ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
Ήταν κάποτε 2 φίλοι, όπου ο ένας ήταν θρησκεύομενος και κατόρθωσε τον άλλον, που ήταν ένας πολύ αμαρτωλός, να τον πείσει να εξομολογηθεί για πρώτη φορά.
Όταν τελείωσαν την εξομολόγηση και πήραν το δρόμο της επιστροφής, ο θρησκεύουμενος ρωτάει τον φίλο του, τί κανόνα του έβαλε ο εξομολόγος.
- Κανένα, απάντησε εκείνος, μάλιστα με άφησε να Κοινωνήσω.
Παραξενεύτηκε τόσο πολύ ο θρησκεύομενος με αυτά που άκουσε από τον φίλο του, που επέστρεψε πίσω στον εξομολόγο, να του ζητήσει το λόγο. Τον ρώτησε λοιπόν, για ποιό λόγο άφησε τον φίλο του να Κοινωνήσει, αφού ερχόταν για πρώτη φορά να εξομολογηθεί, ενώ τον ίδιο δεν τον άφησε να Κοινωνήσει, ενώ εξομολογείται συνέχεια και μάλιστα χρόνια:
Και ο πνευματικός του είπε:
- Πράγματι ο φίλος σου είχε πολλές και βαριές αμαρτίες. Αυτές τις αμαρτίες τις εξέλαβα σαν ξύλα, που τα συγκέντρωσα σε ένα μέρος. Στο τέλος τον ρώτησα, αν έχει εχθρούς και αν τους συγχώρεσε. Και αυτός με απάντησε, ότι έχει εχθρούς, τους οποίους συγχώρεσε. Αυτό που με είπε, το εξέλαβα σαν ένα σπίρτο που με έδωσε και βάζω με αυτό μια φωτιά στα ξύλα και τα έκαψα! Χάθηκαν, γι΄αυτό και του είπα να Κοινωνήσει. Εσύ πάλι όταν ήρθες μέσα, με είπες ότι νηστεύεις, προσεύχεσαι και κάνεις ελεημοσύνες. Αυτό το πράγμα το εξέλαβα σαν ένα πολύ καλό αλεύρι, που το έβαλα σε μια σκάφη για να το ζυμώσω. Σε έθεσα το ίδιο ερώτημα, αν έχεις εχθρούς και αν τους συγχώρεσες. Και με είπες, ότι έχεις εχθρούς, αλλά δεν τους συγχώρεσες. Μάλιστα συμπλήρωσες λέγοντας, ότι με αυτά που σε έκαναν οι εχθροί σου, αν ήμουν και εγώ στη θέση σου, δεν θα τους συγχωρούσα. Αυτό το πράγμα, που με είπες, το εξέλαβα σαν ένα πικρό προζύμι και το έβαλα να ζυμώσω το αλεύρι σου, αλλά το αλεύρι σου χάλασε όλο και το πέταξα. Γι΄αυτό και δεν σε επέτρεψα να Κοινωνήσεις...
+ Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας
(αληθινό περιστατικό μιας αδελφής μας).
Είμαι διαχειρίστρια σε μία πολυκατοικία. Ένας εκ των ιδιοκτητών δημιουργεί διαφόρων ειδών προβλήματα και έχω περάσει μεγάλες περιόδους έντονης μνησικακίας για αυτό το άτομο.
Τα τελευταία χρόνια, επειδή κατάλαβα ότι η μνησικακία είναι δηλητήριο για μένα, αποφάσισα και τον συμπεριέλαβα, αυτόν και την οικογένειά του, στην καθημερινή μου προσευχή. Σιγά-σιγά μαλάκωσα μέσα μου και άρχισα μέχρι και να δείχνω κατανόηση για τη στάση του. Το τελευταίο διάστημα όμως είχε αφήσει πάλι απλήρωτα κοινόχρηστα 8 μηνών. Και είναι επιβεβαιωμένο ότι δεν έχει οικονομικό πρόβλημα. Απλά θέλει να δημιουργεί προβλήματα. Άλλοι ένοικοι με προέτρεπαν να τον πάρω τηλέφωνο και να του ζητήσω τον λόγο. Εγώ το αρνιόμουν λέγοντας ότι αφού ξέρει ότι χρωστάει τί νόημα θα είχε. Απλά θα οδηγούμασταν σε σύγκρουση.
