ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Διακονία αρρώστων
Χθές βράδυ, την ώρα που πήγαινα στον ναό για την αγρυπνία,
είδα σε μια άκρη έναν πατέρα με ένα παιδάκι σε αναπηρικό καροτσάκι.
Πλησίασα, αγκάλιασα τον μικρό και τον φίλησα. «Είσαι ένας άγγελος, του είπα, το ξέρεις;».
Και στον πατέρα του είπα: «Μεγάλη τιμή για σένα να υπηρετής έναν άγγελο.
Να χαίρεστε, γιατί θα πάτε και οι δύο στον Παράδεισο».
Έλαμψαν από χαρά τα πρόσωπά τους, γιατί ένιωσαν την θεϊκή παρηγοριά.
Αυτοί που διακονούν αρρώστους, αναπήρους κ.λπ. με αγάπη και υπομονή, αν έχουν αμαρτίες,
σβήνουν τις αμαρτίες τους με την θυσία που κάνουν• αν δεν έχουν αμαρτίες, αγιάζονται.
Κάποτε μια γυναίκα μου διηγήθηκε μερικά γεγονότα από την ζωή της πολύ θαυμαστά.
Απόρησα, γιατί ήταν καταστάσεις που συναντούμε στους βίους των Αγίων και αυτή ήταν μια απλή γυναίκα.
[...] Όλη την ζωή της δηλαδή αυτή η γυναίκα την πέρασε διακονώντας αρρώστους.
Διψούσε όλα αυτά τα χρόνια να μελετήση, να πάη σε κάποια αγρυπνία, αλλά δεν είχε χρόνο.
Επειδή όμως ήταν δικαιολογημένη, ο Θεός στο τέλος της έδωσε μαζεμένη την Χάρη Του.
-Γέροντα, μερικοί άνθρωποι, όταν αρρωσταίνουν, αποκτούν πολλές παραξενιές.
-Ναί, αυτό συμβαίνει, αλλά και οι υγιείς πρέπει να δικαιολογούν λίγο την ανησυχία,
την γκρίνια ή την ιδιοτροπία των αρρώστων, γιατί αυτά είναι φυσικά στους αρρώστους.
Ειδικά, όποιος δεν έχει αρρωστήσει, δεν μπορεί να καταλάβη τον άρρωστο,
γιατί δεν έχει πονέσει και η καρδιά του είναι λίγο σκληρή.
Όσοι υπηρετούν έναν άρρωστο, έναν κατάκοιτο, χρειάζεται πολύ να προσέξουν να μην τον κάνουν να γογγύση.
Μπορεί να τον υπηρετούν για χρόνια, αν όμως μια φορά στο τέλος τον κάνουν να γογγύση, τα χάνουν όλα.
Είναι βαρύ να φύγη η ψυχή με γογγυσμό από αυτόν τον κόσμο.
Αλλά και εκείνους μετά ο πονηρός θα τους βασανίζη, λεπταίνοντας δήθεν την συνείδησή τους.
-Γέροντα, όταν υπηρετής έναν άρρωστο, δεν σε καταβάλλει μόνον η κούραση,
αλλά και η στενοχώρια, γιατί βλέπεις έναν δικό σου άνθρωπο σιγά-σιγά να σβήνη.
-Ναί, αλλά και ο Θεός όλους τους οικονομάει! Βλέπεις, όταν αρρωσταίνη ένα μέλος από την οικογένεια,
όλη η οικογένεια πονάει. Και αν τυχόν είναι ο πατέρας και δεν μπορή να εργαστή,
ολόκληρη η οικογένεια και πονάει και δυστυχεί.
Έχει την αγωνία, «θα ζήσει ο πατέρας, δεν θα ζήσει;».
Βασανίζεται αυτός, βασανίζονται και οι άλλοι. Σβήνει αυτός, σβήνουν και οι γύρω του.
Και η μητέρα τότε πρέπει να δουλέψη περισσότερο.
Να φροντίση τα παιδιά, να πάη και στο νοσοκομείο, για να κοιτάξη τον άρρωστο.
Θέλω να πώ, όταν κάποιος αρρωστήσει από μια βαρειά αρρώστια, και ο ίδιος υποφέρει,
κουράζεται και θέλει να πεθάνη, αλλά και οι δικοί του που τον υπηρετούν, στενοχωριούνται,
ταλαιπωρούνται και κουράζονται. Και όσο περισσότερο δεμένοι και αγαπημένοι είναι,
επιτρέπει στο τέλος ο Θεός, και ο άρρωστος και αυτοί που τον υπηρετούν να ταλαιπωρούνται πιο πολύ,
να πονούν πιο πολύ, μέχρι να φθάσουν να πούν: «άς τον πάρη ο Θεός, για να ξεκουρασθή» -
αλλά για να ξεκουρασθούν και αυτοί. Βλέπετε, όταν μια οικογένεια είναι πολύ αγαπημένη,
και οι γονείς πεθαίνουν στα καλά καθούμενα, χωρίς να αρρωστήσουν,
και δεν ταλαιπωρούνται ούτε αυτοί ούτε τα παιδιά τους, γιατί χρειάσθηκε να τους υπηρετήσουν,
ο πόνος του χωρισμού για τα παιδιά είναι πολύ οδυνηρός.
-Γέροντα, ο ψυχικός παράγων πόσο μπορεί να επηρεάση την σωματική υγεία;
-Όταν κανείς είναι ψυχικά καλά, ο σωματικός πόνος ελαφρώνει. Όταν δεν είναι καλά ψυχικά,
η άσχημη ψυχική κατάσταση επιδεινώνει την υγεία του.
