ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ-
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 7.20-9 βράδυ
Κάθε ΚΥΡΙΑΚΗ τελείται
στον Άγιο Σώστη
και
ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΣΤΙΣ 10.30 - 11.40 Π.Μ.
Με Χορωδία & σύντομο Κήρυγμα
169. Τί είναι το χρίσμα;
Είναι το ιερό μυστήριο κατά το οποίο, χριομένων σταυροειδώς με άγιο μύρο των μελών του βαπτισθέντος, κατέρχεται η θεία χάρη η οποία σφραγίζει την αρξάμενη νέα πνευματική ζωή, διαπτύσσοντας τα χαρίσματα του βαπτίσματος σε βίο προσωπικό, θεοφιλή και ενάρετο. Το χρίσμα, αν και τελείται συνειμμένως με το βάπτισμα, δεν είναι μέρος του βαπτίσματος, αλλά μυστήριο αυτοτελές και ίδιο. Είναι δε μυστήριο μη επαναλαμβανόμενο.
Στη Γραφή δεν υπάρχει σαφής μαρτυρία περί της ιδρύσεως του χρίσματος απ’ ευθείας από τον Κύριο. Υπάρχουν όμως πολλές και σημαντικές ενδείξεις. Είναι τα χωρία: «Ο δε βεβαιών ημάς συν ημίν εις Χριστόν και χρίσας ημάς Θεός, ο και σφραγισάμενος ημάς και δούς τον αρραβώνα του Πνεύματος εν ταις καρδίαις ημών»· «και υμείς το χρίσμα, ο ελάβετε απ’ αυτού, μένει εν υμίν, και ου χρείαν έχετε, ίνα τις διδάσκη υμάς...». Στα χωρία αυτά βέβαια η χρίση μπορεί να εκληφθεί με έννοια γενική, ως εσωτερική δια του Αγίου Πνεύματος βεβαίωση.
Σημαντικότερη μαρτυρία περί της θείας αρχής του χρίσματος και βεβαίωση ότι τούτο είναι μυστήριο ξεχωριστό από το βάπτισμα, είναι τα όσα λέγονται στις Πράξεις των Αποστολών, περί των αποστόλων Πέτρου και Ιωάννου, οι οποίοι στάλθηκαν στη Σαμάρεια για να επιθέσουν τα χέρια τους στις κεφαλές των βαπτισθέντων από το διάκονο Φίλιππο και να τους μεταδώσουν Πνεύμα Άγιο. Ομοίως και ό,τι λέγεται περί του Παύλου, ο οποίος στην Έφεσο δια της επιθέσεως των χειρών του στις κεφαλές των δεχθέντων το βάπτισμα του Ιωάννου, μετέδωσε σ’ αυτούς Πνεύμα Άγιο.
Από τις πιο πάνω διηγήσεις των Πράξεων φαίνεται αρχικά το μυστήριο ετελείτο δια της επιθέσεως των χειρών των Αποστόλων. Όσο όμως περνούσε ο καιρός και στο μέτρο που ο αριθμός των πιστευόντων μεγάλωνε καθημερινά και ήταν φυσικά αδύνατο να επαρκέσουν τα αποστολικά χέρια για την τέλεση του μυστηρίου, η χειροθεσία αντικαταστάθηκε πιθανότατα απ’ αυτούς τους Αποστόλους δια της χρίσεως με άγιο μύρο, η οποία γινόταν όχι μόνο από τον επίσκοπο, αλλά και από τους ιερείς.
Η χρισματική χάρη είναι διαφορετική από τη βαπτισματική. Ενώ το ιερό βάπτισμα δημιουργεί τη νέα ύπαρξη και εισάγει τον άνθρωπο στη νέα εν Χριστώ ζωή, το χρίσμα σφραγίζει με τις δωρεές του άγιου Πνεύματος την ύπαρξη αυτή, βοηθώντας τον άνθρωπο να εισέλθει στο δόλιχο (οδό) των πνευματικών αγώνων και ν’ αξιοποιήσει υποκειμενικά το αγαθό του ιερού βαπτίσματος.