Παράλληλα χρησιμοποιώ εδώ και χρόνια το Κουτί του Θεού. Είναι ένα κουτί στο οποίο έχω βάλει διάφορα εικονισματάκια, κομποσκίνια, λίγο λιβάνι και εκεί μέσα βάζω σημειώματα που γράφω στον Κύριο όταν χρειάζομαι τη βοήθεια και την καθοδήγησή Του για ένα θέμα. Είχα γράψει λοιπόν και για αυτήν την περίπτωση παρακαλώντας Τον να με φωτίσει πώς να χειριστώ το θέμα και παράλληλα να φωτίσει και αυτόν να λειτουργήσει για το κοινό καλό της πολυκατοικίας.
Ενώ λοιπόν σκεφτόμουν να συγκαλέσω μία έκτακτη γενική συνέλευση για να συζητήσουμε όλοι μαζί το θέμα, συνεχίζοντας παράλληλα τις πρωινές μου προσευχές για το άτομό του, ένα πρωινό χτυπάει η πόρτα μου και μου φέρνει τα 2/3 των κοινοχρήστων που χρωστούσε. Για μένα ήταν ένα θαύμα. Ένα από τα θαύματα που με βοηθούν να αντιμετωπίζω την καθημερινότητά μου υπενθυμίζοντάς μου ότι ο Κύριος είναι πάντα εκεί για εμένα, αρκεί εγώ να ζητήσω τη βοήθειά Του.
"Εχουμε εδώ την εορτή της Εισόδου της Θεοτόκου στο Ναό. Το θέμα της εορτής είναι πολύ απλό: ένα κοριτσάκι προσάγεται από τους γονείς του στο ναό των Ιεροσολύμων. Δεν υπάρχει τίποτε το ιδιαίτερα αξιοσημείωτο στο γεγονός αυτό, επειδή την εποχή εκείνη αυτό αποτελούσε μια γενικά αποδεκτή συνήθεια καί πολλοί γονείς έφερναν τα παιδιά τους στο ναό ως σημείο προσαγωγής τους στον Θεό, ως ένδειξη πώς δίνουν στη ζωή τους έναν ουσιαστικό σκοπό καί νόημα, πώς τα φωτίζουν από μέσα με το φως μιας ανώτερης εμπειρίας.
Στήν περίπτωση όμως της Παναγίας, όπως μας το υπενθυμίζει ή Ακολουθία της ημέρας, οδήγησαν το παιδί στα " Άγια των Αγίων", στον τόπο πού κανείς άλλος, εκτός από τους ιερείς, δεν επιτρεπόταν να πάει,στο μυστικό εσωτερικό Ιερό του ναού. Το όνομα του κοριτσιού είναι Μαρία. Είναι ή μελλοντική μητέρα του Ίησού Χρίστου, μέσω του οποίου, σύμφωνα με τη Χριστιανική πίστη, ό ίδιος ο Θεός ήλθε στον κόσμο για να ενωθεί με το ανθρώπινο γένος, να μοιραστεί τη ζωή του καί να αποκαλύψει το θείο της περιεχόμενο. Είναι όλα αυτά παραμύθια; "Η είναι κάτι πού μας δόθηκε καί πού αποκαλύπτεται εδώ, κάτι πού σχετίζεται άμεσα με τη ζωή μας, κάτι πού δεν μπορεί ίσως να εκφραστεί με λόγια της καθημερινής ζωής;
Αυτός είναι ό μεγαλειώδης, ό ογκώδης, ό ιεροπρεπής ναός της Ιερουσαλήμ. Καί για αιώνες εκεί. πίσω από αυτούς τους βαρείς τοίχους, ένα πρόσωπο μπορούσε να έρθει σε επαφή με τον Θεό. Τώρα όμως ό ιερέας παίρνει από το χέρι τη Μαρία καί την οδηγεί στο Ιερότερο τμήμα του Ναού καί εμείς ψάλλουμε "Ό καθαρώτατος ναός του Σωτηρος... σήμερον εισάγεται εν τω οίκω Κυρίου...", Αργότερα, στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, ό Χριστός λέει, "Λύσατε τον ναόν τούτον καί εν τρισίν ήμέραις έγερώ αυτόν", καί ό Ευαγγελιστής συμπληρώνει, "εκείνος δε έλεγεν περί του ναού του σώματος αυτού" (Ίωάν. 2,19,21).
