E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.


Ένα περιστατικὸ απὸ τη ζωὴ του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς. Του μεγάλου αυτού Σέρβου Θεολόγου και προσφάτως αναγνωρισθέντος Αγίου της Εκκλησίας, που γνώριζε Ελληνικά.

Πρέπει να ήταν το έτος 1929, δηλαδὴ όταν ο Άγιος ήταν σε ηλικία 35 ετών. Ήταν καλοκαίρι, και ξεκίνησε απὸ το Βράνιε με προορισμὸ το Μοναστήρι του Αγίου Προχόρου. Πήγαινε συχνὰ στο Μοναστήρι αυτό, με το οποίο και είχε ιδιαίτερο σύνδεσμο, γιατὶ είχε μεγάλη αγάπη στον Άγιο Πρόχορο. Ήταν ήδη Καθηγητὴς Πανεπιστημίου στη Θεολογικὴ Σχολὴ στο Βελιγράδι.

Ο δρόμος μέχρι το Μοναστήρι ήταν δύσβατος και γι' αυτὸ αρκετὰ κουραστικός. Ο Άγιος, για να υπερνικά αυτὲς τις δυσκολίες, χρησιμοποιούσε κάποιο απλὸ αυτοκίνητο, για να διασχίσει τον βουνήσιο δρόμο, που οδηγούσε στο Μοναστήρι.

Σε μιὰ λοιπὸν τέτοια επίσκεψή του συνάντησε στο δρόμο του, μιὰ γερόντισσα, κι αμέσως κατάλαβε ότι κι αυτὴ κατευθυνόταν με τα πόδια προς το Μοναστήρι. Τότε ο Άγιος έκανε νόημα στον οδηγὸ να σταματήσει και προσκάλεσε τη γριούλα να ανέβει στο αυτοκίνητο, γιατί, όπως της εξήγησε, κι εκείνος πήγαινε όπου και αυτή.
- Σ' ευχαριστώ, παιδί μου, του απάντησε η γριούλα, αλλὰ εγὼ είμαι φτωχή.
Ο Άγιος τότε της χαμογέλασε και τη διαβεβαίωσε ότι δεν θα πλήρωνε τίποτε, μιὰ και το αυτοκίνητο ήταν νοικιασμένο απὸ εκείνον.
Τότε η γερόντισσα, του είπε:
- Δεν το 'πα γι' αυτό, παιδί μου. Αλλὰ επειδὴ εγὼ είμαι φτωχή, δεν έχω τίποτα άλλο να προσφέρω στον Άγιο, πέρα απὸ τον κόπο μου αυτό.
Τότε ο Άγιος χτύπησε μεμιάς το μέτωπό του ως ένδειξη κατάπληκτου θαυμασμού και μονολόγησε:
- Αχ, Ιουστίνε, έγινες Καθηγητὴς Θεολογίας, κι όμως! Την ευσέβεια αυτής της γερόντισσας απέχεις πολὺ, για να τη φτάσεις..

Στράφηκε τότε και πάλι στον οδηγό. Τον πλήρωσε, κατέβηκε απὸ το αυτοκίνητο και συνέχισε πεζὸς μαζὶ με τη γριούλα, τον υπόλοιπο δρόμο έως το Μοναστήρι.

https://proskynitis.blogspot.gr/2017/06/blog-post_13.html

“Το οικοδόμημα της ειρήνης”.

Ίσως να φαίνεται άσχετο με το θέμα μας, όμως δεν είναι: Αν δεν υπάρχει μέσα μας αρμονία, δεν μπορούμε να είμαστε εμείς πηγή αρμονίας. Δεν έχει νόημα να μιλάμε για ειρήνη, αν μέσα μας δεν υπάρχει ειρήνη. Και η εσωτερική ειρήνη αρχίζει με κάτι βασικό, απόλυτο, με το αν δηλαδή βρισκόμαστε σε σχέση ειρήνης με το Θεό. Αυτό προϋποθέτει ειρήνη με την ίδια μας τη συνείδηση. Σημαίνει ότι έχουμε διαχωρίσει το νου από την καρδιά, σημαίνει ότι οι αμφιταλαντεύσεις έχουν καταλαγιάσει. Όχι απλά καταλαγιάσει, ή καταλαγιάσει στο μέτρο του δυνατού, αλλά ότι έχουν καταλαγιάσει πέρα από αυτό, σε κλίμακα θεϊκή, κι όχι στο μέτρο του τι μπορούμε να πετύχουμε με την εμπειρία μας, με την οξύνοια, με τον συμβιβασμό κ.λ.π.
Έπειτα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις αιτίες της απομάκρυνσης μας από τον Θεό εντός μας και από τον πλησίον μας. Τελικά, με βαθύτερη εξέταση, βρίσκουμε πως αιτίες είναι η απληστία, ο φόβος και το μίσος, με αυτήν ακριβώς τη σειρά. Η απληστία που γεννιέται από μια φαντασιακή αυταρέσκεια και επιθυμία του κατέχειν: να κάνω δικά μου όλα όσα μπορούν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες μου, να κάνω δικά μου όλα όσα μπορούν να βελτιώσουν την προσωπικότητά μου, την άνεση μου, την ασφάλειά μου.

Η απληστία του να κατέχω όχι μόνον υλικά αγαθά, όχι μόνον υψηλή διανόηση, αλλά ακόμη και πνευματικά αγαθά, να κατέχω τον Θεό όπως κάποιος κατέχει ένα αντικείμενο, να κατέχω την αλήθεια σαν να πρόκειται για προσωπική μου ιδιοκτησία. Η απληστία πάντοτε οδηγεί στο συναίσθημα ότι εκείνο που προσπαθούμε να κατέχουμε μπορεί να μας ξεφύγει και ότι εκείνο που ήδη κατέχουμε μπορεί να μας το πάρουν. Κι αυτό οδηγεί στον φόβο, όχι στον φόβο του Θεού, αλλά στον φόβο του πλησίον, διότι είναι ο πλησίον που αποτελεί τον κίνδυνο.
Από τη στιγμή που φοβόμαστε τον διπλανό μας, βρισκόμαστε απέναντί του, τον υποψιαζόμαστε, αποστασιοποιούμαστε, γινόμαστε επιθετικοί. Και τότε ξεκινά η εχθροπραξία. Πιθανώς όχι μεταξύ κρατών. Μπορεί να αρχίσει μέσα στην οικογένεια, ανάμεσα στο ανδρόγυνο, μεταξύ γονιών και παιδιών, μπορεί να αρχίσει στο χώρο της εργασίας, ανάμεσα στα διάφορα επίπεδα ενός θεσμού.

