ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

1. Εις Τούρκον Δασοφύλακα

Αυτή η διήγησις μου εξιστορήθη παρά του γέροντος Χριστοδούλου, ότε ευρισκόμην εις το εν Βουνώ αγροκήπιον [1], βοηθών συνάμα τον κηπουρόν αδελφόν Ιερόθεον, κατά την 12ην του μηνός Ιουνίου του 1944.

Ο Γέρων Χριοτόδουλος αναμνησθείς το γεγονός, επισυμβάν επί τουρκοκρατίας, κατά το 1910 περίπου, μου το διηγήθη εις δόξαν και τιμήν του Αγίου Ονουφρίου, ως εξής:

«Εγώ, μας λέγει, κατ’ εκείνην την εποχήν νεώτερος ων, κατά την επιστασίαν του δάσους της Μονής και μίαν ημέραν γυρίζοντας επάνω εις την Παναγίαν, ανταμωθήκαμεν με ένα Τούρκον, δασοφύλακα, δηλαδή κυβερνητικόν και, αφού επί ώρας εγυρίσαμεν και του έδειξα τα σύνορα της Μονής, εν τέλει κατεβήκαμεν εδώ να ξεκουρασθώμεν και να γευματίσωμεν. Με την περιοδείαν την οποίαν είχομεν ο Τούρκος εκουράσθη, ήταν και λίγο σωματώδης και, αφού κερασθήκαμεν, επήγαμεν εις την βρύσιν και ο Τούρκος ευχαριστηθείς και ευφρανθείς με το κρύο νερό της πηγής, έπιε και πάλιν, έπιε και εγώ δεν ξέρω πόσον. Μου έλεγε: α! μασιαλά! μασιαλά! κρύο αυτό, καλό! και δος του πάλιν έπιεν. Δεν επέρασε πολλή ώρα και τον πιάνει ένας πόνος και φούσκωσε η κοιλιά και το φούσκωμα ανέβαινε προς το στήθος και άρχισε να φωνάζη και να κλαίη, ζητών βοήθειαν. Αλλά τι να τον κάμωμεν και ημείς δεν ηξέραμεν. «Ωχ, φώναζε, θα σκάσω, Θα σκάσω». Ω, πειρασμός που μας συνέβη! Λέγω στον γέρο Ιωακείμ τον Κρητικόν, βέβαια τον θυμάσαι:

—Γέρο Ιωακείμ, θα πεθάνη και θα βρούμε τον μπελά μας.
—Έε, μου λέγει, λυπάσαι τον Τούρκο; Ας πεθάνη.
—Μα δεν είναι έτσι. Θα μας ενοχοποιήσουν θα μας κουβαλούν στη Σαλονίκη, και ποιος ξέρει τι έξοδα θα γίνουν στη Μονή.
—Έε! καλά μου λέγει· εδώ στο βουνό που είμαστε, τι γιατρικά να του κάμωμεν; Ότι ξέρεις κάμε το. Εγώ δεν ανακατεύομαι, γιατί να πιή τόσο νερό; Για να σκάση;

Τέλος εν τη απελπισία μου, ενθυμήθηκα τον Άγιον Ονούφριον. Αυτός μόνον, λέγω, αν θελήση, θα τον σώση.

Ο Τούρκος ξαπλωμένος βογγά, κλαίει, τσιρίζει, ζητά βοήθειαν. Πηγαίνω εις την εικόνα του Αγίου και βάζω τρεις μετάνοιες: «Άγιε Ονούφριε, παρακαλώ σε, βοήθησέ μας, να μη βρούμε τον μπελά μας».

Παίρνω το σκεύος με τον Αγιασμόν, το βάζω εμπρός εις την εικόνα, ετράβηξα και ένα κομποσχοίνι με πίστη στον Άγιον, παρακαλώντας τον να μας συνδράμη. Παίρνω τον Τούρκον, τον πηγαίνω εις την εκκλησίαν και του δείχνω την εικόνα του Αγίου Ονουφρίου, προστάτου του αγροκηπίου και του λέγω: «Αυτός ο Άγιος είναι ο νοικοκύρης του σπιτιού. Μόνον αυτόν, αν τον παρακάλεσης με την καρδιά σου μπορεί να σε σώση να μη αποθάνης. Βάλε τρεις μετάνοιες και φίλησε του τους πόδας και να πιής απ’ αυτό το νερό για να γίνης καλά».

Θέλοντας και μη υπό της ανάγκης βιαζόμενος και εκ του φόβου να μη αποθάνη έκαμε με όλη την ψυχή και την καρδίαν του τις μετάνοιες, του φίλησε τα πόδια, έπιε από τον Αγιασμόν και ύστερα του λέγω: «Μη φοβάσαι, ο Άγιος θα σε γιατρέψη· κάμε μία βόλτα έως την στέρνα να ξαλαφρώσης». Αυτός με άκουε με προσοχήν και με τελείαν πίστιν και, ω του θαύματος αδελφοί μου! αφού έκαμε την βόλτα, εντός 10-15 λεπτών της ώρας γυρίζει χαρούμενος, τελείως υγιής, ο προ μικρού μισοπεθαμένος και με μεγάλην φωνήν και με πολλάς εδαφιμίας μετανοίας, ευχαρίστησε τον Άγιον δια την θεραπείαν και γιατρειάν, που του έκαμεν».

Αυτά μας εδιηγήθη ο γέρων Χριστόδουλος και εθαυμάσαμεν το συμπαθές του Αγίου, που και εις απίστους ενεργεί θαυμάσιά του, όταν μετά πίστεως τον επικαλεσθούν. Δια τούτο και αυτό το έκρινα άξιον σημειώσεως, προς τιμήν και μνήμην του οσίου Πατρός ημών Ονουφρίου του Αιγυπτίου.

2. Διήγησις του Μοναχού Θεοδούλου περί θαύματος του Οσίου πατρός ημών Oνουφρίου.

Ο αδελφός Θεόδουλος διηγήσατό μοι μίαν αξιόλογον θαυματουργίαν του Αγίου Ονουφρίου, γενομένην προ διετίας· ήτοι κατά μήνα Αύγουστον του 1956. Αύτη έχει ως εξής:

«Ήλθον, αδελφέ Λάζαρε, μαζί με τον εργάτην της Μονής Αναστάσιον Αυγέρου εκ Συκιάς Χαλκιδικής εις το εν τω αγρόκτημά μας, αφιερωμένον εις τον Άγιον Ονούφριον όπου εκεί εβάζαμε κρεμμύδια.

Όταν ήλθεν η ώρα δια να φύγωμεν, εφορτώσαμε δύο σάκκους μεγάλους κρεμμύδια, και εξεκινήσαμε. Εγώ προαισθάνθηκα ότι κάτι κακό θα πάθουμε και δι’ αυτό είπα εις τον εργάτην να πάρη εις τα χέρια καπίστρι και πορευόμενος εμπρός να καθοδηγή έως ότου φθάσωμεν εις την Μονήν, διότι όλος σχεδόν ο δρόμος είναι ανώμαλος και στενός. Αυτός δεν έδωσε προσοχή εις τα λεγόμενά μου, ειπών δη το ζώον γνωρίζει τον και δεν είναι ανάγκη να το οδηγώμεν ημείς. Αφού, λοιπόν, επεράσαμεν τα δύο πεζούλια και προχωρούσαμε δια το τρίτον, τα σακκιά ήταν πολύ βαρεία και εις μίαν καμπύλην του δρομίσκου, όπου είναι μία πέτρα μεγάλη και το δρομάκι στενό, κτυπά το σακκί επάνω εις την πέτραν και σπρώχνει το μουλάρι και πέφτει, ως ήτο φορτωμένον, εις το κάτωθεν μικρό πεζούλι. Εις την προσπάθειάν του να σηκωθή το μουλάρι, δεν το κατόρθωσε λόγω του βαρέως φορτίου, και ξαναδίνει μία ακόμη τούμπα και πέφτει το ταλαίπωρον καθώς ήτο φορτωμένον, κάτω εις το βάραθρον! Επήγε εις το βάθος του ποταμού, ένα βάθος περί τα 30 ή και 40 μέτρα. Ω, της δυστυχίας μου! Αμέσως υπέθεσα ότι το μουλάρι θα σκοτώθηκε. Τι απολογία να δώσω τώρα εις το Μοναστήρι;

Τότε ενθυμήθηκα τον νοικοκύρην του αγροκτήματος και από βάθους ψυχής και καρδίας είπα: «Άγιε Ονούφριε, σε παρακαλώ, βοήθησέ με, δείξε την αγάπην σου και το θαύμα σου και σώσε το ζώον να μη σκοτωθή. Τοιαύτα συνεχώς μονολόγων και υπό πολλής θλίψεως και λύπης συνεχόμενος, μετά πολλού κόπου κατωρθώσαμεν να καταβώμεν εις την χαράδραν. Και τι βλέπω; Ω των ανέλπιστων πραγμάτων και θαυμάτων Σου, Κύριε! Η πρεσβεία και ευχή του Αγίου Ονουφρίου έφθασε εις τα ώτα του Κυρίου Παντοκράτορος και Θεού μας και δεν επέτρεψε να πάθη τίποτε το ζώον. Πράγματι λοιπόν ευρήκαμεν το ζώον να στέκη εις τα πόδια του υγιέστατον, ενώ το σαμάρι με τα σακκιά κείμενα κάτω εις την γην.

Τούτο το παράδοξον θαυματούργημα ιδών, από μέσης καρδίας ευχαρίστησα τον προστάτην του κτήματος, Άγιον Ονούφριον, τον ποιούντα θαυμαστά και εξαίσια εις τους μετ’ αγάπης και ευλαβείας επικαλούμενους αυτόν, δια των πρεσβειών του οποίου, είθε να τύχωμεν και ημείς της αιωνίου ζωής και μακαριότητος εις την βασιλείαν των ουρανών. Αμήν».