Το νόημα όλων αυτών των γεγονότων, των λέξεων καί των σκέψεων είναι απλό: από τώρα καί στο έξης ό ίδιος ό άνθρωπος γίνεται ναός. Ούτε πέτρινος, ούτε θυσιαστήριο, αλλά ό άνθρωπος -ή ψυχή του, το σώμα του καί ή ζωή του -γίνεται ή ιερή καί θεία καρδία του κόσμου, τα "αγία των αγίων". Ό ένας ναός, ή Παναγία - ζών καί ανθρώπινος - οδηγείται σ' έναν άλλο ναό φτιαγμένο από πέτρα, καί ολοκληρώνει έτσι εκ των ένδον τη σημασία καί το νόημα του.
Μ' αυτό το γεγονός ή θρησκεία, καί ακόμη περισσότερο ή ζωή, υφίσταται μια πλήρη μεταβολή της ισορροπίας της. Αυτό πού τώρα εισέρχεται στον κόσμο είναι μια διδασκαλία που δεν τοποθετεί τίποτε άλλο υψηλότερα από τον άνθρωπο, επειδή ό ίδιος ό Θεός αναλαμβάνει τη μορφή ανθρώπου για ν' αποκαλύψει την κλήση καί το νόημα του ανθρώπου ως θεϊκού πλάσματος. Από το σημείο αυτό κι έπειτα ό άνθρωπος είναι ελεύθερος. Τίποτε πλέον δεν βρίσκεται από πάνω του, επειδή ό ίδιος ό κόσμος είναι δικός του ως δώρο του Θεού, για να εκπληρώσει έτσι ό άνθρωπος τον θεϊκό του προορισμό.
Από τη στιγμή πού ή Παναγία εισήλθε στα "άγια των αγίων", ή ίδια ή ζωή έγινε Ναός. Κι όταν εορτάζουμε τα Εϊσόδιά της, εορτάζουμε το θειο νόημα του ανθρώπου καί τη λαμπρότητα της υψηλής του κλήσεως. Δεν γίνεται λοιπόν να εξαφανιστούν καί να ξεριζωθούν όλ'αυτά από τη μνήμη του ανθρώπου.
Αλεξ.Σμέμαν-Η ΠΑΝΑΓΙΑ
Εκδ.''Ακρίτας''
…Αν όλοι εμείς οι μεγάλοι πρέπει όλη τη ζωή μας να είμαστε στενά ενωμένοι με το Αληθινό Κλήμα, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και να τρεφόμαστε με το ζωοποιό χυμό από τη Θεία Ρίζα, το ίδιο αυτό ισχύει και για τα μικρότερα κλήματα του Αμπελιού, τα πιο μικρά πράσινα φύλλα και τα μικρά τρυφερά άνθη, που ανθίζουν στο άγιο Κλήμα. Αυτά τα άνθη, τα φύλλα και τα μικρά κλήματα είναι τα παιδιά μας, τα οποία φροντίζουμε με τρυφερότητα, τα οποία αγαπάμε σαν την καρδιά μας.
Έχουν μεγάλο χρέος και ευθύνη ενώπιον του Θεού εκείνοι οι χριστιανοί, οι οποίοι δεν εκτελούν το ιερό καθήκον τους να προστατεύουν τα μικρά τους παιδιά, και όχι μόνο τα παιδιά αλλά και τα βρέφη, από τους εχθρικούς ανέμους, οι οποίοι μπορούν να τα αποκόψουν από το Κλήμα του Χριστού και να τα πάνε πολύ μακριά και να τα ρίξουν στη σκόνη και στο βόρβορο, όπου θα τα πατήσουν με τα πόδια τους οι εχθροί της ανώτατης αλήθειας και του αγαθού.