Μπορεί να αρχίσει σε ένα οποιοδήποτε επίπεδο και να διαχυθεί σε όλα τα άλλα επίπεδα. Αν λοιπόν δεν είμαστε άνθρωποι που έχουμε εσωτερική ειρήνη με τη βαθύτερη και ουσιαστικότερη έννοια, δεν μπορούμε να έχουμε ούτε και εξωτερική ειρήνη. Δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε ειρήνη γύρω μας, αν δεν την έχουμε μέσα μας, διότι δεν μπορούμε να μοιραστούμε την ειρήνη που δεν έχουμε.
Τώρα, αποτέλεσμα των παραπάνω είναι όλες εκείνες οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε μέσα κι έξω από την οικογένεια και οι οποίες καταλήγουν σ' έναν αέναο αγώνα ανάμεσα στους ανθρώπους. Η απάντηση είναι αυτό που είπε ο Χριστός: “Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, θα πρέπει να αποκυρήξει τον εαυτό του”. Αυτό  το “αποκυρήξει” είναι δύσκολη λέξη. Αν κοιτάξετε το ελληνικό κείμενο, σημαίνει “να αποστασιοποιηθεί”. Όλη μας τη ζωή, ζούμε με τρόπο εγωκεντρικό, ζούμε μεταξύ του εαυτού μας και όλου του γύρω κόσμου. Οι επιθυμίες, οι ελπίδες, οι φόβοι μας λειτουργούν σαν ένα διαχωριστικό παραπέτασμα ανάμεσα σ' εμάς και στους γύρω. Κι αυτό που λέει ο Χριστός είναι:

“Πρόσεχε, κοίτα γύρω σου. Όποτε ο εαυτός σου μπαίνει ανάμεσα σ'εσένα και σε κάποιο άλλο πρόσωπο, ανάμεσα σ' εσένα και στον Θεό, ανάμεσα σ' εσένα και σε πράγματα μεγαλύτερα από εσένα, ανάμεσα σ' εσένα και στην ομορφιά του κόσμου, όποτε μπαίνει στη μέση το 'εγώ', πες απλά 'φύγε από μπροστά μου, μ' εμποδίζεις, παρεισφρέεις'”.
Ο αγώνας μας για εσωτερική ειρήνη ξεκινά μέσα μας, απελευθερώνοντάς μας από τον εαυτό μας και κοιτάζοντας προς τον έξω κόσμο. Τη στιγμή που θα κοιτάξουμε προς τα έξω, θα κατανοήσουμε ότι η απληστία, ο φόβος, το μίσος, δεν έχουν θέση στη δημιουργία μιας οικογένειας, μιας κοινωνίας, ενός έθνους, ή μιας κοινοπολιτείας εθνών . είναι καταστροφικά. Επιπλέον, ακόμη κι αν μπορούσαμε να χτίσουμε έναν κόσμο εντελώς αρμονικό εφευρίσκοντας έξυπνους συμβιβασμούς ώστε να μη βλάπτεται κανένας και να είναι όλοι αρκετά ικανοποιημένοι, ακόμη και τότε δεν θα είχαμε ούτε ειρήνη, ούτε και τις διαστάσεις ενός κόσμου αντάξιου του ανθρώπου. Διότι τα θεμέλια της πόλης των ανθρώπων που προσπαθούμε να χτίσουμε, της Νέας Ιερουσαλήμ, θα πρέπει να είναι τόσο βαθιά, τόσο πλατιά και τόσο ιερά, που να είναι αντάξια του πρώτου της Πολίτη, του Ιησού Χριστού, του Υιού του Ανθρώπου, αλλά και του Θεού. Τίποτα λιγότερο.
Τώρα, αν έχουμε κατά νου να χτίσουμε μια τέτοια ιδανική πολιτεία, μια ειρήνη αντάξια του ίδιου του Θεού, θεϊκής κλίμακας, τότε πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν θα το καταφέρουμε αυτό μέσα από μια συνηθισμένη απλή  πρόοδο, δηλαδή από το χειρότερο στο καλύτερο και από το καλύτερο στο ακόμα πιο καλό. Αναγκαστικά θα υπάρξει σύγκρουση. Πρέπει να είναι κάτι διαφορετικό και που ταυτόχρονα θα πρέπει να συγκρουστεί με άλλα, γιατί, όταν μίλησα για απληστία, φόβο και μίσος, σκεφτόμουν μεν τον εαυτό μου, το ίδιο όμως ισχυεί και για τον γείτονά μου. Έτσι, κι αν εγώ μέσα μου έχω λύσει αυτά τα προβλήματα, παραμένει το ότι ο γείτονάς μου ενδεχομένως να μην τα έχει λύσει. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, ο Κύριος είπε:

“Ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν”. Όχι “μάχαιραν” όπως στο “οι λάβοντες μάχαιραν εν μαχαίρη απολούνται”, αλλά “μάχαιραν” όπως την περιγράφει ο απόστολος Παύλος, ως το ξίφος της αλήθειας, το ξίφος του θείου λόγου το οποίο διαχωρίζει το φως από το σκοτάδι, το οποίο τέμνει τόσο βαθιά που χωρίζει τα οστά από τις αρθρώσεις, ένα είδος ακτίνας λέιζερ που ανελέητα και θαυματουργά διαχωρίζει αυτά που πρέπει να διαχωριστούν. Και είναι ο ρόλος μας ως Χριστιανών να αποκτήσουμε τη δυνατότητα να διακρίνουμε, να είμαστε σε θέση να αξιολογούμε τι είναι σωστό και τι είναι λάθος, τι αληθινό και τι ψεύτικο, τι του Θεού και τι του Σατανά, τι είναι καταστρεπτικό και τι εποικοδομητικό.
Πολύ συχνά ακούμε ανθρώπους να λένε ότι δεν πρέπει να κρίνουμε, με αποτέλεσμα ότι αρνούνται να αξιολογούν. Δεν μας ζητείται όμως να συγχέουμε, δεν μας ζητείται να μη διακρίνουμε ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Μας ζητείται να αξιολογούμε με ακρίβεια, να αξιολογούμε μέσα στο φως του Θεού, που είναι εντονότερο, δυνατότερο από το φως οποιουδήποτε ανθρώπινου εγκεφάλου. Αυτό που μας ζητείται είναι να μη συγχέουμε αυτόν που έκανε την κακή πράξη με την ίδια την κακή πράξη, να μην ταυτίζουμε τα δύο σαν ο απέναντι μας να μην ήταν τίποτα άλλο παρά το ίδιο το κακό.
Ο Γάλλος συγγραφέας Ζαν Πωλ Σαρτρ λέει κάπου: “Ο Ιούδας δεν είναι προδότης επειδή πρόδωσε τον Χριστό, πρόδωσε τον Χριστό επειδή ήταν προδότης”. Όχι, δεν μπορείς να πεις ούτε και γι' αυτόν ακόμη τον Ιούδα πως δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας προδότης, και ακόμα λιγότερο μπορούμε να πούμε για οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο, οποιονδήποτε χωρίς εξαίρεση, ότι δεν έχει τίποτε καλό μέσα του και ότι όλος κι όλος είναι η πράξη που έκανε.