Πάρε έναν καρκινοπαθή που τον έχουν ξεγραμμένο οι γιατροί.
Αν πιστεύη στον Θεό και βρεθή σε μια χαρούμενη πνευματική ατμόσφαιρα, μπορεί να ζήση περισσότερο,
ενώ διαφορετικά μπορεί να λειώση από την στενοχώρια του και να σβήση μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Καμμιά φορά μπορεί κάποιος από ιατρικής πλευράς να είναι υγιής, οι εξετάσεις να μη δείχνουν τίποτε,
αλλά, αν έχη κάτι που τον σακατεύει ψυχικά, τότε να μην είναι πραγματικά καλά.
Γιατί οι περισσότερες αρρώστιες από την στενοχώρια ξεκινούν.
Όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποιο ευαίσθητο σημείο. Μ
ια στενοχώρια άλλον θα τον χτυπήση στο στομάχι, άλλον στο κεφάλι.
Το καλύτερο φάρμακο για μια αρρώστια είναι η πνευματική χαρά, γιατί σκορπάει την θεία Χάρη στην ψυχή.
Η πνευματική χαρά έχει την μεγαλύτερη ιαματική δύναμη για όλες τις αρρώστιες.
Είναι η θεϊκή αλοιφή που επουλώνει τις πληγές, ενώ η στενοχώρια τις ερεθίζει.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 220-223)
«Η αρχή σοφίας φόβος Κυρίου» (Ψαλμ. 110:10). Και πάλι λέει: «Αρχή και τέλος είναι ο φόβος του Θεού» (Παροιμ. 1, 7:9, 10:22, 4). Αρχή εννοεί τον αρχικό φόβο που τον διαδέχεται ο τέλειος, ο φόβος των αγίων.
Ο αρχικός λοιπόν φόβος ταιριάζει στο δικό μας πνευματικό επίπεδο. Αυτός προφυλάσσει την ψυχή από κάθε κακία, όπως το γάνωμα προφυλάσσει το χάλκωμα. Γιατί λέει: «Με το φόβο του Κυρίου ξεφεύγει καθένας από κάθε κακό» (Παροιμ. 15, 27). Εάν λοιπόν απομακρυνθεί από το κακό, με το φόβο της τιμωρίας, σαν το δούλο που φοβάται το αφεντικό του, φτάνει σιγά-σιγά να κάνει το καλό, και κάνοντας το καλό αρχίζει λίγο -λίγο να ελπίζει και σε κάποια αμοιβή της εργασίας, όπως ακριβώς και ο μισθωτός.
Όταν λοιπόν επιμείνει στην αποφυγή του κακού, όπως είπαμε, από φόβο σαν το δούλο, και πάλι, όταν συνεχίσει να κάνει το καλό με την ελπίδα της αμοιβής, όπως ακριβώς ο μισθωτός, παραμένοντας, με τη Χάρη Θεού, στην προσπάθεια του καλού για αρκετό χρονικό διάστημα και προσεγγίζοντας το Θεό, ανάλογα με την πρόοδό του, γεύεται τελικά τη Θεϊκή παρουσία και δεν θέλει πια ν᾿ απομακρυνθεί από το Θεό. Γιατί «ποιος μπορεί πια να τον χωρίσει», όπως είπε ο Απόστολος, «από την αγάπη του Χριστού»; (Ρωμ. Η΄:35). Τότε φτάνει στην κατάσταση του υιού και αγαπάει το καλό για το ίδιο το καλό και φοβάται επειδή αγαπάει. Αυτός ακριβώς είναι ο μεγάλος και τέλειος φόβος.
Γι᾿ αυτό ο Προφήτης διδάσκοντάς μας τη διαφορά αυτών των φόβων έλεγε: «Ελάτε, παιδιά μου, ακούστε με, θα σας διδάξω το φόβο του Θεού» (Ψαλμ. 33 : 12). Προσέξτε σε κάθε λόγο του Προφήτη, προσέξτε ότι κάθε λέξη του έχει δύναμη. Πρώτα-πρώτα λέει:
«Ελάτε κοντά μου», προσκαλώντας μας στην αρετή. Προσθέτει και τη λέξη «παιδιά». Παιδιά ονομάζουν οι άγιοι εκείνους που με το λόγο τους μεταμορφώνονται από την κακία στην αρετή, όπως λέει ο Απόστολος: «Παιδιά, που για χάρη σας ξαναδοκιμάζω τις ωδίνες του τοκετού, μέχρι να μορφωθεί ο Χριστός μέσα σας» (Γαλ. Δ΄: 19). Μετά, αφού μας προσκάλεσε και μας παρακίνησε για μια τέτοια μεταμόρφωση, λέει: «Θα σας διδάξω το φόβο του Κυρίου». Βλέπετε την παρρησία του Αγίου; Εμείς όταν θέλουμε να πούμε κάτι καλό, πάντα λέμε: «Θέλετε να μιλήσουμε λίγο και να εμβαθύνουμε στο τι σημαίνει φόβος του Θεού ή κάποια άλλη αρετή»; Ο Άγιος όμως δεν μίλησε έτσι, αλλά με παρρησία έλεγε: «Ελάτε, παιδιά μου, ακούστε με, θα σας διδάξω το φόβο του Θεού. Ποιος είναι εκείνος ο άνθρωπος, που θέλει να ζήσει, που επιθυμεί να δει καλές ημέρες» (Ψαλμ. 33:13). Μετά σαν κάποιος ν᾿ απάντησε: «Εγώ θέλω. Μάθε με πώς να ζήσω, ώστε να δω καλές ημέρες», τον διδάσκει λέγοντας: «Σταμάτησε τη γλώσσα σου να λέει ανάρμοστα λόγια και τα χείλη σου να μιλάνε με τρόπο δόλιο» (Ψαλμ. 33:14). Να, αμέσως κόβει την ενέργεια του κακού με το φόβο του Θεού. Το να σταματήσεις τη γλώσσα σου να λέει ανάρμοστα λόγια, σημαίνει να μην πληγώσεις με κάποιο λόγο τη συνείδηση του πλησίον, να μην κακολογήσεις, να μην κάνεις κανέναν να οργιστεί. Το δε «τα χείλη σου να μη μιλάνε με τρόπο δόλιο» σημαίνει να μην εξαπατήσεις τον πλησίον.