Εις ένδειξιν ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης εποίησα εν προσόμοιον εις τον Άγιον Ονούφριον, Προστάτην του αγροκτήματος, καθότι και εις εμέ εγένετο βοηθός και θεράπων, ότε, εις το αυτό αγρόκτημα, εκ δαιμονικής συνεργείας, εκτύπησα το πόδι μου και εντός τριών ημερών έγινα τελείως καλά, καίτοι τούτο είχε μελανιάσει και πρισθή.

Ότε εκ του ξύλου. Ήχος Β’
Ότε επινεύσει Θεϊκή, ένδον της ερήμου εισήλθες, ίνα ευφράνης Θεόν, Πάτερ δι’ ασκήσεως, σοφέ Ονούφριε· και σαρκός έξω γέγονας, πάντα σου τον πόθον, της ψυχής επτέρωσας προς τα ουράνια· τότε και τροφήν δι’ αγγέλου έλαβες προς ρώσιν σαρκίου, εν τη κατά μόνας ησυχία σου.

[1] Εννοείται το αυτό κάθισμα «Άγιος Ονούφριος» με ομώνυμο παρεκκλήσιον.

(πηγή: Λαζάρου Μοναχού Διονυσιάτου, "Διονυσιάτικες Διηγήσεις", Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου Αγίου Όρους, Β΄ έκδοση, 1988)

Λόγος περί Αγάπης (οσίου Συμεών Νέου Θεολόγου)

Από το Βίο του….

«Όταν κάποτε τελείωσε η πρωινή δοξολογία καθώς άρχισε κατά την συνήθειά του ο μακάριος να κατηχή τους μαθητάς και σύμφωνα με την παραίνεσι του αποστόλου να νουθετή, να ελέγχη, να παρηγορή, ξαφνικά κάπου τριάντα από τους μοναχούς διαρρηγνύοντας τα ιμάτιά τους, όπως παλαιά οι γύρω από τον Άννα και Καϊάφα, κινήθησαν με άναρθρες κραυγές και φονικές διαθέσεις, διετάραξαν όλη την εκκλησία, και εσήκωσαν αυθαδώς τα άνομα χέρια τους κατά του πατρός των, για να τον συλλάβουν και τον διασπαράξουν σαν θηρία. Αυτός δε, μόλις είδε την αλλαγή των και την αποξένωσί τους από τον διδάσκαλο και πατέρα τους, έδεσε τα χέρια του και εσήκωσε την σκέψι τoυ προς τον ουρανό· με αυτόν τον τρόπο έμεινε επί τόπου ακίνητος χαμογελώντας και ατενίζοντας χαρούμενα προς τους μιαρούς. Καθώς δε ώρμησαν εναντίον του και με τις άναρθρες κραυγές και βλασφημίες επέδειξαν μανία και αναίδεια σκύλων που υλακτούσαν, εμποδίσθηκαν άνωθεν να επιβάλουν επάνω του τα άνομα χέρια διότι η χάρις που ενοικούσε στον Συμεών τους εκρατούσε μακριά και τους απέπεμπε. Απορώντας δε τι να πράξουν, εξέρχονται τρέχοντος από την εκκλησία και, αφού έσπασαν τα κλείθρα της πύλης του μοναστηριού, εγκαταλείποντας μόνον τον μακάριο μαζί μ’ εκείνους που εζούσαν μ’ ευλαβική διαγωγή. Καθώς δε επέρασαν άοπλοι την πρώτη πύλη της μεγάλης του Θεού Εκκλησίας και άρχισαν να ενοχλούν με τις κραυγές τον αρχιερέα —που ήταν ο Σισίννιος— από κάτω, τους εκάλεσε ο πατριάρχης και, αφού έμαθε την αιτία της ταραχής και την εκ μέρους των ραδιουργία κατά του αγίου, τους απέδωσε δεινή μανία, και εκάλεσε την επομένη ημέρα τον άγιο.

Όταν λοιπόν ο μακάριος εισήλθε με σεμνό ήθος και ιλαρό παρουσιαστικό προς αυτόν, ο πατριάρχης ερωτά για την αιτία της εναντίον του μανίας των μοναχών. Όταν δε εκείνος διηγήθηκε με τον νόστιμο χαριτωμένο λόγο όλα τα σχετικά προς την συνηθισμένη ομιλία και κατήχησι και έπειτα, τα της αναιδείας και της φονικής εξορμήσεώς των, και πώς έφυγαν συντρίβοντας τα κλείθρα και τους μοχλούς των πυλών, ο πατριάρχης εξεπλάγη και αντιλαμβανόμενος τον φθόνο και την μανία των ασυνέτων, καταλήφθηκε από δίκαιο θυμό και τους κατεδίκασε όλους σε εξορία. Εάν βέβαια ήταν κάποιος άλλος αυτός που έπαθε αυτά από εκείνους, δεν θα ικανοποιώταν από την απόφασι; Δεν θα ευφραινόταν κατά τον βιβλικό λόγο, όταν είδε τέτοια καταδίκη; Δεν συνέβηκε όμως αυτό στον καλό ποιμένα και ακριβέστατο μιμητή του πρώτου ποιμένος. Όταν δηλαδή είδε τους φύλακες έτοιμους να συλλάβουν τους αποστάτες, πίπτει πρηνής και εγγίζει τα πατριαρχικά εκείνα πόδια ο ηγούμενος με την ευαίσθητη ψυχή, την οποία προσφέρει υπέρ των προβάτων του, και με θρήνους ζητεί συγγνώμην. Ο πατριάρχης κάμπτεται με δυσκολία και λόγω των παρακλήσεων ανακαλεί την απόφασι περί εξορίας, δεν τους επιτρέπει όμως να εισέλθουν πάλι στην μονή. Αμέσως λοιπόν απελαύνονται όλοι από την εκκλησία και γεμάτοι μανία σκορπίζονται ακολουθώντας ο καθένας το θέλημά του. Άλλοι κατατάχθηκαν ανάμεσα στα κατηχουμενεία των εκκλησιών, άλλοι ερρίφθηκαν σε άλλες μονές, όσοι δε ανήκαν στην κατώτερη και ευτελέστερη μοίρα διασκορπίσθηκαν όπου έτυχε ο καθένας, εδώ κι εκεί.

Τι έπραξε λοιπόν ο ποιμήν ο καλός; Eπιστρέφει μόνος του στο μοναστήρι, σπαρασσόμενος εσωτερικά για την στέρησι των προβάτων του Χριστού και χύνοντας άφθονα δάκρυα. Και, παρακαλώ, παρατηρήσατε ακεραιότητα άγιας ψυχής και ανεξικακία δικαίου ανδρός. Eπειδή δεν υπέφερε να βλέπη αδειανή την αυλή των προβάτων, τι κάμνει ο καθ’ όλα σοφός και γενναίος, για να συμφιλιώση το ποίμνιο προς τον εαυτό του και τον Θεό και να το συναθροίση κοντά του; Ερευνά για τους τόπους της πόλεως όπου εζούσε ο καθένας τους κατά την θέλησί του.

Όταν τους έμαθε, στέλλει στον καθένα τα απαιτούμενα για την συντήρησί του, συνοδεύοντας την προσφορά με παρηγορητικούς λόγους που εμάλασσαν την καρδιά τους. Καθώς αυτό εγινόταν επί πολλές ημέρες και ο πραγματικά καλός ποιμήν ερχόμενος με ταπεινή εμφάνισι, εκαθόταν μαζί με τον καθένα τους, τους απηύθυνε λόγια αγάπης και εζητούσε την επιστροφή τους μαζί με την συγγνώμη, σαν να τους είχε αδικήσει μάλλον παρά να είχε αδικηθή από αυτούς· με διδακτικούς λόγους εμαλάκωσε την στυγνότητα και σκληρότητα της καρδιάς τους. Έτσι σε σύντομο χρόνο τους συνάθροισε όλους ο καλός ποιμήν, που εισήλθε στην αυλή των προβάτων δια της θύρας του Ιησού και δεν ανέβηκε σ’ αυτήν από άλλο σημείο, και εγέμισε πάλι την αυλή του με τα ήμερα πρόβατα που προ ολίγου είχαν αγριεύσει» (τ.19Α, σελ.97-101).

«άλλοτε μεν τον έπλυναν με ύβρεις και λοιδορίες και τον ονείδιζαν πικρά, μερικές φορές εσήκωναν και χέρια επάνω του, αν και ήταν γέρων και αδύνατος ήδη, και τον έρριπταν κατά γης (ώ, πόση ανοχή και πόση άφατη μακροθυμία έχεις, Χριστέ) με φονικό χέρι, άλλοτε δε ελιθοβολούσαν τον δίκαιο.

Ένας από αυτούς μάλιστα κάποια φορά έλαβε λίθο, όσον μεγάλο μπορούσε να χωρέσει το χέρι του, και τον πετά δυνατά προς τον τόπο, όπου συνήθιζε να κάθεται ο άγιος και να γράφη τα λόγια της θείας χάριτος. Ο λίθος, αφού συνέτριψε το υαλωτό, διέρχεται κατά του μήνιγγος του αγίου, και πέφτει αντίκρυ από την όψι του και με μόνο το ορμητικό κτύπημα εγέμισε ζάλη το σεβαστό κεφάλι του· αν είχε κτυπήσει σ’ αυτό κατά την φορά του, τίποτε δεν θα εμπόδιζε να στείλη τον άγιο την ίδια στιγμή στον θάνατο.