Ένας από τους χαρακτήρες του Ντοστογιέφσκι λέει: “Μη λες ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι κακοί. Καλοί είναι, αλλά η πράξη τους ήταν κακή”. Κι αυτό είναι η αλήθεια, διότι αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο αξιολογούμε τον εαυτό μας. Όταν έχουμε κάνει κάτι κατακριτέο ή άσχημο δεν διαγράφουμε τον εαυτό μας απλά σαν να είμαστε κακοί, μόνο λέμε, “Α, έκανα λάθος”. Ναι, και μπορούμε να διακρίνουμε το λάθος από το σωστό, γιατί υπάρχει σωστό και λάθος μέσα μας και γύρω μας.
“Illness – health; peace and war”, 1995
Metropolitan Anthony (after ab. 50 years of priesthood)
(Μητροπολίτης Αντώνιος του Σουρόζ, Ο ΕΑΥΤΟΣ ΜΑΣ και Ο ΑΛΛΟΣ, στοχασμοί για τις ανθρώπινες σχέσεις, εκδ. Πορφύρα, σελ. 77-82)

GOD is NOWHERE (=πουθενά) ή GOD is NOW HERE (=τώρα εδώ);

Ένας αθεϊστής του προηγούμενου αιώνα είχε πάρει απόφαση, ώστε η κόρη του να μη αποκτήσει καμιά λαθεμένη θρησκευτική ιδέα, καθώς θα μεγάλωνε. Ήξερε ότι, όταν θα πήγαινε στα σπίτια μερικών συμμαθητριών της, θάβλεπε να κρέμονται στους τοίχους ορισμένα Βιβλικά χωρία, όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή. Για να αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο, είχε κρεμάσει μέσα στη σάλα του σπιτιού τους – όσο ακόμα το κορίτσι ήταν μικρό και δεν μπορούσε να διαβάσει – ένα αντίθετο κείμενο, που έλεγε απλά:
Ο ΘΕΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΟΥΘΕΝΑ  (Σημ. τ. μετ.: Αγγλικά GOD is NOWHERE )

Λίγους μήνες αργότερα, το κοριτσάκι ξάφνιασε τον πατέρα, λέγοντάς του ότι μπορούσε να διαβάσει «τη γραφή στον τοίχο». Με υπερηφάνεια, αργά-αργά, και συλλαβή προς συλλαβή, όπως συνηθίζουν τα παιδιά σ’ αυτή τη μικρή ηλικία, και διάβασε:

«Ο Θεός υπάρχει, τώρα εδώ». (Σημ. τ. μετ.: Το προηγούμενο ΠΟΥΘΕΝΑ (NOWHERE) έγινε τώρα από το κοριτσάκι ΤΩΡΑ ΕΔΩ (NOW HERE), καθώς η λέξη χωρίστηκε διαφορετικά. Τούτο είναι δύσκολο να δοθεί και στην Ελληνική μετάφραση και το σημειώνουμε εδώ, μια που οι περισσότεροι σήμερα ξέρουν έστω και λίγα Αγγλικά, ώστε να φανεί το πάθημα του ανθρώπου, που θέλει να αποφύγει την πανταχού παρουσία του Θεού).

Απορείς μερικές φορές για τον Θεό; Επειδή ο Θεός δεν είναι «κάπου», το έργο της έρευνας γι’ αυτόν διαφέρει από κάθε άλλη έρευνα, που θα μπορούσαμε να κάνουμε. Όταν ο απόστολος Παύλος μιλούσε στους φιλοσόφους στην Αθήνα, τους είπε για το ψηλάφισμα του Θεού, προκειμένου να τον βρουν, και συνέχισε με τα εξής λόγια: «Καίτοι δεν είναι μακρυά από τον καθένα μας». Και, για να δώσουμε τα ίδια τα λόγια Έλληνα συγγραφέα:
«Εν αυτώ γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν».

(Οι κάτοικοι της Ανδρομέδας, Denis Osborne, εκδ. Πέργαμος σελ. 49-50)