Μετά προσθέτει: «Απομακρύνσου από το κακό». Ανέφερε πρώτα μερικές αμαρτίες, την καταλαλιά, τη δολιότητα, και συμπλήρωσε γενικά για κάθε άλλη κακία το «απομακρύνσου από το κακό». Δηλαδή, μ᾿ ένα λόγο, απόφυγε κάθε κακό, απομακρύνσου από κάθε πράγμα που οδηγεί στην αμαρτία. Και δεν είπε μόνον αυτό και σιώπησε αλλά πρόσθεσε: «Κάνε το καλό». Γιατί πολλές φορές δεν κάνει κανείς το κακό, αλλ᾿ όμως δεν κάνει ούτε καλό.
Δεν αδικεί, όμως ούτε και ελεεί.
Δεν μισεί, όμως ούτε αγαπάει.
Καλά λοιπόν είπε ο Προφήτης: «Απομακρύνσου από το κακό και κάνε το καλό». Έτσι μας δείχνει με τη σειρά τις τρεις εκείνες καταστάσεις που προείπαμε. Με το φόβο δηλαδή του Θεού οδηγεί την ψυχή μακριά από το κακό και την παροτρύνει να ανυψωθεί στο χώρο του καλού. Γιατί, αν αξιωθεί απ᾿ αυτό, με φυσικό τρόπο πια κάνει το καλό, με την καθοδήγηση των αγίων. Αφού είπε πολύ καλά αυτά, στη συνέχεια πρόσθεσε: «Ζήτησε την ειρήνη και επιδίωξέ την», και δεν είπε: «Ζήτησε» μόνον, αλλά «κυνήγησέ την», για να την αποκτήσεις.
Προσέξτε πολύ αυτό το ρητό και παρατηρήστε την ακρίβεια του Αγίου. Όταν αξιωθεί κανείς ν᾿ απομακρυνθεί από το κακό και αγωνιστεί, με τη Χάρη του Θεού, να κάνει συνέχεια το καλό αμέσως αρχίζουν οι εχθροί του να τον πολεμούν. Αγωνίζεται λοιπόν, κοπιάζει, συντρίβεται, όχι μόνον επειδή φοβάται να μην ξαναγυρίσει στο κακό, όπως είπαμε για το δούλο, αλλά ελπίζοντας ότι θα πάρει το μισθό του για το καλό, όπως ακριβώς ο μισθωτός. Με το να πολεμιέται λοιπόν και να πολεμάει και να κτυπιέται με τον εχθρό, κάνει το καλό, αλλά με πολλή θλίψη, με πολλή συντριβή. Όταν λοιπόν πάρει βοήθεια από το Θεό και αρχίζει να συνηθίζει να κάνει το καλό, τότε βλέπει την ανάπαυση, τότε γεύεται προοδευτικά την ειρήνη, τότε αισθάνεται ποια είναι η θλίψη του πολέμου και ποια η χαρά και η ευφροσύνη της ειρήνης. Τότε λοιπόν τη ζητάει, αγωνίζεται και την καταδιώκει τρέχοντας για να την κερδίσει, για να την κατακτήσει τέλεια, για να την εγκαταστήσει στην ψυχή του. Ποιος λοιπόν είναι πιο μακάριος από την ψυχή εκείνη, που αξιώθηκε να φτάσει σ᾿ αυτό το μέτρο; Αυτός, όπως πολλές φορές είπαμε, βρίσκεται στην κατάσταση του υιού. Γιατί, πραγματικά, είναι μακάριοι αυτοί που επιδιώκουν την ειρήνη, «Γιατί αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού» (Ματθ. Ε΄: 9). Ποιος λοιπόν μπορεί να πείσει πλέον την ψυχή εκείνη να κάνει το καλό για κάποιον άλλο λόγο, εκτός από την απόλαυση αυτού του ίδιου του αγαθού; Ποιος άλλος γνωρίζει αυτή τη χαρά, παρά εκείνος που τη γεύτηκε; Τότε αυτός γνωρίζει, όπως πολλές φορές είπαμε, τον τέλειο φόβο.
Ακούσαμε λοιπόν ποιος είναι ο τέλειος φόβος των αγίων και ποιος είναι ο αρχικός φόβος της δικής μας καταστάσεως και από που ξεκινάει κανείς και που φτάνει με το φόβο του Θεού.
Τω Θεώ πρέπει κάθε δόξα τιμή και προσκύνηση, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν!