Όπως είπαμε στην αρχή, το χρίσμα είναι μυστήριο μη επαναλαμβανόμενο. Τελείται μία μόνο φορά, όπως και το βάπτισμα. Η χρίση των προσερχομένων στους κόλπους της Ορθοδοξίας δεν είναι επανάληψη του χρίσματος, επειδή στην αίρεση, κι αν έγινε το χρίσμα, αυτό είναι άκυρο και ανύπαρκτο όπως δεν είναι επανάληψη στις περιπτώσεις των αποστατών που επανέρχονται στους κόλπους της Ορθ. Εκκλησίας. Εδώ το χρίσμα είναι τελετή της επανόδου των μετανοούντων κάτω από τις ευλογίες της Εκκλησίας. Επίσης δεν θεωρείται μυστήριο η δια μύρου καθιέρωση ναών και ιερών εικόνων, όπως και η περιβολή του βασιλικού αξιώματος δια τυπώσεως μύρου.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 239-240)
«…ένας είναι ο Δάσκαλος σας, ο Χριστός κι όλοι εσείς είστε αδέλφια» (Ματθ. 23:8)
Ένα ιθαγενής χριστιανός, πρώην κανίβαλος, έδινε τη μαρτυρία του σε μία σύναξη πιστών. Άρχισε με την προσφώνηση: «Αδελφοί» και σταμάτησε για λίγο. Κατόπιν συνέχισε: «Η λέξη ‘αδελφοί’ είναι για μας καινούργια λέξη, δεν ξέραμε την έννοιά της στην ειδωλολατρική φυλή μας. Είναι λέξη που μας τη δίδαξε το Ευαγγέλιο. Τι ευλογημένη η λέξη ‘αδελφοί’…»! Ο Πατριάρχης Αβραάμ φαίνεται πως ήξερε καλά τη σημασία της. Είπε στο Λωτ: «Ας μην υπάρχει διαμάχη ανάμεσά μας… Εμείς είμαστε αδέλφια» (Γεν. 13:8). Ο Δαβίδ κατανοούσε βαθιά την έννοιά της, όταν έγραφε: «Πόσο ωραίο κι ευχάριστο είναι να συγκατοικούν με ομόνοια τ’ αδέρφια!» (Ψαλμ. 133). Ο απ. Πέτρος θύμιζε στους πιστούς το χρέος τους να ζουν άριστη χριστιανική ζωή, όταν έγραφε: «Κι επιτέλους όλοι οφείλετε να έχετε μεταξύ σας σύμπνοια, συμπόνια, αδελφική αγάπη, ευσπλαχνία…» (Α’ Πέτρ. 3:8).
Ουράνια Πατέρα, Σ’ ευχαριστούμε που μας έκανες παιδιά δικά Σου και αδέλφια μεταξύ μας όλους εμάς τους πιστούς Σου. Βοήθησέ μας να αγαπούμε ο ένας τον άλλον και να δοξάζουμε έτσι τ’ όνομά Σου με την ενότητά μας και την αγάπη μας μεταξύ μας.
«Δίνετε και θα σας δοθεί. Μερίδα ολόγιομη, χωρίς καθόλου κενά και ξέχειλη θα δώσουν στην αγκαλιά σας, γιατί με το ίδιο μέτρο που μετράτε θα μετρηθεί και για σας» (Λουκάς 6:38)
Κάποιος παραπονιόταν συνεχώς για το πόσο αρνητικά του φέρονταν οι άλλοι. Ένας που τον άκουγε, του είπε: «Φίλε, αυτό που προβάλλεις στους άλλους, αυτό και σου έρχεται πίσω»!