Ο Ιωακείμ και η Άννα, οι γονείς της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας, το είχαν καταλάβει πολύ καλά. Μόνο τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής της μικρής, η οποία είχε εκλεχτεί από τον Θεό για να υπηρετήσει το μέγα μυστήριο της ενσάρκωσης του Υιού του Θεού, οι γονείς απολάμβαναν την χαρά της ζωής μαζί της και της θερμής αγάπης της. Μόλις αυτή βγήκε από τη νηπιακή ηλικία την οδήγησαν στο Ναό της Ιερουσαλήμ και την άφησαν εκεί, εμπιστεύοντας την αγωγή της στον ίδιο τον Θεό.
Όχι μόνο ο Ιωακείμ και η Άννα αφιέρωσαν τον καρπό του καθαρού τους γάμου στον Θεό αλλά και πριν και μετά από αυτούς το ίδιο έκαναν οι αγίες και σοφές μητέρες, τα ονόματα των οποίων εσείς οι σημερινές μητέρες πρέπει να τα θυμάστε. Η αγία Άννα, η οποία ήταν στείρα, προσευχήθηκε θερμώς στον Θεό, δίνοντάς Του τον όρκο να αφιερώσει σ’ Αυτόν το παιδί της, αν έλυνε την ατεκνία της και θα της έδινε αγόρι. Ο Κύριος ακούσε την προσευχή της Άννας και αυτή έγινε μητέρα του μεγάλου προφήτη Σαμουήλ.
Να θυμάστε οι μητέρες και το όνομα της αγίας Μάρθας, της μητέρας του μεγάλου οσίου του Συμεών του Στυλίτου, τον οποίο, όπως και η αγία Άννα τον Σαμουήλ, τον είχε αφιερώσει η Μάρθα στον Θεό ακόμη πριν γεννηθεί. Στην πολύ νεαρή ηλικία ανέβηκε ο μέγας Συμεών στο στύλο και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατό του σαν μία άσβηστη λαμπάδα ενώπιον του Θεού.
Να θυμάστε, ευσεβείς σημερινές μητέρες, πόσο μεγάλο και ιερό ενώπιον του Θεού είναι το καθήκον σας να καλλιεργείτε στα παιδιά σας τον φόβο του Θεού και να τα διαπαιδαγωγείτε στην αδιάσπαστη και αδιάκοπη ενότητα με το Αληθινό Κλήμα, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Μόνο από σας, μητέρες και πατέρες, τα παιδιά σας μπορούν να μάθουν το νόμο του Θεού, τον οποίο δεν τους διδάσκουν στα σχολεία. Και μόνο τότε θα μπορέσουν να τον μάθουν αν, εσείς οι ίδιοι, θα μελετάτε με προθυμία το νόμο αυτό στις εκκλησίες του Θεού, μαθαίνοντάς τον από τους υπηρέτες του Θεού, τους ιερείς και τους επισκόπους.
Να πηγαίνετε στους ιερούς ναούς τα παιδιά σας για να αναπνέουν, έστω και για λίγο, τον αέρα του γεμάτου όχι μόνο με θυμίαμα αλλά και μυστική χάρη των μεγάλων μυστηρίων, που τελούνται σ’ αυτόν, και τις προσευχές πολλών ανθρώπων. Δώδεκα ολόκληρα χρόνια τρεφόταν μέσα στην ιερότητα του Ναού της Ιερουσαλήμ η Υπεραγία και Άχραντος Παρθένος, η «τιμιωτέρα των Χερουβείμ, και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Οι παντοδύναμες ενώπιον του Θεού πρεσβείες Της να σας βοηθήσουν στο μεγάλο αυτό έργο της αγωγής των παιδιών σας. Αμήν.
(Αγίου Λουκά Κριμαίας, ”Λόγοι και Ομιλίες”, Εκδ. ”Ορθόδοξη Κυψέλη”)
Η ευλάβεια προς το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου
– Πέστε μας, Γέροντα, κάτι για την Παναγία.