("Αββά Δωροθέου έργα ασκητικά", Ε΄ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ, εκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ», Ιερά Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα)
Εκδίκησις
όχι κακό αντί κακού
Αυτός ο τρόπος ζωής είναι ο σπουδαιότερος. Όχι μόνο να μην εκδικήσαι το κακό με κακό, αλλά και να προσφέρης στο κακό το καλό. Αυτό είναι πραγματική άμυνα· και εκείνον εξουδετερώνει και εσένα ωφελεί. Μάλλον δε και για εκείνον είναι μεγάλη η ωφέλεια, αν φυσικά θέλη.
E.Π.E. 22,554
οφθαλμός αντί οφθαλμού
Γιατί μιμούμαστε αυτούς που κάνουν σαν τρελοί, κατατρώγοντας ο ένας τον άλλον; Άκουσε πόσος λόγος γίνεται γι’ αυτό στην Παλαιά Διαθήκη: «Οι δρόμοι των μνησικάκων οδηγούν στο θάνατο». Αν όμως επέτρεψε, να βγάζουν μάτι αντί για μάτι και δόντι αντί για δόντι, πώς τους κατηγορεί; Αν επέτρεψε η Παλαιά κάτι τέτοια, είναι όχι για να τα κάνουμε αυτά μεταξύ μας, αλλά για να αποφύγουμε να τα κάνουμε από το φόβο, μήπως τα υποστούμε μετά οι ίδιοι. Και για ένα άλλο λόγο: Εκείνα (τα εκδικητικά) είναι αποτέλεσμα κάποιας στιγμιαίας οργής, ενώ η μνησικακία προέρχεται από σχεδιασμένη πονηρία. Θα ισχυριστής ίσως, ότι σου έκαναν κακό. Όμως τίποτε δεν είναι τόσο κακό, όσο αυτό που συ κάνεις στον εαυτό σου με τη μνησικακία.
Ε.Π.Ε. 12,126-128
«Εκένωσεν εαυτόν»
όχι αρπαγμός
Επειδή πολλοί άνθρωποι νομίζουν, ότι στερούνται του δικού τους αξιώματος όταν είναι ταπεινόφρονες και ότι υποβιβάζονται και ευτελίζονται, επισημαίνοντας αυτό το φόβο και επεξηγώντας πως δεν πρέπει έτσι να σκέπτωνται, λέει ο Παύλος, ότι ο μονογενής Υιός του Θεού, που υπήρχε εν μορφή Θεού και δεν είχε τίποτε λιγότερο από τον Πατέρα, ο ίσος προς Εκείνον, δεν θεώρησε, ότι είχε εξ αρπαγής την ισότητα προς τον Θεό Πατέρα.
Ε.Π.Ε. 21,532
φυσική η εξουσία της Θεότητας
Όποιος από τη φύσι του έχει ένα αξίωμα, δεν φοβάται και να κατεβή από αυτό, επειδή γνωρίζει, ότι δεν θα πάθη τίποτε. Όπως π.χ. ο Αβεσσαλώμ, άρπαξε την εξουσία και δεν ήθελε με κανένα τρόπο να την παραδώση... Ο Υιός του Θεού δεν φοβήθηκε να κατεβή από το αξίωμά Του, διότι δεν θεώρησε ότι είχε τη Θεότητα από αρπαγή, ούτε φοβόταν μήπως κάποιος του αφαιρέση το αξίωμα ή τη φύσι Του. Γι’ αυτό και απέθεσε το αξίωμα, έχοντας την πεποίθησι, ότι θα το ξαναπάρη. Και το έκρυψε, αφού ήξερε, ότι καθόλου δεν θα το στερηθή αυτό (τη Θεότητά Του). Γι’ αυτό δεν είπε ο απόστολος Παύλος, ότι άρπαξε τη Θεότητα, αλλ’ είπε: «Δεν θεώρησε, ότι είχε την εξουσία εξ αρπαγής».
Ε.Π.Ε. 21,530-532
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 121-122)
Ειρωνείες
στο σταυρικό πάθος
Αυτόν, που Τον είδαν να Τον γυμνώνουν, να Τον χτυπούν, να Τον φτύνουν, να Τον διασύρουν, να Τον σταυρώνουν, να Τον ποτίζουν με όξος, να Τον χλευάζουν χυδαίοι τύποι και ληστές, να Τον κεντούν με τη μυτερή λόγχη, αυτόν, τον Εσταυρωμένο, τον εγκατέλειπαν οι Γαλάτες και έτρεχαν σε ποιον; Στο νόμο, χωρίς να ντραπούν καθόλου για τα παθήματα Εκείνου.