Αν προβάλουμε αρνητικά αισθήματα και λέμε σκληρά λόγια και συμπεριφερόμαστε άπρεπα, αυτά και θα εισπράξουμε από τους άλλους. Αν θυμώνουμε και μιλούμε με οργή, έτσι θα μας συμπεριφερθούν και οι άλλοι. Αν πάλι προβάλουμε αισθήματα αγάπης, καλοσύνης και ενθάρρυνσης, θα μας φερθούν και οι άλλοι με τον ίδιο τρόπο. «Ό,τι σπείρουμε αυτό και θα θερίσουμε».
Κύριε, συγχώρεσέ με για τις περιπτώσεις που φιλοξενώ μέσα μου αρνητικά αισθήματα: θυμό και πικρία, και δώσε μου τη δύναμη και τη χάρη να προβάλω το δικό Σου χαρακτήρα μεσ’ από τη ζωή μου στους γύρω μου ανθρώπους.
(Γ.Σ.Κ.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
367. Ο νους είναι ο υπηρέτης της καρδιάς. Αυτή, η καρδιά, είναι η ζωή μας. Αν ο νους οδηγή την καρδιά στην αλήθεια, στην ειρήνη, στη χαρά, στη ζωή, τότε εκπληρώνει τον προορισμό του. Αν όμως οδηγή την καρδιά στην αμφιβολία, στην ταραχή, στην κατάθλιψι, στο σκοτάδι, τότε δεν εκπληρώνει την αποστολή του. Δεν είναι πλέον στην αλήθεια, αλλά στο ψεύδος, στην «ψευδώνυμον γνῶσιν» (Α’ Τιμ. στ’ 20). Αν η καρδιά αισθάνεται ειρήνη, χαρά και όλα της φαίνωνται εύκολα χάρις στην πίστι, είναι τότε αυτάρκης. Δεν της χρειάζεται να ανατρέχη σε λογικές αποδείξεις.
368. Ελεήμων αληθινά είναι όποιος δίνει από την καρδιά του, από μία καρδιά γεμάτη αγάπη. Αληθινά ελεήμων είναι όποιος μιλά με τους άλλους εγκάρδια και όχι απλώς με τον νου και τα χείλη. Όποιος σέβεται την αξία Άνθρωπος στον καθένα. Όποιος σπέρνει τον λόγο του Θεού απλόχερα και διακονεί τον Θεό με αληθινή καρδιά, όχι υποκριτικά. Με άλλα λόγια, αληθινά ελεήμων είναι όποιος όλα τα εναγκαλίζεται και δεν αφήνει κανέναν άνθρωπο έξω από την καρδιά του.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 156)
365. Γλυκύτατε Χριστέ, κατέβηκες από τους ουρανούς για να μας βρης και να μας σώσης. Δεν κήρυξες μόνο στον Ναό το Ευαγγέλιό σου, αλλά και σε πόλεις και σε χωριά. Δεν περιφρόνησες κανένα σου πλάσμα. Επισκέφτηκες τα σπίτια όλων όσοι σε πόθησαν. Δεν έμεινες μέσα στο σπίτι σου, αλλά κυκλοφορούσες ανάμεσα στον λαό σου, αναζητώντας με αγάπη κάθε ψυχή. Αξίωνε και μας τους ιερείς σου να κυκλοφορούμε έτσι ανάμεσα στον λαό σου. Να μη μένουμε κλεισμένοι στο σπίτι μας, μακριά από το ποίμνιό σου. Να είμαστε κοντά του, ανάμεσα του. Να ανοίγουμε το στόμα μας και να μιλάμε με τους ενορίτες μας μέσα στο πνεύμα της πίστεως και της αγάπης. Να τους ανοίγουμε την πατρική μας καρδιά. Να τους εποικοδομούμε και με τα έργα μας, υλικά και πνευματικά έργα. «Τῆς δὲ εὐποιΐας καὶ κοινωνίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε» (Εβρ. ιγ’ 16).