Τι πράττει λοιπόν τότε ο μιμητής του ειπόντος, «να μη ανταποδώσης κακό για κακό»; Αντάμειψε με αγαθά τόσο αυτόν όσο και όλους τους άλλους που τον κακοποιούσαν· γι’ αυτό φωνάζει με γαλήνια λαλιά τον μαθητή του Συμεών και λέγει· «βλέπεις την εναντίον μας απειλή, αδελφέ;» και του υπέδειξε τον λίθο. «Αλλά πήγαινε και σβήσε τον εναντίον μας θυμό του ανθρώπου με το έλεος της φιλανθρωπίας, χορηγώντας σ’ αυτόν αφθόνως τα αναγκαία για την θεραπεία από το υστέρημά μας» (τ.19Α, σ.231).

Από τη διδασκαλία του….

«Άλλο είναι το να μην αγανακτούμε γι’ ατιμίες και ύβρεις, για πειρασμούς και θλίψεις, και άλλο το να ευχαριστούμαστε γι’ αυτά και να ευχόμαστε υπέρ εκείνων που το προκαλούν σ’ εμάς· άλλο είναι το να τους αγαπούμε από ψυχή και άλλο υπεράνω αυτού το να αποτυπώνωμε νοερώς το πρόσωπο του καθενός από αυτούς και να τους καταφιλούμε απαθώς ως γνησίους φίλους με δάκρυα ειλικρινούς αγάπης, οπότε φυσικά δεν ευρίσκεται καθόλου ούτε ίχνος αηδίας στην ψυχή.

Ανώτερο δε από αυτά που αναφέραμε είναι, όταν ακόμη και στον καιρό των πειρασμών έχει κανείς ίση και όμοια αναλλοιώτως διάθεσι προς εκείνους που τον λοιδορούν κατά πρόσωπο και τον διαβάλλουν, τον κατακρίνουν και τον καταδικάζουν, τον υβρίζουν και τον εμπτύουν, αλλ’ επίσης και προς εκείνους που εξωτερικά τηρούν το πρόσχημα φιλίας, κρυφά δε διαπράττουν τα όμοια χωρίς να διαφεύγουν την προσοχή· ασυγκρίτως δε ανώτερο τούτων πάλι θεωρώ ότι είναι το να λησμονήση κανείς τελείως όσα έχει υποφέρει και να μη τα θυμάται, είτε παρόντες είτε απόντες είναι αυτοί που τον έθλιψαν, να προσδέχεται δε και αυτούς ομοίως με τους φίλους στις συναναστροφές και συνεστιάσεις χωρίς ανάμνηση των συμβάντων» (τ.19Α, σ.451).

«Εμείς οι πιστοί οφείλομε να βλέπωμε όλους τους πιστούς σαν ένα και να θεωρούμε ότι στον καθένα από αυτούς είναι ο Χριστός και η αγάπη προς αυτόν πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να είμαστε έτοιμοι να δώσουμε υπέρ αυτού τις ψυχές μας. Δεν πρέπει μάλιστα καθόλου να λέμε ή να νομίζουμε κανέναν πονηρό, αλλά όλους να τους βλέπουμε σαν αγαθούς, όπως είπαμε. Ακόμη και αν ιδής κάποιον να ενοχλήται από πάθη, να μη μισήσης τον αδελφό, αλλά τα πάθη που τον πολεμούν· αν τον ιδής να τυραννήται από επιθυμίες και προσβολές, να τον σπλαγχνισθής περισσότερο, μη τυχόν πειρασθής και ο ίδιος, αφού είσαι εκτεθειμένος στην μεταβολή ασταθούς ύλης» (τ.19Α, σελ.475-477).

«τότε (Κύριε) εγνώρισα ότι σε έχω μέσα μου συνειδητώς. Από τότε λοιπόν δεν σε αγαπούσα από την ενθύμησι σου και των ιδικών σου, αλλά επίστευσα ότι έχω αληθινά μέσα μου εσέ, την ενυπόστατη αγάπη. Διότι η πραγματική αγάπη είσαι εσύ, ο Θεός» (τ. 19Α, σ. 587).

«Η αγάπη λοιπόν αυτή, δηλαδή η κεφαλή όλων των αρετών, είναι ο Χριστός και Θεός» (τ.19Β, σ.395).

«Η άγια πάλι αγάπη είναι το παντουργό και παντοδύναμο φως, πολύ και ασυγκρίτως λαμπρότερο από αυτό το ηλιακό φως· αυτή εγγίζει τις καρδιές αυτών, τις αυξάνει καθημερινά και τις πληροί τελείως διότι δεν παύει όπως το φως της σελήνης, αλλά συντηρείται πάντοτε ολόφωτη με τον ζήλο και την αγαθοεργία των άγιων» (τ.19Β, σ.411).

«όσους μπορεί κάποιος να υπηρετήσει και δεν θέλει να το κάμει, τόσους αδικεί και καθιστά τον εαυτό του υπεύθυνο του κρίματος και της δεσποτικής αποφάσεως που λέγει "φύγετε από μένα οι καταραμένοι στο πυρ το αιώνιο"» (τ.19Γ, σ.53).

«Εάν σε υβρίσει κανείς δικαίως ή αδίκως ή σε κακολογήσει ή σε διαβάλλει, και δεν υποφέρεις με πραότητα την ατιμία, ή όταν λυπηθείς και δαγκωθείς στην καρδιά, δεν βαστάξεις και δεν χαλιναγωγήσεις τις κινήσεις της ψυχής σου, αλλά υβρίσεις αυτόν που σε ύβρισε ή τον κακολογήσεις ή πράξεις κάτι ενάντιο σ’ αυτόν, ή πάλι δεν κάνεις τίποτε από αυτά σ’ εκείνον, αλλά φύγεις έχοντας στην καρδιά σου μίσος εναντίον του και δεν τον συγχωρήσεις με όλη την ψυχή σου και δεν προσευχηθείς γι’ αυτόν από την καρδιά σου, να, εστρατεύθηκες κατά του Χριστού, ενεργώντας αντίθετα από τα προστάγματά του, κι έγινες πολέμιός του, έχασες επίσης και την ψυχή σου, επισφραγίζοντας και επικυρώνοντας τις προϋπάρχουσες αμαρτίες σου και καθιστώντας τις ανεξάλειπτες. Εάν πάλι κάποιος σε ραπίσει στο δεξί σαγόνι κι έπειτα δεν του στρέψεις και το άλλο, αλλά μάλλον τον κτυπήσεις κι εσύ, έγινες στρατιώτης και βοηθός του αντικειμένου Σατανά κι εκτύπησες όχι μόνο τον αδελφό, αλλά δι’ αυτού κι αυτόν που σου είπε να μη κτυπήσεις, αλλά να στρέψεις μάλλον και το άλλο σαγόνι σ’ αυτόν. Και εάν κάποιος σου αφαιρέσει χρυσό ή κάτι άλλο λαθραία ή φανερά, δανειζόμενος τυχόν ή αρπάζοντάς το, έπειτα δεν θελήσει να σου το δώσει, κακοπραγώντας ή εξ αιτίας φτώχειας, κι εσύ δεν το υποφέρεις με ευχαρίστηση και αμνησικακία, αλλά σύρεις εκείνον που το άρπαξε στα δικαστήρια και μισθώσεις συνηγόρους, ζητώντας βοήθεια από τους ανθρώπους, και παρουσιάζεσαι στο δικαστήριο στενοχωρούμενος, λυπούμενος, οδηγώντας και σύροντας τον αδελφό σε δίκη, χρησιμοποιώντας όρκους και ψευδορκίες και αναγκάζοντάς τον να ορκίζεται και να επιορκεί και να ψεύδεται, πράγμα που είναι χειρότερο όλων των άλλων, και μαζί μ’ αυτά τον παραδώσεις στις φυλακές και ενεργείς και πράττεις τα πάντα, ώστε να λάβεις όσα σου χρωστάει, πώς δεν είσαι φανερώς πολέμιος και του εαυτού σου;» (τ.19Γ, σ.219).

«και σ’ εκείνον που θέλει να δικασθεί με σένα και να λάβει τον χιτώνα σου να του αφήνεις και το ιμάτιο, κι όχι μόνο αυτό, αλλά να προσφέρεις και την ίδια σου την ζωή στο θάνατο για την εντολή του Θεού, όταν δικάζεις για χαμένα χρήματα, παραβαίνοντας την προσταγή του Θεού, λυπούμενος, στενοχωρούμενος, και ρίχνοντας τον αδελφό σου στις φυλακές, δεν είσαι ολοφάνερα μανιακός, παροργίζοντας και πολεμώντας τον Θεό και αποστερώντας τον εαυτό σου από την αιώνια ζωή;» (τ.19Γ, σ.221).

«Ω αγάπη πολυπόθητη, μακάριος είναι όποιος σε ασπάσθηκε, διότι στο εξής δεν θα επιθυμήσει πλέον να ασπασθεί περιπαθώς κάλλος γήινου πράγματος. Μακάριος είναι όποιος συσφίχθηκε μαζί σου από θείο έρωτα διότι θ’ αρνηθεί όλον τον κόσμο και δεν θα μολυνθεί καθόλου πλησιάζοντας οποιονδήποτε άνθρωπο. Μακάριος είναι όποιος κατεφίλησε τα κάλλη σου και τα απήλαυσε με άπειρο πόθο, διότι θα αγιασθεί ψυχικώς με το καθαρό ύδωρ και αίμα που στάζει από εσένα. Μακάριος είναι όποιος σε κατασπάσθηκε, διότι θα υποστεί την καλή αλλοίωση πνευματικώς και θα ευφρανθεί ψυχικώς, διότι συ είσαι η ανεκλάλητη χαρά. Μακάριος είναι όποιος σε απέκτησε, διότι δεν θα υπολογίσει για τίποτε τους θησαυρούς του κόσμου, διότι είσαι ο αληθώς ακένωτος πλούτος. Μακάριος και τρισμακάριος είναι επίσης όποιον προσέλαβες εσύ διότι μέσα στην φαινομενική αδοξία θα είναι ενδοξότερος όλων των ενδόξων, τιμιώτερος όλων των τιμίων και σεπτότερος.