Ε.Π.Ε. 20,288
για το Χριστό
Δίδασκε ο Χριστός την αλήθεια, και του έλεγαν ότι είναι πλάνος. Έβγαζε δαιμόνια, και του έλεγαν, ότι έχει δαιμόνιο. Απομάκρυνε όλα τα κακά, και τον χαρακτήριζαν μάγο. Και αν θέλης να μάθης τους εμπαιγμούς και τις ειρωνείες που εξαπέλυαν εναντίον του, κάτι που ξεχωριστά πληγώνει τις ψυχές μας, άκουσε πρώτα όσες προέρχονταν από τους συγχωριανούς του: «Δεν είναι αυτός, ο γυιός του μαραγκού, που εμείς ξέρουμε τον πατέρα και τη μητέρα και τα αδέλφια του είναι ανάμεσά μας;». Περιπαίζοντάς τον δε για την καταγωγή του, έλεγαν: «Είναι από τη Ναζαρέτ... Ερεύνησε και θα δης, ότι προφήτης από τη Γαλιλαία δεν έχει βγη». Όλα τα υπέμενε, αν και τόσο πολύ τον συκοφαντούσαν. Θέλεις να μάθης και τις ειρωνείες, που εξαπέλυαν εναντίον του κατά τη σταύρωσι; Περιπαιχτικά τον προσκυνούσαν. Τον χτυπούσαν. Τον ράπιζαν και έλεγαν: «Πες μας, ποιος σε χτύπησε;». Και ξύδι του έβαλαν στο στόμα λέγοντας: «Αν είσαι γυιος του Θεού, να κατεβής από το σταυρό». Και για να τον χλευάσουν, του φόρεσαν χλαμύδα και τον έφτυναν στο πρόσωπο, και τον υπέβαλλαν σε όλες τις δοκιμασίες, ειρωνεύοντάς τον. Θέλεις να δης και τις κατηγορίες από τους ίδιους τους μαθητές του; Εκείνο το «δαιμόνιο έχεις» οι κοντινοί του το έλεγαν!
Ε.Π.Ε. 25,248
Είσοδος
και έξοδος
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ονομάζει έξοδο την ένσαρκο παρουσία Του στον κόσμο. Ενώ ο Παύλος την ονομάζει είσοδο. Πώς; Σωστά ο Χριστός καλεί την παρουσία Του έξοδο. Διότι ήμασταν όλοι οι άνθρωποι έξω από τον Θεό. Στα ανάκτορα όσοι είναι φυλακισμένοι ως αντίπαλοι του βασιλιά, στέκουν έξω. Και εκείνος, που θέλει να τους συμφιλιώσει, δεν τους εισάγει μέσα, αλλά βγαίνει εκείνος έξω και μιλάει μαζί τους, μέχρι να τους κάνη άξιους να τους δεχτή ο βασιλιάς. Κάτι τέτοιο έκανε και ο Χριστός. Εξήλθε από τον ουρανό, φόρεσε σάρκα, και αφού μας είπε τα σχετικά με τον ουράνιο Βασιλιά, μας εισήγαγε, αφού βέβαια μας καθάρισε τα αμαρτήματα και μας συμφιλίωσε. Γι’ αυτό η σάρκωσίς Του ονομάζεται έξοδος. Ο Παύλος όμως ονομάζει την παρουσία του Χριστού είσοδο, βλέποντας τη μεταφορά των ανθρώπων στην κληρονομιά του Θεού, στη βασιλεία Του.
Ε.Π.Ε. 24,258
του Χριστού στον κόσμο
Μιλώντας ο Παύλος (Εβρ. ι' 1-5) για είσοδο του Μονογενούς Υιού στον κόσμο, εννοεί την κατά σάρκα οικονομία. Διότι ήρθε σε μας χωρίς να μετακινηθή από τόπο σε τόπο. Πώς άλλωστε θα μπορούσε να συμβή κάτι τέτοιο, αφού είναι πανταχού παρών; Άρα φανερώθηκε σε μας, οικονομικά, με σάρκα.
Ε.Π.Ε. 34,342
Εισπήδησις
στον κίνδυνο
Κάποτε και το να φεύγη κανείς από τον κίνδυνο είναι δείγμα πίστεως. Γιατί, λοιπόν, ο Μωυσής δεν έμεινε στην Αίγυπτο, αφού δεν φοβόταν την οργή του Βασιλιά; Για να μη βάλη τον εαυτό του σε ολοφάνερο κίνδυνο. Θα ήταν σαν να πείραζε τον Θεό, το να πηδά μέσα στους κινδύνους και να λέη: «Ας δω, αν με σώζη ο Θεός»! Κάτι τέτοιο συνέβη και με τον πειρασμό του Χριστού. Ο διάβολος του είπε: «Ρίξε κάτω τον εαυτό σου». Βλέπεις, ότι αυτό είναι διαβολικό, το να ρίχνουμε, δηλαδή, άσκοπα και μάταια τους εαυτούς μας στους κινδύνους και να δοκιμάζουμε τον Θεό, αν θα μας σώση ή όχι;
Ε.Π.Ε. 25,204
«Ει τις επισκοπής...»
γιατί λέγεται;
«Αν κανείς επιθυμή επισκοπή», δεν τον κατηγορώ, λέει ο Παύλος. Είναι έργο προστασίας. Αν κάποιος έχη αυτή την πρόθεσι, ώστε να μην επιθυμή μόνο την εξουσία και την κυριαρχία, αλλά και τη φροντίδα για τους άλλους, τότε δεν τον κατηγορώ.