366. Όταν ο Αρχέκακος σε πειράζη με λογισμούς απιστίας γύρω από τη Θεία Ευχαριστία, ψιθυρίζοντάς σου ότι είναι αδύνατο να μεταβληθή ο άρτος και ο οίνος σε Σώμα και Αίμα Χριστού, απάντησέ του: «Ναι, είναι αδύνατο για σένα και για μένα –δίκιο έχεις,– αλλά όχι και για τον Θεό». Γιατί «πάντα δυνατὰ ἐστι παρὰ τῷ Θεῷ» (Μαρκ. ι’ 27). Ό,τι ο Θεός θέλει, γίνεται. «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός … καὶ ἐγένετο οὕτως» (Γεν. α’ 9). Ο λόγος του είναι και γεγονός. «Φέρει τὰ πάντα τῷ ρήματι τῆς δυνάμεως αυτού» (Εβρ. α’ 3). Όλοι οι κόσμοι στηρίζονται στον Λόγο του Θεού. Είναι δυνατόν να αμφιβάλλουμε για μία αλήθεια που μας τη μαρτυρούν η πείρα μας και ολόκληρος η ορατή και αόρατος δημιουργία; Ο ιερεύς μόνο λέγει τις ευχές, μόνο κινεί τα χέρια του και ο Κύριος κάνει τη θαυμαστή μεταβολή των Τιμίων Δώρων. «Αὐτός ἐστιν ο προσφέρων και ο προσφερόμενος» (από την ευχή κατά τον χερουβικό ύμνο).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 155-156)
Γνωρίζει ο Θεός αυτά τα οποία έχεις ανάγκη και φροντίζει για σένα. Ο Θεός σε έφερε εκεί που σε έφερε, ο Θεός σε φωτίζει, σε καθοδηγεί. Γιατί λοιπόν πέφτεις σε μέριμνα ακόμα και στα πνευματικά ζητήματα;
Ενώ δηλαδή νομίζεις ότι τάχα ασχολείσαι με πνευματικά θέματα και έχεις πνευματικά ενδιαφέροντα και έχεις πνευματικά ερωτήματα και έχεις πνευματικές απορίες και θέλεις να σου εξηγούν και θέλεις να σου πουν και να μάθεις, τελικά περιπλέκεσαι, τελικά μπαίνεις σε μέριμνα και σε φροντίδα.
Εγώ θα έλεγα και περισσότερο και από αυτό. Δεν είναι απλώς ότι μπαίνει κανείς σε κάποιες φροντίδες, αλλά παγιδεύεται από τον ίδιο τον εαυτό του, από τον εγωισμό του.
Ο άνθρωπος παιδεύεται συνέχεια από αυτήν την τάση που έχει, να θέλει να είναι κάτι. Και σε όποιο σκαλοπάτι κι αν βρεθεί πάλι εκεί ξαναγυρίζει.
Ας πούμε, πρόκοψε κανείς κάπως πνευματικά και επομένως έχει επικοινωνία με πνευματικούς ανθρώπους και ρωτάει κτλ. Αλλά και εκεί πάλι θέλει να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους ότι κάτι είναι. Γι’ αυτό και ασχολείται τόσο πολύ και απασχολείται μ’ αυτά. Όχι από θείο ζήλο, αλλά από υπερηφάνεια.
Παγιδεύεται από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, επειδή έμαθε τάχα πολλά, και το παίζει πλέον παράγων εκκλησιαστικός και αρχίζει να λέγει αδιακρίτως την άποψή του, να μιλά με θράσος, να πράττει αυτόβουλα και αλαζονικά. Παγιδεύεται μέσα στην φιλαυτία του και εκεί μέσα χάνει πλέον τον βαθύ νόημα των γνώσεων που έχει αποκομίσει από τους γέροντες που συζήτησε, τα βιβλία που διάβασε, τις απαντήσεις που έλαβε.