– Τι να σας πω; Με φέρνετε σε πολύ δύσκολη θέση. Για να μιλήση κανείς για την Παναγία, πρέπει να Την ζήση.
– Γέροντα, και το όνομα της Παναγίας έχει δύναμη πνευματική, όπως και το όνομα του Χριστού;
- Ναι. Όποιος έχει πολλή ευλάβεια την Παναγία, ακούει το όνομά Της και αλλοιώνεται. Ή, αν το βρη κάπου γραμμένο, το ασπάζεται με ευλάβεια και σκιρτάει η καρδιά του. Μπορεί να κάνη ολόκληρη Ακολουθία με έναν συνεχή ασπασμό στο όνομα της Παναγίας*. Και όταν προσκυνά την εικόνα Της, δεν έχει την αίσθηση ότι είναι εικόνα, αλλά ότι είναι η Ίδια, και πέφτει κάτω λειωμένος, διαλυμένος από την αγάπη Της.
– Γέροντα, να μας λέγατε κάτι από το προσκύνημά σας στην Παναγία της Τήνου.
– Τι να πω; Μια τόσο μικρή εικόνα κι έχει τόση Χάρη! Δεν μπορούσα να ξεκολλήσω από κοντά της. Παραμέρισα λίγο, για να μην εμποδίζω τους άλλους που ήθελαν να προσκυνήσουν.
– Μερικοί, Γέροντα, σκανδαλίζονται από τα πολλά αφιερώματα που έχουν οι θαυματουργές εικόνες της Παναγίας.
- Να σας πω τι έπαθε μια φορά ένας πολύ απλός και ευλαβής προσκυνητής. Πήγε στην Μονή Ιβήρων και προσκύνησε την Παναγία την Πορταΐτισσα. Εκεί, η εικόνα είναι γεμάτη φλουριά. Στον γυρισμό, πηγαίνοντας για την Μονή Σταυρονικήτα, μπήκε σε λογισμούς. «Παναγία μου, είπε, εγώ ήθελα να Σε δω αλλιώς∙ απλή, όχι με φλουριά». Τι παθαίνει εν τω μεταξύ; Τον έπιασε ένας πόνος δυνατός, ζαλίστηκε και έμεινε εκεί, στην μέση του δρόμου. Άρχισε λοιπόν να ζητάη βοήθεια από την Παναγία: «Παναγία μου, έλεγε, κάνε με καλά και θα σου φέρω δυο φλουριά!». Τότε του παρουσιάστηκε η Παναγία και του είπε: «Έτσι μου τα έφεραν τα φλουριά. Μήπως εγώ τα ζήτησα; Μήπως τα ήθελα εγώ;». Και αμέσως ο πόνος σταμάτησε. Βλέπετε, επειδή είχε καλή διάθεση, πολλή πίστη, τον βοήθησε η Παναγία. Εγώ μερικές φορές εκεί στο Καλύβι, όταν θέλω να προσευχηθώ στην Παναγία, σκέφτομαι: «Πώς να πάω πίσω με άδεια χέρια να Την παρακαλέσω;». Κόβω λίγα αγριολούλουδα, τα πηγαίνω στην εικόνα Της και λέω: «Παναγία μου, πάρε αυτά τα λουλούδια από το Περιβόλι Σου». Πριν πάω στο Άγιον Όρος, άκουγα να λένε ότι είναι «το Περιβόλι της Παναγίας» και περίμενα να δω λουλούδια, δένδρα οπωροφόρα κ.λπ. Όταν πήγα και είδα άγριες καστανιές, κουμαριές, κατάλαβα ότι είναι πνευματικό το περιβόλι της Παναγίας. Αργότερα ένιωσα μέσα σε αυτό και την παρουσία Της.
