΑΜΠΡΟΤΑΤΟ ΙΕΡΑΚΑ. Για τον λόγο και τον βίο.
Βίος χωρίς λόγος ωφελεί, ως από τη φύση του, περισσότερο, παρά ο λόγος χωρίς βίο.
Γιατί ο πρώτος, και όταν σιωπά, ωφελεί, ενώ ο άλλος, και όταν φωνάζει, ενοχλεί.
Εάν όμως ο λόγος και ο βίος συμπέσουν, αποτελούν κόσμημα όλης της ενάρετης ζωής. (ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 2,391)
Επιστολή 73.-ΣΤΟΝ ΠΑΛΛΑΔΙΟ.Ότι η πίστη, χωρίς τα έργα, δεν σώζει τον άνθρωπο.
Κινδυνεύεις (πώς αλήθεια να σε προσφωνήσω, για να σε ονομάσω όπως σου αξίζει), να αγνοείς, αυτά που είναι ολοφάνερα ακόμα και στα μικρά παιδιά.
Να μη νομίζεις λοιπόν, ότι η πίστη (εάν βέβαια πρέπει να ονομάσω πίστη αυτήν που κατηγορείται από τα ίδια τα έργα σου) θα μπορέσει να σε σώσει.
Γιατί η πίστη, που από την αρχή σε δικαίωσε, απαιτεί πράξεις κατάλληλες προς αυτήν, χωρίς τις οποίες δεν είναι δυνατόν να σωθείς.
Γιατί αυτός που έγινε αποδεκτός κατά χάρη, είναι σωστό να διακρίνεται και για τις αρετές του, για να μη κυριευθεί στο μέλλον και από την αχαριστία. (ΕΠΕ τόμος 3,91)
239.- ΣΤΟΝ ΔΙΑΚΟΝΟ ΙΣΙΔΩΡΟ. Στη ρήση˙ «Να οργίζεσθε, αλλά να μην αμαρτάνετε» .
Το, «Να οργίζεσθε, αλλά να μη αμαρτάνετε», μου φαίνεται πως έχει πολλές πλευρές και τρόπους. Γιατί μπορεί να είναι και οριστικό, και συμβουλευτικό.
Όπως για παράδειγμα: Οργίζεσθε, και γιατί οργίζεσθε; Λοιπόν να μη οργίζεσθε, για να μη αμαρτάνετε. Μπορεί όμως να σημαίνει και το εξής: Επειδή η οργή είναι δυνατό πάθος και φοβερό στο να ξεγελάσει την ψυχή (γιατί πολλές φορές τρέχει μπροστά από τον λογισμό, και προκαλείται σχεδόν χωρίς να το θέλουμε), να την καταπραΰνετε την ψυχή με τον λογισμό ή με τον αναλογισμό, χωρίς να ορμάτε σε άμυνα, αλλά να καταλήγετε σε ημερότητα.
Μπορεί επίσης να σημαίνει και το εξη: Να οργίζεστε εναντίον του πάθους που έχετε, και περισσότερο από όλα εναντίον της ηδονής, και δεν θα αμαρτήσετε.
Γιατί, εάν μας βρει αποδυναμωμένους και χαλαρωμένους, εύκολά θα μας νικήσει, ενώ αν μας βρει επάγρυπνους και οργισμένους εναντίον αυτής, αμέσως θα φύγει.
Καθόσον ο θείος λόγος δεν απαγόρευσε απλώς το να οργιζόμαστε, αλλά το να οργιζόμαστε αδικαιολόγητα. Γιατί είναι δυνατόν κάποτε να οργισθούμε και να είναι χρήσιμη η οργή μας, όταν αυτή γίνεται για τη δόξα του Θεού, ή για αυτούς που αδικούνται, ή για τη διόρθωση των πλησίον μας.
Γιατί και ο Μωϋσής οργίσθηκε εναντίον εκείνων που κατασκεύασαν το μοσχάρι, και διέταξε όλοι, από τη νεανική ηλικία και πάνω, να θανατωθούν.
Και ο Φινεές οργίσθηκε εναντίον εκείνων που πόρνευσαν, και τους θανάτωσε λογχίζοντάς τους.
Και ο Ηλίας οργίσθηκε με τους Ιουδαίους και τους δάμασε με την πείνα.
Αλλά και ο Παύλος με τον Ελύμα, και ο Πέτρος με τον Ανανία και την Σαπφείρα,και ο πατέρας οργίζεται με τον υιό του, και ο δάσκαλός με τον μαθητή όταν δείχνει οκνηρία, και δεν θα μπορούσε κανένας να πει ότι αυτό είναι οργή, αλλά εκδήλωση αγάπης και φροντίδα,
μπορεί μάλιστα να είναι και αναγκαίο.