Όλα λοιπόν εκείνα τα πνευματικά ζητήματα που τον απασχολούσαν έχουν μπει πλέον στην άκρη και τώρα απλά τα χρησιμοποιεί για να δεσπόζει στο κέντρο η μέριμνα της ανάδειξης του «εγώ» του.
(από το βιβλίο: Αββάς Βαρσανούφιος -Ερμηνεία Πατερικών κειμένων- Πανόραμα Θεσσαλονίκης)
Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς: Ο νους αποκτά τη χάρη με τα άγια μυστήρια
Ο νους αποκτά τη χάρη με τα άγια μυστήρια και τις άγιες αρετές. Έτσι η προσευχή με την αγία της δύναμη χαριτώνει το νου και ο νους που έλαβε την ποιότητα της προσευχής γεννά και κατευθύνει κάθε λογισμό του στους θείους δρόμους, για να μη συντριβεί ποτέ σε ζοφερά αδιέξοδα. Το ίδιο και η αγάπη με την αγία της δύναμη χαριτώνει το νου και ο άνθρωπος ευαγγελίζεται και πραγματώνει τη χριστοειδή αγάπη σ’ όλους τους ανθρώπους και όλα τα πλάσματα και όλη την κτίση. Έτσι και η ταπείνωση, και η πραΰτητα, και η νηστεία και όλες οι άλλες ευαγγελικές αρετές, κάθε μια με την αγία της ενέργεια χαριτώνει το νου, και μ’ αυτό τον τρόπο τον μεταμορφώνει, τον αγιάζει, τον χριστοποιεί, τον θεώνει, τον θεανθρωποποιεί, τον αθανατοποιεί, τον αιωνιοποιεί και έτσι ζει με χαρά και αγαλλίαση για το αιώνιο μέσα στο χρόνο, για το θείο μέσα στο ανθρώπινο, για το θεανθρώπινο ανάμεσα στους ανθρώπους· ζει για τον Κύριο Ιησού Χριστό και μέσα στο χρόνο και στην αιωνιότητα και με όλη την ύπαρξή του δέχεται την αιώνια θεία Σοφία που μας έχει δοθεί με τη Θεία Αποκάλυψη.
Πράγματι, ποιος νους ανθρώπινος και ποια ανθρώπινη διάνοια ή ποια γνώση μπορεί να γνωρίσει και να εισδύσει στο πανάγιο μυστήριο της σώζουσας Εκκλησίας, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ολόκληρος ο Θεάνθρωπος Χριστός με όλες Του τις θείες και θεανθρώπινες τελειότητες και πραγματικότητες; Διάνοια ανθρώπινη και νους ανθρώπινος με οποιοδήποτε ανθρώπινο μέσο δεν μπορούν να συλλάβουν και πολύ περισσότερο να περιλάβουν την άπειρη πραγματικότητα της θεανθρώπινης οικονομίας της σωτηρίας, που βρίσκεται όλη στο Θεανθρώπινο σώμα της Εκκλησίας του Χριστού. Εδώ όλα είναι μυστήρια μυστηρίων και κάθε ένα από αυτά υπερβαίνει άμετρα και ανέκφραστα κάθε νου και διάνοια ανθρώπινη. Αυτά τα άγια και θεία μυστήρια της θεανθρώπινης οικονομίας της σωτηρίας και του Θεανθρώπινου σώματος της Εκκλησίας είναι όλα ενωμένα και συναρμοσμένα με τη θεία αγάπη του Χριστού, που υπάρχει άπειρα και απεριόριστα σε κάθε μόριο της υπάρξεως της Εκκλησίας. Σ’ αυτή την «υπέρ λόγον και έννοιαν» αγάπη η ανθρώπινη ύπαρξη λιώνει από άφατη κατάνυξη και «εκχέεται» ενώπιον του Θεού σε άπειρα «Ωσαννά». Η αγάπη αυτή