– Πώς θα αισθανθώ, Γέροντα, την παρουσία της Παναγίας, για να μου θερμάνη την καρδιά;
– Μια που φέρεις το όνομα της Μεγάλης Μητέρας του Χριστού και κατά χάριν Μητέρας όλων των ανθρώπων, να Την επικαλήσαι συνέχεια: «Παναγία μου, να λες, Εσύ που καταδέχτηκες να έχω το όνομά Σου, βοήθησέ με να ζήσω όπως είναι ευάρεστο σ’ Εσένα. Άλλοι μόνον το όνομά Σου ακούνε και συγκινούνται, κι εγώ τι κάνω;». Εύχομαι η Παναγία μας να μένη συνέχεια κοντά σου και να σε σκεπάζη σαν το κλωσσοπούλι κάτω από τα Αγγελικά φτερά Της.
* Ο Γέροντας από πολλή ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο κάποιες φορές ασπαζόταν διαρκώς το όνομά Της
("Περί προσευχής", Γέροντος Παΐσιου Αγιορείτου, Λόγοι ς’, Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2017, σελ. 83-85)
Λέγεται, ότι κάποτε η Παναγία περνούσε από ένα ωραιότατο περιβόλι, με πολύ ωραία άνθη. Μάλιστα ένα από τα άνθη αυτά, την εντυπωσίασαν τόσο, που μπήκε στον πειρασμό και το έκοψε, αλλά όταν το έφερε στην μύτη της, για να απολαύσει το άρωμά του, διαπίστωσε έκπληκτη, ότι δεν είχε καμμία ευωδία. Δεν μύριζε καθόλου! Ένα κρύο πράγμα... Μόνο εξωτερική αίγλη και ομορφιά είχε.
Η Παναγία μας τόσο λυπήθηκε, για το ωραίο αλλά άοσμο εκείνο άνθος, που το χαϊδεψε και είπε:
- Καημένο άνθος! Γιατί εσύ να μην ευωδιάζεις;
Και όταν άγγιξαν τα χέρια της Παναγίας το άνθος, τότε εκείνο αμέσως ανέδωσε τόσο άρωμα, που πλέον όσοι περνούσαν από εκείνο το περιβόλι αναρωτιόντουσαν: Τί γίνεται εδώ, τί ευωδία είναι αυτή!!!
Ξέρετε πόσος κόσμος, ομοιάζει με αυτό το άνθος; Άνθρωποι που έχουν μεν εξωτερική εμφάνιση, αλλά μέσα τους, δεν ευωδιάζουν, είναι ένα κρύο πράγμα. Μάλιστα μερικοί αναδύουν και δυσοσμία βαριά.
Όταν όμως οι άνθρωποι έχουν σχέση με την Παναγία, αμέσως όλα αλλάζουν, αλλοιώνονται και γίνονται σαν εκείνο το ευωδιαστό άνθος...
+ Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας
Ένας Γέροντας Ασκητής που δεν κατέβαινε ποτέ στον κόσμο, είχε διακονητή ένα καλό χριστιανό. Αυτός πουλούσε τα πανέρια του Γέροντος και του έφερνε το ψωμί του.
Στην πόλη που κατοικούσε ο διακονητής έμενε και κάποιος πολύ πλούσιος, που ήταν όμως κακότροπος και ασεβής άνθρωπος. Ξαφνικά μια μέρα πέθανε ο πλούσιος. Οι συγγενείς του για επίδειξι του έκαναν μεγαλοπρεπέστατη κηδεία. Όλη η πόλις και πρώτος ο Επίσκοπος μ’ ολόκληρο τον κλήρο, συνώδευσαν το νεκρό στο κοιμητήριο. Τον έθαψαν σε καλλιμάρμαρο μνημείο, για το οποίο σπαταλήθηκε ασυλλόγιστα πολύ χρήμα.
Ύστερα από την κηδεία του πλουσίου, ξεκίνησε ο καλός χριστιανός να πάει στον Ασκητή στην έρημο. Λίγο πιο έξω από τη σπηλιά του όμως τον βρήκε νεκρό, φαγωμένον από κάποιο άγριο θηρίο.