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 118-121)
174. Πώς παρίσταται ο Χριστός στο μυστήριο της Θείας ευχαριστίας;
Η παρουσία του Κυρίου στη θεία ευχαριστία δεν είναι απλός συμβολισμός, αλλά παρουσία πραγματική. Ο Κύριος με όλη την υπόστασή του βρίσκεται πραγματικά στον άρτο και τον οίνο της Ευχαριστίας κατά τη στιγμή του καθαγιασμού των τιμίων δώρων από τον ιερέα. Η ομολογία του Δοσιθέου περιγράφει άριστα το ζήτημα: «Τούτου εν τη ιερουργία πιστεύομεν παρείναι τον Κύριον Ίησούν Χριστόν ου τυπικώς ουδ’ εικονικώς ουδέ χάριτι υπερβαλλούση, ως εν τοις λοιποίς μυστηρίοις, ουδέ κατά μόνην παρουσίαν, καθώς τινες των Πατέρων ειρήκασι περί του βαπτίσματος, ουδέ κατ’ εναρτισμόν, ώστε ένουσθαι την θεότητα του Λόγου τω προκειμένω της ευχαριστίας άρτω, καθώς οι από Λουθήρου λίαν αμαθώς και αθλίως δοξάζουσι, αλλ΄ άληθώς και πραγματικώς, ώστε μετά τον αγιασμόν του άρτου και του οίνου μεταβάλλεσθαι, μετουσιούσθαι, μεταποιείσθαι, μεταρρυθμίζεσθαι τον μεν άρτον εις αυτό το αληθές του Κυρίου σώμα, όπερ εγεννήθη εν Βηθλεεμ της αειπαρθένου, εβαπτίσθη εν ’Ιορδανη, έπαθε, ετάφη, ανέστη, ανελήφθη, κάθηται εκ δεξιών του Θεού και πατρός, μέλλει ελθείν επί των νεφελών του ουρανού· τον δε οίνον μεταποιείσθαι και μετουσιούσθαι εις αυτό το αληθές του Κυρίου αίμα, όπερ κρεμαμένου από του σταυρού εχύθη υπέρ της του κόσμου ζωής».
Από την περιγραφή της Ομολογίας ανακύπτει ανάγλυφη η περί θείας ευχαριστίας ορθόδοξη διδασκαλία. Ο Χριστός στη θεία ευχαριστία δεν είναι παρών τυπικά και εικονικά ή με το πλήρωμα της θείας του χάριτος, όπως στα υπόλοιπα έξι μυστήρια της Εκκλησίας αλλά βρίσκεται ο ίδιος πραγματικά παρών, στον μεν άρτο κατά το άχραντο σώμα του σε όλες τις φάσεις της αναπτύξεώς του από τη στιγμή που γεννήθηκε από την Παρθένο μέχρι της εκ δεξιών του Πατρός καθέδρας του· στον οίνο δε, κατά το αίμα του που χύθηκε επάνω στο σταυρό.
Στο μυστήριο της ευχαριστίας τα φυσικά στοιχεία του άρτου και του οίνου χάνουν τη φυσική τους υπόσταση, η οποία μετατρέπεται στην ουσία της ανθρωπότητας του Χριστού δηλαδή στο σώμα και το αίμα του. Αλλάζουν ουσία, γιαυτό και η μεταβολή καλείται «μετουσίωση». Το μόνο που παραμένει στα φυσικά στοιχεία είναι τα λεγώμενα συμβεβηκότα, αυτά που δεν ανήκουν στην ουσία αλλά την περιβάλλουν, οι φυσικές ποιότητες, όπως η μορφή, το βάρος, η οσμή, η γεύση κ.τ.λ. Αυτό είναι μέτρο της θείας παιδαγωγίας, η οποία καλύπτει κάτω από τα συμβεβηκότα την ουσία του κυρίου σώματος και αίματος, για να διευκολύνει την κοινωνία των πιστών, που σαν άνθρωποι ασθενείς δεν θα άντεχαν να μεταλάβουν γυμνά, δηλαδή όπως στην πραγματικότητα είναι, το σώμα και το αίμα του Κυρίου.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 244-245)
γ. Η ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ
Η θεία ευχαριστία τρέφει τον άνθρωπο πνευματικά, τον αγιοποιεί και τον ενώνει με το Θεό. Είναι το κατ’ εξοχήν μυστήριο, στο οποίο συγκροτείται και ζεί η Εκκλησία, ως η επί γης ενσάρκωση της βασιλείας του Θεού. Η θεία ευχαριστία είναι θεοποιητικό μυστήριο, η συναγωγή και συνένωση του κόσμου στη θεία λυτρωτική ενέργεια. Είναι δε, όπως και το βάπτισμα, μυστήριο κυριακό. Η θεία Ευχαριστία έχει δύο όψεις· είναι μυστήριο και ταυτόχρονα θυσία.
173. Ποιά είναι η σύσταση του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας;
Το ίδρυσε απ’ ευθείας ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Τόσο μυριολεκτο είναι αυτό στη Γραφή, που κανείς δεν μπορεί αποχρώντως να το αρνηθεί. Οι περικοπές που κάνουν λόγο περί της συστάσεως του μυστηρίου είναι: ’Ιωαν. 6, 27-69, όπου ο Σωτήρας επαγγέλλεται τη σύσταση του μυστηρίου, και οι περικοπές: Ματθ. 26, 20-29, Μάρκ. 14, 17-25, Λουκ. 22, 14-38 και η Α' Κορ. 11, 23-25, κατά τις οποίες το εσπέρας προ του Πάσχα (Πέμπτη) ο Κύριος λαβών άρτον τον ευλόγησε και αφού τον έκοψε τον έδωσε στους μαθητές Του, είπων: «Λάβετε, φάγετε τούτο εστί το σώμα μου». Ομοίως λαβών το ποτήριο και ευχαριστήσας το έδωκε στους μαθητές του λέγουν: «Πίετε εξ αυτού παντες, τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής Διαθήκης, το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». Το μυστήριο ιδρύθηκε από τον Κύριο σαν αιώνιος θεσμός στην Εκκλησία: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν».