είναι συγχρόνως και «ζέουσα», γνήσια θεϊκή, θεανθρώπινη γνώση και επίγνωση. Από αυτό έχουμε και την ασύγκριτη και μοναδική αρχή της καινοδιαθηκικής γνωσιολογίας: «πας ο αγαπών, γινώσκει τον Θεόν» (Α’ Ιω. 4, 7-8), γνωρίζει τον Θεό με την «υπέρ νουν», υπέρλογη επίγνωση, επίγνωση στην οποία συμμετέχει όλος ο εσωτερικός, θεοειδής και θεονοσταλγικός άνθρωπος. Την αγάπη όμως αυτή την έχει μέσα του σε ανυπολόγιστες διαστάσεις, μόνο εάν ζει στην Εκκλησία «συν πάσι τοις αγίοις» με τα άγια μυστήρια και τις άγιες αρετές. Γιατί μ’ αυτή την εν χάριτι θεανθρώπινη ζωή θεραπεύεται από τη φιλαμαρτησία και τα πάθη η ψυχή του και ο νους και η καρδιά, και καθίστανται θεϊκώς υγιή διά του Χριστού και έτσι γίνονται άξια και ικανά για την αληθινή θεογνωσία και την αληθινή γνώση των υπέρ νουν και υπέρ φύσιν.
Ο ανθρώπινος νους, αποξενωμένος από το Θεό, είναι η έρημος και το κενό όπου ο άνθρωπος τρέφεται με σκιές και ονειροπολήματα. Αντί για το είναι ο ανθρώπινος νους αγάπησε το μη-είναι, αντί για τη ζωή αγάπησε το θάνατο και πάνω σ’ αυτόν στήριξε τον εαυτό του και κάθε ενέργειά του. Σ’ αυτό έγκειται και η βασική πλάνη του ανθρώπινου νου και η ματαιότητά του. Δύο ζωές: η εκτός Θεού, «εν ματαιότητι του νοός» του ανθρώπινου· και η χριστιανική — μέσα στο πλήρωμα της θεότητας, εν τω Θεανθρώπω, στον Οποίο κατοικεί «το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς» (Κολ. 2, 9· 1, 19). Ζώντας με το Χριστό και εν τω Χριστώ ζούμε με το νου του Θεού, με το Λόγο του Θεού και δίκαια διακηρύσσουμε «ημείς νουν Χριστού έχομεν» (Α’ Κορ. 2, 16).
Ζώντας χωρίς τον Θεό ο νους του ανθρώπου διαφθείρεται, διαστρέφεται, καθίσταται εφάμαρτος, θνητός, διαβολοειδής. Και βαθμιαία φθάνει να μη γνωρίζει πράγματι τον Θεό. Αλλά μη γνωρίζοντας τον Θεό ο ανθρώπινος νους δεν γνωρίζει ούτε τον εαυτό του ούτε τον άνθρωπο ούτε τον κόσμο. Ένας τέτοιος άθεος και αντίθεος νους συγχρόνως γίνεται και απάνθρωπος και μισάνθρωπος. Και έτσι τελικά ο άνθρωπος χωρίς Θεό είναι πάντοτε άνθρωπος χωρίς νου: δηλαδή άθεος, άνους, άφρων. «Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού, ουκ έστι Θεός» (Ψαλμ. 14. 1). Αμέσως μόλις ο νους εγκαταλείψει τον Θεό, και αυτό σημαίνει αμέσως μόλις εγκαταλείψει την Αλήθεια, φθείρεται, διασπάται, γίνεται «κατεφθαρμένος» και γεννώνται μέσα του κακές σκέψεις όπως τα σκουλήκια σε σαπισμένο κρέας (Πρβλ. Α’ Τιμ. 6. 5, 4). Ευνόητο είναι τότε ότι οι άνθρωποι οι «κατεφθαρμένοι τον νουν» (Β’ Τιμ. 3. 8) αντιστέκονται στην αλήθεια, σε κάθε αλήθεια, στην υπέρτατη Αιώνια Αλήθεια, στο Θεό και Θεάνθρωπο Χριστό.