Αξιέπαινος είναι όποιος σε κυνηγά, επαινετώτερος όποιος σ’ ευρήκε, μακαριώτερος όποιος αγαπήθηκε από εσένα, όποιος έγινε δεκτός από εσένα, όποιος διδάχθηκε από εσένα, όποιος κατοίκησε μέσα σ’ εσένα, όποιος ετράφηκε από σένα με τροφή τον Χριστό τον αθάνατο, τον Χριστό τον Θεό μας. Ω θεία αγάπη, πού κρατείς τον Χριστό; Πού τον έχεις κρυμμένον; Γιατί επήρες τον Σωτήρα του κόσμου και απομακρύνθηκες από μας; Άνοιξε ένα παραθυράκι και σε μας τους αναξίους, για να ιδούμε και εμείς τον παθόντα για χάρη μας Χριστό και να πιστεύσομε με το έλεος του ότι δεν θ’ αποθάνομε πλέον, αφού τον ιδούμε. Άνοιξέ μας εσύ που έγινες θύρα του στην σαρκική του φανέρωση, που εβίασες τα άφθονα και αβίαστα σπλάγχνα του Δεσπότη μας, για να βαστάσουν τις αμαρτίες και τις ασθένειες όλων, και μη μας απορρίψεις, λέγοντας, «δεν σας γνωρίζω». Έλα μαζί μας, για να μας γνωρίσεις· διότι σου είμαστε άγνωστοι. Κατοίκησε μέσα μας, ώστε για χάρη σου να έλθει για να επισκεφθεί και μας τους ταπεινούς, προϋπαντώμενος από εσένα (αφού εμείς είμαστε τελείως ανάξιοι γι’ αυτό), ώστε να παραμείνει ομιλώντας για λίγο με εσένα και να δεχθεί και εμάς τους αμαρτωλούς να προσπέσομε στα άχραντα πόδια του· να συνομιλήσεις μαζί του για το καλό μας και να πρεσβεύσεις να μας συγχωρηθεί το χρέος των κακών μας, ώστε ν’ αξιωθούμε δια σου να δουλεύομε πάλι σ’ αυτόν τον Δεσπότη, να δεχθούμε την πρόνοιά του και να τρεφόμαστε από αυτόν. Διότι το να μη χρωστάει κανείς τίποτε, αλλά να αφανίζεται από την πείνα και την πτωχεία, σχεδόν προξενεί την ίση τιμωρία και κόλαση.

Είθε να συγχωρηθούμε από εσένα, άγια αγάπη, και δια μέσου σου, να φθάσομε στην απόλαυση των αγαθών του Δεσπότη μας, των οποίων την γλυκύτητα δεν μπορεί κανείς να γευθεί παρά μόνο δια σου. Διότι αυτός που δεν σε αγάπησε όσο πρέπει και δεν αγαπήθηκε από εσένα όπως χρειάζεται, ίσως βέβαια τρέχει, αλλά δεν τερματίζει. Κάθε δρομεύς πριν τελειώσει τον δρόμο είναι αβέβαιος. Όποιος όμως έφθασε σ’ εσένα ή καταλήφθηκε από εσένα, είναι οπωσδήποτε βέβαιος, επειδή το τέλος του νόμου είσαι εσύ, εσύ που με περικυκλώνεις, που με φλογίζεις, που από πόνο καρδιάς με ανάβεις σε άπειρο πόθο του Θεού και των αδελφών και πατέρων μου. Διότι εσύ είσαι η διδασκάλισσα των προφητών, η συνοδοιπόρος των αποστόλων, η δύναμη των μαρτύρων, η έμπνευση των πατέρων και διδασκάλων, η τελείωση όλων των άλλων και αυτήν την στιγμή εσύ είσαι η δική μου προχείριση για την παρούσα διακονία» (τ.19Γ, σελ.305-309).

«Διότι κάθε φροντίδα και κάθε άσκηση, συνοδευόμενη από πολλούς κόπους, αν δεν απολήγει στην αγάπη με συντριμμένο πνεύμα, είναι μάταια και δεν καταλήγει σε τίποτε χρήσιμο» (τ.19Γ, σ.309).

«Πράγματι είναι κακό το να κρυφακούει ή να παρατηρεί κανείς κρυφά τι συζητά ή διαπράττει ο πλησίον, αλλά μόνο όταν αυτό γίνεται με σκοπό να κατηγορήσει ή εξευτελίσει ή κακολογήσει ή διασύρει σε κατάλληλη ευκαιρία όσα είδε ή άκουσε.

Εάν όμως αυτό το κάμνει για να διορθώσει τα σφάλματα του πλησίον με συμπάθεια και σοφία και φρόνηση και να προσευχηθεί γι’ αυτόν με όλη την καρδιά του και με δάκρυα, τότε το έργο αυτό δεν είναι πονηρό. Διότι εγώ είδα άνθρωπο να χρησιμοποιεί πολλούς τρόπους και πολλές μεθόδους, για να μη του ξεφύγει τίποτε απαρατήρητο από όσα λέγονταν ή γίνονταν από τους συνανθρώπους του. Δεν το έκαμνε αυτό για να τους βλάψει, μη γένοιτο, αλλά για να τους απομακρύνει από τις αντίθετες πράξεις και τους λογισμούς, άλλον με τον λόγο, άλλον με δώρα, και άλλον με κάποια άλλη δικαιολογία»(τ.19Δ, σ.21).

«Και είδα άλλον να ενδιαφέρεται και να επιθυμεί τη σωτηρία των αδελφών του τόσο, ώστε πολλές φορές να δέεται στον φιλάνθρωπο Θεό με δάκρυα θερμά από το βάθος της καρδιάς του ή και εκείνοι να σωθούν ή και αυτός μαζί με εκείνους να κατακριθεί, επειδή από διάθεση θεομίμητη και μωσαϊκή δεν ήθελε καθόλου να σώσει μόνο τον εαυτό του. Διότι, αφού συνδέθηκε προς αυτούς πνευματικά με την άγια αγάπη εν αγίω Πνεύματι, προτιμούσε να μην εισέλθει ούτε στη βασιλεία των ουρανών και να χωρισθεί απ’ αυτούς. Πω πω δεσμός άγιος, πω πω δύναμη απερίγραπτη, πω πω ψυχή ουρανόφρονη, ή καλύτερα να πούμε, ψυχή θεοφορούμενη και τελειωμένη μέσα στην αγάπη του Θεού και του πλησίον!» (τ.19Δ, σ.23).

«Αφού λοιπόν είσαι αδελφός και μέλος του, εάν όλους τους άλλους τιμήσεις, φιλοξενήσεις και υπηρετήσεις, και τον εαυτό σου τον παραβλέψεις και δεν αγωνισθείς με όλα τα μέσα για ν’ ανέλθεις στο υψηλότατο σημείο της κατά Θεόν πολιτείας και τιμής, αλλ’ εγκαταλείψεις την ψυχή σου σε πείνα αδιαφορίας ή σε δίψα απροθυμίας ή σε στενότατη φυλακή αυτού του ρυπαρού σώματος με τη γαστριμαργία ή φιληδονία, λερωμένη, στερημένη, κειμένη σε βαθύτατο σκότος σαν νεκρή, δεν πρόσβαλες τον αδελφό του Χριστού; Δεν τον εγκατέλειψες πεινασμένο και διψασμένο; Μήπως τον επισκέφθηκες, ενώ ήταν στη φυλακή; Λοιπόν γι’ αυτό θ’ ακούσεις «επειδή δεν ελέησες τον εαυτό σου, δεν θα ελεηθείς» (τ.19Δ, σ.45).

«εγώ ειλικρινά πορεύομαι γεμάτος από πένθος και σκυθρωπός και θρηνώντας έχασα την ελπίδα μου για τη ζωή, διότι δεν θεωρώ κέρδος το να σώζομαι μόνος, ούτε και θέλω να δοξάζω τον Θεό χωρίς εσάς» (τ.19Δ, σ.215).

«(Μιλά στο νεκρό αδελφό του Αντώνιο) Διότι οπωσδήποτε τώρα γνώρισες τα της διαθέσεώς μου για σένα και ότι ποτέ δεν σε επέπληττα επειδή σε μισούσα ή σε βδελυσσόμουν και με κάθε τρόπο σε ασφάλιζα με τις νουθεσίες, αλλ’ επειδή πολύ σε αγαπούσα και φλεγόμουν επίμονα από τον πόθο προς εσένα. Διότι βλέπεις τώρα, το γνωρίζω καλά, αφού ξεπέρασες τον γνόφο και την ομίχλη αυτού του σώματος, και βλέπεις γυμνή την ψυχή μου και τη διάθεσή της, καθώς και εσύ είσαι τώρα γυμνός από το σώμα. Διότι, αφού έγινες θεοειδής, βλέπεις θεοειδέστερα και όλα τα σχετικά με εμάς» (τ.19Δ, σ.245).

«το μίσος προς τον αδελφό κάνει αυτόν που το έχει, φονιά· διότι λέγει ο απόστολος, "εκείνος που μισεί τον αδελφό του, είναι ανθρωποκτόνος"» (τ.19Δ, σ.347).

«Ποιοι είναι οι ελεήμονες; Εκείνοι που δίνουν χρήματα και διατρέφουν φτωχούς; Όχι! Αλλά ποιοι; Εκείνοι που πτώχευσαν για εκείνον που πτώχευσε για χάρη μας και δεν έχουν να δώσουν τίποτε, αλλά πάντοτε θυμούνται νοερώς τους φτωχούς, τις χήρες, τα ορφανά και τους ασθενείς και πολλές φορές τους βλέπουν και συμπάσχουν μαζί τους και κλαίνε θερμά γι’ αυτούς, όπως έκανε ο Ιώβ, που έλεγε, "εγώ έκλαψα για κάθε αδύνατο", και όταν αυτοί έχουν τους ελεούν με ιλαρότητα και υπενθυμίζουν με αφθονία σ’ όλους τα σχετικά με τη σωτηρία της ψυχής» (τ.19Δ, σελ.443-445).