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 243-244)
172. Τι φρονούν περί του χρίσματος οι Διαμαρτυρόμενοι;
Δεν δέχονται το χρίσμα ως εκκλησιαστικό μυστήριο, αλλά σαν μια απλή τελετή μη αναγκαία για τη σωτηρία του ανθρώπου, την οποία μπορεί να στερηθεί η Εκκλησία χωρίς καμιά βλάβη ουσιαστική. Από τα μέσα όμως του ΙΖ' αιώνα και μετά από εισήγηση της Άγγλικανικής Εκκλησίας, το χρίσμα τελείται παντού (στην Αγγλικανική Εκκλησία από τους επισκόπους) σαν ένας επίσημος θεσμός εισόδου των βαπτιζόμενων παιδιών στην Εκκλησία, κατά την οποία ομολογούν τη διδασκαλία της πίστεως και προπαρασκευάζονται να μένουν πιστοί στην αληθινή γνώση του Θεού και εδραίοι στη γεμάτη από κινδύνους ζωή αυτή.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 242-243)
171. Ποιός είναι ο κατάλληλος χρόνος τελέσεως του χρίσματος;
Κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία το χρίσμα τελείται -όπως ήδη σημειώσαμε— μετά το βάπτισμα. Δια των δωρεών του Αγίου Πνεύματος κατασφραγίζεται η νέα ύπαρξη η αναδυθείσα από την κολυμβήθρα του βαπτίσματος, ενώ ο νέος πνευματικός βίος διαπτύσσεται σε προσωπικό έργο στις ψυχές των βαπτισθέντων. Η Ορθόδοξη Ομολογία παραινεί: «Παρευθύς μετά το βάπτισμα να χρίη ο ιερέυς το βαπτιζόμενον εις τα διορισμένα μέλη, επιλέγων τα λόγια “σφραγίς δωρεάς πνεύματος αγίου”».
Στο σημείο όμως αυτό η Ρωμαϊκή Εκκλησία ακολουθεί άλλη οδό: «Μπορεί μεν — αποφαίνεται η Ρωμαϊκή Κατήχηση— να τελεσθεί το χρίσμα μετά το βάπτισμα όμως αυτό σε λίγο ωφελεί, διότι τα παιδιά δεν μπορούν ακόμη να κάνουν χρήση του λογικού τους, δια τούτο καλόν είναι να αναβάλλεται στο 12ο και εν ανάγκη στο 7ο έτος διότι η βεβαίωση δεν ορίστηκε ως αναγκαία εις σωτηρίαν, αλλά για να παρασκευασθούμε άριστα ν’ αγωνισθούμε για την πίστη μας στο Χριστό· σ’ αυτό όμως το είδος της πάλης κανένας δεν μπορεί να θεωρήσει κατάλληλους αυτούς που στερούνται της χρήσεως του λόγου». Όπως βλέπουμε, η αναβολή της χρίσεως στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στηρίζεται στην έλλειψη κρίσεως και λόγου στα μικρά παιδιά. Από άποψη λογική βέβαια το πράγμα δεν είναι αστήρικτο και αδικαιολόγητο. Πώς μπορεί αλήθεια να αναχθεί κανείς σε αγώνες πνευματικούς, όταν το μυαλό του είναι ακόμη ανώριμο και η συνείδησή του αδιαμόρφωτη;
Όμως το λογικώς πιθανό και εύλογο δεν πρέπει να λαμβάνεται ως μέτρο εκτιμήσεως των πραγμάτων στο μυστηριακό και υπερλογικό χώρο της πίστεως. Αν επιχειρήσουμε αυτό, δεν θα μείνει τίποτε όρθιο, θα αποδιοργανώσουμε όλα τα δόγματα της πίστεως, και μάλιστα με πολλά και ισχυρά λογικά επιχειρήματα. Όμως και στη λογική βάση υπάρχουν πολλά ανερμήνευτα και ανεξήγητα. Αν η έλλειψη λόγου είναι το βασικό επιχείρημα μη τελέσεως του χρίσματος σε νηπιακή ηλικία, τότε γιατί τελούμε το βάπτισμα στην ηλικία αυτή; Μήπως τα βαπτιζόμενα νήπια έχουν αναπτυγμένη συνείδηση και λόγο; Άλλωστε η καταβολή της ανθρώπινης προσωπικότητας αρχίζει ήδη από του λίκνου, αν μη και ενωρίτερα. Για ποιό λόγο να στερηθεί το νήπιο της ευεργετικής ενέργειας των δώρων του Άγιου Πνεύματος για τη βαθμιαία ανάπτυξη του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς του;
Πέρα όμως από αυτά η τέλεση του χρίσματος ευθύς μετά το βάπτισμα αποτελεί πράξη αρχαιότατη της Εκκλησίας. Αντί πάσης άλλης μαρτυρίας παραθέτουμε τη μαρτυρία της εν Λαοδικεία Συνόδου: «Οι φωτιζόμενοι μετά το βάπτισμα χρίονται χρίσματι επουρανίω».
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 241-242)
«Αυτός πρόσφερε τον εαυτό του για μας για να μας λυτρώσει από κάθε ανομία και να μας καθαρίσει κάνοντάς μας για τον εαυτό του ένα λαό που θα ανήκει αποκλειστικά σ’ αυτόν και θα έχει ζήλο για καλά έργα» (Τίτος 2:14).