Πώς οι χριστιανοί μπορούν να απορρίψουν τον παλαιό άνθρωπο; Με το να ανανεώνονται «τω πνεύματι του νοός αυτών». Αυτό σημαίνει να αλλάξει το πνεύμα του νου, να αλλάξει η διάθεση του νου, η συνήθεια του νου, να αλλάξει ο τρόπος νοήσεως, ο τρόπος σκέψεως. Με μία λέξη: να μεταμορφώσεις και να μεταλλάξεις μέσα σου αυτό τον κύριο ειδωλολάτρη και άθεο, το νου· και να τον στρέψεις από το άθεο προς τον Θεό, από τα μη του Χριστού προς το Χριστό. Και αυτό κατορθώνεται κατεξοχήν με την άσκηση στην πίστη και μαζί της μ’ όλες τις άλλες ευαγγελικές ασκήσεις, της αγάπης, της προσευχής, της νηστείας, της ταπεινοφροσύνης, της θεοσέβειας, της σωφροσύνης, της πραότητας, της εγκράτειας. Καθεμιά από αυτές τις ασκήσεις ανανεώνει το νου με τη μεταμορφωτική της δύναμη. Και βαθμιαία θεραπεύεται ο νους από τις άρρωστες σκέψεις του, από τους ασθενείς διαλογισμούς και αντιλήψεις του. Βαθμιαία υγιαίνει, ώσπου με τη δύναμη του Χριστού να θεραπευθεί και να καταστεί με το Άγιο Πνεύμα εντελώς υγιής.
Ο θεραπευμένος νους, υγιής πλέον και ανανεωμένος, γίνεται δημιουργός υγιών, φωτισμένων, αγίων, θείων, αθάνατων σκέψεων. Σκέπτεται τώρα διά του Θεού, σκέπτεται διά του Χριστού. Η Θεοσκέψη, η Χριστοσκέψη γίνεται η συνεχής του διάθεση και κατάσταση, το «πνεύμα» του, η νοοτροπία του. Γι’ αυτό ο άγιος Απόστολος διακηρύττει εν ονόματι όλων των χριστιανών: «ημείς νουν Χριστού έχομεν» (A’ Κορ. 1. 16). Επομένως για όλα νοούμε διά Χριστού του Θεού. Με την αλλαγή του νου στον άνθρωπο αλλάζουν τα πάντα, ανανεώνονται τα πάντα. Απ’ αυτό έχει το όνομά της και η μετάνοια· από το «μετά» και «νους», δηλαδή αλλαγή του νου, ανανέωση του νου.
(Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, Οδός Θεογνωσίας, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1985, σσ.286,289-290, 292-295, 297-298)
“Επιθυμείτε σεις τα χαρίσματα και σας δείχνω πηγή
χαρισμάτων. Διότι δεν δείχνω ένα και δύο ή και τρία
χαρίσματα, αλλά μία οδό, αυτή που οδηγεί σ’ όλα αυτά.
Και όχι απλή οδό αλλά με υπερβολή, δηλαδή οδό που
προηγείται όλων των χαρισμάτων. Διότι τα χαρίσματα
δεν έχουν δοθεί όλα σε όλους, αλλά σε άλλους δίνονται
αυτά, σε άλλους εκείνα· αυτό όμως που σας δείχνω,
η αγάπη, είναι δώρο που ανήκει γενικώς σε όλους.
Γι’ αυτό και όλους καλώ στην αγάπη προς τον πλησίον”.