«αυτό είναι το γνώρισμα της κατά Θεόν αγάπης, το να μη φροντίζει δηλαδή κάποιος για την απόκτηση του καλού μόνο για τον εαυτό του, αλλά να γνωρίζει τον πλούτο του και στους πλησίον του αδελφούς και να τους προτρέπει να τον αναζητήσουν και να τον βρουν και να κάνουν δικό τους τον πλούτο αυτόν» (τ.19Δ, σ.457).

«Ω αγάπη, που είσαι Θεός και θεούς κάνεις, ώ αγάπη, πράγμα εκπληκτικό και σπάνιο» (τ.19Ε, σ.89).

«Είναι η αγάπη Πνεύμα θείο παντουργό φως που φωτίζει, μα απ’ τον κόσμο αυτόν δεν είναι, ούτε κάτι απ’ τα του κόσμου, ούτε κτίσμα· αλλ’ άκτιστο είναι, άλλο από τα κτίσματα όλα· άκτιστο στα κτιστά μέσα» (τ.19Ε, σ.183).

«Έτσι πια σαν ξαναφάνη και την ένιωσα σ’ εμένα, διώχνει των δαιμόνων πέρα τις ορδές, διώχνει τη δειλία και μου φέρνει την ανδρεία» (τ.19Ε, σ.193).

«Κι απ’ τις αρετές η πρώτη, η βασίλισσα, η κυρία είναι αληθινά η αγάπη. Είναι η κεφαλή των όλων, είναι ρούχο τους και δόξα. Και χωρίς κεφάλι, σώμα πεθαμένο κι άψυχο είναι» (τ.19Ε, σ.197).

«Αρετές χωρίς αγάπη ανώφελες, ξεθυμασμένες· και γυμνός από τη θεία δόξα όποιος δεν έχει αγάπη· κι αν τις αρετές έχει όλες, στέκεται γυμνός τέλεια… κι έδωσε (ο Χριστός) το θείο Πνεύμα που ’ναι η αγάπη η ίδια» (τ.19Ε, σ.199).

«(Μιλά ο Χριστός) Άφησα την πόρνη εκείνη (του Ευαγγελίου) πιο σεμνή κι από παρθένες. Γιατί ξάφνου όλο το νόμο διασκελίζοντας σαν τείχος ή των αρετών τη σκάλα όλην ανεβαίνοντάς την στο τέλος του νόμου φτάνει, που όνομά του είναι η αγάπη, και την κράτησε ως το τέλος δίχως τραύμα είτε κηλίδα» (τ.19Ε, σελ.211-213).

«(Μιλά ο Χριστός) Όλα καλά ’ναι όσα για μένα πράττει έργα κανένας και η προς τον πλησίον συμπάθεια και η ελεημοσύνη, μα πρώτο να οικτίρει τον εαυτό του, τους λόγους μου πρόθυμα να φυλάξει, τέλος μετάνοια αληθινή να δείξει για όλα τα προηγούμενά του έργα κι ακόμα σ’ αυτά πια να μη γυρίσει, μα στου Κυρίου του, εμέ, τους λόγους να επιμείνει, στις προσταγές και νόμους της αλήθειας κι έτσι απαράβατα όλα να τα πράττει μέχρι θανάτου και παραμικρό ένα λόγο, ούτε στα γραμμένα μια κεραία, να παραδεί· θυσία αυτό για μένα, θυμίαμα αυτό και προσφορά και δώρο· χωρίς αυτά, απ’ τους εθνικούς πιο κάτω» (τ.19ΣΤ, σελ.403-405).

(ΕΠΕ, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου)

(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)

Η Εκκλησία

σώμα κοινό
Εκκλησία είναι οι πιστοί όλοι της οικουμένης. Και αυτοί που τώρα είναι, και οι άλλοι που θα γίνουν, και οι επόμενοι. Έχει μια κεφαλή. Και εφ’ όσον έχει μια κεφαλή, ένα είναι και το σώμα. Το σώμα της Εκκλησίας αποτελείται και από σημαίνοντες και από ασήμους... Πολλοί μέσα στην Εκκλησία έχουν υψηλή θέσι, σαν να είναι κεφαλή, σαν να είναι τα μάτια στην κεφαλή. Άλλοι δε κατέχουν χαμηλή θέσι, σαν να είναι τα πόδια. Πόδια που πατούν τη γη, αλλ’ είναι υγιή πόδια. Δεν είναι κακό να περπατούν τα πόδια στη γη. Κακό είναι να τρέχουν για πονηρά πράγματα.
Ε.Π.Ε. 20,668-670
και συναγωγή
«Ας ευφρανθής εσύ η στείρα, που δεν γεννάς. Ας κραυγάσης και ας φωνάξης εσύ που κοιλοπονάς, διότι πιο πολλά θα είναι τα παιδιά της ερημωμένης, παρά εκείνης που έχει άνδρα». Ποια είναι η στείρα και έρημη πριν; Ασφαλώς είναι η εξ εθνών εκκλησία, που ήταν μακρυά από τη γνώσι του Θεού. Ποια είναι αυτή που έχει τον άντρα; Ασφαλώς η εβραϊκή συναγωγή. Και όμως σε τεκνογονία η έρημη ξεπέρασε την έχουσα τον άντρα. Διότι η συναγωγή περιελάμβανε ένα έθνος. Τα παιδιά όμως της Εκκλησίας έχουν γεμίσει την Ελλάδα, τις βαρβαρικές χώρες, τη γη, τη θάλασσα, ολόκληρη την οικουμένη.
Ε.Π.Ε. 20,340
σχίσμα, φοβερό κακό
Τίποτε δεν μπορεί να διαιρέση τόσο πολύ την Εκκλησία, όσο ο εγωισμός και η φιλαρχία. Και τίποτε δεν παροξύνει τόσο πολύ το Θεό, όσο η διαίρεσις στην Εκκλησία. Και αν ακόμα επιτελέσουμε μύρια καλά έργα, δεν θα δώσουμε μικρότερο λόγο από αυτούς που κατακόπτουν το σώμα, όσοι κομματιάζουμε το εκκλησιαστικό πλήρωμα.
Ε.Π.Ε. 20,706
χειρότερο από αίρεσι
Λέω και φωνάζω: Το να σχίση κάποιος την Εκκλησία δεν είναι μικρότερο κακό από του να εμπέση σε αίρεσι.
Ε.Π.Ε. 20,712
πατρικό σπίτι
Σπίτι πατρικό είναι η Εκκλησία. Είναι ένα σώμα, ένα πνεύμα.
Ε.Π.Ε. 20,714
χτυπιέται από κύματα
Και μεγάλοι ακόμα άνδρες ταράζονται και κινδυνεύουν, όταν αναλαμβάνουν το πηδάλιο, τη διακυβέρνησι της Εκκλησίας. Χτυπιούνται από όλες τις πλευρές από κύματα διαφόρων καταστάσεων.
Ε.Π.Ε. 23,458
ισότιμα τα μέλη της
Η Εκκλησία δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα σε κυρίους και υπηρέτες. Τον καθένα τον διακρίνει από τα πνευματικά του κατορθώματα κι από τα αμαρτήματά του. Αν, λοιπόν, είναι το σπίτι σου εκκλησία, να μη δυσανασχετήσης που συγκαταλέγεται μαζί σου και ένας δούλος.
Ε.Π.Ε. 24,150
ουρανός
Η Εκκλησία είναι ουράνιος. Τίποτε άλλο δεν είναι, παρά ουρανός.
E.Π.E. 24,546
γελοιοποιείται
Γέμισε η Εκκλησία από γέλια. Αν ο τάδε πη κάποιο αστείο, αμέσως προκαλούνται γέλια σ’ εκείνους που κάθονται. Και το παράξενο είναι, ότι πολλοί δεν σταματάνε να παίζουν και να γελάνε ακόμα και κατά την ώρα της προσευχής (στο ναό). Παντού χορεύει ο Διάβολος. Όλους τους επηρεάζει. Όλους τους εξουσιάζει. Ο Χριστός ατιμάζεται, περιφρονείται. Πουθενά δεν υπάρχει εκκλησία!
Ε.Π.Ε. 24,578
και ψωριασμένα πρόβατα
Στο κοπάδι υπάρχουν πολλά πρόβατα υγιή, αλλά και πολλά ψωριασμένα. Τα τελευταία πρέπει να διαχωριστούν από τα υγιή. Το ίδιο και στην Εκκλησία. Άλλα πρόβατα είναι υγιή, άλλα υποφέρουν από κάποια αρρώστια. Λέγοντας ο ιερεύς, «Τα άγια τοις αγίοις», διαχωρίζει αυτά από εκείνα. Με τη φοβερή του κραυγή καλεί και προσελκύει τους αγίους, όσους έχουν φόβο Θεού και είναι προετοιμασμένοι.
Ε.Π.Ε. 25,40
πλοίο
Ως πλοίο μέσα σε θάλασσα μοιάζει η Εκκλησία. Την άφησε ο Χριστός να ταξιδεύη στην οικουμένη. Δεν εξαφάνισε την ταραχή, αλλά την διέσωσε από την ταραχή. Δεν εξαφάνισε τη θάλασσα, αλλ’ ασφάλισε το πλοίο της Εκκλησίας (ο Χριστός). Παντού οι πολλοί επανίσταντο κατά της Εκκλησίας, όπως κύματα άγρια. Παντού την πολεμούσαν τα πονηρά πνεύματα, όπως φοβεροί άνεμοι. Από παντού άγριος εμφανιζόταν χειμώνας. Και όμως ο Χριστός χάριζε πολλή τη γαλήνη. Και το πιο θαυμαστό είναι, ότι όχι μόνο η αγριότητα δεν κατέλυσε την Εκκλησία, αλλά το πλοίο της κατέλυσε τη θαλασσοταραχή!
Ε.Π.Ε. 26,238
διωκομένη
Η Εκκλησία πάντοτε διώκεται. Σαν να βρίσκεται σε θάλασσα, που μαίνεται και γεννά φοβερά ναυάγια. Τίποτε ευνοϊκό δεν βρίσκεται στον κόσμο.
Ε.Π.Ε. 26,494
νύμφη
Όπως ακριβώς ο νυμφίος (ο γαμπρός) αφήνει τον πατέρα του και έρχεται προς τη νύμφη, έτσι και ο Χριστός. Άφησε τον πατρικό θρόνο και ήρθε προς τη νύμφη. Δεν κάλεσε εμάς να πάμε στον ουρανό. Ο ίδιος ήρθε σε μας. Και όταν ακούς, ότι «άφησε», μη σκεφτής κάποια μετακίνησί Του. Πρόκειται για συγκατάβασι. Πραγματικά, και όταν ήταν μαζί μας, βρισκόταν με τον Πατέρα Του.
Ε.Π.Ε. 27,172
ομόνοια
Εκκλησία σημαίνει συμφωνία και ομόνοια.
Ε.Π.Ε. 30,174