Η απαίτηση της Κριτικής για να αναγνωρίσει την εκ νεκρών Ανάσταση του Ιησού ως αναντίρρητο ιστορικό γεγονός είναι, καθώς ήδη είπαμε, η εξής:
«Να θυσίαζαν οι πρώτοι κήρυκες της Ανάστασης κι αυτή τη ζωή τους, υποστηρίζοντας με το αίμα τους τη μαρτυρία τους».
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:  ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
Εδώ πρέπει τώρα να μελετήσουμε διάφορες περιπτώσεις θανάτου για να ξεχωρίσουμε τη μοναδική κι αξιοθαύμαστη περίπτωση των Αποστόλων του Χριστού.
1.Θάνατος για ιδεολογία
Μπορεί να θανατωθεί ένας άνθρωπος για τις αρχές και την ιδεολογία του, χωρίς με τούτο να συμβαίνει ώστε, κατ’ ανάγκη, οι αρχές κι ιδέες του να είναι αγαθές κι αληθινές. Η ιστορία μας το διδάσκει αυτό, φέρνοντας αρκετά παραδείγματα μαρτύρων, για πολλαπλές αρχές και ιδέες – πολιτειακές, φιλοσοφικές και θρησκευτικές, - που δεν ήσαν ούτε αγαθές ούτε και αληθινές.
Στην περίπτωση μάλιστα που η θανάτωση είναι αναγκαστική – κατόπιν δικαστικής απόφασης ανέκκλητης – το να δεχθεί ένας το θάνατο, για τις αρχές και τις ιδέες του, δεν προσθέτει με το θάνατό του αυτόν κανένα κύρος σ’ αυτές· γιατί, εφόσον ο θάνατος είναι υποχρεωτικός και με το να τις αρνιόταν δεν θα ξέφευγε τη θανάτωσή του, είναι φυσικό – καθιερωμένο από τον ανθρώπινο εγωισμό – να τις κρατήσει μέχρι θανάτου.
Διαφορετική όμως είναι η περίπτωση όταν ανοίγεται στον μελλοθάνατο η πόρτα να ξεφύγει τον θάνατο εάν θα αρνιόταν τις αρχές αυτές και τις ιδέες του. Εδώ, με το να προτιμήσει αυτός το θάνατο, αποδείχνει ότι σοβαρά τις πιστεύει και μάλιστα τις εκτιμάει περισσότερο απ’ τη ζωή του: Αλλά, και πάλι, εδώ δεν αποδείχνεται με τούτο ότι οι αρχές κι ιδέες του είναι αντικειμενικά αγαθές κι αληθινές. Έχουμε παραδείγματα ανθρώπων ενθουσιαστών ή φανατικών. Έχει κι η πλάνη τους μάρτυρές της, καθώς τους έχει κι η αλήθεια, μας διδάσκει πάλι η Ιστορία· η Βίβλος, μάλιστα, προχωρεί ακόμα πιο πέρα, και μας λέει ότι κι ο σατάν έχει τα θαυματουργά όργανά του, καθώς τα έχει κι ο Θεός (Έξοδος 7/10-12, 20-22, 8/5-7, 17-18. Δευτερονόμιο 13/1-3. 2 Θεσσαλονικείς 2/9-10).
2.Θάνατος για εξωτερικό γεγονός
Προχωρώντας τώρα πιο πέρα, πρέπει να κάνουμε και μια άλλη ακόμα διάκριση· πρέπει να ξεχωρίσουμε μεταξύ «Ιδέας» (φρονήματος) και «Γεγονότος» (εξωτερικού). Διαφέρει η Ιδέα από το Γεγονός· η Ιδέα γεννιέται μες στη Διάνοια, ενώ το γεγονός γεννιέται έξω απ’ τη Διάνοια, κι έρχεται μέσα από τα αισθητήρια του σώματος. Η πρώτη είναι κυρίως υποκειμενική, το δεύτερο είναι κυρίως αντικειμενικό.
Έτσι, ας θεωρήσουμε την περίπτωση ενός μάρτυρα, που προτιμάει να πεθάνει βεβαιώνοντας ένα Γεγονός (όχι Ιδέα), παρά να ξεφύγει το θάνατο με το να το αρνηθεί. Ο θάνατος αυτός έχει αποδεικτική δύναμη για το μαρτυρούμενο γεγονός, μεγαλύτερη από όση θα είχε με ίσους όρους για υποστήριξη μιας Ιδέας· γιατί, καθώς είπαμε, η Ιδέα έχει μέσα της πολλά υποκειμενικά στοιχεία, που μπορεί να γεννήσουν την προκατάληψη, ενώ το εξωτερικό Γεγονός, - όταν αποκλειστεί η περίπτωση ψευδαίσθησης – είναι αντικειμενικό.
Και, αν πολλοί, περισσότεροι από έναν μάρτυρες, προτιμήσουν ελεύθερα το θάνατο για να βεβαιώσουν το ίδιο Γεγονός – όχι όλοι μαζί, αλλά χωριστά σε διάφορους τόπους και διάφορες χρονικές στιγμές – οι θάνατοι αυτοί στο σύνολό τους έχουν πολύ περισσότερη αποδεικτική δύναμη από όση ένας απ’ αυτούς.
Και, εάν επί πλέον ακόμα βεβαιωθεί ότι, όλοι αυτοί προτού χύσουν το αίμα τους ζούσαν επί χρόνια σταθερά κάτω από την επίδραση του Γεγονότος εκείνου, μια καινούρια ζωή που είχε αλλάξει ριζικά την προηγούμενη ζωή τους, μια ζωή αφιερωμένη εξολοκλήρου στο να σώσουν τους συνανθρώπους τους από την πλάνη και την κακία, ανακοινώνοντας σ’ αυτούς για να πιστέψουν το μέγα και σωτήριο Γεγονός, που αυτοί είδαν, άκουσαν και ψηλάφησαν, και γι’ αυτό δούλεψαν αδιάκοπα με ζήλο κι αυταπάρνηση απόλυτη, με σταθερότητα και θάρρος, με μια γαλήνη ενωμένη με δύναμη που ξετύλιξαν μέσα στους ακατάπαυστους και τρομερούς κινδύνους, μ’ ένα ανώτερο και απόλυτα ισορροπημένο πνεύμα, που διαλάμπει από τις λίγες σελίδες που μας άφησαν, απαλλαγμένοι από μυστική έξαρση και φανατισμό, αφιερώνοντας ακόμα και την τελευταία στιγμή προτού χυθεί το αίμα τους για να βεβαιώσουν το Γεγονός· κατόπι από μια τέτοια μεταβολή ζωής, ο εκούσιος θάνατος των μαρτύρων τούτων έχει, για την αμερόληπτη Κριτική – έστω και μόνος του χωρίς άλλες συνοδευτικές αποδείξεις – ένα άπειρο βάρος που δικιολογεί την πλήρη πίστη στο μαρτυρούμενο γεγονός.
3.Μοναδικότητα της μαρτυρίας των αποστόλων
Λοιπόν, τέτοια περίπτωση εκουσίων θανάτων, ανθρώπων μοναδικής ηθικής τελειότητας, για να βεβαιώσουν ένα Γεγονός παγκόσμιας σημασίας, είναι μοναδική στην Παγκόσμια Ιστορία, κι είναι η περίπτωση των Αποστόλων του Χριστού που βεβαιώνουν την Ανάστασή του από τους νεκρούς.

(βιβλίο: Οι αρνητές του υπερφυσικού, Κ. Μεταλληνός, εκδ. Πέργαμος 1987, σελ.104-107)

Πολλοί πεθαίνουν για κάτι που δεν γνωρίζουν, αλλά πιστεύουν ότι είναι αλήθεια. Κανείς δεν πέθανε για κάτι που και γνωρίζει και πιστεύει ότι δεν είναι αλήθεια!
Ως επιχείρημα για την Ανάσταση του Χριστού λέμε οι Χριστιανοί ότι κανείς δεν θα έδινε τη ζωή του για ένα ψέμα. Οι Απόστολοι όμως έδωσαν τη ζωή τους για το Χριστό.

Πολλοί άπιστοι απαντούν ότι και άλλοι έδωσαν και δίνουν τη ζωή τους για μία πίστη, ιδεολογία, ιδανικό κλπ. Οπότε το επιχείρημα της αυτοθυσίας, μας λένε, δεν έχει δύναμη. Μπορούν να το επικαλεστούν οι πάντες!
Υπάρχει όμως μία τεράστια διαφορά. Ένας μουσουλμάνος κλπ, πεθαίνει για το Ισλάμ διότι πιστεύει ότι το Ισλάμ είναι η αλήθεια. Δεν το ξέρει ως αυτόπτης και αυτήκοος με αποδείξεις διότι δεν ήταν εκεί στη σπηλιά που ο Μωάμεθ είδε το πρώτο «όραμα» όπως είπε εκ των υστέρων ο ίδιος. Απλώς το πιστεύει. Του το κήρυξαν και αυτός το πιστεύει. Και για αυτήν την αλήθεια που πιστεύει πεθαίνει.