Ο χριστιανός ταράχτηκε. Θεέ μου, συλλογίστηκε, τι μυστηριώδη γεγονότα συμβαίνουν σ’ αυτόν τον κόσμο; Ο ασεβής πλούσιος πέθανε ανώδυνα, ειρηνικά, και κηδεύτηκε με τιμές και δόξες, ενώ ο άγιος τούτος άνθρωπος που Σου ήταν τόσο αφωσιωμένος, βρήκε τον πιο τραγικό θάνατο που μπορεί να φαντασθή κανείς. Γιατί να γίνωνται αυτά, Θεέ μου;
Ενώ συλλογιζόταν έτσι, άκουσε φωνή να του λέγη:
- Η δικαιοσύνη του Θεού είναι ακατανόητη από τον περιωρισμένο ανθρώπινο νου. Εκείνος ο ασεβής είχε και κάποια καλά έργα πράξει στο διάστημα της ζωής του. Έλαβε την αμοιβή τους στον επίγειο κόσμο. Στον άλλο, μόνο τιμωρία τον περιμένει. Ο Ασκητής, σαν άνθρωπος, είχε μικρές ατέλειες. τις πλήρωσε εδώ, για να παρουσιαστή τέλειος εμπρός στο Δημιουργό του.
(Γεροντικόν Θεοδώρας Χαμπάκη, εκδ. Λυδία, 2002 σελ. 172-173)
Κατά την εποχή του Σωκράτους, υπήρχαν στην Αθήνα δυο ονομαστοί γλύπτες, ο Πράξις κι ο Νικίας.
Ο πρώτος είχε μεγάλο ταλέντο, αλλά ήταν νωθρός κι άσωτος. Έτσι, αφού είχε φτιάξει μερικά έργα, παράτησε τέλος την τέχνη του και γύριζε διαρκώς στα καπηλειά.
Ο άλλος είχε μικρότερο ταλέντο, αλλά ήταν πολύ εργατικός κι επιμελής. Ρώτησαν, λοιπόν, κάποτε τον φιλόσοφο, ποιόν από τους δύο θεωρούσε μεγαλύτερο καλλιτέχνη. Κι εκείνος αποκρίθηκε:
— Τον Νικία. Γιατί η αξία ενός ανθρώπου δεν κρίνεται από τα προσόντα του, αλλά από τη χρήσι των προσόντων του.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο925
Τα δυο σκυλάκια
Ο μεγάλος νομοθέτης της Σπάρτης Λυκούργος, πήρε κάποτε δυο κουταβάκια που είχε γεννήσει μια σκύλα και τα ανέθρεψε διαφορετικά. Στο ένα έδωσε την αγωγή μαλθακότητος και το άλλο το εξήσκησε στο κυνήγι. Κατόπιν, όταν μεγάλωσαν, τα έφερε και τα δυο στην αγορά, έβαλε στη μέση ένα πιάτο με λιχουδιές κι άφησε ελεύθερο ένα λαγό.
Το μαλθακό σκυλάκι έτρεξε ευθύς στο πιάτο. Το άλλο ώρμησε πίσω από τον λαγό. Οι Σπαρτιάται τα είδαν όλα αυτά, αλλά δεν κατάλαβαν το νόημά τους. Τότε ο Λυκούργος τους είπε:
- Θέλησα να σας δείξω μ’ αυτό το παράδειγμα τη δύναμι της αγωγής. Και τα δυο αυτά σκυλάκια γεννήθηκαν από την ίδια μητέρα. Αλλά το καθένα έκανε όπως το είχα συνηθίσει. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους.
(Ψιχία από της τραπέζης, Συλλογή Κ. Κούρκουλα, Αθήνα 1973, Νο507)
Ας μην παραπονιώμαστε και ας μη εγκαλούμε(καταγγέλουμε) τον Θεό για όλες τις δυσκολίες μας, που συναντούμε στην καθημερινότητά μας. Έχομε το βίωμα ότι ο Θεός μας ξεχνά, δεν μας ακούει, δεν απαντά στις προσευχές μας, μας τα φέρνει όλα στραβά και ανάποδα.
Δεν είναι όμως έτσι. Ο Θεός είναι ένας καλός τιμονιέρης, ο οποίος μας παρακολουθεί μυστικά και παράλληλα μας αφήνει να χειριζόμαστε το τιμόνι της ζωής μας μόνοι μας, διότι ποτέ δεν δέχεται να αναιρέσει την δική μας βούληση και να αντικαταστήσει τον δικό μας ρόλο. Και όταν ιδεί το τιμόνι να στραβώνει, το αρπάζει εκείνος, για να πηδαλιουχήσει την δική μας ψυχή προς εαυτόν.