Μπερδεμένοι με θρησκείες και αιρέσεις
Και άλλοι, νέοι περισσότερο, " μπερδεμένοι " με ανατολικές θρησκείες και διάφορες αιρέσεις, κατέφυγαν στο Γέροντα Πορφύριο και ζητούσαν τη βοήθειά του. Καθώς ομολογούσαν, με τις συμβουλές του και την ευλογία του (τους " εσταυρώνε "), γίνονταν καλά, ακόμα και από σωματικές ασθένειές τους, εκτός από τις ψυχικές. Πολλοί είχαν καταφύγει πριν και σε ψυχιάτρους, χωρίς όμως να ιδούν καμία ωφέλεια και θεραπεία, πράγμα που βρήκαν κοντά στο Γέροντα Πορφύριο.
[Ί 124π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.325)
Όταν, αντίθετα με τη φύση σου, αισθάνεσαι σαν κορίτσι ή αγόρι
Έλεγε ο πατέρας Πορφύριος ότι γνώριζε νέους που είχαν εκ φύσεως την τάση του αντίθετου φύλου • δηλαδή, ενώ ήταν αγόρια, αισθανόντουσαν περισσότερο σαν κορίτσια και το αντίθετο, αλλά όχι μόνο δεν εκτράπηκαν προς το κακό της αντίθετης φύσεως, αλλά και τη δική τους φύση κι αυτή την κράτησαν δεμένη με τις σκέψεις της σωφροσύνης και αγιοσύνης και διήνυσαν τη ζωή τους σαν επίγειοι άγγελοι και άρπαξαν το μεγάλο στεφάνι της παρθενίας, από τη χάρη του στεφανοθέτη Χριστού.
Και φυσικά, κατά το μέτρο του πειρασμού είναι ανάλογη και η λαμπρότητα του στεφάνου που χαρίζει ο Κύριος.
Συνεπώς έλεγε ο πατέρας Πορφύριος, ανάλογα με τους πειρασμούς, είναι και τα στεφάνια.
Γι' αυτό και οι μεγαλομάρτυρες τιμούνται με ιδιαίτερο σεβασμό. Ο σωστά σκεπτόμενος άνθρωπος δεν αγανακτεί για τον πειρασμό που του παραχώρησε ο Κύριος, αλλά χαίρεται κι ευχαριστεί για την τιμή που του γίνεται.
[Πορ. 17]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.324-325)
Ν' αποχωρισθείς από την πεθερά σου
Ο Γέροντας καθοδηγούσε τα πνευματικά του τέκνα, μερικές φορές με τρόπο οδυνηρό, εφόσον το έκρινε πνευματικώς αναγκαίο. Σε μία πνευματική του θυγατέρα, που μόλις είχε πεθάνει ο άντρας της, της είπε : " Τώρα πρέπει ν' αποχωριστείς από την πεθερά σου. Αφού έχει κι άλλα παιδιά, να την αφήσεις να ζει με ένα παιδί της. Διότι, αν ζήσετε μαζί, βλέπω ότι από την πίκρα της, θα στρέψει τα παιδιά σου και εναντίον σου. Οπότε κι εκείνη θα αμαρτήσει πολύ και θα βάλει σε πνευματικό κίνδυνο την ψυχή τη δική σου και των παιδιών σου και θα αναγκαστείς στο τέλος να τη διώξεις με φιλονικία. Ενώ τώρα, αν φύγει με καλό, θα στεναχωρηθείς λιγότερο, κι εσύ και εκείνη. Να την βοηθάς από μακριά, όσο μπορείς, και οικονομικά και προπάντων με την προσευχή σου. Εμείς οι ιερείς έχουν αποστολή να φέρνουμε τους ανθρώπους κοντά, όταν όμως αυτό δημιουργεί πνευματική ζημιά, ο χωρισμός είναι το μικρότερο κακό ". Η πνευματική του θυγατέρα εφήρμοσε εγκαίρως τις συμβουλές του, που σύντομα επιβεβαιώθηκαν από τα γεγονότα. Επρόκειτο, βέββαια, όχι για γενική, αλλά για ειδική συμβουλή.
[Γ 261π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.335)