Αλλά μπορεί κάποιος να αυταπατάται ή να έχει παραπλανηθεί ή εξαπατηθεί κλπ. Άρα η αυτοθυσία του όντως δεν αποδεικνύει τίποτα. Το ίδιο για όλες τις θρησκείες και ιδεολογίες.

Άλλο οι ιδρυτές, άλλο οι οπαδοί! Οι πρώτοι ερευνώνται ιστορικά, όχι οι δεύτεροι!
Οι Απόστολοι όμως είναι τελείως διαφορετική περίπτωση. Δεν πέθαναν για κάτι που πίστεψαν ως αλήθεια. Αλλά για κάτι που ήξεραν! Για ένα γεγονός!
Πολλοί πεθαίνουν για κάτι που «πιστεύουν» ότι είναι αλήθεια. Κανείς όμως δεν πεθαίνει για κάτι που «γνωρίζει», όχι πιστεύει, γνωρίζει ότι δεν είναι αλήθεια.
Πολλοί πεθαίνουν για κάτι που είναι ψέμα αλλά το πιστεύουν ως αλήθεια. Κανείς δεν πεθαίνει για κάτι που είναι ψέμα και το γνωρίζει καλά ότι είναι ψέμα!
Αν η Ανάσταση δεν είχε γίνει τότε οι μαθητές θα πέθαιναν για κάτι που ήξεραν καλά ότι είναι ψέμα. Αυτό είναι η ύψιστη ανοησία και δεν συνέβη ποτέ εκτός αν κάποιος είναι παράφρων ή πλανήθηκε. Αν οι Απόστολοι ήταν παράφρονες ή πλανήθηκαν είναι βεβαίως ένα επόμενο θέμα προς διερεύνηση.
Άρα δεν μας ενδιαφέρει η αυτοθυσία των οπαδών μιας θρησκείας μέσα στους αιώνες, ούτε καν των πρώτων μαθητών της, συμπεριλαμβανομένου και του Χριστιανισμού. Αυτοί μπορεί κάλλιστα να παραπλανήθηκαν και παρασύρθηκαν από τους ιδρυτές μιας θρησκείας και να την πίστεψαν ως αληθινή έστω και αν δεν είναι.
Μας ενδιαφέρει ο θάνατος των πρώτων αυτοπτών και αυτήκοων μαρτύρων μιας θρησκείας, των ιδρυτών της! Αυτοί οι πρώτοι πέθαναν για την πίστη τους; Και εννοούμε θάνατο που θα μπορούσαν να αποφύγουν, όχι θάνατο αναγκαστικό! Αν επέλεξαν οι ίδιοι και μάλιστα με χαρά να υποστούν φρικτά βασανιστήρια ενώ είχαν την επιλογή να τα γλιτώσουν, για τέτοιο θάνατο μιλάμε! Πέθαναν για αυτά τα υπερφυσικά γεγονότα που βεβαίωναν; Διότι μόνο αυτοί γνώριζαν την αλήθεια από πρώτο χέρι. Όχι οι μαθητές τους. Αλλά αυτοί οι δάσκαλοι!
Άρα ο εκούσιος θάνατος και η αυτοθυσία εκατομμυρίων μαρτύρων Χριστιανών, κατ’ ουσίαν και αντικειμενικά, όντως δεν είναι αποδεικτικό επιχείρημα της Ανάστασης του Χριστού!
Αντιθέτως, ο εκούσιος θάνατος και η αυτοθυσία των αυτοπτών Αποστόλων για το γεγονός της Ανάστασης είναι αποδεικτικό επιχείρημα, διότι μόνο αυτοί ήξεραν ακριβώς αυτό για το οποίο πέθαιναν. Όχι πίστευαν, αλλά ήξεραν από πρώτο χέρι. Δεν θα πέθαιναν, αυτοί και μόνο αυτοί, για κάτι που, αυτοί και μόνο αυτοί, ήξεραν καλά ότι είναι μύθος, ότι είναι ψέμα, ότι δεν έγινε ποτέ!


(παρακάτω ένας διάλογος του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου με άπιστο νέο)
- (π. Επιφάνιος) Μείζων δέ πάντων των γεγονότων τούτων, ή Ανάστασίς Του. Όλο τό οικοδόμημα του Χριστιανισμού στηρίζεται στό γεγονός τής Αναστάσεως. Αυτό δεν τό λέω εγώ. Τό λέγει ό Απόστολος Παύλος: «Ει Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία ή πίστις ημών». Άν ό Χριστός δέν αναστήθηκε, Όλα καταρρέουν. Ό Χριστός όμως ανέστη, που σημαίνει ότι είναι Κύριος τής Ζωής καί του Θανάτου, άρα Θεός.
- Εσείς τά είδατε όλα αυτά; Πώς τά πιστεύτετε;
- Όχι, εγώ δέν τά είδα. Αλλ’ αυτοί που τά είδαν, δηλ. οι Απόστολοι, τά εβεβαίωσαν καί προσυπέγραψαν αυτήν τήν μαρτυρία τους μέ τό αίμα τους. Ή μαρτυρία της θυσίας της ζωής είναι ή ύψιστη μαρτυρία.
Φέρε μου και σύ κάποιον, πού νά μου πή ότι ό Μαρξ πέθανε και ανέστη και νά πεθάνη γι’ αυτό πού λέει και εγώ θά τόν πιστέψω, ως τίμιος άνθρωπος.
-  Νά σάς πω. Χιλιάδες μαρξιστές βασανίσθηκαν και πέθαναν γιά τήν ιδεολογία τους. Γιατί δέν ασπάζεσθε και σεις τόν μαρξισμό;
-  Τό είπες και μόνος σου. Οι μαρξιστές πέθαναν γιά τήν ιδεολογία τους. Δέν πέθαναν γιά γεγονότα. Σέ μιά ιδεολογία όμως είναι πολύ εύκολο νά υπεισέλθη πλάνη. Επειδή δέ είναι ίδιον τής ανθρώπινης ψυχής νά θυσιάζεται γιά κάτι πού πιστεύει, εξηγείται γιατί πολλοί μαρξιστές πέθαναν γιά τήν ιδεολογία τους. Αυτό δέν μάς υποχρεώνει νά τήν δεχθούμε σάν σωστή. Άλλο νά πεθαίνης γιά ιδέες και άλλο νά πεθαίνης γιά γεγονότα.
Οι Απόστολοι όμως δέν πέθαναν γιά ιδέες. Ούτε γιά τό «αγαπάτε αλλήλους», ούτε γιά τις άλλες ηθικές διδασκαλίες του Χριστιανισμού. Οι Απόστολοι πέθαναν μαρτυρούντες υπερφυσικά γεγονότα.