Βεβαίως δεν έχομε δυνατότητες πνευματικές, έχομε όμως τις αμαρτίες μας, οι οποίες μας ταπεινώνουν ενώπιον του Θεού, και, όπως είμαστε σκυμμένοι, ταλαιπωρημένοι, έρχεται ο Κύριος από την πολλή του μακροθυμία...., εγγίζει τους οφθαλμούς του στους δικούς μας, γι' αυτό δεν μπορούμε να τον δούμε, την πνοή του πάνω στην πνοή μας, το τίμιο σώμα του στο αχρείο σώμα μας.
Όπως ο προφήτης Ελισαίος εξάπλωσε επάνω στο νεκρό σώμα και έθεσε μέλος επάνω σε μέλος, όμοια κάνει και σε μας ο Θεός. Η πράξη του προφήτη ήταν συμβολική της αδιαλείπτως συνεχιζόμενης προς εμάς εγγίσεως και αφής του Θεού. Πονούμε. Και αυτό μας κάνει εντύπωση. Ο πόνος όμως είναι ο σταυρός, είναι ο ίδιος ο Θεός.
Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης
Το ξεκίνημα Την ημέρα της βαπτίσεως του Ιησού στον Ιορδάνη, έγιναν και τα αποκαλυπτήριά του. Μέχρι τότε ο Ιησούς ήταν “ο υιός του τεκτονος” ( Ματθ. ιγ’ 55).
Τώρα η “ φωνή εκ των ουρανών” δηλώνει, ότι είναι ο Υιός του Θεού, “ο αγαπητός”. Ο Ιησούς έλεγε συνήθως τον εαυτό του “υιόν του ανθρώπου”. Ο ουρανός όμως ωμολόγησε και τα έργα του απεκάλυψαν ότι ήταν ο Υιός του Θεού. Στον Ιορδάνη ο Ιησούς καθιερώθηκε από τον ουρανό και απεκαλύφθη στον κόσμο από τον Θεό πατέρα ότι είναι ο Υιός του Θεού ο αγαπητός.
Έτσι εγκαταλείπει στη Ναζαρέτ τον τίτλο του “υιού του τεκτονος” και προσλαμβάνει του “υιού του αγαπητού”. Ο Ιησούς περίμενε την ημέρα αυτή. Προσευχόταν για αυτή. Δεν άρχισε το έργο του χωρίς να έλθη η ημέρα και η ώρα αυτή της καθιερώσεώς από τον ουρανό. Τριάντα ολόκληρα χρόνια αναμονή! Ο Ιησούς δεν βιάζεται. Δεν αδημονεί. Περιμένει και αυτός “δύναμιν εξ ύψους”. Και δεν θα έφευγε από τη Γαλιλαία, δεν θα εγκατέλειπε τα εργαλεία του μαραγκού αν δεν σήμαινε η ώρα του. Ο Ιησούς αρχίζει το δημόσιο έργο του, έχοντας για συστατικό του την ομολογία του Θεού, ότι είναι ο υιός του ο αγαπητός. Αυτό τώρα το γνωρίζει ο Ιωάννης ο βαπτιστής. Το άκουσαν και όσοι βρίσκονταν στον Ιορδάνη. Ο ουρανός έδωσε το σύνθημα. Έκανε τα αποκαλυπτήρια του Ιησού και εκείνος πήρε τη σκυτάλη από τον Πατέρα και ξεκίνησε για την μεγάλη σκυταλοδρομία τη Σωτηρίας. “Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου, Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις. Του γαρ γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει σοι αγάπητον σε Υιόν ονομάζουσα και το Πνεύμα εν είδει περιστεράς εβεβαίου του λόγου του ασφαλές. Ο επιφανείς, Χριστέ, ο Θεός και τον κόσμον φωτίσας, δόξα σοι” ( Απολυτίκιον Θεοφανείων)
(επισκοπου Ευθυμιου Στυλιου, Εκεινος)