Επειδή δηλαδή, όταν παίρνουμε εκδίκηση, εκδικούμαστε και πέρα από όσα πρέπει, ενώ όταν ο λόγος είναι για τη δόξα του Θεού, ή γι’ αυτούς που αδικούνται,
να μη αμαρτάνετε όμως, ή να είσαστε συνένοχοι με αυτούς που αμαρτάνουν και τους καλύπτετε, ή όταν ζητώντας εκδίκηση για τον εαυτό σας, κάνετε κατάχρηση των μέσων.
Γιατί γι’ αυτό τοποθετήθηκε μέσα μας η οργή, όχι για να αμαρτάνουμε εμείς, αλλά για να εμποδίζουμε εκείνους που φταίνε. Ούτε για να γίνει η οργή μας πάθος και αρρώστια, αλλά φάρμακο των παθών.
Εμείς όμως, αντίθετα, το μέσον το μεταβάλλουμε σε δηλητήριο, χρησιμοποιώντας το καταχρηστικά σ’ αυτά που δεν πρέπει.
(ΕΠΕ, έργα Ισιδώρου τόμος 2,343-347)
Επιστολή 34.-ΣΤΟΝ ΕΥΤΟΝΙΟ Στη ρήση:« Προσέχετε να μη κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους, για να σας δουν, γιατί αλλιώς δεν θα έχετε ανταμοιβή από τον Πατέρα σας, που βρίσκεται στους ουρανούς».
Επειδή ο έρωτας της φιλοδοξίας είναι φοβερός και δραστήριος, και εξουσιάζει φοβερά το ανθρώπινο γένος,
περιορίζοντάς τον ο σωτήριος Λόγος με σοφία και επιστημοσύνη και μεταβάλλοντάς τον προς το καλύτερο, λέγει
«Προσέχετε να μη κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους, για να σας δουν, γιατί αλλιώς δεν θα έχετε ανταμοιβή από τον Πατέρα σας, που βρίσκεται στους ουρανούς».
Επειδή δηλαδή, όντας ποιητής και δημιουργός, γνώριζε ότι τα φυτεμένα από την αρχή στους ανθρώπους σπέρματα της φιλοδοξίας, όχι έτσι απλά και στην τύχη, αλλά με σκοπό, όντας θερμοί εραστές της τιμής, να επιδίδονται προς το καλύτερο, έχοντας κάλλιστο προφυλαχτικό μέσο, για να μη γίνονται δούλοι στα ανελεύθερα πάθη, τον πόθο της δόξας,
επειδή όμως μετάβαλαν το έμφυτο δώρο προς το αντίθετο και στράφηκαν προς τη γήϊνη δόξα, ξεχνώντας την ουράνια,
πάλι σαν άριστος γεωργός, φροντίζοντας την ψυχή, κόβει τα βλαστάρια προς το χειρότερο, και συγκρατεί τη λυσσώδη ροπή των υπερβολικά κακών προς την ανθρώπινη δοξομανία.
Ό,τι από αυτήν είναι ήμερο και γόνιμο για την καρποφορία των υπερκόσμιων τιμών, όχι μόνο δεν το εγκαταλείπει, αλλά και το εμψυχώνει και το κάνει πιο γόνιμο,
ανακόπτοντας σύρριζα την επίδειξη που επιδιώκουν αυτοί που επιθυμούν την ανθρώπινη δόξα, και επιτρέποντάς τους να επιζητούν μόνο τη δόξα που αποβλέπει προς τον Θεό.
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 3,53-55)
Επιστολή 57.-ΣΤΟΝ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟ ΙΣΙΔΩΡΟ. Για το μέτρο στο λόγο.
Πραγματική συντομία με σαφήνεια δεν είναι η παράλειψη των αποδείξεων,
αλλά η απόρριψη εκείνων που δεν συμβάλλουν καθόλου στο υπό συζήτηση ζήτημα.
Γιατί, όπως αυτό που βρίσκεται έξω από την υπόθεση το θεωρούμε πλεονάζον,
έτσι είναι απαραίτητο να μη παραλείπουμε τίποτε από αυτά που συντελούν στη σύνθεση αυτής.
Ούτε συ λοιπόν, όταν συμβεί να γίνεται λόγος αγωνιστικός και αποδεικτικός, να κατηγορείς το μήκος,
αλλά να προσέχεις εκείνο, ότι δηλαδή δεν είναι δυνατόν να αποσαφηνίσεις με άλλον τρόπο αυτό που συζητείται,
παρά μόνο αν γίνει μεγάλη περιστροφή γύρω από αυτό.