Και όταν λέμε γεγονός, εννοούμε ότι υποπίπτει στις αισθήσεις μας και γίνεται αντιληπτό απ’ αυτές. Οι Απόστολοι εμαρτύρησαν «δι’ ά ακηκόασι και εθεάσαντο και αί χείρες αυτών εψηλάφησαν». Και ό Ευαγγελιστής Ιωάννης αυτό ακριβώς λέγει: «ό εωρακώς μεμαρτύρηκε», δηλ. εγώ ό ίδιος πού γράφω αυτά, εγώ ό ίδιος είδα τόν εκατόνταρχο νά λογχίζη τήν πλευράν Του και νά εξέρχεται αίμα και νερό από αυτήν.
Ό Πασκάλ κάμνει έναν πολύ ωραίο συλλογισμό. Λέγει, λοιπόν, ότι μέ τους Αποστόλους συνέβη εν εκ τών τριών: Ή ηπατήθησαν ή μάς εξηπάτησαν ή μάς είπαν τήν αλήθεια….  (βιβλίο: Υποθήκες Ζωής, σελ. 203-206)

    Αλλά, λέει, αυτός που τελείωσε την ζωή του σαπίζει και καταστρέφεται και γίνεται σκόνη και στάχτη. Και τι σημασία έχει αυτό, αγαπητέ; Γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να χαίρεται κανείς.

Διότι, και όταν κάποιος πρόκειται να οικοδομήση ένα σπίτι που χάλασε και έγινε παλιό, πρώτα βγάζει έξω τους ενοίκους, και μετά γκρεμίζει το σπίτι και χτίζει λαμπρότερο. Και εκείνους που τους έβγαλε έξω δεν τους λυπεί αυτό που έγινε, αλλά περισσότερο τους ευφραίνει• διότι δεν προσέχουν το γκρέμισμα που βλέπουν, αλλά φαντάζονται την μελλοντική οικοδομή, την οποία δεν βλέπουν.

Έτσι λοιπόν και ο Θεός, επειδή θέλει να κατασκευάση, διαλύει το σώμα μας, και την ψυχή που κατοικεί μέσα σ’ αυτό την βγάζει έξω πρώτα σαν από κάποιο σπίτι και, αφού κατασκευάση λαμπρότερη κατοικία, την βάζει πάλι μέσα με μεγαλύτερη δόξα. Ας μη προσέχουμε λοιπόν στο γκρέμισμα, αλλά στην μελλοντική λαμπρότητα.
    Και εάν πάλι κάποιος έχη έναν ανδριάντα κατεστραμμένο από την σκουριά και τον χρόνο, και σε πολλά μέρη σπασμένο, αφού τον κομματιάση, τον βάζει μέσα στο καμίνι και λειώνοντάς τον εντελώς, τον παρουσιάζει έτσι πιο λαμπρό.

Όπως ακριβώς λοιπόν η διάλυσις στο καμίνι δεν είναι αφανισμός, αλλά κάποια ανακαίνισις του ανδριάντα εκείνου, έτσι και ο θάνατος των δικών μας σωμάτων, δεν είναι κάποια καταστροφή, αλλά ανανέωσις.

Όταν λοιπόν δης, όπως ακριβώς στο καμίνι, να διαλύεται η σάρκα μας και να σαπίζη, μη σταματήσης σ’ αυτό που βλέπεις, αλλά περίμενε την ανανέωσι• και να μην αρκεσθής ούτε στο μέτρο αυτού του παραδείγματος, αλλά γύρνα με την σκέψι σου στα προηγούμενα.

Διότι ο ανδριαντοποιός, όταν βάζη χάλκινο σώμα, δεν σου δίνει χρυσό και αθάνατο ανδριάντα, αλλά χάλκινο πάλι κατασκευάζει, ο Θεός όμως δεν κάνει το ίδιο, αλλά, ενώ βάζει μέσα πήλινο και θνητό σώμα, σου επιστρέφει χρυσό και αθάνατο τον ανδριάντα• διότι η γη, αφού δεχθή σώμα φθαρτό και θνητό σου το επιστρέφει άφθαρτο και αθάνατο.


(Ιωάννου Χρυσοστόμου,Εις τον πτωχόν Λάζαρον Ε΄,ΕΠΕ 25,552-576)

Το οικοδόμημα της ειρήνης
Όταν ήμουν νεαρός φοιτητής της ιατρικής, διδάχτηκα ότι η υγεία είναι μια πολύ ασταθής κατάσταση που καταλήγει στην ασθένεια. Κι όμως, η ασθένεια, όταν δεν καταλήγει στον θάνατο, είναι γεμάτη ελπίδα, γιατί θα καταλήξει στην επαναφορά της υγείας. Όμως αυτή η υγεία δεν είναι κάτι που μπορούμε να κατέχουμε με ασφάλεια. Είναι κάτι για το οποίο πρέπει συνεχώς να πασχίζουμε, να το κατακτούμε, να το συντηρούμε και να το διατηρούμε.

Νομίζω πως κάτι ανάλογο μπορεί να ειπωθεί και για την ειρήνη. Η ειρήνη δεν είναι μια σταθερή κατάσταση. Δεν είναι κάτι που μπορούμε να κατέχουμε χωρίς να το προστατεύουμε, χωρίς να το ενδυναμώνουμε. Και δεν ξεκινά έτσι ξαφνικά.

Ο αγώνας υπέρ της ειρήνης δεν ξεκινά τη δεδομένη στιγμή που έχουμε πολιτικές εντάσεις μεταξύ κρατών, ή όταν επωάζονται εχθροπραξίες. Ξεκινά, πρώτα απ' όλα, μέσα μας.

Και θα ήθελα να πω κάτι γι' αυτή την όψη της ειρήνης, γιατί χωρίς αυτό δεν νομίζω πως μπορεί να γίνει κατανοητή η Ορθόδοξη προσέγγιση στην ειρήνη, στον πόλεμο, στις αντιπαραθέσεις εν γένει.
Βιώνουμε εντάσεις μέσα μας, μιαν έλλειψη αρμονίας που οφείλεται στο ότι οι ρίζες μας στον Θεό δεν είναι αρκετά βαθιές. Μεταφορικά, μπορούμε να πούμε ότι ο Θεός είναι ο κώδικας της αρμονίας, το κλειδί της αρμονίας, εκείνο που θα έκανε ένα κείμενο κατανοητό, θα του έδινε δομή.