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 129-131)

 

Η Εκκλησία

η τοπική και η πανταχού
Η δική σας εκκλησία είναι μέρος της εκκλησίας, που βρίσκεται παντού, και του σώματος, που συνίσταται από όλες τις εκκλησίες. Ώστε όχι μόνο μεταξύ σας, αλλά και προς όλη την Εκκλησία της οικουμένης θα ειρηνεύετε, αν είστε ενάρετοι, αφού βέβαια είστε μέλη του σώματος.
Ε.Π.Ε. 18α,330
ουρανός
Την παλαιά εποχή η Εκκλησία ήταν ουρανός, αφού όλα τα καθωδηγούσε το Πνεύμα το Άγιο και κινούσε καθένα από τους προεστώτες και τον καθιστούσε ενθουσιώδη. Τώρα όμως μείναμε μόνο με τα σύμβολα εκείνων των χαρισμάτων.
Ε.Π.Ε. 18α,512
έρημος, μόνο σύμβολα
Μοιάζει τώρα η Εκκλησία με γυναίκα, που ξέπεσε από την παλαιά της δόξα και σε πολλά πράγματα κρατάει μόνο τα σύμβολα από την αρχαία εκείνη ευτυχία... Ο αριθμός τότε των χηρών και η χορεία των παρθένων έδινε λαμπρό στολισμό στην Εκκλησία. Τώρα όμως έχει απογυμνωθή η Εκκλησία και οι τύποι μόνο της έχουν απομείνει.
Ε.Π.Ε. 18α,512
τόπος αγγέλων
Δεν είναι κουρείο η Εκκλησία ούτε αρωματοπωλείο, ούτε κάποιο άλλο εργαστήριο από εκείνα, που είναι στην αγορά. Είναι τόπος αγγέλων, τόπος αρχαγγέλων, βασίλειο του Θεού, ο ίδιος ο ουρανός.
Ε.Π.Ε. 18α,516
όλοι ενωμένοι
Πάλι ονομάζει τους Κορινθίους «εκκλησία», συνενώνοντας και συνδέοντας όλους σε ένα. Γιατί δεν θα μπορούσε να υπάρξη μια εκκλησία, αν όσοι την αποτελούσαν ήσαν διασπασμένοι και βρίσκονταν σε διάστασι μεταξύ τους.
Ε.Π.Ε. 19,16
λουτρό μετανοίας
Η Εκκλησία είναι λουτρό πνευματικό, που καθαρίζει όχι μόνο το σωματικό ρύπο, αλλά κάθε ακαθαρσία της ψυχής με τους πολλούς τρόπους της μετάνοιας.
Ε.Π.Ε. 19,426
ψυχής παιδευτήριο
Δίκαια θα μπορούσε να ονομάση κανείς την Εκκλησία με όλα τα ονόματα, και δικαστήριο και ιατρείο και σχολείο πίστεως και εκπαιδευτήριο ψυχής και γυμναστήριο δρόμων, που οδηγούν στους ουρανούς.
Ε.Π.Ε. 19,426
συνοδική
Είναι μεγάλη η δύναμις της εκκλησιαστικής συνάξεως. Πρόσεχε πόσο μεγάλη. Η προσευχή της Εκκλησίας απελευθέρωσε τον Πέτρο. Αυτή άνοιξε το στόμα του Παύλου.
Ε.Π.Ε. 19,484
δεν είναι μόνο οι κληρικοί
Ένα σώμα είναι η Εκκλησία, όλοι μας. Να μη τα φορτώνουμε όλα στους ιερείς. Και οι ίδιοι να φροντίζουμε, αφού η Εκκλησία είναι κοινό σώμα. Και οι Απόστολοι, προτού να χειροτονήσουν τους επτά διακόνους, συνεννοήθηκαν πρώτα με το λαό. Το ίδιο έκανε και ο Πέτρος για το Ματθία. Συνεννοήθηκε με όλους τους τότε παρόντες, άντρες και γυναίκες. Διότι η Eκκλησία δεν είναι για να φουσκώνουν τα μυαλά των αρχόντων, ούτε για να γίνωνται οι λοιποί δουλοπρεπείς. Είναι εξουσία πνευματική, που έχει το πλεονέκτημα, οι άρχοντες, οι κληρικοί, να φορτώνωνται με περισσότερους κόπους και μεγαλύτερες φροντίδες, όχι να ζητάνε περισσότερες τιμές.
Ε.Π.Ε. 19,486-488
σώμα κοινό
Πρέπει να βρισκόμαστε στην Εκκλησία σαν να είμαστε σε ένα σπίτι, σαν να είμαστε ένα σώμα, αφού και το βάπτισμα είναι ένα και η τράπεζα μία και η πηγή μία και η κτίσις μία και ο Πατήρ ένας.
Ε.Π.Ε. 19,488
και θλίψις των πιστών
Λαμπρά νίκη, τρόπαιο για την Εκκλησία, αυτό είναι, το να πάσχουμε εμείς με τις δοκιμασίες. Έτσι χτυπιέται ο Διάβολος. Όταν εμείς πάσχουμε, νικιέται ο Διάβολος. Και πάσχει, όταν θέλη να μας κάνη κακό.
Ε.Π.Ε. 20,20
άνω-κάτω από το φθόνο
Η αρρώστια του φθόνου προσβάλλει και την Εκκλησία. Αυτή έκανε τα πάντα άνω-κάτω. Διέσχισε την ενότητα του σώματος. Αλληλοσπαρασσόμαστε. Ο φθόνος μας εξοπλίζει με κάθε πονηρό όπλο. Γι’ αυτό είναι μεγάλη η διαφθορά. Αν το ζητούμενο για την οικοδομή στην Εκκλησία είναι να μένουν στερεοί οι οικοδομούντες, όταν όλοι μέσα στην Εκκλησία γκρεμίζουμε, ποιο θα είναι το αποτέλεσμα;
Ε.Π.Ε. 20,74
εσωτερικά πολεμείται
Δεν φοβάμαι τον από έξω πόλεμο κατά της Εκκλησίας, όσο φοβάμαι την εσωτερική διαμάχη. Διότι και η ρίζα, όταν είναι καλά στερεωμένη στη γη, δεν παθαίνει τίποτε από τους ανέμους. Όταν όμως η ρίζα φθείρεται από το σκουλήκι που την κατατρώει από μέσα, θα πέση το δέντρο, έστω κι αν κανείς δεν το χτυπάη. Μέχρι πότε, λοιπόν, θα κατατρώμε τη ρίζα της Εκκλησίας, σαν σκουλήκια;
Ε.Π.Ε. 20,74
νεκρά
Βλέπω σαν σώμα νεκρό, πεσμένο κάτω το πλήθος της Εκκλησίας. Όπως σε ένα σώμα, που πρόσφατα νεκρώθηκε, είναι δυνατόν να δης και μάτια και χέρια και πόδια και τράχηλο και κεφαλή, αλλά κανένα από τα μέλη δεν κάνη πλέον όσα του πρέπουν, έτσι και στην Εκκλησία. Οι παρόντες είναι όλοι πιστοί, αλλά η πίστις δεν είναι ενεργής. Έχουμε σβήσει τη θερμότητα του Χριστού. Έχουμε καταστήσει νεκρό το σώμα του Χριστού.
Ε.Π.Ε. 20,76
οικουμενική
Τα παιδιά της Εκκλησίας έχουν γεμίσει την Ελλάδα, τις βαρβαρικές χώρες, τη γη, τη θάλασσα, ολόκληρη την οικουμένη.
Ε.Π.Ε. 20,340

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 126-129)

 