Εάν λοιπόν πρόκειται να εκφράσεις τη γνώμη σου, ο λόγος να είναι σύντομος,
εάν όμως πρέπει και να την αποδείξεις, είναι ανάγκη τότε να επεκταθείς σε μήκος,
αποφεύγοντας όμως κάθε τι το περιττό και την ταυτολογία.
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 3,73)
Επιστολή 235.- ΣΤΟΝ ΚΟΜΗΤΑ ΕΡΜΙΝΟ. Ότι, μαζί με τον ορθό τρόπο ζωής του ιερέα, απαραίτητη είναι και η δύναμη τού λόγου.
Όπως ένα καρποφόρο δένδρο, όταν έχει ωραίο φύλλωμα και είναι γεμάτο καρπό, και τον γεωργό τον χαροποιεί, και αυτούς που το βλέπουν τους ευχαριστεί, και εκείνους που περνούν από τον δρόμο τους αναπαύει, έτσι και αυτός που τοποθετήθηκε στη διδασκαλική έδρα, όταν κοσμείται με την αρετή και αστράφτει με τον λόγο, και τον Θεό ευφραίνει, και τους ανθρώπους ωφελεί.
Εάν όμως στερείται και τα δύο αυτά, δεν ωφελεί πολύ τους μαθητές του. Γιατί χρειάζεται βέβαια η ορθή ζωή για αυτούς που είναι φιλοκατήγοροι, αλλά χρειάζεται και ο λόγος για τους ελέγχους εναντίον των αιρέσεων.
Γιατί, αν και χωρίς λόγο ο βίος από τη φύση του ωφελεί τους περισσότερους, όταν όμως τον δουν να νικιέται στους συλλογισμούς και στις συζητήσεις, βλάπτονται πολλές φορές θανάσιμα, παρασυρόμενοι από νόθες διδασκαλίες.
Γιατί δεν θα κατηγορήσουν την απειρία τού δασκάλου, αλλά την στερούμενη ερείσματα (αποδείξεις) διδασκαλία. "Εάν πάλι ο λόγος διατυπωμένος με δύναμη νικήσει τους αντίπαλους, εξαιτίας της φαύλης ζωής του αμαυρώνεται η νίκη.
Γιατί δεν θα θεωρήσουν αξιόπιστο τον δάσκαλο, ο όποιος δεν κάνει αυτά που πρέπει.
Επομένως πρέπει να διαπρέπει και στον λόγο και στη ζωή του. Γιατί λέγει «Αυτός που κάνει και διδάσκει, αυτός θα ονομαστεί μεγάλος στη βασιλεία των ουρανών». Εάν το να κάνει μόνο μπορούσε να διδάξει, όπως νομίζουν μερικοί, δεν θα πρόσθετε και το δεύτερο. (ΕΠΕ τόμος 2, 337-339)
Επιστολή 62.-ΣΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟ ΘΕΟΠΟΜΠΟ. Ότι πρέπει κανείς να διατυπώνει με σεμνότητα το λόγο.
Ο λόγος που λέγεται με σκοπό την ωφέλεια των ακροατών είναι λόγος γεμάτος δύναμη, και δίκαια ονομάζεται λόγος και μιμείται τον Θεό.
Ο λόγος όμως που έχει σκοπό μόνο την ευχαρίστηση και τελειώνει με χειροκροτήματα, είναι ήχος χάλκινου αντικειμένου, που γεμίζει την ακοή με μεγάλους κενούς ήχους.
Ή λοιπόν διατύπωνε τον λόγο σου με σεμνότητα, προτιμώντας τη μετριοφροσύνη από την κομπορρημοσύνη (παχιά λόγια),
ή γνώριζε ότι είναι κύμβαλο που ταιριάζει στη θεατρική σκηνή. (ΕΠΕ τόμος 1,85)
Επιστολή 143 στον Παύλο, Για την αγία Τριάδα.
... Και εάν κάποιος πει, Γιατί λοιπόν αυτά δεν κηρύχθηκαν ρητά και καθαρά από την αρχή; Θα τους έλεγα, ότι και ασφαλώς η απόδειξη αυτή και διδασκαλία είναι λαμπρά ολοφάνερη σ’ αυτούς που ακούν με σύνεση, όπως φάνηκε και στον σοφό Φίλωνα.