Άμα δεν υπάρχει ο κώδικας, δεν μπορούμε να διαβάσουμε το κείμενο, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι εννοεί. Το ίδιο ισχύει και για τις ανθρώπινες σχέσεις. Θα θυμάστε το απόσπασμα του προφήτη που λέει:

“Μιλούν για ειρήνη, και ειρήνη δεν θα τους δοθεί”. Διότι δεν υπάρχει τρόπος να οικοδομήσουμε ειρήνη με βάση τα πλεονεκτήματα που περιμένουμε από αυτήν ή με βάση τους φόβους που προκαλεί η έλλειψή της.

Η ειρήνη, πρώτα απ' όλα, ξεκινά με το να είμαστε γερά αγκυροβολημένοι στον Θεό.
Θυμηθείτε ξανά τον χαιρετισμό των αγγέλων τη νύχτα των Χριστουγέννων: “Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία”. Αυτή είναι η σειρά των πραγμάτων. Χωρίς αυτή δεν μπορεί να επιβιώσει η ειρήνη, γιατί τότε θα στηρίζεται στον φόβο, στη δειλία ή στα επιθυμητά οφέλη. Αλλά, από τη στιγμή που αρχίζουμε να μιλάμε για οφέλη και πλεονεκτήματα, δημιουργούμε αντικρουόμενες επιθυμίες, ελπίδες, ανάγκες.
“Illness – health; peace and war”, 1995
Metropolitan Anthony (after ab. 50 years of priesthood)
(Μητροπολίτης Αντώνιος του Σουρόζ, Ο ΕΑΥΤΟΣ ΜΑΣ και Ο ΑΛΛΟΣ, στοχασμοί για τις ανθρώπινες σχέσεις, εκδ. Πορφύρα, σελ. 75-76)

«Όταν ζυμώνανε οι αδελφές, είχε πάρα πολύ μεγάλη χαρά να δίνη ως ευλογία ζυμωτό ψωμί.

Κάποτε στον Εσπερινό του Σαββάτου της Τυρινής είχε έρθει μια οικογένεια και η Γερόντισσα Μακρίνα, όταν την κατευόδωνε, είπε σε μια μοναχή να τους δώση ένα καρβέλι ψωμί, καίτοι η υπεύθυνη αδελφή την είχε ενημερώσει ότι ήταν το τελευταίο και δεν υπήρχε χρόνος να ζυμώσουν άλλο, διότι θα άρχιζε η Καθαρά Εβδομάδα.

Η Γερόντισσα είχε πλήρη εμπιστοσύνη ότι η Παναγία θα οικονομούσε το Μοναστήρι Της και έτσι το τελευταίο καρβέλι δόθηκε. Μετά το Απόδειπνο, και ενώ είχε κλείσει η πύλη της Μονής, κάποιος κτυπούσε το κουδούνι επιμόνως.

Ήταν ένας αρτοποιός, γνωστός της Μονής, ο οποίος είχε φέρει ένα αυτοκίνητο φρέσκα ψωμιά. Ήταν τόσο μεγάλη η ποσότητα, ώστε οι αδελφές το έκαναν παξιμάδι και πέρασαν με αυτό όλη τη Μ. Τεσσαρακοστή»(ΛΚ, 59).

(Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, ο Αντίχριστος, Σταμάτα 2016, σελ. 119 όπου και η πηγή)

(το παρόν κείμενο φανερώνει την τεράστια εξάπλωση των αποκρύφων κειμένων από τα τέλη του 2ου αιώνα, αφού μία ολόκληρη τοπική Εκκλησία διάβαζε το κατά Πέτρον, και τον αγώνα που έκανε η Εκκλησία, κυρίως μεσω των επισκόπων που ήταν οι φορείς της αποστολικής Παράδοσης, να προστατεύσει το ποίμνιό της από την παραχάραξη της ορθής πίστης!).

Γράφει ο Ευσέβιος Καισαρείας.

«Επίσης μία άλλη πραγματεία του Σεραπίωνος (όγδοος επίσκοπος Αντιοχείας,192-212 μ.Χ.) περί του λεγομένου Κατά Πέτρον Ευαγγελίου, την οποία συνέταξε για να ανασκευάσει τα σε αυτό περιεχόμενα ψεύδη, εξ’ αιτίας του παρασυρμού ορισμένων πιστών της παροικίας Ρωσσού σε ετερόδοξες διδασκαλίες με αφορμή την εν λόγω γραφή. Από την πραγματεία αυτή είναι χρήσιμο να παραθέσουμε σύντομα χωρία, στα οποία εκθέτει την γνώμη την οποία είχε για το βιβλίο, γράφοντας έτσι.
«Πράγματι εμείς, αδελφοί, αποδεχόμαστε και τον Πέτρο και τους άλλους αποστόλους σαν το Χριστό, τα επ’ ονόματι αυτών όμως ψευδεπίγραφα τα απορρίπτουμε λόγω της πείρας μας, επειδή γνωρίζουμε ότι δεν παραλάβαμε τέτοια βιβλία. Πράγματι εγώ, όταν βρισκόμουν κοντά σας, υπέθετα ότι όλοι είστε προσκολλημένοι στην ορθή πίστη και, χωρίς να διαβάσω το από αυτούς παρουσιαζόμενο ευαγγέλιο επ’ ονόματι του Πέτρου, είπα ότι αν αυτό μόνο είναι που προκαλεί ανάμεσά σας φιλονικίες, ας διαβάζεται.

Τώρα όμως οπόταν έμαθα ότι ο νους τους φώλευε σε κάποια αίρεση, τουλάχιστον όπως μου είπαν, θα φροντίσω να έλθω πάλι σε εσάς, ώστε αδελφοί, να με περιμένετε γρήγορα.