Εκκλησία
σκάφος· δεν καταποντίζεται
Αντί για πηδάλιο, χρησιμοποιούμε το Σταυρό. Η φυσική θάλασσα έχει αλμυρό νερό· εδώ είναι το ύδωρ το ζων. Εκεί βρίσκονται άλογα ζώα· εδώ ψυχές λογικές. Εκεί όσοι ταξιδεύουν, πηγαίνουν από τη θάλασσα προς τη στεριά· εδώ πηγαίνουν από τη γη στον ουρανό. Εκεί ο ζέφυρος πνέει· εδώ το Πνεύμα το Άγιο. Εκεί άνθρωπος είναι κυβερνήτης· εδώ κυβερνήτης είναι ο Χριστός. Το πλοίον της Εκκλησίας κλυδωνίζεται, αλλά δεν καταποντίζεται. Από πόσους πολεμήθηκε η Εκκλησία, αλλά ποτέ δεν νικήθηκε!
Ε.Π.Ε. 8α,386
και θεία Λειτουργία
Ενωθήκαμε με το Χριστό στην πνευματική τράπεζα. Ας ενωθούμε και με την αγάπη, αφού πάντοτε μετέχουμε του Σώματος του Δεσπότου.
Ε.Π.Ε. 10,408
και Εκκλησιαστική περιουσία!
Έργα της Εκκλησίας είναι: Η διατροφή των φτωχών. Η προστασία των αδικουμένων. Η υπεράσπισις και η βοήθεια των απειλουμένων. Η πρόνοια για τα ορφανά. Η συμπαράστασις στις χήρες. Η φροντίδα για την αγνότητα και την παρθενία. Έτσι ενεργούν οι κληρικοί, και φυσικά δεν μεριμνούν για χωράφια και για σπίτια. Αυτά είναι τα κειμήλιά της. Τέτοιοι θησαυροί ταιριάζουν στην Εκκλησία. Αυτοί δίνουν καλή εικόνα και οικοδομούν το λαό. Εκείνο το του Κυρίου «Πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς και έλα να με ακολουθήσης» (Ματθ. ιθ' 21), είναι καιρός να λεχτή και προς τους προεστώτες της Εκκλησίας, για τα κτήματα της Εκκλησίας. Τώρα δυστυχώς οι κληρικοί ασχολούνται με υλική σπορά και υλικό θερισμό, με αγοροπωλησίες και κέρδη.
Ε.Π.Ε. 12,292
πλήθος, αλλά ενάρετοι
Εύχομαι και επιθυμώ και ευχαρίστως θα κοπίαζα γι’ αυτό, να κοσμήσω με πλήθος την Εκκλησία, αλλά με πλήθος δοκιμασμένων. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, τότε θέλω, οι λίγοι να είναι αξιόλογοι. Προτιμότερος ένας λίθος πολύτιμος παρά αμέτρητοι οβολοί. Προτιμότερο να έχουμε υγιές το μάτι, παρά χαλασμένο μάτι με πολυσαρκία. Προτιμότερο ένα πρόβατο υγιές, παρά αμέτρητα ψωριασμένα πρόβατα. Προτιμότερο λίγα καλά παιδιά, παρά πολλά και κακά. Άλλωστε στη βασιλεία του Θεού πηγαίνουν οι λίγοι, ενώ στην κόλασι οι πολλοί.
Ε.Π.Ε. 15,242
σκάφος
Κυβερνούσε ο απ. Παύλος την Εκκλησία της οικουμένης. Από τον Κύριο της θάλασσας έμαθε όχι την ανθρώπινη τέχνη, αλλά την πνευματική σοφία. Στο σκάφος αυτό συμβαίνουν και πολλά ναυάγια, υψώνονται και πολλά κύματα, επιτίθενται και πνεύματα πονηρίας.
Ε.Π.Ε. 16β,244
ένωσις και συμφωνία
Αυτό το όνομα της Εκκλησίας σημαίνει ένωσι και συμφωνία, όχι χωρισμό.
Ε.Π.Ε. 18,22
μία
Μια είναι η Εκκλησία στην οικουμένη, αν και χωρισμένη σε πολλούς τόπους. Πολύ περισσότερο μια πρέπει να είναι η Εκκλησία της Κορίνθου. Και αν ακόμα χωρίζη ο τόπος, ο Κύριος όμως, που είναι ο ίδιος για όλους, τους ενώνει.
Ε.Π.Ε. 18,22
και άσημη και επίσημη
Λένε, ότι όσοι πίστευσαν στο Χριστό ήσαν κάτι δούλοι και κάτι γυναίκες και μερικές παραμάνες και μαίες και ευνούχοι. Το ότι βέβαια η Εκκλησία δεν αποτελέστηκε μόνο από αυτούς, είναι σε όλους φανερό. Αλλά και αν αποτελείτο μόνο από αυτούς, αυτό θα ήταν που θα έκανε το κήρυγμά της πιο θαυμαστό.
Ε.Π.Ε. 18,208
και περιουσία
Ας μη προβάλλουμε προφάσεις (στην προσπάθειά μας να αποφύγουμε την ελεημοσύνη), λέγοντας, ότι η Εκκλησία έχει μεγάλη περιουσία. Έλα να δης το μέγεθος αυτής της περιουσίας, αλλά και να σκεφτής τα πλήθη των φτωχών, που είναι γραμμένοι στους καταλόγους της Εκκλησίας, τα πλήθη των αρρώστων, τις περιπτώσεις των μυρίων βοηθημάτων. Μπορείς να εξετάσης και να ερευνήσης· κανείς δεν σε εμποδίζει. Αλλά και μεις είμαστε έτοιμοι να λογοδοτήσουμε. Μπορούμε να δώσουμε απολογισμό των πράξεών μας και ν’ αποδείξουμε, ότι οι δαπάνες δεν είναι μικρότερες από τα έσοδα· σε μερικές περιπτώσεις είναι και μεγαλύτερες.
Ε.Π.Ε. 18,620
ενότητα εν τη Ευχαριστία
Η Εκκλησία έγινε, όχι για να είμαστε διαιρεμένοι όσοι έχουμε συνέλθει εδώ (στη θ. Λειτουργία), αλλά για να ενωθούν όσοι είναι διαιρεμένοι. Αυτό άλλωστε φανερώνει η συνάθροισις.
Ε.Π.Ε. 18α,194
σώμα Χριστού
Όπως το σώμα και η κεφαλή είναι ένας άνθρωπος, έτσι η Εκκλησία και ο Χριστός, λέει ο Παύλος, είναι ένα. Γι’ αυτό και έθεσε το Χριστό αντί της Εκκλησίας με το να ονομάζη έτσι το σώμα Του.
Ε.Π.Ε. 18α,276

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 122-125)

 

«Η περηφάνια προηγείται του ολέθρου» (Παρ. 16:18)

Ο άνθρωπος είναι πολύ εύκολο να περηφανευτεί και να φτάσει στο σημείο να μην ξέρει τι λέει. Αυτό συνέβη και στο Ναπολέοντα Βοναπάρτη, μετά από τις αμέτρητες νίκες του στις μάχες που έδινε στην Ευρώπη. Την παραμονή της μάχης του Βατερλό, όπως λέει η ιστορία, αφού έδωσε και τις τελευταίες εντολές στους αξιωματικούς του για την άλλη μέρα, κατέληξε λέγοντας: «Αύριο βράδυ ο Ουέλιγκτον (ο Άγγλος στρατηγός) θα βρίσκεται στα χέρια μου αιχμάλωτος». Κάποιος από τους επιτελείς του πρόσθεσε: «Στρατηγέ, αν θέλει ο Θεός». Κι ο Ναπολέων γεμάτος περηφάνια απάντησε: «Ποιος Θεός! Εγώ εξουσιάζω το στρατό μου και όχι άλλος».
Η μέρα ξημέρωσε. Η μάχη άρχισε. Η ραγδαία βροχή και οι λάσπες του έδεσαν τα χέρια. Τα πράγματα αντιστράφηκαν. Βρέθηκε αυτός αιχμάλωτος και τα έχασε όλα «εις μίαν και μόνην ώραν».
«Ο Θεός στους περήφανους εναντιώνεται, ενώ στους ταπεινούς δίνει χάρη» (Α’ Πέτρ. 5:5). «Τεθείτε λοιπόν με ταπείνωση κάτω από το στιβαρό χέρι του Θεού, ώστε να σας υψώσει, όταν έρθει η κατάλληλη γι’ αυτό ώρα» (εδ. 6).

«… στις έσχατες μέρες… οι άνθρωποι θα είναι εγωιστές… αλαζόνες, περήφανοι…» (Β’ Τιμοθέου 3:1-2)

Θα έχετε ακούσει βέβαια για το Νάρκισσο που ήταν ένας νέος πανέμορφος. Γι’ αυτό και ήταν εγωκεντρικός. Όλα τα κορίτσια ήταν ερωτευμένα μαζί του. Μα αυτός έμενε ασυγκίνητος. Ένα από τα κορίτσια παρακάλεσε τη θεά Νέμεση να τον κάνει να την αγαπήσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και καταράστηκε το Νάρκισσο να γνωρίσει την απόρριψη. Μια μέρα ο Νάρκισσος είδε το είδωλό του στα νερά μιας πηγής. Μαγεμένος από την ομορφιά του έσκυψε να φιλήσει το είδωλό του, αλλά εκείνο εξαφανιζόταν! Ο αυτοερωτισμός του αυτός άρχισε να τον βασανίζει, γιατί δεν έβρισκε ανταπόκριση. Τελικά πέθανε από θλίψη, καθώς δεν μπορούσε ν’ αγκαλιάσει το αντικείμενο της αγάπης του, τον εαυτό του!

Ο ναρκισσισμός είναι ένας ψυχολογικός θάνατος. Αυτό είναι το δίδαγμα αυτού του μύθου. Αν επικεντρώσω την προσοχή μου στον εαυτό μου θα καταστραφώ. Και ο απλός λόγος είναι ότι ο Θεός έκανε τον άνθρωπο για να έχει κοινωνία και σχέση με άλλους. Θέλεις ν’ αρχίσεις μια νέα ζωή, να είσαι χαρούμενος κι ευτυχισμένος; Πάρε τα μάτια σου από τον εαυτό σου και στρέψε τα σ’ Εκείνον που έδωσε τον εαυτό Του για σένα κι άρχισε να ενδιαφέρεσαι για τους άλλους.
(Γ.Σ.Κ.)