Εάν όμως ειπώθηκε καλυμμένη με σκιά, πρέπει να σκεπτόμαστε τούτο, ότι ο Θεός νομοθετώντας για τους Ιουδαίους, οι όποιοι ρέπουν προς την πολυθεΐα, δεν δοκίμασε να εισαγάγει διάκριση των προσώπων, για να μη δογματίσουν ότι υπάρχει διαφορετική φύση στις υποστάσεις, και κυλιστούν στην ειδωλολατρία,
αλλά, αφού μάθουν από την αρχή το μάθημα της μοναρχίας, σιγά-σιγά να ξαναδιδαχθούν και το δόγμα των υποστάσεων, το όποιο πάλι ανατρέχει στην ενότητα της φύσεως,
και έτσι εκείνα που λέγονται σε ενικό αριθμό να είναι δηλωτικά της φύσεως,
ενώ εκείνα που ξεπερνούν τον ενικό αριθμό, να δηλώνουν το ιδιαίτερο γνώρισμα των υποστάσεων, που ενώνεται σε μία ουσία.
Γιατί το να υποθέτουμε διαφορετικές φύσεις, είναι ελληνικό, και το ένα πρόσωπο, ήτοι μία ουσία, είναι ιουδαϊκό.
Ενώ το να διευρύνουμε τις υποστάσεις στην άγια Τριάδα και να τις ενώνουμε σε μια ουσία, είναι πάρα πολύ ορθό και αληθινό δόγμα.
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 2,213)
Επιστολή 280.- ΣΤΟΝ ΧΡΥΣΑΝΘΟ.Για τη μνησικακία και τον θυμό.
Πολλοί είναι αυτοί που σε διακωμωδούν σαν μνησίκακο, επειδή χρησιμοποιείς ως πονηρή άμυνα τον θυμό,
τον οποίο ο Δημιουργός τοποθέτησε βοηθό στην ψυχή, για να τονώνει το σώμα από τη χαυνότητα και την οκνηρία.
Αν αληθεύουν τα όσα λένε, είναι φανερό ότι αγνοείς τον σκοπό του Δημιουργού και χρησιμοποιείς το σίδερο για φόνο,
την ομορφιά για απάτη, και τη γλώσσα για βλασφημία, κάνοντας τον δωρητή των αγαθών αίτιο των κακών.
Χαλιναγώγησε λοιπόν γρήγορα τον θυμό, για να μη σε σπρώξει στον γκρεμό και σε καταστρέφει.
(ΕΠΕ, έργα Ισιδώρου τόμος 1,271)
Ζούμε στην εποχή της πληροφόρησης και της μάθησης! Χιλιάδες πληροφορίες μας κατακλύζουν καθημερινά και ποικίλες είναι οι πηγές στις οποίες μπορεί κάποιος να καταφύγει για να εμπλουτίσει τις γνώσεις του. Ο άνθρωπος αντλεί δύναμη από αυτές και από τις διαφόρων προελεύσεων ιδεολογίες και έτσι αναπτύσσει πίστη στο φουσκωμένο από πληροφορίες μυαλό του! Γίνεται σιγά σιγά ένας άνθρωπος εγκεφαλικός, γεμάτος αυτό-πεποίθηση… ‘ Έχω τις γνώσεις μου, αυτές είμαι εγώ, αυτές είναι η δύναμη μου’! Μετατρέπεται σε μια καλοκουρδισμένη μηχανή εκμάθησης γιγαντώνοντας έτσι λίγο λίγο τον εγωισμό του!
Φυσικά δεν πρέπει να δαιμονοποιήσουμε τη γνώση που προάγει τη ζωή, που βελτιώνει δηλαδή την ποιότητα ζωής του ανθρώπου σε σωματικό, ψυχικό αλλά και πνευματικό επίπεδο! Η κακή χρήση της γνώσης και κυρίως η ειδωλοποίηση της συνιστά παθογένεια! ‘Η γνώση είναι δύναμη’ λένε… Ναι, όμως ποια γνώση αληθινά είναι δύναμη; Ο Σωκράτης έλεγε ‘ γνώθι σαυτόν’ , γνώρισε δηλαδή τον εαυτό σου. Και φυσικά η αυτογνωσία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια υγιή ψυχοπνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου. Όμως με την αυτογνωσία πρέπει να συμπορεύεται και μια άλλη γνώση… η Θεογνωσία! Η γνώση του Θεού… αυτή είναι η δύναμη η Αληθινή! Μόνο με αυτή τη γνώση θα έρθουμε εις εαυτόν και θα γκρεμίσουμε τις ψευδαισθήσεις μας και το δικό μας είδωλο που προσκυνάμε! Θα καταλάβουμε ότι χωρίς Θεό ουδέν!