Εμείς λοιπόν, αδελφοί, αφού καταλάβαμε σε ποια αίρεση ανήκε ο Μαρκιανός, ο οποίος αντέφασκε στον εαυτό του, μη κατανοώντας τι έλεγε, τα οποία θα μάθετε από όσα σας γράφτηκαν… Διότι μπορέσαμε από άλλους οι οποίοι δέχονταν το ευαγγέλιο αυτό, δηλαδή από τους διαδόχους των εισηγητών του από την αρχή, τους οποίους ονομάζουμε Δοκητές -διότι οι περισσότερες αντιλήψεις είναι της διδασκαλίας εκείνων-, αφού επωφεληθήκαμε από αυτούς, να διεξέλθουμε το κείμενο και να βρούμε ότι τα μεν περισσότερα ανήκουν στον ορθό λόγο του Σωτήρα, μερικά όμως είναι παρέμβλητα, τα οποία και σημειώνουμε παρακάτω για χάρη σας»


(Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία ΣΤ, 12,2-6, εκδ. ΕΠΕ, τόμος 2, σελ. 249-251 υπογραμμίσεις δικές μας)

άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς ήδη γνωρίζει τα 4 Ευαγγέλια στα χρόνια του ως ολοκληρωμένη συλλογή. Αυτό ως απάντηση στο ότι η Εκκλησία πολύ αργότερα διάλεξε και επέβαλλε τα 4 μόνο Ευαγγέλια! Τα παρακάτω γράφτηκαν το 147 μ.Χ. ή γύρω στο 150 μ.Χ. Τόπος συγγραφής η Ρώμη κατά τον Π. Χρήστου, μεταξύ των ετών 150 και 155 κατά τον Στυλιανό Παπαδόπουλο)


1)  «Διότι οι Απόστολοι στα γραμμένα από αυτούς απομνημονεύματα, τα οποία ονομάζονται ευαγγέλια, παρέδωσαν ότι έτσι διατάχτηκε σε αυτούς. Ο Ιησούς αφού πήρε άρτο και ευχαρίστησε, είπε, «αυτό να κάνετε στην ανάμνησή μου, αυτό είναι το σώμα μου, ομοίως αφού πήρε το ποτήρι και ευχαρίστησε είπε, αυτό είναι το αίμα μου (Λουκ. 22,19 ε.)» (Απολογία Α 66,3)
2)  «Και κατά την ημέρα που λέγεται «του ηλίου»(=Κυριακή) γίνεται συνάθροιση στο ίδιο μέρος όλων των πιστών, που κατοικούν είτε σε πόλεις είτε στην ύπαιθρο, και διαβάζονται τα απομνημονεύματα των αποστόλων ή τα συγγράμματα των προφητών, όσο επιτρέπει ο χρόνος». (ο.π. 67,3)
3)  «Πράγματι στα απομνημονεύματα, τα οποία λέω ότι συντάχτηκαν από τους Αποστόλους του και τους μαθητές τους, έχει γραφτεί ότι «χυνόταν κάτω ιδρώτας σαν θρόμβοι» (Λουκ. 22,44)» (Διάλογος προς Τρύφωνα 103,8)
4)  «Το ότι λέει ότι μετωνόμασε Πέτρο έναν από τους Αποστόλους και όπως γράφτηκε στα απομνημονεύματα αυτού ότι αυτό έγινε, μαζί με το ότι επωνόμασε και άλλους δύο αδελφούς, υιούς Ζεβεδαίου, με το όνομα «Βοανεργές, δηλαδή υιοί βροντής»(Μαρκ. 3,16)». (Διάλογος... 106,3)
5)  «Και για το ότι επρόκειτο να αναστηθεί την τρίτη ημέρα μετά τη σταύρωση, έχει γραφτεί στα απομνημονεύματα ότι οι από το γένος σας συζητούντες με αυτόν έλεγαν ότι, «δείξε μας σημείο» (Ματθ. 12,38,)». (Διάλογος... 107,1)

(εκδόσεις ΕΠΕ, Απολογηται 1, Ιουστίνος, όπου και η μετάφραση παραλλαγμένη προς τα νέα ελληνικά, υπογραμμίσεις δικές μας)

custom image (2)

img025

Ο Ιερός Ναός

Σας καλωσορίζουμε στην ιστοσελίδα του ιερού μας Ναού. Η Ενορία μας, με τις πρεσβείες του αγίου Μάρτυρος Σώζωντος αλλά και με την ευλογία και την καθοδήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Συμεών, επί σειρά ετών προσπαθεί να επιτελέσει το ποιμαντικό της έργο προς δόξαν Θεού και οικοδομή των πιστών. Να ενώσει τους πιστούς με το Χριστό αλλά και μεταξύ τους, αφού κατά τον Απόστολο Παύλο:

«Οἱ πολλοὶ ἕν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ, ὁ δὲ καθ' εἷς ἀλλήλων μέλη» (Οι πολλοί πιστοί είμαστε ένα σώμα λόγω της ένωσής μας με το Χριστό και ο καθένας μέλη ο ένας του άλλου» (Ρωμ. ιβ΄ 5). «Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους» (Εσείς είστε Χριστού και μέλη που ο καθένας αποτελεί ένα μέρος του συνόλου) (Α' Κορ. ιβ' 27). Είμαστε όλοι μας ένα σώμα, το σώμα του Χριστού. μέλη του Χριστού, είμαστε και μέλη ο ένας του άλλου.

Αυτό είναι η Εκκλησία και ειδικότερα η Ενορία μας. Είναι η οικογένειά μας, το σπίτι μας, το σώμα μας. Δυστυχώς, όμως, στην εποχή μας χάσαμε αυτήν την ενότητα και με το Χριστό και μεταξύ μας. Απομονωθήκαμε. «Χαθήκαμε», όπως λέμε συχνά. Η Ενορία κατάντησε να είναι για πολλούς κάτι στο οποίο απευθύνομαι, όταν θέλω να βαπτίσω το παιδί μου ή να παντρευτώ. Δε νιώθουμε την Ενορία μας και το Ναό μας σπίτι μας, λιμάνι μας. Κάτι ΔΙΚΟ ΜΑΣ. Η Ενορία, όμως, ο Χριστός, το Σώμα Του, μας καλεί όλους. Μας καλούν και οι άλλοι αδελφοί μας, τα μέλη μας, να ενωθούμε και πάλι, να γίνουμε ένα σώμα με κεφαλή το Χριστό. Ενορία δεν είναι μόνο ο Ναός, αλλά και τα πρόσωπα. Είναι οι ιερείς, οι πνευματικοί μας πατέρες, οι αδελφοί μας. Η Ενορία δεν εξαντλείται μόνο σε ένα σκέτο εκκλησιασμό που, δυστυχώς, και αυτός χάθηκε για τους περισσότερους ενορίτες. Η Εκκλησίας μας, έχει και άλλες εκδηλώσεις και συνάξεις και δραστηριότητες που δεν είναι για λίγους, αλλά για όλους μας. Αυτή η ιστοσελίδα, σκοπό έχει την πνευματική τροφοδοσία των Χριστιανών αλλά και την πολύπλευρη ενημέρωση των πιστών μας για όλες τις εκδηλώσεις της Ενορίας του Αγίου Σώστη.

Τελευταίες αναρτήσεις κειμένων (blog)