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

384. Έχουμε εικόνες στα σπίτια μας και τις τιμάμε. Μ’ αυτό, εκτός από άλλα, δείχνουμε ότι τα μάτια του Θεού και όλων των κατοίκων του Παραδείσου είναι πάντοτε στραμμένα προς εμάς και βλέπουν όχι μόνο τις πράξεις μας, αλλά και τους λογισμούς και τις επιθυμίες μας.

385. «Πιστεύω εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολική Εκκλησίαν». Πιστεύεις ότι όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί είναι μέλη ενός και του αυτού σώματος και ότι, επομένως, όλοι πρέπει να «τηρώμεν την ενότητα του Πνεύματος εν τω συνδέσμω της ειρήνης» (Εφεσ. δ’ 3), να φροντίζουμε ο ένας για τον άλλο, να βοηθούμε ο ένας τον άλλο; Πιστεύεις ότι οι Άγιοι είναι και αυτοί μέλη του σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας, και είναι αδελφοί μας που μεσιτεύουν για μας ενώπιον του Υψίστου; Σέβεσαι κάθε χριστιανό σαν μέλος του Χριστού, σαν αδελφό του κατά την ανθρώπινη φύσι; Αγαπάς τον καθένα σαν τον εαυτό σου, σαν την ίδια σου τη σάρκα και το ίδιο σου το αίμα; Έχεις την ανωτερότητα να συγχωρής εκείνους που σε αδικούν; Βοηθείς τους άλλους στις ανάγκες τους; Διδάσκεις όποιον έχει άγνοια; Προσπαθείς να μεταστρέψης στον δρόμο του Χριστού τον αμαρτωλό από τα μονοπάτια της πλάνης; Στηρίζεις και παρηγορείς όσους βρίσκονται σε θλίψι; Η πίστις στη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία σε εμπνέει και σε υποχρεώνει να τα κάνης όλα αυτά. Και για όλα αυτά ο Αθλοθέτης Κύριος, η Κεφαλή της Εκκλησίας, σου ετοιμάζει στεφάνους αμαράντους.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 163-164)

382. Η Εκκλησία είναι ο βέβαιος δρόμος για την αιώνιο ζωή. Μην ξεστρατίσης απ’ αυτόν, παίρνοντας τα μονοπάτια της σοφιστείας και της απιστίας, που φέρουν στην απώλεια. «Εγώ ειμί η οδός καί η αλήθεια καί η ζωή».

383. Ο Διάβολος καλλιεργεί σε μερικές ψυχές την οκνηρία για κάθε έργο πίστεως και ευσεβείας. Έτσι τις κάνει ψυχρές στην προσευχή, δυσκίνητες στην αγαθοποιΐια. Αλλά η Γραφή μας προτρέπει να είμαστε «τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί τῷ πνεύματι ζέοντες, τῷ κυρίῳ δουλεύοντες» (Ρωμ. ιβ’ 11).
Επίσης ο Πονηρός επιδίδεται στο να κάνη τις καρδιές μας ευέξαπτες. Δεν ανεχόμαστε τότε την παραμικρά αντίρρησι, το κάθε εμπόδιο, πνευματικό ή υλικό. Τότε όμως είναι ο κατάλληλος καιρός για να δείξουμε αντοχή στους χειμάρρους της κακίας και της ανυπομονησίας. «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν» (Λουκ. κα’ 19). Αλλά τι θα συμβή τότε; Τι θα συμβή με τον άνθρωπο, όταν ο Διάβολος του επιτίθεται με τους χειμάρρους των πειρασμών και με τον άνεμο των επηρεασμών; Αν ο χριστιανός στέκη στερεά στην πέτρα, που είναι ο Χριστός, δεν θα πέση. Αν όμως στέκη στην άμμο των παθών και του εγώ, η πτώσις του είναι βεβαία.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 162-163)

182. Ποιές είναι οι ακολουθίες της μεταβολής του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού;

Στη θεία Ευχαριστία ο Χριστός είναι παρών με το σώμα και το αίμα του στα οποία μεταβάλλονται τα φυσικά στοιχεία του άρτου και του οίνου. Ο Χριστός είναι παρών στην ευχαριστία όχι μόνο κατά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων και κατά την κοινωνία αυτών από τους πιστούς, αλλά και μετά ταύτα. Το ευχαριστιακό μυστήριο δεν είναι προσωρινό και καταργούμενο. Η αλήθεια αυτή φαίνεται στην πράξη της αρχαίας Εκκλησίας κατά την οποία τα αγιασθέντα τίμια δώρα φυλάσσονταν στους ναούς και μεταφέρονταν από τους διακόνους στα σπίτια και στις φυλακές για να κοινωνήσουν οι ασθενείς και οι αιχμάλωτοι. Το ίδιο πράγμα εξαίρει και το έθος να παραλαμβάνεται η ευχαριστία από πιστούς, ασκητές και οδοιπόρους για κατ’ ιδίαν χρήση, όπως και η ιερουργία της ευχαριστίας από άρτο και οίνο που προαγιάσθηκαν κατά τη λειτουργία των προηγιασμένων. Προς την ίδια κατεύθυνση δείχνει και η λατρευτική προσκύνηση των τιμίων δώρων. Οι πιστοί κλίνουν γόνυ κατά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων και κατά την είσοδο των προηγιασμένων, θεωρώντας τον όχι απλώς σαν τόπο συνάξεως των πιστών, αλλά σαν πραγματικό οίκο Θεού, στον οποίο ο Θεός παραμένει υπό τα είδη της ευχαριστίας.

Πρέπει βέβαια να σημειωθεί, ότι τα δώρα της θείας ευχαριστίας δεν λατρεύονται καθ’ εαυτά άσχετα προς το ευχαριστιακό μυστήριο, γιατί ως τέτοια είναι απλά φυσικά στοιχεία και η λατρεία τους είναι σαφώς ειδωλολατρία· αλλά λατρεύονται γιατί είναι σώμα και αίμα του Θεού, όπως και η ανθρώπινη φύση του Χριστού δεν λατρεύεται καθ’ εαυτήν, αλλά γιατί είναι η φύση του ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 253-254)

181. Τι φρονούν περί του θυτήριου χαρακτήρα της ευχαριστίας οι Διαμαρτυρόμενοι;

Οι Διαμαρτυρόμενοι, θέλοντας να πολεμήσουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ιερατείου, που προφανώς συνδέεται με την ιδέα της ευχαριστίας ως θυσίας, πολέμησαν σφοδρώς το δόγμα το υπό των Ορθοδόξων και των Ρωμαιοκαθολικών πρεσβευόμενο, φρονώντας ότι η εκδοχή της ευχαριστίας ως θυσίας ζημιώνει την έννοια της μεγάλης θυσίας του Γολγοθά και εξασθενίζει τη δύναμη και την άξια της.
Δεν έχουν όμως δίκαιο. Οι λόγοι του Αποστ. Παύλου: «Ουχί οι εσθίοντες τας θυσίας κοινωνοί του θυσιαστηρίου είσιν;», «ου δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν και τραπέζης δαιμόνιων», «έχομεν θυσιαστήριον εξ ου φαγείν ουκ έχουσιν εξουσίαν οι τη σκηνή λατρευοντες», όπου ο ιερός συγγραφέας αντιβάλλει το θυσιαστήριο της τραπέζης του Κυρίου προς το ειδωλολατρικό θυσιαστήριο των εθνικών, καμία αμφιβολία δεν αφήνουν ότι το θυσιαστήριο της Εκκλησίας είναι πραγματικό και ότι η προσφερόμενη σ’ αυτό θυσία είναι θυσία πραγματική. Το ίδιο πράγμα εξαιρούν και οι μαρτυρίες των εκκλησιαστικών ανδρών (Ιουστίνου, Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Χρυσοστόμου κ.ά.), όπως και οι αρχαίες λειτουργίες, που αναμφισβήτητα παριστάνουν την ευχαριστία ως πραγματική θυσία. Είναι ενδεικτικό δε, ότι και οι Δοκήτες που αρνούνταν την πραγματική παρουσία του Χριστού στην ευχαριστία, συναπέρριπταν και τον χαρακτήρα της ευχαριστίας ως θυσίας.

Η θεία ευχαριστία είναι άφ’ ενός αναπαράσταση της σταυρικής θυσίας του Γολγοθά, καθόσον δια του καθαγιασμού των τιμίων δώρων παριστά ή συμβολίζει την εν αίματι θυσία του Χριστού επάνω στο σταυρό, άφ’ έτέρου δε πραγματική θυσία στην οποία ο Χριστός παρίσταται ως αρχιερέας τελών επί της γης ό,τι τελεί και στον ουρανό.
Ούτε είναι σωστή η αιτίαση ότι, αποδεχόμενοι την ευχαριστία ως θυσία, προσκρούουμε στη θυσία του Γολγοθά, δια της οποίας «άπαξ επί συντελείς των αιώνων εις αθέτησιν αμαρτίας δια της θυσίας αυτού πεφανέρωται», «μια γαρ προσφορά τετελείωκεν εις το διηνεκές τους αγιαζομένους. Όπως προειπώθηκε, και στις δύο θυσίες ο θυόμεν0ς είναι ο ίδιος, στη μεν θυσία του Γολγοθά προσφερθείς υπέρ πάντων, στη θυσία δε της ευχαριστίας προσφερόμενος για την προσωπική οικείωση των από του σταυρού αγαθών. Όχι μόνο δεν μειώνεται η μεγάλη θυσία του Γολγοθά, αλλά τουναντίον δια της ευχαριστίας αποκαλύπτεται ο ανεξάντλητος πλούτος της χάριτος στην ολότητά του και στην πρώτη ζωηφόρο στο σταυρό παράστασή του.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 252-253)

katafigioti

lifecoaching