Ο πρώτος μακαρισμός είναι ενδεικτικός… ‘ Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστίν η Βασιλεία των Ουρανών’. Μακάριοι δηλαδή και πανευτυχείς είναι εκείνοι που ταπεινώς συναισθάνονται την πνευματική τους πτωχεία και την εξάρτηση ολόκληρου του εαυτού τους από το Θεό, διότι είναι δική τους η Βασιλεία των Ουρανών. Και κάπως έτσι παύει ο άνθρωπος να είναι εγκεφαλικός και γίνεται καρδιακός! Γιατί εκεί, στην καρδιά συναντάμε το Θεό. Εκεί πρέπει να επιστρέψουμε όλοι λοιπόν, στην καρδιά μας! Μόνο έτσι θα είμαστε ειρηνικοί, ισορροπημένοι και χαρούμενοι!
Βλέπουμε λοιπόν ότι άλλη είναι η λογική των ανθρώπων και άλλη του Θεού! Ο Κύριος όμως μας υπόσχεται τον Παράδεισο αν αφήσουμε στα πόδια Του τον εγωισμό μας και γίνουμε ταπεινοί στην καρδιά μας!
Επιστολή 135.- ΣΤΟΝ ΝΕΜΕΣΙΟ Στο: «Ο άνθρωπος, ενώ είχε τιμή, δεν το κατάλαβε ...» .
Το, «Ο άνθρωπος, ενώ έχει τιμή, δεν το κατάλαβε, αλλά εξίσωσε τον εαυτό του με τα ανόητα κτήνη και έγινε όμοιος με αυτά»,
η Γραφή δεν το είπε εκφραζόμενη υποτιμητικά εναντίον των ανθρώπων και διασύροντας το λογικό γένος, αλλά το είπε με πολλή ευσπλαχνία.
Γιατί, αν το καλοεξετάσουμε, ο άνθρωπος κινδυνεύει να μοιάζει όχι μόνο με τα κτήνη, αλλά και με τα ατίθασα θηρία.
Ή καλύτερα τα ξεπερνάει και αυτά, αυτός που είναι εραστής των αισχρών παθών.
Και το αξιοθαύμαστο βέβαια και παράδοξο είναι, ότι καθένα από τα θηρία είναι υποδουλωμένο σε ένα μόνο ελάττωμα, ενώ αυτός, που νομίζει ότι είναι άνθρωπος, έχοντας συγκεντρώσει όλα τα πάθη μαζί, προχωρεί πιο πέρα από τη δική τους αλογία.
Και για να μη νομίσεις ότι αυτά που λέγονται είναι υπερβολικά, ας εξετάσουμε τα πράγματα χωρίς προσωποληψία.
Όταν δηλαδή κάποιος πηδάει σαν ταύρος,
κλωτσάει σαν γάιδαρος,
χλιμιντρίζει στη θέα των γυναικών σαν ίππος κυριευμένος από μανία για τα θηλυκά,
είναι λαίμαργος σαν την αρκούδα,
παχαίνει το σώμα του σαν το μουλάρι,
μνησικακεί σαν την καμήλα
και οργίζεται σαν το λιοντάρι,
αρπάζει σαν λύκος
και πληγώνει σαν σκόρπιός,
είναι ύπουλος σαν φίδι
και διατηρεί το δηλητήριο της κακίας σαν οχιά,
και συγκεντρώνει χρήματα, η καλύτερα αμαρτήματα, σαν το σκαθάρι τη βρωμιά γύρω του,
πως μπορεί κανείς να κατατάξει με τους ανθρώπους αυτόν που σκέφτεται σαν τα θηρία,
αφού δεν βλέπει σ’ αυτόν τα χαρακτηριστικά της ήμερης φύσης, αλλά βλέπει, σύμφωνα με τους ειδωλολατρικούς μύθους, τη βρωμιά κάποιας Σκύλλας και Χίμαιρας και Ύδρας;
’Αν όμως ρωτήσεις, τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε; Θα σου έλεγα, ότι πρέπει να μεταχειριζόμαστε συνεχώς τον πνευματικό καθρέφτη, εννοώ τις άγιες Γραφές, μέσα στις όποιες υπάρχει και η ιστορία των άγιων ανδρών, και οι σωτήριοι νόμοι που θεσπίσθηκαν από τον Θεό.
Γιατί αυτός ο καθρέφτης δεν δείχνει μόνο την ασχημία, αλλά, αν θέλουμε, μας μεταθέτει και στην υπερφυσική ομορφιά.
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 2 σελ. 195-197)