Σε μία επιτύμβια επιγραφή ενός τάφου υπήρχε μια μόνο λέξη: «Λυτρωμένος». Κάποια μέρα, μια επιτύμβια επιγραφή θα υπάρχει στους τάφους όλων μας. Άσχετα από το τι θα γράφει αυτή, σε δύο μόνο κατηγορίες θ’ ανήκουμε όλοι μας. Σ’ εκείνους που έχουν λυτρωθεί με το αίμα του Χριστού και θα βρίσκονται σ’ Εκείνου την ένδοξη παρουσία στον ουρανό, και σ’ εκείνους που έχουν πεθάνει μέσα στις αμαρτίες τους και θα είναι αιώνια αποχωρισμένοι από το Θεό, στην παρουσία του Σατανά στην κόλαση. Στη ζωή αυτή ο καθένας έχει την ευκαιρία να δεχτεί τη λυτρωτική χάρη, τη σωτηρία που του προσφέρει ο Χριστός. Μετά το θάνατο δεν υπάρχει ούτε μετάνοια ούτε σωτηρία. Ανήκεις εσύ στους λυτρωμένους; Αν ναι, δόξαζε το Θεό με τη ζωή και τα έργα σου. Αν όχι, δέξου τώρα το Σωτήρα Χριστό στην καρδιά σου με μετάνοια και πίστη και θα σε λυτρώσει. Πες του: Κύριε, λύτρωσέ με κι εμένα. Σε δέχομαι Σωτήρα μου.
(Σ.Α.Ι.)
«Άλλωστε, δε φέραμε τίποτα στον κόσμο με τη γέννησή μας και είναι φανερό πως ούτε και μπορούμε να πάρουμε μαζί μας τίποτα με το θάνατό μας» (Α’ Τιμόθεου 6:7)
Το ακούσαμε στις ειδήσεις. Ηλικιωμένος βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του. Δεν είχε κανέναν να τον φροντίσει και πέθανε δυστυχισμένος και αβοήθητος. Μέσα στο σπίτι του, θαμμένα σ’ ένα μπαούλο βρέθηκαν 95.000 δολάρια. Πιθανότατα τα μάζευε για τα γηρατειά του. Για να έχει ένα στήριγμα, ένα αποκούμπι. Μα αυτά δεν τον βοήθησαν καθόλου.
Όση περιουσία κι αν αποκτήσουμε, υπάρχουν περιπτώσεις στη ζωή μας που δεν μπορεί αυτή να μας βοηθήσει. Κι ούτε μπορούμε να πάρουμε κάτι μαζί μας με το θάνατό μας. Τίποτα εκτός από ένα. Το ένα αυτό είναι ο θησαυρός της αιώνιας, της ουράνιας ζωής, που ο Χριστός τη δίνει ενόσω ακόμα είμαστε στη γη και την παίρνουμε μαζί μας όταν πεθάνουμε. Γι’ αυτό είπε ο Χριστός: «Μη θησαυρίζεται θησαυρούς στη γη, όπου ο σκόρος και η σκουριά καταστρέφουν και όπου κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και κλέβουν. Αντίθετα να θησαυρίζετε για τους εαυτούς σας θησαυρούς στον ουρανό…» (Ματθ. 6:19). Τον έχεις αυτόν το θησαυρό; Ο Χριστός είναι έτοιμος να σου τον δώσει. Ζήτησέ τον.
(Σ.Α.Ι.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
380. Ζης στο σπίτι του Θεού –σ’ αυτόν τον όμορφο κόσμο- και απολαμβάνεις όλες τις δωρεές της θείας αγαθότητος ελεύθερα. Ζης στο σπίτι του Θεού –την Εκκλησία-, σ’ αυτό δηλαδή το σύνολο των σωσμένων, και απολαμβάνεις όλες τις δωρεές της θείας χάριτος, που έχεις ανάγκη για τη σωτηρία σου. Το ίδιο ελεύθερα λοιπόν να κάνης και συ το καλό στους άλλους, όσο βέβαια μπορείς. Κάνε το καλό ακόμη και στους αχαρίστους και τους κακούς, ώστε να είσαι γνήσιο παιδί του Υψίστου (Λουκ. στ’ 35). Άνοιγε το σπίτι σου στους φτωχνούς, έχοντας υπ’ όψι ότι και συ ζης ελεύθερα στο σπίτι του Θεού, στον κόσμο του, καθώς και στο πνευματικό σπίτι, στην Εκκλησία, που σε προετοιμάζει για την αιώνιο ζωή. Δίνε με χαρά και άφηνε τους άλλους να μετέχουν στο τραπέζι σου, ενθυμούμενος ότι και συ μετέχεις ελεύθερα στην τράπεζα του Κυρίου, με τη θεία κοινωνία (16 Απριλίου 1862).
381. Λές: «Τι μπορώ να κάνω με την καρδιά μου; Αντιτίθεται σε κάθε τι το αληθινό και άγιο. Της ζητείται δυνατή πίστις και πέφτει στη δυσπιστία. Θα έπρεπε να είναι γενναία και όμως δειλιά και πτοείται με το παραμικρό. Τι μπορώ να κάνω μ’ αυτή την καρδιά;» Σωστά την περιγράφεις, αδελφέ μου. Η καρδιά μας είναι ο στύλος του ψεύδους. «Πᾶς ἄνθρωπος ψεύστης» (Ρωμ. γ’ 4). Ό,τι όμως υπάρχει στην Εκκλησία, στη χάρι του Κυρίου που είναι αποταμιευμένη εκεί, είναι αλήθεια. Η Εκκλησία είναι «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α’ Τιμ. γ’ 15), γιατί έχει κτισθή πάνω στον ακρογωνιαίο λίθο, τον Χριστό, την Αυτοαλήθεια, και κινείται και κατευθύνεται από τον Παράκλητο, το Πνεύμα της αληθείας.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 162)